. μύλη μύλος : “ αἱ μὲν ἀλετρεύουσαιν μύλης ἔπι μήλοπα καρπόν . ” τὸ δὲ ἀλετρεύουσι τρίβουσι , λεαίνουσιν | ||
ὕπο . καὶ Ὅμηρος : αἱ μὲν ἀλετρεύουσι μύλης ἔπι μήλοπα καρπόν . ἐμοὶ δὲ δοκεῖ τὸ ἐπικείμενον τῇ ἐπιγονατίδι |
. πεντήκοντα δέ οἱ δμῳαὶ κατὰ δῶμα γυναῖκες αἱ μὲν ἀλετρεύουσι μύλῃς ' ἔπι μήλοπα καρπόν , αἱ δ ' | ||
. , ζ ? πεντήκοντα δέ οἱ δμῳαὶ αἱ μὲν ἀλετρεύουσι , αἱ δὲ ἵστους ὑφῶσι . . , . |
σκεύη κάλοι , ἱστία , κρίκοι , ἡνία , κωπίς κῶπαι , οἴακες , πηδάλια , πλῆκτρα , ὡς Σοφοκλῆς | ||
νηῦς ἐρέτῃσιν , δὶς τόσον ἂψ ἀπόρουσεν , ἐπεγνάμπτοντο δὲ κῶπαι ἠύτε καμπύλα τόξα , βιαζομένων ἡρώων . ἔνθεν δ |
ἦμαρ Ἀχαιῶν . αἳ μὲν Ἀχαιῶν κῆρες ἐπὶ χθονὶ πουλυβοτείρῃ ἑζέσθην , Τρώων δὲ πρὸς οὐρανὸν εὐρὺν ἄερθεν : αὐτὸς | ||
κὰδ δ ' ἄρ ' Ἀθηναίη τε καὶ ἀργυρότοξος Ἀπόλλων ἑζέσθην ὄρνισιν ἐοικότες αἰγυπιοῖσι φηγῷ ἐφ ' ὑψηλῇ πατρὸς Διὸς |
ἀνέμων ἀμέγαρτον ἀϋτμήν , ] οὔτε μ ' ἀνάρσιοι ἄνδρες ἐδηλήσαντ ' ἐπὶ χέρσου , ἀλλά μοι Αἴγισθος τεύξας θάνατόν | ||
' ἄλγεα ἰχθυόεντι , ἠδ ' ὅς ' ἀνάρσιοι ἄνδρες ἐδηλήσαντ ' ἐπὶ χέρσου . ἀλλ ' ἄγετ ' ἐσθίετε |
, ἀκάνθας ἔχουσι : κόμαι γὰρ ῥάμνου καὶ ἀσπαλάθου αἱ ἄκανθαι . ἀσπάλαθοι : εἶδος ἀκάνθης , ᾗ πληγέντες οἱ | ||
. ἀσκάντης Ἀττικοί , κράβατος Ἕλληνες . ἀσπάλαθοι Ἀττικοί , ἄκανθαι Ἕλληνες . αὐτοδίκην Ἀττικοί , αὐθέντην Ἕλληνες . ἀχανής |
ἐπ ' ἀκροτάτοις ἱζάνοισι ποικίλαι πανέλοπες , αἰολόδειροι λαθιπορφυρίδες καὶ ἀλκυόνες τανυσίπτεροι . ἐν ἄλλοις δέ φησιν : αἰεί μ | ||
ἁλιπορφύρου τι ἄνθος ἔχει . περιθέουσι δ ' αὐτὸν καὶ ἀλκυόνες ὁμοῦ μὲν ᾄδουσαι τὰ τῶν ἀνθρώπων , ἐξ ὧν |
γίνεται , καὶ ἡ ὄσχη διαφανὴς γίνεται , καὶ αἱ κληῗδες καὶ ὁ τράχηλος καὶ τὰ στήθεα καταλεπτύνεται : τήκεται | ||
ὠχρὴ γίνεται , καὶ ὀδύνη ἰσχυρὴ ἐμπίπτει , καὶ αἱ κληῗδες λεπτύνονται , καὶ τὰ σιτία οὐχ ἁμαλῶς προσίεται ὥσπερ |
φησιν αὐτάς , ἔνιοι δὲ τὰς αὐτὰς ταῖς Ἀτλαντίσιν . Ἑσπερίδες δὲ ὀνομάζονται διὰ τὸ ἐν τῇ ἑσπέρᾳ , τουτέστιν | ||
μζ ∠ ʹ λα δʹ Πενταπόλεως : Βερενίκη ἡ καὶ Ἑσπερίδες . . . . . μζ ∠ ʹδʹ λα |
ἐν ἀριστερᾷ , πτελέας δὲ ταύτας αἱ νύμφαι περὶ τῷ κολωνῷ ἐφύτευσαν καὶ τοιόνδε ἐπὶ τοῖς δένδρεσι τούτοις ἔγραψάν που | ||
. γεράνδρυον : ἀρχαῖον , ξηρόν , ἄχρηστον . ὀκριόεντι κολωνῷ : τῇ ἐξεχούσῃ ἀκρωρείᾳ . χέραδος : ἡ τῶν |
. . . ἀλλὰ δύω μὲν ἔλασσε διὰ πτύχας , αἱδ ' ἄρ ' ἔτι τρεῖς ἦσαν , ἐπεὶ πέντε | ||
δηλοῦν ὅτι μεγάλοι γινόμενοι οἱ Ἀθηναῖοι ἀνάγκην παρέσχον τοῦ πολέμου αἱδ ' ἦσαν : ποῖαι ; αἱ καθεξῆς ῥηθησόμεναι Ἐπίδαμνος |
, ὡς ἐπὶ τούτου : αἱ δ ' ὅτε μὲν σκιρτῷεν ἐπὶ ζείδωρον ἄρουραν , ἄκρον ἐπ ' ἀνθερίκων καρπὸν | ||
ὑποκυσάμεναι ἔτεκον δυοκαίδεκα πώλους . αἳ δ ' ὅτε μὲν σκιρτῷεν ἐπὶ ζείδωρον ἄρουραν , ἄκρον ἐπ ' ἀνθερίκων καρπὸν |
μὲν ἀναιδέες οὔτιν ' ἔτισαν ποινήν , ἐκ δ ' ἐγέλασσαν ἐπὶ φθιμένοις ἐλάφοισιν , θαρσαλέαι δ ' ἀμίαι τάχα | ||
. . . . . . . τοὶ δ ' ἐγέλασσαν . Ἄφαρ δέ οἱ ἤλασεν αἰχμὴ Αἴαντος κνημῖδα πανάργυρον |
