ταχέως ἡμῖν ἐπανήξειν οἴομαι . ὅτι δὲ ἐλθὼν τῶν αὐτῶν μεταδώσεις , οὐδὲν δεῖ πυθέσθαι τῶν μάντεων δεικνυμένων τῶν ἐσομένων
μὲν δωρεῶν ἀξιούμενος , οὐκ ἀπορῶν δὲ ὅτῳ τούτων εὐμενεῖ μεταδώσεις , πάντας μὲν συγχαίροντας ἔχων ἐπὶ τοῖς σοῖς ἀγαθοῖς
6274164 μυχοθεν
βάλοις δοιὼ ὀρόβοιο : εὐ δ ' ὑπέρῳ μίξας συνδονέων μυχόθεν αἴνυσο καὶ δινήεντας ἀνάπλασσε τροχίσκους : τοὺς δ '
καθαραῖς . παρηγορίαις ] θεραπείαις . πελάνωι ] θύματι . μυχόθεν ] ἤγουν ἐκ τῶν μυχῶν , τουτέστι τῶν θαλάμων
6246576 πεισηι
: λίμνας ἐπίβα τᾶς Δηλιάδος : αἰάξεις , εἰ μὴ πείσηι , τὰς καλλιφθόγγους ὠιδάς . ἔα ἔα : τίς
μὴ παρῆις . δέδοικα γάρ σε μή τις ἐμπεσὼν πόθος πείσηι μεθεῖναι σῶμ ' ἐς οἶδμα πόντιον τοῦ πρόσθεν ἀνδρὸς
6232563 τλαμον
μ ' ἐπένευσεν . . . ὦ τλᾶμον . τλάμονα τλάμον ' ὧδ ' ἐπέλας ' Αἰγύπτωι . εἶτ '
, ποῖ δῆτ ' αὖθις ὧδ ' ἔρημος ἄπορος αἰῶνα τλάμον ' ἕξω ; Φίλαι , τρέσητε μηδέν . Ἀλλὰ
6230410 ἀπηνων
ἑαυτοῦ καρδίᾳ , τραχεῖα καὶ προσάντης τῇ τῶν δυσμενῶν καὶ ἀπηνῶν ἀπαντήσασα κεφαλῇ , τὴν ἀλαζονείαν αὐτῶν ἐν ἀφανείᾳ τιθεῖς
πολέμῳ ὑπ ' ἀλλήλων ἀνῃρέθησαν . Εἰ γὰρ δικαιοτέρους τῶν ἀπηνῶν καὶ σκληροτέρων ἐκείνων Γιγάντων αὐτοὺς λέγει , ὑβρίζων ἐστὶ
6212530 ὁρκιων
ἐπιφερόμενον δύναμιν καὶ κατὰ πολὺ τῆς ἐκείνου ἐλάττονα , τῶν ὁρκίων ὥσπερ ἐπιλαθόμενος καὶ τῶν πρὸς τὸν ἐκείνου αὐτάδελφον συνθηκῶν
τοὺς Ἀργείους , οἵτινες ἐχθρωδῶς διέκειντο πρὸς τοὺς Λακεδαιμονίους τῶν ὁρκίων : τῶν ἐφόρων τῶν ὅρκων . τῶν αἰσθανομένων :
6180918 κεδνων
ἵετε δάκρυ καναχὲς ὀλόμενον ὀλομένῳ δεσπότᾳ , πρὸς ἔρυμα τόδε κεδνῶν κακῶν τ ' ἀπότροπον , ἄγος ἀπεύχετον , κεχυμένων
ἐν ἀνθρώποισιν , ἀλλ ' αὐτὴ κρατεῖ . ὦ μοῖρα κεδνῶν καὶ κακῶν κυνηγέτι ἡ τὰ θνητῶν καὶ τὰ θεῖα
6155056 συνεστιος
καὶ βίον ἱμερόεντα βροτοῖς πολύολβον ἀνεῖσα , αὐξιθαλής , Βρομίοιο συνέστιος , ἀγλαότιμος , λαμπαδόεσς ' , ἁγνή , δρεπάνοις
, ἣ κρατέει μὲν ἐν ἀνθρώποισιν ἀπηνὴς καὶ χαλεπὴ δέσποινα συνέστιος , οὔποτε δασμῶν ληθομένη , πολλοὺς δὲ παρασφήλασα νόοιο
6115827 ἐσβαλλουσιν
Ἰονικοῦ κόλπου καὶ τῇ κροκάλῃ πορευομένους , ὑπεκβάντες τοῦ ἄστεος ἐσβάλλουσιν ἀθρόον ἐς αὐτοὺς εὖ μάλα παρατεταγμένοι , καὶ πολλοὺς
καὶ τυραννοῦντι ἐξεγένετο ὅμως ἐπικληθῆναι Χρηστῷ . ἐπὶ τούτου τυραννοῦντος ἐσβάλλουσιν ἐς τὴν Μεγαλοπολῖτιν στρατιᾷ Λακεδαιμόνιοι καὶ τοῦ βασιλέως Κλεομένους
6110613 ἐπιρροθον
καὶ παραγενέσθαι νύκτερον τέλος : περιφραστικῶς νύκτα τῶν πολλῶν κλαυθμῶν ἐπίρροθον καὶ αὐξητικήν . νύκτα δὲ εἶπεν ἤτοι ἀθυμίαν καὶ
. ἐπίρροθον ] βοηθόν . ἐπίρροθον ] κινητικόν . Ξ ἐπίρροθον ] σύμφωνον . Ξ ἰαμβικοὶ τρίμετροι στίχοι ἕξ .
6109610 ἀφυκτοις
Ἀλλ ' οὔ οἱ λύοντο κάλοι , δεσμοῖσι δ ' ἀφύκτοις ὠκείης στροφάλιγγος ἀρηρότες ἐσφίγγοντο , νῆα κατείργοντες : θάμβησε
, καὶ κάλλος εἶχεν ἔξοχον καθ ' Ἑλλάδα , φίλτροις ἀφύκτοις Ζεὺς κατασχεθεὶς πατὴρ εὐνῇ συνελθεῖν λάθρᾳ πως ἠβούλετο .
