| τὸ γὰρ σφαγῆναι τόνδ ' ἐμοὶ βάρος μέγα : ὁ ναυστολῶν γάρ εἰμ ' ἐγὼ τὰς συμφοράς . καὶ μετ | ||
| τὸ γὰρ σφαγῆναι τόνδ ' ἐμοὶ βάρος μέγα . ὁ ναυστολῶν γάρ εἰμ ' ἐγὼ τὰς συμφοράς , οὗτος δὲ |
| ἀντικρύ τὸ ἐξ ἐναντίας : παρὰ τὴν ἀντί καὶ τὸ κάρα ἀντίκαρα καὶ συγκοπῇ ἀντικρύ , τὸ κατέναντι . Μεθόδιος | ||
| Τὸν ἄνδρ ' ἔοικεν ὕπνος οὐ μακροῦ χρόνου ἕξειν : κάρα γὰρ ὑπτιάζεται τόδε , ἱδρώς γέ τοί νιν πᾶν |
| πῶς ἢ ποῦ : ἔξεισί τις ἀγγέλλων αὐτὴν ζῆν ἢ θανοῦσαν ὀδύρωμαι : πόριζε : ἀπὸ κοινοῦ τὸ μηχανάν : | ||
| δὲ μῦθος καὶ ὅτι Μέροψ Κῷος ἀπαύστως τὴν γυναῖκα πενθῶν θανοῦσαν , ξενίσας Ῥέαν μετεβλήθη εἰς ἀετὸν καὶ σύνεστιν ἀεὶ |
| † δύστλητον † Ἐτεοκλῆς ἄναξ ἤκουσε μητρός , κἀπιθεὶς ὑγρὰν χέρα φωνὴν μὲν οὐκ ἀφῆκεν , ὀμμάτων δ ' ἄπο | ||
| ] ! ιπργον [ ! ! ! ! ! ] χέρα [ ] οῦν ἐνδίκως ? κικλήσκεται ? [ ] |
| ὃν οὐδὲ κατθανόντα γαῖα κεύθει . ἀλλ ' ἐμὲ τὰν τάλαιναν ἐξ ἐνέρων περῶν κυναγεῖ , πλανᾷ τε νῆστιν ἀνὰ | ||
| ὁμολογούμενα . κοὐ προστίθημι τἄλλα , διότι πανταχοῦ διὰ τὴν τάλαιναν πάντα ταύτην γίνεται . ὅταν με καλέσῃ πλούσιος δεῖπνον |
| † Λήδας σκύμνον Δυσελέναν Δυσελέναν , ξεστῶν περγάμων τῶν Ἀπολλωνίων Ἐρινύν . ὀτοτοτοῖ ἰαλέμων ἰαλέμων : Δαρδανία τλάμων , Γανυμήδεος | ||
| ἐπαρὰς ἀργαλέας ἠρᾶτο : θοὴν δ ' οὐ λάνθαν ' Ἐρινύν : ὡς οὔ οἱ πατρώϊ ' ἐνηέι ἐν φιλότητι |
| βασιλεύς : τὸ ἑξῆς : καὶ μὴν βασιλεὺς ὅδε δὴ στείχει Μενέλαος ἄναξ , τῶν Τανταλιδῶν ἐξ αἵματος ὤν , | ||
| τοιαῦτα κἀγὼ σημανῶν ἐλήλυθα : ἀνὴρ γὰρ ἀλκῆς μυρίας στρατηλατῶν στείχει φίλος σοι σύμμαχός τε τῆιδε γῆι . ποίας πατρώιας |
| ὡς ἔχω , τὸν ἄθλιον ; ὁρῶ : κατ ' ὄσσων δ ' οὐ θέμις βαλεῖν δάκρυ . οὐκ ἔστι | ||
| Ἠρικεπαῖον , ἄρρητον , κρύφιον ῥοιζήτορα , παμφαὲς ἔρνος , ὄσσων ὃς σκοτόεσσαν ἀπημαύρωσας ὁμίχλην πάντη δινηθεὶς πτερύγων ῥιπαῖς κατὰ |
| τὸν ἀριστέα διαφθεῖραι φαρμάκῳ , ἀλλ ' ἔτι καὶ τὴν ἀθλίαν ταύτην αἰχμάλωτον συκοφαντεῖν ἐτόλμησε , προσθεῖναι τῷ ἀριστεῖ τῆς | ||
| τῷ Δέλφιδι κεκοινώνηκεν . ἀντὶ γυναικός : ὅς με τὴν ἀθλίαν ἀντὶ κοσμίας γυναικὸς ἀναιδῆ καὶ οἷον μαινάδα ἐποίησεν ἀπολέσας |
| οι διφθόγγου γραφόμενα : γέγονε δὲ τὸ τοῖχος ἀπὸ τοῦ στείχω στοῖχος , καὶ ἀποβολῇ τοῦ σ τοῖχος . Τὰ | ||
| . ] Ὦ πρέσβυ , δόμων τῶνδε πάροιθεν στεῖχε . στείχω . τί δὲ καινουργεῖς , Ἀγάμεμνον ἄναξ ; σπεῦδε |
| μοι . Παλάμᾳ ] Ἀντὶ βοηθείᾳ καὶ συνεργείᾳ . Πύλον σταθεὶς ] Ἀντὶ ὑπερμαχῶν τῆς Πύλου . Ἔρειδε ] Ἤγουν | ||
| ὁ Ἡρα - κλῆς φονεῦσαι αὐτήν . καὶ εἰς μάχην σταθεὶς καὶ τέμνων τὰς κεφαλὰς αὐτῆς μιᾶς κοπτομένης πολλαὶ ἀνεφύοντο |
| θαρσαλέος , βέβαιος ὤν . τινάσσων ] κινῶν . πυρπνόον βέλος ] τὸν κεραυνόν . . ταῦτ ' ] αἱ | ||
| τὸ δέρμα δὲ ὅταν ᾖ περικείμενον τὸ ἀπ ' οὐρανοῦ βέλος παρεκτρέπει . ὅτι εἰ πυκνὰ διατρήσας τὸ δέρμα τῆς |
| εἰς ἐμὲ εὐπρεπῆ λόγον : διὰ τί ἀποθανόντος Ἀλεξάνδρου οὐκ ἦλθες εἰς ἐμέ : ἀνοίκειον τοῦτο τοῦ ὑποκειμένου . ἔδει | ||
