φημιζόμενον , καὶ ἐξάκουστον , ἢ εἰς ὃ αἱ νῆες κλύζονται , βρέχονται , ἢ κατὰ πολὺ φέρονται . Κωρύκιον
καταῤῥαίνηται , ὡς αἱ παραβαλλόμεναι κριθαί . οἱ δὲ ἰλιγγιῶντες κλύζονται σεύτλων ἑψηθέντων τῷ ὕδατι , καὶ νίτρου δραχμῶν μʹ
7182698 ἀολλεες
' ὀστέ ' ἀράξω . κηδεμόνες δέ οἱ ἐνθάδ ' ἀολλέες αὖθι μενόντων , οἵ κέ μιν ἐξοίσουσιν ἐμῇς ὑπὸ
ὀϊσάμενος δόλον εἶναι . οἱ δ ' ἅμ ' ἀϊστώθησαν ἀολλέες , οὐδέ τις αὐτῶν ἐξεφάνη : δηρὸν δὲ καθήμενος
6967167 αὐλιν
προβάτων . καὶ τὴν οἰκίαν . καὶ τὸ σπήλαιον . αὖλιν βʹ : ἤτοι κοίτην . ἢ ἔπαυλιν . ἀυτή
σύ γε δύσεαι ἀλκήν . ἐγγὺς γὰρ νηῶν καὶ τείχεος αὖλιν ἔθεντο Τρῶες ὑπέρθυμοι τηλεκλειτοί τ ' ἐπίκουροι κηάμενοι πυρὰ
6940150 ἀισσουσαν
νῆα βίῃ , τὴν δ ' οὔ κε διὲξ ἁλὸς ἀίσσουσαν οὐδὲ Ποσειδάωνος ἀελλόποδες κίχον ἵπποι : ἔμπης δ '
: ἠέρι γὰρ κεκάλυπτο . Νόησε δὲ θέσκελον αὐδὴν ἔκποθεν ἀίσσουσαν ἄδην εἰς οὔατα Τρώων ἀντιθέου Ἑλένοιο κλυτὸς νόος :
6939327 πλωουσι
ναυπηγοὶ καὶ οἱ ναῦταί εἰσιν , ὅσοι κατὰ τοὺς ποταμοὺς πλώουσι . πέμπτον δὲ γένος ἐστὶν Ἰνδοῖσιν οἱ πολεμισταί ,
κρέα ἐσιτέοντο . ὑπὸ δὲ τὴν ἕω ἀναχθέντες σταδίους τριακοσίους πλώουσι , καὶ καθορμίζονται ἐς Δαγάσειρα : ἔνθα νομάδες τινὲς
6873056 κατωμαδον
α , σκηνηδόν , ἀγεληδόν , ταυρηδόν , πανθυμαδόν , κατωμαδόν , σπανιάκις ἀπὸ τῶν εἰς ξ ληγόντων , ὡς
καταῖτυξ κέκληται , ῥύεται δὲ κάρη θαλερῶν αἰζηῶν . ” κατωμαδόν κατὰ τῶν ὤμων . κατηφόνες κατηφείας ἄξια πράττοντες ,
6838496 εἰλειται
ζώνας ὑπαινιξάμενος . Ἡ μὲν γὰρ ἀνωτάτω περὶ τὸν βόρειον εἰλεῖται πόλον , ἀρκτικὴν δὲ αὐτὴν ὀνομάζουσιν : ἡ δ
: ἔνθ ' ἤτοι πρῶτον μὲν ἀγαλλόμενος περὶ ῥίζης πυθμένας εἰλεῖται στρωφώμενος , ἠΰτε κοῦρος , ὅστε νέον προμολοῦσαν ἑὴν
6829855 ὀλοος
, οὔθ ' ὁράασθαι ἔλπεται , εἰσόκε δή μιν ἐπαΐξας ὀλοὸς θὴρ δαρδάψῃ : τῆς δ ' ἦτορ ὁμοίϊον ,
ὕπερθε μέγα στενάχοντα κάλυψαν : καί ῥά οἱ ἐκ βελέων ὀλοὸς περὶ τύμβος ἐτύχθη πὰρ τέμενος καὶ σῆμα κραταιοῦ Βελλεροφόντου
6815064 βορεαο
κνέφας . οὐδὲ μὲν ἠοῖ πείσματα νηὸς ἔλυσαν ἐπὶ πνοιῇ βορέαο . Λημνιάδες δὲ γυναῖκες ἀνὰ πτόλιν ἷζον ἰοῦσαι εἰς
δὲ νέον κατεφαίνετο γαῖα : καὶ τότ ' ἀναρπάγδην ὀλοὴ βορέαο θύελλα μεσσηγὺς πέλαγόσδε Λιβυστικὸν ἐννέα πάσας νύκτας ὁμῶς καὶ
6811355 καταϊγδην
ἐκεῖσε . ἰφθίμοις : ἰσχυροτάτοις . Δούρασι : κοντοῖς . καταΐγδην : συντόμως . Πέφνουσι : βάλλουσιν . Κεφαλῇφιν :
ἐξερύσωσιν ἐπ ' ᾐόνας : ἔνθα δὲ δούροις ἄνδρες ἐπασσυτέροισι καταΐγδην ἐλόωντες κρᾶτα συνηλοίησαν , ὁ δ ' ὄλλυται ἄφρονι
6801698 ἀγαρροον
θέσαν μογέοντες Ἀχαιοί , λεῖα δ ' ἐποίησεν παρ ' ἀγάρροον Ἐλλήσποντον , αὖτις δ ' ἠϊόνα μεγάλην ψαμάθοισι κάλυψε
! ! ] ! [ ] ! ! ! υσειεν ἀγάρροον ονν ! [ ! ] ! ! ! [
6800324 ἀντιπερην
πόδες φέρον ἐγκονέουσαν : ἀσπασίως δ ' ὄχθῃσιν ἐπηέρθη ποταμοῖο ἀντιπέρην λεύσσουσα πυρὸς σέλας ὅρρα τ ' ἀέθλου παννύχιοι ἥρωες
