τά τ ' ἐπ ' ἀνθρώποισι πέλονται , αὐτὰρ ἐγὼ νέομαι , σὺ δὲ τέρπεο τῷδ ' ἐνὶ οἴκῳ παισί
κατά τιν ' ἁρμονίαν βλέπειν ἀμφ ' ἕκαστον , ὅσα νέομαι . κώμῳ μὲν ἁδυμελεῖ Δίκα παρέστακε : θεῶν δ
6310477 Εὐμαιε
πρότερος πρὸς μῦθον ἔειπεν : “ ἦλθες , δῖ ' Εὔμαιε : τί δὴ κλέος ἔστ ' ἀνὰ ἄστυ ;
χέρηες . ” τὸν δὲ μέγ ' ὀχθήσας προσέφης , Εὔμαιε συβῶτα : “ ὤ μοι , ξεῖνε , τίη
6272659 δρασω
τὸ ῥέω , οὗ μέλλων νάσω , νάμα , ὡς δράσω δράμα . Ναρόν . παρὰ τὸ αὐτὸ ῥῆμα ,
βλέποντα κοὐκ ἀφῆκας εἰς Ἅιδου μολεῖν ; Οἴμοι , τί δράσω ; πῶς ἀπιστήσω λόγοις τοῖς τοῦδ ' ὃς εὔνους
6255148 Κλυμενοιο
; ἀλλ ' ἔξεστι πλάττειν τοῖς ποιηταῖς ἃ βούλονται . Κλυμένοιο : παράδειγμα τοῦ δεῖν τῇ πείρᾳ τὸ ἀληθὲς ἐξετάζειν
ἐνοχλουμένοις , ἰατρικόν , ἀλλ ' οὐ μαντικόν . Ἐργῖνε Κλυμένοιο πάϊ Πρεσβωνιάδαο , ὄψ ' ἦλθες γενεὴν διζήμενος :
6231234 Κυλληνιε
ἢ πλατάνους οἶδε χαμαὶ κατάγειν . Εἰπέ μοι εἰρομένῳ , Κυλλήνιε , πῶς κατέβαινεν Λολλιανοῦ ψυχὴ δῶμα τὸ Φερσεφόνης ;
ἔμπαλιν ἀμβλυώττω πρὸς τὸ φῶς . ἀλλὰ δός , ὦ Κυλλήνιε , ἐς ἀεὶ μεμνησομένῳ τὴν χάριν . Τοῦτο τὸ
6211960 Σοι
, ἔφη , ἄλλῳ ἡμῶν δοκεῖ , ὦ Σώκρατες . Σοὶ δὲ δὴ τίς , ὦ Ἱππόθαλες ; τοῦτό μοι
, καὶ ἰκμαλέον ἤδη ἐμποιῆσαι τὸ δέρμα λεπτοῖς ἱδρῶσι . Σοὶ δὲ οὕτω λεπτῇ κεχρημένῳ διαίτῃ , ἱκανὸν ἂν δόξαι
6189129 μαθε
πρὶν οὐ μάθεν στενάζει . Τὸ καλὸν φύσει μαθοῦσα , μάθε καὶ πόθεν τὸ κρεῖσσον . Τὸ ῥόδον πάλιν προλάμπει
ὦν ἐπιμνησθέντα ὀργῇ λέγειν πρὸς τὸν Πρηξάσπεα : Σύ νυν μάθε [ αὐτὸς ] εἰ λέγουσι Πέρσαι ἀληθέα εἴτε αὐτοὶ
6179792 τυνη
αἰτία . ταῦτα δέ φησι παραθαρσύνων αὐτούς . Αἰσονίδη , τύνη δέ : ἐπειδή , φησίν , ἅπαξ ἐφύγομεν τὰς
περ κεῖσθαι , ἐπεὶ δὴ πρῶτα θεῶν ἰότητι δαμάσθη : τύνη δ ' Ἡφαίστοιο πάρα κλυτὰ τεύχεα δέξο καλὰ μάλ
6159738 ἀμαχανον
πιθεῖν σοφοὺς ? [ ] δυνατόν , βροτοῖσιν δ ' ἀμάχανον [ εὑρέμεν ] : ἀλλὰ παρθένοι γάρ , ἴσθ
μᾶτερ ὀμμάτων ; ἄστρον ὑπέρτατον , ἐν ἁμέρᾳ κλεπτόμενον ἔθηκας ἀμάχανον ἰσχὺν πτανὸν ἀνδράσι καὶ σοφίας ὁδόν , ἐπίσκοτον ἀτραπὸν
6159727 ἀμειβομενος
ἀγορήσατο καὶ μετέειπεν : ὅτι Ζηνόδοτος γράφει : ὅς μιν ἀμειβόμενος ἔπεα πτερόεντα προσηύδα . . μίν αὐτούς , :
ὃς καὶ ἐμοὶ εἰς τὴν ἄκραν φιλίαν ἥρμοσται . ἧς ἀμειβόμενος αὐτὸν τῷ παιδὶ ταύτην τὴν χάριν δίδωμι σοὶ ποιῶν
6086361 κἠς
ἐρεῖς , λαλήσει . μᾶ , χρόνωι κοτ ' ὤνθρωποι κἠς τοὺς λίθους ἔξουσι τὴν ζοὴν θεῖναι . τὸν Βατάλης
. ἕρπεις , ὦ φίλ ' Ἄδωνι , καὶ ἐνθάδε κἠς Ἀχέροντα ἡμιθέων , ὡς φαντί , μονώτατος . οὔτ
6069755 συμφημι
συγκατατίθεμαι , συμμαρτυρῶ , πείθομαι , ὁμογνωμονῶ , ὁμοδοξῶ , σύμφημι , συνέπομαι , συνδοκῶ , ἐπινεύω , συνεπαινῶ ,
βασιλεύει Βαβυλωνίων . εἰ δέ τῳ δοκεῖ μῦθος τοῦτο , σύμφημι πειρώμενος ἐς ἰσχὺν κατεγνωκέναι αὐτόν : Ἀχαιμένη γε μὴν
6045811 τυχαν
ἀπὸ τοῦ αὐτομάτου ὁμοίως ποτιπιπτόντων τοῖς χρηστοῖς τε καὶ πονηροῖς τύχαν τῶν τοιούτων αἰτίαν φασοῦμες : ταύταν δ ' οὔτ
χρονίως , ὅ ἐστι διὰ χρόνου , ἐκοιμήθη : τίνα τύχαν εἴπω : τὴν περὶ αὐτοῦ τύχην πότερον ἐπὶ τὸ
6044711 μελψω
ἀλκὴν καταπνεῖ : ὅ ἐστιν εἰ καὶ γέρων εἰμὶ ὅμως μέλψω τὰ γεγονότα : πέποιθα γὰρ ὅτι εἰς πέρας αὐτὰ
καταπνεῖ , ὅ ἐστιν εἰ καὶ γέρων εἰμί , ὅμως μέλψω τὰ γεγονότα : πέποιθα γὰρ ὅτι εἰς πέρας αὐτὰ
6040674 ποω
: ἀπὸ τοῦ ἀλοῶ , τὸ συντρίβω , ἀλοιῶ ὡς ποῶ ποιῶ ἀλοιήσω ἠλοίησα , ὅθεν καὶ πατραλοίας . .
