: παρθένους δὲ καὶ γυναῖκας μεθέσθωσαν , μηδὲν τῶν ὅσα νεωτερίζει πόλεμος ἐξ αὐτῶν πείσεσθαι προσδοκῶντες ἕνεκα φυσικῆς ἀσθενείας τετιμημένων
κωμῳδίαν ἐμελέτησε . καὶ γὰρ τὸ τούτου δρᾶμα ὁ Πλοῦτος νεωτερίζει κατὰ τὸ πλάσμα : τήν τε γὰρ ὑπόθεσιν ὡς
6357653 ἐδωκατε
εἰ τοσαύτην εὔνοιαν ἀπονέμοιτε τῷ πρεσβύτῃ , ὅσην αὐτοῦ πρώην ἐδώκατε τῷ παιδί : ὡς ἔμοιγε , ὦ φιλότης ,
, οὓς νῦν αἰτιώμενοι πάντας ἀφαιρεῖσθαι κελεύουσιν , οὐκ ἂν ἐδώκατε ; ἐγὼ μὲν οἶμαι . „ εἶτα πάλιν ἡ
6284844 στοιχουσιν
: ἀπάταις . μέλονται : φροντίδα ἔχουσιν , ὑπόκεινται , στοιχοῦσιν . Ἐν μήκωσι : ταῖς κεφαλαῖς : μήκωνας ἐκάλεσε
λέξεως ὠνομάκαμεν . ἀλλ ' εἰσὶν οἳ τούτοις μὲν οὐ στοιχοῦσιν , ἑτέραν δὲ παρ ' αὐτῶν καὶ καινοτέραν τὴν
6257342 αἰσχροποιος
καί σύνδεσμος . . οὗτοι αἰσχροί . . Ἀρίστυλλος : αἰσχροποιὸς οὗτος . . καλαμίνθης : Δυσώδης βοτάνη καὶ ὄφεις
εἶδος ἀθάρας ἀπὸ φασηλίων . Σμοιός : Κύριον ὄνομα . αἰσχροποιὸς εἰς γυναῖκας , καὶ ἱππεύσας πρότερον , καὶ τοῖς
6247072 Καπνιος
, ἔχουσι δέ τι καὶ στυπτικὸν ἐκ ψυχρᾶς γεώδους . Κάπνιος δριμεῖα καὶ πικρὰ καὶ στύφει . Καππάρεως ῥίζης ὁ
ὡς , εἰ πλείων βρωθείη , ξηραίνει τὴν γονήν . Κάπνιος δριμείας ἅμα καὶ πικρᾶς μετέχει ποιότητος : οὐκ ἀπήλλακται
6232734 ἐνθεματιζεται
. Τὸ κάρυον εἰς κόμαρον μόνον ἐγκεντρίζεται . τὰ ῥοΐδια ἐνθεματίζεται εἰς ἰτέαν . ἡ δάφνη ἐγκεντρίζεται εἰς μελίαν .
ἀφ ' ἧς γίνεται λευκὰ συκάμινα . Τὰ δὲ ἀππίδια ἐνθεματίζεται εἰς ῥοιάς , καὶ εἰς κυδώνια , καὶ εἰς
6219006 Τερπωλη
, ὀρεινῆς . τάτ ' : ἅτινα , ἰωνικῶς . Τερπωλή : χαρὰ , εὐφροσύνη . ἠέ : ἰωνικόν .
Εἰσδῦναι : εἰσελθεῖν . εἰσορόωντας : εἰς αὐτὸν βλέποντας . Τερπωλή : τέρψις . ἀπειρήτοισιν : ἀπείροις , ἀνοήτοις .
6205699 ἠδικημεναι
. ὦ σοφώτατοι θεαταί , δεῦρο τὸν νοῦν προσέχετε : ἠδικημέναι γὰρ ὑμῖν μεμφόμεσθ ' ἐναντίον . πλεῖστα γὰρ θεῶν
μεταπεμψάμενος αὐτῶν τοὺς ἀναγκαίους ἀπόδος , ἵνα περὶ μηδενὸς ὡς ἠδικημέναι μέμψωνται . Καὶ σὲ καὶ πάντας Ἱμεραίους , μᾶλλον
6169111 ὀκνησω
δ ' ὅμως τηλικόσδε καὶ σοφίας ἐπὶ τοσόνδε ἀφιγμένος οὐκ ὀκνήσω λογισταῖς ὑμῖν τῆς ἐμαυτοῦ βουλῆς χρήσασθαι διδάσκων , ὡς
κινδύνου δὲ ἐφ ' ἑκάτερον ἡμῶν οὕτω χαλεποῦ ἥκοντος οὐκ ὀκνήσω καὶ σοὶ ξυμβουλεύειν , ὁπόσα ἐμαυτὸν πέπεικα : ἐπειδὴ
6119633 τελειουσα
οὕτως , ἀλληγορικῶς δὲ ἡ πάντα ἀνύουσα καὶ τρέφουσα καὶ τελειοῦσα : ἡ αὐτὴ γάρ ἐστι τῷ συμμιγεῖ καὶ εὐκράτῳ
τὸ κρεῖττον τὸ εὖ εἶναι ἑαυτῇ παρέχουσα καὶ ἀνεγείρουσα καὶ τελειοῦσα ἑαυτὴν , πολλῷ πλέον τὸ ἔλαττον τὸ εἶναι ἑαυτῇ
6086367 προσληψομεθα
: καὶ τίνα ἀπωσόμεθα ἀδοξίαν οὖσαν , καὶ τίνα οὐ προσληψόμεθα μὴ οὖσαν , προσδοκωμένην δέ : καὶ πάλιν εἰ
αὖ ὑπάρχοντα φαῦλα ἀποτρεψόμεθα , καὶ τὰ οὐκ ὄντα οὐ προσληψόμεθα : εἰ δὲ μὴ ἑλοίμεθα , τὰ μὲν ὑπάρχοντα
6060091 διημαρτημενα
εἰπεῖν διημαρτημένα . τοῦ πατριάρχου τὸ βιβλίον : ὡς εἰπεῖν διημαρτημένα . βραχύ τι τῇ πόλει γίγνοιτ ' ἂν ὄφελος
ᾗ . μῶν . γρ . ὑμῶν . ὡς εἰπεῖν διημαρτημένα . τοῦ πατριάρχου τὸ βιβλίον : ὡς εἰπεῖν διημαρτημένα
6060052 ἀχραδα
, καὶ εἰς ἀμυγδαλῆν . τὰ δαμασκηνὰ ἐγκεντρίζεται εἰς πᾶσαν ἀχράδα , καὶ εἰς κυδώνια , καὶ εἰς μῆλα .
