δοκεῖ . καὶ ἐγκεντρίζειν δὲ χρὴ τὴν ἀμυγδαλῆν ἐν τῷ μετοπώρῳ , ἐπειδὴ τῷ ἔαρι σχεδὸν ὑποφαίνει . δεῖ δὲ
ἐπεὶ τοιαῦτα τὰ ἐπὶ τῆς ἑσπέρης πνεύματα : ἔοικέ τε μετοπώρῳ μάλιστα ἡ θέσις ἡ τοιαύτη τῆς πόλιος κατὰ τὰς
8910560 ἐαρι
καταβόλους τιθέντες ὡς σπέρματα . . . καὶ αὔξεται , ἔαρι δ ' ἐμπίπλαται παχυνόμενα λευκῷ χυμῷ γαλακτώδει : πάλιν
, ἀνθίας δὲ χείματι . λέγει δὲ Ἀνάνιος οὕτως : ἔαρι μὲν χρόμιος ἄριστος , ἀνθίας δὲ χειμῶνι , τῶν
8425519 φθινοπωρῳ
καὶ τοῦ γένουϲ τοῦ καύϲου τὰ παρεόντα , καὶ ἐν φθινοπώρῳ γίγνεται ἐπὶ τὸ θηριῶδεϲ καὶ ἀκμάζουϲι καὶ νέοιϲι ,
καὶ τὰ τῶν πανθήρων ; τὰ δὲ τῶν ἀλωπέκων ἐν φθινοπώρῳ καὶ οἱ παρ ' ἡμῖν κυνηγέται προσφέρονται . γινώσκειν
7958881 θερει
ὀρχοῦ , εἴπερ ηὔλεις ἐν θέρει : ἀλλ ' ἐν θέρει σὺ τὸν σῖτον ἀποτίθει καὶ μὴ λυρίζων ἡδύνῃς ὁδοιπόρους
γε ἕτερος τῶν βατράχων , ὁ τὰς θάμνους ἐπιὼν τῷ θέρει , φωνὴν δὲ οὐκ ἔχων , ποιεῖ ποτε μὲν
7728186 ἠρι
Συρακουσίων . ὁ δέ : ὁ Γύλιππος ἅμα δὲ τῷ ἦρι . . . : ἀρχὴ τοῦ ιηʹ ἔτους τοῦ
, ὃν καὶ πατριάρχην τῶν ἀνατολικῶν μερῶν κατέστησεν , ἅμα ἦρι ἐκπέμπει . καὶ ὃς ἀναχθεὶς ἐξ Ἰταλίας ἀφικνεῖται ἐς
7374011 θερινῳ
# ε , ὄξους # με . τίθει ἐν ἡλίῳ θερινῷ ἡμέρας μ καὶ μετὰ ταῦτα χρῶ . Εἰλεὸς πάθος
ἀγρυπνήϲαντεϲ ἢ ὑπερκοπωθέντεϲ καὶ μάλιϲτα κατὰ τὰϲ ὁδοιπορίαϲ καὶ ἡλίῳ θερινῷ ἢ λυπηθέντεϲ ἢ ϲφόδρα φροντίϲαντεϲ ἑτοίμωϲ φρίκαιϲ καὶ πυρετοῖϲ
7207389 μηνι
τὴν δὲ κόπρον μὴ ἅπτεσθαι τῶν ῥιζῶν . Τῷ αὐτῷ μηνὶ ἐγκεντρίσεις ὅσα πρῶτα ἀνθεῖ , οἷον δωράκινα , δαμασκηνά
μᾶλλον τῶν νοϲούντων ἀλλοιοῦται πρὸϲ τὴν τοῦ ἀέροϲ κατάϲταϲιν . μηνὶ Δύϲτρῳ , ὅ ἐϲτι Μαρτίῳ , ιθ ὁ λεγόμενοϲ
7187800 ἀπηλιωτῃ
ἀρρωστίας , ὁ δὲ ιθʹ , ὃς ἀνατέλλει ἐν τῷ ἀπηλιώτῃ ὀψέ , χρηματίζει περὶ σίνους , ὁ δὲ ιζʹ
δὲ καὶ ἀσθενῆ . ἑῷοι μὲν ὄντες καὶ ἐν τῷ ἀπηλιώτῃ τὰς γυναῖκας ἀρρενοῦσιν οὐ μόνον ταῖς πράξεσιν , ἀλλὰ
7144331 ψωριᾳ
τῷ οὔρῳ παχέϊ ἐόντι πιτυρώδεα συνεξέρχονται , τουτέοισιν ἡ κύστις ψωριᾷ : Εἰ δὲ καταλάβοι ὁ πυρετὸς κατὰ τὰς τρεῖς
δὲ καὶ ὑπ ' ἄλλων θηριδίων . ἔνια δὲ καὶ ψωριᾷ καὶ ἁλμᾷ , καθάπερ καὶ τὸ κύμινον . τὰ
7046765 λεμματι
χρὴ πρὸς τὰς κοιλίας καὶ τὰ κάστανα σὺν τῷ ἐντὸς λέμματι . Ἕψοις δ ' ἂν καὶ σεμίδαλιν τεταρτημόριον ἐν
Εὐβοϊκὰ κάρυα , ἃ καλοῦσι Σαρδιανά , σὺν τῷ ἐντὸς λέμματι τῷ ὄντι σὺν τῷ καρύῳ : τρίψας ἐκχύλιζε εἰς
7030489 χειμωνι
κεφαλῆς ὡς ἐπιτοπολὺ , ἢ τῶν ἔμπροσθεν . Καὶ ἐν χειμῶνι πλέονα χρόνον ζῇ ὥνθρωπος ἢ ἐν θέρει , ὅστις
εὐωχοῦνται : ὅτι τὰς ἰδίας σάρκας ὁ πολύπους ἐσθίει τῷ χειμῶνι οὕτως ἱστορεῖ καὶ ὁ Ἡσίοδος : ὅτ ' ἀνόστεος
6995638 ὑπογαστριῳ
δὲ τῶν ὀδυνῶν , καὶ σικύαι μετὰ κατασχασμοῦ προσαγέσθωσαν τῷ ὑπογαστρίῳ , καὶ κηρωτὴ δὲ πρὸς τὰ τοιαῦτα ἐπιτηδειοτάτη αὕτη
πρὸς τὰς παραλύσεις ἀναγεγραμμένα προσάγειν τῇ τε ῥάχει καὶ τῷ ὑπογαστρίῳ . Προποτιστέον τε καὶ καστορίῳ ἢ τῇ θηριακῇ :
6916971 ἐπεσκευαζεν
ἦν κατὰ τοὺς ἀγροὺς ἐν ἔργῳ : ὁ μὲν ληνοὺς ἐπεσκεύαζεν , ὁ δὲ πίθους ἐξεκάθαιρεν , ὁ δὲ ἀρρίχους
ναῦς , ὅσαι μάλιστα ἐπόνησαν ὑπὸ τοῦ χειμῶνος , ἀνελκύσας ἐπεσκεύαζεν . ὁ δὲ Νικίας πυθόμενος αὐτὸν προσπλέοντα ὑπερεῖδε τὸ
6896771 λιβι
ἐκ τοῦ εὔρου [ ] , δύνει δὲ ἐν τῶι λιβί [ . Πορεῖαι [ δὲ τοῦ ] ἡλίου δύο
ποταμὸς καὶ ἐπ ' αὐτῷ ὕφορμος . ἔπειτα προσεχὴς αἰγιαλὸς λιβί , πρὸς αὐτῷ μόνον τῷ Κιρκαίῳ λιμένιον ἔχων .
