' ἄνδρεσσι κοτεσσάμενος χαλεπήνῃ , οἳ βίῃ εἰν ἀγορῇ σκολιὰς κρίνωσι θέμιστας . ὥσπερ γὰρ τοὺς θεοὺς προνοουμένους τῶν ἀνθρώπων
μοχθηρὰ κρίσις . . ΣΚΟΛΙΗιΣΙ ΔΙΚΗιΣΙΝ . Τῆς ἀδίκου δίκης κρίνωσι τὰς θέμιστας , καὶ συγκαταθέσεις νῦν . Ταῦτα δὲ
8056601 θεμιστας
χρυσοῖο δικασπόλον , ᾧ ὕπο πολλοί ἰθείας ἀνὰ ἄστυ διεκρίνοντο θέμιστας : τῷ δὲ καὶ ἑξείης πολεμήια τεύχεα δύντες Φαιήκων
ἁλιπλάγκτοιο πορείης Φαίηκες : τοῖσιν δ ' ἄρ ' ἐφημοσύναισι θέμιστας Ἀλκίνοος κραίνεσκε δικαιότατος βασιλήων . Πείσματα δ ' ἁψάμενοι
7337227 ἐπιχθονιοι
. . ΤΟΙ ΜΕΝ ὙΠΟΧΘΟΝΙΟΙ . Οἱ μὲν πρὸ τούτων ἐπιχθόνιοι ἦσαν κατὰ τὴν λῆξιν καὶ ἀγαθῶν χορηγοὶ καὶ φύλακες
, πρὸς τὸ σημαινόμενον δὲ κἀνταῦθα ἀποδίδωσι , δαίμονές εἰσιν ἐπιχθόνιοι , ἀγαθοὶ , διὰ τὴν βουλὴν τοῦ μεγάλου Διὸς
7100245 ὀλεκουσιν
ἐν πεδίῳ νέφεα πτώσσουσαι ἵενται , οἱ δέ τε τὰς ὀλέκουσιν ἐπάλμενοι , οὐδέ τις ἀλκὴ γίνεται οὐδὲ φυγή :
ἐναντίας ἐρχόμενον . χερειοτέρους : ἀσθενεστέρους . ἐλόωσι : γράφεται ὀλέκουσιν . ὀλέκουσι : φθείρουσιν . Κνέφας : νύκτα :
6895378 Ἀφροδιτας
ϝῶ παιδός † τοὺς τέκε θυγάτηρ † Γλαύκω μάκαιρα . Ἀφροδίτας † ὄνομα † τέμνων καὶ Χαρίτων ἀνάμεστος . ἀλλ
Ἡλίου καὶ Ῥόδης ἐγένοντο παῖδες ἑπτὰ καὶ θυγάτηρ Ἠλεκτρυώνη . Ἀφροδίτας : Ποσειδῶνος καὶ Ἀφροδίτης Ἡρόδωρος γενεαλογεῖ παρ ' Ἡροφίλῳ
6871771 τιειν
μειλίξαντ ' ἀποπέμψαι ἐπὴν ἐθέλωντι νέεσθαι , Μοισάων δὲ μάλιστα τίειν ἱεροὺς ὑποφήτας , ὄφρα καὶ εἰν Ἀίδαο κεκρυμμένος ἐσθλὸς
, Κλυταιμήστρα , κράτος : δίκη γάρ ἐστι φωτὸς ἀρχηγοῦ τίειν γυναῖκ ' ἐρημωθέντος ἄρσενος θρόνου . σὺ δ '
6840846 εἰναλιας
εἴπηι : Κατὰ μὲν ἱστία πετάσατ ' , αὔρας λιπόντες εἰναλίας , λάβετε δ ' εἰλατίνας πλάτας , ὦ ναῦται
Ζηνὸς ὑπερθύμοιο λαχὼν ἀριδείκετον αἷμα καὶ σθεναροῦ Νηρῆος , ὃς εἰναλίας τέκε κούρας Νηρεΐδας , τὰς δή ῥα θεοὶ τίους
6814033 θηρης
ἔξοχος ἵσταται ἄγρη . Ἄλλους δ ' ἀγρευτῆρσιν ὑπήγαγε ληΐδα θήρης ὑγρὸς ἔρως : ὀλοῶν δὲ γάμων , ὀλοῆς τ
ἀσπαλιεὺς δεδοκημένος ἰχθύσιν αὐτοῖς , πείρας ἀγκίστρῳ , μενοεικέα ληΐδα θήρης , ῥηϊδίως ἐρύσει περὶ γαστέρα μαιμώοντας . Φώκῃ δ
6807629 μακαρες
ἄλλοτε πὰρ Σιμόεντι θέων ἐπὶ Καλλικολώνῃ . Ὣς τοὺς ἀμφοτέρους μάκαρες θεοὶ ὀτρύνοντες σύμβαλον , ἐν δ ' αὐτοῖς ἔριδα
ἐκφυγέειν , ἅτε πῶλον ἀποπτυστῆρα χαλινῶν : ἀλλ ' αἰεὶ μάκαρες πανυπέρτατοι ἡνία πάντη κλίνους ' , ᾗ κ '
6804939 ἐυπλοκαμου
, οὕνεκα πασέων ληιάδων προφέρεσκον ἐυφροσύνῃ τε καὶ ἔργοις νόσφιν ἐυπλοκάμου Βρισηίδος , ἅς ποτ ' Ἀχιλλεὺς ληίσατ ' ἐκ
κακίω . ξείνια δυσμενέσιν λυγρὰ χαριζόμενοι , πολλὰ δ ' ἐυπλοκάμου πολιῆς ἁλὸς ἐν πελάγεσσι θεσσάμενοι γλυκερὸν νόστον ˘˘˘ –
6740350 τελεθουσιν
τῷ μοι πρόφρων ἐπίνευσον ἕσπεσθαι . θυσίαι δ ' ἱεροπρεπέες τελέθουσιν , ἃς ἀγαθοὶ ῥέζουσι βροτοί : γάνυται δὲ φίλον
ὅτινι θνατῶν κεχαρισμένος ἔλθω σὺν Μοίσαις : χαλεπαὶ γὰρ ὁδοὶ τελέθουσιν ἀοιδοῖς κουράων ἀπάνευθε Διὸς μέγα βουλεύοντος . οὔπω μῆνας
6719769 δαιτας
ῥῖν ' ἔχεις . Αὐτόματοι δ ' ἀγαθοὶ δειλῶν ἐπὶ δαῖτας ἴασιν . Τί γάρ ἐστ ' ἐκεῖνος ; ἀποπάτημ
ἔχειν τὴν παροιμίαν : Αὐτόματοι δ ' ἀγαθοὶ δειλῶν ἐπὶ δαῖτας ἴασιν . Καὶ ὁ Πλάτων ἐν τῷ Συμποσίῳ οὕτως
6694758 γαμοιο
κατὰ τὸ Ὁμηρικὸν ἀλλὰ σύ γ ' ἱμερόεντα μετέρχεο ἔργα γάμοιο , καὶ τὸ πολυτελὲς τῆς ὕλης τὸ τερπνὸν τοῦ
πολεμήια ἔργα , ἀλλὰ σύ γ ' ἱμερόεντα μετέρχεο ἔργα γάμοιο Σωκρατικῶν διαλόγων , ταῦτα δὲ πολιτικοῖς καὶ ῥήτορσιν ἀνδράσι
6691627 ἐρατεινον
, εὐανθὴς Μετώπα , πλάξιππον ἃ Θήβαν ἔτικτεν , τᾶς ἐρατεινὸν ὕδωρ πίομαι , ἀνδράσιν αἰχματαῖσι πλέκων ποικίλον ὕμνον .
