πρὸς τὸ νηπιώτερον : πόρρω γὰρ ἑστὼς ὁ θεὸς ἐγγύθεν κλύει ὅστις λέγει † κακὰν † φρονῶν σιγῇ στένει ἄγει | ||
δὲ θηρὸς ὡς νεαιρέτου . ἦ μαίνεταί γε καὶ κακῶν κλύει φρενῶν , ἥτις λιποῦσα μὲν πόλιν νεαίρετον ἥκει , |
Πηλέως , ὅν μοι προτείνας πόσιν ἐν ἁρμάτων ὄχοις ἐς αἱματηρὸν γάμον ἐπόρθμευσας δόλωι . ἐγὼ δὲ λεπτῶν ὄμμα διὰ | ||
. ἀλλ ' ἥκομεν γὰρ εἰς ἀναγκαίας τύχας , θυγατρὸς αἱματηρὸν ἐκπρᾶξαι φόνον . πῶς ; τίς δ ' ἀναγκάσει |
ἐστὶν ὡς Εὐριπίδην . Παῖ παῖ . Τίς οὗτος ; Ἔνδον ἔστ ' Εὐριπίδης ; Οὐκ ἔνδον ἔνδον ἐστίν , | ||
δῆτ ' ἂν εἶεν οἱ ξένοι ; δίδασκέ με . Ἔνδον : φίλης γὰρ προξένου κατήνυσαν . Ἦ καὶ θανόντ |
ἀκριβῶν σκινδαλάμους μαθήσομαι ; ἰτητέον . τί ταῦτ ' ἔχων στραγγεύομαι ἀλλ ' οὐχὶ κόπτω τὴν θύραν ; παῖ , | ||
⌈ ῥῆμα τὸ ἐκθλίβω ⌈ ἤγουν τὸ κοινῶς στραγγίζω . στραγγεύομαι : τί ἐστιν ἡ ἐμὴ προθυμία νωθρὰ καὶ ἀμβλεῖα |
οὐρῶ . Ῥᾶρος : ὄνομα κύριον . Στύξ : ὁ μισητός . Κίς : ὁ ἐν τῷ σίτῳ σκώληξ . | ||
[ ῥῆμα πρὸς [ αὐτόν - ] : “ ὁ μισητός , ” ἔφη , “ ἐγώ . τί [ |
χωρὶς δὲ τούτων εἰσὶ καὶ ἕτερα : σέες σέων καὶ φῴδων οὐδένων Φθάντων . ἔστι δὲ εἰπεῖν περὶ ὅλων τῶν | ||
καὶ τὸ πλευρὸν , καὶ καῦμα ἔχει , καὶ καταπίμπλαται φῴδων , καὶ ξυσμὴ ἔχει , καὶ οὐκ ἀνέχεται οὔτε |
ἐκ τοῦ θύω τὸ ὁρμῶ . θυὰς ] μαινομένη . θυὰς ] βάκχα . θυὰς ] μαινὰς Διονυσιακή . θ | ||
πόλεμον ἔνθεος καὶ ὁρμητικὸς καὶ πηδητικὸς πρὸς τὴν ἀλκὴν ὡς θυὰς ἤτοι βάκχα τις φόβον βλέπων , ἤτοι ἐκπληκτικῶς καὶ |
ὑπὸ ΕΖΗ γωνία δοθεῖσα : ὥστε καὶ λοιπὴ ἡ ὑπὸ ΖΕΒ γωνία δοθεῖσά ἐστιν . εἰ δὲ οὔ , συμπιπτέτωσαν | ||
ὑπὸ ΔΖΚ ἴση τῇ ὑπὸ ΖΕΒ , αἱ δὲ ὑπὸ ΖΕΒ , ΘΕΒ δύο ὀρθαῖς ἴσαι , καὶ αἱ ὑπὸ |
ἀκούσας μικρὰ τιττυβιζούσης “ τί μοι περισσῶν ” εἶπε “ φαρέων χρείη ; ἰδοὺ χελιδὼν ἥδε : καῦμα σημαίνει . | ||
ἤγουν τῆς κεφαλῆς . Ξ φαρέων ] ἱματίων . θ φαρέων ] ἢ ἀπὸ τοῦ φαρῶ ἢ τὸ ἀροῦν καὶ |
καὶ τὸ ἀρνοῦμαι , ἀναίνομαι . ἢ παρὰ τὸ ναὶ ἀναίνω . ἢ παρὰ τὸ αἰνῶ καὶ ἐπαινῶ καὶ οὐ | ||
. . . . Ἀπηνήναντο : ἠρνήσαντο : ἀπὸ τοῦ ἀναίνω , οἷον : οἱ δ ' οὐ γιγνώσκοντες ἀπηνήναντο |
μ ' Ἀργείων ἢ Φθιωτᾶν ἢ νησαίαν ἄξει χώραν δύστανον πόρσω Τροίας ; φεῦ φεῦ . τῶι δ ' ἁ | ||
Τὸ προσαίνειν ἀντὶ τοῦ τρέφειν . γίνεται δὲ ἀπὸ τοῦ πόρσω , τὸ μακράν , ἐξ οὗ καὶ πόρσιον τὸ |
' ὁ ποιμὴν καὶ καλεῖται γλυκύτατος . βούλει τι , Κνήμων ; εἰπέ μοι . Ἥλιε , σὲ γὰρ δεῖ | ||
διακονεῖ κόρηι : πονηρόν . ἀλλά ς ' , ὦ Κνήμων , κακὸν κακῶς ἅπαντες ἀπολέσειαν οἱ θεοί . ἄκακον |
καμάτου ἐπιδεύεται , ἄγχι δέ τοι νύξ αὖλιν ἄγει , κοίτου δὲ λιλαίεαι ἔργον ἀνύσσας , τῆμος δὴ ποταμοῖο πολυρραγέος | ||
δεπάεσσιν ἐυσκόπῳ ἀργειφόντῃ , ᾧ πυμάτῳ σπένδεσκον , ὅτε μνησαίατο κοίτου . * ) ἡ διπλῆ πρὸς τὸ ἔθος . |
: γινώσκεις ὅτι ἡρπάγη ὑπὸ Θησέως καὶ Ἀλεξάνδρου * . πλᾶτιν ἀπὸ τοῦ πλησιάζειν . φάσμα πτηνὸν : τινές φασιν | ||