ὑπάρχον τὸ κῦμα ὁμαλίζεται , εἰ ἀγαθοῦ κυβερνήτου τύχοι . ἀντιπέρην γαίῃ Θυνηίδι : διτταί εἰσι Θυνίαι , ἡ μὲν
6783730 νειοθεν
τὴν βρύχιον καὶ βαθεῖαν . τὸ δὲ βρύχιον ἀντὶ τοῦ νείοθεν καὶ ἀπὸ τοῦ βυθοῦ . . ᾖσαν δὲ καὶ
ῥόος παλίνορσος [ ] , ὅπῃ πιτυώδεος [ ] ὕλης νείοθεν ἐρρίζωντο συνήλικες ἔρνεσι νύμφαι . τοῖα δ ' Ἁμαδρυάδων
6774346 θινα
” ἀκέων ἥσυχος : “ βῆ δ ' ἀκέων παρὰ θῖνα . ” καὶ θηλυκῶς “ ἀλλ ' ἀκέουσα κάθησο
πολλὸν μὲν μέθυ πίνετο , πολλὰ δὲ μῆλα ἔσφαζον παρὰ θῖνα καὶ εἰλίποδας ἕλικας βοῦς . τόφρα δ ' ἄρ
6771457 ἐσταν
: οὐδέ τις ἔτλη μεῖναι ἐπερχόμενον , ἀλλ ' ἀντίοι ἔσταν ἅπαντες : περὶ δὲ τοῦ ἑνὸς καὶ ἐξῃρημένου λέγει
ὑπὸ χθὼν σμερδαλέον κονάβιζε ποδῶν αὐτῶν τε καὶ ἵππων . ἔσταν δ ' ἐν λειμῶνι Σκαμανδρίῳ ἀνθεμόεντι μυρίοι , ὅσσά
6766875 θοροντες
θάμβος , ὅταν κερόεσσαν ἀχαϊνέην πτερόεντες ἀτταγέες νώτοισιν ἐπὶ στικτοῖσι θορόντες ἢ δόρκοις πέρδικες ἐπὶ πτερὰ πυκνὰ βαλόντες ἱδρῶ ἀποψύχωσι
πότε παύεται ὄβριμον ὕδωρ : ὣς οἵγε γλαφυροῖο διὰ ξυλόχοιο θορόντες ἀτλήτους ἀνέχοντο πόνους ἀκμῆτες Ἀχαιοί . τοῖσι δ '
6766681 ἰνδαλλονται
δικλίδ ' ἐπιπλήσσοντες ἀνακρούουσιν ὀχῆας , τοῖοί οἱ μουνὰξ ὑποκείμενοι ἰνδάλλονται ἀστέρες . Ἡ δ ' αὕτως ὀλίγων ἀποτείνεται ὤμων
βόσιός τε χατίζει , γυμναὶ δ ' ἡμερίδες περὶ βότρυσιν ἰνδάλλονται , δὴ τότε καὶ θηρᾶν πικρὴν ἐπὶ μῆτιν ὑφαίνει
6766609 ἀσθμαινοντες
ἀποθνήσκοντες , οἱ δὲ ἀπολειφθέντες , παρειμένοι καὶ οἷον μικρὸν ἀσθμαίνοντες , ἐκπερῶμεν πρὸς τὴν Φωκίδα καὶ τὴν Δωρίδα γῆν
πολλοῖς τοῖς ἀπόροις καὶ δυσχερέσιν ἐντυγχάνοντες ἀποδυσπετοῦσί τε καὶ ἀναστρέφουσιν ἀσθμαίνοντες καὶ ἱδρῶτι ῥεόμενοι , οὐ φέροντες τὸν κάματον .
6762498 τετανυσται
οὐδ ' ἀλλήλων ἀλέγουσι . νῆσος ἔπειτα λάχεια παρὲκ λιμένος τετάνυσται , γαίης Κυκλώπων οὔτε σχεδὸν οὔτ ' ἀποτηλοῦ ,
. ἄλλως : ἡ δὲ μύουρος οὐρὰ ἐπὶ τῇ ὁλκῇ τετάνυσται . πεδανή , ταπεινή : νῦν δὲ μικρὰ καὶ
6759006 ἐλατῃσιν
ῥ ' οἳ μὲν πευκῇσιν ἀμύνονθ ' οἳ δ ' ἐλάτῃσιν : ἐν δ ' ἔπεσαν Μινύαισι κατὰ σκοτόεσσαν ὁμίχλην
δ ' ἐπ ' ἐρετμὰ ἑζόμενοι λεύκαινον ὕδωρ ξεστῇς ' ἐλάτῃσιν . αὐτὰρ ἐγὼ κηροῖο μέγαν τροχὸν ὀξέϊ χαλκῷ τυτθὰ
6758612 πεδιοιο
ὅτι ἀπὸ τοῦ προπάτορος ὁ Ἀντίλοχος Νηλήιος . . ἕλκῃσιν πεδίοιο τιταινόμενος σὺν ὄχεσφιν : ἡ διπλῆ ὅτι διὰ πεδίου
Ἀχαιοὶ ἔκδεον ἡμιόνων : ταὶ δὲ χθόνα ποσσὶ δατεῦντο ἐλδόμεναι πεδίοιο διὰ ῥωπήϊα πυκνά . πάντες δ ' ὑλοτόμοι φιτροὺς
6739229 θωρηκες
ἡ γὰρ ἀμβροσία ἐστὶ ξηρὰ τροφή . . . . θώρηκές τε κραταιγύαλοι : ἡ διπλῆ ὅτι οἱ κραταιοὶ κατὰ
τότε ταρφειαὶ κόρυθες λαμπρὸν γανόωσαι νηῶν ἐκφορέοντο καὶ ἀσπίδες ὀμφαλόεσσαι θώρηκές τε κραταιγύαλοι καὶ μείλινα δοῦρα . αἴγλη δ '
6735290 ὑψι
' Ἀβαντιάδης , ὁ δ ' ἄρ ' ἔκποθεν ἀφράστοιο ὕψι μάλ ' ἐκ δονάκων ἀνεπάλμενος , ἤλασε μηρόν ἀίγδην
εἰς ψει διὰ διφθόγγου γράφονται , οἷον αὐτοψεί πλὴν τοῦ ὕψι , ἀντὶ τοῦ ἐφ ' ὕψους . Τὰ εἰς
6733254 ὠλκα