ἀλλὰ Ζεὺς κῆρας ἄμυνε παιδὸς ἑοῦ , μὴ νηυσὶν ἔπι πρύμνῃσι δαμείη : Αἴας δ ' ἀσπίδα νύξεν ἐπάλμενος , | ||
Πηλεΐωνα , ἤματι τῷ ὅτ ' ἂν οἳ μὲν ἐπὶ πρύμνῃσι μάχωνται στείνει ἐν αἰνοτάτῳ περὶ Πατρόκλοιο θανόντος : ὣς |
. ἰὼ πολλοῖς ἐπανθίσαντες πόνοισι γενεάν : τελευταῖαι δ ' ἐπηλάλαξαν Ἀραὶ τὸν ὀξὺν νόμον , τετραμμένου παντρόπῳ φυγᾷ γένους | ||
θαρρεῖν . ἤδη δὲ τῆς τριακοντόρου καταλαμβανομένης οἱ βάρβαροι μὲν ἐπηλάλαξαν , οἱ δ ' ἐκ τῆς πόλεως ἀδυνατοῦντες βοηθεῖν |
' οὗ τότε χοιράδες ἔσταν . Ἆμος δ ' ἀντέλλοντι Πελειάδες , ἐσχατιαὶ δέ ἄρνα νέον βόσκοντι , τετραμμένου εἴαρος | ||
ἆθλον οὐρανοστεγῆ κλαίεσκον , ἔνθα νυκτέρων φαντασμάτων ἔχουσι μορφὰς ἄπτεροι Πελειάδες χλιδῶν τε πλόκαμος ὥστε παρθένοις ἁβραῖς : ὅθεν καλεῖν |
τυμπάνῳ ἠρέμα προσάγοις , οὐ ποιήσεις ψόφον , αἱ δὲ μάστιγες ποιοῦσι τὸν ψόφον καὶ αἱ ῥάβδοι παραπλησίως αὐτὸν τύπτουσαι | ||
χερῶν πληγαῖς ὑπείκειν καὶ βολαῖσιν ὀστράκων . οὐ γὰρ ξέναι μάστιγες , ἀλλὰ δαψιλὴς σφραγὶς μενεῖ Θόαντος ἐν πλευραῖς ἔτι |
τοὺς παρωχημένους τοῖς ἐνεστῶσι : βῆς βῆ βάτον βάτην βάμεν βάτε βάσαν καὶ συγκοπῇ βάν . . . . βάξις | ||
τοὺς παρωχημένους τοῖς ἐνεστῶσι : βῆς βῆ βάτον βάτην βάμεν βάτε βάσαν καὶ συγκοπῇ βάν . . . . βάξις |
: “ Τηλέμαχ ' , ἤδη μέν τοι ἐϋκνήμιδες ἑταῖροι εἵατ ' ἐπήρετμοι , τὴν σὴν ποτιδέγμενοι ὁρμήν : ἀλλ | ||
ἄλλαι νῆες ἐΰσσελμοι μένον ἁθρόαι , ἀμφὶ δ ' ἑταῖροι εἵατ ' ὀδυρόμενοι , ἡμέας ποτιδέγμενοι αἰεί , νῆα μὲν |
λῦσαι . οἱ δ ' αἶψ ' εἴσβαινον καὶ ἐπὶ κληῖσι καθῖζον , ἑξῆς δ ' ἑζόμενοι πολιὴν ἅλα τύπτον | ||
λῦσαι . οἱ δ ' αἶψ ' εἴσβαινον καὶ ἐπὶ κληῖσι καθῖζον , ἑξῆς δ ' ἑζόμενοι πολιὴν ἅλα τύπτον |
τοῦ ἀνέμου . ἀλλὰ θύελλαι : αἱ χειμεριναὶ καταιγίδες καὶ πνοαί . ὅθεν Ὅμηρος ἐν συνωνυμίᾳ τίθησι θυέλλας τε καὶ | ||
Ἐραστείδης πρόγονος αὐτοῦ . * εὐτυχίᾳ . . Αὖραι ] πνοαί : ἤγουν ἐν βραχεῖ χρόνῳ ἄλλοτε ἄλλως διατίθεται τὰ |
εἴρηται εἰς τὸ κριτής . Ἀλήθω : τὸ ἐπὶ τῆς μύλης σῖτον ἢ κριθὴν ἀλευροποιεῖν : ἀπὸ τοῦ ἀλῶ ἀλήθω | ||
ὀῤῥωδέοντα , ὅπως μὴ ψαύσῃς τῆς ὑστέρης . Περὶ δὲ μύλης κυήσιος τόδε αἴτιον : ἐπὴν πολλὰ τὰ ἐπιμήνια ἐόντα |
- ματος ἐκτροπή , καθ ' ἣν αἱ Πλειάδες λέγονται Πέλειαι καὶ Πελειάδες , παρὰ πολλοῖς ἐστι τῶν ποιητῶν . | ||
ἐν τῇ Γοργοῖ φησιν : αἳ θέρος ὠκεῖαι πρόπολοι πίλναντο Πέλειαι . Ποσείδιππός τ ' ἐν τῇ Ἀσωπίᾳ : οὐδέ |
καὶ χωρὶς πάλιν αἱ θήλειαι , καὶ τοῦ ἔαρος ἐπιστάντος ἐπειγόμεναι πρὸς συνουσίαν αἱ θήλειαι πρότεραι τοῖς ἄρρεσιν ἐφορμῶσι καὶ | ||
ταὶ δ ' ἐξόπιθεν , φορέωνται . Καὶ χῆνες κλαγγηδὸν ἐπειγόμεναι βρωμοῖο χειμῶνος μέγα σῆμα , καὶ ἐννεάγηρα κορώνη νύκτερον |
ἐρέτας . ἐπεὶ δὲ οἱ μὲν ἐφυγομάχουν , οἱ δὲ ἐλέλυντο καύματι καὶ πόνῳ , Τιμόθεος τὸ ἀνακλητικὸν ἐσήμηνεν καὶ | ||
αἵ τε δὴ σπονδαὶ μετὰ τὴν ἄφιξιν τῶν πρεσβευτῶν εὐθὺς ἐλέλυντο , καὶ στρατιαὶ δύο κατεγράφοντο . . Ὅτι Ποστόμιος |
περὶ θυμοβόροιο , οἱ δ ' αὖτ ' ἐν φιλότητι διέτμαγεν ἀρθμηθέντες , οὐ ζωστῆρα ξίφους ἀνταλλαξάμενοι , ἀλλὰ ταύτην | ||
