ὕστερον ὑπὸ Ῥωμαίων ἐλευθερωθεῖσα οὐκ ἐπῃνέθη , ἀλλ ' ἐπὶ λοιδορίᾳ παροι - μίαν ἔλαβεν „ ἐλευθέρα Κόρκυρα , χέζ | ||
δὲ Σωσίθεον ἐξέβαλον . μεταγινώσκοντα δ ' αὐτὸν ἐπὶ τῇ λοιδορίᾳ προσήκατο , εἰπὼν ἄτοπον εἶναι τὸν μὲν Διόνυσον καὶ |
τοιαῦτ ' ἐπεύχου μὴ φιλοστόνως θεοῖς , μηδ ' ἐν ματαίοις κἀγρίοις ποιφύγμασιν : οὐ γάρ τι μᾶλλον μὴ φύγῃς | ||
μάχεσθαι καὶ κινδυνεύειν ὑπὲρ αὑτῶν ἀναγκάσουσι δώροις τε καὶ ἐπαίνοις ματαίοις , ἕως ἂν ἀποθάνῃς . οἶμαι δέ σε μηδὲ |
γοῦν διαφορεῖ καὶ ἕλκη τὰ ῥυπαρὰ καὶ ϲηπεδονώδη καθαίρει καὶ ἕρπηταϲ ἰᾶται : ξηρανθεῖϲα δὲ μᾶλλον ξηραίνει . διὰ δὲ | ||
ἐν τῇ θυίᾳ , ἀγαθὸν φάρμακον ἐργάϲῃ πρὸϲ ἐρυϲιπέλατα καὶ ἕρπηταϲ καὶ ἄνθρακαϲ . κεῖται καλῶϲ ἡ κηρωτὴ ἐν τῷ |
πρὸς ταῦτα ἀμειψάμενος ἤιε ἐπὶ τὴν νέα τὴν Εὐρυβιάδεω . Ἀπικόμενος δὲ ἔφη ἐθέλειν οἱ κοινόν τι πρῆγμα συμμεῖξαι : | ||
γένος Πάριον , διαβαλόντα μιν πρὸς Ὑδάρνεα τὸν Πέρσην . Ἀπικόμενος δὲ ἐς τὴν ἔπλεε ὁ Μιλτιάδης τῇ στρατιῇ ἐπολιόρκεε |
ὡς ἕτεροί τινες λέγουσιν , οἷον Λ . τε καὶ Δημ . ὁ Ἀβδηρίτης , εὔλογα τὰ συμβαίνοντα : φασὶ | ||
. . σκαφίον : Ἀ . ἐν τῇ πρὸς τὴν Δημ . γρ . ἀπολ . ὅτι δὲ τὸ σκαφίον |
μυρίους ἀχανεῖς ἐποίησε ; καὶ μὴν οὐδὲ τῆς αἰσθήσεως ἡγεμὼν εὑρίσκομαι , τάχα δέ που καὶ δοῦλος ἀκολουθῶν ᾗ ἂν | ||
συνέφερε , καὶ τότε πατὴρ ἀναγορεύομαι , ὅτε καὶ παιδοκτόνος εὑρίσκομαι . . . ἔα με μόνην τὴν μοιχείαν θρηνεῖν |
μικροῦ γράφονται : ἑκηβόλος : ἐλαφηβόλος : πετροβόλος . Τὸ πολῶ διφορεῖται κατά τε γραφὴν , καὶ σημασίαν : ἐπὶ | ||
ἐπὶ τοῦ πιπράσκω , διὰ τοῦ ω μεγάλου γραφόμενον : πολῶ γὰρ τὸ ἀναστρέφομαι , παρ ' ὃ καὶ πόλις |
παράπαν τῆς Ἑλλάδος ᾖ ἀπεστερημένος . Κατεφάνη δὲ τῷ Δαρείῳ τεχνάζειν ἐπιστάμενος , καὶ τοὺς ἀγαγόντας αὐτὸν ἐκέλευσε μάστιγάς τε | ||
καταμαθεῖν ὧδε , ἵνα μή τι καὶ νῦν ἡμᾶς ἔτι τεχνάζειν ὑπονοῇς : αὐτός τε γὰρ ὁ βασιλεὺς σὺ τῷ |
, δι ' ὧν τοσοῦτον πλῆθος ἀπώλεσα ἐν Ἑλλάδι . αἰακτὸς ] ποταπὸς θρηνητικός . . γέννᾳ ] τῶν Περσῶν | ||
τοι . βόα νυν ἀντίδουπά μοι . οἰοῖ οἰοῖ . αἰακτὸς ἐς δόμους κίε . ἰὼ ἰώ [ Περσὶς αἶα |
δ ' εἴρωνα ἔνιοι μυκτῆρα καλοῦσιν , καὶ μυκτηρισμὸν τὴν ἐξαπάτην Μένανδρος . τῆς δὲ ῥινὸς μέρη , τὰ μὲν | ||
χιλιάρχοις γεγονότων . πείθεται τοῖς λόγοις ὁ μάντις οὐδεμίαν δεδοικὼς ἐξαπάτην καὶ τοὺς συνόντας αὐτῷ μεταστῆναι κελεύσας αὐτὸς ἠκολούθει μόνος |
ἡ ῥίζα καὶ ξηραντικὴ καὶ μετρίωϲ θερμή : ἀτρέμα γὰρ ϲτύφουϲαν ἔχει δύναμιν μετά τινοϲ γλυκύτητοϲ , ἐπὶ πλέον δὲ | ||
ἐργάϲῃ . Χρυϲοκόμη ἡ καὶ χρυϲῖτιϲ . δριμεῖαν ἅμα καὶ ϲτύφουϲαν ἔχει δύναμιν ἡ ῥίζα : διόπερ οὐδὲ πολύχρηϲτόϲ ἐϲτιν |
- στῆρσιν ἀείδων ἀνάγκῃ , ὃς τοὺς ἐφεδρεύοντας τῇ Πηνελόπῃ ἐβδελύττετο . κοινῶς δέ που πάντας τοὺς ἀοιδοὺς αἰδοίους τοῖς | ||
. ὅθεν καὶ πάρδος : ὁρμητικὸν γὰρ τὸ ζῷον . ἐβδελύττετο : ἀντὶ τοῦ “ ἐμίσει ” . χαριέντως δ |
βαρύνεται ἐν τῷ ὀφθαλμὸς ἕεις ἐπέκειτο μετώπω . ἵνα τὴν ὀνοματικὴν σημασίαν ἀποφήναι : οὕτως Ἡρωδιανὸς περὶ μονοσυλλάβων . Εἰς | ||
