: οὕτως οὖν καὶ ὁ Ἀναξαγόρας ἡνίκα ἀπορεῖ πρὸς τὴν κοσμοποιίαν διά τινα αἰτίαν ἐξ ἀνάγκης , τότε ἕλκει τὸν
ὑπὲρ τοῦ μηκέθ ' ὁμοίως ὀλισθεῖν . Ἐπιλογιζόμενος δὲ τὴν κοσμοποιίαν κεφαλαιώδει τύπῳ φησίν : ” Αὕτη ἡ βίβλος γενέσεως
5715722 κατασκευασθεις
γύην τὸ ἔλυμα ἁρμόσῃ , τότε ὀχυρώτατός ἐστιν οὗτος οὕτω κατασκευασθεὶς ἐκ τῆς τοιαύτης ὕλης . ὁ μὲν δὴ γύης
ἐνιαυτῷ δ ' ὕστερον ἑτέρῳ μετὰ τὴν πρώτην θυσίαν ὁ κατασκευασθεὶς ἐκ τῶν δημοσίων χρημάτων νεὼς συνετελέσθη τε καὶ καθιερώθη
5627044 ἀλληγορειται
κυρίως τις βούλεται ἐπὶ τῶν κηπευμάτων ἐκδέχεσθαι τὸν λόγον . ἀλληγορεῖται οὖν τὰ προκείμενα . οἱ γὰρ ποιηταὶ ἐπιεικῶς τὰς
θεῶν τὸ πῦρ καὶ ἐδωρήσατο τοῖς ἀνθρώποις : τοῦτο γὰρ ἀλληγορεῖται : ἐπειδὴ γὰρ ὁ Προμηθεὺς πρῶτος ἐφεῦρε τὴν διαιρετικὴν
5519032 φυσαλιδων
καὶ τὸ σπέρμα τοῦ σικύου μετὰ χρυσαττικοῦ καὶ ὁ διὰ φυσαλίδων τροχίσκος καὶ τὸ γάλα τὸ ὄνειον πινόμενον καὶ μάλιστα
Ποντικοῦ τὸ μέγεθος δι ' ὕδατος θερμοῦ . Ὁ διὰ φυσαλίδων τροχίσκος πρὸς τὰς ἐν νεφροῖς καὶ κύστει διαθέσεις καὶ
5483174 κινευμενου
καὶ τὴν γαστέρα οὐκ ἐᾷ πίειραν γενέσθαι διὰ τάδε : κινευμένου τοῦ ἀνθρώπου , θερμαίνεται καὶ τὸ σῶμα καὶ τὰ
τετρημένου , εὐρυχωρίη γάρ ἐστι τῷ πνεύματι ἀπὸ τοῦ ὕδατος κινευμένου διαχωρέειν διὰ τοῦ ἀσκοῦ , καὶ διὰ τοῦ τετρημένου
5458786 εἰσπνοης
εἴσεται τοῦ λεγομένου τὴν ἀλήθειαν , ἐν μὲν τῷ τῆς εἰσπνοῆς χρόνῳ μόνῳ τῆς ὀσμῆς αἰσθόμενος , ἐν δὲ τῷ
' αὐτῶν ἀναγκαῖον ἦν ἐπιτελεῖσθαι : διὰ μὲν γὰρ τῆς εἰσπνοῆς ἡ τῶν ἀτμῶν γίνεται διάγνωσις , διὰ δὲ τῆς
5431754 εἰδοποιουσα
ὁμῶς ἐν μὲν τῷ ἄκρῳ ἡ μονή , τὰ ἄλλα εἰδοποιοῦσα , ἐν δὲ τῷ ἐσχάτῳ ἡ ἐπιστροφή , ἐν
. Ἀλλὰ καὶ ἡ ἐπιθέουσα τῷ μίγματι κοινὴ ἰδιότης ἡ εἰδοποιοῦσα τὸ μίγμα , οἷον στοιχεῖόν ἐστι τοῦ ὅλου ὡς
5355727 Ὀγκος
τὸ πρόσωπον παθῶν , καὶ πρῶτον περὶ ἰόνθων . ] Ὄγκος μικρὸς καὶ σκληρὸς ἐν τῷ κατὰ τὸ πρόσωπον δέρματι
τὴν πρὸ τέλους συλλαβὴν εἰς σύμφωνον καταλήγουσαν βαρύνεται : Μάκκος Ὄγκος Λύγκος Φόρκος . Τὰ εἰς ΚΟΣ δισύλλαβα προσηγορικὰ μὴ
5331952 σωματοειδους
, τὸ δὲ συμμιγνύμενον πρὸς τὸ ἀλόγιστον καὶ σκοτεινὸν τοῦ σωματοειδοῦς καὶ ὑλικοῦ πληροῦται πολλῆς ἀγνωσίας : ὅθεν οὐδέποτε τὴν
” ἀντὶ τοῦ οὐκ ἐδύνατο . θέμις ἐπὶ μὲν τῆς σωματοειδοῦς “ Ζεὺς δὲ Θέμιστα κέλευσε θεοὺς ἀγορήνδε καλέσσαι ,
5330078 ἐνθουσιασμος
καὶ τὸ ἓν τῆς ψυχῆς δηλοῖ περὶ ὃ καὶ ὁ ἐνθουσιασμὸς γίνεται . Τὸ δὲ παίζειν δηλοῖ μὲν καὶ τὴν
. Ὁ οὖν πρώτως καὶ κυρίως καὶ ἀληθῶς ἐκ θεῶν ἐνθουσιασμὸς κατὰ τὸ ἓν τοῦτο γίνεται τῆς ψυχῆς , ὅ
5293697 ἐκπνει
μαγνῆτις λίθος , ἤτοι σιδηρῖτις , ἐφέλκεται τὸν σίδηρον : ἐκπνεῖ δέ , σκορόδου προστριβέντος αὐτῇ : ἀναζῇ δὲ πάλιν
θνησκόντων : ὁ γὰρ ὀρφὸς ἀγρευθεὶς καὶ κατακοπτόμενος οὐκ εὐθέως ἐκπνεῖ , ἀλλ ' ἀναπηδᾷ , ὀψὲ καὶ μόλις θνῆσκον
5288927 προειρηκει
τῷ κόπῳ δ ' ἀπαυδήσας πεσὼν ἔκειτο νεκρός , ὡς προειρήκει . τὸν ἵππον οὖν παρ ' αὐτὸν εὐθέως στήσας
μυδαλέας ἐξ αἰθέρος καὶ αἱματοέσσας δὲ ψιάδας κατέχευεν ἔραζε : προειρήκει γὰρ τῶν νῦν αἷμα κελαινὸν ἐύρροον ἀμφὶ Σκάμανδρον ἐσκέδας
5284584 Ὀδυνη
δι ' ὀλίγου κνησμώδεα , θερμὰ , ὥσπερ πυρίκαυστα . Ὀδύνη δὲ ἦν περὶ τὰς μασχάλας καὶ τὰ πλευρά :
τὴν αἰθρίαν . σπλάγχνων τε θερμῶν ὧν ἐγὼ κατήσθιον . Ὀδύνη σε περὶ τὰ σπλάγχν ' ἔοικέ τις στρέφειν .
