Ἔστι δὲ σαφὲς ὅτι πάντες οἱ δαίμονες κνίσαις χαίροντες , λίχνοι εἰσί . μάλιστα δὲ κωμῳδεῖται ὁ Ἑρμῆς , διὸ
λαβόντες κτησάμενοί τε πνεῦμα τὸ ἀπ ' αὐτῆς ἄσωτοι καὶ λίχνοι γεγόνασιν , οἱ μέν τινες αὐτῶν ἐπὶ τὸ καθαρώτερον
7859074 παιδαγωγοι
ἀεὶ τοῖς παισὶ περιγίνεται καὶ παροῦσι καὶ μέλλουσι . διδασκάλους παιδαγωγοὶ διαδέχονται , φοβεροὶ μὲν ἰδεῖν , αἰκιζόμενοι δὲ φοβερώτεροι
οἱ νέοι , ὀπίσω δ ' οἱ παλαιοὶ , ὡς παιδαγωγοὶ , ἡνίκα δὲ γεννηθῶσι , παραπλέουσι ταῖς μητράσι καὶ
7593537 πλουτουντες
κατεφρόνησαν καὶ μεγαλοφροσύνην ἐπεδείξαντο ὁρῶντες ἐν πενίᾳ τοὺς πολίτας ὄντας πλουτοῦντες αὐτοὶ ἐν μὲν Κορίνθῳ Θεοκλῆς καὶ Θρασωνίδης ἐν δὲ
τὸ ἄστυ μισθοῦ γεωργεῖ μελαγχολῶν τοῖς κακοῖς , ὅτι οἱ πλουτοῦντες παρ ' αὐτοῦ μάλα ὑπεροπτικῶς παρέρχονται οὐδὲ τοὔνομα ,
7583157 χειροτεχναι
ἄνθρωποι , ἀλλὰ μᾶλλον ἀπὸ τύχης , οὐδέ τι οἱ χειροτέχναι μᾶλλον ἢ οἱ ἰδιῶται : ὅσα δὲ ἐν τῇ
αὐτὸ καὶ ἔντριχον ὠνόμαζον . οἱ δὲ περὶ τὴν κόμην χειροτέχναι κομμωταί , καὶ κομμώτριαι αἱ γυναῖκες . οἱ δὲ
7502231 ἀθληται
' ἂν καὶ ἐπ ' ἐκείνων εἴποι τις Διονυσιακῆς ἀγωνίας ἀθληταί . καὶ καλοῦνται μουσικοὶ καὶ Διονυσιακοὶ τεχνῖται . ὀνομάσαις
ἀκουούσης κακῶς , ἐπειδὴ παρὰ πολὺ τῶν πάλαι οἱ νῦν ἀθληταί : λέοντάς τε γὰρ βόσκει καὶ νῦν φαυλοτέρους οὐδέν
7449348 κοινωνοι
τὰς θέας τῶν μονομάχων ἡμῖν ἀπείρηται ὁρᾶν , ἵνα μὴ κοινωνοὶ καὶ συνίστορες φόνων γενώμεθα . ἀλλ ' οὐδὲ τὰς
πάσχοντας παρηγορεῖν λόγοις . Νυκτερὶς καὶ βάτος καὶ αἴθυια ἅμα κοινωνοὶ ἐγένοντο πρὸς ἐμπορίαν . Ἐκ δανειστοῦ γοῦν ἡ νυκτερὶς
7406248 ῥιζοτομοι
λέγουσι διαφοράς . Ἔτι δὲ ὅσα οἱ φαρμακοπῶλαι καὶ οἱ ῥιζοτόμοι τὰ μὲν ἴσως οἰκείως τὰ δὲ καὶ ἐπιτραγωδοῦντες λέγουσι
σχεδὸν πόας καλοῦσιν , ὥσπερ εἴρηται μικρῷ πρότερον , οἱ ῥιζοτόμοι . Ὁ μὲν οὖν ὀπισμὸς γίνεται τῶν ὀπιζομένων ὡς
7396541 ἀγωνισται
οἱ ἀθληταὶ καὶ ἡνίοχοι καὶ ἄλλοι τινὲς τῶν πρὸς τέρψιν ἀγωνισταί , οἷς ἡ μὲν ἐπιτυχία μέχρι χρηματικῆς ὠφελείας καὶ
: τουτέστι , κρείσσους καὶ δικαιότεροι ὄντες κριταί , ἤπερ ἀγωνισταί , ὀρθοῦνται τὰ πλείω φ δεινότητι : τουτέστι τῇ
7379320 φιλοτιμοι
τι ἱππικοί , οὐδὲ ἧττόν τι ἀκοντιστικοί , οὐδὲ ἧττον φιλότιμοι . κατάδηλοι δ ' ἐγίγνοντο καὶ ἐν τοῖς πολέμοις
δεινοὶ μόνον ἦσαν , ἀλλὰ καὶ τὰ ἤθη γενναῖοι καὶ φιλότιμοι καὶ σώφρονες , οἵ γε τῶν μὲν κοινῶν μᾶλλον
7340313 ἀγανακτουσιν
' ἐλεοῦσιν , καὶ ἀγανακτεῖς ; ἐκεῖνοι δ ' οὐκ ἀγανακτοῦσιν , εἰ σὺ αὐτοὺς ἐλεεῖς . διὰ τί ;
λόγων καθέξειν αὐτούς . ἀλλὰ τίς ἡ τέχνη ; ἐπειδὴ ἀγανακτοῦσιν ὑπὲρ Ἀχιλλέως , οὐκ ἐνδείκνυνται δὲ τὴν ἀγανάκτησιν ,
7339759 στερομενοι
μὲν ὥσπερ πύλας τείχους ῥήξαντες εἰσεχέοντο , δυοῖν μερίδοιν οὐδετέρας στερόμενοι . οἱ μὲν γὰρ ἑκόντες , οἱ δ '
παντὸς καὶ παίδων γενέσεις ἃς εἰρήκαμεν ἑκάστοις , καὶ χρυσοῦ στερόμενοι καὶ ἑτέρων ὧν δῆλος ὁ νομοθέτης προστάξων ἐστὶν ἐκ
7330461 ὀλυνθοι
ἄλευρον μετὰ περιϲτερᾶϲ κόπρου καὶ λινοϲπέρμου ἐν οἴνῳ ἑψηθέν , ὄλυνθοι ἄγριοι καὶ ἥμεροι , ἢ κάρδαμον λευκὸν λεῖον μετὰ
μεθ ' ἁλῶν ἐπιτεθέν , λιβανωτὸς μετ ' ὄξους , ὄλυνθοι μετ ' ὄξους καὶ νίτρου καὶ ἀλεύρου , ὀπὸς
7313862 θηρωνται
ὅταν ἡλίου δυέντος ὁ νυκτερινὸς ἐπίῃ καιρός . Οἱ πέρδικες θηρῶνται λίνοις τε καὶ πηκτίσιν ἢ φωνῇ πέρδικος ἢ παροξυνθέντες
ἄλλοις στρουθοῖς τοῖς κατὰ τὸν βορρᾶν ἐπιδημοῦσι τοῦ ἀέρος ἰξῷ θηρῶνται , τοῖς καλάμοις ἐπικαθίσαντες . Ἄλλοι δέ τινες στρουθοὶ