τὰ ὀνοματικὰ ἐπιρρηματικῶς νοούμενα τῇ ἐξ αὐτῶν παραθέσει εἰς τὴν ὀνοματικὴν ὑποστρέφει σύνταξιν . τὸ γὰρ ταχὺ ἐλθὸν παιδίον δυνάμενον |
τῶν αὐτῶν λα ιβ , διὰ τοῦτο δὲ καὶ τὴν ΕΚΘ συνάγεσθαι ιη λϚ . καὶ τῶν μὲν περιμέτρων ἄρα | ||
ΕΓΑ ἴση ἐστί , τουτέστιν ἡ ὑπὸ ΣΞΝ τῇ ὑπὸ ΕΚΘ : ὅμοια ἄρα ἀλλήλοις τὰ ΕΚΘ , ΜΞΝ τρίγωνα |
Ἰσχυρόν ἐστι πρᾶγμ ' ἀλήθει ' ὡς φύσις . Ἰατρὸς ἀδόλεσχος ἐπὶ τῇ νόσῳ νόσος . Ἴσον ἐστὶν εἰς πῦρ | ||
Λάλος , φλύαρος , κομπώδης , ὀχληρός , ἀπεραντολόγος , ἀδόλεσχος , κουφολόγος , ἀθυρόγλωσσος , γλώσσαλγος , προσκορής , |
ἄγχομαι , [ φλυαρῶ , περιβάλλομαι , ] κατατυγχάνω , προσλαλῶ , συνεπερείδομαι , συλλαλῶ , κατατυγχάνω , καταμέμφομαι , | ||
ἔρχομαι , προσέρχομαι δὲ Ἀπολλωνίῳ , πρὸς Τρύφωνα λαλῶ καὶ προσλαλῶ Τρύφωνι , καὶ ἔστι μέν που καταφέρω οἶνον , |
τῆς πρὸς τοὺς φίλους εὐνοίας , τινὲς δὲ τοῦ ἐγγύου προπέτειαν καὶ μανίαν κατεγίνωσκον . πρὸς δὲ τὴν τεταγμένην ὥραν | ||
παραλόγως τισὶ δοκούσῃ γενέσθαι , οἱ μὲν Ἀντιόχου φίλοι τὴν προπέτειαν αὐτοῦ τῆς εἰς Ῥωμαίους διαφορᾶς καὶ τὴν ἐξ ἀρχῆς |
εὐφημισμὸν , ἀντὶ τοῦ πόῤῥωθέν σε ἀσπάζομαι , οἷον οὐ προσποιοῦμαι ὅτι πάρει . Χάλαζα . παρὰ τὸ χαλᾶσθαι ἄνωθεν | ||
οὐδὲν εἰδὼς φιλοσοφεῖς , ” ἔφη , “ εἰ καὶ προσποιοῦμαι σοφίαν , καὶ τοῦτο φιλοσοφεῖν ἐστι . ” πρὸς |
διὰ τὸ μὴ κολάζειν τὴν ἐπιθυμίαν ἀκόλαστος ἀκούει τίς . Ἄρδην : παρὰ τὸ ἀρδῶ ἄρδην : ὡς φύρω φύρδην | ||
εἰς εὐποιίαν μὴ ἀναμείναντες οὐκέτι κόλακες ἀλλὰ φίλοι νομίζονται . Ἄρδην ἀπόλωλά σοι : ὁ γὰρ χθὲς εὐπάρυφος , πιναροῖς |
βούλῃ . Ὡμολόγηκα , ἔφην : οὐκ ἔστιν γάρ μοι ἀνάδυσις , ὦ Εὐθύδημε . Ἴθι δή μοι εὐθύς , | ||
τὰ ὀνόματα : τὰ δὲ πράγματα ἄρνησις , ἐξωμοσία , ἀνάδυσις , ἀναφυγή , ἀναχώρησις , ἀντιλογία , παραίτησις . |
διαπονουμένους , ὑπερασπίσαι τε τοῦ ἀδελφοῦ καὶ εἰπεῖν τοῦτο . Γραῶν ὕθλοι : ἐπὶ τῶν μάτην ληρούντων . Γηράσκω αἰεὶ | ||
βακχεύει : ἐπὶ τῶν παρ ' ὥραν τι διαπραττομένων . Γραῶν ὕθλοι : ἐπὶ τῶν μάτην ληρούντων . Γραῦς ἀνακροτήσασα |
τόκος ἐστὶ λῦσαι . ὀξεῖαν γὰρ τὴν ἠρεθισμένην ἢ τὴν εὐεπίφορον : ὁ δὲ ὀφείλων ἐπιδιδοὺς τόκον ἄμεμπτος γίνεται : | ||
. τἄπη τῇ βακτηρίᾳ : ὡς εἰς τοῦτο τὸ μέρος εὐεπίφορον ὄντα τὸν Ἕρμιππον σκώπτει : οἱ δὲ Σιμέρμωνα τὸν |
προσλαλῶ , ἀμφιβάλλω , ἀμοι - βαδίζω , βακχεύω , ἀναστρέφομαι , ἐπηρεάζω , εἰρωνεύομαι , δικολογῶ , προφασίζομαι , | ||
τῇ χύτρᾳ . ἐτυμολογεῖται δὲ ἀπὸ τοῦ πέλω : τὸ ἀναστρέφομαι . ἐνταῦθα δὲ πέλανον τὴν θυσίαν φησί . . |
, παρὰ τὸ θαρρεῖν . βαρβαρίζει δὲ ὡς δοῦλος . κομψευριπικῶς : ἀντὶ τοῦ εὐριπιδικῶς καὶ δεινῶς , οἷον πανούργως | ||
εἴποι περιεσταλμένως καὶ λεληθότως , οἱονεὶ μὴ φανερῶς . Γ κομψευριπικῶς : πανούργως ὡς ὁ Εὐριπίδης . κομψευριπικῶς ] πανούργως |
μάθε . Κριὸς μὲν ἑπτὰ καὶ δέκα μοίρας ἄγει , Λεπτὰ δὲ τριάκοντα σὺν λοιποῖς δύο : Ταῦρός τε μοίρας | ||
δύο : Ταῦρός τε μοίρας εἴκοσί τε καὶ μίαν , Λεπτὰ δὲ πάλιν ἐννέα τε καὶ δέκα : Οἱ Δίδυμοι |
