ἀρτηρίαν σκληρύνουσα . Μυρμηκίζοντα δέ φασιν , ἔκ τε τῆς μικρότητος καὶ τῆς πυκνότητος τοῦ ζῴου , καὶ τῆς δοκούσης
ἐρεῖ τις τὸ μεῖζον καὶ τὸ ἔλαττον μεταλήψει μεγέθους καὶ μικρότητος : ἢ καὶ τοῦτο μεταλήψει ποιητικοῦ καὶ παθητικοῦ .
5474511 ἐπιτασεως
ἐπὶ τῶν τοὺς ἀλφοὺς καὶ τὰς λεύκας ἐχόντων μέχρι τῆς ἐπιτάσεως . παρατεινούσης δ ' ἐπὶ χρόνον τῆς ἀρχῆς ,
τοῦτον ὁ ἥλιος διὰ τὰς προειρημένας αἰτίας παραίτιός ἐστι τῆς ἐπιτάσεως τῶν καυμάτων . Ἐν Ῥόδῳ μὲν γὰρ μετὰ λ
5415302 ἐφηβαιου
ἐπιθέμασίν τε παραπλησίοις χρηστέον κατὰ τῆς λαγόνος ὅλης καὶ τοῦ ἐφηβαίου , καὶ συνεργητέον διά τε τροφῶν καὶ φαρμάκων διουρητικῶν
δὲ εἰς τὸ ἔμπροσθεν καὶ ἄνω παραποδισμὸς οὔρων καὶ περίτασις ἐφηβαίου , τισὶ δὲ καὶ τὸ ἀδυνατεῖν ἵστασθαι . τῇ
5405503 ἐκκρισεως
δ ' ἐὰν μὲν ὀλίγον ᾖ , καταφρονεῖν δεῖ τῆς ἐκκρίσεως καὶ βαθύνειν τὸ τρῆμα : ἐὰν δὲ πολύ ,
χυμοῦ σκαιότητα . Εἴ γε τὴν ὁρμὴν ἐν οὔροις τῆς ἐκκρίσεως λάβῃ , μείω δὲ ὁ πυρετὸς τῶν ἐν τοῖς
5352198 γινομενης
μέσων τῶν ζῳδίων κύκλου περιφέρειαν ἐκ τῆς παρὰ τὴν ΛΒ γινομένης τοῦ ἐπικύκλου ἀνωμαλίας , μοιρῶν ἔσται δ κ .
τὴν μνήμην , καθὼς εἴρηται πρότερον : μνήμης δὲ πολλάκις γινομένης τοῦ αὐτοῦ αἰσθήματος γίνεται ἐμπειρία : αἱ γὰρ πολλαὶ
5253835 ἐποχη
αὐτοῦ τοῦ ζῳδίου καθ ' ὅ ἐστιν ἡ τοῦ Ἡλίου ἐποχή , ἑκάστῳ ζῳδίῳ διδόντας μοῖραν α : εἰς ὃ
: μελετῆς γὰρ γινομένης , ὡς προείρηται , οὐδὲ ἡ ἐποχή ἐστιν ἀσφαλής . Φλεβοτομία τοίνυν ἀπὸ ἀγκῶνος εὐτεθήσει ,
5240422 ἀραιοτερον
, οἷον πήχεων , μηρῶν : ἀτὰρ καὶ τὸ δέρμα ἀραιότερον , δηλοῖ δὲ ἡ θρίξ : ἀφ ' ὧν
κίνημα ; χειμὼν δὲ μικρότερον καὶ ἀμυδρότερον βραδύτερόν τε καὶ ἀραιότερον ποιεῖ τὸν σφυγμόν , ὅμοιον ἡλικίᾳ γεροντικῇ . ἔαρ
5224522 παρακολουθουσης
τοῦ τῆς κρείττονος , ἓν τὸ φάντασμα γίνεται , οἷον παρακολουθούσης σκιᾶς τῷ ἑτέρῳ , καὶ ὑποτρέχοντος οἷον σμικροῦ φωτὸς
ὑγιῶς τῶν ἀντωνυμιῶν τὸ δέον τοῦ τόνου ἀναδεξαμένων ἕνεκα τῆς παρακολουθούσης πρὸς ἄλληλα διαστολῆς , συνούσης ἔτι καὶ τῆς συμπλοκῆς
5214685 ὑποκειμενης
ρκ , καὶ αὐτῆς τῆς σελήνης ἐν ἀρχῇ τοῦ Ταύρου ὑποκειμένης πρὸς ἀνατολὰς ἀπέχειν τοῦ μεσημβρινοῦ ὥρας ἰσημερινὰς δ .
ἐνεπετάννυντο . μετὰ δὲ τοῦτο αἴθριον ἐξεδέχετο τὴν ἐπάνω τῆς ὑποκειμένης προστάδος τάξιν κατέχον : ᾧ κλῖμάξ τε ἑλικτὴ φέρουσα
5204300 πεισις
' ἐπεὶ οὐχ ἁπλῶς ἡ τοῦ ὁρατικοῦ ὑπὸ τοῦ ὁρατοῦ πεῖσις ποιεῖ τὴν αἴσθησινπαραποδίζει γὰρ ἡ ὑπερβάλλουσα διὰ τὸ ἀσύμμετρον
' ὡς περὶ τὸ ἀπολῆγον τοῦ ἀπευθυσμένου ἐντέρου γίνεται ἡ πεῖσις ἐν ᾧ ἡ ἐκκριτικὴ δύναμις ἐγκάθηται . ἁρμόζει δέ
5188618 μεγεθους
ἱκανώτατος χαλεπὸν γὰρ . . . : τὸ αἴτιον τοῦ μεγέθους τοῦ ἔργου . δ ' Ἀθηναῖοι : τὸ δέ
: καὶ ἡ ἀοριστία αὐτῆς ὁ τοιοῦτος ὄγκος , ὑποδοχὴ μεγέθους ἐν αὐτῇ : ἐν δὲ φαντασίᾳ ἐκείνως . Καὶ
5185685 χυμου
καὶ ἐϲχάραϲ ἄχρι ὀϲτέου ῥήϲϲει . Χολῆϲ ξανθῆϲ ἀμιγοῦϲ ἑτέρου χυμοῦ ἀποκριθείϲηϲ καὶ κατά τι μόριον ἱϲταμένηϲ τὸ πάθοϲ ἕρπηϲ
εἰς αὐτὴν τὴν κεφαλὴν ἀναπέμποντος , ἤδη ἐκεῖ συστάντος ὀλεθρίου χυμοῦ . τοσοῦτο δὲ τῶν ἄλλων οἵδε διενηνόχασιν , ὡς
5168541 ὀξυτητος
. Βελόνη : παρὰ τὸ βέλος καὶ † τῆς τούτου ὀξύτητος † , . , , . . β .
