τῶν πολυτελῶν ἀναπλάττουσι μηνοειδὲς ἀγαλμάτιον : καὶ τοῦτο στολίζουσι καὶ κοσμοῦσιν , ἐμφαίνοντες ὅτι γῆς οὐσίαν καὶ ὕδατος τοὺς θεοὺς
σοι τῶν εἰς Μαξέντιον τό τε μαθεῖν , οἵοις σε κοσμοῦσιν οἳ καὶ τὴν γῆν , καὶ ὡς καὶ ἡμῖν
5950423 περιορωσι
ἀναιρεῖσθαι διὰ τὸ χαλεπῶς διατίθεσθαι τοὺς Ἀθηναίους ἐπὶ τοῖς ἀτάφους περιορῶσι τοὺς τετελευτηκότας , οἱ δ ' ἔφασαν δεῖν ἐπὶ
τῇ ἀρχῇ τῇ κατὰ θάλατταν , τὴν δὲ Ἀττικὴν γῆν περιορῶσι τεμνομένην , γιγνώσκοντες ὅτι εἰ αὐτὴν ἐλεήσουσιν , ἑτέρων
5829815 ἐξεπορθησαν
Θυρέαν , καὶ τήν τε πόλιν κατέκαυσαν καὶ τὰ ἐνόντα ἐξεπόρθησαν , τούς τε Αἰγινήτας , ὅσοι μὴ ἐν χερσὶ
βοὴν Γραικοῖσιν ἀμνάμοις τε τοῖς Ἐρεχθέως . καὶ πᾶσαν Ἀκτὴν ἐξεπόρθησαν δορί , τοὺς Μοψοπείους αἰθαλώσασαι γύας . Πάππος δὲ
5820607 ἐξεδωκαν
αὐτοὺς διελύσαντο πρὸς Ῥωμαίους : τοὺς γὰρ αἰτίους τῆς ταραχῆς ἐξέδωκαν , οἳ προτεθείσης κρίσεως οὐ περιμείναντες τὴν ἀπόφασιν αὑτοὺς
βουλομένοις τὰ τῆς στρατείας . ἑκόντες γὰρ αὐτοὶ τὴν Ἑλένην ἐξέδωκαν , προκρίναντες τῶν ἄλλων μνηστήρων τὸν Ἀλέξανδρον διὰ μέγεθος
5735016 σεισμοι
ἄρα καὶ ἐμὲ ἐς τὴν τῶν ἐχθρῶν προσείλου τάξιν ; σεισμοί τε ἐπεπόλασαν , καὶ πολλὰ ἀνέτρεπον . οὐκ ἐπαινεῖ
τὸ ἐρέχθω τὸ κινῶ : δι ' αὐτοῦ γὰρ οἱ σεισμοί . λέγει οὖν τέταρτον ἀπὸ τοῦ Διὸς ἤγουν τὸν
5724725 βασανιζοντες
δὲ ἢ κλέψαντες ἀπαρνῶνται ἢ συγκρύπτωσι τοῖς δεσπόταις , τότε βασανίζοντες ἀξιοῦμεν τἀληθῆ λέγειν αὐτούς . Οὐδὲ μὴν ἀπογενέσθαι ἢ
εἴτε ἐστὶ γνήσια εἴτε καὶ νόθα , ἐν τοῖς ἑρπετοῖς βασανίζοντες ὡς ἐν τῷ πυρὶ τὸν χρυσὸν οἱ βάναυσοι ,
5640063 ἀδικιαις
φιλοπαθὴς νοῦς καταπεσὼν οἴχεται , ὃς ἡδοναῖς καὶ ἐπιθυμίαις , ἀδικίαις τε καὶ πανουργίαις , ἔτι δὲ ἁρπαγαῖς καὶ πλεονεξίαις
καὶ πατέρας ἀναφέρεσθαι συμβαίνει . κατὰ δὲ τῶν ἐπ ' ἀδικίαις σεμνυνομένων εἶπε κύριος : ” ἰδοὺ γένος ἓν καὶ
5634787 ἀναμεστοι
τότε δὲ τῶν ἀνθρώπων , ἁπλότητος ὄντες ἁπάσης καὶ ἀπειρίας ἀνάμεστοι , οὐδεμίαν οὔτε τέχνην , οὔτε γεωργίαν ἐπίσταντο ,
ἀνόσιοι γίγνονται , ἡδονῶν μὲν ἀκολάστων πλήρεις , κακίας δὲ ἀνάμεστοι , τρόπων τε ἀλλοτρίων τοῖς θεοῖς ζηλωταί , καὶ
5625511 προσφυεις
κατασκευήν , ὅτι αἱ μὲν προσαρτεῖς γίγνονται , αἱ δὲ προσφυεῖς : ἡ μὲν γὰρ προσαρτὴς εὐμετακίνητός ἐστιν , ἡ
, μήλινον . εἰσὶ δὲ φλογοειδεῖς διπλαῖ , δασεῖαι , προσφυεῖς τῇ γῇ , στρογγύλα ἔχουσαι τὰ φύλλα . ἔστι
5620527 ὑποτιθενται
' ἡμῶν εἰρημένων . οἱ μὲν γὰρ ὑλικὴν τὴν ἀρχὴν ὑποτίθενται , ἄν τε μίαν ὑποθῶνται αὐτὴν ἄν τε πλείους
παλαιοτέρων δόξας , ὅπως λάβωμεν καὶ παρὰ τούτων , τίνας ὑποτίθενται ἀρχὰς τῶν ὄντων , καὶ πῶς ἐμπίπτουσιν εἰς τὰς
5605394 τελειουσι
, κοινῶς ὑπερκόσμιοι ὄντες , οἳ καὶ πάντα τὸν κόσμον τελειοῦσι : διὸ κἂν μύριοι ὦσι λέγονται δώδεκα καὶ ἕκαστος
καὶ οἱ διάφοροι χιτῶνες , πῶς ἔγγιον ὄντα οὐ μᾶλλον τελειοῦσι τὴν ὅρασιν , ἵν ' ὁρατὰ χρηματίσωσιν ; ἢ
5601030 ἀνετρεψαν
δὲ ὡς ἤκουσαν , ἐπὶ θάτερα τοῦ πλοίου ἑαυτὰς συνώσασαι ἀνέτρεψαν αὐτό . καὶ οἱ μὲν κακοῦργοι παραχρῆμα διεφθάρησαν ,
, κατέσεισάν τι τοῦ τείχους , κατέρρηξαν , καθείλκυσαν , ἀνέτρεψαν , κατέσυραν τὰς ἐπάλξεις , καθεῖλον , κατήνεγκαν ,
5582949 ἀμφιεπουσι
αὐτοὶ ἐφεστηῶτες ἐϋκτέανοι τελέθουσιν . ταῦτα δ ' ἄρ ' ἀμφιέπουσι καὶ ἢν κλίνως ' ἀπὸ κέντρων ἀστέρες , ἀλλ
ἀριστεύει φιλότητι παίδων , ὣς δὲ καὶ ἄλλοι ἑὸν γένος ἀμφιέπουσι . Θαῦμα δ ' ἁλιπλάγκτοιο κυνὸς τόδε : τῇ
5571613 ἀροτηρες
πόληος νῶθ ' ἵππων ἐπιβάντες ἐθύνεον . οἱ δ ' ἀροτῆρες ἤρεικον χθόνα δῖαν , ἐπιστολάδην δὲ χιτῶνας ἐστάλατ '
Ὁμοία τῇ , Πολλοὶ βουκένται , παῦροι δέ τε γῆς ἀροτῆρες . Προφάσεως δεῖται μόνον ἡ πονηρία : Παρθένος τὰ