δ ' ἐλέλιξεν Ὄλυμπον . Τώ γ ' ὣς βουλεύσαντε διέτμαγεν : ἣ μὲν ἔπειτα εἰς ἅλα ἆλτο βαθεῖαν ἀπ |
τ ' αἰπὺ πτολίεθρον Θήβην Ἠετίωνος ἑλὼν ληίσσατο κούρας , ἱστάμεναι γοάασκον ἀμύσσουσαι χρόα καλόν , στήθεά τ ' ἀμφοτέρῃσι | ||
τοῖσιν αὐλοὶ φόρμιγγές τε βοὴν ἔχον : αἳ δὲ γυναῖκες ἱστάμεναι θαύμαζον ἐπὶ προθύροισιν ἑκάστη . λαοὶ δ ' εἰν |
κοῦραι σὺν εὐθυμίᾳ νεοκτίτῳ ὠλόλυξαν , ἔκλαγεν δὲ πόντος : ἠίθεοι δ ' ἐγγύθεν νέοι παιάνιξαν ἐρατᾷ ὀπί . Δάλιε | ||
. , : Παρὰ Σαυνίταις κατ ' ἔτος οἵ τε ἠίθεοι κρίνονται δημοσίᾳ καὶ αἱ παρθένοι , ὁ δὲ κριθεὶς |
μὲν ἠελίοιο θερείταταί εἰσι κέλευθοι : αἱ δέ που ἀσταχύων κενεαὶ φαίνονται ἄρουραι ἠελίου τὰ πρῶτα συνερχομένοιο Λέοντι . Τῆμος | ||
, αὐανθεῖσαι αἱ μῆτραι ὑπὸ τῆς ταλαιπωρίης στρέφονται , ἅτε κενεαὶ ἐοῦσαι καὶ κοῦφαι : εὐρυχωρίη γάρ σφίν ἐστιν ὥστε |
ἱροῖς Αἰσονίδαο , πέριξ δέ μιν ἐστεφάνωντο σμερδαλέοι δρυΐνοισι μετὰ πτόρθοισι δράκοντες , στράπτε δ ' ἀπειρέσιον δαΐδων σέλας : | ||
' ἐκκριδὸν οἶος ἀπ ' ἄλλων , λαθρίδιος πυκινοῖσιν ὑπὸ πτόρθοισι δεδυκώς , δίκτυα παπταίνων ἔλαθεν θηροσκόπος ἀνήρ : ὣς |
βλαφθεὶς πέσεν ὕπτιος , ἀμφὶ δὲ πήληξ σμερδαλέον κονάβησε περὶ κροτάφοισι πεσόντος . Ἕκτωρ δ ' ὀξὺ νόησε , θέων | ||
τὰς φλέβας τὰς ἐν τοῖσι βραχίοσι καὶ τὰς ἐν τοῖσι κροτάφοισι , σπλῆνα ὑποτιθείς . Ἢν δὲ τούτων οἱ μηδ |
ἦσαν δὲ αἱ μὲν εὔφυλλοι καὶ μακραί , αἱ δὲ οὖλαι καὶ βοστρύχοις ἐμφερεῖς , ἀλλὰ βραχεῖαι , ὑπόξανθος δέ | ||
αἱ μὲν ἁπαλαί , αἱ δὲ ὀρθαί , αἱ δὲ οὖλαι , αἱ μὲν φύσει πεφυκυῖαι , αἱ δὲ διὰ |
τρέφῃ ; καὶ ποῦ πέος ; ποῦ χλαῖνα ; ποῦ Λακωνικαί ; ἀλλ ' ὡς γυνὴ δῆτ ' ; εἶτα | ||
ὡς ἐν τῷ περὶ Μαντινείας εἰρήσεται . εἰσὶ καὶ μάστιγες Λακωνικαί . ἔστι καὶ εἶδος κλειδὸς Λακωνικῆς . καὶ οὐδέτερον |
: λογικαὶ δὴ καὶ αἱ περὶ τὸ ἄλογον ψυχῆς μέρος συνιστάμεναι , οἷον ἀνδρία καὶ σωφροσύνη , περὶ μὲν τὸ | ||
πιπτουσῶν ἐν τῷ πηγῶν ἢ λιμνῶν ὕδατι πομφόλυγες ἤτοι φύσκαι συνιστάμεναι , αὐτίκα διαφθειρόμεναι ἦχον ἀποτελοῦσί τινα . 〛 πομφόλυγές |
κάλλεος , οὕνεκα Κύπριν , ὅτ ' εἰς ἔριν ἠέρθησαν ἀθάναται , κόσμησεν ἐν Ἰδαίοισιν ὄρεσσι τῆς σύ γ ' | ||
Διὸς αἰγιόχοιο , ὅσσαι δὴ θνητοῖσι παρ ' ἀνδράσιν εὐνηθεῖσαι ἀθάναται γείναντο θεοῖς ἐπιείκελα τέκνα . Δημήτηρ μὲν Πλοῦτον ἐγείνατο |
ἐκείνῳ τῷ ναῷ : χρύσειαι δ ' ἐξύπερθ ' αἰετοῦ ἄειδον Κηληδόνες . οὗτος μὲν δὴ ταῦτα ἐς μίμησιν ἐμοὶ | ||
ἰὼν ἐμνάσατο κοίτου . Ὄρνιχες τρίτον ἄρτι τὸν ἔσχατον ὄρθρον ἄειδον , Τειρεσίαν τόκα μάντιν ἀλαθέα πάντα λέγοντα Ἀλκμήνα καλέσασα |
νομόν , ἔνθα ποτὲ βˈρέχε θεῶν βασιλεὺς ὁ μέγας χρυσέαις νιφάδεσσι πόλιν , ἁνίχ ' Ἁφαίστου τέχναισιν χαλκελάτῳ πελέκει πατέρος | ||
. νιφάδες Γ . . . . . , : νιφάδεσσι : ὁ μὲν Ἀπίων ψεκάδας , ἔστι δὲ κατὰ |
Δωδώνης Δωδωναῖος . Ἑκαταῖος Εὐρώπῃ ” Μολοσσῶν πρὸς μεσημβρίης οἰκέουσι Δωδωναῖοι ” . καὶ Ὅμηρος „ Ζεῦ ἄνα Δωδωναῖε „ | ||
Σελλασιεύς , ὡς τῆς Ἀπίας Ἀπιεύς . Σελλοί , οἱ Δωδωναῖοι . ” ἀμφὶ δὲ Σελλοὶ σοὶ ναίους ' ὑποφῆται |
