ἐστιν . πασσάλου δὲ , ὅτι ἐπὶ πασσάλων ἔκειντο αἱ κιθάραι : καὶ Ὅμηρος : πασσάλῳ ἐγκρεμάσας : διὰ τὸ
, ἤγουν κακὸν καὶ ἀμείλικτον ᾄδουσιν . αὐτόν . αἱ κιθάραι . ποταπαί ; ὁμόστεγον ἔχουσαι . ἤγουν κοινωνὸν παραλαμβάνουσιν
6985598 τραπεζαι
παλαιᾶς τε καὶ ἄκρας τέχνης καὶ χρυσοῖ κρατῆρες καὶ ποικίλαι τράπεζαι καὶ πορφύρα καὶ ἐλέφας καὶ ἤλεκτρος καὶ μύρων ὀσμαὶ
οὗ δὴ πλεῖστον ἀνὴρ ὑπὲρ ἄνδρα πεπώκει . δεύτεραι αὖτε τράπεζαι ἐφωπλίζοντο γέμουσαι : ἐν δ ' αὐταῖσιν ἐπῆν ἄπιοι
6875535 Σειρηνες
Μελπομένης δὲ , ἢ κατά τινας Τερψιχόρης καὶ Ἀχελώου , Σειρῆνες : Τερψιχόρης δὲ , ἢ Μελπομένης καὶ Λίνου τοῦ
τετρακτύς : ὅπερ ἐστὶν ἡ ἁρμονία , ἐν ἧι αἱ Σειρῆνες . τὰ δὲ τί μάλιστα , οἷον τί τὸ
6655797 Μουσαι
ἀθάνατοι πρώτωι μέλος ἀνθρώποισιν ἀεῖσαι / ἐν ποδὶ δεξιτερῶι : Μοῦσαι δέ σε θρήνεον αὐταί / μυρόμεναι μολπῆισιν , ἐπεὶ
, καθάπερ καὶ τὸν Ὅμηρον τούτοις προσμαρτυρεῖν λέγοντα ἔνθα τε Μοῦσαι ἀντόμεναι Θάμυριν τὸν Θρήικα παῦσαν ἀοιδῆς , καὶ ἔτι
6642002 κοραι
ἰαχαῖς τε νύμφαν . ἴτ ' , ὦ καλλίπεπλοι Φρυγῶν κόραι , μέλπετ ' ἐμῶν γάμων τὸν πεπρωμένον εὐνᾶι πόσιν
νυκταλωπικοῦ πάθους , καί τι χαλεπὸν ἐγίνετο . αἱ γὰρ κόραι τῶν ὀφθαλμῶν ἐμειοῦντο πυκνούμεναι ὑπὸ τῆς ψύξεως , αὐτὸς
6527197 νυμφαι
ἀλαὸς τοὺς ὦπας . καὶ νυκταλωπιῶν : ὁ νυστάζων . νύμφαι : σκώληκες οἱ ἐν τοῖς τῶν μελισσῶν κυττάροις ,
ἐν ταύταις λοῦσαι τεχθέντα Ἑρμῆν αἱ περὶ τὸ ὄρος λέγονται νύμφαι , καὶ ἐπὶ τούτῳ τὰς πηγὰς ἱερὰς Ἑρμοῦ νομίζουσιν
6521774 ἀσπιδες
δὲ τοῦτο διὰ τὸ περιφερεῖς εἶναι καὶ τούτους ὡς αἱ ἀσπίδες . γοργόνωτον ἀσπίδος κύκλον : περιφραστικῶς τὴν ἀσπίδα .
