χειμῶνεϲ ϲφοδροὶ γίνονται καὶ καῦμα ὑπερβάλλον . μανέντεϲ δὲ οἱ κύνεϲ καὶ δίψει ϲφοδρῷ ἁλιϲκόμενοι ποτὸν οὐ προϲίενται διὰ τὸ
εἰϲάμενοϲ παρελέξατο κυανοχαίτηϲ . ὧδε καὶ βόεϲ , ὧδε καὶ κύνεϲ ἠδὲ ὁκόϲα ἀνὰ τὴν γῆν ἑρπετὰ καὶ ζῶα φέρβεται
6665733 μενουϲιν
μόλιϲ εἰϲ ἐνέργειαν ὀρθὴν ἀγόμενον : ὅθεν καὶ ἀκίνητοι παντάπαϲι μένουϲιν οἱ τοιοῦτοι : προηγεῖται γὰρ τοῦ ἐφιάλτου πνὶξ καὶ
οἴκοιϲ καὶ χειμῶνι καὶ ὅλωϲ ψυχρῷ τῷ περιέχοντι δύϲπεπτοί τε μένουϲιν οἱ ὠμοὶ χυμοὶ καὶ τὰϲ κατὰ τὸ ἧπαρ ἐμφράξειϲ
6384972 ὑμενεϲ
τῆϲ γαϲτρὸϲ οἷον διαϲπῶντέϲ εἰϲιν . εἰϲὶ γὰρ καὶ ἄλλοι ὑμένεϲ ἀνωμάλωϲ ἐμφυόμενοί τε καὶ παραλαμβάνοντεϲ τὴν γαϲτέρα ἔξωθεν .
ὑϲτέρη , οὐδὲ ἀγέννητοϲ ἡ αἰτίη . ξυνδιδοῦϲι γὰρ οἱ ὑμένεϲ οἱ πρὸϲ τοὺϲ λαγόναϲ , ὀχῆεϲ τῆϲ ὑϲτέρηϲ ἐόντεϲ
6283640 ὀντεϲ
κεφαλὴν εἰκότωϲ οἱ πόδεϲ ψυχροὶ γίνονται ἄϲαρκοι καὶ νευρώδεεϲ φύϲει ὄντεϲ , ἔτι δὲ πολὺ ἀπέχοντεϲ τῶν θερμοτάτων τόπων ψύχονται
μᾶλλον οἱ γλυκεῖϲ τῶν αὐϲτηρῶν , ὡϲ θερμότεροι τὴν δύναμιν ὄντεϲ : καὶ ὑπακτικοὶ δὲ μᾶλλόν εἰϲι γαϲτρόϲ . οἱ
6189451 ἐχουϲιν
διαθέϲεωϲ λαβοῦϲι : τοῖϲ γὰρ ἐν τῇ κεφαλῇ τὴν διάθεϲιν ἔχουϲιν ἐπιληπτικοῖϲ ἀκατάλληλοϲ ὁ ἔμετοϲ . βοηθεῖ δὲ καὶ τρόμοιϲ
καὶ μαλακότητα , τὰ δὲ περὶ τὰ ϲτέρνα θερμότερα μᾶλλον ἔχουϲιν , ὃ δὴ καὶ τοῖϲ θυμωθεῖϲιν γίγνεται . τοῖϲ
6155361 παρεχουϲι
τε γὰρ εἰϲ τὸ ἔργον καί τινα ῥᾳϲτώνην τῷ ἐθιϲμῷ παρέχουϲι . δεῖ δὲ εἴπερ τινὸϲ ἄλλου καὶ τροφῆϲ περιουϲίαϲ
θηλαὶ οὐ ῥᾳδίωϲ πέμπουϲι τὸ γάλα καὶ διὰ τοῦτο κόπον παρέχουϲι ταῖϲ ϲιαγόϲι τῶν βρεφῶν , ἀλλὰ καὶ ἀκοντιζόμενον διὰ
6004304 καμνοντεϲ
ϲτομάχῳ ναυτιῶν καὶ δηγμῶν αἴτιαι γίνονται , καὶ ἀνορεκτοῦϲιν οἱ κάμνοντεϲ , ἐκβιαϲθέντεϲ δὲ ναυτιῶντεϲ μόλιϲ καταπίνουϲιν ἢ καὶ ἀπεμοῦϲι
ἀρτηρίαϲ : παρ ' αὐτὰ γὰρ τῆϲ ὠφελείαϲ αἰϲθάνονται οἱ κάμνοντεϲ . προξυρητέον δὲ τοὺϲ τόπουϲ : καὶ οὕτωϲ ἀκριβῶϲ
5952110 φλεβοτομηθεντεϲ
τὸ δὲ δεύτερον οὐδὲ τὴν λειποψυχίαν φοβεῖϲθαι προϲήκει . μὴ φλεβοτομηθέντεϲ δὲ οἱ οὕτω διακείμενοι ἢ αὐτομάτωϲ ἄλλοθεν αἱμορραγήϲαντεϲ ,
ἤδη τῆϲ λύϲεώϲ ἐϲτιν ἐπὶ τῶν πενήτων τὸ νόϲημα . φλεβοτομηθέντεϲ γὰρ ἐν ἀρχῇ μάλιϲτα τοῦ ϲυνόχου πυρετοῦ οἵ τε
5936878 ἐχοντεϲ
ἑλκώϲεωϲ γενομένην . οἱ μὲν οὖν ἐκ φύϲεωϲ τὸ πάθοϲ ἔχοντεϲ τῷ τε βραδέωϲ ἄρξαϲθαι τῆϲ διαλέκτου καὶ τῷ τὸν
τοιοῦτοϲ . οἱ μὲν μελάντεροι καὶ δαϲεῖϲ καὶ φλέβαϲ εὐρείαϲ ἔχοντεϲ ἐπιτηδειότατοι πρὸϲ τὴν τοῦ μελαγχολικοῦ χυμοῦ γένεϲιν , ἔϲθ
5932674 δακνουϲιν
: ἔνιοι δὲ καὶ ὑλακτοῦϲιν , ὥϲπερ κύνεϲ , καὶ δάκνουϲιν ἐπιόντεϲ , καὶ δακόντεϲ αἴτιοι τοῦ αὐτοῦ πάθουϲ κατέϲτηϲαν
ἔνιοι δὲ καὶ ὑλακτοῦϲιν , ὥϲπερ οἱ κύνεϲ , καὶ δάκνουϲιν ἐπιόντεϲ καὶ δάκνοντεϲ αἴτιοι τοῦ αὐτοῦ κατέϲτηϲαν πάθουϲ .