7313421 φρυγεντες
μόνιμον ποιεῖ , καὶ τοὺς χρωμένους ὠφελεῖ . Ἐρέβινθοι μέλανες φρυγέντες ἐπ ' ὀλίγον καὶ ἀλεσθέντες καὶ μιχθέντες , μόνιμον
ὅτε ὁλοκλήρους τις αὐτοὺς ἑψήσας χρῆται , φυσώδεις γίνονται . φρυγέντες μέντοι τὸ μὲν φυσῶδες ἀποτίθενται , δυσπεπτότεροι δὲ καὶ
7290706 τρεφοντες
' ἑαυτοὺς τρέφεσθαι γάλακτι καὶ κρέασι καὶ πολλὰς ἀγέλας κτηνῶν τρέφοντες οὐκ ἐπεδέοντο σίτου : κατασκευάσαντες δ ' οἰκήσεις ἑαυτοῖς
μεγάλην , εἰ πεφθεῖεν , οὕτω βρωθέντες πυροί , καὶ τρέφοντες ἰσχυρῶς τὸ σῶμα καὶ ῥώμην ἐπίσημον παρεχόμενοι τοῖς προσενεγκαμένοις
7282107 ἀγριωτεροι
οἱ λύκων καὶ συῶν ἀγρίων τὰ σημεῖα ἔχοντές εἰσιν ὠμότεροι ἀγριώτεροί τε καὶ ἁρπακτικώτεροι . μείζους δὲ οὖσαι ἢ ἐλάττους
λύκων καὶ ἀγρίων συῶν τὰ σημεῖα ἔχοντές εἰσιν ἄνδρες ὠμότεροι ἀγριώτεροί τε καὶ ἁρπακτικώτεροι . ἐν δὲ τοῖς χαροποῖς ὀφθαλμοῖς
7273375 ἀφρονες
. τέκνα πόνοι , πήρωσις ἄπαις βίος . αἱ νεότητες ἄφρονες , αἱ πολιαὶ δ ' ἔμπαλιν ἀδρανέες . ἦν
λέγοντες ἢ ἀπαγγέλλοντες οὐ μόνον οὐ πείθουσιν , ἀλλὰ καὶ ἄφρονες δοκοῦσιν εἶναι : ὅμως δὲ οὐ καταφοβηθεὶς ἐπισχήσω κινδυνευούσης
7266924 θερμοτεροι
. ὁκόταν δὲ ὁ πυρετὸϲ λήγῃ , τοὐναντίον οἱ πόδεϲ θερμότεροι γίνονται τοῦ ἄλλου ϲώματοϲ | . αὔξεται μὲν γὰρ
ἴσῳ λόγῳ οἱ μὲν διὰ βραχειῶν γινόμενοι μόνων τάχιστοι καὶ θερμότεροι , οἱ δὲ διὰ μακρῶν μόνων βραδύτεροι καὶ κατεσταλμένοι
7237536 παχυχυμοι
τὸ δὲ ἄμυλον μετρίωϲ . καὶ οἱ λοβοὶ δέ εἰϲι παχύχυμοι καὶ θέρμοι καὶ τῆϲ φακῆϲ ἡ ϲὰρξ καὶ κύαμοι
: ἄμυλον μετρίως . καὶ οἱ βολβοὶ δ ' εἰσὶ παχύχυμοι καὶ θέρμοι καὶ τῆς φακῆς ἡ οἷον σάρξ ,
7216418 ἀνανδροι
ἰδίων παθῶν ἑκάτεροι ταῖς ψυχαῖς τῶν ἀκουόντων , οἱ μὲν ἄνανδροι δειλίαν , οἱ δ ' ἀκατάπληκτοι θάρσος μετ '
ὡς Ἡρακλῆς οἱ λευκόπυγοι πάντως ἀσθενεῖς καὶ δειλοί * καὶ ἄνανδροι * . Θεία δὲ ἡ Ὠκεανοῦ τοῖς ἰδίοις τοῦτο
7209549 πλουσιωτεροι
νῦν τοῖς βασιλεῦσιν ἡ πολυδωρία . τίνι μὲν γὰρ φίλοι πλουσιώτεροι ὄντες φανεροὶ ἢ Περσῶν βασιλεῖ ; τίς δὲ κοσμῶν
κρατήσοι , Ἀθηναίων ἔσται Ῥόδος ἅπασα , εἰ δὲ οἱ πλουσιώτεροι , ἑαυτῶν , ἐπλήρωσαν αὐτοῖς ναῦς ὀκτώ , ναύαρχον
7201455 φλοιοι
βάθος γὰρ ἡ αὔξησις ἀπογηρασκόντων , ἐν ᾧπερ οἵ τε φλοιοὶ παχύτεροι καὶ οἱ ἀκρεμόνες μείζους καὶ πλείους . Ὁ
ἄλλας κολάσεις προσφέρουσι τὰς εἰρημένας . Ὁμοίως δὲ ὅσων οἱ φλοιοὶ περιαιροῦνται καθάπερ ἀμπέλου , κέδρου , φιλύρας καὶ ὅλως
7199994 προθυμοι
ὀρθή τε ἦν καὶ τοὺς μυκτῆρας ἀνευρύνετο , καθάπερ οἱ πρόθυμοι τῶν ἵππων . Ἐς καλόν με τῶν τοῦ Ἀχιλλέως
δεηθέντος . Οἱ δὲ Μιλήσιοι ἄσμενοι ἀπαλλαχθέντες καὶ Ἀρισταγόρεω οὐδαμῶς πρόθυμοι ἦσαν ἄλλον τύραννον δέκεσθαι ἐς τὴν χώρην , οἷα
7191925 ἀκαρποι
ἰδεῖν ὅλης κομισθείσης τῆς σχοινιᾶς : οἱ πολλοὶ γὰρ ἦσαν ἄκαρποι πεφυκότες ἐκ τοῦ αὐτοῦ , κάρπιμοι δὲ ὀλίγοι .
. ξύνοιδε Πηνειὸς ὁ καλλιδίνας μακραί τ ' ἄρουραι πεδίων ἄκαρποι καὶ Πηλιάδες θεράπναι σύγχορτοί θ ' Ὁμόλας ἔναυλοι ,
7179276 θαυμαζουσι
τὴν θάλασσαν κομίζειν . αἱ δὲ Συρακόσιαι ἐξελθοῦσαι τῶν οἴκων θαυμάζουσι τὸν ὄχλον καὶ ὅσα ἐν τῷ ὄχλῳ . διαγράφει
παρὰ τοῖς πολλοῖς , οἳ τὰς παρὰ τοῖς μάγοις δυνάμεις θαυμάζουσι , τοὺς μέντοι εὖ φρονοῦντας οὐκ ἂν πείθοιεν ,
7174547 φρονιμοι
οὐδενός . „ ὁ μῦθος δηλοῖ , ὅτι οὕτως οἱ φρόνιμοι τῶν ἀνθρώπων ἐκ τεκμηρίων προορώμενοι τοὺς κινδύνους ἐκφεύγουσιν .
