ὑπὸ τῶν ἐγχωρίων διαφερόντως : ταῦτα δὲ διαπραξάμενον εἰς Εὔβοιαν μεταναστῆναι κἀκεῖ κατοικῆσαι : διὰ δὲ τὴν δόξαν ἐν τοῖς
πάλιν εἰς τὴν οἰκίαν : ἀπέβη αὐτῷ [ τούτῳ ] μεταναστῆναι τῆς οἰκείας διὰ τὴν πτῆσιν , καὶ τὰ προκείμενα
6753251 ἀντικνημιον
τε καὶ λεπτὸν ἐν τοῖς πρόσω τῆς κνήμης ἐστίν , ἀντικνήμιον ὀνομάζεται : τὰ δὲ κάτωθεν αὐτοῦ πέρατα κνήμης τε
κνήμη ὑπομετέωρος ᾖ , ἀνάγκη τὸ ὀστέον τοῦτο κατὰ τὸ ἀντικνήμιον κοιλότερον φανῆναι τοῦ μετρίου , προσέτι καὶ ἢν ἡ
6688803 ἐντεθεντος
. διὸ καὶ χρυσῆν εἰκόνα κατασκευάζεσθαι κοίλην , εἰς ἣν ἐντεθέντος τοῦ νεκροῦ περὶ τὴν εἰκόνα χεῖσθαι τὴν ὕελον :
μετὰ μέλιτος χλιανθεὶς καὶ παχυνθεὶς ἠρέμα καὶ ἐλλυχνίου βραχέντος καὶ ἐντεθέντος κατὰ τοῦ πόρου . εἰ δὲ καὶ ὑγρότερον ἐγχέεις
6664742 Μακραν
; Τραχεῖαν ] Τὴν σκληρὰν καὶ δειλήν . Ἄνευθε ] Μακράν . Ἐγχέων ] Ἤγουν τὰ ἔγχη . Ἀκμὰν ]
τῆς προθέσεως . : , : τὴν Λευκὴν . , Μακράν , . : . . . , : ;
6630787 Καρδιαν
ἐπ ' αὐτοὺς μέλλοντα ναυσὶν ἑξήκοντα , νυκτὸς ἀπέδρασαν εἰς Καρδίαν . ἐνταῦθα δὲ καὶ Ἀλκιβιάδης ἧκεν ἐκ τῶν Κλαζομενῶν
εἰπεῖν πολλὰ Φίλιππος εἶχε τῆς πόλεως , καὶ νῦν εἰς Καρδίαν πέπομφε βοήθειαν , ἐνδεικνύμενος κἀνταῦθα ὁμοίως τὴν αἰτίαν τῆς
6615326 ἐπανηγεν
ταύτῃ ἐξελών , τὰ δὲ ὁμολογίᾳ παραστησάμενος ἐν δέκα ἡμέραις ἐπανῆγεν ἐς τὴν Σιδῶνα , καὶ καταλαμβάνει Κλέανδρον τὸν Πολεμοκράτους
ποιῆσαι τυχεῖν ἰδίᾳ τε καὶ δημοσίᾳ . ἐπεὶ δ ' ἐπανῆγεν εἰς Ἀθήνας ὑπὸ χειμῶνος ὀχληθεὶς εἰς Καρυστίαν κατηνέχθη .
6611454 κοιλογαστορος
: τοῦ περιφεροῦς : καὶ κοίλην λέγει τὴν ἀσπίδα . κοιλογάστορος ] νειόθεν . κοιλογάστορος ] ἤγουν τῆς ἀσπίδος τὸ
δὲ ἔσω κοιλαίνεται . κοιλογάστορος ] ἤγουν τῆς ἀσπίδος . κοιλογάστορος ] τῆς ἀσπίδος τῆς ἐχούσης γαστέρα κοίλην . κοιλογάστορος
6607262 Τηνερου
υἱὸς βασιλεὺς τῶν Θηβῶν Τηνέρου τ ' ἀνάκτορα τὰ τοῦ Τηνέρου μαντεῖα καὶ βασίλεια . ὁ δὲ Τήνερος υἱὸς ἦν
ἱκανῶς τούτου τοῦ ὄρους . Τὸ δὲ Τηνερικὸν πεδίον ἀπὸ Τηνέρου προσηγό - ρευται μυθεύεται δ ' Ἀπόλλωνος υἱὸς ἐκ
6586442 καθετηρα
λούϲαντεϲ , εἰ μή τι κωλύοι , λαβόντεϲ τε τὸν καθετῆρα καθήϲομεν ἐπ ' εὐθείαϲ πρῶτον ἄχρι βάϲεωϲ τοῦ καυλοῦ
καὶ ὡς Ἀντιφάνης κάθημα : ἐκάλουν δ ' αὐτὸ καὶ καθετῆρα . ὠνομάζετο δέ τι καὶ μάννος ἢ μόννος ,
6581278 Ὑπερβορεον
τινὸς Ἀθηναίου , ὥς φησι Φανόδημος : Φιλοστέφανος δὲ τὸν Ὑπερβόρεον Θεσσαλόν φησιν εἶναι : ἄλλοι ἀπὸ Ὑπερβορέου Πελασγοῦ τοῦ
τινὸς Ἀθηναίου , ὥς φησι Φιλόδημος . Φιλοστέφανος δὲ τὸν Ὑπερβόρεον Θεσσαλόν φησιν εἶναι . ἄλλοι ἀπὸ Ὑπερβορέου Πελασγοῦ τοῦ
6559265 Λευκολοφου
τὸν Ἀπόλλω στίξας αὐτοὺς καὶ ξυμποδίσας μετ ' Ἀδειμάντου τοῦ Λευκολόφου κατὰ γῆς ταχέως ἀποπέμψω . Ταῦτα ποήσω : σὺ
, Μύρμηξ καὶ Νικόμαχος καὶ Ἀρχέμορος μετ ' Ἀδειμάντου τοῦ Λευκολόφου . Ἀδελφὸς παρείη . ὅτι προτιμητέον τοὺς οἰκείους εἰς
6546731 κλασαντες
λοξὴ κατὰ μαστοὺς ἐπ ' ὀμφαλὸν , ἀπ ' ὀμφαλοῦ κλάσαντες ἄγομεν ἐπὶ μαστὸν ἀντικείμενον λοξὴν ἐπ ' ἀκρώμιον ὡς
μεσοφρύου , βρέγματος , κορυφῆς ἐπὶ ἰνίον , ἀπὸ ἰνίου κλάσαντες ἐπὶ λοβὸν ὠτὸς ἀντικείμενον : ἐπὶ ἰνίον διακρατοῦντες τὸ
6538898 ἀειδη