| σὰ χεῖρον διάθῃ . Οὐκ ἄδηλον ὅτι δι ' ὅσων ἦλθες πόλεων , πάσας ἐνέπλησας τῶν ὑπὲρ ἡμῶν λόγων . |
| πυκνότητι τοῦ ἀέρος ἀντωθούμενος καταιβάτης ] ὄνομα τοῦτο τοῦ κεραυνοῦ ἐκπνέων ] ἐκπέμπων ἐξέπληξε ] μετ ' ἐκπλήξεως ἔπαυσε ὑψηγόρων | ||
| αὐτόν [ . ] ὧδε γὰρ [ ἐπεφώνησεν ] ? ἐκπνέων : ἑβδόμηι [ ] γὰρ ἡμέραι , φησίν , |
| . ἐν δὲ τῶι ἡλίωι ὁ Ἀπόλλων , ὃς καλεῖται Λοξίας ὑπὸ τῶν ποιητῶν , εἶναι πιστεύεται . ἄρχεται δὲ | ||
| ] ! [ – – ἥκει ] γὰρ ὁ [ Λοξίας ] πρόφˈρων ] ? [ ] [ ] ἀθανάταν |
| κεφαλὴν καὶ ὠθήσας κατὰ τοῦ βυθοῦ : πέφυκέ τε τὴν γένυν ἰσχυρὸς καὶ τὸν αὐχένα καρτερός , καὶ ῥώμης ἔχει | ||
| μὲν ἐΰπλοκον εἰς ἅλα πέμπεις ὁρμιήν , ὁ δὲ ῥίμφα γένυν κατεδέξατο χαλκοῦ ἰχθὺς ἀντιάσας , τάχα δ ' ἕλκεται |
| , ἀλλ ' ἢ σάφ ' ᾔνει τόνδ ' ἀποπτύσαι πλόκον , εἴπερ γ ' ἀπ ' ἐχθροῦ κρατὸς ἦν | ||
| τεὰν τελετὰν ? [ ] ? ? μελίζοι [ ] πλόκον στεφάνων [ ] κισσίνων [ ] κρόταφον [ ] |
| φοβεῖσθαι : ἐπὶ τὴν θεραπείαν οὐκ ἄγεσθαι , ἑκόντα δὲ ἐρχόμενον ἥδεσθαι . πατρικῆς δὲ ἀνάγκης ἄμοιρος ἡ τέχνη , | ||
| τὸ μεσαμβρινὸν ἤν σε βαρύνῃ δίψος ἀν ' ἐσχατιὰς Κλείτορος ἐρχόμενον , τῆς μὲν ἀπὸ κρήνης ἄρυσαι πόμα καὶ παρὰ |
| λόγον ᾧ χρῆται . στοχάζεται γὰρ , οὐ μὴν ὡς βέλει τυχεῖν , οἶμαι , ἀλλ ' ὡς ἐκ τῆς | ||
| σμικρὰ ἅμα τοξαρίῳ φέροντι : τὸ δὲ ἐφαψάμενον ἀμφοτέρων ἑνὶ βέλει κελεῦσαι λοιπὸν ποιμαίνειν τὸν μὲν τὸ αἰπόλιον , τὴν |
| [ Ε ] : δῶχ ' υἷος ποινὴν Γανυμήδεος . θρηνεῖ δὲ τὸν Δάρδανον καὶ αὐτὸν ἀπολόμενον ἐν τῷ πολέμῳ | ||
| = . , . : ἀηδόνειος θρῆνος : Αἰσχύλος : θρηνεῖ δὲ γόον ˈ τὸν ἀηδόνειον . . . Α |
| ἐλευθέριον πλούσιος ὢν ἐδίδου : ἀλλὰ πρὶν ἐκτελέσαι κατέβη δόμον Ἄιδος εἴσω , χρήματα δ ' ἀνθρώπων οὑπιτυχὼν ἔλαβεν , | ||
| . . . . εἰ κεῖνόν γε ἴδοιμι κατελθόντ ' Ἄιδος εἴσω , φαίην κε φρέν ' ἄτερ που οἰζύος |
| ὦ γεραιέ , μῦθον : οὐ γὰρ εὖ φρονεῖς . φασγάνωι λευκὴν φονεύων τῆς ταλαιπώρου δέρην . ὦ τάλαιν ' | ||
| , μὴ δόλος τις ἦι . ὡπλισμένος δὲ χεῖρα τῶιδε φασγάνωι τὰ πίστ ' ἐμαυτῶι τοῦ θράσους παρέξομαι . ὠή |
| κόρη καθῆψεν ὤμοις τοῖς ἐμοῖς Ἐρινύων ὑφαντὸν ἀμφίβληστρον , ᾧ διόλλυμαι . Πλευραῖσι γὰρ προσμαχθὲν ἐκ μὲν ἐσχάτας βέβρωκε σάρκας | ||
| δ ' ἐπίσταμαι : τοῦ παιδὸς ὄντος τοῦδ ' ἐγὼ διόλλυμαι † γόνοιον † μήλων κἀφροδισίαν ἄγραν ζῆ , πῖνε |
| νικήσαντα ἐν τῇ τέχνῃ αὐτοῦ , ἤτοι τῇ αὐλητικῇ , νὶν καὶ αὐτὴν τὴν ἑλλάδα : ἥντινα τέχνην ἐφεῦρεν ἡ | ||
| νὶν καὶ τὸ γένειον ὅλον καὶ μέρος . τὸ μὲν νὶν ὅλον , τὸ δὲ γένειον μέρος : ὥσπερ ἐστὶ |
| κεκλημένος , Καδμεῖος οὐκ ὢν ἀλλ ' ἀπ ' Εὐβοίας μολών , κτείνει Κρέοντα καὶ κτανὼν ἄρχει χθονός , στάσει | ||
| ὄμμασιν ποίοις βλέπων πατέρα ποτ ' ἂν προσεῖδον εἰς Ἅιδου μολών , οὐδ ' αὖ τάλαιναν μητέρ ' , οἷν |
| γᾶν θέντες ὄναιντο βίου . Ὕστατα δὴ τάδ ' ἔειπε φίλαν ποτὶ ματέρα Γοργὼ δακρυόεσσα δέρας χερσὶν ἐφαπτομένα : „ | ||
| τὸν ὕμνον ἀποτίσωμεν προσφιλῶς τε καὶ κεχαρισμένως τῷ ἐγκωμιαζομένῳ . φίλαν ἐς χάριν : εἰς χάριν , φησὶ , τοῦ |