5276047 εἰλημμενη
, ἐὰν ἀληθὴς ᾖ καὶ διὰ τῶν ἐξ ἀρχῆς ὑποθέσεων εἰλημμένη . ἐνταῦθα ἀπὸ τῆς ὕλης λαμβάνει τὴν διαφορὰν τῆς
ὀφθαλμοὺς ἔχει . αὕτη μὲν οὖν ἡ διαφορὰ αὐτῶν ἔστω εἰλημμένη ἀπὸ τοῦ γιγνώσκοντος : εἴληπται γὰρ ἀπὸ τῶν τῆς
5275549 Ἠκμαζε
δὲ πατήσῃ , ἐξ Ἀκραγαντίνων κάτθαν ' ἐνὶ τριόδῳ . Ἤκμαζε δὲ καὶ κατὰ τὴν ἑξηκοστὴν Ὀλυμπιάδα , καὶ αὐτοῦ
ὕβριν , ἥδε Σόλωνα τόνδε τεκνοῖ Σαλαμὶς θεσμοθέτην ἱερόν . Ἤκμαζε μὲν οὖν περὶ τὴν τεσσαρακοστὴν ἕκτην Ὀλυμπιάδα , ἧς
5264384 σφακελισῃ
ἡ δὲ νοῦσος οὐ θανατώδης . Ἑτέρη νοῦσος : ἢν σφακελίσῃ ὁ ἐγκέφαλος , ὀδύνη λάζεται ἐκ τῆς κοτίδος ἐς
πτισάνης δὲ χυλῷ χρῆσθαι . Σφακελισμὸς ἐγκεφάλου : ἢν δὲ σφακελίσῃ ὁ ἐγκέφαλος , ὀδύνη ἴσχει τὴν κεφαλὴν , καὶ
5263564 προκατασκευην
διπλῇ : ποτὲ μὲν γὰρ μετὰ τὰ προοίμια τάττει τὴν προκατασκευήν , ὡς ἐν τῷ τῆς Παραπρεσβείας λόγῳ , ποτὲ
λάβῃ . ἡ δὲ ἐπιβολὴ αὐτῆς τῆς εἰσηγήσεως μετὰ τὴν προκατασκευήν : ὃ δὴ λοιπόν ἐστι , καὶ πάλαι μὲν
5255775 Σικελης
Κ . ὁ τύραννος [ . ] . κότταβος ἐκ Σικελῆς ἐστι χθονός , ἐκπρεπὲς ἔργον , ὃν σκοπὸν ἐς
ὄχημα δαιδάλεον ματεύειν . Κριτίας δὲ οὕτως : κότταβος ἐκ Σικελῆς ἐστι χθονὸς ἐκπρεπὲς ἔργον , ὃν σκοπὸν ἐς λατάγων
5244953 ἐδιδαχθη
. . κεῖται καὶ παρ ' Αἰσχύλωι ἡ μυθοποιία . ἐδιδάχθη ἐπὶ Γλαυκίππου . πρῶτος ἦν Σοφοκλῆς . . Π
. . . . . . ΛΑΙΟΣ ] ΑΙΣΧΥΛΟΥ ] ἐδιδάχθη ἐπὶ Θεαγενίδου ⌋ ? ? ὀλυμπιάδος ? ⌊ ⌋
5218063 ἀναγωγης
Νικαεὺς Πρωταγόρας , ὁ δὲ Δωρόθεος ἐν τοῖς ἔπεσι περὶ ἀναγωγῆς ταῦτα : πλωέμεναι χατέουσιν ἀληθέα ταῦτά κεν εἴποις .
καὶ ἀξιούμεθα τῆς οἰκείας πατρίδος καὶ τῆς ἐπὶ τὸ νοητὸν ἀναγωγῆς . Ὃ γέρας παρὰ θεῶν ἔχουσιν : ὅταν οὖν
5217938 Πριαπος
παρεστὸς τῷ Πτολεμαίῳ , στέφανον εἶχεν ἐλαίας χρυσοῦν . Καὶ Πρίαπος δ ' αὐτοῖς συμπαρῆν , ἔχων στέφανον κίσσινον ἐκ
ἐν τοῖς μυστηρίοις αὐτῶν γινόμενον ἦχον . Ὡσαύτως δὲ καὶ Πρίαπος παρὰ Θεοκρίτῳ ὁ αὐτὸς εἶναι λέγεται . Εὖαν λέγουσιν
5215342 ἑνιαιας
οὕτως ἄρα καὶ τὸ γνωστικὸν ἐκεῖ κατὰ τὸ ἡνωμένον τῆς ἑνιαίας καὶ οὐσιώδους γνώ - σεως προϋπάρχον ἀμφοῖν . Ὡς
Καὶ γὰρ διττῆς οὔσης τῆς ζωῆς , οὐσιώδους τε καὶ ἑνιαίας , εἴη ἂν καὶ ἡ πρὸ ἀμφοῖν ἁπλῶς οὖσα
5210968 διης
παλάμῃσι Κρόνοιο δῃωθεὶς εἵλιξεν ἀπειρεσίην ἐπὶ γαῖαν , αἰθέρος ἐκ δίης πεσέειν οὖδάσδε μενοινῶν , ὄφρα κε πάντ ' ἀΐδηλα
ὑπαὶ παλάμῃσι Κρόνοιο δῃωθεὶς εἵλιξεν ἀπειρεσίην ἐπὶ γαῖαν αἰθέρος ἐκ δίης πεσέειν οὖδάςδε μενοινῶν , ὄφρα κε πάντ ' ἀΐδηλα
5202882 ἀφιστασο
. μὴ νῦν , ὑπολαβὼν Αἰσχίνης οὑτοσί , μὴ νῦν ἀφίστασο , ἔφη , ἀλλ ' ὅπως τότε μὴ προσποιήσει
αὐτοὺς τύχαις ὡς ἀεὶ διαμενούσαις ἐπαιρόμενοι , τῆς στρατηγίας αὐτοῖς ἀφίστασο φανερῶς , καὶ μήτε προδότης γίνου τῶν πεπιστευκότων μήτε
5192147 Θαμνα
Καπιτωλιάς . . . . . . ξϚ λα γοʹ Θάμνα . . . . . . . . .
ιδʹ Θεσσαλικῶν . καὶ Θαμίεια . τὸ ἐθνικὸν Θαμιεύς . Θάμνα , πόλις Παλαιστίνης . Ἰώσηπος πέμπτῳ Ἰουδαϊκῆς ἱστορίας .