καλῶς γὰρ οἶμαι : τοῦτο δὲ λέγε . Οἴδασιν οἱ φρόνιμοι ἐκ τεκμηρίων φεύγειν ὕφαλα πανοῦργα τῶν δυναστῶν . Λέων
7171794 φιλοδοξοι
οἷα θρεμμάτων ποιμένες , τῶν μὲν ἐκτὸς οἱ φιλοχρήματοι καὶ φιλόδοξοι καὶ στρατηγιῶντες καὶ ὅσοι τὴν ἐπὶ τοῖς πλήθεσι δυναστείαν
πρῶτα κτηθέντα μειοῦντες , πάλιν κτώμενοι , ἐχθρῶν καθυπερτεροῦντες , φιλόδοξοι , εὐεργετικοί , ἐπίσημοι , αἰνιγματωδῶς διαπλέκοντες τὰ πράγματα
7144923 ἀγοραιοι
ξένιοι , φίλιοι , ἑταιρεῖοι , φράτριοι , ἀστεροπηταί , ἀγοραῖοι , ἐρίγδουποι , ἐφέστιοι , ἐπικάρπιοι , στράτιοι ,
δὲ στειρώδεις κάθυγροι φθαρτικαί . αἱ δὲ ἑξῆς εʹ Ἑρμοῦ ἀγοραῖοι ἐργαστηριακαὶ ἐμπορικαὶ γραμμάτων συναλλακτικῶν καὶ ἀριθμῶν συνακτικαί , καθόλου
7142093 βελτιονες
τοὺς ἄνδρας καὶ αὐτὸς γενομένους χρημάτων κρείττονας . ἀλλὰ πόσῳ βελτίονες οἱ μὴ θρέμμασιν ἐμβόσκεσθαι τὰς κτήσεις ἀνέντες , ἀλλὰ
. ἡμῖν γὰρ ἔσται τοῦτο χρήσιμον ὅ τι ἂν οὗτοι βελτίονες γένωνται . Οὕτω δὴ ὁ Κῦρος καταθεὶς τὰ ὅπλα
7129986 μοιχοι
ὑπὸ ξένου τινός , εἰ πάσχουσι παρ ' αὐτοῖς οἱ μοιχοί , εἶπεν , ὦ ξεῖνε , οὐδεὶς γίνεται μοιχὸς
τὰ δὲ ἀμφότερα ἀνασπῶσι . . . . καὶ αὐτοὶ μοιχοί εἰσιν : ὁμοίως καὶ οἱ τὰ μέσα τῶν βλεφάρων
7127723 ὀρχειϲ
τὰ μαλακόϲαρκα , τῶν δὲ ἄλλων τὰ πτερὰ καὶ ἀλεκτρυόνων ὄρχειϲ καὶ τῶν μικροτέρων χοίρων τὰ ἀκροκώλια καὶ ὠῶν δὲ
τε κρέα καὶ αἴγεια καὶ βόεια λάγεια χοίρεια ἧπαρ νεφροὶ ὄρχειϲ μετρίωϲ γάλα τὸ ἑψηθὲν τυροὶ πάντεϲ ὀξύγαλα πυρίεφθον καὶ
7117133 τροφιμοι
. ὧν λεπτότεραι αἱ βασιλικαὶ καὶ διαχωρητικαὶ καὶ κοῦφαι καὶ τρόφιμοι , αἱ δὲ ποτάμιαι γλυκύτεραι . οἱ δὲ μύες
οὐ διαχωρέει , ἀλλ ' ἵστησιν : ἐπὶ δὲ γάλακτι τρόφιμοι μὲν πάντες , πλὴν ἀλλὰ τὸ μὲν ὄϊον ἵστησι
7091234 ἀπιασιν
Μήδου ἤκουες ἀποκαλοῦντος τοὺς ἱππέας : εἰ δ ' οὗτοι ἀπίασιν , ἡμεῖς μόνοι οἱ πεζοὶ μενοῦμεν . οὕτως οὖν
τρόπος οὗτος , ἄλλος δέ : ὑποδυσάμενοι θυλάκους ὡς ἀναξυρίδας ἀπίασιν , ἄλλους καταλιπόντες δασεῖς τὰ ἐντὸς κεχρισμένους ἰξῷ :
7073036 πανουργοι
. κἀπιστήσει ] κἀπιστήσῃ . ἀγορὰν ] ἐνταῦθα γὰρ οἱ πανοῦργοι διατρίβουσιν . ἀπέχεσθαι ] ⌈ πάνυ γὰρ οἱ /
συῶν δίκην . εἰ δὲ συνεσταλμένους ἔχουσι τοὺς δακτύλους , πανοῦργοι καὶ κακοήθεις ἄνδρες εἰσί . δάκτυλοι μικροὶ πάνυ ὄντες
7070457 ὀλιγοτροφοι
, ὥς φησιν Ἱκέσιος , εὐστομίᾳ διαφέροντες , εὐέκκριτοι , ὀλιγότροφοι , κακόχυμοι . διαφέρουσι δ ' εὐστομίᾳ οἱ λευκότεροι
κέχρηνται . οἱ δὲ ἐχῖνοι ψυκτικοί τε μετρίωϲ εἰϲὶ καὶ ὀλιγότροφοι καὶ διουρητικοί . Τὰ δὲ μαλάκια , οἷον πολύποδεϲ
7061871 ὀνομαστοι
, μυστριοπώλαις , κοσκινοπώλαις , βιβλιοπώλαις , ἐγκριδοπώλαις . ὅτι ὀνομαστοὶ χόνδροι ὁ Μεγαρικὸς , καὶ ὁ Θετταλικός . Ἀριστοφάνης
καὶ Ἀληκτὼ σὺν ταύταις , καὶ σὺν αὐταῖς οἱ τέσσαρες ὀνομαστοὶ Τελχῖνες , Ἀκταῖος , Μεγαλήσιος , Ὄρμενός τε καὶ
7061114 ἐρρωμενοι
δὲ τοὺς τεθνεῶτας , ἀλλ ' εἰ μὲν εἶέν τινες ἐρρωμένοι , πρὸς ἐκείνους ἀγωνίζεσθαι περὶ τῆς νίκης : εἰ
ἀλλ ' οὐδὲν ὄφελος : ἀφίξονται γάρ τινες εὖ μάλα ἐρρωμένοι καὶ τῷ περὶ ἀρετὴν ζήλῳ κατεσχημένοι καὶ τὰ περικαλύμματα
7042774 ἀρνειοι
δὲ τὸ ὑποσχέσθαι χρήματα . ἀρνειοὶ καὶ ἄρνες διαφέρουσιν . ἀρνειοὶ μὲν γὰρ οἱ τέλειοι , ἄρνες δὲ οἱ νέοι
ὑπὸ κήρυκι ἐπώλησεν . ἐπικηρύξαι δὲ τὸ ὑποσχέσθαι χρήματα . ἀρνειοὶ καὶ ἄρνες διαφέρουσιν . ἀρνειοὶ μὲν γὰρ οἱ τέλειοι