τροπικῶς , ἀπὸ τοῦ ὅλου τὸ μέρος . βοάγρια αἱ ἀσπίδες . ὁ δὲ Ἀπίων τὰ ἐκ βοῆς ἠγρευμένα ,
6511750 Χαριτες
πλείστην προσάγων τιμὴν ἐλάττω νέμειν ἡγεῖτο τῆς προσηκούσης . αἱ Χάριτες δὲ τὸ πρόσωπον ὅλον περιεκέχυντο , ὥστε καὶ εὐφραίνετό
δὲ Αἰολίδι διαλέκτῳ παρὰ τὸ Σαπφικὸν ἑκκαιδεκασύλλαβον τὸ ῥοδοπάχεες ἁγναὶ Χάριτες δεῦτε Διὸς κόραι . ὁ δὲ λόγος πρὸς τὴν
6511052 διατριβαι
ταχὺ τὸν πρόσκοπον ἀπολύεσθαι : ἐκ τούτου δ ' αὖ διατριβαὶ καὶ ἀναπαύσεις πρὸ τῶν ἑσπερινῶν γυμνασίων . μετά γε
καὶ περὶ ἃ καταγίνονται . οἷον γάρ τινες τοπικαί εἰσι διατριβαὶ τὰ ὑποκείμενα ταῖς δυνάμεσι , περὶ ἃ τὰς οἰκείας
6507131 Νυμφαι
ἕλκος . τῆνον μὲν περὶ παῖδα φίλοι κύνες ὠρύονται καὶ Νύμφαι κλαίουσιν Ὀρειάδες : ἁ δ ' Ἀφροδίτα λυσαμένα πλοκαμῖδας
. ὕδατι δ ' ἐν μέσσῳ Νύμφαι χορὸν ἀρτίζοντο , Νύμφαι ἀκοίμητοι , δειναὶ θεαὶ ἀγροιώταις , Εὐνίκα καὶ Μαλὶς
6404439 παρθενοι
τελεῖν τὰ Θεσμοφόρια . εἰσὶ δὲ τὰ Θεσμοφόρια τοιαῦτα : παρθένοι γενναῖαι καὶ τὸν βίον σεμναὶ κατὰ τὴν ἡμέραν τῆς
τοῦ Ἕκτορος οὕτω κομῶντος . ὁ δὲ νοῦς : ὅσαι παρθένοι θελήσουσιν ἐκφυγεῖν τὸν ζυγὸν τῶν ἀνδρῶν ἤτοι τὸν γάμον
6366349 κλειναι
ἐμπλησθεὶς ἀνὴρ ὁ πλούσιός τε χὠ πένης ἴσον φέρει . κλειναὶ νᾶες , αἵ ποτ ' ἔβατε Τροίαν τοῖς ἀμετρήτοις
ἐγκρυφίαν . τὸν δ ' εἰς ἀγορὰν ποιεύμενον ἄρτον αἱ κλειναὶ παρέχουσι βρότοις κάλλιστον Ἀθῆναι . ταῦτ ' εἰπὼν ὁ
6362341 θεαι
τὸν Ἀπόλλω , τὸν Ἑρμῆν δὲ τοῦ Κάδμου . καὶ θεαὶ δ ' ἐλάττους οὐκ αἰσχύνονται φαινόμεναι τούτου , ἀλλ
ἐπιτάρροθος αἰεὶ ῥυομένη νούσων χαλεπῶν κακόποτμον ἀνίην . Κλῦτε , θεαὶ πάντιμοι , ἐρίβρομοι , εὐάστειραι , Τισιφόνη τε καὶ
6338646 πνοαι
τοῦ ἀνέμου . ἀλλὰ θύελλαι : αἱ χειμεριναὶ καταιγίδες καὶ πνοαί . ὅθεν Ὅμηρος ἐν συνωνυμίᾳ τίθησι θυέλλας τε καὶ
Ἐραστείδης πρόγονος αὐτοῦ . * εὐτυχίᾳ . . Αὖραι ] πνοαί : ἤγουν ἐν βραχεῖ χρόνῳ ἄλλοτε ἄλλως διατίθεται τὰ
6299091 κυλικων
: πολλοὶ καὶ φιλέοντες Ἀκόντιον ἧκαν ἔραζε οἰνοπόται Σικελὰς ἐκ κυλίκων λάταγας . ἦν δέ τι καὶ ἄλλο κοτταβίων εἶδος
' ἔστ ' , ἀγαθοῦ καὶ σώφρονος ἀνδρὸς , ὃς κυλίκων ἔσχεν πλῆθος ἀπειρέσιον , ἀργυρέων , χρυσοῦ τε καὶ
6276306 νυμφαων
οἰοπόλοισιν , ἐν Σιπύλῳ , ὅθι φασὶ θεάων ἔμμεναι εὐνάς νυμφάων , αἵ τ ' ἀμφ ' Ἀχελώιον ἐρρώσαντο ,
' αὖ τῶν ποταμῶν μενέτω νόσφ ' Ὠκεανοῖο μηδέ τε νυμφάων , ἀλλ ' ἐς Διὸς ἔλθετε πάντες εἰς ἀγορήν
6262912 χαριτες
γὰρ θεοὶ ἐν ἀμφοτέραις ἴσοι , ὥστ ' ἐπεὶ αἱ χάριτες θεαί , ἴσαι ἀποκείσονταί σοι παρ ' ἀμφοτέραις .