6840247 καρκινῳ
καὶ ἀρκτικὸν γινόμενον αὐτοῖς . Παρὰ τούτοις , ὁπόταν ἐν καρκίνῳ ὁ ἥλιος ᾖ , μηνιαία γενήσεται ἡ ἡμέρα ,
. οὐδ ' ὡς ἰχνευτῇ προσφερὲς πέφυκεν οὐδ ' ὡς καρκίνῳ ; οὐδ ' αὖ τοιοῦτόν [ ] ? ἐστιν
6763567 ἐαρινην
Ϙα . . . , ἀπὸ τροπῶν χειμερινῶν εἰς ἰσημερίαν ἐαρινὴν Εὐδόξωι καὶ Δωι ἡμέραι Ϙα , Εὐκτήμονι Ϙβ .
. φαίνεται δὴ ὁ ἥλιος κατὰ τὸ α γενόμενος ἰσημερίαν ἐαρινὴν ποιεῖσθαι , κατὰ δὲ τὸ β τροπὴν θερινήν ,
6727561 Τυρας
τετρακόσι ' , ὡς δὴ συγγράφει Δημήτριος . Ὁ ποταμός Τύρας βαθύς τ ' ὢν εὔβοτός τε ταῖς νομαῖς ,
τουτέστιν Ὑλαία . Ἀλ . ἐν τῷ Περὶ Πόντου . Τύρας , πόλις καὶ ποταμὸς ἐν τῷ Εὐξείνῳ Πόντῳ .
6715495 ἑβδομῳ
ᾧ φίλοι οὐδεὶς φίλος “ : ἀλλὰ καὶ ἐν τῷ ἑβδόμῳ τῶν Ἠθικῶν ἐστι . καὶ ταῦτα μὲν εἰς αὐτὸν
αὐτῶν νυμφίος γένηται , μετ ' ἐκείνην δεκάτῳ μηνὶ καὶ ἑβδόμῳ δὴ ἃ ἂν γένηται ἔκγονα , ταῦτα πάντα προσερεῖ
6706580 κριῳ
ἐπὶ τὸ τεῖχος προστέγασμα ἔχουσα , ἵνα τὰ ἐπιβαλλόμενα τῷ κριῷ βάρη προσδέχηται καὶ ἐφ ' ἑκάτερα παραπέμπῃ . βάλλονται
, ἡ ἐνέργεια αὐτοῦ , καθ ' ἣν ὑπάρχει ἐν κριῷ , ἔφθαρται . ὥστε , φησί , τὰ μὲν
6669652 Εὐξεινῳ
ἀτάρ Αἴας Σαλαμῖν ' ἔχει πατρῴαν : ἐν δ ' Εὐξείνῳ πελάγει φαεννὰν Ἀχιλεύς νᾶσον : Θέτις δὲ κρατεῖ Φθίᾳ
τὴν Σακασηνήν , καὶ μέχρι Καππαδόκων καὶ μάλιστα τῶν πρὸς Εὐξείνῳ οὓς Ποντικοὺς νῦν καλοῦσι , προῆλθον . ἐπιθέμενοι δ
6663274 Μαρτιῳ
μεταβληθείς . Αὐτόῤῥιζος ὁ νάρκισσος φυτεύεται , πρὸς βλάστησιν ἀρχόμενος Μαρτίῳ μηνί , καὶ μεταφυτεύεται . ψυχρότατον δέ ἐστι τὸ
Δημόκριτός φησι , καὶ τοῖς λειποθυμοῦσιν ἐπαμύνει : καταφυτεύεται δὲ Μαρτίῳ μηνί . Ὁ τὸ κάλλος τοῦ ῥόδου θαυμάζων ,
6658276 καυματι
λέγουσι ῥίψαντα νήξασθαι , ἐπιθυμήσαντα τοῦ ὕδατος , ἱδρῶντα καὶ καύματι ἐχόμενον . ὁ δὲ Κύδνος ῥέει διὰ μέσης τῆς
γὰρ παρὰ τοῖς ἄλλοις ἐπομβρίας τῷ παρ ' ἑαυτοῖς γινομένῳ καύματι μιγείσης εἰκὸς εὐκρατότατον γενέσθαι τὸν ἀέρα πρὸς τὴν ἐξ
6656346 σπορῳ
φησί , τοῦτό σοι ἔσται σημεῖον : ἐὰν ἐπὶ τῷ σπόρῳ σου τῷ ἐαρινῷ ἐπιβρέξῃ ἡμέρας τρεῖς τοσοῦτον ὥστε συστῆναι
τοῦ Νείλου ἀναβάσει , κατὰ δὲ τὴν μετοπωρινὴν ἰσημερίαν τῷ σπόρῳ , κατὰ δὲ τὴν χειμερινὴν τροπὴν τοῖς λαχάνοις καὶ
6625659 καταφερομενῳ
ὀδύνην , ἔϲθ ' ὅτε δὲ ἐν τῷ εἰϲ αὐτοὺϲ καταφερομένῳ νεύρῳ γίνεϲθαι ϲυμβαίνει . ϲφοδροτάτων οὖν χρεία φαρμάκων :
δὲ τῷ εὐθὺς ἀναφερομένῳ πνεύματι , ἄρτι δὲ καὶ τῷ καταφερομένῳ . λέγει δὲ καὶ τοῦ φυσέλου , οὗ τὴν
6597737 ὀμφαλῳ
. καθ ' ἑαυτὴν δὲ περιχρισθεῖσα τῷ δακτύλῳ ἢ τῷ ὀμφαλῷ πλεῖον κλυστῆρος κενοῖ τὴν γαστέρα . σὺν δὲ ἀρτεμισίᾳ
τραχήλῳ τοῦ Ἵππου δύο ὁ λαμπρὸς καὶ ὁ ἐν τῷ ὀμφαλῷ τοῦ Ἵππου ἐπ ' εὐθείας εἰσὶν καὶ τὰ διαστήματα
6589249 ἡλιῳ
τυγχάνειν . πρὸς δὲ τὸ εὐλέαντον αὐτὸν γίνεσθαι δεῖ ἐν ἡλίῳ ψύχειν ἐπ ' ὀστράκου καινοῦ θερμοῦ καὶ ταχέως στρέφειν
ἀμμωνιακοῦ θυμιάματος δραχ . ιστ . Τὰ ξηρὰ λείου ἐν ἡλίῳ θερινῷ ἐπὶ ἱκανὰς ἡμέρας , καὶ τὰ τηκτὰ τήξας
6582509 ἐνεματι
