ἀγρὸν χωρῶμεν : ὡς πάλαι δή ἡμᾶς ἔδει τῷ χαλκίῳ λελουμένους σχολάζειν . Λάχητας , Μεγακλέας καὶ Λαμάχους . Ὀφθαλμιάσας
οὖν εἰς ἐμοῦ τήμερον : πρῲ δὲ χρὴ τοῦτο δρᾶν λελουμένους αὐτούς τε καὶ τὰ παιδί ' , εἶτ '
7865398 χαλκιῳ
πλὴν εἰ σημεῖον , ὥσπερ ἂν ἄλλῳ τινί , τῷ χαλκίῳ προσέσται : καὶ οὐδὲ τοῦθ ' ὁποτέρου ἐστὶν οἱ
χωρῶμεν : ὡς πάλαι δεῖ ἡμᾶς ἐκεῖ ' ν τῷ χαλκίῳ λελουμένους σχολάζειν . συκᾶς φυτεύω κάρτα πλὴν Λακωνικῆς :
7152762 συνανελειν
σοι χάριν οἶδα λαμπράν , εἰ καὶ τοὺς ἄνδρας ἔγνως συνανελεῖν σε βεβουλευμένους , οὐχ , ὡς ἡμεῖς ἡγούμεθα ,
εὔλογον φυγόντας ἂν τότε τοὺς Θηβαίους τοῖς Λακεδαιμονίοις συγκαταδουλοῦν , συνανελεῖν τοὺς Λακεδαιμονίους τούτοις νῦν ὑπομεῖναι . πολὺ γὰρ δή
7056273 ὑπηρετικον
ἑτέραν , τῷ μὲν ἐπεστράφθαι τὸ πρὸς τὸν εὖ πεποιηκότα ὑπηρετικόν , τῷ δεξιοῦσθαι δὲ τὸ πάλιν ἀρχὴν αὐτὴν ποιεῖσθαι
ἑτέραν , τῷ μὲν ἐπεστράφθαι τὸ πρὸς τὸν εὖ πεποιηκότα ὑπηρετικόν , τῷ δεξιοῦσθαι δὲ τὸ πάλιν ἀρχὴν αὐτὴν ποιεῖσθαι
6970119 Παγκαλον
. κατεστρατοπεδευκὼς [ ] | δὲ τοὺς στρατιώτας ἐκεῖθι μετεπέμπετο Πάγκαλον [ ] , ὃς ἐπιβάτης τῷ ναυάρχῳ Χειρικράτει πεπλευκὼς
καὶ χρυσίον ἀποτίθεσθαι . κατεστρατοπεδευκὼς δὲ τοὺς στρατιώτας ἐκεῖθι μετεπέμπετο Πάγκαλον , ὃς ἐπιβάτης τῶι ναυάρχωι Χειρικράτει πεπλευκὼς ἐπεμελεῖτο τοῦ
6947024 Κειμενον
ὅς ἐστι τετράγωνος ἀριθμὸς ἀπὸ πλευρᾶς λζ δεκάτων . . Κείμενον . Αὐτὸς ἄρα ὁ τετράγωνος ἔσται δυνάμεων τεσσάρων μο
ἔσται δυνάμεως μιᾶς , ἤτοι τετράγωνος . . τετραγώνῳ . Κείμενον . Ἀπὸ Ϟοῦ ἑνὸς μος α . Αὐτὸς ἄρα
6922395 Γρανικον
' οὗ Γραικοὶ οἱ Ἕλληνες . Κεφάλων δὲ καὶ τὸν Γράνικον ποταμὸν ἐντεῦθεν κληθῆναι . : ; , [ ]
τὰς μὲν λοιπὰς πράξεις αὐτοῦ ἐξηγοίμεθα , ὡς διέβη τὸν Γράνικον , ὡς μέχρι Κιλικίας προῆλθεν , ὡς τὰ μέχρι
6889204 ὀπωπης
ἐλεαίρων , ἀλλ ' εὖ μοι κατάλεξον , ὅπως ἤντησας ὀπωπῆς . λίσσομαι , εἴ ποτέ τοί τι πατὴρ ἐμός
ἀκουήν . ἀλλ ' ἄγε μοι κατάλεξον , ὅπως ἤντησας ὀπωπῆς . ” τὴν δ ' αὖ Τηλέμαχος πεπνυμένος ἀντίον
6883529 Θουριον
λεʹ ∠ ʹʹδʹʹ Λέρνη ναʹ δʹʹ λεʹ ∠ ʹʹʹʹγʹʹ ιβʹʹ Θούριον νʹ δʹʹ λεʹ γʹʹ Βέλβινα νʹ γοʹʹ λεʹ ∠
τὸ σίον . ῥείτω χἁ Συβαρῖτις : πηγὴ Ἰταλίας περὶ Θούριον . ῥείτω χἁ Συβαρῖτις ἐμὶν μέλι : πηγὴ ἐν
6868189 παλαμναιῳ
μολοῦϲα πεφυρμένα ἐϲέλθῃϲ αἴτε κα ἐκ τριόδων καθαρμάτεϲϲιν ἐπιϲπωμένα τῷ παλαμναίῳ ϲυμπλεχθῇϲ ‚ . Τῆς ἠπείρου τῆς Ἑλληνικῆς κατὰ νήσους
μέτρον . οὐκοῦν οὐδὲ πάλαι ἠγνόησεν ἐπὶ τῶν συναραμένων τῷ παλαμναίῳ , ἀλλ ' ἄμφω σοι διεσώσατο , καίτοι δοκοῦντα
6863539 ἁγιαζειν
πρὸ τοῦ καιροῦ τοῦ πολέμου ; Βʹ . Περὶ τοῦ ἁγιάζειν τὰ βάνδα . Γʹ . Περὶ τοῦ προκαθιστᾶν τὰ
] τὸ ἐκ πολλῶν καταλελειμμένον ] καὶ ἀπολειφθέν ἥγιζεν ] ἁγιάζειν γελοίως σάκταν ] σακούλιον . σάκκον πολλὴν ] εἶναι
6847843 πειρασαι
τῇ παρόδῳ . καί ποτε καὶ Φρύνην τὴν ἑταίραν ἐθελῆσαι πειρᾶσαι αὐτόν , καὶ δῆθεν διωκομένην ὑπό τινων καταφυγεῖν εἰς
ῥίζαν περίαψον τὸν τράχηλον καὶ ἀπαλλαγήσεται . ἐὰν δὲ θέλῃς πειρᾶσαι , ὅταν κύων μανῇ , ἐπίθες περὶ αὐτὸν καὶ
6835021 λυτηριοι
ὅτι φιλοπόλιές ἐστε , ἤτοι τὴν ἡμετέραν ἀγαπῶντες πόλιν . λυτήριοι ] ἀφανισταὶ τῶν κακῶν , σωτῆρες δὲ ἡμῶν .