6099622 τλημον
ἀνταποδίδως ταύτην τὴν τιμωρίαν ; τίνος ἕνεκα τιμωρῇ ; . τλῆμον ] ἄθλιε διὰ τὰ παρόντα . τοῦ δίκην πάσχεις
πέσῃ . ἐπιξενοῦμαι ταῦτα δ ' ὡς θανουμένη . ὦ τλῆμον , οἰκτίρω σε θεσφάτου μόρου . ἅπαξ ἔτ '
6097761 ξυνοχῃσι
ἀλλ ' οὐχ ἡμερίδων θαλερὴν ἐδόκευεν ὀπώρην πεπταμένην χαρίεντος ἐπὶ ξυνοχῇσι καρήνου . ὀψὲ δὲ θαμβήσασα τόσην ἀνενείκατο φωνήν :
κέλευθοι . τοῖσιν δ ' ὁρμιὴ μὲν ἐπασσυτέραις ἀραρυῖα θωμίγγων ξυνοχῇσι πολυστρεφέεσσι τέτυκται , ὅσσος τε πρότονος νηὸς πέλει οὔτε
6064169 πολεμοισι
. τῶν δὲ πρὸς ἀντολίην μεσάτην χθόνα ναιετάουσιν ἴδριες ἐν πολέμοισι Λυκάονες ἀγκυλότοξοι . τοῖς δ ' ἐπὶ Πισιδέων λιπαρὸν
, ὅτι μᾶλλον ἀνάλκιδές εἰσιν Ἀθῆναι τοῖαι , κυδαλίμοισιν ἀγαλλόμεναι πολέμοισι , κεκριμένων μελέων οὔτ ' ἄρσενες οὔτε γυναῖκες ;
6058237 νεανιδων
. ὁρᾷς ; οὐ χοροῖσιν οὐδ ' ὑφ ' ἡλίκων νεανίδων . . . . ἕστηκ ' ἔχους ' ,
. ἀνδροκμῆτας δ ' ἀώ - ρους ἀπεννέπω τύχας , νεανίδων τ ' ἐπηράτων ἀνδροτυχεῖς βιότους δότε , κύρι '
6057421 ζωεσκον
ἄρ ' ἡβήσαι τε καὶ ἥβης μέτρον ἵκοιτο , παυρίδιον ζώεσκον ἐπὶ χρόνον , ἄλγε ' ἔχοντες ἀφραδίῃς : ὕβριν
δὴ κακὸν εἶχ ' , ἐνόησε . Πρὶν μὲν γὰρ ζώεσκον ἐπὶ χθονὶ φῦλ ' ἀνθρώπων νόσφιν ἄτερ τε κακῶν
6052309 ποντομεδων
φησίν , προσέρχεται : πρὸς τοῦτο γὰρ καὶ τὸ “ ποντομέδων ” . τοῖσι τριόρχαις : ἔπαιξεν Γ διὰ τὸ
ῥῖπτε σκέλος οὐράνιον : βέμβικες ἐγγενέσθων . καὐτὸς γὰρ ὁ ποντομέδων ἄναξ πατὴρ προσέρπει ἡσθεὶς ἐπὶ τοῖσιν ἑαυτοῦ παισί ,
6049015 σπενδομαι
μὲν τὰς αἰτίας , πείθουσα δὲ ἐγκωμιάζειν . καί σοι σπένδομαι καί φημί σε μὴ μόνον εἰδέναι γελᾶν , ἀλλὰ
τοῦτο σωφρονεῖν οὐδ ' ἀγαθὰ διανοεῖσθαι . ἐγὼ γὰρ ἤδη σπένδομαι , χὠ καιρὸς τῆς ἐμ . . . ἐλλείχοντα
6045205 ἀθυτων
δὴ καὶ τῶν ἀγαθῶν ἀνδρῶν ἄξιόν ἐστιν ἐπιμνησθῆναι οὓς οὗτος ἀθύτων καὶ ἀκαλλιερήτων ὄντων τῶν ἱερῶν ἐκπέμψας ἐπὶ τὸν πρόδηλον
. Ἀμεινιάδης ] οὗτος μάντις ἦν Ἀθηναῖος . . . ἀθύτων καὶ ἀκαλλιερήτων ] ἐκ παραλλήλου . . . .
6038574 βοτων
ἐν ὀλίγῳ δή τινι χρόνῳ μεστὸν εὑρήσουσι τὸ πεδίον παντοίων βοτῶν , καὶ τὴν φυλάττουσαν αὐτὰ χεῖρα οὐχ ἱκανήν ,
– ˘˘ – × – – ] υν ? ἐκ βοτῶν [ [ ] η λόχον [ [ ] [
6026086 ξυμπασιν
λέγει ; ταῦτα δὲ νομοθέτῃ προσήκει μᾶλλον εἰδέναι ἢ ποιηταῖς ξύμπασιν . οὐκοῦν ἄντικρυς δοκεῖ σοι συμπάντων τῶν ποιητῶν πρῶτον
μέτεστι τῶν κινδύνων , τὰ δὲ ἆθλα ἐν μέσῳ κεῖται ξύμπασιν . ἥ τε χώρα ὑμετέρα καὶ ὑμεῖς αὐτῆς σατραπεύετε
6022823 ἀπηλλαγμενων
τῷ λόγῳ . Ἐλεύθεραι αἶγες ἀρότρου : ἐπὶ τῶν βάρους ἀπηλλαγμένων . Ἔνεστι κἀν μύρμηκι χολή : μηδὲ τῶν μικρῶν
ἐχέτω δὴ κνήμην μὲν ὀρθὴν [ καὶ ] ξυμμέτρως μηρῶν ἀπηλλαγμένων καὶ ἀφεστηκότων , ὁρμητικώτερον γὰρ τὸ σχῆμα τοῦ πυκτεύοντος
6022771 γογγυλων
τε καὶ κακοχύμων αἵ τε τῶν ἄρων εἰσὶ καὶ τῶν γογγυλῶν , ἃς βουνιάδας ὀνομάζουσι , καὶ τῆς καλουμένης κάρους
. Αἱ ῥίζαι καὶ τούτων ἐσθίονται , τροφὴν μὲν ἥττονα γογγυλῶν ἔχουσαι καθάπερ καὶ τῶν Κυρηναίων ἄρων , θερμαίνουσαι δὲ
5996821 μνησικακησῃς
ἵλεως ἐγένετο αὐτοῖς . Σὺ δέ , Ἑρμᾶ , μηκέτι μνησικακήσῃς τοῖς τέκνοις σου , μηδὲ τὴν ἀδελφήν σου ἐάσῃς
δημαγωγήσαντος . φησὶ δὲ Ἑρμῆς , ὦ Καρίων , μὴ μνησικακήσῃς ἐμὲ ἕνεκεν τῶν ὄπισθεν : ὡς οὐδὲ οἱ μετὰ
5989706 κορυμβων
Ἄλλο διὰ πείραϲ πάνυ κάλλιϲτον . ἐπιθύμου Γρʹ ιη θύμου κορύμβων Γρʹ η ἁλὸϲ ἀμμωνιακοῦ Γρʹ η πεπέρεωϲ Γρʹ β
