' : οἱ δ ' εὔχοντο Διὶ Κρονίωνι ἄνακτι . μῖμοι τ ' ὀρχησταί τε χοροιτυπίῃσιν ἄριστοι ἵππων τ '
δ ' ˈ ὑπομυκῶνται ˈ ποθὲν ἐξ ἀφανοῦς ˈ φοβεροὶ μῖμοι : ˈ τυμπάνου δ ' εἰκὼν ˈ ὥσθ '
6210498 ὀρχησται
δ ' εὔχοντο Διὶ Κρονίωνι ἄνακτι . μῖμοι τ ' ὀρχησταί τε χοροιτυπίῃσιν ἄριστοι ἵππων τ ' ὠκυπόδων ἐπιβήτορες ,
μειράκιον , ἀλλ ' ἠρώτα , καὶ ὥσπερ οἱ ἀγαθοὶ ὀρχησταί , διπλᾶ ἔστρεφε τὰ ἐρωτήματα περὶ τοῦ αὐτοῦ ,
5813989 ἡμερουνται
καὶ ὑλαίων , ὅσῳ λέοντες μὲν καὶ παρδάλεις ἐνίοτε κολακευόμενοι ἡμεροῦνται καὶ μεταβάλλουσι τοῦ ἤθους , τουτὶ δὲ ὑπὸ τῶν
' ὁρῶντες ἑαυτοῖς μὲν χαλεπαίνουσι , πρὸς δὲ τοὺς ἄλλους ἡμεροῦνται , καὶ τούτῳ δὴ τῷ τρόπῳ τῶν περὶ αὑτοὺς
5701966 ταπητες
στολῆς πολυτελές : ἐσθῆτές τ ' ἐνταῦθα κατεσκευάζοντο ποικίλαι καὶ τάπητες : ὡς καὶ Θεόκριτος [ , ] πορφύρεοι δὲ
δάπητος : ἀλλ ' οἱ Ἀττικοὶ τάπητες γράφουσιν . . τάπητες λέγονται τὰ ἐπεύχια , εἰσὶ δὲ τάπητες μὲν οἱ
5627656 ὀρχηστων
μεταγενεστέραν οὖσαν . ἀλλ ' οὐκ ἀπό γε τῶν τοιούτων ὀρχηστῶν ὀρχήσεως αὐτῆς , οἶμαι , καταγνωστέον οὐδὲ τὸ ἔργον
ἐνόπλιοι ὀρχήσεις πυρρίχη τε καὶ τελεσιάς , ἐπώνυμοι δύο Κρητῶν ὀρχηστῶν , Πυρρίχου τε καὶ Τελεσίου . ἐκαλεῖτο δέ τι
5600103 μοσχοι
πάρεισιν ηὐτρεπισμέναι προχύται τε , βάλλειν πῦρ καθάρσιον χεροῖν , μόσχοι τε , πρὸ γάμων ἃς θεᾶι πεσεῖν χρεὼν Ἀρτέμιδι
, οὐ μόνον τὰ κάλλιστα αὐτῶν , πῶλοί τε καὶ μόσχοι καὶ σκύλακες , ἀλλὰ καὶ θηρίων σκύμνοι τῶν ἀγριωτάτων
5593226 Σατυροι
χρυσῶν μαζονόμων φέροντες , ἑκατὸν εἴκοσι . Μεθ ' οὓς Σάτυροι τεσσαράκοντα , ἐστεφανωμένοι κισσίνοις χρυσοῖς στεφάνοις : τὰ δὲ
ὄνου τὰ πολλὰ ὀχούμενος , Λυδὸς οὗτος , οἱ δὲ Σάτυροι ὀξεῖς τὰ ὦτα , καὶ αὐτοὶ φαλακροί , κεράσται
5576599 παιδαγωγοι
ἀεὶ τοῖς παισὶ περιγίνεται καὶ παροῦσι καὶ μέλλουσι . διδασκάλους παιδαγωγοὶ διαδέχονται , φοβεροὶ μὲν ἰδεῖν , αἰκιζόμενοι δὲ φοβερώτεροι
οἱ νέοι , ὀπίσω δ ' οἱ παλαιοὶ , ὡς παιδαγωγοὶ , ἡνίκα δὲ γεννηθῶσι , παραπλέουσι ταῖς μητράσι καὶ
5547075 αὐληται
ὄντα ἡ τιτθὴ οὕτως ἐκάλεσεν . καὶ νῦν δὲ οἱ αὐληταὶ ὑποπόδιον διπλοῦν ὑπὸ τὸν δεξιὸν πόδα ἔχοντες , ὅταν
νῦν ἐπὶ τοῦ τόπου ἐν θεάτρῳ , ἐφ ' ᾧ αὐληταὶ καὶ κιθαρῳδοὶ καὶ ἄλλοι τινὲς ἀγωνίζονται . σὺ μέντοι
5497721 αὐλοι
χώραν ἔχουσιν , κῶμοι ἐκεῖνοι καὶ θίασοι καὶ χορὸς καὶ αὐλοὶ καὶ ᾄσματα : πάντα ταῦτα Διονύσου ἡδονῶν σχήματα ἐν
ἡμιόπων ὑπ ' αὐλῶν ὀρχεῖται ; εἰσὶ δ ' οἱ αὐλοὶ οὗτοι ἐλάσσονες τῶν τελείων . Αἰσχύλος γοῦν κατὰ μεταφορὰν
5495869 ἀπλαστοι
: ἀδάμας δέ ἐστιν εἶδος σκληροῦ λίθου σίδηρον τέμνοντος . ἄπλαστοι : ἀπροσπέλαστοι , φοβεροί : ὧν οὐκ ἄν τις
. τῶν ἑκατὸν μὲν χεῖρες ἀπ ' ὤμων ἀίσσοντο , ἄπλαστοι , κεφαλαὶ δὲ ἑκάστῳ πεντήκοντα ἐξ ὤμων ἐπέφυκον ἐπὶ
5438642 αὐλητων
. καὶ φορβειὰν τὴν αὐλητικήν . καὶ κρουπέζια τὰ τῶν αὐλητῶν ὑποδήματα . τὸ μέντοι γλωττοκομεῖον εἴρηκε Λύσιππος ἐν Βάκχαις
, τερετισμοί τερετίσματα , νίγλαροι . τὰ δὲ πρῶτα τῶν αὐλητῶν μαθήματα πεῖρα καὶ γρόνθων . Ἀθήνησι δὲ καὶ συναυλία
5425974 Σοφοι
ἀλλὰ ζῶον ὑπόπτερον μελίσσῃ ἐοικὸς , ὥς φησιν Ἀριστοτέλης . Σοφοὶ τύραννοι τῶν σοφῶν συνουσίᾳ : τοῦτο Σοφοκλέους ἐστὶν ἐξ
