| κατέλαβε καί “ ὑμεῖς , ” ἔφη , “ μὲ κτείνατε μᾶλλον , οἱ ἐλεήσαντες , ἵνα τὸν μισθὸν ἀντὶ | ||
| ' ὡς ἐλευθέρα θάνω : ἤτοι ἄδετον , ἀδέσμευτον καταλείψαντες κτείνατε , ἵνα ὡς ἐλευθέρα ἀποθάνω . δουλείαν γὰρ ἡγεῖτο |
| σφῶν ἤδη καθ ' ἑκάτερα τοῦ στρατοπέδου , τὰ ὅπλα μεθέντες ἔφευγον . ἀδιεξόδου δ ' ὄντος τοῦ χωρίου προσέπταιον | ||
| δὲ τῇ πολιτείᾳ τὴν πάτριον ἁρμονίαν καὶ τὴν ἀληθῶς Δωριστὶ μεθέντες κακῶν ξενικῶν καὶ πᾶσι μᾶλλον ἢ ὑμῖν προσηκόντων κληρονομήσετε |
| σκοτεινὸν λόγον καὶ τὸν ἁπλοῦν . Θνητός : ἀπὸ τοῦ θανῶ θνῶ θνήσω θνητός . ὀλίγος : ἀσθενής : ὀλίγος | ||
| , καὶ θνῶν ἡ μετοχὴ ἀκολούθως : πλεονασμῷ τοῦ α θανῶ , ὁ μέλλων θανήσω , ῥηματικὸν ὄνομα θανητός , |
| βάλοις δοιὼ ὀρόβοιο : εὐ δ ' ὑπέρῳ μίξας συνδονέων μυχόθεν αἴνυσο καὶ δινήεντας ἀνάπλασσε τροχίσκους : τοὺς δ ' | ||
| καθαραῖς . παρηγορίαις ] θεραπείαις . πελάνωι ] θύματι . μυχόθεν ] ἤγουν ἐκ τῶν μυχῶν , τουτέστι τῶν θαλάμων |
| φρεσὶν ἄχθος ἀλύει μήτηρ , τηλυγέτοιο θοὴν ὠδῖνα θυγατρὸς πρωτολεχοῦς φρίσσουσα : τὸ γὰρ μέγα δεῖμα γυναικῶν : αὐτὴν δ | ||
| , ψυχρὸν φυσιόωσα χαλαζήεντι χιτῶνι : καὶ χλοεροῖς πέπλοισι δέμας φρίσσουσα καλύπτει Χειμερίη ζοφόεσσα , καὶ ἐκ προχόου νιφετοῖο κρυμαλέον |
| ἐστιν ἔθαψεν αὐτὸν καὶ μέχρι τινὸς ὡς συγγενῆ ἔκλαυσε . ξύνευνος οὖν πατρὸς ἡ Θεάνειρα . ἄλλως . τὸν ἀδελφὸν | ||
| δὲ Σκῦρος νῆσός ἐστι μία τῶν Κυκλάδων . ἣν ὁ ξύνευνος : φασὶν ὅτι μετὰ τὸ ἁρπαγῆναι τὴν Ἰφιγένειαν ὑπὸ |
| πέτρᾳ προσηλοῦσθαι τοῦτό φησιν χειμαζόμενον ] δαμαζόμενον , πάσχοντα Τίνος ἀμπλακίας : ἕνεκα τίνος κολάσεως , πταίσματος , ὀλέκῃ καὶ | ||
| μοι , ἰὼ τλήμων . τί δέ σοι παῖδες πατρὸς ἀμπλακίας μετέχουσι ; τί τούσδ ' ἔχθεις ; οἴμοι , |
| ἀμφὶ σεμνὸν εὐτρεπὴς ὅδε . καὶ μὴν ἑκοῦσά γ ' ἀσμένη τ ' ἐδέξατο πόλις πόνον τόνδ ' ὡς θέλοντά | ||
| ἡ δὲ τὸ μὲν πρῶτον οὐκ ἤθελεν , ὡς ἂν ἀσμένη με ἑωρακυῖα ἥκοντα διὰ χρόνου : ἐπειδὴ δὲ ἐγὼ |
| ἀπάρχομαι μέν , ἀλλὰ τῆς ἀτολμίας τὰ κέντρα κεντεῖ καὶ βιάζει τὸν λόγον . σὺ δὸς τὸ τολμᾶν , ἐξάνοιγε | ||
| ] κινεῖ . Ξ ἐπισπέρχει ] σπεύδει . ἐπισπέρχει ] βιάζει . ἐπισπέρχει ] ἐπισπεύδει . θ θεὸς ] ἡ |
| ἰαυθμοὺς ἠθάδας διζήμενοι , καὶ κρίμνα χειρῶν κἀπιδόρπιον τρύφος μάζης σπάσονται προσφιλὲς κνυζούμενοι , τῆς πρὶν διαίτης τλήμονες μεμνημένοι . | ||
| ] φάγωσι . σπάσονται ] λάβωσι , φάγωσι . θ σπάσονται ] γεύσονται . σπάσονται ] πάσσονται , ἤγουν γεύσονται |
| οὕτως : Ἄγει δὲ ἑαυτὴν ἡ χάρις ἀντὶ ἔργων φίλων ὀπιζομένη καὶ ὄπισθεν ἐρχομένη ποίτινος καὶ ἀμει - πτική : | ||
| τοὺς Λοκροὺς χάριν ὁμολογεῖν τῷ Ἱέρωνι , προευεργετήσαντι αὐτούς . ὀπιζομένη ἤτοι ἐπιστρεφομένη : ἢ ὅτι μετὰ αἰδοῦς καὶ θράσους |
| δὲ ἄγνοια , φησί , τὰς φρένας ἀπολλύουσα συνήγαγεν . ἔτλα συναγαγεῖν ῥίζαν αἱματόεσσαν , ἤγουν συμμίξαι σπέρμα τῇ μητρί | ||
| ὑπέμεινε . ἔτλα ] ἐκαρτέρησε . ἔτλα ] σπεῖραι . ἔτλα ] μετὰ καρτερίας . ἔτλα ] + ἐτόλμησε ποιῆσαι |