5913799 Βοηθουνται
ἀκοῆς ἀποκοπή , βράδιον δὲ τούτοις ὁ θάνατος παρέπεται . Βοηθοῦνται δὲ οἱ ἀσπιδόδηκτοι καὶ μάλιστα οἱ ὑπὸ πτυάδος δηχθέντες
δὲ κέντρον τῆς σφηκὸς οὐκ ἐναπομένει τῷ πληγέντι τόπῳ . Βοηθοῦνται δὲ οἱ ἀμφότεροι πηλῷ ἢ βολβίτῳ καταχριόμενοι μετ '
5906722 νεωτεροι
ἀπίαν τὴν πολὺ ἀφεστῶ - σαν , οὐχ ὡς οἱ νεώτεροι τὴν Πελοπόννησον . φησὶ γοῦν ἐξ ἀπίης γαίης δεκάτῳ
καθ ' αὑτὸν πολυτρόπου διαγράμματος πεποίηται μέγεθος , οἱ δὲ νεώτεροι τὸ πεντεκαιδεκάχορδον τρόπον μέγιστον ἐπὶ τὸ τρὶς διὰ πασῶν
5824901 ἁλιϲκομενοι
κοιλία κατὰ φύϲιν καὶ οἱ δυϲεντερίᾳ καὶ κοιλιακῇ διαθέϲει ῥᾷον ἁλιϲκόμενοι , οἵ τε κοιλιακῇ διαθέϲει ἐνοχλούμενοι , πάντεϲ οὗτοι
καῦμα ὑπερβάλλον . μανέντεϲ δὲ οἱ κύνεϲ καὶ δίψει ϲφοδρῷ ἁλιϲκόμενοι ποτὸν οὐ προϲίενται διὰ τὸ παραφρονεῖν , ὅθεν καὶ
5777952 καταδικοι
συνέρρεον εἰς τὴν Σπάρτην ἱερόσυλοι , φῶρες , λῃσταί , κατάδικοι θανάτου . ἀσεβῶς γὰρ τὴν τυραννίδα περιποιησάμενος ὑπὸ μόνων
ταῖς θυσίαις ἐποίησαν . βάραθρον : ὄρυγμα ἔνθα εἰσάγονται οἱ κατάδικοι . ἣ ταῖς κοτύλαις : ἀντὶ τοῦ “ παρακλέπτουσά
5730039 μεταγενεστεροι
τὴν χώραν ἀπ ' αὐτοῦ Πανίαν μετωνόμασεν : ἣν οἱ μεταγενέστεροι παραγώγως Σπανίαν προσηγόρευσαν , καθὼς ἱστορεῖ Σωσθένης ἐν ιγʹ
πάθους τὴν χώραν ἐκάλεσαν , ἣν ἑνὸς ἀλλαγῇ γράμματος οἱ μεταγενέστεροι Κελτικὴν ὠνόμασαν . . Ἀθήνῃσι μὲν ἐν τοῦ γηγενοῦς
5677905 ἀπηλλαγηϲαν
τῶν χρηϲαμένων αὐτοῖϲ ϲυνεχέϲτατα , οἱ μὲν τελέωϲ τοῦ νοϲήματοϲ ἀπηλλάγηϲαν , οἱ δὲ ῥᾷον ἤνεγκαν . ϲὺν γὰρ τῷ
καὶ εὐϲιτότεροι ἀντὶ ἀποϲίτων : οἱ δὲ καὶ ὀνειρωγμῶν ϲυνεχῶν ἀπηλλάγηϲαν . φύϲειϲ δὲ πρὸϲ ἀφροδίϲια ἐπιτήδειοι αἱ θερμότεραι καὶ
5651171 λεγομενοι
πυρετῶν . εἰσὶ δὲ ἄλλοι ἐπὶ τοῖς στερεοῖς , οἱ λεγόμενοι ἑκτικοί : ἄλλοι δὲ ἐπὶ πνεύμασιν , οἱ λεγόμενοι
ἄξια . κατοικοῦσι δ ' αὐτὴν αὐτόχθονες μὲν οἱ Παγχαῖοι λεγόμενοι , ἐπήλυδες δ ' Ὠκεανῖται καὶ Ἰνδοὶ καὶ Σκύθαι
5628033 ἁπαντεϲ
ὑπεράνω τοῦ χωρίου , καθ ' ὃ ϲυμφύονται πρὸϲ ἀλλήλουϲ ἅπαντεϲ οἱ χιτῶνεϲ : ὀνομάζουϲι δὲ ἔνιοι μὲν ἶριν ,
τῶν ἀλεκτορίδων καὶ φαϲιανικῶν : ὄρνιθεϲ καὶ ἰχθύεϲ ὀλίγου δεῖν ἅπαντεϲ εὔχυμοι πλὴν τῶν ἐν ἕλεϲι καὶ λίμναιϲ καὶ ποταμοῖϲ
5595136 τινεϲ
, ϲτυπτηρίαϲ ϲχιϲτῆϲ , ἴρεωϲ Ἰλλυρικῆϲ , βηϲαϲά , ὅ τινεϲ ἁρμαλὰ καλοῦϲιν , κιναμώμου , ϲμύρνηϲ τρωγλίτιδοϲ , κρόκου
: διόπερ οὐδὲ πολύχρηϲτόν ἐϲτιν . τὴν δὲ ῥίζαν αὐτοῦ τινεϲ ἐπιπλάττουϲι τραύμαϲι καὶ τοὺϲ ἐν προϲώπῳ ϲπίλουϲ ἀπορρύπτουϲιν αὐτῷ
5580857 ὀνομαζουϲι
γυναικεῖον ἰᾶται . Λωτὸϲ ὁ ἥμεροϲ , ὃν ἔνιοι τρίφυλλον ὀνομάζουϲι , ῥυπτικῆϲ μετρίωϲ ἐϲτὶ δυνάμεωϲ , οὕτω δὲ καὶ
⋖ ξʹ . τὴν δὲ κοτύλην οἱ Ἀττικοὶ καὶ τρυβλίον ὀνομάζουϲι . Τὸ ὀξύβαφον μέτρῳ μὲν κοτύληϲ τέταρτον , ὅπερ
5577801 νοσεοντες
ἐοῦσαι , χαλεπαί . Ἐν τῇσι λεπτῇσι διαίτῃσιν ἁμαρτάνουσιν οἱ νοσέοντες , διὸ μᾶλλον βλάπτονται : πᾶν γὰρ τὸ ἁμάρτημα
σωζομένοισιν ὀνειδίζειν ἢ ὀλεθρίως ἔχοντας προμύσσειν . Καί τοι ἔνιοι νοσέοντες ἀλλάσσουσι , τὸ ξενοπρεπὲς καὶ τὸ ἄδηλον προκρίνοντες ,
5561303 εἰϲιν
ϲίελον δὲ καὶ δαψιλὲϲ καὶ ἀφρῶδεϲ ἀφιᾶϲιν καὶ ἄφωνοι τοὐπίπαν εἰϲὶν καὶ οἷα ἄφρονεϲ , ὡϲ μηδὲ τοὺϲ οἰκείουϲ γνωρίζειν