δὲ ταῦτα ἃ ἐπίστανται πότερον ἀμαθεῖς εἰσιν ἢ σοφοί ; Σοφοὶ μὲν οὖν αὐτά γε ταῦτα , ἐξαπατᾶν . Ἔχε
5420341 Δυμανες
Δωριέων . ἦσαν δὲ τρεῖς , Ὑλλεῖς καὶ Πάμφυλοι καὶ Δυμᾶνες , ἐξ Ἡρακλέους , ὡς Ἔφορος α : Αἰγίμιος
ἀπολελεῖφθαι πρὸς Ὀμφάλην τὴν Λυδῶν βασιλεύουσαν . . . . Δυμᾶνες : φυλὴ Δωριέων . ἦσαν δὲ τρεῖς , Ὑλλεῖς
5415895 ἐλεγοντο
, ὅτι οὐ μόνον οἱ κατ ' ἀγροὺς ὑπουργοὶ οὕτως ἐλέγοντο , ἀλλὰ καὶ οἱ ἐν οἰκίαις ἐλεύθεροι [ ὡς
ἐν Παρειτάκαις χωρίον τι ὀχυρόν , ἄλλην πέτραν , κατέχειν ἐλέγοντο πολλοὶ τῶν βαρβάρων . ἐκαλεῖτο δὲ αὕτη Χοριήνου ἡ
5415199 κορακινοι
παρόντος , οὗτος οὐκ ἔχει φρένας . οἱ δὲ Νειλῶται κορακῖνοι ὅτι γλυκεῖς καὶ εὔσαρκοι , ἔτι δὲ ἡδεῖς ,
δευτέραν δ ' ἐπ ' αὐτοῖς ἔχουσι τάξιν οἵ τε κορακῖνοι καὶ ἡ πηλαμὺς καὶ τὰ σαρξίτανα καλούμενα . ἐγκέφαλος
5408323 φρουδοι
ποία γενεά , ποία δὲ πόλις ; φροῦδος πρέσβυς , φροῦδοι παῖδες . ποίαν ἢ ταύταν ἢ κείναν στείχω ;
καὶ φρυκτοὶ φίλιοι καὶ πολέμιοι , οἷον πνεύματος ἐκριπίσαντος , φροῦδοι γῆς ἐπέκεινα καὶ θαλάττης : ἀντεισῆκται δὲ θέας πᾶσα
5405827 καλλιστοι
καὶ θεραπείαν καὶ πλοῦτον : καὶ παῖδες ὁμοίως πλεῖστοι καὶ κάλλιστοι καὶ τῶν εὖ γεγονότων , ἔτι δὲ νεών τε
ἀνέδωκέ με . . ὦ πιστὰ πιστῶν ] ὥσπερ φαμὲν κάλλιστοι καλλίστων , βουλόμενοι μεγίστην ὑπεροχὴν δηλῶσαι , τοιοῦτόν ἐστι
5350076 ἐπιλεκτου
' ἵππων . Κατόπιν δὲ βασιλέως τὰ σήματα ἦν τῆς ἐπιλέκτου στρατιᾶς : τὰ δέ εἰσιν ἀετοὶ χρυσοῖ καὶ εἰκόνες
. . . . . Ἀρριανός : τὰ σημεῖα τῆς ἐπιλέκτου στρατιᾶς ἀετοί , εἰκόνες βασίλειοι , στέμματα , πάντα
5347032 ἀθληται
' ἂν καὶ ἐπ ' ἐκείνων εἴποι τις Διονυσιακῆς ἀγωνίας ἀθληταί . καὶ καλοῦνται μουσικοὶ καὶ Διονυσιακοὶ τεχνῖται . ὀνομάσαις
ἀκουούσης κακῶς , ἐπειδὴ παρὰ πολὺ τῶν πάλαι οἱ νῦν ἀθληταί : λέοντάς τε γὰρ βόσκει καὶ νῦν φαυλοτέρους οὐδέν
5341558 ἀθυρματα
γίνεται , ταύτης τύμπανα καὶ νεβρίδας καὶ παντοδαπὰ ἄλλ ' ἀθύρματα Διονυσιακὰ ἐξαρτήσαντα μετὰ τῶν φίλων ἐξ ἑωθινοῦ κατακλινόμενον μεθύσκεσθαι
] ἥξει [ πατὴρ οὐ ] σπάνι [ ' ἔχων ἀθύρματα ] ἃ σὰς ὀδυρμῶν ἐκγαληνιεῖ [ φρένας ] .
5338016 δισσοι
ὀρθῶς φέρηι , Θεοκλύμενε , γαίας τῆσδ ' ἄναξ : δισσοὶ δέ σε Διόσκοροι καλοῦμεν , οὓς Λήδα ποτὲ ἔτικτεν
, καθὰ περὶ αὐτοῦ ἐκρίναμεν . καὶ οἱ μὲν λόγοι δισσοὶ , εἰς ἕνα δὲ νοῦν λήγοντες καὶ εἰς μίαν
5327424 χονται
Κῦμα : θάλατταν , κατά . καθιππεύουσι : διέρ - χονται , ἐπιτρέχουσιν . ἀνήνυτον : ἀμήχανον , ἀτελείωτον ,
ἄριστά εἰσι παρεσκευασμένοι . ὥσπερ οὖν ἀθληταὶ ἰδιώταις μά - χονται : καὶ γὰρ ἐν τοῖς τοιούτοις ἀγῶσι , τουτέστι
5323653 κυνηγεται
: πονοῦσιν . ποτόν : πόμα . λοετρόν : οἱ κυνηγεταί . Κεχαρισμένα : χαιρούμενα . Ταλάροισι : κοφίνοις .
: πονοῦσιν . ποτόν : πόμα . λοετρόν : οἱ κυνηγεταί . Κεχαρισμένα : χαιρούμενα . Ταλάροισι : κοφίνοις .
5315868 τεκτονες
πίνακας ἀχράδος . Μήτραν δὲ πάντα μὲν ἔχειν φασὶν οἱ τέκτονες φανερὰν δ ' εἶναι μάλιστα ἐν τῇ ἐλάτῃ :
, ἐς μὲν ἔσθλ ' ἀμηχανώταται , κακῶν δὲ πάντων τέκτονες σοφώταται . ἄνω ποταμῶν ἱερῶν χωροῦσι παγαί , καὶ
5309886 φοινικεοι
λευκοί , τοῦ δὲ δευτέρου μέλανες , τρίτου δὲ κύκλου φοινίκεοι , τετάρτου δὲ κυάνεοι , πέμπτου δὲ σανδαράκινοι .