| ἐκραγέντος , λύεται ὁ πόνος . Ὁκόσοισιν ἂν ὁ ἐγκέφαλος σεισθῇ ὑπό τινος προφάσιος , ἀνάγκη ἀφώνους γίνεσθαι παραχρῆμα . | ||
| τῶν ἐναντίων τῆς τομῆς ἐπιγίνεται . Ὅσοισιν ἂν ὁ ἐγκέφαλος σεισθῇ , καὶ πονέσῃ πληγεῖσιν ἢ ἄλλως , πίπτουσι παραχρῆμα |
| ] λιθόδμητον ? ? ? ? δηιάλωτος δοριάλωτος σιδηροπέρσης ? δορίκτητος ? ? ? ? δοριπετής ? ? ξενοδάικτος ? | ||
| ὤμοι πατέρων χθονός θ ' , ἃ καπνῶι κατερείπεται τυφομένα δορίκτητος Ἀργεΐων : ἐγὼ δ ' ἐν ξείναι χθονὶ δὴ |
| , οὐ μακροῦ χρόνου . Ὕπεστί μοι θράσος , ἁδυπνόων κλύουσαν ἀρτίως ὀνειράτων . Οὐ γάρ ποτ ' ἀμναστεῖ γ | ||
| . δωμάτων ἄτιμα ] ἀπεσπασμένους καὶ φυγαδευθέντας τῶν οἴκων . κλύουσαν ] ἀντὶ τοῦ κλυούσηι . καὶ τότε ] ὅτε |
| ' οὐδὲν πρᾶγμά σοι : τὰ πλεῖστα γὰρ ἀποπεπόνηκας . Φῦ , ἰοὺ τῆς ἀσβόλου . Αἰθὸς γεγένημαι πάντα τὰ | ||
| μ ' ἀποσβεσθὲν λάθῃ πρὸς τῇ τελευτῇ τῆς ὁδοῦ . Φῦ φῦ . Ἰοὺ ἰοὺ τοῦ καπνοῦ . Ὡς δεινόν |
| Περσῶν θαλαττίων ὄντων , ἀλλὰ τῶν ἐκείνοις ὑπηκόων παραλίων . μελαγχίτων ] ἡ συνετή . μελαγχίτων : πενθήρης , ἢ | ||
| ? [ ! ! ! ] ! ! [ [ μελαγχίτων ] ? [ ! [ ! ! ] ! |
| ὑπὸ κύστις ὀρεχθεῖ , πᾶσα δέ οἱ νηδὺς διαπίμπραται ὡς ὁπόθ ' ὕδρωψ τυμπανόεις ἀνὰ μέσσον ἀφυσγετὸς ὀμφαλὸν ἵζει , | ||
| Μῶν ὠδυνήθης ; Οὐ μὰ Δί ' ἀλλ ' ἐφρόντισα ὁπόθ ' Ἡράκλεια τἀν Διομείοις γίγνεται . Ἅνθρωπος ἱερός . |
| σοι τάδ ' ἔστ ' , ἐκεῖ χώρας ἀλάστωρ οὑμὸς ἐνναίων ἀεί : ἔστιν δὲ παισὶ τοῖς ἐμοῖσι τῆς ἐμῆς | ||
| Παιάν , βακχευτᾷ . εἰς σὲ ζωὰν γὰρ τείνω γυίοις ἐνναίων ῥευστοῖς : οἴκτειρον τόσσον , Τιτάν , ἀνθρώπου δειλοῦ |
| παντερπὴς κόρα , ναρκίσσου τερενώτερον . μήτ ' ἐμωῦτᾶς μήτε κασιγνήτων πόδας ὠκέας τρύσηις ὀ δ ' ἐξύπισθα καστάθεις ὁδεύει | ||
| κεν λεὼι μ [ ὡς ἀμηνιτεὶ παρη ? [ καὶ κασιγνήτων ! [ τέων ἀπέθρισαν ? [ ἤριπεν πληγῆισιδ ? |
| μετάνοιαν ἔρχεται . Γυναικὶ μὴ πίστευε τὸν σαυτοῦ βίον . Γυναικὸς [ ] ἅπτου καὶ οὐκ ἀνεξ ! ! ! | ||
| κακῶς μὴ λέγε , μηδὲ τὸν ἐχθρὸν φίλον ἡγοῦ . Γυναικὸς ἄρχε . Ἅπερ αὐτὸς τοῖς γονεῦσι δράσεις , τὰ |
| μὴ εὐθεῖαν . * ἴλλων : συστρεφόμενος περιβλέπων περιστρεφόμενος στρέφων δοχμός : ἀνακρούων ἤτοι ἀνακόπτων ἢ ἐναντιούμενος τῇ τοῦ ἑρπετοῦ | ||
| ταναηκέϊ : μακρῷ , μακρᾷ . δοχμόν : πλαγίως . δοχμός : πλάγιος . δόχμιος : πλάγιος . Ἡ δέ |
| τόδε ψυχὴν διέφθαρκ ' : οἴχομαι δὲ καὶ βίου χάριν μεθεῖσα κατθανεῖν χρήιζω , φίλαι . ἐν ὧι γὰρ ἦν | ||
| Ὑφ ' ἡδονῆς τοι , φιλτάτη , διώκομαι τὸ κόσμιον μεθεῖσα σὺν τάχει μολεῖν : φέρω γὰρ ἡδονάς τε κἀνάπαυλαν |
| ὁμο σύνθετα . ὁμόσπονδος ὁμόσιτος , ὁμοήθης , ὁμότροπος , ὁμόδουλος , ὁμόνους , ὁμόφωνος , ὁμόγλωττος , ὁμοτράπεζος , | ||
| ἰδίαν βαδίζειν , εἰς οἶκον δὲ ἐφ ' ἕτερον . ὁμόδουλος συνδούλου διαφέρει . ὁμόδουλοι γάρ εἰσιν οἱ μετέχοντες ὁμοίας |
| . καὶ Κύπρις , ἅτ ' εἶ γένους προμάτωρ , ἄλευσον : σέθεν γὰρ ἐξ αἵματος γεγόναμεν : λιταῖς [ | ||
| ἄλευσον ] φύλαξον , ἀποδίωξον καὶ ἀποσόβησον τοὺς ἐχθρούς . ἄλευσον ] καὶ δίωξον τοὺς ἐχθρούς . ἄλευσον ] βοήθησον |