οὐκ ἀνέεργε κελεύθου ἱμείροντα μόθοιο δυσηχέος . Ὃς δ ' ἐρατεινὸν μειδιόων ἐπὶ νῆα θοῶς ὥρμαινε νέεσθαι : ἀλλά μιν
6691049 ἀκοιτις
, ὡς τὸ ἄξυλος ὕλη : ὁμοῦ , ὡς τὸ ἄκοιτις , ἡ ὁμόκοιτος : κακὸν , ὡς τὸ ἄφωνος
μὴ κείρεσθαι τὴν κόμην : ἀπενθὴς γὰρ ὁ θεός . ἄκοιτις ὁμόκοιτις , γυνὴ κατὰ νόμους . ἄκριτον ἀδιαχώριστον :
6683679 ἀλωη
χώρα καὶ τοποθεσία , εἰς ἣν διάγουσιν αἱ ἐγγραύλεις : ἀλωὴ σημαίνει τὸν κῆπον , καὶ τὸν ὑπάμπελον τόπον ,
σῖτος καὶ ἡ τροφή . ἀλωά : φυτεύσιμος γῆ . ἀλωὴ σημαίνει τέσσαρα . κυρίως μὲν γὰρ ὁ ἀμπελόφυτος τόπος
6682317 μοχθιζοντες
δ ' ἐπὶ πύργοις λιμῷ τ ' ἀργαλέῳ καὶ ὀϊζύϊ μοχθίζοντες ὕδατί τ ' ἐχθοδοπῷ στυγερὸν καὶ ἀεικέα πότμον ὄλλυνται
μὲν ἐπείη , Φαίνων δ ' ἕσπηται , τῆμος μάλα μοχθίζοντες ἀνέρες ἐξεγένοντο , πικρὴν ὀτλεῦντες ὀϊζύν . ὁπποίην δὲ
6652504 κασιγνητας
φαμένη θοὰ γούνατα παῦεν ὁδοῖο , τόφρα Θέτις , Νηρῆα κασιγνήτας τε λιποῦσα , ἐξ ἁλὸς Οὔλυμπόνδε θεὰν μετεκίαθεν Ἥρην
[ ] ααι [ ! ! ] ! καὶ νῦν κασιγνήτας ἀκοίτας νασιῶτιν ἐκίνησεν λιγύφθογγον μέλισσαν , ἐγχειρὲς [ ]
6647981 τελεουσι
, ῥητῆρας μύθων ἀγαθοὺς σοφίῃ τε μάλ ' αἰεὶ εὐπρεπέας τελέουσι καὶ ἡγητῆρας ἀρίστους παιδείης : τῶν δ ' αὖτε
ἕτερος πόρος , ἧχι γυναῖκες ἀνδρῶν ἀντιπέρηθεν ἀγαυῶν Ἀμνιτάων ὀρνύμεναι τελέουσι κατὰ νόμον ἱερὰ Βάκχῳ , στεψάμεναι κισσοῖο μελαμφύλλοιο κορύμβοις
6643960 ὠκ
παύσασθαί τινος ὑποθέσεως ὡς οἱ κωπηλακεύοντες : τὸ βαβαιάξ , ὤκ , βάτανα , τοῦ φρονήματος : τὸ στριβιλικίγξ ἀντὶ
παύσασθαί τινος ὑποθέσεως ὡς οἱ κωπηλακεύοντες : τὸ βαβαιάξ , ὤκ , βάτανα , τοῦ φρονήματος : τὸ στριβιλικίγξ ἀντὶ
6636161 Φαιηκες
ἄεθλος ἀάατος ἐκτετέλεσται ” καὶ “ ἀέθλους πολλούς , τοὺς Φαίηκες ἐπειρήσαντ ' Ὀδυσῆος . ” οὐδετέρως δὲ ἆθλα τὰ
μετ ' ἴχνια βαῖνε θεοῖο . τὸν δ ' ἄρα Φαίηκες ναυσικλυτοὶ οὐκ ἐνόησαν ἐρχόμενον κατὰ ἄστυ διὰ σφέας :
6636106 τειρομενοι
δεσμοῖο παρέξει . αὐτὰρ ἐν Ὑδροχόῳ καὶ Ἰχθύσι δὴν μενέουσι τειρόμενοι , χαλεπῇ δὲ κακηπελίῃ μογέοντες . ταῦτα Σεληναίης μούνης
ἐρύσωσι πρόσω μεμαῶτες ἀπήνην ἄχθεϊ τετριγυῖαν ὑπ ' ἄξονι δινήεντι τειρόμενοι , πουλὺς δὲ κατ ' αὐχένος ἠδὲ καὶ ὤμων
6633119 κρατεροι
' οὐ μὰν δείσουσι λιλαιόμενοι μέγα χάρμης . Εἰσὶν γὰρ κρατεροί τε καὶ ὄβριμοι ἀνέρες ἄλλοι , Τυδείδης Αἴας τε
καλὸν σῶμα περισταδόν , ἠΰτε θηρός , τοῦδε δάσαντο κύνες κρατεροί : † πέλας αρκενα πρώτη . . . μετὰ
6631002 Αἰακιδαι
Ἀχιλλέα , ὁ δὲ Τελαμὼν τὸν Αἴαντα . οἵτινες ἐκαλοῦντο Αἰακίδαι , τὴν ἀπὸ τοῦ πάππου τιμὴν ἐκ τούτου προσφερόμενοι
Αἰακίδαι : ὑμᾶς τε , ὦ τίμιοι κατὰ τὰ ἅρματα Αἰακίδαι , νόμιμον καὶ σύνηθες εἶναί μοι λέγω σαφέστατον καὶ
6608530 γλαυκης
, χηλαὶ δέ τοί εἰσιν ἐρετμά . ἦ τάχα καὶ γλαυκῆς ὑπὲρ ἠέρος ὑψός ' ἀερθείς εἴκελος αἰψηροῖσι πετήσεαι οἰωνοῖσιν
λόγος πρὸς τὴν ἠλακάτην . καὶ ἔστι τὸ ἑξῆς : γλαυκῆς Ἀθήνης δῶρον ἠλακάτη φιλέριθε , τουτέστι φίλεργε , ταῖς
6606217 χοἰ
γυναῖκας εἶναι τάσδε μηδ ' ἀνειμένας . Φεύγουσι γάρ τοι χοἰ θρασεῖς , ὅταν πέλας ἤδη τὸν ᾅδην εἰσορῶσι τοῦ
Ἀντιόπη [ ] αι πέτραν δρασμοῖς ἐπ [ τίνες δὲ χοἰ συνδρῶντες ἐκ ποίας χθονός [ ; σημήνατ ' ,
6596849 εὐνας
νέον , ἐν δὲ φίλων παρεόντων θῆκέ νιν ζαλωτὸν ὁμόφˈρονος εὐνᾶς : καὶ ἐγὼ νέκταρ χυτόν , Μοισᾶν δόσιν ,