| . πρὶν κακά . δυστυχία προτέρα . . Πένθος δὲ πιτνεῖ ] κρύπτεται , ἀφανίζεται , καταφέρεται , καταβάλλεται . | ||
| ] τῶι ἀτρήτωι ἱματίωι . τύπτει ] ἤγουν σφάττει . πιτνεῖ ] πίπτει ὁ Ἀγαμέμνων ἐν τῶι λέβητι τῶι ἔχοντι |
| τῆς Ἱπποδαμείας καὶ τοῦ Πέλοπος . θωύξας κυρίως ἐπὶ τοῦ συρίξας νῦν δὲ καταρασάμενος . Ψύλλα καὶ Ἅρπιννα ἵπποι Οἰνομάου | ||
| ἀπέπνευσαν , ὁ εἷς δὲ εἰσῆλθε βοήσας , ἀντὶ τοῦ συρίξας . ἔννεπε δέ , ἀντὶ τοῦ εἶπεν εὐθὺς ὁ |
| τὰ Μιτραίων ὄρη , διαναπαύων μεταξὺ τὴν παῖδα , τριταῖος ἐτέλεσεν ἐκ Μαχλύων ἐς Σκύθας . καὶ ὁ μὲν ἵππος | ||
| καὶ πάντας τοὺς σπερματικοὺς καρποὺς δέδωκε , καὶ τὰ μυστήρια ἐτέλεσεν αὐτούς , καὶ ἔδειξε πῶς δεῖ τελεῖν καὶ τελεῖσθαι |
| καὶ ἀναλκῆ πληγὴν ἐπαγάγῃς , ἀλλὰ κατὰ τῶν στέρνων ἀντίαν παῖσον , ἵνα μή μου δειλίαν ὁ ἐρώμενος καταψηφίσηται καὶ | ||
| Ἀΐδη , δέξαι μ ' , ὦ Διὸς ἀκτίς , παῖσον : ἔνσεισον , ὦναξ , ἐγκατάσκηψον βέλος , πάτερ |
| πληγέντες ἔφευγον . τοῦ δὲ Πανὸς τὸ στρατήγημα τιμῶντες τὴν Ἠχὼ τῷ Πανὶ φίλην ᾄδομεν καὶ τοὺς κενοὺς καὶ τοὺς | ||
| πᾶσαι καλαί , πᾶσαι μουσικαί . Καὶ μιᾶς τούτων θυγάτηρ Ἠχὼ γίνεται , θνητὴ μὲν ὡς ἐκ πατρὸς θνητοῦ , |
| δράσηις τάδε . ὁρᾶις ἄβουλος ὡς κεκερτομημένη τοῖς κερτομοῦσι γοργὸν ὄμμ ' ἀναβλέπει σὴ πατρίς ; ἐν γὰρ τοῖς πόνοισιν | ||
| γάμοις . πότερα δὲ νύκτωρ ς ' ἢ κατ ' ὄμμ ' ἠνάγκασεν ; ὁρῶν ὁρῶντα , καὶ δίδωσιν ὄργια |
| ὑποπτεύειν . Ἐπεξελευσόμενος ἄλλος οὗτος Ἡρακλῆς : τοῦτ ' οὖν ἔσυρεν ἐκ τριόδου Φαβωρῖνος . χρὴ γὰρ ἐπεξιὼν εἰπεῖν : | ||
| τῶν τραγικῶν . εἵλκυσεν ] ἀσέμνως ὠρχήσατο , παρέτεινεν , ἔσυρεν . , παρέσυρεν , παρεκίνησεν , εἰσῆξεν . . |
| τ ' ἐμὴν παῖδ ' , ἣ δόμων ἐξώπιος βέβηκε πηδήσασα Καπανέως δάμαρ , θανεῖν ἐρῶσα σὺν πόσει . χρόνον | ||
| : πήδημ ' ἐς Ἅιδου : ἀντὶ τοῦ : ταχέως πηδήσασα ἐν τῷ Ἅιδῃ : τὴν πόρρωθέν μου καὶ ἀπροσδόκητον |
| ὕπο . κόμιζ ' , Ὀδυσσεῦ , μ ' ἀμφιθεὶς κάραι πέπλους , ὡς πρὶν σφαγῆναί γ ' ἐκτέτηκα καρδίαν | ||
| ] ὑπό . Ἐναγής , φησίν , ὢν ἐν τῶι κάραι αὐτοῦ ἕτερον μιάστορα λήψεται , καὶ οἱ ἐξ αὐτοῦ |
| πλήρης λέων δὲ μοῦνος προὐκαλεῖτο θαρσήσας αὑτῷ μάχεσθαι . “ μεῖνον ” εἶπε “ μὴ σπεύσῃς ” ἅνθρωπος αὐτῷ , | ||
| δὲ μὴ δυνηθῇς , φησιν , ἀντιβαλεῖν τὸ ὀστοῦν , μεῖνον , ἵνα σαπῇ καὶ πέσῃ . καὶ πόθεν ἔχω |
| ἀείδων : ᾠδῶν . Νηφάλιον : φρόνιμον καὶ γρήγορον . κλάζων : ἠχῶν , βοῶν , τραγῳδῶν . αὐτάρ : | ||
| ἐμῆς ἐκέρασς ' εὐτερπέα κόσμον ἀοιδῆς . Ἤειδον δὲ λιγὺ κλάζων διὰ θέσκελον ὕμνον , ὥς ποτέ οἱ δήρισσαν ἀελλοπόδων |
| “ δὲ διὰ τὴν τραχύτητα . ἀλλ ' ἔχ ' ἀτρέμας : μένε ἐφ ' ἡσυχίας . βαλλόμενος γὰρ ὁ | ||
| , χὤσπερ βροντὴ τὸ ζωμίδιον παταγεῖ καὶ δεινὰ κέκραγεν , ἀτρέμας πρῶτον , παππὰξ παππάξ , κἄπειτ ' ἐπάγει παπαπαππάξ |
| σὺ δ ' οὔθ ' ὑπερβάλλοντα , τρόφιμ ' , ἀπώλεσας ἀγαθά , τὰ νυνί τ ' ἐστι μέτριά σοι | ||
| ” . Γ ὅτ ' ἀντέδωκα Γ : τότε με ἀπώλεσας , ὅτε καὶ ἀντὶ τούτων μνᾶν ἔδωκα . Γ |