εἰς ο , ὄλξον , καὶ ἐπεκτάσει , ὦλξ . ὦλκα βαθεῖαν ὅμηρος . Ὀπωπή . ὄπτω , καὶ ἐξ
ἀρότῳ , ” τῷ κέ μ ' ἴδοις , εἰ ὦλκα διηνεκέα προταμοίμην . „ καὶ οὐχ Ὅμηρος μὲν οὕτω
6732557 διαρραισαι
ἐπ ' Ἀλφειῷ , νεάτη Πύλου ἠμαθόεντος : τὴν ἀμφεστρατόωντο διαρραῖσαι μεμαῶτες . ἀλλ ' ὅτε πᾶν πεδίον μετεκίαθον ,
ἀΐξωσι πρὸ κούρων θηρητήρων : ἕως μὲν γάρ τε θέουσι διαρραῖσαι μεμαῶτες , ἀλλ ' ὅτε δή ῥ ' ἐν
6727616 ἁλα
ὀρέων πεδίοιό τε Κιρκαίοιο / Φᾶσις δινήεις εὐρὺν ῥόον εἰς ἅλα βάλλει ] Ἀμαραντῶν δὲ περισπωμένως , ὥς φησιν Ἡρωδιανὸς
ἔχων τὸν ἐρώμενον ὑπὸ τῇ πέτρᾳ , ἀφορῶν τὴν Σικελικὴν ἅλα καὶ τὴν οἰκείαν . ἀλλ ' ὑπὸ τᾷ πέτρᾳ
6726486 ἑσπεριην
ἑτέρης : ἑτέρην δ ' ἂν ἴδοις προτέρωσε περήσας , ἑσπερίην : τῆς πρόσθε δύω νησῖδες ἔασι , Μῆνιγξ καὶ
: ὡς καὶ ἐπ ' ἐκείνων ἔλεγεν , ὀξὺ μὲν ἑσπερίην , πλατὺ δ ' ἀντολίην ὑπὸ μέσην : ὅθεν
6723239 ἐβησαν
δὲ φέβοντο . αὐτὰρ ἐπεὶ διά τε σκόλοπας καὶ τάφρον ἔβησαν φεύγοντες , πολλοὶ δὲ δάμεν Τρώων ὑπὸ χερσίν ,
στέφανος πολέμοιο δέδηε : Τρῶες δὲ μεγάθυμοι ἐπεὶ κατὰ τεῖχος ἔβησαν οἳ μὲν ἀφεστᾶσιν σὺν τεύχεσιν , οἳ δὲ μάχονται
6720789 ὁμιλαδον
' Εὐρύπυλον βεβλημένον : οἳ δὲ μάχοντο Ἀργεῖοι καὶ Τρῶες ὁμιλαδόν : οὐδ ' ἄρ ' ἔμελλε τάφρος ἔτι σχήσειν
ἀνέκβατον ἕρκος ἔχουσαν , ἐς δ ' ἔπεσον ἅμα πάντες ὁμιλαδόν , οὐδέ τι μῆχος ἐκδῦναι , στυγερὴν δὲ πόθων
6719524 ἰκελοι
ἀεικελιᾶν † νούσων εἰσὶ καὶ † ἄνατοι , οὐδὲν ἀνθρώποις ἴκελοι θνατοῖσι δ ' οὐκ αὐθαίρετοι οὔτ ' ὄλβος οὔτ
ἐκείνοιν , οἳ ἡνίκα ἦσαν καθεστηκότες , τοῖς τοῦ Διὸς ἴκελοι ἐνομίζοντο , ἐμπεσόντες δὲ εἰς τὴν ὀργὴν οὐκέτι Διός
6718891 εἰκελοι
δὴ καὶ ταρσοῖσιν ὑπουατίοις πεπότηντο , Ζήτης καὶ Κάλαϊς δέμας εἴκελοι ἀθανάτοισιν . Αὐτὰρ δὴ Πελίαο Φεραιόθεν ἤλυθ ' ἄνακτος
οἳ δ ' ἀπὸ νύσσης καρπαλίμως οἴμησαν ἐριδμαίνειν μεμαῶτες , εἴκελοι ἢ Βορέαο μέγα πνείοντος ἀέλλαις ἠὲ Νότου κελάδοντος ,
6698446 στεινει
τε ἐπιφερόμενον ψεῦδός τι ἔχει : οὐ γὰρ ἐν τῷ στείνει μάχονται . . ἐν δ ' ἔπες ' Ὠκεανῷ
ἤντησαν : ἀπέλαυσαν , ἐπέτυχον . Οἰδάνεται : ὀγκοῦται : στείνει δέ : στενοχωρεῖ , ταύτην , στενοχωρεῖται . Μεμαυῖα
6694873 παρατεταμενη
Γετῶν συνάπτει γῆ , κατ ' ἀρχὰς μὲν στενή , παρατεταμένη τῷ Ἴστρῳ κατὰ τὸ νότιον μέρος , κατὰ δὲ
τενάγη δὲ λέγονται αἱ δίυγροι καὶ παραποτάμιοι ὀφρύες , ἤτοι παρατεταμένη τις καὶ ὑπερέχουσα γῆ οὖσα , ἢ ἀπὸ τοῦ
6693131 ἐελμενοι
ἀλυίων , [ οἱ ] δ ' ἄλλοι κατὰ μέσσον ἐελμένοι ἠύτε κάπροι [ ! ! ] θόμενοι ? κατ
γε σὺν ὀθνείῃσι γυναιξίν ἐσσόμεθ ' ὧδ ' ἐπὶ δηρὸν ἐελμένοι , οὐδὲ τὸ κῶας αὐτόματον δώσει τις ἑλεῖν θεὸς
6687434 φορεονται
ἐπ ' ἰξύας αἰὲν ἔχουσιν ἀλλήλων , αἰεὶ δὲ κατωμάδιαι φορέονται , ἔμπαλιν εἰς ὤμους τετραμμέναι . . . Καὶ
φύζῃ : δειλίᾳ , φυγῇ * φύζῃ . . . φορέονται : ἀπέρχονται φυγῇ ὀπισθόρμητοι φέρονται * ἐπρήσθη : ἐκαύθη
6681517 μεσσον
θυμὸν ἀλυίων , [ οἱ ] δ ' ἄλλοι κατὰ μέσσον ἐελμένοι ἠύτε κάπροι [ ! ! ] θόμενοι ?