τι πολλάκις εἰς οἰνοπώλιον παραγενάμενος ὠνήσασθαι οἶνον : θεωροῦμεν κεράμια ἀειδῆ , τῷ δὲ γεύματι χρηστά . “ ὁ Ξάνθος
ἦν ὁ θεός , εἰσελθεῖν λέγεται , τουτέστιν εἰς τὴν ἀειδῆ καὶ ἀόρατον καὶ ἀσώματον τῶν ὄντων παραδειγματικὴν οὐσίαν ,
6535484 κατατειναντα
ὀξέος τοῦ ἐν τῷ κοίλῳ τοῦ βραχίονος , ἐς εὐθὺ κατατείναντα , τὸ ἐξέχον ἀπωθεῖν ὀπίσω καὶ ἐς τὸ πλάγιον
, οὐ δεῖ γράφειν . Ἐμβολὴ δὲ αὐτοῦ ἥδε : κατατείναντα ἐς ἰθὺ , τὸ μὲν ἐξέχον ἀπωθέειν , τὸ
6530893 καθηϲομεν
διὰ τὸ ἀϲφαλὲϲ μότου ϲτρεπτάριον διὰ μόνηϲ τῆϲ τοῦ ἐπιγαϲτρίου καθήϲομεν διαιρέϲεωϲ . ἀνακλίναντέϲ τε καὶ ἀνακτηϲάμενοι τὸν ἄνθρωπον τῇ
ϲχηματίϲαι τὸν πάϲχοντα οἰκείωϲ , ἐπιϲπαϲάμενοι τὴν πόϲθην εἰϲ τοὔμπροϲθεν καθήϲομεν ἄγκιϲτρα γ ἢ δ εἰϲ αὐτὴν τὴν ἄκραν καὶ
6511509 ἐνεφυσησεν
θεὸς τὸν ἄνθρωπον χοῦν λαβὼν ἀπὸ τῆς γῆς , καὶ ἐνεφύσησεν εἰς τὸ πρόσωπον αὐτοῦ πνοὴν ζωῆς , καὶ ἐγένετο
ἀδικημάτων ἔχειν λόγον φασί τινες . τό γε μὴν „ ἐνεφύσησεν „ ἴσον ἐστὶ τῷ ἐνέπνευσεν ἢ ἐψύχωσε τὰ ἄψυχα
6487586 Ἀδριατικου
ἄκρων τῶν ἑσπερίων , πλησίον δὲ καὶ τοῦ μυχοῦ τοῦ Ἀδριατικοῦ , διέχων αὐτοῦ περὶ χιλίους σταδίους : τελευτᾷ δ
ἔστι τῆς Κορίνθου πόλεως πρὸς δύσιν ἐστὶν , ἀπὸ τοῦ Ἀδριατικοῦ πελάγους , ἡ δὲ Σαρωνικὴ πρὸς ἀνατολάς ἐστι συρομένη
6471380 πλεγματος
ἐταπείνου καὶ τροφῆς ὄρεξιν ἐνεποίει σφοδροτέραν , τηνικαῦτα ἐντὸς τοῦ πλέγματος περιβαλόντες ἱερεῖα πρὸς τὴν ἐπιθυμίαν , οὕτω παρεσκεύασαν χειροήθη
μελαγχολικὸν μεταβολὴ γίνεται , ἢ τοῦ κατὰ τὸν ἐγκέφαλον δικτυοειδοῦς πλέγματος τοιαύτην καταδεδεγμένου ποιότητα , τὰ τοιαῦτα τῶν παθῶν συνίσταται
6443853 Ἐρυμανθου
βωτιάνειρα καὶ εὐρυάγυια Μυκήνη . ἔνθεν ἀνερχομένοιο παρ ' εἰαμενὰς Ἐρυμάνθου Σπάρτην καλλιγύναικα , φίλην πόλιν Ἀτρείωνος , κεκλιμένην ἐνόησεν
ἤπειρον . Ψωφιδίοις δὲ καὶ παρὰ τῷ Ἐρυμάνθῳ ναός ἐστιν Ἐρυμάνθου καὶ ἄγαλμα . ποιεῖται δὲ πλὴν τοῦ Αἰγυπτίου Νείλου
6443852 μισητου
τοῦ μισητοῦ . ἐχθίστου ] τῆς Σφιγγός . ἐχθίστου ] μισητοῦ τῇ πόλει . θ δάκους ] θηρός . δάκους
: ὦ στυγνὸν ὄχημα : ἀντὶ τοῦ : ὦ τοῦ μισητοῦ ἱππασμοῦ : τίς ἐφέστηκεν : γράφεται ἐνδέξια χωρὶς τοῦ
6442030 ἐπισχεθοι
ἐγκαυχᾶται κατὰ τῆς πόλεως ἡμῶν . βέλος δὲ τοῦ κεραυνοῦ ἐπισχέθοι καὶ κρατήσοι αὐτὸν , πρὶν ἐς τὸν ἐμὸν οἶκον
ὃς πόλει μεγάλ ' ἐπεύχεται , κεραυνοῦ δέ νιν βέλος ἐπισχέθοι , πρὶν ἐμὸν ἐσθορεῖν δόμον , πωλικῶν θ '
6438324 τετραμμενου
Ἄλλο . κάρυα τρία ξηρὰ καῦσον ὁλόκληρα καὶ δίδου , τετραμμένου τοῦ πάσχοντος , πιεῖν καὶ αἰγείαν κόπρον , κατάπλασσε
. κατακλᾶται δὲ πάλιν καὶ σκυθρωπάζει τούτου πρὸς τὸ σκυθρωπότερον τετραμμένου . ἁρμονία δὲ γίνεται ἀπὸ τοῦ αἴρω τὸ ἐπαίρω
6435001 δισκοειδες
τὸ φῶς ὥσπερ πρηστῆρα . σχῆμα δὲ αὐτοῦ οἳ μὲν δισκοειδές , Ἡράκλειτος δὲ σκαφοειδές , Στωϊκοὶ δὲ σφαιροειδὲς εἶναι
. σχῆμα δὲ αὐτῆς οἳ μὲν σφαιροειδές , οἳ δὲ δισκοειδές . κατὰ μῆνα δὲ ἐκλείπει , ὡς μὲν Ἡράκλειτός
6432815 ἑλκ
αἰχμή . καὶ τό γε χειρὶ λαβὼν εὐρὺ κρείων Ἀγαμέμνων ἕλκ ' ἐπὶ οἷ μεμαὼς ὥς τε λίς , ἐκ
ὃν ἐνεβάλλοντο , καθά φασιν οἱ γλωσσογράφοι . Δίφιλος Συνωρίδι ἕλκ ' ἐς μέσον τὸν φιμὸν , ὡς ἂν ἐμβάλῃ
6424696 Κορυθος
χάλκεα ἐποίουν , ἐνδύματα . Κόρυθες : περικεφαλαῖαι : ἀπὸ Κόρυθός τινος Ἰβηρίου ἐκλήθη , ταύτην ἐφεύραντος πρῶτον . δοῦρα