, ὀκνῶ δὲ δεῖξαι : πατέρα γὰρ τοῦ παιδίου αὐτὸν ποῶ σχεδόν τι τοῦτον προσφέρων μεθ ' οὗ συνεξέκειτο .
6018303 ἐρεξα
τὸν οἶκον εἰσιοῦσι : πῇ παρέβην ; τί δ ' ἔρεξα ; τί μοι δέον οὐκ ἐτελέσθη ; σφάγιά τε
διαθέσεων ἀνάκρισιν ποιούμενοι : πῆ παρέβην ; τί δ ' ἔρεξα ; τί μοι δέον οὐκ ἐτελέσθη ; οὕτω γὰρ
6003908 προσεφης
δαιτὶ θεοὶ ποίησαν ἑταίρην . ” τὸν δ ' ἀπαμειβόμενος προσέφης , Εὔμαιε συβῶτα : “ ῥεῖ ' ἔγνως ,
σοὶ δὲ φρένας ἄφρονι πεῖθε . Τὸν δ ' ὀλιγοδρανέων προσέφης Πατρόκλεες ἱππεῦ : ἤδη νῦν Ἕκτορ μεγάλ ' εὔχεο
6003684 μετρησον
: ἀντὶ τοῦ εἰς πέντε ἔτη . τὸ δὲ “ μέτρησον ” οἷον δάνεισον . καὶ Ἡσίοδος : “ εὖ
ἢ μέτρησον ἢ τιμὴν λαβέ ” . Γ τῷ “ μέτρησον ” ὡς γεωργὸς ἐχρήσατο ἀντὶ τοῦ δάνεισον , ὡς
6003235 ἡμετερε
ὁ Ζεὺς πατὴρ ἀνδρῶν τε θεῶν τε καὶ ὦ πάτερ ἡμέτερε Κρονίδη , ὕπατε κρειόντων . καὶ αὐτὸς μὲν ὁ
ὀψὲ δὲ δὴ μετέειπε θεὰ γλαυκῶπις Ἀθήνη : ὦ πάτερ ἡμέτερε Κρονίδη ὕπατε κρειόντων εὖ νυ καὶ ἡμεῖς ἴδμεν ὅ
5998654 μαρτυρησω
[ τοῦτό γέ οἱ σαφέως μαρτυρήσω : ] τοῦτο αὐτὸ μαρτυρήσω τὸ προδεδηλωμένον , ὅτι εἰς πάντα ὁ Ἀγησίας παραπλήσιος
ἤγουν τοῦτον τὸν ἔπαινον ἀληθῶς αὐτῷ , τῷ Ἀγησίᾳ , μαρτυρήσω . αἱ γλυκύφωνοι δὲ ᾠδαὶ ἐπ ' ἐμοὶ τοῦτο
5990253 φιλ
Χῖος ἐν † τῶι κατωτικῶι † δούμωι . Ἑρμῆ , φίλ ' Ἑρμῆ , Μαιαδεῦ , Κυλλήνιε , ἐπεύχομαί τοι
τινὸς αὐτῶν λάβηται . ἡ δ ' ἔξεχ ' ὦ φίλ ' ἥλιε παιδιὰ κρότον ἔχει τῶν παίδων σὺν τῷ
5980835 Λαμπρισκε
βάζει . οὔτω τί σοι δοίησαν αἰ φίλαι Μοῦσαι , Λαμπρίσκε , τερπνὸν τῆς ζοῆς τ ' ἐπαυρέσθαι , τοῦτον
πρήσσων . οὐκέτ ' οὐκέτι πρήξω , ὄμνυμί σοι , Λαμπρίσκε , τὰς φίλας Μούσας . ὄσσην δὲ καὶ τὴν
5945443 κακοδαιμον
[ . ] οὐχ ? ? ? ὁρᾶιϲ με , κακόδαιμον , πάλαι ; ἀπροϲδόκητον [ ] . οὐχ ὑγιαίνει
, ὃν χρῆν φράζειν ἀνθρωπείως ; Ἀλλ ' , ὦ κακόδαιμον , ἀνάγκη μεγάλων γνωμῶν καὶ διανοιῶν ἴσα καὶ τὰ
5941122 τεϊν
δὲ καὶ τίν καὶ ἔτι μετ ' ἐπενθέσεως τοῦ ε τεΐν . ἰδίως γὰρ ἡ μετάθεσις ἡ εἰς τὸ τ
αὐτῷ θανάτου ταμίης . ἔστι καὶ ἡ ἑΐν ἀπὸ τῆς τεΐν παρὰ Ἀντιμάχῳ καὶ Κορίννῃ , ἐπὶ αἰτιατικῆς ἔσθ '
5933469 Ἀσκληπιε
ἄλλα τὰ παραπλήσια ; Φεῦ τῆς πολλῆς πλάνης , ὦ Ἀσκληπιέ . τὰ μᾶλλον πληρέστατα καὶ μεστότατα ὄντα , ταῦτα
κινεῖται τὸ πᾶν , τί εἴπομεν ; Ἀσώματον , ὦ Ἀσκληπιέ . Τὸ οὖν ἀσώματον τί ἐστι ; Νοῦς ὅλος
5920671 τανδ
' ἔθεντο , αἰδοῦνται δ ' ἱκέτας Διός , ποίμναν τάνδ ' ἀμέγαρτον : οὐδὲ μετ ' ἀρσένων ψῆφον ἔθεντ
' ἀσεβεῖ θανάτῳ βίον ἐκπνέων , ὤμοι μοι , κοίταν τάνδ ' ἀνελεύθερον δολίῳ μόρῳ δαμεὶς δάμαρτος ἐκ χερὸς ἀμφιτόμῳ
5911845 πατερι
βῶλον ἐξ Ὀλύμπου , ἵν ' ἐν θρήνοισιν ἀναβοάσω γέροντι πατέρι Ταντάλωι , ὃς ἔτεκεν ἔτεκε γενέτορας ἐμέθεν , δόμων
, ὡσαύτως δὲ καὶ ἡ δοτικὴ πέπονθεν , οἷον πατέρος πατέρι καὶ μητέρος μητέρι , καὶ κατὰ συγκοπὴν πατρός καὶ
5904400 ἠμειβετο
ἐκτίνειν τροφεῖα τοκεῦσιν , ἡ δὲ ἅμα τε ἐγεγόνει καὶ ἠμείβετο τὴν τεκοῦσαν ἐν καιρῷ μάλιστα δὴ δεομένῳ βοηθοῦ .