7025114 ἀναφαινονται
μὲν ἐσδὺς ἐς θάμνον ἢ νάπην ἠφανίσθη , ἕτεροι δὲ ἀναφαίνονται ὅμοιοι καὶ ἀπατῶσι τὴν ὄψιν . καὶ εἴ γέ
διὰ τὴν Μήνην δέ : πρὸς τάξιν τῶν γονέων φωστῆρες ἀναφαίνονται κατὰ τὸν τέχνης τόπον . ἂν δ ' ὁ
7007235 αὐστηροι
καὶ φυσῶσιν , ὑγρασίην ἐμποιεῦντες . Οἱ δὲ λευκοὶ καὶ αὐστηροὶ θερμαίνουσι μὲν , οὐ μὴν ξηραίνουσιν , οὐρεῦνται δὲ
σέρις , κιχόριον . οἴνων οἱ παχεῖς καὶ δυσώδεις καὶ αὐστηροὶ κακόχυμοι , οἷός ἐστιν ὁ φαῦλος Βιθυνὸς ὁ ἐν
7002050 ἀνδραποδιζονται
' ἄλλων δὲ κρατούμεναι : οἱ γὰρ τῇ ἡδονῇ ἐνδιδόμενοι ἀνδραποδίζονται ὑπὸ τῆς ἡδονῆς , ὅλην τὴν ψυχὴν ἐκεῖ ἐκδιδόντες
κλέπτουσι , τοιχωρυχοῦσι , βαλλαντιοτομοῦσι , λωποδυτοῦσιν , ἱεροσυλοῦσιν , ἀνδραποδίζονται : ἔστι δ ' ὅτε συκοφαντοῦσιν , ἐὰν δυνατοὶ
7001312 ἱλαροι
οἱ φύϲει ὀργίλοι , ὀξύθυμοι , ῥέκται , εὐμαρέεϲ , ἱλαροί , παιδιώδεεϲ : ἀτὰρ καὶ οἷϲι ἐϲ ἐναντίην ἰδέην
, στυγνοί εἰσι καὶ κατηφεῖς , οἱ δὲ τὰ εἰρηνικὰ ἱλαροί . τίλλονθ ' ἑαυτὸν : τίλλειν ἑαυτὸν λέγεται τὸ
6999337 πρεσβυται
' εἴη τὸ ξύλινον τεῖχος τοῦτο . ὡς οἱ μὲν πρεσβῦται τῆς ἀκροπόλεως ἔχεσθαι παρῄνουν , οὕτω παρελήρουν , πεφράχθαι
τὴν ὑγρασίην , διὰ ταῦτα ξηροῖσι κρατέεται . Οἱ δὲ πρεσβῦται ψυχροὶ καὶ ὑγροὶ , διότι πυρὸς μὲν ἀποχώρησις ,
6997737 ἐπαινουνται
τοῖς φρονίμοις οὐχ ἁρμόζει εἰδόσιν ὅτι κατὰ κολακείαν καὶ ἐνέδραν ἐπαινοῦνται , οὐκ ἐξ ἀληθείας . μήποτε οὖν χαριέστερόν ἐστιν
οὖν μᾶλλον ἡ φιλία ἐν τῷ φιλεῖν ἢ ἀντιφιλεῖσθαι καὶ ἐπαινοῦνται οἱ φιλοῦντες τοὺς φίλους , ἀρετὴ ἂν εἴη φίλων
6993871 ἀλιτηριοι
. * . Ἀλιτήριος : ὁ ἁμαρτωλὸς καὶ ἄδικος . ἀλιτήριοι δὲ ἐντεῦθεν ἐκαλοῦντο . λιμὸς κατέλαβέν ποτε τοὺς Ἀθηναίους
καὶ ἀνοσίων τρόπων καθαρεύουσιν . Ὅσοι δέ εἰσιν αὐτοί τε ἀλιτήριοι , καὶ ἀθέσμως καὶ ἀτάκτως ἐπιπηδῶσι τοῖς θείοις ,
6990176 φιλεργοι
εὐήθης καὶ μωρὸς καὶ ἀνόητος . Ἀριστοφάνης : βλᾶκες † φιλεργοί . εἴρηται δὲ , βλάξ . . . .
, φιλόπονοι , φιλοπόλεμοι . καὶ ἕτοιμοι , πρόχειροι , φιλεργοί , συνεργοί , φιλότιμοι , ἄοκνοι , εὔρωστοι ,
6985466 ἁπαλοι
, ἀπὸ μεταφορᾶς τῶν καλάμων , οἱ ὄντες μὲν χλωροὶ ἁπαλοί εἰσι , ξηραινόμενοι δὲ σκληροὶ γίνονται . εὐφήμως οὖν
κρύπτουσιν ὥστε ἐπιβολὴν ἔχοντες καὶ βρεχόμενοι ἀμφοτέρως εὐτραφεῖς γίνονται καὶ ἁπαλοί . Καὶ περὶ μὲν ἀμπέλων ἱκανῶς εἰρήσθω . Πάντων
6954145 θαυμαζονται
, οὐκ ἂν ἐδόκει παράδοξα : νῦν δὲ διὰ τοῦτο θαυμάζονται , ὅτι ἡ αἰτία αὐτῶν οὐ μόνον ἔξωθεν ἀλλὰ
θεμένων : ἐκοινώνησαν γὰρ Κορίνθιοι τῆς ἀποικίας καὶ τὰ εἰκότα θαυμάζονται . Μεθ ' ἃς προμήκης αἰγιαλός , χωρίον οὐδενὸς
6949500 λειπονται
ἀφαιρουμένων δὲ τῶν ρϘα μ ἀπὸ τῶν σξϚ με , λείπονται οε ἔγγιστα ἃ καὶ εἰς ἔτη καταλογίζεται . μετὰ
δρομέας ἢ τοὺς παλαιστάς . καὶ γὰρ ἐκεῖνοι τούτων μὲν λείπονται κατὰ τὰ τούτων ἆθλα καὶ δεύτεροί εἰσι πρὸς τούτους
6947594 δραπεται
ἐπωνόμασαν ἥρωος εὐμενοῦς : καὶ αὐτῷ ἔτι καὶ νῦν οἱ δραπέται ἀποφέρουσιν ἀπαρχὰς πάντων ὧν ἂν ἕλωνται . φασὶ δὲ
χρόνον , ἐσῆλθεν ἡμᾶς μὴ λυθέντες οἱ ξένοι κτάνοιεν αὐτὴν δραπέται τ ' οἰχοίατο . φόβωι δ ' ἃ μὴ
6940840 δυσοικονομητοι
φοινίκων ἐγκέφαλοι πλήσμιοι καὶ πολύτροφοι , ἔτι δὲ βαρεῖς καὶ δυσοικονόμητοι διψώδεις τε καὶ στατικοὶ κοιλίας . ἡμεῖς δέ ,
, ὀλιγότροφοι , οἱ δὲ πελάγιοι δυσφθαρτότεροι , πολύτροφοι , δυσοικονόμητοι . καὶ τῶν πετραίων ὁ φύκης καὶ ἡ φυκίς
