ἀρχὴ πάντη ἀνενδεής : ἡ ψυχὴ ἄρα ἡ καὶ τὰς μεταβαλλομένας ἐνεργείας προβαλλομένη οὐκ ἂν εἴη ἀρχή , ἥ γε
ἀλλὰ κολάζεσθαι ἐν πάσαις κολάσεσιν ὑπὸ τοῦ Νείκους τὰς ψυχὰς μεταβαλλομένας σῶμα ἐκ σώματος : αἰθέριόν γε , φησί ,
7093851 δινειν
, ὑποτρέχοντος αἵματος ἀπὸ τοῦ σμῶξαι , ἢ ἀπὸ τοῦ δίνειν καὶ τιτρώσκειν τὸ αἷμα , ἢ ἀνάτασις καὶ οἴδημα
, ὑποτρέχοντος αἵματος ἀπὸ τοῦ σμῶξαι , ἢ ἀπὸ τοῦ δίνειν καὶ τιτρώσκειν τὸ αἷμα , ἢ ἀνάτασις καὶ οἴδημα
6793578 θυννιδας
φησὶ Σώφρων . οὓς ἔνιοι θύννους καλοῦσιν , Ἀθηναῖοι δὲ θυννίδας . θυννίς . τοῦ ἄρρενος ταύτῃ φησὶ διαφέρειν Ἀριστοτέλης
θυννοθήρας ἐστίν . οὓς ἔνιοι θύννους καλοῦσιν , Ἀθηναῖοι δὲ θυννίδας . ΘΥΝΝΙΣ . τοῦ ἄρρενος ταύτην φησὶ διαφέρειν ὁ
6715866 πανοικεσιᾳ
ἀβλαβεῖς ἀπέλθωσι . Τοὺς δὲ ἐπὶ ταῖς ὁμολο - γίαις πανοικεσίᾳ μετὰ τῶν κτήσεων οὐκ ἐλάττους μυριάδων ὄντας εἴκοσι καὶ
, οἴκοι δὲ ἐπαινέσῃ παρὰ τῷ θεῷ . ἔρρωσό μοι πανοικεσίᾳ , δικαιότατε . Τῶν πρώτων σου γραμμάτων εὐθὺς ἡμῖν
6704621 ἐκμηνας
Τυρρηνοὺς ἴωμεν , ἕως εἰσίν : ὁ γὰρ Διόνυσος αὐτοὺς ἐκμήνας ἐντρέχουσι τοῖς Τυρρηνοῖς ἰδέαι δελφίνων οὔπω ἐθάδων οὐδὲ ἐγχωρίων
δ ' εὐρυχόρῳ ἐν πατρίδι τίμιος ἀστοῖς , ὦ ἐμὸν ἐκμήνας θυμὸν ἔρωτι Δίων . τοῦτο καὶ ἐπιγεγράφθαι φησὶν ἐν
6696636 διεσπαρμενας
ἔτι δ ' ἀποίους καὶ ἀπαθεῖς ἐν τῶι κενῶι φέρεσθαι διεσπαρμένας : ὅταν δὲ πελάσωσιν ἀλλήλαις ἢ συμπέσωσιν ἢ περιπλακῶσι
Πολυσπερέας : εἰς πολλοὺς τόπους διεσπαρμένας , ἐπὶ πολλὰ μέρη διεσπαρμένας , καὶ τὰς διεσπαρμένας , τὰς ἐν διαφόροις τόποις
6665347 πρημναδας
πρημνάδας τὰς θυννίδας ἐπὶ δεῖπνον ἡκούσας ὑπερπληθεῖς . . . πρημνάδας δὲ τὰς θυννίδας ἔλεγον . Πλάτων Εὐρώπῃ : ἁλιευόμενός
τριχίαν ὀνομάζει . Νικοχάρης Λημνίαις : τριχίας δὲ καὶ τὰς πρημνάδας τὰς θυννίδας ἐπὶ δεῖπνον ἡκούσας ὑπερπληθεῖς . . .
6554994 πολυτροποις
φόβον , μὴ πρὸς ἔνδειαν ὑπενεχθῶσι , παριστάναι , ἐν πολυτρόποις εἴδεσι τὰς ἀναλώσεις ποιούμενοι , νῦν μὲν τὸ πλῆθος
ὅσοι πάρεστε , οὐκ ὀλοφύρομαι μᾶλλον ἢ παραμυθήσομαι . ἐν πολυτρόποις γὰρ ξυμφοραῖς ἐπίστανται τραφέντες : τὸ δ ' εὐτυχές
6541583 ἰκμαδας
. ἔστιν δὲ τοῦτο χολῶδες διακεκαυμένον καὶ ἔχον χυμῶν παντοίων ἰκμάδας . ἀρχὴ μὲν οὖν ἐστιν τοιαύτη τῶν καυσωδῶν πυρετῶν
ὑπ ' ἠέρι πιληθεῖσα οὐδέ πω ἀζαλέοιο βολαῖς τόσον ἠελίοιο ἰκμάδας αἰνυμένου : τὰ δ ' ἐπὶ στίχας ἤγαγεν αἰών
6473499 ἀπαλλαξειεν
τε θρίνακες διαστίλβουσι πρὸς τὸν ἥλιον . Ἦ καλῶς αὐτῶν ἀπαλλάξειεν ἂν μετόρχιον . Ὥστ ' ἔγωγ ' ἤδη '
ἂν οὓς ἥκιστα βούλοιτο καὶ αὐτὸς αἰσχρῶς ἂν καὶ κακῶς ἀπαλλάξειεν . ὡσαύτως δὲ καὶ τὸ πλούσιον καὶ τὸ ἀνδρεῖον
6417325 κραναας
εἰκὸς δή που πρῶτον ἁπάντων ἴφυα : φῦναι καὶ τὰς κραναὰς ἀκαλήφας . στίλβη θ ' ἣ κατὰ νύκτα μοι
κνίδας Εὔπολις ἀκαλήφας ὀνομάζει καὶ Ἀριστοφάνης , ὃ μὲν εἰπὼν κραναὰς ἀκαλήφας , ὃ δὲ ἀκαλήφαις ἐστεφάνωσθαι . Δίφιλος δὲ
6414362 πεπονηκυιας
καὶ τὰς μὲν ἐκ καταβολῆς τριήρεις ἐναυπηγοῦντο , τὰς δὲ πεπονηκυίας ἐθεράπευον , ἄλλας δὲ παρὰ τῶν συμμάχων μετεπέμποντο .
