νομίσματος . ἀντὶ δὲ τοῦ εἰπεῖν φαύλου συστήματος , πονηροῦ κόμματος εἶπεν , ἐπειδὴ περὶ πλούτου ὁ λόγος . ἀντὶ
ἀπολωλεκὼς ] ἀποβεβληκώς σχεδὸν ] τάχα τοῦ πονηροῦ ] λείψανον κόμματος ] ἀπὸ ποιῶν ] τὰ ἄδικα . πάσχων ὁ
6685435 ἀμφημερινου
ἀναπαύεται οὐδένα χρόνον . Ὁ δὲ τριταῖος μακρότερός ἐστι τοῦ ἀμφημερινοῦ , καὶ ἀπὸ χολῆς ἐλάσσονος γίνεται : ὁκόσῳ δὲ
μὲν τοιαῦτ ' ἂν εἴη οὖρα . Τοῦ δέ γε ἀμφημερινοῦ κρατοῦντος λεπτά τε καὶ λευκὰ καὶ οἷον ὑδατώδη καὶ
6516321 συνοχος
μήτρα , γίνεται πυρετὸς , οὐχ ὁ τυχὼν , ἀλλὰ σύνοχος : ἐπὶ αἵματι γάρ : ἐντεῦθεν πολλὰ πνεύματα καὶ
μόνον καῦσος λέγεται ἀλλὰ καὶ τριταιοφυής . Διαφέρει δὲ ὁ σύνοχος τούτου , ὅτι ὁ μὲν ἐξ αἵματος χολοδεστέρου γίνεται
6458794 ἐπαρσις
πᾶν τὸ ἐζυμωμένον ἐπαίρεται : χαρὰ δὲ ψυχῆς ἐστιν εὔλογος ἔπαρσις : ἐπ ' οὐδενὶ δὲ τῶν ὄντων μᾶλλον χαίρειν
: φυλακή . Εἰρχθῆναι : φυλακισθῆναι . Ὀφρῦς : ἡ ἔπαρσις . Ἄθρους : ὁμοῦ . Ἀάπτους : ἀπροσπελάστους .
6424885 ὀνοματικη
οὐδεμίαν ἀπολογίαν εὑρίσκω . Ἔτι δὲ σεμνὴ λέξις ἥ τε ὀνοματικὴ καὶ αὐτὰ τὰ ὀνόματα . ὀνοματικὴν δὲ λέγω τήν
τοὺς δέοντας λόγους ἄρθρου ἐστὶ προσδεκτικά , ἐπεὶ ἅπαξ παρυφίσταται ὀνοματικὴ κατηγορία τοῦ πράγματος . κἀκεῖνο δέ ἐστιν ἀληθές ,
6389163 ἐθνικος
διαφέρει διάλεξις διαλέκτου , ὅτι διάλεκτος μέν ἐστι φωνῆς χαρακτὴρ ἐθνικός , διάλεξις δὲ τῆς συνήθους φωνῆς ἐκτροπὴ ἐπὶ τὸ
διάλεκτος καὶ διάλεξις : διάλεκτος μὲν γάρ ἐστι φωνῆς χαρακτὴρ ἐθνικός , διάλεξις δὲ τῆς συνήθους φωνῆς ἐπὶ τὸ σεμνότερον
6373022 αἰσχρου
πολιτῶν ὀνείδους . εἰ δὲ καὶ ὁ ἀνδρεῖος δι ' αἰσχροῦ φυγήν , ἀλλ ' οὐ καὶ ὀνείδους , ἀλλ
, βίος τερπνότατος . ὁ γὰρ τὸ ἡδὺ μετὰ τοῦ αἰσχροῦ ἑλόμενος εἰ καὶ πρὸς ὀλίγον δελεασθείη τῷ ἥδοντι ,
6369772 διεντερευματος
κάτω δὲ στενή : διὸ καὶ ὀξὺ ᾄδει . τοῦ διεντερεύματος ] ⌈ ἕνεκα τῆς περὶ τοῦ ἐντέρου λεπτολογίας καὶ
καὶ πρὸς τὸ ἄκρον κοίλη , ἡ σάλπιγξ . τοῦ διεντερεύματος : τοῦ † ἐρωτήματος † τοῦ διὰ τοῦ ἐντέρου
6248698 ἀποφατικου
καὶ διὰ πλείστων συλλογισμῶν : ἀλλὰ καὶ διὰ τοῦ καθόλου ἀποφατικοῦ , ὃ καὶ αὐτὸ ἐν δύο τε σχήμασι καὶ
ἀλλὰ παρὰ τὴν συμπλοκὴν τοῦ καθόλου καὶ μερικοῦ καταφατικοῦ καὶ ἀποφατικοῦ . ἄνευ γὰρ τῆς τοίας συνθέσεως οὐδὲν ἐδείκνυτο :
6233134 καταφρονουντος
τὸ ἦθος . Ἡλικίαν σὴν οὐκ ἔχω : ἐπὶ τοῦ καταφρονοῦντός τινος ὡς ἀνοήτου . Ἢ λέγε τὶ σιγῆς κρεῖττον
τὸ ἦθος . Ἡλικίαν σὴν οὐκ ἔχω : ἐπὶ τοῦ καταφρονοῦντός τινος ὡς ἀνοήτου . Ἢ λέγε τὶ σιγῆς κρεῖττον
6216926 ἀποτροπης
νῦν δ ' ἐπιτίθησιν : ἀσφάλεια δὲ τὸ ἐπιβουλεύσασθαι , ἀποτροπῆς πρόφασις εὔλογος . καὶ ὁ μὲν χαλεπαίνων πιστὸς ἀεί
. καὶ τοιαύτην διάνοιαν ἔχων διανοεῖται παιδευτὴν εἶναι ἀρετήν : ἀποτροπῆς γοῦν ἕνεκα κολάζει . ταύτην οὖν τὴν δόξαν πάντες
6200591 σωματικου
περιόντι θαυμασιώτερα , ὅσον οὐκ ἐκ μέρους ἑνὸς καὶ τούτου σωματικοῦ τὸ γένος πιστούμεθα , ἀλλ ' ἔκ τε ὅλου
τὸ ὀρθὸν πεφυκυίας ὁρμᾶν κρατήσασα καὶ πρὸς ἡδονὴν ἀχθεῖσα κάλλους σωματικοῦ καὶ τῇ τοιαύτῃ ἀγωγῇ τῶν συγγενῶν ἑαυτῆς ἐπιθυμιῶν κρατήσασα
6193064 κατατομης
, τὸ δὲ βαρύτερον ὑπὸ τοῦ βαρυτέρου , τῆς αὐτῆς κατατομῆς ἐφ ' ἑκατέρου παρατιθεμένης . Νοείσθω γὰρ τὸ προκείμενον
τμημάτων συμβαίνοντος , ἅτε καθόλου τῆς τῶν ὀξυτέρων τεσσάρων φθόγγων κατατομῆς ὑποβιβαζομένης τοῖς τοῦ διὰ πέντε λόγοις ἡμιολίοις παρὰ τὴν
6166814 μετεχοντος
κακοήθους , αἱ δὲ πρὸς τούτῳ νευρώδεις καὶ ἀκολασίας πολλῆς μετέχοντος . ὅσαι δὲ τῶν κνημῶν κατὰ τὸ μέσον πλήρεις
οἷον παρακαλοῦντος καὶ ἐν χρείᾳ καθεστηκότος καὶ εὐλαβείας ἢ αἰδοῦς μετέχοντος . αἱ δὲ πίστεις τοῦ πνεύματος τὸν ῥυθμὸν ὑπαλλαττέτωσαν
6155568 ἐπιτεταμενου
. υλεʹ . Ψωρίασίς ἐστι σκληρότης πολλὴ τοῦ ὀσχέου μετὰ ἐπιτεταμένου κνησμοῦ , ἔσθ ' ὅτε δὲ καὶ ἑλκώσεως .