5550949 δονεονται
ἀέρος , οἵ τ ' ἀνὰ πόντον ἐριβρύχην δονέονται , δονέονται δ ' ἀντὶ τοῦ περιστρέφονται καὶ οἰκοῦσι , ταράσσονται
ὑπέροπλον ἔνι σθένος , εἰσόκεν ἅλμης μητρὸς ἐν ἀγκοίνῃσιν ἑλισσόμενοι δονέονται . χρειὼ δ ' ἐκ πέτρης τε θορεῖν πέτρην
5541873 λανθανουσιν
σφισιν ὁ Φιλίππου μηδαμῶς ἐλπίσασιν αὐτός τε καὶ ἡ στρατιὰ λανθάνουσιν ἐσελθόντες ἐς τὴν πόλιν . καὶ Ἀριστομένους δὲ μνῆμά
διὰ τὴν ταπεινότητα τῆς χώρας οὐ δυνάμενοι προιδέσθαι τὴν γῆν λανθάνουσιν ἑαυτοὺς ἐκπίπτοντες οἱ μὲν εἰς ἑλώδεις καὶ λιμνάζοντας τόπους
5539769 παρασκευαζουσι
ἐσθίειν καὶ πίνειν καὶ ἀφροδισιάζειν βούλονται καὶ αὐτοὶ ἑαυτοῖς δίψας παρασκευάζουσι . βουλόμενοι γὰρ πίνειν δι ' ὅλης τῆς ἡμέρας
. καὶ κάλλιόν γε ποιοῦσιν ὅσοι τῶν τριῶν οὐκ ἐλάττω παρασκευάζουσι τὰ μετὰ τὸ θερμὸν λουτρὸν ὕδατα χλιαρὰ διαφέροντα ἀλλήλων
5535123 λεληθασιν
φωτεινὸς [ ἀπεκόμισεν ] εἰς ἀπορρήτους [ ] τόπους οἳ λελήθασιν [ ] τούσδε τοὺς τόπους [ τῶν ] ?
ἐργάζεσθαι τολμῶσι καὶ ἐσθίειν ὑμῶν τῶν τεττίγων ἀφειδῶς ἔχουσι καὶ λελήθασιν ἑαυτοὺς ταῖς Μούσαις ταῖς Διὸς θυγατράσι ταῦτα ἄπο θυμοῦ
5520891 πνευματικην
ὄγκους ἅπαντας καταπλάττων . ἀμμωνιακὸν διαφορεῖ καὶ ἀδίαντον . Εἴτε πνευματικὴν διάθεσιν εἴτε ἐμφύσημα καλεῖν τις ἐθέλει τὸν γινόμενον ὄγκον
ψυχῆς τὴν φύσιν εἰρήκασιν . . οἱ δέ γε Στωικοὶ πνευματικὴν πλείστου μετέχουσαν τοῦ θερμοῦ . . . . .
5517641 ὑποληψομεθα
οὐδ ' ὅτι διαφέρει εἰσόμεθα , ἀλλὰ ταὐτὸν ἐκείνῳ εἶναι ὑποληψόμεθα . ῥητέον δὲ καὶ ἑτέρως . καίτοι ἀδύνατόν φασί
εἰ εὐθύς , ὥσπερ ἁφῆς μετεδώκαμεν , οὕτω καὶ φαντασίαν ὑποληψόμεθα , οὐκ ἂν εἴη ἐπεσκεμμένον . ἐνίοις δὲ πρὸς
5515956 σκεθρως
πυρός , ὅτι ἐκ τοῦ μικροῦ αὔξεται . . : σκεθρῶς ] Ἀκριβῶς . : Ἀσφαλῶς : ἀπὸ μεταφορᾶς τοῦ
μαντεύεσθαι γαμψωνύχων ] ἀγκύλους ἐχόντων ὄνυχας οἰωνῶν ] ὀρνέων ἁπλῶς σκεθρῶς ] ἀκριβῶς διώρις ' ] διωρισμένως καὶ κεχωρισμένως ἔταξα
5490392 προλαβουσαν
τίθεται νόμος , ἀλλ ' αὐτῶν ἐκείνων τῶν κατὰ τὴν προλαβοῦσαν ζωὴν βεβιωκότων , τοὺς δ ' αὐτοὺς ἀνθρώπους συστῆναι
τε συνεπόμενοι καὶ δίκῃ τούτοις συνδιαιωνίζωσιν ἀπόνως , οἷς τὴν προλαβοῦσαν ἐκράτυναν ζωὴν καίπερ ἐν φθαρτοῖς καὶ γηΐνοις ὄντες σώμασιν
5467249 δεδοικασιν
φάει τε πυρμαχοῦντα πῦρ βαπτείνοντα βάψαι θέλουσι , πάμπαν οὐ δεδοίκασιν ὡς τρίπλοκον τείχισμα καὶ στερέμνιον ἄλληλα συνδέοντα τέσσαρσι στίχοις
. Γαλαῖ τρύζουσαι χειμῶνα ἰσχυρὸν σημαίνουσι . μάλιστα δὲ αὐτὰς δεδοίκασιν οἱ μύες . Ἴδια δὲ ἄρα τῶν ζῴων καὶ
5463042 φθαρησεσθαι
καὶ γάρ , φησίν , εἰ ὑπετίθετο τὸν κόσμον μὴ φθαρήσεσθαι , ἀλλὰ τῇ γε αὐτοῦ φύσει φθαρτὸν αὐτὸν ἔλεγεν
, ἐκ τούτων τοὐναντίον οὗ βούλεται κατασκευάζεται , τὸ μηδέποτε φθαρήσεσθαι . αἱ δὲ πίστεις προχειρόταται τοῖς συνεξετάζειν μὴ ἀποκνοῦσιν
5461707 στηριγμους
ὁ ἐπίκυκλος ἀπέχῃ τοῦ ἀπογείου τοῦ ἐκκέντρου , ποιεῖται τοὺς στηριγμοὺς ὁ ἀστὴρ ἀπέχων τοῦ φαινομένου περιγείου τοῦ ἐπικύκλου μοίρας
κα θ μοίρας περιοδικὰς ἀπέχῃ τοῦ ἀπογείου , ποιεῖται τοὺς στηριγμοὺς ὁ ἀστὴρ ἀπέχων τοῦ φαινομένου περιγείου τοῦ ἐπικύκλου μοίρας
5449140 ἐργαται
, τοῖς δὲ βίοις λιτοί : πάντες γεωργοὶ , οὐκ ἐργάται : δικαιοσύνην , πίστιν , ξενίαν ἀγαθοὶ διαφυλάξαι :
, δολεροί , κακοῦργοι , ἕτεροι δὲ ἑτέρων δόλων εἰσὶν ἐργάται . τῶν δὲ τομιῶν εὐνούχων ἔνια μεταβάλλει ἅμα τῇ
5444187 ἀναλαμπειν
σελήνης τὸ πρὸς γῆν μέρος ἐζόφωται , νουμηνίᾳ δὲ πέφυκεν ἀναλάμπειν . τρίτον δὲ ὅτι τῷ ἐλάττονι καὶ ἀσθενεστέρῳ κατ
τῶν ῥιπιδίων ῥιπιζομένους οὐ καίεσθαι , ὑπὸ δὲ ὕδατος ῥαινομένους ἀναλάμπειν . οὐδὲν δὲ ἑρπετὸν τὴν ὀσμὴν αὐτῶν ὑπομένειν .