τι ϲυμβαίνει κατὰ τὴν εἰρημένην διάθεϲιν : βληχροὶ γὰρ τούτοιϲ εἰϲὶν οἱ πυρετοί , ἔτι δὲ μᾶλλον εἰ πρεϲβῦται τύχοιεν
5549824 πεϲϲοι
# α : διπλώματι τήκεται , καὶ πάντεϲ οἱ λοιποὶ πεϲϲοί . Ῥοδίνου μύρου , κικίνου , τερεβινθίνηϲ , κηροῦ
ἔϲτω καὶ τὸ διὰ ϲπερμάτων καὶ τὸ διὰ δαφνίδων , πεϲϲοί τε διὰ πηγάνου , μέλιτοϲ , νίτρου : μάλιϲτα
5523080 φθεγγονται
ᾄδουσι παῖδες ; οὐκοῦν φθέγγεται μὲν ἵππος ἀνθρωπείᾳ φωνῇ , φθέγγονται δὲ ποταμοί , ταραχὴ δὲ καὶ στάσις ἔχει τὸν
μαθόντες ὡς παῖδες , οὕτως καὶ αὐτοὶ γίνονται λάλοι καὶ φθέγγονται φθέγμα ἀνθρωπικόν . ἐν δὲ ταῖς ὕλαις ὀρνίθων μὲν
5489380 ἰπνιται
μεθ ' ἁλὸς καὶ ζύμης , τῶν δ ' ἑψομένων ἰπνῖταί τε καὶ κριβανῖται . ἀμιγεῖς γὰρ ὄντες σποδοῦ καὶ
μεθ ' ἁλὸς καὶ ζύμης , τῶν δ ' ἑψομένων ἰπνῖταί τε καὶ κριβανῖται . ἀμιγεῖς γὰρ ὄντες σποδοῦ καὶ
5456945 χυμοι
μὲν ἐξ ἄλλου τινὸς μορίου ἢ τοῦ παντὸς σώματος οἱ χυμοὶ εἰς τὴν γαστέρα συρρέουσι , τοῦ πρωτοπαθοῦντος τὴν ἐπιμέλειαν
βλαβερὸν , αἷμα ἴδιον βλαβερὸν , χυμοὶ ἴδιοι βλαβεροὶ , χυμοὶ ἀλλότριοι βλαβεροὶ , χυμοὶ ἀλλότριοι ξυμφέροντες , χυμοὶ ἴδιοι
5441176 συνεφωνησαν
, τεινεσμὸν προσηγόρευον τὸ πάθος . ” καὶ περὶ δυσεντερίας συνεφώνησαν οἱ παλαιοὶ ὁμοίως κατὰ τὰ ἐκκρινόμενα , τὴν δ
: οὐδὲ γὰρ εὐπόρουν ἀθρόον ἐκτῖσαι τὸ πᾶν ξυνέβησαν : συνεφώνησαν . καὶ πρότερον : ἦσαν δηλονότι . οὐ πολλοῖς
5382116 εἰρηκασι
οὐ πτύρομαι ἐπὶ τοῖς καταπλησσομένοις . οἱ γὰρ ἐμοῦ μείζονες εἰρήκασι , πειθαρχεῖν δεῖ Θεῷ μᾶλλον ἢ ἀνθρώποις . Ἐδυνάμην
Δημόκριτος δὲ καὶ Ἐπίκουρος καὶ Ἀριστοτέλης φθαρτὴν εἶναι ταύτην ἀνέδην εἰρήκασι . . . Πλάτων δὲ καὶ Πυθαγόρας τὸ μὲν
5375448 φυσικοι
τὴν γῆν , εἰ μὴ ἀνείχετο , καὶ ὡς οἱ φυσικοὶ ποιοῦσι τὴν δίνησιν ἀνέχειν αὐτόν . ὁμοίως λέγεται ἔχειν
τείχους . Τὰ γάρ τοι σεισμῶν διαφέροντα τοῖς παθήμασιν οἱ φυσικοὶ λέγουσιν εἶναι ἴσα καί τινας ἰδίους χαρακτῆρας ὀνομάτων ἐπιγράφουσιν
5371025 παντεϲ
, ὡϲ παρακόπτειν , καρδιαλγεῖν , ῥιπτάζεϲθαι . βοηθοῦνται δὲ πάντεϲ οἱ φαλαγγιόδηκτοι λουτρῷ ϲυνεχεῖ θερμῷ : καταντλεῖν δὲ δεῖ
: οἵδε μάλιϲτα νευρώδεεϲ , πλατέεϲ ὅκωϲ νεὼϲ λαίφεα . πάντεϲ ὦν ξυν - διδοῦϲι οἵδε , ἢν ἔξω ἡ
5362374 παροικουντες
, ἐφ ' ὧν ἐλῄστευον . Ἀριανοὶ ἔθνος εἰσὶν οἱ παροικοῦντες τῇ Ἐρυθρᾷ , οὕς φασιν οἰκῆσαι πρὸς τὰ περὶ
, πόλεως ὄρος Ἰνδικῆς , ἀφ ' οὗ Παροπαμισάδαι οἱ παροικοῦντες . Ἀπολλόδωρος δὲ ἐν δευτέρῳ Περὶ γῆς ἀπ '
5338842 ἰχωρεϲ
χρή , μὴ ἀποδαρῇ τὸ δέρμα : ὅταν δὲ οἱ ἰχῶρεϲ ἐκρέωϲιν , κατάντλει ὕδατι θερμῷ ἐπὶ πολὺν χρόνον ,
ἢ πικρῶν θέρμων ἢ ἀϲπαράγου ῥίζηϲ . ὅταν δὲ πλείονεϲ ἰχῶρεϲ ῥέωϲι , κατάπλαϲϲε φύλλοιϲ ἰτέαϲ μεθ ' ὕδατοϲ ἢ
5336949 ἀρχαιοι
δέ ἐστι πεποιημένα Ὤγυγον εἶναι πατέρα Ἐλευσῖνι : οἱ γὰρ ἀρχαῖοι τῶν λόγων ἅτε οὐ προσόντων σφίσιν ἐπῶν ἄλλα τε
τε Γεργίθιος καὶ Ἡγήσιππος ὁ Περὶ Παλλήνης γράψας , ἄνδρες ἀρχαῖοι καὶ λόγου ἄξιοι . . . : Ἀρίσβη ,
5319753 ἀπατωνται
. οἱ μὲν οὖν , φησί , διὰ τοιαύτην αἰτίαν ἀπατῶνται , οἱ δὲ διὰ τὸ νομίζειν πάντων εἶναι ἀποδείξεις
ποία δέ ἐστιν ἡ ἡδονὴ δι ' ἣν ἁμαρτάνουσι καὶ ἀπατῶνται ; ἢ δηλονότι ἡ μὴ ἀγαθή . εἰ γὰρ
5318099 δογματικοι
λέγεται κριτήρια , μόνα δὲ τὰ λογικὰ καὶ ἅπερ οἱ δογματικοὶ τῶν φιλοσόφων παρεισάγουσι πρὸς τὴν τῆς ἀληθείας εὕρεσιν .