τριήρεις , κατασκευάζοντες ὅλως τὰ πράγματα , ὥσπερ οἱ τὰς πεπονηκυίας οἰκίας ἀναλαμβάνοντες . κἂν ἐμοὶ πεισθῆτε καὶ κατάσχητε ὑμᾶς
6409429 σχιζουσαι
δ ' ἁπαλαῖς χερσί : πολλαὶ δὲ γυναῖκες κατερεικόμεναι καὶ σχίζουσαι τὰς καλύπτρας καὶ τοὺς ἰδίους χιτῶνας τέγγουσι καὶ βρέχουσι
πολλαὶ δ ' ἁπαλαῖς ] πολλαὶ δὲ γυναῖκες κατερεικόμεναι καὶ σχίζουσαι τὰς καλύπτρας καὶ τοὺς ἰδίους χιτῶνας τέγγουσι καὶ βρέχουσι
6388817 ἐπετυγχανεν
τῷ δυστυχήματι θεάσασθαι . ἐκ τούτου δὲ μάλα καὶ τἆλλα ἐπετύγχανεν Ἰφικράτης . καθεστηκότων γὰρ φρουρῶν ἐν Σιδοῦντι μὲν καὶ
' ἐπὶ γῆρας ἔτετμεν . ” ἔτορε διέτρωσεν . ἐτύγχανεν ἐπετύγχανεν . εὖ . σημαίνει τὸ [ ἑαυτὸ ] ἑαυτοῦ
6380494 μελεδωνας
τοι , Μενέλαε , θεοὶ ποίησαν ἄριστον θνητοῖς ἀνθρώποισιν ἀποσκεδάσαι μελεδῶνας . ὁ τῶν Κυπρίων τοῦτό φησι ποιητής , ὅστις
ψυχρὸν ὕδωρ ἐπάγων . τοῦ πίνων ἀπὸ μὲν χαλεπὰς σκεδάσεις μελεδῶνας , θωρηχθεὶς δ ' ἔσεαι πολλὸν ἐλαφρότερος . Εἰρήνη
6375950 ἐξαρτησαντες
. τἀνάφορον δὲ ξύλον ἀμφίκοιλον , ἐν ᾧ τὰ φορτία ἐξαρτήσαντες οἱ ἐργάται βαστάζουσι . μεταθέμενος τὸ ἐπὶ ὤμου φορτίον
δὴ πάθος ἀποπληξίαν παῖδες ἰατρῶν ὀνομάζουσι . λίθους τῶν ποδῶν ἐξαρτήσαντες ἔρριψαν ἐς τὸ πέλαγος ἀτέγκτως καὶ ἀφειδῶς . καὶ
6356729 περιθυμους
ὀργίλους ἢ τὰς περὶ τὸν θυμὸν οὔσας ἀγαπητάς . τὰς περιθύμους ] τὰς ἐκ πλείστου θυμοῦ γενομένας . θ τὰς
περιθύμους ] τὰς ἐκ πλείστου θυμοῦ γενομένας . θ τὰς περιθύμους ] ὀργίλας , τὰς ἐκ ψυχῆς ῥηθείσας . Ξ
6345138 φραξαι
ἑξῆς πληρώσας τὸ ἀγγεῖον , καὶ ἐπιθεὶς ἁλῶν δράκα , φράξαι μαράθρων κλωσίν . Ἄλλοι θλάσαντες ἐξαιροῦσι τοὺς πυρῆνας ,
ὥστε νηὸς ] σὺ δ ' ὥσπερ ἀγαθὸς κυβερνήτης νεὼς φράξαι καὶ φρούρησον τὴν πόλιν . . ὡς ] ὥσπερ
6330046 μετιον
τὸ ταῖς ὑδροθηρίαις γένος συμβιοῦν καὶ τὰς ὑποδύσεις τὰς κατωτάτω μετιὸν μελαίνουσι τὰς ἑαυτῶν βάσεις καὶ τὰ κοῖλα τῶν χειρῶν
ἢ φυτοῦσθαι διάλλαξιν λοιπὸν ἐπὶ θάτερον καὶ ἐνάλλαξιν ἐπιδέχεται , μετιὸν ἀπὸ δυνάμεως εἰς ἐνέργειαν . εἰ δὲ δύναμις παντὸς
6322176 ἀσχημοσυνας
οὔτε πένητι ἀγαθὸν τοῦτο τετήρηται : μεγάλας γὰρ καὶ περιβοήτους ἀσχημοσύνας ποιοῦνται . ὅπως δ ' ἂν ὀρχήσηται δοῦλος καὶ
, εἶπεν : Εἰ πρὸ ὀφθαλμῶν ἔχοι τὰς τῶν μεθυόντων ἀσχημοσύνας . Θαυμάζειν φησί , πῶς Ἕλληνες ἀρχόμενοι μὲν ἐν
6311346 ἐκκλισεις
. ταῦτα δὲ συμβαίνειν περὶ τὰς ἑῴας καὶ τὰς μεσημβρινὰς ἐκκλίσεις . . . : Δικαιάρχου ἀναγραφὴ τῆς Ἑλλάδος .
περὶ τὰς ἀξίας δὲ δικαιοσύνη : περὶ τὰς αἱρέσεις καὶ ἐκκλίσεις σωφροσύνη . „ . . εἰ δὲ αὖ φήσειέ
6309883 προθελυμνους
τῶν ἄλλων ῥεγκόντων ἐκεῖνος τί ποιεῖ ; πολλὰς ἐκ κεφαλῆς προθελύμνους ἕλκετο χαίτας . καὶ αὐτὸς τί λέγει ; πλάζομαι
πρηνής ὁ ἐπὶ πρόσωπον πεπτωκώς , ἀπὸ τοῦ προνενευκέναι . προθελύμνους ἄλλας ἐπ ' ἄλλαις : “ πολλὰς δ '
6308787 μονιμως
μὲν ἡνωμένον πᾶν ὅσον ἂν ᾖ καὶ ὁποῖον καὶ τὸ μονίμως ἱδρυμένον ἐν ἑαυτῷ , τό τε τῶν ἀμερίστων οὐσιῶν
καὶ τῶν θεῶν τὸ φῶς ἐλλάμπει χωριστῶς ἐν αὑτῷ τε μονίμως ἱδρυμένον προχωρεῖ διὰ τῶν ὄντων ὅλων . Καὶ μὴν
6306975 τοποισι
ἐπιγενομένων , συντομώτερον . Ὅσα δὲ τῶν ἀλγημάτων ἐν τοῖσι τόποισι τούτοισι μὴ παύσηται μήτε πρὸς τὰς ἀναπτύσιας , μήτε
πομπὸν δέ με χωρεῖν , ἵν ' εἰ μὲν ἐν τόποισι τοῖσδ ' ἔχεις τὰς παῖδας ἡμῶν , αὐτὸς ἐκδείξῃς
6299102 ἰφυα
ἱμάντα μου ἔχουσι καὶ τἀνάφορον . εἰκὸς δήπου πρῶτον ἁπάντων ἴφυα φῦναι καὶ τὰς κραναὰς ἀκαλήφας . στίλβη θ '
τε Ἀριστοφάνης ἐν Φοινίσσαις οὕτως : ἔχε τὸν πρῶτον πάντων ἴφυα φῦναι εἶθ ' ἑξῆς τὰς κραναὰς ἀκαλήφας . καὶ
6295220 κηλιδας
καλὸν ἔξω : τοὐναντίον δὲ ἐὰν ἄφρων ᾖ , τὰς κηλῖδας ἔξω ἐᾷ . καὶ τὸν βίον οὖν τῶν ἀνθρώπων
καὶ πάσης ἀρετῆς δόγμασιν ἀπερρυψάμεθα τὰς ἐκ παθῶν καὶ νοσημάτων κηλῖδας , οὐκ ἂν ἴσως ἀπηξίωσεν ὁ θεὸς ἄκρως κεκαθαρμέναις
6291746 θρασυκαρδιος
τε νεοσμήκτων σακέων τε φαεινῶν ἐρχομένων ἄμυδις . μάλα κεν θρασυκάρδιος εἴη ὃς τότε γηθήσειεν ἰδὼν πόνον οὐδ ' ἀκάχοιτο
! ! ] ὅτ ' ἄγετο καλλιπάρᾳον [ ] κόραν θρασυκάρδιος [ Ἴδας ] Μάρπησσαν ἰοτ [ ! ! !