| αἰθαλόεν πνείοντος ἔσω χθονός : ὣς ἄρα Λοκρῶν ἀμφεκάλυψεν ἄνακτα δυσάμμορον οὔρεος ἄκρη ὑψόθεν ἐξεριποῦσα : βάρυνε δὲ καρτερὸν ἄνδρα | ||
| γούνων ἀμφοτέρῃσι περισχομένη προσέειπεν : “ Ἔκ με φίλοι ῥύσασθε δυσάμμορον , ὧς δὲ καὶ αὐτούς ὑμέας , Αἰήταο : |
| εὐτυχοῦντος ] ἤγουν τοῦ πολεμίου . εὐτυχοῦντος ] εὐδαιμονοῦντος . εὐτυχοῦντος ] κτωμένου . θ εὐτυχοῦντος ] ἤγουν ζῶντος . | ||
| . καινοπήμονες ] αἱ νεωστὶ πάσχουσαι καινὰ πήματα . . εὐτυχοῦντος ] κτωμένου . . ὑπερτέρου ] κρείττονος . . |
| τῆς ψυχῆς [ καὶ ] τῆς ἐμῆς δέσποτα , μὴ προδῷς ἑαυτὸν μηδὲ εἰς ὀργὴν ἐμβάλῃς βαρβαρικήν , συγκατάθου δὲ | ||
| ] συνάθροισμα . ξυντέλεια ] τὸ πλῆθος τῶν θεῶν . προδῷς ] + τοῖς ἐχθροῖς . πυργώματα ] τοὺς πύργους |
| τῶι Πανδίονος . σὺ δ ' , ὥσπερ εἰκός , κατθανῆι κακὸς κακῶς , Ἀργοῦς κάρα σὸν λειψάνωι πεπληγμένος , | ||
| ἔα . καὶ σὺ τῶνδ ' ἔξω κομίζου τειχέων ἢ κατθανῆι . πρὸς τίνος ; τίς ὧδ ' ἄτρωτος ὅστις |
| [ [ ] ! ιος ? [ [ ] ! ειρα [ [ ] ! κὴ ? [ [ ] | ||
| εἶδος χιτῶνος , οἱ δὲ ζώνης . Τὰ διὰ τοῦ ειρα δισύλλαβα ὀξύτονα μονογενῆ διὰ τῆς ει διφθόγγου γράφονται : |
| μέρος . θ περιπίτνει κρύος ] περιπίπτει φόβος κακοῦ . περιπιτνεῖ κρύος ] φρίσσω , δέδοικα . περιπιτνεῖ ] περιπίπτει | ||
| φόβος κακοῦ . περιπιτνεῖ κρύος ] φρίσσω , δέδοικα . περιπιτνεῖ ] περιπίπτει . περιπιτνεῖ ] ἐπέρχεται . πίτνω γίνεται |
| ἀπὸ ἐπιθέτου κύρια μονογενῆ ἀποστρέφονται τὴν ει δίφθογγον πλὴν τοῦ πείνη , οἷον Αἰητίνη δίνη . πρόσκειται μονογενῆ διὰ τὸ | ||
| τῶν μέσων οὐδέποτε τῇ ει διφθόγγῳ παραλήγουσι , πλὴν τοῦ πείνη ὠτειλή ὀφειλή καὶ ἀπειλή . . . α . |
| ἀλαζονείας . ἀκόμπαστος ] ἄνευ ἐπάρσεως καὶ ἀλαζονείας . Ξ ἀκόμπαστος ] ἔξω ἀλαζονείας . ἀκόμπαστος ] + ἤγουν χωρὶς | ||
| ἄδωρος χάρις δράκοντος αἱματωπὸν ὄμμα αἱματοσταγῆ κηλῖδα τέγγῃ ἀκόμπαστος λόγος ἀκόμπαστος φάτις οὔ σοι παραινῶ μηχανωμένῃ κακὰ ἐχθροῖσι , σαυτῇ |
| : βοηθόν : ἀλλ ' εἰ καὶ μηδέν ἐστιν ἡ ἱκετεύουσά σε , ἀντὶ τοῦ : μὴ ὡς αἰχμάλωτον καὶ | ||
| ὦ τάλας , ψυχὴν τότε , ὅτ ' ἐξέβαλλε μαστὸν ἱκετεύουσά σε μήτηρ ; ἐγὼ μὲν οὐκ ἰδὼν τἀκεῖ κακὰ |
| μὲν οὖν κύνας τε καὶ θηρῶν βρόχους , δμῶες , κομίζετ ' ἐς δόμους τυραννικούς . ἐγὼ δ ' ἐμαυτὸν | ||
| ἀσφαλεστάτην : ἐχθρὸς μὲν ἁνήρ , ὠφελεῖ δὲ κατθανών , κομίζετ ' αὐτόν , δμῶες , εἶτα χρὴ κυσὶν δοῦναι |
| πάσχεις . σήμηνον ὅπη ] εἰπὲ ποῦ . . ἡ μογερὰ ] ἡ ἀθλία . . ἂ ἄ , ἔα | ||
| τὰ κῶλα . βαρυδότειρα ] βαρέα καὶ δυστυχῆ διδοῦσα . μογερὰ ] ἀθλία . πότνια ] σεβασμία . πότνια ] |
| . ἐν δὲ τῷ ὑπομνήματι καὶ ταῦτα τῆς Ἠλέκτρας : ἔκανες ἔθανες : ἐφόνευσας . ὅθεν τὸ κανοῦν λέγεται , | ||
| μητρί γε , σοὶ δ ' οὔ . κἄπειτ ' ἔκανες ; σέ γε πημαίνους ' . ὤμοι , φιλίου |
| ἀκούσαθ ' οἷος κέλαδος ἐν δόμοις πίτνει . σὺ παρὰ κλῆιθρα , σοὶ μέλει πομπίμα φάτις δωμάτων : ἔνεπε δ | ||
| ἕδρας ἡ Τυνδαρὶς παῖς ἐκπεπόρθμευται χθονός . ὠή , χαλᾶτε κλῆιθρα , λύεθ ' ἱππικὰς φάτνας , ὀπαδοί , κἀκκομίζεθ |