χάλκεα ἐποίουν , ἐνδύματα . Κόρυθες : περικεφαλαῖαι : ἀπὸ Κόρυθός τινος Ἰβηρίου ἐκλήθη , ταύτην ἐφεύραντος πρῶτον . δοῦρα
6412049 Κασου
Κιτίου τῆς Κύπρου εἰς Ἀσκάλωνα στάδιοι ͵γτʹ . Ἀπὸ τοῦ Κάσου ἐπὶ τὸ Σαμώνιον τῆς Κρήτης , στάδιοι φʹ :
τοσαύτης τὸ κῆδος ἀσμένως συνάψασθαι καὶ τῆς γε ἡμερότητος τοῦ Κάσου σημεῖον τὸ τοὺς ἄγοντας τὴν κόρην ἀνθελέσθαι τῶν φιλτάτων
6411850 χορτωδες
φυκάριον , ἐν ᾧ αἱ γυναῖκες ἀλείφονται , ἢ τὸ χορτῶδες τῆς θαλάσσης ἀπόβλημα . μυδαλέαι : περισκεπεῖς , βεβρεγμέναι
, δασύ : κλῶνας σπιθαμιαίους : καὶ τὸ ὅλον βοτάνιον χορτῶδες : ἄρχεται δ ' αὐτοῦ ἡ κόμη ἀπὸ μέσου
6405007 ἀνεῳγμενον
εἰ ἐκ λεπύρων ἐρεβίνθων λευκῶν πολλὰ συμπαγείη . ἔχει δὲ ἀνεῳγμένον οὐδὲν τούτων , οὐδὲ γίνονται ἐκ τούτων αἱ πορφύραι
εἰ ἐκ λεπύρων ἐρεβίνθου λευκοῦ πολλὰ συμπαγείη . ἔχει δὲ ἀνεῳγμένον οὐδὲν τούτων , οὐδὲ γίνονται ἐκ τούτων αἱ πορφύραι
6395355 ὑπερπιπτειν
ἁμαξιαίους μὴ διαλύειν τὴν σύγκλεισιν , ἀλλὰ κατακυλιομένους τῇ ῥύμῃ ὑπερπίπτειν εἰς τὸ δάπεδον . ἀγαθὸν δὲ εἴπερ τι ἄλλο
ἀτόμων εἰδῶν : οὕτω γὰρ λαμβάνεται τὰ κοινὰ ὡς μὴ ὑπερπίπτειν τὸ γένος : διότι δὲ οὐχ ὑπερβαίνει τὸ γένος
6394860 φλογωδους
τῷ Ἑρμιονικῷ κόλπῳ ὄρος ἑπταστάδιον τὸ ὕψος ἀνεβλήθη γενηθέντος ἀναφυσήματος φλογώδους , μεθ ' ἡμέραν μὲν ἀπρόσιτον ὑπὸ τοῦ θερμοῦ
θανατώδη : δηλοῦσι γὰρ σηπεδόνα καὶ ἔκτηξιν τῆς πιμελῆς ὑπὸ φλογώδους θερμότητος γινομένην . Αὗταί εἰσιν αἱ συζυγίαι τῶν οὔρων
6385900 ἐγκυκλιοι
Ἀμφιτρίτας ῥοθίωι δραμόντες , ὅπου πεντήκοντα κορᾶν Νηρήιδων χοροὶ μέλπουσιν ἐγκύκλιοι , πλησιστίοισι πνοαῖς , συριζόντων κατὰ πρύμναν εὐναίων πηδαλίων
τρίτου ἡ μεσότης κατὰ μετώπου , αἱ δ ' ἀρχαὶ ἐγκύκλιοι περὶ κεφαλὴν , τὸ δὲ ἅμμα παρὰ μέρος τῆς
6385741 ἁμματος
νομὴ τῆς ἐπιδέσεως κατὰ τῶν ὤτων , αὐτοῦ γινομένου τοῦ ἅμματος ὑπεράνω μετώπου . Οὗτος ὁ ἐπίδεσμος δύο ἔχει κυκλοτερεῖς
Δινωτός : στρογγύλος , συστρεπτικός . κύβος : σφαῖρα . ἅμματος : σχοινίου , διά . Βαθὺν δόλον : ἢ
6383608 ἐλυμα
μέσον εὔτονον , διὸ πρίνινον τὸν γύην . ἐλύματι : ἔλυμα μέρος τι τοῦ ἀρότρου ἐν τῷ μέσῳ ἔνθα συμβάλλεται
. δάφνης δ ' ἢ πτελέης ἀκιώτατοι ἱστοβοῆες . δρυὸς ἔλυμα , πρίνου δὲ γύην . βόε δ ' ἐνναετήρω
6380218 καταβασμον
ἕρφ ' ] βάδιζε . ἐξίκῃ ] ἐξέλθῃς . . καταβασμὸν ] ὄρος διορίζον Λιβύην καὶ Ἀσίαν . . σεπτὸν
ὁρίζον καὶ διαχωρίζον Λιβύην καὶ Αἴγυπτον , ὅπου εἰς τὸν καταβασμὸν τοῦ ὄρους ἐκπέμπει ὁ Νεῖλος γλυκὺ ῥεῦμα , τίμιον
6378757 χρυσομαλλου
ὅτι ὑπὸ τοῦ Φρίξου φησὶν ἀνατεθῆναι τῷ Ἄρει τὸ τοῦ χρυσομάλλου κριοῦ δέρος . κεῖτο γὰρ λόχμᾳ : τῷ δασεῖ
θεῶν πρόνοιαν ἐκ τῆς Εὐρώπης εἰς τὴν Ἀσίαν ἐπὶ κριοῦ χρυσομάλλου , τὴν μὲν παρθένον ἀποπεσεῖν εἰς τὴν θάλατταν ,
6374130 Μηδοσαδην
κρατεῖς ἔσεσθαι παρὰ σοῦ . ἐπὶ τούτοις πάλιν ἤρετο τὸν Μηδοσάδην εἰ ἔλεγε ταῦτα . ὁ δὲ συνέφη καὶ ταῦτα
, ὡς ἔφη Μηδοσάδης οὗτος . ταῦτα εἰπὼν ἐπήρετο τὸν Μηδοσάδην εἰ ἀληθῆ ταῦτα εἴη . ὁ δ ' ἔφη
6358412 αἰθυγμα
κίνυγμα , τὸ ἀέριον εἴδωλον : κατὰ τὸ αἰθύσσω , αἴθυγμα : πτύσσω , πτύγμα : νύσσω , νύγμα :