πάσχεις . ἀποκριθεὶς δὲ ὁ Προμηθεύς φησι πρὸς αὐτόν : τρυφῶ καὶ χαίρω τοιαῦτα πάσχων κακά ; οὕτως εἴθε τοὺς | ||
κοινή : τρυφερός : τρυφὲν , κλασθέν : τρύζω : τρυφῶ : τρύχεται : τρύγει , ξηραίνει : τρύγα πυθμένα |
ἐβουλόμην μέν , ὦ ἄνδρες δικασταί , μὴ λίαν οὕτως Ἁγνόθεον πρὸς χρήματα ἔχειν αἰσχρῶς , ὥστε τοῖς ἀλλοτρίοις ἐπιβουλεύειν | ||
Ἐβουλόμην μέν , ὦ ἄνδρες δικασταί , μὴ λίαν οὕτως Ἁγνόθεον πρὸς χρήματ ' ἔχειν αἰσχρῶς ὥστε τοῖς ἀλλοτρίοις ἐπιβουλεύειν |
τεμεῖ τὰ ἀπειλημμένα τμήματα : ἴση ἄρα ἐστὶν ἡ μὲν ΑΕΚ περιφέρεια τῇ ΚΗΓ περιφερείᾳ , ἡ δὲ ΑΝ τῇ | ||
τῷ Ε σημείῳ τῇ ὑπὸ ΜΠΞ γωνίᾳ ἴση ἡ ὑπὸ ΑΕΚ , καὶ διὰ τοῦ Κ ἐφαπτομένη τῆς τομῆς ἤχθω |
διαφερόμενος . νῦν δέ μοι πάντων πραγμάτων λυπηρότατον συμβέβηκεν . ἀδικοῦμαι γὰρ ὑπὸ τῶν δημοτῶν , οὓς περιορᾶν μὲν ἀποστεροῦντας | ||
δὲ μᾶλλον ὠφελίμῳ ἢ λίαν ἐπιζημίῳ συμβούλῳ χρῆσαι . Ἐρρωμενέστερον ἀδικοῦμαι τῷ παντὶ ἢ τιμωροῦ - μαι , Πολύδευκες , |
τῇ κόνει . κατεσποδημένοι ] σποδῷ κεκονιαμένοι . κατεσποδημένοι ] κεκονιαμένοι . κατεσποδημένοι ] πεπτωκότες . θ κατεσποδημένοι ] ἐπὶ | ||
δυσχερῶς , ἀλλ ' ἀληθῶς καὶ ἀναμφιβόλως εἰσὶ τῇ σποδῷ κεκονιαμένοι , κατακεχωσμένοι , ἀνῃρημένοι . . ἀμφιλέκτως ] ἀμφιβόλως |
ἔχοι τηκτὸς μόλυβδος , ἐξαναστήσω ς ' ἐγὼ πρὶν ὧι πέποιθας παῖδ ' Ἀχιλλέως μολεῖν . πέποιθα . δεινὸν δ | ||
σε ἀσφαλῶς ἐπὶ τὴν ἀπολογίαν . εἰ δὲ μηδὲν ἀδικεῖν πέποιθας , ἴθι καὶ λέγε τὰ δίκαια περὶ σαυτοῦ πρὸς |
καὶ εἰς μερίμνας ἐμβάλλεσθαι . . ΑΛΛ ' ΕΜΠΗΣ ΚΑΙ ΤΟΙΣΙ ΜΕΜΙΞΕΤΑΙ . Τοῦτο δέ φησι , πρὸς τὸ μὴ | ||
ἤτοι ἐν τοῖς κοιλώμασι τῶν στελεχῶν , μελίσσας . . ΤΟΙΣΙ ΦΕΡΕΙ ΜΕΝ . Τούτοις τοῖς κατὰ δίκην ζῶσιν , |
ΡΟ ἴση ἐστὶν τῇ Ν͵Γ : ἡ Ν͵Γ ἄρα τῆς Ν͵Δ μείζων ἐστὶν ἡ ἐλάσσων τῆς μείζονος , ὅπερ ἀδύνατον | ||
τῆς ͵ΔΛ , μείζων ἄρα ἢ διπλῆ ἡ ΡΟ τῆς Ν͵Δ , ὅπερ ἀδύνατον : οὐκ ἄρα ἴση ἐστὶν ἡ |
' ἀκμῆτες ἄνδρες ἀϋτῇ ὤσαιμεν . ” ἀκάκητα ἀντὶ τοῦ ἀκακήτης , τῇ κλητικῇ ἀντὶ τῆς εὐθείας . λέγεται δὲ | ||
ὁ γυμνήτης καὶ Οἰδίπους Οἰδίποδος Οἰδιπόδης , οὕτως καὶ ἀκάκητος ἀκακήτης , . , . Ἀκαλήφη : ἔστιν οὖν 〚 |
ἔλθῃ . ματίῃ ματαιότητι : “ ἡμετέρῃ ματίῃ . ” μαχλοσύνη ἀκολασία , καταφέρεια . μεγαλίζομαι μεγαλύνομαι , μεγαλαυχῶ . | ||
' ἄνδρες ἐνείκεον εἵνεκα ποινῆς , διεφέροντο . καὶ ἡ μαχλοσύνη κοινῶς ἐπὶ γυναικὸς μανίᾳ : δέδωκε δ ' αὐτῷ |
„ . Φιλόξενος . . . . . ἄρυστις : ἄρυστις : ἄρυσις καὶ ἄρυστις . οὕτως Φιλόξενος . . | ||
. . . . ἄρυστις : ἄρυστις : ἄρυσις καὶ ἄρυστις . οὕτως Φιλόξενος . . . . . ἀφήτωρ |
ἐλεφαίρω παρὰ τὸ ζῶ εἰρῆσθαι . Ἔρδω . παρὰ τὸ ῥέζω , τροπῇ τοῦ ζ εἰς δ , καὶ μεταθέσει | ||
τοῦ ρ εἰς τὸ α , ὡς καὶ ἐπὶ τοῦ ῥέζω ἕρδω . οὕτως Ἡρωδιανὸς ἐν τῇ Καθόλου , . |
Ἀλεξάνδρου τοῦ Πάριδος , εἰ μὴ ἄχθῃ αὐτῷ σφόδρα . Ἄχθομαι μέν , οὐ χεῖρον δὲ ἀκοῦσαι . Φησὶ τοίνυν | ||
τὸ δὲ φενακίζειν προσόν ἔμβαμμα τοῖς ἄρτοις πονηρὸν γίγνεται . Ἄχθομαι δ ' ἀπολωλεκώς ἀλεκτρυόνα τίκτουσαν ᾠὰ πάγκαλα . Μᾶζαι |