] γενομένων , ἀφίστασθαι τοῦ μέλιτος : προσπλέκειν δὲ τῷ ἐνέματι βραχύ τι τοῦ δι ' ἀλικακάβων τροχίσκου εἰς ἀπούλωσιν
ἢ σιλφίου ἢ τριφύλλου τῆς ἀσφαλτιζούσης ἢ γεντιανῆς ἐμπασσομένης τῷ ἐνέματι . εἰ δ ' ἀντίληψις εἴη ψύξεως , καὶ
6579053 Ἱππαρχῳ
καὶ ἀκρασία ἀέρος . Εὐδόξῳ καὶ Μητροδώρῳ χειμῶνος ἀήρ . Ἱππάρχῳ χειμὼν ἑσπέριος . αʹ . ὡρῶν ιδ : Κύων
ὡρῶν ιε : ὁ λαμπρὸς τῆς Λύρας ἑσπέριος δύνει . Ἱππάρχῳ νότος ἢ ἀργεστής . Ϛʹ . ὡρῶν ιγ ∠
6557220 φυλλῳ
εἶτα κούφωϲ ἀμυχαῖϲ χρηϲάμενοϲ καὶ κρομύῳ ἢ ϲκίλλῃ ἢ ϲυκῆϲ φύλλῳ ἀναξύϲαϲ ἐπίχριε ἀνατρίβων τὸ φάρμακον , καὶ λουϲαμένῳ ,
πετήλῳ ] Τῆς γὰρ κατὰ τὴν Πελοπόννησον ἠπείρου ἡ περίμετρος φύλλῳ πλατάνου ἔοικεν , ὁ δὲ ἰσθμὸς τῷ κλάδῳ τοῦ
6555084 Ἰστρῳ
μὲν ἐν τῇ βασιλίδι πόλει , τοσαῦτα δὲ ἐπὶ τῷ Ἴστρῳ διειλεγμένος : ἀλλὰ γὰρ ἔοικεν ὁ ἀνὴρ νίκης μὲν
ταῖς αὐταῖς ἐπώμνυτο συνθήκαις , ἀναχωρεῖν δὲ καὶ τῆς τῷ Ἴστρῳ ὁριζομένης Ῥωμαίων γῆς καὶ τοῦ πράγματα ἔτι παρέχειν περὶ
6549248 Τουτῳ
, μάχεσθαι , αἰσχρομυθέειν ἰσχυρῶς , οὐ τοιοῦτος ἐών . Τούτῳ ἀθρόων οὔρων πολλῶν ἐλθόντων λεπτῶν ἐξ ἐπισχέσιος , ὕπνος
. Τούτῳ τῷ μηνὶ καλάμους φυτευτέον πρὸ τῆς ἰσημερίας . Τούτῳ τῷ μηνὶ θεραπεύσομεν τὰς ἰάσεως δεομένας ἐλαίας . Τούτῳ
6534156 σιτῳ
ποιοῦσιν ὡς ἐπὶ τοῦ λυκίου . Ὑπήκοον φύεται μὲν ἐν σίτῳ καὶ ταῖς ἀρούραις , φύλλον ἔχον πηγάνῳ ὅμοιον ,
Ἀρμενίαν περὶ τρισχιλίους . ἀγαθὴ δὲ καρποῖς , μάλιστα δὲ σίτῳ καὶ βοσκήμασι παντοδαποῖς : νοτιωτέρα δ ' οὖσα τοῦ
6531162 ἀνθει
' ἐκ πετάλων ἄδεα τέττιξ ˘ ˘ – ˘ ⚔ ἄνθει δὲ σκόλυμος : νῦν δὲ γύναικες μιαρώταται , λέπτοι
μὴ τὰ δένδρα εἰς βλάστην ἐπειγόμενα τὸν καρπὸν ἐν τῷ ἄνθει βλάπτῃ . ἐν δὲ τοῖς ἀβλαστοτέροις τόποις καὶ ξηροτέροις
6527463 Ἰουλιῳ
ἐπιτέλλει : μηνὶ Ἰουλίῳ ιδ Προκύων ἑῷοϲ ἐπιτέλλει : μηνὶ Ἰουλίῳ ιθ Κύων ἑῷοϲ ἐπιτέλλει καὶ γίγνεται μεγίϲτη τοῦ ἀέροϲ
οὐ μόνον ἐν τῷ ἔαρι , ἀλλὰ καὶ ἐν τῷ Ἰουλίῳ μηνὶ φυτεύων . Δεῖ μέντοι τὰς συκᾶς φυτεύειν ἐν
6525294 Τυρρηνικῳ
θάλασσαν : διὸ καὶ πλείστους ἁλίσκεσθαι ἐν τῷ Ἰβηρικῷ καὶ Τυρρηνικῷ πελάγει : κἀντεῦθεν κατὰ τὴν ἄλλην θάλασσαν διασκίδνασθαι .
θηράτορσι μηδέποτε πλησιάζειν . . . . Λιπάρα . Δείναρχος Τυρρηνικῷ . Μία τῶν καλουμένων Αἰόλου νήσων περὶ τὴν Σικελίαν
6516498 ὑποτριβειν
ἑψοῦσα ἐν ὕδατι , κἀπειδὰν ἑφθὴ γένηται , ἐκθλίψαι : ὑποτρίβειν δὲ σκόροδα καὶ κύμινον καὶ ἅλας , καὶ ἔλαιον
αὐστηροῦ τὸ μέτριον , πρόσφερε νήστει . ἁρμόσει δ ' ὑποτρίβειν τῇ κέγχρῳ τὰ Εὐβοϊκὰ κάρυα σὺν τῷ λέμματι τῷ
6513197 ἀστερι
] πολλὰ πέπωκα λιτά : [ ] | [ ] ἀστέρι ? [ ] αστερι´ ? = ἀστερι [ γείτονες
καθ ' αἵρεσιν κατὰ τρίγωνον αὐτὸ ὑποδεδεγμένου ἀστέρος , ἑκάστῳ ἀστέρι μερίζων μοῖραν μίαν τῇ τῶν καθ ' αἵρεσιν τριγωνικῶν
6512992 ξηρῳ
⋖ δ , πραϲίου ϲπέρματοϲ ⋖ α : χρῶ πρῶτον ξηρῷ , ἵνα ἐϲχαρωθῇ , εἶτα μετὰ ῥοδίνου , ἵνα
μύκητας φαγοῦσι βοηθεῖ . ξηρὰ δὲ λεία σὺν νίτρῳ καὶ ξηρῷ μύρῳ ἀλωπεκίας δασύνει ταχέως . ἐν φρενίτιδι δὲ ἡ
6511052 κολπῳ
. . . κγ γοʹ λβ δʹ Καὶ ἐν Νουμιδικῷ κόλπῳ , Αὔδου ποταμοῦ ἐκβολαί . . . . .