λυτήριοι ἀμφιβάντες : ὦ θεοί , περὶ τὴν πόλιν ἐλθόντες λυτήριοι , ἤτοι ἀφανισταὶ τῶν κακῶν καὶ σωτῆρες , ἐξ
6830688 χωρωμεν
διδασκαλίαν χρησιμεύσοντα τῶν κατηγοριῶν προεκθέμενοι , ἤδη ἐπ ' αὐτὰς χωρῶμεν . πρότερον δὲ ὡς ἐν κεφαλαίῳ διὰ τὸ εὐσύνοπτον
σαφῶς ἐπὶ λουτροῦ εἰρημένον , ἐξ ἄστεως νῦν εἰς ἀγρὸν χωρῶμεν , ὡς πάλαι δι ' ἡμᾶς ἐκεῖ τῷ χαλκῷ
6817962 Μαθοντες
πρακτικοῦ καὶ τὸ νομοθετικὸν καὶ τὸ δικαστικὸν λέγεται πρακτικόν . Μαθόντες οὖν διὰ τῶν προλαβόντων τί ἐστιν ἡ φιλοσοφία ,
τοῖς τὰ ἴσα φέρουσι τοῦ ἰδίου τόπου οὐ παρεχώρησε . Μαθόντες οὖν περὶ τῆς τάξεως τοῦ ἰδίου , φέρε καὶ
6816110 πειθομεν
” εἶπεν ὁ Εὐκράτης , “ ἢ τουτονὶ τὸν ἀδαμάντινον πείθομεν ” δείξας ἐμέἡγεῖσθαι “ δαίμονάς τινας εἶναι καὶ φάσματα
τοὺς ἄλλους πηδῶντα . Τί φής , ὦ βασιλεῦ ; πείθομεν ἢ ληροῦμεν ; ἤδη ψηφίζου τοσοῦτον προενθυμηθείς , ὡς
6815930 δῃουμενην
δὲ τότε μὲν καὶ παρὰ τὴν ἐσβολὴν αὐτὴν τὴν αὐτῶν δῃουμένην καὶ πορθουμένην ὁρῶντες εἶκόν τε καὶ ἐσπένδοντο πρὸς καιρόν
πλείστου ἄξια ἐκ τῶν ἀγρῶν ἀνασκευασάμενοι τήν τε γῆν περιεώρων δῃουμένην καὶ τὰς αὐλὰς ἐμπιμπραμένας , ὥστε κατὰ πολλὴν εὐπέτειαν
6806928 ἐπανελαβε
ἀλλ ' ἀντιπῖπτον ἀπὸ τῆς προτέρας ἐννοίας . εἶτα πάλιν ἐπανέλαβε τὴν αὐτὴν ἔννοιαν καὶ ἀνήγαγεν εἰς ἑτέραν ἀρχὴν εἰπών
ἀκούῃ μου , θαυμάζῃ : εἶτα πολλὰ εἰπὼν ἐξ ἐπεμβολῆς ἐπανέλαβε πάλιν πρώτου μὲν τούτου καὶ μάλιστα , οὗπερ εἶπον
6789955 ὀνομαστεον
, τὸ δὲ Ξενοφῶν λέγει . σκέλος μὲν δὴ πᾶν ὀνομαστέον τὸ ἐκ μηροῦ καὶ γόνατος καὶ κνήμης καὶ σφυροῦ
ὁμομήτορες : καὶ ὁμογάλακτας δὲ τούτους καὶ ὁμογάστορας καὶ ὁμογαστρίους ὀνομαστέον , καὶ ὁμογνίους καὶ ὁμογόνους . οὕτω δὲ καὶ
6765524 εὐχαλκου
ἄνω τὸ στόμα ἔχοντος . ' πήδησεν ] ἐξῆλθεν . εὐχάλκου ] τοῦ καλῶς κεχαλκευμένου . εὐχάλκου ] + ἄριστον
' Ἠϊονῆα βάλ ' ἔγχεϊ ὀξυόεντι αὐχέν ' ὑπὸ στεφάνης εὐχάλκου , λύντο δὲ γυῖα . Γλαῦκος δ ' Ἱππολόχοιο
6764387 ἀλημεναι
τὸ βῆναι γίνεται βήμεναι , οὕτως καὶ παρὰ τὸ ἀλῆναι ἀλήμεναι . . . . ἀλθαία : πόλις † Ὀλκάδος
: ἀθροισθῆναι καὶ συστραφῆναι , οἷον : πάντας ἐπὶ πρύμνῃσιν ἀλήμεναι υἷας Ἀχαιῶν . ὥσπερ παρὰ τὸ βῆναι γίνεται βήμεναι
6763971 ἐξεπραξεν
. ἔχειν ] τὸν στρατόν . πόρον ] πορείαν . ἐξέπραξεν ] † ἤγουν κατώρθωσεν . Βόσπορον ] † τὸν
ἐξῆλθεν . ἐξέπραξεν ] ἐτελέσθη . ἐξέπραξεν ] ἐτελείωσεν . ἐξέπραξεν ] ἐτελείωσεν ἑαυτὴν ἢ ἠφάνισεν ἐκείνους . θ οὐδ
6759519 προπερυσι
. ἄρα πόρρω ἐκτέταται ὡς Ἀττικώτερον , καθὸ καὶ τὸ προπέρυσι πρωπέρυσίν φασι , καὶ ὅτι μᾶλλον μηκυντικοί εἰσι κατὰ
ἑαυτοῦ χαλέπαινε , Ἑρμόδωρε . Εὐθυκλῆς ὁ Νικοφῶντος τοῦ συλήσαντος προπέρυσι τὴν θεὸν ἀσεβείας με γέγραπται , ἄνδρα σοφίᾳ προύχοντα
6755237 εὐφημησαι
ὡς παιδεραστὴς οὗτος ὁ πρεσβύτης διεβάλλετο . Βακχέβακχον ᾆσαι : εὐφημῆσαι τὸν Διόνυσον καὶ ἀνυμνῆσαι . Βάκχον δὲ οὐ τὸν
τὴν πήραν ἐνθέμενος οὐ πρόσθεν ἀπῆλθε , πρὶν τὰς Νύμφας εὐφημῆσαι καὶ αὐτὴν τὴν θάλασσαν : καίπερ γὰρ αἰπόλος ὤν
6753824 κινηϲιοϲ
, παράλυϲιϲ , ἅπαντα τῷ γένεϊ τωὐτά . ἢ γὰρ κινήϲιοϲ , ἢ ἁφῆϲ , ἢ ἀμφοῖν ἐϲτι ἔκλειψιϲ ,
, εὖτε καὶ αἰώρηϲ χρέοϲ καὶ τρίψιοϲ καὶ πάϲηϲ προϲηνοῦϲ κινήϲιοϲ . Θεραπεία μαραϲμοῦ . Τοιϲίδε μέντοι , κἢν μαραϲμὸϲ
6753537 κατοκνει
αὐτὸς συνδραμὼν τῷ ' μῷ σκοπῷ [ καὶ ] μὴ κατόκνει συγκροτεῖν ξένους [ ] ποτέ . [ ἁγίως ]
δοῦναι Τεύκρῳ προστέταχα . κἂν ἄλλου του δέῃ , μὴ κατόκνει γράφειν : οὐδὲν γὰρ οὕτως ἔσται μέγα τῶν αἰτημάτων
6745562 πνευστιωντα