παρὰ ῥῆμα ἢ θηλυκά , οἷον ὀλυμπιονίκης μισογύνης μυροπώλης οἰνοπράτης σκυτοδέψης . Σεσημείωται τὸ ἀγκυλοχείλης : ἔχει δὲ ἀπολογίαν , | ||
, πανδοκεύς , πορθμεύς , μαστροπός , ὑπηρέτης , βυρσοδέψης σκυτοδέψης , ἀλλαντοπώλης . εἰ δὲ καὶ μὴ διὰ πασῶν |
ἐνταῦθα , ἐν αὐτῷ τῷ τόπῳ . κακκᾶν ] τὸ χέσειν : ἤγουν ἐνταῦθα ἔχεσα . πηδᾶν ] κινεῖσθαι . | ||
' ] καὶ κράζοντα , φωνοῦντα . χεζητιῴην ] ὀρέγομαι χέσειν , ἐπιθυμῶ . βούλομαι χέσαι . , χέσαι θέλω |
Ἀπαιόλη ] ἀποστέρησις . Ἀριστοφάνης ὀξεῖαν τὴν ἐσχάτην φησίν , Ἀπαιολή . ἐρωτηματικῶς . βοάσομαί γ ' ἄρα : διπλῆ | ||
Ἀπαιόλη ] ἀποστέρησις . Ἀριστοφάνης ὀξεῖαν τὴν ἐσχάτην φησίν , Ἀπαιολή . ἐρωτηματικῶς . βοάσομαί γ ' ἄρα : διπλῆ |
, γεύμασί τε πᾶσιν ἡδέως εἶχον , οἵ τε πυρετοὶ πρηέες μετὰ ταῦτα : χρόνια δὲ τουτέοισι τὰ περὶ τὴν | ||
. Τῶν γὰρ πυρετῶν οἱ μὲν δακνώδεες , οἱ δὲ πρηέες , καὶ οἱ μὲν σφοδροὶ οἱ δὲ ἀμυδροὶ οἱ |
Καλλίας ὁ Ἱππονίκου , Κριτέας ὁ Καλαίσχρου , Ἀλκιβιάδης παρὰ Προνόμου τοῦ μεγίστην ἐσχηκότος δόξαν . Ἀριστόξενός τε καὶ Ἐπαμεινώνδας | ||
φησὶ μαθεῖν τὴν αὐλητικὴν οὐ παρὰ τοῦ τυχόντος , ἀλλὰ Προνόμου , τοῦ μεγίστην ἐσχηκότος δόξαν . . . . |
, Δακτύλους κληθῆναι . Σοφοκλῆς δὲ αὐτοὺς Φρύγας καλεῖ ἐν Κωφοῖς Σατύροις . Δάκτυλοι Ἰδαῖοι : ἑκατέρους πέντε φασὶ τούτους | ||
, Δάκτυλοι κληθῆναι . Σοφοκλῆς δὲ αὐτοὺς Φρύγας καλεῖ ἐν Κωφοῖς Σατύροις . : Ἔτι δὲ Κρόνου τινὲς τοὺς Κορύβαντας |
δὲ ἐκ τρίτου προσκατηγορουμένου ὑπῆρχον ρμδ . γίνονται οὖν ἅπασαι σις , ταύταις προστιθέμενοι οἱ τρεῖς τρόποι καὶ τριπλασιάζοντες ποιήσουσιν | ||
προέκοπτεν . αὐτοῖς : τοῖς πολιορκοῦσιν . ἡ αἵρε - σις : σημείωσαι αἵρεσις ʃ ἡ πόρθησις . ἐνταῦθα : |
Ἀπόλλων σκαιὸς ἦι , τίνες σοφοί ; ὅστις μ ' ἔχρησας μητέρ ' , ἣν οὐ χρῆν , κτανεῖν . | ||
τέκνων . τίν ' , ὦ παῖ πρόμαντι Λατοῦς , ἔχρησας ὑμνωιδίαν ; πόθεν ὁ παῖς ὅδ ' ἀμφὶ ναοὺς |
ἅπτεται φρενῶν . Εἶἑν . Ἐν παιδοτρίβου δὲ τίνα πάλην ἐμάνθανες ; Κλέπτων ἐπιορκεῖν καὶ βλέπειν ἐναντίον . Ὦ Φοῖβ | ||
μυρίοις . Ταῦτα ἤκουες παρὰ τοῖς φιλοσόφοις , ταῦτ ' ἐμάνθανες ; οὐκ οἶσθ ' , ὅτι στρατεία τὸ χρῆμά |
διὰ τῆς ἑρμηνείας τῇ μιμήσει παρεγκλίνας συνέγραψεν ἓν τῶν παραγγελμάτων φορτικώτερον τοῦ ῥηθέντος , Εὐριπίδης δὲ τὴν ἐν τῷ Θησεῖ | ||
ἡ νόσος [ δέ σου ἔσθ ' ἣν διῆλθες . φορτικώτερον [ δέ τι ἐπέρχεταί μοι , τρόφιμεσυγγνώμην [ δ |
. : τὴν κειμένην , φησί , τῶν ὀνομάτων χρῆσιν ἀντήλλαξαν . καὶ ἐπιφέρει εὐθὺς καθ ' ἕκαστον ʃ ἀξίωσιν | ||
κινούμενοι , ταραττόμενοι . Μόρον : θάνατον . ἠμείψαντο : ἀντήλλαξαν . πολυκμήτων : πολυκοπιάστων , πολυκόπων , πολυπαθήτων . |
καὶ προπαροξύνεται , ὅπερ ἐπὶ τούτων οὐκ ἔστιν . Τοῖς Δημοσθένεσι μόνως . Ἐνταῦθα τὴν δοτικὴν τῶν πληθυντικῶν κανονίζει : | ||
παρὰ τὸ ἔθος καὶ ἦθος , συνήθων εὐήθων . Τοῖς Δημοσθένεσι μόνως . Πᾶσα συναίρεσις ἀπὸ καθαρῶν γίνεται φωνηέντων : |
χοροῖσιν ἐμπαίζει τε καὶ κλῇδας γάμου φυλάττει . ἤγουν ἡ Γαμηλία . Ἀργεῖον τέμενος ] Ἡ πόλις τὸ Ἄργος . | ||