5444119 ταριχευομενοι
δ ' ὑγιεῖς ἁλυκάτοι , οἱ δ ' ἐν κεράμοις ταριχευόμενοι βωρεῖς , οἳ καὶ ὠμοὶ ἐσθίονται , ἀποδαρέντος τοῦ
τε καὶ Μενδήσιοι . καὶ τῶν κορακίνων δ ' οἱ ταριχευόμενοι καλοῦνται ἡμίνηροι , καὶ αὐτοὶ ὀπτανοὶ ἐσθιόμενοι ὀπώρας τινὸς
5442904 περιφερονται
καὶ σελήνη ἕλικα περιφέρονται . οὐ γὰρ τῆι αὐτῆι διαστάσει περιφέρονται περὶ τὸν μένοντα πόλον , ἀλλ ' ὅταν μὲν
σχῆμα ποιοῦσιν : ἢ διὰ τὸν ἀγκῶνα , περὶ ὃν περιφέρονται . Ταῦτα γὰρ ὁ Ἰόβας εἴρηκε γλιχόμενος ἐξελληνίσαι τοὔνομα
5440358 καταφρονουσιν
τινες κενοδοξίᾳ νικώμενοι τὴν μὲν πόλιν κοσμοῦσιν , ἑαυτῶν δὲ καταφρονοῦσιν . ὥστε διῄρηται τὰ εἰρημένα τρία τοῦ πρακτικοῦ εἴδη
γενομένου πταίσματος εὐκαταφρόνητον τοῖς πολεμίοις αὐτὸν γενέσθαι , καὶ τέως καταφρονοῦσιν . οὐδ ' ἐπεχείρει τοῖς ἐχθροῖς , ἔτι περισκοπῶν
5439337 ῥυμοι
πώγωνες , λαμπάδες , ἴριδες , ἅλωες , διάττοντες , ῥυμοί , ῥύακες καὶ τὰ τοιαῦτα . πάντα κάλων ἐφέντες
πώγωνες , λαμπάδες , ἴριδες , ἅλωες , διάττοντες , ῥυμοί , ῥύακες καὶ τὰ τοιαῦτα . πάντα κάλων ἐφέντες
5437864 ἱερομνημονες
καὶ ἐν αὐτῷ νεὼν καὶ βωμόν , ὡς ἂν οἱ ἱερομνήμονες ἐξηγῶνται , συντελεσθῆναι , θυσίας τε προσάγεσθαι δημοτελεῖς καταρχομένης
θύσοντας καὶ συνεδρεύσοντας : καὶ ἦσαν οἱ πεμπόμενοι πυλαγόραι καὶ ἱερομνήμονες . λέγουσι δέ , ὅτι Πυλάδης πρῶτος ἐκρίθη ἐπὶ
5433115 ἠπειρωται
ἔθνη , χῶραι , ἡ Ἑλλάς , ἡ βάρβαρος , ἠπειρῶται , νησιῶται , ἡ Εὐρώπη , ἡ Ἀσία ,
ζῴοις λογισμὸν περιτιθέναι . τοὺς δὲ Ἀθηναίους ἐπαινεῖ , ἐπεὶ ἠπειρῶται ὄντες ἀντεποιήσαντο τῆς θαλάττης , καὶ οὐκ ἀπέτυχον τῆς
5429006 Σινωπεις
ἔχειν , ἃ δὴ μάλιστα ὠφέλιμα τοῖς πολιορκοῦσιν . οἱ Σινωπεῖς πάντας τοὺς ἐν τῇ πόλει τεχνίτας καὶ ἀρχιτέκτονας ἔπεμψαν
ἐκπολιορκήσας παραδώσειν , ἣν μάλιστα πολεμιωτάτην ἡγοῦντο . ἐπίστευσαν οἱ Σινωπεῖς καὶ παρεκάλεσαν , ὧν ἂν ἐς τὸν πόλεμον δέοιτο
5428058 ἠπατησαν
: τὸ χ ὅτι εἰς παροιμίαν μετήχθη ὁ στίχος : ἠπάτησαν ἀνεπτέρωσαν , τουτέστιν ἐπῆράν με καὶ ὥσπερ ἐπαφῆκάν με
Πανεπίκλοπον : πανφρόνιμον . Λίχνον : λαίμαργον . Ἤπαφον : ἠπάτησαν . περί : ἐν . ἕσαντες : περι -
5418066 σεβοντες
πιστεύσωμεν , Φιλήμονι τῷ κωμικῷ λέγοντι : Οἱ γὰρ θεὸν σέβοντες ἐλπίδας καλὰς ἔχουσιν εἰς σωτηρίαν , ἢ οἷς προειρήκαμεν
ταῦτ ' , ἐπειδὴ τοὺς θεοὺς σέβουσιν . ἀπέλαυσαν ἄρα σέβοντες ὑμᾶς , ὡς σὺ φής . τί δὴ σύ
5416447 εὐχεσθε
δεήσεις . . ἀλκὰν ] βοήθειαν . . πύργον στέγειν εὔχεσθε ] εὔχεσθε τὸν πύργον , ἤτοι τὰ ἡμέτερα τείχη
ἤτοι τὸ ἀλκὴν καὶ βοήθειαν παρέχειν ἡμῖν . πύργον στέγειν εὔχεσθε : τοῦτο εὔχεσθε , διαμένειν ἡμῶν τὰ τείχη ἀσφαλῶς
5414384 διετελουμεν
τὴν καλὴν , ἆρ ' ἄλλο τι ἢ πολεμοῦντες ἂν διετελοῦμεν πρὸς αὐτοὺς μέχρι νῦν , ἡμεῖς τε καὶ οἱ
ἂν ἐνεμείναμεν , ἐπεὶ καὶ τὸ ἐξ ἀρχῆς τοιοῦτοι ὄντες διετελοῦμεν , οὐκ ἐναντιούμενοι τούτοις ἔχουσι τὴν οὐσίαν καὶ ἐπανιοῦσιν
5370272 ζητουσιν
τὸν πορθμέα τοιοῦτον εἰπεῖν μῦθον , τοῖς δὲ τὴν ἀλήθειαν ζητοῦσιν ἧττον : δι ' ἣν γὰρ αἰτίαν ἔμεινε τὸ