ἀντιάασθαι . Ὣς φάτο : τὸν δ ' ἑτέρωθε γέρων ἠμείβετο μύθῳ : Ὦ Μέμνον , τὰ μὲν ἄρ που
5902435 τυ
διάλληλα τὰ τῆς ἐπιχειρήσεως . τί γὰρ οὐ μᾶλλον ἡ τύ ὠλιγώρηται , ὅτι εἰς ν οὐ λήγει , ἢ
ἐριθακὶς ἁ μελανόχρως αἰτεῖ : καὶ δωσῶ οἱ , ἐπεὶ τύ μοι ἐνδιαθρύπτῃ . ἅλλεται ὀφθαλμός μευ ὁ δεξιός :
5888914 μαντευομαι
, διότι παῖς ὢν Ἡρακλέους οὐκ ἀπέκρυψε τὸν πατέρα . μαντεύομαι δὲ καὶ οἷς χρήσεται πρὸς σέ : καλὸς μὲν
ἐπακούσωμεν αὐτῶν πρῶτον ἃ τῷ καταφρονεῖν ἡμῶν προσπαίζοντας αὐτοὺς λέγειν μαντεύομαι . Ποῖα δή ; Ταῦτα τάχ ' ἂν ἐρεσχηλοῦντες
5878089 Σιγα
ταύτῃ τῇ ὁρτῇ ἰακχάζουσι . Πρὸς ταῦτα εἰπεῖν Δημάρητον : Σίγα τε καὶ μηδενὶ ἄλλῳ τὸν λόγον τοῦτον εἴπῃς .
Ἐφέσιον ἐξίχνευσα τοῖς ὀνείρασιν ; ἦ δ ' ὅς , Σίγα , ὦ Κριτία : εἰ ἐχεμυθεῖς , μυσταγωγήσω σε
5875250 χαιρεις
δοῦναι χάριν ἐμοί . ἀλλὰ δός , ἑταίρων φίλτατε , χαίρεις γὰρ ἀκούων τοῦτο μᾶλλον ἢ τὸ τῆς ἀρχῆς ὄνομα
ἄνδρα τύραννον . Ἀλλ ' εὐπαράγωγος εἶ , θωπευόμενός τε χαίρεις κἀξαπατώμενος , πρὸς τόν τε λέγοντ ' ἀεὶ κέχηνας
5874372 ἀνιστασο
. μὴ φροντίσῃς , ὦ δαιμόνι ' , ἀλλ ' ἀνίστασο . πῶς οὖν ἐμαυτῷ τοῦτ ' ἐγὼ ξυνείσομαι ,
τροφήν ἐπαίτης μερίμνης ἄξια κατέχων λέγει Ὀδυσσεὺς ὑποκρίνεται εἶναι Τρωικός ἀνίστασο ὡς ἀνατετακότων αὐτῶν τὰ ἀμυντήρια ὁ Αἴας ἐκ τῶν
5873104 δηὐτε
ἤρε ] ' ὄττι [ δηὖτε πέπονθα κὤττι [ ] δηὖτε ] κάλημμι [ ] [ κὤττι ] [ μοι
. καὶ προελθὼν τὴν ἀκρατοποσίαν Σκυθικὴν καλεῖ πόσιν : ἄγε δηὖτε , μηκέθ ' οὕτω πατάγῳ τε κἀλαλητῷ Σκυθικὴν πόσιν
5872041 προφασιζομαι
. σκήπτομαι : Ἀντὶ τοῦ προφασίζομαι . Θ . . προφασίζομαι τοῦτο ἤγουν τὴν ἐμπορίαν . . τί δαί :
κατὰ θάλατταν ἐμπορίαν ποιούμενος . . σκήπτομαι : Ἀντὶ τοῦ προφασίζομαι . Θ . . προφασίζομαι τοῦτο ἤγουν τὴν ἐμπορίαν
5864381 Θαρσει
. Καὶ μὴν ἴση νῷν ἐστιν ἡ ' ξαμαρτία . Θάρσει : σὺ μὲν ζῇς , ἡ δ ' ἐμὴ
Φῆ μέγα κωκύουσα : πάις δέ μιν ἀντίον ηὔδα : Θάρσει , μῆτερ ἐμεῖο , κακὴν δ ' ἀποπέμπεο φήμην
5864011 γεωργω
ἡ Πυθία ἔχρησε τιμᾶν ὡς ὑγιαστὴν τὸν θεόν . ἐγὼ γεωργῶ τὸν ἀγρόν , οὐχ ὅπως τρέφῃ αὐτός με ,
τοὺς οἰκέτας καὶ τὰ πρόβατα ἔλαβεν ἀντὶ τοῦ ἀπολαβεῖν . γεωργῶ δὲ πρὸς τῷ ἱπποδρόμῳ , ὥστε οὐ πόρρω ἔδει
5852665 παρει
φησί ” δέσποτα ” . ὃ δέ „ τί τεθορυβημένος πάρει ; „ φησί : καὶ ὁ Ζηνᾶς : ”