εὐθὺ μὲν ὁ τέτανοϲ , εὖτε ἀϲτραβὴϲ ὥνθρωποϲ καὶ ἀκαμπὴϲ ἐντέταται : αἱ δὲ ἐϲ τοὐπίϲω , ἢ ἐϲ τοὔμπροϲθεν | ||
Ἑρμοῦ . ἐπειδὴ ὁ Ἑρμῆς πριαπῶδες ἔχει τὸ αἰδοῖον καὶ ἐντέταται μεγάλως . ὅπα , ὅπου . σέλει , θέλει |
κοιλίαν καθαίροντα φάρμακα . ἐπίδυεν : ἐπεδιέρρει καὶ διεπήδα . ἐτιταίνετο : ἐνεπήγνυτο . | ἐκθήλυνσις : ἔκτηξις καὶ ἰσχνότης | ||
ἔχουσα . αὐτὸς δὲ σπεύδοντι καὶ ἐρρίγοντι ἐοικὼς Περσεὺς Δαναΐδης ἐτιταίνετο : ταὶ δὲ μετ ' αὐτὸν Γοργόνες ἄπλητοί τε |
' Ἄρηι : ὅτι προεληλυθυίας λέγει τῆς ἡμέρας ἤδη τὸ πανημέριοι ἐπὶ τοῦ ἀπολείποντος αὐτοῦ μέρους , καὶ οὐ πάντως | ||
ἀεὶ τὴν ἄρκτον ἔχων λάμπουσαν ἕως ἂν ἐφεύρῃς . Ἧσθε πανημέριοι χορταζόμενοι γάλα λευκόν , [ πῦον δαινύμενοι , κἀμπιπλάμενοι |
βλαστός . πτυόφιν πτύου . ἔστι δὲ γεωργικὸν ἐργαλεῖον . πτύχες αἱ τῶν ὀρῶν κατακλίσεις , καὶ πολυπτύχου Ὀλύμποιο τοῦ | ||
τελαμῶνα . πέντε δ ' ἄρ ' αὐτοῦ ἔσαν σάκεος πτύχες : αὐτὰρ ἐν αὐτῷ ποίει δαίδαλα πολλὰ ἰδυίῃσι πραπίδεσσιν |
λέγει . τὰ δὲ ἐν μέρει τούτων προείρηται . καὶ ἔριθοι δὲ καὶ τρυγήτριαι καὶ καλαμητρίδες καὶ ποάστριαι καὶ φρυγανίστριαι | ||
, νεαρὲ κόρε νεβροχίτων Τὸν στυγνὸν Μελανίππου φόνον αἱ πατροφόνων ἔριθοι Χαῖρε ἄναξ Ἕκατε , ζαθέας μάκαρ ἥβας Πρόσθε μὲν |
' ἐς οἴκους : καὶ γὰρ αἵδ ' ἔξω δόμων δμῳαὶ περῶσιν , αἳ πατρὸς κατὰ σταθμοὺς σαίρουσι δῶμα καὶ | ||
' ἰθὺς κίεν : ἀμφὶ δ ' ἄρ ' ἄλλαι δμῳαὶ Ὀδυσσῆος ταλασίφρονος ἠγερέθοντο καὶ κύνεον ἀγαπαζόμεναι κεφαλήν τε καὶ |
τεῖχος , καὶ μὴ κατὰ τὸ τῶν θεῶν . λάβρον ἀμπνεῦσαι καπνόν : ἀντὶ τοῦ ἐμπυρισθῆναι . γλαυκοὶ δὲ δράκοντες | ||
. ἐγειρομένων . ταῖς τὰς πόλεις πορθούσαις . . Λαῦρον ἀμπνεῦσαι καπνὸν ἀντὶ τοῦ ἐμπυρισθῆναι . σφοδρόν . ἀναπνεῦσαι ἐκ |
ἐπὶ χθονὶ πουλυβοτείρῃ ἑζέσθην , Τρώων δὲ πρὸς οὐρανὸν εὐρὺν ἄερθεν . Ἡ ἑξὰς πρώτη τέλειος : τοῖς γὰρ αὑτῆς | ||
. Ἄερθεν : ἀείρω ἀερῶ ἄερκα ἄερμαι ἀέρθην ἀέρθησαν καὶ ἄερθεν , ὡς τὸ κόσμηθεν , . , . * |
: ἀλφὸς γὰρ χρόα πάντα κατέσχεθεν , αἱ δέ νυ χαῖται ἔρρεον ἐκ κεφαλέων , ψίλωτο δὲ καλὰ κάρηνα . | ||
τὸν νεανίαν . οἱ δ ' ἀποκείραντεςβαθεῖαι γὰρ ἦσαν αὐτῷ χαῖται καθειργμένῳ κεφαλῆς καὶ γενείουκαὶ ἀντὶ ῥυπώσης λαμπρὰν ἐσθῆτα ἀντιδόντες |
καὶ βουκόλον ἠδὲ συβώτην ταμνομένους κρέα πολλὰ κερῶντάς τ ' αἴθοπα οἶνον . τόφρα δὲ Λαέρτην μεγαλήτορα ᾧ ἐνὶ οἴκῳ | ||
, οὐ γὰρ σῖτον ἔδους ' , οὐ πίνους ' αἴθοπα οἶνον . Ἄνθρωποι δὲ εἰς τὸν οὐρανὸν ἀφορῶντες , |
τούτου οὖν φησιν ὅτι “ ἀηδίσομέν σε , ἐπεὶ καὶ αἶγες ἐκ τῆς κόπρου ἀηδίζονται ” . ἄλλως “ μινθώσομεν | ||
ἕκαστον ἐρωτῶντες , ἐρῶ καὶ τἄλλα ἅ ἐστιν ἡμῖν : αἶγες ὀκτὼ θήλειαι , βοῦς κολοβή , μοσχάριον ἐξ αὐτῆς |
κύρβιάς φησι πίνακάς τινας γῆς περίοδον περιέχοντας . ὑγρῆς τε τραφερῆς τε : τῆς θαλάσσης καὶ τῆς γῆς . κέρας | ||
οἷς ἔνι πᾶσαι ὁδοὶ καὶ πείρατ ' ἔασιν ὑγρῆς τε τραφερῆς τε πέριξ ἐπινισσομένοισιν . ἔστι δέ τις ποταμός , |
μαζοῖο τίθητι ; ζαλωτὸς μὲν ἐμὶν ὁ τὸν ἄτροπον ὕπνον ἰαύων Ἐνδυμίων : ζαλῶ δέ , φίλα γύναι , Ἰασίωνα | ||