6289741 ἐκαλου
οἴκοι καλοῖτο : κάλλιόν τοι , εἶπεν , εἰ φιλόπολις ἐκάλου μᾶλλον ἢ φιλολάκων . οὕτως αἱ κατὰ φύσιν ἡμῶν
δὲ καὶ ὁ Ἰσθμός . πάσας δὲ τὰς πανηγύρεις θεωρίας ἐκάλου . στενοῦ γὰρ ὄντος τοῦ τόπου πάντες προλαβεῖν σπεύδουσιν
6269490 ἀμαρυγας
στράπτεν ἔρως ἡδεῖαν † ἀπὸ φλόγα , τῆς δ ' ἀμαρυγάς ὀφθαλμῶν ἥρπαζεν , ἰαίνετο δὲ φρένας εἴσω τηκομένη ,
ὅ ἐστι βλέπειν . . . . . ἀμάρυγμα καὶ ἀμαρυγάς , , . : ἀμάρυγμα καὶ ἀμαρυγάς : σημαίνει
6265101 τιμωσαι
παρ ' οὐδὲν τιθέμεναι , τοὺς δὲ ἀτίμους καὶ ἀγοραίους τιμῶσαι καὶ σεβάζουσαι : ἐκ τῶν ἐκκλησιαζόντων : γράφεται ὡς
. ἐπὶ δ ' ἐγδούπησαν Ἀθηναίη τε καὶ Ἥρη , τιμῶσαι βασιλῆα πολυχρύσοιο Μυκήνης . εἵλετο δ ' ἄλκιμα δοῦρε
6262197 κατερρυη
Μίλητον ἔθεον . ὡς δὲ ὑπήχθησαν ἡδονῆι καὶ τρυφῆι , κατερρύη τὸ τῆς πόλεως ἀνδρεῖον , φησὶν ὁ Ἀριστοτέλης ,
ἐκ πάσης τῆς Ἑλλάδος ἀκληρήματα εἰς τὰς τῆς Βοιωτίας πόλεις κατερρύη . Ὁ στίχος Φερεκράτους : Ἄνπερ φρονῇς εὖ ,
6258003 Ὁλον
ἀποχῇ , πρὸς Θεοσέβειαν ποιούμενος τὸν λόγον , φησίν : Ὅλον τὸ τῆς Αἰγύπτου βασίλειον , ὦ γῦναι , ἀπὸ
. σὺν ὕδατι δὲ περιχριομένη λέπρας καὶ λειχῆνας θεραπεύει . Ὅλον δὲ τὸν μῦν ἐὰν καύσῃς καὶ λειώσῃς μετὰ οἴνου
6256925 Ἀνεμος
τὸ αὐτὸ μένοντες . Ἀγρός : παρὰ τὴν ἄγραν . Ἄνεμος : διὰ τὸ ἀναμένειν καὶ πάλιν φυσᾶν . Ἀήρ
τὸ αὐτὸ μένοντες . Ἀγρός : παρὰ τὴν ἄγραν . Ἄνεμος : διὰ τὸ ἀναμένειν καὶ πάλιν φυσᾶν . Ἀήρ
6254596 ὁπουπερ
τὸ αἰσθητικὸν τοῦ κινητικοῦ χαλεπὸν τόπῳ διαστῆσαι , ἀλλ ' ὅπουπερ ἴχνος αἰσθήσεως , πάντως ἐκεῖ καὶ ἴχνος κινήσεως ,
: αὐτὸς δὲ σὺν Τιγράνῃ καὶ Περσῶν τοῖς ἀρίστοις ἐθήρα ὅπουπερ ἐπιτυγχάνοιεν θηρίοις καὶ ηὐφραίνετο . Ἐπεὶ δ ' ἀφίκετο
6248718 πρασιας
, κριῶν ἀγρίων κέρατα εἰς λεπτὰ κόψας βάλε εἰς τὰς πρασιάς , καὶ ἄρδευε . τινές φασι παραδοξότερον , ὅτι
, κριῶν ἀγρίων κέρατα εἰς λεπτὰ κόψας βάλε εἰς τὰς πρασιάς , καὶ ἄρδευε . τινές φασι παραδοξότερον , ὅτι
6229976 καθιενται
συντρίβονται . τὸ δὲ πρώραθεν , ὅτι ἐκ τῆς πρώρας καθίενται αἱ ἄγκυραι εἰς τὴν θάλασσαν : τῆς ὑφάλου :
δ ' ἐκ μολύβδου : δι ' οὗ αἱ ψῆφοι καθίενται , ἵνα μὴ καθιέμεναι βλέπωνται : πάνυ γὰρ ὁ
6221682 κυλινδουμενος
καὶ γυμνὸς μετὰ γυμνῶν οὐδὲν αἰσχύνης παρέλιπεν ἐπὶ τοῦ στρώματος κυλινδούμενος . οἱ γοῦν ὑβρισθέντες μετ ' οὐ πολὺ γυναῖκα
σημεῖόν ἐστι : καὶ ὅλως βοῶν μέγα ἀνεμώδης . Κύων κυλινδούμενος χαμαὶ μέγεθος ἀνέμου σημαίνει . Ἀράχνια πολλὰ φερόμενα πνεῦμα
6208679 συντριψεις
βουλευτηρίου . κλαστάσεις ] κλονήσεις , διασείσεις ἢ κλάσεις καὶ συντρίψεις ἀπὸ μεταφορᾶς τῶν περιτεμνομένων κλημάτων . ἐν πρυτανείῳ :
τὰς μὲν πλαγίας λαμβάνων καταδύσεις , τὰς δὲ ἀντιπρώρους κινδυνευούσας συντρίψεις καὶ ἐμπρήσεις , καθάπερ εἴρηται : ἐὰν δὲ λάβῃς
6199046 ψυλλας
γῆν , χερσαῖαι γίνονται . ὅτι ἡ χελώνη ἐσθίει τὰς ψύλλας . ὅτι ἐάν τις ῥίψῃ αὐτὴν εἰς νῶτα ,
μικροῖς ἔτι οὖσι τούτοις παραπήξῃς . τάς τε γὰρ οὔσας ψύλλας φθείρει , καὶ ἄλλας οὐκ ἐᾷ γενέσθαι . Ἐὰν
6188136 λιταισιν
ποτ ' ἔκτισεν γόνῳ , νῦν ἔχων παλίντροπον ὄψιν ἐν λιταῖσιν ; ὑψόθεν δ ' εὖ κλύοι καλούμενος . ἆ