τὸ ζα ἐπιτατικὸν μόριον καὶ τοῦ χρεία . Ζαχρηέως τοῦ ἐπιτεταμένου , τοῦ πολλοῦ , τοῦ ἄγαν χρειώδους καὶ ἐπιτηδείου
6135742 ὀξυτερου
περιεχόμενον ὑπὸ δύο φθόγγων ἀνομοίων τῇ τάσει , τοῦ μὲν ὀξυτέρου , τοῦ δὲ βαρυτέρου . σύστημα δέ ἐστι σύνταξις
οἱ τοῦ διὰ τεσσάρων ὅροι σύμφωνοι : ἀπὸ δὲ τοῦ ὀξυτέρου αὐτῶν λαμβάνεται φθόγγος σύμφωνος ἐπὶ τὸ ὀξὺ διὰ τεσσάρων
6128480 μετεβαινεν
ὀξὺ καὶ εὐπειθὲς αὐτῷ καὶ φερέπονον γεγονέναι τὸ στράτευμα , μετέβαινεν ἀγχοῦ τῶν Νομαντίνων . προφυλακὰς δέ , ὥσπερ τινές
ἐπειδὴ ἐκ τῆς ἄγαν νεότητος ἤδη τὴν εἰκοσαετῆ ἡλικίαν ὑπερκύπτων μετέβαινεν εἰς τὸν ἄνδρα καί τις αὐτὸν ὑπέδραμε τῶν γιγνομένων
6125120 κνησμου
δ ' ἔστιν ὄγκος χαῦνος ὕδατι ἐοικὼς ἐξαίφνης ἐπιγενόμενος μετὰ κνησμοῦ κατὰ τὸν μέγαν κανθὸν , μάλιστα δὲ προηγησαμένου μυίας
. οὕτως Ὠρίων . . . . αἱμωδεῖν : τὸ κνησμοῦ , ὡς καὶ αἱμάσσεσθαι . παρὰ νάρκη . οὕτως
6114615 ἀκεραιοφανης
κυρίως δὲ ὁ περιφανὴς παρὰ τὸ ἀκέραιον καὶ τὸ φαίνω ἀκεραιοφανὴς καὶ ἀκραιφνὴς συγκοπῇ . χίμετλα τὰ ἐκ χειμῶνος ἀποψύγματα
κυρίως δὲ ὁ περιφανὴς παρὰ τὸ ἀκέραιον καὶ τὸ φαίνω ἀκεραιοφανὴς καὶ ἀκραιφνὴς συγκοπῇ . χίμετλα τὰ ἐκ χειμῶνος ἀποψύγματα
6107938 τριχιασεως
κεʹ περὶ ἐλεφαντιάσεως . αʹ Περὶ λιθιάσεως . βʹ περὶ τριχιάσεως νεφροῦ . γʹ περὶ διαβήτου . δʹ περὶ ἰσχουρίας
τῷ τοῦ ὄγκου μεγέθει καὶ ἐκτέμνειν ἀναρράπτειν τε ὡς ἐπὶ τριχιάσεως . Ὁ κυρίως λεγόμενος πῶρος οὐσία λιθώδης ἐστὶν ἀλλόκοτος
6106368 εἰσηγουμενου
' εἰπόντος Ἀππίου καὶ τῶν νέων ἐπιθορυβησάντων ὡς τὰ δέοντα εἰσηγουμένου , Σερου - ίλιός τ ' ἀντιλέξων ἀνέστη καὶ
προμηθουμένη θεοῦ φύσις οὐκ ἀνέχεται , ἐκεῖνο δὲ δόγμα συνεκτικώτατον εἰσηγουμένου , ὅτι πηγὴ μὲν ἁμαρτημάτων θυμός , λογισμὸς δὲ
6100651 Δειλια
Ϛʹ Κατάπληξις δὲ φόβος ἐκ μείζονος φαντασίας . [ ζʹ Δειλία δὲ ἀποχώρησις ἀπὸ φαινομένου καθήκοντος διὰ φαντασίαν δεινοῦ .
: ὡς ἐπίπαν τὸ ἐκ δέους ἢ δέοντος ἐκκρινόμενον . Δειλία : ἐκ τοῦ δέους λίαν . Δικιός ἐστιν ὁ
6080965 ὀδῳ
λέγοιτο δ ' ἂν καθ ' Ὑπερείδην καὶ ἐπὶ γήρως ὀδῷ , ἐπὶ δυσμαῖς τοῦ βίου , ὡς ὑποφέρεσθαι τὴν
ὅταν ᾖ συγκεκλεισμένος βίον . οἰκτρότατόν ἐστι πεῖραν ἐπὶ γήρως ὀδῷ ἀδίκου τύχης δίκαιος εἰληφὼς τρόπος . ὦ μεταβολαῖς χαίρουσα
6073627 ἀπεμορξατο
ε εἰς τὸ ο καὶ τοῦ λ εἰς τὸ ρ ἀπεμόρξατο , τὸ ἀπεπίασεν . . . . . ἀπεστύπαζον
ἀμέτοχον , οἷον : ἀλγήσας δ ' ἀχρεῖον ἰδὼν † ἀπεμόρξατο δάκρυ , ἀντὶ τοῦ ἀσθενῶς καὶ ταπεινῶς . ἐπὶ
6063093 θερμαινω
αἰτίαν τοῦτο πράττει , ἔφη : ” τὰς χεῖρας μου θερμαίνω ἐκ τοῦ κρύους . ” μετὰ μικρὸν δὲ ἐδέσματος
ὡς Πάτροκλος Ἀχιλλέως . θέρεσθαι θερμαίνεσθαι , καὶ τὸ θερέω θερμαίνω . ἀφ ' οὗ καὶ θέρος , καθ '
6058188 ἀπρεπους
ἀταξίαν . κορδακισμοὺς ] κορδακισμός ἐστιν εἶδος ὀρχήσεως αἰσχρᾶς καὶ ἀπρεποῦς : τῶν γὰρ ὀρχήσεων ἡ μέν ἐστι πολεμική ,
καὶ πραθεῖσαν ἀρχὴν εἶναι τὸν κωλύοντα , ἀρχηγὸν καὶ αἴτιον ἀπρεποῦς καὶ ἀπειθοῦς καταστάσεως καὶ ἐς τὰ ἐπιόντα ἐγένετο ,
6056086 ὑπευθυνου
πεπραγμένῳ κρινομένην : εἰ γὰρ ἀνευθύνου πράγματός ἐστιν εἶναι δοκοῦντος ὑπευθύνου κατηγορία τὸ ἐπ ' αὐτῷ μόνον περιλαμβάνει : ἀτελῶς
καὶ μόνον μηνύει τὸ ἀνευθύνου πράγματος εἶναι δοκοῦντος , ὡς ὑπευθύνου κατηγορία : τὸ δὲ ἐκ περιστάσεως εἶδος καταλέλοιπεν :
6055580 Ἀσταβορα
ἐκ νότου ταῖς * συμβολαῖς τῶν ποταμῶν , τοῦ τε Ἀσταβόρα καὶ τοῦ Ἀστάποδος καὶ τοῦ Ἀστασόβα : πρὸς ἄρκτον
, οὗ ἡ θέσις ξα ιβ εἶτα ἡ συναφὴ τοῦ Ἀσταβόρα ποταμοῦ καὶ τοῦ Ἀστάποδος . . . . .