ταυροπάρθενον : οὐ γὰρ ταῦρος ἐγένετο , ἀλλὰ βοῦς . πλᾶτιν καὶ πλατανας , πλατῖδας καὶ λῖνας δαγῖλας τὰς νύμφας |
' ἀποκρινεῖται , κἂν ἐγὼ λέγοιμί σοι . γραῦς τις κακολόγος , ἐκ δυοῖν Αἰξωνέοιν . ὦ μεγίστη τῶν θεῶν | ||
' ἀποκρινεῖται , κἂν ἐγὼ λέγοιμί σοι . γραῦς τις κακολόγος ἐκ δυοῖν Αἰξωνέοιν ὦ μεγίστη τῶν θεῶν νῦν οὖς |
. . καὶ μάχην ] γρ . μή . . ἀψυχίᾳ ] δειλίᾳ . . τοιαῦτ ' ἀϋτῶν ] τοιαῦτα | ||
ὀνείδει μάντιν Οἰκλείδην σοφόν , σαίνειν μόρον τε καὶ μάχην ἀψυχίᾳ . τοιαῦτ ' ἀυτῶν τρεῖς κατασκίους λόφους σείει , |
ἡ ὑπὸ τῶν ἴσων πλευρῶν ἡ ὑπὸ ΒΗΖ τῇ ὑπὸ ΔΗΖ ἴση : καὶ βάσις μὲν ἄρα ἡ ΒΖ βάσει | ||
ΕΗΔ , δυσὶν ὀρθαῖς ἴσαι οὖσαι , ταῖς ὑπὸ ΕΗΔ ΔΗΖ ἴσαι [ ὥστε καὶ ταῖς ὑπὸ ΕΗΔ ΔΗΖ δυσὶν |
οὑν νεκροῖς , γέρον ; ἐμὸς ἐμὸς ὅδε γόνος ὁ πολύπονος , ὃς ἐπὶ δόρυ γιγαντοφόνον ἦλθεν σὺν θεοῖσι Φλεγραῖον | ||
χαλᾷς , αὔδασον , τίς ἔφυς βροτῶν ; τίς ὁ πολύπονος ἄγῃ ; τίν ' ἂν σοῦ πατρίδ ' ἐκπυθοίμαν |
μεθυσοχάρυβδις μεσοπέρδην μισητόν μοιμύλλειν , μοιμυλλᾶν μοιχοτύπη μολυβδιᾷς μονογέρων μοχλίον Μύλλος ναιδαμῶς νεοπεινής νηπτικωτάτην νοσακερόν νωδογέρων ξυλοκύμβη ἐς ὀλβίαν ὀλεκρανίζειν | ||
Κρατῖνος ἐν Κλεοβουλίναις . Ἔστι δὲ καὶ κωμῳδιῶν ποιητὴς ὁ Μύλλος . Μυσῶν λεία : παροιμία ἐπὶ τῶν κακῶς διαρπαζομένων |
. πατὴρ δέ ς ' οὐχ ὧδ ' ὡς σὺ δειμαίνεις , τέκνον , προδοὺς ἐάσει δωμάτων τῶνδ ' ἐκπεσεῖν | ||
οἷόν τε ] πῶς οἷόν τε τοῦτο ] τὸ παρακούειν δειμαίνεις ] φοβῇ πλέον ] τῆς συγγενείας νηλὴς ] ἀπηνής |
κἀπιτρέψαι Λαμάχῳ , πότερον ἀκρίδες ἥδιόν ἐστιν ἢ κίχλαι ; Οἴμ ' ὡς ὑβρίζεις . Τὰς ἀκρίδας κρίνει πολύ . | ||
. Τί ὑποτεκμαίρει καὶ κακῶς ἄνδρας λέγεις καλοκαγαθεῖν ἀσκοῦντας ; Οἴμ ' , ὦ Θρασύμαχε , τίς τοῦτο τῶν ξυνηγόρων |
γὰρ Πίνδαρος ἄντικρυς Νεμεακὸν εἶναί φησιν : ἅρμα δ ' ὀτρύνει Χρομίου Νεμέα τ ' ἔργμασι νικαφόροις . ζητεῖται δὲ | ||
ἀνδρὶ μάχεσθαι ἄνδρα γέροντα δύῃ ἀρημένον : ἀλλά με γαστὴρ ὀτρύνει κακοεργός , ἵνα πληγῇσι δαμείω . ἀλλ ' ἄγε |
φιλαίτιος , ὀνειδιστικός : καὶ πάλιν φιλόψογος , φιλολοίδορος , κακήγορος . τὰ δ ' ἐπιρρήματα φιλεγκλημόνως , μεμψιμοίρως , | ||
ἐκ τοῦ κακο σύνθετα . κακοδαίμων , κακοῦργος , κακολόγος κακήγορος , κακοπράγμων ὡς Ὑπερείδης , κακόβιος , κακόβουλος , |
τῶι Πανδίονος . σὺ δ ' , ὥσπερ εἰκός , κατθανῆι κακὸς κακῶς , Ἀργοῦς κάρα σὸν λειψάνωι πεπληγμένος , | ||
ἔα . καὶ σὺ τῶνδ ' ἔξω κομίζου τειχέων ἢ κατθανῆι . πρὸς τίνος ; τίς ὧδ ' ἄτρωτος ὅστις |
κυανέης ἰδέειν ὑποφαίνεται , ἀλλ ' ἄρα πᾶσα ἀργεννὴ χιόνεσσιν ἐπασσυτέραις κεκάλυπται : ὣς τότ ' ἀπειρεσίῃσι περιπληθὴς ἀγέλῃσι φαίνεται | ||
κοῦφαι γὰρ ἀφαυροτέροισι κέλευθοι . τοῖσιν δ ' ὁρμιὴ μὲν ἐπασσυτέραις ἀραρυῖα θωμίγγων ξυνοχῇσι πολυστρεφέεσσι τέτυκται , ὅσσος τε πρότονος |
τὰ δ ' ἐκ θεῶν του : πανταχῆι δ ' ὀλώλαμεν . τίς οὖν ἂν εἴη μὴ πεφυκότων γέ πω | ||