ἀποπροέηκε χαμᾶζε κτεινόμενος : τῷ τόν γε κατ ' αὐχένα μέσσον ἔλασσε : φθεγγομένου δ ' ἄρα τοῦ γε κάρη
6656206 ἀισσοντες
ἀπὸ στιβαρῶν θέσαν ὤμων . Λυσσαλέοις δἤπειτ ' ἴκελοι κυσὶν ἀίσσοντες πίδακα μαστεύεσκον , ἐπὶ ξηρὴ γὰρ ἔκειτο δίψα δυηπαθίῃ
γενύεσσι μάτην ἀράβησαν ὀδόντας ὧς Ζήτης Κάλαΐς τε μάλα σχεδὸν ἀίσσοντες τάων ἀκροτάτῃσιν ἐπέχραον ἤλιθα χερσίν . καί νύ κε
6646045 κρυερην
πρῶνα φοβεύμεναι αἰνὸν ἀήτην ὅς τε φέρει νιφετόν τε πολὺν κρυερήν τε χάλαζαν ψυχρὸς ἐπαΐσσων , ταὶ δ ' ἐς
Ἀΐοντες : ἀκούοντες . ἄδην : αὐταρκῶς , δαψιλῶς . κρυερήν : φοβεράν . φύζαν : φυγήν . νέονται :
6644937 Βορεαο
αὖθι λέλειπτο . τάων δ ' αὖ κατόπισθε δύω υἷες Βορέαο φάσγαν ' ἐπισχόμενοι ἐπ ' ἴσῳ θέον , ἐν
: ἴχνια γὰρ νυχίοισιν ἐπηλίνδητ ' ἀνέμοισιν κινυμένης ἀμάθου . Βορέαο μὲν ὡρμήθησαν υἷε δύω πτερύγεσσι πεποιθότε , ποσσὶ δὲ
6641621 σπιλαδεσσιν
. Πετραίην δὲ σκίαιναν ἐπὴν φόβος ἦτορ ἵκηται , ἐσσυμένως σπιλάδεσσιν ἐπέσσυτο καί τινα κοίλην χειὴν εἰσεπέρησε περίδρομον ἠὲ χαράδρην
σκολιή τε καὶ ἄσχετος , ἧχι θάλασσα συρομένη μακρῇσι περιβρέμεται σπιλάδεσσιν , Ἀονίῳ τμηθεῖσα πολυγλώχινι σιδήρῳ . πρὸς δὲ νότον
6618445 ἐρετμοις
' ἠελίοιο βολῇσιν γνάμψαντες , παρὰ Πουλὺν ἔπειτ ' ἤλαυνον ἐρετμοῖς Αἰγιαλὸν πρόπαν ἦμαρ ὁμῶς καὶ ἐπ ' ἤματι νύκτα
πλευρὰν καὶ κορεσθέντες εὖ μάλα τροφῆς , εἶτα μέντοι τοῖς ἐρετμοῖς ἕκαστος ἐπιχειροῦσι , πλανώμενοι δεῦρο καὶ ἐκεῖσε . κάθηται
6607790 ἀραρυιαι
ἦν ὁδὸς ἐς λαύρην , σανίδες δ ' ἔχον εὖ ἀραρυῖαι : τὴν Ὀδυσεὺς φράζεσθαι ἀνώγει δῖον ὑφορβὸν ἑσταότ '
θύραι , παρὰ τὸ ἐπικλίνεσθαι , καθό φησιν “ ἐϋκληῒς ἀραρυῖαι ” ταῖς κλεισὶν ἡρμοσμέναι . ἔνιοι δὲ κληῖδα τὸν
6603975 ποντοιο
ἀελλόποδες δέ μιν ἵπποι , ὡς ἐτεόν , σπεύδοντες ὑπὲρ πόντοιο φέρεσκον χρυσείῃ μάστιγι πεπληγότες : ἀμφὶ δὲ κῦμα στόρνυτ
βαλλόμενον , κἂν λίθος εἴη : “ ὡς καὶ νῦν πόντοιο δὲ βαλὼν βέλος ἤγαγε νῆα . ” βεβολημένος ὥσπερ
6597550 τοσσοι
ἄτην οὐ ῥεῖά κεν εὕροις . ἤτοι ὅσαι βοτάναι , τόσσοι λίθοι . Ἀλλὰ σύ γ ' ἥρως , λᾶϊ
ἄτην οὐ ῥεῖά κεν εὕροις . Ἤτοι ὅσαι βοτάναι , τόσσοι λίθοι . Ἀλλὰ σύ γ ' ἥρως , λᾶϊ
6596162 δουρατα
ἐπὶ πρώτῃσι θύρῃσι . τῶ νῦν μὴ ἅμα πάντες ἐφίετε δούρατα μακρά , ἀλλ ' ἄγεθ ' οἱ ἓξ πρῶτον
πόλιν Ὀρχομενοῖο . τὴν γὰρ Ἀθηναίη τεχνήσατο καὶ τάμε χαλκῷ δούρατα Πηλιάδος κορυφῆς πάρα , σὺν δέ οἱ Ἄργος τεῦξεν
6581000 χερσον
ἐχόμενα , τὰ δὲ καὶ ὑπὸ χειμώνων σκληρῶν ἐς τὴν χέρσον ἐξωθέεσθαι , καὶ οὕτω δὴ καὐτὰ σηπόμενα ἀπόλλυσθαί τε
. ὅταν οὖν τὰ ἀεροπόρα αἰθεροβατεῖν ὀφείλοντα καταβαίνῃ , πρὸς χέρσον ἀφικνούμενα τῷ κατὰ φύσιν ἀδυνατεῖ χρῆσθαι βίῳ . τοὐναντίον
6576647 πνοιῃσι
τόρνωσε : κατεσκεύασεν . τὰ μέν : τὰ ἱστία . πνοιῇσι : τοῦ ἀνέμου δηλονότι , καὶ ἀναπνοαῖς τῶν ἀνέμων
ἐξόπιθε ῥιπῇσιν ἐλαυνόμενοι μογέουσιν . ἀλλ ' ἁλιεὺς στέλλοιτο λίνον πνοιῇσι πετάσσας οὔριον , ἐς Βορέην μέν , ἐπὴν Νότος
6575069 ἐφυπερθεν
' ἀγρωσταὶ ἀχαιινέην καλέουσιν , † τόσσον ἔην πάντη χρύσεον ἐφύπερθεν ἄωτον † βεβρίθει λήνεσσιν ἐπηρεφές : ἤλιθα δὲ χθών