σεσέλεως ἑκάστου ⋖ ιβ , σελίνου σπέρματος , θύμου , κορύμβων ἀνὰ ⋖ δ , λιβυστικὸν ⋖ Ϛ , πεπέρεως
5965794 ἀπολαυσας
ὅν τε ἀπολαύσεις τῆς ἡδονῆς , καὶ καθ ' ὃν ἀπολαύσας ὕστερον μετανοήσεις καὶ αὐτὸς σεαυτῷ λοιδορήσῃ : καὶ τούτοις
εὐσταλῆ ἐμαυτόν , ὥστε μὴ ἐνοχλεῖν τὸν συμπότην , πάντων ἀπολαύσας τῶν παρατεθέντων , πιών , ἀπέρχομ ' οἴκαδ '
5961517 ἐγηθεεν
ἱππηλάτα Πηλεύς , ὅς ποτέ μ ' εἰρόμενος μέγ ' ἐγήθεεν : καὶ γὰρ τὸ οἰμώξειεν ἐπὶ τοῦ Πηλέως τέθεικε
, ἐρωτῶν . προκρίνει δὲ ὁ Ἀρίσταρχος τὴν μέγ ' ἐγήθεεν γραφήν . . . Ι , , ὁππότε μειρόμενος
5960601 καταντια
τύπον δρακαίνης γόνον ? ? ? [ ] ραν ? καταντία βοῒ λασίωι φοινίαν βαλλ ? ? [ [ ]
' ἔντοσθε νεῶν φύγον : οὐδέ τι θυμῷ ἔσθενον Εὐρυπύλοιο καταντία δηριάασθαι , οὕνεκ ' ἄρά σφισι φύζαν ὀιζυρὴν ἐφέηκεν
5954794 αὐθεντων
οἶκός σε κεύθων οὑμὸς ἐξιάσεται . καὶ πῶς με κηδεύσουσιν αὐθεντῶν χέρες ; ὅδ ' αὖ τὸν αὐτὸν μῦθον οὐ
: τὴν γὰρ ἀρίστην ἔκρινεν αὐτὸς λαβεῖν ὁ Νεοπτόλεμος : αὐθεντῶν δόμοις : τοῖς τῶν φονέων οἴκοις : αὐθέντας γὰρ
5951959 σωσατε
ὡς βασιλέων διάδημα εἴθ ' ὅπως βούλεσθε λογίσασθε , οὕτω σώσατε τὴν πόλιν . τίνας οἰκιστὰς , ποίους βασιλέας οὐκ
πᾶσιν ἀνθρώποις : ὅσοι δὲ τῶν ἁγνοτάτων μυστηρίων μετειλήφατε , σώσατε τοὺς μυήσαντας , οἱ μὲν ἤδη μετεσχηκότες τῶν φιλανθρωπιῶν
5948670 ἐπιλαθωνται
καὶ Ἰακώβ . Πλὴν ὡς ἐπροφήτευσεν αὐτοῖς Δάν , ὅτι ἐπιλάθωνται νόμον Θεοῦ αὐτῶν , καὶ ἀλλοτριωθήσονται γῆς κλήρου αὐτῶν
ἔσται , ὅταν ἥξουσιν ἐν γῇ πατέρων αὐτῶν , πάλιν ἐπιλάθωνται Κυρίου , καὶ ἀσεβήσουσι , καὶ διασπείρει αὐτοὺς Κύριος
5944689 Οἰος
ἐξ Οἴου Λεοντίδος ” ἐν Οἴῳ Οἶόνδε εἰς Οἶον . Οἶος , πολίχνιον Τεγέας . Αἰσχύλος Μυσοῖς . οἱ πολῖται
. Ὁδός . παρὰ τὸ ἕω τὸ ἐκπέμπω ὁδός . Οἶος . ὁ μόνος . πλεονασμῷ τοῦ ο . ἰὸς
5944509 χαλκοτυπων
σῶν ἀροτῶν ἢ ζυγοποιῶν ἔτι χρεία , ἢ δρεπανουργῶν ἢ χαλκοτύπων ἢ σπέρματος ἢ χαρακισμοῦ ; αὐτόματοι γὰρ διὰ τῶν
ἦν , προσέκειντο δ ' αὐτοῖς δύο ἶλαι τεκτόνων καὶ χαλκοτύπων καὶ ὅσοι ἄλλοι πολεμικῶν ἔργων ἦσαν χειροτέχναι . οἱ
5942654 ἐκτανον
' ἂν κεῖνος λέγηι . ] τούτωι πιθόμενος τὴν τεκοῦσαν ἔκτανον . ἐκεῖνον ἡγεῖσθ ' ἀνόσιον καὶ κτείνετε : ἐκεῖνος
ἐπὶ τοῖσδε τοίνυν καίπερ ἠδικημένη οὐκ ἠγριώμην οὐδ ' ἂν ἔκτανον πόσιν . ἀλλ ' ἦλθ ' ἔχων μοι μαινάδ
5934219 Καδμεια
δακτύλους . Διὰ τὴν αὐτὴν αἰτίαν καὶ ἐν Θήβαις ἡ Καδμεία κατελήφθη , τῆς τε Λέσβου ἐν Μυτιλήνῃ παραπλήσια τούτοις
τῶν ῥηθέντων Θηβαικῶν πολέμων παροιμία ἐξέπεσεν ἐπὶ τῶν ἀλυσιτελῶν τὸ Καδμεία νίκη . . . . Ἀρριανὸς μέντοι ἐν τοῖς
5933872 στονων
Λύκειος . ἢ ἐπιβλαβὴς τοῖς πολεμίοις ἐπὶ τῆς ἀυτῆς τῶν στόνων γενοῦ , οἷον ἐπὶ τοῦ πολέμου . παρήχησιν ἐνταῦθα
εἰς τὰς ἀνθρωπίνας κῆρας ἐμπεπτωκότα περὶ γῆν στρέφεται , παντοίων στόνων καὶ ὀδυρμῶν ἐμπιμπλάντα τὴν γῆν ; Στένει μὲν τὸ
5932396 δαρδαπτουσι
. “ δάψει . ” ὅταν δὲ λέγῃ “ χρήματα δαρδάπτουσι , ” μεταφορικῶς ἀντὶ τοῦ κατεσθίουσι . δαιδαλόεν τῇ
ἐκφορά , οἷον κλῦθι κέκλυθι , κάμωσι κεκάμωσι , δάπτουσι δαρδάπτουσι , δέρκετο δεδέρκετο . Ταῦτα δὲ καὶ χάριν ἐμφάσεως
5931757 Φυ
' οὐδὲν πρᾶγμά σοι : τὰ πλεῖστα γὰρ ἀποπεπόνηκας . Φῦ , ἰοὺ τῆς ἀσβόλου . Αἰθὸς γεγένημαι πάντα τὰ
μ ' ἀποσβεσθὲν λάθῃ πρὸς τῇ τελευτῇ τῆς ὁδοῦ . Φῦ φῦ . Ἰοὺ ἰοὺ τοῦ καπνοῦ . Ὡς δεινόν
5919935 προμαχος