εἰ μή μ ' Εὐρυνόμη τε Θέτις θ ' ὑπεδέξατο κόλπῳ Εὐρυνόμη θυγάτηρ ἀψορρόου Ὠκεανοῖο . τῇσι παρ ' εἰνάετες
6507590 λιπει
μαλακῷ καὶ διηνεκεῖ πυρί , ἕως ὅ τε χυλὸς τῷ λίπει συνεκφρυγῇ καὶ τὸ φάρμακον ἀμόλυντόν τε καὶ εὔχρουν καὶ
καὶ τὴν ἐκφέρουσαν τοὺς καρπούς : πλεονάζουσα μὲν οὖν τῷ λίπει πρὸς ἐκπύρωσιν ἐπιτηδεία , καθάπερ ἡ θειώδης πᾶσα ,
6500110 ζεφυρῳ
, . . , . . Ἀκραής : : ἀκραεῖ ζεφύρῳ : παρὰ τὸ ἄκρως ἀέντι καὶ πνέοντι , .
τὴν Κύπρον τὴν ἑσπερίαν ἐπ ' ἀνατολὰς τοῦ ἡλίου οὐριώτατα ζεφύρῳ στάδιοι ͵βωʹ . Ἐκ Ῥόδου εἰς Πάταρα στάδιοι ψʹ
6479925 κλιματι
Κρόνου , νυκτὸς δὲ Ἑρμοῦ . κεῖται δὲ ἐν τῷ κλίματι τῷ τῆς Αἰγύπτου ἀπομεμερισμένον ἀνέμῳ Λιβί . κυριεύει δὲ
πῆξιν τοῦ ἀναφορικοῦ : ὡς εἶναι ἐν μὲν τῷ πρώτῳ κλίματι ἀπὸ Καρκίνου ἕως Τοξότου ἀναφορὰς σιʹ , ἐν δὲ
6477999 αἰγιαλῳ
ἐκβολαῖς τοῦ ποταμοῦ , τὰ δὲ βράχεα τὰ πρὸς τῷ αἰγιαλῷ ἐπῴκεον ἄνθρωποι ἐν καλύβαις πνιγηραῖς . καὶ οὗτοι ὡς
ἐνέμετο , ὁ δὲ παῖς ἤδη ἀνδρωθεὶς ἵστατο ἐν τῷ αἰγιαλῷ , καὶ ἐκάλει αὐτὸν τῷ ὀνόματι , ὃ ἐπέθηκεν
6472189 μεσαιτατῳ
τούτους ἕκαστον τῶν πλουσίων ἐγγράψαντα ἐς χαλκῆν στήλην ἔχειν ἐν μεσαιτάτῳ τῆς αὐλῆς , καὶ ἀναγινωσκέτω . δεῖ δὲ εἰδέναι
, τὸν δὲ βασιλέα ἐν τῷ ἀσφαλεστάτῳ , τουτέστι τῷ μεσαιτάτῳ , κατασκηνοῦν , δείκνυσιν ἐν τῷ τοὺς μὲν γενναιοτάτους
6458920 βορεᾳ
καὶ μιμήσασθαι . ἐγὼ μὲν δὴ χρισάμενος περιέθεον παρέχων τῷ βορέᾳ ξαίνειν εὖ καὶ καλῶς , καὶ τελευτῶν προσελθὼν πρὸς
δὲ καὶ ὑπ ' αὐτοὺς τοὺς ἐτησίας ἀντίπνοιαι γίνονται τῷ βορέᾳ διὰ τὴν περίκλασιν ὥστε καὶ ἐναντιοδρομεῖν τὰ πλοῖα ,
6457466 κροκῳ
, γευομένῳ στυπτικαί . Τραγοπώγων : καυλὸς βραχύς : φύλλα κρόκῳ ὅμοια : ῥίζα μακρά , γλυκεῖα : ἐπὶ δὲ
τρίτηϲ δὲ ὁ κρόκοϲ οἴνῳ . τινὲϲ δὲ ϲὺν τῷ κρόκῳ καὶ ἑτέραϲ ε # ϲμύρνηϲ προϲτιθέαϲιν , διαϲειρώϲαντεϲ δὲ
6453637 σπερματι
ἐν περισσῷ δηλονότι καὶ τῶν περισσῶν ἐν πυθμενικωτάτῳ καὶ οἱονεὶ σπέρματι τῶν ἄλλων διὰ τὸ ἐπιστημονικόν : ἐν ἄρα πρωτίστῳ
μέλαν καὶ τὸ λευκὸν ἄλλο . Ἀλλὰ τὸ ἐν τῷ σπέρματι καὶ τῷ τοιούτῳ λόγῳ πότερα τὸ αὐτὸ ἢ ὁμώνυμον
6434818 κυματι
πεδίου τρέχει . ἡ δὲ οὐκ ἀφανίζει γλυκὺν ἐραστὴν ἁλμυρῷ κύματι , σχίζεται δὲ αὐτῷ ῥέοντι , καὶ τὸ σχίσμα
περιέζεεν ὕδωρ νειόθεν , ἐκ μυχάτου δὲ βυθοῦ ῥοίβδησε Χάρυβδις κύματι καχλάζοντι , καὶ ἱστίον ἄκρον ἵκανε . Νῆα δ
6428413 βορρᾳ
ἐὰν δ ' ἀμφοτέρας ἀνέμου μέγεθος . Ἐὰν ὄρος πρὸς βορρᾷ ἄνεμον προσημαίνει . Ἐὰν ἐν θαλάττῃ ἐξαίφνης πνεύματος γαλήνη
καὶ διαιρούμενον ὀλιγοχρόνιον καὶ πολυπαθὲς ζῷον , ἡλίῳ φρυγόμενον , βορρᾷ ψυχόμενον . γέλωτα δὲ ἔχεις προοίμιον πένθους , δάκρυα
6428094 ἰσημερινῳ
πλατυνομένης , καὶ τοῦ μὲν μήκους ἐπὶ παραλλήλου τινὸς τῷ ἰσημερινῷ γραφομένου , τοῦ δὲ πλάτους ἐπὶ μεσημβρινοῦ , δεῖ
ἡμέραν , μείζονα μέντοι τῆς νυκτός , μέχρι πελάσῃ τῷ ἰσημερινῷ , διαμένουσαν . Ἐπὰν δὲ τούτου ἐφαψάμενος φθινοπωρινὴν ἰσημερίαν
6426892 νωτῳ
λέγεται παντὶ μάλιστα δονεῖν θυμόν . ἑκόντι δ ' ἐγὼ νώτῳ μεθέπων δίδυμον ἄχθος ἄγγελος ἔβαν , πέμπτον ἐπὶ εἴκοσι
, τὰς μέν τινας ἔχουσι πρὸς τοῖς νοητοῖς καὶ τῷ νώτῳ τοῦ οὐρανοῦ συζυγούσας δυνάμεις , τὰς δέ τινας καὶ
6408956 πετριδιων
. λέγεται δ ' ὡς ὅταν ὁ χειμὼν γένηται τῶν πετριδίων ὥσπερ ἀγκύραις ταῖς προβοσκίσι λαμβανόμεναι ὁρμοῦσι . διωκομένη τε
αὐτῆς ὕδωρ ἀκήρατον ἐστάλαττεν . ὑπὸ δὲ ταῖς ἐξοχαῖς τῶν πετριδίων Νύμφαι τινὲς ἵδρυνται καὶ Πὰν οἷον κατοπτεύων τὰς Ναΐδας
