| τι μέρος ἀέρος ἡ καρδία , κενὸς ἂν ὁ τοῦ μεταληφθέντος ἐγένετο τόπος τοῦτο δ ' εἶναί γ ' ἀδύνατον | ||
| συλλογισμός , ἀλλ ' οὐκ ἐκ τῶν κειμένων , ἀλλὰ μεταληφθέντος τοῦ ἐπὶ μέρους ἀποφατικοῦ εἰς τὸ ἐπὶ μέρους καταφατικόν |
| , ἀλλ ' ἵνα σοι πρὸς Θέρσανδρον ἡ τῆς αἰτίας ἀπόλυσις ᾖ ὡς οὐ συνεγνωκότι . χρυσοῖ δέ σοι οὗτοι | ||
| προσδοκίαν ἔχει , κἄν τι συμβῇ χαλεπὸν τοῖς τοιούτοις , ἀπόλυσις γίγνεται , ἐν δὲ προαιρέσει χρηστῇ καὶ βίῳ σώφρονι |
| Γεωργικῷ . Στεφανηφόρος : Ἀντιφῶν ἐν τῷ πρὸς Νικοκλέα . Στεφανηφόρου ἡρῷον , ὡς ἔοικεν , ἦν ἐν ταῖς Ἀθήναις | ||
| ἐλασθείς ἔπλευσε τὴν θάλασσαν , εἰ μὴ μόνος ἐκεῖνος . Στεφανηφόρου μετ ' ἦρος μέλομαι ῥόδον τέρεινον † σὺνεταιρεῖ ἀύξει |
| οὐδὲν ὑστερεῖ , πλὴν τῆς νεφέλης καὶ τοῦ ὕδατος ἡ ἄρσις , ἀντὶ τοῦ εἰπεῖν οὐδὲν ἄλλο ἐστὶ τὸ προσδοκώμενον | ||
| εἰσφερομένων ἀντιγράφεται . . . ἀνταρσία : ἡ ἐξ ἐναντίας ἄρσις . . . ἀντιλαχεῖν : τὸ δίκην ἐπὶ διαιτητοῦ |
| ; Ὄπτα σὺ σιγῇ κἄπαγ ' ἀπὸ τῆς ὀσφύος . Ὅτῳ δὲ θύετ ' οὐ φράσεθ ' ; Ἡ κέρκος | ||
| γένεσις ἐκεῖθεν ἐκ τοῦ ἀγαθοῦ καὶ δηλονότι τοῦ καλοῦ . Ὅτῳ δέ τις ἄγαται καί ἐστι συγγενής , τούτου ᾠκείωται |
| ἀνώτερον ὑπεδείξαμεν , ἄγνωστος ὀφείλει τυγχάνειν καὶ ὁ ἐλλιπής : ἀνεύρετος δέ γέ ἐστιν ὁ ἀπηρτισμένος , ὡς παρεστήσαμεν : | ||
| ὑπερβολὴν τῆς εὐδαιμονίας . κατὰ μὲν οὖν τοὺς παλαιοὺς χρόνους ἀνεύρετος ἦν διὰ τὸν ἀπὸ τῆς ὅλης οἰκουμένης ἐκτοπισμόν , |
| παροιμία ἐλήφθη τὸ ” βάλλ ' ἐς κόρακας “ . Κικυννόθεν ] Κίκυννα χωρίον τῆς Ἀττικῆς . ἀμαθής ] ἀπαίδευτος | ||
| ἀπώλειαν , εἰς φθοράν . κόψας ] κρούσας . . Κικυννόθεν ] ἀπὸ χώρας . . ἀπὸ τῆς Κικύννης : |
| ἄδοξα ἀσύστατα : τὰ δὲ μὴ πρὸς ὑπερβολὴν συνίσταται . Παράδειγμα ἄλλο τοῦ ἀπιθάνου . Περικλῆς τῇ Ἀσπασίᾳ συνόντα Σωκράτη | ||
| κατηγορούμενα , κατηγορήσωμεν πῇ , τουτέστι συνθέτως καὶ ἡνωμένως . Παράδειγμα τοῦ προτέρου ὁ συλλογισμόςμᾶλλον δὲ παραλογισμόςτοῦ αἱρετικοῦ [ μᾶλλοναἱρετικοῦ |
| τὸ β ἀμορβός καὶ ἀμορβής , . . . . ἀμόργινος : χιτῶνα σημαίνειν ἐκδέχονται , καθὼς καὶ Θηραῖον τὸν | ||
| δ ' οὖν καὶ ταύτας εἶναι λέγουσιν . ὁ δὲ ἀμόργινος χιτὼν καὶ ἀμοργὶς ἐκαλεῖτο . καὶ μὴν καὶ τὰ |
| κεʹ . Τέλειός ἐστιν ἰατρὸς ὁ ἐν θεωρίᾳ καὶ πράξει ἀπηρτισμένος . κστʹ . Ἄριστος ἰατρός ἐστιν ὁ πάντα πράττων | ||
| ὀργάνων , . , . * ? Ἀπήορος : ὁ ἀπηρτισμένος καὶ διεστώς : παρὰ τὸ ἀείρω ἀπάορος καὶ ἀπήορος |
| βραχύνοντας τοὺς φθόγγους , ἡ γὰρ ἔμμονος αὐτῶν καὶ ἐπιμηκεστέρα ἐκφώνησις ἀκριβεστέραν τῇ ἀκοῇ χαρίζεται τὴν κρίσιν . ⊢ Γ | ||
| τάξιν ” φησὶν ὁ Διονύσιος . ἀλλ ' ἡ μὲν ἐκφώνησις οὐκ ἂν λέγοιτο σύμβολον εἶναι τοῦ ὀνόματος , ἀλλὰ |
| τοῖς δ ' ἄλλοις ὅμοιος : καὶ ὁ κόραξ ἱέρακος σκληρότερος . οὐρανοσκόπος δὲ καὶ ὁ ἁγνὸς καλούμενος ἢ καὶ | ||
| ὧν ὁ μείων ἡδύτερος . λάβραξ ἐξαλλάσσεται , ὅσον αὔξεται σκληρότερος γινόμενος : ἄριστος ὁ μηνῶν δυεῖν , εὐστόμαχος , |
| . τί δ ' ἐστὶν ὃ λέγω , σκεπτέον : ἑρμηνευθεὶς Ἰσμαήλ ἐστιν ἀκοὴ θεοῦ , τῶν δὲ θείων δογμάτων | ||