θυμῷ πολλάκι μὲν πληγέντος ὑπ ' ἀγκίστροιο δαφοινοῦ ἄλλος ἐπαΐξας πρόμαχος σκάρος ἰχθὺς ὀδοῦσιν ὁρμιὴν ἀπέκερσε καὶ ἐξεσάωσεν ἑταῖρον καὶ
ὅτι δικαίως προμάχεται τῆς πόλεως . πόλεως ] συνίζησις . πρόμαχος ] βοηθός . ὄρνυται ] διεγείρεται . ὄρνυται ]
5914192 θρηνεις
νέον . λέγω πόνους σε μυρίους τλῆναι μάτην . παλαιὰ θρηνεῖς πήματ ' : ἀγγέλλεις δὲ τί ; βέβηκεν ἄλοχος
λῦσον δὲ νόμους ἱερῶν ὕμνων , οὓς διὰ θείου στόματος θρηνεῖς τὸν ἐμὸν καὶ σὸν πολύδακρυν Ἴτυν , ἐλελιζομένη διεροῖς
5909285 λωβαι
γὰρ τοῖς δένδρεσιν ἐπιφύονται βλάσται περισσαί , μεγάλαι τῶν γνησίων λῶβαι , ἃς καθαίρουσι καὶ ἀποτέμνουσι προνοίᾳ τῶν ἀναγκαίων οἱ
ὅτι γέλως ἂν πάμπολυς συμβαίνοι , σχεδὸν δὲ βλάβαι καὶ λῶβαι πολὺ μέγισται ταῖς πόλεσι γίγνοιντ ' ἂν ἐξ αὐτῶν
5907222 Ἀφρο
ἄρξει καὶ ἔσχατον καλῆς γυναικὸς τεύξεται , ἐὰν δὲ καὶ Ἀφρο - δίτη ἐπιμαρτυρήσῃ ἐπαφρόδιτος ἔσται καὶ φήμην ἕξει περὶ
ἔστι καὶ ἄκρα τῆς Αἰγύπτου , ἀφ ' ἧς ἡ Ἀφρο - δίτη καὶ Ἀρσινόη Ζεφυρῖτις , ὡς Καλλίμαχος .
5906076 δεισαντων
Ὅμηρος „ ἡμῖν . . . κατεκλάσθη φίλον ἦτορ / δεισάντων φθόγγον τε βαρὺν αὐτόν τε πέλωρον „ . Ἄλλο
τε Ζεὺς ἐν φόβον ὄρσῃ : ὅτι οὐ λέγει τρεσσάντων δεισάντων , ἀλλὰ φυγόντων : τρέσσαι δ ' οὐκέτι ῥίμφα
5902286 συγγον
ὑπὸ ζυγοῦ ? [ ] ! ουμεν ? ἀρτίως καὶ συγγον [ [ ] ! [ ! ] αὖ ?
ὑπὸ ζυγοῦ ? [ ] ! ουμεν ? ἀρτίως καὶ συγγον [ [ ] ! [ ! ] αὖ ?
5899523 βασιλευτατος
τὸν Μίνων . μνησθεὶς γὰρ αὐτοῦ τοῦ ὀνόματος φησίν ὃς βασιλεύτατος γένετο θνητῶν βασιλήων , καὶ πλείστων ἤνασσε περικτιόνων ἀνθρώπων
[ καιν [ . . . . , . ὃς βασιλεύτατος † γένετο θνητῶν βασιλήων καὶ πλείστων ἤνασσε περικτιόνων ἀνθρώπων
5882531 ἐλιπεν
γε τῷ μεταγράψαι τοὺς παλαιοὺς νόμους , ὃς οὐδένα αὐτῶν ἔλιπεν . Εἶεν : οἱ δὲ Πέρσαι πῶς ἐνόμιζον ;
καὶ τὸ τῆς παροιμίας αὐτῷ περιειστήκει : τὸ μὲν γὰρ ἔλιπεν αὐτὸν κῦμα , τὸ δὲ ἐγκατελάμβανεν , ἕως διεξῆλθε
5880259 ἐποιχονται
δὲ Θρασυδαῖος , Ξενοκράτους δὲ Θρασύβουλος . πεπληρωμέναις . ξενίαις ἐποίχονται : ὅτι ἡ γινομένη θυσία τοῖς Διοσκούροις ξενισμὸς λέγεται
ἡλίου . Ἀγῶνα νέμειν ] Ἤγουν διοικεῖν . Ξενίαις αὐτοὺς ἐποίχονται τραπέζαις ] Ἤγουν θεραπεύουσι καὶ τιμῶσιν ἑστιάσεσι . Ἀριστεύει
5866217 ἐξηντλουμεν
τῶν ἀσυμφώνους τοῖς ἔργοις τοὺς λόγους παρεχομένων . Ἄλλην μὲν ἐξηντλοῦμεν , ἡ δ ' ἐπεισρέει : ἐπὶ τῶν πονούντων
ἐστὶ , καὶ ἀπηνέγκαντο αὐτὸ ὡς ἀτελώνητον . Ἄλλην μὲν ἐξηντλοῦμεν , ἡ δ ' ἐπεισρέει : ἐπὶ τῶν πονούντων
5865222 Τοια
γεγράφθαι δὲ πρὸς τοὐπίγραμμαοὐ χεῖρον δὲ καὶ αὐτὸ εἰπεῖν , Τοῖα παθόντ ' οἶμαι καὶ Τάνταλον αἴθοπος ἰοῦ μηδαμὰ κοιμῆσαι
τειρόμενός περ ἀργαλέως : Ἥρη γὰρ ἐνέπνευσεν μέγα κάρτος . Τοῖα δ ' ἄρ ' ἐν μέσσοισι δολοφρονέων ἀγόρευεν :
5862041 πολυδακρυν
παρθένῳ Ἀθάνᾳ ὑψικέραν βοῦν . Τότ ' ἄμαχος δαίμων Δαϊανείρᾳ πολύδακρυν ὕφανεν [ ] μῆτιν ἐπίφρον ' ἐπεὶ πύθετ '
πεποίηται καὶ δηλοῦται . οἳ πρὶν ἐπ ' ἀλλήλοισι φέρον πολύδακρυν Ἄρηα καταθέμενοι τὰ ὅπλα καὶ ἀλλήλοις εἴξαντες , ὅ
5857150 θΞ
σφαγὴν δεχομένης φλεβός . θΞ κορκορυγαὶ ] ἄσημοι βοαί . θΞ πτόλιν ] + ἐκ παραλλήλου . ὁρκάνη πυργῶτις ]
ἄρειον ] ἄρειον πεδίον προείρηται . ἄρειον ] κρεῖττον . θΞ ἐχθροῖσιν ] + ἤτοι τοῖς Ἀργείοις . ἀφέντες ]
5854359 ἑρκιον
εἴπομεν . Ἀσπασίως : περιχαρῶς . ἤλυξε : ἔφυγεν . ἕρκιον ὄλεθρον : τοῦ λίνου τὸ περίφραγμα : γράφεται ἄρκυν