6407093 καταπλασματι
φλεγμαίνοντα , καταπλάσσειν τῷ ἐκ τοῦ ἀγνοῦ καὶ λίνου καρποῦ καταπλάσματι : ἢν δὲ ἑλκωθῇ τὰ σχάσματα καὶ ξυῤῥαγῇ ,
θαλάσσῃ δέ ποτε καὶ ἅλμῃ συνοίσει καὶ αὐτῷ τε τῷ καταπλάσματι μιγνύναι ὕδωρ ἢ ὄξος ἢ ὀξάλμην . ἐν τούτῳ
6404079 δυτικῳ
Βρετανικῷ καὶ τῷ καλουμένῳ Οὐεργιουίῳ , ἀπὸ δὲ δύσεως τῷ δυτικῷ , ἀπὸ δὲ ἄρκτων Ὑπερβορείῳ καὶ τῷ καλουμένῳ Δουηκαλεδονίῳ
θῆκεν ἀνάκτων ] . ὥρῃ δ ' ἐμβεβαὼς Πυρόεις , δυτικῷ παρεούσης Ἀφρογενοῦς κέντρῳ , φθορέας λέκτρων ἀνέφηνεν ἀλλοτρίων ,
6403456 οὐρῳ
ξηράνας ὁμοίως ἐν σκιᾷ , θυμία ὄνυξι θαλασσίοις ἐναποβεβρεγμένην ἐν οὔρῳ ἡμέρας δύο . Εἰς δὲ τὴν κατασκευὴν τῆς πορφύρας
οὐ δῆλον ψηλαφήσει . Ὅταν τοίνυν ὧδε ἔχῃ , πυριῆσαι οὔρῳ παλαιῷ : ἔπειτα ἐμεσάτω τῷ φακίῳ ξυμμίξασα μέλι καὶ
6382937 βορειοτατος
ἐπὶ γραμμῇσι , Γάδειρά τε καὶ στόμα Νείλου , ἔνθα βορειότατος πέλεται μυχὸς Αἰγύπτοιο καὶ τέμενος περίπυστον Ἀμυκλαίοιο Κανώβου :
ιʹ μοίρας μέσης . καὶ πρῶτος μὲν ἀστὴρ ἀνατέλλει ὁ βορειότατος τῶν ἐν τῇ δεξιᾷ πτέρυγι ἔσχατος δὲ ὁ νοτιώτατος
6380567 βλεφαρῳ
ἢ οὔρῳ παιδὸϲ ἀφθόρου ἀναλαβόντεϲ διὰ πυρῆνοϲ μήληϲ ἐπιβάλλομεν τῷ βλεφάρῳ μυρϲινοειδεῖ ϲχήματι τοϲοῦτον μέγεθοϲ ἐπικαίοντεϲ , ὅϲον ἂν καὶ
τὴν ἀναῤῥαφὴν καὶ τὴν καταῤῥαφὴν , ἐὰν ἐν τῷ κάτω βλεφάρῳ ᾖ . Φαλάγγωσις λέγεται , ὅταν διστιχία ἢ τριστιχία
6378372 ὠκεανῳ
Ἐροιαδῶν ἐν Ἐροιαδῶν . Ἐρύθεια , νῆσος Γηρυόνου ἐν τῷ ὠκεανῷ , ἀπὸ Ἐρυθείας τῆς Γηρυόνου , ἧς καὶ Ἑρμοῦ
μέρει διέξιμεν περὶ τῶν κατὰ τὴν μεσημβρίαν νήσων τῶν ἐν ὠκεανῷ τῆς Ἀραβίας τῆς πρὸς ἀνατολὴν κεκλιμένης καὶ προσοριζούσης τῇ
6360523 κοκκῳ
ἐλλέβορον , κάτω δὲ ὑποκαθῆραι ἐπιθύμῳ ἢ πεπλίῳ ἢ τῷ κόκκῳ τῷ κνιδίῳ ἢ τῇ τιθυμαλίδι : ταῦτα χρὴ τετράκις
, πῖσαι ἐλλέβορον , κάτω δ ' ὑποκαθῆραι τῷ κνιδίῳ κόκκῳ : ἐς ἑσπέρην δὲ μετὰ τὴν κάθαρσιν φακῆς δοῦναι
6360216 δυνοντι
τι καλεῖται ἑσπερία συνανατολὴ ἀληθινή , ὅταν ἅμα τῷ ἡλίῳ δύνοντι καὶ ὁ ἀστὴρ ἀνατέλλῃ , ὃ δέ τι καλεῖται
ὡροσκόπῳ , ἔπειτα οἱ ἐν τῷ μεσουρανήματι ἢ ἐν τῷ δύνοντι ἢ ἐν τῷ ὑπογείῳ . ἐὰν δὲ οἱ τόποι
6358730 κοστῳ
οὐκ ἔστι ζιγγίβερι , ὡς ἔνιοι ὑπέλαβον : ἔοικε μέντοι κόστῳ , θερμαίνει δὲ τὴν γεῦσιν . Πέπλος θαμνίσκος ἐστὶν
ἔστι πυρετὸς , τούτοις δεῖ κεχρῆσθαι καὶ πόμασι τῷ τε κόστῳ καὶ τῷ βδελλίῳ τῷ Ἀραβικῷ . Ἐπειδὴ καὶ ἀποζέμασιν
6354948 χειμερινην
τούτων , εἰ μὲν τοσοῦτον ἦν τὸ διαφέρον παρὰ τὴν χειμερινὴν τοῦ ἡλίου πορείαν , ὥστε ποιεῖν θέρος περὶ τὴν
αὐτῷ καταστήσαντες τὴν ἑαυτῶν καὶ ποιήσαντες ζητεῖν τόπους ἑτέρους εἰς χειμερινὴν καθέδραν ; εἶθ ' οὓς ἀπολωλέναι πάλαι προσῆκεν ,
6350108 ἀφεψηματι
τῶν ὑποχονδρίων φροντίδα ποιεῖσθαι καὶ πυριᾶν μὲν αὐτὰ διαβρέχοντας πηγάνου ἀφεψήματι καὶ ἀνήθου καὶ ἀψινθίου καὶ γλήχωνος καὶ ἄγνου σπέρματος
πρασίου καὶ σκορδίου κόμης περιατμισμοὺς καὶ τὸ πινόμενον οἰνόμελι ἐν ἀφεψήματι καρδάμου καὶ γλήχωνος ἀποδοκιμάζομεν δι ' ἃς ἐπὶ τῶν
6347621 λοπαδες
ἅμα τεσσεράκοντα μέλαιναι χύτραι ἕποντο , αὐτὰρ ἐπ ' Εὔβοιαν λοπάδες τόσαι ἐστιχόωντο . Ἶρις δ ' ἄγγελος ἦλθε ποδήνεμος
οὐδ ' ἡδύσμασιν ἄρνεια καταπεπασμέν ' οὐδὲ θρυμματὶς τεταραγμένη καὶ λοπάδες ἀνθρώπων φθοραί . καὶ μὴν ῥαφάνους γ ' ἕψουσι
6344507 χειμερινῳ
προσεδέξαντο , ὁρῶντες μὲν τῆς στρατιᾶς τὴν ταλαιπωρίαν ἐν χωρίῳ χειμερινῷ , ἀνηλωκυίας δὲ ἤδη τῆς πόλεως δισχίλια τάλαντα ἐς