| ὄνομα αὐλῆς ἐν ᾗ πῦρ ἐστι . φησὶν οὖν ὅτι ἀπερχόμενος ἐπὶ τὸ ἔργον σου μή , ἐὰν εὕρῃς τόπον | ||
| μὲν ἑαυτοῦ σῶμα διεφύλαξεν ἄτρωτον , ἐκ δὲ τῆς μάχης ἀπερχόμενος εἰς τὴν πόλιν ἔργον ἐπαινούμενον ἔπραξεν . ὁ μὲν |
| ἐπικρούσαντας Ἀτρείδας δάκρυ μὴ κατασχεῖν : ἄναξ δ ' ὁ πρέσβυς τόδ ' εἶπε φωνῶν : βαρεῖα μὲν κὴρ τὸ | ||
| χωρίς τε θηρὸς ἄρθρα διεφορήσαμεν . ποῦ μοι πατὴρ ὁ πρέσβυς ; ἐλθέτω πέλας . Πενθεύς τ ' ἐμὸς παῖς |
| ἀπὸ Θησέως . πλάττουσι τὸν περὶ Θησέως μῦθον , ὅτι ἑλκόμενος ὑπὸ Ἡρακλέους κατέλιπεν ὑπὸ τὴν πέτραν τὴν πυγήν . | ||
| δὲ ταῖς τῶν ἄλλων κακαῖς κεχρῆσθαι , εἰς τὸ μέσον ἑλκόμενος ὑπ ' ἀμφοτέρων τούτων ἦλθε , καὶ τὴν ἐν |
| ἄδην ἐπάτησε κοθόρνῳ . Προπρὸ δέ μιν δασπλῆτες ὀφειλομένην ἄγον οἶμον γήλοφον εἰς ἀργῆτα θυγατριδέαι Φόρκυνος Εὐμενίδες ναρκίσσου ἐπιστεφέες πλοκαμῖδας | ||
| κατ ' ὀρθὸν εὐδρομεῖ , τὸ δ ' ἔργον ἄλλην οἶμον ἐκπορεύεται . ὁ μὴ φρονῶν μέν , πολλὰ δ |
| καὶ μὴν ἀμείβει καινὸν ἐκ καινῶν τόδε : ξιφηφόρον γὰρ εἰσορῶ πρὸ δωμάτων βαίνοντ ' Ὀρέστην ἐπτοημένωι ποδί . ποῦ | ||
| μ ' ἔχει . Ὦ θεοί , τίν ' ὄψιν εἰσορῶ ; Τίς εἶ , γύναι ; Σὺ δ ' |
| Ἑρμῆ νεκρῶν προπομπὲ καὶ Φιλιππίδου κληροῦχε , νυκτός τ ' ὄμμα τῆς μελαμπέπλου ἔστιν δὲ ποδαπὸς τὸ γένος οὗτος ; | ||
| σχῆμα , ζῶσμα , ζεῦγμα , ἄσκημα , βλέμμα , ὄμμα , ἆσθμα , πνεῦμα , νεωτέρισμα , νεανίευμα , |
| ὤφελ ' ἐμὸν γένος εἰς τέκνα καὶ δόμον ἀμφιβαλέσθαι Ἑρμιόνας Ἀίδαν ἐπὶ σοί , τέκνον , † ἀλλὰ κεραυνῶι πρόσθεν | ||
| καὶ αὐτὴ δὲ τοὺς κόρακας λευκάνασα ἀφῆκεν . τουτόθεν εἰς Ἀίδαν κενεὰ διανήχεται ἀχώ : σιγὰ δ ' ἐν νεκύεσσι |
| ἢ καὶ τὰ Πύθια , καὶ ἐν μυχῷ Μαραθῶνος , περιφραστικῶς ἀντὶ τοῦ ἐν Μαραθῶνι , ἀπὸ κοινοῦ , ἔχεις | ||
| οὐ τὸ κοίλωμα τοῦ θώρακος ἀλλὰ τὸ ὅλον κύτος , περιφραστικῶς ἀντὶ τοῦ ὅλον τὸν θώρακα . ὅταν οὖν λέγῃ |
| ῥέουσαν ἤγουν τὸν κόμπον τῶν πράξεων ἀποδέοντατοῦτο γὰρ δηλοῖ τὸ ἐργμάτων ἄτεροὐκ ἐάσει , ἤγουν ἐφέξει , ὥστε μὴ γενέσθαι | ||
| , ἀδελφὸς τοῦ πάρος λελεγμένου : ὃς οὐκ ἐάσει γλῶσσαν ἐργμάτων ἄτερ εἴσω πυλῶν ῥέουσαν ἀλδαίνειν κακά , οὐδ ' |
| παιδὸς μόρον , ὡς αὐτοφόνως ὤλετο πρὸς χειρὸς ἕθεν δυσμάτορος κότου τυχών : τὼς καὶ ἐγὼ φιλόδυρτος Ἰαονίοισι νόμοισι δάπτω | ||
| ὠνόμασται καὶ αὕτη . ἡ δὲ Κοτυταρὶς ὠνόμασται ἀπὸ τοῦ κότου : ἕτοιμοι γὰρ εἰς κότον οἱ γέροντες . ταῦτα |
| ὀξύτητα . ἢ τὴν ἀναιδῆ καὶ στωμύλον αὐτοῦ γνάθον καὶ παρειὰν μέχρι καὶ τοῦ στήθους διάπειρον : τουτέστιν ἕως καὶ | ||
| ἀκόντια . Ἔλπομαι ] Ἐλπίζω . Χαλκοπάραον ] Τὸν χαλκῆν παρειὰν ἤγουν αἰχμὴν ἔχοντα ἄκοντα , ὥσπερ τοῦ ἐν τῷ |
| διὰ τὸν μόρον τῶν οἰχομένων αἴρω καὶ κινῶ πολυπενθῆ δηλονότι γόον . λείπει δὲ τοῦτο . . αἴρω ] φέρω | ||
| δ ' Ἀγαμεμνόνιον κρᾶτ ' ἐνέγκοι Ἑλέναι κακόγαμβρον ἐς χέρας γόον , ὃς ἐπὶ πόλιν , ὃς ἐπὶ γᾶν Τροΐαν |
| , ἥν γ ' ἔθρεψεν Ἑρμιόνην μήτηρ ἐμή . αὕτη βέβηκε πρὸς Κλυταιμήστρας τάφον . . . τί χρῆμα δράσους | ||
| . . . ἄρταμος : ὁ μάγειρος : ἢ γὰρ βέβηκε χεῖρας ἀρτάμων φυγών . εἴρηται δὲ παρὰ τὸ διαρτάσαι |