, ὡς ἐς γυναῖκας , ἐφ ' ὅπερ ἐς Θήβας πάρει : πλόκαμός τε γάρ σου ταναὸς οὐ πάλης ὕπο
5847989 δαεις
τουτέστι ξένην , ἀλλοτρίαν ὕβρεως , ἤτοι ἀδικίας , σάφα δαείς : πρὸς τὸν Δία καὶ τοῦτο : σαφῶς μαθών
αἰδοῦς ἔχει καὶ τιμῆς . τὴν δικαιοσύνην λέγει . σάφα δαείς : σαφῶς μεμαθηκὼς ἃ οἱ πατέρες αὐτῷ ἐχρησμῴδησαν καὶ
5847262 εἰἑν
θεοὺς ἔχων τις ἂν φίλους ἀρίστην μαντικὴν ἔχοι δόμοις . εἶἑν : τὰ μὲν δὴ δεῦρ ' ἀεὶ καλῶς ἔχει
νέλθοι . σὺ πρότερος , Μοσχίων , πρόσελθέ μου . εἶἑν : ὦ πάτερ ] , τί ποιεῖς ταῦτα ;
5843114 ἐρεξας
ἀπέσβης ἐν ἡμέρῃσιν ἑπτὰ μηδὲν ἐσθίων . κᾆτ ' ἔργον ἔρεξας Ἐρετρικόν , ἀλλ ' ὅμως ἄνανδρον : ἀψυχίη γὰρ
ὕστερον ἄλλος ἵκοιτο ἀνθρώπων πολέων ; ἐπεὶ οὐ κατὰ μοῖραν ἔρεξας . ὣς ἐφάμην , ὁ δὲ δέκτο καὶ ἔκπιεν
5839758 νῳν
πονηρίαν οὔσας τοιαύτας ὀλίγον ὕστερον ἐροῦμεν , ἂν ἔτι δοκῇ νῷν : τὰς δὲ ψευδεῖς κατ ' ἄλλον τρόπον ἐν
κατ ' εἰρωνείαν χ ' ἅτεροι ] ἔκθλιψις καὶ κρᾶσις νῷν ] ἡμῖν ἄλφιτα ] ἄλευρα πονήρους ] ἐπιπόνους ,
5839229 παππα
; παιδίον Κράτεια . [ τίς ] καλεῖ με ; πάππα ⌊ χαῖρε πολλὰ φίλτατε [ ] ⌊ ἔχω ⌋
τάλαινα ? τῆς ἐμῆς ἐγὼ τύχης : ὡς οἰκτρά , πάππα φίλτατε , πεπόνθαμεν . τέθνηκε . ὑφ ' οὗ
5837864 Δαε
. εἶἑν : καταλ [ νῦν ] οὐ πεϲόντα , Δᾶε , χρὴ ? [ ἀνανδρία ] γὰρ τοῦτό γ
ἐν κύκλωι ταχύ . νυνί γ ' ἐπίδειξαι ] , Δᾶε , τὴν πανουργίαν , τέχνην τιν ' εὑρὼν διαφυγών
5836978 εἰπ
' Ἀκέστορ ' αὐτὸ τὸν στιγματίαν παθόντα : σκῶμμα γὰρ εἶπ ' ἀσελγές , εἶτ ' αὐτὸν ὁ παῖς θύραζε
: ‚ Ἐπίχαρμοϲ ϲοφόϲ τιϲ ἐγένετο [ πόλλ ' ὃϲ εἶπ ] ? ' ἀϲτεῖα καὶ παντοῖα ? ? ?
5833927 θυμε
χλοερὸν δρέπων δὲ φύλλον ἐδόκει τελεῖν Κυθήρην . ἄγε , θυμέ , πῆι μέμηνας μανίην μανεὶς ἀρίστην : τὸ βέλος
μέροϲ λόγου κ ! [ τοῦδε ϲυμπλέκειν [ ἔγειρε , θυμέ , γλῶτταν [ εὐκέραϲτον ὀρθουμένην εἰϲ ὑπόκριϲιν λόγων .
5819110 ὁμ
[ ] ἂψ πάλιν [ ] Τιδνασίδη [ ] ἄμφω ὁμ [ ] δίζετο δ [ ] [ ] !
[ ἡμῖν τε ποιήσειν ἑτοιμο [ ἔφη προελθὼν ἐχθὲς εἰς ὁμ [ ὁ Μοσχίων ἀδελφὸς ἐμός ἐστιν ? [ ,
5813048 ἀγορευεις
' ἐστὶ φίλα . . καὶ νῦν ἐν Δαναοῖσι θεοπροπέων ἀγορεύεις , ὡς δὴ τοῦδ ' ἕνεκά σφιν ἑκηβόλος ἄλγεα
ἔλπεαι υἷας Ἀχαιῶν ἀπτολέμους τ ' ἔμεναι καὶ ἀνάλκιδας ὡς ἀγορεύεις ; εἰ δέ τοι αὐτῷ θυμὸς ἐπέσσυται ὥς τε
5811388 χε
[ × – ] αδη δείλαι ? [ [ ] χε ? δειλοὺς ἱσ ? [ [ ] καὶ ?
τ ! ! ! ! [ ] ε ? [ χε [ απ ? [ πέλας [ πυρὸς γε ?