| Βενιαμὶν δὲ τοῦ νέου καὶ γέροντος χρόνου : λέγεται γὰρ ἑρμηνευθεὶς υἱὸς ἡμερῶν εἶναι , ἡμέραις δὲ καὶ νυξὶν ὁ |
| εἴρηται , ἐπειδὴ καὶ ὁ τρόπος καὶ ἡ τροπικὴ λέξις ἐξάλλαξίς ἐστιν ἐκ τῆς κυρίως λεγομένης , ἄνευ μέντοι σχήματος | ||
| δὲ εἴδη εἰσὶ δι ' αἰτίαν τοιαύτην : ἡ κίνησις ἐξάλλαξίς ἐστι καὶ ἔκστασις . ἐξίσταται δέ τις ἢ ἑαυτοῦ |
| ὑπὸ τῶν δογματικῶν , οὐ μόνον ἀκατάληπτος , ἀλλὰ καὶ ἀνεπινόητος εἶναι . ἀκούομεν γοῦν τοῦ παρὰ Πλάτωνι Σωκράτους διαρρήδην | ||
| μὲν οὔτε αἱ ποιότητες οὔτε αἱ οὐσίαι ἀναμίγνυνται ἀλλήλοις , ἀνεπινόητος ἔσται ἡ κρᾶσις : πῶς γὰρ μία αἴσθησις ἀπὸ |
| ἐγώ μοι δοκῶ , ὦ Σώκρατες , τούτου πάνυ σοι σύμψηφος εἶναι . ὁ δὲ δὴ ” ἥρως “ τί | ||
| γενέσθαι Θηβαίοις , μηδ ' ἐπὶ Λακεδαιμονίους ἡμᾶς ἀποκλῖναι ; σύμψηφος ὑμῖν ἐγώ . καὶ τί κεκράγαμεν εἰκῆ καὶ φιλονεικοῦμεν |
| . § : ἔστι δὲ προέορτος μεγίστης ἑορτῆς , ἣν πεντηκοντὰς ἔλαχεν , ἁγιώτατος καὶ φυσικώτατος ἀριθμῶν , ἐκ τῆς | ||
| αὐτὴν ἴσασιν . ἔστι δὲ προέορτος μεγίστης ἑορτῆς , ἣν πεντηκοντὰς ἔλαχεν , ἁγιώτατος καὶ φυσικώτατος ἀριθμῶν , ἐκ τῆς |
| ποιοῦ ἀερώδους , ἐκ ποιοῦ πνευματικοῦ : ἐκ τετάρτου τινὸς ἀκατονομάστου , ὃ ἦν αὐτῷ αἰσθητικόν . Ἡράκλειτος τὴν μὲν | ||
| , ἐκ ποιοῦ πνευματικοῦ , ἐκ τετάρ - του τινὸς ἀκατονομάστου : τοῦτο δ ' ἦν αὐτῷ τὸ αἰσθητικόν : |
| . . : Χαλκητόριον , πόλις Κρήτης . Ὁ πολίτης Χαλκητορεύς . Ἀπολλόδωρος τετάρτῳ Χρονικῶν : μεθ ' οὗ Χαρίδημος | ||
| Ἀπολλόδωρος τετάρτῳ χρονικῶν ” μεθ ' οὗ Χαρίδημος ἦν φυγὰς Χαλκητορεύς „ . Κρατερὸς δ ' ἐν τῷ περὶ ψηφισμάτων |
| , εἵρω γὰρ , ὀρός δὲ ὀξυτόνως . τὸ μέντοι βορός καὶ τὸ χορός καὶ σορός ὁ τάφος καὶ τορός | ||
| οὐ βλέπω . λάβρος : ἀπὸ τοῦ λίαν καὶ τοῦ βορός . Ὑπέροπλοι : ἰσχυροὶ , ἀναίσχυντοι . ἐπιθρώσκουσιν : |
| . Οὐδ ' ἄρ ' ἀπὸ τῆς τρίποδός πω τὸ ὀκτώπουν χωρίον γίγνεται . Οὐ δῆτα . Ἀλλ ' ἀπὸ | ||
| ἤ τις ἔκλεψεν αὐτόν ; τὴν πέρυσι βουλὴν ἐφεστώς . ὀκτώπουν ἀνεγείρεις . ἀπέφρησαν ἀρκυωρός δίλογχον κακόδουλος κύβηβον Ἀκέστορα γὰρ |
| καὶ ζηλώσει τοῦ βίου μαρτυρεῖ καὶ τοὔνομα οὐχ ἥκιστα : πρόσθεσις γὰρ Ἰωσὴφ ἑρμηνεύεται . κενὴ δὲ δόξα προστίθησιν ἀεὶ | ||
| ὑπὲρ αὐτῶν : ἀλλ ' ἀνδρῶν γένος ἐστέ . ἡ πρόσθεσις οὖν τοῦ ι , ποιοῦσα τὸ Ἀττικόν , καὶ |
| σαφῶς ἐνόπλιόν τέ τινα ὀνομάζοντος αὐτοῦ ξύνθετον καὶ δάκτυλον καὶ ἡρῶιόν γε , οὐκ οἶδα ὅπως διακοσμοῦντος καὶ ἴσον ἄνω | ||
| σαφῶς ἐνόπλιόν τέ τινα ὀνομάζοντος αὐτοῦ ξύνθετον καὶ δάκτυλον καὶ ἡρῶιόν γε , οὐκ οἶδα ὅπως διακοσμοῦντος καὶ ἴσον ἄνω |
| ἄλλαις ἐπωνυμίαις , ἀλλὰ σὺν χρόνῳ μόλις ἥδε , ὡς ἐντελὴς ἐπὶ μεγίστοις δὴ μαρτυρία , ψηφίζεται . Ὁ δὲ | ||
| βαρβαρικῶν , ἣν συνήθως γραμματιστικὴν καλοῦμεν , ἰδιαίτερον δὲ ἡ ἐντελὴς καὶ τοῖς περὶ Κράτητα τὸν Μαλλώτην Ἀριστοφάνην τε καὶ |
| , τρὶς τρεῖς ἐννέα : ὑπὸ δυάδος γὰρ γίνεται ὁ διπλασιασμός . ἐπεὶ οὖν πάντα ἐκ τῆς ὕλης γίνονται διὰ | ||
| . προφάσεσι . ἴσως ἄν , ἴσως ] τεχνικὸς ὁ διπλασιασμός . οὔτε γὰρ φανερῶς ἀπεφήνατο οὔτε μόνῳ τῷ ἴσως |
| καὶ κλητικήν , οἷον ὁ Τίρυνς ὦ Τίρυνς , ἡ ἕλμινς ὦ ἕλμινς , ὁ μάκαρς ὦ μάκαρς , ἡ | ||