εἰσὶν ἐν τῷ τροπικῷ , ἤτοι τῷ θερινῷ ἢ τῷ χειμερινῷ : οὐ γὰρ τὴν διάμετρον τῆς σφαίρας δέχεται ἐλάσσων
6338047 Ὑδασπῃ
Ἀμφιτρίτῃ καὶ Νηρηίσι καὶ αὐτῷ τῷ Ὠκεανῷ , καὶ τῷ Ὑδάσπῃ ποταμῷ , ἀπ ' ὅτου ὡρμᾶτο , καὶ τῷ
ἀληθείαςλαβὼν τὸ βιβλίον πλέοντες δὲ ἐτύγχανον ἐν τῷ ποταμῷ τῷ Ὑδάσπῃ ἔρριψεν ἐπὶ κεφαλὴν ἐς τὸ ὕδωρ ἐπειπών , Καὶ
6333559 πεπαινει
Ἐνδυόμενον γὰρ εἰς τοὺς φήληκας τὸ θηρίδιον στερεοῖ τούτους καὶ πεπαίνει . Διόπερ ἐπὶ τῶν ἅπερ ἂν λάβωσι μὴ διακρατούντων
: ἄρχεται δὲ ἀνθεῖν μηνὸς Πυανεψιῶνος , τὸν δὲ καρπὸν πεπαίνει περὶ ἡλίου τροπὰς χειμερινάς : ἀείφυλλον δ ' ἐστίν
6328074 εἰρημενῳ
πάντας . Τῶν μὲν δὴ ἑπτὰ εἷς αὐτίκα τρόπῳ τῷ εἰρημένῳ ἀπολώλεε . Κατὰ δέ κου μάλιστα τὴν Καμβύσεω νοῦσον
Ἄρους , τῷ λόγῳ τῶν ἀπὸ ῥήματος συνθέτων κυρίων τῷ εἰρημένῳ ἐν τῇ περὶ τοῦ Λάχης διδασκαλίᾳ , ἡνίκα περὶ
6320983 μετοπωρινην
ἑξῆς ἔτει , πρώτωι δὲ μετὰ τὴν ἅλωσιν ὑπὸ τὴν μετοπωρινὴν ἰσημερίαν ἄραντες οἱ Τρῶες ἐκ τῆς γῆς περαιοῦνται τὸν
δὲ ἰδίως τῇ τοῦ Νείλου ἀναβάσει , κατὰ δὲ τὴν μετοπωρινὴν ἰσημερίαν τῷ σπόρῳ , κατὰ δὲ τὴν χειμερινὴν τροπὴν
6310791 πελαγει
ἦ σπάνις αἰεὶ τῶν ἀγαθῶν , ὅταν ἦι δυσάλιον ἐν πελάγει καὶ σαλεύηι πόλις . ἔστι Φρυγῶν τις ἔστιν ἄλκιμος
, ὦ Πόσειδον , ἀλλ ' ἐνταῦθα ἐν τῷ ἐπωνύμῳ πελάγει τεθάφθω : ἐλεοῦμεν γὰρ αὐτὴν οἴκτιστα ὑπὸ τῆς μητρυιᾶς
6284056 Ἀραβιῳ
αὑτῶν . ἤκουον δέ γε πρὸς οἷς ἐτεθεάμην τῷ μὲν Ἀραβίῳ λελουμένῳ τε καὶ ἐπ ' ἄριστον ἰόντι δύο τινὲ
Ἰνδικῆς . ἐν δὲ Συήνῃ καὶ Βερενίκῃ τῇ ἐν τῷ Ἀραβίῳ κόλπῳ καὶ τῇ Τρωγλοδυτικῇ κατὰ θερινὰς τροπὰς ὁ ἥλιος
6283263 πλῳ
νεὼς τῆσδ ' ἐκ γῆς ἰδεῖν , ἐν δὲ τῷ πλῷ ἀχρειοτάτης καὶ πονηρᾶς ἀεὶ καὶ δυσέργου ταῖς ὑπηρεσίαις ,
ἐπαινεῖ δὲ αὐτοὺς ὡς φιλοξένους , διὰ τὸ παρὰ τῷ πλῷ κεῖσθαι καὶ πολλοὺς ὑποδέχεσθαι . διὰ τοῦτο εἶπεν ἔξοχ
6280517 φλοιῳ
καρτερόν : εἶτα μέντοι δεσμεύεται κάτω βρυώδει τῆς ποταμίας ἰλύος φλοιῷ . καὶ μυρμήκων μὲν Ἰνδῶν πέρι Ἰόβᾳ πάλαι ,
θερμάνας παρὰ πυρὶ τὴν ἔμπλαστρον συναναμαλάξῃς τοῖς φύλλοις ἢ τῷ φλοιῷ . Αὕτη ἰᾶται τὰς βραχυτέρας φλεγμονὰς σκληρίαν τινὰ ἐχούσας
6274806 δοιδυκι
καὶ ποσῶς ψύξας ἐπίχεε ἐν θυίᾳ , καὶ λύε τῷ δοίδυκι ἐπιβάλλων γάλα γυναικεῖον ἢ ὄνειον , εἰ δὲ μὴ
, καὶ μολύβδου ἀπόπλυμα ξηρόν , ὅπερ λειουμένηϲ θυίαϲ μολυβδαίνηϲ δοίδυκι μολυβδίνῳ ϲυνάγεται . ποιεῖ δὲ καὶ ϲκωρία μολύβδου πεπλυμένη
6274429 σπειρεσθαι
. τάχα δ ' ἂν εἰς ταὐτὸν συντελοῖ καὶ τὸ σπείρεσθαι διασπείρεσθαι , διασκεδάννυσθαι ἢ ὡς Ξενοφῶν διασκίδνασθαι , ἢ
: οὐδ ' αὖ φυτὰ μὲν ἱκανὴ παντοῖα θρέψασθαι , σπείρεσθαι δ ' ὡς δενδρῖτις ὀλιγόκαρπος : οὐδ ' ἄμφω
6274269 λινοσπερμῳ
δὲ τοῦτο ἁρμόζει λεῖος ἐπιτιθέμενος ὁ σκορπίος σὺν ἅλατι καὶ λινοσπέρμῳ καὶ τῇ ἀλθαίᾳ βοτάνῃ : βοηθεῖ δὲ καὶ θεῖον
τῷ λινοσπέρμῳ : ἐὰν δὲ θερμᾶναι σφοδρότερον , κρίθινον τῷ λινοσπέρμῳ συμπλέκομεν : ἐὰν δὲ θερμᾶναι καὶ ξηρᾶναι , τῆλιν
6272570 τραχηλῳ
ἔκειτο : μελικρήτου μόγις κατεδέξατο , ξυντείνων τὰς ἐν τῷ τραχήλῳ ἶνας , ὡς κατεξηρασμένης τῆς φάρυγγος , καὶ τῆς
τε τῶν ἑπτὰ τοῦ θώρακος σπονδύλων καὶ προσέτι τῶν ἐν τραχήλῳ πέντε , καταφύεται δ ' εἰς ὅλον τὸ χονδρῶδες
6269792 περιγειῳ
τῆς σελήνης δακτύλων ιβ ὑποτιθεμένης , ἴσοι δὲ γίνονται ἐν περιγείῳ τοῖς τῆς ὑπεροχῆς ἑξηκοστοῖς . Νενοήσθω οὖν ὁ μὲν
τῷ ἀπογείῳ ἀπολαμβανομένην ὑπολειπτικὴν εὑρήσομεν , τὴν δὲ πρὸς τῷ περιγείῳ προηγητικήν . ἀπειλήφθω γὰρ πρὸς τῷ ἀπογείῳ πρῶτον τυχοῦσα