. καὶ διὰ τοῦτο τὸ δάνεισμα νόμοι τε παραβαίνονται καὶ χάριτες πονηραὶ δίδονται , καὶ νίκας καὶ ἥττας οὐ συμβαινούσας
6200307 καλλισται
τοῖς ἀκινήτοις ποιητικὸν ἢ τελικὸν αἴτιον : αἱ πρῶται καὶ κάλλισται τῶν ἐπιστημῶν οὐ πάντα τὰ αἴτια γιγνώσκουσιν . ἐν
καὶ περὶ ταύτης , εἴ τις τοῦ ὀνόματος μνημονεύει . κάλλισται μὲν γὰρ αἱ Γαλλικαί , οὐκ ἀπολείπονται δὲ αὐτῶν
6150876 Ὡραι
ἀστοῖσι φιληθεὶς Τίμων οὐδ ' Ἀίδῃ γνήσιός εἰμι νέκυς . Ὧραί σοι Χάριτές τε κατὰ γλυκὺ χεῦαν ἔλαιον , ὦ
μακρὰ γράφειν : οὐ γὰρ φθάσω . διὸ ἐποίσει : Ὧραί τ ' ἐπειγόμεναι , τουτέστιν ἐπείγουσί με αἱ Ὧραι
6139870 πελειασιν
ποίησε καὶ οὐρανῷ ἐγκατένασσεν . ὣς δ ' αὔτως τρήρωσι πελειάσιν ὤπασε τιμήν , αἳ δή τοι θέρεος καὶ χείματος
ποίησε καὶ οὐρανῷ ἐγκατένασσεν . Ὣς δ ' αὔτως τρήρωσι πελειάσιν ὤπασε τιμήν , αἳ δή τοι θέρεος καὶ χείματος
6135521 ἀειδον
ἐκείνῳ τῷ ναῷ : χρύσειαι δ ' ἐξύπερθ ' αἰετοῦ ἄειδον Κηληδόνες . οὗτος μὲν δὴ ταῦτα ἐς μίμησιν ἐμοὶ
ἰὼν ἐμνάσατο κοίτου . Ὄρνιχες τρίτον ἄρτι τὸν ἔσχατον ὄρθρον ἄειδον , Τειρεσίαν τόκα μάντιν ἀλαθέα πάντα λέγοντα Ἀλκμήνα καλέσασα
6115637 νεες
στρατὸς ὁ ἐπιταχθεὶς ἑκάστοισι , παρεγένοντο δὲ καὶ αἱ ἱππαγωγοὶ νέες , τὰς τῷ προτέρῳ ἔτεϊ προεῖπε τοῖσι ἑωυτοῦ δασμοφόροισι
, ἐπὶ δὲ τούτοισι ὁ ἄλλος στρατός . Καὶ αἱ νέες ἅμα ἀνήγοντο ἐς τὴν ἀπεναντίον . Ἤδη δὲ ἤκουσα
6111135 ἠεριαι
. ” ἠερέθονται διασείονται . ἠερίη ὀρθρία , πρωϊνή . ἠέριαι πρωϊναί , ὀρθριναί . ἠεροειδέα μέλανα , ἠεροειδῆ .