| , μηδαμῶς , μὴ πρὸς θεῶν , μεθῇς βέλος . Μέθες με , πρὸς θεῶν , χεῖρα , φίλτατον τέκνον | ||
| Τί παραφρονεῖς αὖ ; τί τὸν ἄνω λεύσσεις κύκλον ; Μέθες , μέθες με . Ποῖ μεθῶ ; Μέθες ποτέ |
| στροφὴ κώλων δʹ . ἄνια ] ἀνίατα , λυπηρά . νεόκοτα ] † ἐκ νέας ὀργῆς δαίμονος ἐπελθόντα . δάϊ | ||
| καὶ ἀνιαρά . . ἄνια ] τὰ λυπηρά . . νεόκοτα ] νεωστὶ μηνυθέντα κακὰ ὑπό τινος τῶν δαιμόνων . |
| οὖσαν γενομένην . ἇς ὑπὸ . ὑφ ' ἇς * τήκομαι ἀντὶ τοῦ λείβομαι : ὡς ἐκ πέτρας ἐκ πηδῶσα | ||
| ἀναπιδύουσα : ὅ ἐστι πηδῶσα : τὸ δὲ ἑξῆς : τήκομαι ὡς λιβὰς πιδακόεσσα ἣν πετρίνην - εἶπεν διὰ τὸ |
| διὰ τοῦ ι γράφουσι : τὸ αὐτόχειρ : ἑκατόγχειρ : πολύχειρ , διὰ τῆς ει διφθόγγου γραφόμενα σύνθετά ἐστι παρὰ | ||
| νιν κατέπεφνεν αἰσχίσταις ἐν αἰκίαις . Ἥξει καὶ πολύπους καὶ πολύχειρ ἁ δει - νοῖς κρυπτομένα λόχοις χαλκόπους Ἐρινύς . |
| τοιάδε τόλμα : θῆλυς ἄρσενος φονεύς : ἔστιντί νιν καλοῦσα δυσφιλὲς δάκος τύχοιμ ' ἄν ; ἀμφίσβαιναν , ἢ Σκύλλαν | ||
| Κλυταιμνήστρας . λαθραίου ] κεκρυμμένης . νιν ] αὐτήν . δυσφιλὲς ] ἤγουν μισητόν . δάκος ] θηρίον . σημείωσαι |
| καλάμω δὲ πλάνον κατέσειον ἐδωδάν . καί τις τῶν τραφερῶν ὠρέξατο : καὶ γὰρ ἐν ὕπνοις πᾶσα κύων † ἄρτον | ||
| περ ἀμφιβαλόντε ἀλλήλους ὀλοοῖο τεταρπώμεσθα γόοιο . Ὣς ἄρα φωνήσας ὠρέξατο χερσὶ φίλῃσιν οὐδ ' ἔλαβε : ψυχὴ δὲ κατὰ |
| ἂν πρὸς τὰς ἀνατολὰς περιχωρήσασα ἡ σελήνη ζῴδιον τοῦ ὁρίζοντος ἀπόσχῃ , μένειν δὲ μέχρι ἂν ζῴδιον ὑπὲρ γῆς μετεωρισθῇ | ||
| Ξέρξην , ἀπίστους ποιήσῃ τοὺς Ἴωνας καὶ τῶν ναυμαχιέων αὐτοὺς ἀπόσχῃ . Θεμιστοκλέης μὲν ταῦτα ἐνέγραψε . Τοῖσι δὲ βαρβάροισι |
| Αἰγίσθωι ἔμολεν ἡ ποινὴ τῶι ἀποκτείναντι δόλωι τὸν Ἀγαμέμνονα . ἔθιγε ] ἡ δὲ Διὸς θυγάτηρ ἡ Δίκη παρέστη ἐν | ||
| ἔμολε δ ' ᾧ μέλει κρυπταδίου μάχας δολιόφρων ποινά : ἔθιγε δ ' ἐν μάχᾳ χερὸς ἐτήτυμος Διὸς κόραΔίκαν δέ |
| . φράτορες δὲ καλοῦνται οἱ τῆς αὐτῆς φατρίας μετέχοντες οἷον πατρίας τινός . μεταπέπτωκε γὰρ τὰ στοιχεῖα καθάπερ ἐπὶ τοῦδε | ||
| Ἀντιγόνην ἀνύτουσαν . Ὁρᾶτ ' ἔμ ' , ὦ γᾶς πατρίας πολῖται , τὰν νεάταν ὁδὸν στείχουσαν , νέατον δὲ |
| ἀμνημόνευτος θεὰν προδοῦς ' ἁλίσκεται . ὦ τλῆμον Ἰφιγένεια , συγγόνου μέτα θανῆι πάλιν μολοῦσα δεσποτῶν χέρας . ὦ πάντες | ||
| γε συμφορὰς εὐκλεᾶ με θήσει . τάλαιν ' ἐγὼ σῶν συγγόνου θ ' ὑβρισμάτων , ὃς ἐκ δόμων νέκυς ἄθαπτος |
| φθορὰν χωρῆσαν . ἐξεκένωσε πεσόν : ἔργον οἷον οὐδέπω πεσὸν ἐξεκένωσε τόδε τὸ ἄστυ . ἔργον δέ , οἷον οὐδέπω | ||
| καὶ προτρέψασιν ἔργον ἐστὶν ἐξειργασμένον , εἰς φθορὰν χωρῆσαν . ἐξεκένωσε πεσόν : ἔργον οἷον οὐδέπω πεσὸν ἐξεκένωσε τόδε τὸ |
| ] Ἀντὶ δέ . Τὴν Φιλοκτήταο ] Τὴν Φιλοκτήτου . Δίκαν ἐφέπων ] Τρόπον διεξάγων . Ἔστι δὲ τὸ ἐφέπων | ||
| ἀλλ ' ἐν ⌊ μέσῳ ⌋ κεῖται κιχεῖν πᾶσιν ἀνθρώποις Δίκαν ἰθεῖαν , ἁγνᾶς Εὐνομίας ἀκόλουθον καὶ πινυτᾶς Θέμιτος : |
| κλαγγηδὸν ἐπειγόμεναι βρωμοῖο χειμῶνος μέγα σῆμα , καὶ ἐννεάγηρα κορώνη νύκτερον ἀείδουσα , καὶ ὀψὲ βοῶντε κολοιοί , καὶ σπίνος | ||