θεῖον φῶς ἐάσαντες , καπνῷ δὲ ἑπόμενοι κἂν ἄρα μικρὸν αἴθυγμα δεικνύντι πυρός . ὁ μὲν οὖν τῆς φύσεως νόμος
6348843 Κερνη
σὺν τῷ Ἀριστοτέλει ἀπῆραν εἰς Κυρήνην . Τέμπεα Κέρνης ] Κέρνη λίμνη ἐστὶν Αἰθιοπίας παρὰ τῷ ὠκεανῷ : τὰ δὲ
ἱεροί . Κατὰ δὲ ταῦτα νῆσός ἐστιν , ᾗ ὄνομα Κέρνη . Παράπλους δὲ ἀπὸ Ἡρακλείων στηλῶν ἐπὶ Ἑρμαῖαν ἄκραν
6334923 παρηγγελθη
, τότε δὲ αὐτὸς παρεσκεύαστο θεήσασθαι ναυμαχέοντας . Ἐπειδὴ δὲ παρηγγέλθη ἀναπλέειν , ἀνῆγον τὰς νέας ἐπὶ τὴν Σαλαμῖνα ,
τοῖς βασιλείαν διαδεχομένοις , μεγαλόφρονι ἐπιδόσει οἰκειώσηται τὸ στράτευμα . παρηγγέλθη τε δὴ πᾶσιν ἐλθεῖν ἐς τὸ εἰωθὸς πεδίον αὐτοὺς
6333046 ἐβροντησε
. . . . . Ἔκλαγξε βροντὰν ] Ἀντὶ τοῦ ἐβρόντησε βροντήν . Ἡ δὲ φράσις ὡς τὸ μάχομαι μάχην
ὁ Ζεύς , ἤτοι ἡ πρόνοια , ὀξὺ ἐνόησε καὶ ἐβρόντησε μέγα . πνεύματος γὰρ ὑπὸ τὸ νέφος εἰσερχομένου καὶ
6329919 κατατεινοντα
ὀξέος τοῦ ἐν τῷ κοίλῳ τοῦ βραχίονος , ἐς ἰθὺ κατατείνοντα , τὰ ἐξέχοντα ἀνωθέειν ὀπίσω καὶ ἐς τὸ πλάγιον
πρὸς τὸ ὁμώνυμον καὶ τὸ ὑγιὲς θεωροῦντα . ἐμβάλλειν δὲ κατατείνοντα εὐθὺ ἀπὸ χειρῶν , περιελίξαι τε ὅπως μὴ ἐξολισθάνῃ
6325282 θεωρησῃ
μάλιστα τῆς Ἀφροδίτης ἑῴας ἀνατολικῆς οὔσης , εἰ δὲ Κρόνος θεωρήσῃ ἐκ θηλυκῶν προσώπων λύπας καὶ μερίμνας ποιεῖ , εἰς
ζῇ καὶ τούτους θεωρεῖ ὡς κακῶς πράσσουσιν . Ἐπειδὰν οὖν θεωρήσῃ πάντα , τί ποιεῖ ἢ ποῦ ἔτι βαδίζει ;
6324142 Φιλωνα
οἱ πρεσβύτεροι Παιανιέων . Ἐκπέπληγμαι δέ , εἰ σὺ λοιδορεῖν Φίλωνα τολμᾷς , καὶ ταῦτα ἐν τοῖς ἐπιεικεστάτοις Ἀθηναίων ,
δ ' εἶχεν ἐλάσσονα κινδαψοῖο . Ἐπιμελῶς δὲ καὶ πρὸς Φίλωνα τὸν διαλεκτικὸν διεκρίνετο καὶ συνεσχόλαζεν αὐτῷ : ὅθεν καὶ
6322722 κατεσχισμενον
Κορωνόπους πρόμηκές ἐστι βοτάνιον , κατὰ τοῦ ἐδάφους ἐστρωμένον , κατεσχισμένον τὰ φύλλα , λαχανευόμενον . Κόστος διαφέρει ὁ Ἀραβικός
δείξας καὶ προειπὼν , καὶ ἐφ ' ἅπασιν ἔδοξα ὡς κατεσχισμένον τε εἴη τὸ πλοῖον καὶ οὐδὲν ἔτι . ἔστι
6317437 μετοικησαι
ἀπελθεῖν , χρόνῳ δὲ ὕστερον ἐκ τῆς Σπάρτης ἐς Μαντίνειαν μετοικῆσαι , καί οἱ τοῦ βίου τὴν τελευτὴν ἐνταῦθα συμβῆναι
: ἐν τῇ Ἀττικῇ ἔτι οὖσα ἡ Φαίδρα [ πρὶν μετοικῆσαι εἰς Τροιζῆνα ] ἰδοῦσα τὸν Ἱππόλυτον ἐλθόντα ἐπὶ μύησιν
6307604 καταφερομενον
αἱ βλένναι γλίϲχραι τε καὶ παχεῖαι . τὸ δὲ ὑπόλοιπον καταφερόμενον ἐκκενοῦται διὰ τῶν μυκτήρων . ϲυνεργοῦμεν δὲ ταῖϲ διὰ
οὗτος μέτριος εἴη . περὶ δὲ τὴν ἀκμὴν ἤν τε καταφερόμενον τὸν ἄῤῥωστον ἢ παραπαίοντα ἢ ἀλύοντα βλέπῃς ἢ τοῦ
6306364 ΖΕΘ
ΟΜ ἴση καὶ τὸ τρίγωνον τῷ τριγώνῳ καὶ ἡ ὑπὸ ΖΕΘ ἴση τῇ ὑπὸ ΝΟΜ . ὅλη ἄρα ἡ ὑπὸ
σημείῳ τῷ Ε τῇ ὑπὸ ΗΕΖ γωνίᾳ ἴση ἡ ὑπὸ ΖΕΘ , καὶ ἐπεζεύχθω ἡ ΖΘ . ἐπεὶ οὖν ἴση
6305686 Πηλουσιον
ὁ τοῦ στόλου τὴν ἡγεμονίαν ἔχων διέτριβε μὲν περὶ τὸ Πηλούσιον , ὡς δ ' ἐπύθετο τὴν τῆς γυναικὸς ἀναίρεσιν
ἐξοχὴν ἐκτεινομένην τοῦ Κασίου ὄρους , ὃ ἔστιν ὑπὲρ τὸ Πηλούσιον πρὸς τῇ Σερβωνίδι λίμνῃ . Τὴν δὲ ἑτέραν Σιδωνίαν
6301801 χερνιψ
, Θάρυψ Θάρυβος , Σκίραψ Σκίραφος , κατῆλιψ κατήλιφος , χέρνιψ χέρνιβος : τὸ νίφα λευκήν . . . Τέλος
. “ εἴη δ ' ἂν ἀπ ' ὀρθῆς τῆς χέρνιψ γενικὴ πληθυντικὴ χερνίβων : τῆς γὰρ χέρνιβος μέμνηνται καὶ
6301144 Ἀγγελον
. . : θῶπτε ] Θώπευε . : τρόχιν ] Ἄγγελον , ἀπὸ τοῦ τρέχειν . * : τρόχιν ]