6939937 ἡμεροι
. οὐ γὰρ αἱ ἄμπελοι μὲν αὐτῷ καὶ ὁ κῆπος ἥμεροί τε καὶ ἔγκαρποι ἦσαν , τυφλὴ δὲ ἡ διάνοια
δαίμονας , οἷον νῦν ἡμεῖς δρῶμεν τοῖς ποιμνίοις καὶ ὅσων ἥμεροί εἰσιν ἀγέλαι : οὐ βοῦς βοῶν οὐδὲ αἶγας αἰγῶν
6936934 γεραιτεροι
μὲν νέοι τοῖς τῶν πρεσβυτέρων ἐπαίνοις χαίρουσιν , οἱ δὲ γεραίτεροι ταῖς τῶν νέων τιμαῖς ἀγάλλονται : καὶ ἡδέως μὲν
καὶ ἀσαφῆ . ἃ δ ' ἂν τούτων ἐγκρίνωσιν οἱ γεραίτεροι , τοὺς νεωτέρους πάσῃ σπουδῇ μανθάνειν , ἐὰν δέ
6935968 εὐθετουσι
καταρτισμοὶ τούτων εἰσὶ πρακτικώτεροι : καὶ γὰρ ἐπὶ τῶν χρονίων εὐθετοῦσι καὶ ἐπὶ τῶν ἀθλητικῶν σωμάτων , πάντα τε ὅσα
ψῦξιν δυσεντερίαν οἱ ὄλυνθοι τῆς συκῆς πινόμενοι καὶ θαυμασίως πως εὐθετοῦσι . δεῖ δὲ καίειν αὐτοὺς ἐν ἀγγείῳ χαλκῷ καὶ
6930297 ἀπελυοντο
δὲ πάντα παρεσκεύαζον τοῖς δειπνοῦσιν ἐλεύθεροι . καὶ οἱ δειπνήσαντες ἀπελύοντο φωτὸς ὄντος . ἐν ἐνίοις δὲ καὶ τῶν Περσικῶν
μὲν οὖν φόβῳ κολάσεως ἀπεγεύσαντο , μηδὲν ἔτι δεινὸν προσυπομείνασαι ἀπελύοντο : αἱ δ ' ἐγκρατέστεραι βασανισταῖς παρεδίδοντο πρὸς αἰκίας
6929382 ἀρειους
βελτίους ὦ βελτίους , καὶ οἱ ἀρείους τοὺς ἀρείους ὦ ἀρείους . Ὦ βόες καὶ ὦ βοῦς , ὁμοφώνως τῇ
τοῦτο Ἀττικὸν οἱ πλέονες κακίους , παῦροι δέ τε πατρὸς ἀρείους , ὃ λέγομεν κακίονες καὶ ἀρείονες . καὶ τὸ
6918493 ὑποπτεροι
ἀποστρέψειν τὴν στρατιὰν ἢ ἀποπνίξειν , οἱ δέ , ὥσπερ ὑπόπτεροι πάντες ἢ τοῦ Ποσειδῶνος αὐτοῖς διϊστάντος τὸ ὕδωρ ,
, ἐπεὶ τέλος αὐτοῖς ἐστὶ καὶ πέρας καὶ κατόρθωμα τὸ ὑπόπτεροι γενέσθαι . Ἐλαφροὶ δὲ ἀντὶ τοῦ οὐ βρίθοντες τῇ
6917680 τολμηροι
: κακόν . περὶ πάντων : περισσοτέρως . Θαρσαλέοι : τολμηροὶ , ἀναιδεῖς , ἀναίσχυντοι . ἀντιφέρονται : μάχονται ,
τὴν σὴν νεότητα πάντες ἢ τοὐμὸν γῆρας ᾐδέσθησαν . ὦ τολμηροὶ λόγοι : κεῖται Ῥουφῖνος , ὑμεῖς δὲ ἔτι νεανιεύεσθε
6917185 φιλτατοι
αὐτὸν τὸν ἰθύφαλλον : Ὡς οἱ μέγιστοι τῶν θεῶν καὶ φίλτατοι τῇ πόλει πάρεισιν . Ἐνταῦθα γὰρ Δήμητρα καὶ Δημήτριον
τῶν φιλτάτων θήσεις . οἷον αὐτοὶ οὓς ἐβουλόμην καὶ οἱ φίλτατοι . παροιμία ἐστίν . ἡ φράσις Ἀττική . ἀπέσβησε
6911560 ἀσκηται
τῆς τεταγμένης διαίτης , μεγάλα καὶ σφόδρα νοσοῦσιν οὗτοι οἱ ἀσκηταί ; Ὁρῶ . Κομψοτέρας δή τινος , ἦν δ
ἐνεργείαις συνηχοῦσαι : μεμελετήκαμεν γάρ , εἴ γε ἀρετῆς ἐσμεν ἀσκηταί , μελέτην ἀναγκαίαν , ἣν καὶ Ἰακὼβ ἐμελέτησεν ,
6909314 φιλαρετοι
καὶ σωφροσύνη καὶ αἱ συγγενεῖς περιποιοῦσι διαθέσεις , ὧν αἱ φιλάρετοι ψυχαὶ κληρονομοῦσιν . οὐκοῦν οὐ τὰ προσόντα τῷ μοχθηρῷ
δυναστείαν ἀγαπῶσι , τῶν δὲ περὶ ψυχὴν ὅσοι φιλόκαλοι καὶ φιλάρετοι , μὴ τὰ νόθα πρὸ τῶν γνησίων ἀλλὰ τὰ
6907958 γεγενημενοι
ὑμῶν εἰληφότες , παρακρούονθ ' ὑμᾶς , καὶ ἀξιοῦσι τοιοῦτοι γεγενημένοι περὶ τῆς ἑαυτῶν πλεονεξίας παραγγέλλειν : οὓς χρῆν τεθνάναι
πλεούσας παρείχετο , ἠπιστάμην ὅτι καὶ οἱ πρόθυμοι τῇ πόλει γεγενημένοι πάντες ὑπόπτως ἡμῖν ἕξοιεν . ἀντεῖπον δὲ καὶ ὅτε
6905861 ποικιλοι
κύνας κέστρας τε πέρκας τ ' αἰόλας . σκορπίοι τε ποικίλοι σαῦροί τε , γλαῦκοι πίονες . σκορπίοι τε ποικίλοι
ἄλλως : σόφισμα λέγει τὴν ἀπάτην παρόσον οἱ Θεσσαλοὶ παραδίδονται ποικίλοι τὰ ἤθη . θέλει οὖν εἰπεῖν ὅτι σοφίσματι καὶ
6901212 ἐπιμελουμενοι
κοσμεῖν ἢ θρηνεῖν : γυναικῶν δὲ τῶν ἡμετέρων καὶ παίδων ἐπιμελούμενοι καὶ τρέφοντες καὶ ἐνταῦθα τὸν νοῦν τρέποντες τῆς τε