οὐ φαῦλον συνέσεως παράδειγμα προθέμενοι , ὁπόσον ἐμπειρίας πραγμάτων καὶ ὀξύτητος εἰς τὰ πολιτικὰ καὶ ἀγχινοίας καὶ δριμύτητος ἐκείνῃ προσῆν
5149328 εὐχροιας
: κάλλος γάρ ἐστι συμμετρία μελῶν καὶ μερῶν μετ ' εὐχροίας . οὐ μὰν οὐδὲ λόγων : ἀλλ ' οὐδὲ
τὸ κρίνον : τοῦτο δὲ λέγει ἐρίσαι τῇ Ἀφροδίτῃ περὶ εὐχροίας , τὴν δὲ ὀργισθεῖσαν ὅμοιον αἰδοίῳ ποιῆσαι ὄνου λειριόεν
5119638 ἐπιτεταμεναι
ῥίζαι παραπλήσιαι μέν εἰσι ταῖς τοῦ ἀκόρου τὴν δύναμιν , ἐπιτεταμέναι δὲ μᾶλλον . Ἀσπάλαθος κατὰ τὴν γεῦσιν δριμύς ἐστι
ἐν ταῖς ἀπουρήσεσι τὸν οὐρητικὸν πόρον . φροντίδες δ ' ἐπιτεταμέναι καὶ θυμοὶ καὶ ἀγρυπνίαι καὶ ἀλουσίαι πλείους καὶ κόποι
5056862 σφυγμον
οὐκέτι : καὶ τῷ ταῖς μὲν ἀποπληκτικαῖς σφοδρὸν εἶναι τὸν σφυγμόν , ταῖς ὑστερικαῖς δὲ ἀμυδρὸν εἶναι : τῶν δὲ
πυρεσσόντων , οὐ πάντως δὲ πυρέσσειν τοὺς πυκνὸν ἔχοντας τὸν σφυγμόν . Ἱπποκράτην ὑπολαμβάνουσι σημεῖον εἰρηκέναι τοῦ πυρετοῦ μέγεθος μετὰ
5035313 ἐπιτασιν
ἄκρων εἴ τε κατὰ μῖξιν εἴ τε κατὰ ἄνεσιν καὶ ἐπίτασιν τῶν ἐσχάτων ὅρων . Τῆς μὲν οὖν αὐστηρᾶς ἁρμονίας
δ ' εὐθέως , εἰ βούλεσθε , τὴν τῆς φιλαργυρίας ἐπίτασιν , τὴν τῆς ἀκρασίας . ἀλλ ' ἔοικα γὰρ
5025706 ἐμφασις
. Ἀλλά , φήσει τις , πῶς τοῦ ἑνὸς ἐγκειμένου ἔμφασις δευτέρου πληθυντικοῦ γίνεται ; πρόσκειται ὅτι τάξεως ὀνόματά ἐστινἄλλως
οὐκ ἀδίκημα μόνον τούτῳ πεπρᾶχθαι δοκεῖ . Κατὰ δὲ σχῆμα ἔμφασις γίνεται , ὅταν τις δεικτικοῖς χρῆται , οἷον οὗτος
5006334 ἀναιρετικου
κάκωσιν τῆς κατὰ τὸ ποῖον κυρίας περὶ τὸν αὐτοῦ τοῦ ἀναιρετικοῦ τόπου τυχόντα γινομένης ἢ καὶ πολλῶν τῶν θανατικῶν συμπτωμάτων
ὄψεται καὶ ἀδελφὸν τοῦ κίρκου καὶ ἱέρακος τοῦ καταρρακτῆρος καὶ ἀναιρετικοῦ τοῦ Ἕκτορος : λέγει δὲ τὸν Δηίφοβον : ὅντινα
4971545 σφυγμου
τὰς κατ ' αὐτοὺς διαφοράς . Οὐδὲν οὖν ἕτερον τοῦ σφυγμοῦ πεφυκότος ἢ διαστολῆς καὶ συστολῆς τῆς ἀρτηρίας καὶ τῆς
βραδύτης , σκληρότης , μαλακότης . πόσα ἐστὶ ποιητικὰ αἴτια σφυγμοῦ ; δύο , ἡ δύναμις ἡ ποιοῦσα καὶ κινοῦσα
4960701 ἀλγηματος
ὑπόξανθοι , γλίσχραι , ἔχουσαι μικρὰ κοπρώδεα μεθ ' ὑποχονδρίου ἀλγήματος καὶ πλευροῦ , ἰκτεριώδεες : ἦρά γε , ἐπιστάντων
οἷόν τι ἐπεπόνθει καὶ ὁ Νουμηνίου υἱός . Ἐξ ὀσφύος ἀλγήματος ἀναδρομαὶ ἐς καρδίην , πυρετώδεες , φρικώδεες , ἀνεμέουσαι
4952383 πυκνοτερον
τροπικὸν ἢ δίσωμον τὸ ζῴδιον , ἔτι μᾶλλον ποιεῖ : πυκνότερον γὰρ ἁμαρτάνουσιν , ὀφθαλμοβόλοι γὰρ γίνονται καὶ οὐκ ἐπιτευκτικοί
μὲν ἀκμὴν παιδοτροφίας ἀγύμναστοι καὶ παιδικὸν ἔτι καὶ ἀμέγεθες καὶ πυκνότερον τὸ σύγκριμα τῶν μαστῶν ἔχουσιν , αἱ δὲ πολλάκις
4930534 ἀκριβους
σημεῖον ἔσται τῆς μέσης συζυγίας , τὸ δὲ Λ τῆς ἀκριβοῦς , καὶ ἡ ΘΛ μοιρῶν γ , αἷς τὸ
κ , ὥστε καὶ τὴν τῆς ὁμαλῆς σελήνης ἀπὸ τοῦ ἀκριβοῦς ἡλίου διάστασιν συνάγεσθαι μοιρῶν μϚ μ , ἀνωμαλίας δ
4930493 ὀγκου
τῶν ὀδόντων διαιρεῖσθαι , πλείστην τροφὴν διδόασι τοῖς σώμασιν ἐξ ὄγκου βραχέος : ὅσοι δ ' ἐναντίοι τούτοις ῥᾳδίως μὲν
ἡ διὰ τῶν ἀσπίδων πρὸς χοιραδικοὺς ἀναγραφεῖσα ἐφ ' ὧν ὄγκου χαύνου μέγεθος καθελεῖν βουλόμεθα : καθαιρεῖ γὰρ ἱκανῶς οὐ
4918555 ψυχροτητος
νεῦρα ὑπὸ παχέος καὶ γλίσχρου φλέγματος τρεφόμενα ἑτοίμως ὑπὸ τῆς ψυχρότητος καὶ πλήττεται καὶ ἐμφράττεται . Ἡ μὲν γὰρ φλὲψ
τινος μορίου κυρίου . ἐπὶ τούτου ἐπίτασίς ἐστι θερμότητος καὶ ψυχρότητος , καὶ σῶμα κατάξηρον ἐκτετηκὸς καὶ αὐχμῶ - δες