Πολυδεύκης ἦλθεν ὑποστρέψας , καὶ δὴ αὐτὸν οὔπω τεθνηκότα , πνευστιῶντα δὲ κατέλαβεν . οὔπω , φησί , τὸν Κάστορα
. ἄσθματα : καὶ ἀναπνοάς . φυσιόωντα : μεγάλα , πνευστιῶντα . φυσιόωντος : φυσῶντος καὶ ἐκπνέοντος , ἢ φυσιόωντος
6740114 Ἀβαριν
ἐξέπεμπον τῶν καρπῶν ἁπάντων τὰς ἀπαρχάς . ὅτε δὴ καὶ Ἄβαρίν φασι τὸν Ὑπερβόρειον ἐλθόντα θεωρὸν εἰς τὴν Ἑλλάδα ,
ἄνθρωποι τῶν καρπῶν ἁπάντων τὰς ἀπαρχάς . ὅτε δὴ καὶ Ἄβαρίν φασι τὸν Ὑπερβόρειον ἐλθόντα ἐπὶ ἱστορίᾳ τῆς Ἑλλάδος Ἀπόλλωνι
6736459 προῃρου
ἣν εἶχον ἐν χερσίν , ὑπεσχόμην τε ποιήσειν , ὡς προῃροῦ , καὶ τελέσας τὴν ὑπόσχεσιν ἀποδίδωμι . Μέλλων δὲ
ποτ ' ἀφῆκας , οὐδ ' , ὅτ ' Εὐέργῳ προῃροῦ λαγχάνειν , εἴασας ἐμέ , οὐδὲ πρατῆρ ' ἠξίωσας
6729845 Χωρει
ὦνδρες , αὐτοὶ δὴ μόνοι λαβώμεθ ' οἱ γεωργοί . Χωρεῖ γέ τοι τὸ πρᾶγμα πολλῷ μᾶλλον , ὦνδρες ,
λύραν , ἔργον Εὐδόξου , τιταίνει ψίθυρον εὐήθη νόμον . Χωρεῖ ' πὶ γραμμὴν λορδὸς ὡς εἰς ἐμβολήν . Ὃς
6725103 Σιμυλος
τῶν Ἀλευαδῶν οὗτός ἐστι τῶν δοκούντων συμπρᾶξαι τῷ Μακεδόνι . Σιμύλος : Δημοσθένης ἐν τῷ ὑπὲρ Κτησιφῶντός φησιν ” ἀλλὰ
ἀνιστάμενον . Ἄχρι μὲν οὖν Σικελίας εὐτυχῶς διαπλεῦσαι ἔφη ὁ Σιμύλος σφᾶς : ἐπεὶ δὲ τὸν πορθμὸν διαπεράσαντες ἐν αὐτῷ
6720716 βαρειν
γυναῖκας : βρίθω γὰρ τὸ βαρῶ . ἢ παρὰ τὸ βαρεῖν τοὺς Ἕλληνας : ἐβάρησε γὰρ καὶ ἔβλαψε τοὺς Ἕλληνας
ἐστι χρείαν παρασχέσθαι . Μεμπτικὸς δέ ἐστιν ὁ μὴ νομίζεσθαι βαρεῖν προσδεχόμενος . οἷον : Εἰ μὴ παραδέδωκέ σοι μηδέπω
6712956 ἀπεληλυθει
, τῷ Διφίλῳ δὲ τὰ ἀμφοῖν , ὁ γὰρ Ζήνων ἀπεληλύθει . καὶ μέμνησό μοι τούτων , ὦ Φίλων ,
ναύκληρον Ἑρμότιμον οἶδα . πλὴν ἀλλ ' ὁ μὲν ἕωθεν ἀπεληλύθει τοῦ ἀλεκτρυόνος ᾄσαντος εὐθὺς ἀνεγρόμενος , ἐγὼ δὲ ἐμεμνήμην
6711683 Βουλεσθε
κρίνεται , ὅτι ταῦτα πράξας παρὰ τοὺς νόμους ἐδημηγόρει . Βούλεσθε οὖν τὸ ὅλον πρᾶγμα ἀφῶμεν καὶ μὴ ζητῶμεν ;
ἡμῶν ; Πάνυ μὲν οὖν , ἔφη ὁ Πρωταγόρας . Βούλεσθε οὖν , ὁ Καλλίας ἔφη , συνέδριον κατασκευάσωμεν ,
6708912 Πολυστρατον
Νικιάδην , Μέλητον , Ἀρχεβιάδην , Ἄρχιππον , Διογένη , Πολύστρατον , Ἀριστομένη , Οἰωνίαν , Παναίτιον . Πρώτη μέν
τὴν παιδίσκην καὶ συγκατέκλεισε τῷ Περσαίῳ . οἶδα δὲ καὶ Πολύστρατον τὸν Ἀθηναῖον , μαθητὴν δὲ Θεοφράστου , τὸν ἐπικαλούμενον
6706188 Τιμασιωνι
μὴ χωρεῖν πρόσω , τὸν δὲ ἐρρωμένως ξύν τε τῷ Τιμασίωνι καὶ τῷ Νείλῳ τοῦ τρίτου καταρράκτου ἔχεσθαι , περὶ
Ξενοφῶντος . καὶ ὁ Φρυνίσκος καὶ ὁ Κλεάνωρ συνωμολόγουν τῷ Τιμασίωνι . ἐντεῦθεν ὁ Σεύθης ἐλοιδόρει τὸν Ἡρακλείδην ὅτι οὐ
6701932 ἀμφιμακρου
: τὸ αʹ χοριαμβικὸν δίμετρον ἐκ χοριάμβου , σπονδείου καὶ ἀμφιμάκρου : τὸ βʹ δακτυλικὸν μονόμετρον : τὸ γʹ χοριαμβικὸν
τὸ ζʹ “ πράγμασι χρωτίζεται ” ὅμοιον ἐκ χοριάμβου καὶ ἀμφιμάκρου δίμετρον ἀκατάληκτον : τὸ ηʹ “ καὶ σοφίαν ἐπασκεῖ
6686731 Ἑρμιονα
δ ' ἐφεύγομεν . ἔμολε δ ' ἁ τάλαιν ' Ἑρμιόνα δόμους ἐπὶ φόνωι χαμαιπετεῖ ματρὸς ἅ νιν ἔτεκεν τλάμων
λιμήν . Ταύτης δὲ περίπλους σταδίων πʹ . Μετὰ δὲ Ἑρμιόνα Σκύλλαιόν ἐστιν ἀκρωτήριον τοῦ κόλπου τοῦ πρὸς ἰσθμόν :
6686587 ἀνισοπλατη
τὸ Κ . λέγω , ὅτι τὰ ΒΓ , ΔΖ ἀνισοπλατῆ φαίνεται , καὶ μεῖζον ἀεὶ τὸ ἔγγιον διάστημα τοῦ
ὀφθήσεται παράλληλα τὰ διαστήματα , ἀλλ ' εἰς ἔλαττον καὶ ἀνισοπλατῆ . τὰ ἄρα παράλληλα τῶν διαστημάτων ἐξ ἀποστήματος ὁρώμενα
6686551 Ἑρμιππου
ὁ Φαληρεὺς Δημήτριος γράφει . . , : ἐκ τῆς Ἑρμίππου συναγωγῆς τῶν καλῶς ἀναφωνηθέντων ἐξ Ὁμήρου . Δημήτριος ὁ
εἰς Ἕλληνας ἀγαγεῖν . . . : Ἡρακλείδου Ἐπιτομὴ τῶν Ἑρμίππου Περὶ νομοθετῶν . Ι [ ! ! ! !
