καὶ οὐ βουλόμενος αὐτῷ ἀχαριστεῖν , ὑπέσχετο εἰ καιρὸς εἴη μνησθήσεσθαι τῷ δεσπότῃ ὤκει * * ἔνθα ἐτελεύτησεν . .
. Μή με οἰηθῇς ἐπὶ Σύβαριν ἥξειν , μηδὲ Συρακοσίων μνησθήσεσθαι τῶν ἁβροτάτων , μηδὲ Κορινθίων τῶν φιληδόνων , μηδὲ
6719021 προσβλεψας
πεπορισμένος πάρεστιν : ὡς εἰσῆλθε γάρ εὐθύς μ ' ἐπηρώτησε προσβλέψας μέγα , „ πόσους κέκληκας μέροπας ἐπὶ δεῖπνον ;
ὁ διὰ σὲ θρῆνος προοίμιον ; πῶς τοὺς σοὺς ἡλικιώτας προσβλέψας ἐπαρκέσω τῷ πάθει ; πῶς τὴν ἐμὴν νεολαίαν ἰδὼν
6698640 πατραλοιαν
ἀγαθόν † , ἀφ ' οὗ καὶ μητραλοίαν φαμὲν καὶ πατραλοίαν . ἀλλοίωσις ἑτεροιώσεως διαφέρει . ἀλλοίωσις μὲν γὰρ οὐ
τὴν πόλιν ἐγένετο , καὶ ὅτι εἶπον ἄν τινες καὶ πατραλοίαν με ὡς ἀληθῶς , ὅτι τυπτόμενον τὸν πατέρα παρεῖδον
6661467 σεσωσται
εἶδε Χαρμῖνόν τε καὶ Πολύνικον : Ταῦτα , ἔφη , σέσωσται δι ' ὑμᾶς τῇ στρατιᾷ καὶ παραδίδωμι αὐτὰ ἐγὼ
] ὧν ἴσμεν . σέσωσται ] ἄκουε τὸ πᾶν . σέσωσται ] ἐσώθη . σέσωσται ] + σεσωσμένη ἐστί .
6640944 ἀνεβοα
θάνατον στείχοντα , ἐς δάκρυά τε καὶ ὀλοφυρμοὺς ἐτράπη καὶ ἀνεβόα τὴν δίκην ἐπ ' αὐτὸν φέρειν τὸ ξίφος ,
ἕνα καθικέτευεν αὐτὸν ἀπολυθῆναι , καὶ δὴ πρὸς αὐτὸν τοιαῦτα ἀνεβόα : Σῶσον , ὦ ἄνερ , ἀπόλυσον ἐντεῦθεν ,
6569552 ἀπωμοτον
, καὶ τί δ ' ἔστ ' Ἀθηναίοισι πρᾶγμ ' ἀπώμοτον ; καὶ ταῦτα ἤκουον ἑορτάζοντες καὶ δημοκρατούμενοι , καὶ
Λέσβιον παιήονα . “ χρημάτων ἄελπτον οὐδέν ἐστιν οὐδ ' ἀπώμοτον οὐδὲ θαυμάσιον , ἐπειδὴ Ζεὺς πατὴρ Ὀλυμπίων ἐκ μεσαμβρίης
6522780 Σκεπτεον
τῇ φύσει κεχωρισμένα τῇ προνοίᾳ συναγαγεῖν ὑπὸ μίαν οἴκησιν . Σκεπτέον δὲ τί φησιν ἐνταῦθα ὁ ἱστορικός . Καὶ γὰρ
αὐτῷ : ἔσται δὲ καὶ εὐθυμότερος ἐν τῇ ταλαιπωρίῃ . Σκεπτέον δὲ καὶ ἤν τι ἐρυγγάνῃ ἢ ὑπὸ φύσης ἔχηται
6505121 ὑπονοει
καὶ Μαίονες καὶ Μῄονες : οὐ χρεία δὲ πλεονάζειν . ὑπονοεῖ δὲ καὶ ὁ Σκήψιος τὴν τοῦ ὀνόματος μετάπτωσιν ἐξ
ἀεί εἰμι . ἢ οὕτως : οὐδέποτε ἡ ἐμὴ ψυχὴ ὑπονοεῖ τι καὶ τούτου ἀχώριστος γίνεται . ἢ οὐδέποτε ἀχώριστος
6492969 ἀτιμαζεις
ἂν ὀργίζοιτ ' ἔπη κλύων ἃ νῦν σὺ τήνδ ' ἀτιμάζεις πόλιν ; Ἥξει γὰρ αὐτά , κἂν ἐγὼ σιγῇ
' αὐτή σοι τότ ' ἠπίως , σὺ δὲ ταύτην ἀτιμάζεις : ἐπιδειχθήσει θ ' ἅμα ἀτυχὴς γεγονὼς καὶ σκαιὸς
6460970 ἐπιγραφομενος
τὸ δὲ αὐτὸ καὶ ἔκκλητος καλεῖται . Δημοσθένους λόγος ἐστὶν ἐπιγραφόμενος ἔφεσις πρὸς Εὐβουλίδην , ἐν δὲ τῷ λόγῳ πολλάκις
σχεδὸν εἶναι θέσεως , ὡς ὅ τε περὶ τῶν ἀνακαλυπτηρίων ἐπιγραφόμενος Λυσίου καὶ ὁ περὶ τῆς ἀμβλώσεως : ἐν μὲν
6457350 ἀποβαν
, ἢ καὶ τὸ νῦν πρᾶγμα ἐπὶ τῶν ἔργων τὸ ἀποβάν ἐστι τέλος , οὗ ἕνεκα τὰ πρὸ αὐτοῦ ,
συντυχίας : οὐ γὰρ ἐκ προνοίας ἐγένετο : πρὸς τὸ ἀποβάν : εἰς τὰ προπύλαια : πρὸς τῷ βασιλεῖ κοιμηθησόμενος
6455645 ἐξεπεμφθη
συμβουλεύειν : ἀπολαβὼν δὲ τὴν ἐπιτιμίαν ὑπὸ τοῦ δήμου παραχρῆμα ἐξεπέμφθη πρεσβευτὴς μετὰ Φωκίωνος καί τινων ἑτέρων . τοῦ δ
μετὰ Ἁρμονίας εἰς δράκοντα μεταβαλὼν εἰς Ἠλύσιον πεδίον ὑπὸ Διὸς ἐξεπέμφθη . Πολύδωρος δὲ Θηβῶν βασιλεὺς γενόμενος Νυκτηίδα γαμεῖ ,
6450073 πεπαιχεν
[ ] οἶδα κλῆσιν καὶ κίναιδον σκω [ ] πῶς πέπαιχεν ? , πῶς πέφευγε [ ] ἀνάλυσιν , φάσιν
συνήθη καὶ φίλον . ἐκ Βοιωτῶν ἔγχελυν : Παρὰ προσδοκίαν πέπαιχεν . ἐν γὰρ τῇ Κωπαΐδι λίμνῃ μέγισται ἐγχέλεις .