εἴπομεν . Ἀσπασίως : περιχαρῶς . ἤλυξε : ἔφυγεν . ἕρκιον ὄλεθρον : τοῦ λίνου τὸ περίφραγμα : γράφεται ἄρκυν
5851045 θωραξιν
τῆς πανηγύρεως τὴν πομπείαν οὕτως ἐπιτελεσθεῖσαν . καθηγοῦντο Ῥωμαῖοι ἐν θώραξιν ἀλυσειδωτοῖς , ἄνδρες ἀκμαῖοι πεντακισχίλιοι : μεθ ' οὓς
τούτων ὑπὲρ τοὺς πεντακισχιλίους ὄντες ἐπόμπευον ἔχοντες κροκωτοὺς ἐπὶ τοῖς θώραξιν . οἱ δ ' εὔποροι ὅτ ' εἰς ἀγρὸν
5850785 νειος
δεῖ καὶ πίειραν εἶναι . τῶν δὲ ἄλλων ἡ ἀρίστη νειὸς ἀπὸ τῶν κυάμων καίπερ πυκνοσπορουμένων καὶ πολὺν καρπὸν φερόντων
καὶ Ἡμέραις : νειὸν δὲ σπείρειν ἔτι κουφίζουσαν ἄρουραν : νειὸς ἀλεξιάρη παίδων εὐκηλήτειρα . εὔχεσθαι Διὶ χθονίῳ Δημήτερί θ
5850341 ἐδωδιμοι
εἶδος μυίας , ὡς Ἀριστοτέλης . ἐν τῷ χειμῶνι δὲ ἐδώδιμοί εἰσιν , ἐν δὲ τῷ θέρει ἀπόλλυνται . ΓΘ
ἄβρωτα ϲχεδὸν πάντων αὐτῶν ἐϲτιν . αἱ δὲ γαϲτέρεϲ αὐτῶν ἐδώδιμοί τέ εἰϲι καὶ τρόφιμοι καί τινεϲ αὐτῶν καὶ ἡδεῖαι
5849790 ἐνοπλων
. Σκιπίων ὑπὸ τοῦ δήμου θορυβούμενος ἐμὲ ἔφη οὐδὲ στρατιωτῶν ἐνόπλων ἀλαλαγμὸς ἐξέπληξεν , οὔτι γε συγκλύδων ἀνθρώπων θόρυβος ,
ἱκανοὺς καὶ πόρτας καὶ μάγγανα τείχους καὶ βοήθειαν ἀρκοῦσαν πεζῶν ἐνόπλων καὶ γενναίων μετὰ ἀρχόντων φρονίμων καὶ εὐψύχων καὶ δαπάνην
5848080 ἐτυχες
. τὸ γὰρ ᾔομεν ἀχνύμενοι καὶ τὸ ἤμβροτες οὐδ ' ἔτυχες καὶ σχεδὸν ὅλη ἡ χρῆσις τοῦ βίου , πλήρης
. . πικροῦ ] λυπηροῦ , ἀηδοῦς . ἔκυρσας ] ἔτυχες . . μνηστῆρος ] ἀνδρός . . σοὶ μηδέπω
5840326 ἐξωπλισμενοι
Ὑρκανίους καὶ τοὺς ἀμφὶ Τιγράνην : καὶ οἱ Πέρσαι δὲ ἐξωπλισμένοι ἦσαν : ἤδη δέ τινες τῶν προσχώρων καὶ ἵππους
. οἱ δὲ Λακωνικοὶ φρουροὶ ἐν τῷ ἡμίσει τοῦ Ὠιδείου ἐξωπλισμένοι ἦσαν : ἦν δὲ ταῦτα ἀρεστὰ καὶ τῶν πολιτῶν
5837304 ἐδρακεν
οὕνεκ ' ἄρ ' αὐτῷ δῶκε τίσιν θεὸς αἶψα καὶ ἔδρακεν ἐχθρὸν ὅμιλον τειρόμενον κατὰ βένθος . Ἑῷ δ '
ἀμφαγάσαντο : καὶ δ ' αὐτὴ Βρισηίς , ὅτ ' ἔδρακεν υἷ ' Ἀχιλῆος , ἄλλοτε μὲν θυμῷ μέγ '
5836396 ἑσσο
γέροντα . ἦ γάρ τοι νέον ἦσθα γέρων καὶ ἀεικέα ἕσσο : νῦν δὲ θεοῖσιν ἔοικας , οἳ οὐρανὸν εὐρὺν
ἀλλὰ μάλα Τρῶες δειδήμονες : ἦ τέ κεν ἤδη λάϊνον ἕσσο χιτῶνα κακῶν ἕνεχ ' ὅσσα ἔοργας . Τὸν δ
5835893 βεκκεσεληνε
Κρόνια ἑορτὴ παρ ' Ἕλλησι , τὰ καλούμενα Ἀπατούρια . βεκκεσέληνε ] ἀφρονέστατε , ἀρχαιότατε , ἀρχαϊκέ , ἀρχαῖε ,
, παρὰ Ἡροδότῳ φανερά ἐστιν ἐν βʹ . . , βεκκεσέληνε : οἷον σεληνόβλητε καὶ ἀπόπληκτε καὶ σαλέ . βεκκεσέληνε
5835325 Χαλκιτεωϲ
α , ἐλαίου # ιε , ὄξουϲ τὸ ἀρκοῦν . Χαλκίτεωϲ # δ , λεπίδοϲ χαλκοῦ # β ∠ ʹ
# δ : τινὲϲ δὲ καὶ ἀμύλου # δ . Χαλκίτεωϲ , λεπίδοϲ χαλκοῦ , κηκῖδοϲ , βαλαυϲτίων , ἀριϲτολοχίαϲ
5834883 ἐπασσυτεραις
κυανέης ἰδέειν ὑποφαίνεται , ἀλλ ' ἄρα πᾶσα ἀργεννὴ χιόνεσσιν ἐπασσυτέραις κεκάλυπται : ὣς τότ ' ἀπειρεσίῃσι περιπληθὴς ἀγέλῃσι φαίνεται
κοῦφαι γὰρ ἀφαυροτέροισι κέλευθοι . τοῖσιν δ ' ὁρμιὴ μὲν ἐπασσυτέραις ἀραρυῖα θωμίγγων ξυνοχῇσι πολυστρεφέεσσι τέτυκται , ὅσσος τε πρότονος
5834589 ἐσως
μόνη οὐκ ἂν δυοῖν ἥμαρτον : ἢ γὰρ ἂν καλῶς ἔσως ' ἐμαυτήν , ἢ καλῶς ἀπωλόμην . Σιγᾶν ἐπῄνες
πρᾶγμ ' ἀνὴρ πράσσων μέγα . Καὶ μὴν ἔγωγ ' ἔσως ' ἐκεῖνον οὐκ ὄκνῳ . Θάρσει : πέφυκεν ἐσθλὸς
5832563 λελασμενος
πολύκμητος χάδε γαῖα : τοῖος ἄρ ' ἐν πυρὶ κεῖτο λελασμένος ἰωχμοῖο Αἴας σὺν τεύχεσσι . Πολὺς δ ' ἐστείνετο
ὑπ ' Ἀχαιοῖς μέμβλεται , ἀλλ ' ἄρα καὶ σὺ λελασμένος υἷος ἑοῖο Δαρδάνου ἀντιθέοιο μέγ ' Ἀργείοισιν ἀρήγεις .