5807894 σῃσι
ἐπακοῦσαι , ὧδ ' ἔρδειν , ἵνα θαῦμα μετὰ φρεσὶ σῇσι δαείης : ὁππότε γάρ μιν πάγχυ κάμῃς ἐνὶ χείρεσι
λέγει : Τηλέμαχ ' , ἄλλα μὲν αὐτὸς ἐνὶ φρεσὶ σῇσι νοήσεις , ἄλλα δὲ καὶ δαίμων ὑποθήσεται : καὶ
5804236 ἐπαθες
γὰρ περισσὸν οὐδέν : ἀντὶ τοῦ παράλογον παράδοξον : οὐδὲν ἔπαθες περισσὸν ὧν πάσχομεν πάντες . τοῦτο πρὸς παραμυθίαν ,
, μειράκιον , σωφροσύνης ἐρῶν ἄδικα μὲν ὑπὸ τῆς μητρυιᾶς ἔπαθες , ἀδικώτερα δὲ ὑπὸ τοῦ πατρός , ὥστε ὠδύρατο
5803264 οἰκ
τῶν [ Ῥωμαίων - ] ? ? [ ] ἐξ οἰκ ? [ ] νηα [ ] ἑαυτ ? [
εἰς ἐμὰ δώματα καὶ κ ! ! [ θεῶν τις οἰκ ! [ ! ] ! : καὶ μηδ [
5798356 ἐθηκας
Ἀρητόν : οἷον : ἀρητὸν δὲ τοκεῦσι γόον καὶ πένθος ἔθηκας , ἤτοι βλαπτικόν , παρὰ τὴν ἀράν , ἢ
ὀδύρονται κατὰ ἄστυ , ἀρητὸν δὲ τοκεῦσι γόον καὶ πένθος ἔθηκας Ἕκτορ : ἐμοὶ δὲ μάλιστα λελείψεται ἄλγεα λυγρά .
5796601 φωνεις
, σάφ ' ἴσθι , λευσίμους ἀράς . σὺ ταῦτα φωνεῖς νερτέρᾳ προσήμενος κώπῃ , κρατούντων τῶν ἐπὶ ζυγῷ δορός
. Τίν ' αὖ σὺ τήνδε πρὸς θυρῶνος ἐξόδοις ἐλθοῦσα φωνεῖς , ὦ κασιγνήτη , φάτιν , κοὐδ ' ἐν
5787316 εὐφρανθην
χαιρηδόνος ; Ἐγᾦδ ' ἐφ ' ᾧ γε τὸ κέαρ εὐφράνθην ἰδών , τοῖς πέντε ταλάντοις οἷς Κλέων ἐξήμεσεν .
, φασίν , αὐτόν . λέγω αὐτῷ : Κύριε , εὐφράνθην μετ ' αὐτῶν μείνας . Τί , φησίν ,
5781784 ἀκλεα
. . . . . . μηδὲ θεῆς προλίπῃ Λητωΐδος ἀκλέα ἔργα . . . . ὡς Ἀγαθοκλεῖος λάσιαι φρένες
Σὲ δὲ σταλάων ἅμα δάκρυ λίσσετ ' ἀλεξῆσαι μηδ ' ἀκλέα τεῦξαι ἀμοιβὴν σῶι ἱκέτει , θανάτου δὲ κακὰς ἀπὸ
5774422 λαλω
ἴστε μετ ' ὀλίγον χρόνον , ἀναβεβίωκα : περιπατῶ , λαλῶ φρονῶν , τὴν τηλικούτων καὶ τοιούτων ηλιον νυντοντον εὑρών
ἁρμόζου τύχην . ὄνος βαδίζεις εἰς ἄχυρα τραγημάτων . Κροίσῳ λαλῶ σοι καὶ Μίδᾳ καὶ Ταντάλῳ . σαυτὴν ἐπαινεῖς ὥσπερ
5771484 σημαινε
ἡ ὀμφὴ , ἐπὶ τῶν μάντεων παρ ' Ὁμήρῳ : σήμαινε . κροκάλοισιν : αἰγιαλοῖς : κροκάλη ἀπὸ τοῦ κρούω
τὴν βουλὴν , τὴν γνῶσιν . Φαῖνε : δείκνυε . σήμαινε : δείκνυε , λέγε , δήλου , ἃ προθέμην
5771409 Δημεαϲ
πιϲτεύειν ἐμοί . ! ! ! ἐγένοντο ] Σωϲθένηϲ καὶ Δημέαϲ : ὄντεϲ δ ' ἀδελφοὶ ] δύο ποτ '
Ϲαμία Χαιρέαϲ Χαιρήμων Φανοϲτράτη Χαρίϲιοϲ ] Χαιρέϲτρατοϲ Λάχηϲ Ϲίκων Γοργίαϲ Δημέαϲ ] Δάρδανοϲ ] ? Κλεινίαϲ Ναύκληροϲ [ Μένανδροϲ Μοϲχίων
5771347 Αἰει
ἐλπίδα κατορθούντων . Αἰεὶ κολοιὸς πρὸς κολοιόν : καί : Αἰεὶ τὸν ὁμοῖον ἄγει θεὸς πρὸς τὸν ὁμοῖον . Ἀμαλθείας
: ἐν λογισμοῖς . πιστώσαιτο : πιστεύσει , πιστωθῇ . Αἰεὶ γάρ : γνώμη : ὁ νοῦς τῶν μὴ ἐχόντων
5759771 σωι
† βιον † ; θανοῦσα : τύμβωι δ ' ὄνομα σῶι κεκλήσεται . . . μορφῆς ἐπωιδὸν μή τι τῆς
εἰσήκουσά τ ' Ἀργείων πάρα , σπονδὰς ὅτ ' ἦλθον σῶι κασιγνήτωι φέρων ἐνθένδ ' ἐκεῖσε δεῦρό τ ' αὖ
5759625 Ἀριθμητικην
ταύτας ἀκριβεστάτας εἶναι τέχνας , ἃς νυνδὴ πρώτας εἴπομεν . Ἀριθμητικὴν φαίνῃ μοι λέγειν καὶ ὅσας μετὰ ταύτης τέχνας ἐφθέγξω
ἀρρήτῳ τινὶ φύσει πανείδεος οὖσα ὤφθη παρ ' ὅλην τὴν Ἀριθμητικὴν εἰσαγωγήν , ἀρχήν τε καὶ μέσον καὶ τέλος ἀνειληφυῖα
5753034 γηρασκω
. ἴσως , σχεδόν . ἤπουγε : πολλῷ πλέον . γηράσκω κτλ . παροιμία : γηράσκω δ ' ἀεὶ πολλὰ
γάρ σε παρέρχεται ὡς ὄναρ ἥβη . εἰ δέ τι γηράσκω τόδε που μέλι καὶ γάλα πίνω . ἁ σταφυλὶς
5751694 θεσφατων
ἅμα ; Ἀλλ ' εἶμι , μῆτερ : εἰ δὲ θεσφάτων ἐγὼ βάξιν κατῄδη τῶνδε , κἂν πάλαι παρῆ :
τωι ] τινί . προσεικάζω ] στοχάζομαι . Ἀπὸ δὲ θεσφάτων : παρὰ τὰ λεγόμενα ἐν συνηθείαι : οὐδεὶς εὐτυχὴς
5738584 φιλεων
Λύκιε καὶ Δάλοι ' ἀνάσσων Φοῖβε Παρνασσοῦ τε κράναν Κασταλίαν φιλέων , ἐθελήσαις ταῦτα νόῳ τιθέμεν εὔανδρόν τε χώραν .