βάκχης : Ἑρμῶναξ ἐν ταῖς Κρητικαῖς λέξεσι τὴν ἀγρίαν ἄπιον ἀχράδα φησὶν εἶναι . ἡ δὲ ἄπιος εἰς πολλὰ διαιρεῖται
6056737 ἐπιστρεφομαι
πλανᾶσθε , ἄνδρες , ἐμοὶ καλῶς ἐστιν : οὔτε πενίας ἐπιστρέφομαι οὔτε ἀναρχίας οὔτε ἁπλῶς ἄλλου οὐδενὸς ἢ δογμάτων ὀρθῶν
ὃ μόγις ἂν εἶπεν τῶν καταποντιστῶν τις ἢ λῃστῶν οὐδὲν ἐπιστρέφομαι τῆς μετὰ ταῦτα τιμωρίας χαρισάμενος ἐπιθυμίαις ἐν τῷ παρόντι
6054910 ἀποπνιγησομαι
πρὸς τὸν προειρημένον λόγον τῷ Σωκράτει . οἴμοι τάλας : ἀποπνιγήσομαι , φησίν , ὑπὸ τοῦ καπνοῦ . ἕτερος φιλόσοφος
ἐγώ , ὁ ἄθλιος . . δείλαιος ] ἄθλιος . ἀποπνιγήσομαι ] καπνῷ , κακῶς . . ] διὰ μέσου
6049548 ἐπικευσω
νημερτής , τῶν οὐδέν τοι ἐγὼ κρύψω ἔπος οὐδ ' ἐπικεύσω . φῆ μιν ὅ γ ' ἐν νήσῳ ἰδέειν
νημερτής , τῶν οὐδέν τοι ἐγὼ κρύψω ἔπος οὐδ ' ἐπικεύσω . Αἰγύπτῳ μ ' ἔτι δεῦρο θεοὶ μεμαῶτα νέεσθαι
6043829 προεληλυθας
δοκῶ συνιέναι τὴν αἰτίαν δι ' ἣν εἰς τοσοῦτον θράσος προελήλυθας . εὖ κατὰ ξένου : οἱ γὰρ κατὰ ξένου
. Μένανδρος : τί τοῦτο , παῖ ; διακονικῶς γὰρ προελήλυθας . ναί : πλάττομεν γὰρ πλάσματα τὴν νυκτ '
6038867 ἐπετρεχεν
, καὶ Ἀττικῶς ἐνήνοθα , ἐνήνοθας , ἐνήνοθεν , ἤγουν ἐπέτρεχεν . . Πλησίον δὲ ἐκείνων ἦν πόλις εὔκτιστος .
εἴ κ ' Ἰφίκλοιο θοώτερος αὐγάζοιο , ὅστε καὶ ἀνθερίκοισιν ἐπέτρεχεν , οὐδέ τι καρπὸν σίνετ ' ἀήσυρα γυῖα φέρων
6023732 τἀλφιτα
ἀποκτίννυσι ταῖς ἀπειλαῖς . ὁ βοῦς ἐκεῖνος χἠ μαγὶς καὶ τἄλφιτα . Ὑπερβορέους αἴθρια τιμῶντας στέφη . ἐτήσιοι γὰρ πρόσιτ
εὐταξίας λόγων , εὐαρμόστων λόγων . ῥυθμοὶ ] κρότοι . τἄλφιτα ] τὰ ἄλευρα , ἀντὶ τοῦ ” πρὸς τὸ
6014519 λειποψυχιη
. μὴ μέϲφι λειποθυμίηϲ : προϲτιμωρέει γὰρ τῇ πνιγὶ ἡ λειποψυχίη . ἀλλὰ κἢν ϲμικρὸν ἀναπνεύϲωϲι , ἐπιϲχόντα χρὴ τὴν
. Ἐπὶ φύματος ἔσω ῥήξει ἔκλυσις , ἔμετος , καὶ λειποψυχίη γίνεται . Ἐπὶ αἵματος ῥύσει παραφροσύνη ἢ σπασμὸς ,
5995135 ἐπαραμενος
φορτία πάντα τεθεικὼς καὶ τὸν ὄνον , διαπλεῖ σινδόν ' ἐπαράμενος . ὥστε μάτην Τρίτωνες ἐν ὕδασι δόξαν ἔχουσιν ,
γενόμενος ὁ Παυσανίας δόξας τε κατ ' ἐπιβουλήν τινα εἰσεληλυθέναι ἐπαράμενος τὸ ξιφίδιον ἐπερόνησε τὴν κόρην καὶ ἀπέκτεινε . καὶ
5994214 ἠλει
τὸ ῥύπος . Ἀλεῖν ἐρεῖς , οὐκ ἀλήθειν : καὶ ἤλει , οὐκ ἤληθεν : ἀλοῦσα , οὐχὶ δὲ ἀλήθουσα
ἀλητὸν ἐπράθη , ζευχθεὶς δ ' ὑπὸ μύλην πᾶσαν ἑσπέρην ἤλει . καὶ δὴ στενάξας εἶπεν “ ἐκ δρόμων οἵων
5989726 ἰστωρ
. ἰσοφόροι κατ ' ἴσον ἕλκοντες , οὐχ ἑτεροζυγοῦντες . ἴστωρ μάρτυς : “ ἐπιίστωρ πίαρ ἑλέσθαι . ” ἱστοπέδη
, καὶ παραγόμενον ὡσαύτως ἀποβάλλει τὸ ε , οἷον ἴδμων ἴστωρ . ἰστέον δέ , ὅτι , ὥσπερ κατὰ τὴν
5988195 ἁθροαις
. τὴν περικύκλωσιν : τὸ περικυκλωθῆναι ὑπὸ τῶν Πελοποννησίων . ἁθρόαις μέν : ταῖς ἐναντίαις ναυσί . γνόντες δέ :
τῷ αὐτῷ θέρει μετὰ τοῦτο εὐθὺς οἱ Πελοποννήσιοι , ἐπειδὴ ἁθρόαις ταῖς ναυσὶν οὐκ ἀξιόμαχοι νομίσαντες εἶναι οὐκ ἀντανήγοντο ,
5978622 ἐξημαρτανον
ἔμ ' ἐξαμαρτάνειν . σοῦ δ ' ἂν προθνήισκων μᾶλλον ἐξημάρτανον . ταὐτὸν γὰρ ἡβῶντ ' ἄνδρα καὶ πρέσβυν θανεῖν
ἱερὸν τὸ ἐν Δελφοῖς καὶ περὶ τὰ ἀναθήματα ἠσέβουν , ἐξημάρτανον δὲ καὶ εἰς τοὺς Ἀμφικτύονας . Ἀγανακτήσαντες δ '
5977399 καρτερικως
πεντήκοντα ἡμέρας , εἰ τύχοι , εἶτα , εἰ ἤγαγε καρτερικῶς , ἐποίουν αὐτὸν ξεσθῆναι ἐπὶ δύο ἡμέρας , εἶτα
εὐπειθές . Τοῖς ἄρχουσιν ὑπάρχει διὰ φόβον : ὅθεν καὶ καρτερικῶς τούς τε πόνους καὶ τοὺς ὑπὲρ τῆς πατρίδος πολέμους
5972582 ἀφικνεεται
ἔνδοθεν ἀφικνέεται : ἔξωθεν τροφὴ ἐκ τῆς ἐσχάτης ἐπιφανείης ἐνδοτάτω ἀφικνέεται . Ξύῤῥοια μία , ξύμπνοια μία , ξυμπαθέα πάντα