5831188 ἐφρασσαντο
, ἐπεὶ οὔ σφισιν ἧδέ γ ' ἑτοίμη ἣν νῦν ἐφράσσαντο ἐμεῦ ἀπομηνίσαντος : Φοῖνιξ δ ' αὖθι παρ '
εὔβολος ἔσσεται ἄγρη . Τέτραχα δ ' εἰναλίης θήρης νόμον ἐφράσσαντο ἰχθυβόλοι : καὶ τοὶ μὲν ἐπ ' ἀγκίστροισι γάνυνται
5824744 φιλοπτολεμοισι
Παμφύλοισί τε πᾶσι καὶ αἰχμηταῖς Κιλίκεσσι σαμαίνει , Λυκίοις τε φιλοπτολέμοισί τε Καρσί καὶ νάσοις Κυκλάδεσσιν , ἐπεί οἱ νᾶες
τρεῖς : ὁμοῦ πᾶσαι τρισμύριαι τρισχίλιαι τριακόσιαι ἐνενήκοντα τρεῖς . φιλοπτολέμοισί τε Καρσί : ὅτι μισθοφόροι ἦσαν διηνεκῶς . ἐξ
5822289 ὑποτροπον
, ὁ δὲ ὑπογεννῷτο . ὑποθημοσύνησι ὑποθήκαις , συμβουλίαις . ὑπότροπον ὑποστρέφοντα καὶ ἀφιγμένον : “ ὑπότροπος ἵξομαι αὖθις .
ἀμυνέμεν , ὄφρα σε πατρί , οἷά τε ληισθεῖσαν , ὑπότροπον οἴκαδ ' ἄγοιτο : αὐτοὶ δὲ στυγερῷ κεν ὀλοίμεθα
5819788 σδ
[ ! ! ] ! ! [ [ ] ! σδ [ ! ] χώρας ποντίας ? ? [ πάντες
μνῆμα ] ? λάϊνον ? [ ˘ – [ ] σδ ' ἀφιδρυ˘ [ – – [ ] αντα ?
5818334 Ὠμοι
χρῄζω , ξεῖν ' , ὀρθὸν ἄκουσμ ' ἀκοῦσαι . Ὤμοι . Στέρξον , ἱκετεύω . Φεῦ φεῦ . Πείθου
' , ὦ κτανόντας τε καὶ θανόντας βλέποντες ἐμφυλίους . Ὤμοι ἐμῶν ἄνολβα βουλευμάτων . Ἰὼ παῖ , νέος νέῳ
5817012 σφαγνου
σηρικοῦ , λιθάργυρος . ἀντὶ σφάγνου , βράθυ . ἀντὶ σφάγνου ἀρωματικοῦ , σχοῖνος εἰργασμένος . ἀντὶ σφέκλης , σανδαράχη
, πετροσέλινον Μακεδονικόν . ἀντὶ σηρικοῦ , λιθάργυρος . ἀντὶ σφάγνου , βράθυ . ἀντὶ σφάγνου ἀρωματικοῦ , σχοῖνος εἰργασμένος
5816821 ἐζωγρησαν
τοῦ Ἰμίλκωνος ἐξαναστάντες τοὺς μὲν αὐτῶν διέφθειραν , τοὺς δὲ ἐζώγρησαν . Ἰμίλκων περὶ τὸ Κρόνιον ἀντεστρατοπέδευε τοῖς Διονυσίου στρατηγοῖς
καὶ πολλῷ ἐκράτησαν , κάρτα δὲ πολλοὺς φονεύσαντες ἑπτακοσίους αὐτῶν ἐζώγρησαν . Τῆς δὲ αὐτῆς ταύτης ἡμέρης οἱ Ἀθηναῖοι διαβάντες
5815734 θασσεις
' Ἀχιλλεῦ , δοριλυμάντους Δαναῶν μόχθους , οὓς σὺ προπίνων θάσσεις εἴσω κλισίας . . . . . . .