6043575 ἀσυμφορου
ἄδοξον , μέρη τοῦ συμφέροντος , εἰ δὲ βούλει τοῦ ἀσυμφόρου : καίτοι τί γένοιτ ' ἂν νεώτερον ἢ Μακεδὼν
δὲ ὠφελίμου , ἀπὸ τοῦ τοῖς ἐχθροῖς ἡδέος ἡμῖν δὲ ἀσυμφόρου , ἀπὸ τοῦ σφόδρα δεῖν ἐκείνων ἀντέχεσθαι ὑπὲρ ὧν
6042001 οὐδαμινου
εὐκόλως ἀντιλέγεσθαι δυναμένου , γλισχροῦ καὶ ἀντιλογίαν ἔχοντος κατατετριμμένην , οὐδαμινοῦ . τὸ Λύκειον , ἡ Ἀκαδημία καὶ ἡ Στοὰ
πεπέδηται : δεδέσμηται , δεσμεῖται . Οὐτιδανοῖο : μικροῦ , οὐδαμινοῦ , τοῦ σμικροῦ , καὶ ὀλίγου . Οὐτιδανοῖο :
6025417 Γυμνος
: ἐπὶ τῶν ἀναισχύντως χωρούντων πρὸς πᾶν τὸ τυχόν . Γυμνὸς ὡς ἐκ μήτρας : ἐπὶ τῶν ἀπόρων . Γυναικὸς
ἔξωθεν ὑπακουστέον τὸ ἔχε . γυμνὸν ὄνθ ' οὕτως : Γυμνὸς γὰρ ἦν . καὶ τότ ' ἀπέδυν ἐγώ :
6024043 ἐκλελυμενος
Ἐπικούρου τίνι μύθων εἰκάσω ; τίς οὕτω ποιητὴς ἀργὸς καὶ ἐκλελυμένος καὶ θεῶν ἄπειρος ; Τὸ ἀθάνατον οὔτε αὐτὸ πράγματα
ἀνελέσθαι τὸν νεκρὸν καὶ τὰ ὅπλα : νῦν δὲ παντελῶς ἐκλελυμένος τις ὁ Ἀχιλλεὺς φαίνεται , τῷ πρώτῳ συστάντι τοιαῦτα
6014238 διατεινον
χρῆϲθαι μερῶν . εἰ μὲν οὖν αἵματοϲ πλῆθοϲ εἴη τὸ διατεῖνον , φλέβα τμητέον αὐτίκα μεγάλην τὴν ἐγγὺϲ τοῦ πάϲχοντοϲ
τὸ μὲν λέγεται σπέρμα , ὅπερ καὶ αὐτὸ πνεῦμά ἐστι διατεῖνον ἀπὸ τοῦ ἡγεμονικοῦ μέχρι τῶν παραστατῶν : τὸ δέ
6009681 ὁμολογουμενου
ἁρμόττοντος . ἅπερ πάντα ἔχεσθαι τοῦ ἀκολούθου τῇ φύσει καὶ ὁμολογουμένου . Διελέξατο δὲ καὶ περὶ ὀνομάτων ὀρθότητος : ὥστε
ἀμφίβολον ἐξ ἀμφιβόλου , ὁμολογούμενον ἐξ ἀμφιβόλου , ἀμφίβολον ἐξ ὁμολογουμένου . καὶ τὰ μὲν τρία ἀσύστατα , ἓν δὲ
6002459 κωλικη
, ὅταν προσάδουσαν ἑαυτῇ εὕρῃ διάγνωσιν . ἡ μὲν οὖν κωλικὴ διά - θεσις συνίσταται περὶ ἔντερον τὸ καλούμενον κῶλον
, καρδιακὴ διάθεσις , ἴκτερος , χολέρα , εἰλεὸς , κωλικὴ διάθεσις , ἀποπληξία , τέτανος , ὀπισθότονος ἐμπροσθότονος .
5993318 κωλυομενου
καὶ ἐκ λείποντος μόνον , ὡς ἐπὶ τοῦ γελῶντος καὶ κωλυομένου ἱερᾶσθαι : δοκεῖ δὲ καὶ τὸ κατὰ τὸν Κέφαλον
ἐκ λείποντος μόνον , ὡς ἐπὶ τοῦ μὴ γελῶντος καὶ κωλυομένου ἱερᾶσθαι . δοκεῖ δὲ καὶ τὸ κατὰ τὸν Κέφαλον
5988685 βραδεος
ὀξέος τὼ ὀξέε , ἡδύς ἡδέος τὼ ἡδέε , βραδύς βραδέος τὼ βραδέε . Ἔστιν οὖν εἰπεῖν ταύτην τὴν ἀπολογίαν
ἀδύνατον ἁρμόσαιὥσπερ γε καὶ ὁ ῥυθμὸς ἐκ τοῦ ταχέος καὶ βραδέος , ἐκ διενηνεγμένων πρότερον , ὕστερον δὲ ὁμολογησάντων γέγονε
5981781 ἐπιφανουϲ
ἐμψύχει καὶ ἀποκρούεται . ἡ δὲ τοῦ ῥυπτικοῦ μετέχουϲα χωρὶϲ ἐπιφανοῦϲ θερμότητοϲ ξηραίνει ἀδήκτωϲ , ἡ δὲ ἐπὶ πλέον τὸ
τὸ μέγεθοϲ τῆϲ ὀδύνηϲ καὶ ὅτι μετὰ θερμότητοϲ τῶν φλεγμαινόντων ἐπιφανοῦϲ ϲυνίϲταται , ϲυνεξαίρων εἰϲ ὄγκον τοὺϲ μῦϲ , οὐδ
5977946 ἀγεννους
Θεαίτητε , δρᾶν ; Τίνος πέρι ; Φαινόμεθά μοι ἀλεκτρυόνος ἀγεννοῦς δίκην πρὶν νενικηκέναι ἀποπηδήσαντες ἀπὸ τοῦ λόγου ᾄδειν .