6269780 κασσια
ποικίλη δὲ ἡ τῶν ἀνθέων συμπλοκή . τὰ θυμιάματα , κασσία καὶ λιβανωτὸς καὶ κρόκος : τὰ ἄνθη , νάρκισσος
μὲν τὰ προειρημένα , τὸ δὲ πλεῖστον ἐν αὐτῇ γεννᾶται κασσία καὶ ἄρωμα καὶ μοτὼ καὶ δουλικὰ κρείσσονα , ἃ
6269683 μετοπωρινης
γάρ , φησιν , ὁ Πλόκαμος πρὸ ? [ τῆς μετοπωρινῆς ἰσημερίας | , δύνει ] δὲ μετὰ [ τὴν
ἡμερῶν Ϙδʹ ∠ , τὸν δὲ ἀπὸ θερινῆς τροπῆς μέχρι μετοπωρινῆς ἰσημερίας ἡμερῶν Ϙβʹ ∠ , διὰ μόνων τούτων τῶν
6259212 πτελεαι
γὰρ καὶ μυρίκαι καὶ λεῦκαι καὶ ἐλάται καὶ μελίαι καὶ πτελέαι καὶ πάντα τὰ ὁμοιογενῆ τοῖς καθύγροις χαίρει τόποις :
μὴ πάντῃ ἐπισκιάζῃ τὴν ἄμπελον : εἰσὶ δὲ αἱ τοιαῦται πτελέαι , αἴγειροι , μελίαι , σφένδαμος . Ἐχέτω δὲ
6257426 κλαδῳ
: καταχρηστικῶς δὲ καὶ πᾶσα ἱκεσία . ἐχρῶντο δὲ ἐλαΐνῳ κλάδῳ , ἵνα διὰ τούτου πρὸς ἔλεον τοὺς δικαστὰς ἕλκωσι
κατὰ μεταπλασμὸν πολυπάταγι ἀναβιβάζει : . τὸ δὲ κλάδος κλάδου κλάδῳ καὶ κατὰ μεταπλασμὸν κλαδί καταβιβάζει διὰ τὴν δισυλλαβίαν ,
6256912 σμηχεσθαι
ἤν γε μὴ οὕτω δέῃ . Καὶ μᾶλλον μὲν μὴ σμήχεσθαι : ἢν δὲ σμήχηται , θερμῷ χρέεσθαι αὐτέῳ καὶ
τῷ γὰρ ζῶντι ἕπεται τὸ ῥύπτεσθαι , ὅ ἐστι τὸ σμήχεσθαι : ῥύμματα γὰρ τὰ σμήγματα . καὶ Ὅμηρος :
6255962 αὐα
τραφερὴν ἀνανίσσεται , ἐκ δὲ βολάων ἠελίου φολίδας περιδαίεται , αὖα δὲ γυῖα ἐς πόντον φορέει , τὴν δ '
ἀλγῇ : καὶ γὰρ τὰ δένδρα , ὅταν κεραυνωθῇ , αὖα γίνεται καὶ τοὺς βλαστοὺς ἀπόλλυσιν . [ ὥσπερ δὲ
6245633 δενδρῳ
στρουθίου συμπλέκεται . Οἱ δὲ σπίνοι καὶ αἱ τρυγόνες ὑπὸ δένδρῳ θηρῶνται , εἰ σύμφυλον ὄρνιν ἐπὶ τοῖς τοῦ δένδρου
μοι δοκεῖ . Ἀετὸν ἰδεῖν ἐπὶ πέτρᾳ καθεζόμενον ἢ ἐπὶ δένδρῳ ἢ ἐπὶ ὑψηλοτάτῳ τόπῳ ἀγαθὸν τοῖς ἐπὶ πρᾶξιν ὁρμῶσι
6245453 ῥοδομελιτι
κόκκους κʹ κόψας ἀναλάμβανε τῷ ῥοδομήλῳ ἢ χυλῷ κιτρίου ἢ ῥοδομέλιτι . ἡ δόσις γινέσθω γρ . βʹ , τὸ
φλεγματικοῦ χυμοῦ νοθευόμενος , ὀλίγον ἀγαρικὸν προσπλέκειν δεῖ τῷ προειρημένῳ ῥοδομέλιτι καὶ οὕτως ὑποκαθαίρειν καὶ τοῦτον . πρὸς δὲ τὸ
6240640 καπνῳ
καταλαβεῖν , ἥν τινα τῶν ἄλλων δυνηθεῖεν ἄκραν , καὶ καπνῷ τοῦτο σημῆναι . γενομένου δὲ τοῦ καπνοῦ συμβαλὼν τοῖς
Ἑλένην ὑποστρέψει πάλιν εἰς τὴν Τροίαν ὥσπερ τις παῖς κινήσας καπνῷ σφηκῶν φονικῶν κατοικίαν καὶ παροτρύνας αὐτούς . χ '
6232546 ζεματι
τὴν δεξιὰν κλεῖν καὶ τὰ οὖρα δριμύτερα : θεραπεύεται δὲ ζέματι ῥέου καὶ ναρδοσταχύος καὶ κασσίας : ἔξωθεν δὲ τονωτικοῖς
δὲ αὐτοῦ τὴν χρῆσιν οὕτω : προκλύσας τὸν πάσχοντα τῷ ζέματι τῆς φακῆς καὶ διαστήσας οὕτω παράπεμπε μετὰ χυλοῦ ὀρύζης
6217241 βορειῳ
μὲν καλεῖ πλευράν , παράλληλον δ ' οὐ λέγει τῇ βορείῳ . δῆλον δ ' ὅτι οὐδ ' ὁ Εὐφράτης
νότιον μὲν λέγων , παράλληλον δ ' οὐ λέγων τῷ βορείῳ τὸ νότιον . τὴν δὲ διαφωνίαν τοῦ μήκους φησὶ
6202337 ἡδυοσμῳ
καὶ διαφορῆσαι τὸ περιεχόμενον . σημειώσασθαι δὲ χρὴ ὅτι τῷ ἡδυόσμῳ καὶ τῷ σισυμβρίῳ ἐχρήσατο , τονῶσαι βουλόμενος , καὶ
δὲ καὶ ὀρθοπνοϊκοὺς ὑποθυμιατέον θείῳ , ἀβροτόνῳ , ὑσσώπῳ , ἡδυόσμῳ . δεῖ δὲ καθημένους ὑποθυμιᾶσθαι περιστελλομένους ἱματίοις , τὸ
6199284 σιτιῳ
ἐνδείαις καὶ πόσεως πλεονασμοῖς , τῇ δὲ σκέπῃ θερμαίνων καὶ σιτίῳ πλείονι καὶ ποτῷ ἐλάσσονι . καὶ πυρὰν δέ τις
ὑπὸ τῆς πλευρίτιδος ἐχομένῳ . Ὁκόταν δὲ ἐξαναστῇ , ἀνακομίζειν σιτίῳ καὶ ποτῷ καὶ λουτροῖσιν ὡς τάχιστα : ἡ γὰρ
6195903 Ἰνδῳ
τὰ ἤθη κατὰ τὰς Ἄλπεις ἔχουσι . καὶ κυνὶ δὲ Ἰνδῷ τίγρις καὶ ἵπποι τόνδε τὸν τρόπον ὄνοις συνῆλθον .