δυσωπούμενοι . ὀξυγόοις ] ταῖς γινομέναις ἀπὸ γόων ὀξέων . λιταῖσιν ] παρακλήσεσιν . λιταῖσιν ] ἡμῶν . θ στροφὴ
6186842 δεργματων
, ὠμόφρων φύλαξ , νάματ ' ἔνυδρα καὶ ῥέεθρα χλοερὰ δεργμάτων κόραισι πολυπλάνοις ἐπισκοπῶν : ὃν ἐπὶ χέρνιβας μολὼν Κάδμος
τὴν φωνὴν τὰς ἀκοὰς μηδὲ τὴν θέαν τὰ ὄμματα : δεργμάτων : ἀποσκοπῆς τῶν ὀφθαλμῶν : καὶ δεσπότης μὲν ἱππικοῖς
6184835 εὐμοιρος
ὅταν σὺ μέγας ὢν ἤτοι ἀνὴρ γενόμενος , ἢ μᾶλλον εὔμοιρός τις καὶ περίβλεπτος ἐφ ' ἅρματος ὀλυμπιονίκης ἢ θριαμβονίκης
τόποις . παρείληφε δὲ τὰς Μοίρας καὶ τὸν Χρόνον ὅτι εὔμοιρός τε ὁ ἀγὼν ἔσοιτο καὶ εἰς ἅπαντα τὸν αἰῶνα
6183293 Κρηνιδας
Παρθενοπαῖος δὲ παρὰ τὰς Ἠλέκτρας , Τυδεὺς δὲ παρὰ τὰς Κρηνίδας . καθώπλισε δὲ καὶ Ἐτεοκλῆς Θηβαίους , καὶ καταστήσας
στάδια μʹ , μίλια εʹ . Ἀπὸ δὲ Σανδαράκης εἰς Κρηνίδας , ἐν ᾗ ὅρμος ναυσὶ μικραῖς , στάδια κʹ
6177617 ἀντιπαθεις
καὶ διάθεσιν ἐπιδεχομένης τῆς ὕλης , καὶ ἵνα αἱ δυνάμεις ἀντιπαθεῖς οὖσαι μήτε κρατῶσιν εἰς τέλος αὐταὶ αὐτῶν μήτε κρατῶνται
ἀπαστράπτει . τί δ ' οὐχὶ τῶν ἡδονῶν καὶ τὰς ἀντιπαθεῖς μεταδιωκτέον , ἐπειδὰν ἐξ ἴσου τοῖς διατιθεῖσιν οἱ πάσχοντες
6177502 ἀντιθετους
δὲ θρασύτητα καὶ δειλίαν , καὶ ταῖς ἄλλαις ἀρεταῖς τὰς ἀντιθέτους κακίας , αἳ μήθ ' ἑαυταῖς μήτε ἄλλαις συμφέρουσιν
τὰς δύο ταύτας γενικὰς σχέσεις πολλαπλασίου καὶ ἐπιμορίου καὶ τὰς ἀντιθέτους αὐταῖς σὺν τῇ ὑπὸ προθέσει ἐκφερομένας ἄλλας δύο ὑποπολλαπλάσιόν
6175358 ξυνουσα
κληθῇ ἂν ψευδώνυμος . Ξ Δίκη ] ἡ δικαιοσύνη . ξυνοῦσα ] συνυπάρχουσα . ξυνοῦσα ] ὁμιλοῦσα . ξυνοῦσα ]
Ξ Δίκη ] ἡ δικαιοσύνη . ξυνοῦσα ] συνυπάρχουσα . ξυνοῦσα ] ὁμιλοῦσα . ξυνοῦσα ] γράφεται ξενοῦσα ἤγουν φιλιουμένη
6174255 ἀγουσας
μὴν ἀλλὰ καὶ τὰς γενέσεις οἷον ὁδούς τινας εἰς οὐσίαν ἀγούσας θεωρήσαντες ὄντα προσείπομεν , καὶ οὐ τὰς γενέσεις μόνας
μηκέτι παρελθεῖν ἐντὸς τείχους , ἁπάσας τὰς εἰς τὴν πόλιν ἀγούσας ὁδοὺς φρουραῖς ἐπιμελεστέραις διαλαβών , ὥστε ἠναγκάσθησαν οἱ πολιορκούμενοι
6169133 ἀξῃ
ταχέως μὴ ] † ἵνα μή ἠλιθιώσῃ ] εἰς ἀναισθησίαν ἄξῃ μύκημ ' ] κτύπος ἀτέραμνον ] σκληρὸν καὶ σφοδρόν
: ἔλαττον γὰρ τὸ ληφθὲν τοῦ προσδοκωμένου . Ὁπόταν δὲ ἄξῃ ψυχὴ ἐπὶ πρᾶγμα ἑστὸς καὶ ὡμολογημένον καὶ πεπερασμένον καὶ
6158525 ἐμβαδας
οὐ φαίνεται . ἐγὼ δὲ κατάκειμαι πάλαι χεζητιῶν , τὰς ἐμβάδας ζητῶν λαβεῖν ἐν τῷ σκότῳ καὶ θοἰμάτιον . ὅτε
πλήρης , ὥστε καὶ μόλις πάνυ ὑπεδησάμην ἅπαντα δρῶν τὰς ἐμβάδας . Σώφιλος δ ' ἐν Φυλάρχῳ : γαστρισμὸς ἔσται
6157147 αἰκιζειν
: διὰ τὸ ἀεὶ ᾄδειν . Ἄκανθα : διὰ τὸ αἰκίζειν ἤγουν πλήττειν . Ἀστραπή : διὰ τὸ ἀστάτως καὶ
: διὰ τὸ ἀεὶ ᾄδειν . Ἄκανθα : διὰ τὸ αἰκίζειν ἤγουν πλήττειν . Ἀστραπή : διὰ τὸ ἀστάτως καὶ
6143554 Βουλις
ἀλλὰ Βουλίνην πόλιν φησίν , ἧς τὸ ἐθνικὸν Βουλῖνος . Βοῦλις , πόλις Φωκίδος , ἀπὸ Βούλωνος οἰκιστοῦ . οἱ
ἐπιχώριοι ὀνομάζουσιν Ἡράκλειον . κεῖται δὲ ἐπὶ ὑψηλοῦ τε ἡ Βοῦλις καὶ ἐν παράπλῳ περαιουμένοις ἐξ Ἀντικύρας ἐς Λέχαιον τὸ
6136868 κατερεικομεναι
πένθει δνοφερῷ κατέκρυψας : πολλαὶ δ ' ἁπαλαῖς χερσὶ καλύπτρας κατερεικόμεναι διαμυδαλέους δάκρυσι κόλπους τέγγους ' , ἄλγους μετέχουσαι .