ἐσακούσας ] νεβροῦ φθεγξαμένας τις ἐν οὔρεσιν ὠμοφάγος λίς ἐξ εὐνᾶς ἔσπευσεν ἑτοιμοτάταν ἐπὶ δαῖτα : Ἡρακλέης τοιοῦτος ἐν ἀτρίπτοισιν
6594188 εὐαντητος
ἐπιτέρπεται , ἔξοχα δ ' αὐτῷ ἀνθρώπων κρέα τερπνὰ καὶ εὐάντητος ἐδωδή . εὖτέ τιν ' ἀθρήσῃ νεάτην ὑπὸ βύσσαν
: ἐλθέ , θεὰ σώτειρα , φίλη , μύστηισιν ἅπασιν εὐάντητος , ἄγουσα καλοὺς καρποὺς ἀπὸ γαίης εἰρήνην τ '
6588703 στονοεσσαν
γαλέην , οἵ μοι μέγα πένθος ἄγουσιν , καὶ παγίδα στονόεσσαν , ὅπου δολόεις πέλε πότμος : πλεῖστον δὴ γαλέην
πτόλιν ἔθνεα Τρώων ἀμφὶ πύλας καὶ τεῖχος ἀμοιβαδὸν ὑπνώεσκον Ἀργείων στονόεσσαν ὑποτρομέοντες ὁμοκλήν . Ἦμος δ ' ἤνυτο νυκτὸς ἀπὸ
6571239 πληθουσι
τε [ ἄνδρες ] . Νυμφίε , σεῖο γάμοι χαρίτων πλήθουσι χορείης , σωφροσύνης μετὰ κάλλους ? ἀεὶ μεθέπουσιν ἀρωγήν
φησὶ χώραν Ἑλλάδα . λέγει δὲ τὰς Ἀθήνας . . πλήθουσι νεκρῶν : αἱ ἀκταὶ καὶ οἱ αἰγιαλοὶ τῆς Σαλαμῖνος
6564935 κρεισσονες
ἐς αἰθέρα . πολλαῖσι μορφαῖς οἱ θεοὶ σοφισμάτων σφάλλουσιν ἡμᾶς κρείσσονες πεφυκότες . μάντις δ ' ἄριστος ὅστις εἰκάζει καλῶς
ὁ χρυσοφαὴς Ἅλιος αὐγάζει . πόνοι γὰρ καὶ πόνων ἀνάγκαι κρείσσονες κυκλοῦνται : κοινὸν δ ' ἐξ ἰδίας ἀνοίας κακὸν
6562394 μεγαρον
' αἰεὶ προτέρην ἐς ἀταρπιτὸν ὄσσε φέροντας ἔρχεσθ ' ἐς μέγαρον μηδὲ προτιμυθήσασθαι , εἴ κέν τις ξύμβληται ὁδίτης ἔστ
γὰρ λέγεται τὸ μαγειρεῖον ἀπὸ τοῦ μελαίνειν τὸν αἰθέρα , μέγαρον δὲ τὸ ὑπερῷον ἢ καὶ ἄλλο τι τῶν εὐγενῶν
6562045 Μοισαν
ὅστις ἐρευνῇ ἶσον ὄρευς κορυφᾷ τελέσαι δόμον Ὠρομέδοντος , καὶ Μοισᾶν ὄρνιχες ὅσοι ποτὶ Χῖον ἀοιδόν ἀντία κοκκύζοντες ἐτώσια μοχθίζοντι
. πάντα τοι , ὦ βούτα , συγκάτθανε δῶρα τὰ Μοισᾶν , παρθενικᾶν ἐρόεντα φιλήματα , χείλεα παίδων , καὶ
6560560 κηρας
ἀγαθὰ προσάγειν . τὰς οὖν εἰρωνείας καὶ γοητείας καθάπερ ἐπιφυομένας κῆρας τῷ φιλίας φυτῷ περικοπτέον . ἱερουργίαι γε μὴν καὶ
εὔφρονι βουλῆι εἰρήνην κατάγουσα σὺν εὐόλβοις κτεάτεσσι , λύματα καὶ κῆρας πέμπους ' ἐπὶ τέρματα γαίης . Ζεῦ πολυτίμητε ,
6559009 παλαμας
, ἐπιβρομέουσα θυέλλαις , δοῦπον ἐρευγομένη καναχηδέος ἀνθερεῶνος . καὶ παλάμας ἔστρεψεν ὀπίστερος Ἀγγελιώτης ὁλκῶν ἠνεμόφωνον ἐπισπεύδουσαν ἐρύκων , ὀρνυμένην
ἀπὸ τοῦ λόφου τούτου πίδακας ἐκδιδόναι ἑκατὸν καὶ ταύτας καλεῖσθαι παλάμας Βριάρεω . Α . . , : οὐδὲ ὁ
6555130 ἀγαλλομενοι
' ἱστοὶ καὶ ἐρετμὰ νεῶν καὶ νῆες ἐῖσαι , ᾗσιν ἀγαλλόμενοι πολιὴν περόωσι θάλασσαν . τῶν ἀλεείνω φῆμιν ἀδευκέα ,
[ ! ! ! ! ! ! ] νίκηι γὰρ ἀγαλλόμενοι ποθέεσκον καίπερ [ ] κεκμηῶτες [ ] ἀνὰ κνέφας
6554966 ἁδε
Τί φωνεῖς ; Σαφηνῆ . Ἔτεκεν ἔτεκεν μεγάλαν ἁ νέορτος ἅδε νύμφα δόμοισι τοῖσδ ' Ἐρινύν . Ἄγαν γε :
τί δὲ κέρδος ὁ μυρίος ἔνδοθι χρυσός κείμενος ; οὐχ ἅδε πλούτου φρονέουσιν ὄνασις , ἀλλὰ τὸ μὲν ψυχᾷ ,
6553275 ἀοιδοι
ἔργ ' ἀνδρῶν τε θεῶν τε , τά τε κλείουσιν ἀοιδοί : τῶν ἕν γέ σφιν ἄειδε παρήμενος , οἱ
: πολλὰ ψεύδονται ἀοιδοί . παροιμία , ὅτι πολλὰ ψεύδονται ἀοιδοί , ἐπὶ τῶν κέρδους ἕνεκα καὶ ψυχαγωγίας ψευδῆ λεγόντων
6549426 ἐπισφυριοις
ἐπιτιθέμενα μετὰ τὰς κνημῖδας τοῖς σφυροῖς ἐπισφύρια καλεῖται : “ ἐπισφυρίοις ἀραρυίας . ” ἐπισχερώ ἐφεξῆς . ἐπισχεσίην πρόφασιν :
οὗ καὶ ἄργυρος καὶ ἀργύφεον . ἀραρυίας ἡρμοσμένας : “ ἐπισφυρίοις ἀραρυίας . ” ἀργυρόπεζα ἀπὸ μέρους ὅλη λευκή .