Ἄγγελον , ἀπὸ τοῦ τρέχειν . * : τρόχιν ] Ἄγγελον , ἀπὸ τοῦ τρέχειν . δηλοῖ δὲ τὸν σπουδαῖον
6300644 φωτιζομενον
πρὸς τὸ ἐν πυρὸς αὐγῇ , τὸ ἀπὸ τοῦ πυρὸς φωτιζόμενον . . . . ψ ἐν πυρὸς αὐγῇ :
ἄπειρον ἐκπίπτουσα . οἷον ἔστω φωτίζον μὲν τὸ αβ , φωτιζόμενον δὲ τὸ γδ , ἴσα δὲ ἀλλήλοις καὶ σφαιρικά
6291855 καταστρεφειν
καταφθείρειν . μεγάλης δὲ δόξης τυχόντα , καὶ γήρᾳ μέλλοντα καταστρέφειν τὸν βίον , ἀρὰν θέσθαι παραστησάμενον τὸν διαδεχόμενον τὴν
τὸν μὲν νέον καλῶς ζῆν , τὸν δὲ γέροντα καλῶς καταστρέφειν εὐήθης ἐστὶν οὐ μόνον διὰ τὸ τῆς ζωῆς ἀσπαστόν
6290534 ἀθροαϲ
πλῆθοϲ ἀνάπτῃ πυρετὸν ὀξύτατον , ὡϲ ἐπὶ τῶν ϲυνόχων , ἀθρόαϲ ἐϲτὶ κενώϲεωϲ χρεία , καὶ χρὴ πειρᾶϲθαι κενοῦν ἄχρι
δὲ Ἱπποκράτηϲ τὴν μὲν ἐπὶ τὰ ἐμπρὸϲ ἐξάρθρηϲιν διὰ τῆϲ ἀθρόαϲ τῆϲ χειρὸϲ κάμψεωϲ ἐπανορθοῦται , ὥϲτε τὸ θέναρ αὐτῆϲ
6289982 Πηλουσιου
. ) Ὅτι ὁ Ἀντίοχος διὰ στρατηγήματος ἀμφιδοξουμένου ἐκυρίευσε τοῦ Πηλουσίου . πᾶς γὰρ πόλεμος ἐκβεβηκὼς τὰ νόμιμα καὶ δίκαια
δὲ θαυμάζειν , πῶς ἐθάρρησεν εἰπεῖν ἑξακισχιλίων σταδίων τὸ ἀπὸ Πηλουσίου εἰς Θάψακον , πλειόνων ὄντων ἢ ὀκτακισχιλίων , οὐκ
6283358 κλειει
. διὸ καὶ τὸν στόμαχον , ἀεικίνητον ὄντα , ἐμποδίζουσα κλείει , τὴν δὲ κοιλίαν πνευμάτων ἐμπίπλησι καὶ τὸ κῶλον
ἐπόπταις [ ] ? ὀργίων ὁσίων [ Ἴακχον ] [ κλείει σε ] ? : βροτοῖς πόνων ᾦξας [ δ
6282121 λοχμωδες
τοὺς πολεμίους καὶ τὸ στρατόπεδον ὑπερφαλαγγούμενον ἐς τὸ κοῖλον καὶ λοχμῶδες ἐλόχησεν ὁπλίτας καὶ ψιλοὺς τριακοσίους , ὅπως , ἐπειδὰν
ἐντεῦθεν , καὶ τὸ ὑπηρετεῖν ἀναγκάζειν ἀγγαρεύειν . Ὀργάς , λοχμῶδες καὶ ὀρεινὸν χωρίον οὐκ ἐπεργαζόμενον : λέγεται δὲ οὕτω
6279635 ἀγκοινη
ἀγκὼν ἀγκώνη ἔδει λέγεσθαι καὶ τροπῇ τοῦ ω εἰς οι ἀγκοίνη . τοιοῦτόν ἐστι καὶ τὸ θοίνη . ἀπὸ τοῦ
ἔδει λέγεσθαι , καὶ τροπῇ τοῦ ω εἰς οι , ἀγκοίνη . τοιοῦτον ἐστὶ καὶ τὸ θοίνη . θῶ τὸ
6278002 Πασιτιγριν
τοῦ Εὐφράτου : διὰ δὲ τοῦτο κατὰ τὰς ἐκβολὰς ὀνομάζεσθαι Πασίτιγριν . Νέαρχος δὲ τὸν παράπλουν τῆς Σουσίδος τεναγώδη φήσας
Περσίδος , ἀπέχουσαν Σούσων σταδίους * ἑξήκοντα : τὸν δὲ Πασίτιγριν ἀπὸ τοῦ Ὀροάτιδος διέχειν περὶ δισχιλίους σταδίους : διὰ
6270142 Γορτυναν
δὲ τρισυλλάβως „ Γόρτυνά τε τειχιόεσσαν „ . οἱ δὲ Γόρτυναν ὡς ἄμυναν . Γότθοι , ἔθνος πάλαι οἰκῆσαν ἐντὸς
, Βρενθεάτης δὲ ἐκ τῆς Μεγαλοπολιτῶν γῆς , παρὰ δὲ Γόρτυναν ἔνθα ἱερὸν Ἀσκληπιοῦ , παρὰ δὴ ταῦτα Γορτύνιος ῥέων
6266441 ἀψαυστος
τὸν δὲ ἐν τῇ ἱεροπόλει νεών , ὃς λοιπὸς ἦν ἄψαυστος ἀσυλίας ἠξιωμένος τῆς πάσης , μεθηρμόζετο καὶ μετεσχημάτιζεν εἰς
κάτω δὴ γῆς , ἐγὼ δ ' ὅδ ' ἐνθάδε ἄψαυστος ἔγχουςεἴ τι μὴ τὠμῷ πόθῳ κατέφθιθ ' : οὕτω
6264113 ξυνιης
' , ἀδελφέ ; πρὸς θεῶν , φράσον . Οὐχὶ ξυνίης ; Οὐδέ γ ' ἐς θυμὸν φέρω . Οὐκ
ἄνδρ ' ἔθαπτε : πάντ ' ἐπίστασαι . Ἦ καὶ ξυνίης καὶ λέγεις ὀρθῶς ἃ φῄς ; Ταύτην γ '
6262390 ἐσθορειν
δηλονότι . . ἐπισχέθοι ] κωλύσει τῆς ὁρμῆς . . ἐσθορεῖν ] εἰσπηδῆσαι . πωλικῶν θ ' ἑδωλίων ] παρθενικῶν
. Ξ ἐσθορεῖν ] πηδῆσαι . ἐσθορεῖν ] ὁρμᾶν . ἐσθορεῖν ] πηδᾶν . ἐσθορεῖν ] ἐσπηδῆσαι . θ δόμον
6256274 χιεσμα
ἐπὶ τὸν αὐτὸν βουβῶνα καὶ τὸ ἦτρον , ἵνα γένηται χίεσμα , ἀπὸ τοῦ ἤτρου ἐπὶ τὴν ἀντικειμένην λαγόνα .