τρίτον , λεκτέον μὴ εἶναί τι σημεῖον . οἱ δὲ δογματικοὶ πρὸς ἕκαστον μὲν τῶν οὕτως ἐπικεχειρημένων πεφίμωνται , τοὐναντίον
5317784 μεσοπλευριοι
εἰ δὲ συντεταμένη ἐστὶν ἡ ἀναπνοή , τότε καὶ οἱ μεσοπλεύριοι μύες ἐνεργοῦσιν . εἰ δὲ ἔτι πλέον ἐστὶν ἐπιτεταμένη
πνεύμων , καὶ ὁ ὑπεζωκὼς χιτών , μύες τε οἱ μεσοπλεύριοι καὶ πᾶν ὅτι ἄλλο τῷ τοῦ θώρακος ὅρῳ συμπεριείληπται
5315701 καλουϲιν
ἐπέχει τὰϲ τῆϲ ϲυνουϲίαϲ ὁρμάϲ . Ὄρχιϲ , ἣν ϲαραπιάδα καλοῦϲιν , ξηροτέραϲ ἐϲτὶ δυνάμεωϲ ἢ κατὰ τὴν προτέραν ,
ἡ πόα , ἣν καὶ βουβώνιον δι ' αὐτὸ τοῦτο καλοῦϲιν , οὐ μόνον καταπλαττόμενον , ἀλλὰ καὶ περιαπτόμενον βουβῶναϲ
5312204 ἀγνοησαντες
πίστει χρώμενος . τοῦτό τινες ἁμαρτάνοντες ὑπενόησαν εἶναι διήγησιν , ἀγνοήσαντες ὡς ἐν συμβουλευτικῷ λόγῳ διηγεῖσθαι οὐκ ἔξεστι . τρίτον
ἐν τῷ τότε χρόνῳ , διέφθειραν . ἆρ ' οὐκ ἀγνοήσαντες τὸν Ἡσίοδον ὀρθότατα λέγοντα ὡς τὸ ἥμισυ τοῦ παντὸς
5308645 Στωϊκοι
ὥσπερ γραφὰς εἶναι , τινὲς δὲ πυραμίδας . οἱ δὲ Στωϊκοὶ σφαιρικὸν ἔχειν σχῆμα λέγουσι , καθάπερ καὶ τὸν ἥλιον
τοῦτο συμπέρασμα . οὕτω μὲν οἱ Περιπατητικοί : οἱ δὲ Στωϊκοὶ καινοτέραν βαδίζοντες τὰ μὲν πράγματα τυγχάνοντα ὠνόμασαν , διότι
5300762 παραπληϲιοι
τῶν ἀμιναίων ἀμπέλων καρπὸϲ καὶ οἶνοϲ , καὶ ὅϲοι τούτοιϲ παραπλήϲιοι . αὐϲτηρὸϲ δὲ ἅμα καὶ γλυκὺϲ ὁ τοῦ φοίνικοϲ
: πρακτικαὶ δὲ οἷον τεκτονική , χαλκευτικὴ καὶ αἱ τούτοιϲ παραπλήϲιοι . Πούϲ ἐϲτι μετρικὸν ϲύϲτημα ϲυλλαβῶν , ὁ μὲν
5288804 βαρυτεροι
, οἷον κέφαλοι , κεστραῖοι , ἐγχέλυες , οἱ τοιοῦτοι βαρύτεροι , διότι ἀπὸ τοῦ ὕδατος καὶ τοῦ πηλοῦ καὶ
διὰ πασῶν εἶναι ὑποδωρίου : τῶν δὲ λοιπῶν οἱ μὲν βαρύτεροι τοῦ δωρίου μέχρι τοῦ συμφωνοῦντος φθόγγου * * *
5288731 πινοντεϲ
χρῶ ἢ ϲτυπτηρίᾳ ὑγρᾷ μετ ' ἐλαίου . ὠφελοῦνται δὲ πίνοντεϲ ϲκορόδου λείου ⋖ β μετὰ ὀριγάνου λείου ⋖ α
δὲ οἱ δηχθέντιϲ εὐθέωϲ αὐτὴν τὴν μυγαλῆν ἐν οἴνῳ τετριμμένην πίνοντεϲ ἢ πράϲιον ἢ εὔζωμον ἢ κνῆκον ἥμερον ἢ ϲιϲύμβριον
5277020 ἰσχναινουσι
εὐαγέα καὶ εὐήκοα παρασκευάζουσι , καὶ τὴν κοιλίην λύουσιν : ἰσχναίνουσι μὲν , διότι κινούμενον τὸ σῶμα θερμαίνεται , καὶ
οἱ θαλάσσιοι , καὶ οὐρέεται . Οἱ τάριχοι ξηραίνουσι καὶ ἰσχναίνουσι : τὰ δὲ πίονα διαχωρέει ἐπιεικέως : ξηρότατοι μὲν
5271842 ἀπιστουνται
ἡμῖν τῶν λόγων , οἳ νῦν ὑπὸ πολλῶν οὐκ ὀρθῶς ἀπιστοῦνται . τὸ γὰρ ἐντεῦθεν οἶμαι χρὴ συννοεῖν . ἑπόμενον
τοὐναντίον διὰ ψιλῆς προφερόμενοι φάσεως γενήσονται πιστοί , ἢ εἴπερ ἀπιστοῦνται , καὶ οἱ ἀπὸ τῆς Στοᾶς ὁμοίως ἄπιστοι γενήσονται
5263960 ταλαιπωρουμενοι
, καὶ προσκαθίσας ἐπολιόρκει . Οἱ δὲ μέχρι μέν τινος ταλαιπωρούμενοι ἀντεῖχον : μετὰ δὲ ταῦτα εἰς μαντεῖον πέμψαντες ἐχρηστηριάζοντο
. καὶ χρόνον μὲν πολὺν καὶ τῆς ἡμέρας τὸ πλεῖστον ταλαιπωρούμενοι ἀμφότεροι ὑπό τε τῆς μάχης καὶ δίψης καὶ ἡλίου
5227060 τοιοιδε
ἀποσιτίη τοῦτον τὸν τρόπον : πυρετοὶ δὲ οὐκ ὀξέες οἱ τοιοίδε , ὑποστροφώδεες δέ . Τὰ ἐγκαταλιμπανόμενα μετὰ κρίσιν ,
τοι μέγα εἶδος ἐπιπρέπει . ἦ ῥά νυ παῖδες ἀθανάτων τοιοίδε μετὰ θνητοῖσιν ἔασι . Τὸν δ ' ἀπαμειβόμενος προσέφη
5219434 πικροι
παντὶ ὀργίλοι καὶ οὕτως ὀνομάζονται ὡς ἄκροι ὄντες ὀργήν . πικροὶ δὲ οἱ ἐπὶ πολὺ ὀργιζόμενοι καὶ δυσδιάλυτοι , ὃ
' ὀξεῖς καὶ δριμεῖς λύουσι τὴν οὔρησιν , οἱ δὲ πικροὶ μᾶλλον μέν εἰσιν οὐρητικοί , λύουσι δ ' αὐτῶν
5213598 ἐνεργητικοι
ταῖς τρισὶ ταύταις περισπωμέναις συζυγίαις ἐκφέρονται : οἵ τε γὰρ ἐνεργητικοὶ αὐτῶν παρακείμενοι διὰ τοῦ η προάγονται , πεποίηκα ,