ἐγένετο : ἀλλὰ κἂν ἐπὶ τοῖς ζῶσιν ἀνδράσιν εὔξομαι . κατερεικόμεναι ] κατασχίζουσαι , ἐνεργητικῶς . ἁβρογόοι ] ἁβρογόοι αἱ
6132318 ἀκελευστος
ἄταισιν ] ἤγουν πολέμοις . δαῖτ ' ] εὐωχίαν . ἀκέλευστος ] μὴ ὑπ ' ἐκείνων εἰς τοῦτο προτραπείς .
ἐμπέδως δεῖμα προστατήριον καρδίας τερασκόπου πωτᾶται , μαντιπολεῖ δ ' ἀκέλευστος ἄμισθος ἀοιδά , οὐδ ' ἀποπτύσαι δίκαν δυσκρίτων ὀνειράτων
6131899 δετας
πυρίπαιδι πᾶσαι ὑπηντίασαν Καδμηΐδες : αὐτὰρ ὁ μάργος Πενθεὺς οὐχὶ δετὰς παλάμας ἔδεεν Διονύσου , καὶ θεὸν αὐτοφόνοισιν ἀπείλεε χερσὶ
ὁπωσδήποτε κατεσκευασμέναι καὶ ἂν ἀκόσμως δεδεμέναι ὦσιν . καὶ Ὅμηρος δετὰς λέγει : καιόμεναί τε δεταί : ἴσως οὐκ αὐτάς
6125745 θρωσκει
ἐκχωρήσας δαίμονι , ὅστις τὴν ὀξύτητα τοῦ πυρὸς προσβάλλων † θρώσκει αὐτὸν † αἰσθητικῶς καὶ μᾶλλον ἐπὶ τὰς ἀνομίας αὐτὸν
ἀγκοίνῃσι λίνοιο κυκλωθεὶς ξιφίης μέγα νήπιος ἀφροσύνῃσιν ὄλλυται , ὃς θρώσκει μὲν ὑπεκδῦναι μενεαίνων , ἐγγύθι δὲ τρομέων πλεκτὸν δόλον
6122345 τραγικαις
Ἀτθὶς δ ' οἷα μέλισσα πολυπρήωνα Κολωνὸν λείπους ' ἐν τραγικαῖς ᾖδε χοροστασίαις Βάκχον καὶ τὸν Ἔρωτα Θεωρίδος . .
, τῷ ὄντι βακχείων τινὰς σκηνὰς ἀκαλύπτους πηξάμενοι ἔν τισι τραγικαῖς τριόδοις . οὗτοι δ ' οὖν πάντες οἱ ποιηταὶ
6119341 ἐντεταμενας
καὶ τὰς εἰκόνας αὐτῶν ἀνατιθέναι τοὺς πλείστους ἐν τοῖς ἱεροῖς ἐντεταμένας καὶ τῇ τοῦ τράγου φύσει παραπλησίας : τὸ γὰρ
καὶ τὰς γεφύρας εὗρον διαλελυμένας , τὰς ἐδόκεον εὑρήσειν ἔτι ἐντεταμένας , καὶ τούτων οὐκ ἥκιστα εἵνεκεν ἐς τὸν Ἑλλήσποντον
6118295 πλαστιγγας
Σκορπίου χηλῶν , ἔχει δὲ καὶ δισώμου δύναμιν διὰ τὰς πλάστιγγας . καὶ ὁ μὲν αʹ δεκανὸς φέρει πρόσωπον Σελήνης
Καὶ κλίμα Κυρήνης ὑπὸ χηλαῖς , Ἰταλίη χώρη τε πέλει πλάστιγγας ὑπ ' αὐτάς . ὡς δ ' ἄλλοι ,
6114726 ἁλμαδας
κατάπλασσε : ἄλευρον λεπτὸν ὠοῖς ὠμοῖς μίξας ἐπιτίθει : ἐλαίας ἁλμάδας μετ ' ἀλφίτων λεάνας κατάπλασσε . πρὸς δὲ τὰ
πρεσβῦτα , πότερον φιλεῖς τὰς δρυπεπεῖς ἑταίρας ἢ τὰς ὑποπαρθένους ἁλμάδας ὡς ἐλαίας στιφράς ; ἤσθιον δὲ καὶ τέττιγας καὶ
6112662 πορσω
μ ' Ἀργείων ἢ Φθιωτᾶν ἢ νησαίαν ἄξει χώραν δύστανον πόρσω Τροίας ; φεῦ φεῦ . τῶι δ ' ἁ
Τὸ προσαίνειν ἀντὶ τοῦ τρέφειν . γίνεται δὲ ἀπὸ τοῦ πόρσω , τὸ μακράν , ἐξ οὗ καὶ πόρσιον τὸ
6106723 δαμασθεν
τ ' ἔγχη δόρυ τὸ Καδμείων ἕληι ; [ ὄψηι δαμασθὲν ἄστυ Θηβαίων τόδε , ὄψηι δὲ πολλὰς αἰχμαλωτίδας κόρας
γεγενημένων ἀγαθῶν τὸ κακὸν ἀφανίζεται καὶ τὸ παλίγκοτον καὶ ἄτοπον δαμασθὲν καὶ ἀναιρεθὲν ὑφ ' ἡδονῆς θνήσκει , μάλιστα ὄλβου
6103548 Εὐλαιου
Ταξίανα λεγομένη . Ἀπὸ δὲ τοῦ κόλπου ἐπὶ τὰς τοῦ Εὐλαίου ποταμοῦ ἐκβολὰς στάδιοι χϘʹ . Κατὰ τοῦτον τὸν ποταμὸν
. . . . . . . . πγ λα Εὐλαίου ποταμοῦ ἐκβολαί . . . . . . .