6545144 ἐκπαγλως
ὢ πόποι , ἦ μάλα δὴ γόνον Ἀτρέος εὐρύοπα Ζεὺς ἐκπάγλως ἤχθηρε γυναικείας διὰ βουλάς ἐξ ἀρχῆς : Ἑλένης μὲν
' ἡμετέρην πανετώσιον οὕνεκα πατρός γηραιοῦ κάσιός τε , τὸν ἐκπάγλως : ὀλέσαντες , οὐδὲ γὰρ ὔμμε πάτρῃσιν οἴομαι ἆσσον
6545021 ἁρμ
τοσσάκι δ ' ἱμερόεντα διδαξάμενος χορὸν ἀνδρῶν εὐδόξου Νίκας ἀγλαὸν ἅρμ ' ἐπέβης . Φημὶ Γέλων ' , Ἱέρωνα ,
ὄφρα μάχωμαι . Ὣς ἔφατ ' , Ἀλκιμέδων δὲ βοηθόον ἅρμ ' ἐπορούσας καρπαλίμως μάστιγα καὶ ἡνία λάζετο χερσίν ,
6531486 πομποι
καὶ ἰχθύν : ἢ αὐτὸν τὸν ἰχθὺν περιφραστικῶς . Ὡς πόμποι δόμον ἰθύνουσιν , ἰθύνουσί φησι τὸν καὶ νῆα ὄντα
καὶ ἰχθύν : ἢ αὐτὸν τὸν ἰχθὺν περιφραστικῶς . Ὡς πόμποι δόμον ἰθύνουσιν , ἰθύνουσί φησι τὸν καὶ νῆα ὄντα
6529955 ἀλεγυνετε
: “ ἔνθα μὲν ἠΐθεος καὶ παρθένοι ἀλφεσίβοιαι . ” ἀλεγύνετε ἀλέγειν ποιεῖτε : “ ἀλεγύνετε δαῖτας . ” ἀλκί
καὶ παρθένοι ἀλφεσίβοιαι . ” ἀλεγύνετε ἀλέγειν ποιεῖτε : “ ἀλεγύνετε δαῖτας . ” ἀλκί ἀλκῇ : “ ἀλκὶ πεποιθώς
6528708 μηρα
' Ἀθηναίους ἔτι παύσει ; Ποῖον γὰρ κατὰ χρησμὸν ἐκαύσατε μῆρα θεοῖσιν ; Ὅνπερ κάλλιστον δήπου πεπόηκεν Ὅμηρος : Ὣς
καθύπερθε δυσηχέος ἐσσυμένοιο : καπνὸς δ ' αἱματόεις ἀνεκήκιε : μῆρα δὲ πάντα πῖπτε χαμαὶ τρομέοντα : κατηρείποντο δὲ βωμοί
6519098 μελαθρον
ἑὸν δόμον ἀμφαγαπάζει ἠθαλέας τ ' εὐνὰς φίλιόν τε νάπεσσι μέλαθρον : εἰ δέ τέ μιν στρεπτῇσι πεδήσαντες βροχίδεσσιν ἀγρευτῆρες
ἀδύτων ὕπο , Κασταλίας ῥεέθρων γείτων , μέσον γᾶς ἔχων μέλαθρον . Θέμιν δ ' ἐπεὶ Γαΐων παῖδ ' ἀπενάσσατο
6517947 ἀριστηες
τοι ἔτι δὴν παρθένος ἔσσεαι : ἤδη γάρ σε μνῶνται ἀριστῆες κατὰ δῆμον πάντων Φαιήκων , ὅθι τοι γένος ἐστὶ
ἔχοντες φάσγανα κωπήεντα καὶ αἰγανέας δολιχαύλους . δὴ τότ ' ἀριστῆες κοῦροι χείρεσσι θαλάσσης ἄσμενοι ἐσσυμένως τε ἀπείρυσαν ὠκύαλον ναῦν
6506876 νεανιδες
ἰανθείς . ἤρξατο δ ' οὕτως τοῦ μέλους : πολύξεναι νεάνιδες , ἀμφίπολοι Πειθοῦς ἐν ἀφνειῷ Κορίνθῳ , αἵ τε
ἀλλὰ καὶ Ἀλκμάν πού φησι : ἄυσαν δ ' ἄπρακτα νεάνιδες ὥστ ' ὄρνις ἱέρακος ὑπερπταμένω . καὶ Εὔπολις ἐν
6505256 ἀναρσιοι
ἐπὶ τραφερὴν χθόν ' ἀκυμάντοισι πόδεσσι . Τὸν καὶ ληϊστῆρες ἀνάρσιοι οἶον ἐόντα φεύξονται , καὶ δμῶες ὀϊόμενοι πατέρ '
ἐπὶ τραφερὴν χθόν ' ἀκυμάντοισι πόδεσσι . τὸν καὶ ληϊστῆρες ἀνάρσιοι οἶον ἐόντα φεύξονται : καὶ δμῶες ὀϊόμενοι πατέρ '
6503696 κοιτας
. Ἀλλὰ ξενῶνας οἶγε καὶ ῥᾶνον δόμους , στρώννυ τε κοίτας καὶ πυρὸς φλέξον μένος , κρατῆρά τ ' αἴρου
χρυσανταυγῆ : λευκοῖς δ ' ἐμφὺς καρποῖσιν χειρῶν εἰς ἄντρου κοίτας κραυγὰν Ὦ μᾶτέρ μ ' αὐδῶσαν θεὸς ὁμευνέτας ἆγες
6498919 Τηλεβοαι
ἀπὸ Τηλεβόου , ἣ πρότερον Ταφίων ἐκαλεῖτο . οἱ οἰκήτορες Τηλεβόαι . ἔστι καὶ Τηλεβόας ποταμὸς πρὸς ταῖς πηγαῖς τοῦ
Φερεκύδῃ εἷς τῶν Κυκλώπων . . . Λ , : Τηλεβόαι στρατεύσαντες , κτείνουσι τὸν Ἠλεκτρύονος παῖδα περὶ θρεμμάτων ἀγωνιζόμενον
6498868 δυσμενεσιν
θῆκας Ἀχαιῶν : ῥηίτεροι δ ' ἄρα σεῖο καταφθιμένου πελόμεσθα δυσμενέσιν . Σὺ δὲ χάρμα πεσὼν μέγα Τρωσὶν ἔθηκας ,
ἀνδρὶ μάχεσθαι γῆς πέρι καὶ παίδων κουριδίης τ ' ἀλόχου δυσμενέσιν : θάνατος δὲ τότ ' ἔσσεται , ὁππότε κεν