6400325 μελετησας
? καὶ δι ! [ ] ! ν ἐγὼ ] μελετήσας ὧν τότ ? [ ' ἐνόουν ! ! ]
, ἣν ὁ ῥήτωρ ἐμελέτησεν πολλάκις τὰ πρῶτα τεταγμένα ὕστερα μελετήσας : νῦν δὲ περὶ τῆς τεχνικῆς διαλαμβάνοντες διαιρέσεως εἴπωμεν
6399112 συνηργησεν
δῆμον ἐπ ' αὐτὸν μεταθεῖναι τὴν μιθριδατικὴν μάχην . Καὶ συνήργησεν αὐτῷ πολὺς ὢν ἤδη λοιπὸν ὁ περὶ Μιθριδάτου λόγος
εἴ τις οὐ βούλεται ἀπιέναι , ἀλλὰ ἔχειν λόγον ὅτι συνήργησεν εἰς τὴν ἀποικίαν , διδότω δραχμὰς πεντήκοντα καὶ μενέτω
6391140 ἐπιδημα
, ἅπερ ἐστὶν ἔνδημα , καὶ εἶθ ' οὕτως τὰ ἐπίδημα , τουτέστι τὰς Ἐπιδημίας . καὶ τέλος πάντων δεῖ
ἔνδημα ἀναγινώσκειν . καὶ ἔνδημα μέν ἐστι τὰ ἐνυπάρχοντα , ἐπίδημα δὲ τὰ μὴ ὑπάρχοντα . διὸ δεῖ τὸ Περὶ
6389688 ἐξηπατα
, ὡς ἦν ἀλαζὼν καὶ φέναξ οἵοις τε τοὺς θεατὰς ἐξηπάτα μώρους λαβὼν παρὰ Φρυνίχῳ τραφέντας . Πρώτιστα μὲν γὰρ
. τούτῳ γὰρ δὴ καὶ μάλα τις πειθήνιος ἐγίνετο : ἐξηπάτα γὰρ ἡμᾶς τούτοις τοῖς λόγοις , οἶμαι , ἵνα
6388134 ἐπωλησεν
“ σκευάρια δὴ κλέψας ἀπεκήρυξ ' ” ἐκφέρων , “ ἐπώλησεν . Ἀπόκρισις : ἡ ἀπολογία : Λυσίας . καὶ
. Μένανδρος : ἀπεκήρυξεν αὐτὴν Ἀγαμέμνων , οἷον ὑπὸ κήρυκι ἐπώλησεν . ἐπικηρύξαι δὲ τὸ ὑποσχέσθαι χρήματα . ἀρνειοὶ καὶ
6383384 εἰρωτα
δολερὰ δὲ αὐτῶν τὰ εἵματα . Δεύτερα δὲ τὸν χρυσὸν εἰρώτα , τὸν στρεπτὸν τὸν περιαυχένιον καὶ τὰ ψέλια :
θηλυτέρῃσι γυναιξί , καὶ ἥ κ ' εὐεργὸς ἔῃσιν . εἰρώτα δὴ ἔπειτα , τίς εἴη καὶ πόθεν ἔλθοι :
6380229 προσποιου
σε σκαιὰν ἐποίησέ σου τὴν ἄσκησιν : τιμῶν καπνούς : προσποιοῦ ἔνθεος εἶναι : τέθνηκεν ἥδε : εἰ δὲ νομίζεις
προσποιοῦ μὴ ἀκούειν . ἀκούους ' ] κἂν ἀκούῃς , προσποιοῦ μὴ ἀκούειν . ἐμφανῶς ] φανερῶς . θΞ ἄκου
6375864 Τιλφωσσαιον
, καὶ νυκτὸς συνέφυγον εἴς τι χωρίον τῆς Βοιωτίας ὀνομαζόμενον Τιλφωσσαῖον . ἔπειθ ' οἱ μὲν ἐπίγονοι τὴν πόλιν ἑλόντες
Τικίνιος . Τιλαταῖοι , ἔθνος Θρᾴκης . Θουκυδίδης δευτέρᾳ . Τιλφωσσαῖον , χωρίον Θετταλίας . τὸ ἐθνικὸν Τιλφωσσαῖος ὁμοίως .
6363539 νεμεσησῃ
καθέλῃσι τανηλεγέος θανάτοιο , μή τίς μοι κατὰ δῆμον Ἀχαιϊάδων νεμεσήσῃ , αἴ κεν ἄτερ σπείρου κεῖται πολλὰ κτεατίσσας .