ταῖς ἀρχαίαις θυηπολίαις . σκευαὶ δὲ τῶν ὀρχηστῶν ἦσαν χιτῶνες φοινίκεοι ζωστῆρσι χαλκέοις ἐσφιγμένοι , καὶ ξίφη παρηρτημένα , καὶ
5303180 χρυσιδων
, οἴνων ὄντων ἡμῖν Θασίων καὶ Μενδαίων καὶ Λεσβίων , χρυσίδων πάνυ μεγάλων ἑκάστῳ προσενεχθεισῶν . καὶ μετὰ τὸν πότον
, οἴνων ὄντων ἡμῖν Θασίων καὶ Μενδαίων καὶ Λεσβίων , χρυσίδων πάνυ μεγάλων ἑκάστῳ προσενεχθεισῶν . καὶ μετὰ τὸν πότον
5296584 δημοσιοι
οὐ δημοσιεύων τυγχάνω : οἱ δημοσίᾳ χειροτονούμενοι , οἳ καὶ δημόσιοι , προῖκα ἐθεράπευον . οἷον οὖν οὐ κοινῇ ἐσπεισάμην
ἀπελαύνειν τὸν Ἀμφίθεον ὡς ὑβριστήν . εἰσὶ δὲ οἱ τοξόται δημόσιοι ὑπηρέται , φύλακες τοῦ ἄστεος , τὸν ἀριθμὸν χίλιοι
5296437 βασσαρας
καὶ συκοφαντικόν . Αἰσχύλος ἐν Ἠδωνοῖς . ” ὅστις χιτῶνας βασσάρας τε Λυδίας ἔχει ποδήρεις ” . φερόμενοι λόγοι βίαιοι
δόμους : καὶ πάλιν παρὰ τῷ αὐτῷ : τῆς παντομόρφου βασσάρας λαμπούριδος : λάμπουρις δέ ἐστιν ἡ ἀλώπηξ . λέγεται
5286941 ἀμνοι
ἄλλοι δ ' ἐξ ἀγέλης κριοί , ἄλλοι δὲ καὶ ἀμνοὶ εἰνόδιοι παίζωσιν ἐρειδόμενοι κεράεσσιν : ἢ ὁπότ ' ἄλλοθεν
ταῖς μητράσι σφῶν περισκαίρουσιν ἕκαστα , μόσχοι δαμάλεσιν , ὄϊσιν ἀμνοὶ , πῶλοι φορβάσι καὶ αἰξὶν ἔριφοι . Χρὴ μέντοι
5284015 φυσαλοι
τε λέων βλοσυρή τε ζύγαινα πορδάλιές τ ' ὀλοαὶ καὶ φύσαλοι αἰθυκτῆρες : ἐν δὲ μέλαν θύννων ζαμενὲς γένος ,
τε λέων καὶ ἡ ζύγαινα καὶ ἡ πάρδαλις καὶ οἱ φύσαλοι καὶ ἡ πρῆστις καὶ ἡ καλουμένη μάλθη : δυσανταγώνιστον
5275664 εὐψυχοι
δειλοὶ καὶ μικρολόγοι καὶ ὑπομονητικοί , ἐν δὲ ταῖς ἡγεμονίαις εὔψυχοι καὶ μεγαλόφρονες , πολυγύναιοι δὲ καὶ πολύανδροι καὶ καταφερεῖς
ἴχνη . μετὰ δὲ τοῦ εἴδους καὶ τοῦ ἔργου τούτου εὔψυχοι ἔστωσαν καὶ εὔρινες καὶ εὔποδες καὶ εὔτριχες . εὔψυχοι
5272100 ἐσσειοντο
χαλκείας κόρυθας κεφαλῇσιν ἔθεντο δεινὸν λαμπομένας , ἐπὶ δὲ λόφοι ἐσσείοντο φοινίκεοι : καὶ τοὶ μὲν ἀμοιβήδην ἐλάασκον , τοὶ
ἀψύχου τοῦ δόρατος τέτακται : ὁμοιώσεως δὲ πάντες δ ' ἐσσείοντο πόδες πολυπιδάκου Ἴδης : καὶ οὔρεος ἐν κορυφῇσι .
5270452 σκυμνοι
. οὐ γὰρ προσεκτέα τοῖς λέγουσιν , ὡς ξήναντες οἱ σκύμνοι τὰς τῶν λεαινῶν μήτρας ἐκδίδονται τοῦ σπλάγχνου . δοκεῖ
πῶλοί τε καὶ μόσχοι καὶ σκύλακες , ἀλλὰ καὶ θηρίων σκύμνοι τῶν ἀγριωτάτων . ἡ μὲν γὰρ ἀνθρώπου φύσις νηπία
5266968 Φιλιπποι
Θεόπομπος γ Φιλιππικῶν . μετωνομάσθη μέντοι ἡ πόλις τῶν Δατηνῶν Φίλιπποι , Φιλίππου τοῦ Μακεδόνων βασιλέως κρατήσαντος αὐτῆς , ὡς
ὑπέρκεινται οἱ Φίλιπποι καὶ τὰ περὶ Φιλίππους . οἱ δὲ Φίλιπποι Κρηνίδες ἐκαλοῦντο πρότερον , κατοικία μικρά : ηὐξήθη δὲ
5251263 κλειονται
εὐλίμενον δὲ μᾶλλον τὸ Βρεντέσιον : ἑνὶ γὰρ στόματι πολλοὶ κλείονται λιμένες ἄκλυστοι , κόλπων ἀπολαμβανομένων ἐντός , ὥστ '
ἴσαν μετὰ νῆα δι ' ἄστεος , ἔνθα περ ἀκταί κλείονται Παγασαὶ Μαγνήτιδες : ἀμφὶ δὲ λαῶν πληθὺς σπερχομένων ἄμυδις
5246266 Ἰδειν
; οὐκ ἄλλως τοῦτο εἴρηκε διὰ τὸν ἔρωτα ἀπατώμενος ; Ἰδεῖν ἄξιον : καίτοι χαλεπώτατον πείθειν τοὺς ἐρῶντας . καὶ
τοῖς ἡμέροις : ἅπαντα δὴ ταῦτα συμβάλλεται πρὸς εὐοσμίαν . Ἰδεῖν δὲ τοῦτ ' ἔστι καὶ ἐπὶ τῶν οἴνων :
5236791 φιλολογοι
πολλὰ ἱερὰ ἔχουσανδιέτριβον αὐτόθι : ἦσαν γὰρ ἐκεῖ καὶ ἀρχιιερεῖς φιλόλογοι καὶ γέροντες ποικίλοις κεκοσμημένοι μαθήμασιν . προβαίνοντος δὲ τοῦ
μητρυιά . φιλέοντι δὲ Μοῦσαι : ὡς Θηβαίαν οὖσαν : φιλόλογοι δὲ Θηβαῖοι . [ καὶ Ζεὺς πατήρ : ]
5231730 Λαιστρυγονες
παλαίτατοι μὲν λέγονται ἐν μέρει τινὶ τῆς χώρας Κύκλωπες καὶ Λαιστρυγόνες οἰκῆσαι , ὧν ἐγὼ οὔτε γένος ἔχω εἰπεῖν οὔτε
: ἐν Ὀδυσσείᾳ δὲ ἔγραψε μὲν ὡς ταῖς Ὀδυσσέως ναυσὶ Λαιστρυγόνες ἐπέλθοιεν γίγασι καὶ οὐκ ἀνδράσιν εἰκασμένοι , ἐποίησε δὲ
5223859 Πυλιοι
. . . . . . . δʹ , : Πύλιοι καὶ Ἀρκάδες περὶ γῆς ὅρων ἐπολέμουν περὶ τὸ καλούμενον
δαμάσαντο . Ἱστορεῖ Ἀρίαιθος . . . . . : Πύλιοι μὲν οὖν πρὸς Ἀρκάδας ἐπολέμουν περὶ ὅρων γῆς .