4917161 ὀρρωδους
ποιότητα . Γάλακτος δ ' ἐκ διαφόρων οὐσιῶν συγκειμένου τῆς ὀρρώδους δηλαδὴ καὶ βουτυρώδους καὶ ἔτι τῆς τυρώδους , τὸ
πάλιν ἑψεῖν ἠρέμα , μέχρις ἂν ἐκδαπανηθῇ τὸ πολὺ τοῦ ὀρρώδους αὐτοῦ περιττώματος . τινὲς δὲ καὶ σιδήρια προπυρώσαντες μᾶλλον
4909629 ἀναπαλιν
περὶ ψυχὴν τὸ αὐτὸν ἑαυτῷ εἶναι σπουδαῖον καὶ εὐδαίμονα . ἀνάπαλιν δὲ καὶ τῶν κακῶν τὰ μὲν περὶ ψυχὴν εἶναι
καὶ τὰ ἶσα ἀπὸ ὡροσκόπου , τοῖς δὲ νυκτὸς τὸ ἀνάπαλιν . Ἕκτος κλῆρος τῆς Νίκης , ὃν ἀριθμήσεις τοῖς
4883665 πυκνοτητος
σφυγμῶν ἐν ἀρχῇ μὲν εἰσβολῆς ἀμυδρᾶς καὶ ἀνωμάλου κινήσεως μετὰ πυκνότητος , ἐν ἀκμῇ δὲ σφοδροτάτης μετὰ ἐπάρσεως καὶ τάχους
λέγοι τὸ κενόν : αὕτη γάρ ἐστιν ἡ μανότητος καὶ πυκνότητος δεκτική , οἷς ἕπεται τὸ βαρὺ καὶ κοῦφον καὶ
4876577 συνεδρευει
δυνάμενον , ἐπισκεψώμεθα . οὐκοῦν ἐπειδὴ πᾶσι τοῖς πράγμασι φύσει συνεδρεύει τινὰ μόρια ταῖς ὕλαις συνυπάρχοντα , ἐξ ἀνάγκης γένοιτ
ἐκ διαλειμμάτων τινῶν . καὶ ὁ μὲν ἐρυθρὸς ταῖς ἀκμαζούσαις συνεδρεύει , ὁ δὲ λευκὸς ὡς ἐπίπαν ταῖς πράως ἀκμαζούσαις
4830557 ῥυθμου
εἰς μακρὰς πάσας εἰ κατέληγεν , ὅ ἐστι τοῦ βεβηκότος ῥυθμοῦ . οὐ μὴν ἀλλ ' εἴτε βεβηκὼς εἴτε μὴ
τοῦ λόγου πάθος ἐνδίδωσι τοῖς ἀκούουσι , τὸ δὲ τοῦ ῥυθμοῦ , ὡς ἐνίοτε προειδότας τὰς ὀφειλομένας καταλήξεις αὐτοὺς ὑποκρούειν
4816708 βελτιονος
εἴης φοβερὸς σοφισταῖς ἐν σοφιστῶν ἐπιδείξεσιν , ἐμοὶ δὲ δόξης βελτίονος αἴτιος τῶν ἐπαινούντων ἐρωτώντων , τίς σε πηγὴ τοσοῦτον
ὅπως αὐτοῖς χρώμεθα , ἐπειδὰν πρῶτον ἄρξωνται συνιέναι τε τοῦ βελτίονος καὶ τῷ σώματι ἀνδρίζεσθαι καὶ ὑφίστασθαι τοὺς πόνους ,
4798038 ἐλαττωσιν
αὐτῶν κεχωρισμένοι . Οὐ τὸ σωμάτων οὖν ἐπιμελεῖσθαι φέρει τινὰ ἐλάττωσιν οἷς ὑπηρετεῖ τὸ σῶμα , καὶ συνέχεται ὑπὸ τοῦ
, ἔλαττον δέ , οἶμαι , θεοῦ . Τὴν δὲ ἐλάττωσιν αὐτοῦ οὐδὲ θάνατος ἄρα παρέξεσθαι ἔμελλεν : ὃν γὰρ
4796830 χρωματος
λύσις ἐστὶν ἐπιχειρηματικὴ , ἀλλ ' οὐ τὰς ἀφορμὰς ἀπὸ χρώματος ἔχουσα : ἐρεῖ οὖν οὐκ εἴ τις φίλος ,
Φωκέων , ὅτι ἠπατήθην , ὅρα πῶς ἐκβολὴν ἐποιήσατο τοῦ χρώματος : ἔδει τοίνυν μισεῖν τὸν ἀπατήσοντα , ἀλλὰ μὴν
4768426 στομαχου
παρακολουθεῖ δὲ ἄλγημα στομάχου καὶ κοιλίας σφοδρόν : ὄγκος τε στομάχου καὶ κοιλίας , ὁμοίως ὑδρωπικοῖς : καὶ περιτείνεται αὐτοῖς
ἔνδον αὐτὸν ὑπαλείφων κοινὸς τῆς τε ἀρτηρίας ἐστὶ καὶ τοῦ στομάχου : τὴν δὲ κίνησιν αὐτοῦ κατὰ τὴν τοῦ ζῴου
4763054 ἀλλοιωσεως
φθορὰς οὐ κυρίως : οὐ γὰρ κατὰ τὸ ποιὸν ἐξ ἀλλοιώσεως , κατὰ δὲ τὸ ποσὸν ἐκ συναθροισμοῦ ταύτας γίνεσθαι
. ὁμοίως δ ' ὑπολαβεῖν τοῦτο δεῖ καὶ ἐπ ' ἀλλοιώσεως : τὸ γὰρ θερμανθὲν ὑπὸ τοῦ θερμοῦ τὸ πλησίον
4762250 ἀνωδυνου
τοῦ πάθους γίγνεται : ἤδη δὲ ἐνίοις τοῦ ἰσχίου σχεδὸν ἀνωδύνου ὄντος ἐρείδει τὸ ἄλγημα κατὰ ἰγνύος μόνης , ἑτέροις
ἢ πεσσοῦ τοῦ δι ' ἐρίου ὡς ἂν ἁρμόττῃ . ἀνωδύνου δ ' ὄντος τοῦ ἕλκους , παραπλεκέσθω σμύρνης ,
4760621 ἀδοξιας
ἀγαθῶν καὶ κακῶν κρείττων ἐστίν , οἷον πλούτου πενίας δόξης ἀδοξίας , ἁπλῶς τῶν περὶ τὸ σῶμα καὶ ἐκτὸς ἀγαθῶν
αὐτὸς ἱστορεῖ διὰ τῆς ἑβδόμης καὶ εἰκοστῆς οὐ τῆς τυχούσης ἀδοξίας νομίζεσθαι , εἴ τις [ ἦν ] ἢ τὸ
4754462 αὐξησις
καὶ ἕδρᾳ γινομένη . υγʹ . Γυναικόμασθόν ἐστι παρὰ φύσιν αὔξησις τῆς ὑποκειμένης τοῖς μασθοῖς πιμελῆς . υδʹ . Ἐξόμφαλός