Τηλέφης , ὡς Μαρσύας ὁ νεώτερος ἐν πέμπτῳ Μακεδονικῶν . Γαμηλία : Δημοσθένης ἐν τῇ πρὸς Εὐβουλίδην ἐφέσει καὶ Ἰσαῖος |
ἔτι : εἰς τὸ σπυρίδιον ἰσχνά μοι φυλλεῖα δός . Ἀπολεῖς μ ' . Ἰδού σοι . Φροῦδά μοι τὰ | ||
γὰρ εἰπάτω . Ζεύς , ὡς λέλεκται τῆς ἀληθείας ὕπο Ἀπολεῖς : ἐρεῖ γὰρ ληκύθιον ἀπώλεσεν . Τὸ ληκύθιον γὰρ |
ἐκκλήισομέν σφας ἄλλον ἄλλοσε στέγης . καὶ τόν γε μὴ σιγῶντ ' ἀποκτείνειν χρεών . εἶτ ' αὐτὸ δηλοῖ τοὔργον | ||
Ἀπόλλων δ ' ἐν βροτοῖς ὀρθῶς καλῆι , ὅστις τὰ σιγῶντ ' ὀνόματ ' οἶδε δαιμόνων . Ὑμὴν Ὑμήν . |
τῇ ἐπὶ Δηλίῳ ἀριστείᾳ , οὐδὲ τῇ πρὸς τοὺς δικαστὰς ὑπεροψίᾳ , οὐδὲ τῇ ἐπὶ τὸ δεσμωτήριον ὁδῷ , οὐδὲ | ||
καὶ χρήματα , οἷς ὠνούμενοι τὰς ἐπεισάκτους ἀγορὰς ἐν πολλῇ ὑπεροψίᾳ ἦσαν τοῦ κακοῦ , τοῖς δὲ δημόταις ἀμφότερα ταῦτ |
. κατὰ Σαρπηδόνιον χῶμα ] κατὰ τὴν Σαρπηδονίαν ἄκραν . ἴυζε καὶ λάκαζε ] μάτην λήκει καὶ βόα . οὐχ | ||
. ἀμφυγᾶς τίν ' ἔτι πόρον τέτμω γάμου λυτῆρα ; ἴυζε δ ' ὀμφάν , οὐράνια μέλη λιτανὰ θεοῖσι καὶ |
ὁ Ἀλκιβιάδης . κοπεῖσαι : ἐπὶ τοῦ κακοπαθῆσαι καὶ οἱονεὶ κοπιᾶσαι εἴρηται ἐξάγγελτοι : ἤγουν δῆλοι . ʃ ἡ διάνοια | ||
ὁδὸν πορευθῆναι ἐπ ' ἀγαθῷ . ἐν ἄλλοις δὲ πολλὰ κοπιᾶσαι καὶ ὀλίγα κτήσασθαι δηλοῖ . Ὀφθαλμοῦ ἀριστεροῦ τὸ ἄνω |
ἔλεγε περιπεσόντες ταῖς ὕβρεσιν , ἃς ἐκάλεσαν ἄτας . . ὙΒΡΙΣ ΓΑΡ ΤΕ ΚΑΚΗ ΔΕΙΛΩι ΒΡΟΤΩι . Ἡ ὕβρις γὰρ | ||
τοῖς πονηροῖς τὴν τοιαύτην ζωήν . . ΟΙΣ Δ ' ὙΒΡΙΣ ΤΕ ΜΕΜΗΛΕ , Οὐκ οἶδα ποίαν ἀβελτηρίαν τῶν ἀνδρῶν |
τῆς ἐναντίας ῥᾳθύμους , ἐρωτικούς , τεθηλυσμένους , γυναικώδεις , ἀτόλμους , ἀδιαφόρους , καταφερεῖς , ἐπιψόγους , ἀνεπιφάντους , | ||
κατα - λείποντας τὰς συμβιώσεις εὐγνώμονας μὲν δειλοὺς δὲ καὶ ἀτόλμους παρίστησιν . Εἰ δέ τι τῶν μὴ ἐπιπολαζόντων ἀλλὰ |
γὰρ παρ ' ἡμῶν Διὸς ἑταιρείου , πάτερ . Ἀμειψίας Σφενδόνῃ : λαγὸν ταράξας πῖθι τὸν θαλάσσιον . Μένανδρος Αὐλητρίσι | ||
ἔμελλεν ἀναιρήσεσθαι τὸ ἐπιδιακείμενον ἀργύριον . ἐν δὲ τῇ Ἀμειψίου Σφενδόνῃ ὅ τε τρόπος δεδήλωται τῆς κυβείας καὶ προσείρηται ὅτι |
συστολὴν ἀκή , . , . * . Ἀκηδής : ἀφρόντιστος , ἀνελεήμων , κηδεμόνα μὴ ἔχων , . , | ||
ἡ ὀξύτης τὴν ὀξύτητα . . . . ἀκηδής : ἀφρόντιστος , ἀνελεήμων , κηδεμόνα μὴ ἔχων : παρὰ τὸ |
ἐκπλύνειέ σε ] ἐπὶ συνουσίᾳ εἶπε . αἰσχρῶς ἐπὶ συνουσίᾳ καπηλικῶς ] τεθρυμμένως . πανουργικῶς : ἐπικαλύπτει γὰρ τὸ εἶδος | ||
ἐπισκίως , κρυψίνως , ὑπούλως , πολυτρόπως , παλιμβόλως , καπηλικῶς , μεταβλητικῶς , μισθαρνικῶς μισθοφορικῶς , καταπεπλασμένως , πεπλασμένως |
δ ' ἄλλο τὸ ἔνδον ἀϲθενὲϲ ὑπάρχει . Μάραθρον . Θερμαίνει μὲν ἰϲχυρῶϲ , ὡϲ ἐκ τῆϲ τρίτηϲ ἤδη δύναϲθαι | ||
πῶϲ ἐϲτι πρὸϲ τὰ διαφορήϲεωϲ ἰϲχυροτέραϲ δεόμενα . Μελάνθιον . Θερμαίνει μὲν καὶ ξηραίνει κατὰ τὴν τρίτην τάξιν , ἔοικε |
. . . . , . , . Κατὰ Πολυεύκτου ἐκφυλλοφορηθέντος ὑπὸ τῆς βουλῆς ἔνδειξις : πάλαι θαυμάζω ὑμῶν . | ||
ἐπεσημαίνετο τὴν αὑτοῦ γνώμην . Δείναρχος ἐν τῷ Κατὰ Πολυεύκτου ἐκφυλλοφορηθέντος . . . . παλίμβολον : Αἰσχίνης ἐν τῷ |
ι , καὶ γίνεται κατὰ μεταπλασμὸν τῇ ὑσμῖνι καὶ τῇ Δωδῶνι διὰ τοῦ ι μόνου , ὡς παρὰ τῷ ποιητῇ | ||