δεινοῖς ὑποβεβλημένος καὶ προστιθεὶς ἑκάστῳ τὸ ὑπεῖκον καὶ εὐένδοτον , ἀγεννοῦς καὶ ἀνάνδρου ψυχῆς πάθη : τλῆναι γὰρ ἔδει καὶ
5976949 ἀξιωματος
τοὺς τυχόντας τῶν ξένων , ἀλλὰ μάλιστα τοὺς ἀπὸ ἴσου ἀξιώματος . . . . καὶ ἡ Καππαδοκία δ '
ἡμέρα ἔστιν “ . τοῦ γὰρ ” ἡμέρα ἔστιν “ ἀξιώματος τὸ ” οὐχ ἡμέρα ἔστιν “ ἀποφάσει πλεονάζει τῇ
5974651 φυσωδους
καὶ πεπέρεως μάλιστα τὸ μακρόν : καὶ γὰρ διαλύει τοῦ φυσώδους πνεύματος τὴν παχύτητα , καὶ ἀπωθεῖται πρὸς τὴν κάτω
' ὕδατος ἢ μέλιτος . ἐνυπάρχει δ ' αὐτῷ τι φυσώδους ὑγρότητος , δι ' ἣν καὶ πρὸς ἀφροδίσια παρορμᾷ
5971016 κινηϲεωϲ
ἀραιοῦται δ ' αὐτοῖϲ καὶ τὸ δέρμα ἐκ τῆϲ ϲφοδρᾶϲ κινήϲεωϲ καὶ πλείϲτη διαφόρηϲιϲ γίγνεται καὶ διὰ τοῦτο ξηρότηϲ .
χρόνου κινήϲεωϲ καὶ ἠρεμίαϲ πρὸϲ χρόνον κινήϲεωϲ καὶ ἠρεμίαϲ ἢ κινήϲεωϲ πρὸϲ κίνηϲιν , οἷον διαϲτολῆϲ πρὸϲ ϲυϲτολήν , ἠρεμίαϲ
5968140 κλυδωνιου
ἡσυχίᾳ . εὐδίᾳ ] + ἤγουν ἐκτὸς ταραχῆς γέγονεν . κλυδωνίου ] τῆς προσβολῆς τῶν πολεμίων καὶ τῆς ἐκ τούτων
, οἷος πλέων τὰς ἄκρας φάσκειν ἡμιολίας εἶναι : καὶ κλυδωνίου γενομένου ἐρωτᾶν , εἴ τις μὴ μεμύηται τῶν πλεόντων
5958181 μερεος
ἀεικίνατον . ἔν τε τῷ ἀνθρώπῳ ἁ συναρμογὰ τῶ ἀλόγω μέρεος τᾶς ψυχᾶς ποτὶ τὸ λόγον ἔχον , ἀρετά .
ἢ διὰ φιλοτιμίαν . ἁ μὲν ὦν κακία τῶ λογιστικῶ μέρεος τᾶς ψυχᾶς ἐντὶ οἰκειοτέρα : προσέοικε γὰρ ἁ μὲν
5954042 ϲκελουϲ
δὲ τὸ μέροϲ καταρτίζομεν ἐπὶ κατακειμένου τοῦ κάμνοντοϲ καὶ τοῦ ϲκέλουϲ ἐντεταμένου : καὶ τὰ ἐπινύϲϲοντα δὲ τῶν ὀϲτέων ,
. Περὶ ποδὸϲ ἄκρου . ρϚʹ . Περὶ τῆϲ τοῦ ϲκέλουϲ ἀποθέϲεωϲ . ρζʹ . Περὶ τῶν ἅμα τραύματι ϲυνιϲταμένων
5948915 μεσαιπολιος
δημηγόρου ἡλικίαν ἔχων , προπόλιος , ὑποπόλιος ὡς Δημοσθένης , μεσαιπόλιος , μεσῆλιξ , πολιός : τὸ γὰρ πολιοκρόταφος οὐ
Σύρας ἀγαπητῶς τὰ παιδία βουκολοῦσα . σὺ δὲ ἡμῖν αὐτόχρημα μεσαιπόλιος ἄνθρωπος μειράκιον ἀστικὸν ἀνεφάνης . ἀκούω γάρ σε τὰ
5946746 λιγδην
, . . . . βάλε χεῖρ ' ἐπὶ καρπῷ λίγδην . † ) ξεστικῶς . ἅπαξ δὲ ἐνταῦθα καὶ
λήψω : καὶ ἐξ αὐτοῦ ἐπίρρημα λήβδην : ὡς λείχω λίγδην : ἄκρον ἐπιλίγδην : σφριγῶσιν ἀκμάζωσι . σκυτίνας ,
5943385 Συνισταται
ἐπικείμεναι τῷ τόπῳ τρίχες , καὶ τότε ψιλοῦνται τελέως . Συνίσταται δὲ ποτὲ μὲν φλεγμονῆς προηγησαμένης καὶ σφοδρῶς ψυχθείσης ,
τὸ φύλαξόν με , κύριε , ὡς κόρην ὀφθαλμοῦ . Συνίσταται ὁ ὀφθαλμὸς ἐκ τεσσάρων χιτώνων , ὑγρῶν δὲ τριῶν
5939804 ἠπιαλων
διατρίβουσιν ἐν τῇ δοκιμασίᾳ τῶν ἵππων , διὰ τοῦτο “ ἠπιαλῶν ” ἔφη “ οἴκαδ ' ἐξ ἱππασίας βαδίζων ”
ἐξὸν καθεύδειν τὴν ἐρωμένην ἔχων ” ἀντὶ τοῦ ἔχοντα . ἠπιαλῶν ] ἀντὶ τοῦ ῥιγοπυρέτῳ περιπεσών . ἱππασίας ] ἤγουν
5936416 ἀπηρτισμενου
λόγον κατὰ τὴν ἀρχὴν τῆς πρώτης ὑποβολῆς τῶν πραγμάτων μὴ ἀπηρτισμένου τοῦ νοήματος , πολλάκις φησὶν ἐθαύμασα τίσι ποτὲ λόγοις
ἐστι χρονικὸν ἐπίρρημα , τὸ δ ' ἀρτίως ἐπὶ τοῦ ἀπηρτισμένου ἔργου τελείως . ὥστε ἁμαρτάνει Σαπφὼ λέγουσα ἀρτίως μὲν
5933469 καταχρησις
' εἰς τὸ ἀμυνέμεναι καὶ τιμωρῆσαι δοτικῇ , ὅ τι κατάχρησίς ἐστιν . Ἄλλως : τὸ ἀμύνω ποτὲ μὲν λαμβάνεται
' εἰς τὸ ἀμυνέμεναι καὶ τιμωρῆσαι δοτικῇ , ὅ τι κατάχρησίς ἐστιν . Ἄλλως : τὸ ἀμύνω ποτὲ μὲν λαμβάνεται
5933388 ἁβροτητος
, ὡς καὶ ἄνθρωποί τινες δι ' ἔφεσιν τροφῆς καὶ ἁβρότητος περὶ τὸ ζῆν πολλάκις ὡς μοχθηροὶ κινδυνεύουσιν . κάμηλος
Ἴωνας μηδὲ ἐγγὺς ἐφικνεῖσθαι τῆς παρ ' Ὁμήρῳ χορηγίας καὶ ἁβρότητος . Τί δέ , εἶπεν ὁ Φίλιππος , οὐ
5925330 ἐξαλλαξις
εἴρηται , ἐπειδὴ καὶ ὁ τρόπος καὶ ἡ τροπικὴ λέξις ἐξάλλαξίς ἐστιν ἐκ τῆς κυρίως λεγομένης , ἄνευ μέντοι σχήματος
δὲ εἴδη εἰσὶ δι ' αἰτίαν τοιαύτην : ἡ κίνησις ἐξάλλαξίς ἐστι καὶ ἔκστασις . ἐξίσταται δέ τις ἢ ἑαυτοῦ
5918540 Ἐδιδαχθη
, εἰς ἱππέας , εἰς ζευγίτας καὶ εἰς θῆτας . Ἐδιδάχθη τὸ δρᾶμα ἐπὶ Στρατοκλέους ἄρχοντος δημοσίᾳ εἰς Λήναια δι
. Τὸ δὲ δρᾶμα τῶν εὖ καὶ φιλοπόνως πεποιημένων . Ἐδιδάχθη δὲ ἐπὶ Καλλίου ἄρχοντος , τοῦ μετὰ Ἀντιγένη .