6498595 πεφατισται
. τὸ δέ που ἐπὶ μέσσον ὄνειδος ὅπλον βρωμήταο διεκτέλλον πεφάτισται . ἶρις δ ' ἐν ῥίζῃσιν ἀγαλλίας ἥ θ
: τὸ δέ που ἐπὶ μέσσον ὄνειδος ὅπλον βρωμήταο διεκτέλλον πεφάτισται . ἶρις δ ' ἐν ῥίζῃσιν ἀγαλλιὰς ἥ θ
6498571 γεραεσσιν
καὶ στέφεσιν κύδηναν , ἀγακληεῖς τ ' ἐνὶ λαοῖς ἐξαίτοις γεράεσσιν ἀέθλων εἵνεκ ' ἔθηκαν . εἰ δ ' ἔτι
ναέτας στενάχουσα πεσόντας , μηναμένους ὑπὲρ αἶσαν ἐπ ' Ἀλφειοῦ γεράεσσιν . Σαυνῖται δ ' ἐπὶ τοῖσι μέσην χθόνα ναιετάουσι
6495751 δευοντο
. ἢ περισσὸς ὁ γάρ . . . . . δεύοντο δὲ τεύχεα φωτῶν δάκρυσι : τοῖον γὰρ πόθεον μήστωρα
' ἕρκεος αἰπεινοῖο δυσμενέας βάλλοντες ἀνιηροῖς βελέεσσι κτεῖνον ἐπασσυτέρους : δεύοντο δὲ τείχεα λύθρῳ λευγαλέῳ : στοναχὴ δὲ δαϊκταμένων πέλε
6491513 ἐπικλειουσι
μόσχους πίμπραται ὁππότε θῆρα νομαζόμενοι δατέονται , τούνεκα τὴν βούπρηστιν ἐπικλείουσι νομῆες . τῷ δὲ καὶ εὐκραδέος τριέτει ἐν νέκταρι
πρωτογόνου , στέργει δὲ περισφαραγεῦσα γάλακτι : τὴν ἤτοι μελίφυλλον ἐπικλείουσι βοτῆρες , οἱ δὲ μελίκταιναν : τῆς γὰρ περὶ
6481873 συμφερετ
πῦρ ἀμαρύσσων , πῦρ , ὅτε οἱ πώλοισι καὶ ἅρμασι συμφέρετ ' ἀστὴρ Σείριος ὅς τε βροτοῖσι φέρει πολυκηδέα νοῦσον
ὅς τ ' ἀλεγεινῷ Μαιάνδρῳ κελάδοντα ῥόον καὶ ἀπείριτον οἶδμα συμφέρετ ' ἤματα πάντα λάβρῳ περὶ χεύματι θύων . Γλαύκου
6479819 ῥεζον
ἷξον : τοὶ δ ' ἐπὶ θινὶ θαλάσσης ” ἱερὰ ῥέζον , ταύρους παμμέλανας , Ἐνοσίχθονι „ κυανοχαίτῃ . „
, ἷξον : τοὶ δ ' ἐπὶ θινὶ θαλάσσης ἱερὰ ῥέζον , ταύρους παμμέλανας , ἐνοσίχθονι κυανοχαίτῃ . ἐννέα δ
6475655 δυσμενεας
ἐνὶ στέρνοισι κέαρ . Τάχα δ ' οἳ μὲν ἔναιρον δυσμενέας . . . . . . . . .
ἢ ξίφος ἢ δόρυ μακρὸν ἑῇς ἀνὰ χερσὶν ἀεῖραι , δυσμενέας δάμναντο καὶ ὧς βεβαρηότες οἴνῳ . Αἴγλη δ '
6475400 ναιουσιν
, ἠδ ' ὅσσοι νοτερῇσιν ἐπ ' ἠϊόνεσσι θαλάσσης παραλίην ναίουσιν ἔσω Σερβωνίδα λίμνην . τῆς πρὸς μὲν ζεφύροιο Μακηδόνιον
Εὐρωπείης , νήσους Ἑσπερίδας , τόθι κασσιτέροιο γενέθλη , ἀφνειοὶ ναίουσιν ἀγαυῶν παῖδες Ἰβήρων . ἄλλαι δ ' Ὠκεανοῖο παραὶ
6475276 τοὐνεκα
. εἰ δέ μιν αἰχμητὴν ἔθεσαν θεοὶ αἰὲν ἐόντες , τοὔνεκά οἱ προθέουσιν ὀνείδεα μυθήσασθαι : ὅτι συνήθως ἑαυτῷ προθέουσιν
. σὺ δ ' ἔγχεε τοῦτο μάταιον κωτίλλεις αἰεί : τοὔνεκά τοι μεθύεις : ἡ μὲν γὰρ φέρεται φιλοτήσιος ,
6474139 θανοντες
. Ἡμέραν ἡσύχιμον τὴν τοῦ θανάτου , ἐπεὶ ἐν ταύτῃ θανόντες ἡσυχάζομεν . . Ἡμέραν ἡσυχίας τὸν θάνατον λέγει ,
φησι καὶ Θεόκριτος : Ἐλπίδες ἐν ζωοῖσιν , ἀνέλπιστοι δὲ θανόντες . . ΑΡΡΗΚΤΟΙΣΙ ΔΟΜΟΙΣΙ . Μεταφορικῶς εἶπεν , ἀντὶ
6473620 ἠνεμοεσσαν
θύμα τοῖς ποσίν τὸ δὲ ἀνθεμόεσσαν ἐρείκην : γράφεται καὶ ἠνεμόεσσαν ἐρείκην . ἐρείκη δέ ἐστι δένδρον , οὗ τὰ
, οἷον : ὄφρ ' ἂν ἐγὼ βέω προτὶ Ἴλιον ἠνεμόεσσαν . ἢ παρὰ τὸ βέω , τὸ τρέφω ,
6472186 πορσυνον
δόμων ἐκ λύματ ' ἔνεικαν νηιάδες πρόπολοι , ταί οἱ πόρσυνον ἕκαστα : ἡ δ ' εἴσω πελανοὺς μείλικτρά τε
, τὸ προστακτικὸν ἀντὶ εὐκτικοῦ κατ ' αἰολικὴν συνήθειαν . πόρσυνον ἀντὶ [ τοῦ ] παράσχοις , εὐτρεπίσαις . ἀοιδῆς