ξυνεστηκότος ἀπόκρισιν , ἐν ᾧ φερόμενα πάντα ἐς τὸ φανερὸν ἀφικνέεται ἕκαστα μοίρῃ πεπρωμένῃ . Ἐν δὲ τούτῳ ἐποιήσατο πυρὸς
5972580 κατωρθωται
τινα πηγῆς ἐραστὴν ᾀδέτω σμικρολόγος ἀνήρ : ᾧ γὰρ μεγάλα κατώρθωται , τοῦ - τον ὁ τὰ βραχέα φέρων εἰς
τὰς συναιρουμένας . Σημειοῦται τὸ ποσί , ἄλλῳ δὲ κανόνι κατώρθωται : πᾶσα γὰρ δοτικὴ ἑνικῶν εἰς δι λήγουσα τροπῇ
5969066 ἀπωσομεθα
ὑπὸ θεῶν ἐσόμεθα , τὰ δ ' ἐξ ἀδικίας κέρδη ἀπωσόμεθα : ἄδικοι δὲ κερδανοῦμέν τε καὶ λισσόμενοι ὑπερβαίνοντες καὶ
καὶ ἐπὶ τὴν ἡμετέρην ἄρξῃ τε ἀδικέων , καὶ ἡμεῖς ἀπωσόμεθα . Μέχρι δὲ τοῦτο ἴδωμεν , μενέομεν παρ '
5964271 ἐτλας
ὦ μόνα ὦ φίλα γυναικῶν , σὺ τὸν αὑτᾶς ἔτλας ἔτλας πόσιν ἀντὶ σᾶς ἀμεῖψαι ψυχᾶς ἐξ Ἅιδα . κούφα
χέρας ἐμὰς λιπεῖν βέλος . τάλαινα . πῶς δ ' ἔτλας φόνον δι ' ὀμμάτων ἰδεῖν σέθεν ματρὸς ἐκπνεούσας ;
5948021 πολυμορφος
πολυσκώμμων , πολυτελής , πολύτιμος , πολυειδής , πολυγενής , πολύμορφος , πολυανθής , πολυσχήμων . ἐκ δὲ τοῦ μισο
ὀνομάτων φύσις παντοδαπή , παρὰ δὲ τὰς τῶν ὀνομάτων ἁρμονίας πολύμορφος ὁ λόγος : ὥςτε πολλὴ ἀνάγκη καλὴν μὲν εἶναι
5945600 ἐνης
: ἦν δ ' ὑαινίδες τε βούγλωσσοί τε καὶ κίθαρος ἐνῆς . λέγει δέ τινας καὶ ὕας διὰ τούτων :
: ἦν δ ' ὑαινίδες τε βούγλωσσοί τε καὶ κίθαρος ἐνῆς . ὅτι δὲ διὰ τὸ ὄνομα ἱερὸς εἶναι νενόμισται
5945467 ἀναξιας
ὑμῶν καθίσταται σήμερον , πρὸς ὃν ἀτενίζοντες ψήφους ἐκφέρετε μὴ ἀναξίας τοῦ δικαστοῦ τοῦ εἰδότος τὰ κρύφια . Τὸ γοῦν
ἱερωσύνην ἔχων Σκαιουόλας , μέγιστον ἔχων ἀξίωμα τῶν πολιτῶν , ἀναξίας τῆς ἰδίας ἀρετῆς ἔτυχε τῆς τοῦ βίου καταστροφῆς .
5937487 βιβλιοπωλην
δ ' εἰς τὰς Ἀθήνας ἤδη τριακοντούτης ἐκάθισε παρά τινα βιβλιοπώλην . ἀναγινώσκοντος δ ' ἐκείνου τὸ δεύτερον τῶν Ξενοφῶντος
ἀνελθὼν δὲ εἰς τὰς Ἀθήνας ἤδη τριακοντούτης ἐκάθισε παρά τινα βιβλιοπώλην . ἀναγινώσκοντος δὲ ἐκείνου τὸ δεύτερον τῶν Ξενοφῶντος ἀπομνημονευμάτων
5935968 κινδυνευω
νύκτωρ κατακλινεὶς οὐκ ἐκοιμᾶτο λέγων πρὸς ἑαυτὸν “ ἀλλὰ ἐγὼ κινδυνεύω μαχόμενος τῇ θαλάσσῃ καὶ τοὺς ζῶντας ἀποκτείνων ἕνεκα λημμάτων
γὰρ ἔμοιγέ ἐστι τοιοῦτον πεπραγμένον , ἀλλ ' ἀλογώτατον πάντων κινδυνεύω πολὺ μείζω συμφορὰν ἐμαυτῷ διὰ τούτους ἐπαγαγέσθαι . πρὸς
5935919 ἀδηκτου
εἰρημένων . ἐϲτὶ δὲ καὶ ἡ ῥίζα τοῦ φυτοῦ ξηραντικῆϲ ἀδήκτου δυνάμεωϲ , μετέχουϲα καὶ ϲτύψεωϲ . Φοῦ . Τούτου
αὐστηρὰν ἐπικρατοῦσαν ἔχει ποιότητα , ὡς εἶναι δυνάμεως ξηραντικῆς ἱκανῶς ἀδήκτου . Πράσιον πικρόν ἐστιν : διόπερ ἐκφράττει , ῥύπτει
5933612 κακηγορος
φιλαίτιος , ὀνειδιστικός : καὶ πάλιν φιλόψογος , φιλολοίδορος , κακήγορος . τὰ δ ' ἐπιρρήματα φιλεγκλημόνως , μεμψιμοίρως ,
ἐκ τοῦ κακο σύνθετα . κακοδαίμων , κακοῦργος , κακολόγος κακήγορος , κακοπράγμων ὡς Ὑπερείδης , κακόβιος , κακόβουλος ,
5924663 ἀμισθι
ποριζόμενος . φησὶ δὲ , ὅτι τῶν λυρικῶν οἱ παλαιοὶ ἀμισθὶ πρὸς τὰ καλὰ τὴν σπουδὴν εἶχον , ἐπὶ δὲ
' ὑπερβολὴν ἀπολογήσασθαι , καὶ δὴ φημί σοι μηδένα μηδὲν ἀμισθὶ ποιεῖν , οὐδ ' ἂν τοὺς τὰ μέγιστα πράττοντας
5924565 ἀπολιβαξεις
ἐμπιεῖν : ἔγχει δ ' ἐπιθεὶς τὸν ἡθμόν . οὐκ ἀπολιβάξεις καὶ τριγώνους καὶ λύρας ; ἀντ ' ἀστραγάλων κονδύλοισι
Φιλῖνος οὗτος , τί ἄρα πρὸς ταύτην βλέπεις ; οὐκ ἀπολιβάξεις εἰς ἀποικίαν τινά ; Συρακόσιος δ ' ἔοικεν ,
5921513 ἀκαρη
τὰ μὲν ἐπὶ πλεῖστον αὐτοῖς χορηγεῖσθαι , τὰ δὲ μηδὲ ἀκαρῆ παραμένειν . Χρύσιππος δὲ ἄχρι τῶν ῥημάτων ἔοικεν ἀνδρίζεσθαι
πάρεστι τί ποτ ' ἀγγελῶν ἄρα ; Οὐδ ' ὅσον ἀκαρῆ τῆς τέχνης ἐπίσταμαι . Κατέπεσον ἀκαρὴς τῷ δέει .