ἢ τριπλοῦν καὶ ποικιλώτερον , οὔτε τὰς διαιρέσεις τῶν ἠθῶν ζητοῦσιν οὔτε περὶ τὴν κρᾶσιν αὐτῶν πραγματεύονται : ὅθεν αὐτοῖς
5369251 ἀποκτεινωσιν
Τρώων ἀναιρεθέντες . ἂν δ ' αὐτοὺς οἱ Τρῶες μὴ ἀποκτείνωσιν , οὐ μὴ ἀποθάνωσιν ; ναί , ἀλλ '
ὅτι τὴν πόλιν αἱρήσουσιν ἐὰν μὴ τὸν βασιλέα τὸν Ἀθηναίων ἀποκτείνωσιν , ἐστράτευον ἐπὶ τὰς Ἀθήνας . Κλεόμαντις δὲ τῶν
5366465 ἀθεοι
καὶ τὰς ψυχὰς ἐπιδιδόντες . Ὅτι μὲν οὖν οὐκ ἐσμὲν ἄθεοι , μὴ καὶ γελοῖον ᾖ τοὺς λέγοντας [ μὴ
τὴν καθ ' ἡμᾶς ἐπήρειαν ἀποσκευάσησθε . Τὸ μὲν οὖν ἄθεοι μὴ εἶναι , ἕνα τὸν ἀγένητον καὶ ἀίδιον καὶ
5366235 ἐξενηξαντο
καὶ φορὸς ὁ κύβος ἐπινεύσει : οἱ δὲ ἔμπαλιν γυμνοὶ ἐξενήξαντο συντριβέντος αὐτοῖς τοῦ σκάφους περὶ οὕτω μικρῷ ἕρματι τῷ
ἀντιδιδόντες . ἄκρα δὲ δείκνυται καὶ ὕπαντρος πέτρα , ἔνθα ἐξενήξαντο ὀχοῦντες αὐτόν , καὶ καλεῖται ὁ χῶρος Κοιράνειος .
5365154 ἐπισκοποι
ἀπ ' αὐτοῦ εὐμαρέως . ἕκτοι δέ εἰσιν Ἰνδοῖσιν οἱ ἐπίσκοποι καλεόμενοι . οὗτοι ἐφορῶσι τὰ γινόμενα κατά τε τὴν
' αὐτοῦ εὐμαρέως . . Ἕκτοι δέ εἰσιν Ἰνδοῖσιν οἱ ἐπίσκοποι καλεόμενοι . Οὗτοι ἐφορῶσι τὰ γινόμενα κατά τε τὴν
5349036 κλεπτοντες
καιρός ἐστιν ἐπιδείξασθαι τὴν παιδείαν , καὶ φυλάξασθαι μὴ ληφθῶμεν κλέπτοντες τοῦ ὄρους , ὡς μὴ πληγὰς λάβωμεν . Ἀλλὰ
νεώς . λόγοι δ ' ἐχώρουν : Τίνι λόγωι πορθμεύετε κλέπτοντες ἐκ γῆς ξόανα καὶ θυηπόλους ; τίνος τίς ὢν
5333944 ἐπιδεικνυοντες
ἄρα ταῖς ἐργασίαις αὐτὸ μεταχειρισόμεθα , καὶ νῦν μὲν ὡς ἐπιδεικνύοντες λέγομεν , νῦν δὲ ὡς ἀνακεφαλαιούμενοι , ἐν ἑνὶ
Ἠλεῖοι ἔπειθον αὐτοὺς ἡγεῖσθαι ὡς τάχιστα εἰς τὴν Λακωνικήν , ἐπιδεικνύοντες μὲν τὸ ἑαυτῶν πλῆθος , ὑπερεπαινοῦντες δὲ τὸ τῶν
5325776 λασιωνας
ἐσχατιῇ ὅθι πλεῖστα κινώπετα βόσκεται ὕλην , [ δρυμοὺς καὶ λασιῶνας ἀμορβαίους τε χαράδρας : ] καί τε παρὲκ λιστρωτὸν
Ἄλλα γε μὴν ἄβλαπτα κινώπετα βόσκεται ὕλην , δρυμοὺς καὶ λασιῶνας ἀμορβαίους τε χαράδρας , οὓς ἔλοπας λίβυάς τε πολυστεφέας
5321101 προσαπτουσι
κατὰ θάλατταν πραττομένων καὶ θυσίαις ὑπὸ τῶν ναυτιλλομένων τιμᾶσθαι . προσάπτουσι δ ' αὐτῷ καὶ τὸ τοὺς ἵππους δαμάσαι πρῶτον
καὶ οὕτως ἃ τῷ ὅλῳ προσήκει , ταῦτα τῷ ἀπείρῳ προσάπτουσι . ὅτι δ ' ἐν τῇ ὕλῃ τὸ ἄπειρον
5320318 ἐκβαλλουσι
κινοῦσι καὶ ῥεῖ αὐταῖς ἐκ τῶν αἰδοίων ὅμοιον γονῇ . ἐκβάλλουσι δὲ καὶ πρὸ τοῦ καιροῦ τὰ ἔμβρυα ἐάν τις
ἀλλὰ ῥήγνυνται , καὶ τοῦτον τὸν τρόπον οὐ τίκτουσιν ἀλλὰ ἐκβάλλουσι τὰ τέκνα . Λέγεται δὲ τὰ ἴχνη καὶ τὰ
5317615 ἀστραπαι
] ἤγουν διὰ ταῦτα αἰθάλουσα φλόξ ] καυστικός , ἤγουν ἀστραπαί τε καὶ κεραυνός λευκοπτέρῳ ] ἤγουν λευκῇ νιφάδι ]
παρέχουσιν , οἳ Κύκλωπες , ἤγουν αἱ βρονταί , αἱ ἀστραπαί , καὶ οἱ κεραυνοὶ τὰ μὲν ἄλλα ὅμοιοι τοῖς
5294923 ἀπολοιντο
ὑφ ' αὑτῶν , οὕτω καὶ οὗτοι αὐτοὶ αὑτοῖς δικαζόμενοι ἀπόλοιντο , καὶ τὰ χρήματα καταθεῖεν δεκαπλάσια κατὰ τοὺς νόμους
τῷ Ἀπόλλωνιἄγει στροβῶν εἰς χάσμα τῆς γῆς , οὐχ ὡς ἀπόλοιντο , ἀλλ ' ὡς ἀφανισθεῖεν εἰς μίαν ἡμέραν ,