ὄγκος καὶ δόμων εὐδοξία : ἡμεῖς δ ' ἀβούλως κἀκλεῶς ὀλώλαμεν . ἐπεὶ γὰρ ἡμᾶς ηὔνας ' Ἑκτόρεια χείρ , |
. ἢ καὶ ὡς ἀλεξίκακον Ἡρακλέα καλεῖ . μ ' ὦνθρωπε : εὐλαβεῖται δὲ καταφανὴς γενέσθαι ὁ Διόνυσος . τοῦτό | ||
' , ἀδικεῖς ἐμποδὼν καθήμενος . Οὐδὲν δεόμεθ ' , ὦνθρωπε , τῆς σῆς μορμόνος . Οὐδ ' οἵδε γ |
οὐρανοῦ . . . . ἀμφιλύκη νύξ : λυκόφως , λύγη , καὶ τροπῇ τοῦ γ εἰς κ λύκη καὶ | ||
θαμά . πυκνά . ἐπηλυγισάμενος . ἐπισκιασάμενος , ἐπικρυψάμενος : λύγη γὰρ ἡ σκιά . κοινὰ τά γε φίλων . |
. ἔχει δ ' οὕτως τὸ ἐπίγραμμα : τίς τόδε σέλμα πελώριον ἐπὶ χθονὸς εἵσατο ; ποῖος κοίρανος ἀκαμάτοις πείσμασιν | ||
, καθέδραις . θ σέλματα δὲ κυρίως ἐπὶ νηῶν . σέλμα κυρίως τὸ ἑδώλιον τῆς νεώς : ἐνταῦθα δὲ τὸν |
τοῦ δ ' ἀναρίτου Ἴβυκος . καλεῖται δ ' ὁ ἀναρίτης καὶ ἀνάρτας . κοχλιῶδες δὲ ὂν τὸ ὄστρεον προσέχεται | ||
Ἡρώνδας δ ' ἐν Συνεργαζομέναις : προσφὺς ὅκως τις χοιράδων ἀναρίτης . Αἰσχύλος δ ' ἐν Πέρσαις τις ἀνηρει τοὺς |
προσκρουσμός . ἀραγμὸς ] κτύπος , κροῦσις τῶν πυλῶν . ἀραγμὸς ] κροῦσις . ἀραγμὸς ] ἦχος . ἀραγμὸς ] | ||
πυλῶν . ἀραγμὸς ] κροῦσις . ἀραγμὸς ] ἦχος . ἀραγμὸς ] κτύπος . θ ὀφέλλεται ] αὐξάνει . ὀφέλλεται |
. Μ : μόνος θεῶν . . Θάνατος οὐ δώρων ἐρᾶι Αἰσχύλος φησί . . . . : . . | ||
. . Αἰσχύλος : μόνος θεῶν γὰρ Θάνατος οὐ δώρων ἐρᾶι . Μ : μόνος θεῶν . . Θάνατος οὐ |
δὲ νεκρῶν ἄγγελός τε καὶ κῆρυξ . σίφωνι λεπτῶι τοὐπίθημα τετρήνας . στάζουσιν ὥσπερ ἐκτροπήϊον σάκκος . κἄλειφα ῥόδινον ἡδὺ | ||
ὅτῳ ἐγεύοντο , Ἱππῶναξ εἴρηκεν , σίφωνι λεπτῷ τὸ ἐπίθημα τετρήνας , σιφωνίζειν δ ' Ἀριστοφάνης . καὶ ἀπὸ μὲν |
ἀμφὶ Λοξίου ; οὐ γὰρ τοιοῦτος ὥστε θρηνητοῦ τυχεῖν . ὀτοτοτοτοῖ πόποι δᾶ . ὦπολλον ὦπολλον . ἥδ ' αὖτε | ||
δόσιν κακὰν κακῶν κακοῖς . ἴυζε μέλος ὁμοῦ τιθείς . ὀτοτοτοτοῖ . βαρεῖά γ ' ἅδε συμφορά . οἴ , |
γὰρ συκῆ χαῦνον φυτόν ἐστι καὶ ἀνωφελῆ ξύλα ποιεῖ . Σύμβουλός ἐστιν ὁ χρόνος τῶν πραγμάτων . Συγγνώμη πρωτοπείρῳ : | ||
Σὺν Ἀθηνᾷ καὶ χεῖρα κίνει . Συνῆλθεν ἀτταγᾶς νουμηνίῳ . Σύμβουλός ἐστιν ὁ χρόνος τῶν πραγμάτων . Συγγνώμη πρωτοπείρῳ : |
πάρα νυμφοκομήσει . τοῖον εἰς ἕρκος πεσεῖται καὶ μοῖραν θανάτου δύστανος : ἄταν δ ' οὐχ ὑπεκφεύξεται . σὺ δ | ||
οὐ γὰρ ἔχω χεροῖν τὰν πρόσθεν βελέων ἀλκάν , ὦ δύστανος ἐγὼ τανῦν , ἀλλ ' ἀνέδην ὅδε χῶρος ἐρύκεται |
βία ] ὁ Πολυφόντης . βίᾳ ] δυνάμει . φερέγγυον φρούρημα : ἱκανὸν φρουρεῖν τὴν πατρίδα . φερέγγυον ] ἀξιόμαχον | ||
θ φερέγγυον ] πιστὸς φύλαξ . φρούρημα ] ἀσφάλεια . φρούρημα ] φύλαγμα . φρούρημα ] τῶν κατ ' αὐτῶν |
καὶ πολλῶν ὕπερ : ἧι παῖς μὲν ἀμφὶ μνῆμ ' Ἀχιλλείου τάφου λάθραι τέθνηκε τλημόνως Πολυξένη : φροῦδος δὲ Πρίαμος | ||
κατ ' ἄκρα Νηρῆιδες ἕστασαν θεαί , πρύμναις σῆμ ' Ἀχιλλείου στρατοῦ . Ἀργείων δὲ ταῖσδ ' ἰσήρετμοι νᾶες ἕστασαν |