μαντείων δ ' ἐπέβας ζαθέων τρίποδί τ ' ἐν χρυσέωι θάσσεις , ἐν ἀψευδεῖ θρόνωι μαντείας βροτοῖς θεσφάτων νέμων ἀδύτων
5815337 φιλῃσιν
δ ' ὀλόλυξεν ἰδοῖσα , φᾶ δὲ καθαπτομένα βρέφεος χείρεσσι φίλῃσιν : ὄλβιε κοῦρε γένοιο , τίοις δέ με τόσσον
Ὀδυσσεὺς δύσετ ' . ἄφαρ δ ' εὐνὴν ἐπαμήσατο χερσὶ φίλῃσιν εὐρεῖαν : φύλλων γὰρ ἔην χύσις ἤλιθα πολλή ,
5815266 ἀμετρητων
πυρίβολοι πλαγαὶ λέχεά θ ' Ἁλίου . ὦ δυστάλαινα τῶν ἀμετρήτων κακῶν Ὠκεανοῦ κόρα , πατρὸς ἴθι πρόσπεσε γόνυ λιταῖς
μερόπεσσι καὶ ἐν χθονὶ παμβασιλῆος . ἔμπλεος εἰς πλόον ἦλθον ἀμετρήτων [ ] ἀρετάων : οὐ πέλεν , οὐ πέλεν
5812860 ἐρυοντες
' ἀνδράσιν ὠρύοντο , νηλέες , οὐδ ' ἀλέγιζον ἑοὺς ἐρύοντες ἄνακτας . τὼ δὲ γυναιμανέος ποτὶ δώματα Δηιφόβοιο στελλέσθην
. ὀπισθοφόροις : ὀπισθορμήτοις , ὀπισθοτέραις : γράφεται ὀπισθοφόρος . ἐρύοντες : κωλύοντες . Δηρόν : ἐπὶ πολύ . Ἐμμενέως
5809745 κληδων
' ἐγὼ μοχθηρός , ὦ πικρὸς θεοῖς , οὗ μηδὲ κληδὼν ὧδ ' ἔχοντος οἴκαδε μηδ ' Ἑλλάδος γῆς μηδαμοῦ
? ' ἀφεῖσα ! ! ! ποδῶν λακ [ [ κληδὼν ] ? ? ὁμοῦ πάμφυρτ ? ? ? [
5806872 ερο
! ! ! ! ] [ ] αγο [ ] ερο [ ] σκα [ ] ικ [ ] ν
. [ ] ! ! ονεκ [ [ ] ! ερο ! [ [ ] νιναι ? ! [ [
5806666 ἀπεβλεπον
καὶ τοῖς Μεσσηνίοις διεκελεύοντο : οἱ δὲ ἐς τὸν Ἀριστομένην ἀπέβλεπον . καὶ ὁ μὲν ἐς τὴν γῆν ἀφο -
ὠργίζοντο ἢ κολάζειν ἠξίουν τοὺς ταῦτα ποιοῦντας , ἀλλ ' ἀπέβλεπον , ἐζήλουν , ἐτίμων , ἄνδρας ἡγοῦντο : ἐπειδὴ
5805660 μελεους
] κατ ' ἀλήθειαν . δῆθ ' ] ἀληθῶς . μελέους ] δυστυχεῖς . μελέους ] ἀθλίους . δόμων ]
κἀγὼ σέ , τὴν δοκοῦσαν Ἰδαίαν πόλιν μολεῖν Ἰλίου τε μελέους πύργους . πρὸς θεῶν , δόμων πῶς τῶν ἐμῶν
5802061 ἐφεηκα
ἐκ τῆς ἀσπίδος ἤρυσε τὸ δόρυ ; . λεύσσω τῷ ἐφέηκα κατακτάμεναι μενεαίνων : ἡ διπλῆ ὅτι βέβληκε τὸ δόρυ
χειρὸς ἔτρωσεν , ὡς Ζηνόδοτος γράφει . λέγει γοῦν ῥητῶς ἐφέηκα . . . . ἀλλὰ μάλα στιχὸς εἶμι διαμπερές
5800026 ἐνοσφισε
' ] τὸ τούτου πνεῦμα . ἐνόσφισε ] ἐστέρησε . ἐνόσφισε ] ἐστέρησε τῆς ζωῆς . ἐνόσφισε ] ἐχώρισε .
. τρίμετρος . τόδ ' ] τὸ τούτου πνεῦμα . ἐνόσφισε ] ἐστέρησε . ἐνόσφισε ] ἐστέρησε τῆς ζωῆς .
5797918 ἀπημαντον
οἱ πολλὰ δόσαν πέμπειν τέ μιν ἤθελον αὐτοὶ οἴκαδ ' ἀπήμαντον . καί κεν πάλαι ἐνθάδ ' Ὀδυσσεὺς ἤην :
αὐτοὺς ἐπαίροι εἰς δόξαν καὶ τὴν πατρίδα αὐτῶν Αἴγιναν . ἀπήμαντον : ὁ Ζεὺς ἐπάγων ἀπήμαντον βίον αὐτούς τε αὔξοι
5796770 κοττυφων
, χῆνες πλὴν τῶν πτερῶν . φαττῶν , κιχλῶν , κοττύφων καὶ τῶν μικρῶν στρουθίων σκληροτέρα ἐστὶν ἡ σάρξ ,
, χῆνες πλὴν τῶν πτερῶν . φαττῶν , κιχλῶν , κοττύφων καὶ [ ἡ ] τῶν μικρῶν στρουθίων σκληροτέρα ἐστὶν
5793463 ρους
ἐν πενίᾳ καὶ νόσοις καὶ δουλείᾳ καταφθειρομένους , παμπονή - ρους δὲ καὶ μιαροὺς ἀνθρώπους προτιμωμένους καὶ ὑπερπλουτοῦντας καὶ ἐπιτάττοντας
! [ νακτιδω ? [ Κλεανακτιδἡ [ παῖς κ [ ρους με ! [ καιωνε [ προς μα [ εὐγενεια
5790426 ἀεκοντες
μακρὰ περῆσαι . παννυχίδας δ ' ὁρίσαντες ἀκοιμήτων ὑμεναίων ἀλλήλων ἀέκοντες ἐνοσφίσθησαν ἀνάγκῃ . ἡ μὲν ἔβη ποτὶ πύργον ,
χρῆμα ἱρότατον καὶ οὐδὲ ψαύειν αὐτέων δικαιέουσιν : καὶ ἢν ἀέκοντες ἅψωνται , ἐναγέες ἐκείνην τὴν ἡμέρην εἰσί . τοὔνεκα
5785582 ἀνδραποδιστων
ἀνωτέρῳ σώματι . παρὰ πλείστων ἀνδραποδιστῶν : Καὶ αὐτὸς παρὰ ἀνδραποδιστῶν λαβών . εἴρηται δὲ ἀνδραποδιστὴς παρὰ τὸ ἄνδρας ἀποδίδοσθαι
καὶ τὸ νῦν γε οὐδὲν ἧττον λανθάνομεν μετὰ κλεπτῶν καὶ ἀνδραποδιστῶν καὶ μοιχῶν ζῶντες καὶ συμπολιτευόμενοι καὶ κατὰ τοῦτο οὐδὲν
5784831 ἀμυνετε
πτερόεντα προσηύδα : δεῦτε φίλοι , καί μ ' οἴῳ ἀμύνετε : δείδια δ ' αἰνῶς Αἰνείαν ἐπιόντα πόδας ταχύν