γίνεται εἰ μὴ μόνοι οἱ παρακείμενοι καὶ ὑπερσυντέλικοι , οἱ ἐνεργητικοὶ δηλονότι καὶ οἱ παθητικοὶ καὶ οἱ μέσοι : τὰ
5206293 ἰατροι
. . . . ἀμβλῶσαι : τὸ ἀτελὲς , οἱ ἰατροί . ἀπὸ μεταφορᾶς τῶν ἀμπέλων : ὁπόταν γὰρ τὰ
, ἀξίαν ἔχοντες ἐν ζώνῃ , εὐπαίδευτοι , γραμματικοί , ἰατροί , πραγματευταί , ἀπὸ δόσεως καὶ λήψεως τὸν βίον
5203975 γλυκειϲ
βολβοὶ ὠμότεροι , μέλι τὸ μὴ τελέωϲ ἑψηθέν . οἱ γλυκεῖϲ οἶνοι φῦϲαν βραδύπορον γεννῶϲι οἵ τε γλυκεῖϲ ἅμα καὶ
προϲλαμβάνουϲι δὲ ἔνιοι ὀξυτάτην ϲτρυφνότητα καὶ ταύτην ἀποτιθέμενοι κατὰ βραχὺ γλυκεῖϲ αὖθιϲ γίνονται τελειούμενοι . τινὲϲ δὲ οὐδὲ ἐπὶ τοῖϲ
5192070 παλαιοι
γάρ , φησί , τὰ ἐν τοῖς μετεώροις παθήματα οἱ παλαιοὶ τῶν ἀνθρώ - πων καθάπερ βροντὰς καὶ ἀστραπὰς κεραυνούς
τοῦ ἀρνῶ τὸ διαλλάσσω . Ἐν ταῖς διαλλαγαῖς γὰρ οἱ παλαιοὶ ἄρνας ἔθυον . . . ΠΟΛΕΜΗΙΑ . Τὸ πολεμήϊον
5171339 τροφιμωτεροι
καὶ καθαρὰν ἔχουσι τὴν σάρκα , ὅθεν καὶ τῶν ἄλλων τροφιμώτεροι καὶ παχέος ἤδη αἵματος γεννητικοί . Οἱ δὲ παρὰ
ὑπὸ τοῦ πυρὸς τὸ ὑγρόν : καὶ οἱ ἰπνῖται ἄρτοι τροφιμώτεροι τῶν ἐσχαριτῶν καὶ ὀβελιέων , διότι ἧσσον ἐκκαίονται ὑπὸ
5171074 συγκεκροτημενοι
: ἐφίεται γὰρ ἀρετὴν ἀεὶ προσπορίζειν . οὗτοι οὖν διχόθεν συγκεκροτημένοι τὴν μὲν γνῶσιν χαμαιπετῆ καὶ εὐτελῆ κέκτηνται λέγοντες πάντα
μόλις ἀλλήλων διαμαρτάνοντες ἐγκατατάσσονται πολὺν ἀναλίσκοντες χρόνον , οἱ δὲ συγκεκροτημένοι διὰ τάχους , ὡς εἰπεῖν αὐτόματοι , φέρονται πρὸς
5170864 ἐχουϲι
κατὰ περιόδουϲ τεταγμένοι : καθ ' ὃ μὲν γὰρ οὐκ ἔχουϲι ϲυνεχῆ τὴν τάξιν , κληθεῖεν ἂν ἄτακτοι , καθ
καὶ μᾶλλον οἱ πολύποδεϲ , τὸν δὲ ἁλυκὸν χυμὸν ὀλίγον ἔχουϲι : πεττόμενα δὲ τροφὴν οὐκ ὀλίγην παρέχουϲι τῷ ϲώματι
5169672 κλινοντες
, φωνὴν ἀνειμένοι , φύσει εὔχρηστοι ἐν τῇ δωρεᾷ , κλίνοντες ἀπὸ τῶν κνημῶν , κατάσαρκοι , φυσικοί , πατρικὰ
κεχρεωστημένον ἀνεπλήρωσαν οἱ Δωριεῖς καὶ οἱ Ἀθηναῖοι διὰ τοῦ κ κλίνοντες αὐτό , οἷον τέττικος : παράδειγμα δέ ἐστι τῆς
5163173 κατοικουντες
οὖσαν καὶ κειμένην πελαγίαν : δι ' ἣν αἰτίαν οἱ κατοικοῦντες αὐτὴν εὐχρηστούμενοι κατὰ πολλὰ διὰ τοὺς ἐμπόρους ταχὺ τοῖς
. Ῥύνδακος , πόλις μεταξὺ Φρυγίας καὶ Ἑλλησπόντου . οἱ κατοικοῦντες Ῥυνδακηνοί ὡς Κυζικηνοί . λέγεται καὶ ἀπὸ τοῦ Ῥύνδακος
5146692 ψυχροι
οἱ ψυχροὶ ἱδρῶτες . κακὸν οὖν ἐν ὀξεῖ νοσήματι οἱ ψυχροὶ ἱδρῶτες : δηλοῖ γὰρ καταβεβλημένον τὸ ἔμφυτον θερμόν ,
οὐδὲ ἀβλαβῶϲ ἀπέχονται τῶν ἀφροδιϲίων . εἰ δὲ ὑγροὶ καὶ ψυχροὶ οἱ ὄρχειϲ τὴν κρᾶϲιν γένοιντο , ψιλὰ τὰ πέριξ
5132440 ϲφυγμοι
ὁμοίωϲ γίγνονται οἱ ὀφθαλμοὶ ἀλλὰ καὶ ξηροί . οἱ δὲ ϲφυγμοὶ μικρότεροι πᾶϲι τοῖϲ ἐπ ' ἀγρυπνίᾳ καὶ λύπῃ καὶ
τράχη - λοϲ οἰδέει πνεύματοϲ πρήϲει : ὑποχόνδρια ἀνεϲπαϲμένα : ϲφυγμοὶ ϲμικροί , πυκινοί , πιεζεύμενοι : ἰϲχνὰ ϲκέλεα :
5113230 παρεληλυθοτες
προσαγορεύεται , οἷον τὸ ἔτυπον . Καὶ οὗτοι μὲν οἱ παρεληλυθότες , ὁ παρατατικός , ὅστις ἐστὶν ὁ παραταθεὶς καὶ
λέγομεν , ὅτι ἐπὶ τῶν προστακτικῶν οἱ ἐνεστῶτες καὶ οἱ παρεληλυθότες πάντες οὐ κυρίως εἰσίν , ἀλλὰ γύμνωσίς ἐστι τοῦ
5110854 ἐκκρεμανται
, καὶ ἀπ ' ἀέρος τρόπον τινὰ γῆ καὶ ὕδωρ ἐκκρέμανται , τὸ γὰρ ὄχημα τούτων ἐστὶν ἀήρ . τὴν
: τοῦ σπονδύλου . ᾐώρηνται : ἐκρεμάσθησαν , ἀποκρέμανται , ἐκκρέμανται . Αὐτάρ : δέ . παντοίοισι περιπληθὴς καμάτοισι :
5110760 ἐϲθιομενοι
καὶ ϲτρόφουϲ ἐμποιοῦϲιν : οἱ δὲ μετὰ γάρου καὶ ἐλαίου ἐϲθιόμενοι ἥδιϲτοι καὶ ἄφυϲοι καὶ τρόφιμοι καὶ εὔπεπτοι . ϲταφυλίνου
δὲ φάϲηλοι καὶ δόλιχοι καλούμενοι ὅλοι ϲὺν τοῖϲ λοβοῖϲ χλωροὶ ἐϲθιόμενοι περιττωματικώτεροι γίνονται . Ἡ κολόκυντα ψύχει τε καὶ ὑγραίνει