τῶν δοράτων τῶν πολεμίων κινούμενος ὁ ἀὴρ ταράσσεται . . ἐπιμαίνεται ] γρ . ἐπισημαίνεται . . ἄμμιν ] ἡμῖν | ||
Ξ αἰθήρ ] ἀήρ . θ ἐπιμαίνεται ] ἠχεῖ . ἐπιμαίνεται ] ταράσσεται . θ ἐπιμαίνεται ] σφοδρῶς κινεῖται . |
σκόπει γ ' αὐτὴν σφόδρα : μόνην γὰρ αὐτήν , ὦνερ , οὐ γιγνώσκομεν . Πολύν γε χρόνον οὐρεῖς σύ | ||
εἶτ ' ἠρόμεθ ' ἄν : Πῶς ταῦτ ' , ὦνερ , διαπράττεσθ ' ὧδ ' ἀνοήτως ; Ὁ δέ |
[ , πρόσπολον ] οἰκτρᾶς μετὰ παρθενικῶν ? [ παίδων ἰαχῆς ] μέλος οἰμώξασα , ἵετ ' ἐπ [ ' | ||
σφι κιχήμεναι αἴσιμον ἦεν : τῶν δέ θ ' ὑπὸ ἰαχῆς ἐφάνη λὶς ἠϋγένειος εἰς ὁδόν , αἶψα δὲ πάντας |
' οὗ τριβωνευόμενοι οἱ τεχνάζοντες . ἐπεί , φησί , νηπύτιός ἐστιν , οὐκ ἂν εἴη ἔμπειρος τῆς ἡμετέρας ἐνταῦθα | ||
' οὗ τριβωνευόμενοι οἱ τεχνάζοντες . ἐπεί , φησί , νηπύτιός ἐστιν , οὐκ ἂν εἴη ἔμπειρος τῆς ἡμετέρας ἐνταῦθα |
ἤτοι τῷ φάρυγγι . ἢ τοῦ ἥπατος ἢ τοῦ στομάχου ἐφήμεναι ] καθήμεναι ἔνθα ] ὅπου αἰέν ] ἀεί ἀθροιζόμενον | ||
γυναικὸς ἔῃ γενέθλη , τοῖσιν δὲ συνείη Ἀφρογενής , τεγέεσσιν ἐφήμεναι αἴσχεα δρῶσιν . ὁππότε δ ' ὡρονομῇ Στίλβων ζῶον |
Φλεγρὰς αἶα δουλωθήσεται Θραμβουσία τε δειρὰς ἥ τ ' ἐπάκτιος στόρθυγξ Τίτωνος αἵ τε Σιθόνων πλάκες Παλληνία τ ' ἄρουρα | ||
βροτῶν . ὁ δ ' αὐτὸς ἀργῷ πᾶς φαληριῶν λύθρῳ στόρθυγξ , δεδουπὼς τὸν κτανόντ ' ἠμύνατο πλήξας ἀφύκτως ἄκρον |
σε τοῦ γνησίου γάμου : θαρρήσασα : ἀποδιώκω ἐκβάλω : ἐρωτηματικῶς μετὰ ὑποκρίσεως . τούτῳ δὲ ὑπακουστέον τὸ οὐ δήπου | ||
” : οἱ δὲ τοῦ Κλέωνος , ἵν ' ᾖ ἐρωτηματικῶς . ΓΘ ἐάσεις ] λείπει “ ἐπιφοιτῆσαι ” . |
λέγεις „ ; „ ἔφη ” ἤδη γὰρ ὁ κώδων ἐψόφηκεν ; ” εἰπόντος δέ „ εὖ σοι εἴη „ | ||
δαιμόνων ? [ ] ; τάλαιν ' ἐγώ , τίς ἐψόφηκεν ; ἆρ ' ὁ πάππας ἔρχεται ; ἔπειτα πληγὰς |
. εἴ ς ' ὄψεταί τις θῆλυν ὄντ ' οὐκ αἰνέσει . ζῶ σοι ταπεινός ; ἀλλὰ πρόσθεν οὐ δοκῶ | ||
ὅτ ' οὐδὲν ἔσται μῆχος ὠφελεῖν πάτραν , τὴν φοιβόληπτον αἰνέσει χελιδόνα . Τόσς ' ἠγόρευε καὶ παλίσσυτος ποσὶν ἔβαινεν |
τὸν ἡδονῆς μελωιδὸν εὐάζων χορόν . πηκτὶς δὲ Μούσηι γαυριῶσα βαρβάρωι δίχορδος εἰς σὴν χεῖρα πῶς κατεστάθη ; ἐδέξατ ' | ||
' , ἀνθηρὸς μὲν εἱμάτων στολῆι χρυσῶι τε λαμπρός , βαρβάρωι χλιδήματι , ἐρῶν ἐρῶσαν ὤιχετ ' ἐξαναρπάσας Ἑλένην πρὸς |
γὰρ μάλα κοῦφα λίνων στήσαντες ἐλαφρῶν κυκλόσε δινεύουσι , βίῃ θείνοντες ἐρετμοῖς νῶτον ἁλός , κοντοῖς τε καταΐγδην κτυπέουσιν : | ||
ἔξοχα κούφην , αἰζηοὶ κώπῃσιν ἐπειγομένῃς ἐλόωσι , νῶτον ἁλὸς θείνοντες : ὁ δ ' ἐν πρύμνῃσιν ἄριστος ἰθυντὴρ ἀλίαστον |
διὰ τέλους δὲ δυστυχῶν τοσῷδε νικᾷ : τοῦ γὰρ εὖ τητώμενος οὐκ οἶδεν , ἀεὶ δυστυχῶν κακῶς τ ' ἔχων | ||
' ἀκούσας κἀξονειδισθεὶς κακὰ πλέω πρὸς οἴκους , τῶν ἐμῶν τητώμενος πρὸς τοῦ κακίστου κἀκ κακῶν Ὀδυσσέως . Κοὐκ αἰτιῶμαι |
φέρωμεν οἱ προτεταγμένοι τὸν νυμφίον , ὦνδρες . Ὑμήν , Ὑμέναι ' , ὤ . Ὑμήν , Ὑμέναι ' ὤ | ||