| ἑλμίνθων γένεσις . Περὶ πλατείας ἕλμινθος . Καὶ ἡ πλατεῖα ἕλμινς πλεονάζει μὲν ἐπὶ πυρετῶν , γίνεται δὲ καὶ ἐν |
| ' εἰς τὸ ἀμυνέμεναι καὶ τιμωρῆσαι δοτικῇ , ὅ τι κατάχρησίς ἐστιν . Ἄλλως : τὸ ἀμύνω ποτὲ μὲν λαμβάνεται | ||
| ' εἰς τὸ ἀμυνέμεναι καὶ τιμωρῆσαι δοτικῇ , ὅ τι κατάχρησίς ἐστιν . Ἄλλως : τὸ ἀμύνω ποτὲ μὲν λαμβάνεται |
| λήμματα τῆς ἀποδείξεώς ἐστιν ἄδηλα , ἄδηλος δὲ καὶ ἡ ἐπιφορά , τὸ δὲ ἐξ ἀδήλων συνεστὼς πάλιν ἄδηλον , | ||
| καὶ ἐπιφορά ἐστιν . καὶ κατὰ τοῦτο ἄρα συνάγεται ἡ ἐπιφορά . Ταῦτα μὲν οἱ δογματικοί : τάξει δὲ ῥητέον |
| εἴη ὁ μηνίσκος τῷ εὐθυγράμμῳ . ὅτι δὲ οὗτος ὁ μηνίσκος ἐλάττονα ἡμικυκλίου τὴν ἐκτὸς ἔχει περιφέρειαν , δείκνυσι διὰ | ||
| ΕΚ ΚΒ ΒΗ τμημάτων . τούτων οὕτως ἐχόντων ὁ γενόμενος μηνίσκος οὗ ἐκτὸς περιφέρεια ἡ ΕΚΒΗ ἴσος ἔσται τῷ εὐθυγράμμῳ |
| . , ὁ τροχαῖος τροχαλὸν ποιεῖ τὸν λόγον , διὸ τροχαῖος καλεῖται ὁ τῶν τρεχόντων ῥυθμός , ὥς φησιν Λογγῖνος | ||
| ποὺς ἁπλοῦς . τὸ βʹ προσοδιακὸν τρίμετρον ἀκατάληκτον : αʹ τροχαῖος τοῦ αʹ ποδὸς λελυμένου : εἶτα ἰωνικὸς ἀπὸ μείζονος |
| , ζήλῳ δὲ Εὐριπίδου † † , τοῖς δὲ μέλεσι λεπτότερος . ἐδίδαξε δὲ πρῶτος ἐπὶ ἄρχοντος Διοτίμου διὰ Καλλιστράτου | ||
| ἀπούρησις μετὰ τὴν ἀπότεξιν γίνεται . διὰ τοῦτο μέντοι καὶ λεπτότερος ὁ ὑμὴν ἐκ τῶν κάτωθεν μερῶν ἐστιν , διὰ |
| καταληκτικὰ καὶ ἀκατάληκτα , τὰ δὲ τρίμετρα , ὧν τελευταῖον μικτος αὔων βροτούς . γιγνομέναισι λάχη ] ὁ παρὼν χορὸς | ||
| ? ? ? [ σέ τε καὶ ῥαδ [ ] μικτος αλωᾱν ] ? ἵν ' ἀγλαοχαίτᾱν ? ? ? |
| , ὡς λόγος λογίζω , Ὅμηρος ὁμηρίζω . τὸ δὲ ὀρτίζω προσελθόντος τοῦ αλ ἐποίησεν ὀρταλίζω . Οὐδαμῶς . ὄνομα | ||
| καὶ ὀρτῶ ῥῆμα . τὸ δὲ ὀρτῶ ῥῆμα ποιεῖ τὸ ὀρτίζω , καὶ πλεονασμῷ τῆς αλ συλλαβῆς ὀρταλίζω . δηλοῖ |
| ψηφηφορεῖν [ ψηφοφορεῖν Γ ] οὖν μόνον τρεφόμενον . καὶ Χαῖρις δὲ τὸ κήθιον τρυβλίου τι εἶδος καὶ τὸ λαγαρίζειν | ||
| γίνεσθαι , ὥστε ἀναίδειαν προστραπῆναι . καὶ οὐκ ἀπιθάνως ὁ Χαῖρις . οὐ πρέπει νῷν : οὐ προσῆκον οὐδὲ δίκαιον |
| ἀποδείξει ἐμπεριέχεται , ὡς μεμαθήκαμεν : ἀπόδειξις γάρ ἐστιν ἀντεστραμμένη ἀνάλυσις . Πῶς ἀνωτέρω μὲν εἶπεν ἀναγκαίαν τὴν γνῶσιν τῶν | ||
| τε ἐπαγωγὴ μαρτυρεῖ τὸ φθειρόμενον σύνθετον δεικνῦσα : καὶ ἡ ἀνάλυσις δέ : οἷον εἰ ἡ φιάλη εἰς τὸν χρυσόν |
| τοῦτο , οὗ τὴν ἀπόρροιαν οὐκ ἔσχε . πῶς γὰρ αὐτοτελὲς φύσει μὴ ὂν ἐν γενέσει ὑγιὲς ἂν γένοιτο ; | ||
| δέ ἐστιν ὅ ἐστιν ἀληθὲς ἢ ψεῦδος : ἢ πρᾶγμα αὐτοτελὲς ἀποφαντὸν ὅσον ἐφ ' ἑαυτῷ , ὡς ὁ Χρύσιππός |
| ἢ ἀσθένειαν . τί δὲ δή κτλ . . τύπος θεολογικὸς ὅτι ὁ θεὸς ἀμετάβλητος . εἱλήσεων . τῶν ὑπὸ | ||
| ἢ οὐδὲ ὅλως . τοιοίδε που κτλ . . τύπος θεολογικὸς ὅτι πάντων ἀγαθῶν ὁ θεὸς αἴτιος : τῶν κακῶν |
| τῷ Περὶ τῶν ἐν Λακεδαίμονι ἀναθημάτων , εἰκών ἐστι τῆς διαβοήτου ἑταίρας Κοττίνας , ἥν φησι καὶ βοῦν ἀναθεῖναι χαλκῆν | ||
| ὅτι τὸ χαριτογλωσσεῖν παρ ' Αἰσχύλῳ κεῖται . ὅτι ἀσώτου διαβοήτου μέμνηται Ἄλεξις λέγων : Διόδωρος οὑπίτριπτος ἐν ἔτεσι δύο |