6686113 Ἰφικλης
οἱ δὲ ἀποθανόντες ἐν τῇ μάχῃ Τελαμὼν , Χαλκώδων καὶ Ἰφικλῆς ὁ πρεσβύτατος αὐτοῦ ἀδελφός . Τιρύνθιον Ἀργεῖον : Τίρυνς
Ἡρακλέους γὰρ τὴν ὕδραν ἀναιροῦντος , ὁ ἀδελφὸς αὐτοῦ ὁ Ἰφικλῆς , πληγεὶς ὑπ ' αὐτῆς , ἐθεραπεύθη ὑπ '
6680414 ἐπεμβολης
τοῦ ζῆν ἀσφαλῶς ᾑρημένος . τὸ δὲ κατὰ παρένθεσιν ἐξ ἐπεμβολῆς γίνεται , οἷον τοῦ τ ' ἐκεῖνον , ὅπερ
κατ ' ὀρθότητα ὡς ἐπὶ τὸ πολὺ καὶ τὰ χωρὶς ἐπεμβολῆς , κῶλα δὲ τὰ ὀλίγῳ τῶν κομματικῶν μείζονα ἢ
6678848 χεσαι
ἀπάρτι . χεσείω ] ὀρέγομαι χεσεῖν : αἰολικῶς , ἐπιθυμῶ χέσαι . , παίζω . . ⌈ χεσείω ⌈ αἰολικὸν
. καὶ εἰ εὐσεβές ἐστι καὶ εἰ μὴ εὐσεβές , χέσαι ἔχω . ὡς ὑπὸ τοῦ φόβου προειλημμένος καὶ μὴ
6675503 σθε
ὅτι δὲ πονηρός ἐστιν ἐκ τῶν ἄλλων ἐπιτηδευμάτων ᾔσθη - σθε ; Ἀλλὰ μὲν δὴ οὐδ ' ἂν ἐξελθὼν ἐκ
τύπτεσθον ἀπὸ τοῦ δευτέρου τῶν πληθυντικῶν τοῦ τύπτεσθε τροπῇ τῆς σθε εἰς σθον , τὸ δὲ τρίτον τῶν δυϊκῶν τὸ
6675402 ἐγκαναξον
, ὅπερ πάσχουσιν οἱ μεθύοντες καὶ οἱ ὑπτίως ἀνακείμενοι . ἐγκάναξον : ἔγχεε , ἐκκένωσον . λέγεται δὲ ἐπὶ τῶν
ἐκκένωσον . λέγεται δὲ ἐπὶ τῶν ἀθρόως πινόντων . ΓΘ ἐγκάναξον : προσένεγκε , ἔκχεον . ἐγκάναξον ] ἔγχεε .
6673389 Τινας
, τοὐναντίον ἔχοντας εὑρίσκομεν οἷς ὑπωπτεύσαμεν ἐπιτήδευμα καὶ πάθος . Τίνας ; Τοὺς ὠνητούς τε καὶ τῷ τρόπῳ τούτῳ κτητούς
ἐκ τοῦ κόσμου ἐμειώθη : ἀλλὰ πάντα ὁμοίως μένει . Τίνας δὲ μύθους οὐχ ὑπερβέβηκεν τῷ ἀπιθάνῳ καὶ ταῦτα ,
6672091 ἀπεπυδαρισα
] ὑπερεῖδον , κατεφρόνησα , εἰς οὐδὲν ἡγησάμην . Γ ἀπεπυδάρισα ] ἀπελάκτισα ἢ ἀπέπαρδον . ἵπποι γὰρ καὶ ὄνοι
ἔστι δὲ εἶδος ὀρχήσεως . τινὲς δὲ τὸ μὲν “ ἀπεπυδάρισα ” ἀπέπαρδον . ἄλλοι δὲ ἀπεσκίρτησα καὶ ὠρχησάμην .