| † ἀνδρὸς εὐτυχοῦντος , ὡς δυσμενοῦς ὑπερτέρου , ἐλπίς ἐστι νύκτερον τέλος μολεῖν , παγκλαύτων ἀλγέων ἐπίρροθον . ὅ τοι |
| τὸ βραχύτατον . πανταχοῦ χρῶ . ἁπαλοὶ θερμολουσίαις , ἁβροὶ μαλθακευνίαις : ἐπὶ τῶν ὑπὸ τρυφῆς καὶ ἁβρότητος διαρρεόντων . | ||
| . Αἰσχυνόμενος δὲ περιπλέκει τὴν συμφοράν . Θερμολουσίαις ἁπαλοί , μαλθακευνίαις ἁβροί . Ἀνόητά γ ' εἰ τοῦτ ' ἦλθες |
| [ ] ! [ ! ] φατ [ [ ] κεδνὰν [ [ ] ! [ . . . . | ||
| [ ] ! [ ! ] φατ [ [ ] κεδνὰν ? [ [ ] ! [ ] του ? |
| ξίφει : ἀπὸ κοινοῦ τὸ παμφαλᾶται καὶ ψηλαφᾶται καὶ ψηλαφᾷ λυκοψίαν κνεφαίαν . καὶ ταῦτα μὲν οὕτως , ἡ δὲ | ||
| γρώνας , οὖσα καὶ τυκίσματα σὺν Ὀρθάγῃ τε κρίμνα καὶ λυκοψίαν μόνον νέοις ἱδρῶτα , μωρὲ Λυκόφρον , οὐδὲν ἄλλο |
| τὰ παναίολ ' ] τὰ ποικίλα τῷ θρήνῳ . . αἰανῆ ] ἀχλύος γέμοντα . βάγματα ] φωνήματα . . | ||
| πέμποντος . παναίολ ' ] τὰ ποικίλα τῷ θρήνῳ . αἰανῆ ] σκοτεινά , ἀχλύος γέμοντα . δύσθροα ] δύσφημα |
| ἴθι ] ἐλθέ . στροφὴ ἑτέρα κώλων ηʹ . δύα δύα ] η η . † συμφορὰ χαλεπὴ δηλονότι . | ||
| τοῖς δάκρυσι δηλονότι . πῆμα ] διὰ τὸ . δύα δύα ] * η . τλημοσύνη . καὶ ἰσόγοα . |
| καὶ πολλῶν ὕπερ : ἧι παῖς μὲν ἀμφὶ μνῆμ ' Ἀχιλλείου τάφου λάθραι τέθνηκε τλημόνως Πολυξένη : φροῦδος δὲ Πρίαμος | ||
| κατ ' ἄκρα Νηρῆιδες ἕστασαν θεαί , πρύμναις σῆμ ' Ἀχιλλείου στρατοῦ . Ἀργείων δὲ ταῖσδ ' ἰσήρετμοι νᾶες ἕστασαν |
| . Φυλάττω ἐνεργητικῶς τὸ διατηρῶ . φυλάττομαι δὲ παθητικῶς τὸ ἐκφεύγω , οἷον , φυλάττομαι τοὺς κακοὺς ἀνθρώπους . Σκοπῶ | ||
| ἁμαρτάνω . Τὸ δὲ ἀλείτω γίνεται ἀπὸ τοῦ ἀλεύω τὸ ἐκφεύγω , ἵν ' ᾖ ἀλεύτω καὶ ἀλείτω . Ἡ |
| τὰ δ ' ἐκ θεῶν του : πανταχῆι δ ' ὀλώλαμεν . τίς οὖν ἂν εἴη μὴ πεφυκότων γέ πω | ||
| ὄγκος καὶ δόμων εὐδοξία : ἡμεῖς δ ' ἀβούλως κἀκλεῶς ὀλώλαμεν . ἐπεὶ γὰρ ἡμᾶς ηὔνας ' Ἑκτόρεια χείρ , |
| ὑποσκίοισιν ἐν ψυκτηρίοις . Εὐριπίδης Φαέθοντι : ψυκτήρια δένδρεα φίλαισιν ὠλέναισι δέξεται . καὶ ὁ τὸν Αἰγίμιον δὲ ποιήσας εἴθ | ||
| ἐν φάραγξι σήπεται νέκυς . χρυσέαν βῶλον ψυκτήρια δένδρη φίλαισιν ὠλέναισι δέξεται . κρήνης πάροιθεν ἀνθεμόστρωτον λέχος ἀνθρωποκτόνος ἄγωνον ⌊ |
| οἳ μὲν ἄρ ' ἄψορροι προτὶ Ἴλιον ἀπονέοντο παῖδες καὶ γαμβροί , τὼ δ ' οὐ λάθον εὐρύοπα Ζῆν ἐς | ||
| ἐκέλευσεν διακˈρῖναι ποδῶν , ἅντινα σχήσοι τις ἡρώων , ὅσοι γαμβροί σφιν ἦλθον . οὕτω δ ' ἐδίδου Λίβυς ἁρμόζων |
| παρίδητε , ὅταν δέῃ χρῆσθαι , τότε ἀναγκασθήσεσθε παρασκευάζεσθαι . Ἄχρι μὲν δὴ τούτου πεπλήρωται αὐτῷ τὸ κεφάλαιον τῆς εἰσηγήσεως | ||
| ] Ἐκ τοῦ βορείου γὰρ ὠκεανοῦ ἐκδιδοῖ ὁ Ἴστρος . Ἄχρι τοῦ Εὐξείνου Πόντου φέρεται ὁ Ἴστρος . Οὐκ ἔγκειται |
| οὐ γίνῃ δεκάπρωτος α ἀπαρτίζεις ὃ ἐπιβάλλῃ β οὐ λαμβάνεις ληγᾶτον γ οὐ πεφαρμάκευσαι δ οὐ καταλλάσσῃ τῇ γυναικί ε | ||
| τὸ προκείμενον ι εὐτυχήσεις ἐπὶ τὰ ἔσχατα α οὐ λαμβάνεις ληγᾶτον β πεφαρμάκευσαι . ἑαυτῷ βοήθει γ οὐ καταλλάσσῃ τῇ |
| Ζεύς . Κυναιθεὺς δὲ ἐν Ἀρκαδίᾳ τιμᾶται ὁ αὐτός : τάρροθος δὲ Διὸς ἤγουν βοηθὸς ἡ Θέτις . καὶ Ὅμηρός | ||