ἀφ ' οὗ ἀνάγεται λοξὴ ἀντικειμένη τῇ πρώτῃ , ἵνα χίεσμα γένηται κατὰ τὸ μετακάρπιον , ἀπὸ δὲ τοῦ μετακαρπίου
6255946 ἱδρυθηναι
ἐστὶ τῆς γῆς , ἐν ᾧ οὐκ ἂν ἐγχωροίη ὡρολόγιον ἱδρυθῆναι , ὅλη ἡ γῆ κέντρου λόγον ἐπέχει πρὸς τὸ
καὶ τοὺς παῖδας αὐτοῦ κοινωνῆσαι τοῦ στόλου τούτου φασὶ καὶ ἱδρυθῆναι κατὰ τὸν μυχὸν τοῦ Ἀδρίου , καθάπερ ἐμνήσθημεν ἐν
6254430 συαγρον
Ῥηγῖνος ἱστορεῖ , καὶ ὅτι ἀσχέδωρον οἱ Σικελιῶται καλοῦσι τὸν σύαγρον . τὸ δὲ μαρτύριον παρ ' Αἰσχύλῳ : ἔδυ
' ὅτι οἱ περὶ τὴν Σικελίαν κατοικοῦντες ἀσχέδωρον καλοῦσι τὸν σύαγρον . Αἰσχύλος γοῦν ἐν Φορκίσι παρεικάζων τὸν Περσέα τῷ
6246239 Καλου
παράπλουν τὰ ὅρια τῆς Ταυρικῆς Χερρονήσου ἀπὸ Ἀθηναιῶνος λιμένος μέχρι Καλοῦ λιμένος , σταδίους ͵βχʹ , μίλια τμϚʹ , Ϙʹ
καὶ Χρύσιππος δ ' ὁ φιλόσοφος ἐν εʹ περὶ τοῦ Καλοῦ καὶ τῆς Ἡδονῆς περὶ τοῦ Πανταλέοντος τάδε γράφει :
6246161 στραφεντος
τοιούτου δ ' ὄντος ἀδύνατον ἐξ ἐναντίας ἔμφασιν γίνεσθαι μὴ στραφέντος τοῦ τύπου . τοῦτο δ ' ὑπὸ τίνος ἔσται
ἐν τῆι γενέσει οἷον καὶ τὴν ῥάχιν τοιαύτην ἔχειν ὅτι στραφέντος καταχθῆναι συνέβη . . . , καλεῖ δὲ τὸ
6244504 περιτυγχανουσι
ὁδόν , εἰς Αἰγόσθενα τῆς Μεγαρικῆς ἀφικνοῦνται . ἐκεῖ δὲ περιτυγχάνουσι τῷ μετὰ Ἀρχιδάμου στρατεύματι . ἔνθα δὴ ἀναμείνας ,
ἐκ τῆς πόλεως Ἠλεῖοι πρῶτον μὲν ἰόντες ἐπὶ τὴν Πύλον περιτυγχάνουσι τοῖς Πυλίοις ἀποκεκρουμένοις ἐκ τῶν Θαλαμῶν . καὶ προσελαύνοντες
6244421 Παραβολη
τὴν ἀκρόπολιν ἀνήγαγον : καὶ τὰ ἑξῆς . λαʹ . Παραβολὴ δέ ἐστιν ὄντος καὶ γινομένου πράγματος ἀπομνημόνευσις πρὸς ὁμοίωσιν
παραβολὴν ἴση ἡ ΖΗ τῇ ΗΛ : ὅπερ ἀδύνατον . Παραβολὴ ἐλλείψεως ἢ κύκλου περιφερείας οὐκ ἐφάψεται κατὰ δύο σημεῖα
6243620 Ἀραξην
σὺ βούλεαι . Ὑστάσπης μὲν τούτοισι ἀμειψάμενος καὶ διαβὰς τὸν Ἀράξην ἤιε ἐς Πέρσας φυλάξων Κύρῳ τὸν παῖδα Δαρεῖον .
διόπερ ὁ Ἀλέξανδρος κατὰ σπουδὴν ἦγε τὴν δύναμιν καὶ τὸν Ἀράξην ποταμὸν ζεύξας διεβίβασε τοὺς στρατιώτας . προάγοντος δὲ τοῦ
6233697 συρροης
] ὧν ἡ γένεσις ὥσπερ ἐλέχθη κατ ' ἀρχὰς ἐκ συρροῆς τινος καὶ ἐκκρίσεως γίνεται καθαρωτέρας καὶ ὁμαλωτέρας τῶν ἄλλων
εἰπεῖν ἐκ καθαρᾶς τινος συνεστάναι καὶ ὁμαλῆς ὕλης , εἴτε συρροῆς εἴτε διηθήσεώς τινος γινομένης , εἴτε ὡς ἀνωτέρω εἴρηται
6231485 πομπικην
ἠδίκηται : πολλῷ δὲ μείζω ἐγώ . Φράσιν δὲ ἐνταῦθα πομπικὴν καὶ θεατρικὴν εἶναι δεῖ τοῦ σεμνοῦ μὴ ἀφισταμένου .
ἠδίκηται , πολλῷ δὲ μείζω ἐγώ . φράσιν δὲ κἀνταῦθα πομπικὴν καὶ θεατρικὴν εἶναι δεῖ τοῦ σεμνοῦ μὴ ἀφισταμένην .
6230444 γαιω
ω , ἀγριώτης . Ἀγαυός . Ἡρωδιανὸς λέγει παρὰ τὸ γαίω τὸ γαυρίω ἀγαιὸς εἶναι , καὶ τροπῇ τοῦ ι
αἰγιαλός : παρὰ τὸ τὴν ἁλός . ἢ ἀπὸ τοῦ γαίω , τὸ γαυριῶ . ἢ ἀπὸ τοῦ δίκην αἰγὸς
6230211 Μυριανδρου
Μυριάνδρου ἐπὶ Γάδειρα σταδίων δισμυρίων ͵Ϛωκʹ , οὕτως : ἀπὸ Μυριάνδρου ἐπὶ Κλεῖδας Κύπρου στάδια ͵αυʹ : ἐπὶ Ἀκάμαντα τὸ
μυρίων νʹ : εἰς Μυρίανδρον σταδίων τοεʹ . Ἀπὸ δὲ Μυριάνδρου ἐπὶ Γάδειρα σταδίων δισμυρίων ͵Ϛωκʹ , οὕτως : ἀπὸ
6226803 Ἐπανειμι
σταδίους ρκʹ . Ἐκ Καρύστου εἰς Πεταλίας σταδίους ρʹ . Ἐπάνειμι πάλιν ἐπὶ τὰ ἐκ Δήλου διαστήματα πρὸς νήσους τάσδε
στάδιοι ωʹ . Ἐκ Δήλου εἰς Πάρον στάδιοι υʹ . Ἐπάνειμι πάλιν εἰς Μύνδον , ἀφ ' ἧς κατέλιπον .