ὑπὸ τρίποδι μεγάλῳ , ἰαίνετο δ ' ὕδωρ . ” ἰαύων κοιμώμενος . ἰάψῃ διαφθείρῃ , καὶ προΐαψε προδιέφθειρεν : |
θύρην καὶ κλίμακα τυκτήν , ἡ μὲν ὅπως ἀίδηλος ἐπὶ πλευρῇς ἀραρυῖα ἔνθα καὶ ἔνθα φέρῃσι λόχον κλυτόπωλον Ἀχαιῶν , | ||
ἀνέδραμεν αἰθομένη θρίξ . καὶ δ ' αὐτοῖσι κύνεσσιν ἐπὶ πλευρῇς ἑκάτερθεν , ἔνθα συὸς γενύων πέλασαν αἴθωνες ὀδόντες , |
νηυσὶν ἐΐσῃς : ἂν δὲ καὶ αὐτοὶ βάντες ἐπὶ κληῖσι καθῖζον , ἑξῆς δ ' ἑζόμενοι πολιὴν ἅλα τύπτον ἐρετμοῖς | ||
' ἄρρηκτον νεφέλην ὤμοισιν ἕσαντο : οἳ δ ' ἑτέρωσε καθῖζον ἐπ ' ὀφρύσι Καλλικολώνης ἀμφὶ σὲ ἤϊε Φοῖβε καὶ |
γὰρ τὴν ὥραν γίγνονται . κατασκέψασθαι δὲ προελθόντα εἰς τὰς ὀργάδας , οὗ εἰσιν ἔλαφοι πλεῖσται : ὅπου δ ' | ||
δὶς τόσου μ ' ἐκούφισας . καὶ πῶς πρὸς Ἴδης ὀργάδας πορεύεται , πλαγχθεὶς πλατείας πεδιάδος θ ' ἁμαξιτοῦ ; |
τὸν τοῦ καλοῦ Λυαίου : σὺν τῶι δὲ πίνειν ἡμᾶς εὕδουσιν αἱ μέριμναι . Ἴδε πῶς ἔαρος φανέντος Χάριτες ῥόδα | ||
ῥοδίνοισι στεφανίσκοις πεπυκασμένος χορεύσω . Ὅταν πίνω τὸν οἶνον , εὕδουσιν αἱ μέριμναι . τί μοι πόνων , τί μοι |
πορείας ἔχονται . οὕτω μὲν δὴ θερίζουσί τε καὶ χειμάζουσι γέρανοι : σοφίαν δὲ ἥγηνται ἄνθρωποι θαυμαστὴν τοῦ Περσῶν βασιλέως | ||
αὐτὸν λειμῶνα ἐνέμοντο . ἐπιφανέντων δὲ αὐτοῖς θηρευτῶν αἱ μὲν γέρανοι ἐλαφραὶ οὖσαι ἀπέπτησαν , οἱ δὲ χῆνες μείναντες διὰ |
, ἀναχωρήσασαν δὲ μετ ' οὐ πολὺ ὑποστρέψαι καὶ τῆι παλιρροίαι κατακλύσαι τὴν νῆσον , καὶ γενέσθαι σβέσιν τοῦ ἐν | ||
, ἀναχωρήσασαν δὲ μετ ' οὐ πολὺ ὑποστρέψαι καὶ τῆι παλιρροίαι κατακλύσαι τὴν νῆσον , καὶ γενέσθαι σβέσιν τοῦ ἐν |
' ἡγεμόνες Δαναῶν ἕλον ἄνδρα ἕκαστος . ὡς δὲ λύκοι ἄρνεσσιν ἐπέχραον ἢ ἐρίφοισι σίνται ὑπ ' ἐκ μήλων αἱρεύμενοι | ||
ἅμα θυμικῶς καὶ ἰταμῶς πρασσομένην λύκοις εἴκασεν ὡς δὲ λύκοι ἄρνεσσιν ἐπέχραον ἢ ἐρίφοισι . τὸ δὲ ἄλκιμον καὶ ἄτρεπτον |
τὸ πήδημα . καὶ Ὅμηρος : “ εὖ δ ' ἐπλίσσοντο πόδεσσιν ” . νῦν δ ' ἐπειδὴ στερρόν : | ||
διέβαινον , ἀπὸ τῆς πλιχάδος : “ εὖ δ ' ἐπλίσσοντο πόδεσσι . ” τῶν δ ' ἅπαξ εἰρημένων . |
νεῶν , μετὰ δ ' ἰὸν ἕηκεν , δεινὴ δὲ κλαγγὴ γένετ ' ἀργυρέοιο βιοῖο ; εἰ γὰρ οὖν δι | ||
τῶν θηρίων καὶ συρίττειν : . . . οὐ γὰρ κλαγγὴ ἐπὶ τούτου λέγεται ἀλλ ' ἐπὶ γεράνων καὶ ἀετῶν |
αἴσιμον ἦμαρ Ἀχαιῶν . αἱ μὲν Ἀχαιῶν κῆρες ἐπὶ χθονὶ πουλυβοτείρῃ ἑζέσθην , Τρώων δὲ πρὸς οὐρανὸν εὐρὺν ἄερθεν . | ||
τι μικρόν : ἅρματα δ ' ἄλλοτε μὲν χθονὶ πίλνατο πουλυβοτείρῃ , ἄλλοτε δ ' ἀΐξασκε μετήορα , τοὶ δ |
. τίκτουσι δ ' ἐνίοτε καὶ πεντεκαίδεκα καὶ ιϚʹ . πέτονται δὲ ἐπὶ βραχύ , ὥς φησι Ξενοφῶν ἐν πρώτῳ | ||
καὶ ἄνθρωπος ἐν κατανύξει γενόμενος εὐήκοος γενήσεται : ἐν ταύτῃ πέτονται ταῖς πτέρυξιν σὺν ἤχῳ οἱ ἄγγελοι καὶ χερουβὶμ καὶ |
ὄργανόν τι ψαλτήριον . μέρη δὲ τῶν ὀργάνων νευραί , χορδαί , λίνα , μίτοι , τόνοι , πήχεις , | ||
τὸν σαπέρδην ἀποτῖλαι χρὴ κᾆτ ' ἐκπλῦναι καὶ διαπλῦναι . χορδαί , φῦσκαι , πασταί , ζωμός , χόλικες ἐν |
. † ἤτοι τὸν Ἑλλήσποντον . ἀμφὶ ] περὶ . εὐχόμεναι ] ἐναβρυνόμεναι κατὰ τὴν οἴκησιν , φημιζόμεναι . μυχία | ||