5185079 σκιοθηρων
μετεωροσκοπικὸν δὲ τὸ διὰ τῶν φαινομένων ἀπὸ τῶν ἀστρολάβων καὶ σκιοθήρων ὀργάνων : τοῦτο μὲν , ὡς αὐτοτελές τι καὶ
. εὗρε δὲ καὶ γνώμονα πρῶτος καὶ ἔστησεν ἐπὶ τῶν σκιοθήρων ἐν Λακεδαίμονι , καθά φησι Φαβωρῖνος ἐν Παντοδαπῇ ἱστορίᾳ
5184948 ἀνετειλεν
μου . Καὶ ὡς ἐπαύσατο Ἀσενὲθ ἐξομολογουμένη τῷ κυρίῳ ἰδοὺ ἀνέτειλεν ὁ ἑωσφόρος ἀστὴρ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ κατὰ ἀνατολάς ,
πρὸς ἀνατολαῖς ὄντος ὁ ἥλιος ὢν πρὸς τῷ Ν ἤδη ἀνέτειλεν . Ἵνα ἄρα φανῇ ἀνατέλλων ὁ ἥλιος , ἐλάσσονά
5183638 Ἐδεμ
γραφὴ λέγει : ” Καὶ ἐφύτευσεν ὁ θεὸς παράδεισον ἐν Ἐδὲμ κατὰ ἀνατολάς , καὶ ἔθετο ἐκεῖ τὸν ἄνθρωπον :
τις γίνεται . „ Καὶ ἐφύτευσεν ὁ θεὸς παράδεισον ἐν Ἐδὲμ κατὰ ἀνατολάς : καὶ ἔθετο ἐκεῖ τὸν ἄνθρωπον ὃν
5181252 εἰσκρισιν
| οὔ φημι τῷ Πλάτωνι ἐκκεκλίσθαι τὴν ἔξωθεν τῶν | εἴσκρισιν , ἀλλ ' ἄδηλος μὲν ἔστω τοῦ πότε ὁ
ἐπὶ τοῦ σπέρματος ἐκδεχόμενοιτοῦ δ ' ὅταν πλασθῇ πρῶτον τὴν εἴσκρισιν τιθέντος τοῦ μὲν ἄρρενος ἐν λ ἡμέραις , τῆς
5164341 Ἰθωμης
, καθὸ τῆς τε πόλεως μεταξὺ ἦν καὶ ἄκρας τῆς Ἰθώμης . ὡς δὲ ἡμέρα τε ἐπέσχε καὶ ἤδη τοῖς
ἄρχειν ὀκνοῦντες μάχης . ἔτει δὲ ἕκτῳ μετὰ τὸν ἐξ Ἰθώμης Λυκίσκου δρασμὸν οἱ Λακεδαιμόνιοιτὰ γὰρ ἱερὰ ἐγίνετο αὐτοῖς αἴσια
5152122 Μακραν
; Τραχεῖαν ] Τὴν σκληρὰν καὶ δειλήν . Ἄνευθε ] Μακράν . Ἐγχέων ] Ἤγουν τὰ ἔγχη . Ἀκμὰν ]
τῆς προθέσεως . : , : τὴν Λευκὴν . , Μακράν , . : . . . , : ;
5147477 φλογωδους
τῷ Ἑρμιονικῷ κόλπῳ ὄρος ἑπταστάδιον τὸ ὕψος ἀνεβλήθη γενηθέντος ἀναφυσήματος φλογώδους , μεθ ' ἡμέραν μὲν ἀπρόσιτον ὑπὸ τοῦ θερμοῦ
θανατώδη : δηλοῦσι γὰρ σηπεδόνα καὶ ἔκτηξιν τῆς πιμελῆς ὑπὸ φλογώδους θερμότητος γινομένην . Αὗταί εἰσιν αἱ συζυγίαι τῶν οὔρων
5146469 νεογαμου
δυσμενὴς ἐμοί . μή , πρός σε γονάτων τῆς τε νεογάμου κόρης . λόγους ἀναλοῖς : οὐ γὰρ ἂν πείσαις
. ἡττηθεὶς οὖν τῷ πολέμῳ ἔφυγεν εἰς Ἔφεσον μετὰ τῆς νεογάμου . ἐν δὲ τῇ δευτέρᾳ ὁ αὐτὸς Πολύβιος ἱστορεῖ
5143481 ἐξοχης
δέρχθητ ' ] ἴδετέ με , οἵῳ προσηλωμένος δεσμῷ τῆς ἐξοχῆς ταύτης τοῦ ὄρους κακὴν τήρησιν βαστάσω . . οἵῳ
τυπώσεως , Κλεάνθους μὲν κυρίως ἀκούσαντος τὴν μετὰ εἰσοχῆς καὶ ἐξοχῆς νοουμένην , Χρυσίππου δὲ καταχρηστικώτερον ἀντὶ τῆς ἀλλοιώσεως .
5138757 Ἀφροδισιαδα
, στάδιοι μʹ : ἀπὸ δὲ τῆς Σαρπηδονίας ἄκρας εἰς Ἀφροδισιάδα ὁ πλοῦς σταδίων ρκʹ . Ἡ δὲ Ἀφροδισιὰς κεῖται
σταδίους κʹ . Ἀπὸ τῶν ἀκρῶν τῆς Πιτυούσσης πρὸς τὴν Ἀφροδισιάδα στάδιοι μεʹ . Ἀπὸ Ἀφροδισιάδος , ἐκ τῶν εὐωνύμων
5134221 ἐφθασαμεν
πρώτην τὴν ἀντίληψιν εἶναι δεῖ καὶ οὕτως τὴν μετάληψιν , ἐφθάσαμεν καὶ ἐν ὅρῳ εἰπόντες , καὶ νῦν δὲ ταὐτὸν
. εἶθ ' οὓς ἤδη πεποιήμεθα συμμάχους καὶ περὶ ὧν ἐφθάσαμεν ἐγνωκότες τί χρὴ ποιεῖν , τούτους ἐξ ἀρχῆς δοκιμάζομεν
5133389 πολυανδρου
] διὰ τὸ εἶναι στενόν . ἀντιστροφὴ κώλων ζʹ . πολυάνδρου ] † τῆς ἐχούσης πολλοὺς ἄνδρας ἤτοι ἔθνη πολλά
καὶ ἔμπροσθεν πεντάλεκτρον αὐτὴν εἶπεν . τριάνορος τῆς πολυάνερος καὶ πολυάνδρου . πεντάλεκτρον γὰρ αὐτὴν εἶπεν ἔμπροσθεν - . ἔστι
5130433 περιχαρειας
καλεῖσθαι , δόξαντα δὲ εἶναι ῥωμαλέον καὶ ἐγρηγορὸς βλέποντα μετὰ περιχαρείας ἦγον ὡς ἐπὶ τῆς ἐσχατιᾶς μοι ἐσόμενον . ἦν
λαμπρότητα . ἀσμένῳ ] χαίροντι . . ἀσμένῳ ] μετὰ περιχαρείας διάγοντι , διὰ τὸ μὴ καίεσθαι τὴν νύκτα παρὰ
5110646 δυσκινησιας
δὲ καὶ τοπικὸν ἕλκος ὑπερσαρκῶσαν οὕτως ὠνομάσθη ἀπὸ τῆς παρεπομένης δυσκινησίας καὶ τοῦ βάρους : παρακολουθεῖ δὲ αὐταῖς ὄγκος περὶ
. ἐπιτήδειόν φασιν τὸ τῆς ἀμφισβαίνης δέρμα εἰς ἴασιν τῆς δυσκινησίας . ξανάᾳ οὖν ἀντὶ τοῦ ἐπιτείνεται . * ξανάᾳ
5100949 κατοχος
οὕτως ἐκδέχεσθαι τὴν παρὰ τῶν θεῶν ἔλλαμψιν : ὁ γὰρ κάτοχος γινόμενος ταῖς Μούσαις θεῖος ποιητὴς γίνεται . Ποία δέ
τοῦ χαλκοῦ , λάμβανε ἀργύρου λίτραν αʹ : ἔστι αὐτοῦ κάτοχος . Ἔχουσιν δὲ ἐν ταῖς ἄλλαις γραφαῖς καὶ διαφόρους
5098634 Φορωνεα
Ποσειδωνίου καὶ Ἡρόδοτος τὴν ἐξ Αἰγύπτου πορείαν τοῦ Ἰσραὴλ κατὰ Φορωνέα καὶ Ἄπιδα τοὺς Ἀργείων βασιλεῖς συνέγραψαν , Ἀμώσεως βασιλεύοντος
, ̈ : ἦν δὲ κατὰ τὴν Ἑλλάδα κατὰ μὲν Φορωνέα τὸν μετὰ Ἴναχον ὁ ἐπὶ Ὠγύγου κατακλυσμὸς καὶ ἡ
5084257 προταττεται
δὲ ἡ σύνταξις . κατὰ δὲ τὴν διάνοιαν , ἧς προτάττεται , σημαίνει πλείονα τὸ φέρε . . . .