- αὐταί μοι μέλποντι [ ] ατε [ μολπήν ] ἠέριαι προμολοῦσαι [ ] ερα θεῖον [ ] : εὖτε
6102832 Βακχαι
Ἀλκιβιάδου οὐδὲν διάφορον τῶν Βακχῶν ἐπεπόνθειν . καὶ γὰρ αἱ Βάκχαι ἐπειδὰν ἔνθεοι γένωνται , ὅθεν οἱ ἄλλοι ἐκ τῶν
: αἵτινες , καὶ αὗται . Βάκχοιο : Διονύσου . Βάκχαι : τιθήναι παρδάλεις Διονύσου , καὶ δεῖγμα ταύταις τὸ
6084244 ἀγοραι
οἰκοδομήμασιν . οὕτω καὶ τῇ μεγάλῃ Ῥώμῃ θέατρα μὲν καὶ ἀγοραὶ καὶ γυμνάσια χθές που καὶ πρώην προσγέγονε , τιμαὶ
τῶν Κυκλώπων οἴκησιν , εἰπὼν τοῖσιν δ ' οὔτ ' ἀγοραὶ βουληφόροι οὔτε θέμιστες , ἀλλ ' οἵ γ '
6083351 φλογιδες
ἔχειν δοκεῖ τοῦ βελτίονος . τὰ δὲ ὀπτὰ κρέα καλεῖται φλογίδες . ὅτι Σάμιοι , φησὶν Ἡγήσανδρος , πλεύσαντες εἰς
' ἅμα χοίρων ἀκροκώλια μικρῶν , ταύρου τ ' αὐξίκερω φλογίδες , αἱ δολιχαί τε κάπρου σχελίδες . νήστεις ,
6078911 χοροι
πανταχόθεν περιπτύσσει καὶ γέγηθε : σὲ δὲ καὶ Νηρηΐδων ἁλιπορφύρων χοροὶ ἄκροις ἐπισκιρτῶντες τοῖς κύμασι κύκλῳ περὶ πᾶσαν χορεύουσι :
θεοῦ : καὶ τοῦτ ' ἐστιν Ἰνδῶν καὶ εὐχὴ καὶ χοροὶ καὶ θυσία . διὸ καὶ τούτοις ἱλεοῦνται τὸν θεὸν
6057788 θυσθλα
τοὺς χορούς . οὕτω καὶ Θυάδες αἱ Βάκχαι , καὶ θύσθλα οἱ θύρσοι . ἄλλως : Θυώνῃ τῇ Σεμέλῃ :
κατ ' ἠγάθεον Νυσήϊον : αἱ δ ' ἅμα πᾶσαι θύσθλα χαμαὶ κατέχευον , ὑπ ' ἀνδροφόνοιο Λυκούργου θεινόμεναι βουπλῆγι
6042919 μετεπρεπον
χροιὴν δ ' ἔσαν ἠύτε κύκνοι ἀργησταί , πᾶσιν δὲ μετέπρεπον εἰλιπόδεσσιν : οἳ καὶ ἀτιμαγέλαι βόσκοντ ' ἐριθηλέα ποίην
σφέας ἐκίχανεν υἱὸς Δολίοιο Μελανθεὺς αἶγας ἄγων , αἳ πᾶσι μετέπρεπον αἰπολίοισι , δεῖπνον μνηστήρεσσι : δύω δ ' ἅμ
6036799 ᾠδαι
ἐπίτροπος : ὅθεν καὶ Αἰτναῖος ἐκηρύχθη . αὗται δὲ αἱ ᾠδαὶ οὐκέτι Νεμεονίκαις εἰσὶ γεγραμμέναι : διὸ κεχωρισμέναι φέρονται .