5097043 μελανεϲ
: ἐκ μὲν γὰρ τοῦ φλεγματικοῦ χυμοῦ λευκοὶ γίνονται , μέλανεϲ δὲ ἀπὸ τοῦ μελαγχολικοῦ . κοινῶϲ μὲν οὖν ἀμφοτέροιϲ
ὁ φλοιὸϲ καὶ ἀλθαίαϲ τὸ ϲπέρμα καὶ τῶν ἐρεβίνθων οἱ μέλανεϲ κριοὶ οἵ τε τῶν ϲπόγγων λίθοι καὶ τὸ ϲκιλλητικὸν
5096446 μοχθηροι
καὶ τὸν θεὸν καὶ τὴν νόσον , καλλωπίζονται μὲν οἱ μοχθηροὶ ἐρασταὶ διὰ τὴν πρὸς τὸν θεὸν ὁμωνυμίαν , ἀπιστοῦνται
οὕτως ἀναφαινομένους λέγεται , ὅτι ἀγνοοῦσι μὲν ὡς ἀληθῶς οἱ μοχθηροὶ τὸ συμφέρον αὑτοῖς : οὐ μὴν διὰ τὴν τοιαύτην
5093469 ἐπιστημονες
γὰρ αὐτῶν οἱ μὲν γεηπόνοι τῶν περὶ σπορὰν καὶ φυτουργίαν ἐπιστήμονες , οἱ δὲ ἀγελάρχαι , παντοδαπῶν θρεμμάτων ἡγεμόνες ,
μὲν ἐπιπόλαιος ἡ λύσις . ἀκριβεστέρα δὲ ἡ ὕστερον : ἐπιστήμονες γὰρ λεγόμεθα , φησίν , οὐ τῷ μετέχειν ἁπλῶς
5088172 πιοντες
οἱ μὲν γὰρ ὅταν ἄκρατον ἐμφορήσωνται , καθάπερ οὐκ οἶνον πιόντες ἀλλὰ παρακινηματικόν τι καὶ μανιῶδες καὶ εἴ τι χαλεπώτερον
πολλοὶ δὲ ὑπὸ τοῦ δημίου ἀπεσφαγμένοι , ἕτεροι δὲ φάρμακον πιόντες δημοσίᾳ , οἳ δ ' ἐπὶ τοῦ τροχοῦ ,
5079867 νεφροι
, ταῖϲ ἐπ ' ἰγνύαϲ ἢ παρὰ τὰ ϲφυρά . νεφροὶ δὲ ἐπαμφοτερίζουϲι . καὶ γὰρ καὶ ἐπὶ τῇ κατ
ἐνδεικνύμενοι τὴν τοῦ σπέρματος οὗ γεννῶσι φύσιν , ὥσπερ οἱ νεφροὶ τὴν τοῦ οὔρου : καὶ μέντοι καὶ πεφθῆναι πολὺ
5076027 πλειϲτοι
οἵ τε πένητεϲ καὶ οἱ δοῦλοι τῶν πλουϲίων , οἱ πλεῖϲτοι μὲν ἐπὶ τῇ πέμπτῃ τῶν ἡμερῶν ἐκρίθηϲαν , ἔνιοι
⌋ ἐν ϲοί τε περὶ τούτων λόγοι ? ? [ πλεῖϲτοι λέγονται ] φροντίδεϲ τ ' ἐρωτικαί [ , ἆρ
5058160 ἐπιστρεφονται
περιέχουσι τὰ σώματα : καὶ ὅτι οὐ πρὸς τὸ σῶμα ἐπιστρέφονται , ἀλλὰ τὸ σῶμα ἔχουσιν ἐπιστρεφόμενον εἰς τὴν θείαν
ἢ ὧν ἔμποροι θαλαττεύοντες , τῆς μὲν τῶν ἀθλητῶν δόξης ἐπιστρέφονται οὐδέν , τοῦ δὲ πωλεῖν τε καὶ ὠνεῖσθαι ξύμβουλοι
5045465 γινομενοι
ἐκ τῆς αʹ γʹ εʹ συζυγίας , οἱ δὲ ἑξῆς γινόμενοι λόγον τινὰ οὐκ ἄτακτον ἕξουσιν . ἐὰν δὲ παρὰ
λέλεχμαι εἶτα λέλεγμαι , ὡς ἐν τοῖς ἄλλοις τεχνικοῖς γράμμασι γινόμενοι σὺν θεῷ μαθησόμεθα . Οἱ δὲ εἰς κα προσλαμβάνουσι
5018799 Πυθαγορειοι
προόδου τὸ ἔχον ἀμφότερα Πυθαγόρας καὶ Παρμενίδης καὶ Ἐμπεδοκλῆς ὡς Πυθαγόρειοι χρόνον ἐκάλουν , ἐπειδὴ ὥσπερ ὁ χρόνος μετρητικὸς καὶ
λέγοντες τὸ πεπερασμένον καὶ τὸ ἄπειρον , αὐτοὶ δὲ οἱ Πυθαγόρειοι ἑτέρας φύσεις ὑπετίθεντο αὐτὸ καθ ' αὑτὸ εἶναι τὸ
5009529 σπουδαιοι
. . . , . ἀξιέραστος ὁ ἀγαθός : οἱ σπουδαῖοι φίλοι : συμμάχους ποιεῖσθαι τοὺς εὐψύχους ἅμα καὶ δικαίους
τὰς ἀρετάς , καθ ' ἃς διὰ παντὸς ζῶντες οἱ σπουδαῖοι καὶ ἐνεργοῦντες οὐδέποτε εἰς λήθην αὐτῶν ἔρχονται . αἱ
5003512 σκεπτικοι
οὐ πείθεται . πρὸς τούτοις , εἰ μὲν διισχυρίζοντο οἱ σκεπτικοὶ μετὰ συγκαταθέσεως περὶ τοῦ μηδὲν εἶναι ἀπόδειξιν , τάχα
, εἰ κελευσθείη , κρεουργεῖν τὸν πατέρα , φασὶν οἱ σκεπτικοὶ περὶ τῶν δογματικῶν ὡς δυνήσεται βιοῦν ζητήσεων ἀπέχων ,
5002090 ἐξηγηται
ἄγαλμα . τὰ δὲ ἐπίλοιπα ἐς τοὺς ἀθλητὰς τούτους οἱ ἐξηγηταὶ λέγουσιν οἱ Ἠλείων , ὀγδόην μὲν ἐπὶ ταῖς ἑβδομήκοντα
Ζώσιμός τις πολυμαθέστατος ἐπιφημίζεται . Οὗτοι οἰκουμενικοὶ πανεύφημοι φιλόσοφοι καὶ ἐξηγηταὶ τοῦ Πλάτωνος καὶ Ἀριστοτέλους , διὰ διαλεκτικῶν δὲ θεωρημάτων
4991183 ψυχροτεροι
καὶ δίαιτα λεπτοτέρα καὶ χρίσματα μετρίως θερμότερα . ὅσοι δὲ ψυχρότεροι μέν εἰσι φύσει , συμμέτρως δ ' ἔχουσι τῆς
βλάπτει , ὅϲοι γε κατὰ φύϲιν ἔχουϲιν : ὅϲοι δὲ ψυχρότεροι τοῦ δέοντοϲ ἢ ἀϲθενέϲτεροι , καθάπερ καὶ ὑπὸ τῶν
4990447 δικαζοντες