καὶ φρενοβλαβείη ἔχει . ἐπιθυμέει δὲ τῶν οὐδαμὰ τεύξεται , φιλέων γυναῖκα ἐμήν , τὴν ἐγὼ οὔτι μετήσομαι . “
5736901 προσφθεγμασιν
φόβον , πήλας ἀκούσει κεῖθι πεμφίδων ὄπα λεπτὴν ἀμαυρᾶς μάστακος προσφθέγμασιν . ὅθεν Γιγάντων νῆσος ἡ μετάφρενον θλάσασα καὶ Τυφῶνος
τερπνὸν δὲ τἀναγκαῖον ἐκφυγεῖν ἅπαν . τοιοῖσδέ τοί νιν ἀξιῶ προσφθέγμασιν . φθόνος δ ' ἀπέστω . πολλὰ γὰρ τὰ
5735941 σηι
? ? ἀετῶι ἐν [ τῆι ] θαλάσ - [ σηι γέγονεν ] ? λεγετε ? [ ! ! !
* οιγεγρα * * / * * * / * σηι ? ? * / * εσ ? ? *
5728146 χαριεσσαν
ὀλεῖται ἧς ἀρετῆς , τεύξουσι δ ' ἐπιχθονίοισιν ἀοιδὴν ἀθάνατοι χαρίεσσαν ἐχέφρονι Πηνελοπείῃ , οὐχ ὡς Τυνδαρέου κούρη κακὰ μήσατο
δεδάηκα , τεὴν δ ' οὐκ εἶδον ὀπωπὴν οὐ Φθίην χαρίεσσαν , ἀριστήων τροφὸν ἀνδρῶν : οἶδα περικλήιστον ὅλον γένος
5723079 ερα
νῦν τ ' ἀδόξωϲ [ ] ἄρ ' ἐφάνη ] ερα ϲοι ϲυνοικίζων τότε ] εἰπών , ὅτι καλῶϲ ?
ἔχοιϲ ἂν ! ! [ ! ! ! ] ! ερα ? ? ? ϲύ γε βου ! [ δκϲθα
5722387 ἐφαμην
ἀπόφασθε : φημί , τὸ λέγω , φήσω πέφηκα πέφαμαι ἐφάμην ἔφασο ἔφατο : ἐκ δὲ τοῦ ἔφασο καὶ τὸ
ἦν οὖν ἐθέμην ἐὰν θῶμαι , ἐδόμην ἐὰν δῶμαι , ἐφάμην ἐὰν φῶμαι . Δυϊκά . Ἐὰν θώμεθονθῆσθονθῆσθον . Πληθ
5720870 προσεειπε
προέηκε τεῒν τάδε μυθήσασθαι . ” τὴν δ ' αὖτε προσέειπε περίφρων Πηνελόπεια : “ εἰ μὲν δὴ θεός ἐσσι
φρένας παρέπεισε κελαινάς , ἀλλά ἑ κερτομέουσα μέγ ' ἀχνύμενον προσέειπε : Τίπτε μοι εἰλήλουθας ἐναντίον , ἥν ῥα πάροιθε
5714490 διογενες
, ὁ δέ μ ' αὐτίκ ' ἀμειβόμενος προσέειπε : διογενὲς Λαερτιάδη , πολυμήχαν ' Ὀδυσσεῦ , οὔτ ' ἐμέ
, αἶψα δ ' Ὀδυσσῆα προσεφώνεεν ἐγγὺς ἐόντα : “ διογενὲς Λαερτιάδη , πολυμήχαν ' Ὀδυσσεῦ , κεῖνος δὴ αὖτ
5713785 ἱκανω
. οὐ μὲν γάρ τοι ἐγὼ κακὸν ὀσσομένη τόδ ' ἱκάνω : ἡ διπλῆ ὅτι ἀπὸ τῶν ὄσσων προορωμένη ,
κτεῖνας ἀμυνόμενον περὶ πάτρης Ἕκτορα : τοῦ νῦν εἵνεχ ' ἱκάνω νῆας Ἀχαιῶν λυσόμενος παρὰ σεῖο , φέρω δ '
5713031 ὀσσομενος
ὄσσω καὶ πέσσω , ἐξ οὗ τὸ ” κάκ ' ὀσσόμενος προσέειπεν ” . . . , : Ἡρακλείδης δὲ
τεύχεσιν . ” σημαίνει καὶ τὸ κατακοιμηθῆναι . κάκ ' ὀσσόμενος κακῶς ὑποβλεψάμενος . κακά ἐπὶ τοῦ ὀνοματικοῦ “ αἰεί
5711972 ἀμειβετο
τι αἱρήσεσθε ; Ἀρισταγόρης μὲν ταῦτα ἔλεξε , Κλεομένης δὲ ἀμείβετο τοῖσδε : Ὦ ξεῖνε Μιλήσιε , ἀναβάλλομαί τοι ἐς
γυναῖκας . Ὁ μὲν δὴ τοιαῦτα ἔλεγε , ἡ δὲ ἀμείβετο τοῖσδε : Ὦ παῖ , ἐπείτε με λιτῇσι μετέρχεαι
5704290 λυπησεις
ἀεί σε βουλοίμην ἂν τοῦτο ποιεῖν . καὶ γὰρ εἰ λυπήσεις οὐχ ὑπακούων , ἀλλ ' ἕξεις ἐν προϊόντι τῷ
δ ' ἀντεπιστέλλων μὲν χαριῇ , μὴ δυνάμενος δὲ οὐ λυπήσεις . ἴσμεν γὰρ ἐπὶ τὸν τῶν πραττομένων ὄχλον τὴν
5697929 δεπ
ἦς καὶ νόω κ ! [ πενίᾳ ποτιφ [ τιμοτατω δεπ [ παμυρο [ ! ! ] ! [ .