, νοσερώτατοι , μελετῶντες ἀποθνῄσκειν : οἱ δ ' αὑτῶν ἐπιμελούμενοι ἔνδοξοι , πλούσιοι , ἡγεμόνες , ἐπαινούμενοι , τιμώμενοι
6900419 προφηται
“ Ὁρᾶν ἔστιν πῶς φίλα καὶ σύμφωνα ἐλάλησαν πάντες οἱ προφῆται , ἑνὶ καὶ τῷ αὐτῷ πνεύματι ἐκφωνήσαντες περί τε
Ἠσαίου καὶ τῶν προφητῶν λέγων ὅτι Ἠσαίας καὶ * οἱ προφῆται οἱ μετὰ Ἠσαίου προφητεύουσιν ἐπὶ Ἱερουσαλὴμ καὶ ἐπὶ πόλεις
6897539 καλλιστοι
καὶ θεραπείαν καὶ πλοῦτον : καὶ παῖδες ὁμοίως πλεῖστοι καὶ κάλλιστοι καὶ τῶν εὖ γεγονότων , ἔτι δὲ νεών τε
ἀνέδωκέ με . . ὦ πιστὰ πιστῶν ] ὥσπερ φαμὲν κάλλιστοι καλλίστων , βουλόμενοι μεγίστην ὑπεροχὴν δηλῶσαι , τοιοῦτόν ἐστι
6893297 διακονοι
δι ' ἡμῶν ἕκαστα ἐπιτελεῖ . Μανθάνω : ὑπηρέται καὶ διάκονοί τινες τῶν Μοιρῶν εἶναί φατε . πλὴν ἀλλὰ καὶ
οἱ πιστεύσαντες τοιοῦτοί εἰσιν : οἱ μὲν τοὺς σπίλους ἔχοντες διάκονοί εἰσι κακῶς διακονήσαντες καὶ διαρπάσαντες χηρῶν καὶ ὀρφανῶν τὴν
6891413 γενναιοι
πρᾳότερον ἦν . οἱ γὰρ τὸ μὲν ἦθος δημοτικοί , γενναῖοι δὲ τὰς ψυχάς , ἰσχυροὶ δὲ τὰ σώματα ,
ἄξιον παρρησιασαμένους εἰπεῖν : εὐχῶν ἀρίστην εἶναι συμβέβηκεν , ὦ γενναῖοι , καὶ τέλος εὐδαιμονίας τὴν πρὸς θεὸν ἐξομοίωσιν .
6886803 Μηλιοι
μεγίστῳ . Μῆλος δέ ἐστι πόλις Θεσσαλίας . καὶ οἱ Μήλιοι πολιορκούμενοι ὑπὸ Ἀθηναίων λιμῷ ἐπιέσθησαν καὶ παραδεδώκασιν ἑαυτοὺς ,
συναμφότεροι οὗτοι Δρύοπες . Καὶ Σερίφιοί τε καὶ Σίφνιοι καὶ Μήλιοι ἐστρατεύοντο : οὗτοι γὰρ οὐκ ἔδοσαν μοῦνοι νησιωτέων τῷ
6886510 ἠμφιεσμενοι
οἱ τὸν ὄχλον ἀνείργοντες Σιληνοί , πορφυρᾶς χλανίδας ἢ φοινικίδας ἠμφιεσμένοι . τούτοις ἐπηκολούθουν λαμπάδας φέροντες κισσίνας διαχρύσους . μεθ
αἱ δὲ πλευραὶ τῶν στοῶν αἱ μέν εἰσι τοῖχοι πλάκας ἠμφιεσμένοι τῇ μὲν τέχνῃ μιᾷ συνεχομένας ἁρμονίᾳ , τῇ δὲ
6885852 ὀλεθριοι
διὰ ταχέων περικαέες , νωθροὶ , κωματώδεες , σπασμώδεες , ὀλέθριοι . Οἱ κωματώδεες ὕπνοι , καὶ αἱ καταψύξιες ,
χρόνοις ἢ καὶ τὰ γένη μεταβάλλουσαι φοβεραί τέ εἰσι καὶ ὀλέθριοι . ἔν γε μὴν ταῖς πορείαις τοὺς μὲν εὐμήκη
6885013 Ἀθανατοι
καὶ πολλοὶ τοὺς καλλίστους βασιλέας , ὡς μέχρι νῦν οἱ Ἀθάνατοι καλούμενοι Αἰθίοπες , ὥς φησι Βίων ἐν Αἰθιοπικοῖς .
συνέστησεν , ὥστε τοὺς ἀντιπάλους τρέψασθαι . Οἱ μὲν οὖν Ἀθάνατοι τοῦτον τὸν τρόπον πάντες ᾤχοντο : ὁ δὲ Κομνηνὸς
6884491 Δημητριων
ἁλουργῆ οὖσαν ἔσφιγγε ἐπὶ τῶν νώτων . γινομένων δὲ τῶν Δημητρίων Ἀθήνησιν ἐγράφετο ἐπὶ τοῦ προσκηνίου ἐπὶ τῆς Οἰκουμένης ὀχούμενος
καὶ καννάβεωϲ , ὡϲ εἶναι φαρμακώδη λοιπόν . τῶν δὲ Δημητρίων ϲπερμάτων εἰϲ λεπτύνουϲαν δίαιταν ἄλυποι κριθαὶ μόναι , δεύτεροι
6883411 δορκαδες
σφῶν , ὥσπερ ἐκπεπληγμένα τοὺς ἀνθρώπους , ἔλαφοι δὲ καὶ δορκάδες καὶ στρουθοὶ καὶ ὄνοι πολλὰ μὲν καὶ ταῦτα ἑωρᾶτο
. Πάντα πέτρον κινήσω . Πάντα κάλων . Πρὸς λέοντα δορκάδες συνάπτουσι μάχας . Ῥόδιοι τὴν θυσίαν : ἐπὶ τῶν
6883068 ἰσχυροι
μὲν γὰρ λαμπρόν , ὁ δὲ χρηστός , οἱ δὲ ἰσχυροί . Παιάνιος οὑτοσὶ καὶ ἐμοὶ συμβούλῳ χρησάμενος ἥκει παρ
κάτωθεν ὑποκάτωθεν * ἀγκύλοι : ἐπικαμπεῖς ἢ σκολιοί καμπύλοι , ἰσχυροί * γναθμοῖς : σιαγόσι δολιχήρεες δὲ ἤτοι μακροί ,
6882785 κριβανιται
μόναι , δεύτεροι δ ' οἱ ἐκ τῶν πυρῶν ἄρτοι κριβανῖται : τῶν δ ' ἄλλων ἀπέχεσθαι πειρᾶσθαι , πλὴν
καὶ ζύμης , τῶν δ ' ἑψομένων ἰπνῖταί τε καὶ κριβανῖται . ἀμιγεῖς γὰρ ὄντες σποδοῦ καὶ τοιαύτης τινὸς ῥυπαρίας