| ποσὶ ψαῦσαι , μέγαν πλειῶνα μὴ πεφευγότα , δίκης ἐάσει τάρροθος Τελφουσία Λάδωνος ἀμφὶ ῥεῖθρα ναίουσα σκύλαξ . ὅθεν πεφευγὼς |
| , ἀρτίως δὲ ἀντὶ τοῦ ” πρὸ ὀλίγου “ . παμβασίλει ' Ἀπαιόλη : πέπλακεν ὄνομα δαίμονος , σωματοποιήσας αὐτήν | ||
| . εὖ γ ' ] καλῶς ἔχει τὰ ἐμά . παμβασίλει ' ] πάντων βασιλεύουσα ἰσχύουσα , βασίλισσα τοῦ παντός |
| ὑπηκόων παραλίων . μελαγχίτων ] ἡ συνετή . μελαγχίτων : πενθήρης , ἢ ἀμφιμέλαινα . ἔστι δὲ παρὰ τὸ ” | ||
| εἰς ἐμὴν χάριν . ὁ θρῆνος . ἐπεκτεταμένως θρήνει . πενθήρης . οἱ γὰρ Μυσοὶ καὶ οἱ Φρύγες εἰσὶ μάλιστα |
| μήτηρ αὐτοῖς παρῄνει μηδὲν ἄδικον ποιεῖν , ἵνα μή τινος μελαμπύγου τυχόντες δίκην δώσουσιν . Ἐφίσταται οὖν αὐτοῖς Ἡρακλῆς , | ||
| δὲ θηρίων ὕβρις τε καὶ δίκη μέλει . μή τευ μελαμπύγου τύχηις . προύθηκε παισὶ δεῖπνον αἰηνὲς φέρων . πυρὸς |
| πτερόεντα καταστάσω ἀν ' αἰθέρ ' , ἢ γᾶς ὑπὸ κεῦθος ἄφαντον ἐξαμαυρωθῶ ; ἰώ μοί μοι . κακὰ φανήσεται | ||
| καταστάσω ; ἀν ' αἰθέρ ' ; ἢ γᾶς ὑπὸ κεῦθος ἄφαντον ἐξαμαυρωθῶ ; ἰώ μοί μοι , κακὰ φανήσεται |
| ἀκρότατον ἀγαθόν . ὡσαύτως καὶ τὸ ψεῦδος οἴεται ἀληθές : δοξάζουσα γὰρ τὸν θεὸν πάντα δύνασθαι , οἴεται καὶ τὰ | ||
| ; Ψευδὴς δ ' αὖ δόξα ἔσται τἀναντία τοῖς οὖσι δοξάζουσα , ἢ πῶς ; Οὕτως : τἀναντία . Λέγεις |
| ταῖς παρεκβάσεσι , σφόδρα δόξομεν τῶν ἀντιπολεμούντων ὑπερέχοντες καταβαίνειν . φθονερὰ δ ' ἄλλος ἀνήρ : ἄλλος ἀνὴρ ὁ βάσκανος | ||
| δὲ συνανθρωπευόμενα καὶ ἀσπαστικά , ὡς κύων , τὰ δὲ φθονερὰ καὶ φιλόκαλα , ὡς ταώς . καὶ τὰ μὲν |
| δὲ καὶ νεφροῖσι δεθεὶς κάμνοντα σαώσει . Δεύτερον εὐχομένῳ τοι ἀρηγόνα λᾶαν ὀπάσσω , θεσπεσίοιο γάλακτος ἐνίπλεον , ἠΰτε μαζὸν | ||
| ? ? ? ! ! ! [ ] [ ] ἀρηγόνα χεῖρα γενε [ ] [ ] ανουσαν ? [ |
| Ἀλεύας , πατὴρ Ἀργοῦς τοῦ Παντόπτου . . . . ἀλεωρή : ἡ φυλακὴ καὶ ἡ φυγή . ἡ μὲν | ||
| τῶν κακῶν . ἢ ἀντὶ τοῦ δεσπόζουσα καὶ συμφέρουσα . ἀλεωρή : ἡ φυγὴ τοῦ κακοῦ ἤτοι τῆς ἀτεκνίας . |
| πόα δ ' ἐστὶ λευκή , λεπτόκαρπος , πικρά , ἄφυλλος , θυλάκιον ἐπὶ τῆς κεφαλῆς ἔχουσα , περιεκτικὸν σπέρματος | ||
| κλήματα καὶ τὸν καρπὸν ἡ ποντία . Ἡ δὲ συκῆ ἄφυλλος μὲν τῷ δὲ μεγέθει οὐ μεγάλη , χρῶμα δὲ |
| τότε διὰ ἀλειμμάτων , διὰ ἀρωμάτων παραμυθοῦ αὐτὴν , καὶ εἴσελθε κρατῶν εὐώδεις βοτάνας , καὶ μάλιστα εἰ χαίρει ὁ | ||
| λεγόμενον καὶ παραχαραττόμενον , ὡς τὸ παρὰ Μενάνδρῳ ἐν Μισουμένῳ εἴσελθε κἂν νῦν , ὦ μακάριε . οὐχ ἥκιστα ] |
| ὀρέξεως : λιμὸς ἡ λεγομένη κυνώδης ὄρεξις . βαρείης : λαιμάργου , ἀπλήστου . βαρείης : κακῶν , λαίμαργον καὶ | ||
| δ ' ὠὰ οὐχ ὅμοια . λάβροιο : ὁρμητικοῦ , λαιμάργου , ἰσχυροῦ . αἰετοῦ : εἶδος ἰχθύος : ἀετὸς |
| ἀπόκρισις . λόγοις . . . . . καταμαλθακισθεὶς καὶ ἀποδειλιῶν αἰσχύνης μετέσχον κακῆς . . . ὤκνει ὡς δὴ | ||
| , φιλοψυχεῖν φιλοσωματεῖν : καὶ ἀπ ' αὐτῶν αἱ μετοχαὶ ἀποδειλιῶν , εὐλαβούμενος , κατεπτηχώς , φιλοψυχῶν φιλοσωματῶν , ὀκνῶν |
| ὡς ἐπαφητά . δεσμῷ Ἔρωτος ἀγητοῦ , ὃς ἐκ νόου ἔκθορε πρῶτος ἑσσάμενος πυρὶ πῦρ συνδέσμιον , ὄφρα κεράσσῃ πηγαίους | ||