κρατήσας καὶ πάρεδρον Βασίλειαν ἔχει Διός . Ὑμὴν ὤ , Ὑμέναι ' ὤ . Ἕπεσθέ νυν γαμοῦσιν , ὦ φῦλα |
' ἔχει , Ὑπερβίῳ δὲ Ζεὺς πατὴρ ἐπ ' ἀσπίδος σταδαῖος ἧσται , διὰ χερὸς βέλος φλέγων : κοὔπω τις | ||
γὰρ Ἱππομέδων ἔχει τὸν Τυφῶνα , τῷ Ὑπερβίῳ δὲ ἐγκεκόλαπται σταδαῖος καὶ στάσιμος , ὡς κατὰ σύστασιν μαχόμενος , ὁ |
“ ἀρνῶν πρωτογόνων . ” ἀρτεμέα ὑγιῆ . ἀράβησεν οἷον ἐψόφησεν . ἀργειφόντης ἢ ὁ ἀργὸς φόνου καὶ καθαρός . | ||
μάτην . κλαυσιᾷ : Ἠχεῖ . Θ . . ματαίως ἐψόφησεν . . . σέ τοι λέγω : Τὸ λέγω |
κοῦφα τίταινον ἀειρομένων ὑπὲρ ὤμων Ἠῶιον περὶ νῶτον ὀπίστεραι . ἑβδομάτη δὲ στυγνὰ κατηφιόωντι κελαινιόωσα χιτῶνι , ἐς δρόμον ἱπταμένη | ||
ὡς ἕβδομος ἑβδόματος , ἀφ ' οὗ καὶ τὸ θηλυκὸν ἑβδομάτη ἑνδεκάτη . ὅτι δὲ ἐκ παραθέσεων δύο ἓν γίνεται |
' ὀργῆς : καί μ ' ὁ πρέσβυς ὡς ὁρᾷ ὄχον παραστείχοντα , τηρήσας μέσον κάρα διπλοῖς κέντροισί μου καθίκετο | ||
] ? σταλάσσ [ - [ ] οντων ? ? ὄχον [ [ ] ων ? κουροτρόφ ? ? [ |
ἐλυσθείς : πεσὼν , κρυφθεὶς , τανυσθεὶς , κυλισθεὶς , κρυβείς : ἐλύω τὸ κρύπτω , ὅθεν ἀλύτη ἡ νύξ | ||
τοῖς παθοῦσιν . παθοῦσιν . παθοῦσι . τοῖς κακοῖς . κρυβείς , ἀφανισθεὶς . ἀφανισθεὶς . παντελῶς . ὁμοῦ . |
- εντ ' ὀλολυγμὸν ἀνδρὸς θεινομένου , γυναικός τ ' ὀλλυμένας : τί γὰρ κεύθω † φρενὸς θεῖον ἔμπας † | ||
λαοῦ . λαΐδος ὀλλυμένας ] ἤτοι τῆς λείας . λαΐδος ὀλλυμένας ] τῶν πολιτῶν . λαΐδος ] τῆς λαφυραγωγίας . |
' ἀνδρὸς ἄνδρα Κερκίδας ἀπέκτεινεν . × – ˘ “ βαύ βαύ ” καὶ κυνὸς φωνὴν ἱείς . ἀνὴρ ὅδ | ||
ἀνδρὸς ἄνδρα Κερκίδας ἀπέκτεινεν . × – ˘ “ βαύ βαύ ” καὶ κυνὸς φωνὴν ἱείς . ἀνὴρ ὅδ ' |
τόδε ψυχὴν διέφθαρκ ' : οἴχομαι δὲ καὶ βίου χάριν μεθεῖσα κατθανεῖν χρήιζω , φίλαι . ἐν ὧι γὰρ ἦν | ||
Ὑφ ' ἡδονῆς τοι , φιλτάτη , διώκομαι τὸ κόσμιον μεθεῖσα σὺν τάχει μολεῖν : φέρω γὰρ ἡδονάς τε κἀνάπαυλαν |
ἀκούσαθ ' οἷος κέλαδος ἐν δόμοις πίτνει . σὺ παρὰ κλῆιθρα , σοὶ μέλει πομπίμα φάτις δωμάτων : ἔνεπε δ | ||
ἕδρας ἡ Τυνδαρὶς παῖς ἐκπεπόρθμευται χθονός . ὠή , χαλᾶτε κλῆιθρα , λύεθ ' ἱππικὰς φάτνας , ὀπαδοί , κἀκκομίζεθ |
τέθνηκας ζητῶν ἐμὲ , ἐγὼ δὲ ζῶ καὶ τρυφῶ , κατάκειμαι δὲ ἐπὶ χρυσηλάτου κλίνης μετὰ ἀνδρὸς ἑτέρου . πλὴν | ||
ἔστιν , ἡ δ ' οὐ φαίνεται . ἐγὼ δὲ κατάκειμαι πάλαι χεζητιῶν , τὰς ἐμβάδας ζητῶν λαβεῖν ἐν τῷ |
σκόροδα ; Ποῖα σκόροδ ' ; Ὑμὲς τῶν ἀεί , ὅκκ ' εἰσβάλητε , τὼς ἀρωραῖοι μύες , πάσσακι τὰς | ||
, νῦν δ ' αἰπόλῳ ἀνδρὶ ἔοικας . ᾡπόλος , ὅκκ ' ἐσορῇ τὰς μηκάδας οἷα βατεῦνται , τάκεται ὀφθαλμὼς |
αὐτοῦ , τάχιστα βάλλει αὐτὸν ἐκεῖσε τῷ δόρατι . θ βραδύνεται ] βραδεῖαν τὴν χεῖρα ἔχει . βραδύνεται ] βραδύς | ||
Οἰδίπους , τί μέλλομεν χωρεῖν ; πάλαι δὴ τἀπὸ σοῦ βραδύνεται . Ὁ δ ' ὡς ἐπῄσθετ ' ἐκ θεοῦ |
ὁμο σύνθετα . ὁμόσπονδος ὁμόσιτος , ὁμοήθης , ὁμότροπος , ὁμόδουλος , ὁμόνους , ὁμόφωνος , ὁμόγλωττος , ὁμοτράπεζος , | ||