6102961 καπανας
Ἑπτὰ δὲ καπάνας ἔτρεφον εἰς Ὀλυμπίαν . τί λέγεις ; καπάνας ; ναί : καπάνας Θετταλοὶ πάντες καλοῦσι τὰς ἀπήνας
ἑπτὰ δὲ καπάνας ἔτρεφον εἰς Ὀλύμπια . τί λέγεις ; καπάνας ; πῶς ; καπάνας Θετταλοὶ πάντες καλοῦσι τὰς ἀπήνας
6099977 σβεσεν
: ὁ δ ' ἐκ ποταμοῖο ῥοάων αὐτῇ ἀφυσσάμενος κυνέῃ σβέσεν ὕδατι δίψαν : γνάμψε δὲ γούνατ ' ἐλαφρά ,
' ἀνέρας ὅστις ἵκοιτο : τὴν δ ' αὐτὴ φονίῳ σβέσεν αἵματι πορφύρουσαν , χερσὶν ἀφυσσαμένη , λῆξεν δ '
6098864 ζωας
σωματικὸν καὶ ἐπίκτητον , πῶς τὰς προβαλλομένας ὑπὸ τῆς ψυχῆς ζωὰς καὶ τὰς ἀπὸ τοῦ σώματος ἐνδιδομένας δυνάμεις αὐτῇ ἔχειν
: ὥσπερ δὴ καὶ ἔνδον πάσας τὰς πεπληθυσμένας καὶ πολλὰς ζωὰς καὶ δυνάμεις τῆς ψυχῆς ἐπὶ τὸ ἓν συναιρεῖ καὶ
6095930 λεσχας
. λέσχαι : Ἀ . ἐν τῷ πρὸς Νικοκλέα . λέσχας ἔλεγον δημοσίους τινὰς τόπους , ἐν οἷς σχολὴν ἄγοντες
δὲ μόνον δακτύλους αὐλητικούς . ἀκλώστους στήμονας κοπραγωγοὺς γαστέρας λύω λέσχας παῦσαι δυσωνῶν αἰκῶς ἄκοος ἀκύκλιος ἀλλοκοτώτατον καὶ ἀλλοκοτώτερον ἀμφιμάσχαλος
6095680 προσελθῃς
ὀπώρα ” μὴ λάβῃς „ , οὐδὲ λειμὼν „ μὴ προσέλθῃς ” . ἕπου καὶ σὺ τοῖς νόμοις καὶ διψῶντα
μεθορίᾳ καὶ χώρᾳ μέσῃ . Τήρησον αὐτὸ ἀδιάφορον , μὴ προσέλθῃς περαιτέρω , μὴ ὑπερβῇς τοὺς ὅρους . Ἂν δὲ
6090081 συστολαι
μὲν τῷ μείζονι ἡμιτριταίῳ ἐπιτείνονται μᾶλλον αἵτε φρίκαι καὶ αἱ συστολαὶ τοῖς κάμνουσιν : ἐν δὲ τοῖς ἄλλοις , ὅτε
καὶ ἡνίκα μὲν ἂν ὁ ἐκ τοῦ φλεγματώδους ἐπικρατήσῃ , συστολαὶ γίνονται καὶ φρῖκαι : εἰ δ ' ὁ θερμότερος
6082749 Πολυγνωτε
παρῇ ἀπολαύειν Ἀθηνῶν . καὶ ὑπὸ τούτου μᾶλλον , ὦ Πολύγνωτε , ἐπιδιδόασιν αἱ φροντίδες , εἰ πολλοῖς μὲν ἄλλοις
, εἴ σοι ἄρα τούτων καὶ τὰς ἀμοιβάς , ὦ Πολύγνωτε , ἀποτίσομεν . Οὐ τὸ παθεῖν Ἀθήνησιν ἀδίκως καὶ
6080487 βαρυτατας
ἃ καὶ τοῖς δημόταις καὶ ταῖς γυναιξὶ λήγοντες ἐπέγραψαν εἰσφορὰς βαρυτάτας , καὶ τέλη πράσεων καὶ μισθώσεων ἐπενόησαν . ἤδη
πλήρεις καὶ ἁδράς , προσφάτους τε καὶ λευκάς , καὶ βαρυτάτας , καὶ μὴ κεκομμένας . καὶ τὰ ἄλλα πάντα
6077570 τρικυμιας
. καὶ τὰ μὲν πολλὰ τί ἄν τις λέγοι , τρικυμίας τινὰς καὶ στροβίλους καὶ χαλάζας καὶ ἄλλα ὅσα χειμῶνος
νεφέλην ἰσχυρότερος μὲν θαλάττης ἐφάνην , ἰσχυρότερος δὲ κλύδωνος καὶ τρικυμίας . ἡβᾶν δὲ αὖθις ὑπέλαβον , ἡνίκα ἐπυθόμην ἐν
6076499 ἀνορεαν
πᾶξεν ἰοστεφάνῳ ἕλκος , ἄγαλμα πόθοιο πυρισμαράγου , ὃς σβέσεν ἀνορέαν ἰσαυδέα παπποφόνου Τυρίας τ ' ἐξήλασεν . ᾧ τόδε
πᾶξεν ἰοστεφάνῳ ἕλκος , ἄγαλμα πόθοιο πυρισμαράγου , ὃς σβέσεν ἀνορέαν ἰσαυδέα παπποφόνου Τυρίας τ ' ἐξήλασεν , ᾧ τόδε
6070577 ἐξαναλωθῃ
ἡ πονέουσα , καὶ ἢν ἡ τροφὴ τῷ πυρὶ ἐοῦσα ἐξαναλωθῇ , ἡ δὲ ὑγιηρὴ ἐπικρατήσῃ : ἐν τούτῳ τῷ
τὸ κατεχόμενον ἐν αὐταῖς συγγενὲς πνεῦμα βιασάμενον τοὺς πόρους ἅπαν ἐξαναλωθῇ . τοῦτο σεισμῶν αἴτιον γίνεται καὶ τῇ Ῥώμῃ :
6070163 συγκεκαλυμμενος
τῷ τέλει κορωνίς . 〛 ὁ Προμηθεὺς ἀπαγγέλλει αὐτῷ τινὰ συγκεκαλυμμένος . ὅπως μή μ ' ὄψεται : Ἤγουν δέδοικα
τοῖς ἀκροάμασι προσπαίζων . καὶ ὑπὸ τῶν μίμων εἰσεφέρετο ὅλος συγκεκαλυμμένος καὶ ἐτίθετο εἰς τὴν γῆν ὡς εἷς ὢν τῶν
6068722 ἡλκωμενας
Ἄλλο . Μυελῷ βοείῳ ὀλίγον πηγάνου μίξας χρῶ . Πρὸς ἡλκωμένας . Στυπτηρίας σχιστῆς ⋖ ι , λιθαργύρου ⋖ δ
ἔχειν λύπην ἢ πένθος σημαίνει : ἰσχνὰς μὲν λύπην , ἡλκωμένας δὲ πένθος : καὶ γὰρ ἐν τοῖς πένθεσι λωβῶνται
6064740 αἰνεσει