ταῦτα λεγώμεθα νηπύτιοι ὣς ἑσταότες , μή πού τις ὑπερφιάλως νεμεσήσῃ : ἀλλὰ σύ γε κλισίην δὲ κιὼν ἕλευ ὄβριμον
6359655 Φαινεται
τέχνῃ αὐτοῦ ἑκάστου ἐπιμελούμεθα , ἄλλῃ δὲ τῶν αὐτοῦ . Φαίνεται . Οὐκ ἄρα ὅταν τῶν σαυτοῦ ἐπιμελῇ , σαυτοῦ
ἀρχῆς τούτοις ἐπιθυμεῖ , τυραννικῆς , καὶ τύραννος εἶναι ; Φαίνεται . Οὐκοῦν ταύτης ἐπιθυμεῖν σὺ φῄς ; Ἔοικέν γε
6358865 διηγησαι
' ὅπερ ἐδεόμεθά σου , μὴ ἄλλως ποιήσῃς , ἀλλὰ διήγησαι τίνες ἦσαν οἱ λόγοι . Ἦσαν τοίνυν ἐκεῖνοι τοιοίδε
, εἰ μή τις σοι μεγάλη ἀσχολία τυγχάνει οὖσα , διήγησαι ἡμῖν : πάνυ γὰρ ἐπιθυμοῦμεν ἀκοῦσαι , τί ποτέ
6354462 Λεαινα
οὖν καὶ σὺ τοιοῦτόν τι πέπονθας ; Οὔκουν , ὦ Λέαινα , ἔφη , ἀλλὰ ἐγεννήθην μὲν ὁμοία ταῖς ἄλλαις
ὁμιλήσοι , ὁ Δημήτριος κελητίσας εἶπε : πρὸς ταῦτα καὶ Λέαινα , εἰ βούλει , κράτει . πάλιν ὁ αὐτός
6351244 Καλην
περὶ ταῦτα χάριν , αὐτὸν δὲ ἑτέροις μὴ δοῦναι . Καλὴν ἐλπίζω τὴν ἐμπορίαν ἔσεσθαι τοῖσδε τοῖς νεανίσκοις , ὅτι
σοφῶν ἕκαστον ᾠδήν τινα καλὴν εἰς μέσον ἠξίουν προσφέρειν . Καλὴν δὲ ταύτην ἐνόμιζον τὴν παραίνεσίν τέ τινα καὶ γνώμην
6339055 κατειπε
ἕτερον εἰ πύθοιο Σωκράτους φρόντισμα ; ποῖον ; ἀντιβολῶ , κάτειπέ μοι . ἀνήρετ ' αὐτὸν Χαιρεφῶν ὁ Σφήττιος ὁπότερα
' φήμερε ; πρῶτον μὲν ὅτι δρᾷς , ἀντιβολῶ , κάτειπέ μοι . ἀεροβατῶ καὶ περιφρονῶ τὸν ἥλιον . ἔπειτ
6335387 περιορᾳς
κόρης ἐλευθέρας εἰς ἔρωθ ' ἥκων σιωπᾷς καὶ μάτην ποθουμένους περιορᾷς γάμους σεαυτῷ . τίς γὰρ οὑτοσὶ κακοδαίμων ἔφυ ,
ἀκούσας ; Ἀλλ ' οὐδὲν ἧττον ἐπιστάμενος χρᾷς , ἔπειτα περιορᾷς διαμαρτάνοντα . Ἀλλ ' ἀμφίβολος ἡ στενύγρη , ὅπως
6331968 ἐνδοξοτατην
λέγει . ἢ τὴν ἐξέχουσαν τῇ θέσει , ἢ τὴν ἐνδοξοτάτην καὶ πρωτεύουσαν . τῆς Ὀλυμπίας . τοιοῖσδε μέλεσιν :
καὶ παύσας τῶν ὀδόντων , οὕτω λοιπὸν ἔγημεν αὐτὴν τὴν ἐνδοξοτάτην τῶν Νηρεΐδων , καὶ γέγονε τῶν οὐρανίων θεατὴς ἀκριβῶς
6326718 φηις
ἐμὲ καὶ πάνδεινα ποιεῖ πράγμαθ ' ἡ Χρυσίς . τί φήις ; τὴν γυναῖκά μου πέπεικε μηθὲν ὁμολογεῖν ὅλως μηδὲ
[ ἔμ ' ἐπρ [ ἔδεις [ ] [ τί φήις , Ὀνήσιμ [ ' ] , ἐξεπειράθη [ αὕτη
6317207 ἐρωταις
; ὅ τι βοῶ , κάθαρμα σύ ; τοῦτ ' ἐρωτᾶις ; εἰς σεαυτὸν ἀναδέχει τὴν αἰτίαν , εἰπέ μοι
ἀπόκριναι πάλιν . σὺ δ ' , ἤν γ ' ἐρωτᾶις εἰκότ ' , εἰκότ ' ἂν κλύοις . οὐκ
6315715 σμημα
τινα φέρειν ἀπονίψασθαι . δότω τις δεῦρ ' ὕδωρ καὶ σμῆμα . τράπεζα φυστημινεις ἀλλὰ μὴν δαίμονος ἀγαθοῦ μετάνιπτρον ,
τινα φέρειν ἀπονίψασθαι . δότω τις δεῦρ ' ὕδωρ καὶ σμῆμα . ἔτι δὲ καὶ εὐώδεσι τὰς χεῖρας κατεχρίοντο τὰς
6314426 Πετρος
ἀναφορική . ἄλλος ἐπὶ τῶν ὁμοφυῶν , οἷον ἄλλος ὁ Πέτρος καὶ ἄλλος ὁ Παῦλος : ἄλλο ἐπὶ τῶν ἑτεροφυῶν
Πέτρος , ὁ δὲ λόγος ἐκ διαφόρων λέξεων σύγκειται οἷον Πέτρος ὀρθῶς γράφει . σύντομον δὲ αὐτὸν εἰπὼν διαστέλλει ἀπὸ
6311683 ἠγωνισω
Τί οὖν ; ἠγωνίζου τι ἡμῖν ; καὶ πῶς τι ἠγωνίσω ; Τὰ πρῶτα τῶν ἄθλων ἠνεγκάμεθα , ὦ Σώκρατες
ἀγωνίζεσθαι πρᾶγμα : „ ἀνάγγειλον ἡμῖν , πῶς τὸ πρᾶγμα ἠγωνίσω . „ . ἀλεαίνειν : τὸ θερμαίνεσθαι , οὐκ
6308776 ἀνιστασο
. μὴ φροντίσῃς , ὦ δαιμόνι ' , ἀλλ ' ἀνίστασο . πῶς οὖν ἐμαυτῷ τοῦτ ' ἐγὼ ξυνείσομαι ,
τροφήν ἐπαίτης μερίμνης ἄξια κατέχων λέγει Ὀδυσσεὺς ὑποκρίνεται εἶναι Τρωικός ἀνίστασο ὡς ἀνατετακότων αὐτῶν τὰ ἀμυντήρια ὁ Αἴας ἐκ τῶν
6308232 Μανια
ὑμῖν ποτε ἐν τοῖς ὄρεσι τάχιστα θηρίον τρέχειν ; ἡ Μανία δ ' αὐτόμολος , ὦ βέλτιστ ' , ἔφη
. ἐδόκει δὲ λιθιᾶν , ὡς ἔοιχ ' , ἡ Μανία : Γνάθαινα δ ' εἰς τὰ στρώμαθ ' ὅτι
6307068 τρισκαιδεκατηι
εὔχοντο Ἀθηναίοις δεδήλωκεν . . . : ἐν δὲ τῆι τρισκαιδεκάτηι τῶν Φιλιππικῶν περὶ Χαβρίου τοῦ Ἀθηναίων στρατηγοῦ ἱστορῶν φησιν
. . . : περὶ δὲ Αἰτωλῶν Πολύβιος μὲν ἐν τρισκαιδεκάτηι Ἱστοριῶν φησιν ὡς διὰ τὴν τῶν πολέμων συνέχειαν καὶ
6305041 ἀπαγ
. ὢ δυστυχής , ὢ δυστυχής , ὢ δυστυχής . ἄπαγ ' εἰς τὸ βάραθρον : τοῦ γέροντός τις γυνὴ
; δρᾶ δ ' , εἴ τι δράσεις , ἢ ἄπαγ ' οἴκαδε στρατόν , τὰ τῶν Ἀτρειδῶν μὴ μένων
6301227 Φερετιμη
τῷ Κορινθίων θησαυρῷ κεῖται . Ἀπικομένη δὲ παρὰ τοῦτον ἡ Φερετίμη ἐδέετο στρατιῆς ἣ κατάξει σφέας ἐς τὴν Κυρήνην :
τοῦ χρησμοῦ ἐξέπλησε μοῖραν τὴν ἑωυτοῦ . Ἡ δὲ μήτηρ Φερετίμη , ἕως μὲν ὁ Ἀρκεσίλεως ἐν τῇ Βάρκῃ διαιτᾶτο
6292213 Μηθυμνα
. . . . . νε γοʹ λθ ∠ ʹγ Μήθυμνα . . . . . . . . .