, ὁ δὲ καὶ ἄλλα προσηγάγετο μικρὰ πολίσματα πρὸς τῷ Ἰνδῷ ποταμῷ ᾠκισμένα . ξυνείποντο δὲ αὐτῷ Κωφαῖός τε καὶ
6184899 βορρας
: οἶδε δὲ καὶ τοῦτο , ὅτι ἄρα ὁ μὲν βορρᾶς ἀρρενοποιός ἐστιν , ὁ δὲ νότος θηλυγόνος εἶναι πέφυκε
ψύχρωσις ἀνέμου , καὶ βροχίτζας , τὴν δὲ τρισκαιδεκάτην πνεῖ βορρᾶς ἐκ τῶν Ὑάδων , τεσσαρεισκαιδεκάτῃ τε αὖθις ἄστρον προσδύνει
6184180 ὀρθρῳ
ὅπως ἐξ ὑποστροφῆς ὄλβος εἰς τοὺς ἐκγόνους ἔλθῃ . ἅμα ὄρθρῳ καὶ ἡμεῖς ἐλευσόμεθα , ὅταν ἀλεκτρυὼν ᾄσῃ . Σιμιχίδα
τὴν γῆν γυμνὴν περιλαβὼν ταύτῃ συνεκάθευδον . ἅμα δὲ τῷ ὄρθρῳ γυμνὸς ὢν ἔθεον ἐπὶ ναῦν καὶ λέγω πρὸς τὸν
6181160 μεταφρενῳ
πυρετὸς , καὶ ὀδύνη ἐν τοῖσι στήθεσι καὶ ἐν τῷ μεταφρένῳ ἔγκειται , ἐνίοτε δὲ καὶ ἐν τῷ πλευρῷ :
πλείονος φλογὸς τῷ τε στήθει καὶ τῷ στομάχῳ καὶ τῷ μεταφρένῳ κολλώμεναι , καὶ πταρμὸς ἐπιτετηδευμένος ἁρμοδιώτατος τοῖς ἐπὶ πλήθει
6180501 ναρκισσινον
μὴ πουλυχρόνια ᾖ , καὶ ὑστερῶν στόμα μαλθάσσει : μύρον ναρκίσσινον καὶ κύμινον ὃ ἐσθίεται , σμύρναν τε καὶ λιβανωτὸν
, μετὰ δὲ μολύβδους , καὶ αὐτίκα σκίλλαν , ἔπειτα ναρκίσσινον μίαν ἡμέρην διαλιπών . Ἐπὴν δέ σοι δοκέῃ καθαρή
6178513 ζωμῳ
ἰϲχυρῶϲ . λειώϲαϲ δὲ τοῦ ϲπέρματοϲ ⋖ ε , ἔμβαλλε ζωμῷ ὄρνιθοϲ ἢ πτιϲϲάνῃ καὶ διηθήϲαϲ δίδου πίνειν . οἱ
τὸν αὐτὸν ζωμὸν βρύων λίτρας δύο , βάλε ἐν τῷ ζωμῷ ὕδωρ ὡς γενέσθαι τὴν ἀναλογίαν τὴν πρώτην : καὶ
6174987 παχει
: χρηστὸν γὰρ οἱ τοιοῦτοι πάντες αἷμα καὶ σύμμετρον τῷ πάχει γεννῶσιν . Τῶν πυρῶν ὅσοι μὲν βαρεῖς καὶ πυκνοὶ
τε καὶ ἧττόν ἐϲτιν : διαφέρει δὲ πιμελὴ ϲτέατοϲ τῷ πάχει , διότι τοῖϲ γεωδεϲτέραν ἔχουϲι τὴν ὅλην φύϲιν ζῴοιϲ
6174447 διαλειποντι
δὲ μία οὔ . Ἢ γὰρ τριταῖος διαλείπων τῷ ἐφημέρῳ διαλείποντι συμπλακήσεται , ἢ ἀμφημε - ρινὸς συνεχὴς τῷ διαλείποντι
δύναμις ; τάχα δὲ ἐκεῖνο ἐνδείκνυται , ἐν πυρετῷ μὴ διαλείποντι ψύξις ἀκρωτηρίων κακόν . μᾶλλον γὰρ ἐνταῦθα καταλυομένη ἡ
6173664 παραπλῳ
δὴ πάντων τότε παρὰ τοῖς Ἕλλησιν , ὅπως ἐν τῷ παράπλῳ προσορμιζομένων , ἐπιδεικνυμένου τοῦ κιθαρῳδοῦ , τῶν ἐνοικούντων εἰς
δὴ τὸν ἐπὶ Ἰνδοὺς πλοῦν ἀναστρέφειν : ἐν δὲ τῷ παράπλῳ νῆσον εὔυδρον καὶ εὔδενδρον ἐρήμην ἰδόντα σημειώσασθαι : σωθέντα
6163505 Αἰγαιῳ
τῶν Πατροκλέους παίδων ἐρανικῷ . Ἁλόννησος : νησύδριον ἐν τῷ Αἰγαίῳ πελάγει : Αἰσχίνης ἐν τῷ κατὰ Κτησιφῶντος , ὡς
τὴν ἑωυτοῦ : καί μιν , ὡς ἐγένετο ἐν τῷ Αἰγαίῳ , ἐξῶσται ἄνεμοι ἐκβάλλουσι ἐς τὸ Αἰγύπτιον πέλαγος ,

Back