6882276 κακοχυμοι
καρκινάδαϲ ἐϲθίουϲαι τρίγλαι δυϲώδειϲ εἰϲὶ καὶ ἀηδεῖϲ καὶ δύϲπεπτοι καὶ κακόχυμοι . διαγιγνώϲκονται δὲ αὗται καὶ κατὰ τὴν ὀϲμὴν καὶ
, πάντα κακόχυμα . καὶ οἱ ὡραῖοι καρποὶ καλούμενοι πάντες κακόχυμοι , σῦκα δ ' ἧττον τῶν ἄλλων ὡραίων :
6881175 κηλουνται
πιθανῶν λόγων , ὅτι οἱ πολλοὶ τούτοις μὲν ἄγονται καὶ κηλοῦνται καὶ τὰ ὦτα ὑπέχουσι , τοὺς δὲ ἀληθεῖς οὐ
καὶ τῇ ἀκοῇ θέλγονται , καὶ τῇ ὄψει τῆς ὀρχήσεως κηλοῦνται καὶ προσίασιν ἐγγυτέρω : οἱ δὲ ὑπαναχωροῦσιν ἡσυχῆ καὶ
6875858 ἀκολαστοι
ἀλλὰ καὶ ἀποστρεφόμεθα , οὕτω καὶ οἱ τοιοῦτοι ἐρασταὶ οἱ ἀκόλαστοι ἔχουσι πρὸς τὰ παιδικά . ξαʹ Τοῦτο ἐκεῖνο Ἐπειδὴ
πᾶσα ἡδονὴ οὐκ ἀγαθόν ἐστιν , ἀλλ ' αἱ μὲν ἀκόλαστοι καὶ ἀκάθαρτοι οὐκ ἀγαθαί , αἱ δὲ ἐπὶ ταῖς
6875474 κακουργοι
καὶ περιδυόντων αὐτὰ τῶν στρατιωτῶν καὶ ὅσοι μετ ' αὐτῶν κακοῦργοι τὰ εὐσχήμονα μάλιστα ὡς οἰκεῖα ἔφερον . ἀλλὰ ταῦτα
πάθεσιν . οὐ γὰρ μόνον , ὡς οἱ δόξαντες ὑμῖν κακοῦργοι πιέζονται , τραχήλου τε καὶ χειρῶν καὶ ποδῶν ,
6874882 νεογνοι
ζῷον . ἄρνες καὶ ἀρνειοὶ διαφέρει . ἄρνες μὲν οἱ νεογνοί , ἀρνειοὶ δὲ οἱ προήκοντες τῇ ἡλικίᾳ . ἄρρωστος
δὲ ὁ ἑστιώμενος καθὰ Πλάτων . ἄρνες μὲν λέγονται οἱ νεογνοί : ὡς δὲ λύκοι ἄρνεσσιν ἐπέχραον ἢ ἐρίφοισιν :
6871858 καυλοι
ἀρχὰς ὥσπερ ἐλέχθη καὶ ῥίζαι καὶ ἀκρεμόνες καὶ ξύλα καὶ καυλοὶ χωριζόμενοι τῶν φυτῶν , ὥστε κινεῖσθαι μέχρι τοῦ βλαστάνειν
ἢ μυρτίτηϲ προϲλαμβανόμενοϲ καὶ αὐτὰ τὰ μύρτα προεϲθιόμενα , κράμβηϲ καυλοὶ προεϲθιόμενοι : ἐπιπινόμενα δὲ μέθην ϲβέννυϲι κενταυρίου λεπτοῦ ἀφέψημα
6864189 δειλαιοι
σιμός τε ] εἴη καὶ τὴν ὄψιν οὐκ εὔχαριςἀγνοοῦντες οἱ δείλαιοι , ὅτι καλὸς εἶναι τἄνδοθεν τοῖς | θεοῖς Σωκράτης
ἵνα τόδε . σύμμαχον εἶχεν ὑποψίαν . ἀλλ ' οἱ δείλαιοι σύμβουλοι ἐξαγαγόντες εἰς τὴν Βοιωτίαν τὴν ἀκμὴν τῆς πόλεως
6862475 κηρυκες
. σφαιρομαχεῖν : τὸ τὰς σφαῖρας περιδονούμενον διαμάχεσθαι . σπονδαγωγοὶ κήρυκες : οἱ σπονδὰς φέροντες . σελὶς βιβλίου : λέγεται
μείζων , χωρὶς εἰ μὴ χαρακτὴρ κωλύσῃ : ἐπειδή ἐστι κήρυκες κηρύκων κήρυξι κήρυκας κήρυκες καὶ Φοίνικες Φοινίκων Φοίνιξι Φοίνικας
6861817 δυϲπεπτοι
φυϲῶδεϲ ἀποτίθενται , δύϲπεπτοι δέ εἰϲιν . οἱ δὲ θέρμοι δύϲπεπτοί τε καὶ δυϲυποβίβαϲτοι καὶ ὠμοῦ χυμοῦ γεννητικοί . ἡ
καὶ πυκνῶϲαι καὶ πιλῆϲαι χρῄζομεν . ἅπαντεϲ δὲ οἱ φοίνικεϲ δύϲπεπτοί τέ εἰϲι καὶ κεφαλαλγεῖϲ πλείονεϲ βρωθέντεϲ . ἔνιοι δὲ
6861243 πιτυριαι
αἱ διὰ τῶν ἁλῶν συντιθέμεναι , καὶ τῶν ἄρτων οἱ πιτυρίαι , καὶ λαχάνων κράμβαι , καὶ ὅσα ὅμοια τούτοις
εἰσί , τὰ ἐκ κριθῶν ἄλφιτα τούτοις ὁμοίως . ἄρτοι πιτυρίαι καὶ οἱ ῥυπαροὶ πάντες καὶ οἱ πλυτοί , ἄμυλον
6859892 βραδυτεροι
ὥς φησι Δικαίαρχος . ὥσπερ ὁ Κλεάνθης καὶ ὁ Ξενοκράτης βραδύτεροι δοκοῦντες εἶναι τῶν συσχολαστῶν οὐκ ἀπεδίδρασκον ἐκ τοῦ μανθάνειν
' ἀῤῥωστίας δυνάμεως γίνονται . οἱ δὲ τῶν γερόντων τοὐναντίον βραδύτεροι καὶ ἀραιότεροι πρὸς τοὺς παῖδας διὰ τὴν ἐν ἑαυτοῖς
6858330 σπουδαιοι
. . . , . ἀξιέραστος ὁ ἀγαθός : οἱ σπουδαῖοι φίλοι : συμμάχους ποιεῖσθαι τοὺς εὐψύχους ἅμα καὶ δικαίους
τὰς ἀρετάς , καθ ' ἃς διὰ παντὸς ζῶντες οἱ σπουδαῖοι καὶ ἐνεργοῦντες οὐδέποτε εἰς λήθην αὐτῶν ἔρχονται . αἱ
6857348 χαλεπωτεροι
ἄλλων : οἱ μὲν γὰρ ἔσονται ῥᾴους ἰδεῖν οἱ δὲ χαλεπώτεροι τῶν λόγων , καὶ λαβεῖν ἐν τίνι γένει καὶ