γὰρ καὶ παρὰ τὸ ῥίζα ῥιζόθεν , ἐσχάρα ἐσχαρόθεν , Μήθυμνα Μηθυμνόθεν , Μέγαρα Μεγαρόθεν . Οὐ βίαιον δὲ καὶ
6289925 ἐοιχ
αὐτῷ καταμαθεῖν . Τοῦτ ' αὐτὸ δὴ νῦν , ὡς ἔοιχ ' , ἡμῖν ἤδη πειρατέον φράζειν . καί μοι
πάρεργον ἐπεκράτης ' ἢ τοὔνομα . Ἐδόκει δὲ λιθιᾶν ὡς ἔοιχ ' ἡ Μανία , Γνάθαινα δ ' εἰς τὰ
6286627 διαμαρτανει
ἔθηκε . νῦν δὲ περὶ μὲν τὴν ἐκλογὴν ἔστιν ὅτε διαμαρτάνει , καὶ μάλιστα ἐν οἷς ἂν τὴν ὑψηλὴν καὶ
τις πλησιασμῷ χρῷτο παρ ' ὅσον χρήσιμός ἐστιν , οὐ διαμαρτάνει : οὐδ ' ἄρα εἰ κάλλει χρήσαιτο παρ '
6267809 περαινω
χλόην καταμπέχοντα , σάρκα νεογενῆ . τί λέγεις ; τραγῳδίαν περαίνω Σοφοκλέους . ἔστιν δ ' ἑταίρα τῷ τρέφοντι συμφορά
, χλόην καταμπέχοντα σάρκα νεογενῆ . τί λέγεις ; τραγῳδίαν περαίνω Σοφοκλέους . ΓΑΛΑΘΗΝΩΝ δὲ χοίρων ποτὲ περιενεχθέντων καὶ περὶ
6267182 χλευασαι
ἄκρως . διασιλλοῦν καὶ διασιλλῶσαι : σημαίνει τὸ διασῦραι καὶ χλευάσαι . σίλλοι γὰρ ᾄσματα χλευαστικά . δημοφανὲς πρᾶγμα :
ἰδίαν ἐπιστήμην ἀποφῆναι περιβόητον , ὡς ἐπὶ τῷ διασῦραι καὶ χλευάσαι τὰ γινόμενα ; καὶ γὰρ τὰς βακτηρίας εἰς δρακόντων
6261213 ἐσχηκας
] . ὄσην δὲ καὶ τὴν γλάσσαν , οὖτος , ἔσχηκας . Κύδιλλα , κοῦ ' στι Πυρρίης , κάλει
. ἐμοὶ μὲν οὐδεὶς δοκεῖ κρείσσονα ἐσχηκέναι περίστασιν ἧς σὺ ἔσχηκας , ἂν θέλῃς ὡς ἀθλητὴς νεανίσκῳ χρῆσθαι . καὶ
6259137 Δαρειε
πάτερ ] ὦ . ἄκακε ] πρᾶε . Δαρειᾶν ] Δαρεῖε . πάτερ ] ὦ . ἐπῳδὸς κώλων ηʹ .
πάτερ ] ὦ . ἄκακε ] πρᾶε . Δαρειᾶν ] Δαρεῖε . οἴ ] φεῦ . ἀντιστροφὴ κώλων ηʹ .
6258125 Ἀθηναιε
' ἠγανάκτει καὶ παραθεασάμενος ὧδ ' ἔλεγεν . ὦ ξένε Ἀθηναῖε , λόγος μὲν ἤδη περὶ σοῦ πολὺς ἐν ἡμετέρῳ
; Ταῦτα τάχ ' ἂν ἐρεσχηλοῦντες εἴποιεν : Ὦ ξένε Ἀθηναῖε καὶ Λακεδαιμόνιε καὶ Κνώσιε , ἀληθῆ λέγετε . ἡμῶν
6250778 διεκειμεθα
ἴσασιν οἱ πάντα εἰδότες . οἶσθα δὲ καὶ αὐτὸς ὡς διεκείμεθα δεδιότες μὴ τὰ γενόμενα γένηται . ὃν οὖν ἔπληττε
νῦν , πρὶν ὑπὸ σοῦ ταῦτα νουθετηθῆναι , ὡς εὐήθως διεκείμεθα , ἔτι σοι μᾶλλον ἐγὼ ἐπιδείξω εἰπὼν ἃ διενοούμεθα
6249923 ὑποκριναιτο
μερμήριξε δ ' ἀρηΐφιλος Μενέλαος , ὅππως οἱ κατὰ μοῖραν ὑποκρίναιτο νοήσας . τὸν δ ' Ἑλένη τανύπεπλος ὑποφθαμένη φάτο
, μιμνέτω ἔκτοθεν ἵππου ἀρήιον ἐνθέμενος κῆρ , ὅς τις ὑποκρίναιτο βίην ὑπέροπλον Ἀχαιῶν ῥέξαι ὑπὲρ νόστοιο λιλαιομένων ὑπαλύξαι ,
6245187 ἐοικ
εἰσὶ γὰρ Φαληρικοί . ἄλλοι δ ' ἐπώλουν , ὡς ἔοικ ' , Ὀτρυνικούς . μὴ μεστὰς ἀεὶ ἕλκωμεν ,
[ δ ' ] οὐθέν [ ] , ὥστ ' ἔοικ [ ] ? ' ἐ - [ πάγειν ]
6241050 Εἰκος
μάλιστα σὺ ποθεῖς , ἡμῖν ἀντὶ τείχους καὶ δορυφόρων . Εἰκὸς μὲν ἥκειν ὡς ὑμᾶς λόγον τῶν ἔργων , οἷς
ἢ εἰς ἄγαν δουλείαν μεταβάλλειν καὶ ἰδιώτῃ καὶ πόλει . Εἰκὸς γάρ . Εἰκότως τοίνυν , εἶπον , οὐκ ἐξ
6236162 κεκωμῳδηται
δ ' ἀν ' ἄστυ : ταραχαί , θόρυβοι . κεκωμῴδηται δὲ ἡ λέξις . λέγεται γὰρ μᾶλλον ἐπὶ βορβορυγμοῦ
. . Κηφισόδωρος : Λυκοῦργος ἐν τῷ Κατὰ Μενεσαίχμου . κεκωμῴδηται δὲ οὗτος ὡς νωθὴς κτἑ . . . .