5293263 κεραυνοι
ἀνθρώποις συμβάματα : οἷον ὄμβροι , χειμῶνες , σεισμοὶ , κεραυνοὶ , καὶ τὰ ὅμοια , καὶ ἀνθρώπων εὐβουλίαι καὶ
ἐλθεῖν εἰς τὴν ἀκτὴν τοῦ ἁλὸς , ὅπου ἔπιπτον οἱ κεραυνοὶ καὶ αἱ ἀστραπαὶ τοῦ Διὸς , ὑφ ' ὧν
5291967 αἰωρουμενοι
οὗτοι δὲ ὑπ ' ἐκείνων μιγνύμενοι φέρονται ἐν τῷ αἰθέρι αἰωρούμενοι , τὸν τούτου τόπον ἀναπλη - ροῦντες ὅπως μηδεὶς
ὅ τι δοκιμάζοιμεν , ἐγκρατῶς , ἐς οὐδενὸς ἀνδρὸς ἐλπίδας αἰωρούμενοι . “ Καὶ τάδε μὲν εἴρηται τοῖς ἄνευ φθόνου
5279924 διωξοντας
Ἀπογνόντες οὖν οἱ βάρβαροι τούς τε ἵππους ηὐτρέπιζον καὶ τοὺς διώξοντας ἔπεμπον . Ἀλλ ' οἱ μὲν οὕτω , ὁ
τούς τε κούφους [ τῶν ] στρατιωτῶν καὶ τοὺς ἱππέας διώξοντας ἐκείνους : οἱ δὲ μετὰ τῶν ἐκ τῆς ἐνέδρας
5276030 ἐπηρασαντο
ὁπότε αὐτὸν Ἀθηναῖοι ἐκ Σικελίας ἐκάλουν , οὐδ ' ὁπότε ἐπηράσαντο αὐτῷ κήρυκες καὶ Εὐμολπίδαι , οὐδ ' ὁπότε ἔφευγεν
μὲν ὀστᾶ ἐν ὅλμοις κατέκοψαν , τὰ δὲ λοιπὰ κρεανεμησάμενοι ἐπηράσαντο τοῖς μὴ γευσαμένοις αὐτῶν . ὅθεν κατήλεσαν αὐτῶν τὰς
5276021 ἀφθονωτερον
προτείνουσα προσιόντι λαβεῖν ὅ τι χρῄζει ; τίς δὲ ξένους ἀφθονώτερον δέχεται ; χειμάσαι δὲ πυρὶ ἀφθόνῳ καὶ θερμοῖς λουτροῖς
ὑμεῖς πλήρη ἔχητε τὰ ἐπιτήδεια , τότε καὶ ἐμὲ ὄψεσθε ἀφθονώτερον διαιτώμενον : ἂν δὲ ἀνεχόμενόν με ὁρᾶτε καὶ ψύχη
5274988 ἐπαινεσαντες
γνώσεται ] . . . τὴν ⌈ αὐτῆς ἀδελφὴν πάλαι ἐπαινέσαντες . [ ἀδελφὴν αὐτῆς ἐπαινέσαντες πάλαι . ] ὤφειλεν
χρὴ πράττειν . ἔπειτα γνώμην τινῶν εἰσηγησαμένων περὶ ἀποστάσεως , ἐπαινέσαντες τὸ βούλευμα καὶ πίστεις ἀπορρήτους ἐν ἀλλήλοις ποιησάμενοι ,
5271640 ἐγεννησαν
. ὥσπερ γὰρ οἱ γονεῖς τοὺς παῖδας φιλοῦσιν , ὅτι ἐγέννησαν , οὕτω καὶ οἱ σώσαντες τοὺς σεσωσμένους , ὅτι
γεγεννηκότων δίκην πατέρων τελειούντων , ἃ κατ ' ἀρχὰς ἀτελῆ ἐγέννησαν : καὶ εἶναι μὲν ὕλην πρὸς τὸ ποιῆσαν τὸ
5262540 ἐπινοημα
[ θάτερον ] παρεμπεῖπτον ἐπεσπάσατο [ ] εὐθὺς τὸ ἕτερον ἐπινόημα κατὰ [ ] μεικρὸν πρῶτον ἐγγεινόμενον [ ] καὶ
] φρόντισμα , ἐπιτήδευμα , ἐφεύρεμα . , νόημα , ἐπινόημα , διανόημα . , ἡ ἐπιστήμη ἡ ἐπινοηθεῖσα .
5259765 αἰτιασθε
. : αὐταὶ δ ' ὑμᾶς αὑτάς ] Λείπει τὸ αἰτιᾶσθε . αὐταὶ δ ' ὑμᾶς αὐτάς ] Αἰτιᾶσθε .
[ εἴ τις λακοῦσα τ ? [ μή μ ' αἰτιᾶσθε [ ὅστις δὲ δούλωι φωτὶ ⌊ πιστεύει βροτῶν ,
5254419 ὑπελιποντο
ἦν , ὡς ἐν οἰκείᾳ γῇ τὸ λοιπὸν ἐσομένους , ὑπελίποντο . αὕτη διέμεινεν ἕως τῆς Μακεδόνων δυναστείας τῆς κατὰ
οὐ μέντοι κατὰ τὰ αὐτὰ καὶ τὸν χρυσὸν οἱ Φωκέων ὑπελίποντο ἡγεμόνες . Ταραντῖνοι δὲ καὶ ἄλλην δεκάτην ἐς Δελφοὺς
5252290 κατανοουντες
διαφυλάξαι . προϊόντος δὲ κατὰ μικρὸν οὕτω τοῦ χρόνου , κατανοοῦντες ἀεὶ τῶν χρησίμων εἶναι δοκούντων , εἰς τὸ τρίτον
τόπους τοὺς πρὸς τὴν τῶν ἀπλήκτων ποίησιν ἀνερευνῶντές τε καὶ κατανοοῦντες , μήνσορες δὲ οἱ τὰ ἄπληκτα ἤτοι φοσσάτα μετροῦντές
5249371 φυτειαις
πλεῖον εἴρηται τῆς ὑποθέσεως . Ἐν δὲ ταῖς τῶν ἄλλων φυτείαις ἀνάπαλιν τίθενται τὰ φυτευτήρια , καθάπερ τῶν κλημάτων .