| ̈ . . γένος δέ ἐστι πλειόνων καὶ ἀναφαιρέτων ἐννοημάτων σύλληψις , οἷον „ ζῷον „ : τοῦτο γὰρ περιείληφε | ||
| τῆς μήτρας ἐπὶ μόνων τούτων ἐστίν , οἷον κάθαρσις , σύλληψις , ἀπότεξις * * * * * * * |
| . ἀπηλεγέως : ἀποτόμως . τὸ δὲ ἐπεὶ μεσσηγὺς αἰτίας ἀποδοτικόν ἐστι , διὰ τί κατόπιν ἐκείνων ἐπορεύετο ὁ Ἄργος | ||
| Τὸ τόφρα ἀναφορικὸν καὶ ὡρισμένον , τὸ δ ' ὄφρα ἀποδοτικόν . θυμόν : ψυχὴν , τὴν προαιρετικὴν δύναμιν : |
| περὶ ] ἐν . τάρβει ] αἰδοῖ , φόβῳ , ὑποστολῇ . σύστημα στίχων γʹ . ἦλθον ] ἐνταῦθα . | ||
| τῶν Ἰωνικῶν γίνονται κατὰ συναίρεσιν αἱ Ἀττικαί , οἷον κρέατος ὑποστολῇ τοῦ τ κρέαος καὶ κράσει κρέως : αἱ δὲ |
| Πάνυ μὲν οὖν . Τέχνη ἄρα ἐστὶν ἡ παρασιτική . Τέχνη , ὡς ἔοικεν . Καὶ μὴν κυβερνήτας μὲν ἀγαθοὺς | ||
| καὶ ὥσπερ ἐν τῷ Περὶ εὑρέσεων βιβλίῳ ἐπιγραφῆς οὔσης Ἑρμογένους Τέχνη περὶ εὑρέσεων : περὶ τῶν ἐξ ὑπολήψεως προοιμίων , |
| τοιαῦτα : ἀναγεμίζει γὰρ αὐτά . Μυιοκέφαλόν ἐστιν , ὅταν ἀνάβρωσις γένηται τοῦ κερατοειδοῦς χιτῶνος καὶ λοιπὸν ὁ ἔσωθεν τοῦ | ||
| καθαρὸν ὡς ἐν φλεβοτομίᾳ φέροιτο , προσέχειν ἀκριβῶς μή τις ἀνάβρωσις γέγονεν ἐν τῇ μήτρᾳ . χρὴ οὖν τοῖς ξηραίνουσι |
| λέγω ἴσως ἢ ἀντεῖπεν ἢ οὐκ ἐπείσθη , ἡ δὲ ἀποσιώπησις μείζονα τὴν ὑπόνοιαν πεποίηκεν , ὡς ἐπιβουλεύων τῷ πατρί | ||
| Ἀθήνας , τῇ ὑποσιωπήσει καὶ πάλιν χρησάμενος . τὸ σχῆμα ἀποσιώπησις . τὰς Ἀθήνας ἐμφαίνει διὰ τῆς τοιαύτης ἀποσιωπήσεως . |
| , ὡς Στράβων ἑβδόμῃ . οὗτοι λέγονται καὶ Τετράκωμοι . Τευθίς , πόλις Ἀρκαδίας . τὸ ἐθνικὸν πατρωνυμικῶς Τευθίδης . | ||
| , ὡς Στράβων ἑβδόμῃ . οὗτοι λέγονται καὶ Τετράκωμοι . Τευθίς , πόλις Ἀρκαδίας . τὸ ἐθνικὸν πατρωνυμικῶς Τευθίδης . |
| . . ἐν τῶι Πόντωι . . . τὸ ἐθνικὸν Ἀμισηνός . λέγεται καὶ Ἀμίσιος , ὡς Φίλων ἐν τῶι | ||
| Φίλων . Ἀμισός . . . [ τὸ ἐθνικὸν ] Ἀμισηνός : λέγεται καὶ Ἀμίσιος , ὣς Φίλων ἐν τῷ |
| Βίστονες δὲ ἀπὸ Βίστονος τοῦ υἱοῦ Ἄρεος . ? Βιστονίαἀπὸ Βιστόνος τοῦ Ἄρεος καὶ Καλλιρρόης τῆς Νέστου . ἀδελφὸς δὲ | ||
| , Πλατανιστών Πλατανιστῶνος . Πρόσκειται μὴ ὄντα ἐθνικά διὰ τὸ Βιστόνος : τοῦτο γὰρ ἐθνικὸν ὂν τρέπει τὸ ω εἰς |
| τὸν Τηλαύγη διήγησις ἀπορίαν παράσχοι ἄν , εἴτε θαυμασμὸς εἴτε χλευασμός ἐστι . τὸ δὲ τοιοῦτον εἶδος ἀμφίβολον , καίτοι | ||
| : τὸ μὲν οὖν ἐπὶ τῶν πέλας καλεῖται μυκτηρισμὸς καὶ χλευασμός , τὸ δὲ ἐφ ' ἡμῶν ἀστεϊσμός . Σαρκασμός |
| , ὡς ἐπελογισάμην , ἀδιάκριτος ἔσται καὶ ὁ κατὰ διάρτησιν ἀσύνακτος λόγος . καὶ γὰρ ὁ λέγων κατὰ διάρτησιν ἀσύνακτον | ||
| ὁ δὲ ἐκ συνημμένου καὶ τοῦ λήγοντος τὸ ἡγούμενον συνάγων ἀσύνακτος , ὡς ὁ προειρημένος , παρὸ καὶ ἀληθῶν ὄντων |
| μὲν ὡρμήθη καὶ ὥρμησε περᾶσαι τὸν πεπηγότα ποταμὸν , πρὶν σκεδασθῆναι πανταχοῦ τὰς ἀκτῖνας τοῦ ἡλίου , ἤγουν πρὸ τοῦ | ||
| ἀλλ ' οὔτε ἐκ διεστηκότων ἐστίν , ὡς τὰ μέρη σκεδασθῆναι , οὔτ ' ἐκ συναπτομένων , ὡς διαλυθῆναι , |
| ἀριθμῷ καὶ ἐν τῷ πληθυντικῷ , ὡς τό . ὁ ὑπερθετικὸς δὲ τὴν πτῶσιν τὴν γενικὴν ἕλκει καὶ μόνον πληθυντικῷ | ||