6231404 προκωμιον
καὶ αὐτῇ τῇ Νεμέᾳ καὶ τῇ Τιμασάρχου πάλῃ . ὕμνου προκώμιον : ὕμνου προκώμιον εἶπε διὰ τὸ ὑπὸ χορευτῶν μὲν
μετὰ τῶν Χαρίτων γράφειν . τὸ δὲ προηγούμενον τοῦ κώμου προκώμιον εἶπεν , ἐπειδὴ κωμάζουσιν ᾄδοντες τὸ ποίημα : προκώμιον
6227465 πεπρακε
πρὸς Βάθυλλον τὸν ἄρτι τῶν ἁπάντων κρατοῦντα καὶ τυράννων . πέπρακέ μ ' ἡ Κυθήρη λαβοῦσα μικρὸν ὕμνον ἐγὼ δ
σή ; μὴ τοῦτο εἴπῃς . ” “ Καὶ μὴν πέπρακέ μέ τίς σοι θεῶν ὥσπερ τὸν Ἡρακλέα τῇ Ὀμφάλῃ
6216714 σῳζου
, ἀπέδωκα κἀγὼ σοὶ πρόθυμ ' ἐς παῖδε σώ . σῴζου δὲ δὴ σύ , σφὼ δὲ τήνδε μητέρα ,
γὰρ ἔσχον νῦν ἐλεύθερον στόμα . Ξύμφημι κἀγώ : τοιγαροῦν σῴζου τόδε . Τί δρῶσα ; Οὗ μή ' στι
6216055 πεπεισαι
οὗ μάλιστα παρίσταται τὸ εἶναι πρόνοιαν . εἰ δὲ μηδέπω πέπεισαι , τὸν ἔθ ' ὑποικουροῦντα ἐνδοιασμὸν εἰπὲ θαρρῶν :
καὶ πείσειεν ἄν : νῦν δ ' οὖν , εἴτε πέπεισαι εἴτε ὁπωσδὴ ἔχεις , σύμφῃς γοῦν ἡμῖν πάντα τὰ
6215332 Οἰμ
κἀπιτρέψαι Λαμάχῳ , πότερον ἀκρίδες ἥδιόν ἐστιν ἢ κίχλαι ; Οἴμ ' ὡς ὑβρίζεις . Τὰς ἀκρίδας κρίνει πολύ .
. Τί ὑποτεκμαίρει καὶ κακῶς ἄνδρας λέγεις καλοκαγαθεῖν ἀσκοῦντας ; Οἴμ ' , ὦ Θρασύμαχε , τίς τοῦτο τῶν ξυνηγόρων
6213308 σιδηρεια
τις ἄν , καὶ ἔνδοξα εἶναι , καθάπερ καὶ τὰ σιδηρεῖα ; ἢ σιδήρου μὲν εὐπορία τόπον ἐπιφανῆ δύναται ποιεῖν
ὅτι καὶ ἔνδοξα ἦν καὶ ἄξια μνήμης , καθάπερ τὰ σιδηρεῖα . τί δ ' εἰ μὴ κατὰ τοὺς ἥρωας
6209825 Φρυνην
ἡμῖν Ἀφροδίτης , οὐκ ἄγαλμα δεδωκώς . ἐργασάμενος γὰρ τὴν Φρύνην ἔργαψε τὴν θεὸν τῇ προσηγορίᾳ τῆς Ἀφροδίτης ὥσπερ ἐπιγράμματι
, Ἵππη , πάνυ χόρτον , φησί , καταβεβρωκέναι . Φρύνην ἐπείρα Μοίριχος τὴν Θεσπικήν : κἄπειτεν αἰτήσασαν αὐτὸν μνᾶν
6208027 συκοφαντεις
δ ' ἀναγορευέτω . τί οὖν , ὦ ταλαίπωρε , συκοφαντεῖς ; τί λόγους πλάττεις ; τί σαυτὸν οὐκ ἐλλεβορίζεις
φαγεῖν . ὑπευθύνους δὲ λέγει τοὺς καταδίκους . ἀποσυκάζεις ] συκοφαντεῖς . Γ ἀποσυκάζεις ] συκοφαντεῖν , ἀφ ' οὗ
6206233 βραδεες
' ἐπιπείθεο μύθῳ : ἠπεδανὸς δέ νύ τοι θεράπων , βραδέες δέ τοι ἵπποι . τὸν δ ' ἄρ '
γῆρας κατείληφέ σε , ἠπεδανὸς δέ νύ τοι θεράπων , βραδέες δέ τοι ἵπποι , ἐς τοὺς πόδας τοῦτο ἀποσκώπτων
6204953 ἐπηνωρθωσαν
. Ῥωμαῖοι δ ' εἰς δύναμιν , ὡς εἰπεῖν , ἐπηνώρθωσαν τὰ πολλά , τὴν μὲν πόλιν διατάξαντες ὡς εἶπον
ἡ μὲν οὐδὲν ὤνησε , λοιδορηθέντες δὲ πολλοὶ τὰ ἐλλείμματα ἐπηνώρθωσαν . καὶ πρὸς τοὺς νουθετοῦντας ἥμερος ὢν πρὸς τοὺς
6199743 πολλοστη
, ἐν οἷς ἡ Κῶς σὺν τῇσιν ἑωυτῆς νήσοισιν οὐ πολλοστὴ , μεγίστη δ ' ἐς συμμαχίην ἐστίν : οὕτως
ὁ ἀριθμός , τὸ δὲ πλῆθος ἐξ ἑνάδων συμπληροῦται , πολλοστὴ δὲ ἀπὸ τῆς ἑνάδος ἡ μονάς , εἴπερ εἰδητικὴν
6199686 Σερμυλιων
ἡ Σερμυλὶς Χαλκιδικὴ πόλις τὰ Ἀθηναίων φρονοῦσα ʃ καὶ τῶν Σερμυλίων πολλοὺς διέφθειρεν Φορμίων . . . ἐδῄου : ἄπορον
κτἑ . : τὸ ἑξῆς οὕτως : καὶ πολλοὺς τῶν Σερμυλίων , λοχήσας αὐτοὺς πρὸς τῇ ἑαυτῶν πόλει , διέφθειρεν
6199335 ἐπραθη
καὶ πεπιστευμένοις . πολλοὶ δὲ καὶ [ ἡρπάσθησαν καὶ ] ἐπράθη - σαν . τὸ δὲ πεπρᾶσθαι τοῦ πωλεῖσθαι ταύτῃ
τῷ λάκκῳ τρεῖς ἡμέρας καὶ τρεῖς νύκτας , καὶ οὕτως ἐπράθη ἄσιτος . Καὶ ἀκούσας Ῥουβὴμ ὅτι ἐπράθη ἀπόντος αὐτοῦ
6197862 ἐδεχθη