ὅρων τῆς στρατείας : καὶ τὴν μὲν χώραν ἐξημεροῦν ταῖς φυτείαις , στρατιώτιδας δ ' ἐπιλέξασθαι γυναῖκας , καθάπερ καὶ
5247794 φιληδονοι
τὰ ἐγκοίλια αὐτῆς τουτέστι τὰ ἐπεντρώματα , ἅ φασιν οἱ φιλήδονοι ἐπιλεάνσεις εἶναί τινας τῶν προηγουμένων ἡδονῶν , ἃ γίνεται
τροφὴν εὑρίσκοντες , ταῖς δὲ πράξεσι δοξαστικοί , πλούσιοι , φιλήδονοι , πραγματευταί , γεωργοί , ἐν παρύγροις τόποις διάγοντες
5244455 παϲχουϲι
ὑπομένουϲι μανίαν , ὃ καλεῖται λύϲϲα . μάλιϲτα δὲ τοῦτο πάϲχουϲι κατὰ τὰϲ χώραϲ ἐκείναϲ , ἐν αἷϲ μέγιϲται καὶ
ἐντέρων : ὀλιϲθηρὰ γάρ . γέροντεϲ δὲ οὐ μάλα μὲν πάϲχουϲι , περιγίγνονται δὲ ἥκιϲτα . ὥρη θέρεοϲ τίκτει μᾶλλον
5239310 διακονικον
ἔσονται . . ἩΦΑΙΣΤΟΝ Δ ' ΕΚΕΛΕΥΣΕΝ . Ἥφαιστος τὸ διακονικὸν πῦρ , καὶ ὁ ταῖς διὰ τοῦ πυρὸς ἐνεργουμέναις
αἰθέριον οὐχ ὑποπίπτει τῇ ὁράσει . * : Φλογωπὸν τὸ διακονικὸν πῦρ παρὰ τὸ ὑποκεῖσθαι τῇ ἐπωπῇ καὶ λάμπειν :
5239200 ζωμεν
ἡ ψυχὴ αἴσθησιν καὶ κίνησιν , καθ ' ἣν ἅπαντες ζῶμεν , καθ ' ἣν τὸ σῶμα δεσμεῖ τὴν ψυχήν
πλούτου καὶ πάσης ἀρχῆς , τῆς δὲ αὐτοῦ τούτου ᾧ ζῶμεν φύσεως ταραττομένης καὶ διαφθειρομένης βιωτὸν ἄρα ἔσται , ἐάνπερ
5234262 οἰκοδομουσι
πολυτελῶς καὶ ὁμοίως δειπνοῦντας , εἶπεν ὅτι ἄρα οἱ Ἀκραγαντῖνοι οἰκοδομοῦσι μὲν ὡς ἀεὶ βιωσόμενοι , δειπνοῦσι δὲ ὡς αὔριον
οἰκοδομοῦντας πολυτελῶς καὶ ὁμοίως δειπνοῦντας εἶπεν ὅτι ἄρα οἱ Ἀκραγαντῖνοι οἰκοδομοῦσι μὲν ὡς ἀεὶ βιωσόμενοι , δειπνοῦσι δὲ ὡς αὔριον
5230464 φυλαττουσιν
, ἐπειδὴ μονόπτωτά εἰσιν , καὶ τὴν αὐτὴν φωνὴν πάντως φυλάττουσιν . Ἐπειδὴ οὖν ἐν τῇ Μηδείας γενικῇ μακρόν ἐστι
νόμους παρορᾷ , οἳ τοὺς οὐδὲν ἠδικηκότας παῖδας τῷ γένει φυλάττουσιν , καὶ τὴν φύσιν , ἣ τοὺς γεννήσαντας ἕλκει
5227701 ἐπανορθουμενοι
βελτίους ποιήσαντες κατὰ τὴν αὑτῶν δύναμιν , οἱ μὲν ἑκόντες ἐπανορθούμενοι καὶ δῆλον ὅτι αἰσχυνόμενοι τὸ μεμνῆσθαι τοιούτων ἀλλάττοντες καὶ
οἱ προεστῶτες ἅμα μὲν τὴν τῶν πολλῶν πενίαν καὶ χρείαν ἐπανορθούμενοι , δι ' ἣν οὐκ ἐλάχιστα τῶν ἁμαρτημάτων συμβαίνει
5226559 ταφεντες
ἣν τῆς χθονὸς λάβωσιν ἐν ταφῇ , τουτέστιν ἣν γῆν ταφέντες κτήσονται . ἢ τὸ ἥν διὰ τὸ παμπησίαν νόει
ἣν τῆς χθονὸς λάβωσιν ἐν ταφῇ , τουτέστιν ἣν γῆν ταφέντες κτήσονται . ἢ τὸ ἣν διὰ τὴν παμπησίαν νόει
5225691 πλανωμενοι
χαροπὸν οἶδμα καὶ ἀνέμων βίας . θνητοὶ δὲ πολλοὶ καρδίᾳ πλανώμενοι ἱδρυσάμεσθα πημάτων παραψυχήν θεῶν ἀγάλματ ' ἐκ λίθων ἢ
Κιννάβαρι οἴονταί τινες τὸ αὐτὸ ὑπάρχειν τῷ καλουμένῳ μινίῳ , πλανώμενοι : τὸ μὲν γὰρ μίνιον σκευάζεται ἐν Σπανίᾳ ἐκ
5222219 ἐνεργησουσιν
σώματα , τὸ αἰσθάνεσθαι ἔδωκε , καὶ δι ' ὧν ἐνεργήσουσιν αἱ αἰσθήσεις ὀργάνων . Ἀλλ ' ἤτοι ἐχούσαις τὰς
εἰσιν , οὐκ ἂν χωρισθήσονται . τί δὲ καὶ χωρισθέντα ἐνεργήσουσιν ; τί γὰρ ἡ θρέψις θρέψει ἢ αὐξήσει ἡ
5222173 ἐπιθυμουσιν
οἶκον , οὐδὲ τίνας φιλοῦσιν ἢ μισοῦσιν , οὐδὲ τίνων ἐπιθυμοῦσιν : οὐδ ' εἰ γελάσαιεν ἢ δακρύσαιεν , ἕξουσιν
τοῦτο τὸ στρατηγικὸν παράγγελμα ὡς ἀηδὲς καὶ βαρὺ τοῖς εἰρήνης ἐπιθυμοῦσιν . Γ ὅτι ἐξερχόμενοι οἱ στρατιῶται πρὸς μάχην τροφὰς
5206870 παραδιδοασι
καὶ τοῖς ὀδοῦσι περιπείροντες , καὶ τέλος οὗτοι κατὰ κράτος παραδιδόασι τῷ Ἀντιόχῳ τὴν νίκην . Οἱ Γαλάται δὲ οἱ
πολυχρόνιον τήρησιν ἀλλὰ καὶ τὴν εὐωδίαν παρέχεσθαι . θεραπεύσαντες δὲ παραδιδόασι τοῖς συγγενέσι τοῦ τετελευτηκότος οὕτως ἕκαστον τῶν τοῦ σώματος
5206610 θρηνουσιν