. εἴ ς ' ὄψεταί τις θῆλυν ὄντ ' οὐκ αἰνέσει . ζῶ σοι ταπεινός ; ἀλλὰ πρόσθεν οὐ δοκῶ
ὅτ ' οὐδὲν ἔσται μῆχος ὠφελεῖν πάτραν , τὴν φοιβόληπτον αἰνέσει χελιδόνα . Τόσς ' ἠγόρευε καὶ παλίσσυτος ποσὶν ἔβαινεν
6063833 μετεποιησεν
γένους . ἐλευθέρους ἐποίησε πάντας τῇ φύσει , δοῦλον δὲ μετεποίησεν ἡ πλεονεξία ] . ἡ δ ' αὖ τύχη
γένους . ἐλευθέρους ἐποίησε πάντας τῇ φύσει , δοῦλον δὲ μετεποίησεν ἡ πλεονεξία . † ἡ ἐξ ἀρχόντων , νόμος
6062561 νοσουν
. κλίνη καὶ αὐτὴ λίθου . ἐπ ' αὐτῆς κεῖται νοσοῦν τὸ ἐκείνου φάσμα χειρουργίᾳ φιλοτέχνῳ : παρέστηκε δὲ ὁ
σώματος , ἢ τὸ ζῷον οὐκ ἂν ὑγιαίνοι τῷ κρείττονι νοσοῦν . κδʹ . Ἑλλανοδίκαις καὶ Ἠλείοις . Ἀξιοῦτέ με
6059682 ἀμισθος
ἔρωτος φιλία τέλος , τούτου τοῦ ἔρωτος ἔχθρα τέλος : ἄμισθος ὁ ἔρως ἐκεῖνος , μισθοφόρος ὁ ἔρως οὗτος :
. ἀσύφηλος ὕβρις : ἡ μετὰ ἀμαθίας καὶ ἀτιμίας . ἄμισθος : Σοφοκλῆς ἄμισθος ὁ ξένος πορεύεται . ἄπυρον πινακίσκον
6054903 ξανθαις
: αἱ μὲν γὰρ λευκαῖς ἵπποις ἐμπεφύκασιν , αἱ δὲ ξανθαῖς συνάπτονται , τὰς δὲ ποικίλλει μέν , ἀποστίλβει δὲ
αὐχένι . Κυδιόων : δοξάζων , χαίρων . μελιχρύσοισι : ξανθαῖς . ἐθείραις : κορύμβοις . Ὁπλίζεο : ὅπλησον .
6044953 κοπριας
οὐκ ἀποβάλλει , ἐὰν φλώμου ῥίζαν καὶ ῥάκος κόκκινον ἀπὸ κοπρίας περιάψῃς . Τινὲς τῶν γεωργικὰ γραψάντων φασίν , ὡς
ὁ τοὺς χρυσέους κραββάτους ἔχων , νυνὶ δὲ καθήμενος ἐπὶ κοπρίας : ποῦ νῦν τυγχάνει ἡ δόξα τοῦ θρόνου σου
6041030 ἀποξηραινεσθαι
ἀπὸ τῶν σιτίων ἐν τῷ σώματι , ὥστε τὴν κοιλίην ἀποξηραίνεσθαι καὶ τὴν σάρκα . Καὶ οἱ ὄρθριοι περίπατοι ἰσχναίνουσι
ἐσχάτῳ γήρᾳ συμβαίνει , καὶ τὰς τῶν νεύρων ἐκφύσεις ἀναγκαῖον ἀποξηραίνεσθαι τηνικαῦτα , καὶ διὰ τοῦτο μήτε ὁμοίως ὁρᾶν ἔτι
6037680 ὀρρομενον
πολλά . ὀρρόμενον ] ταρασσόμενον . ὀρρόμενον ] διεγειρόμενον . ὀρρόμενον ] κινούμενον . ὀρρόμενον ] ταρασσόμενον , διεγειρόμενον ,
κακὸν τὸ καθ ' ἡμῶν διεγειρόμενον καὶ ἐπαιρόμενον πολλά . ὀρρόμενον ] ταρασσόμενον . ὀρρόμενον ] διεγειρόμενον . ὀρρόμενον ]
6037310 ἀναγκᾳ
ἀλλ ' ᾧτινι μὴ λιπότεκˈνος σφαλῇ πάμπαν οἶκος βιαίᾳ δαμεὶς ἀνάγκᾳ , ζώει κάματον προφυγὼν ἀνιαρόν : τὸ γὰρ πρὶν
Διὸς ἀρχᾷ ἀλιτˈρὰ κατὰ γᾶς δικάζει τις ἐχθρᾷ λόγον φράσαις ἀνάγκᾳ : ἴσαις δὲ νύκτεσσιν αἰεί , ἴσαις δ '
6034803 κυβερνωμενον
ὧν ὥσπερ σκάφος τὸ ζῷον εὐπλοίᾳ τῇ τοῦ βίου χρήσεται κυβερνώμενον ὑπὸ τοῦ ἀγαθοῦ [ καὶ τεχνίτου ] κυβερνήτου ,
συνεπόμενον ζῆν , καὶ τὰ βραχύταθ ' ὑπ ' ἐκείνου κυβερνώμενον , οἷον ἑστάναι θ ' ὅταν ἐπιτάττῃ τις καὶ
6028381 αἰσθατον
, οὐ μὰν ἀνάπαλιν τὸ ἐπιστατὸν τᾶς ἐπιστάμας καὶ τὸ αἰσθατὸν τᾶς αἰσθάσιος . τὸ δὲ αἴτιον , ὅτι τὸ
: τὸ δὲ αἴτιον , ὅτι τὸ μὲν ἐπιστατὸν καὶ αἰσθατὸν καὶ ἄνευ τᾶς αἰσθάσιος καὶ ἐπιστάμας δύναται ἦμεν ,
6027013 Ἑρμειην
τὸ γῆρας ἐν κόποις ἀνηλώθη . Γλύψας ἐπώλει λύγδινόν τις Ἑρμείην . τὸν δ ' ἠγόραζον ἄνδρες , ὃς μὲν
τ ' ἀκοίτας . ἐξ ὥρης δ ' ἐσορῶν Ζεὺς Ἑρμείην κατέναντα κοσμεῖ μὲν πλούτῳ μύθοισί τε καὶ σοφίῃσιν ,
6026956 ἡβων
τοῦ γήρως , ἀλλ ' ἄρτιος καταβιῶναι καὶ τὰς αἰσθήσεις ἡβῶν . ιʹ . Πρωταγόρας δὲ ὁ Ἀβδηρίτης σοφιστὴς καὶ
' οὔ κέν τις ζωὸς βροτός , οὐδὲ μάλ ' ἡβῶν , ῥεῖα μετοχλίσσειεν , ἐπεὶ μέγα σῆμα τέτυκται ἐν
6022185 ἁψικορος
ἐν τῷ α , οὐχὶ σινόμωρος , ὁ λίχνος καὶ ἁψίκορος . σκορδινᾶσθαι : τὸ παρὰ φύσιν ἀποτείνειν τὰ μέλη