προτέρωσε καὶ ἠπείροιο περαίης φέρβονται Φίλυρες : Φιλύρων δ ' ἐφύπερθεν ἔασιν Μάκρωνες , μετὰ δ ' αὖ περιώσια φῦλα
6572469 ἐγελασσαν
μὲν ἀναιδέες οὔτιν ' ἔτισαν ποινήν , ἐκ δ ' ἐγέλασσαν ἐπὶ φθιμένοις ἐλάφοισιν , θαρσαλέαι δ ' ἀμίαι τάχα
. . . . . . . τοὶ δ ' ἐγέλασσαν . Ἄφαρ δέ οἱ ἤλασεν αἰχμὴ Αἴαντος κνημῖδα πανάργυρον
6568935 ἐρετμα
' ἄρα τοὶ ἴσασι νέας φοινικοπαρῄους οὐδ ' εὐήρε ' ἐρετμά , τά τε πτερὰ νηυσὶ πέλονται . σῆμα δέ
ἔκλυον αὐδήν ἧντο παρὰ σκαλμοῖσι θοῶς , λάζοντο δ ' ἐρετμά . Ἀγκαῖος δ ' οἴακας ἐπισταμένως ἐτίταινε : Πὰρ
6567171 ἑποντο
: εἰσὶ καὶ οἵδε τάδ ' εἰπέμεν , οἵ μοι ἕποντο , Αἴας καὶ κήρυκε δύω πεπνυμένω ἄμφω . Φοῖνιξ
Ὣς ἄρα φωνήσας ἡγήσατο , τοὶ δ ' ἅμ ' ἕποντο ἠχῇ θεσπεσίῃ : ἐπὶ δὲ Ζεὺς τερπικέραυνος ὦρσεν ἀπ
6554890 ἱππηες
ἄρκτον ἐπακτῆρες , καὶ μορμύρον ἀσπαλιῆες , τίγριν δ ' ἱππῆες , καὶ τριγλίδας ἰχθυβολῆες , κάπριον ἰχνευτῆρες , ἀηδόνας
κεῖται δ ' ἐν θαλάμῳ , πολέες τέ μιν ἠρήσαντο ἱππῆες φορέειν : βασιλῆϊ δὲ κεῖται ἄγαλμα , ἀμφότερον κόσμός
6554847 χλοαουσι
τοῖς ἄλλοις . ταμίαι : διοὰ παροχεῖς . παρὰ δὲ χλοάουσι ῥεέθροις : ὑπερβατὸν κατὰ λέξιν . χλοάουσι : φύουσιν
. παρὰ δὲ χλοάουσι ῥεέθροις : ὑπερβατὸν κατὰ λέξιν . χλοάουσι : φύουσιν , ἀκμῶσι , καὶ ἀναβλαστάνουσι , βλυστάνουσιν
6554761 ποντῳ
καὶ Ἰώνων , πρὶν τρίποδα χρύσειον , ὃν Ἥφαιστος βάλε πόντῳ , ἐκ πόλιος πέμψητε καὶ ἐς δόμον ἀνδρὸς ἵκηται
βόας ἔκταν ἑταῖροι . οἱ μὲν πάντες ὄλοντο πολυκλύστῳ ἐνὶ πόντῳ : τὸν δ ' ἄρ ' ἐπὶ τρόπιος νηὸς
6552109 ὀπωπαι
οὐδέ τι μῆχος ἔστ ' ὀπίσω , κενεαὶ γὰρ ὑποσμύχονται ὀπωπαί : ἀντὶ δὲ τοῦ θάνατόν μοι ἄφαρ θεὸς ἐγγυαλίξαι
, δυσχείμερον οἶτον ἑλόντες . αὐτὰρ ἐπὴν ἔαρος πρῶται γελάσωσιν ὀπωπαί , ἄνθεά τ ' ἐν λειμῶσι νέον γε μὲν
6552007 λαιφεα
δὲ τὰ ὑμένια ἐϲ ἀπόϲταϲιν καὶ ξυναγωγήν , ὅκωϲ νηὸϲ λαίφεα . πάϲχει δὲ τάδε καὶ ὑπὸ φλεγμαϲίηϲ : καὶ
ὀξέι ῥοίζῳ νηὸς ὑπερπτάμενον νεφέων σχεδόν , ἀλλὰ καὶ ἔμπης λαίφεα πάντ ' ἐτίναξε παραιθύξας πτερύγεσσιν : οὐ γὰρ ὅγ
6550652 μαρνανται
ὡς ἀκίνδυνον βίον ζῶμεν κατ ' οἴκους , οἱ δὲ μάρνανται δορί , κακῶς φρονοῦντες : ὡς τρὶς ἂν παρ
στέρνοισι βαλοῦσαι ἀνδράσιν ἡμετέροισιν ὁμοίιον , οἳ περὶ πάτρης δυσμενέσιν μάρνανται ὑπὲρ τεκέων τε καὶ ἡμέων , οὔ ποτ '
6547863 ἠω
ὁ Ὅμηρος . „ εἴτ ' ἐπιδέξι ' ἴωσι πρὸς ἠώ τ ' ἠέλιόν τε , εἴτ ' ἐπ '
γλυκὺν ὕπνον , ῥέποντα καὶ ἐπερχόμενον ἐπὶ τοῖς βλεφάροις πρὸς ἠώ , τουτέστι πρὸς ὄρθρον : ἤγουν τὸν ἑωθινὸν γλυκὺν
6547809 ἐπηρεφεας
Ἐκ δ ' ἱκόμην ἐλάταισι περὶ χλωρῇσιν ἐρεμνὰς νήσους ὑψικόμοισιν ἐπηρεφέας δονάκεσσιν . Ἡμικύνων τ ' ἐνόησα γένος περιώσιον ἀνδρῶν
ἐμέ . οὕτω δὲ λέγουσι τὰς περιφερεῖς κινήσεις . ἀζαλέῃσιν ἐπηρεφέας φολίδεσσιν : ξηραῖς λεπίσιν ἐσκεπασμένας . εἴσατο : ὥρμησεν
6541825 ἀπειρεσιην
γάρ μιν δεσμὸς περιβάλλεται ” ἠπείροιο , ἀλλ ' ἐς ἀπειρεσίην κέχυται : τό μιν οὔτι „ μιαίνει . ”
ἀτάλαντον ἀμοιβαίῃ τέκεν εὐνῇ . Κεῖθεν δ ' αὖ Μάκρωνας ἀπειρεσίην τε Βεχείρων γαῖαν ὑπερφιάλους τε παρεξενέοντο Σάπειρας , Βύζηράς
6540363 ἰαχε
δ ' ἐπαρηρότα θυμῶι . ” [ ] ε καὶ ἴαχε ? λαὸς ὁμαρτῆι . . . / . .