| , γευσαμένη δὲ ὥρας ἀνθρωπίνης ἔκαμε καὶ τῆς σπουδῆς ἐκείνης κατέπεσεν , ἐς δὲ θητείαν μετήχθη πικράν . λʹ . | ||
| ] ἐρημωθέντα καταστρυφθέντα ] ὑπὸ τῶν πολεμίων μετ ' ἤχου κατέπεσεν δέδουπε ] ἐδούπησεν , ἤχησεν δέδουπε ] ἔπεσεν τοῖο |
| πυρὸς ἡνιοχῆα μεταστείχοντα δοκεύων , Ἠέλιον σπινθῆρας ἀκοντίζοντα νοήσας ἀκροφανὴς θάμβησε , καὶ ἰκμαλέης στατὸν ἅλμης τεμνομένου ῥοθίοιο διασχίζων κενεῶνα | ||
| δ ' ἀμφ ' αὐχένι δειρήν θῆκε καρηβαρέων φολίσιν : θάμβησε δ ' ἰδοῦσα αἰνόποτμος Μήδεια : καὶ Αἴσονος ἀγλαὸν |
| λιγυρᾶς ἀρξεύμεθ ' ἀοιδᾶς . ἕρπεις , ὦ φίλ ' Ἄδωνι , καὶ ἐνθάδε κἠς Ἀχέροντα ἡμιθέων , ὡς φαντί | ||
| , πάχεας ἀμπετάσασα κινύρετο , μεῖνον Ἄδωνι , δύσποτμε μεῖνον Ἄδωνι , πανύστατον ὥς σε κιχείω , ὥς σε περιπτύξω |
| παρθένον Πισάτιδα ἐκτήσαθ ' Ἱπποδάμειαν , Οἰνόμαον κτανών , ἐν παρθενῶσι τοῖσι σοῖς κεκρυμμένην . ὦ φίλτατ ' , οὐδὲν | ||
| χρανθεῖς ' ἄλεκτρος ἀνδρός : πατὴρ δέ μιν κλῄσας ἐν παρθενῶσι σφραγῖσι δέμας φυλάσσει . ταῦτ ' ἐτήτυμα μαθεῖν θέλω |
| ἐκτακεῖσα , Μουνίτου τοκάς : ὃν δή ποτ ' ἀγρώσσοντα Κρηστώνης ἔχις κτενεῖ , πατάξας πτέρναν ἀγρίῳ βέλει , ὅταν | ||
| Κρηστών παρ ' Ἡροδότῳ . Λυκόφρων ” ὁρκωμοτῆσαι τόν τε Κρηστώνης θεόν „ . ὁ πολίτης Κρηστωναῖος παρὰ Πινδάρῳ . |
| οἷς ἐποχοῦνται οἱ ναῦται . . τοιαῦτα μηχανήματ ' ἐξευρὼν τάλας ] προειπὼν καὶ ἀπαριθμησάμενος ὅσα καλὰ καὶ ἀγαθὰ μηχανήματα | ||
| . πρὸς αὐτὸν ἀπέτεινε τὸν λόγον : οἵων πραγμάτων ὁ τάλας ἐπιθυμήσας : οἴχῃ καὶ διέφθαρσαι ἀπὸ τοῦ τρίποδος δεξάμενος |
| ' ὧν στερεῖ με . Φιλοκερτόμως με παίζειν ἐνόησα τὴν Κυθήρην . Ὁ Ἔρως τρέχειν διδάσκει , σύ , ῥόδον | ||
| δὲ κέντρον , ὅτι τοὺς πόνους Κυθήρης ἔλαβον , ποθῶν Κυθήρην . Φαέθων Κύπριν δαμάζει , λέχος οἶδεν ἐξελέγχειν , |
| αἰθέρος ἀστὴρ τὸν δύσμορον ἐξολέσειεν . Οὐ γὰρ ἔτ ' ἀθανάταν φλόγα λεύσσειν ἐστὶν ἐμοὶ φίλον , ὡς ἐκρεμάσθην , | ||
| βροτοῖς αἰεί τι φέροισαι . Κύπρι Διωναία , τὺ μὲν ἀθανάταν ἀπὸ θνατᾶς , ἀνθρώπων ὡς μῦθος , ἐποίησας Βερενίκαν |
| ἀκήκοεν , ἄλλοτε ἄλλην ἤλλαττε χρόαν κύπτων εἰς γῆν καὶ στάζων ἱδρῶτα καὶ δεινῇ κρατούμενος ἀφωνίᾳ . ἐνταῦθα μόνον ἄπορος | ||
| οὐ πόρρω τῆς κόρης ἐν ἡδείᾳ καὶ λιβανώδει πόᾳ κεῖται στάζων ἐς τὴν γῆν ἱδρῶτα καὶ τὸ δεῖγμα τῆς Γοργοῦς |
| ὄρος : τιμωρίαν λαμβάνουσαι ὑπὲρ αἵματος καὶ φόνου : τῆς λύσσης τῆς καὶ μαίνεσθαι ποιούσης καὶ φοιτᾶν , ὅ ἐστι | ||
| φόνου : κατὰ κοινοῦ τὸ διαφθείρουσά με : ἤρξω δὲ λύσσης πότε : καὶ τοῦτο πονηρῶς . θέλων γὰρ ἐλέγξαι |
| σοὺς πόνους . ὑμῶν δὲ μή τις ἀσπίδ ' ἄρηται χερί : ἐγὼ γὰρ † ἕξεω † τοὺς μέγ ' | ||
| οὐ δῆτ ' , ἐπεί σφας τῆιδ ' ἐγὼ θάψω χερί , φέρους ' ἐς Ἥρας τέμενος Ἀκραίας θεοῦ , |
| : τὸν λιθοβόλον . Λυκόφρων : λευστῆρα πρῶτος οὕνεκεν ῥίψας πέτρον . Λευρόν : τὸ λεῖον καὶ πλατύ : ἀπὸ | ||
| ὡς ἀνδριὰς ὁ Διομήδης ; ἐκβαλὼν ἀπὸ τοῦ πλοίουαὐτοῦ δηλονότιτὸν πέτρον καὶ τὸν λίθον τὸν ἑρματίτην καὶ ἐξισωτὴν τοῦ πλοίου |