6470648 ἐμολες
κατασχήσει . Ὦ Πέλοπος ἁ πρόσθεν πολύπονος ἱππεία , ὡς ἔμολες αἰανὴς τᾷδε γᾷ . Εὖτε γὰρ ὁ ποντισθεὶς Μυρτίλος
πάλλων δέρας [ ] ἐνθέοις [ σὺν οἴστροις - ] ἔμολες μυχοὺς [ Ἐλευσῖνος ] ἀν ' [ ἀνθεμώδεις ]
6467762 ἀπηυρων
ἐπιβαίη , σχέτλιος : ἦ τέ οἱ αἶψα καταυτόθι νόστον ἀπηύρων , ἀλλά μιν οἰκτείρασα θεὰ Ἔρυκος μεδέουσα Κύπρις ἔτ
[ ἱππότα ] Τυδεύς [ ] ν ταναήκεϊ χαλκῶι [ ἀπηύρων ] ? Οἰνέα δῖον [ ] ν μένος ἀντιθέοιο
6467106 ὑπερφιαλοι
. ὑπερίων ὁ ἥλιος , ἀπὸ τοῦ ὑπερεῖναι ἡμῶν . ὑπερφίαλοι ὑπερήφανοι . λέγονται δὲ οὕτως καὶ οἱ κατ '
Λυγκέος παῦσαι στυγερῶν ἀχέων . Τεῖχος δὲ Κύκλωπες κάμον ἐλθόντες ὑπερφίαλοι κλεινᾷ πόλει [ ] κάλλιστον , ἵν ' ἀντίθεοι
6464386 ἀχεων
παρὰ θῖνα πολυφλοίσβοιο θαλάσσης : ὅτι Ζηνόδοτος διὰ τοῦ χ ἀχέων . . κλῦθί μευ ἀργυρότοξ ' , ὃς Χρύσην
δὲ τάφοιο θηρείου λαιμοῖο μυχοὺς πλήσαντο τυχόντες : δειμαίνω τοίων ἀχέων τροφόν : ἀλλά , θάλασσα , χαῖρέ μοι ἐκ
6463366 Αἰσα
Χόλου δέ οἱ οὔ τι ἔγωγε αἴτιος , ἀλλά τις Αἶσα πολύστονος ἥ μιν ἐδάμνα . Εἰ γάρ μοι κέαρ
διὰ φλογὸς ἐσσυμένοιο φθεγγομένου : τοὺς δ ' ἔνδον ἀμείλιχος Αἶσα δάμασσεν . Ἄλλον δ ' ἄλλα κέλευθα φέρον στονόεντος
6459370 μολπας
Μελάμποδα : † μάλα † τοι μάλιστα παιγμοσύνας τε φιλεῖ μολπάς τ ' Ἀπόλλων , κήδεα δὲ στοναχάς τ '
δὲ Βάκχον , τὸν ἐφευρετὰν χορείας , τὸν ὅλας ποθοῦντα μολπάς , τὸν ὁμότροπον Ἐρώτων , τὸν ἐρώμενον Κυθήρης :
6457038 ὀλοοι
ἀστέρες ἐσθλοδόται , παίδων πληθὺν χαρίσαντο . οἱ δ ' ὀλοοί , κἢν δῶσι γονὴν τεκέων μερόπεσσιν , ἢ πάλιν
ἐξόπιθεν συνέχονται , ἀρηρότες ἠΰτε δεσμῷ . Πουλύποδος δ ' ὀλοοί τε γάμοι καὶ πικρὸς ὄλεθρος συμφέρεται , ξυνὸν δὲ
6454890 καλλικομων
] ? ? πή ποθεν Αἰακίδην Πολυξείνης κάλλει θάπτειν . καλλικόμων ? ? ? ? ? ? ὁ πόθος ?
παρὰ τὰ Στησιχόρου ἐκ τῆς Ὀρεστείας τοιάδε χρὴ Χαρίτων δαμώματα καλλικόμων ὑμνεῖν φρύγιον μέλος ἐξευρόντας ἁβρῶς ἦρος ἐπερχομένου . Γ
6454778 φρονεοντες
καὶ τοῦ μετὰ ταῦτα ἐσομένου . Ὅμηρος : οὐκ ὄπιδα φρονέοντες . ὁ δὲ λόγος : ζῇ δὲ ἐπὶ πλείονα
ψευδέα καὶ ἀνεμώλιον , οὐ δικαίως , ἐμοὶ δοκέει , φρονέοντες : οὐδὲ γὰρ τέκτονος ἀϊδρίη τεκτοσύνης αὐτῆς ἀδικίη οὐδὲ
6452840 ἐπειη
αὐτὸν ὁδεύειν : ἐπὶ δὲ τῆς κοινῶς νοουμένης ὁδοῦ “ ἐπειὴ φάς ' ἀρισφαλέ ' ἔμμεναι ὁδόν . ” οὖλον
χρωμένους . . . : Ὅμηρος [ Α ] : ἐπειὴ μάλα πολλὰ μεταξὺ οὔρεά τε σκιόεντα ταῦτα : τὸ
6452822 μαρναμενοι
δῆριν ἔθεντο ὅπλα , καὶ ἀντιπάλων ὕβριν ἀπεσκέδασαν : † μαρνάμενοι δ ' ἀρετῆς καὶ δείματος † οὐκ ἐσάωσαν ψυχάς
. Οἵδε παρ ' Εὐρυμέδοντά ποτ ' ἀγλαὸν ὤλεσαν ἥβην μαρνάμενοι Μήδων τοξοφόρων προμάχοις αἰχμηταί , πεζοί τε καὶ ὠκυπόρων
6445991 τιουσι
οὐ γὰρ σχέτλια ἔργα θεοὶ μάκαρες φιλέουσιν , ἀλλὰ δίκην τίουσι καὶ αἴσιμα ἔργ ' ἀνθρώπων καὶ Ζεύς , ὅς
Οὐ μὲν σχέτλια ἔργα θεοὶ μάκαρες φιλέουσιν , ἀλλὰ δίκην τίουσι καὶ αἴσιμ ' ἔργ ' ἀνθρώπων . Ἡσιόδου :
6439968 ὀπαζε
ἃς αὐτοὶ ἀγίνεον ἀντιπέρηθεν Θρηικίην δῃοῦντες : ἐπεὶ χόλος αἰνὸς ὄπαζε Κύπριδος , οὕνεκά μιν γεράων ἐπὶ δηρὸν ἄτισσαν .