5910801 Ἀνια
. ιγʹ Ὀδύνη δὲ λύπη εἰσδύνουσα καὶ ὀξεῖα . ιδʹ Ἀνία δὲ λύπη ἐξ ἀναλογισμῶν . ιεʹ Μεταμέλεια δὲ λύπη
' ὃν ἀμπαύεται Λύπα , δι ' ὃν εὐνάζετ ' Ἀνία . τὸ μὲν οὖν πῶμα κερασθέν ἁπαλοὶ φέρουσι παῖδες
5907100 πεπλευκοτα
. , , , : Δημάρατος δὲ αὐτὸν εἰς Κόλχους πεπλευκότα παρέδωκε . Διονύσιος μὲν γὰρ αὐτὸν καὶ ἡγεμόνα τῶν
× – ˘˘ζητει – × – – ] τινα [ πεπλευκότα ] [ ] ! ! ! ! χρυσίον [
5904007 ἀναινομαι
ἐγκρατέςτερον | . πτωχεῦσαί με [ θέλεις ; οὐκ ] ἀναίνομαι : | πτωχεύσω δὲ Ἴρου [ μετριώτερον ] .
ὁμολογήσουσι καὶ τῷ Διῒ χάριν τῷ τάδε διαπραξαμένῳ . οὐκ ἀναίνομαι ] χαίρω ἐν τῷ μὴ ἀντιλογεῖν . ἡβᾷ τοῖς
5903936 ηὑρες
Παλάμηδες , ὦ σοφωτάτη φύσις . Ταυτὶ πότερ ' αὐτὸς ηὗρες ἢ Κηφισοφῶν ; Ἐγὼ μόνος : τὰς δ '
ὑφ ' αὑτῶν ἀναμιμνῃσκομένους : οὔκουν μνήμης ἀλλὰ ὑπομνήσεως φάρμακον ηὗρες . σοφίας δὲ τοῖς μαθηταῖς δόξαν , οὐκ ἀλήθειαν
5899551 ἁθροως
μὲν κατ ? [ ' ὀλίγον ] , ποτὲ δὲ ἁθρόως . * τῶν δὲ τεταγμένων [ ] παθῶν ἃ
μελλόντων λέγεσθαι διὰ τὸ παράδοξον τῆς περιστάσεως ἐμποδίζει με . ἁθρόως δ ' ἐπιβοησάντων αὐτῷ τῶν περιεστώτων θαρρεῖν καὶ λέγειν
5894636 Πυλονδε
Μέντορα δῖον χθιζὸν ὑπηοῖον . τότε δ ' ἔμβη νηῒ Πύλονδε . ” ὣς ἄρα φωνήσας ἀπέβη πρὸς δώματα πατρός
ἔτ ' ἐγώ γε ὄψεσθαι ἐφάμην , ἐπεὶ ᾤχεο νηῒ Πύλονδε . ἀλλ ' ἄγε νῦν εἴσελθε , φίλον τέκος
5894280 τραπεζ
. Ἀναξανδρίδης Ἀγροίκοις : ὡς δ ' ἐστεφανώθην , ἡ τράπεζ ' εἰσήγετο τοσαῦτ ' ἔχουσα βρώμαθ ' ὅσα μὰ
, ὡσπερεὶ τεθνηκότι ; ὡς δ ' ἐστεφανώθην , ἡ τράπεζ ' ἐσῄρετο , τοσαῦτ ' ἔχουσα βρώμαθ ' ,
5891114 Σμικρα
θανάσιμον βεβηκότα . Πότερα δόλοισιν ; ἢ νόσου ξυναλλαγῇ ; Σμικρὰ παλαιὰ σώματ ' εὐνάζει ῥοπή . Νόσοις ὁ τλήμων
καίτοι περί γε τῶν γερόντων ὁ Σοφοκλῆς εἴρηκε χαριέντως : Σμικρὰ παλαιὰ σώματ ' εὐνάζει ῥοπή : καταγωγῇ γὰρ ἔοικεν
5889234 ἀπαγωγας
πόλεμον , δενδροτομίας , δῃώσεις χωρίων , στερήσεις χρημάτων , ἀπαγωγάς , τοὺς περὶ δουλείας καὶ θανάτου φόβους ἀνηκέστους ,
ὑπονοεῖν , ἐάν τις εἰς αὐτοὺς τεχνάσηται . ἀποφυγὰς καὶ ἀπαγωγάς . . . κάχ ' ὑποτοπεῖσθαι : Τὸ τέλειον
5888992 ἀδαης
καὶ ἀδαὴς διαφέρει . ἀδεὴς μὲν γὰρ ὁ ἄφοβος , ἀδαὴς δὲ ὁ ἀμαθής . αἰδὼ καὶ αἰσχύνη διαφέρει .