6671725 ἀπαιτω
σε σώιζουσιν θανεῖν . καὶ σέ : δεύτερον δ ' ἀπαιτῶ σκῆπτρα καὶ μέρη χθονός . οὐκ ἀπαιτούμεσθ ' :
γέρον , ὃς οἰκεῖς τόνδε λάινον τάφον , ἀπόδος , ἀπαιτῶ τὴν ἐμὴν δάμαρτά σε , ἣν Ζεὺς ἔπεμψε δεῦρό
6664894 Μαλα
ἐφιέντες ἀκολασταίνειν οὐκ ἀγεννεῖς ἐνίοτε ἀνθρώπους πένητας ἠνάγκασαν γενέσθαι . Μάλα γε . Κάθηνται δὴ οἶμαι οὗτοι ἐν τῇ πόλει
δὲ ὑπὸ τῆς ὀρθοπνοίης τε καὶ τοῦ ῥέγχεος ἀποπνιγέντες . Μάλα δὲ τοὺς τοιουτέους οἱ ἀρχαῖοι βλητοὺς ἐνόμιζον εἶναι διὰ
6659635 καταβαινοντα
ἀτρεκέως καταλέξω . Ἐπείτε γὰρ τάχιστά σε ἐπυθόμην ἐπὶ θάλασσαν καταβαίνοντα τὴν Ἑλληνίδα , βουλόμενός τοι δοῦναι ἐς τὸν πόλεμον
συμβέβηκεν ἅπαντας ἐκ λεπτῶν νημάτων . ὁρᾷς καθάπερ ἀράχνιά τινα καταβαίνοντα ἐφ ' ἕκαστον ἀπὸ τῶν ἀτράκτων ; Ὁρῶ πάνυ
6656741 ὑαλινων
ἐν φορυτῷ κατακείμενος . Ξενιζόμενοι δὲ πρὸς βίαν ἐπίνομεν ἐξ ὑαλίνων ἐκπωμάτων καὶ χρυσίδων ἄκρατον οἶνον ἡδύν . Ὦ Κραναὰ
ἐξ ὀξυβαφίων κεραμεῶν ἐπίνομεν . ἐν δὲ Ἀχαρνεῦσιν Ἀριστοφάνους ἐξ ὑαλίνων ἐκπωμάτων καὶ χρυσίδων . τὸ δὲ καλούμενον κυρίλλιον πρὸς
6650022 κεναγγιαν
, Ξενοφῶν δὲ βούλιμον . καὶ Ἀριστοφάνης τὸν Πειραιᾶ μὴ κεναγγίαν ἄγειν . Ἡ δὲ τροφὴ ἄρτοι κρέα , ἄλφιτα
τὸ ῥῆμα πεινῆν . Πλάτων δ ' ὁ κωμικὸς καὶ κεναγγίαν εἴρηκεν , Ξενοφῶν δὲ βούλιμον . καὶ Ἀριστοφάνης τὸν
6648464 σιωπησῃ
φρυαττόμενόν ποτε ἐπὶ τοῦ βήματος ἐπεστόμισεν Ὑπερείδης εἰπών : οὐ σιωπήσῃ , μειράκιον , μεῖζον τῆς μητρὸς ἔχων τὸ φύσημα
μηκέτι φθέγγεται , τὴν δευτέραν μηδέπω , τοῦτον τὸν χρόνον σιωπήσῃ ἀντέχεσθαι . Λεκτέον καὶ περὶ ποδὸς τί ποτέ ἐστι
6642063 Ὀξον
Ἀρτάβαζον τὸν Πέρσην . Αὐτὸς δὲ ἦγεν ὡς ἐπὶ τὸν Ὄξον ποταμόν . ὁ δὲ Ὄξος ῥέει μὲν ἐκ τοῦ
ὅσα ἐν τῷ παραυτίκα ἐπηγγέλλετο . Αὐτὸς δὲ ἐπὶ τὸν Ὄξον τε ποταμὸν ᾔει αὖθις καὶ εἰς τὴν Σογδιανὴν προχωρεῖν
6638430 ἀμφιβαντες
χειροτόνους λιτάς . ἰὼ φίλοι δαίμονες , λυτήριοί τ ' ἀμφιβάντες πόλιν δείξαθ ' ὡς φιλοπόλεις , μέλεσθέ θ '
περιέπεις . ἀμφιβάντες ] περικυκλώσαντες . ἀμφιβάντες ] κύκλῳ . ἀμφιβάντες ] περιφυλάξαντες . ἀμφιβάντες ] ἐλθόντες . ἀμφιβάντες ]
6637127 ἑστιασαι
ὥσπερ κλητῆρες , δύο μόνοι ὄντες μαρτυροῦσιν δεκάτην ὑπὲρ τούτου ἑστιᾶσαι . οἷς τίς ἂν ὑμῶν πιστεύσειεν ; καὶ μὴν
ἥκει , ὥστε φησὶ τὸν πατέρα μου δεκάτην ὑπὲρ αὑτοῦ ἑστιᾶσαι . καὶ περὶ τούτου μόνον Τιμοκράτους καὶ Προμάχου ἐμβέβληται
6637013 Αἱρουντες
ὑπερβολὴν , οὐ δακρύοις , ἀλλ ' αἵματι κλαίειν . Αἱροῦντες ᾑρήμεθα : ἐπὶ τῶν ἐλπισάντων τινὰς νικᾶν , εἶθ
κατὰ ὑπερβολὴν , οὐ δάκρυσιν ἀλλ ' αἵμασι κλαίειν . Αἱροῦντες ᾑρήμεθα : ἐπὶ τῶν ἐλπισάντων κρατεῖν τινων καὶ ὑπ
6635322 ἠριστηκοτας
' εἴσιθι : μὴ μέλλε , χώρει : δεῖ γὰρ ἠριστηκότας πάσχειν , ἐάν τι καὶ παθεῖν ἡμᾶς δέῃ .
' εἴσιθι : μὴ μέλλε , χώρει : δεῖ γὰρ ἠριστηκότας πάσχειν , ἐάν τι καὶ παθεῖν ἡμᾶς δέῃ .
6629297 ἀνστας
. , . * . . Ἀνστάς : ἀναστάς : ἀνστάς , Ἡρωδιανός . καὶ ἀναστάντες : ἀνστάντες , .
. καὶ ἀνουτητί . . . ἀνστάς : ἀναστάς καὶ ἀνστάς : καὶ ἀναστάντες καὶ ἀνστάντες . . . .
6627017 μετενηνεχθαι
Φρύγες Θραικῶν ἄποικοί εἰσιν , οὕτω καὶ τὰ ἱερὰ ἐκεῖθεν μετενηνέχθαι . καὶ τὸν Διόνυσον δὲ καὶ τὸν Ἠδωνὸν Λυκοῦργον
αὐτῶν ἀκούομεν καὶ μορφωτικῶς : διὸ καὶ δοκοῦσιν αἱ φωναὶ μετενηνέχθαι ἀπὸ τῶν παρ ' ἡμῖν ζωγράφων ἢ τῶν ἄλλων
6626689 μετεπιπτεν
ἦν , ἐκύμαινεν , ἐκυματοῦτο . καὶ κύματα μετέρρει , μετέπιπτεν , ἐνέπιπτεν , ἠγρίαινε . φρικώδης ἦν ἡ θάλαττα
, εἰ πρὶν ἀποσπασθῆναι πολὺ καὶ αὐτίκα εἰς τοὐπίσω παλίρρους μετέπιπτεν . Ἀπολλόδωρος δὲ ἐπιτιμᾷ Καλλιμάχῳ , συνηγορῶν τοῖς περὶ
6625028 συνθηρος
, Ἄσιος δὲ Νυκτέως , Φερεκύδης δὲ Κητέως . αὕτη σύνθηρος Ἀρτέμιδος οὖσα , τὴν αὐτὴν ἐκείνῃ στολὴν φοροῦσα ,
ἀγρευτὴς καὶ κυνηγέτης : ὁ δὲ τούτῳ συμπράττων συγκυνηγέτης , σύνθηρος , ὁμόθηρος . ἐρεῖς δ ' ἐπὶ τοῦ κυνηγέτου
6624261 φοινικιδας