, καὶ παρὰ Καλλιμάχῳ . . μή με τὸν ἐν Δωδῶνι λέγοι μόνον : καὶ ἰδοὺ ταῦτα εἰς νι λήγουσι |
τὸ φῶ παράγωγον φάζω , καὶ πλεονασμῷ τοῦ σ , σφάζω . Στατήρ . παρὰ τὸ ἵστημι , στήσω , | ||
καὶ κοιλότητες : σφὰξ ἡ σχισμὴ , ἐξ οὗ καὶ σφάζω καὶ σφαγή : ἐν τῇ σφαγῇ γὰρ σχισμὴ γίνεται |
: πλεύσεως . ὀϊζύος : κόπου . μογέουσιν : μογέω κακοπαθῶ . Δυσκελάδοισι : δυσήχοις . συνιππεύοντες : συμπεριπατοῦντες , | ||
. τάλας : τάλας : παρὰ τὸ τάλλω , τὸ κακοπαθῶ , ἔνθεν Ἡσίοδός φησιν ” ἐτρέφετ ' ἀτάλλων ” |
σε καὶ οὐ δύναμαι προλιπεῖν δύστηνον ἐόντα , οὕνεκ ' ἐπητής ἐσσι καὶ ἀγχίνοος καὶ ἐχέφρων . ἀσπασίως γάρ κ | ||
. . . . , . . . . . ἐπητής , τοῖς παλαιοτέροις , . , . : ὡς |
μονάδων ἔμελλεν ἀναιρήσεσθαι τὸ ἐπιδιακείμενον ἀργύριον . ἐν δὲ τῇ Ἀμειψίου Σφενδόνῃ ὅ τε τρόπος δεδήλωται τῆς κυβείας καὶ προσείρηται | ||
ὀρειχάλκου μέταλλον οὐδέπω καὶ νῦν εἰς πίστιν ἥκει βεβαίαν . Ἀμειψίου δὲ ἐν Μυχοῖς μιλτωρυχίαν εἰπόντος , εἴη ἂν ἐν |
' αὖ Μηριόνης Τρώων ἕλεν ἄνδρα κορυστὴν Λαόγονον θρασὺν υἱὸν Ὀνήτορος , ὃς Διὸς ἱρεὺς Ἰδαίου ἐτέτυκτο , θεὸς δ | ||
λόγῳ εὑρεῖν θετικὸν κεφάλαιον , οἷον ἐν τῷ Δημοσθένους κατὰ Ὀνήτορος ἐξούλης , εἰ ἀληθεῖς αἱ βάσανοι , καὶ ἐν |
γεωργίας γλυκύ . Λυπεῖ με δοῦλος μεῖζον οἰκέτου φρονῶν . Ἔργον γυναικὸς ἐκ λόγου πίστιν λαβεῖν . Τοῦτ ' ἐστὶ | ||
φίλους βλαπτόντων . Ἐῤῥίφθω κύβος : ἐπὶ τῶν διακινδυνευόντων . Ἔργον ὄνον ἀποτρέψαι κνώμενον : ἐπὶ τῶν ἀπάγειν τινὰς βουλομένων |
δὲ ῥίζα ξηρὰ πταρμικόν ἐϲτι φάρμακον . Βάτραχοι ἐπὶ μὲν θηριοδήκτων ζωμιϲτοὶ ἐϲθίονται , κεκαυμένων δὲ αὐτῶν ἡ τέφρα ξηραντικωτάτη | ||
θερμασίας πληροῦντα τὸ σύγκριμα . Καταπλάσματα λυσσοδήκτων καὶ τῶν λοιπῶν θηριοδήκτων τηροῦντα ἐπὶ πολὺ τὸ δῆγμα ἀκατούλωτον . Σκόρδα , |
παιδὸς ἀποστερηθῶ , ἀλλὰ καὶ αὐθέντην προσκαταγνωσθέντα ὑφ ' ὑμῶν ἐπίδω αὐτόν . Εἰς τοῦτο γὰρ τόλμης καὶ ἀναιδείας ἥκει | ||
τοῖς τοιούτοις ἔπαγε : ἀλλὰ τί ταῦτα διαπραξόμεθα ; πῶς ἐπίδω καὶ κατὰ τῶν συκοφαντῶν καὶ κατὰ τοῦ Φιλίππου καλῶς |
Σωκράτους ἐκβάλλοντος τὰ δαιμόνια . Θ ἀδολεσχία Θ : τῇ ἀδολεσχίᾳ τῶν φιλοσόφων ὑπαχθέντος καὶ πεισθέντος . Θ ἀντὶ τοῦ | ||
μηδέ μ ' ἐπιτρίψῃς , ἀλλὰ συγγνώμην ἔχε ἐμοῦ παρανοήσαντος ἀδολεσχίᾳ . καί μοι γενοῦ ξύμβουλος , εἴτ ' αὐτοὺς |
, καῦσον ἄλλας ἡμέρας γʹ , ἵνα γένηται ξανθόν . ΧΑΛΚΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΣ . Λαβὼν χαλκὸν κύπριον , καὶ δεῖ κροτεῖν | ||
καὶ ἐκπυρὶ αὐτὸν , καὶ γίνεται λευκός . ΑΛΛΗ ΠΟΙΗΣΙΣ ΧΑΛΚΟΥ ΚΕΚΑΥΜΕΝΟΥ . Λαβὼν σανδαράχην καὶ θεῖον ἄπυρον , κοράλλιον |
. ἀλλ ' ἤδη αὐτὰ ἀφαιροῦμαι : οἷον , οὐ διστάζω . ἐπεὶ εἶπε σπουδάσεις , λέγει οὐ σπουδάσω λόγοις | ||
' εἰκών : φέρ ' ἰδώμεθα , μὴ Βερενίκας : διστάζω , ποτέρᾳ φῇ τις ὁμοιοτέραν . Λύσιππε , πλάστα |
, ἢ παρ ' ὑμῶν ἀδίκως καὶ ἀναξίως ἀποθανεῖν . καταρῶμαι γοῦν ὑμῶν τῇ πατρίδι , καὶ θεοὺς μαρτύρομαι , | ||
σέ . ἐγγραφῇς ] καταταγῇς . εὔχομαι ] ἀντὶ τοῦ καταρῶμαι . Γ τευθίδες : εἶδος ἰχθύων . Γ τευθίδων |