| δὲ τῶνδ ' ἑδράνων πάλιν ἔκτοπος αὖθις ἄφορμος ἐμᾶς χθονὸς ἔκθορε , μή τι πέρα χρέος ἐμᾷ πόλει προσάψῃς . |
| ἀρτύουσιν οἱ τοιοῦτοι ἄνδρες . αὐτοὶ δὲ οὗτοι διάστροφοι ἢ ὕπωχροι ὄντες μωρίαν δηλοῦσιν . ὀφθαλμοὶ ἀσκαρδάμυκτοι δεινὸν βλέποντες κακόν | ||
| ἀγρυπνίη δὲ βορόν . ἀτὰρ οὐδὲ ἰϲχνοὶ ὡϲ νοϲέοντεϲ καὶ ὕπωχροι . ἢν δέ τι τῶν ϲπλάγχνων ἐν φλεγμαϲίῃ ᾖ |
| πρὸς ἄνδρας ἀσπίσιν πεφαργμένους ; Λήδας μέν εἰμι παῖς , Κλυταιμήστρα δέ μοι ὄνομα , πόσις δέ μοὐστὶν Ἀγαμέμνων ἄναξ | ||
| ἐγένετο θυγάτηρ Ἰφιγένεια καὶ αὐτὴν ἐξέτρεφεν ἡ τῆς Ἑλένης ἀδελφὴ Κλυταιμήστρα , πρὸς δὲ τὸν Ἀγαμέμνονα εἶπεν αὐτὴ τεκεῖν : |
| οὑν νεκροῖς , γέρον ; ἐμὸς ἐμὸς ὅδε γόνος ὁ πολύπονος , ὃς ἐπὶ δόρυ γιγαντοφόνον ἦλθεν σὺν θεοῖσι Φλεγραῖον | ||
| χαλᾷς , αὔδασον , τίς ἔφυς βροτῶν ; τίς ὁ πολύπονος ἄγῃ ; τίν ' ἂν σοῦ πατρίδ ' ἐκπυθοίμαν |
| σφισι , καυστηροῖο κυνὸς νέον ἱσταμένοιο , κέντρου πευκεδανοῖο θοὴν ἐνερείδεται ἀλκήν , ὀξὺ μάλ ' ἐγχρίμπτων , χαλεπὴν δ | ||
| . θοήν : ὀξεῖαν , ταχεῖαν , τὴν δριμεῖαν . ἐνερείδεται : ἐμβάλλει . Ἐγχρίπτων : ἐμβάλλων , προσπελάζων , |
| ] ἀνεγείρεται . καχλάζει ] βοᾷ . μεταξὺ δ ' ἀλκά : μεταξὺ δὲ ἡμῶν δι ' ὀλίγου ἐστὶν ἡ | ||
| . τελέθοντος ] ὑπάρχοντος ἐκείνου . οὔτις ] ἐστί . ἀλκά ] βοήθεια , ἤγουν οὐδεὶς τοῖς τοιούτοις βοηθεῖ . |
| ἀκάνθας : ἐπὶ τῶν περί τι εὐδοκιμούντων . Πῦρ ἐπὶ δαλῷ ἐλθόν : ἐπὶ τῶν ταχέως γινομένων . Πυῤῥίχην ἐνόπλιον | ||
| καὶ ἀποθανεῖν Μελέαγρον ὑπὸ Ἀπόλλωνος . τὸν δὲ ἐπὶ τῷ δαλῷ λόγον , ὡς δοθείη μὲν ὑπὸ Μοιρῶν τῇ Ἀλθαίᾳ |
| . συκῆς ἐρριμμένου : τῆς ἀγρίας συκῆς . σπουδή : κακοπάθεια , ὡς καὶ Ὅμηρος : σπουδῇ τ ' ἐξήλασσαν | ||
| δυσαέος . ” δύσπαρι δυσώνυμε , κακῶς παρωνομασμένε . δύη κακοπάθεια : “ ἦ γάρ με δύη ἔχει πολλή . |
| μακάρεσσι θεοῖσιν : ὣς δὲ Κλυταιμήστρη προλιποῦς ' Ἀγαμέμνονα δῖον Αἰγίσθωι παρέλεκτο καὶ εἵλετο χείρον ' ἀκοίτην : ὣς δ | ||
| , χάριτα τιθεμένη πόσει : τεκοῦσα δ ' ἄλλους παῖδας Αἰγίσθωι πάρα πάρεργ ' Ὀρέστην κἀμὲ ποιεῖται δόμων . τί |
| : ὁ ἀσθενής , τοῦ δ καὶ καταβιβασμῷ τοῦ τόνου ἀκιδνός , ὁ μὴ κινούμενος . οὕτω Μεθόδιος . . | ||
| ἀκιδνὸς ὁ ἀσθενὴς , περὶ τὸ αἰκίζω . αἰκιδνὸς καὶ ἀκιδνός : ἀκτάζω , ἀντὶ τοῦ ἐξανιστάμενος : ἀπὸ τοῦ |
| τε μήδεα , φαίδιμ ' Ὀδυσσεῦ , σή τ ' ἀγανοφροσύνη μελιηδέα θυμὸν ἀπηύρα . φυλάσσει γὰρ ἄκρως ὁ ποιητὴς | ||
| τε μήδεα , φαίδιμ ' Ὀδυσσεῦ , σή τ ' ἀγανοφροσύνη μελιηδέα θυμὸν ἀπηύρα . * ) ὅτι οὐχ ὡς |
| εὐφιλήταν ] εὖ φιλουμένην . εὐφιλήταν ] ἀγαπητήν . θ εὐφιλήταν ] καλῶς φιλουμένην , ἀγαπητήν . εὐφιλήταν ] φίλην | ||
| ἥν ποτε ἔθου εὖ πεφιλημένην . εὐφιλήταν ] πεφιλημένην . εὐφιλήταν ] προσφιλῆ . εὐφιλήταν ] εὖ φιλουμένην . εὐφιλήταν |
| , ἠδὲ καὶ ἶσα [ ] ερον ἄλλο . [ προσελέξατο ] ? [ : ] εἶπε δὲ τοῖα : | ||
| , ἐπεὶ μέγα φαίνετο ἔργον . ὀψὲ δ ' ἀμειβόμενος προσελέξατο κερδαλέοισι : “ Αἰήτη , μάλα τοί με δίκῃ |