ὑποχωρησάντων ἡμῶν , ἀποβάντες τῶν νεῶν καὶ ἐπελθόντες τῷ τείχει χαλεπώτεροι ἡμῖν ἔσονται . εἰδότες γὰρ ὅτι , ἐὰν μὴ
6854497 ἐξιτηλοι
, οἳ τοὺς εὐδαίμονας βίους ἐκεῖσε ἀνατεθείκασι . καθάπερ οὖν ἐξίτηλοι γραφαί , οὐ χρόνου μήκει μόνον [ οὐ ]
. ὅταν μὲν οὖν ἢ ἰσχυραὶ ὦσιν αἱ πίστεις ἢ ἐξίτηλοι τοῖς ἀκούουσι , τότε ἀναμνήσομεν μετὰ τῶν ἀποδείξεων :
6853245 ματαιοι
οἰόμεθα δικαιότατα ἂν αὐτὸν εἰπεῖν ; ἀλλ ' ὅμως οἱ μάταιοι καὶ βοῶσι καὶ μεταστειλάμενοί τινα θρήνων σοφιστὴν πολλὰς συνειλοχότα
ἀνέστιοι βιοῦντες . ἐξ ὧν ἁπάντων ἀλλότριοι μὲν ἀρετῆς , μάταιοι δὲ ἐστὲ εἰς τὸ τοῦ βίου χρήσιμον . οὐδὲν
6848135 ἐπιμελουνται
. ὅτι μὲν γὰρ θεοί τ ' εἰσὶν καὶ ἀνθρώπων ἐπιμελοῦνται , ἔγωγε οὐ παντάπασιν φαύλως ἂν φαίην ἡμῖν ἀποδεδεῖχθαι
ἐξ Ἀρείου πάγου βουλὴ πολλὰ ἐδύνατο . καὶ τῶν ὁδῶν ἐπιμελοῦνται , ὅπως μή τινες ἀνοικοδομῶσιν αὐτὰς ἢ δρυφάκτους ὑπερτείνωσιν
6847795 χρῃζοντες
καὶ τὰς ἀρχὰς ἐξανίστη , ὡς οὔτε ἀρχῶν οὔτε τεχνῶν χρῄζοντες ἐν ἀπορούσῃ καὶ λῃστευομένῃ πόλει . Λευκίῳ δὲ ὄντι
] τιμωρός . ἐκεῖνον ] τὸν Ξέρξην . κεχρημένοι ] χρῄζοντες . πινύσκετ ' ] νουθετεῖτε . εὐλόγοισι ] †
6846206 ἱππικοι
εὖ Ξανθίππη ; ” ἔλεγε συνεῖναι τραχείᾳ γυναικὶ καθάπερ οἱ ἱππικοὶ θυμοειδέσιν ἵπποις . “ ἀλλ ' ὡς ἐκεῖνοι ,
μου νῦν εὐχομένου . . αἵτε ναίετε καλλίπωλον ἕδραν : ἱππικοὶ λέγονται οἱ Ὀρχομένιοι . Ἐργῖνος γὰρ ἵππῳ νικήσας Θηβαίους
6845053 χωλοι
ἄριστα χωλὸς οἰφεῖ , ἥν φασι διαδοθῆναι , ἐπεὶ οἱ χωλοὶ ἐν οἴκῳ καθεζόμενοι συνεχῶς ἀφροδισιάζουσιν . οἱ δέ φασιν
: τὰ δὲ κατὰ χεῖρας ἀνοίᾳ τροφῶν καὶ μητέρων οἷον χωλοὶ γεγόναμεν ἕκαστοι . τῆς φύσεως γὰρ ἑκατέρων τῶν μελῶν
6843174 εὐφθαρτοι
τὸν χυλὸν τῆς πτισάνης ἐπιδιδόναι τούτοις δεῖ οὐδὲ ἄλικος . εὔφθαρτοι γάρ εἰσι καὶ ἐπιπολάζουσι καὶ μετεωρίζονται περὶ τὸν στόμαχον
. ὀλίγῳ δ ' εἰσὶ κινητικοὶ τῶν οὔρων , οὐκ εὔφθαρτοι οἱ πυξίζοντες , καθάπερ τὰ ὄστρεα . κρείττους δ
6825345 ὁμιλουντες
ἐπὶ φιλοσοφίαν , μετά τε θηρίων καὶ μετ ' ἀλλήλων ὁμιλοῦντες , καὶ πυνθανόμενοι παρὰ πάσης φύσεως εἴ τινά τις
ἡγεμονίαν , οἷς δουλεύοντες αὐτοὶ καὶ τὰ καθ ' ἡδονὰς ὁμιλοῦντες διετέλεσεν , οὔτε δικαίας οὔτε ἀληθεῖς ἱστορίας χαριζόμενοι ;
6822989 ὀρειοι
πεζομαχίαν ἁρμόττοιντο ἂν καὶ ὅπλισιν ἢ κουφοτέραν , ὡς οἱ ὄρειοι , ἢ βαρυτέραν , ὡς ἐν γεωλόφοις οἰκοῦντες πεδίοις
ἐν τῷ Παρνασσῷ δίαιτα καὶ ἡ ἐπίπονος εὐνὴ καὶ τροφαὶ ὄρειοι καὶ ἔργα οὐκ ἀπῳδὰ τοῦ ὀνόματος ὅσα ἢ λῃστὰς
6821617 θυννοι
, τηλοῦ ἀπὸ τραφερῆς οὐδ ' ᾐόσιν εἰσὶν ἑταῖροι , θύννοι μὲν θύνοντες , ἐν ἰχθύσιν ἔξοχοι ὁρμήν , κραιπνότατοι
' αὐτῶν . Βοιώτιαι μὲν ἐγχέλεις , μῦς Ποντικοί , θύννοι Μεγαρικοί , μαινίδες Καρύστιαι , φάγροι δ ' Ἐρετρικοί
6818314 αὐϲτηροι
. οἴνων οἱ παχεῖϲ ἅμα καὶ δυϲώδειϲ καὶ ἀηδεῖϲ καὶ αὐϲτηροὶ κακόχυμοι , οἷόϲ ἐϲτιν ὁ φαῦλοϲ Βιθυνὸϲ ὁ ἐν
: γλεῦκοϲ ὑπάγει . Ὅϲα ἐπέχει γαϲτέρα . Φοίνικεϲ οἱ αὐϲτηροὶ ϲταφίδεϲ αἱ αὐϲτηραὶ ϲυκάμινα βάτινα δαμάϲκηνα ἄγρια προῦμνα μῆλα
6816853 σφριγωντες
αὐτὴν τὰ κέρατα , ὀκλὰξ ἐπικύψαντες , ἐκδῦναι αὐτὰ δεινῶς σφριγῶντες . τοσοῦτον δὲ ἄρα ἐπωθοῦσιν , ὡς καὶ τελέως
καὶ τῶν σαρκὶ φίλων ὠλιγώρηκεν . εὐέκται μὲν γὰρ καὶ σφριγῶντες ἀθληταὶ τὸ δοῦλον ἐπιτετειχικότες ψυχῇ τὸ σῶμα , ὠχροὶ

Back