: ἄλλοι δ ' οὕτως ὁρίζονται : κοινὸς τόπος ἐστὶν αὔξησις ὁμολογουμένου ἀδικήματος ἢ ἀνδραγαθήματος . Πρῶτον οὖν λεκτέον ,
4729686 συγκρατικης
δὲ ἐπιπόνους καὶ ἐπιβλαβεῖς καὶ ἐπικινδύνους καὶ δυσανακομίστους , τῆς συγκρατικῆς ἐπι - σκέψεως πανταχῆ συμπαραλαμβανομένης κατ ' ἐπικράτησιν τῶν
καὶ διδασκαλικῶν λόγων ἐν τῷ πρώτῳ συντάγματι ἐδηλώσαμεν καὶ περὶ συγκρατικῆς ἀποτελεσματογραφίας , οὐ τοσοῦτον τῇ περὶ τὸν λόγον κακοζηλίᾳ
4727832 ἐμφυτου
: ὥσπερ πάλιν οἱ λυπούμενοι συστέλλονται , τοῦ ἐν αὐτοῖς ἐμφύτου καὶ θερμοῦ αἵματος συστελλομένου : οὕτω καὶ τὸ κῦμα
τοιαύτην ὑπάρχουσαν , ὑπὸ τῆς πολλῆς ὑγρότητος οἷον καταβαπτιζομένου τοῦ ἐμφύτου θερμοῦ . Ἀλλὰ καὶ οἱ σφυγμοὶ τούτοις μικρότεροι τῶν
4707789 ὀγκον
εἶναι . Πρῶτον μὲν οὖν οὐκ ἀνάγκη τὸ ὑποδεχόμενον ὁτιοῦν ὄγκον εἶναι , ἐὰν μὴ μέγεθος ἤδη αὐτῷ παρῇ :
Εἴτε πνευματικὴν διάθεσιν εἴτε ἐμφύσημα καλεῖν τις ἐθέλει τὸν γινόμενον ὄγκον ἔν τισι μορίοις παρὰ φύσιν , ἀντίτυπον μέν ,
4703251 διαπυρου
, ἔτι δὲ βορβορίζουσα τῇ γεύσει καὶ ἐπ ' ἄνθρακος διαπύρου ἐπιτεθεῖσα . Σανδαράκην προκριτέον τὴν κατακορῆ καὶ πυρρὰν καὶ
πρὶν ἢ χάσμα γῆς ἀνοιχθὲν ἐν τῷ Ληλάντῳ πεδίῳ πηλοῦ διαπύρου ποταμὸν ἐξήμεσε . Πολλῶν δὲ συναγωγὰς ποιησαμένων τοιαύτας ,
4699736 σφοδροτητος
γοργοῦ τῆς τε περιβολῆς παραπλησίως τούτοις , τραχύτητος δὲ καὶ σφοδρότητος οὐ παραπλησίως τῇ περιβολῇ , κατὰ δεύτερον δὲ καὶ
μέλλοντες ἀπαίρειν πρὸς μάχην καὶ τοῦ λιμένος ἐξιόντες , μετὰ σφοδρότητος ἤλαυνον πρὸς ἐπίδειξιν τῶν οἰκείων ὁρώντων . Ἀττικοὶ τὰ
4695406 εὐαερον
' εὐθείας τὰς ἐφ ' ἑαυτῇ ἑκάστη ἔχουσα ὁδούς , εὐάερον τὴν πόλιν παρέχουσιν εὐήλιόν τε καὶ καθαρὸν καὶ εὐήνεμον
τὸν κατὰ θάλατταν λιμένα καὶ εἰς τὸν λιμναῖον καὶ τὸ εὐάερον ἄξιον σημειώσεώς ἐστιν , ὃ καὶ αὐτὸ συμβαίνει διὰ
4673420 συνεχους
τοῦ ποσοῦ , δύο μὲν τοῦ διωρισμένου καὶ πέντε τοῦ συνεχοῦς , ὅτι τὰ δύο τοῦ διωρισμένου καὶ τὰ πέντε
ποίας διαφορὰς κρίνεται . ἀρξώμεθα δὲ ἐντεῦθεν . Ἡ τοῦ συνεχοῦς καὶ ἡ τοῦ διῃρημένου φύσις πᾶσα τοῖς οὖσιν ,
4666943 κρασεως
τοῖς ἰατροῖς καὶ χωρίον ἐσκοπεῖτο τῇ νόσῳ κατάλληλον εὖ τε κράσεως ἔχον καὶ θυμηδίαν τινὰ παρέχον τῷ κάμνοντι , ὁ
οἰόν τ ' ἦν τὰ ἐξ ἐκείνων , ἴσοις μέτροις κράσεως συνίστασθαι : ἦ γὰρ ἂν ὁμοιοειδῆ καὶ ὁμοιότροπα ,
4666123 ἐπιχειρουσης
ταῖς μὲν ἀρχαῖς ἔτι λεπτὰ τὰ οὖρα φαίνεται , μήπω ἐπιχειρούσης τῆς φύσεως , ἅτε δὴ ὠμοῦ τοῦ πάθους ἔτι
. τῆς οὖν μερικῆς ἀποφάσεως τὴν καθόλου μόνον κατάφασιν ἀναιρεῖν ἐπιχειρούσης καὶ δυναμένης ποτὲ συμφθέγγεσθαι τῇ μερικῇ καταφάσει , καθάπερ
4664879 μειωτικον
, θηλυνόμενον , φωνῆεν , ἀγαθόν , εὐμετάβολον , ὑπαρχόντων μειωτικόν , ὑπόγειον κόσμου , δημόσιον , ἐκλειπτικόν , προεστὸς
καὶ σωτήριον ἀποφαινόμενοι θεότητα προσειρήκασι , τὸ δὲ τῆς κακίας μειωτικόν τε καὶ φθαρτικὸν πάσης φύσεώς τε καὶ συστάσεως συνειδότες
4651172 εὐανδριαν
πολλῶν καὶ ἀδόξων ὄντων τῶν ἐθνῶν , ὅμως διὰ τὴν εὐανδρίαν καὶ τὸ βασιλεύεσθαι κατὰ σφᾶς οὐ πάνυ ἦν χαλεπὸν
καὶ τολμῶσι κινδύνου μέτα : οἱ γὰρ πόνοι τίκτουσι τὴν εὐανδρίαν , ἡ δ ' εὐλάβεια σκότον ἔχει καθ '
4642398 διαθεσεως
ἀποτελέσματος ἀστέρων πρὸς τὰ ἑῷα καὶ τὰ ἑσπέρια κέντρα ἀεὶ διαθέσεως . Ἑξῆς δὲ τούτοις ὄντος τοῦ περὶ συναρμογῶν λόγου