ἰδίαν βαδίζειν , εἰς οἶκον δὲ ἐφ ' ἕτερον . ὁμόδουλος συνδούλου διαφέρει . ὁμόδουλοι γάρ εἰσιν οἱ μετέχοντες ὁμοίας |
Χίων , ὡς Θουκυδίδης ὀγδόῃ . τὸ ἐθνικὸν Δελφίνιος : προκατελήφθη γὰρ ὁ τύπος τοῦ ἐθνικοῦ : ἢ Δελφινιεύς . | ||
ἁρμόττον ἦν ἄψαυστον διαφυλάττειν , αἰδουμένους τὰς φύσεως ἀνάγκας αἷς προκατελήφθη . τοὺς περὶ τὰ κυνηγέσια δεινοὺς καὶ βάλλειν θῆρας |
λεβηρίδος : ἀντὶ τυφλότερος . ἐπὶ τῶν πάνυ πενήτων . Γυμνότερος παττάλου : ἐπὶ τῶν σφόδρα ἀπορωτάτων . Γύγου δακτύλιος | ||
ἡ πτῆσις τῆς γλαυκὸς νίκης σύμβολον τοῖς Ἀθηναίοις ἦν . Γυμνότερος λεβηρίδος : ἐπὶ τῶν πάνυ πτωχῶν . Ἀντὶ τοῦ |
βδελυρώτερος , θρασύτερος , ἐπονείδιστος , ἐπίρρητος , ἐπίψογος . Βίοι ἐφ ' οἷς ἄν τις ὀνειδισθείη , πορνοβοσκός , | ||
τοὺς διαφθείροντάς τινα ἔργα : ἢ ἐπὶ τῶν φιλολόγων . Βίοι ἀνθρώπων καὶ φυτῶν σπέρματα συνεξομοιοῦνται ταῖς χώραις . Βία |
ὁ χορὸς , στέναζε καὶ δακνάζου : παραγώγως ἀντὶ τοῦ δάκνου . βαρὺ δ ' ἀμβόασον οὐράνι ' ἄχη ] | ||
Σαλαμῖνος : ἐκαλεῖτο γὰρ οὕτω . . δακνάζου ] ἤτοι δάκνου κατὰ παραγωγήν . . οὐράνια ] μεγάλα , ὑπερβολικά |
πολλοῦ γε καὶ δέω . . ἐγκόνει πάλιν ] σπεύδων ἀπέρχου . . ἂν ἱστορῇς ] ζητῇς . . τοιοῖσδε | ||
οὗ δέομαι ; Ἐγὼ δέ σοι λέγω ὅτι ὡς τευξόμενος ἀπέρχου ; οὐχὶ δὲ μόνον , ἵνα πράξῃς τὸ σαυτῷ |
τέλος εἰς κάθαρσιν τῶν συγκομισθέντων πρὸς ἑτοιμοτέραν τροφῆς χρῆσιν . Κλέπτης δέ τίς ἐστι καὶ ὁ ἀνδραποδιστής , ἀλλὰ τοῦ | ||
Μισοῦντ ' ἐμίσει , καὶ σὺ τοῦτ ' ἠπίστασο . Κλέπτης γὰρ αὐτοῦ ψηφοποιὸς ηὑρέθης . Ἐν τοῖς δικασταῖς , |
πόσις σός , παῖδ ' ἔδωκ ' αὐτῶι θεός . ὀτοτοτοῖ : τὸν ἐμὸν ἄτεκνον ἄτεκνον ἔλακ ' ἄρα βίοτον | ||
ἐρημώσας ' ] ἤγουν ἀφεῖσα . στροφή . ἡμέτερον + ὀτοτοτοῖ : αἱ περίοδοι αὗται πᾶσαι καλοῦνται ὡς εἴρηται ἀλλοιόστροφοι |
. τὸ δεύτερόν σοι , Πυρρίη , πάλιν φωνέω , ὄκως ἐρεῖς Ἔρμωνι χιλίας ὦδε καὶ χιλίας ὦδ ' ἐμβαλεῖν | ||
τις οὐχὶ σύνδουλον αὐτὸν σπαράσσειν ἀλλὰ σημάτων φῶρα . ὀρῆις ὄκως νῦν τοῦτον ἐκ βίης ἔλκεις ἐς τὰς ἀνάγκας , |
] συμπίπτων , συγκρούων . . κελαινὸς ] μέλας . ὑποβρέμει ] ὑπηχεῖ . . γᾶς ] γῆς . ἁγνορρύτων | ||
θάλασσα , καὶ ὁ μέλας τόπος τῆς γῆς τοῦ Ἅιδου ὑποβρέμει . αἱ πηγαί τε τῶν καθαρῶν ὑδάτων στένουσιν ἄλγος |
. πάταγον ] κτύπον . θ κτύπον ] πάταγον . ταρβοσύνῳ ] ταρακτικῷ . ταρβοσύνῳ ] τῷ τείροντι διὰ βοῆς | ||
τάρβοντι διὰ τῆς βοῆς . ταρβοσύνῳ ] μετὰ φόβου . ταρβοσύνῳ ] φοβουμένῳ . ταρβοσύνῳ ] + δειλίαν ποιοῦντι . |
παρὰ τὸ λίπτω . λελιμμένος ] ἐπιθυμῶν . θ Ξ λελιμμένος ] ἐπιθυμίαν ἔχων . κατὰ τοῦτον γὰρ τὸν καιρὸν | ||
μαργῶν ] μαινόμενος . θ Ξ μάχης ] πολέμου . λελιμμένος ] ἐπιθυμῶν παρὰ τὸ λίπτω . λελιμμένος ] ἐπιθυμῶν |
μὴ εὐθεῖαν . * ἴλλων : συστρεφόμενος περιβλέπων περιστρεφόμενος στρέφων δοχμός : ἀνακρούων ἤτοι ἀνακόπτων ἢ ἐναντιούμενος τῇ τοῦ ἑρπετοῦ | ||