ποιοῦν ἢ πάσχον . ἀλλ ' ἐπεὶ κατὰ πᾶσαν ζήτησιν προτάττεται ἡ τοῦ ζητουμένου πράγματος νόησις , ἴδωμεν πῶς εὐθὺς
5079605 χυσεως
τὸ ἡνωμένον ὑπέστη κατὰ τὴν οἷον πῆξιν τῆς τῶν πολλῶν χύσεως τε καὶ ἀπείρου φύσεως , ἣν ῥύσιν τινὰ τοῦ
' ἀνιαρὰ γίνεται : μεταπίπτει γὰρ εἰς ἀμετρίαν οὕτω γε χύσεως , ὡς διαφορεῖσθαι καὶ λύεσθαι καὶ σκεδάννυσθαι τὴν οὐσίαν
5074633 παραπομπης
οἰκείων κατελθὼν ἐς τὸ ἄστυ μετὰ πάσης εὐφημίας τε καὶ παραπομπῆς τοῦ δήμου ὑποδεχθεὶς ἐς τὴν βασίλειον ἐπανῆλθεν αὐλήν .
ἑωυτῇ μούνῃ αἵρεσιν ἔχουσαν χαρίεσσαν : περιποιήσῃ γὰρ κηφῆνος μετὰ παραπομπῆς ματαιοκοπίην . Εὐκτέη δὲ καὶ διάθεσις ἐκτὸς ἐοῦσα ὀψιμαθίης
5074553 ἀδιαπτωτως
δίδωμι πρὸς διάκρισιν , εἰ ἐπιβαλὼν ὁ σοφὸς ἰσχύσει λέγειν ἀδιαπτώτως , πότερον ἕν ἐστι τὸ δεικνύμενον ᾠὸν ἢ ἄλλο
λόγος ἀσύστατος ὤφθη , Μάρσος ἔφη δύνασθαι Παμπρέπιον τὸ προβληθὲν ἀδιαπτώτως ἐπιλύειν . ἦν δὲ οὗτος μέλας τὴν χροιάν ,
5067076 προιουσης
πενιχρά , μεθ ' ἧς καὶ ὁ παῖς αὐτῆς . προιούσης δὲ τῆς εὐωχίας τὸ παιδίον ὀγκωθὲν τὴν γαστέρα ἐκ
ὠφελείας τυχεῖν ἔξεστι διὰ τῆς εὐοδούσης καὶ κατὰ τὴν κατασκευὴν προιούσης ἐνεργείας , ἐκεῖ οὐδεμίαν βλάβην ὑφορατέον . Πανταχοῦ καὶ
5055324 καυθεισαν
καὶ καθέλκει πρὸς ἑαυτήν . εἴ τις δὲ ἐλάφου κέρκον καυθεῖσαν καὶ λειωθεῖσαν μετὰ οἴνου ἀλείψει τοὺς ὄρχεις καὶ τὸ
τῆς κολοκύνθης ἀμφιάσομεν , καὶ τέφραν τὴν ἀπὸ τῶν κολοκυνθῶν καυθεῖσαν ταῖς ῥίζαις περιβαλοῦμεν . Τούτῳ τῷ μηνὶ τῆς κλαδείας
5046993 ἑξηκοστην
ὅστις Ἑλλήνων ἑωυτὸν ἀξιοῖ Κλεισθένεος γαμβρὸν γενέσθαι , ἥκειν ἐς ἑξηκοστὴν ἡμέρην ἢ καὶ πρότερον ἐς Σικυῶνα ὡς κυρώσοντος Κλεισθένεος
ὑπὸ Ἑλλήνων . ἐνίκα μὲν δὴ τὴν ἕκτην ὀλυμπιάδα καὶ ἑξηκοστὴν ὁ Κλεοσθένης , ἀνέθηκε δὲ ὁμοῦ τοῖς ἵπποις αὑτοῦ
5046906 ἀμορφωτον
ὅθεν τὸ μὲν νόημα τοῦ νοῦ διὰ τὸ ἀσχημάτιστον καὶ ἀμόρφωτον κατὰ τὸν ἐξῃρημένον τῆς ἰδέας τοῦ κύκλου λόγον γενόμενον
τὴν ὕλην κατέχει : κατέχει δέ , εἰ μηδὲν αὐτῆς ἀμόρφωτον καταλείποι : καταλείπει δέ , εἴ τις μορφὴ ἐλλείποι
5046171 ἐτυμολογιαν
. . . [ Ἀγών : οὐχ ] εὗρον αὐτοῦ ἐτυμολογίαν . [ ἐγὼ δέ φημι : παρὰ τὸ ἄγω
διὰ τῶν τοιούτων ὀνομάτων συμβαίνει νοεῖσθαι τῶν ὑομένων ὑδάτων τὴν ἐτυμολογίαν . διὰ μὲν γὰρ τοῦ Κοίου τὸ ποιὸν νοεῖται
5046144 καταῤῥεει
μανικῷ . Δαϊζομένοιο : κοπτομένου . καταῤῥεῖ : κατέρχεται . καταῤῥέει : καταπίπτει , κατακόπτει . ἅψεα : μέλη .