| ἐπιμανὴς ἁψίκορος φιλόζωος δοξοκόπος βαρύμηνις βαρύσπλαγχνος βαρύθυμος βαρυπενθὴς δυσόργητος ψοφοδεὴς ὑπερθετικὸς μελλητὴς ὕποπτος ἄπιστος δύσλυτος καχυπόνους δύσελπις ἀρίδακρυς ἐπιχαιρέκακος λελυττηκὼς |
| κατ ' ἀνδρῶν δῆτ ' ἐνοικήσει στέγην ; καὶ πῶς ἀκραιφνὴς ἐν νέοις στρωφωμένη ἔσται ; τὸν ἡβῶνθ ' , | ||
| : κἂν γὰρ εἰς τὸ παρὸν ἐλλείπῃ , σώζεται γοῦν ἀκραιφνὴς εἰς τὰ μέλλοντα . Αἱ μὲν κατ ' ὄψιν |
| τὴν ἐρωτικὴν φιλίαν πολλῶν ἐνδέχεται φίλον εἶναι . ἡ γὰρ ἐρωτικὴ φιλίας ἐστὶν ὑπερβολή , καὶ διὰ τοῦτο πρὸς ἕνα | ||
| ἔδει γάρ τινα πρὸ αὐτῆς ἀποδειχθῆναι . Ἐπεὶ γὰρ ἡ ἐρωτικὴ εἰς τὸ νοητὸν βούλεται κάλλος ἀνάγειν τὴν ψυχὴν , |
| ἢ βαρυτονεῖν ἢ μέσῳ τῷ τῆς φωνῆς τόνῳ κεχρῆσθαι . Μεταβολὴ δὲ λέγεται τετραχῶς : καὶ γὰρ κατὰ γένος καὶ | ||
| : ῥόαι δὲ πικραὶ διαμένουσι καί τινα πλείω χρόνον . Μεταβολὴ δ ' εὐλόγως τῶν καρπῶν ἐκπεττομένης μᾶλλον τῆς τροφῆς |
| δρασείειν δοκεῖς : κατασκῆψαι . βλάψαι * ποίῳ τρόπῳ ἐμαυτὴν ἀνέλω : . μήτηρ . τοῦτο ἐκεῖνο ὃ ἔλεγον . | ||
| Δημοσθένης προδοσίας , συνέστηκε : κἂν τὸ Δημο - σθένους ἀνέλω πρόσωπον ἢ τὸ Φιλίππου , καὶ εἴπω , ὅτι |
| ὁ βασιλεὺς καὶ προσετέθη πρὸς τοὺς πατέρας αὐτοῦ , καὶ Μανασσὴς ὁ υἱὸς αὐτοῦ παρέλαβεν τὴν βασιλείαν αὐτοῦ . Ὁ | ||
| καὶ ἐκράτησεν τὸν Ἠσαίαν . Τότε θυμωθεὶς σφόδρα ὁ βασιλεὺς Μανασσὴς ἐφ ' οἷς ἤκουσεν πικροῖς ῥήμασιν ἐκέλευσεν παρευθὺ πρισθῆναι |
| καταπέσῃ ἀπολέσας τὸν βίον τῆς φίλης καρδίας : πλάγιος : στερηθήσῃ : Δίδυμος οὕτως : τὸ ὑπέγγυον , τὸ ἀληθὲς | ||
| : ἀντὶ τοῦ στερηθήσῃ . τὸ γὰρ στερήσῃ ἀντὶ τοῦ στερηθήσῃ : νῦν σοι προχωρεῖ : ἡ τύχη λέγεται δαιμόνων |
| ἐστιν : ἐν Πατάροις γὰρ ὁ Ἀπόλλων τιμᾶται τὸ δὲ Πατρέως συγκοπὴ αἰολική ἐστι . καὶ Παταρέως δὲ καὶ Πατρέως | ||
| ἐπίχρυσοι , Πατρεύς τε καὶ Πρευγένης καὶ Ἀθερίων , οἳ Πατρέως ἡλικίαν παιδὸς ἔχοντος καὶ αὐτοὶ παῖδές εἰσι . τῆς |
| ἐπαγωγῇ . Ξυμφέρει δὲ τούτῳ τροχοῖσιν ὀξέσι κεχρῆσθαι , ὅκως σύντηξις μὲν ὡς ἐλαχίστη τοῦ σώματος γένηται , πνεύματι δὲ | ||
| τῶν πόρων ἀπεκρίνετο τῶν κάτω . τοσαύτη δὲ ἄρα ἡ σύντηξις ἡ τοῦ σώματος ἦν αὐτῷ , ὡς ἀδυνατεῖν καὶ |
| : καὶ γὰρ σώματος ζωὴ κίνησις . Εἰ οὖν καὶ τοπική , ὡς δυνήσεται κινήσεται καὶ οὐχ ὡς ψυχὴ μόνον | ||
| , οἷον ἀλλ ' ἀποκήρυκτος εἶ , καὶ καταδρομὴ ἐνταῦθα τοπική : ὁ δὲ , ἀλλ ' ἐπέμεινα τῇ νηΐ |
| τὰ κάτω συγκοσμούντων καὶ συναυξόντων . καὶ οὕτως φόβος μὲν ἐπάλληλος ζητήσεις τε ἄλεκτοι : καὶ ἕως ὁ τῶν συμπάντων | ||
| Ἀναδίπλωσίς ἐστι πρώτης συλλαβῆς διὰ τῶν αὐτῶν συμφώνων συλλαβὴν ποιούντων ἐπάλληλος ἐκφορά , οἷον κλῦθι κέκλυθι , κάμωσι κεκάμωσι , |
| ἡ δὲ τῶν σπουδαίων φιλία διὰ τὴν ἀρετὴν αὐτῶν οὖσα ἀμετάπτωτός ἐστιν , ὅτι καὶ ἡ ἀρετὴ δι ' ἣν | ||
| ἡ δὲ τῶν σπουδαίων φιλία διὰ τὴν ἀρετὴν αὐτῶν οὖσα ἀμετάπτωτός ἐστιν , ὅτι καὶ ἡ ἀρετὴ δι ' ἣν |
| τὸ λόγῳ τροφῆς φερόμενον , καὶ ποιεῖ τοὺς ἱδρῶτας . Τρίτος τρόπος ποιητικοῦ αἰτίου τῶν ἱδρώτων ἐστὶν ὁ ἀπὸ τῶν | ||
| ἦν γενόμενον μέρος τοῦ Β τὸ Γ ὥσπερ νῦν . Τρίτος τρόπος . τὸ Α οὐδενὶ τῷ Β ἐξ ἀνάγκης |
| , προχωροῦσα ἐπὶ τὰ παρακείμενα πάντα πλησίον , οὐ μόνον ἐπιπόλαιος , ἀλλὰ καὶ διὰ βάθους : αἰμάσσεται δὲ αὐτοῖς | ||