ταναηκέϊ : μακρῷ , μακρᾷ . δοχμόν : πλαγίως . δοχμός : πλάγιος . δόχμιος : πλάγιος . Ἡ δέ |
λαθραῖον ὠδῖν ' ἐς θεοῦ ῥῖψαι δόμον , ὑπέρ τε θυμέλας διορίσαι πρόθυμος ἦν : οἴκτωι δ ' ἀφῆκεν ὠμότητα | ||
δόμων καί τι πυθέσθαι χρήιζετε Φοίβου , πάριτ ' ἐς θυμέλας : ἐπὶ δ ' ἀσφάκτοις μήλοισι δόμων μὴ πάριτ |
: κύημα καὶ συγκοπῆ κύμα : κακὸς , ἀπὸ τοῦ χάζω : ὅ ἐστιν ἀναχωρῶ : κάδος , ἀπὸ τοῦ | ||
: ἀπὸ τοῦ χῶ τοῦ σημαίνοντος τὸ χωρῶ κατὰ παραγωγὴν χάζω . . . , : χαίρω : παρὰ τὸ |
γνώμης τοῦ τε μηδὲν ἐξ ἀρχῆς βεβουλεῦσθαι , ὥσπερ αὖ κραταιᾶς εὖ μάλα καὶ μετὰ λογισμοῦ καὶ ψήφου τοῖς πράγμασιν | ||
Τηλέμαχον ὁπλισάμενοι ἀπαντῶσιν ἔξω τῆς πόλεως , καὶ γενομένης μάχης κραταιᾶς πίπτουσιν οἱ ὑπὲρ τῶν μνηστήρων πολεμήσαντες ἀριστεύοντος τοῦ Τηλεμάχου |
ς ' ἀνέμνησεν κακῶν ; ἢ τὰς Ὀρέστου τλήμονας φυγὰς στένεις καὶ πατέρα τὸν ἐμόν , ὅν ποτ ' ἐν | ||
θεοὺς ἐγὼ πυθέσθαι βούλομαι τί τὸ πρᾶγμα τουτί . Τί στένεις ; Τί δυσφορεῖς ; Οὐ χρῆν σε κρύπτειν ὄντα |
λάινον ἄντρον Ἄρει ξέσας , τίς ὁ κέντρον ἐπίσκοπον ἁρμόσας συνοδοιπόρον εὗρε τὸν ἁλίου , ἐνέκλεισεν ἔσω δρόμον ἁμέρας , | ||
ἀποβεβληκότων τὸν πέλεκυν ὁ ἔχων αὐτὸν διωκόμενος ἔλεγε πρὸς τὸν συνοδοιπόρον : „ ἀπολώλαμεν ” , ἐκεῖνος δὲ ἔφη : |
φόρτοι ἀπώλεσαν , οἷς κέρδος ἦν συγκαταδῦναι τοῖς κύμασιν . ἐκβολὰν φέρει ] ἔκπτωσιν ὑπομένει . . ἀλφηστῶν ] ἐφευρετῶν | ||
. θΞ ἐκβολὰν ] ῥῖψιν . ἐκβολὰν ] ἐκφόρευσιν . ἐκβολὰν ] ἔκπτωσιν . θ φέρει ] πάσχει . φέρει |
Ἄρκυας . παγίδας : γρίφους . λύγους : βρόχους . ταναόν : , μακρόν . πάναγρον : . Αἰχμήν : | ||
' εὐθήροιο μέγα πνείοντα φόνοιο , ἄρκυας εὐστρεφέας τε λύγους ταναόν τε πάναγρον δίκτυά τε σχαλίδας τε βρόχων τε πολύστονα |
ταύρωι ἢ ἀνδρί , ὡς δάμαλις , ὡς μόσχος . αὐδᾶι ] φωνῆι . εὔποτον ] πολλὰς θυσίας ποιοῦντα ἢ | ||
πρὸς γένειον χεῖρα καὶ δέρην βαλὼν Ὦ φίλτατ ' , αὐδᾶι , μή μ ' ἀποκτείνηις , πάτερ : σός |
' ] τύπτοντ ' . . τύπτειν ] σέ , δαίρειν . . εὐνοεῖν ] ἀγάπης τεκμήριον , τὸ ἀγαπᾶν | ||
ἀγαπᾶν , εὔνουν φίλον εἶναι , σοί . τύπτειν ] δαίρειν . , σέ . πῶς ] ἀπαθὴς κακῶν . |
ἔθεσθ ' ἄελπτον κακὸν διαπρέπον , οἷον δέδορκεν Ἄτα . πεπλήγμεθ ' οἵᾳ δι ' αἰῶνος τύχᾳ : πεπλήγμεθ ' | ||
Ἄτα . πεπλήγμεθ ' οἵᾳ δι ' αἰῶνος τύχᾳ : πεπλήγμεθ ' : εὔδηλα γάρ : νέᾳ νέᾳ δύᾳ δύᾳ |
] ξυνήλικας ? . Γύγην [ γὰρ ὡς ] ? ἐσεῖδον ? ? , [ οὐκ ] εἴκασμά τι , | ||
σιγὰν λόγων ; ἐπεί σε νῦν ἀφράστως ἀέλπτως τ ' ἐσεῖδον . Τότ ' εἶδες , ὅτε θεοί μ ' |
αἵματι βεβρεγμένους . αἱματοσταγεῖς ] ᾑμαγμένους τῷ φόνῳ . θ αἱματοσταγεῖς ] τοῦ ἀπὸ τοῦ φόνου γεγονότος . Ξ κλύουσα | ||
ὡς βάκχη . θ θυὰς ] ἐκστᾶσα ἐμαυτῆς . Ξ αἱματοσταγεῖς ] τοὺς αἵματι βεβρεγμένους . αἱματοσταγεῖς ] ᾑμαγμένους τῷ |
μὴ λέγ ' , ὦ πόνηρε , ταῦτ ' . Ἔχ ' ἥσυχος . Ἐγὼ γὰρ ἀποδείξω σε τοῦ Διὸς | ||