εἰσαΐοντες θάμβεον : ἐν δ ' ἄρα τοῖσι μέγ ' ἴαχε Νηλέος υἱός : Ὦ νύ μοι Ἀργείων σημάντορες ,
6539177 ὀχηες
δ ' ἀμφὶ πύλαι μύκον , οὐδ ' ἄρ ' ὀχῆες ἐσχεθέτην , σανίδες δὲ διέτμαγεν ἄλλυδις ἄλλη λᾶος ὑπὸ
, ἀπὸ τοῦ συνέχειν τὰς θύρας . λέγει δὲ καὶ ὀχῆες τὴν τοῦ θώρακος ζώνην συγκατέχοντας : “ ὅθι ζωστῆρος
6530948 δορπον
, δεῖπνον δὲ τὸ μεσημβρινόν , ὃ ἡμεῖς ἄριστον , δόρπον δὲ τὸ ἑσπερινόν . μήποτε δὲ καὶ συνωνυμεῖ τὸ
, ὅς θ ' ἱκέτῃσιν ἅμ ' αἰδοίοισιν ὀπηδεῖ : δόρπον δὲ ξείνῳ ταμίη δότω ἔνδον ἐόντων . ” αὐτὰρ
6523245 ἀσπαλιηες
ἐκλίνθη : καὶ τοὶ μὲν ἐπ ' ἠϊόνας κατάγουσι δίκτυον ἀσπαλιῆες , ὁ δ ' ἰλύϊ κείμενος αὔτως ἀσπασίως ἤλυξε
ἕρκος : ἀλλ ' ὅτ ' ἐϋπλεκέεσσι λίνοις περικυκλώσωνται φώκην ἀσπαλιῆες ἐν ἰχθύσιν οὐκ ἐθέλοντες , δὴ τότε τοῖς κραιπνοί
6519818 διαν
: οἱ γὰρ Δωριεῖς τὴν γῆν δᾶν λέγουσιν καὶ † δίαν , ὡς καὶ τὸν γνόφον δνόφον : φεῦ δᾶ
γε μὴν ἐν τοῖς βαλανείοις Μαραθωνομάχαι πᾶσαν παριόντες κωμῳ - δίαν οὐδὲ ἔστιν εἰπεῖν ὁπόσον ἤνεγκαν γέλωτος . ἓν μόνον
6517520 ὑπαιθα
: ὁμοίως καὶ τὸ ὕπαι βαρύνεται : λέγεται δὲ καὶ ὕπαιθα κατ ' ἐπέκτασιν τῆς θα συλλαβῆς : σημειωτέον δὲ
φεύγων ἀπέβη . . . . ἡ δέ θ ' ὕπαιθα φοβεῖται : ὅτι καὶ νῦν σαφῶς ἀντὶ τοῦ ἔμπροσθεν
6517458 θοαι
' ἐλεαίρει . ἦ μένει εἰς ὅ κε δὴ νῆες θοαὶ ἄγχι θαλάσσης Ἀργείων ἀέκητι πυρὸς δηΐοιο θέρωνται , αὐτοί
περάτων ἐάγησαν ἐπισπέρχοντος ἀήτεω , τῶν δὲ διὰ ξύλα πάντα θοαὶ σκεδάσαντο θύελλαι : αἳ δὲ καὶ ἐς μέγα βένθος
6516843 ἐασι
μένεα πνείοντας Ἀχαιούς , οἵ τοι δυσμενέες καὶ ἀνάρσιοι ἐγγὺς ἔασι ; τῶν εἴ τίς σε ἴδοιτο θοὴν διὰ νύκτα
ἐνὶ μεγάροισι πένοντο τέσσαρες , αἵ οἱ δῶμα κάτα δρήστειραι ἔασι . γίνονται δ ' ἄρα ταί γ ' ἔκ
6516153 ἐκαμον
τὴν εἰς Γέλλαν στείλαντες ἀποικίαν πρῶτον μὲν περὶ τὴν συναγωγὴν ἔκαμον οὐ μετρίως , συναθροίζοντες τοὺς ἐκ Πελοποννήσου καὶ Ῥόδου
ἐπάγη σανίς , ἢ τίνι γόμφοι τμηθέντες πελέκει τοῦτ ' ἔκαμον τὸ κύτος , ἢ κορυφαῖς Αἴτνας παρισούμενον ἤ τινι
6514625 διαμφις
, ἐστεφάνωται , οὐ μὲν πᾶσα διαπρὸ περίδρομος , ἀλλὰ διαμφὶς ὀξυτέρη βεβαυῖα πρὸς ἠελίοιο κελεύθους , σφενδόνῃ εἰοικυῖα :
. Οἱ δὲ γράφουσιν εὐρυτέρη , ἵν ' ᾖ τὸ διαμφὶς εὐρυτέρη ἀντὶ τοῦ εἰς νότια καὶ βόρεια . Πρὸς
6512379 ἀμφιτριτης
χειμερία οὖσα ταραχθῇ . ζέει : βράζει , ἀναβράζει . ἀμφιτρίτης : θαλάσσης . Προὔχουσαν : προβλήτιδα , προέχουσαν ,
Κασπιάδων πυλέων νοτιώτερον οἶμον ἔχουσα , ἑλκομένη καὶ μέχρις ὁμωνύμου ἀμφιτρίτης . τριχθὰ δέ μιν ναίουσι διασταδόν , οἱ μὲν
6511999 πλοον
τεθυμιαμένου ἀδύτου : λέγει δὲ τοῦ κατὰ τὴν Πυθῶνα . πλόον : πλεῖν ἐκέλευσεν αὐτὸν ἀπὸ τῆς Λερναίας ἀκτῆς εἰς
πρῶτον ἐπιψαίρωσι πόροιο τε πειρήσωνται , ξεῖνον ἁλὸς σπεύδουσι μετὰ πλόον , οὐδ ' ἐθέλουσι μίμνειν ἔνθ ' ἐγένοντο καὶ
6511372 μοθον
ἦκα καὶ ἀτρεμέως ἐκβήμεναι : οἳ δ ' ἐπίθοντο ἐς μόθον ὀτρύνοντι καὶ ἐξ ἵπποιο χαμᾶζε ὥρμαινον πονέεσθαι . Ὃ
Νέστορος ὄβριμος υἱὸς ἀδελφειοῖο χολωθείς , ὃν Μέμνων ἐδάιξε κατὰ μόθον , ἀμφὶ δ ' ἄρ ' αὐτῷ χερσὶν ὑπ
6504598 ἐρημαιην
φορητὸς οὐδὲ σωφρονῶν ἥμιν ; ” Λέοντα φεύγων ταῦρος εἰς ἐρημαίην σπήλυγγα κατέδυ ποιμένων ὀρειφοίτων , ὅπου τράγος τις χωρὶς
πῦρ ἴδιον πλεκτῇσιν ἐνὶ κλισίῃσι βαλόντες : Ἰλιάδος δὲ λιπόντες ἐρημαίην χθονὸς ἀκτὴν πλώετε πασσυδίῃ ψευδώνυμον οἴκαδε νόστον , εἰσόκεν
6504147 φαλαγγες
ὑπόδρομος εἰς καταφυγὴν οὐδείς , ἀπορία πλοίων , κατόπιν ἔφεδροι φάλαγγες ἐχθρῶν , αἳ στείχουσιν ἀπνευστὶ διώκουσαι . ποῖ τις
ἐκμοχλεύσαντες ὑποκλίνουσιν . Οὐ μόνον δὲ ἄρα ἦσαν ὑφαντικαὶ αἱ φάλαγγες καὶ εὔχειρες κατὰ τὴν Ἀθηνᾶν τὴν Ἐργάνην τε καὶ
6492771 νηα
ἠέρος ὄρνιν ἴδοντο : ὅς ῥα , τιναξάμενος πτέρυγας κατὰ νῆα θέουσαν , ἧκ ' ἐπὶ οἷ πτερὸν ὀξύ .