5916622 κλινιδιου
. προκοπῆς δὲ γενομένης περὶ τὴν ἐπιμέλειαν καὶ τὴν διὰ κλινιδίου κρεμαστοῦ δοκιμαστέον κίνησιν . παρακμαζούσης δὲ τῆς διαθέσεως εὐθέως
. ἔτυχεν δὲ ἐν ἀρχῇ δείπνου ὢν καὶ κατέκειτο ἐπὶ κλινιδίου στενοῦ , γυνὴ δὲ αὐτοῦ καθῆστο πλησίον , καὶ
5916594 Μινουκιανου
, αὐτὸς ἂν προσέθηκεν αὐτὴν : δῆλον οὖν ὡς ὁ Μινουκιανοῦ λόγος ἔῤῥωται καὶ ἀτελής ἐστιν ἐκ πράγματος , καὶ
οὐ κατενόησαν τῷ ὅρῳ τοῦ στοχασμοῦ , οὔτε τῷ παρὰ Μινουκιανοῦ οὔτε τῷ παρ ' Ἑρμογένους ἐκτεθέντι : ὁ μὲν
5912688 ἐκμετρος
ὁτουοῦν διῃρημένον ἄχθος ἐπὶ θάτερον ῥέπῃ . ἔκμετρος πλοῦτος καὶ ἔκμετρος χρυσός : ἐπὶ τοῦ ὑπερβάλλοντος πλήθει χρυσοῦ . καὶ
ἔκμετρος χρυσός : ἐπὶ τοῦ ὑπερβάλλοντος πλήθει χρυσοῦ . καὶ ἔκμετρος καρπός ὁ εἰς μέτρον ὑπὸ πλήθους μὴ ἀφικνούμενος .
5910357 ὠφελιμου
οὕτως αὐτοὺς διέκρινεν . Ὅτι πολλὰς ὁδοὺς Πυθαγόρας ἀνεῦρε τῆς ὠφελίμου παιδεύσεως τῶν ἀνθρώπων , ἐν ᾧ λέγεται καὶ ἡ
φαίνηταί τις ἄλλου μὲν ἕνεκεν πράξας , οἷον ἀγαθοῦ καὶ ὠφελίμου , τοῖς τοιούτοις * * * διὸ καὶ οἱ
5908045 καθωμιληται
, ἀπὸ τοῦ τῆτες πεποιημένον . τὸ δ ' ἐπέτειον καθωμίληται . ἐπὶ ῥητοῖς : οἷον ὡμολογημένοις καὶ συγκειμένοις .
λ . , : Ἀχιλλέα δὲ ὅτι Πάρις ἀνεῖλε τοξεύσας καθωμίληται . Σώστρατος δὲ ἱστορεῖ Ἀλέξανδρον Ἀπόλλωνος ἐρώμενον καὶ μαθητὴν
5907484 ἠκονημενου
οἷον τελείως : “ Θρήϊκες ἀκρόκομοι . ” ἀκωκή τοῦ ἠκονημένου παντὸς ἀκμή . ἀκειόμενον ἰώμενον καὶ ἐπισκευάζοντα . ἐπὶ
, ἀλλὰ κατὰ συναίρεσιν Ἀθηνᾶ . ἀθήρ : ἀκμὴ τοῦ ἠκονημένου σιδήρου κατὰ μεταφορὰν ἀπὸ τοῦ ἀθέρος , ὅς ἐστι
5904072 Ἰωνικου
προσοδιακῶν . σύγκειται γὰρ ἐκ χοριάμβου , παίωνος βʹ ἀντὶ Ἰωνικοῦ ἀπὸ μείζονος , χοριάμβου αὖθις καὶ Ἰωνικοῦ ἀπ '
. ἔστι δὲ τὸ προσοδιακὸν δίμετρον ἀκα - τάληκτον ἐξ Ἰωνικοῦ καὶ χοριάμβου . Τὸ ζʹ Πινδαρικὸν ἐκ Σαπφικοῦ ἑνδεκασύλλαβον
5901648 ἐστοχασατο
ἡ εἰρησομένη καὶ τὰ τοιαῦτα ἅπαντα προσδιακρινεῖ , ἐπεὶ πόθεν ἐστοχάσατο Ζηνόδοτος τὸ ὦλλοι κατὰ συναλοιφὴν τοῦ ἄρθρου γράφειν ,
ἀεὶ τῷ λογισμῷ περιφέρων τὸν παῖδα κατηφῆ τὸν οἰκέτην ἰδὼν ἐστοχάσατο . ἔπειτα θέαν εἶδε χαλεπωτέραν ὧν εἴτε ἤκουσεν εἴτε
5896248 χαιρησεις
. Ἔτι γὰρ μένεις ; Ἄπειμι : σὺ δὲ οὐ χαιρήσεις οὕτω σκαιὸς ἐκ χρηστοῦ γενόμενος . Τίς οὗτός ἐστιν
ἐκκαυλίζων καταβροχθίζει , κἀμφοῖν χειροῖν μυστιλᾶται τῶν δημοσίων . Οὐ χαιρήσεις , ἀλλά σε κλέπτονθ ' αἱρήσω ' γὼ τρεῖς
5882388 Ἁπας
μάχην οὐκ ἄλλου τινὸς εἶναι καιροῦ σημεῖον ἢ θέρους . Ἅπας γὰρ ἀναπαύεται πόλεμος ἐν χειμῶνι , καὶ τὴν πρὸς
' ἐντέχνως τε καὶ ἀπταίστως καὶ τάχιστα ἐφόδῳ τοιαύτῃ . Ἅπας πολλαπλάσιος τοσούτων ἐπιμορίων ἡγήσεται λόγων ἀντιπαρωνύμων αὐτῷ ; ὁπόστος
5877560 πλατυνομενου
στυλίδος ἑκα - τὸν εἰς Ῥήγιον , ἤδη τοῦ πορθμοῦ πλατυνομένου , προϊοῦσι πρὸς τὴν ἔξω καὶ πρὸς ἕω θάλατταν