| μὲν γᾶ τρέφει δεινὰ δειμάτων ἄχη , πόντιαί τ ' ἀγκάλαι κνωδάλων ἀνταίων βρύουσι , [ πλάθουσι ] βλαστοῦσι καὶ | ||
| τοι καὶ παθεῖν ὀφείλεται ἀρτίδροπος ὀπώρα νεάζουσα μάντις μυχθίζειν κυμάτων ἀγκάλαι ὃς εἶχε πώλους τέσσαρας ζυγηφόρους φιμοῖσιν αὐλωτοῖσιν ἐστομωμένας ζόης |
| συναντόμενοι ζωὴν διέκερσαν . νυκτὶ δὲ γεινομένους καὶ παμφεγγὴς Ὑπερίων δηθάκις ἀκτίνεσσιν ἑαῖς πνοιῆς ἀπάμερσεν . πᾶσαν δ ' αὖτ | ||
| κείνων βίον ἠέξησεν : καὶ δὲ γυναικείοισιν ἐπ ' ἔργοις δηθάκις ἄνδρας ἵδρυς ' , ᾧ καὶ χρήματ ' ἰδὲ |
| . Κἂν ἀπορῇς ἀνδρῶν , ἐπὶ τοὺς θεοὺς ἴθι . Ἔρου μὴ περὶ γῆς δῃουμένης , μήτε περὶ θαλάττης λῃστευομένης | ||
| , ἢ χρῆσιν πράξεως , οὐκ αὐθαίρετον τῷ ἔχοντι ; Ἔρου δὴ τὸν γεγαμηκότα : Τίνος εἵνεκεν γαμεῖς ; Παίδων |
| Κῶ εἶχε ὁ Πέρσης . Ὁ δὲ ἀμείβεται τοῖσδε : Γύναι , θάρσεε : καὶ ὡς ἱκέτις καὶ εἰ δὴ | ||
| πρός με βαί ' , ἀεὶ δ ' ὑμνούμενα : Γύναι , γυναιξὶ κόσμον ἡ σιγὴ φέρει . Κἀγὼ μαθοῦς |
| παρέδωκαν ἑαυτοὺς τοῖς πολεμίοις ἀμφὶ τοὺς τετρακισμυρίους ὄντες : καὶ καταλείψαντες τά τε ὅπλα καὶ τὰ χρήματα τὸν ζυγὸν ἅπαντες | ||
| οὐ καρτερεῖ ; ἆρ ' οὖν ἐπάνιμεν ἐκείνῳ τὸ γύναιον καταλείψαντες ; οὐκοῦν δόξομεν Μενελάου φαυλότεροι τοσοῦτον ὑπὲρ Ἑλένης κεκινημένου |
| Παρνασοῦ πέτρας ἔχουσαι σκόπελον οὐράνιόν θ ' ἕδραν , ἵνα Βάκχιος ἀμφιπύρους ἀνέχων πεύκας λαιψηρὰ πηδᾶι νυκτιπόλοις ἅμα σὺν Βάκχαις | ||
| παινῆις μόνον . βαβαί : χορεῦσαι παρακαλεῖ μ ' ὁ Βάκχιος . ἆ ἆ ἆ . μῶν τὸν λάρυγγα διεκάναξέ |
| . φάλον ὅ ἐστι λευκόν : φολκὸς , παρὰ τὸ φάους παρέλκεσθαι : ὅ ἐστιν ἐν τῆ συνηθεία στραβός . | ||
| ἀλλά ς ' αἰδεσθεῖεν οἱ θεοί . καταλλαγὴν δορός κενὸν φάους κεχήλευμαι πόδας Κιμμερὶς θεά κλῃδοῦχος γυνή κλύετ ' οἰμωγῆς |
| οἱ ἀσπὶς ἐπιθρέξαντος ἄϋσεν ἔγχεος : οὐδ ' ἅλιόν ῥα βαρείης χειρὸς ἀφῆκεν , ἀλλ ' ἔβαλ ' Ἱππασίδην Ὑψήνορα | ||
| τὴν διάνοιαν καὶ οὕτω τὸν λογισμόν . μέμνηται οὖν ὀδύνης βαρείης . Τὸ τοῦ βαρέος ὄνομα ὁμώνυμόν ἐστι . λέγεται |
| αὕτη δέ ἐστιν [ ἡ ] διὰ τοῦ θερμανθῆναι καὶ ὑγρανθῆναι τὸ σῶμα . ξηραίνουσι γὰρ οἱ κόποι . Λοιπόν | ||
| ὑπὲρ ἁπάντων ἑξῆς . τὸ μὲν οὖν ὑπὸ ξηρότητος σκληρυνθὲν ὑγρανθῆναι δεῖται , τὸ δ ' ὑπὸ πήξεως θερμανθῆναι , |
| ὥσπερ οἱ πολλοὶ τῶν λεγομένων ἐνθέων ἀνδρῶν καὶ γυναικῶν , ἀσθμαίνουσα καὶ περιδινοῦσα τὴν κεφαλὴν καὶ πειρωμένη δεινὸν ἐμβλέπειν , | ||
| φοίνικος νέον ἔρνον ἀνερχόμενον . ἀλυσθμαίνουσα : ἤτοι πνευστιῶσα , ἀσθμαίνουσα . νύμφα Διός : πρὸς τὴν Ἥραν ὁ λόγος |
| , ἐν ὄρεσιν ἐρχομένη ἀεί . ἐρασθεῖσα δὲ ὑπό τινος βοσκοῦ καὶ φθαρεῖσα τὴν παρθενίαν ἐμυσάχθη ὑπὸ τῆς θεοῦ . | ||
| βόες οἱ λιπαροί . ἢ μεγάλοι , ἀπὸ Λαρινοῦ τινος βοσκοῦ εὐμεγέθους . νέμονται δὲ τὴν ἤπειρον , οὖσαι τῶν |
| τιμὴν ἑλικώπιδι Νηρηίνῃ . Ζεὺς δὲ μέγ ' Ἀργείοισι καὶ ἄτρομον ἔμβαλε θάρσος , ὄφρα μὴ ἐσθλὸν ὅμιλον ὑποδδείσωσι θεάων | ||
| ἐπιχθονίων ἡρώων , οὐδ ' εἴ περ στέρνοισι μάλ ' ἄτρομον ἦτορ ἔχῃσιν , ἄτρομον ἦτορ ἔχῃσι λίην καὶ χάλκεος |