| , πελέκας , σκέπαρνον , πριόνιν , ὄρυγας δύο , σφῦραν , πτυάρια δύο , κόφινον , κιλίκιν , φαλκίδιν | ||
| τοὺς ἀνέμους εὕρισκε ἐόντας , τὸν δὲ ἄκμονα καὶ τὴν σφῦραν τόν τε τύπον καὶ τὸν ἀντίτυπον , τὸν δὲ |
| μέγεθος , ἴθι ἀμεταστρεπτὶ πρὸς τὰς δυνάμεις αὐτοῦ καὶ τούτων ἱκέτις γενοῦ , μέχρις ἂν ἀποδεξάμεναι τὸ συνεχὲς καὶ γνήσιον | ||
| προστίθημι τῆι φύσει . [ ] ὦ πρός σε γονάτων ἱκέτις Ἀμφιάρεω πίτνω καὶ πρὸς γενείου τῆς τ ' Ἀπόλλωνος |
| ; πῶς ἀγῶνος ἥκομεν ; οὐκ οἶδα πλὴν ἕν : φόνιον οἰμωγὴν κλύω . ἤκουσα κἀγώ , τηλόθεν μὲν ἀλλ | ||
| τεμῶ πέπλων τε λευκῶν μέλανας ἀνταλλάξομαι παρῆιδί τ ' ὄνυχα φόνιον ἐμβαλῶ † χροός † . μέγας γὰρ ἁγὼν καὶ |
| σύνταξις : πέμψω σοὶ τὴν βοὴν τοῦ νόστου τοῦ προσφθόγγου κακοφάτιδα , ἱὰν καὶ βοὴν κακομέλετον Μαριανδηνοῦ θρηνητῆρος , ἰαχὴν | ||
| σοι , ἤγουν χαιρέτισμα πέμψω αὐτὸς ἰαχὴν πολύδακρυν διὰ τὴν κακοφάτιδα βοὴν τῆς ὑποστροφῆς . τινὲς δέ φασι πρὸ τοῦ |
| ! ! ! ! ! ﹙ ! ﹚ στείβοισα ] ποδ [ ! ! ! ! ! ! ] α | ||
| ἀκριβολογίαν ποιησόμεθα . † παντὸς μέτρου καὶ τοῦ ὀνομαζομένου κανὼν ποδ . ἐπιπέδου λιθικοῦ πήχ . , ἐφ ' ᾧ |
| ἔτι δῆτ ' ἔχεις ἄνω βλέποντα κοὐκ ἀφῆκας εἰς Ἅιδου μολεῖν ; Οἴμοι , τί δράσω ; πῶς ἀπιστήσω λόγοις | ||
| : οὐδ ' ἀναιμάκτωι χερὶ ἥξω πρὸς οἴκους πρὶν φάος μολεῖν χθόνα . Θυμβραῖε καὶ Δάλιε καὶ Λυκίας ναὸν ἐμβατεύων |
| , φορτίου ζώνην ἶρις δ ' ἔλαμψε , καλὸν οὐρανοῦ τόξον καὶ πίσσαν ἑφθήν , ἣν θύραι μυρίζονται ὣς οἵ | ||
| μου τῆς ψυχῆς ἄλλος πόλεμος κάθηται . στρατιώτης με πορθεῖ τόξον ἔχων , βέλος ἔχων . νενίκημαι , πεπλήρωμαι βελῶν |
| πλάγια παραγόμενον . ἔσται δὴ τρίβος τῷ μὲν βαδίζοντι τὸ ἴχνος τοῦ ποδός , τῷ δὲ κατακειμένῳ τὸ ἰνίον ἅπαν | ||
| ἄλλοθέν ποι αὐτὸ ὑπομένουσιν ἢ ὅτι ἡ φύσις παντὶ ἀνθρώπῳ ἴχνος τι ἐγκατέσπειρε φιλοσοφίας . ἢ οὐ φιλόσοφον πρὸς θεῶν |
| πολλᾶς † ὑγιείας ἀκόρεστον τέρμα . νόσος γὰρ γείτων ὁμότοιχος ἐρείδει , καὶ πότμος εὐθυπορῶν . . . . . | ||
| ' ἀγκίστροιο τυπεὶς εὐκαμπέος αἰχμῇ ὑψός ' ἀναθρώσκων κεφαλὴν ἀζηχὲς ἐρείδει αὐτῇ ἐν ὁρμιῇ βεβιημένος , ὄφρα οἱ ἕλκος εὐρύτερόν |
| κορυφήνδε μετασπόμενος κίον ἄκρην , οἳ μὲν ἄρ ' ἐξαπίνης ἰαχὴν ὀξεῖαν ὄρον τε αἰγανέης ἔσσυντο θοώτερον ἠὲ βελέμνου ὑψίκομον | ||
| . προφθόγγου σοι ] πρὸ τοῦ σοῦ φθόγγου πέμψω αὐτὸς ἰαχὴν πολύδακρυν διὰ τὴν κακοφάτιδα βοὴν τῆς ὑποστροφῆς : εἶτα |
| Σωτάδεια διὰ τὸ μαλακώτερον : σκήλας καύματι κάλυψον , καὶ σείων μελίην Πηλιάδα δεξιὸν κατ ' ὦμον ἀντὶ τοῦ σείων | ||
| ἄλλοις εὑρίσκεται μέτροις , ὡς παρὰ Σωτάδῃ ἐν τῇ Ἰλιάδι σείων μελίην Πηλιάδα δεξιὸν κατ ' ὦμον , ἐν δὲ |
| δὲ πˈρὸς χάριν εὐσεβίας ἀνδρῶν λιταῖς : ἀλλ ' ὦ Πίσας εὔδενδρον ἐπ ' Ἀλφεῷ ἄλσος , τόνδε κῶμον καὶ | ||
| Δωρίαν ἀπὸ φόρμιγγα πασσάλου λάμβαν ' , εἴ τί τοι Πίσας τε καὶ Φερενίκου χάρις νόον ὑπὸ γλυκυτάταις ἔθηκε φροντίσιν |
| διὰ Μεσσήνην εἵλομεν εὐρύχορον . ὁ τοίνυν Ἀριστομένης δόξηι γε ἐμῆι γέγονεν ἐπὶ τοῦ πολέμου τοῦ ὑστέρου : καὶ τὰ | ||