σοι σώματος ; γεύσῃ ποτὲ ἆρα τῆς φιλητικῆς καὶ στερκτικῆς διαθέσεως ; ἔσῃ ποτὲ ἆρα πλήρης καὶ ἀνενδεὴς καὶ οὐδὲν
4617920 ἐντασεως
βάσεως ἤπερ ἐπὶ τῶν στηθῶν τῶν ποδῶν γίνεσθαι μετ ' ἐντάσεως ἰγνυῶν , καὶ κατὰ μὲν τὰς ἀρχὰς ἠρεμαῖον ,
ἀξίαν ἀπονεμητικὸν ἑκάστῳ : καὶ τὸ ἔμπειρον ποῦ μὲν χρεία ἐντάσεως , ποῦ δὲ ἀνέσεως : καὶ τὸ παῦσαι τὰ
4606005 πυου
οἴσυπον , στέαρ ὕειον ἐλαίου μᾶλλον . Χρησιμώτατόν ἐστιν εἰς πύου γένεσιν τῶν καταντλουμένων μὲν ὕδωρ εὔκρατον ἢ ὑδρέλαιον ,
μήτε φλέβα : καὶ ἢν ἔμπυον καίῃ , ἐπιτυγχάνειν τοῦ πύου , καὶ τάμνοντα δὲ κατὰ τὸν αὐτὸν λόγον :
4605747 φανοτερον
πρῶτον , ὅτι τε κρεῖττον αὐτῆς καὶ ὅτι σαφέστερον καὶ φανότερον : ἐξ ἀφαιρέσεως γὰρ ἥδε καὶ οὐκ αὐτόθεν καταλαμβάνεται
ἥκουσα ὑπὸ ἀηθείας ἐσκότωται , ἢ ἐξ ἀμαθίας πλείονος εἰς φανότερον ἰοῦσα ὑπὸ λαμπροτέρου μαρμαρυγῆς ἐμπέπλησται , καὶ οὕτω δὴ
4602316 ἐπικυκλον
ὁμόκεντρον ὁμαλῶς , ὑπεναντίως τῷ παντί , καὶ συναποφέροντος τὸν ἐπίκυκλον , ὁ ἥλιος ἐν ἴσῳ χρόνῳ διανύων τὸν εκηζ
κύκλον , τὴν δὲ πρὸς τὸν ἥλιον καὶ παρὰ τὸν ἐπίκυκλον , ἐγκεκλιμένους ἐπὶ πάντων ὑποτιθέμεθα τόν τε ἔκκεντρον πρὸς
4597855 ἐπικαιρου
ἥ τε πόλις καὶ χώρα πάμφορός τε οὖσα καὶ θέσεως ἐπικαίρου λαχοῦσα ἐν καλῷ τε κειμένη τῆς Πελοποννήσου καὶ πρὸς
ἀναποδείκτου λαμβανομένων εἰς οὔρου καὶ χολῆς διάκρισιν δεόμεθα καί τινος ἐπικαίρου θέσεως . ἐν ᾧ μόνον σωφρονεῖν ἔοικεν ὁ Ἐρασίστρατος
4586788 μελαγχολικου
ἀπωξυσμένα τὰ ὦτα φαίνεται . γίνονται μὲν ἐκ παχέος καὶ μελαγχολικοῦ χυμοῦ τὴν ῥοπὴν τῆς φορᾶς πρὸς τὸ δέρμα ἔχοντος
ὑπ ' αὐτῶν . ἐπειδὴ οἱ νεφροί εἰσιν ἐκ τοῦ μελαγχολικοῦ χυμοῦ , διὰ τοῦτ ' οὖν παρὰ τῶν εἰρουμένων
4579456 ἀφελειας
ὁ μὲν τῆσδε , ὁ δὲ τῆσδε , μετὰ τῆς ἀφελείας καὶ σεμνότητα ἔχει . Καὶ τὸ ἐν γένει δέ
οὐδὲν φροντίσαντες , λέγω περὶ αὐτῆς σεμνότητος , περὶ αὐτῆς ἀφελείας , τῶν ἄλλων ἰδεῶν , τάχα ἂν περὶ Δημοσθένους
4576860 γιγνομενης
τῆς ἄλλης ἡδονῆς ἅμα καὶ ὠφελίας τῆς περὶ τὰ τοιαῦτα γιγνομένης πᾶσιν . τούτους οὖν , αὐτούς τε καὶ τὸ
δὴ τελέσῃ θεὸς ἕπτ ' ἐνιαυτούς , ἥβης ἐκφαίνει σήματα γιγνομένης : τῇ τριτάτῃ δὲ γένειον ἀεξομένων ἔτι γυίων λαχνοῦται
4572621 σφυγματωδες
ὀστέου πάχος , συνεχομένη δ ' ἀποτίθεται τὸ φυσικὸν ἑαυτῆς σφυγματῶδες ἐνέργημα , συμπαρέπεται δὲ καὶ πυρετὸς ὀξύς : τῇ
ἕκαστον , ἀλλὰ καὶ τῇ τῆς ἐπερείσεως ἀντιβάσει κουφίζεται τὸ σφυγματῶδες τοῦ ἀλγήματος . εἰ δὲ μὴ ἐνδιδῴη , καὶ
4572008 καταβιβαζοντα
τῆς φαινομένης συνόδου προδιευκρινημένῃ πλατικῇ παρόδῳ , περὶ δὲ τὸν καταβιβάζοντα ἀφελοῦμεν ὁμοίως : ἐὰν δὲ ἡ κατὰ πλάτος παράλλαξις
κατὰ πλάτος παραλλάξεως πρὸς ἄρκτους ἀποτελουμένης , περὶ μὲν τὸν καταβιβάζοντα ἡ ἀφαίρεσις γίνεται τῆς ἀπὸ τοῦ βορείου πέρατος πλατικῆς
4570941 σκιρρον
παντὸς ὄγκου παρὰ φύσιν , τυχὸν μήτε φλεγμονὴν ἔχον μήτε σκίρρον μήτε οἴδημα , καὶ τὰ τοιαῦτα . ἀλλ '
καὶ τῇ τάσει δηλουμένη , εἰς ὕστερον δὲ καὶ εἰς σκίρρον μεταπίπτει τοῦ μὲν ζέοντος καὶ ὀδυνηροῦ παυσαμένου , μένοντος
4570163 πυρετοις
τείναντα δὲ μέχρι τροπῆς θερινῆς . ὅτι γε μὴν καὶ πυρετοῖς , τὰ ἄλλα οὐκ ἀσφαλέσιν , ἐπιγενόμενος ἐξέωσεν ,
καὶ αὕτη πέψεσί τε καὶ ἀπεψίαις , ἀπυρεξίαις τε καὶ πυρετοῖς , ὥσπερ δῆτα κἀπὶ τῶν ὀροβοειδῶν φθάσαντες ἐξεθέμεθα .