, δεδιότες τὴν συντέλειαν τῶν ἀποβησομένων , τίς οὕτως ἐστὶν ἀδαὴς ὃς οὐκ οἶδεν ; ἀλλ ' ἔνιοι τῶν πραγματευομένων
5888874 ἀπεδωκα
συμμάχοις τοῖς ἐκείνου χρησάμενος ἀδικήμασι βιαίων ὑμᾶς ἠλευθέρωσα προσταγμάτων , ἀπέδωκα τῇ πόλει τὴν ἡδίστην δημοκρατίαν , ἐδωρησάμην τοὺς νόμους
ὄνομα , Σωσίαν , ὥσπερ καὶ δίκαιόν ἐστιν , καὶ ἀπέδωκα τῷ πρεσβυτάτῳ τοῦτο τὸ ὄνομα : τῷ δὲ μετ
5883904 ἀπληστων
κατακαίριον εἶπεν . Πτωχοῦ πήρα οὐκ ἐμπίμπλαται : ἐπὶ τῶν ἀπλήστων . Ποικιλώτερος ὕδρας : ἐπὶ τῶν δολερῶν . Πῦρ
οἱ γεννήτορες . Πτωχοῦ πήρα οὐ πίμπλαται : ἐπὶ τῶν ἀπλήστων . Πύθια καὶ Δήλια : ἐπὶ τῶν ταχέως ἀπολλυμένων
5881671 ἀποβαθρα
καὶ ἄγκυρα ἱερά , ᾗ χωρὶς ἀνάγκης οὐ χρῶνται . ἀποβάθρα καὶ διαβάθρα , ἣν σκάλαν καλοῦσιν . οἱ δὲ
οὗ καὶ φενάκη . . . . , . : ἀποβάθρα : ἡ τῆς νεὼς ἔκβασις , δι ' ἧς
5873384 τἀρα
' ἂν καὶ κοκκίσαι ῥόαν κατ ' Ἀριστοφάνην : ὀξυγλύκειάν τἆρα κοκκιεῖς ῥόαν . τουτὶ δὲ τὸ ἰαμβεῖον Ἀριστοφάνης οὐκ
' ἂν καὶ κοκκίσαι ῥόαν κατ ' Ἀριστοφάνην : ὀξυγλύκειάν τἆρα κοκκιεῖς ῥόαν . τουτὶ δὲ τὸ ἰαμβεῖον Ἀριστοφάνης οὐκ
5871813 ἐνετυχες
. πάντως γὰρ καὶ αὐτός , φιλομαθέστατε ἀνδρῶν , εἴπερ ἐνέτυχές τισιν ἐξ αὐτῶν , ἔν τε τῇ Δαμασκῷ καὶ
. πάντως γὰρ καὶ αὐτός , φιλομαθέστατε ἀνδρῶν , εἴπερ ἐνέτυχές τισιν ἐξ αὐτῶν , ἔν τε τῇ Δαμασκῷ καὶ
5869048 κομιζομαι
οὐκ Ἀμαλθείας κέρας . ὡς δ ' εἰς τὴν Λέβεδον κομίζομαι καὶ μάλ ' ἀπροσδοκήτως καὶ ἀγαπητῶς διαγενόμενος , τοῦτο
λέκτρων δεσπότης ἄλλων ἔφυς ; ἣν ἄντρα κεύθει κἀκ Φρυγῶν κομίζομαι . οὐκ ἔστιν ἄλλη σή τις ἀντ ' ἐμοῦ
5865529 ξηροτεραϲ
δὲ λιγνυώδειϲ ἀναθυμιάϲειϲ : θερμότηϲ γὰρ μεθ ' ὑγρότητοϲ ἐναπειλημμένη ξηροτέραϲ ἀναθυμιάϲειϲ καὶ οἷον λιγνυώδειϲ ποιοῦϲα , τοὺϲ ἀνέμουϲ γεννᾷ
καὶ ἡ ῥίζα παραπληϲίαϲ εἰϲὶ δυνάμεωϲ , πλήν γε ὅτι ξηροτέραϲ τε καὶ ἧττον ψυχρᾶϲ . ἀλλ ' ὁ μὲν
5865434 αἰσθεται
† ψυχὴν ἄγει . } Ὁ πονηρὰ ποιῶν εὐθέως οὐκ αἴσθεται : τότ ' οἶδεν ὃ πεποίηκεν , ὅτε κολάζεται
, πᾶν δὲ ὂν ψυχὴ κινεῖ . πᾶν τὸ πάσχον αἴσθεται , πᾶν τὸ αἰσθόμενον πάσχει . πᾶν τὸ λυπούμενον
5862290 αἰνεσει
. εἴ ς ' ὄψεταί τις θῆλυν ὄντ ' οὐκ αἰνέσει . ζῶ σοι ταπεινός ; ἀλλὰ πρόσθεν οὐ δοκῶ
ὅτ ' οὐδὲν ἔσται μῆχος ὠφελεῖν πάτραν , τὴν φοιβόληπτον αἰνέσει χελιδόνα . Τόσς ' ἠγόρευε καὶ παλίσσυτος ποσὶν ἔβαινεν
5859700 Ἐκεινου
τοῦ ἐρωμένου , ὁ δὲ ἐπ ' ὀλέθρῳ ἀμφοῖν . Ἐκείνου τοῦ ἔρωτος ἀρετὴ ἔργον , τοῦδε τοῦ ἔρωτος ἔργον
τε παίδων Διονυσίου καὶ τῶν πολιτῶν οὐ παρέργως προνοουμένου . Ἐκείνου δὲ πρὸς ἕτερα τὰς φροντίδας τρεψαμένου , Λυσίμαχος πάλιν
5859176 Βοιωτιην
Φοίνικες τῶν σὺν Κάδμῳ ἀπικομένων Φοινίκων ἐς γῆν τὴν νῦν Βοιωτίην καλεομένην , οἴκεον δὲ τῆς χώρης ταύτης ἀπολαχόντες τὴν
τὰ ὑποζύγια οἰμωγῇ τε χρεώμενοι ἀπλέτῳ : ἅπασαν γὰρ τὴν Βοιωτίην κατεῖχε ἠχὼ ὡς ἀνδρὸς ἀπολομένου μετά γε Μαρδόνιον λογιμωτάτου
5859173 βλαβεντες
φαύλων καὶ συστάσεις καὶ κέρδη καὶ φιλίας ἕξουσι καὶ ὀλίγα βλαβέντες πολλῶν περιγενήσονται . Τῷ δὲ Ἡλίῳ ἐπιμερίζων ἐπὶ μὲν