ἀδιόρθωτος ἐνδεὴς ἀεὶ ἀβέβαιος ἀλήτης ἐπτοημένος φορᾷ χρώμενος εὐεπιχείρητος ἐπιμανὴς ἁψίκορος φιλόζωος δοξοκόπος βαρύμηνις βαρύσπλαγχνος βαρύθυμος βαρυπενθὴς δυσόργητος ψοφοδεὴς ὑπερθετικὸς
6021835 ἐπικτητους
. εἶναι δὲ τὰς πολλὰς τῶν ἀνθρω - πίνων ἐπιθυμιῶν ἐπικτήτους τε καὶ κατεσκευασμένας ὑπ ' αὐτῶν τῶν ἀνθρώπων :
ἄνθρωπον πολυειδέστατον . εἶναι δὲ τὰς πολλὰς τῶν ἀνθρωπίνων ἐπιθυμιῶν ἐπικτήτους τε καὶ κατεσκευασμένας ὑπ ' αὐτῶν τῶν ἀνθρώπων ,
6020469 ἐνυπαρχουσας
ἀλλ ' ἐκκρίνεσθαί φησιν ἐξ ἀπείρου τοῦ στοιχείου τὰς ἐναντιότητας ἐνυπαρχούσας , ὥσπερ γε καὶ οἱ πολλὰς ὑποθέμενοι τὰς ἀρχάς
φησὶν εἶναι ἐν λόγοις , τὰς δὲ ἀληθῶς ταῖς οὐσίαις ἐνυπαρχούσας ἐν ὑποκειμένῳ . τοιαύτης δὲ οὔσης τῆς ζητήσεως ἐροῦμεν
6019651 μαινομενας
οὐδ ' ὁ Μελάμπους , ὃς μόνος τὰς Προιτίδας ἔπαυσε μαινομένας , καταστήσειεν ἄν . καὶ ἀλλαχοῦ δὲ περὶ τοῦ
πρημαινούσας τε θυέλλας ] ⌈ πεφυσσημένας [ πεφυσημένας ] καὶ μαινομένας πνοάς : πρῆσαι γὰρ τὸ ⌈ φυσσῆσαί φυσῆσαί [
6019266 λυκοψιαν
ξίφει : ἀπὸ κοινοῦ τὸ παμφαλᾶται καὶ ψηλαφᾶται καὶ ψηλαφᾷ λυκοψίαν κνεφαίαν . καὶ ταῦτα μὲν οὕτως , ἡ δὲ
γρώνας , οὖσα καὶ τυκίσματα σὺν Ὀρθάγῃ τε κρίμνα καὶ λυκοψίαν μόνον νέοις ἱδρῶτα , μωρὲ Λυκόφρον , οὐδὲν ἄλλο
6016906 Λογχη
' στιν ὁ βασιλεύς ; Ἀπόδοτέ μοι τὸν ἀσκόν . Λόγχη τις ἐμπέπηγέ μοι δι ' ὀστέων ὀδυρτά . Ὁρᾶτε
μέρει τοῦ ποδὸς , τουτέστι , τῷ ἄκρῳ πλήττειν . Λόγχη . παρὰ τὸ λίαν ἔχεσθαι ὑπὸ τοῦ χρωμένου Λίβανος
6015716 ἡκουσας
. Τριχίας δὲ καὶ τὰς πρημνάδας τὰς θυννίδας ἐπὶ δεῖπνον ἡκούσας ὑπερπληθεῖς . Εἰς αὔριον δ ' ἀντὶ ῥαφάνων ἑψήσομεν
σώματος . ἀμέλει πολλὰς ἄν σοι δείξαιμι μορφῆς μὲν εὖ ἡκούσας , τὰ δ ' ἄλλα αἰσχυνούσας τὸ κάλλος ,
6012916 πεντακλινος
ἦν , παραπλήσιον τῇ πολυτελείᾳ τῷ μεγάλῳ , καὶ κοιτὼν πεντάκλινος . καὶ τὰ μὲν ἄχρι τῆς πρώτης στέγης κατεσκευασμένα
ἦν , παραπλήσιον τῇ πολυτελείᾳ τῷ μεγάλῳ , καὶ κοιτὼν πεντάκλινος . Καὶ τὰ μὲν ἄχρι τῆς πρώτης στέγης κατεσκευασμένα
6011270 πεπυκασμενος
χιτῶνά τε εἵματ ' ἐνείκω , μηδ ' οὕτω ῥάκεσιν πεπυκασμένος εὐρέας ὤμους ἕσταθ ' ἐνὶ μεγάροισι : νεμεσσητὸν δέ
ἠέρος αἰθέρ ' ἵκανεν : ἔνθ ' ἧστ ' ὄζοισιν πεπυκασμένος εἰλατίνοισιν ὄρνιθι λιγυρῇ ἐναλίγκιος , ἥν τ ' ἐν
6003693 βουκαιος
εἰρωνείαν : ὡς εὖ τὸ τῆς ἁρμονίας εἶδος ἐρρύθμισεν ὁ βουκαῖος . ἱκανῶς τὴν τραγῳδίαν ἐποίησε καὶ ἀρίστως αὐτὴν ἥρμοσεν
πολλὰ ἐργαζόμενος ὁ φίλεργος ὁ ἐργαστικός * ἀροτρεύς : γεωργός βουκαῖος : ἢ θεριστής , ἢ βουκόλος , ὁ ζεύγεσι
6003511 ἑλιξας
ὅ ἐστι γῆ Αἰγυπτίη ] , ὕδατι διεὶς , εἰρίῳ ἑλίξας , προστίθει . Ἕτερον χολὴν καθαῖρον : σικύης ἐντεριώνην
καταφρονήσει εἴρηται . ἀπηλεγέως : πάλιν ἀντὶ τοῦ ἀφροντίστως . ἑλίξας : οἷον ἐπιστρέψας εἰς αὐτὸν τὰ ὄμματα . ἰλλόμενος
6003186 πολυφημος
περὶ προστάξεις καὶ ἀπαγορεύσεις νομοθετική : πάντα γὰρ ταῦτα ὁ πολύφημος ὡς ἀληθῶς καὶ πολυώνυμος σοφὸς κεχώρηκεν , εὐσέβειαν ,
, πολυθεάμων , πολύφωνος , πολυμελής , πολύχειρ , πολύγλωττος πολύφημος , πολύτροπος , πολύπονος , πολυπλάνητος , πολυπόρευτος ,
6003123 ἐπιῤῥιγεουσιν
; ἦρά τι ἐφιδροῦσι τὰ ἄνω ; ἦρά τι καὶ ἐπιῤῥιγέουσιν ; ἦρά γε αἱ κοιλίαι καταῤῥήγνυνται ; καί τι
. Αἱ μετὰ ἀφωνίης ἐκστάσιες , ὀλέθριοι . Αἱ τοῖσιν ἐπιῤῥιγέουσιν ἀφωνίαι , θανάσιμον : εἰσὶ δὲ κεφαλαλγέες οἱ τοιοῦτοι

Back