χορδὴν φέρε . Φέρε , τοῦ δόρατος ἀφελκύσωμαι τοὔλυτρον . Ἔχ ' , ἀντέχου , παῖ . Καὶ σύ , |
ἐτάραξεν , ἠνώχλησεν , εἰς θυμὸν ἐκίνησεν , τὰς φρένας διέσεισεν . μνήμης ἔξοδος . ὅρος λήθης . Ἀγάθωνος . | ||
| ἀπειργάσατο : ὧν τὴν συγγένειαν ἡ ἐπίβουλος πλεονεξία παρευημερήσασα διέσεισεν , ἀντ ' οἰκειότητος ἀλλοτριότητα καὶ ἀντὶ φιλίας ἔχθραν |
τοιάδε τόλμα : θῆλυς ἄρσενος φονεύς : ἔστιντί νιν καλοῦσα δυσφιλὲς δάκος τύχοιμ ' ἄν ; ἀμφίσβαιναν , ἢ Σκύλλαν | ||
Κλυταιμνήστρας . λαθραίου ] κεκρυμμένης . νιν ] αὐτήν . δυσφιλὲς ] ἤγουν μισητόν . δάκος ] θηρίον . σημείωσαι |
πολὺς κατὰ πτόλιν ὑμνοῖθ ' ὑπ ' ἀστῶν φροιμίοις πολυρρόθοις οἰμώγμασίν θὧν ' Ζεὺς Ἀλεξητήριος ἐπώνυμος γένοιτο Καδμείων πόλει . | ||
, καὶ οἴμωγμα οὐδετέρως παρ ' Αἰσχύλῳ [ . ] οἰμώγμασίν θ ' ὧν Ζεὺς ἀλεξητήριος . ἐκ τούτου δοκεῖ |
τῶιδε , τἄλλα γ ' εὐτυχῶς πεπραγότες . μή νυν τρέσηις ἔτ ' ἐχθρὸν Ἀργείων δόρυ : ἐγὼ γὰρ αὐτὴ | ||
χρήσωνται τύχηι ; οἵδ ' οὐ προδώσουσίν σε , μὴ τρέσηις , ξένοι . τοσόνδε γάρ τοι θάρσος , οὐδὲν |
ὀστέα κατεηγότα ἰητρεύεται , κατάψυχρον δὲ κάρτα μηδὲν προσφέρειν . Ἥκιστα μὲν οὖν τὰ πρῶτα ἄρθρα κινδυνώδεά ἐστι , τὰ | ||
εἰσπεμπόντων , ποιητὴς τῶν λόγων οἷς οἱ ῥήτορες ἀγωνίζονται ; Ἥκιστα νὴ τὸν Δία ῥήτωρ , οὐδὲ οἶμαι πώποτ ' |
. [ βῆ δ ' ἴμεναι πρὸς δῶμα , φίλον τετιημένος ἦτορ : ] ἔστη δ ' ἐν προθύροισι , | ||
πελάσῃ μεμογηότι θυμῷ , στῆ ῥα μέγ ' ἀφριόων , τετιημένος : ὡς δέ τις ἵππος ἱδρῶτ ' ἐξανύσας καματώδεα |
ἠκούσαμεν : Πυλάδη , θανούμεθ ' , ἀλλ ' ὅπως θανούμεθα κάλλισθ ' : ἕπου μοι , φάσγανον σπάσας χερί | ||
ἐλεύθεροι γὰρ κοὐδὲν ἠδικηκότες τῆς σῆς ἕκατι ζημίας [ ] θανούμεθα . [ ] πολλοῖσι δῆλον [ ὡς θεήλατον ] |
: μέλισμα , μέλος , λάλημα , ὅθεν καὶ τὸ ψίθυρος ὁ λάλος . ἡ δὲ φωνὴ τῶν κατὰ μίμησιν | ||
λαμβάνουσιν . ἔστι γὰρ ψίθυρ ψίθυρος ὡς μάρτυρ μάρτυρος καὶ ψίθυρος ψιθύρου ὡς μάρτυρος μαρτύρου : τὸ δὲ ψίθυρ παρὰ |
ἐκτρέπω τὸ μεταποιῶ καὶ μεταβάλλω ἐκ τούτου εἰς τοῦτο . εὐσωματεῖ ] ἰσχυρός ἐστιν , γενναῖον σῶμα , πιαίνει τὸ | ||
λέγειν . ἐπιτρέπεις ] ἀντὶ τοῦ “ συγχωρεῖς ” . εὐσωματεῖ γὰρ καὶ σφριγᾷ : ἐκ τοῦ ἐναντίου συγκατατίθεται : |
] φιλόγελως : γήθω γὰρ τὸ χαίρω . θ οὐ φιλαγαθὴς ] ἀλλὰ μισητός . ἐτύμως ] ἀληθῶς . δακρυχέων | ||
τὸ δὲ ἐτύμως πρὸς τὸ δαΐφρων καὶ οὐ πρὸς τὸ φιλαγαθὴς συντακτέον : ἀληθῶς γάρ ἐστιν ὁ γόος δαΐφρων . |
, . . . . Βλεμεαίνων : τῇ ἑαυτοῦ δυνάμει γαυριῶν καὶ ἐπαιρόμενος , μαργαίνων καὶ ἐνθουσιῶν . παρὰ τὸ | ||
καὶ ἐρι καὶ νη καὶ βου , βουγάϊος ὁ μέγα γαυριῶν , καὶ ἀρι καὶ δα , δάφοινος ὁ ἄγαν |
Ἔνθα καὶ ὁ τῶν Βισαλτέων βασιλεὺς γῆς τε τῆς Κρηστωνικῆς Θρῆιξ ἔργον ὑπερφυὲς ἐργάσατο : ὃς οὔτε αὐτὸς ἔφη τῷ | ||
τε Γοργόνος τρίαιναν ὀρθὴν στᾶσαν ἐν πόλεως βάθροις Εὔμολπος οὐδὲ Θρῆιξ ἀναστέψει λεὼς στεφάνοισι , Παλλὰς δ ' οὐδαμοῦ τιμήσεται |