5219109 κιθαρισται
γὰρ τοῦ κιθαρίζειν καὶ οἱ ἀγαθοὶ καὶ οἱ κακοὶ ἀποτελοῦνται κιθαρισταί : ἐκ μὲν τοῦ καλῶς οἱ ἀγαθοί , ἐκ
πιστοῦσθαι ὁμολογούμενον πρᾶγμα βουλόμενος . Μετὰ δὲ τοὺς χοροὺς τούτους κιθαρισταί τ ' ἀθρόοι καὶ αὐληταὶ πολλοὶ παρεξῄεσαν : καὶ
5216926 εὐδοκιμοι
„ ὦ Θεσπεσίων , αὐτοὶ μάλιστα οἱ ἐλευθέριοι τε καὶ εὐδόκιμοι . ” ” τοὺς δὲ οἰκέτας ἀδικοῦντας τί „
. στρατιῶται ἐπίλεκτοι , ἔκκριτοι , πρόκριτοι , δόκιμοι , εὐδόκιμοι , ἄριστοι , ἀριστεῖς , ἀριστεύοντες , κρατιστεύοντες ,
5201786 ἐποχουνται
Ἕλος . ἢ τὸν ἐξ ἀναδενδράδων , αἳ ταῖς πτελέαις ἐποχοῦνται . ἢ ἀπὸ τόπου : ἔστι δὲ ὁ τόπος
οὐδὲ γὰρ αὐτὸ τοῦτο διώρισται , εἰ ἔχουσι σώματα ἢ ἐποχοῦνται σώμασιν ἢ χρῶνται αὐτοῖς ἢ περιέχουσιν αὐτὰ ἢ μόνον
5199236 ἐκιον
καὶ πάντας ἀπέκτανε λέγων : ἐρυόμενοι οὗτοι πρὸς παλαίστραν οὐκ ἔκιον καὶ διὰ τοῦτο πάντες φονευέσθωσαν . τὸ δὲ ἑξῆς
μετεκίαθον τοπικῶς , οἷον ὀλίγῳ τόπῳ διεστῶτες μετ ' αὐτοὺς ἔκιον . . αὐτῶν . ὀλίγον : ἡ διπλῆ ὅτι
5183118 ἀρνες
λέουσι καὶ ἀνδράσιν ὅρκια πιστά , οὐδὲ λύκοι τὲ καὶ ἄρνες ὁμόφρονα θυμὸν ἔχουσιν : οὐκ ἔστιν οὐδὲ ἀνδρὶ πρὸς
λέουσι καὶ ἀνδράσιν ὅρκια πιστά , οὐδὲ λύκοι τε καὶ ἄρνες ὁμόφρονα θυμὸν ἔχουσιν , ἀλλὰ κακὰ φρονέουσι διαμπερὲς ἀλλήλοισιν
5173732 ἀμαυρας
αὐτὰ ἠφανισμένων καὶ τῶν ἐξ ἐκείνων [ ἔτι ] , ἀμαυρᾶς δὲ καὶ ἀσθενοῦς ἔτι φήμης ἀπολειπομένης , ὡς εἰκὸς
ἐπόθει ἡ γῆ τὸν στρατόν . ὡς ] ὥστε . ἀμαυρᾶς ] κρυφαίας δι ' Αἴγισθον . ἀναστένειν ] στενάζειν
5171009 ὑποκριται
πέφηνεν ὀξὺ καὶ διάτορον βοῶν , ὥσπερ οἱ τῶν δραμάτων ὑποκριταὶ ἀπορρίψας μεταξὺ τὴν γυναικείαν στολήν , ἔπειτα στρατιώτου τινὸς
αὐλῆς ὡς ἐπίβουλος ἐδιώκετο , γελωτοποιοὶ δὲ καὶ τῶν αἰσχίστων ὑποκριταὶ εἶχον αὐτὸν ὑποχείριον . ἁρμάτων τε ἡνιοχείας καὶ θηρίων
5167192 μελανουροι
καὶ ὁλκίμου ὕλης γόνιμοι , εὐτράπεζοι δέ . σαργοί , μελάνουροι , κάνθαροι εὐστόμαχοι , εὔχυλοι , εὐδιοίκητοι , τροφώδεις
: κιθάριος . ἀδρανέες : ἀσθενεῖς , οἱ λεπτοί . μελάνουροι : οἱ μοσχίται οἱ οὐροῦντες μέλαν , ἢ τὰ
5166470 Πολλοι
χείλεος : ἐπὶ τῶν εἰς χρόνον μακρὸν γενήσεσθαι μελλόντων . Πολλοί σε μισήσουσιν , ἂν σαυτὸν φιλῇς : τοῦτό φασι
οἶδ ' ἀλώπηξ , ἀλλ ' ἐχῖνος ἓν μέγα . Πολλοί τοι ναρθηκοφόροι , παῦροι δέ τε βάκχοι . Πρὸς
5163354 ἐμαινοντο
ἄγαμαι . ἑκάτερος δι ' ἁρπαγῆς τὴν κόρην ἑαυτοῦ ποιήσασθαι ἐμαίνοντο . πόλεμος οὖν ἔκφυλος ἐγένετο , καὶ ἐνακμάζει καὶ
ἐπιτρέποντος δὲ Προίτου θεραπεύειν ἐπὶ μισθοῖς τηλικούτοις , ἔτι μᾶλλον ἐμαίνοντο αἱ παρθένοι καὶ προσέτι μετὰ τούτων αἱ λοιπαὶ γυναῖκες
5160007 Εὐβοιος
οἳ μὲν γὰρ δὴ πάντες ὅσοι πάρος ἦσαν ἄριστοι , Εὔβοιός τε καὶ Ἑρμογένης δῖοί τε Φίλιπποι , οἳ μὲν
μὲν γὰρ δὴ πάντες , ὅσοι πάρος ἦσαν ἄριστοι , Εὔβοιός τε καὶ Ἑρμογένης δῖοί τε Φίλιπποι , οἱ μὲν
5159280 συγκακωσῃ
δὲ τῶν ἄλλων οὕτως ὄντων καὶ ὁ Ἑρμῆς τὴν Σελήνην συγκακώσῃ μείζονα τὰ κακὰ γίνεται , ἔσθ ' ὅτε καὶ
νηῒ καὶ ἕως αἱμαγμοῦ . ἐὰν δὲ καὶ ὁ Ἑρμῆς συγκακώσῃ χείρονα γίνεται , ἐὰν δὲ ἀγαθοποιοὶ ὁρῶσιν ἐλαττοῦνται τὰ
5155995 ὡνπερ
, ῥαιδίως συναρπάξαι τὰ πολλά , ὀλίγα μαθὼν παρ ' ὧνπερ καὶ τὠνύματα μανθάνομεν : καὶ τούτων τι ἤτοι πλέον