Καλυψὼ παρῄνει τὸ τοῦ μὲν καπνοῦ καὶ κύματος ἐκτὸς ἔεργε νῆα : καὶ γὰρ ἁμαρτάνομεν μέν , πρὸς ὅπερ ἂν
6490186 ἀλληλοισιν
ἀνθρώποισι φόνον φέρει ἠλιθίοισιν : ὣς οἱ κεκλήγοντες ἐπ ' ἀλλήλοισιν ἔπιπτον . ὡς δ ' ἄνεμος ἄχνας φορέει ἱερὰς
διῆκε , θερμαίνων φλογί : πῖπτον δ ' ἐπ ' ἀλλήλοισιν : εὐτυχὴς δέ τοι ὅστις τάχιστα πνεῦμ ' ἀπέρρηξεν
6484510 ἑκατερθε
δύ ' ἀμφίπολοι , Χαρίτων ἄπο κάλλος ἔχουσαι , σταθμοῖϊν ἑκάτερθε : θύραι δ ' ἐπέκειντο φαειναί . ἡ δ
καὶ Εὐρυπύλῳ μεγαθύμῳ . Οἳ δ ' Ἀχιλήιον υἷα παρεζόμενοι ἑκάτερθε τέρπεσκον μύθοισιν ἑοῦ πατρὸς ἔργ ' ἐνέποντες , ὅσσά
6482828 δουρα
: ἢ καὶ ἀρείων . ὡς δ ' ὅτε νήια δοῦρα θοοῖς ἀντίξοα γόμφοις : οὕτως ἀντεξυσμένα ἀλλήλοις , ὥστε
ἔφαθ ' , οἱ δ ' ἄρα πάντες ἀκόντισαν ὀξέα δοῦρα ἄντα τιτυσκόμενοι : Δημοπτόλεμον μὲν Ὀδυσσεύς , Εὐρυάδην δ
6482019 πτολιν
βοάν , ἰηϊήιον μέλος ἄλλος ἄλλοτ ' ἐποτότυζε διαδοχαῖς ἀνὰ πτόλιν . βροντᾶι δὲ στεναγμὸς ἀχά τ ' ἦν ὅμοιος
ὀστρακέων δύσμορον ἐργασίην . Οὐκ ἐθέλω , Φιλόθηρε , κατὰ πτόλιν , ἀλλὰ παρ ' Ἥρῃ δαίνυσθαι , Ζεφύρου πνεύμασι
6479840 στεροπαι
ἐξελθεῖν . ἀκτήν : αἰγιαλόν . Ὀξεῖαι : ταχεῖαι . στεροπαί : ἀστραπαί . ῥιπαί : ὁρμαὶ , φοραί .
ἐξελθεῖν . ἀκτήν : αἰγιαλόν . Ὀξεῖαι : ταχεῖαι . στεροπαί : ἀστραπαί . ῥιπαί : ὁρμαὶ , φοραί .
6476586 θρωσκουσιν
. Ἀσπασίην : εὐάρεστον . ἀσπάσιοι : μετὰ χαρᾶς . θρώσκουσιν : πηδῶσιν , ἐπέρχονται . ἐπειγόμενοι : σπεύδοντες .
τράγημα δέ ἐστιν πιθήκου τοῦτο δήπου δυστυχοῦς . Ὅμηρος : θρώσκουσιν κύαμοι μελανόχροες ἢ ἐρέβινθοι . Ξενοφάνης ὁ Κολοφώνιος ἐν
6475879 κελευθα
ἁρπαλέην : τροφὴν ἄσμενον . ἁρπαλέην : ἁρπακτικήν . ἄλλα κέλευθα : ἄλλαι ὁδοί . Κευθμῶνες : κρυπτῆρες τόποι .
Καδαυάδη . ἀλλὰ γὰρ εἰς Ἀχέροντα τὸν οὐ φατὸν ἶσα κέλευθα , ὡς αἶνος ἀνδρῶν , πάντοθεν μετρεύμενα . σῆμα
6474568 ἑκατερθεν
κάμε τέχνῃ , πυκνὰ συναΐσσοντες : ἐπέψαυον δὲ λόφοισιν ἀλλήλαις ἑκάτερθεν ἐρειδόμεναι τρυφάλειαι . Ζεὺς δὲ μέγ ' ἀμφοτέροισι φίλα
θοῆς ἐπεβήσατ ' ἀπήνης , σὺν δέ οἱ ἀμφίπολοι δοιαὶ ἑκάτερθεν ἔβησαν . αὐτὴ δ ' ἡνί ' ἔδεκτο καὶ
6473929 κρυερου
τεύχεσσι κατὰ χθονός , ἠύτε βλωθρὴ ἢ πίτυς ἢ ἐλάτη κρυεροῦ Βορέαο βίηφιν ἐκ ῥιζῶν ἐριποῦσα : τόσην ἐπικάππεσε γαῖαν
ἐμπέραμος φώς τολμηρῇ μάρπτων χειρὶ θοοὺς ὄφιας , τοὺς ἤδη κρυεροῦ ἀπὸ χείματος οὐκέτι γαίης κρύπτουσι στεινοὶ πάμπαν ἔνερθε μυχοί
6473653 ὠκεανοιο
τὰ περὶ τὰς πλημμυρίδας τοῦ ὠκεανοῦ καὶ τὰς ἀμπώτεις ἀψορρόου ὠκεανοῖο , λέγοντα καί „ τρὶς μὲν γάρ τ '
οὐκ ἐπίοπτος , ὁ δ ' ἀντίος ἐκ βορέαο ὑψόθεν ὠκεανοῖο . Δύω δέ μιν ἀμφὶς ἔχουσαι Ἄρκτοι ἅμα τροχόωσι
6471094 Νοτου
καὶ ἡμῖν ἐφώτισεν . Ἑξῆς τούτοις ὀνόματα τῶν ἀνέμων εἰπὼν Νότου καὶ Βορέου καὶ τῶν λοιπῶν , ἐπιλέγει : Ἀλλ
Ἐπεὶ δὲ πληθὺς μυρίανδρος βαρβάρων ἐκ τῶν πυλῶν ὥρμησεν ὡς Νότου νέφος βρυχὴν ἀπειλοῦν καὶ προδεικνύον σπόρον , οἱ σοὶ
6462232 συμπεσοντες
πονεῖν αὐτούς , ὁπόταν ἢ σφαίρας πέρι ἐν τῷ θεάτρῳ συμπεσόντες παίωσιν ἀλλήλους ἢ εἰς χωρίον εἰσελθόντες ὕδατι περιγεγραμμένον ,
πολεμικὸν ἐσήμηναν αἱ σάλπιγγες , ἔθεον ἀλαλάξαντες ὁμόσε : καὶ συμπεσόντες ἀλλήλοις ἱππεῖς ἱππεῦσι καὶ πεζοὶ πεζοῖς ἐμάχοντο , καὶ