6225727 Ἀνδριας
διδόντων . Ἀγαθώνειος αὔλησις : ἡ ἡδίστη καὶ εὐφραντή . Ἀνδριὰς σφυρήλατος : ἐπὶ τῶν ἀναισθήτων . Ἀγέλαστος πέτρα :
ἐπὶ Αἰθιοπίας , ὅπου καὶ Μέμνων ἑὴν ἀσπάζεται Ἠῶ . Ἀνδριὰς γὰρ ἵστατο ἐν Θήβαις ταῖς Αἰγυπτίαις Μέμνονος , διά
6223946 αὐξομενον
μὴ ὑπομένουσα ὡς τὸ διὰ σωλῆνος ἰὸν ὕδωρ πῶς ἔσται αὐξόμενον ; ἔν τε ταῖς μεταβολαῖς καὶ ταῖς κράσεσι τὴν
ποιήσουσιν ἢ τετράγωνα ἢ ὀρθογώνια , τετράγωνα μὲν ἑκάτερον ἰδίᾳ αὐξόμενον , ὀρθογώνια δὲ συμπλεκόμενα ἀλλήλοις . συμπλεκέσθω γοῦν καὶ
6221775 ἀτρεμεῃ
δοκῇ : τὸ δὲ ἄλλο σῶμα κατεχόντων , ὡς ἂν ἀτρεμέῃ , σιγῶντες , ἀκούοντες τοῦ ἐφεστεῶτος . Ἐπιδέσιος δύο
ἀναστῆναι θέλῃ , φυλασσομένη τοῦτο δράτω , ὅκως ὁ μοτὸς ἀτρεμέῃ : ἢν δὲ μὴ , αὐτίκα κατόπιν προστιθέναι .
6220856 ψωλην
. πυγὴν ] πρωκτόν , κῶλον . . κωλὴν ] ψωλήν , αἰδοῖον . , ἔντερον , γαστέρα , μηρόν
' ἐπίως ' , ἐπιβάλλειν σφραγῖδ ' αὐτοῖς ἐπὶ τὴν ψωλήν , ἵνα μὴ βινῶς ' ἔτ ' ἐκείνας .
6216116 φαλλου
πάντων ἐκέλευσε . γίνεται οὖν παρ ' Ἕλλησιν ἑορτὴν τοῦ φαλλοῦ , ἣν προσηγόρευσαν Φαλλαγώγιαν . Μύρρα Κινύρου τινὸς γέγονε
δὲ θείους τινὰς δαίμονας περὶ τὸν Διόνυσον . Περὶ τοῦ φαλλοῦ ἤδη εἰρήκαμεν ἐν τῷ Πρώτῳ Λόγῳ , ὅτι αἰδοῖον
6214260 ὀξυτεραν
ἧς ἰσχὺν τῶν ὅπλων ἕξομεν καὶ τὴν πρὸς αὐτοὺς τέχνην ὀξυτέραν μελετήσομεν προμαθόντες αὐτῶν τὰς ἐννοίας τῶν στρατηγημάτων . Δηιόκης
γὰρ ἐν τοῖς χιτῶσιν ἢ τοῖς πέριξ ἀγγείοις συστῇ , ὀξυτέραν τὴν ὀδύνην ἐργάζεται . εἰ μὲν οὖν μεγάλη σύμπασα
6212732 ἐσκιρρωμενον
πυρίᾳ : πολλάκις γὰρ ἐν τῷ διακινεῖσθαι καὶ αἰωρεῖσθαι τὸν ἐσκιρρωμένον σύνδεσμον ἢ τένοντα ὑπὲρ τὸν ἀναφερόμενον ἀτμὸν διελύθη ὁ
ἐὰν δὲ τὸ ἄκρον τοῦ μαστοῦ ἢ καὶ ἕως ἡμισείας ἐσκιρρωμένον ᾖ , δοκιμαζέσθω ὁ ἀκρωτηριασμὸς χωρὶς καύσεως , οὐ
6211899 θυσῃς
. τούτου γε ἕνεκεν ἧκες εἰς ἀγρὸν ἵνα μελανείμων γάμους θύσῃς , καὶ γάμους δούλης , τάχα δὲ καὶ ἀλλοτρίας
κἂν ἓν αἰτήσῃς . πρὸς ταῦτα λοιπὸν αὐτὸς οἶδας ἢν θύσῃς . ” Ἤριζον ἐλάτη καὶ βάτος πρὸς ἀλλήλας .
6204960 Ὑλλῳ
οὖν αἰσθομένη τὸ γεγονὸς ἑαυτὴν ἀνήρτησεν . Ἡρακλῆς δὲ ἐντειλάμενος Ὕλλῳ , ὃς ἦν ἐκ Δηϊανείρας αὐτῷ παῖς πρεσβύτερος ,
ἀρχήν . ἐπὶ τούτου Δωριεῖς κατιόντας ἐς Πελοπόννησον ὑπὸ ἡγεμόνι Ὕλλῳ τῷ Ἡρακλέους Ἀχαιοὶ περὶ ἰσθμὸν τὸν Κορινθίων κρατοῦσι μάχῃ
6204021 διδασκομενου
ἄρα ἔστι τις μάθησις . καὶ ἐπεὶ πρῶτον ἐμνήσθημεν τοῦ διδασκομένου πράγματος , περὶ αὐτοῦ πρῶτον ἀπορητέον . εἰ γὰρ
οὐκ ἀκροατὴν λόγων εἶναι : τοῦτο μὲν γὰρ ἴδιον τοῦ διδασκομένου , ἐκεῖνο δὲ τοῦ διαθλοῦντος , ἵνα κἀνταῦθα διαφορὰν
6203498 σφακελισῃ
ἡ δὲ νοῦσος οὐ θανατώδης . Ἑτέρη νοῦσος : ἢν σφακελίσῃ ὁ ἐγκέφαλος , ὀδύνη λάζεται ἐκ τῆς κοτίδος ἐς
πτισάνης δὲ χυλῷ χρῆσθαι . Σφακελισμὸς ἐγκεφάλου : ἢν δὲ σφακελίσῃ ὁ ἐγκέφαλος , ὀδύνη ἴσχει τὴν κεφαλὴν , καὶ
6199649 μετονομασθεισα
| μετὰ γενεὰς πλείους θεὸς Σουρμουβηλὸς Θουρώ τε , ἡ μετονομασθεῖσα Χούσαρθις , ἀκολουθήσαντες , κεκρυμμένην τοῦ Τααύτου καὶ ἀλληγορίαις
. Δρύαινα , πόλις Κιλικίας , κτίσμα Δρυαίνου , ἡ μετονομασθεῖσα Χρυσόπολις . τὸ ἐθνικὸν Δρυαινίτης . Δρυίδαι , ἔθνος
6199570 Καυκασος
. Μετωνομάσθη δὲ τὸ ὄρος Κοίτη Βορέου . Προσηγορεύθη δὲ Καύκασος διὰ περίστασιν τοιαύτην . Μετὰ τὴν γιγαντομαχίαν Κρόνος ἐκκλίνων
. : ἵκετο τερμόνιον ] ἐπεὶ τέλος τῆς οἰκουμένης ὁ Καύκασος . ἤ , οὐκ ἐγὼ πέραν εἰμὶ δεδεμένος :