γῇ κρύπτειν ἐπειγόμενον . Γίνεται δὲ καὶ αὔξεται ἀφ ' ὧνπερ καὶ ἡ τῶν ἐλέγχων ἀπαίτησις : ἀπὸ τῶν περιστατικῶν
5144429 πασταδων
προπαροξύνεται ἐν τῇ καθόλου [ . , ] : κεδρωτὰ παστάδων : τὰ ἐκ κέδρου ξύλα . παστάδων δὲ τῶν
οὖν φησιν , ὡς ὑπερπεπηδηκὼς τῶν ἔσω τινὰς οἴκων . παστάδων γὰρ τῶν θαλάμων . Αἰσχίνης δὲ τὴν ὑπέρ ἀντὶ
5139856 ὡλλοι
τῇσι χερσί , καὶ τὴν κόπρον ἀναιρέονται . Τὰ αἰδοῖα ὧλλοι μὲν ἐῶσι ὡς ἐγένοντο , πλὴν ὅσοι ἀπὸ τούτων
γέροντες καὶ νέοι καὶ μητέρες . ἐπιπλομένη : ἐπερχομένη . ὧλλοι μέν ῥα : ἡ τοιαύτη συναλοιφὴ τῆς νεωτέρας Ἰάδος
5138957 Μυρινα
Ἡφαιστία : πόλις ἐν Λήμνωι . Ἑκαταῖος Εὐρώπηι . . Μύρινα : πόλις ἐν Λήμνωι . Ἑκαταῖος Εὐρώπηι . ἔστι
τὸ τοῖς ξυγγραφεῦσιν εἰθισμένον . ἐμοὶ Ἀγαθίας μὲν ὄνομα , Μύρινα δὲ πατρίς , Μεμνόνιος δὲ πατήρ , τέχνη δὲ
5137383 ᾀσματα
αὐτῶν ἡ Δώριος , ὅστις δὲ ὁ ποιήσας ἦν τὰ ᾄσματα , οὐ λέγουσιν . ἔστι δὲ καὶ ἑστιατόριον Ἠλείοις
Ἀγησιχόρων ] Τῶν τοὺς χοροὺς ἀγόντων : πρὸς γὰρ τὰ ᾄσματα καὶ οἱ χοροὶ ἄγονται . Ἀμβολὰς ] Ἤγουν ᾄσματος
5136486 ὀνομαστοι
, μυστριοπώλαις , κοσκινοπώλαις , βιβλιοπώλαις , ἐγκριδοπώλαις . ὅτι ὀνομαστοὶ χόνδροι ὁ Μεγαρικὸς , καὶ ὁ Θετταλικός . Ἀριστοφάνης
καὶ Ἀληκτὼ σὺν ταύταις , καὶ σὺν αὐταῖς οἱ τέσσαρες ὀνομαστοὶ Τελχῖνες , Ἀκταῖος , Μεγαλήσιος , Ὄρμενός τε καὶ
5128270 μαστιγιαι
Διογένους Κεφαλίωνα ἀποστοματιοῦντες ; κατὰ γὰρ τὸν Σοφοκλέους Κηδαλίωνά ἐστε μαστιγίαι , κέντρωνες , ἀλλοτριοφάγοι . ὅτι δ ' ὑμεῖς
ἔρχονται πάλιν εἰς ταὐτόν . Οὐκ ἐρρήσετ ' , ὦ μαστιγίαι ; Νὴ τὸν Δί ' : ὡς ἤδη γε
5127042 δολιοι
ἀντεστράφη , φησὶν , ἡ τάξις , καὶ ἄνδρες μὲν δόλιοι καὶ ἄπιστοι γεγόνασι , γυναῖκες δὲ αἱ πρῴην διαβαλλόμεναι
ἀλλοιώδεις δύστεκνοι δυσάδελφοι ὠμαὶ φθαρτικαὶ κατάψυχροι ἀσύγκλωστοι βάσκανοι μελλητικαὶ καὶ δόλιοι . αἱ δ ' ἐπὶ πᾶσιν δʹ Ἄρεως ὑψηλαὶ
5123060 διοι
πάντες ὅσοι πάρος ἦσαν ἄριστοι , Εὔβοιός τε καὶ Ἑρμογένης δῖοί τε Φίλιπποι , οἳ μὲν δὴ τεθνᾶσι καὶ εἰν
' Ἐτεόκρητες μεγαλήτορες , ἐν δὲ Κύδωνες Δωριέες τε τριχάϊκες δῖοί τε Πελασγοί , : Τούτων φησὶ Στάφυλος τὸ μὲν
5118827 θρασυνονται
μὲν τῶν πάλαι σοφῶν ἀντεῖπεν οὐδείς , οἱ δὲ νέοι θρασύνονται καὶ θείῳ Λόγῳ πολεμεῖν ἐπαίρονται , οἳ δὴ θείας
τὸ πυραύστου μόρος , ἐπὶ τῶν ταχὺ θανατουμένων οἷς ἀνοήτως θρασύνονται . . . : ἀλλὰ δεδοικὼς τῶν πυραυστῶν τὸν
5110027 ἀφρονες
. τέκνα πόνοι , πήρωσις ἄπαις βίος . αἱ νεότητες ἄφρονες , αἱ πολιαὶ δ ' ἔμπαλιν ἀδρανέες . ἦν
λέγοντες ἢ ἀπαγγέλλοντες οὐ μόνον οὐ πείθουσιν , ἀλλὰ καὶ ἄφρονες δοκοῦσιν εἶναι : ὅμως δὲ οὐ καταφοβηθεὶς ἐπισχήσω κινδυνευούσης
5107548 τρωθεντες
μὴ αἰσθάνωνται τοῦ αἵματος διὰ τὴν ὁμοιότητα , καὶ ἵνα τρωθέντες μὴ νοηθῶσι τοῖς πολεμίοις . ὀξεῖαν : ἀντὶ τοῦ
' ἤδη καὶ ἀλλήλοις ἐναντία πεπολεμηκότες , ἔνιοι δὲ καὶ τρωθέντες , πῶς οὐχ ἁπάσαις ψήφοις προτιμῶσιν ἁπάντων τὸ κάλλος
5098927 στιβαροισι
ὁμῶς , κεφαλαὶ δὲ ἑκάστῳ πεντήκοντα ἐξ ὤμων ἐπέφυκον ἐπὶ στιβαροῖσι μέλεσσιν . οἳ τότε Τιτήνεσσι κατέσταθεν ἐν δαῒ λυγρῇ