οἱ δ ' ἄρχοντες αὐτῶν διατελοῦσι τὸ πλεῖστον τῆς ἡμέρας δικάζοντες αὐτοῖς . γίγνεται γὰρ δὴ καὶ παισὶ πρὸς ἀλλήλους
ῥα γάμοι τὲ καὶ ᾠδή , καὶ χοροί , καὶ δικάζοντες βασιλεῖς , καὶ ἑπόμενοι λαοί : τὴν δ '
4983191 ἐρυθροι
, ταραχώδεις τε ὕπνοι , ὀφθαλμοὶ ὑπολίπαροι καὶ λημώδεις καὶ ἐρυθροί , ἄτροφόν τε τὸ ἕλκος καὶ ἀνεκπύητον καὶ βλιχῶδες
ῥινέων τὸ αἷμα ῥεῖ αὐτέοισι , καὶ θερμότατοί εἰσι καὶ ἐρυθροί : τοῦ δὲ θέρεος τό τε αἷμα ἰσχύει ἔτι
4976158 συγχωρουσιν
καὶ αὐτοὶ κενοῦσι τὸν συναγόμενον ἑκάστης ἡμέρας χυμὸν καὶ οὐ συγχωροῦσιν ὑφ ' ἓν ἀθροίζεσθαι . καλοὶ μὲν οὖν καὶ
ὑπὸ τῶν Δωριέων ὁ δῆμος ἀνάστατος , ἀλλὰ βασιλεύεσθαί τε συγχωροῦσιν ὑπὸ Κρεσφόντου καὶ ἀναδάσασθαι πρὸς τοὺς Δωριέας τὴν γῆν
4972550 ἐρωντες
, μάστιγας , χαλιναγωγεῖν οὐ δεδύνηνται . πόσας οἱ γυναικῶν ἐρῶντες κοσμίων ἐπάγουσι προσβολὰς ταῖς ἐρωμέναις , ἱκετείας , δάκρυα
, δῆλον ὡς κατεγίνωσκον ἂν αὑτῶν ἀμβλυώττοντες τὰ τηλικαῦτα καὶ ἐρῶντες ἀνεράστων καὶ ἀμόρφων πραγμάτων . Τί οὖν ὅτι καὶ
4971608 βλαϲτοι
μάλιϲτα διὰ θαλάϲϲηϲ , ἐν ᾗ ἀφηψήθηϲαν δάφναι ἢ ἄγνου βλαϲτοὶ ἢ ϲάμψυχον ἤ τι τοιοῦτον : εἰ δὲ θέροϲ
ἢ καὶ μὴ παλαιοῦ , κυπαρίϲϲου τὰ φύλλα καὶ οἱ βλαϲτοὶ καὶ τὰ νέα καὶ ἁπαλὰ ϲφαιρία ϲὺν ἀλφίτοιϲ ,
4955606 γραφουσι
καλόν : ἀμφὶ δὲ πάντῃ πᾶν δέμας εὐστίκτοισι περὶ χροιῇσι γράφουσι , καὶ ποτὶ λέκτρον ἄγουσιν ἐπ ' ἀγλαΐῃ κομόωντα
τῇ ἐπιχωρίῳ , τὸ δὲ εἶδος τοῦ θεοῦ πάνυ ἀλλόκοτον γράφουσι . γέρων ἐστὶν αὐτοῖς ἐς τὸ ἔσχατον , ἀναφαλαντίας
4951727 ϲτρυφνοι
τούτων δὲ ἧττον οἱ λευκοί τε ἅμα καὶ παχεῖϲ καὶ ϲτρυφνοὶ τρέφειν πεφύκαϲιν : ἁπάντων δὲ ἥκιϲτα τρέφουϲιν οἱ λευκοὶ
πάντεϲ ϲχεδὸν οἱ τῶν δένδρων καρποὶ κατὰ τὴν πρώτην γένεϲιν ϲτρυφνοὶ γευομένοιϲ εἰϲίν . οὐ μόνον δὲ τὸ ὀξὺ ψυχρόν
4941849 διεσπαρησαν
αὐτοῦ πλῆθος στρατιωτῶν ἀόπλων ἐξαπέστειλαν . ἐπεὶ δὲ ἄλλος ἀλλαχοῦ διεσπάρησαν ἀναψηλαφῶντες αὐτὸς Ἀντίοχος μετὰ τῶν στρατιωτῶν σχῆμα βασιλικὸν ἀναλαβὼν
τῶν ἰνῶν γένος ἐκ τῆς ἑαυτῶν διαφορῇ τάξεως , αἳ διεσπάρησαν μὲν εἰς αἷμα , ἵνα συμμέτρως λεπτότητος ἴσχοι καὶ
4936710 Κυνικοι
τοῦ τρόπου τῆς ζωῆς , ὥσπερ οἱ Κυνικοὶ φιλόσοφοι . Κυνικοὶ δὲ ἐκλήθησαν διὰ τέσσαρας αἰτίας : ἢ γὰρ διὰ
τοῦ φόνου εἰρημένων οὐδὲ κατέχειν ἠδυνάμην τὸν γέλωτα . οἱ Κυνικοὶ δὲ περιστάντες τὴν πυρὰν οὐκ ἐδάκρυον μέν , σιωπῇ
4931590 χαλκεμβολοις
ὑψίπυλος κατὰ γᾶν . οἱ δ ' ἐπείγοντο πλωταῖς ἀπήναισι χαλκεμβόλοις . σοί , Φοῖβε , Μοῦσαί τε σύμβωμοι ,
ὑπόδειγμα δὲ αὐτοῦ τοιοῦτον οἳ δ ' ἐπείγοντο πλωταῖς ἀπήναισι χαλκεμβόλοις . ἂν δὲ τὴν ἀρχὴν αἱ δύο μακραὶ κατάσχωσιν
4922041 μελαντεροι
' ἑλκώσεως καρκίνους ἐπεγείρει . καὶ κατὰ μὲν τὴν χρόαν μελάντεροι τῶν λοιπῶν φλεγμονῶν οἵδε εἰσί , καὶ ἧττον θερμοί
, καὶ οἱ λευκοφλέγματοι : οἱ δὲ ἀπὸ σπληνὸς , μελάντεροι , καὶ [ οἱ ] ὕδρωπες , καὶ οἱ
4921787 γεωμετραι
δὲ χρὴ λαμβάνειν λεῖπον τὸ χρή . ὥσπερ δὲ οἱ γεωμέτραι προλαμβάνουσιν λήμματα ὧν δέονται , οὕτως καὶ οὗτος εἴωθεν
καὶ μερικὸν καὶ οὐδὲ κυρίως τέλος . εἰ δὲ οἱ γεωμέτραι μὴ χρῶνται τῇ τοῦ τέλους ἀποδόσει , δεικνύντες τὰ
4920469 ὀδοντεϲ
δευθεῖϲιν εἰϲ ἀφέψημα τῆϲ ῥαφάνου ἢ τοῦ ἀψινθίου . Οἱ ὀδόντεϲ οὐκ ἀπογενήϲονται , ἤν τιϲ ταῦτα ποιῇ : φυλάϲϲεϲθαι
ποιείτω . δεῖ δὲ προϲέχειν μὴ τὸ ϲτόμα ἢ οἱ ὀδόντεϲ ἢ τὰ παρίϲθμια τοῦ μέλλοντοϲ ἐκμυζᾶν ἔχουϲί τινα βλάβην
4918882 εὐπεπτοι
κρεῶν δὲ τὰ ἄκρεα καὶ ὄρνιθεϲ πάντεϲ οἱ ὄρειοι καὶ εὔπεπτοι καὶ εὔχυμοι , οἶνοϲ λευκὸϲ καὶ λεπτὸϲ μὴ πάνυ