| ἐπιπολαιοτέραν τὴν δὲ ἑτέραν πραγματειωδεστέραν . Ἔστιν οὖν ἡ μὲν ἐπιπόλαιος αὕτη : εἰ θεριεῖς πάντως θεριεῖς , καὶ οὐ |
| κατὰ τὰς εὐχὰς Ῥαχήλ . Ἡ δὲ μήτηρ μού ἐστι Βάλλα , θυγάτηρ Ῥωθέου , ἀδελφοῦ Δεβόρρας , τῆς τροφοῦ | ||
| γεῦσις , ἣ αἰτία τῆς τῶν ζῴων διαμονῆς ἐστι : Βάλλα δὲ ἑρμηνεύεται κατάποσις : ἐκ ταύτης οὖν γίνεται ὁ |
| . καὶ ἐκ τούτων δὲ ἐδηλώθη ὅτι [ ὁ ] ποδαγρός : ἀρκετὸν μὲν ἦν ἀπὸ τοῦ κλήρου καὶ τοῦ | ||
| . καὶ ἐκ τούτων δὲ ἐδηλώθη ὅτι [ ὁ ] ποδαγρός : ἀρκετὸν μὲν ἦν ἀπὸ τοῦ κλήρου καὶ τοῦ |
| ὡς διάφορος οὐδ ' ὡς ἀδικούμενος , ἀλλ ' ὡς οἰκειότατος πάντων τὴν πρὸς ἐμὲ δίκην αὐτῷ συνηγωνίζετο . κἀμὲ | ||
| καρπόν , ὁσιότητα , τίκτει . τόπος δ ' ἐστὶν οἰκειότατος τῷ φυτῷ τὸ φρέαρ , ὃ κέκληται ὅρκος , |
| ἱππείου δὲ θεοῦ τοῦ Ποσειδῶνος . ἔστι δὲ καὶ ἕτερος Κολωνὸς ἐργάτης : δώμαθ ' ἱππείου θεοῦ : διχῶς δὲ | ||
| ἀντὶ τοῦ πόλις : τετράπολις γὰρ ἡ Ἀττική : ἱερὸς Κολωνὸς δώμαθ ' : δέξεταί με δηλονότι . Κολωνὸς ἀκρωτήριον |
| διαστημάτων συγκείμενον . τόνος δέ ἐστι τόπος τις τῆς φωνῆς δεκτικὸς συστήματος ἀπλατής . μεταβολὴ δέ ἐστιν ὁμοίου τινὸς εἰς | ||
| οὗ θώραξ , ὡς λίθος λίθαξ . θώραξ οὖν ὁ δεκτικὸς τῆς τροφῆς τόπος : ἀφ ' οὗ καὶ τὸ |
| ἀνέμου καὶ ἐπὶ πυρός : λέγεται δὲ καὶ σπέρμα λεπτῇ κριθῇ ὅμοιον . βρωμᾶσθαι : ὀγκᾶσθαι , τὸ βρώμης , | ||
| γάρ ποτε καὶ ὃ μὴ γέγονεν , ἂν ὡς γεγονὸς κριθῇ : τὸ δ ' ἀπίθανον τῆς θυσίας , ὦ |
| ” τὰ μύρια ὀλίγα ἐστίν “ ἀκαταλήπτῳ . πᾶσα γὰρ ἀκατάληπτος φαντασία ἀκαταλήπτῳ φαντασίᾳ ἐστὶν ἴση . ἐπεὶ οὖν ἡ | ||
| μεμοιραμένων οὐδείς : αἰσθητὸν γὰρ τὸ γενόμενον , αἰσθήσει δὲ ἀκατάληπτος ἡ νοητὴ φύσις . | ἐπειδὴ τοίνυν ἀοράτως τόδε |
| κεφάλαια ἐν ἑνὶ συλλέξαντες τῆς κατὰ μέρος διηγήσεως ὑπετάξαμεν . Κεφάλαια τοῦ περὶ πεζικῆς τάξεως . Αʹ . Ποῖα δεῖ | ||
| ἡ ἐπίδεσις , ὡς ἐν τῷ αὐτῷ σχήματι διαφυλάσσειν . Κεφάλαια σχημάτων , ἔθεα , φύσιες ἑκάστου τῶν μελέων : |
| μὲν τῷ πρώτῳ οἰκιστῇ , ἀδελφὸς δὲ Στησαγόρου ὁμομήτριος καὶ ὁμοπάτριος . οὗτος οὖν , ὄντων αὐτῷ παίδων ἐξ Ἀττικῆς | ||
| καὶ ἀληθῶν ἐπιστωσάμεθα : οὑτοσὶ δ ' ἐκείνου συγγενής , ὁμοπάτριος καὶ ὁμομήτριος ἀδελφὸς καὶ τρόπον τινὰ δίδυμος , καθ |
| μὴ ἔστι τὸ αὐτὸ τοῦτο ὑποτίθεσθαι , εἰ βούλει μᾶλλον γυμνασθῆναι . Πῶς λέγεις ; φάναι . Οἷον , ἔφη | ||
| γε τῷ παρόντι . Πρῲ γάρ , εἰπεῖν , πρὶν γυμνασθῆναι , ὦ Σώκρατες , ὁρίζεσθαι ἐπιχειρεῖς καλόν τέ τι |
| ἂν ξὺν τῷ σωλῆνι οὕτως . Ἢ οὖν διαμπερὲς εἴη ποιητέος ὁ σωλὴν , ἢ οὐ ποιητέος . Πτέρνης δὲ | ||
| Ἢ οὖν διαμπερὲς εἴη ποιητέος ὁ σωλὴν , ἢ οὐ ποιητέος . Πτέρνης δὲ ἄκρης κάρτα χρὴ ἐπιμελέεσθαι , ὡς |
| γὰρ ὅδε πρῶτον μέν ἐστι πατρὸς πλουσίου τε καὶ σοφοῦ Ἀνθεμίωνος , ὃς ἐγένετο πλούσιος οὐκ ἀπὸ τοῦ αὐτομάτου οὐδὲ | ||
| μὲν τὴν οἰκίαν οὐκ εἰσῆλθεν , ἐν δὲ τῷ τοῦ Ἀνθεμίωνος χωρίῳ ὢν ἑώρα τά τε σκεύη ἐκφερόμενα καὶ Εὔεργον |
| παραδείγματα τῶν παρωνύμων , ἱερός Ἱέρων Ἱέρωνος , ἁβρός Ἅβρων Ἅβρωνος , πλατύς Πλάτων Πλάτωνος , κράτος , Κράτων Κράτωνος | ||