αὐτοῦ ἀδελφὸς ἐν τῇ Σαλαμῖνι τῇ αὑτοῦ πατρίδι κατελθὼν οὐκ ἐδέχθη τῷ πατρὶ αὐτῶν Τελαμῶνι , ἀλλ ' ἐδιώχθη ἀπὸ
πεμφθέντας εἰς τὸν Ἰσθμὸν τοὺς Μολιονίδας ἑλὼν Ἡρακλῆς ὑπὸ Κορινθίων ἐδέχθη . Ἡρόδωρος δὲ καὶ Ἑλλάνικός φασιν ὡς , ὅτε
6189668 περανω
κάνθαρος ; τουτὶ γὰρ ἂν πύθωμ ' ἔτι , αὐτὸς περανῶ τὰ πάντ ' . ἀμέλει κυκνοκάνθαρος . [ ἐξ
ἐλέγχων μὲν ταῦτα , διότι οὐχ οὕτως ἔχει , οὐδὲν περανῶ : ἐξηγεύμενος δὲ καθότι μοι δοκέει ἕκαστον ὀρθῶς ἔχειν
6181379 ὀλυμπιονικην
νικῆσαι τοῖς ποσὶν ἐποίησε . βούλεται δὲ δεῖξαι αὐτὸν καὶ ὀλυμπιονίκην καὶ πυθιονίκην . διὸ καὶ ἄνω εἴρηκεν ὡς τοῖς
εἰς ἀγῶνα παρεσκευασμένος καλῶς : εἰ δὲ ὑμεῖς ἐμπνεύσητε , ὀλυμπιονίκην εἶναι τὸν νέον μαντεύομαι . γένοιτο δὲ ὑμᾶς λαμπρῶς
6177228 νεκυομαντειον
τῶν ἀποπιπτόντων φύλλων ἐμπίπτειν εἰς αὐτήν . εἶναι δὲ καὶ νεκυομαντεῖον ἐν ταύτῃ τῇ λίμνῃ Σοφοκλῆς ἱστορεῖ . ἀπ '
τὰ περὶ τὴν νεκυῖαν τὴν Ὁμηρικήν : καὶ δὴ καὶ νεκυομαντεῖον ἱστοροῦσιν ἐνταῦθα γενέσθαι καὶ Ὀδυσσέα εἰς τοῦτ ' ἀφικέσθαι
6177072 Νικοφημου
] εἰς Σάμον κληρούχους ἔπεμψαν Ἀθηναῖοι ἐπ ' ἄρχοντος Ἀθήνησι Νικοφήμου . . . . ὡς γὰρ ἀπηλλάγη ] ἄλλο
ἐπιπλεύσας , ἔπειτα σφαλέντος τῷ βουλεύματι . . . . Νικοφήμου ] οὗτος ἦρξε πρὸ Θεμιστοκλέους , ἐφ ' οὗ
6175650 κερτομον
τε καὶ περιχορεύουσιν αὐτήν : εἶτα ἐμπηδήσαντες κατεκυβίστησαν καὶ κατωρχήσαντο κέρτομόν τινα καὶ πιθήκοις πρέπουσαν ὀρχηστικήν , καὶ ποικίλως ἐνυβρίσαντες
ἐγκρατῶς . ἀθρόοι οὖν γενόμενοι οἱ πίθηκοι περιχορεύουσι καὶ κυβιστῶσι κέρτομόν τι καὶ ὀρχηστικόν . ἡ δὲ ὑπομένει , καὶ
6174166 Περσικαις
. Ἀλέξανδρος δ ' , ὡς τῆς Ἀσίας ἐκυρίευσε , Περσικαῖς ἐχρῆτο στολαῖς . Δημήτριος δὲ πάντας ὑπερέβαλλε . Τὴν
Περσικήν . οἱ δὲ βάρβαροι προσπλέοντος ἄρτι τοῦ στόλου ταῖς Περσικαῖς ναυσὶ καὶ παρασκευαῖς ψευσθέντες ὑπέλαβον τὰς ἰδίας τριήρεις εἶναι
6172939 Σιδη
ὡς Σιδήτης καὶ Πυλήτης , ὡς δειχθήσεται , ἀπὸ τοῦ Σίδη καὶ Πύλη . [ ὡς ] καὶ Ἄλβη ,
δισύλλαβα διὰ τοῦ ι γράφονται : οἷον , κνίδη : Σίδη : χλίδη : Ἴδη : τὸ ὄρος τὸ Λήδη
6171779 αἰαζω
πλατάγησον στήθεα καὶ λέγε πᾶσιν , ἀπώλετο καλὸς Ἄδωνις . αἰάζω τὸν Ἄδωνιν : ἐπαιάζουσιν Ἔρωτες . κεῖται καλὸς Ἄδωνις
, . Αἰάζειν : παρὰ τὸ αἴ σχετλιαστικὸν ἐπίρρημα γέγονεν αἰάζω , ὡς λίαν λιάζω , . , , .
6169304 Ζευξιν
τέχνης . οὕτω καὶ Φειδίαν ἐνθουσιῶντα δημιουργεῖν , οὕτω καὶ Ζεῦξιν εἰκάζειν τὰ ἀγάλματα . , . . συντυχία ὑπολαβὼν
τι ὄν . ἄμεινον δὲ οἶμαι ἀναγεγραφέναι τοὺς περὶ τὸν Ζεῦξιν , εἶτα καὶ Ζήνωνα . εἰκὸς γὰρ τὸ κάμμορον
6160782 Ἑκαβηι
ὅσονπερ ἤθελον τυχεῖν ἔσται : γεραιᾶι δ ' ἐκποδὼν χωρήσομαι Ἑκάβηι : περᾶι γὰρ ἥδ ' ὑπὸ σκηνῆς πόδα Ἀγαμέμνονος
νῦν δὲ θανὼν λάμπεις Ἕσπερος ἐν φθιμένοις . Δάκρυα μὲν Ἑκάβηι τε καὶ Ἰλιάδεσσι γυναιξί Μοῖραι ἐπέκλωσαν δὴ τότε γεινομέναις
6158014 περιμενω
' οὐκ ἄγεις εἰς τὸν ὄχλον αὐτό ; διότι φυλὴν περιμένω σφόδρα φιλονικοῦσαν λαχεῖν τιν ' . οἶδα γὰρ ὅτι
Ἀττική [ καὶ Πελοπιδῶν ] : ἐν ταύτῃ ἕστηκα καὶ περιμένω τίς πρῶτος ἀπόλλυται . καὶ πολλὰ βαλλόμενος καὶ τοξευόμενος
6157350 Κασσανδρεων
τριάκοντα τάλαντα . Ἀντίγονος Κασσάνδρειαν ἐπολιόρκει βουλόμενος ἐξελεῖν Ἀπολλόδωρον τὸν Κασσανδρέων τύραννον . δέκα μηνῶν χρόνος ἦν τῇ πολιορκίᾳ .