μ ' αὐτίκ ' ἐξσεν [ ! ! ] ἐκ δεπ ? [ ] καὶ δὴ ' πὶ τοῖς ἔργοισιν
5694197 ὀκως
. τὸ δεύτερόν σοι , Πυρρίη , πάλιν φωνέω , ὄκως ἐρεῖς Ἔρμωνι χιλίας ὦδε καὶ χιλίας ὦδ ' ἐμβαλεῖν
τις οὐχὶ σύνδουλον αὐτὸν σπαράσσειν ἀλλὰ σημάτων φῶρα . ὀρῆις ὄκως νῦν τοῦτον ἐκ βίης ἔλκεις ἐς τὰς ἀνάγκας ,
5692943 ἐμωι
ὦ ἄνδρες δικασταὶ ? ? τῷ τε πατρὶ [ τῶι ἐμῶι καὶ τοῖς ἄλλοις ἐπιτηδείοις ] ἔλεγεν [ , ὡς
' ἄλλον ἄνδρα σωφρονέστερον ὄψεσθε , κεἰ μὴ ταῦτ ' ἐμῶι δοκεῖ πατρί . ἦ μέγα μοι τὰ θεῶν μελεδήμαθ
5688031 χαιροις
, καὶ σκευασία μὴ μί ' ᾖ τῆς μουσικῆς . χαίροις , Ὑψιπύλη φίλη . τοὺς ἐμοὺς πλέκω κορύμβους .
βροτοβάμων : τῇ σύριγγι , ὦ Πάν , τὴν ψυχὴν χαίροις . βροτοβάμονα δὲ εἴρηκε τὸν Πᾶνα ὡς πετροβάτην ἀπὸ
5686311 Ἐοικας
' ἐστὶ τὸ ἐπίστασθαι . Καὶ τί τοῦτο ἀναίσχυντον ; Ἔοικας οὐκ ἐννοεῖν ὅτι πᾶς ἡμῖν ἐξ ἀρχῆς ὁ λόγος
ἠμελήσαμεν Ἱέρακος τοῦ καλοῦ περὶ Μιλτιάδην ἢ Θεμιστοκλέα ληροῦντες . Ἔοικας ἀνδρὸς πονηροῦ γραμμάτων ἐπιθυμεῖν , εἴτε διὰ χρόνου μῆκος
5684592 κακωι
κώλων ιβʹ . μολοῦσαι ] ἐρχόμεναι . κακόσχολοι ] ἐπὶ κακῶι τὴν σχολὴν ποιοῦσαι . νήστιδες ] ἀεὶ κινούμεναι .
' Εὐρώπαν ἀφικέσθαι . ὦ φίλταται γυναῖκες , ὡς κακὸν κακῶι διάδοχον ἐν τῆιδ ' ἡμέραι πορσύνεται . δέσποινα γὰρ
5682803 καμ
δῖον . αὐτὰρ ὅτ ' εἰς ἵππον κατεβαίνομεν , ὃν κάμ ' Ἐπειός , Ἀργείων οἱ ἄριστοι , ἐμοὶ δ
, οἷον αὐτὰρ ὅτ ' εἰς ἵππον κατεβαίνομεν , ὃν κάμ ' Ἐπειός . ἐν γὰρ τῷ κατεβαίνομεν τὸ μέγεθος
5681690 εὐμενεουσα
Αἰήτεω θέλξαι πόθῳ Αἰσονίδαο . εἰ γάρ οἱ κείνη συμφράσσεται εὐμενέουσα , ῥηιδίως μιν ἑλόντα δέρος χρύσειον ὀίω νοστήσειν ἐς
' ὡς Ἶρις ἐρύκακε τάσδε δαΐξαι , ὅρκιά τ ' εὐμενέουσα θεὰ πόρεν , αἱ δ ' ὑπέδυσαν δείματι Δικταίης
5681605 φωνησεν
. . . . Νέστωρ δὲ πρῶτος κτύπον ἄιε , φώνησέν τε . , : . Λ . εἴπ '
θυμῷ . τὸν μὲν πὰρ πόδ ' ἑὸν χαμάδις βάλε φώνησέν τε : ὦ φίλοι ἤτοι κλῆρος ἐμός , χαίρω
5676284 ἀλοχωι
ἔσομαι , λέγε , παιδὶ σέθεν τῆι σῆι τ ' ἀλόχωι ; σφραγῖδα φύλασς ' ἣν ἐπὶ δέλτωι τῆιδε κομίζεις
κακόνυμφε κηδεμὼν τυράννων , παισὶν οὐ κατειδὼς ὄλεθρον βιοτᾶι προσάγεις ἀλόχωι τε σᾶι στυγερὸν θάνατον . δύστανε , μοίρας ὅσον
5673605 προσομιλησας
ἄπεισι κωφὸν αὐτὸν καὶ ἄλογον καταλιπών , μήτε προσειπὼν μήτε προσομιλήσας , ὥσπερ τις ἄναυδος ἢ φθόνῳ σιωπᾶν ἐγνωκώς ;
μυρία φύσειν πανσόφου ὀργὴν ἴσχε Φιλοστράτου , ὃς Κλεοπάτρᾳ νῦν προσομιλήσας τοῖος ἰδεῖν πέφαται . πουλύποδος κεφαλῇ ἔνι μὲν κακὸν
5673489 συβωτα
ἔοικε . ” τὴν δ ' ἀπαμειβόμενος προσέφης , Εὔμαιε συβῶτα : “ εἰ γάρ τοι , βασίλεια , σιωπήσειαν
τε δοκοῖσι . τὸν δ ' ἐπικερτομέων προσέφης , Εὔμαιε συβῶτα : “ νῦν μὲν δὴ μάλα πάγχυ , Μελάνθιε
5671667 ἐμογησα
ἣ . . . πλεῖστον ] ἤγουν εἰς ἣν πολλὰ ἐμόγησα . φορτικῶν ] δυσκόλων καὶ βασκάνων . οὐκ ἄξιος
. ἦ τάχα Κύπρις ἔχει Χαρίτων μίαν ὁπλοτεράων . παπταίνων ἐμόγησα , κόρον δ ' οὐχ εὗρον ὀπωπῆς . αὐτίκα