| ὁμιλήσω ] ἐπ ' ἀπειλὰς τρέπονται ἀφεῖσαι τὴν δικαιολογίαν . ἐμῆι ] ἐκβαλεῖς τὴν ὀργὴν οὐδὲν δυναμένην βλάψαι τοὺς ἐχθρούς |
| Ὀρέστης , κἂν ἰσόψηφος κριθῇ . ἐκβάλλεθ ' ὡς τάχιστα τευχέων πάλους , ὅσοις δικαστῶν τοῦτ ' ἐπέσταλται τέλος . | ||
| ' αὖ θύννου κεφαλὴ θαλαμηιάδαο νόσφιν ἀφειστήκει , κεχολωμένη οὕνεκα τευχέων αἰρομένων : τὸ δὲ πῆμα θεοὶ θέσαν ἀνθρώποισι . |
| τοῦ ἔμπροσθεν τῶν πυλῶν , τὴν ἑαυτοῦ κεφαλὴν δαίμοσιν ἐχθρῶν εἴκασμα , εἰς ἴνδαλμα καὶ εἰς τύπον καὶ εἰκόνα τῶν | ||
| ' ἄφιλον ἐν σάκει τοῦ χθονίου δέμας δαίμονος , ἐχθρὸν εἴκασμα βροτοῖς τε καὶ δαροβίοισι θεοῖσιν , πρόσθε πυλᾶν κεφαλὰν |
| ἄμεικτον . ὑμνωιδούς τε κόρας ἤλυθεν ἑσπέριόν τ ' ἐς αὐλὰν χρύσεον πετάλων ἄπο μηλοφόρων χερὶ καρπὸν ἀμέρξων , δράκοντα | ||
| λόγος : ὦ ἀθλία Ἄλκηστι : ἄγει με νεκύων ἐς αὐλὰν πτερωτὸς Ἅιδης : προβαίνεις εἰς ὁδὸν τοῖς φίλοις οἰκτρὰν |
| ἐμῷ κάρᾳ πληγεῖς ' ἐναυάγησεν ὀστρακουμένη , χωρὶς μυρηρῶν τευχέων πνέους ' ἐμοί . καὶ Σοφοκλῆς δὲ ἐν Ἀχαιῶν συνδείπνῳ | ||
| ἐτήτυμος Διὸς κόραΔίκαν δέ νιν προσαγορεύομεν βροτοὶ τυχόντες καλῶς ὀλέθριον πνέους ' ἐν ἐχθροῖς κότον : τάπερ ὁ Λοξίας ὁ |
| ταύτην Ἱππόλυτος πρὸς Φαίδραν εἶπε φάσκουσαν φιλεῖν αὐτὸν σφόδρα . Ἄϊδος κυνῆ : ἐπὶ τῶν ἐπικρυπτόντων ἑαυτοὺς διά τινων μηχανημάτων | ||
| δέος ᾕρει , μή μοι Γοργείην κεφαλὴν δεινοῖο πελώρου ἐξ Ἄϊδος πέμψειεν ἀγαυὴ Περσεφόνεια . αὐτίκ ' ἔπειτ ' ἐπὶ |
| ' ἔρημα λιπὼν Βάκχαις Ἅιδα διαμοιρᾶσαι σφακτά , κυσίν τε φοινίαν δαῖτ ' ἀνήμερόν τ ' ὄρειον ἐκβολάν ; πᾶι | ||
| διπλῇ μάστιγι , τὴν Ἄρης φιλεῖ , δίλογχον ἄτην , φοινίαν ξυνωρίδα : τοιῶνδε μέντοι πημάτων σεσαγμένον πρέπει λέγειν παιᾶνα |
| κατέκρυπτεν ὑπὸ τοῖς πέπλοις , καὶ μίαν ἐνέγκασα διὰ τῶν στέρνων πληγὴν ἕως τῆς καρδίας ὠθεῖ [ τὸ ξίφος . | ||
| τῇ χειρί . Τὸν γοῦν πρώτως ἐπιόντα βάλλει κατὰ τῶν στέρνων τῷ ὀϊστῷ καὶ εὐθὺς τοῦτον καταβάλλει τοῦ ἵππου . |
| λέγεται τὸ λευκοπέλιον ἀπὸ τῆς ἀφύης τοῦ ἰχθυδίου ὠνομασμένον . μετάρσιον δὲ κυρίως μὲν τὸ ὑψηλὸν λέγεται , καταχρηστικῶς δὲ | ||
| ἡμῖν ἀνοίξῃ ὁ θεὸς τὸν ἑαυτοῦ θησαυρὸν „ καὶ τὸν μετάρσιον καὶ ἐγκύμονα θείων φώτων λόγον , ὃν δὴ κέκληκεν |
| δράγμασι σιτουμένων καὶ Πελασγικὸν τὸ Ἄργος ὠνόμασεν . Ἰάσου δὲ Ἰὼ ἐγένετο , Ἰοῦς δὲ Ἔπαφος , Ἐπάφου δὲ Λιβύη | ||
| Δωδώνην ] Τὴν νῦν Βόντιτζαν . : Λέγουσι δὲ τὴν Ἰὼ πλανωμένην ἐλθεῖν καὶ πρὸς τὴν Δωδώνην , ἔνθα εἰσὶν |
| : οὐδὲ ὁ Πὰν ἠμέλητο : ἐκαθέζετο δὲ καὶ αὐτὸς συρίζων ἐπὶ πέτρας , ὅμοιος ἐνδιδόντι κοινὸν μέλος καὶ τοῖς | ||
| καταπληκτικαῖς γνάθοις . συρίζων ] ἐκπνέων . εἰκότως εἶπε τὸ συρίζων , ἐπειδὴ ὀφέων κεφαλὰς εἶχε , τούτων δέ ἐστι |
| α . . . . Αἰηνές : τὸ δεινὸν καὶ πολύστονον : Ἀρχίλοχος : προύθηκε παισὶ δεῖπνον αἰηνὲς φέρων . | ||
| κάλυμμα Νηρηΐδες . Τῶ σε , πολέμαρχε Κνωσίων , κέλομαι πολύστονον ἐρύκεν ὕβριν : οὐ γὰρ ἂν θέλοιμ ' ἀμβρότοι |