: Αἵδ ' ὑπὲρ Ἑλλάνων τε καὶ ἀγχεμάχων πολιητᾶν ἔστασαν εὐχόμεναι Κύπριδι δαιμονίαι . οὐ γὰρ τοξοφόροισιν ἐβούλετο δῖ ' |
' ἐκ χειρὸς βοὰν ὤτρυνε λαῶν ἢ τελευτάσας [ ] ἀμάρυγμα πάλας : τοίῳ [ θ ' ὑπερθύμῳ ] σθένει | ||
καὶ πλεονασμῶ τοῦ α , ἀμαρύσσω : ἐξ οὗ καὶ ἀμάρυγμα . ἀμιχθαλόεσσα , ἡ ἀπρόσιτος : καὶ ἀμιγής : |
πρύμνης δ ' ὅσον ἐς περιαγήν : αὐτὴ δ ' Αἰγοκερῆϊ κατέρχεται ἀντέλλοντι , ἦμος καὶ Προκύων δύεται , τὰ | ||
Σκορπίος αὐτὸς Τοξευτής τε καὶ Αἰγόκερως , ἐπὶ δ ' Αἰγοκερῆϊ Ὑδροχόος : δύο δ ' αὐτῷ ἔπ ' Ἰχθύες |
, φησίν , ἐπὶ δ ' αἴγειον κνῆ τυρὸν κνήστι χαλκείῃ : παρὰ δὲ κρόμυον ποτῷ ὄψον : ταῦτα εἴτε | ||
κάραβος αὐχενίοιο λάβῃ μέσσοιο τένοντος : ἴσχει δ ' ἐμπεφυὼς χαλκείῃ ὥστε πυράγρῃ , νωλεμές , οὐδ ' ἀνίησι καὶ |
ὁμόφωνος . δύσπεμπτος ] οὐ γὰρ ἐξέρχεται τῶν οἴκων . προσήμεναι ] προσκαθήμεναι . τῶι πατοῦντι ] τῶι παραβαίνοντι τοὺς | ||
κατὰ πρῶν ' ἅλιον ] αἱ κατὰ τὸν Ἑλλήσποντον . προσήμεναι ] ὑποτασσόμεναι . οἵα Λέσβοςαὗται ] ἐν τῷ Αἰγαίῳ |
δ ' ἤχθηρεν Ὄλυμπον . Ἄγχι δέ οἱ μάλα πολλὰ ποδώκεες ἔστενον ἵπποι , γαῖαν ἐπιστείβοντες ἀήθεα καὶ βασίλειαν ἀχνυμένην | ||
ἀάσπετον ἄλγος ὀιζυρῶς ἐσάθρησα , κεῖνον ὅτ ' ἀμφὶ πόληα ποδώκεες εἴρυον ἵπποι ἀργαλέως Ἀχιλῆος , ὅ μ ' ἀνέρος |
καὶ τρηχεῖαν ἐπιστείβωμεν ἀταρπόν , τὴν μερόπων οὔπω τις ἑῇς ἐπάτησεν ἀοιδαῖς . Ἵλαθι , πότνια δῖα , τὰ δ | ||
, ὅν ποτε ὀργιζόμενος ὁ Βάκχος ἐπὶ τὸν τιμήεντα τόπον ἐπάτησεν , ὅτε αἱ ἁπαλαὶ καὶ τρυφεραὶ τῶν Βακχῶν νεβρίδες |
κλύον ἠδ ' ἐπίθοντο , αἶψα δ ' ἄρ ' εἴσβαινον καὶ ἐπὶ κληῖσι καθῖζον . ἦ τοι ὁ μὲν | ||
ῥηγμῖνι πέρην καὶ ἐφ ' ἱερὰ θέντες , νῆα θοὴν εἴσβαινον ἐρεσσέμεν : οὐδὲ πελείης τρήρωνος λήθοντο μετὰ φρεσίν , |
καὶ μέσον Ἄργος . νῦν αὖ παῖδ ' ἀγαπητὸν ἀνηρέψαντο θύελλαι ἀκλέα ἐκ μεγάρων , οὐδ ' ὁρμηθέντος ἄκουσα . | ||
. πῶς ; πορθμὸν οὐκ ἤιδησθα πατρώιας χθονός ; ἀνέμων θύελλαι δεῦρό μ ' ἥρπασαν βίαι . παπαῖ : τὸν |
πράττε . ἔργον ἐπ ' ἔργῳ : ἀδιαλείπτως . * Πληιάδων Ἀτλαγενέων ἐπιτελλομενάων : ὁ μὲν Ἄτλας λέγεται παῖς Ἰαπετοῦ | ||
βαθύπεπλον ἑὸν δέμας ἀμφικαλύψαι ἀχλύι καὶ νεφέεσσιν ἀνηναμένην χορὸν ἄλλων Πληιάδων αἳ δή οἱ ἀδελφειαὶ γεγάασιν : ἀλλ ' αἳ |
κεκρύφεις : ἔκρυψας . καθιδρύει : κάθηται καὶ καταμένει . κλισμοῖσι : θρόνοις . λυγρῶς : ἐλεεινῶς , ἀθλίως . | ||
φωνήσας προτέρω ἄγε δῖος Ἀχιλλεύς , εἷσεν δ ' ἐν κλισμοῖσι τάπησί τε πορφυρέοισιν . αἶψα δὲ Πάτροκλον προσεφώνεεν ἐγγὺς |
ὦ τᾶς ἑπταφθόγγου μέλπων κιθάρας ἐνοπάν , ἅτ ' ἀγραύλοις κεράεσσιν ἐν ἀψύχοις ἀχεῖ μουσᾶν ὕμνους εὐαχήτους , σοὶ μομφάν | ||
ἀγέλης κριοί , ἄλλοι δὲ καὶ ἀμνοὶ εἰνόδιοι παίζωσιν ἐρειδόμενοι κεράεσσιν : ἢ ὁπότ ' ἄλλοθεν ἄλλοι ἀναπλίσσωσι πόδεσσιν τέτρασιν |
, οὐχ ἵππων νώτοισιν ἐφήμενος : ἀλλά σε πέμψει ἀγλαὰ Μουσάων δῶρα ἰοστεφάνων . πᾶσι δ ' , ὅσοισι μέμηλε | ||
, τίς εἶ ; Ἐγώ ; μελιγλώσσων ἐπέων ἱεὶς ἀοιδὰν Μουσάων θεράπων ὀτρηρός , κατὰ τὸν Ὅμηρον . Ἔπειτα δῆτα |