διήγησιν μὲν εὑρεῖν οὐ δύσκολον : φαίνεται γὰρ τοῦ πράγματος πλατυνομένου τοῖς τρόποις , οἷς ἐκθήσομαι : τὴν δὲ προκατάστασιν
5873065 σκευωρια
ὁ εὐτελής . τάχα δ ' ἀπὸ τούτων καὶ ἡ σκευωρία καὶ ἡ σκευοποιία καὶ τὸ ἐσκευοποιημένον πρᾶγμα , ὡς
στρέμφυλα Ἕλληνες . στύρακα θηλυκῶς Ἀττικοί , ἀρσενικῶς Ἕλληνες . σκευωρία καὶ σκευωρήματα Ἀττικοί , συσκευή Ἕλληνες . συνέριθοι Ἀττικοί
5872472 σεσωρευται
φόρτος ἄπλετος ἐκ τοῦ παντὸς αἰῶνος , ὄρει παραπλήσιος , σεσώρευται , καὶ πᾶς οὗτος ὑπὸ τοῦ προσβάλλοντος ἀεὶ κύματος
καταπεπατῆσθαι . νένασται : ἐξήπλωται . νένασται : ὑπέστρωται , σεσώρευται ἀπὸ τοῦ νάω νῶ τὸ σωρεύω . τάς μοι
5868797 ψωμος
διενέμοντο : ξύλινοι δ ' ἦσαν . μυστίλη μὲν οὖν ψωμὸς κοῖλος εἰς ἔτνος ἢ ζωμὸν βαθυνθείς , ἀφ '
πίθον : κάβος γὰρ σίτου μέτρον . ὁ δὲ μέγας ψωμὸς ἐκαλεῖτο Θετταλικὴ ἔνθεσις . καὶ τὸ μὲν πιεῖν ἐθέλειν
5863675 αἰακτα
] θρήνου ἄξια . αἰακτὰ ] τὰ ἄξια θρήνου . αἰακτὰ ] τὰ θρήνου καὶ κλαυθμοῦ ἄξια . Ξ πήματ
, τόδ ' εἰργάσασθ ' ἄπιστον : ἦλθε δ ' αἰακτὰ πήματ ' οὐ λόγῳ . τάδ ' αὐτόδηλα ,
5863156 σμικρου
, οὐδὲν ἄτοπον , ὥσπερ τῶν διαγραμμάτων ἐνίοτε τοῦ πρώτου σμικροῦ καὶ ἀδήλου ψεύδους γενομένου , τὰ λοιπὰ πάμπολλα ἤδη
Σοφοκλεῖ αὖ προσελθὼν καὶ Εὐριπίδῃ τις λέγοι ὡς ἐπίσταται περὶ σμικροῦ πράγματος ῥήσεις παμμήκεις ποιεῖν καὶ περὶ μεγάλου πάνυ σμικράς
5858982 ἀκροποδος
λοιπῶν ἐνδόξων πρὸς στρατείας . ὁ δ ' ἐπὶ τοῦ ἀκρόποδος Ὠρίωνος καὶ ἐν Ταύρῳ μοίρας λάμπει εἴκοσι ἑπτὰ λεπτὰ
ιβ νο ζ ∠ ʹ γʹ ὁ ἐπὶ τοῦ δεξιοῦ ἀκρόποδος τοῦ ἑπομένου Διδύμου . . . . . Διδύμων
5854810 ὀξυθυμιας
ὅπως θαρρῶμεν πρὸς αὐτά . πϚʹ . Μακεδόνι . Τῆς ὀξυθυμίας τὸ ἄνθος μανία . πζʹ . Ἀριστοκλεῖ . Τὸ
ὡς Ἰσαῖος , θυμόσοφος , βαρύθυμος , ὀξύθυμος , καὶ ὀξυθυμίας , καὶ ὠξυθυμήθη παρ ' Ἀριστοφάνει . τάχα δὲ
5846575 ἀποπληξιαϲ
. ιζʹ . Περὶ τῶν ἐρώντων . ιηʹ . Περὶ ἀποπληξίαϲ καὶ ἡμιπληγίαϲ ἤτοι παραλύϲεωϲ . ιθʹ . Περὶ ϲπαϲμῶν
ἐπιπίπτουϲα . Περὶ ἀποπληξίαϲ ἐκ τῶν Ἀρχιγένουϲ . τὸ τῆϲ ἀποπληξίαϲ πάθοϲ μέγα τέ ἐϲτι τῇ φύϲει καὶ δεινῶϲ ὀξὺ
5842916 μελαγχρως
δὲ μεθῆκεν : τὸ γοῦν μεθέηκεν Ἰακὸν καὶ παλαιόν . μελάγχρως καὶ μελαγχρής : ἀμφότερα Ἀττικά , μᾶλλον δὲ διὰ
, εἰκῇ συμπεφορημένος , κρατεραύχην , βραχυτράχηλος , σιμοπρόσωπος , μελάγχρως , γλαυκόμματος , ὕφαιμος , ὕβρεως καὶ ἀλαζονείας ἑταῖρος
5839677 δικαιοπραγουντων
ὡς λαιμάργους . Ἄλλοι δὲ φασὶ τὴν παροιμίαν ἐπὶ τῶν δικαιοπραγούντων μὲν , οὐδὲν δὲ πλέον ἐκ τῆς δικαιοσύνης ἀποφερομένων
. ἡ δὲ λεγομένη παροιμία : κεστρεὺς νηστεύει ἐπὶ τῶν δικαιοπραγούντων ἀκούεται , ἐπεὶ οὐ σαρκοφαγεῖ ὁ κεστρεύς . Ἀναξίλας
5835137 προσλαμβανομενου
διὰ πασῶν , τόνων ἕξ , οἷόν ἐστι τὸ ἀπὸ προσλαμβανομένου ἐπὶ μέσην : τέταρτον δὲ τὸ διὰ πασῶν καὶ