μικροὶ καὶ λευκοὶ ἁπαλοί εἰσιν , ἄβρομοι , εὔχυλοι , εὔπεπτοι . οἱ δὲ χλωροὶ ξηροὶ καὶ ἀλιπεῖς . αἱ
4909892 ϲυϲταιη
προηγουμένην αἰτίαν , οἷον ἀϲθένειαν τῶν μορίων , τὸ πάθοϲ ϲυϲταίη , τὸ λόγῳ τροφῆϲ φερόμενον αἷμα εἰϲ ὑδατώδη ἢ
οἱ πολύπειροι τῶν ἀνθρώπων , οὔτε πάθοϲ ἐν ἀνθρώπου φύϲει ϲυϲταίη ποτὲ μὴ οὐχὶ ϲημείου τινὸϲ προγενομένου . ϲὺ δὲ
4908733 θερμοτεροι
. ὁκόταν δὲ ὁ πυρετὸϲ λήγῃ , τοὐναντίον οἱ πόδεϲ θερμότεροι γίνονται τοῦ ἄλλου ϲώματοϲ | . αὔξεται μὲν γὰρ
ἴσῳ λόγῳ οἱ μὲν διὰ βραχειῶν γινόμενοι μόνων τάχιστοι καὶ θερμότεροι , οἱ δὲ διὰ μακρῶν μόνων βραδύτεροι καὶ κατεσταλμένοι
4904155 ἐξαπατωμενοι
καὶ δύϲπεπτον , μάλιϲτα δὲ καὶ κακοϲτόμαχον ἅπαϲ ἐγκέφαλοϲ . ἐξαπατώμενοι δὲ ὑπὸ τῆϲ μαλακότητοϲ αὐτοῦ ἔνιοι διδόαϲιν αὐτὸν τοῖϲ
οἱ δὲ Σάκαι τῷ σχήματι τῶν ἐσθήτων καὶ τῶν ὅπλων ἐξαπατώμενοι φιλοφρόνως προσελθόντες ὡς οἰκείους ἠσπάζοντο . Πέρσαι δὲ ,
4899943 Πυρετοι
τὰ ἀπὸ τῶν διαχωρημάτων καὶ τοῦ σφυγμοῦ . ιηʹ . Πυρετοὶ οἱ μὲν δακνώδεες τῇ χειρὶ , οἱ δὲ πραεῖς
, γλυκὺν , ὑδαρέα . Ταῦτα ποιέων ὑγιὴς γίνεται . Πυρετοὶ ἀπὸ χολῆς : ἢν χολᾷ ὁ ἄνθρωπος , πυρετὸς
4899109 γεννωϲι
δὲ κοῦφοι καὶ ἀραιοὶ καὶ λευκοὶ τὰ ἔνδον , ἧττον γεννῶϲι γλίϲχρον χυμόν . ἐϲτὶ δὲ καὶ ἡ ϲεμίδαλιϲ καὶ
μικραί , παραυξάνουϲιν , εἰ δ ' οὐκ εἶεν , γεννῶϲι διὰ πάχοϲ ἰϲχόμενοι καὶ ϲφηνούμενοι . καταπλαϲμάτων δὲ καὶ
4894424 ἀριϲτοι
μᾶλλον φροντιϲτέον , περίπατοι πραέοι πλεῖϲτοι καὶ ἕωθεν καὶ δείληϲ ἄριϲτοι . ψυχρολουϲία βαλανείων κρείττων , θερμολουτοῦντι δὲ ἀνοίκειοϲ ἡ
πᾶϲαν ἡλικίαν ὁμοίωϲ βλάπτουϲι καὶ πᾶϲαν κρᾶϲιν , ὥϲπερ οἱ ἄριϲτοι ὠφελοῦϲιν : ἡ δὲ κατὰ ποιότητα , θερμότητα λέγω
4887023 κλεινοι
τὴν ἀνθρωπίνην . τοῦτο γὰρ βούλονται αἱ Πολιτεῖαι καὶ οἱ κλεινοὶ Νόμοι καὶ οἱ Φαῖδροι καὶ οἱ Γοργίαι , καὶ
' ὅπως ἴδωσιν : οἱ δ ' εὐδαίμονες ἐν πᾶσι κλεινοὶ καὶ περίβλεπτοι βροτοῖς . λέγουσι δ ' : Ὑμέναιός
4886994 εἰρηκασιν
τὸ μὲν μυστικὸν , τὸ δὲ ἀπολελυμένον . Πλύσιν οὖν εἰρήκασιν μυστικὴν καὶ πλύσιν ἀπολελυμένην . Καὶ πλύσις μυστικὴ ταὐτόν
ὅσα γε Ἀκουσίλεως καὶ Ἡσίοδος καὶ Ὀρφεὺς ἐν ταῖς θεογονίαις εἰρήκασιν : εἰσὶ μὲν γὰρ [ γενεαλογικαὶ ] αἵδε οὐδὲν
4886721 οὑϲ
, νεοβδάλτου γάλακτοϲ ὀνείου μὲν ἢ ἱππείου ἔδωκά τιϲιν , οὓϲ μᾶλλον ἠβουλήθην καθᾶραι , αἰγείου δὲ ἄλλοιϲ διὰ τὸ
' αὐτὰ μᾶλλον ἀπάτηϲ ἀλλ ' οὐκ ὠφελείαϲ φροντίϲαντεϲ : οὓϲ πλέον ἁπάντων παραιτητέον διὰ τὴν ταχεῖαν τοῦ πάθουϲ παλιγγενεϲίαν
4886046 βλαπτονται
ἐδεσμάτων ἐσθίουσι τὰ σῦκα καὶ τὰς ἰσχάδας , οὐ μικρὰ βλάπτονται . θρίδαξ , ὡς ἐν λαχάνοις , αἷμα γεννᾷ
, διότι ἀνήμεροί εἰσιν , οὐδὲ τοῖς ξένοις πλησιαζόμενοι : βλάπτονται γὰρ παρ ' αὐτῶν οἱ ἐκεῖσε ἀφικόμενοι . .
4880042 μελαγχολικοι
τριταῖος . μγʹ . Οἱ μελαγχολικοὶ ἐπίληπτοι καὶ οἱ ἐπίληπτοι μελαγχολικοὶ εἰώθασι γίγνεσθαι ὡς ἐπὶ τὸ πουλύ . τουτέων δὲ
ἑαυτῶν κακίας , καὶ μάλιστ ' ἐὰν ὦσι χολώδεις καὶ μελαγχολικοὶ , τοὺς δὲ φλεγματικοὺς λεπτῦναι , ἐάν σοι παχεῖς
4877217 τελειοι
: ἥτις ἐντελέχεια ἔξωθέν τε οὖσα τάττει καὶ διακοσμεῖ καὶ τελειοῖ τὸ ὑποκείμενον . ὅταν οὖν ἐντελέχειαν λέγῃ τὴν ἄλογον
τοῦτο . παῦσον πολλά μοι λέγειν : περαίνει γὰρ καὶ τελειοῖ τὸν μῦθον καὶ τὸν λόγον ἔρις ὑστάτη θεῶν ,
4871576 προειρημενοι
οὐδὲν τούτων ποιήσει . Ἰστέον δ ' ὅτι ἅπαντες οἱ προειρημένοι χυμοί , εἰ μὴ σαπῶσιν , εἶδος πυρετοῦ οὐ
ὕλης , μακρὰν δὲ τῆς εὐταξίας εὑρεθέντας . οἱ γὰρ προειρημένοι τῇ σφῶν ἀβελτερίᾳ πρὸς τὸ κενοδοξεῖν τραπέντες καὶ ἀφηνιάσαντες

Back