καὶ λύπαις ᾠδὴ ὀλοφυρμὸς καλεῖται . αἱ δὲ ἴουλοι καλούμεναι ᾠδαὶ Δήμητρι καὶ Φερσεφόνῃ πρέπουσι . ἡ δὲ εἰς Ἀπόλλωνα
6030396 ὠτιδες
εἰσὶ δὲ κύκνοι καὶ τὰ παραπλήσια , πολλαὶ δὲ καὶ ὠτίδες : κάστορας φέρουσι μὲν οἱ ποταμοί , τὸ δὲ
ῥεῖ δὲ ἐν τῇ πεδιάδι ὁ Κηφισός : αἱ δὲ ὠτίδες καλούμεναι παρὰ τὸν Κηφισὸν νέμονται μάλιστα ὀρνίθων . Ἐλατεῦσι
6024302 αἰγες
τούτου οὖν φησιν ὅτι “ ἀηδίσομέν σε , ἐπεὶ καὶ αἶγες ἐκ τῆς κόπρου ἀηδίζονται ” . ἄλλως “ μινθώσομεν
ἕκαστον ἐρωτῶντες , ἐρῶ καὶ τἄλλα ἅ ἐστιν ἡμῖν : αἶγες ὀκτὼ θήλειαι , βοῦς κολοβή , μοσχάριον ἐξ αὐτῆς
6009204 Ἐριννυες
οὐδ ' εἰ μάλα πόλλ ' ἀγορεύσω , οὕνεκ ' Ἐριννύες ἄμμι γάμου κεχολωμέναι αἰνοῦ ἀμφ ' Ἑλένης καὶ Κῆρες
τούτους ἐκ τῶν ὑδάτων ἐπὶ τὴν γῆν . ἐριννύων : Ἐριννύες μυθικῶς τρεῖς * εἰσι δαίμονες τιμωρητικαί , ὧν τὰ
6008497 ἱερειαι
Ἀττικὸν καὶ γνήσιον , ἐξ οὗ ἐγίνοντο τῆς Ἀθηνᾶς αἱ ἱέρειαι . Ἐξ ὅτου . Ἀντὶ τοῦ ἀφ ' οὗ
φύς , ἃς ἐφ ' ἑκάστοις τοῖς γάμοις εὔξονται καὶ ἱέρειαι καὶ ἱερεῖς καὶ σύμπασα ἡ πόλις ἐξ ἀγαθῶν ἀμείνους
6004372 χολωσαμεναι
ἀντόμεναι Θάμυριν τὸν Θρήικα παῦσαν ἀοιδῆς καὶ ἔτι αἱ δὲ χολωσάμεναι πηρὸν θέσαν , αὐτὰρ ἀοιδὴν θεσπεσίην ἀφέλοντο καὶ ἐκλέλαθον
ἀντὶ τοῦ εἰ καὶ αὐταί . . . αἱ δὲ χολωσάμεναι πηρὸν θέσαν : ἡ διπλῆ , ὅτι πηρόν οὐ
6001100 ἀλληλῃσι
' , ὡς ἐγὼ ' δόκουν ὁρᾶν , τεύχειν ἐν ἀλλήλῃσι : παῖς δ ' ἐμὸς μαθὼν κατεῖχε κἀπράυνεν ,
ὅθι μῦθος ἀναιδέας εἰν ἁλὶ πέτρας πλαζομένας καναχηδὸν ἐπ ' ἀλλήλῃσι φέρεσθαι . ἐκ δὲ τοῦ οἰγόμενος παραπέπταται ἐγγύθι Πόντος
6001040 ὑποδμως
, ” ἴσον τῷ ὑπειξάτω . ὑποδμώς : “ Ποσειδῶν ὑποδμώς . ” ὁ μὲν Ἡλιόδωρος δμὼς ὑποτεταγμένος , ἔνιοι
μέγας , ὅς τε θαλάσσης πάσης βένθεα οἶδε , Ποσειδάωνος ὑποδμώς : καρῖδές θ ' , αἳ Ζηνὸς Ὀλυμπίου εἰσὶν
6000134 λαμπραι