δι ' Αἰγινήτας εἰς πόλεμον κατέστημεν , κἀνταῦθα οὐκ ὀλίγα βλαβέντες , τῆς μὲν εἰρήνης ἐπεθυμήσαμεν , Ἀνδοκίδην δ '
5858844 ἑρμοδακτυλου
ἐπανορθοῦϲθαι τὸ ϲτόμα τῆϲ γαϲτρόϲ . τῶν δὲ δι ' ἑρμοδακτύλου τὴν διὰ τοῦ κορωνοποδίου καλλίονά φηϲιν ὁ Ἀλέξανδροϲ ,
Περὶ καθαρτηρίων ποδαγρικοῖς καὶ ἀρθριτικοῖς ἁρμοζόντων . τὸ δι ' ἑρμοδακτύλου . ἡ διὰ τῆς βεττονίκης . ξζʹ Ἀντίδοτοι ποδαγρικαί
5845594 εἰσορᾳς
σάφ ' ἴσθ ' , ἐμοῦ γ ' , ὃν εἰσορᾷς . Οἴμοι : πέπραμαι κἀπόλωλ ' : ὅδ '
γῆν ἐκείνων καὶ νόμους διασκεδῶν ; ἢ τοὺς κακοὺς τιμῶντας εἰσορᾷς θεούς ; Οὐκ ἔστιν : ἀλλὰ ταῦτα καὶ πάλαι
5845057 Λεωγορας
τούς γε πρεσβυτέρους ὑμῶν ὅτι ὁ τοῦ ἐμοῦ πατρὸς πάππος Λεωγόρας στασιάσας πρὸς τοὺς τυράννους ὑπὲρ τοῦ δήμου , ἐξὸν
καὶ ἵππους τρέφειν καὶ ὄρνεις φασιανούς . κωμῳδεῖται γὰρ ὁ Λεωγόρας ὡς γαστρίμαργος ὑπὸ Πλάτωνος ἐν Περιαλγεῖ . Μνησίμαχος δ
5844530 ἐπενοησας
παύσονται τῆς προνικότητος . “ ὁ σωματέμπορος : ” ὡραίως ἐπενόησας , μὰ τὴν σκοτίαν σου . “ ἐπιστραφεὶς δὲ
ὁρῶσιν οἱ θεοί . Ἰοῦ ἰοῦ : εὖ γ ' ἐπενόησας αὐτὸ καὶ προμηθικῶς . Ὑπόδυθι ταχὺ δὴ κᾆτα θαρρήσας
5843949 μορσιμος
δοθεὶς Λαΐῳ δημώδης : Λάιε Λαβδακίδη καὶ τὰ ἑξῆς . μόρσιμος υἱός : ὁ μεμοιραμένος . ἢ ὁ μόρου αἴτιος
κ ' ἔπειτα γήμαιθ ' ὅς κε πλεῖστα πόροι καὶ μόρσιμος ἔλθοι . ” ὣς ἄρ ' ἐφώνησεν καὶ ἀπὸ
5841138 ἀναινω
καὶ τὸ ἀρνοῦμαι , ἀναίνομαι . ἢ παρὰ τὸ ναὶ ἀναίνω . ἢ παρὰ τὸ αἰνῶ καὶ ἐπαινῶ καὶ οὐ
. . . . Ἀπηνήναντο : ἠρνήσαντο : ἀπὸ τοῦ ἀναίνω , οἷον : οἱ δ ' οὐ γιγνώσκοντες ἀπηνήναντο
5832339 περικομος
, ἄβρα περίκουρος , θεραπαινίδιον παράψηστον . ἡ μὲν λεκτικὴ περίκομος : ἡσυχῇ παρεψησμέναι αἱ τρίχες , ὀρθαὶ ὀφρύες ,
τὴν ὅλην μορφὴν βραχεῖαν εἶναι : καὶ γὰρ ἡ φυτεία περίκομος καὶ ταύτῃ καὶ οὐκ εἰς ὀρθόν . ἡ δὲ
5831250 ἀπελειπετο
τὴν κατασκευὴν τὴν βασιλικὴν ξύμπασαν ἀφανίσαι καὶ τῶν ὑποζυγίων ὅσα ἀπελείπετο , αὐτοὺς δὲ μόλις καὶ χαλεπῶς ξὺν τοῖς ὅπλοις
. τὸ μὲν γὰρ ἐξ ἡμῶν προθυμίας οὐδ ' ἧστινος ἀπελείπετο , πλεῖν δὲ διὰ τὴν ὑπερβολὴν τοῦ χειμῶνος οὐδὲ
5826487 χαραγμον
περιττά . τῷ δὲ σχήματι δαφνοειδῆ τῆς λεπτοφύλλου , πλὴν χαραγμὸν ἔχοντα καὶ βραχύτερα καὶ οὐκ εἰς ὀξὺ τὸ ἄκρον
πλὴν μεῖζον ἐκείνου καὶ πλατύτερον ἢ προμηκέστερον , τὸν δὲ χαραγμὸν οὐκ ἔχον ὥσπερ ἐκεῖνο . γίνεται δὲ τὸ δένδρον
5824996 προτρεψεται
εἴ τις ἄκων ἀγνοεῖ μὴ δυνάμενος εἰδέναι , τοῦτον οὐδεὶς προτρέψεται δυνηθῆναι εἰδέναι : οὐ γάρ ἐστιν ἐπ ' αὐτῷ
μᾶλλον λῃστρικοῦ . . . . ἐπαρεῖ ] ἐρεθίσει , προτρέψεται . . . . ὁ καιρὸς ] οἱονεὶ τὸ
5824888 ὑπηχθην
, ἐπειδὴ εἰς τοῦτον τὸν λόγον οὐκ οἶδ ' ὅπως ὑπήχθην , οἰκεῖόν τι καὶ ἀξιοζήτητον ζητήσειν πρᾶγμα . Ἀπόλωλε
δεῖ τὰ πλείω λέγειν . ὧν δ ' ἕνεκα νῦν ὑπήχθην ταῦτα προειπεῖν , ταῦτ ' ἐστίν , ὅτι διὰ
5822019 θρηνητικα
ἐλίνυον : ἀντὶ τοῦ ἤργουν . παρὰ τὰ αἴλινα τὰ θρηνητικὰ [ ἐντεῦθεν ] γεγένηται διὰ τὸ ἀνήνυτά τινα εἶναι
ἄιδει . ἀείδειν ] ἤγουν χαρμόσυνα μέλπει . μινύρεσθαι ] θρηνητικὰ ἄιδειν . ἀντίμολπον ] ἐναντίον πρὸς τὸν ὕπνον .