ὦ φίλοι Ἀργείων ἡγήτορες ἠδὲ μέδοντες στῆτ ' ἐλελιχθέντες καὶ ἀμύνετε νηλεὲς ἦμαρ Αἴανθ ' , ὃς βελέεσσι βιάζεται ,
5783984 μετεσχηκοτες
Ἀντιγόνου καθ ' ὁδὸν ὄντος οἱ τοῦ Πίθωνος φίλοι καὶ μετεσχηκότες τῆς ἐπιβουλῆς , ὧν ἦσαν ἐπιφανέστατοι Μελέαγρος καὶ Μενοίτας
τὸν ἀγήνορα πλοῦτον . τῶν δὲ κατὰ τὴν Ἑλλάδα καλῶν μετεσχηκότες οὐκ ὀλίγον μὴ ἐναντίαις παρατροπαῖς συντύχωσι παρὰ τῶν θεῶν
5783780 δυσμορως
, κλύουσα καὶ ἀκούουσα αὐτοὺς καὶ μαθοῦσα νεκροὺς αἵματι βεβρεγμένους δυσμόρως θανόντας ὑπὸ δορὸς ἀλλήλων . ἔτευξα τύμβῳ μέλος :
. στάζοντας τὸ αἷμα . . δυσφόρους ] γράφεται καὶ δυσμόρως . . ἦ δύσορνις ] ὄντως δύσορνις καὶ δυσοιώνιστος
5779270 ἀλεξιαρη
τῷ σπείρειν χρήσιμον . τούτοις οὖν ἐπιφωνεῖ εἰκότως τὸ νειὸς ἀλεξιάρη , διότι τὴν πτωχείαν ἀποκωλύει καὶ ἔστι πενίας ἀλεξίκακος
Ἡμέραις : νειὸν δὲ σπείρειν ἔτι κουφίζουσαν ἄρουραν : νειὸς ἀλεξιάρη παίδων εὐκηλήτειρα . εὔχεσθαι Διὶ χθονίῳ Δημήτερί θ '
5777943 εὐνουστατους
καὶ εἴ τινων ἄλλων ἡγεμόνων προσδεῖν αὐτῷ δόξαι , τοὺς εὐνουστάτους τῇ πατρίδι , πιστοτάτους , εὐρωστοτάτους , ἔνθεν δ
τοὺς τὸν αὐτὸν ἐχθρὸν καὶ φίλον κρινεῖν ὀμωμοκότας νομίζετ ' εὐνουστάτους , τῶν δὲ πολιτευομένων οὓς ἴστε σαφῶς τοὺς τῆς
5776021 ἐϊσης
θρῆνυν ἐφ ' ἑπταπόδην , λίπε δ ' ἴκρια νηὸς ἐΐσης . ἔνθ ' ἄρ ' ὅ γ ' ἑστήκει
καὶ τὸν Ὠκεανὸν λίμνην καλεῖ . ἰδ ' ἱστία νηὸς ἐΐσης στεῖλαν ἀείραντες . . . : οἱ περὶ Ζηνόδοτον
5775964 σεισθῃ
ἐκραγέντος , λύεται ὁ πόνος . Ὁκόσοισιν ἂν ὁ ἐγκέφαλος σεισθῇ ὑπό τινος προφάσιος , ἀνάγκη ἀφώνους γίνεσθαι παραχρῆμα .
τῶν ἐναντίων τῆς τομῆς ἐπιγίνεται . Ὅσοισιν ἂν ὁ ἐγκέφαλος σεισθῇ , καὶ πονέσῃ πληγεῖσιν ἢ ἄλλως , πίπτουσι παραχρῆμα
5774828 ἡσσονας
παιδιᾶς , τοῦτο δὲ ἐκ τοῦ ἐπανίστασθαι τῶν θάκων τοὺς ἥσσονας τῶν βελτίστων ἑκόντας , ἃ καὶ νῦν ἔτι φυλάσσεται
, οὐδὲ κατίσχει : ὃς δέ κε κέρδεα εἰδῇ ἐλαύνων ἥσσονας ἵππους , αἰεὶ τέρμ ' ὁρόων στρέφει ἐγγύθεν ,
5773894 εὐωχουμενων
ὅμοιον γίνεται , ὥς φησι Καρύστιος ἐν Ἰστορικοῖς Ὑπομνήμασιν . εὐωχουμένων γὰρ τῶν οἰκετῶν οἱ δεσπόται ὑπηρετοῦσιν πρὸς τὰς διακονίας
. Γ στεφάνων , τριχίδων : ταῦτα μὲν πάντα ὡς εὐωχουμένων τῶν μελλόντων ἐμβαίνειν εἰς τὰς ναῦς . τριχίδες δὲ
5773157 φυζαν
ἄδην : αὐταρκῶς , δαψιλῶς . κρυερήν : φοβεράν . φύζαν : φυγήν . νέονται : πορεύονται . Θοαί :
Φοῖβε πολὺν κάματον καὶ ὀϊζὺν σύγχεας Ἀργείων , αὐτοῖσι δὲ φύζαν ἐνῶρσας . Ὣς οἳ μὲν παρὰ νηυσὶν ἐρητύοντο μένοντες
5773107 ἀλυξαν
τοῦ . Θύραζε : ἐκτός . Ἑσπόμενον : ἀκολουθοῦντα . ἄλυξαν : ἐξέφυγον . Παιπαλόεσσαν : τραχεῖαν . ἀναστείχωσι :
ἄλλος ἔμαρψε καὶ ἐξείρυσσε θύραζε ἑσπόμενον : τοιοῖσδε νοήμασι πότμον ἄλυξαν . ὡς δ ' ὅτε παιπαλόεσσαν ἀναστείχωσι κολώνην φῶτες
5769251 ἁλικος
ἀλυκτοπέδη . . . . ἁλυκός : παρὰ τὸ ἅλα ἁλικός καὶ ἁλυκός , ὡς τριφάλεια τρυφάλεια . . .
. + . . . Ἁλυκός : παρὰ τὴν ἅλα ἁλικός καὶ ἁλυκός τροπῇ τοῦ ι εἰς υ , ὡς
5766736 λαμβανετωσαν
ἀνδράχνη . μὴ παρόντων δὲ τούτων μετὰ τὴν ἑβδόμην ἡμέραν λαμβανέτωσαν καὶ τῶν ὄρνεων μὴ τῶν λιπαρῶν πάνυ . ἐσθιέτωσαν
εἰ δὲ μὴ ἡδέως ἔχοιεν , σὺν τοῖς κόκκοις αὐτὴν λαμβανέτωσαν ἄνευ τινὸς ἐδέσματος : εἰ δὲ ἡδέως ἔχοιέν τι
5765937 μολοντας
οὐταμένους ἀκέσωνται : τοὺς δ ' ἄλοχοι καὶ τέκνα περιστενάχοντο μολόντας ἐκ πολέμου : πολλοὺς δὲ καὶ οὐ παρεόντας ἀύτευν
νύμφηι παρεδρεύοις . πολλοὺς μὲν ἤδη κἀπὸ παντοίας χθονὸς ξένους μολόντας οἶδ ' ἐς Ἀδμήτου δόμους , οἷς δεῖπνα προύθηκ

Back