φιλεῖ , στεφάνων ἀρετᾶν τε δεξιωτάταν ὀπαδόν : τᾶς ἀφθονίαν ὄπαζε μήτιος ἁμᾶς ἄπο : ἄρχε δ ' οὐρανοῦ πολυνεφέλα
6439614 Ἐρωτες
ἐκ πυρὸς ἧκε βέλος . Αὐτοὶ τὴν ἁπαλὴν Εἰρήνιον εἶδον Ἔρωτες , Κύπριδος ἐκ χρυσέων ἐρχόμενοι θαλάμων , ἐκ τριχὸς
' ἁ Κυθέρεια , κενοὶ δ ' ἀνὰ δώματ ' Ἔρωτες , σοὶ δ ' ἅμα κεστὸς ὄλωλε . τί
6438250 κηρι
καὶ βρέφεσιν εὔληπτα . . ΜΑΚΑΡΩΝ . Μάκαρες οἱ μὴ κηρὶ καὶ θανατηφόρῳ μοίρᾳ ὑποπίπτοντες . . Ἡι ΘΕΜΙΣ .
πάντες , ἐπεὶ κακὰ μηχανόωνται : Ἀντίνοος δὲ μάλιστα μελαίνῃ κηρὶ ἔοικε . ξεῖνός τις δύστηνος ἀλητεύει κατὰ δῶμα ἀνέρας
6436476 ἀργαλεων
τότε δὲ Ζεὺς ὦρσε μάχεσθαι . οἳ δ ' ἴσαν ἀργαλέων ἀνέμων ἀτάλαντοι ἀέλλῃ , ἥ ῥά θ ' ὑπὸ
ἄτερ τε κακῶν καὶ ἄτερ χαλεποῖο πόνοιο νούσων τ ' ἀργαλέων , αἵ τ ' ἀνδράσι κῆρας ἔδωκαν . [
6426952 ἀργαλεη
δ ' αὐχένος ἶνας ἄντικρυς ἀίξας : τὸν δ ' ἀργαλέη κίχε Μοῖρα . Ἄλλος δ ' ἄλλῳ τεῦχε φόνον
μιν θηρήτορες ἄνδρες ἀμφὶ θύρῃ λοχόωντες ὑπὸ βροχίδεσσιν ἄγωνται : ἀργαλέη γενύεσσι καὶ ἀντία δηρίσασθαι θηρσί τ ' ἀρειοτέροισι καὶ
6426746 γαμεν
μναστεύσοισα μάτηρ ? [ παῖδ ' Ἀναξάνδροιο ! [ ὑπερφιάλου γαμὲν ἔκγονον [ . . . [ ] αρχησου [
. . . . Ἐν ταὐτῷ . Γαμίσκοντα δὲ δεῖ γαμὲν ποτὶ τὰν αὐτῶ τύχαν , ἵνα μήτε ὑπὲρ τὰν
6424790 εἰσοροωντες
ἔκταμεν , ὄφρα φοροίη αὐανθέν . τὸ μὲν ἄμμες ἐΐσκομεν εἰσορόωντες ὅσσον θ ' ἱστὸν νηὸς ἐεικοσόροιο μελαίνης , φορτίδος
ἥδε καταρχή . ἐσθλοὶ δ ' αὖ Μαίης ὠκὺν γόνον εἰσορόωντες παίδων τέκμαρ ἔχουσιν ἐτήτυμον . ἐν τροπικῷ δέ ζῴῳ
6423861 ὑσμινας
ὅς τ ' ἐν δαιτὶ καὶ ἐν πολέμωι θοὸς ἀνὴρ ὑσμίνας διέπων ταλαπενθέας , ἔνθα δὲ παῦροι θαρσαλέοι τελέθουσι μένουσί
' ἐνὶ θυμῷ , ἀλλήλους τ ' αἰδεῖσθε κατὰ κρατερὰς ὑσμίνας . αἰδομένων δ ' ἀνδρῶν πλέονες σόοι ἠὲ πέφανται
6421276 πινυτη
ἀλλ ' ἔρχεο , τέτλαθι δ ' ἔμπης , καὶ πινυτή περ ἐοῦσα , πολύστονον ἄλγος ἀείρειν . ” Ὧς
ἄφρονα θῆκε Κρονίων : μήτηρ μέν μοί φησι φίλη , πινυτή περ ἐοῦσα , ἄλλῳ ἅμ ' ἕψεσθαι νοσφισσαμένη τόδε
6415263 ἠεροφοιτις
φῦλον δ ' ὀλίγον τελέθει πολύμοχθον . κάμνει δ ' ἠεροφοῖτις ἀριστοπόνος τε μέλισσα ἠὲ πέτρης κοίλης κατὰ χηραμὸν ἢ
τῶνδε καρτερωτέρα ; . . . . . Τ : ἠεροφοῖτις ] . . . ἔνιοι δὲ ἰροπῶτις παρὰ τὸ
6410164 ἀχω
δισύλλαβα ἔχοντα τὸ Α ἐν τῇ πρὸ τέλους βαρύνεται : ἄχω μάχω ἄρχω πάσχω , μεθ ' ὧν καὶ τὸ
ὁ μὴ χωρούμενος διὰ τὴν λύπην , γίνεται δ ' ἄχω ἀχύω , καὶ πλεονασμῷ τοῦ ν ἀχνύω καὶ ἄχνυμι
6403019 βασιληες
. Ζηνός που τόδε σᾶμα : Διὶ Κρονίωνι μέλοντι αἰδοῖοι βασιλῆες , ὃ δ ' ἔξοχος ὅν κε φιλήσῃ γεινόμενον
ἄμφω ὥρης καὶ δύσιος γίνοιντό κεν εἰν ἑνὶ ζῴῳ ἐρχόμενοι βασιλῆες ἐν οἰκείοισι προσώποις φράζεο νείκεα ταῦτα . καὶ Ἑρμείαο
6401283 ἁμον
πάντα διώκειν . ἀκρίδες , αἳ τὸν φραγμὸν ὑπερπαδῆτε τὸν ἁμόν , μή μευ λωβάσησθε τὰς ἀμπέλος : ἐντὶ γὰρ
κάρτα νιν προστέλλεται εἴργειν τεκούσῃ μητρὶ πολέμιον δόρυ . τὸν ἁμόν νυν ἀντίπαλον εὐτυχεῖν θεοὶ δοῖεν , ὡς δικαίως πόλεως
6400317 ἠϋσεν
δ ' ἑτάρων εἰς ἔθνος ἐχάζετο κῆρ ' ἀλεείνων , ἤϋσεν δὲ διαπρύσιον Δαναοῖσι γεγωνώς : ὦ φίλοι Ἀργείων ἡγήτορες