| . καὶ αὐτὸς γάρ εἰμι τοῦ γένους τοῦ Βουσέλου . Ἅβρωνος γὰρ τοῦ Βουσέλου υἱέος ἔλαβεν τὴν θυγατριδῆν Καλλίστρατος , |
| δὲ τὰ ἐπισκύνια , τράχωμα , ὑδατίς , ἕλκος , τρίχωσις , γίνεται δʹ . περὶ δὲ τοὺς κανθούς , | ||
| , καὶ αὗται αὖθις ἀναφύονται . ὀχληρὸν δὲ πάθος ἡ τρίχωσις . ἔνιαι γὰρ τῶν βλεφαρίδων τριχῶν , οὐκ ἐκτὸς |
| διατριβῆς Ἀννίβου τῆς ἐν Ἰταλίᾳ Μάρκελλος ὕπατος χειροτονηθεὶς περὶ τὴν Νῶλαν : πόλις δέ ἐστιν αὕτη τῆς Καμπανίας : συνεκρότησε | ||
| κροκίζων καὶ εὐώδης . φύεται δὲ καὶ ἐν Καμπανίᾳ περὶ Νῶλαν , τηλίζων καὶ ἄτονος κατὰ τὴν εὐωδίαν . Μελισσόφυλλον |
| ἀκατάληκτον : ὁ βʹ ποὺς ἀνάπαιστος , ὁ δὲ δʹ τρίβραχυς . Τὸ θʹ Ἰωνικὸν δίμετρον καταληκτικὸν ἀπὸ τροχαικῆς εἰς | ||
| τοῦ τροχαίου συλλαβὴ εἰς δύο βραχείας καὶ γίνεται χορεῖος ἤτοι τρίβραχυς : καλεῖται δὲ τοῦτο ἰθυφαλικόν : τὸ γʹ “ |
| ἀγλαά , ἐφ ' οἷς ἄν τις ἀγαλθείη . ἄγυρις συναγωγὴ ἢ ἄθροισις εἰς ταὐτό . ἀγελαίην ἄφετον , ἀδάμαστον | ||
| ] μηδέποτε αὕτη ἡ πανήγυρις τῶν θεῶν , ἤγουν ἡ συναγωγὴ τῶν ἐνταῦθα ὄντων θεῶν , καταλείποι τὴν πόλιν κατ |
| . ἔστι δὲ καὶ ἄλλη πόλις , ὡς Φίλων , Λιγυστίων ἐπὶ λίμνης Λιγυστίας : τάχα δὲ ἡ αὐτή ἐστι | ||
| . ἔστι δὲ καὶ ἄλλη πόλις , ὡς Φίλων , Λιγυστίων , ἐπὶ λίμνης Λιγυστίας . τάχα δ ' ἡ |
| ἐν Κρήτῃ Βοίβη τῆς Γορτυνίδος . καὶ ἐν Μακεδονίᾳ λίμνη Βοίβη . τὸ ἐθνικὸν τῆς Βοίβης Βοιβεύς καὶ Βοιβηίς θηλυκόν | ||
| : σεσημείωται βοικία , ἡ θεράπαινα : βοικεῖ γαμήσκει : Βοίβη λίμνη καὶ πόλις ἐν Θεσσαλίᾳ : Βοιωτὸς τὸ ἔθνος |
| δὲ τὸ κύριον , ἢ ἡ βοτάνη . τὸ δὲ Δρυμός καὶ ἐπὶ τοῦ κυρίου καὶ προσηγορικοῦ ὀξύνεται . Τὰ | ||
| Φιλιππικοῖς . Δρομοκήρυκες : Αἰσχίνης . οἱ λεγόμενοι ἡμεροδρόμοι . Δρυμός : πόλις μεταξὺ Βοιωτίας καὶ τῆς Ἀττικῆς : Δημοσθένης |
| φύγε . Ἰδών ποτ ' αἰσχρὸν πρᾶγμα μὴ συνεκδράμῃς . Ἰσχυρὸν ὁ νόμος ἐστίν , ἂν ἄρχοντ ' ἔχῃ . | ||
| πνεύματος . Ὥσθ ' ὅταν ἐκραγῇ καθάπερ πληγὴν ἐποίησεν . Ἰσχυρὸν γὰρ τὸ ἀθρόον καὶ συνεχὲς ὥσπερ καὶ ἐπὶ τῶν |
| εἶχεν , οὐ μόνον ἰατρικῆς ἕνεκα παρασκευῆς , τῆς τε διδασκαλικῆς καὶ τῆς ἐργάτιδος , ἀλλὰ καὶ τῆς ἄλλης ἁπάσης | ||
| πειθοῦς εἶναι δημιουργὸν τὴν ῥητορικήν : εἰ δὲ πισιευτικῆς ἢ διδασκαλικῆς οὐ διαφέρομαι τὰ νῦν εἶναι , ἀλλ ' οὖν |
| μονάδι μὲν ὡς ἀρχῇ , δεκάδι δὲ ὡς τέλει , συνεζευγμένη τῇ δυάδι , ὥσπερ γὰρ ἓν πρὸς βʹ , | ||
| κρίνει ὡς ἑκόντα ἀποκτείναντα . ὁ δὲ παραγράφεται . Ἡ συνεζευγμένη στάσις τῇ παραγραφῇ στοχαστικὴ τυγχάνει , καὶ οὐχ ἁπλῶς |
| καὶ περὶ σῶμα ὡσαύτως . Ἀλλὰ πῶς δυνάμεις πᾶσαι ; Κάλλος μὲν γὰρ ἔστω καὶ ὑγίεια ἑκατέρα , αἶσχος δὲ | ||
| δέ ἐστιν ἡ ἰδιοπραγία τῶν τῆς ψυχῆς μορίων . θʹ Κάλλος δὲ τότ ' ἦν ἰδεῖν λαμπρόν Πανταχοῦ ὁ Πλάτων |
| οὐ πεπειραμένος , ὅτι , ἂν ὗς τὸν ἕτερον ὀφθαλμὸν ἐκκοπῆ , ἀποθνῄσκει ταχέως . Αἶγας δὲ καὶ πρόβατα βορείοις | ||
| γλυκὺν , ἥσυχον , γλυκύτατον . καμάτοιο : κόπου , ἐκκοπῆ . δόρπα : δεῖπνα . Δεῖπνος , ἄριστος καὶ |
| πονεύμενος „ , ὅπερ ἐν Ἰλιάδι κεῖται , εὐκτικόν ἐστι συγκοπὲν ἐκ τοῦ βλείοιο , ἐλέγχων κακῶς νοῆσαι τοὺς εἰπόντας | ||