4570031 παρακολουθει
παιδεύων τὸ μειράκιον . ” Ὥστε ἀνάγκη πείθεσθαι αὐτῷ : παρακολουθεῖ γὰρ ἀκριβῶς παραφυλάσσων , καὶ ὅλως οὐδὲ προσβλέπειν ἄλλῳ
δύναμιν ἐχόντων οὐχ ἡ τυχοῦσα βλάβη τῇ πόσει τῶν τοιούτων παρακολουθεῖ , ἀλλὰ θάνατος ἔσθ ' ὅτε . Κατανοεῖν δὲ
4568085 ἀνεσις
καὶ μειδιασμὸς καὶ μειδίαμα καὶ μειδίασις , φαιδρότης ὀφθαλμῶν , ἄνεσις προσώπου , καγχασμός : καὶ ἑτέρας χρείας χλευασμός χλευασία
. ] τῶν τε ζῴων καὶ τῶν φυτῶν καὶ νούσων ἄνεσις ὁμοίως , ἢν ἔν [ τε ] τῇσι [
4555610 φλεβοτομια
ὑπαρχούσης ἐν κύστει ἢ δυσουρίας διὰ φλεγμονὴν ἢ αἱμορραγίαν , φλεβοτομία χρησίμη , καὶ καταπλάσσειν ὥσπερ τοὺς νεφριτικούς . θρόμβων
, οὐδὲν γὰρ οὕτω διακόπτει τὸν ἐν φλεγμονῇ κίνδυνον ὡς φλεβοτομία . φασὶ δὲ ἔνιοι καὶ κατὰ ἀντιπάθειαν ἔνια ποιεῖν
4535753 πλεοναζουσης
δ ' ἥμερα ἐπιμελείαις συναύξειν , τὰ δ ' ὑπὸ πλεοναζούσης τροφῆς κεχυμένα τομαῖς στέλλειν , τὰ δ ' ἐσταλμένα
διχῶς , ἢ γὰρ διὰ τὸ ποσὸν τῆς ὑποκειμένης καὶ πλεοναζούσης ὕλης , ἢ διὰ τὸ ποιόν : τῶν γὰρ
4532494 φλεγμονης
, προσλαμβάνοντα μαστίχην καὶ ἀψινθίου κόμην : χρονιζούσης δὲ τῆς φλεγμονῆς καὶ σκληρυνομένης , ἤδη ποικιλώτερα φάρμακα προσφέρειν χρὴ καὶ
θαλαττίων ἀτμῶν δριμυτέρων ὄντων ἐστὶ βιβρωσκόμενος , καὶ τύλωσιν μετὰ φλεγμονῆς ἀναδέχεται , ὡς ἐκ τούτου παχυνθέντος τὸ τοῦ πτερυγίου
4530631 πεψεσι
ἐν οὔροις φαμέν , ὀλίγα ἂν ἴσως τῶν ἐπὶ ταῖς πέψεσι γενομένων λάθῃ τὸν τοῖς γεγραμμένοις προσέχοντα τὸν νοῦν .
τὸν λόγον ἀναλαμβάνοντι . Ἐπεὶ γάρ τοι δέδεικται τοῖς συμμέτροις πέψεσι τοῦ αἵματος καὶ τὴν χολὴν συμμέτρως κατὰ χροιὰν ἀποδίδοσθαι
4522586 ἀνορεκτοι
, νωχελεῖς τε τοῖς σώμασι καὶ τὰς λαλιὰς τεθραυσμένοι : ἀνόρεκτοι δὲ τῷ στομάχῳ καὶ τὰς ἐν βάθει θερμασίας ὑποφαίνοντες
τε καὶ καρηβαροῦσιν ὥσπερ νεναρκηκότες καὶ χολημετοῦσιν ἀγρυπνοῦσί τε καὶ ἀνόρεκτοι διατελοῦσιν . οἱ δ ' ὀλεθρίως ἔχοντες μύουσι μὲν
4522219 ἐκχυσις
ἐν τῷ οἰκείῳ μέρει , ὅπου δὲ καὶ ὑδατώδους ἰχῶρος ἔκχυσις : ἐπακολουθεῖ δὲ καὶ καρδιωγμὸς καὶ στρόφος . [
ἑκατέρῳ ποδὶ αʹ : τοὺς πάντας ιζʹ : ἡ δὲ ἔκχυσις τοῦ ὕδατός ἐστιν ἐξ ἀστέρων λαʹ ἔχουσα ἀστέρας βʹ
4513022 πεψεως
ἱδρῶτας τὰ ὑποχόνδρια μετεχειρίσατο : οἱ γὰρ ἱδρῶτες τῆς τρίτης πέψεώς εἰσι περιττώματα , τὰ δὲ ὑποχόνδρια τὴν πέψιν τῶν
, καὶ ἀνορεξίαν , καὶ τεταρταῖον θεραπεύουσιν . Ὁ γλίχων πέψεώς ἐστιν ἐργάτης , ξηρὸς λειωθείς , καὶ μετὰ τροφὴν
4511194 λαμπροτητος
' αὐταῖς , ἀρκεσθήσεσθαι δὲ τῷ θ ' ἵππῳ τῆς λαμπρότητος τῶν σημείων ἕνεκεν καὶ ἑνὶ αἰχμαλώτῳ , ὃς ἔτυχεν
συμπεριδινούμενα , μὴ φαίνεσθαι δὲ ἐν ἡμέραι τῆι ὑπερβολῆι τῆς λαμπρότητος τοῦ ἡλίου καλυπτόμενα . ἀνατολὴν δὲ οὐ λεκτέον ἄστρου
4506152 παντοδαπου
τειχῶν ἐνέπεσον εἰς λοιμικὴν περίστασιν : πολλοῦ γὰρ πλήθους καὶ παντοδαποῦ συνερρυηκότος εἰς τὴν πόλιν διὰ τὴν στενοχωρίαν εὐλόγως εἰς
εἶδος ] , περὶ ἀγώνων , περὶ βαλανείου καὶ λουτροῦ παντοδαποῦ , περὶ τροφῆς πάσης ὑγρᾶς τε καὶ ξηρᾶς ,
4503630 ψυχικης
καὶ ἑτέρωθεν εἰς ἕτερα ὑφιζάνουσαν τῆς σωματοειδοῦς , τῆς δὲ ψυχικῆς τὴν ἀφ ' ἑαυτῆς εἰς † ἀνέλιξιν καὶ εἰς
οἰκεῖα τῇ κακίᾳ . ὁμοίως δ ' ἔχει καὶ ἐπὶ ψυχικῆς λύπης . τὸ μὲν οὖν ὅλον ἐνέργεια τοῦ κατὰ
4502235 ἐπιπολαιου
ἡμῖν δέ , φησί , ῥητέον ὅτι γελοῖον ἐξ οὕτως ἐπιπολαίου ζητήματος ἕκαστον τῶν ἀριθμῶν αὐτὸ ποιεῖν καὶ ἰδέαν .