ἃ τὸ αἷμα διεφθάρη . Ἐς δὲ τὰ δεξιὰ μᾶλλον καταῤῥέει ἢ ἐς τὰ ἀριστερὰ , ὅτι αἱ φλέβες εἰσὶ
5045963 κυκλικης
ὡς γὰρ ὁ κύλινδρος οὐ κατακρατεῖ τῆς περὶ τὸν ἄξονα κυκλικῆς περιαγωγῆς ἀπὸ τῆς ὀρθότητος πλαγιασθείς , οὕτως οὐδὲ ψυχὴ
τῆς ἀναφορᾶς τοῦ ζῳδίου χρόνων ἢ ἀπὸ τῆς τοῦ ἀστέρος κυκλικῆς ἀποκαταστάσεως . Ἥλιος νυκτὸς ὑπὸ γῆν ἄνευ οἰκοδεσποτείας χρηματίσας
5040823 περιδρομου
οἰκίας περίδρομος , ὡς ἐν τῷ Γήραι Ἀριστοφάνους ἐπὶ τοῦ περιδρόμου στᾶσα τῆς συνοικίας . καὶ περιοίκιον δέ τι μικρὸν
. . τῃδὶ μὴ παρέχειν σε πράγματα . ἐπὶ τοῦ περιδρόμου στᾶσα τῆς συνοικίας σὺ δ ' οὐκ ἐγήμω ;
5037239 ἑπτακαιδεκατην
κατενόει : διὰ ταχέων δὲ πάλιν παρέκρουσεν . Περὶ δὲ ἑπτακαιδεκάτην ἐοῦσα , ἦν ἄφωνος : εἰκοστῇ ἀπέθανεν . Ἐπικράτεος
, τὴν ἑξκαιδεκαταίαν τε Ὠρίων ἐπανίσχει καὶ ὑετὸς παρέπεται τὴν ἑπτακαιδεκάτην : τὴν μετ ' αὐτὴν τὸν Ἥλιον δέχεται ὁ
5033817 Ὀμβρικης
τὴν ἐπὶ Ῥώμης ἰόντι κατὰ τὴν Φλαμινίαν ὁδὸν διὰ τῆς Ὀμβρικῆς ἅπασα ἡ ὁδός ἐστι μέχρι Ὀκρίκλων καὶ τοῦ Τιβέρεως
μὲν τὴν Φλαμινίαν ἔστρωσεν ἐκ Ῥώμης διὰ Τυρρηνῶν καὶ τῆς Ὀμβρικῆς μέχρι τῶν περὶ Ἀρίμινον τόπων , ὁ δὲ τὴν
5028533 μακαριωτατος
? μετεωρίσας [ με ! ! ! ] ς ὁ μακαριώτατός [ τε ] καὶ ? φωτεινὸς [ ἀπεκόμισεν ]
ἐγὼ κατὰ τὴν φρόνησιν εἶπον : “ προέλαβέ με ὁ μακαριώτατός μου πατὴρ καὶ δεδώρηταί μοι ἀθάνατον θησαυρὸν μὴ παρερχόμενον
5027798 ἀσθε
γὰρ ταύτῃ ῥήγνυσθαι τὸ ὀστέον καὶ διαχαλᾷν , διὰ τὴν ἀσθε - νείην τῆς φύσιος τοῦ ὀστέου ταύτῃ καὶ διὰ
τὸ πάθος κινούμενον . ἐπὶ δὲ τῆς ἡμέρας καὶ στομάχου ἀσθε - νείας καὶ περὶ τὴν μήνιγγα διάθεσις , ὥστε
5026281 ἐξιωσις
μελάνωσις : μελάνωσις δὲ διὰ τὸ μελαινόμενον τῆς κράσεως , ἐξίωσις δὲ , διὰ τὴν ἀπὸ τοῦ ἰοῦ ἔξοδον καὶ
τὴν ἐξίωσιν , σημειούμενος κἀνταῦθα πάλιν , ἕως οὗ γένηται ἐξίωσις . Ἔσται πρῶτον ἡ μελάνωσις , καὶ τότε παρακολουθήσει
5025962 Φιλοτητα
. . . Ἐ . δὲ τὴν μὲν ἀγαθουργὸν ἀρχὴν Φιλότητα καὶ Φιλίαν πολλάκις , ἔτι δ ' Ἁρμονίαν καλεῖ
μὲν πῦρ Νεῖκος οὐλόμενον [ , ] , σχεδύνην δὲ Φιλότητα τὸ ὑγρὸν ἑκάστοτε προσαγορεύων . σχεδύνην Φιλότητα . .
5023836 κοσμικης
ἠέλιόν τ ' ἀκάμαντα σελήνην τε πλήθουσαν . Ἡ τῆς κοσμικῆς γενέσεως εἱμαρμένη πρῶτον θεμελιοῦχον ἐκρότησε τὴν γῆν : εἶτα
τοῦ Ἄρεος ἀπορροίας δοκεῖ γεγενῆσθαι : ἔτυχε δὲ ἐπὶ τῆς κοσμικῆς καταβολῆς ἐν Σκορπίῳ βάλλων ἀκτῖνα ὁ Ἄρης : ἔβαλε
5020893 ῥησις
, πάντων μᾶλλον ἢ φλεβοτομίας ἐμνημόνευσεν , ἔχει δὲ ἡ ῥῆσις ὧδε : “ μέγιστον δὲ ἔχει τισὶν πρὸς ὑγείας
' ὁ μῦθος ἦλθε μέχρις ἡρώων , μακρὴ μὲν ἄλλως ῥῆσις οὐδ ' ἀναγκαίη : τέλος δ ' ὁ μὲν
5020556 μειωσεως
καὶ τὰς ἀποστολὰς τῶν κληρουχιῶν ἀμφοτέρων καὶ τἆλλα ὅσα ἐμηχανήσαντο μειώσεως τοῦ πλήθους ἕνεκα . πολλὰ δὲ τοῦ Μαρκίου καθήπτοντο
καὶ ἄχρηστος παντάπασιν ἡ θρεπτικὴ δύναμις μὴ οὔσης αὐξήσεως ἢ μειώσεως : ἀπροσδεᾶ γὰρ ἐκεῖνα καὶ θνητῆς πάσης δυσχερείας ἀνώτερα
5015908 ἀγορης
, οὐρανοῦ οὐρανόθεν , Θήβης Θήβηθεν , Λυκίας Λυκίαθεν , ἀγορῆς ἀγορῆθεν , ἀγχοῦ ἀγχόθεν , ποῦ πόθεν . πῶς