κατὰ τὸ θυρῶν ἀρασσομένων . νωλεμές : συχνῶς . ἁλιμυρέες ἀκταί : αἱ ὑπὸ θαλάσσης περιρρεόμεναι ἢ περιρραινόμεναι . θελήμονα | ||
πετράων νωλεμὲς οὔατ ' ἔβαλλε , βόων δ ' ἁλιμυρέες ἀκταί : δὴ τότ ' ἔπειθ ' ὁ μὲν ὦρτο |
ψύλλης , κακῶς : λέγεται γὰρ ἓξ ἔχειν πόδας . περσικαί : εἶδος ὑποδήματος αἱ περσικαί , ὡς καὶ Ἡρόδοτος | ||
λέγεται γὰρ ἓξ ἔχειν πόδας . ψυγείσῃ ] θανούσῃ . περσικαί ] εἶδος ὑποδήματος ⌈ καὶ περσικαὶ εἶδος δένδρου περσικοῦ |
ἐπεστονάχησε δὲ λίμνη . ἣ δὲ μολυβδαίνῃ ἰκέλη ἐς βυσσὸν ὄρουσεν , ἥ τε κατ ' ἀγραύλοιο βοὸς κέρας ἐμβεβαυῖα | ||
στέφη ταῦτα ἱερά : οὐδ ' ὅτι αὐτὸς εἰς κλέος ὄρουσεν , ἀλλὰ πῶς ἐσθλὸν ἦν τοῦτο . Ἐκροταλίζετο μὲν |
ὦμον ἐρείσας , Ἥφαιστος θηεῖτο , καὶ αἰγλήεντος ὕπερθεν οὐρανοῦ ἑστηυῖα Διὸς δάμαρ , ἀμφὶ δ ' Ἀθήνῃ βάλλε χέρας | ||
αἴνυτο κῶας , κούρης κεκλομένης , ἡ δ ' ἔμπεδον ἑστηυῖα φαρμάκῳ ἔψηχεν θηρὸς κάρη , εἰσόκε δή μιν αὐτὸς |
πέπταται , ἀγκοίνῃσιν ἐφήμενα πετραίῃσι : καρκίνος αὖ ψηφῖδα παρὰ ῥηγμῖνος ἀείρας λέχριος ὀξείῃσι φέρει χηλῇσι μεμαρπώς , λάθρη δ | ||
δὴ σκιρτῷεν ἐπ ' εὐρέα νῶτα θαλάσσης , ἄκρον ἐπὶ ῥηγμῖνος ἁλὸς πολιοῖο θέεσκον . εἰ μὲν οὖν μυθικῶς τις |
τε ἑβδομαδικὰ καὶ ἐννεαδικὰ τῶν κλιμακτήρων . εἰ γὰρ αἱ συναγόμεναι , φησίν , ἡμέραι ἀπὸ τῆς γενέσεως αὐτῆς τοῦ | ||
ἄρα αἱ ἀπὸ τῆς βʹ ἀκρωνύκτου πάλιν ἐπὶ τὴν γʹ συναγόμεναι μοῖραι Ϙγ μδ σύμφωνοι εὑρέθησαν ταῖς ἐπὶ τῆς βʹ |
ὄντι οὐ συναληθεύει ἡ ἀντίφασις , οὐδὲ τὰ ἐναντία ποτὲ συνδραμοῦνται ἀλλήλοις , οὐδὲ ἔσται τι μεταξὺ τῆς ἀντιφάσεως . | ||
δὲ οὐ λευκὸν μέλαν ἐστί , δῆλον ὡς ὅτι οὐδέποτε συνδραμοῦνται ἀλλήλοις τὰ ἐναντία . οὔτε δὲ πάλιν μεταξύ τι |
Τιτυοῖο μεγασθενέος τέκε κούρη : κεῖνος ἀνὴρ καὶ πόντου ἐπὶ γλαυκοῖο θέεσκεν οἴδματος , οὐδὲ θοοὺς βάπτεν πόδας , ἀλλ | ||
πέντε δέ οἱ ζῶναι περιηγέες ἐσπείρηντο , αἱ δύο μὲν γλαυκοῖο κελαινότεραι κυάνοιο , ἡ δὲ μία ψαφαρή τε καὶ |
τι ἐπεπόνθει καὶ ὁ Νουμηνίου υἱός . Ἐξ ὀσφύος ἀλγήματος ἀναδρομαὶ ἐς καρδίην , πυρετώδεες , φρικώδεες , ἀνεμέουσαι ὑδατώδεα | ||
ἔτι τε ληθάργους καὶ δυσαισθησίας , ποιαί τινες συστάσεις καὶ ἀναδρομαὶ τῆς φλεγματώδους οὐσίας . συνεπιμίγνυνταί γε μὴν τὸ πλέον |
: λέγεται δὲ καὶ οὗ ἐν τοῖς ἄκροις αἰωροῦνται αἱ πλάστιγγες . ζυγόθρισον οὖν , ἤγουν ζυγοστάτησον ⌈ ταῖς σταθμαῖς | ||
καὶ Ζυγὸν ἐκλήισσαν , ἐπεὶ τετάνυνθ ' ἑκάτερθεν οἷαί περ πλάστιγγες ἐπὶ ζυγοῦ ἑλκομένοιο , Σκορπίος ἐστὶ δ ' ἔπειτα |
κῦμα : γράφεται οἶδμα . [ τὴν δὲ παρηορίην ] διηερίην : μετέωρον : ἐβάσταζον γὰρ αὐτὴν αἱ Νηρεΐδες ἄνωθεν | ||
κίρκος καὶ δολιχαὶ θώμιγγες ὑγρός τε μελίχροος ἰξὸς οἵ τε διηερίην δόνακες πατέουσιν ἀταρπόν . τίς τάδε τολμήσειεν ἀείδειν ἰσοτάλαντα |
, λῃστῶν ἐπαχθέντων Μάγνου καὶ Βουβάλου , οἳ καὶ ἤδη δέδενται ληφθέντες . “ Ἀλλὰ καὶ βαρβάροις πολλάκις ἔχρησεν , | ||
ἀμείψηται φάος . πέλας δὲ πῶλοι Θρηικίων ἐξ ἁρμάτων λευκαὶ δέδενται , διαπρεπεῖς ἐν εὐφρόνηι : στίλβουσι δ ' ὥστε |
ἀξίαν χεῖρα παρασχέσθαι τοῦ παραδείγματος , σπουδάζουσι μὲν καὶ αἱ νέαι περὶ σὲ τέχναι , χορηγοῦσι δὲ αὐταῖς οἱ τῶν | ||