τοῦ βῆξαι ἐγένετο . Ὁ ἀνωτέρω μὲν λόγος περὶ βηχὸς ἐπιπολαίου , οὗτος δὲ καὶ βηχὸς κακοήθους , καὶ κόπου
4494948 πηλικοτης
τι πρὸς τὴν φωνὴν τοῦ φεύγοντος γίνεται : ἡ δὲ πηλικότης ἀόριστόν τί ἐστι καὶ παρὰ τοῦ φεύγοντος ἔχει χώραν
τὴν πηλικότητα τοῦ πρός τι τοιούτοις κέχρηνται λόγοις : ἡ πηλικότης ἁπλοῦν τί ἐστιν : οἷον μέγα τόδε γεγένηται :
4494861 ἠθροισμενου
μὴ ἰσχύειν τὸ ἔμβρυον τοῦτον ἀπορρῆξαι . ἢ ἐκκριθέντος τοῦ ἠθροισμένου ἐν τῇ μήτρᾳ ὑγροῦ πρὸ τοῦ δέοντος καιροῦ ἄνικμοι
. Φλέγματος δὲ πολλοῦ ψυχροῦ κατὰ τὸ στόμα τῆς γαστρὸς ἠθροισμένου καταντλεῖν μὲν ἐπὶ πλεῖστον ἐλαίῳ συνεψοῦντα ἀψινθίου κόμην :
4486340 θερμασιας
ἐπαυξανομένης τῆς διαστολῆς μέχρι τελείας ἀκμῆς . Ἐπιτεινομένης δὲ τῆς θερμασίας , πρῶτον τὸ μέγεθος αὔξεται , εἶτα προσλαμβάνεται δὲ
ἁπλῶς πρὸς τὴν κρᾶσιν ἑκάστου καὶ πρὸς τὴν ἐκτροπὴν τῆς θερμασίας καὶ τῆς ξηρότητος τῆς ἐκ τοῦ κόπου τεχθείσης οὕτω
4485215 Φλεγμονη
Λειχήν ἐστι τραχύτης ἐπιφανείας μετὰ πολλοῦ κνησμοῦ . σϞηʹ . Φλεγμονή ἐστιν ἐν μήτρᾳ ἡ μετὰ πόνου γιγνομένη ἐπιγαστρίου καὶ
ἐπιπολάζει δὲ αὕτη ἡ ἕλκωσις μάλιστα παιδίοις . τπβʹ . Φλεγμονή ἐστιν ὄγκος μετὰ ἐρυθήματος καὶ σκληρίας πόνους ἐπιφέρων σφυγματώδεις
4485165 ἑκτημορια
ὡριαίαν περιφερείας ἐκ πεντεκαίδεκα χρόνων συνισταμένας τὰς ἀκολούθους αὐταῖς γωνίας ἑκτημόρια περιεχούσας μιᾶς ὀρθῆς . Ἕνεκεν δὲ τῶν λοιπῶν μηνιαίων
καὶ δυσχερείας ἐν τοῖς τόποις ἐν οἷς ἀναλόγως πρὸς τὰ ἑκτημόρια συμβαίνει τῷ πλῷ ἢ τῇ ὁδοιπορίᾳ τὰ συναντήματα ,
4483079 πλειονος
τῆς δόσεως τῶν ἀγαθῶν , ἐπεὶ ἡ περὶ τούτου διδασκαλία πλείονος ἐδεῖτο λόγου , νῦν μὲν ταύτην ἀφίησι , παραπέμπει
, καὶ τὸ πῦον ἀποκαθαίρεται , καὶ προσιητρεύεταί τε διὰ πλείονος , καὶ σχολαίτερον ὑγιαίνεται : ἐνίοτε δὲ οὐδ '
4478652 ἀδηλου
μὲν ἀφανὲς ᾖ , στοχασμὸς ἔσται : ἔστι γὰρ στοχασμὸς ἀδήλου πράγματος ἔλεγχος οὐσιώδης ἀπό τινος φανεροῦ σημείου [ ἢ
βουλόμενον , , καὶ ἐξ ἴσου ποιοῦντα τὴν ἐρώτησιν : ἀδήλου γὰρ ὄντος τοῦ τί βούλεται λαβεῖν ἧττον δυσκολαίνουσιν ,
4473441 παχους
ὑπόπυῤῥόν τε ἅμα καὶ ὑπόξανθον , εὐθὺς δὲ λεπτοῦ καὶ πάχους συμμέτρως ἔχον . οὔσης δὲ τριττῆς τῆς τῶν θολερῶν
συστᾶσα ἡ σύριγξ φθείρειε τὸ ὀστοῦν , εἰ μὲν διὰ πάχους , ἐκ τῶν ἔξωθεν μερῶν καὶ τὰ μῆλα χιάσαντες
4464677 ὀρεξεως
πρότερον τινός ἐστι πρότερον καὶ δῆλον ὅτι προβεβούλευται πρὸ τῆς ὀρέξεως : ἅμα δὲ καὶ ἐν τῷ ἑκουσίως συνεμφαίνει τὴν
καὶ ἀνορεξίας κʹ Περὶ κυνώδους ὀρέξεως Φιλουμένου καʹ Περὶ κυνώδους ὀρέξεως τῆς κατὰ διαφόρησιν πλείστην τοῦ δέρματος γιγνομένης Φιλουμένου κβʹ
4464475 δριμυτητος
νέων . σίναπι παρατίθημι τούτοις , καὶ ποιῶ χυλοὺς ἐχομένους δριμύτητος , τὴν φύσιν ἵνα διεγείρας πνευματῶ τὸν ἀέρα .
γὰρ ἡμῖν ἐν τῷ ἀέρι , οὐδεμία τις ἀνία γίνεται δριμύτητος ὡς πρὸς τὸν ἀέρα , εἰ δὲ ἐφαψαίμεθα τῆς
4462415 ἀνορεξια
τῆς καταλλήλου καὶ ὠμοπλάτης οὖρά τε ὕφαιμα καὶ ὑπόχλωρα καὶ ἀνορεξία καὶ ἄχροια ποσὴ καὶ ἀμεταληψία τῆς τροφῆς , ἐπιστήσῃ
τροφῶν : εἰ δ ' ἐν παρακμῇ τοῦ παντὸς νοσήματος ἀνορεξία γίγνοιτο ἢ ἐν χρονίαις ἀσθενείαις ἢ ἐπὶ δυνάμει ἀσθενούσῃ
4462076 ἀγωγης
' ὧν καὶ τὰ ἐγκώμια , γένους , φύσεως , ἀγωγῆς , τύχης , ἐπιτηδευμάτων , πράξεων , διαθέσεων .