μαλακῶς καθέζωνται , τὰ καλούμενα ὑπηρέσια . . . . φοινικίδας ] οἱονεὶ πυρρὰ παλλία . . . . ἢ
Ἰνδοὶ καὶ ἀποθλίβουσι , καὶ ἐξ αὐτῶν βάπτουσι τάς τε φοινικίδας καὶ τοὺς ὑπ ' αὐταῖς χιτῶνας καὶ πᾶν ὅ
6624225 ἱππιον
, ἐπεὶ οὐκ ἠνέσχετο ὁ πατὴρ αὐτοῦ τὸ ὀμνύειν τὸν ἵππιον Ποσειδῶ : ἢ διὰ τὸ εἶναι τότε τὴν ἑορτὴν
καὶ βασιλεύς : θεὸς γὰρ οὗτος τῆς θαλάσσης κρατήσας . ἵππιον λέγει τὸν Ποσειδῶνα διὰ τὸ ὕδωρ ταχέως καὶ δίκην
6619171 Βαδιζε
ὅπως τῷ φθέγματι γυναικιεῖς εὖ καὶ πιθανῶς . Πειράσομαι . Βάδιζε τοίνυν . Μὰ τὸν Ἀπόλλω οὔκ , ἤν γε
. Ποῦ Ξανθίας ; Ἤ , Ξανθία . Ἰαῦ . Βάδιζε δεῦρο . Χαῖρ ' , ὦ δέσποτα . Τί
6616095 οἰκουμενων
οἴκησις ἐκ τροπῆς θεατή τε καὶ μέτρον τῶν ἐντὸς αὐτῆς οἰκουμένων ὑπάρχει . τὸ γὰρ τεταρτημόριον ἐκ μοιρῶν ἐνενήντα ,
εἴ τι ἄλλο ἐδυνάμην , ἐπεβοήθησα καὶ συνηκολούθησα μέχρι τῶν οἰκουμένων . ἀλλὰ τίς ἂν ἐκείνων ἐμοὶ νῦν μαρτυρήσειεν ;
6615928 Μανθανω
ὦ Σώκρατες , τρίβομεν ὅσον οἰόμεθα μέτριον εἶναι πιεῖν . Μανθάνω , ἦ δ ' ὅς : ἀλλ ' εὔχεσθαί
Οὐκοῦν καὶ κάκιον , εἴπερ αἴσχιον . Ἥκιστά γε . Μανθάνω : οὐ ταὐτὸν ἡγῇ σύ , ὡς ἔοικας ,
6615125 προσμειναι
, φησί , κατατεθεῖσθαι τὸν πόλεμον οὐδὲ ἐσπεῖσθαι , ἀλλὰ προσμεῖναι , ἕως ἂν εἷς ἐξ ἡμῶν ἄρδην ἀπόληται ;
. Γνόντες δέ σφεας οἱ Εὐβοέες ταῦτα βουλευομένους ἐδέοντο Εὐρυβιάδεω προσμεῖναι χρόνον ὀλίγον , ἔστ ' ἂν αὐτοὶ τέκνα τε
6612942 ἀπογραφομενοι
ἐκ δεξιῶν καὶ ὁ ἐξ ἀριστερῶν , οὗτοί εἰσιν οἱ ἀπογραφόμενοι τὰς ἁμαρτίας καὶ τὰς δικαιοσύνας : ὁ μὲν ἐκ
ὁ κριτὴς ὁ πανθαύμαστος ; καὶ τίνες οἱ ἄγγελοι οἱ ἀπογραφόμενοι ; καὶ τίς ὁ ἄγγελος ὁ ἡλιόμορφος ὁ τὸν
6612871 ἀποχαλα
: ἀπόκλειε , ἔφελκε . ὅθεν “ ἰλλάσιν ” . ἀποχάλα ] ἐνδίδου καὶ ἐπάφιε . ζωΰφιον , ᾧ χρῶνται
πῶς . ὅπως ] πῶς . εἷλε ] στρέφε . ἀποχάλα ] ἀφίει . λινόδετον ] ἐν λίνῳ δεδεμένην .
6612219 διεκοψεν
, ὤφειλεν εἰπεῖν , ” ὦ Ζεῦ “ , καὶ διέκοψεν αὐτὸν ὁ Φιλοκλέων . Γ κἂν χρὴ : κἂν
περὶ τῶν συμβαινόντων ἐν ταῖς ἁλώσεσιν . ἒ ἔ ] διέκοψεν τὸν λόγον τῷ θρήνῳ . ἒ ἔ ] διὰ
6610396 διελεσθε
τύχην : κτήνη γὰρ οὔτε ἀγοράσαι οὔτε μισθώσασθαι εὗρον . διέλεσθε οὖν τὰ ἐφόδια σκεύη : αὔριον γὰρ ἀπαίρομεν εἰς
σωτηρίαν , κτήνη οὔτε μισθώσασθαι οὔτε ἀγοράσαι εὗρον . τοιγαροῦν διέλεσθε τὰ σκεύη : αὔριον γὰρ περῶμεν εἰς τὴν Ἀσίαν
6606005 αὐτοῤῥιζων
, ἢ χρυσὸν ἀναθείς . Τὸ δενδρολίβανόν φασι φυτεύεσθαι ἐξ αὐτοῤῥίζων καὶ ἀποσπάδων : δεῖ δὲ τοῦτο ποιεῖν κατατιθέντας εἰς
. οὐ μόνον δὲ ἐξ ἀποσπάδων , ἀλλὰ καὶ ἐξ αὐτοῤῥίζων κατατίθεται . ἔστω δὲ τὰ αὐτόῤῥιζα μὴ ἐλάττω διετοῦς
6604684 Ὁμολογω
ἐξουσία ᾖ πάντα ταῦτα ποιεῖν ἃ νυνδὴ ἐγὼ ἔλεγον ; Ὁμολογῶ . Καὶ ὅς , εἰρωνικῶς πάνυ ἐπισχὼν ὥς τι
οὓς σὺ πέπεικας σοὶ πείθεσθαι μᾶλλον ἢ τοῖς γειναμένοις . Ὁμολογῶ , φάναι τὸν Σωκράτην , περί γε παιδείας :
6603345 ἀποσχῃ
ἂν πρὸς τὰς ἀνατολὰς περιχωρήσασα ἡ σελήνη ζῴδιον τοῦ ὁρίζοντος ἀπόσχῃ , μένειν δὲ μέχρι ἂν ζῴδιον ὑπὲρ γῆς μετεωρισθῇ
Ξέρξην , ἀπίστους ποιήσῃ τοὺς Ἴωνας καὶ τῶν ναυμαχιέων αὐτοὺς ἀπόσχῃ . Θεμιστοκλέης μὲν ταῦτα ἐνέγραψε . Τοῖσι δὲ βαρβάροισι
6603323 προχειρισαμενοι
τὰς Ἀθήνας πλοῦν ἐποιήσαντο . μετὰ δὲ ταῦτα Ἀθηναῖοι στρατηγὸν προχειρισάμενοι Κλεόπομπον ἐξαπέστειλαν μετὰ νεῶν τριάκοντα , προστάξαντες τήν τε
Λεύκιον καὶ Ποστούμιον . ἐπὶ δὲ τούτων Λακεδαιμόνιοι μὲν στρατηγὸν προχειρισάμενοι Ἀγησίπολιν τὸν βασιλέα , καὶ δύναμιν ἱκανὴν παραδόντες ,
6601255 ἐῤῥιψεν
ἀπεθέρισαν . Ἀετὸς δὲ ἀπὸ νοσσιῆς ἐγκύμονα λίθον πρὸς ὄρθριον ἔῤῥιψεν , ἀντίψυχον νοσσίων προθέμενος τὸν λίθον . Προγινώσκοντες μύρμηκες
' Ὀδυσσέως καὶ Νεοπτολέμου ἐκ Λήμνου : ἐκεῖ γὰρ αὐτὸν ἔῤῥιψεν Ὀδυσσεὺς δηχθέντα ὑπὸ ὄφεως ὕδρου , ὅτε ἐκάθαιρον Ἕλληνες
6595296 θεομαχους
διὰ τὸ ὠχροὺς καὶ νεκρώδεις εἶναι . ἢ ἀσεβεῖς καὶ θεομάχους , διὰ τοὺς γίγαντας : οὗτοι γὰρ θεομάχοι .