Ἀφροδίτῃ ζ , κζ , Κρόνῳ γ , λ . λαμπραὶ δὲ μοῖραι αὐτοῦ εἰσιν ηʹ , θʹ , ιεʹ
η , Ζεὺς πέντε , Ἄρης ε . αἱ δὲ λαμπραὶ μοῖραι αὐτοῦ ιαʹ , ιζʹ , κʹ , κεʹ
5994177 χαλεπωτεραι
οὔτε ὡς μὴ ἐπιτρέπειν τῷ καρπῷ χρῆσθαι , ἀλλὰ καὶ χαλεπώτεραί εἰσιν αἱ ἀγέλαι πᾶσι τοῖς ἀλλοφύλοις ἢ τοῖς ἄρχουσί
προσιόντας ἀνθρώπους δυσχεραίνουσαι , καὶ ἐπ ' αὐτοὺς ὁρμῶσαι , χαλεπώτεραί εἰσι τοῖς οἴνου καὶ μύρου ὄζουσι : καὶ γυναιξὶ
5991943 θεινομεναι
ἐειδόμενοι σκοπέλοισιν ἠλιβάτων ὀρέων : μέγα δ ' ἔβραχον ἀμφοτέρωθε θεινόμεναι μελίῃσι τότ ' ἀσπίδες . Ὀψὲ δὲ μακρὴ Πηλιὰς
δὲ πάντῃ κρημνοὶ ὑπεκλονέοντο Καφηρέος : αἳ δ ' ἀλεγεινὸν θεινόμεναι ῥηγμῖνες ἐπέβραχον οἴδματι λάβρῳ χωομένοιο ἄνακτος . Ἀπέσχισε δ
5987752 ἐλθουσαι
ΓΔ . Ἀλλὰ δηλονότι μέχρι τῶν Κ , Λ περάτων ἐλθοῦσαι στήσονται καὶ ἐφ ' ἑαυτὰς ἀνακλασθήσονται . . .
ἀρχαὶ πλὴν βουλῆς καὶ πρυτάνεων εἰς τὸ τοῦ Ἀπόλλωνος ἱερὸν ἐλθοῦσαι φερόντων ψῆφον κρύβδην , τῶν νομοφυλάκων ὅντιν ' ἂν
5986155 δολιχαι
σφυραινῶν . Σφύραιναι : ζαργάναι , οἱ ζαργάναι καλούμεναι . δολιχαί : μακραί . ῥαφίδες : βελονίδες , ἤγουν αἱ
ἀκροκώλια μικρῶν , ταύρου τ ' αὐξίκερω φλογίδες , αἱ δολιχαί τε κάπρου σχελίδες . νήστεις , κεστρέας , κεφάλους
5961410 κουραων
, ἔνθα δὲ παῖδες κοιμῶντο Πριάμοιο παρὰ μνηστῇς ἀλόχοισι , κουράων δ ' ἑτέρωθεν ἐναντίοι ἔνδοθεν αὐλῆς δώδεκ ' ἔσαν
ὡς καὶ Ὀδυσσεύς [ ζ ] : ὥς τέ με κουράων ἀμφήλυθε θῆλυς ἀυτὴ Νυμφάων , αἳ ἔχους ' ὀρέων
5956072 ἀγαλλομεναι
μέλπετε τὸν Διόνυσον βαρυβρόμων ὑπὸ τυμπάνων , εὔια τὸν εὔιον ἀγαλλόμεναι θεὸν ἐν Φρυγίαισι βοαῖς ἐνοπαῖσί τε , λωτὸς ὅταν
πεντήκοντα κόραι περὶ κύμασι βακχεύουσαι , Τριτώνων ἐπ ' ὄχοισιν ἀγαλλόμεναι περὶ νῶτα θηροτύποις μορφαῖς , ὧν βόσκει σώματα πόντος
5953028 ἀγριαι
λελυμέναι . ἐδοκοῦ - σαν δέ μοι αἱ γυναῖκες αὗται ἄγριαι εἶναι . ἐκέλευσε δὲ αὐτὰς ὁ ποιμὴν ἆραι τοὺς