βέλτιον : αὕτη γὰρ ἐκληρώθη τὸν θρῆνον [ τοῖς γὰρ θρηνοῦσιν ἐγγίνεται ] . ἡ τὸν Ἴακχον γεννήσασα ἡ καλλίπαις
καὶ εἰκότως : εἴ γε τούτους μὲν καὶ ἐπαινοῦσι καὶ θρηνοῦσιν ἄλλοι , ἐκεῖνοι δὲ εἴτε τοῦτο ἐθέλοις εἴτε ἐκεῖνο
5206168 φοραι
ποία καὶ τίνων , ἐπειδὴ πλείω τὰ κυκλικὰ καὶ αἱ φοραὶ τρόπον τινὰ ὑπεναντίαι , καὶ τὸ ἀνήνυτον καὶ οὗ
διαρκῆ διὰ πολλὰς βλαβέντα αἰτίας : ἢ γὰρ ὄμβρων ἐπαλλήλων φοραὶ κατέσυραν ἢ χαλάζης βάρος ἐπενεχθείσης ἀθρόως κατέκλασεν ἢ χιὼν
5194498 γρυπες
μᾶλλον . ὁ δὲ χῶρος οὗτος , ἔνθα οἵ τε γρῦπες διαιτῶνται καὶ [ τὰ χωρία ] τὰ χρυσεῖά ἐστιν
πως ἀπέλθῃς ἔνθα εἰσὶν οἱ ἀκραγεῖς κύνες , ἤγουν οἱ γρῦπες , οἱ ἀεὶ κράζοντες λίαν , ἢ οὐ κράζοντες
5188858 διαβαλλουσιν
οὐκ ἀπιθάνους ποιοῦνται τὰς κατηγορίας , οἷον τὸν μὲν ἰατρὸν διαβάλλουσιν ὡς φαρμακέα , τὸν πλούσιον δὲ ὡς τύραννον ,
Αἰγυπτίων ταῦτα : Ἰνδοὺς Αἰγύπτιοι τὰ μὲν ἄλλα συκοφαντοῦσι καὶ διαβάλλουσιν αὐτῶν τὰς ἐπὶ τοῖς πράγμασι δόξας , τὸν δὲ
5188472 τιμωντες
σημεῖον . Οἱ τὸν ἥλιον οὗτοι θεραπεύοντες ἄνευ αἵματος καὶ τιμῶντες θεὸν προσηγορίᾳ δευτέρᾳ καὶ τὴν γαστέρα κολάζοντες καὶ ἐν
συνουσίας , τὰ δὲ νομιζόμενα συνετελέσαμεν καὶ κοινῇ καὶ ἰδίᾳ τιμῶντες ἐκεῖνον , ἐχωριζόμεθα κατὰ τὰς αἱρέσεις , ἃς ἕκαστος
5187244 προκινδυνευοντες
ἡμετέρᾳ γῇ Φιδηναῖοι τὸν ἀγῶνα ἀράμενοι , τῆς δὲ αὑτῶν προκινδυνεύοντες ἐν τῷ αὐτῷ καὶ τὴν ἡμετέραν φυλάξουσιν . ὃ
ὁ Λογχάτης καὶ ὁ Μακέντης ἔτυχον ὄντες καὶ ἐτέτρωντο ἤδη προκινδυνεύοντες , ὁ μὲν στυρακίῳ εἰς τὸν μηρόν , ὁ
5185358 ἐπληττοντο
ἐνταῦθα λέγει τὴν νευρὰν τοῦ τόξου . . ἠράσσοντο ] ἐπλήττοντο . . θώμιγγος ] νευρᾶς . ὤλλυσαν ] ἔφθειρον
Δείμου , τοῦ Φόβου . τούτοις δὴ τάς τε καρδίας ἐπλήττοντο τά τε ξίφη τῶν χειρῶν μεθίεσαν ἔπασχόν τε ὅπερ
5183492 ἐπαυς
δ ' ἀσθενείαι τὸν πόθον διώλεσας . ἐπεί ς ' ἔπαυς ' ἂν δοῦλον ἐννέποντά με καὶ τάσδε Θήβας εὐκλεῶς
. ὀργῇ δὲ φαύλῃ πόλλ ' ἔνεστ ' ἀσχήμονα . ἔπαυς ' ὁδουροὺς λυμεῶνας ἔσῳσα δούλην οὖσαν : οἱ γὰρ
5181671 ἐφιλουν
καὶ Δάφνις ἐν μνήμῃ γινόμενοι τῶν καταλειφθέντων τερπνῶν , ὡς ἐφίλουν , ὡς περιέβαλλον , ὡς ἅμα τὴν τροφὴν προσεφέροντο
. Οἱ δὲ μάλα χαίροντες ὡς ἀρχὴν μεγάλην παρελάμβανον καὶ ἐφίλουν τὰς αἶγας καὶ τὰ πρόβατα μᾶλλον ἢ ποιμέσιν ἔθος
5179074 ἐνομιζομεν
: νῦν δὲ ἐπειδὴ Βοιωτοὶ προυκαλέσαντο εὐθὺς ὑπηκούσαμεν , καὶ ἐνομίζομεν ἀποστήσεσθαι διπλῆν ἀπόστασιν , ἀπό τε τῶν Ἑλλήνων μὴ
ἀναβάν . ἀεὶ μὲν οὖν τὴν ἐπιοῦσαν ἡμέραν τοῦτο ἕξειν ἐνομίζομεν , τἀργύριον δὲ ἡ πόλις οὐδὲ νῦν κεκόμισται .
5179014 ὀνειροι
με στρωτῶν λεχέων ὕπερ ἐν θαλάμοισιν ἡδὺ μάλα κνώσσουσαν ἀνεπτοίησαν ὄνειροι ; τίς δ ' ἦν ἡ ξείνη τὴν εἴσιδον
μιν ἠπεροπῆες , οἷά τ ' ἀκηχεμένην , ὀλοοὶ ἐρέθεσκον ὄνειροι : τὸν ξεῖνον δ ' ἐδόκησεν ὑφεστάμεναι τὸν ἄεθλον
5178193 ἀλλοεθνεις
. ὁμοίως δὲ καὶ τὰ φῶτα ἀλλήλων ἀπόστροφα ἀλλοφύλους ἢ ἀλλοεθνεῖς τοὺς γονεῖς ποιοῦσιν . ὁ Ἥλιος δύνων , διάμετρος
ἀνδραποδισμοῦ καταλήψεται τὴν πόλιν , ἄρξει δὲ τοῦ πρὸς τοὺς ἀλλοεθνεῖς πολέμου στάσις ἐμφύλιος , ἣν χρῆν ἀρχομένην ἐξελαύνοντας ἐκ
5178037 θνητοι
, ὅτι ἀπὸ τῆς αὐτῆς ῥίζης ἐγεννήθησαν θεοὶ καὶ ἄνθρωποι θνητοί . . ΧΡΥΣΕΟΝ ΜΕΝ . Πᾶς οὗτος ὁ περὶ
αἱ τιμαί : οἳ πενθοῦνται μὲν διὰ τὴν φύσιν ὡς θνητοί , ὑμνοῦνται δὲ ὡς ἀθάνατοι διὰ τὴν ἀρετήν .
5176453 συγκατατιθεμεθα
. οἱ δὲ τὸν λεγόμενον ζῦθον . ἡμεῖς μέντοι γε συγκατατιθέμεθα τοῖς λέγουσιν μυττωτὸν εἶναι τὸ διὰ σκορόδου τρίμμα .