. Ταύτην δὲ , Φλέγραν τὸ πρότερον καλουμένην , τοὺς θεομάχους Γίγαντας οἰκῆσαι λόγος , μετὰ ταῦτα Παλληνεῖς δ '
6591046 πολυγομφον
. ἄγριον ὑποβλέπει με : ἀγριφὴς δίκελλα : σκεῦος γεωργικὸν πολύγομφον . ἀγραδίκη : ὠφληκότων τῷ δημοσίῳ γράφουσι τὰ ὀνόματα
πολύγομφον ὅδισμα ] ἀμφὶ τῷ αὐχένι τοῦ πόντου ζυγὸν βαλὼν πολύγομφον ὅδισμα καὶ βάδισμα , τῶν τῆς θαλάσσης δηλονότι νώτων
6586001 παλινδρομος
καὶ διαρκῆ ἔχω τὰ ἄλφιτα παρὰ τῆς δικέλλης . ὥστε παλίνδρομος ἄπιθι , ὦ Ἑρμῆ , τὸν Πλοῦτον ἀπαγαγὼν τῷ
κατά . Δαισάμενος : φαγών . παλίνορσος : ὀπισθόρμητος . παλίνδρομος : ὀπισθόδρομος . ἀνέδραμεν : ἀνεχώρησεν . Κυρτεύς :
6584683 παρακαλεσαντες
τοῖς πολεμίοις ὥστε καταπλῆξαι τούτους τῷ σφοδρῷ τῶν ἵππων : παρακαλέσαντες οὖν ἀλλήλους καὶ συνασπίσαντες ἀκρατῶς ἐξήλαυνον : ἐκ τούτου
ἀφώπλισαν , τὰ δὲ ὅπλα τοῖς ἑαυτῶν φίλοις παρέδωκαν : παρακαλέσαντες δὲ τὰ πλήθη , καὶ τὸν Ξέρξην αὐτὸν μετὰ
6583306 Ἀρας
καλεῖ αὐτὴν Ἀνακρέων . ἐκλήθη δὲ ἀπὸ τῆς Ἀθάμαντος θυγατρὸς Ἀρᾶς . σκοπουμένου γὰρ τοῦ Ἀθάμαντος ἔνθα ἱδρύ - σει
ᾗ ὁ Ζεὺς ὑπεγράφετο τὰ γινόμενα , παμπάλαιος ἦν . Ἀρᾶς ἱερόν : ἐπὶ τῶν πολλὰ ἀρωμένων ἐπὶ χρηστοῖς ἢ
6581874 ἀπικωνται
: ταῦτα παρὰ πᾶσαν πόλιν παραποταμίην ποιεῦσι . Ἐπεὰν δὲ ἀπίκωνται ἐς τὴν Βούβαστιν , ὁρτάζουσι μεγάλας ἀνάγοντες θυσίας ,
ἔνεστι , ἐν δὲ τοῖσι μέζοσι πλέονες . Ἐπεὰν ὦν ἀπίκωνται πλέοντες ἐς τὴν Βαβυλῶνα καὶ διαθέωνται τὸν φόρτον ,
6578221 ἀστυδε
. ἔνθα καθεζόμενος μεῖναι χρόνον , εἰς ὅ κεν ἡμεῖς ἄστυδε ἔλθωμεν καὶ ἱκώμεθα δώματα πατρός . αὐτὰρ ἐπὴν ἥμεας
Ἀθηνῶν λέγοιςμυστήρια , κηρύγματα ἱερὰ Ἐλευσῖνάδε προστάττοντα βαδίζειν , καὶ ἄστυδε πάλιν ἀπ ' Ἐλευσῖνος : τίς δ ' ἂν
6576982 ηὐφρανας
λαβών ; ὁ ἐπαγγειλάμενος ἀπε - κρίνατο οἷς με σὺ ηὔφρανας λόγοις , τοῖς αὐτοῖς κἀγώ σε : ὁποιαοῦν δέδωκας
: ὅσον τόδε διαφέρει , τοσοῦτον καὶ σὺ φανεὶς ἐμὲ ηὔφρανας , ὥστε καλλίων εἶ παρὼν ἢ ἀπών . τόσσον
6575376 σμημα
τινα φέρειν ἀπονίψασθαι . δότω τις δεῦρ ' ὕδωρ καὶ σμῆμα . τράπεζα φυστημινεις ἀλλὰ μὴν δαίμονος ἀγαθοῦ μετάνιπτρον ,
τινα φέρειν ἀπονίψασθαι . δότω τις δεῦρ ' ὕδωρ καὶ σμῆμα . ἔτι δὲ καὶ εὐώδεσι τὰς χεῖρας κατεχρίοντο τὰς
6574928 Πανταπασιν
ὅτι ποτ ' εἴη τὸ κυβερνώμενον ὑπ ' αὐτοῦ ; Παντάπασιν τοῦτό γε ἀληθὲς εἴρηκας , ὦ ξένε : τοὐπὶ
ἐφαπτομένη : καὶ τοῦτο αὐτῆς τὸ πάθημα φρόνησις κέκληται ; Παντάπασιν , ἔφη , καλῶς καὶ ἀληθῆ λέγεις , ὦ
6574547 καταπλευσαι
οὐ φανεροὶ ἦσαν , δείσαντες τὸ ἐπὶ διαβολῇ ἐς δίκην καταπλεῦσαι . οἱ δ ' ἐκ τῆς Σαλαμινίας τέως μὲν
καὶ τῶν περιεστηκότων , φάσκων κωλύσειν Ἅρπαλον εἰς τὸν Πειραιᾶ καταπλεῦσαι ⌈ ⌉ , στρατηγὸς ὑφ ' ὑμῶν ἐπὶ τὴν
6573691 Διδου
ὠφελεῖ . Παραπλησίως δὲ ποιεῖ καὶ ἡ προβατεία φύσα . Δίδου δὲ τὴν τέφραν μετ ' ὀξυκράτου . Ἄλλο :
καὶ σιλφίου ῥίζῃ τρίβων εἰς ποτὸν τοῖς δηχθεῖσιν δίδου . Δίδου δέ ποτε μὲν αὐτὰ μετ ' ἀλλήλων μιγνύς ,
6572526 Συνεφη