| δορὸς κλασθὲν πέτευρον , νερτέρων κειμήλιον , Αὔσιγδα Κινύφειος ᾗ τέγγων ῥόος νασμοῖς λιπαίνει . τῷ δὲ Νηρέως γόνῳ Τρίτωνι | ||
| δὲ φόρτον ταῖσδ ' ἔχων χρείας ἐμῆς Ἄδραστος ὄμμα δάκρυσιν τέγγων ὅδε κεῖται , τό τ ' ἔγχος τήν τε |
| λάθεν ἐγγὺς ἐοῦσα : ἀλλ ' ἤτοι πρῶτον μὲν ἀτυζόμενος δεδόνηται ἐς φόβον , οὐδ ' ἄρα μῆχος ἔχει μύραιναν | ||
| ἰοῦσα : πορευομένη . Ἀτυζόμενος : φοβούμενος , ταρασσόμενος . δεδόνηται : κεκίνηται , τετάρακται , φοβεῖται , δειλιᾷ , |
| , τυχὸν δὲ καὶ μείζονα ταύτης ὑφίσταται πλάνην ἃ μὲν ἥμαρτε κατὰ νοῦν οὐ λαμβάνων , ἃ δὲ μηδαμῶς ἐπλημμέλησε | ||
| αὐτήν : καὶ ὃς ἐκτείνας . . . τῆς μὲν ἥμαρτε , τὸν δὲ . . . πλήξας ἀπέτεμεν . |
| δόμους : φρούρει δέ μοι μή ς ' αἰθαλώσηι πολύκαπνον στέγος πέπλους . θύσεις γὰρ οἷα χρή σε δαίμοσιν θύη | ||
| . ἀλλ ' ἄγε , Πέρσαι , τόδ ' ἐνεζόμενοι στέγος ἀρχαῖον , φροντίδα κεδνὴν καὶ βαθύβουλον θώμεθα , χρεία |
| θρηνῳδίας . καὶ τὸ περιφερόμενον αὐλεῖ Μαριανδυνοῖς κα - λάμοις κρούων Ἰαστί . ὡς τῶν Μαριανδυνῶν θρηνῳδῶν ὄντων : καὶ | ||
| τρίβει λίθους καὶ τὰ τούτων συναγαγὼν λίθους παρατρίβων πωρίνους καὶ κρούων πρὸς ἀλλήλους συναγαγὼν τὰ ἀπὸ τούτων θραύσματα βάλλει τὸν |
| οὕτως ἀΐδαο μακρὴν ὁδὸν εἰ πρὶν ὁ ποσσὶν ἀλλοτρίοις βαδίσας ἔδραμε νυκτὶ μιῇ . Γεγόνασι δὲ Λύκωνες καὶ ἄλλοι : | ||
| τὸ ἔλαττον . καὶ ὁ μὲν ταῦτα συντελέσας ὁ Μάξιμος ἔδραμε παρὰ τὴν Σωσιπάτραν , καὶ παραφυλάττειν ἠξίου μάλα ἀκριβῶς |
| κλυδωνίωι . τοὺς γὰρ κάτω σθένοντας ἐξηιτησάμην τύμβου κυρῆσαι κἀς χέρας μητρὸς πεσεῖν . τοὐμὸν μὲν οὖν ὅσονπερ ἤθελον τυχεῖν | ||
| τί δὴ καλεῖς με ; ” Οὐ μόνος ἐμψύχων ἄπεχες χέρας , ἀλλὰ καὶ ἡμεῖς . τίς γάρ , ὃς |
| ὣς τῆνος δινοῖτο ποθ ' ἁμετέραισι θύραισιν . ἶυγξ , ἕλκε τὺ τῆνον ἐμὸν ποτὶ δῶμα τὸν ἄνδρα . ἐς | ||
| βαίνεις τ ' εἰς Ἀίδαο δόμους κυφὸς διὰ γῆρας . ἕλκε ποδὸς τεταγὼν διὰ βηλοῦ θεσπεσίοιο . τίθει μαγείρωι μνᾶς |
| [ ! ! ! ! ] ? [ ! ] ἀστυφέλικτος ? ? [ ] ? ? ἰχθύβοτος [ ] | ||
| , σφαίρης κέντρον ἐοῦσα μετάρσιον : ἐκ δὲ Βορῆος ἄξων ἀστυφέλικτος , ἰσόρροπος , ὀρθὸς ὁδεύων , ἀκροπαγὴς ἑκάτερθεν ἀερτάζων |
| καὶ Ἑρμῆ , βασιλεῦ τ ' ἐνέρων , πέμψατ ' ἔνερθεν ψυχὴν ἐς φῶς : εἰ γάρ τι κακῶν ἄκος | ||
| τοὶ πλάνατες ἀστέρες : ἐν δὲ τᾷ χώρᾳ τᾶς σελάνας ἔνερθεν ἐπὶ τὰ δι ' εὐθείας ἰόντα σώματα ἁ τῶ |
| μηδέν τι τολμῶν , ἀλλὰ τὴν τόλμαν φράσων . Πῆι φέρομαι ; πτερόεις με δι ' ἠέρος ἔμφρονι ῥοίζωι Σειρήνων | ||
| περὶ τοῖν σφυροῖν κατὰ τοὺς Περσικοὺς σατράπας . ἀλλὰ καὶ φέρομαι συνεχῶς ἐφ ' ἵππου , τὰ πρὸ τοῦ δὲ |
| , τυπείητε , τυπείησαν : πρόδηλος ἡ τεχνολογία ἀπὸ τῆς τυπείς μετοχῆς . Ἑνικά . Τυψαίμην : εἴπομεν ὡς ὅσα | ||
| : δαφνήεις κητώεις . αἱ δὲ μετοχαὶ ὀξύνονται : τυφθείς τυπείς . [ τὸ δὲ κτείς ὀξύτονον , ὡς μονοσύλλαβον |
| ἁ πτεροῦσσα παρθένος τιν ' ἀνδρῶν . χρόνωι δ ' ἔβα Πυθίαις ἀποστολαῖσιν Οἰδίπους ὁ τλάμων Θηβαίαν τάνδε γᾶν τότ | ||
| ἄλοχον πάιδάς τε φίλους , ὃ δ ' ἐς ἄλσος ἔβα δάφναισι κατάσκιον ποσὶν πάις Διός . καὶ Ἀντίμαχος δ |