! ] ! ? [ στόμα ] ἄναυδον ἦν , νέαι δ ' ἐπεύχοντολλαι [ ] [ ] ! [ |
αἱ πλημμυρίδες τῶν ποταμῶν , πλῆμναι δὲ αἱ τῶν τροχῶν σύριγγες . πλῆθος καὶ ὄχλος διαφέρει . πλῆθος μὲν γάρ | ||
. ‖ χνόαι : αἱ χοινικίδες , αἱ τοῦ ἄξονος σύριγγες . ‖ χνόην : τὸν τῶν ποδῶν ψόφον . |
συμπληροῦντα τὴν ἀρίστην μαῖαν εἰπεῖν ἀναγκαῖον , ἵνα αἱ μὲν ἄρισται γινώσκωσιν ἑαυτάς , αἱ δὲ ἀρτιμαθεῖς ὡς εἰς ἀρχετύπους | ||
δὲ ἄλλαι αἱ ἐς τὰ κάτω τρεπόμεναι πᾶσαι ἀγαθαί : ἄρισται δὲ καὶ ἐνταῦθα πολλῷ αἱ αἱματηρόταται . Ὁκόσοι δὲ |
λελυμέναι . ἐδοκοῦ - σαν δέ μοι αἱ γυναῖκες αὗται ἄγριαι εἶναι . ἐκέλευσε δὲ αὐτὰς ὁ ποιμὴν ἆραι τοὺς | ||
οὕτως Εὔπολις . στρουθίζων : τρίζων . Ἀριστοφάνης . στρουθοὶ ἄγριαι : αἱ στρουθοκάμηλοι . στρωματόδεσμα : οὐδετέρως Ἀττικοί , |
ΓΔ . Ἀλλὰ δηλονότι μέχρι τῶν Κ , Λ περάτων ἐλθοῦσαι στήσονται καὶ ἐφ ' ἑαυτὰς ἀνακλασθήσονται . . . | ||
ἀρχαὶ πλὴν βουλῆς καὶ πρυτάνεων εἰς τὸ τοῦ Ἀπόλλωνος ἱερὸν ἐλθοῦσαι φερόντων ψῆφον κρύβδην , τῶν νομοφυλάκων ὅντιν ' ἂν |
, ἀκρότομα τραχέα ἢ ὑψηλά * ἰσχανόων : ἐπιθυμῶν ἐπὶ κτίλα δὲ μῆλα τὰ ἥμερα καὶ τὰ ἑπόμενα τῷ κτίλῳ | ||
εἴκοσιν αἰώνεσσιν . . . . . , ἦσαν δὲ κτίλα πάντα καὶ ἀνθρώποισι προσηνῆ , θῆρές τ ' οἰωνοί |
κοινῶς δὲ τῇ τῶν σκίρρων ἐπάγονται θεραπείᾳ : εἴρηται δὲ χοιράδες τῷ τοῖς χοίροις τοιοῦτον πάθος συμβαίνειν , ὥς φασι | ||
αἰετὸς ὥς , μέγα λαῖτμα , ἀφ ' οὗ τότε χοιράδες ἔσταν . Ἆμος δ ' ἀντέλλοντι Πελειάδες , ἐσχατιαὶ |
γὰρ ἀγριότητα ἐμφαίνει : γίνονται δέ , φησί , καὶ σφίγγες καὶ κυνοκέφαλοι καὶ κῆβοι λέοντος μὲν πρόσωπον ἔχοντες τὸ | ||
. κεφ . νβʹ . περὶ σφιγγός . ὅτι αἱ σφίγγες ταχεῖαί εἰσιν ὡς ἐπὶ ὀρνέων . ὅτι τὸν οἶνον |
ψυχὴν ἐκάπυσσε . τῆλε δ ' ἀπὸ κρατὸς βάλε δέσματα σιγαλόεντα , ἄμπυκα κεκρύφαλόν τε ἰδὲ πλεκτὴν ἀναδέσμην κρήδεμνόν θ | ||
καὶ στιγματίας παρέχουσιν . τὰς δὲ Διὸς βαλάνους καὶ ἀμύγδαλα σιγαλόεντα Παφλαγόνες παρέχουσι : τὰ γάρ τ ' ἀναθήματα δαιτός |
μυρίοι , ὅσσά τε φύλλα καὶ ἄνθεα γίγνεται ὥρῃ . Ἠΰτε μυιάων ἁδινάων ἔθνεα πολλὰ αἵ τε κατὰ σταθμὸν ποιμνήϊον | ||
: φυλάσσει , περιαγαπᾷ . δάκος : τὸ θηρίον . Ἠΰτε : τις κυβερνήτης , καθὰ ὁ κυβερνήτης . οἴηκι |
καὶ ὠρχοῦντο πολλὴν εἶναι νομίζοντες τὴν ἄγραν . ὡς δὲ εἵλκυσαν αὐτήν , τῶν μὲν ἰχθύων εὗρον ὀλίγους , λίθον | ||
γὰρ Ἀθῆναι πρῶτα κατὰ τὸν μῦθον ἀναφανεῖσαι πολλοὺς τῶν θεῶν εἵλκυσαν εἰς ἔρωτα ἑαυτῶν , ἐξαιρέτως δὲ παρὰ τοὺς λοιποὺς |
' αὐτὸς ἐδύσατο νώροπα χαλκόν . κνημῖδας μὲν πρῶτα περὶ κνήμῃσιν ἔθηκεν : ἡ διπλῆ ὅτι ἐπανείληφεν ἐξεργαστικώτερον τὰ περὶ | ||
τά οἱ Ἥφαιστος κάμε τεύχων . κνημῖδας μὲν πρῶτα περὶ κνήμῃσιν ἔθηκε καλὰς ἀργυρέοισιν ἐπισφυρίοις ἀραρυίας : δεύτερον αὖ θώρηκα |
οὐδέ σφιν θανάτοιο πέλε στονόεντος ἄλυξις , ἀλλ ' ἅτε μηκάδες αἶγες ὑπὸ βλοσυρῇσι γένυσσι πορδάλιος κτείνοντο . Ποθὴ δ | ||
Χαλκίδι δύο ποταμοί , Κέρων καὶ Νηλεύς , ὧν αἱ μηκάδες ἐὰν περὶ τὸ συλλαμβάνειν οὖσαι πίωσιν , ἐὰν μὲν |