5820274 ἐχορηγει
ἐκεῖνος , ἐπειδή οἱ ὁ πάππος εἰς Μήδους ἀφικομένῳ δαῖτα ἐχορήγει βασιλικήν , τότε γὰρ οὐ μετρίως ἐτρύφα τὸ Μηδικόν
κατετίθετο , ἀλλ ' ἰδίᾳ ἐθησαύριζεν : οὔτε τοῖς στρατιώταις ἐχορήγει τὰς μισθοφορίας , οὔτε τοῖς ἡγεμόσι μετεδίδου τούτων ,
5818338 συντε
ἡ ἐκειν [ ! ! ἡμέτερα ] πάντα [ ] συντε λέσασα ? ? [ ] καὶ προσέτι μνασν [
παύσομαι δικαζόμενός σε , ἐὰν μὴ ἴδω τὴν ἡμέραν τῆς συντε - λείας . καὶ εἶπεν ὁ θεός : ἐξαρίθμησον
5812717 πρασσεται
ταῦτα τῶν βουλευτῶν . ὅσα γὰρ ἀφωρισμένον ἔχει τὸ πῶς πράσσεται τῶν ὑπὸ τὰς τέχνας , περὶ τούτων οὐ βουλευόμεθα
ἀκαταλήκτων καὶ βραχυκαταλήκτων κθʹ , ὧν τελευταῖος μιάστορ ' ἐκείνου πράσσεται . ἔξω κελεύω ] εἴσθεσις διπλῆς . οἱ δὲ
5811061 ἐμπορικην
; λογιστικὴ καὶ μετρητικὴ ἡ κατὰ τεκτονικὴν καὶ κατ ' ἐμπορικὴν τῆς κατὰ φιλοσοφίαν γεωμετρίας τε καὶ λογισμῶν καταμελετωμένωνπότερον ὡς
ἀλλὰ τοὺς τριηράρχους οὓς καθιστᾶσιν οὗτοι εἰσάγουσιν εἰς δικαστήριον , ἐμπορικὴν δὲ δίκην οὐδεμίαν εἰσάγουσι . τοιαῦτα μὲν τὰ τοῦ
5809645 ὠνησομαι
φείδεσθε τοὐλαίου σφόδρ ' , ἐξ ἀγορᾶς δ ' ἐγώ ὠνήσομαι στίλβην τιν ' , ἥτις μὴ πότις . τὸ
ἁπλῶς τὰ πλευρικὰ τῶν κρεῶν , ὡς Αἰσχύλος . Γ ὠνήσομαι μέταλλα : ὠνήσομαι μέταλλα ἀργυρίου καὶ χρυσίου , ὥστε
5809000 ἀτασθαλος
καὶ τίνα θυμὸν ἔχων , ὁππότ ' ἀνὴρ ἄδικος καὶ ἀτάσθαλος , οὔτε τευ ἀνδρός οὔτε τευ ἀθανάτων μῆνιν ἀλευόμενος
κλάδος , ἀτάζαλος ἀτάσδαλος , τροπῇ τοῦ δ εἰς σ ἀτάσθαλος ' . . . . . ἀτασθαλία : κυρίως
5806796 τυγχανετε
γενησόμενον , οὕτω διανοεῖσθαι περὶ αὐτῶν . ὧν ὑμεῖς οὐδέτερον τυγχάνετε ποιοῦντες , ἀλλ ' ὡς οἷόν τε ταραχωδέστατα διάκεισθε
εἰσομένης ὑμῖν εἰ τιμιωτέραν ἡγήσαισθε τῆς συγγενείας τὴν πατρίδα , τυγχάνετε εὖ βουλευσάμενοι . Ὡς δὴ ταῦτ ' ἤκουσαν οἱ
5800371 ἐξειμι
ἢ γῆς πατρίας ὅρον ἐκλείπειν ; ἀλλ ' ἐγὼ οἴκων ἔξειμι πατρὸς καὶ ἐπ ' ἀλλοτρίαις ψήφοισι φόνον μητρὸς ὑφέξω
ἔστιν ὅστις ἐξαιρήσεται : δόμον τε πάντα συγχέας ' Ἰάσονος ἔξειμι γαίας , φιλτάτων παίδων φόνον φεύγουσα καὶ τλᾶς '
5799517 ἀμοιρους
ἡ ἀρχὴ αὐτῶν περιέχει . πεδίων ] τῆς Βοιωτίας . ἀμοίρους ] ἀμετόχους . Ξ ἀμοίρους ] ἤγουν τῆς βασιλείας
, : πέπυσμαι δὲ ἄρα καὶ ἀριθμητικῆς τὰς βοῦς οὐκ ἀμοίρους εἶναι τὰς Σουσίδας . καὶ ὡς οὐκ ἔστιν ἄλλως
5799156 ἀδεσποτος
κατορυγῆναι δούλῳ μὲν οὐκ ὄντι ἐν πίστει ἐλευθερίαν προαγορεύει : ἀδέσποτος γὰρ ὁ ἀποθανὼν καὶ πέπαυται κάμνων καὶ ὑπηρετῶν :
γένοιτο ; καὶ Ληκυθίων φιλοσοφεῖ . Ὁ τρίτος δὲ οὗτος ἀδέσποτος ὑμῖν ἐστιν ; Οὐδαμῶς , ἀλλ ' ὁ δεσπότης
5793777 γναφειον
. κναφεύει : Γναφεύω , τὸ τὰ δέρματα ξέω . γναφεῖον , ὁ τόπος , ὥσπερ κουρεῖον . γνάφαλλα ,
μεμαρτύρηται ὑμῖν . μετὰ δὲ ταῦτα τὸ μὲν μειράκιον εἰς γναφεῖον κατέφυγεν , οὗτοι δὲ συνεισπεσόντες ἦγον αὐτὸν βίᾳ ,
5793733 Ὑδροπεπερι
γεωδεστέραν οὐσίαν ἐπικρατοῦσαν κέκτηται , βραχέος τινὸς μεμιγμένου λεπτομεροῦς . Ὑδροπέπερι θερμὸν μέν , ἀλλ ' οὐκ εἰς ὅσον πέπερι
καὶ χρῶνται πρὸς ὅσα ψῦξαί τε καὶ στῦψαι δέονται . Ὑδροπέπερι θερμαίνει μέν , ἀλλ ' οὐκ εἰς ὅσον πέπερι
5793336 αἰγειρον
νύμφην ὁμώνυμον . Μεσσάπιοι παῖδες εἰς δένδρα . Δρυόπη εἰς αἴγειρον . Ἀλκμήνη εἰς λίθον μετὰ θάνατον . Σμύρνα εἰς
ἐκτάσει τοῦ ο εἰς ω ἀχερωΐς . Ἀριστοτέλης δὲ τὴν αἴγειρον λέγει , ὅτι πάντα τὰ ὑλώδη φυτὰ ἀχερούσια λέγει
5792897 ἀπολουμενη
εὐτελέστατοι : οἱ δεόμενοι καθάρσεως . . . κάκιστ ' ἀπολουμένη ] ἀξία τοῦ ἀπολωλέναι τοῦτό σε ] κατὰ ἀνθρώπους