| . Κορμός . παρὰ τὸ κείρω . Κλαίω . παράγωγον συγκοπὲν ἐκ τοῦ καλῶ . ἐπικαλοῦνται γὰρ τοὺς ἀποθανόντας οἱ |
| τοῦ Ἀρκάδων τὰ ἔπη μαρτυρεῖ τὰ Ὁμήρου , καὶ ὁ Στύμφαλος ὁ οἰκιστὴς ἀπόγονος ἦν τρίτος Ἀρκάδος τοῦ Καλλιστοῦς . | ||
| αἵδε . Τέγεα , Μαντίνεια , Ἡραία , Ὀρχομενὸς , Στύμφαλος . Εἰσὶ δὲ καὶ ἄλλαι πόλεις . Παράπλους δὲ |
| μὲν οὖν φίλαυτος διανομεὺς οἷος ὁ Κάϊν , ὁ δὲ φιλόθεος δωρητικὸς οἷος ὁ Ἄβελ . Ἔοικε γὰρ ἐπιδιαιρεῖν ὁ | ||
| , φιλαθήναιος , φιλοχρήματος φιλόχρυσος φιλάργυρος , φίλοινος φιλοπότης , φιλόθεος , φιλόδικος , φιλαλήθης , φιλοπράγμων , φιλαπόδημος , |
| πεπραγμένῳ κρινομένην : εἰ γὰρ ἀνευθύνου πράγματός ἐστιν εἶναι δοκοῦντος ὑπευθύνου κατηγορία τὸ ἐπ ' αὐτῷ μόνον περιλαμβάνει : ἀτελῶς | ||
| καὶ μόνον μηνύει τὸ ἀνευθύνου πράγματος εἶναι δοκοῦντος , ὡς ὑπευθύνου κατηγορία : τὸ δὲ ἐκ περιστάσεως εἶδος καταλέλοιπεν : |
| ὁμόγλωττος , ὁμοτράπεζος , ὁμόφυλος , ὁμόδημος , ὁμωρόφιος , ὁμότιμος , ὁμότεχνος , ὁμόσκηνος , ὁμοδίαιτος , ὁμογνώμων , | ||
| εἰ τὰ μάλιστα αὐτὸς μὲν μὴ εἶπεν , ἕτερος δὲ ὁμότιμος εἴρηκεν ὡς ἐκείνῳ προσήκοντας , εἰς ταυτὸν ἀφικνεῖται . |
| ἐν τῷ α , οὐχὶ σινόμωρος , ὁ λίχνος καὶ ἁψίκορος . σκορδινᾶσθαι : τὸ παρὰ φύσιν ἀποτείνειν τὰ μέλη | ||
| ἀδιόρθωτος ἐνδεὴς ἀεὶ ἀβέβαιος ἀλήτης ἐπτοημένος φορᾷ χρώμενος εὐεπιχείρητος ἐπιμανὴς ἁψίκορος φιλόζωος δοξοκόπος βαρύμηνις βαρύσπλαγχνος βαρύθυμος βαρυπενθὴς δυσόργητος ψοφοδεὴς ὑπερθετικὸς |
| αὑτοῦ . ἢ ἐπειδὴ κᾶπος καὶ τὸ πνεῦμα καὶ ἡ φάτνη λέγεται : ἔτρεχον δὲ ἐν τούτῳ τῷ τόπῳ οἱ | ||
| ] ἐκ . . . περιεχόμενον : περιέχεται γὰρ ἡ φάτνη , περιέχονται δὲ οἱ ἵπποι . δαπάνης ] ἀναλωμάτων |
| ἐπιδικάζεσθαι Φυλομάχης τῆς τουτουὶ μητρὸς τοῦ παιδός , Ἁγνίου δὲ ἀνεψιοῦ παιδὸς οὔσης πρὸς πατρός , ἐγὼ μὲν ἧκον φοβούμενος | ||
| γέγονε : ταῦτα γὰρ αὐτῶι Καμβύσης διὰ Ἰζαβάτου τοῦ Κομβάφεως ἀνεψιοῦ συνέθετο , καὶ αὐτὸς δὲ οἰκειοφώνως ὕστερον . ζωγρίαν |
| ἔναιμος ἀγωγή , ἄνευ βλάβης δὲ μᾶλλον ἡ ἀφλέγμαντος καὶ πυοποιὸς θεραπεία . Μεγάλου δὲ τραύματος γενομένου καὶ ἐπὶ πλεῖον | ||
| , διαμοτούσθω ἡ ἀναστολή , καὶ δι ' ὅλου ἡ πυοποιὸς ἐπιμέλεια ἐγκρινέσθω . Τῆς ἀλωπεκίας ἡ ὑπερμεγέθης ἀθεράπευτός ἐστιν |
| ἑλκόμενοι ἦχον ἀποτελοῦσιν , ὡς δοκεῖν καχλάζειν . ὁ τρόπος ὀνοματοποιΐα . καχλάζοντα : ἀντὶ τοῦ ἠχοῦντα . ὁ δὲ | ||
| ἐστὶ λέξις κατὰ παραγωγὴν τοῦ καθωμιλημένου ἐξενηνεγμένη , λέγεται δὲ ὀνοματοποιΐα ἑπταχῶς : κατὰ ἐτυμολογίαν , κατὰ ἀναλογίαν , κατὰ |
| ὀνόματα , τό τε κλοπαίαν τό τε ναρθηκοπλήρωτον , οἱονεὶ ἐπεξήγησις τοῦ θηρῶμαι , εἰπὼν γὰρ “ θηρῶμαι δὲ πηγὴν | ||
| αὐτοῖς ἐπιφάνεια καὶ κράτησις τῆς χώρας καὶ τῆς ὅλης νομοθεσίας ἐπεξήγησις , ὡς εὔδηλον εἶναι τὸν προειρημένον φιλόσοφον εἰληφέναι πολλά |
| πλάττουσι γὰρ τὸν Ἀρράβιον ἄμφω . Βασσιανὸς καὶ ἡ τούτου τηθὶς συγγενεῖς τε ἄμφω μοι καὶ τιμῆς ἀξίω καὶ ὅ | ||
| μάμμη , καὶ μαῖα , ἡ τοῦ πατρὸς μήτηρ : τηθὶς , ἡ μητρὸς ἢ πατρὸς ἀδελφή . Πίνδαρος δὲ |