οὕτως Εὔπολις . στρουθίζων : τρίζων . Ἀριστοφάνης . στρουθοὶ ἄγριαι : αἱ στρουθοκάμηλοι . στρωματόδεσμα : οὐδετέρως Ἀττικοί ,
5937969 στεγαι
ἦσαν ἐκ χιόνος , καὶ ἐδάφη χιονικά , καὶ αἱ στέγαι ὡς διαδρομαὶ ἀστέρων καὶ ἀστραπαί , καὶ μεταξὺ αὐτῶν
ἐξωρμήκει : συνενήνεκτό τε εἰς ταυτὸν νεκροὶ , βωμοὶ , στέγαι , κόνις , αἷμα , ἔπιπλα , ὄροφοι ,
5937628 ἐξηλλοντο
δ ' ἔγβαλλον ὀρείους πόδας ναός , στόματος δ ' ἐξήλλοντο μαρμαροφεγγεῖς παῖδες συγκρουόμενοι : κατάστερος δὲ πόντος ἐγ λιποπνόης
' οἱ μὲν ἔκφρονες γιγνόμενοι ἔφευγον , οἱ δ ' ἐξήλλοντο , οἱ δ ' ἐνέπιπτον ἀλλήλοις . τοιαῦτα γὰρ
5921657 ἀγελαι
ἀμελήσαντες περὶ τῶν ἀνθῶν τῆς δρόσου διαφέρονται . καὶ μὴν ἀγέλαι βοῶν τε καὶ ἵππων ἀναμιχθεῖσαι πολλάκις ἀθορύβως καὶ πρᾴως
' ἡλίου πρὸς δυσμὰς ἤδη κλίνοντος , ὁπηνίκα πρὸς ἐπαύλεις ἀγέλαι συνελαύνονται , καὶ μαζοὶ μὲν γάλακτος πλήθουσι , βρέφη
5921615 πλατειαι
αἳ φυλάττουσι τὸν πνεύμονα . ἢ οἷον πέλυροι , ὡς πλατεῖαι . Πίσυνος . πιστὸς πιστόσυνος , καὶ συγκοπῇ πίσυνος
θύννους μὲν καλεῖ τοὺς Ἕλληνας , τήγανα δέ εἰσιν αἱ πλατεῖαι πέτραι ἠλοκισμένων δὲ ηὐλακισμένων , διεφθαρμένων ὥστε δοκεῖν αὐτοὺς
5916168 ἀοιδαι
Πίνδαρος [ . ] : ἔντι μὲν χρυσαλακάτου τεκέων Λατοῦς ἀοιδαὶ ὥριαι παιανίδες : ἔντι δὲ καὶ θάλλοντος ἐκ κισσοῦ
τιμὰ κραίνεται οὐδὲ λάθει μηνῶν φθινὰς ἁμέρα νέων τ ' ἀοιδαὶ χορῶν τε μολπαί . ἀνεμόεντι δ ' ἐπ '
5913258 ἀγουσαι
καὶ εὖρος τεμνόμενος πυροῖς ἐχρῆτο πρὸς τὴν τομήν , οὓς ἄγουσαι νῆες εἱστήκεσαν ἐν τῷ ποταμῷ . καὶ ταχὺ μὲν
, πέμπον , ἐπεί μ ' ἐς ὁδὸν βῆσαν πολύφημον ἄγουσαι δαίμονες , ἣ κατὰ πάντ ' ἄστη φέρει εἰδότα
5910938 ἐπιστρωφωσι
γινόμενον καί τε θεοὶ ξείνοισιν ἐοικότες ἀλλοδάποισι / παντοῖοι τελέθοντες ἐπιστρωφῶσι πόληας / ἀνθρώπων ὕβριν τε καὶ εὐνομίην ἐσορῶντες .