παρ ' ἃ ἂν ἐκεῖνα ἢ ποιῇ ἢ πάσχῃ ; Συνέφη . Οὐκ ἄρα ἡγεῖσθαί γε προσήκει ἁρμονίαν τούτων ἐξ
εἰσὶν οἱ μανθάνοντες , ἀλλ ' οὐ τῶν ἐχόντων ; Συνέφη . Οἱ μὴ ἐπιστάμενοι ἄρα , ἔφη , μανθάνουσιν
6572524 Οἰει
φιλοσοφίας καὶ μηκέτι τῶν ἐν τῇ Οἴτῃ καταλελειμμένων δεομένῳ ; Οἴει γὰρ ὅτι ἑαυτοῦ χάριν ἐκεῖνος περὶ τὰ τοιαῦτα ἐσπούδακεν
καὶ μήτηρ , καὶ ἀδελφὸς ἀδελφῷ καὶ γυνὴ ἀνδρί . Οἴει ἂν οὖν , ὦ Ἀλκιβιάδη , ἄνδρα γυναικὶ περὶ
6569900 ἐπιτετιμηκας
γεγράφασι ; καὶ ὁ Δημοκλῆς εὖ γε νὴ τοὺς θεοὺς ἐπιτετίμηκας , ἔφη , Διονύσιε . καὶ Σάτυρον δέ τινα
γεγράφασι ; καὶ ὁ Δημοκλῆς εὖ γε νὴ τοὺς θεοὺς ἐπιτετίμηκας ἔφη Διονύσιε . καὶ Σάτυρον δέ τινα ἀναγράφει ὁ
6566433 πιττουσθαι
' ὅλου σκαλεύει καὶ τὰ κεκρυμμένα ἐρευνᾷ . Ψιλοῦσθαι καὶ πιττοῦσθαι βλάβας καὶ ζημίας σημαίνει . Ἔτι καὶ τοῦτο .
, ἄφελε , τὸ μύρῳ χρίεσθαι τὰς πολιὰς καὶ τὸ πιττοῦσθαι μόνα ἐκεῖνα . εἰ μὲν γὰρ νόσος τις ἐπείγει
6563170 Ἀριους
, ἀπικομένης δὲ Μηδείης τῆς Κολχίδος ἐξ Ἀθηνέων ἐς τοὺς Ἀρίους τούτους μετέβαλον καὶ οὗτοι τὸ οὔνομα : αὐτοὶ περὶ
Παραχοάθρας . ἔστι δὲ ἀπὸ τῆς Ὑρκανίας θαλάττης εἰς τοὺς Ἀρίους περὶ ἑξακισχιλίους σταδίους : εἶθ ' ἡ Βακτριανή ἐστι
6561204 πολυλογειν
ἔτι πολλὰ λέγειν περὶ μουσικῆς αὐλῶν ἀκούων βόμβου καταπαύσω τὸ πολυλογεῖν , τὰ ἐκ Φιλαύλου Φιλεταίρου ἐπειπών : ὦ Ζεῦ
λέγειν . χρὴ ] ὑμᾶς . χρὴ ] λέγειν ἤγουν πολυλογεῖν . θ μακράν ] περαιτέρω . μακράν ] λέγειν
6559107 ὑπομνηματισαμενοι
γεννωμένων . εἰς Ἀΐδαο δόμον ἐν θαλάμῳ : σημειοῦνται οἱ ὑπομνηματισάμενοι τὰ δύο κῶλα τὸ χʹ παρατιθέντες , ὅτι ἀσυνάρτητά
ὅτι ἐξ Ἑρμιόνης , παραδεδήλωται : κεκρυμμένοις : οἱ φαύλως ὑπομνηματισάμενοι ἐγκαλοῦσι τῷ Εὐριπίδῃ φάσκοντες ἐπὶ τραγικοῖς προσώποις κωμῳδίαν αὐτὸν
6556948 εὐφημειτε
ἐμὲ δεῖ λέγειν , εἰ ἀγαθὸς ἦν . ἀεὶ γὰρ εὐφημεῖτε αὐτὸν καὶ κοινῇ καὶ καθ ' ἕκαστον , ὅπου
ἀπὸ τοῦ νῶ τὸ νήθω . ἐμπλείμην ] ἐμπλησθείην . εὐφημεῖτε ] Δικαιόπολις μέλλων ποιεῖν θυσίαν τοῦτο λέγει : τοῦτο
6556169 Κλεομηδην
ἐποίησε τὴν εἰκόνα . τῇ δὲ ὀλυμπιάδι τῇ πρὸ ταύτης Κλεομήδην φασὶν Ἀστυπαλαιέα ὡς Ἴκκῳ πυκτεύων ἀνδρὶ Ἐπιδαυρίῳ τὸν Ἴκκον
τεθνεῶτα εὕρισκον , ἀποστέλλουσιν ἄνδρας ἐς Δελφοὺς ἐρησομένους ὁποῖα ἐς Κλεομήδην τὰ συμβάντα ἦν . τούτοις χρῆσαι τὴν Πυθίαν φασίν
6555703 οἰσεμεναι
ἔσται . Ἦ ῥα , καὶ Αὐτομέδοντι φίλῳ ἐκέλευσεν ἑταίρῳ οἰσέμεναι κλισίηθεν : ὃ δ ' ᾤχετο καί οἱ ἔνεικεν
, δὴ τότ ' ἐγὼν ἑτάρους προΐην ἐς δώματα Κίρκης οἰσέμεναι νεκρὸν Ἐλπήνορα τεθνηῶτα . φιτροὺς δ ' αἶψα ταμόντες
6551956 Λολλιανου
ἐκεῖνος [ ] ἀνθρώπων [ ] εδοκει ? . [ Λολλιανοῦ ] Φοινεικικῶν ? [ ] [ ] στερ [
πολιτικῶν προσειπὼν λόγων καὶ ῥητορικῆς ὄφελος . ὁ ἀνὴρ οὗτος Λολλιανοῦ μὲν ἀκροατής , Ἡρώδου δὲ οὐκ ἀνήκοος . ἐβίω
6551152 Ψωφις
Δαρδάνου . Σειρῶν μὲν δὴ σταδίοις ἐστὶν ἀπωτέρω τριάκοντα ἡ Ψωφίς : παρὰ δὲ αὐτὴν ὅ τε Ἀροάνιος ποταμὸς καὶ
πόλιν Φήγειαν , ἣ πρὶν Ἐρύμανθος ἐκαλεῖτο , ὕστερον δὲ Ψωφίς ὠνομάσθη , ὡς ἐροῦμεν , ἀπὸ τῆς μητρός .

Back