' ἄκραις ταῖς λόγχαις ἔφερεν , ὡς Φάλαριν καὶ τὸν Κασσανδρέων τύραννον Ἀπολλόδωρον ὑπερβάλλειν ὠμότητι . παραλιπὼν δ ' ἄν
6153731 ἠγαγ
παρασπόνδου βίου ἡμᾶς γὰρ ἀπολύσασα καὶ τῆς δυσχεροῦς ἀλληλοφαγίας , ἤγαγ ' εἰς τάξιν τινά , καὶ τουτονὶ περιῆψεν ὃν
τέκνων ἄπαιδές εἰσιν , οὕς ποτ ' Ἀργείων ἄναξ Ἄδραστος ἤγαγ ' , Οἰδίπου παγκληρίας μέρος κατασχεῖν φυγάδι Πολυνείκει θέλων
6152894 διωριστο
Τριφυλίων ἔσχατοι Κυπαρισσιεῦσι πρώτοις Μεσσηνίων . τὸ δὲ παλαιὸν ἄλλως διώριστο , ὡς καὶ τινὰς τῶν πέραν τῆς Νέδας ὑπὸ
ἐπεὶ δὲ ὁ χρόνος , ὃν ἐνδιατρίβειν ἐν τῇ πηγῇ διώριστο , παρεληλύθει , τὴν μὲν ὁ πρόεδρος δεξιωσάμενος ἐκ
6149998 ἐλεησει
κατὰ τοὺς Δελφοὺς , ἔνθα γῆς ὀμφαλὸς λέγεται . τίς ἐλεήσει αὐτὸν , ὦ Ζεῦ : τί : οὗτος γὰρ
: ” τίς σε , ὦ τέκνον , τῶν θεῶν ἐλεήσει ; τίνος γὰρ κρέας ὑπὸ σοῦ γε οὐκ ἐκλάπη
6149138 νεωνητος
ἀλλήλας οὐκ ἀγεννῶς ἠμφισβήτουν περὶ τοῦ τίνι τούτων νυμφίος ὁ νεώνητος ἔσται . τῆς δὲ τοῦ Ξάνθου γυναικὸς εἴσω κληθῆναι
ἐμαυτῇ . “ καὶ ἐξέρχεται καί φησιν ” ποῦ ὁ νεώνητος ; “ ἐπιστραφεὶς ὁ Αἴσωπος λέγει ” ὧδε ,
6141634 συμμαχιην
ὁ Αἰάκης κελευόντων τῶν Περσέων δεόμενός σφεων ἐκλιπεῖν τὴν Ἰώνων συμμαχίην , οἱ Σάμιοι ὦν ὁρῶντες ἅμα μὲν ἐοῦσαν ἀταξίην
βασιλέϊ Δαρείῳ Ἀθηναῖοι γῆν τε καὶ ὕδωρ , ὁ δὲ συμμαχίην σφι συνετίθετο , εἰ δὲ μὴ διδοῦσι , ἀπαλλάσσεσθαι
6140934 Ἀορνῳ
θάλατταν . ἐμύθευον δ ' οἱ πρὸ ἡμῶν ἐν τῷ Ἀόρνῳ τὰ περὶ τὴν νέκυιαν τὴν Ὁμηρικήν : καὶ δὴ
Βεσβίῳ Πυριφλεγέθοντα καὶ Ἀχερουσίαν λίμνην καὶ νεκυομαντεῖον τὸ ἐν τῷ Ἀόρνῳ καὶ Βάιον καὶ Μισηνὸν τῶν Ὀδυσσέως ἑταίρων τινάς ;
6140779 Ἐοικε
πολλοὶ πεπλάσθαι φάσκοντες αὐτὰς ἀμφισβητεῖν ἀξιοῦσι πρὸς τοὺς ποιηθέντας . Ἔοικε δ ' οὐδὲν προὔργου τοῦτο εἶναι : καὶ γὰρ
ἐν Ἀφροδίτης γενεθλίοις ἐκ τῆς Πενίας καὶ τοῦ Πόρου . Ἔοικε δὲ ὁ λόγος καὶ περὶ τῆς Ἀφροδίτης ἀπαιτήσειν τι
6140503 εὐηθικως
οὐκ ἄρα εἶμεν ἀμφότεροιοὐ γὰρ εἷς ἐσμεν , ἀλλὰ δύοοὕτως εὐηθικῶς εἴχομεν : νῦν δὲ παρὰ σοῦ ἤδη ἀνεδιδάχθημεν ὅτι
θεωρεῖν . ἴσως οὖν καλῶς ἡγῇ , ἐγὼ δ ' εὐηθικῶς . ἐγὼ γὰρ αὖ οὐ δύναμαι ἄλλο τι νομίσαι
6140348 Χωρει
ὦνδρες , αὐτοὶ δὴ μόνοι λαβώμεθ ' οἱ γεωργοί . Χωρεῖ γέ τοι τὸ πρᾶγμα πολλῷ μᾶλλον , ὦνδρες ,
λύραν , ἔργον Εὐδόξου , τιταίνει ψίθυρον εὐήθη νόμον . Χωρεῖ ' πὶ γραμμὴν λορδὸς ὡς εἰς ἐμβολήν . Ὃς
6138468 Φερ
. Συνεπόμνυθ ' ὑμεῖς ταῦτα πᾶσαι ; Νὴ Δία . Φέρ ' ἐγὼ καθαγίσω τήνδε . Τὸ μέρος γ '
' αὖ γυνὴ ὡραιοτάτη τις . Ποῦ ' στι ; Φέρ ' ἐπ ' αὐτὴν ἴω . Ἀλλ ' οὐκέτ
6135717 πεφευγως
θεῶν τινος ἐλεοῦντος αὐτῶν τὴν εὐψυχίαν . Ἀντίγονος γὰρ ὁ πεφευγὼς ἐκ τῆς Ἀσίας συμμίξας τοῖς περὶ τὸν Ἀντίπατρον ἐδίδαξεν
δ ' ὀλίγους . Τῆς δὲ νυκτὸς παρελθούσης Ἀριδαῖος ὁ πεφευγὼς εἰς τὸν σταθμὸν ἀπέστειλέ τινας πρὸς τὸν Κλέαρχον ,
6134356 καταβαλε
λάλων , ὦ Πλάτων , καὶ ἀργῶν καὶ δειλῶν αὐτόθεν κατάβαλε , μή που τις καὶ Τρῶας ἐγείρῃσιν θεὸς ἄλλος