τρίτη συνημμένων , τρίτη διεζευγμένων , τρίτη ὑπερβολαίων . ἀπὸ προσλαμβανομένου ἐπὶ ὑπάτην ὑπατῶν τόνος , ἀπὸ ὑπάτης ὑπατῶν ἐπὶ
5832698 ἀχρης
: ἀφ ' οὗ καὶ τὸ ἔχραε , τὸ ἐπεβάρυνεν ἀχρής καὶ ἀχρεῖος καὶ ἐξ αὐτοῦ ἀχρεῖον τὸ οὐδέτερον τὸ
εἰς τὸ η , ὥσπερ τὸ φοβούμενος φοβήμενος , γίνεται ἀχρής . ἢ παρὰ τὴν χροιὰν γίνεται μελαγχροίης , οἷον
5827091 χαλεπου
λοιπὰς ὁρμάς τε καὶ διαθέσεις , ὅσαι τυγχάνουσιν οὖσαι τοῦ χαλεποῦ τε καὶ θορυβώδους γένους , ἐκ τῆς τοῦ ἀνδρὸς
σφύραις ἐπὶ τοῖς ἄκμοσιν ἐστηρικότες τῆς δεινῆς ταλαιπωρίας καὶ τοῦ χαλεποῦ κόπου οὐδαμῶς παύονται . Μετὰ δὲ τούτους τοὺς Χάλυβας
5826349 ποιητεος
ἂν ξὺν τῷ σωλῆνι οὕτως . Ἢ οὖν διαμπερὲς εἴη ποιητέος ὁ σωλὴν , ἢ οὐ ποιητέος . Πτέρνης δὲ
Ἢ οὖν διαμπερὲς εἴη ποιητέος ὁ σωλὴν , ἢ οὐ ποιητέος . Πτέρνης δὲ ἄκρης κάρτα χρὴ ἐπιμελέεσθαι , ὡς
5822218 ὑφαιμος
περὶ τὸ στῆθος , καὶ διὰ τῆς θηλῆς ἔῤῥεεν ἰχὼρ ὕφαιμος : ἐπιληφθείσης δὲ τῆς ῥύσιος , ἔθανεν . Ἐκ
: ἡ δὲ ῥίζα δακτύλου πάχος , τὴν δὲ χρόαν ὕφαιμος ἐν τῷ θέρει γινομένη καὶ βάπτουσα τὰς χεῖρας .
5811128 ἐνεργησει
' ἀρετὴν ἡ εὐδαιμονία , μεθ ' ἡδονῆς ὁ εὐδαίμων ἐνεργήσει καὶ ἡσθήσεται αὐτῷ ἡ ψυχὴ ἐφ ' οἷς κατ
ἀστὴρ κατὰ τὴν ἰδίαν δύναμιν καὶ τοὺς ἐπικειμένους ἢ ἀκτινοβολοῦντας ἐνεργήσει : καὶ ἐν μὲν τοῖς χρηματιστικοῖς ζῳδίοις ἢ ἐπικέντροις
5810597 ἀμφισβητουμενης
ἦν Γάλλος , ἀπέσταλτο δὲ Λακεδαιμονίοις καὶ Ἀργείοις ὑπὲρ γῆς ἀμφισβητουμένης γενέσθαι δικαστής . οὗτος ὁ Γάλλος ἐς τὸ Ἑλληνικὸν
κάθοδος καὶ στρατηγία . Πόλεμος Αἰγεσταίοις καὶ Σελινουντίοις περὶ τῆς ἀμφισβητουμένης χώρας . Ναυμαχία Ἀθηναίων καὶ Λακεδαιμονίων περὶ τὸ Σίγειον
5810032 διαβεβλημενου
καταφορικῷ κέχρηται λόγῳ : ἐν δὲ τῷ πρὸς Λεπτίνην ὑπὲρ διαβεβλημένου προσώπου Κτησίππου πρὸς ἔνδοξον , ἑτέρου ἐδεήθη λόγου :
καὶ παντάπασιν οὐκ ἔχοντος ἀξίωμα παρὰ τοῖς Ῥοδίοις , ἀλλὰ διαβεβλημένου διὰ τὴν ἀσωτίαν τὴν τοῦ βίου καὶ παρὰ τοῖς
5809954 καθηκοντος
θεοὺς ἀγορήνδε καλέσσαι , ” ἐπὶ δὲ τοῦ ἁρμόζοντος καὶ καθήκοντος “ ἡ θέμις ἐστὶν ἄναξ ἀγορή , ” ἐπὶ
μὲν ὁ μὴ ἀλγῶν , ἀνάλγητος δὲ ὁ ἀνεπίστρεπτος τοῦ καθήκοντος . περιμάξαι καὶ ἐκμάξαι τὸ τοὺς οἰομένους πεφαρμάχθαι δι
5793745 κατασκευαστικος
τὸ δὲ γῆν διορύσσειν παιδιά . Ἐργασία δέ ἐστι λόγος κατασκευαστικὸς τοῦ προτεθέντος ἐπιχειρήματος , ἐκ παραβολῆς ἢ παραδείγματος ἔχων
λόγος ἀνατρεπτικὸς τοῦ πιθανῶς προτεθέντος λόγου καὶ κατασκευὴ τοὐναντίον λόγος κατασκευαστικὸς τοῦ πιθανῶς προτεθέντος λόγου . πρόσκειται δὲ τὸ πιθανῶς
5792373 ἀλαλος
Ἠδωνῶν Αἰσχύλου τίς ποτ ' ἔσθ ' ὁ μουσόμαντις , ἄλαλος , ἀβρατεὺς ὃν σθένει . ὀρειβάτης : Τῷ ὄρει
σύνδεσμος διαζευκτικοῦ . . . . ἄλλος : ἀπὸ τοῦ ἄλαλος καὶ κατὰ συγκοπὴν οἷον ἄλλος , οὐκ ἐγώ ,
5791123 δοκιμασιας
. θʹ . ποία καλλίων γῆ . ιʹ . περὶ δοκιμασίας γῆς . ιαʹ . ἄλλο περὶ δοκιμασίας γῆς .