μεγάλη δὲ βίη καὶ χεῖρες ἄαπτοι ἐξ ὤμων ἐπέφυκον ἐπὶ στιβαροῖσι μέλεσσι . ] τῶν δ ' ἦν χάλκεα μὲν
5097024 Πρωτοι
, ἀρξάμενος ἀπὸ τῆς δυτικῆς πλευρᾶς ἐκ τοῦ βορρᾶ . Πρῶτοι μὲν οἱ Σκύθαι ὑπάρχουσιν , ὁπόσοι κατὰ τὴν παραλίαν
οἰκέουσι ἔσχατοι πρὸς τῆς ἐρήμου καὶ ὑπὲρ τῆς θηριώδεος . Πρῶτοι μὲν ἀπὸ Θηβέων διὰ δέκα ἡμερέων ὁδοῦ Ἀμμώνιοι ,
5096400 σφῃσιν
ἄγοιντο ὄψιν ἐς Αἰήταο πατρὸς , τίσειε δ ' ἀμοιβάς σφῇσιν ἀτασθαλίῃσιν ἀδελφειοῦ κταμένοιο . Ἀλλ ' ὅτε δὴ κοίλου
κακὰ ἔργα μεμήλει θηλυτέραις : αἳ γάρ κεν ἀϊστώσαντο συνεύνους σφῇσιν ἀτασθαλίῃσι , καὶ ἡ κλυτὴ Ὑψιπύλεια ἐλδομέναις κραίνεσκε ,
5091682 ἐδονειτο
ἅρμα πελάσσαι . περὶ δὲ κρήνας ἀρεθούσας μυρία φῦλ ' ἐδονεῖτο πολυσμήνοισι μελίσσαις εἴκελα μηλονόμοι τε Σάκαι , γενεῆι Σκύθαι
α τῶν Περσικῶν περὶ δὲ κρήνας ἀρεθούσας μυρία φῦλ ' ἐδονεῖτο πολυσμήνοισι μελίσσαις εἴκελα μηλονόμοι τε Σάκαι , γενεᾷ Σκύθαι
5089193 φρυκτοι
δὲ καὶ στρουθῶν δοραῖς ἀντὶ θωράκων ἢ ἀσπίδων ἐφράττοντο . φρυκτοί , πυρσοί , καὶ μηχανήματα κριοί , πύργοι ,
: τὸ Βούδορον καλούμενον κενάς : τῶν ἀνδρῶν δηλονότι . φρυκτοί : λαμπάδες πολεμίους δηλοῦσαι ʃ φρυκτοί εἰσι λαμπάδες τινὲς
5085657 συνθηματων
καὶ περὶ τῶν ἰδίων ὁμονοήσουσιν . οὐκοῦν τὸ γραμμάτων καὶ συνθημάτων πάρισον καὶ τὸ πολλῶν καὶ ὀλίγων καὶ κοινῶν καὶ
ἀγαθοῖς τῶν ἀνθρώπων οὐδὲν δεήσει πολλῶν γραμμάτων ἀλλ ' ὀλίγων συνθημάτων , καὶ περὶ τῶν κοινῶν καὶ περὶ τῶν ἰδίων
5082522 ἱππικοι
εὖ Ξανθίππη ; ” ἔλεγε συνεῖναι τραχείᾳ γυναικὶ καθάπερ οἱ ἱππικοὶ θυμοειδέσιν ἵπποις . “ ἀλλ ' ὡς ἐκεῖνοι ,
μου νῦν εὐχομένου . . αἵτε ναίετε καλλίπωλον ἕδραν : ἱππικοὶ λέγονται οἱ Ὀρχομένιοι . Ἐργῖνος γὰρ ἵππῳ νικήσας Θηβαίους
5080007 ἐγειρομενοι
ὅταν ἀεὶ καθεύδωσιν οἱ κάμνοντες καὶ νυττόμενοι οὐκ ἐγείρωνται καὶ ἐγειρόμενοι μόλις πάλιν πίπτωσιν : γίνεται δὲ ἐπὶ φλέγματι ψυχρῷ
τούτων καὶ κατοικιδίων τῆς πτήσεως , οἷα ψοφοῦσι ταῖς πτέρυξιν ἐγειρόμενοι πρὸς τὸ πετᾶσθαι . , . . Σωρανός ὅτι
5078198 κεκληνται
οἱ δὲ κύνες οἱ Ψυλλικοὶ καλούμενοι ἀπὸ πόλεως Ἀχαϊκῆς ἀρχαίας κέκληνται , ὥσπερ οἱ Ἐλυμαῖοι ἀπὸ ἔθνους μεταξὺ Βάκτρων καὶ
καὶ τῶν θηλειῶν ἀμέλγουσι τὸ γάλα , καὶ ἐκ τούτου κέκληνται : πίνουσι γὰρ αὐτό , ὥσπερ οὖν ἡμεῖς τὸ
5073360 φορμιγγων
δι ' οὓς καὶ ἀπεδείχθησαν : ἢ οἱ ἀνασσόμενοι ὑπὸ φορμίγγων ὕμνοι : πρότερον γὰρ ἐνδίδωσι τὸ μέλος ὁ κιθαριστής
περὶ δέ σφισιν ἄγνυτο ἠχώ : αἳ δ ' ὑπὸ φορμίγγων ἄναγον χορὸν ἱμερόεντα . [ ἔνθεν δ ' αὖθ
5072805 νωνυμνοι
ὠδύροντο . Καί νύ κεν αὐτοῦ πάντες ἀπὸ ζωῆς ἐλίασθεν νώνυμνοι καὶ ἄφαντοι ἐπιχθονίοισι δαῆναι ἡρώων οἱ ἄριστοι ἀνηνύστῳ ἐπ
μὲν ἄπωθεν , ἡ δὲ πέλας : πολέες δὲ πόροι νώνυμνοι ἔασιν ὅππῃ ὑπεξαφύονται , ὁ δ ' ἀμφαδὸν ἄμμιγα
5071899 σατυροι
τρίτος Εὐριπίδης . Μήδεια , Φιλοκτήτης , Δίκτυς , Θερισταὶ σάτυροι . οὐ σώζεται . . . . Ἀριστοφάνους γραμματικοῦ
ἐστι καὶ Ἀριστίου μνῆμα τοῦ Πρατίνου : τούτῳ τῷ Ἀριστίᾳ σάτυροι καὶ Πρατίνᾳ τῷ πατρί εἰσι πεποιημένοι πλὴν τῶν Αἰχύλου
5062638 γυναικειοι
ἐναντίος , τὰ ἐναντία . Οἱ τὰ γόνατα ἔσω νεύοντες γυναικεῖοί τε καὶ θηλυδρίαι . Ἰσχία παχέα γυναικεῖον ἄνδρα σημαίνει