οἰνοχοήσειν ἡμῖν ἀπ ' αὐτοῦ . Τὸν μὲν εἴρωνα πεδοῖ κατάβαλε : σὺ δὲ εὔπορα ποιήσας τὰ ὦτα ἤδη ἄκουε
6130506 διδαχθησεται
ἐφ ' ἑνὶ ἑκάστῳ γένει τὰ ἴδια ῥηθήσεταί τε καὶ διδαχθήσεται . Ἡ ἀντωνυμία μέρος ἐστὶ λόγου , λαμβάνεται δὲ
μὴ ὂν καθὸ μὴ ὄν ἐστι διδάσκεται , οὐδὲν ὂν διδαχθήσεται : ὅπερ ἄτοπον . καὶ μὴν οὐδὲ κατ '
6128831 ἐβιασθη
τράπεζαν παρέθηκεν ἡμῖν καὶ ξενίοις ὑπεδέξατο : καὶ τάχα μὲν ἐβιάσθη , τάχα δὲ ἐξηπατήθη ἢ ἐψυχαγωγήθη . οὐ σοὶ
πορθμῷ διεζεύχθη , παρ ' ὃν ἤπειρος οὖσα Σικελία νῆσος ἐβιάσθη γενέσθαι . πολλὰς δὲ καὶ ἄλλας λόγος τῆς θαλάττης
6128244 ἀσεβεστατος
κατ ' Ἀγαθοκλέους ἔγωγε λοιδορίαις , εἰ καὶ πάντων γέγονεν ἀσεβέστατος , εὐδοκῶ . λέγω δὲ τούτοις , ἐν οἷς
διθυραμβοποιός , ὃς τὰ ἐν Ἐλευσῖνι μυστήρια ἐξορχησάμενος καὶ ἐξειπὼν ἀσεβέστατος ἐκρίθη . ἀπ ' ἐκείνου οὖν τοὺς Μηλίους ἐπὶ
6127014 κοθεν
, μετεξετέροιϲι δὲ καὶ οὖρα καὶ κόπριον : ἢν δέ κοθεν ἐϲ τὸ πᾶν διαθέον ἥκῃ , ἄτρομα ἠδὲ κραταιὰ
, μετεξετέροιϲι δὲ καὶ οὖρα καὶ κόπριον : ἢν δέ κοθεν ἐϲ τὸ πᾶν διαθέον ἥκῃ , ἄτρομα ἠδὲ κραταιὰ
6126401 αὐτοσχεδιαζειν
παρ ' αὐτά , ἀπερισκέπτως , ἐκ τοῦ σύνεγγυς . αὐτοσχεδιάζειν . αὐτομάτως , ἀσκέπτως εἰπεῖν . Ἀσπασίαν . Ἀσπασία
Ἡρώδης τότε καὶ ὑπὸ τῷ πατρὶ ἔτι , τοῦ δὲ αὐτοσχεδιάζειν ἤρα μόνου , οὐ μὴν ἐθάρρει γε αὐτό ,
6122728 διηγησομεθα
συμμαχίδα : καὶ μέχρι τέλους κατὰ τὸν τοῦ εὐχομένου τρόπον διηγησόμεθα . οὐκ ἄδηλος δὲ ὁ τρόπος , πῶς κατὰ
' ἡμέραν ἀποτελεσμάτων ἀπὸ τῶν ἐννάτων καθὼς ἐδόξασαν οἱ Ἰνδοὶ διηγησόμεθα εἰς τὸ μετέπειτα , τοῦ Θεοῦ θέλοντος . Ἕκαστος
6120776 Φαινομαι
δή . Νῦν ἄρα οὐχ ὡς προσήκει αὐτῷ προσωμίλησας . Φαίνομαι , εἰπεῖν . Εἰ οὖν ὡς μὴ προσήκει ὁμιλοῦντός
. Τί οὖν ; τὰ λεχθέντα πότερος ἡμῶν εἴρηκεν ; Φαίνομαι μέν , ὦ Σώκρατες , ἐκ τῶν ὡμολογημένων ἐγώ
6120199 Ὁμολογω
ἐξουσία ᾖ πάντα ταῦτα ποιεῖν ἃ νυνδὴ ἐγὼ ἔλεγον ; Ὁμολογῶ . Καὶ ὅς , εἰρωνικῶς πάνυ ἐπισχὼν ὥς τι
οὓς σὺ πέπεικας σοὶ πείθεσθαι μᾶλλον ἢ τοῖς γειναμένοις . Ὁμολογῶ , φάναι τὸν Σωκράτην , περί γε παιδείας :
6118456 Εἰπωμεν
εἰρημένων ἐπὶ τὰς παραπλησίους δυνάμεις μεταβαίνειν εὐχερῶς τις δυνήσεται . Εἴπωμεν δὲ λοιπὸν καὶ ὅσα τῶν βοηθημάτων ἴσμεν ἐκ τῆς
, τἆλλα δὲ τοῦ ἑνός , τί χρὴ εἶναι . Εἴπωμεν γὰρ οὖν . Οὐκοῦν ἓν μὲν οὐκ ἔσται τἆλλα
6115944 εἰσαγωγιμον
καὶ παρανομεῖσθαι , εἰ μή τις αὐτῷ τὴν δίκην ψηφιεῖται εἰσαγώγιμον εἶναι , ἐμπορικὴν οὖσαν . ἔπειτα , ὦ Λάκριτε
, καθ ' ἣν ὁ φεύγων ἐνίσταται περὶ τοῦ μὴ εἰσαγώγιμον εἶναι τὴν δίκην . Τῆς δὲ παραγραφῆς ἡ μέν
6113092 Ἐοικας
' ἐστὶ τὸ ἐπίστασθαι . Καὶ τί τοῦτο ἀναίσχυντον ; Ἔοικας οὐκ ἐννοεῖν ὅτι πᾶς ἡμῖν ἐξ ἀρχῆς ὁ λόγος
ἠμελήσαμεν Ἱέρακος τοῦ καλοῦ περὶ Μιλτιάδην ἢ Θεμιστοκλέα ληροῦντες . Ἔοικας ἀνδρὸς πονηροῦ γραμμάτων ἐπιθυμεῖν , εἴτε διὰ χρόνου μῆκος

Back