δὲ ἐπεὶ ἡλίου ἀνατείλαντος σπονδὰς ἐποιήσατο , ἐπισχὼν χρόνον ἐς ἀγορῆς κου μάλιστα πληθώρην πρόσοδον ἐποιέετο : καὶ γὰρ ἐπέσταλτο
5011949 ἀποκυησιν
τί δ ' ἂν εἴη σκαιότερον ἢ ταῖς περὶ τὴν ἀποκύησιν ὠδῖσιν ἐπιφέρειν ἔξωθεν ἑτέρας ἐκ τῆς παραχρῆμα τῶν γεννωμένων
καὶ τοσαύτην μετακόσμησιν εἰληφότων , ὅσην ὁρῶμεν συμβαίνουσαν μετὰ τὴν ἀποκύησιν , ἰσχνουμένου καὶ ἀτονοῦντος καὶ ἀχροοῦντος τοῦ σώματος ὡς
5009497 Λυαιος
αι διφθόγγου γράφονται : οἷον , τιμῶ Τίμαιος : λύω Λύαιος : ὀνόματα κύρια : ματῶ μάταιος : τὸ βέβαιος
οἷον : Πήδαιον δ ' ἄρ ' ἔπεφνε , λύω Λύαιος ὄνομα κύριον , ματῶ μάταιος . οὕτως οὖν καὶ
5008421 Ἑωσφορου
Μεθύων ἐλαίῳ λύχνος ἐσπέρης ηὔχει πρὸς τοὺς παρόντας , ὡς Ἑωσφόρου κρείσσων , ἅπασι φέγγος ἐκπρεπέστατον λάμπει . ἀνέμου δὲ
ἑαυτῆς τεθνεῶτα θρηνεῖν πόθῳ φιλίας , Κήϋκα τὸν Τραχίνιον τὸν Ἑωσφόρου τοῦ ἀστέρος , καλοῦ πατρὸς καλὸν υἱόν : εἶτα
5005181 ἐπιθυμητικης
, τὸ μὲν τῆς θυμικῆς μόνον , τὸ δὲ τῆς ἐπιθυμητικῆς , τὸ δὲ τῆς λογικῆς καὶ ἄλλο ἄλλης ,
Ἐπικούρειοι οὐκ ἔμψυχα : τινὰ γὰρ ψυχῆς ὁρμητικῆς εἶναι καὶ ἐπιθυμητικῆς , τινὰ δὲ καὶ λογικῆς : τὰ δὲ φυτὰ
4996164 ἐπιπεμπεται
Καὶ διελθόντος ἐνιαυτοῦ μετὰ ταύτην τὴν μάχην , Φαβρίκιος αὖθις ἐπιπέμπεται τῷ Πύρρῳ μετὰ στρατιᾶς , ᾧ τὸ τέταρτον τῆς
καθ ' ὃ ἀπό τινος ἀποστέλλεται . ὅτῳ μὲν οὖν ἐπιπέμπεται , θνῄσκει πάντως ἐκεῖνος , ἀφ ' οὗ δὲ
4995362 παραγενομενη
Σεμιράμιδος στολήν , καὶ μετὰ ταῦθ ' ὁμοίως Πέρσας . παραγενομένη δ ' εἰς τὴν Βακτριανὴν καὶ κατασκεψαμένη τὰ περὶ
. οἱ δέ φασιν , ὅτι Ἶσις ἀπὸ τῆς Αἰγύπτου παραγενομένη κλαίουσά τε τὸν Ὄσιριν τὸ διάδημα τῆς κεφαλῆς ἐκεῖσε
4992901 συνεφθαρη
, συνεφθάρη . καρτερόν : ἰσχυρόν . Ἄνακτι συνέσβεστο : συνεφθάρη τῷ ἔχοντι , συνεσβέσθη , κατεπαύθη : ὅτι ἔσβεστο
εἰσελθεῖν πρὸς τὸν Ἀντίοχον . καί τινες μέν φασιν ὅτι συνεφθάρη αὐτῇ καὶ οὕτως ἀπηλλάγη τοῦ πάθους ὁ Ἀντίοχος .
4987263 Λαδων
δὲ τῆς Ἐλευσινίας τὸ ἱερὸν καὶ Θέλπουσαν τὴν πόλιν ὁ Λάδων παρέξεισιν ἐν ἀριστερᾷ , κειμένην μὲν ἐπὶ λόφου μεγάλου
καλούμενον δὲ ὑπὸ Ἀρκάδων Πεδίον . καθότι δὲ αὐτὸς ὁ Λάδων ἐκδίδωσιν ἐς τὸν Ἀλφειόν , Κοράκων ὠνόμασται νᾶσος .
4985255 σατυρικης
τῆς τραγικῆς ὀρχήσεως εἶδος ἡ προσαγορευομένη ἐμμέλεια , τῆς δὲ σατυρικῆς ἡ σίκιννις , τῆς δὲ κωμικῆς ὁ κόρδαξ ,
μὲν λύειν τὸν βίον , κωμῳδίας δὲ συνιστᾶν αὐτόν , σατυρικῆς δὲ τοιούτοις θυμελικοῖς χαριεντισμοῖς καθηδύνειν αὐτόν . λυρικοὶ δέ
4981072 ἐνενηκοστης
Ἀθήνησι Πυργίωνος γενέσθαι κατὰ τὸ πρῶτον ἔτος τῆς ὀγδόης καὶ ἐνενηκοστῆς ὀλυμπιάδος . ὁ δὲ πρὸ τῆς καταλήψεως χρόνος ἀναγόμενος
. πρῶτοι δὲ ἀριθμὸν ἓξ ἐπὶ τῆς ὀγδόης ἔστησαν καὶ ἐνενηκοστῆς ὀλυμπιάδος : Εὔπωλος γὰρ Θεσσαλὸς χρήμασι διέφθειρε τοὺς ἐλθόντας
4979985 χρηματιζων
δὲ αὐτῷ χρηματισμὸς πατρι - κὸς ἀρτιεπής , ἤγουν ἀληθῆ χρηματίζων , μετάλλασσέ τε αὐτόν , ἤτοι ἐζήτησε , τουτέστι
Ῥωμαίων ἔθει . ἐξ αὐτῆς ἦν Βεργίλιος ὁ ποιητὴς Μαντούτης χρηματίζων . ἔστι δὲ κατὰ συγκοπήν , ὡς τὸ Ζελείτης
4977770 φρυγομενον
μὲν τεμνόμενον καὶ διαιρούμενον ὀλιγοχρόνιον καὶ πολυπαθὲς ζῷον , ἡλίῳ φρυγόμενον , βορρᾷ ψυχόμενον . γέλωτα δὲ ἔχεις προοίμιον πένθους