ἐναντίος , τὰ ἐναντία . Οἱ τὰ γόνατα ἔσω νεύοντες γυναικεῖοί τε καὶ θηλυδρίαι . Ἰσχία παχέα γυναικεῖον ἄνδρα σημαίνει
5056270 ἐπιβητορες
, διηκόσιοί γε μὲν ἄλλοι φοίνικες : πάντες δ ' ἐπιβήτορες οἵγ ' ἔσαν ἤδη . ἄλλοι δ ' αὖ
τ ' ὀρχησταί τε χοροιτυπίῃσιν ἄριστοι ἵππων τ ' ὠκυπόδων ἐπιβήτορες , οἵ κε τάχιστα ἤγειραν μέγα νεῖκος ἀπαιδεύτοισι θεαταῖς
5055578 ἀγρευται
, παρόσον Ἀρκὰς ἦν τὸ γένος , οἱ δὲ ἠπειρῶται ἀγρευταί . ἢ ἄγριος , παρόσον ἀγρίᾳ τροφῇ ἐκέχρηντο οἱ
, παρόσον Ἀρκὰς ἦν τὸ γένος , οἱ δὲ ἠπειρῶται ἀγρευταί . ἢ ἄγριος , παρόσον ἀγρίᾳ τροφῇ ἐκέχρηντο οἱ
5053387 Σακαι
. Μετὰ τοῦτον δὲ ἐπὶ ταῖς προχοαῖς Ἰαξάρτου κατοικοῦσιν οἱ Σάκαι τόξα φέροντες , ὡς ὄντες πολεμικοὶ , ἅτινα οὐδαμῶς
ἀεὶ τοῖς πλησίον ἐπιτιθεμένων τοτὲ δ ' αὖ διαλλαττομένων . Σάκαι μέντοι παραπλησίας ἐφόδους ἐποιήσαντο τοῖς Κιμμερίοις καὶ Τρήρεσι ,
5051001 ἐπεφυκον
ἄπλαστοι : μεγάλη δὲ βίη καὶ χεῖρες ἄαπτοι ἐξ ὤμων ἐπέφυκον ἐπὶ στιβαροῖσι μέλεσσι . ] τῶν δ ' ἦν
ἄπλατοι : μεγάλη δὲ βίη καὶ χεῖρες ἄαπτοι ἐξ ὤμων ἐπέφυκον . δηλοῖ γὰρ ὅτι τῶν σωμάτων τὴν ῥώμην ἤσκουν
5050600 ἀξιοπιστιας
αὐτοσχεδίῳ καὶ ἀξιόπιστον ποιεῖ τὸν λόγον . Παρὰ πάντα δὲ ἀξιοπιστίας τό τε ἐπισημαίνεσθαι τοῖς εἰσαγομένοις καὶ τὸ ὑπερβολαῖς χρῆσθαι
τινες οἴονται δεῖν τὸν Ἑλλήσποντον ὑμῶν ποιῆσαι . καὶ πάλιν ἀξιοπιστίας ἕνεκα ὡς ὁμολογούμενον τῷ σχήματι εἰσάγει , ἴστε γὰρ
5045707 ἐκλεκτοι
ἐπιγείων . ὥρα ιαʹ , * ἐν ᾗ εὐφραίνονται οἱ ἐκλεκτοὶ τοῦ θεοῦ . ἑνδεκάτῃ ἀνθομολόγησις καὶ ἀγαλλίασις πάντων .
ὥρα καλεῖται Σημβροῦ : ἐν αὐτῇ τῇ ὥρᾳ εὐφραίνονται οἱ ἐκλεκτοὶ τοῦ θεοῦ . ἡ ιβʹ ὥρα καλεῖται Δακνειοῦν :
5043110 ἀγαλλομενοι
' ἱστοὶ καὶ ἐρετμὰ νεῶν καὶ νῆες ἐῖσαι , ᾗσιν ἀγαλλόμενοι πολιὴν περόωσι θάλασσαν . τῶν ἀλεείνω φῆμιν ἀδευκέα ,
[ ! ! ! ! ! ! ] νίκηι γὰρ ἀγαλλόμενοι ποθέεσκον καίπερ [ ] κεκμηῶτες [ ] ἀνὰ κνέφας
5038686 Ὑλλεις
Ὁ φυλέτης Ὑλλεύς . Χάραξ θʹ : Καὶ Παμφύλιοι καὶ Ὑλλεῖς . . . . σ , : Τὰς δὴ
ἐκείνου ἐκαλεῖτο πρότερον , ὕστερον δὲ Ἰστιαιῶτις μετωνομάσθη . . Ὑλλεῖς : Ἔστιν Ὕλλις καὶ φυλὴ Ἄργους καὶ Δωριέων καὶ
5037575 πλοκαμοι
μοῦναιν : αἰολικὸν , ἰωνικόν . κοτυληδόνες : φολίδες , πλόκαμοι , πλεκτάναι , τὰ καρφία , αἱ κοιλότητες τῶν
ἢ χρυσόπαστον . Τρίχες δὲ τῶν ἵππων οὐραῖαι διαπλέκονται καθάπερ πλόκαμοι γυναικῶν καὶ διαδοῦνται καὶ περισφίγγονται πορφυραῖς τε καὶ ποικίλαις
5036333 ϲυων
τοῦ ὀϲτρακώδεοϲ : κρεῶν τὰ μὴ πίονα καὶ ϲμηγματώδεα : ϲυῶν μὲν πόδεϲ καὶ τὰ τῆϲ κεφαλῆϲ , πτηνῶν τὰ
καὶ ταύρων , ἔτι δὲ μᾶλλον προβάτων λαγωῶν καὶ ἀγρίων ϲυῶν , κρέα ταριχευθέντα τῶν τετραπόδων ζῴων , τῶν δὲ
5034708 φιλοξενοι
ἀσκεῖται ἡ Θέμις ἡ τοῦ ξενίου Διὸς πάρεδρος . τουτέστι φιλόξενοί εἰσιν , ἴσως διὰ τὸ ἐμπορεῖον εἶναι τὴν Αἴγιναν
παρ ' αὐτοῖς διαπαντὸς ἐν ταῖς τραπέζαις : ἀντὶ τοῦ φιλόξενοί εἰσιν . . ἀλλὰ σὺν δόξᾳ τέλος δυωδεκάμηνον περάσαι
5031671 πρεποντες
ἀνδρεῖοι . πρέποντες ] ὑπερέχοντες . πρέποντες ] προέχοντες . πρέποντες ] εὐπρεπεῖς . πρέποντες ] ἔξοχοι : πρέπουσι γὰρ
κινήσεως ποιοῦνται φόβον . . ἠχοῦσιν ἡμῖν . . ἀγήνορες πρέποντες στρατοῦ ] ὑπερήφανοι καὶ αὐθάδεις . . ἄγαν ἀνδρεῖοι