νῆας ἐΐσας εἴρυσαν , ἠνορέῃ πίσυνοι καὶ κάρτεϊ χειρῶν : ἤϋσεν δὲ διαπρύσιον Δαναοῖσι γεγωνώς : αἰδὼς Ἀργεῖοι , κάκ
6399994 Τρωιαδες
καιρός , ὦ βασίλεια † . ἔκβητ ' ἀπήνης , Τρωιάδες , χειρὸς δ ' ἐμῆς λάβεσθ ' , ἵν
ἀγγεῖον , καὶ ἐξέρχεται γάρος τὸ καλούμενον αἱμάτιον . Νύμφαι Τρωιάδες , ποταμοῦ Ξάνθοιο γενέθλη , αἳ πλοκάμων κρήδεμνα καὶ
6399820 Κλυτε
εἰλαπίνης κορέσαντο , δὴ τότε Νηλέος υἱὸς ἐελδομένοισιν ἔειπε : Κλῦτε , φίλοι , πολέμοιο μακρὴν προφυγόντες ὁμοκλήν , ὄφρα
Τρῶας . Τοῖον δ ' ἔκφατο μῦθον ἐποτρύνων ἑτάροισι : Κλῦτε , φίλοι , καὶ θάρσος ἐνὶ στήθεσσι βάλεσθε ἄτρομον
6397105 Πηληος
βωμῷ οἶκτον ἀπωσάμενος πατρώιον : οὐδὲ λιτάων ἔκλυεν , οὐ Πηλῆος ὁρώμενος ἥλικα χαίτην ᾐδέσαθ ' , ἧς ὕπο θυμὸν
Εἰδοθεείης . τὴν δὲ μετ ' ἀντολίηνδε παραὶ Κασιώτιδα πέτρην Πηλῆος πτολίεθρον ἐπώνυμον ἄνδρες ἔχουσιν ἔξοχα ναυτιλίης δεδαημένοι . οὐ
6394957 γοου
Λαέρταο κλυτὸς πάις ἀντιθέοιο . Ἀλλ ' ὅτε δὴ κορέσαντο γόου καὶ πένθεος αἰνοῦ , δὴ τότε Νηλέος υἱὸς ἔτ
ἐν ἄντροις , ἀπόπαυσον , ἔασον Ἀχοῖ με σὺν φίλαισιν γόου κόρον λαβεῖν . συνάλγησον , ὡς ὁ κάμνων δακρύων
6393300 βροτοι
[ ] λεγέσθω : τί ? μάταν ? [ ] βροτοὶ δὲ ? [ ] πολλὰ ? ? [ πέπασθε
ἐννέπετε , σφέτερον πατέρ ' ὑμνείουσαι . ὅν τε διὰ βροτοὶ ἄνδρες ὁμῶς ἄφατοί τε φατοί τε , ῥητοί τ
6392394 ἀλευομενος
καὶ τῆς γενομένης δι ' αὐτοῦ εἰς τὴν πέτραν . ἀλευόμενος : φεύγων , ἐκφεύγων τὴν μύραιναν , ἀπὸ τοῦ
ἑ μῆτις ἐπιφροσύνης ἐσάωσε πετραίης : εἰ γάρ ποτ ' ἀλευόμενος περὶ πέτρην πλέξηται , χροιήν τε πανείκελον ἀμφιέσηται ,
6392324 μυχοι
ἐλόωντες : ἐνέπλησαν δὲ φόβοιο πάντα πόρον : σκιεροὶ δὲ μυχοὶ χθαμαλαί τε χαράδραι στείνονται λιμένες τε καὶ ἠϊόνων ἐπιωγαὶ
πραϋνόῳ δὲ πειθοῖ : εἶκε δέ μοι Γαῖα Θαλάσσας τε μυχοὶ χάλκεος Οὐρανός τε : τῶν δ ' ἐγὼ ἐκνοσφισάμαν
6392060 ποθοι
ὀργὴ καὶ τὰ εἴδη αὐτῆς , ἔρωτες σφοδροί , καὶ πόθοι , καὶ ἵμεροι , καὶ φιληδονίαι , καὶ φιλοπλουσίαι
ψυχᾷ : καὶ ἐξαγγελλόμεναι ὀνόμασι ποικίλοις : ἔρωτες γὰρ καὶ πόθοι ἵμεροί τε ἔκλυτοι ὀργαί τε σύντονοι καὶ θυμοὶ βαρεῖς
6390242 ἀκηδεες
ἀνδράσι νοστήσαντας ὁμιλαδόν , ὄφρα ἑ τιμῆς καὶ σκήπτρων ἐλάσειαν ἀκηδέες : ὥς ποτε βάξιν λευγαλέην οὗ πατρὸς ἐπέκλυεν Ἠελίοιο
ἄρ ' ἐποτρύνας ἐκβήμεναι εὐρέος ἵππου , ὁππότε Τρώιοι υἷες ἀκηδέες ὑπνώωσιν . Ὣς φάτο : τὸν δ ' ἄρα
6388530 ἐφετμας
: ᾧτινι ἀνθρώπῳ κραίνων καὶ τελειῶν τὰς προτέρας καὶ παλαιὰς ἐφετμὰς καὶ ἐντολὰς τοῦ Ἡρακλέους ἀνὴρ Αἰτωλὸς καὶ Ἠλεῖος ,
. ὅμοια χέρσον καὶ θάλασσαν ἐκπερῶν , σῴζων δ ' ἐφετμὰς Λοξίου χρηστηρίους , πρόσειμι δῶμα καὶ βρέτας τὸ σόν
6388143 οὐνομ
παμβασιλῆος ἐπεὶ θέμιν ἔλλαχες ἀλκήν , ἐκ θεοῦ παμβασιλῆος ἀοίδιμον οὔνομ ' ἄειρες . [ οὕτως ] ἀεὶ ζώοις καὶ
, τίνα μῦθον ἐνίψω ; αἰνήσει σέο λέκτρον ἐπὴν ἐμὸν οὔνομ ' ἀκούσῃ . οὔνομα σὸν λέγε τῆνο : καὶ
6386043 θαμινας
' ἄρα τοι μὴ φαίνοντες φορέοιντο , νείκεα καὶ κρίσιας θαμινὰς ἐπάγουσι βροτοῖσιν : ἢν δ ' ἀγαθὸς κέντροιο κρατῇ
, θοὴ δ ' ὠλίσθανε πόντῳ : καί οἱ ἐπειγομένη θαμινὰς ἐκέδασσε φάλαγγας αἵ οἱ ὑπὸ τρόπι κεῖντο μιᾶς σχοίνοιο

Back