τὸ ἀντιγράφειν τῷ Λυσίου λόγῳ καὶ ἁμιλλᾶσθαι βασκάνου τινὸς καὶ φιλονείκου νέου ἔοικεν εἶναι , κωμῳδοῦντος τὸν ῥήτορα καὶ εἰς | ||
τὸ παντάπασιν ἀνανταγώνιστον . ἐρεθίζεται γὰρ ἀεὶ ῥᾳδίως ὑπὸ τοῦ φιλονείκου πρὸς τὸ φιλόπονον ἡ ψυχή . διὰ τοῦτο οὐκ |
δωροῦμαι , εἰς δῶρον αἱρῶ καὶ εἰς δῶρον αἱροῦμαι , ἀποτρέπομαι , εὐωχοῦμαι , καταρῶμαι , ἐκλαλῶ , ἀλλοτριοῦμαι , | ||
ἀθυμίαν παρέσχεν , ἅπαντ ' ἐρῶ πρὸς ὑμᾶς καὶ οὐκ ἀποτρέπομαι , ὅτι πολλῶν καὶ μεγάλων καὶ καλῶν ὄντων ὧν |
, οἱ δὲ τὴν ἴυγγα , ὡς κεῖται ἐν τῇ κωμικῇ λέξει , λέγουσιν . ἢ καὶ ἄλλως : μίνθος | ||
εἰς σπονδὰς καὶ διαλλαγάς . ὅθεν ὁρᾶται τόδε τὸ δρᾶμα κωμικῇ καταλήξει χρησάμενον : διαλλαγαὶ γὰρ πρὸς Μενέλαον καὶ Ὀρέστην |
[ Ὀθρωνοῦ πέλας ” ] . ὁ οἰκῶν Ὀθρώνιος . Οἰάνθη , πόλις Λοκρῶν . Ἑκαταῖος Εὐρώπῃ . Ἑλλάνικος δὲ | ||
δὲ Λοκροί : ἐν δὲ Χάλαιον πόλις , ἐν δὲ Οἰάνθη πόλις . . Οἰάνθη : πόλις Λοκρῶν . Ἑκαταῖος |
οἴνῳ τε καὶ λουτροῖς τοῖς κατὰ συνήθειαν καὶ τῇ καθόλου διαχύσει τῆς ψυχῆς καὶ ὕπνοις ἱκανοῖς . δυσπαθεστέρου δὲ γινομένου | ||
ἐπὶ διασυρμῷ τοῦ πέλας λεγόμενον : γελοῖον δὲ τὸ ἐπὶ διαχύσει τῶν ἀκροατῶν : εὐτράπελον δὲ τὸ μετὰ σεμνότητος χαριέντως |
συγκατῴκισέ τινι ὄνομα Σαμιάδῃ . οὗτος μὲν οὖν συμβιώσας τῇ γαμηθείσῃ χρόνον ἐνιαύσιον ἀπεδήμησε μακρὰν ἀποδη - μίαν . τὴν | ||
ὅτι οὐκ ἂν αὐτῇ διαλεχθείην διεσπεκλωμένῃ 〚 ἤγουν ἐξηραμμένῃ , γαμηθείσῃ , ἐν τῇ συνουσίᾳ κατατετριμμένῃ , ἢ ἀχρήστῳ πρὸς |
ἐπεὶ δὲ ἐγένετο τῷ στρατῷ μετὰ τοῦ Βρασίδου ἐπὶ τῇ ἐσβολῇ τῆς Λύγκου , Βρασίδας λόγοις ἔφη βούλεσθαι πρῶτον ἐλθὼν | ||
Ἀθηναίους τὴν αὐτὴν γνώμην εἶχεν ὥσπερ καὶ ἐν τῇ προτέρᾳ ἐσβολῇ . ἔτι δ ' αὐτῶν ἐν τῷ πεδίῳ ὄντων |
ὁ Θέρσανδρος μικρὸν ἀναχωρήσας λέγει πρὸς τὸν Σωσθένην : “ Ἤκουσας ἀπίστων ῥημάτων , γεμόντων ἔρωτος ; ὅσα εἶπεν : | ||
. Οὐ καταβαλεῖς τὰ κῴδι ' , ὦ θυηπόλε ; Ἤκουσας ; Ὁ κόραξ οἷος ἦλθ ' ἐξ Ὠρεοῦ . |
ὄψει * σύμμορφος : ὁμοειδής * ὀκέλλει : προσορμεῖ καὶ ἐγχρίμπτεται προσπταίει ἔμπλην ἄμμορον : τὸ δὲ ἔμπλην δύο σημαίνει | ||
μετὰ ῥοίζου καθάπερ βέλος εἰσακοντίζεται καὶ ἐπεμπίπτουσα βιαίως εὖ μάλα ἐγχρίμπτεται . τότε δὲ καὶ θεήλατος ἦν ἡ προσβολή , |
τὸ μονόμαχος ὄνομα οὐκ ἐκ τοῦ μάχη , ὃ συντιθέμενον προπαροξύνει τὸ τέλος ὡς σύμμαχος , πρωτόμαχος , ἀντίμαχος , | ||
ἐγκοιλίων ὕλην λέγειν . ταῦτα δὲ Ἡρωδιανὸς ἐν τῇ καθόλου προπαροξύνει . “ καὶ ἡ ἐντερόνεια δὲ τούτῳ τῷ λόγῳ |
, καὶ τοσοῦτον φύλακα τῆς ἀριστοκρατίας ἀναρπαζόμενον ὑπ ' αὐτῶν περιείδετε . τοιγαροῦν οὐκέτι μετριάζουσιν οὐδὲ καθ ' ἕνα τῶν | ||
οὕτως ἐσχήκατε , ἀλλὰ πάλιν σφετεριζομένων Θηβαίων τὴν Εὔβοιαν οὐ περιείδετε , οὐδ ' ὧν ὑπὸ Θεμίσωνος καὶ Θεοδώρου περὶ |
Ρ παραγίνεται ἤπερ τὸ Π ἀρξάμενον ἀπὸ τοῦ Π τὴν ΠΓ περιφέρειαν διελθὸν ἐπὶ τὸ Γ παραγίνεται . ἀλλ ' | ||
λόγον ἡ ΔΛ πρὸς ΛΓ , ἐχέτω ἡ ΔΠ πρὸς ΠΓ . ἡ ἄρα ἀπὸ τοῦ Π ἐπὶ τὸ Ο |
τὸ εἶναι δύο τὰς ἑταίρας . Κύδος : λοιδορία , κακολογία . Καὶ Κυδάζειν τὸ λοιδορεῖν καὶ κακολογεῖν . Ἡ | ||