μακρὰ καὶ ἀνθέρικον ἐσθιόμενον . καὶ τὸ σπέρμα δὲ αὐτοῦ φρυγόμενον καὶ ἡ ῥίζα κοπτομένη μετὰ σύκων πλείστην ὄνησιν ἔχει
4977523 ἐξωθεεται
τῆς ψυχῆς θερμῷ καταναλίσκεται , τὸ δὲ διὰ τοῦ χρωτὸς ἐξωθέεται θερμαινόμενον καὶ λεπτυνόμενον . Τὰ γλυκέα καὶ τὰ πίονα
ἔνδον αὐτὸ τὸ θερμὸν διὰ τῆς ἀναπνοῆς ἐξατμίζον ἀναπνέει καὶ ἐξωθέεται τὸ ὑγρόν , ὃ προσήγαγεν τὸ θερμόν . ἀναπνέει
4976504 Πυθαγορειος
ἐπισφαλεστάτους καιροὺς συνεκινδύνευον . καὶ γὰρ Διονυσίου τυραννοῦντος Φιντίας τις Πυθαγόρειος ἐπιβεβουλευκὼς τῷ τυράννῳ , μέλλων δὲ τῆς τιμωρίας τυγχάνειν
. πρόεισι γὰρ ὁ θεῖος ἀριθμός , ὥς φησιν ὁ Πυθαγόρειος εἰς αὐτὸν ὕμνος , μουνάδος ἐκ κευθμῶνος ἀκηράτου ,
4975946 στευω
' οὗ τὸ παθητικὸν στεύονται καὶ ἐν συγκοπῇ στεῦνται . στεύω δὲ κυρίως τὸ ὑφίσταμαι καὶ ὑπομένω ἀσφαλῶς , κίονος
στεῦνται ἀντὶ τοῦ ὑπισχνοῦνται . γίνεται δὲ ἀπὸ τοῦ στέω στεύω ὡς χέω χεύω . ἀφ ' οὗ τὸ παθητικὸν
4972007 μεσονυκτιου
πρὸς τὰ ὁμαλὰ νυχθήμερα σχεδὸν πρὸ τοσούτων πάλιν ὡρῶν τοῦ μεσονυκτίου συνάγεται ὁ χρόνος . κατὰ ταύτην δὲ τὴν ὥραν
δοθείσας ὥρας ἰσημερινὰς πρὸς τὴν ἀποχὴν τῆς μεσημβρίας καὶ τοῦ μεσονυκτίου θεωρουμένας μεταλαμβάνειν θέλωμεν εἰς τὰς κατὰ τὸν δι '
4970680 Παγγαιου
ἐκτεθειμένου πέρατος μέχρι τῶν τοῦ Νέστου ποταμοῦ ἐκβολῶν διὰ τοῦ Παγγαίου ὄρους καὶ τῇ ἐφεξῆς παραλίῳ τοῦ Αἰγαίου πελάγους καὶ
κεχˈλάδοντας ἥβᾳ , τὸν δ ' Ἔρυτον . ταχέες ἀμφὶ Παγγαίου θεμέθˈλοις ναιετάοντες ἔβαν , καὶ γὰρ ἑκὼν θυμῷ γελανεῖ
4969419 διχοτομου
τοῖς ἐαρινοῖς . ἡ δὲ δευτέρα ἑβδομὰς ἄρχεται μὲν ἀπὸ διχοτόμου , πρόεισι δὲ μέχρι πανσελήνου : θέρει δὲ παραπλήσιος
ἀποκαθίσταται . τὸ δ ' αὐτὸ καὶ ἀπὸ τῆς αʹ διχοτόμου συμβαίνει μέχρι πανσελήνου : τοσοῦτος γὰρ ἀριθμὸς συνάγεται ἡμερῶν
4968428 Τεταρτῳ
δεξιὸν αὐτῶν ἄχρι τοῦ στρατοπέδου , καὶ πολλὰς καταβαλεῖν . Τετάρτῳ δὲ μηνὶ συνθήκας γενέσθαι διὰ τῆς Ἱππολύτης : Ἱππολύτην
τῶν ἀρίστων ὡς ἐπὶ τὴν Ἑλλάδα στρατευσομένων καὶ παρασκευαζομένων . Τετάρτῳ δὲ ἔτεϊ Αἰγύπτιοι ὑπὸ Καμβύσεω δουλωθέντες ἀπέστησαν ἀπὸ Περσέων
4966891 πηξομεν
ἐνταῦθα νόει τὴν τοῦ προοιμίου καλλίστην καὶ μεγαλοπρεπεστάτην ἀρχήν . πήξομεν καὶ κατασκευάσομεν τὸν ὕμνον οὕτως , ὥσπερ ὅτε πηγνύομεν
πρόθυρον ἀξιοπρεπὲς ποιοῦμεν , οὕτω καὶ τοῦ ὕμνου τὸ προοίμιον πήξομεν ἀξιόλογον . χρυσέας : τιμίας νῦν κίονας ὑπορθώσαντες .
4966497 δεκαδαρχιας
Ἰσοκράτης . τὰς μὲν ὑπὸ Λακεδαιμονίων κατασταθείσας ἐν ταῖς πόλεσι δεκαδαρχίας συνεχῶς ὀνομάζουσιν οἱ ἱστορικοὶ , ὁ μέντοι Ἰσοκράτης ἐν
ἄλλοι . ἐπεὶ δ ' ἔδοξε τῷ δήμῳ παῦσαι τὰς δεκαδαρχίας ἀχθομένῳ ταῖς μεταβολαῖς τῶν ἐξουσιῶν διὰ τὸ μήτε προαιρέσεις
4958872 Δημητρας
καὶ Ἰφιγενείαι καὶ Οἰδίποδι : ἐν γὰρ τούτοις πᾶσι περὶ Δημήτρας λέγων τῶν μυστικωτέρων περιεργότερον ἅπτεσθαι . λέγει δὲ περὶ
Δώτιον , ἔνθα ᾤκει ὁ Ἐρυσίχθων Κυρίτα δὲ ἐπώνυμον τῆς Δημήτρας . * τῆς παντομόρφου τῆς εἰς πᾶν εἶδος μεταβαλλομένης
4957134 Χοιροβοσκος
ι ἀνερείπτω , καὶ ἐξ αὐτοῦ ἀνηρείψαντο . οὕτως ὁ Χοιροβοσκός . : τὸν καὶ ἀνηρείψαντο θεοὶ . . .