6462082 δειματι
οὐκ ἐπιγράψαι τὸ ὄνομα τῶν πολεμίων σφᾶς τῷ ἀπὸ Λακεδαιμονίων δείματι , ἐπεὶ Οἰνιαδῶν γε καὶ Ἀκαρνάνων οὐδένα ἔχειν φόβον
τε φαεννότατον ξένοισι . κεῖνόν γε καὶ βαρύκομποι λέοντες περὶ δείματι φύγον , γλῶσσαν ἐπεί σφιν ἀπένεικεν ὑπερποντίαν : ὁ
6461940 ὑετοιο
τὴν δὲ μέτ ' ἀκτίνων κεχρημένος αὐτὸς ἀερθῇ , ἀμνηστεῖν ὑετοῖο . Πολὺς δ ' ὅτε οἱ πέρι κύκλος οἷον
δ ' αὖ περὶ μέσσα φαείνῃ : ἀλλά που ἢ ὑετοῖο διέρχεται ἢ ἀνέμοιο . Σκέπτεο δ ' , εἴ
6461365 ἀγχοθι
, μαψιδίην δὲ οἴσει ἄλην τῇ καὶ τῇ ἀλυσκάζοντι κέλευθον ἀγχόθι δεσποσύνων μεγάρων καὶ ὁμήθεος οἴκου . εἰ δὲ τύχοι
” . οὕτως οὖν αὐτὸς ἠπείγετο ἰδεῖν τὴν γαμετήν . ἀγχόθι δ ' αὐτῆς ἄντρον ἐπήρατον ἠεροειδές . ἱρὸν νυμφάων
6460062 μεσατην
φορέουσι διπλῆν , ἰκέλην ἐλάφοισι : χαίτη δ ' αὐχενίη μεσάτην ῥάχιν ἀμφιβεβῶσα οὐρὴν ἐς νεάτην μετανίσσεται : οὐδὲ βροτείην
λασίη δ ' ἐπιέσπεται οὐρή : ἡ δέ τε κυρτοῦται μεσάτην ῥάχιν , ἀμφὶ δὲ πάντῃ λαχνήεσσα κυρεῖ , κατὰ
6454750 λιγα
μὲν τὸν θνῄσκοντα καὶ ἀσπαίροντα ἰδοῦσα ἀμφ ' αὐτῷ χυμένη λίγα κωκύει : οἱ δέ τ ' ὄπισθε κόπτοντες δούρεσσι
μὲν ζέφυρον λέγειν τὸν ὑφ ' ἡμῶν καλούμενον ἀργέστην , λίγα δὲ πνέοντα ζέφυρον τὸν ὑφ ' ἡμῶν ζέφυρον ,
6451296 σκοπιην
, λαιψηρὰ δὲ γούνατ ' ἐνώμα . οἳ δὲ παρὰ σκοπιὴν καὶ ἐρινεὸν ἠνεμόεντα τείχεος αἰὲν ὑπ ' ἐκ κατ
αὖτις ὑποστρέψας πρὶν Λήμνου γαῖαν ἱκέσθαι : Ἠέλιος γάρ οἱ σκοπιὴν ἔχεν εἶπέ τε μῦθον . [ βῆ δ '
6445122 τουσγε
τ ' ἐμῷ καὶ μητρὶ δύης ἄκος , ἢν ἄρα τούσγε τέτμῃ ἔτι ζώοντας , ἵν ' ἄνδιχα τοῖο ἄνακτος
κεῖνο καὶ εἰσέτι νῦν ἱερὸν κληίζεται Ἄντρον Μηδείης , ὅθι τούσγε σὺν ἀλλήλοισιν ἔμειξαν , τεινάμεναι ἑανοὺς εὐώδεας : οἱ
6443177 ὀιζυροιο
ἴομεν : δὴ γάρ που Ἀχιλλέος ὄβριμον ἦτορ παύσατ ' ὀιζυροῖο χόλου , κατέρυξε δὲ κῦμα ὄβριμον Ἐννοσίγαιος : ἐπιπνείουσι
ἐπὶ χθόνα , πὰρ δὲ καὶ ἵππους στῆσαν ἔτι πνείοντας ὀιζυροῖο μόγοιο : ἐν δὲ φάτνῃσι βάλοντο τά τ '
6442671 φαινετο
χρόνον , οὐδέ πῃ εἶχεν θαρσαλέως ὑποδέχθαι , ἐπεὶ μέγα φαίνετο ἔργον . ὀψὲ δ ' ἀμειβόμενος προσελέξατο κερδαλέοισι :
πᾶσα περαίη Θρηικίης ἐνὶ χερσὶν ἑαῖς προυφαίνετ ' ἰδέσθαι : φαίνετο δ ' ἠερόεν στόμα Βοσπόρου ἠδὲ κολῶναι Μύσιαι :
6440917 αἱτ
ρ ' ὀλοοῖο κασιγνήτου νόον ἔγνω κλαῖεν ἀηδονίδων θαμινώτερον , αἵτ ' ἐνὶ βήσσῃς Σιθονίῳ κούρῳ πέρι μυρίον αἰάζουσιν .
δὴ ὀλλοοῖο κασιγνήτου νόον ἔγνω , κλαῖεν ἀηδονίδων θαμινώτερον , αἵτ ' ἐνὶ βήσσῃς Σιθονίῳ κούρῳ πέρι μυρίον αἰάζουσιν :
6438164 αἰζηοι
: εἰς τὰ ὀπίσω ἐπιστρεφόμενος . Πρῶτα : κελεύομαι . αἰζηοί : οἱ νέοι . πίονες : λιπαροί . Σκοπέλοισιν
Αἰζηοί : νέοι ἀπὸ τοῦ ἀεὶ καὶ τοῦ ζέω . αἰζηοί : νέοι ἀπὸ τοῦ α στερητικοῦ μορίου καὶ τοῦ
6437666 θηκαν
ᾧ ἔπι παῖδες ἀμάρακον ἠδ ' ὑάκινθον πολλάκι καὶ θαλεροὺς θῆκαν ἴων στεφάνους . ἦν ἄρ ' ἀληθὲς τοῦτο ,
. . . . καὶ τά γε χρυσείην ἐς λάρνακα θῆκαν ἑλόντες : ἡ διπλῆ ὅτι τὴν σορὸν λάρνακα εἶπεν
6437582 ἐπημοιβοι
γε τὰ σὰ ῥάκεα δνοπαλίξεις . οὐ γὰρ πολλαὶ χλαῖναι ἐπημοιβοί τε χιτῶνες ἐνθάδε ἕννυσθαι , μία δ ' οἴη
. . . . δοιοὶ δ ' ἔντοσθεν ὀχῆες εἶχον ἐπημοιβοί , μία δὲ κληὶς ἐπαρήρει : ἡ διπλῆ ὅτι

Back