. . . κακηγορῆϲαι ὡς Ὑπ . . , . κακολογία ὡς Ὑπ . . , . κακοπράγμων ὡς Ὑπ |
: οἷον , φοιτητὴς οὖν ὁ φοίτης : ἀεροφοίτης . Ῥίγος τὸ ρι υ : ἀπὸ γὰρ τοῦ φρίσσω φρίγος | ||
: οἷον , φοιτητὴς οὖν ὁ φοίτης : ἀεροφοίτης . Ῥίγος τὸ ρι υ : ἀπὸ γὰρ τοῦ φρίσσω φρίγος |
Εἰς κόλπους πτύειν : ὅμοιον τῷ : οὐ μεγαλοῤῥημονεῖν . Κερκωπίζειν : ἀντὶ τοῦ δολιεύεσθαι καὶ ἀπατᾶν . μετενήνεκται δὲ | ||
τῶν ῥᾳδίως τι ποιούντων . Καθ ' ἑαυτοῦ Βελλεροφόντης . Κερκωπίζειν : ἀντὶ τοῦ δουλεύεσθαι καὶ ἀπατᾶν : μετενήνεκται δὲ |
λόγους . σὺ δ ' ἐκτὸς ὤν γε συμφορᾶς με νουθετεῖς . ὁ πολλὰ δὴ τλὰς Ἡρακλῆς λέγει τάδε ; | ||
ὢν καὶ ταῖς ἄλλαις ἁπάσαις ὡς ἀνεπίληπτος εἰς πονηρίαν οὕτω νουθετεῖς . Ἀχθομένῳ σοι βαρέως ἐπὶ τῇ τοῦ παιδὸς τελευτῇ |
τὸ Κ , καὶ ἀπ ' αὐτοῦ προσπιπτέτωσαν ὄψεις αἱ ΚΖΓ , ΚΒ , ΚΔ , ὧν ἡ ΚΓ πρὸς | ||
ΑΕΚ τρίγωνον τῷ ΑΘΚ τριγώνῳ ἐστὶν ἴσον , τὸ δὲ ΚΖΓ τῷ ΚΗΓ , τὸ ΑΕΚ τρίγωνον μετὰ τοῦ ΚΗΓ |
, ἀλλὰ τοσοῦτον . Ταὐτὸν οὖν ἐστιν ἐπιστήμῃ τε καὶ ἀνεπιστημοσύνῃ ὑγιεινοῦ , καὶ ἐπιστήμῃ τε καὶ ἀνεπιστημοσύνῃ δικαίου ; | ||
παντελὴς ἀναισθησία , τὸ δὲ διπλοῦν , ὅταν μὴ μόνον ἀνεπιστημοσύνῃ τις συνέχηται , ἀλλὰ καὶ οἴηται εἰδέναι ἃ μηδαμῶς |
ἴσθ ' ἐπ ' αὐτὰς τὰς θύρας ἀφιγμένη , ὦ μειρακίσκη : πυνθάνει γὰρ ὡρικῶς . Φέρε νυν , ἐγὼ | ||
. ἀφιγμένη : Ἐλθοῦσα . Θ . . . ὦ μειρακίσκη : Προσπαίζουσι τῇ πρεσβύτιδι οἱ γέροντες . [ καὶ |
καὶ ἐπιϲπᾶται καὶ διαφορεῖ . ὁ μὲν οὖν χυλὸϲ αὐτῆϲ αἱμορροΐδαϲ ἀναϲτομοῖ προϲτιθέμενοϲ καὶ ϲκληρίαϲ διαφορεῖ ϲὺν ἄλλοιϲ , μετὰ | ||
Ϲικυωνίαϲ καὶ τῷ διὰ τοῦ μέλανοϲ ἐλλεβόρου . καὶ τὰϲ αἱμορροΐδαϲ δὲ ἀναϲτομώϲομεν καὶ καταμήνια προτρέψομεν , εἰ διὰ τὴν |
. ΓΘ βρύλλων ] πίνων , κερδαίνων . βρύλλων ] ἐξαπατώμενος ὑπό τινων καὶ μεθύων . Σύμμαχος τὸ “ βρύλλων | ||
Γ εὐπαράγωγος ] εὐπειθής . εὐπαράγωγος ] εὐκόλως πιθόμενος καὶ ἐξαπατώμενος . καὶ παράγεται ἀντὶ τοῦ ἐξαπατᾶται . Γ εὐπαράγωγος |
ἐπὶ τὰς ἀμείκτους πορευοίμεθ ' ἂν ἐν τῷ μέρει . Κάλλιστ ' εἶπες . Ἐγὼ δὴ πειράσομαι μεταβαλὼν σημαίνειν ἡμῖν | ||
Πῶς λέγεις ; Αὐτὴν τὴν διέξοδον ἀπόκρισίν σοι ποιήσομαι . Κάλλιστ ' εἶπες . Ἔστι τοίνυν πάντα ἡμῖν ὁπόσα δημιουργοῦμεν |
ἀπὸ τοῦ μαχομένου : θαυμάζω δὲ ὁρῶν Φιλίππῳ μὲν ὑμᾶς ὀργιζομένους , ὃς εἰρήνην ἐκ πολέμου ποιούμενος , καὶ τὰ | ||
ἐὰν ὁρῶσιν ἐπὶ τοῖς τοιούτοις τῶν ἁμαρτημάτων μάλισθ ' ὑμᾶς ὀργιζομένους καὶ μηδεμιᾶς συγγνώμης τοὺς ἀκοσμοῦντας ἐν τῷ πολέμῳ τυγχάνοντας |
μὲν μῆλα , φέρον δ ' εὐήνορα οἶνον . ἄρρωστος ἀρρωστοῦντος διαφέρει . ἄρρωστος μὲν γάρ ἐστιν ὁ ἀδυνατῶν ἐπιτελεῖν | ||
γὰρ τὰ ἔμψυχα : φέρεται δὲ τὰ ἄψυχα . ἄρρωστος ἀρρωστοῦντος διαφέρει . ἄρρωστος μὲν γάρ ἐστιν ὁ ἀδυνατῶν ἐπιτελεῖν |
οὔτε ὑπὸ τοῦ δεσπότου ἀφεθείς . ἢ οὐκ οἶσθα ὅτι λυχνοποιὸς ἦν Κῦρος Ἀστυάγους , καὶ ὁπότε γ ' ἐνεθυμήθη | ||
πόλει . Εὐβουλότεροι γενησόμεθα . Τρόπῳ τίνι ; Ὅτι τυγχάνει λυχνοποιὸς ὤν . Πρὸ τοῦ μὲν οὖν ἐψηλαφῶμεν ἐν σκότῳ |