ἡμιολίῳ τὸ παιωνικόν . Ἄρχεται δὲ τὸ δακτυλικὸν ἀπὸ τετρασήμου ἀγωγῆς , αὔξεται δὲ μέχρι ἑκκαιδεκασήμου , ὥστε γίνεσθαι τὸν
4457581 ἀλγημα
καὶ μάλιστα ἱππασίαι συνεχεῖς καὶ σφοδραί . Παρακολουθεῖ δὲ αὐτοῖς ἄλγημα σφυγματῶδες ὄπισθεν κατὰ τὸν πρῶτον τοῦ μεταφρένου σπόνδυλον ἀνωτέρω
ἄλλαι προφάϲειϲ , ἐφ ' αἷϲ ϲυγκόπτονται , τέϲϲαρεϲ , ἄλγημα ϲφοδρόν , ἀγρυπνία , κένωϲιϲ ἄμετροϲ , ἐπὶ δὲ
4456934 κουφου
ἐναπόληψιν τῶν κενῶν τοῦ σκληροῦ καὶ μαλακοῦ καὶ βαρέος καὶ κούφου . διὸ σκληρότερον μὲν εἶναι σίδηρον , βαρύτερον δὲ
σώματι ἐντίθησι . χρήσαιο δ ' ἄν ποτε καὶ αὐτῇ κούφου χρῄζων ἐδέσματος . Κέγχρος δὲ κατὰ ζειὰν οὖσα ὀλιγότροφος
4452715 συγκοπης
, καθὼς ἐκτεθείμεθα καὶ περὶ τοῦ κεῖθενΤῆς . γὰρ τοιαύτης συγκοπῆς ἔχεται καὶ τὸ ὄπισθεν : ὡς γὰρ ἄνω ἄνωθεν
, ἢ παρὰ τὴν ὑπό πρόθεσιν γέγονεν ὑπόπληξ , καὶ συγκοπῆς γενομένης τῆς πο συλλαβῆς καὶ πλεονασμῷ τοῦ ς γέγονεν
4451552 ἀργου
ᾤετο . οὐδὲν οὖν ἔχει πλείονα ἐπίδοσιν ἢ χῶρος ἐξ ἀργοῦ πάμφορος γιγνόμενος . εὖ γὰρ ἴσθι , ἔφη ,
. Ὑδροκιρσοκήλη ἐστὶν ἀνευρυσμὸς τῶν τρεφόντων τὸν δίδυμον ἀγγείων καὶ ἀργοῦ ὑγροῦ συλλογὴ κατά τι μέρος τοῦ ὀσχέου . υκθʹ
4445300 σφοδροτης
γίνεται διὰ τὸν ξανθοχολικὸν χυμόν . κολάζεται μὲν τούτου ἡ σφοδρότης διὰ τὴν τοῦ φλέγματος ἐπιμιξίαν . ἔστι δ '
μέν τινα αἱ τρεῖς ἀρεταὶ τοῦ λόγου , ἥ τε σφοδρότης καὶ ἡ ἔμφασις καὶ ἡ τραχύτης , εἰ καὶ
4444583 συνθεωρειν
συνεζευγμένον αὐτῷ καὶ ἀχώριστον ταῖς κατιούσαις ἀπ ' αὐτοῦ ἐνεργείαις συνθεωρεῖν ὀφείλομεν . ὅταν γὰρ αἱ ἐπὶ τὰ ἐκτὸς τοῦ
ἔξω τῆς χρείας καὶ ὠφελείας πίπτει τὸ μέγεθος , προσήκει συνθεωρεῖν αὐτόθεν , ὅτι τοῦ ἀναμαρτήτου πολὺ ἀφεστῶτες οἱ τηλικοῦτοι
4444469 μεταβασεως
λαθραίου πράγματος καὶ ἀποκρύφου , τὸ θʹ περὶ ὁδοιπορίας ἢ μεταβάσεως ἢ πλοῦ , τὸ ιʹ περὶ ἐλπίδων ἢ συζυγίας
. τὸ δ ' ἐν αὐτῷ τῷ ζῳδιακῷ πλάτος τῆς μεταβάσεως ὁ μὲν ἥλιος βραχύ τι παντάπασιν ὁρᾶται , τὸ
4443096 ἀνωμαλου
μὴ ἦι ὁτὲ μὲν ῥικνά , ὁτὲ δὲ πολύσαρκα : ἀνωμάλου γὰρ βίου ὤιοντο εἶναι δεῖγμα . ἀλλὰ ὡσαύτως καὶ
δυνάμενα ἕδρας ἐνδῦναι , συνωθοῦντα ἡμῶν τὸ νοτερόν , ἐξ ἀνωμάλου κεκινημένου τε ἀκίνητον δι ' ὁμαλότητα καὶ τὴν σύνωσιν
4436222 ψοφοϲ
πρόδηλοϲ : κίνηϲιϲ γὰρ ὑποπίπτει τῆϲ ϲυνεχείαϲ καὶ κοιλότηϲ καὶ ψόφοϲ . καταρτίζεται δὲ τὸ μέροϲ τοῦ ϲκέλουϲ ἐκταθέντοϲ :
μὲν οὖν διαϲτρόφου γενομένηϲ ἄλγημα τοπικὸν καὶ ἀνωμαλία παρακολουθεῖ καὶ ψόφοϲ πρὸϲ τὴν τῶν δακτύλων ἐπέρειϲιν , ἐμπιέϲματοϲ δὲ ϲφοδρὸν
4433261 ἐρυγαι
πάθος . αἴσθησις δὲ θέρμης περὶ τὸ σπλάγχνον , καὶ ἐρυγαὶ τὸ πλέον ἔνθερμοί τε καὶ κνισσώδει ἀναφέρονται , καὶ
ἀπὸ λιπαρῶν ἢ γλυκέων ἢ ἐλαιωδῶν ἀνατραπεὶς τὸν στόμαχον καὶ ἐρυγαὶ κνισσώδεις ἐπιγίνονται , οὐ δεῖ τὸν ἄρτον αὐτοῖς εἰς
4432430 τρεπομενου
κἀνταῦθα τοῦ ν καὶ προστιθεμένου τῇ παραληγούσῃ τοῦ ι , τρεπομένου δὲ καὶ τοῦ τος εἰς μι τὸ τύψαντος τύψαιμι
τὸ εἶναι φῶς : κινουμένου γοῦν ἐκείνου ἕστηκεν αὐτὸ καὶ τρεπομένου πολυειδῶς αὐτὸ χωριστῶς ἀποτέτμηται καὶ σώζει τὴν πρὸς τὸ
4426617 ὑπαρχοντος
παντὶ ὑπάρχειν κατὰ τὸ ἁπλῶς , τουτέστι τὸ καθόλου τοῦ ὑπάρχοντος σημαινόμενον , ὅπερ δύναται μηδενὶ ἐξ ἀνάγκης ὑπάρχειν καὶ
, ἀνατρέχουσι , λέγοντες ” καταληπτική ἐστι φαντασία ἡ ἀπὸ ὑπάρχοντος κατ ' αὐτὸ τὸ ὑπάρχον “ . ὅπερ ἦν
4426221 φλεγμαινοντος
, ἀνεῖται λήξαντα τὰ δεινά . Τοῦ δ ' ἥπατος φλεγμαίνοντος καί πως ἄλλως θερμῶς διατεθέντος ἐπὶ γεγονότι τεταρταίῳ ,
τοῦ ἐπιρρέοντος χυμοῦ , τὸ μὲν χρῶμα τοῦ δέρματος τοῦ φλεγμαίνοντος τόπου ἐνίοτε μὲν ξανθότερον τοῦ κατὰ φύσιν φανήσεται ,
4423420 βαρους
στέγαις ἐπὶ δύο πήχεις γῆν ἐπιτίθεσθαι , ὑπὸ δὲ τοῦ βάρους ἀναγκάζεσθαι στενοὺς μὲν μακροὺς δὲ ποιεῖσθαι τοὺς οἴκους ,
τὰ περὶ τὴν κεφαλὴν μέρη ἀνενόχλητα , καὶ οὕτω μηδενὸς βάρους συνεδρεύοντος , εὐΐατα γίνεται . Διὰ τί ἡ ἐκ

Back