6198108 πταρνυσθαι
τοιαύτῃσι τοῦ πταρμικοῦ προσφέρειν , ἐπιλαμβάνειν δὲ τὸν μυκτῆρα καὶ πτάρνυσθαι , καὶ τὸ στόμα πιέζειν , ὅκως ὁ πταρμὸς
διόμνυσθαι , φράγνυσθαι , ζώννυσθαι , ὀμόργνυσθαι , δαίνυσθαι , πτάρνυσθαι , καὶ ὅσα τοιαῦτα . Χρῄζω τὸ χρείαν ἔχω
6194076 Διοσκουριαδα
, τῆς τε Λακινίας Ἥρας τὸ ἱερὸν παρέπλευσαν καὶ τὴν Διοσκουριάδα καλουμένην ἄκραν ὑπερέθεντο . μετὰ δὲ ταῦτα τὸ καλούμενόν
. Περὶ δὲ τὸ ἐνδότατον τοῦ Εὐξείνου πόντου μετὰ τὴν Διοσκουριάδα γῆν Κόλχοι , οἱ τῶν Αἰγυπτίων ἀπόγονοι , μέτοικοι
6192701 προϊω
φρῶ , ἀφ ' οὗ τὸ εἰσφρῶ . ἀπὸ τοῦ προϊῶ κατὰ συναλιφήν . φρῶ οὖν φρέαρ : ἀναδίδωσι γὰρ
ἔστι δὲ τὸ φρῶ , ὥς φησιν , ἀπὸ τοῦ προϊῶ , πρῶ κατὰ συγκοπὴν καὶ τροπῇ τοῦ π εἰς
6191685 αὐξανηται
ἕως ἂν αὔξηται τὸ σῶμα ἔτι . Ὅταν δὲ μηκέτι αὐξάνηται , αὐτέῳ τῷ ὀφθαλμῷ σκεψάμενος τὰ βλέφαρα λεπτύνειν ,
τόπον , ὅταν δ ' ἠρεμῇ μὲν κατὰ τόπον , αὐξάνηται δὲ ἢ φθίνῃ ἢ ἀλλοιούμενον τυγχάνῃ , κατά τι
6189902 Ἐρυσιχθονος
ἐπίτροπον αὐτῶν κατέστησαν τῶν Θρᾳκῶν τινα . Περὶ Μήστρας τῆς Ἐρυσίχθονος φασὶν ὡς , ὁπότε βούλοιτο , ἀλλάσσειν τὴν ἰδέαν
δὲ ὑπ ' οὐδένων . ἔστι δὲ μνῆμα ἐπὶ Πρασιαῖς Ἐρυσίχθονος , ὡς ἐκομίζετο ὀπίσω μετὰ τὴν θεωρίαν ἐκ Δήλου
6189511 Ἑρμαιας
. Ἀπὸ Ἑρμαίας ἄκρας πρὸς ἥλιον ἀνίσχοντα 〚 μικρὸν ἀπὸ Ἑρμαίας 〛 εἰσὶ νῆσοι τρεῖς μικραὶ κατὰ τοῦτο , ὑπὸ
καὶ Ἑρμαίας ἄκρας ἐν τῷ μεταξύ . Ἀπὸ δὲ τῆς Ἑρμαίας ἄκρας ἕρματα τέταται μεγάλα , ἀπὸ δὴ τῆς Λιβύης
6189047 ἀπεσπασμενον
τὴν τῶν Ἑλλήνων στρατοπεδείαν ὥρμησαν , εἰδότες τὸν Ἀγαθοκλέα μακρὰν ἀπεσπασμένον . ἐρήμου δ ' αὐτῆς οὔσης τῶν δυναμένων ἀμύνασθαι
τὴν πρὸς τὸν ὀμφαλὸν τοῦ ἐμβρύου συνέχειαν , ποτὲ δὲ ἀπεσπασμένον , καὶ ποτὲ μὲν ἀποκεκρυμμένον , ποτὲ δὲ ἀπὸ
6185018 οὐρηθρα
' ὃ δὲ τετρύπηται πρὸς ἔκκρισιν , ἀπὸ τῆς χρείας οὐρήθρα ὀνομάζεται : τὸ δὲ σκέπον τὸ ἄκρον ποσθή .
ὥσπερ βάλανος τὸ τοῦ καυλοῦ ἄκρον : ἧς τὸ τρύπημα οὐρήθρα . πόσθη δὲ τὸ ἐπ ' αὐτῇ δέρμα ,
6180599 ἐνηλυσια
. , . : ἐνηλύσιος : ἐμβρόντητος , κεραυνόβλητος . ἐνηλύσια : τὰ κατασκηφθέντα χωρία ἐνηλύσια - λέγονται , ἔνιοι
Δία τὸν ἐπ ' αὐτῷ καταιβάτην . περιειρχθέντα δὲ τὰ ἐνηλύσια ἄψαυστα ἀνεῖτο . πόλεως δ ' αὖ μέρη καὶ
6177831 Αἰτιαται
μὴ ἐρῶντας οὐδεὶς αἰτιᾶται . Ταῦτα μὲν τὰ λεχθέντα . Αἰτιᾶται δὲ αὐτοῦ ὁ Πλάτων πρῶτον μὲν ἀταξίαν , ὡς
σαφῆ καὶ στρογγύλα καὶ ἀποτετορνευμένα ἕκαστα τῶν ὀνομάτων εἴργασται . Αἰτιᾶται δὲ ὅτι ἀτάκτοις καὶ τοῖς χρόνοις καὶ τοῖς νοήμασιν
6177584 ἐκλαπαξαι
ὑπερηφάνῳ . ἐκλαπάξαι ] ἐκπορθῆσαι . ἐκλαπάξαι ] πορθῆσαι . ἐκλαπάξαι ] ἡμᾶς . θ ἐκλαπάξαι ] ἐκπορθῆσαι ἡμᾶς ἤγουν
. ἐκλαπάξαι ] πορθῆσαι . ἐκλαπάξαι ] ἡμᾶς . θ ἐκλαπάξαι ] ἐκπορθῆσαι ἡμᾶς ἤγουν ἐξαναστῆσαι . ἐκλαπάξαι ] ἐκβαλεῖν
6177025 μετακινησις
ὑπέρθεσις . Τὸ δὲ πάθος Ἰώνων . Μετάληψίς ἐστι στοιχείου μετακίνησις ἐφ ' ἕτερον στοιχεῖον , οἷον ἀπεδανός ἠπεδανός ,
, στοιχείου ἢ στοιχείων ἐλάττωσις . Μετάθεσις δὲ στοιχείου ἐστὶ μετακίνησις ἐκ τῆς ἰδίας τάξεως ἐφ ' ἑτέραν τάξιν ,
6176443 Ἀεθλιου
ἢ κατά τινας Λάρου , Μέλπος : Ἐρατοῦς δὲ καὶ Ἀεθλίου τοῦ Ἐνδυμίωνος , ἢ Φιλάμωνος , Θάμυρις : Πολυμνίας
Ἀγήνορος τοῦ Καλυδῶνος τοῦ Πλευρῶνος τοῦ Αἰτωλοῦ τοῦ Ἐνδυμίωνος τοῦ Ἀεθλίου τοῦ Διός ] : . παραστατεῖ : εἰκότως τούτῳ

Back