' εἰλημμένω ; Σὺ δ ' , ὦ κάκιστ ' ἀπολουμένη , τί λοιδορεῖ ἡμῖν προσελθοῦς ' οὐδ ' ὁτιοῦν
5782749 κυναρια
φησιν ὁ Τίμαιος , τοὺς καλουμένους παρά τισι στίλπωνας καὶ κυνάρια Μελιταῖα , ἅπερ αὐτοῖς καὶ ἕπεσθαι εἰς τὰ γυμνάσια
ὁ Τίμαιος , τοὺς καλουμένους παρά τισι στίλπωνας , καὶ κυνάρια Μελιταῖα , ἅπερ αὐτοῖς καὶ ἕπεσθαι εἰς τὰ γυμνάσια
5779179 ὀνοτος
ξένον . Νόθος : παρὰ τὸ ὀνῶ τὸ μέμφομαι γίνεται ὄνοτος , καὶ ἀποβολῇ τοῦ ο καὶ τροπῇ τοῦ τ
ξένον . Νόθος : παρὰ τὸ ὀνῶ τὸ μέμφομαι γίνεται ὄνοτος , καὶ ἀποβολῇ τοῦ ο καὶ τροπῇ τοῦ τ
5779130 ὁμολογιην
, ἐς ὅ σφι ἕαδε ὁμολογίῃ χρήσασθαι . Τὴν δὲ ὁμολογίην ἐποιεῦντο τοιήνδε τινά , ἐπὶ τῆς κρυπτῆς τάφρου τάμνοντες
ἢ θεραπευόμενοι , ἀνῃρέθησαν : καὶ αὐτῶν μὲν οὐχ ὡς ὁμολογίην τρέπεται τὸ ποιηθὲν , τῷ δὲ ἰητρῷ τὴν αἰτίην
5777350 φιλοψυχος
συνεσταλμένος , κατεπτηχώς , ἀγεννής , εὐλαβής , περίφοβος , φιλόψυχος φιλοσώματος , ἄτολμος , καταπλήξ : ὁ γὰρ ἄψυχος
οὕτως ἀωρὶ τοῦ παντὸς χρόνου μελῳδῶν . εἶτα φῂς εἶναι φιλόψυχος καὶ καταψεύδει σαυτοῦ . καὶ τίς ὦ πρὸς θεῶν
5776519 ἠλαττωθη
ἄλλοις ἀναγκαίοις ὑποκείμεναι ὑποτελεῖς : ἡ δ ' οὐ τοσοῦτον ἠλαττώθη τότ ' οὐδ ' εἰς τοσοῦτον τοῦ χρόνου ἐξ
, καὶ παρὰ πάσας τὰς ἡγεμονίας ταύτας οὐδὲν ὁ δῆμος ἠλαττώθη πώποτε ὑπὸ τῶν βασιλέων καὶ πάντων ἥκιστα ὑπὸ τῶν
5776428 ὁπωστιουν
θεάτρῳ , μέλλοντος ἐπιδείξεσθαι σαυτοῦ λόγους , καὶ οὐδ ' ὁπωστιοῦν ἐκπλαγέντος , νῦν οἰηθείην σε θορυβήσεσθαι ἕνεκα ἡμῶν ὀλίγων
μηδὲν τῶν ὅσα πρὸς εὐδαιμονίαν τοῦ κοινοῦ φέρει μηδ ' ὁπωστιοῦν παριέντες , τούς τε πρὸς αὐτὴν ὁτιοῦν ἀγαθὸν διαπραξαμένους
5775537 Ποτιδαιατας
τῆς Ἀττικῆς , Αἴγιναν αὐτόνομον σκυτάλην φέρων κελεύουσαν , καὶ Ποτιδαιάτας ὑπεξαιρούμενος , καὶ τοῖς καταράτοις Μεγαρεῦσι τὰς Ἀθήνας ταυτασὶ
Ἀττικὴν τὰς κτήσεις κατέφθειραν . Στρατεία Ἀθηναίων δευτέρα ἐπὶ τοὺς Ποτιδαιάτας . Στρατεία Λακεδαιμονίων εἰς Ἀκαρνανίαν καὶ ναυμαχία πρὸς Ἀθηναίους
5775486 ἐνεστ
Ἑῷος ἡνίχ ' ἱππότας ἐξέλαμψεν ἀστήρ : παρὰ δὲ Καλλιμάχῳ ἔνεστ ' Ἀπόλλων τῷ χορῷ : τῆς λύρης ἀκούω :
μόνον , ἀλλὰ πάντων κοινὰ ὥσπερ χρήματα , καὶ οὐκ ἔνεστ ' ἀποκλεῖσαι τοὺς ἄλλους τῆς ἐπ ' αὐτοῖς φιλοτιμίας
5775344 αἰσθανῃ
χρυσοῦν ἔξωθεν ; ἐν σαυτῷ φέρεις αὐτὸν καὶ μολύνων οὐκ αἰσθάνῃ ἀκαθάρτοις μὲν διανοήμασι , ῥυπαραῖς δὲ πράξεσι . καὶ
εἶναι τούτου τοῦ ἔρωτος καὶ τῆς ἐπιθυμίας ; ἢ οὐκ αἰσθάνῃ ὡς δεινῶς διατίθεται πάντα τὰ θηρία ἐπειδὰν γεννᾶν ἐπιθυμήσῃ
5770745 σφαραγειν
. . . ἀσφάραγος : ὁ λαιμός : παρὰ τὸ σφαραγεῖν , ὅ ἐστιν ἠχεῖν : δι ' αὐτοῦ γὰρ
καὶ πάλιν : ἐρισφάραγος πόσις Ἥρης ἔσται . παρὰ τὸ σφαραγεῖν , ὅ ἐστιν ἠχεῖν : δι ' αὐτοῦ γὰρ
5768158 ὀλισβους
ὁ τῆς Τιμάνδρας κατηγορῶν ὡς πεπορνευκυίας τὴν λεκανίδα καὶ τοὺς ὀλίσβους καὶ τὴν ψίαθον καὶ πολλήν τινα τοιαύτην δυσφημίαν ἑταιρῶν
ἁλύσεις , δακτυλίους , καταπλάσματα , πομφόλυγας , ἀποδέσμους , ὀλίσβους , σάρδια , ὑποδερίδας , ἑλικτῆρας , ἄλλα πόλλ
5764275 Κληματιον
ἂν αὐτὸς ἐθελῆσαι λαβεῖν . οὕτως ἡμῖν ἀνήρτησαι τὸν καλὸν Κλημάτιον , καὶ ὁμολογῶν ὅτι σοι δέδωκεν αὑτόν , ἀγάλλεται
πρὸ τοῦ ταυτηνὶ τὴν ζημίαν μετρίως , ἀφ ' οὗ Κλημάτιον μὲν ᾐσθόμην ἀφῖχθαι , λαβεῖν δὲ οὐδ ' οὕτως
5760204 ἐληιζετο
. διά τοι τοῦτο καὶ πολλάκις στρατιὰν πέμπων ὁ βασιλεὺς ἐληίζετο τὴν αὐτῶν κατατρέχων τε καὶ λείαν ὅτι πλείστην ἀπάγων
ὥσπερ ὀφθαλμῷ . Περσεὺς δ ' ἀνὴρ φυγὰς ἐξ Ἄργους ἐληίζετο τὰ κατὰ θάλασσαν ἔχων πλοῖα καὶ ἰσχύν τινα περὶ

Back