ὃν τρόπον ἐν ὑγιεῖ καταστάσει τοῖς τρανότατα φαινομένοις πιστεύομεν καὶ συγκατατιθέμεθα , οἷον Δίωνι μὲν ὡς Δίωνι , Θέωνι δὲ
5174309 ἀσωματοι
τὸ γὰρ διπλάσιον ἡμίσεός ἐστι διπλάσιον . διὰ τί δὲ ἀσώματοι αἱ σχέσεις ; ἐπειδὴ καὶ ἐν μείζονι καὶ ἐν
οὐ γὰρ τῆς αὐτῆς πᾶσαι , εἴ γε αἱ μὲν ἀσώματοι αἱ δὲ σωματικαί , καὶ αἱ μὲν ἀκίνητοι αἱ
5172339 ἀπεστραμμεναι
, τῷ δακτύλῳ γνώσεται ψαύουσα , κἢν πρὸς τὸ ἰσχίον ἀπεστραμμέναι ἔωσιν . Ὅταν οὕτως ἔχῃ , μὴ προσφέρειν μηδὲν
ἐρρώγασιν , ἐκ πετρῶν λειβό - μεναι , τὸν ἥλιον ἀπεστραμμέναι , ἀτέραμνά τε καὶ βραδύπορα χρὴ νομίζειν τὰ τοιαῦτα
5169799 τἀνθρωπων
κενοὺς δεδοικέναι . ἀλλ ' , ὦ μάταιοι , γνῶτε τἀνθρώπων κακά : παλαίσμαθ ' ἡμῶν ὁ βίος : εὐτυχοῦσι
Ἀνάπαυσις ὕπνος ἐστὶ πάντων τῶν κακῶν . Ἀεὶ πονηρόν ἐστι τἀνθρώπων γένος . Ἄρεσκε πλήθει καθ ' ἕνα φιλοτιμούμενος .
5159736 παραδιδοασιν
διατρίβουσι , καὶ τοῖς ἐκγόνοις τὴν ὁμοίαν τοῦ βίου προαίρεσιν παραδιδόασιν . εἰσὶ δὲ οὗτοι πάντων τε ἀτελεῖς καὶ δευτερεύοντες
ὡς Ἰσίγονος θεῶν καὶ Πολέμων καὶ Αἰσχύλος ἐν τῆι Αἴτνηι παραδιδόασιν ἡ ἱστορία κατὰ τὸν Εὐήμερον ποικίλλεται . . .
5159055 σφετεραι
τὴν χρόαν αὐτῶν . καὶ Ἰνδοὶ μὲν αὐτὸ φωνῆι τῆι σφετέραι δίκαιρον φιλοῦσιν ὀνομάζειν , Ἕλληνες δέ , ὡς ἀκούω
φόρτον κομίζουσι , καὶ ἐκκαθάραντες οἱ μαθόντες χρυσοχοεῖν σοφίαι τινὶ σφετέραι πάμπολυν πλοῦτον ὑπὲρ τῶν κινδύνων ἔχουσι τῶν προειρημένων :
5158726 ἐπεδεικνυντο
προβεβηκότες ὁμοίως ἄνδρες τε καὶ γυναῖκες . Ἄγριον δὲ οὐδὲν ἐπεδείκνυντο οὐδὲ ἀνήμερον , ἀλλὰ καὶ φωνὴν εἶχον μὲν ἀνθρωπίνην
οὕτως ὥστ ' αὐτοὺς ἀγάλλεσθαι ταῖς ὑπερβολαῖς τῶν τιμῶν αἷς ἐπεδείκνυντο . φανερὰ δὲ καὶ ἡ παρ ' αὐτῶν τῶν
5155007 εὐσεβουντες
οὐκ † ἀδικοῦντες ἀπολοῦνται . ὑμεῖς δὲ κατὰ τὸν νόμον εὐσεβοῦντες καὶ εὐορκοῦντες κρινεῖτε καὶ οὐ συμπολεμήσετε Λακεδαιμονίοις τοὺς ἐκείνους
καὶ βροτοί : Παλλάδος πόλιν νέμοντες μετοικίαν τ ' ἐμὴν εὐσεβοῦντες οὔτι μέμψεσθε συμφορὰς βίου . αἰνῶ τε μύθους τῶνδε
5153732 τερμονα
ἐποψόμενοι πῇ μὲν δίδυμον χθονὸς Εὐρώπης μέγαν ἠδ ' Ἀξίας τέρμονα Φᾶσιν φοινικόπεδόν τ ' ἐρυθρᾶς ἱερὸν χεῦμα θαλάσσης χαλκοκέραυνόν
“ πῇ μὲν δίδυμον χθονὸς Εὐρώπης μέγαν ἠδ ' Ἀσίας τέρμονα Φᾶσιν . ” τῆς δὲ λίμνης τῆς Μαιώτιδος περίπλους
5151719 μηλοβοτον
κήρυκα ἔπεμπον ἄρνα ἐπιφερόμενον , ὃν ἠφίει ἔνδον ἐνδεικνύμενος , μηλόβοτον αὐτῶν τὴν οὐσίαν ἔσεσθαι καὶ τὴν πόλιν . Ἀρχὴ
ῥάκος . φησὶ δὲ Διοκλῆς πεῖσαι αὐτὸν Διογένην τὴν οὐσίαν μηλόβοτον ἀνεῖναι καὶ εἴ τι ἀργύριον εἴη , εἰς θάλατταν
5151645 φιλοπλουτοι
καὶ χαίροντες γάμοις οὐχ οὕτως εἶδον ἀσμένως γυναῖκας , καὶ φιλόπλουτοι φύντες οὐ παραπλησίως ἔστερξαν χρήματα , καὶ φίλοπλοι καὶ
τιμήν . διὸ καὶ οἱ μὲν φιλήδονοι , οἱ δὲ φιλόπλουτοι , οἱ δὲ φιλότιμοι ἤτοι φιλόδοξοι δείκνυνται , ὅπερ
5151360 ἐστεφανουν
αὐτὴν ἐστόλισαν οἱ Ἕλληνες . * στεφηφόρον εἶπεν , ὅτι ἐστεφάνουν καὶ ἄνθεσιν ἔπαττον τοὺς θυομένους * . δράκων εἶδος
ὅσον ἂν καὶ προσεδόκησαν διαπεφευγότες χειμῶνα , καὶ τὴν πόλιν ἐστεφάνουν , ἐθαύμαζον , πᾶν ὅ τι εἴποιεν αὐτὴν μικρὸν
5147145 φυλαττονται
ἐλθὼν αὐτὸς ἐξήτακας τοῦτο , ἢ πῶς οἶσθα ὅτι κακῶς φυλάττονται ; Εἰκάζω , ἔφη . Οὐκοῦν , ἔφη ,
τῶν ἄλλων χρείας τά τε ἀγαθὰ πορίζονται καὶ τὰ κακὰ φυλάττονται . οἱ δὲ μὴ εἰδότες , ἀλλὰ διεψευσμένοι τῆς
5138500 μισουσι
Λακωνική κλείς ἐστιν ὡς ἔοικέ μοι περιοιστέα . Ὦ πάτερ μισοῦσι μὲν Θράσων ' , ἀπεκτάγκασι δ ' οὔ .
σμερδαλέ ' εὐρώεντα τά τε στυγέουσι θεοί περ . στυγέουσι μισοῦσι : Ο . . ἤτοι ὁ μὲν γὰρ ἔναντα

Back