τὴν παραλήγουσαν παρήλλαξε καὶ κατὰ τὴν κλίσιν . οὕτως ὁ Χοιροβοσκός , . , . . . . Ἁλωτός :
4954899 ἀνωμαλοτητα
: καὶ τὴν ἡμέραν τοσαύτην εἶναι τῷ μήκει . Ἀναξαγόρας ἀνωμαλότητα τοῦ συγκρίματος διὰ τὸ ψυχρομιγὲς ἅμα καὶ γεῶδες :
οὕτω δὴ στάσιν μὲν ἐν ὁμαλότητι , κίνησιν δὲ εἰς ἀνωμαλότητα ἀεὶ τιθῶμεν : αἰτία δὲ ἀνισότης αὖ τῆς ἀνωμάλου
4952307 Βοτανη
. Βροχή : διὰ τὸ βραχέως θεῖσθαι καὶ χέεσθαι . Βοτάνη διὰ τὸ βιαίως τίνεσθαι , ἤγουν αὔξισιν . Βάπτισμα
Ἐξ ἑνὸς δέ του πρὸς πίστιν τῶν λοιπῶν παραστήσω . Βοτάνη γὰρ ἔστιν , ἡ λεγομένη κώνειον : αὕτη δὲ
4950019 ῥυεις
ἐβράδυνονὁ γὰρ Ἀσωπὸς ποταμὸς οὐκ ἦν διαβατός , μέγας ἄφνω ῥυείς , οἱ δ ' ἀμφὶ τὸ ἱερὸν παῖδες ὁμοῦ
τὰ πάντα εἰργάζετο : οὗτος δὲ ὁ λόγος ἐκ νοῦ ῥυείς . Τὸ γὰρ ἀπορρέον ἐκ νοῦ λόγος , καὶ
4949806 γαμικος
γὰρ ἐν τοῖς γάμοις σήσαμον διδόναι . σησαμὴ : πλακοῦς γαμικὸς ἀπὸ σησάμων πεποιημένος διὰ τὸ πολύγονον , ὥς φησι
γυναῖκα . χαλεπὸς δὲ καὶ ὁ κατὰ γένεσιν οὕτως ἔχων γαμικὸς ἀστήρ . κενοδρομοῦσα δὲ ἡ Σελήνη πολυκοίνους μηνύει ,
4946982 ἐκληρωθη
εἰληχυίας τὴν πόλιν τῶν Ἀθηναίων . ἔλαχε δὲ ἀντὶ τοῦ ἐκληρώθη δοτικῇ . ὡς τὸ ἔλαχον τῷ βασιλεῖ . Πωλεῖ
κατὰ τὴν πόλιν τὴν Φαισάναν , ἔλαχέ τε , ἤγουν ἐκληρώθη οἰκεῖν τὸν Ἀλφειόν : ἀπὸ τῆς Φαισάνης γὰρ καταῤῥεῖ
4946395 μυθολογιαν
φίλε , καθήρασθαι ἀνάγκη : ἔστιν δὲ τοῖς ἁμαρτάνουσι περὶ μυθολογίαν καθαρμὸς ἀρχαῖος , ὃν Ὅμηρος μὲν οὐκ ᾔσθετο ,
ὃ γάρ τε βόεσσι μεταπρέπει ἀγρομένῃσι . οἷα δὲ ἐς μυθολογίαν ὑπὲρ τοῦδε τοῦ ζῴου ἐκτρέπουσιν Αἰγύπτιοι οἱ τὰ περὶ
4943923 ὠκει
αὐτῷ ἀχαριστεῖν , ὑπέσχετο εἰ καιρὸς εἴη μνησθήσεσθαι τῷ δεσπότῃ ὤκει * * ἔνθα ἐτελεύτησεν . . . : Ὅτι
Βοιβηΐδος . κρημνοῖσι : ταῖς ὄχθαις . ἐπειδὴ ἡ παρθένος ὤκει [ Κορωνὶς ] παρὰ ταῖς ὄχθαις τῆς Βοιβιάδος λίμνης
4940577 ἐνεργουντι
σώμασι , καὶ γινέσθω ἡ ἐνέργεια . κἂν ὑποπέσῃ τῷ ἐνεργοῦντι κενεμβατῆσαι , τὸ ἔλασμα τῆς μήλης παραγαγέτω ὑπὸ τὸ
ἄλογον τὸ τὴν ἑκάστου ἐνέργειαν μὴ ἐν ἑκάστῳ εἶναι τῷ ἐνεργοῦντι , ἔπειτα θαυμαστόν , ὅπως τὸ πάσχον δύο κινήσεις
4940392 κρυφιον
ηʹ , τῷ ιβʹ , ἔσται τὸ σύμπτωμα λαθραῖον καὶ κρύφιον καὶ πᾶσιν ἀδιάγνωστον . εἰ δὲ ἀποκεκλικὼς μὲν ᾖ
τότε διὰ μελέων ὀξὺ βέλος πέπηγε μύσταις , ἀφανές , κρύφιον , δεδυκὸς ὑπὸ μυχοῖσι γυίων , πόδα , γόνυ
4937066 Ἀμυντωρ
: οὗ Ἀστυδάμεια ἡ Τληπολέμου μήτηρ . καὶ αὐτὸς δὲ Ἀμύντωρ εἰς Δία τὸ γένος ἀνάγει : ἔνιοι δὲ καὶ
. . . . ἐπιδείξασθαι ] πρὸς τὸ “ μαρτυρεῖ Ἀμύντωρ ” συντακτέον τὸ Δημοσθένην ἐπιδείξασθαι . . ἐκκλήτευε ]
4933656 Ἀλβας
παραδιδόναι . ἐτῶν γὰρ διαγενομένων πεντεκαίδεκα μετὰ τὸν ἀφανισμὸν τῆς Ἄλβας πρεσβείας ἀποστείλας ὁ τῶν Ῥωμαίων βασιλεὺς εἰς τὰς ἀποίκους
κλίνεται δὲ Ἄλβας , ὡς Χάραξ . ἔστι καὶ ποταμὸς Ἄλβας , ὁ νῦν λεγόμενος Τίβερις , Τιβερίνου τοῦ βασιλέως
4928230 Διδυμει
] δὲ ἀνατίθησι ? ? [ ] τῷ ? [ Διδυμεῖ ] [ ] [ Ἀπόλλωνι ] [ δὶς λαβὼν
ἀμφότεροι συνῄνεσαν Θαλῇ . ὁ δὲ μετὰ τὴν περίοδον τῷ Διδυμεῖ τίθησιν Ἀπόλλωνι . Κῴοις μὲν οὖν τοῦτον ἐχρήσθη τὸν
4925257 ἰεσθαι
διὰ τοῦ ἕως ταύτης ἡμᾶς κατακεκρῖσθαι . ἡ διὰ τὸ ἴεσθαι ἡμᾶς ἐν ταύτῃ . Ἐπηγκενίδες . αἱ πλατεῖαι σανίδες
ταύτης πάσης κινήσεως : διὸ καὶ Ἰαπετὸν κληθῆναι παρὰ τὸ ἴεσθαι καὶ πέτεσθαι , ὑπὸ τῶν θεολόγων . Τούτου δὲ
4920494 ὁρμωμενη
φοβερὰ ] ξένη , μήπω τολμηθεῖσα . παλίνορτος ] ὕστερον ὁρμωμένη . δολία ] κατασκευάζουσα δολίως τὸν τοῦ ἀνδρὸς θάνατον
ὡς ἱστορεῖ Ἀριστοκλῆς ἐν τῷ περὶ διαλέκτων . ἱεμένη : ὁρμωμένη , προθυμουμένη πλέον , καίπερ προθυμουμένη , σπουδάσασα ἡ
4919729 τελειοτατος
φροντίσῃς , εἰ τηλικόσδε ὢν τελείου ἔργα ποιῶ ἢ εἰ τελειότατός εἰμι : τότε γὰρ ἐγενόμην , ὅτε ἡ Ἀνάγκη
φροντίσῃς , εἰ τηλικόσδε ὢν τελείου ἔργα ποιῶ ἢ εἰ τελειότατός εἰμι : τότε γὰρ ἐγενόμην , ὅτε ἡ Ἀνάγκη

Back