, ὡς δὲ Λυσίας ἐν τῷ κατὰ . . . δοκιμασίας ἐπιλόγῳ , δισχιλίους φʹ . γεγόνασι μέντοι πλείους αἱρέσει
5786872 παντοδαπου
τειχῶν ἐνέπεσον εἰς λοιμικὴν περίστασιν : πολλοῦ γὰρ πλήθους καὶ παντοδαποῦ συνερρυηκότος εἰς τὴν πόλιν διὰ τὴν στενοχωρίαν εὐλόγως εἰς
εἶδος ] , περὶ ἀγώνων , περὶ βαλανείου καὶ λουτροῦ παντοδαποῦ , περὶ τροφῆς πάσης ὑγρᾶς τε καὶ ξηρᾶς ,
5786257 καυσου
: διὰ τοῦτο δ ' αὐτὸ καὶ ἐς περιπλευμονίην ἐκ καύσου τε καὶ πλευρίτιδος μάλιστα μεθίσταται τὰ νουσήματα : ὁκόταν
ὀξέα νοσήματα , οὔτε γὰρ τοῦ συνόχου ἐμνημόνευσεν οὔτε τοῦ καύσου , καίτοι καὶ αὐτῶν ὀξέων νοσημάτων ὄντων . προσαπολογεῖται
5786205 φειδομαι
τις ὢν ὁ φεύγων τοῦ δοῦναι : τινὲς παρὰ τὸ φείδομαι καὶ τὸ δοῦναι , φειδωδός τις ὢν καὶ τροπῇ
αὐτοῦ . Φειδιππίδην ] ἐξ ἀμφοῖν . . ἐκ τοῦ φείδομαι τὸ ἀκριβολογοῦμαι , ὡς ἀπὸ τοῦ Φείδωνος τοῦ πάππου
5780489 τουτουϊ
ὑμῶν ἀγανακτήσειεν ἀναμνησθεὶς ἑαυτοῦ , εἰ ὁ μὲν καὶ ἐλάττω τουτουῒ τοῦ ἀγῶνος ἀγῶνα ἀγωνιζόμενος ἐδεήθη τε καὶ ἱκέτευσε τοὺς
ἀρετῇ . εἰ δὲ βούλει , Κλεινίαν , τὸν Ἀλκιβιάδου τουτουῒ νεώτερον ἀδελφόν , ἐπιτροπεύων ὁ αὐτὸς οὗτος ἀνὴρ Περικλῆς
5776889 ἀισσειν
ἀικάς : τὰς φορὰς καὶ τὰς ὁρμάς , ἀπὸ τοῦ ἀίσσειν . . . ὁ δὲ Ἀπίων λέγει ἀπὸ τοῦ
αἱ πνοαὶ αἱ κάτω ἀίσσουσαι . . συστροφάς ἀπὸ τοῦ ἀίσσειν . : αἰγίδες καὶ καταιγίδες , . Β .
5773936 φθανεις
ἡ πρὸς θεὸν ἀμαθία αἰτία . βουλευόμενος περὶ ἄλλου κακῶς φθάνεις αὐτὸς πάσχων ὑπὸ σεαυτοῦ κακῶς : καὶ αὐτὸς δὲ
μεγάλα λαμβάνοντες παρὰ τῶν ζώντων τὰ τηλικαῦτα οὐ προσησόμεθα : φθάνεις δὲ τὴν αἰτίαν αὐτὸς ὑποβάλλων . οἱ μὲν γάρ
5770557 ὑπαχθεις
καὶ μετὰ τοιαύτης ἐλθών , ὁ δὲ μὴ οὐκ ἀγαθαῖς ὑπαχθεὶς συμβουλίαις μεταβουλεύεταί τε καὶ τὴν προτέραν μετατίθησι γνώμην καί
λέγεις ὀφθῆναι ; ” „ αὐτό με τοῦτο ἀπολώλεκεν , ὑπαχθεὶς γάρ μου ἐρᾶν οὐ φείδεται ὧν ἐπαινεῖ , ἀλλ
5768125 ἀντεισαγει
αἷς ἐθηλύνετο , ἐκποδὼν ἀνελὼν τὰς αὐθιγενεῖς καὶ ἀκηράτους ἀρετὰς ἀντεισάγει : Σάρρᾳ γοῦν οὐ διαλέξεται , πρὶν ἐκλιπεῖν ἐκείνην
διαλεκτικὴ ὡς τῶν ἀμέσων ἡ θατέρου ἄρσις τὸ ἕτερον πάντως ἀντεισάγει . Καὶ δὴ τὸ χωρίον σοι , φαίη τις
5762924 μακαριου
ταύτας τὰς ἐνεργείας αἱ τελειοῦσαι ἡδοναὶ τὰς τοῦ τελείου καὶ μακαρίου ἀνδρός , αὗταί εἰσιν αἱ τοῦ ἀνθρώπου , ᾗ
μετέχοντες ἀρετῆς φύσει , πρὸς δὲ τούτοις ὅσα μαθήματος ἔχεται μακαρίου πάντα εἰληφότες ἃ δ ' ἔστιν εἰρήκαμεντούτοισιν μόνοις τὰ
5758662 πληττομενου
αἴσθησιν ; Ἢ καὶ δεῖ μὲν ἀέρος τὴν πρώτην τοῦ πληττομένου , τὸ δὲ ἐντεῦθεν ἤδη ἄλλως τὸ μεταξύ ;
φωνήν , καὶ κτύπος ὀψιτέλεστος ἐπὶ χρόνον ἦλθεν ἰωῆς , πληττομένου πρώτιστον ἀτέρμονος ἠέρος ἠχῆι . ἣ δ ' ἔτι
5752037 αὐταρκειας
καὶ οἷον τὸ τῇ Ἑλλάδι : συγχαίρω σοι . Τῆς αὐταρκείας καρπὸς μέγιστος ἐλευθερία . Ὁ γενναῖος περὶ σοφίαν καὶ
οὐκ ὂν οὐσία , ἀλλ ' ἐπέκεινα ταύτης καὶ ἐπέκεινα αὐταρκείας . Ἀρκεῖ οὖν ταῦτα λέγοντας ἀπαλλαχθῆναι ; Ἢ ἔτι
5751257 ταπεινου
γελοίως μᾶζαν ἐν ταῖν χεροῖν ἔχων εἰσερπύσω διὰ τοῦ στομίου ταπεινοῦ ὄντος ἐς τὸ σπήλαιον , οὐκ ἂν ἠδυνάμην εἰδέναι
ὡς ἰδίων ἀπολαύειν τότε γοῦν τῶν ἀλλοτρίων εἶναι δοκούντων ἠξίωσε ταπεινοῦ σχήματος αὐτοὺς ἀπαλλάττων καὶ τῶν ἐπὶ μεταίταις ὀνειδῶν .
5750914 ἐμμηνου
, μάλιϲτα δι ' ἐπί - ϲχεϲιν αἱμορροΐδων ἢ καθάρϲεωϲ ἐμμήνου ϲυϲτάντοϲ τοῦ πάθουϲ , πλὴν εἰ μὴ φθάϲαιεν ἐν
. τισὶ μέντοι καὶ συνήργησε γυναιξὶν εἰς τὸ ἔθος τῆς ἐμμήνου ἀποκαταστῆναι καθάρσεως : ἡ γὰρ ἐπὶ τὰ κάτω μέρη
5747392 κατηγορηματος
, σώματι δὲ τῷ ξύλῳ , ἀσωμάτου δὲ τοῦ καίεσθαι κατηγορήματος . οἱ δὲ ἀσώματον ὑποθέμενοι τὸν κόσμον , οἷον
καὶ ἀγαθός , καὶ σκυτεὺς ἀγαθός . ἔπειτα οὐ πᾶν κατηγορήματος σύνθημα κατά τινος ἀληθῶς λεγόμενον ὡς ὁρισμὸς κατ '

Back