5668160 ἐσς
μάλα γάρ ς ' ὁρόω καλόν τε μέγαν τε ἄλκιμος ἔσς ' , ἵνα τίς σε καὶ ὀψιγόνων εὖ εἴπῃ
κλέψε μάκηρα Ῥεία μεγάλαν ] τ ' [ ἀθανάτων ] ἔσς ] ἕλε τιμάν : τάδ ' ἔμελψεμ : μάκαρας
5668149 ἰσχεο
, ἀντὶ τοῦ ἐλωβήσω ἄν . . . . . ἴσχεο , μηδ ' ἔθελ ' οἶος : ὅτι ἔθελε
κόπρων δυνάμει . Εἰς τί μάτην νίπτεις δέμας Ἰνδικόν ; ἴσχεο τέχνης : οὐ δύνασαι δνοφερὴν νύκτα καθηλιάσαι . Ἐν
5667524 μαινει
μερικόν . τὸ γὰρ ἄτομον πολλὰ σημαίνει : ση - μαίνει γὰρ καὶ αὐτὸ τὸ καθ ' ἕκαστον , οἷον
ἔξω περιπατεῖς ; μαίνει ; τί οὖν οὐκ ἔνδον ἐγκεκλειμένη μαίνει ; ” φλυαρεῖς . τοῦτό γ ' αὐτό ,
5665209 παϊ
ὁ θεὸς ἔχρησεν ] μαντευομένωι : | [ Ἐργῖνε Κλυμένοιο πάϊ Πρεσβωνιάδαο , ] [ ἐξῆλθες ] γενεὴν διζήμενος [
, ἰατρικόν , ἀλλ ' οὐ μαντικόν . Ἐργῖνε Κλυμένοιο πάϊ Πρεσβωνιάδαο , ὄψ ' ἦλθες γενεὴν διζήμενος : ἀλλὰ
5664477 ἀλγω
. ἐπειδὰν αἴσθωμαι συκοφάντην ἄνθρωπον ἐπιεικεῖ προσπεσόντα καθάπερ χειμάρρουν , ἀλγῶ τὴν ψυχὴν καί που δακρύω καὶ συμπράττειν ὅ τι
βοώσας παραπλέων τὰς ἡδονάς πλατὺν γέλωτα καταχέω τῶν δογμάτων . ἀλγῶ δὲ καὶ τῆς οὐχ ὁρωμένης ἐρῶ . δραχμῆς μὲν
5664117 σπευδω
. Ὥστε πρὸ ὑμέων ἐγὼ νῦν φύσει καὶ θεοῖς ὑπακούων σπεύδω νοσέοντα Δημόκριτον ἰήσασθαι , εἴπερ δὴ καὶ τοῦτο νοῦσος
ὑπερβῶ κρηναῖα νάπη : τὸν ὑπὲρ κεφαλῆς αἰθέρ ' ἰδέσθαι σπεύδω , τίν ' ἔχει στάσιν Εἰνοδία . ἔπτησς '
5663747 ἡδομαι
μοι φακούς , μὰ τὸν Δί ' : οὐ γὰρ ἥδομαι . ἢν γὰρ τράγῃ τις , τοῦ στόματος ὄζει
ἐν Ναυπλίῳ νυμφικὸν Ἐλύμνιον . Γ # ἥδομαί γ ' ἥδομαι : κορωνίς . εἰσελθόντων τῶν ὑποκριτῶν ὁ χορὸς μόνος
5663711 μεμαρτυρηκως
ἀναγιγνωσκομένων . Ἀναγίγνωσκε τούσδε αὐτοῖς . Δοκεῖ ἂν ὑμῖν ὁ μεμαρτυρηκὼς ἐγγυῆσαι ἐπιτρέψαι ἄν τι τούτων γίγνεσθαι καὶ οὐκ ἂν
αὐτῷ , ἀποδέδεικται ὑμῖν , ὥστε κατὰ μὲν τοῦτο ψευδῆ μεμαρτυρηκὼς Ἀνδροκλῆς ἀποδέδεικται : ἐπειδὴ δὲ προσδιαμεμαρτύρηκεν [ ὡς ]
5661022 βασκε
ὥστε δῆλον ἐν παραθέσει δεῖ αὐτὸ ἀναγινώσκειν . τὸ δὲ βάσκε ἀπὸ τοῦ βάσκω , τοῦτο δὲ παρὰ τὸ βῶ
νέα ἄχη τοῦ Ξέρξου . ὡς ἐπῳδῇ δὲ κέχρηται τῷ βάσκε πάτερ Δαρειάν . ἐπιτετάνυσται γὰρ καὶ ἐξήπλωται στυγερὰ καὶ
5658628 ὠνειδισας
. Λέγω δ ' , ἐπειδὴ καὶ τυφλόν μ ' ὠνείδισας : σὺ καὶ δέδορκας κοὐ βλέπεις ἵν ' εἶ
πτωχὸς ὢν ἡμᾶς λέγειν , καὶ συκοφάντης εἴ τις ἦν ὠνείδισας ; Νὴ τὸν Ποσειδῶ , καὶ λέγει γ '
5657750 Κρονιδη
τὸ πατὴρ ἀνδρῶν τε θεῶν τε καὶ ὦ πάτερ ἡμέτερε Κρονίδη , ὕπατε κρειόντων . τὸ χρῆμα τῶν νυκτῶν :
Ζεὺς πατὴρ ἀνδρῶν τε θεῶν τε καὶ ὦ πάτερ ἡμέτερε Κρονίδη , ὕπατε κρειόντων . καὶ αὐτὸς μὲν ὁ Ζεύς
5657714 ὀνειδειοις
ἑκάεργος Ἀπόλλων , ἀλλὰ χολωσαμένη Διὸς αἰδοίη παράκοιτις νείκεσεν ἰοχέαιραν ὀνειδείοις ἐπέεσσι : πῶς δὲ σὺ νῦν μέμονας κύον ἀδεὲς
μισγέσκετο καὶ φιλέεσκεν . ἥ ῥ ' Ὀδυσῆ ' ἐνένιπεν ὀνειδείοις ' ἐπέεσσι : “ ξεῖνε τάλαν , σύ γέ

Back