5031580 κενταυροι
ἄκαστος εἰς τὸ ἔρημα τοῦ πηλίου , ἵνα αὐτὸν οἱ κένταυροι φονεύσωσιν : Πῦρ δὲ παγκρατές . τὴν εἰς πυρὸς
τὸν τοῦ Ἰξίονος ἐπιθόρνυσθαί φασιν , ὑφ ' οὗ οἱ κένταυροι † οἰνωθέντες ἦλθον εἰς κρᾶσιν . τοῖς δὲ ἄρα
5028853 κτεινομενων
καὶ γυναικὸς ἀκολάστου θυμός : τοιοῦτοι γὰρ τῶν ἐξ ἐπιβουλῆς κτεινομένων οἱ λόγοι : ἀφ ' ἑστίας τὸ πάθος :
λαοὶ ἀλλήλους ὀλέκοντες : ἐν αἵματι δ ' ἔπλετο δῆρις κτεινομένων ἑκάτερθε : νεκροὶ δ ' ἐπέκειντο νέκυσσι πανσυδίῃ ψεκάδεσσιν
5025874 εὐπατριδαι
ὡς ἐσμὲν εὐγενεῖς : ὄντες ἀπ ' ἀμφοτέρων τῶν γονέων εὐπατρίδαι : νῦν δ ' ὑμεναίων : νῦν δὲ ἀντὶ
πείθοντας ἀπόντος καὶ ἀσχολουμένου τοῦ Σεβήρου . ᾑροῦντο γὰρ οἱ εὐπατρίδαι ἐκεῖνον μᾶλλον ἄρχοντα , ἅτε ἐκ προγόνων εὖ γεγονότα
5024617 ἀμειλικτοι
γὰρ θήρεσσιν ἀκαμπέες εἰσὶν ὀδόντες , οὐδὲ τέχναις εἴκουσιν , ἀμείλικτοι δὲ μένουσι : τοὺς σοφίῃ τεῦξαι κεραοξόος ἢν ἐθέλῃσιν
ὅτι εὔνους μὲν ἦν οὐδείς , ἐχθροὶ δὲ πάντες δυσπραξίᾳ ἀμείλικτοι . Τῆς δὲ ἀνηνύτου καὶ συνεχοῦς εὐλαβείας μάρτυρες οἱ
5023879 συγκειμενοι
, ὑσσώπου , σιλφίου , λιγυστικοῦ , καὶ σελίνου σπέρμα συγκείμενοι . πῶμα δὲ μετὰ πᾶσαν τροφὴν διδόναι ὅσον ἐς
οὗ ἕνεκα τέθειται . ἀλλὰ καὶ οἱ ὁρισμοὶ ἐξ ὀνομάτων συγκείμενοι ἀσήμαντοι ἔσονται : καὶ οὔτε ὀνόματα οὔτε ὅροι οἱ
5020482 Μινυαι
καὶ ἑτέρα Φρυγίας ἐν τοῖς ὁρίοις Λυδίας . τὸ ἐθνικὸν Μινύαι . Μίνῳα , [ πόλις ] ἐν Ἀμοργῷ τῇ
ἐξελῶν αὐτοὺς ἀλλὰ κάρτα οἰκηιούμενος . Ἐπείτε δὲ καὶ οἱ Μινύαι ἐκδράντες ἐκ τῆς ἐρκτῆς ἵζοντο ἐς τὸ Τηύγετον ,
5016010 μελεσσιν
ὑπὲρ κνημῖδος , ἔνερθε δὲ δαιδαλέοιο θώρηκος βριαροῖσιν ἀρηρότος ἀμφὶ μέλεσσιν , ἄμφω ἐπειγόμενοι : περὶ δέ σφισιν ἄμβροτα τεύχη
πρὶν μένος ἠελίοιο σκήλει ' ἀμφὶ περὶ χρόα ἴνεσιν ἠδὲ μέλεσσιν . Οὐδὲ πυρὴ Πατρόκλου ἐκαίετο τεθνηῶτος : ἔνθ '
5010955 διφροι
+ * . . Ἀνεκυμβαλίαζον : ἀνεκρότουν ἢ ἀνετρέποντο : δίφροι δ ' ἀνεκυμβαλίαζον , . + . . .
ἦν καὶ πεποίκιλτο χρυσοῖς ἀγάλμασιν , οἱ δὲ τῶν ἄλλων δίφροι χαλκοῖ μέν , ἄσημοι δὲ ἦσαν , ὑψηλοὶ δὲ
5006757 ποικιλοι
κύνας κέστρας τε πέρκας τ ' αἰόλας . σκορπίοι τε ποικίλοι σαῦροί τε , γλαῦκοι πίονες . σκορπίοι τε ποικίλοι
ἄλλως : σόφισμα λέγει τὴν ἀπάτην παρόσον οἱ Θεσσαλοὶ παραδίδονται ποικίλοι τὰ ἤθη . θέλει οὖν εἰπεῖν ὅτι σοφίσματι καὶ
5002561 ἀνοητοι
διότι κατὰ τοὺς Στωϊκοὺς οἱ πολλοὶ θεοῖς ὄντες ἐχθροὶ καὶ ἀνόητοι τὰς ἀληθεινὰς τιμὰς τῶν οὐδ ' ὠνειροπολήκασιν . καὶ
τῶν τῆς πόλεως καὶ τῶν ἱερῶν : ὅσαι δ ' ἀνόητοι , φανερῶς ἐπιδείκνυτε ποιεῖν ὅ τι ἂν βούλωνται ,
5001935 ἀαπτοι
ἀνέρα τόνδ [ ' ] οὗπέρ τε μένος καὶ χεῖρες ἄαπτοι [ ἀτρεκέως ] πεφύασιν ἀπ ' ἀκαμάτοιο σιδήρου .
οἶος ἐπίστηται πολεμίζειν ἡμέτερος θεράπων , ἦ οἱ τότε χεῖρες ἄαπτοι μαίνονθ ' , ὁππότ ' ἐγώ περ ἴω μετὰ
5001355 ἠμφιεσμενοι
οἱ τὸν ὄχλον ἀνείργοντες Σιληνοί , πορφυρᾶς χλανίδας ἢ φοινικίδας ἠμφιεσμένοι . τούτοις ἐπηκολούθουν λαμπάδας φέροντες κισσίνας διαχρύσους . μεθ
αἱ δὲ πλευραὶ τῶν στοῶν αἱ μέν εἰσι τοῖχοι πλάκας ἠμφιεσμένοι τῇ μὲν τέχνῃ μιᾷ συνεχομένας ἁρμονίᾳ , τῇ δὲ

Back