καί τε θεοὶ ξείνοισιν ἐοικότες ἀλλοδαποῖσι , παντοῖοι τελέθοντες , ἐπιστρωφῶσι πόληας . καὶ γὰρ αὐτὸς ᾤετο ξένοις μὲν ἀνδράσι
5910739 φερουσαι
ἣν τριακόσιαι νῆες ἑκατέρων ἰδίᾳ παρεσκευάζοντο , βέλη τε παντοῖα φέρουσαι καὶ πύργους καὶ μηχανάς , ὅσας ἐπενόουν . ἐπενόει
κομίζουσαι , καὶ ἔλουον αὐτοὺς αὗται κτένας εἰς τὰ βαλανεῖα φέρουσαι καὶ μύρων ἀλαβάστρους καὶ κάτοπτρα . τοιαύτῃ διαφθείρων ἀγωγῇ
5898326 πυλαι
ἡμίσεα ἑκατέρωθεν . ἐπεὶ δ ' ἀνεπετάννυντο αἱ τοῦ βασιλείου πύλαι , πρῶτον μὲν ἤγοντο τῷ Διὶ ταῦροι πάγκαλοι εἰς
Ἀδραμύττιον : ἦν δέ ποτε ὑπὸ Λυδοῖς , καὶ νῦν πύλαι Λύδιαι καλοῦνται ἐν Ἀδραμυττίῳ , Λυδῶν τὴν πόλιν ἐκτικότων
5886097 ἀραρυιαι
ἦν ὁδὸς ἐς λαύρην , σανίδες δ ' ἔχον εὖ ἀραρυῖαι : τὴν Ὀδυσεὺς φράζεσθαι ἀνώγει δῖον ὑφορβὸν ἑσταότ '
θύραι , παρὰ τὸ ἐπικλίνεσθαι , καθό φησιν “ ἐϋκληῒς ἀραρυῖαι ” ταῖς κλεισὶν ἡρμοσμέναι . ἔνιοι δὲ κληῖδα τὸν
5882901 δμωαι
ὃ δή σφεας ὁππότε δαλοῖς ὕδωρ αἰθομένοισιν ἐπιλλείβοντας ἴδοντο Μηδείης δμωαὶ Φαιηκίδες , οὐκέτ ' ἔπειτα ἰσχέμεν ἐν στήθεσσι γέλω
παύσαντο ποτοῦ δαιτός τ ' ἐρατεινῆς , δὴ τότε που δμωαὶ στόρεσαν θυμήρεα λέκτρα ἐν Πριάμοιο δόμοισι θρασύφρονι Πενθεσιλείῃ .
5867510 θυραι
ἐξ οὐδοῦ , περὶ δὲ θριγκὸς κυάνοιο : χρύσειαι δὲ θύραι πυκινὸν δόμον ἐντὸς ἔεργον : ἀργύρεοι δὲ σταθμοὶ ἐν
αὐτὸν ἔνδον , ὅτι ἀποκλεισθήσῃ , ὅτι ἐντιναχθήσονταί σοι αἱ θύραι , ὅτι οὐ φροντιεῖ σου . κἂν σὺν τούτοις
5862355 ἀρκτοι
ὁ Ἀττικός . Ἑλίκη δὲ καὶ Κυνόσουρα ἐν οὐρανῷ δύο ἄρκτοι , Διὸς ἡ ἑτέρα τροφός , οἱ δ '
Ἀλλ ' ὅτε δὴ κεφαλὰς μὲν ἐπ ' ἀντολίην ἔχον ἄρκτοι δέγμεναι ἠελίοιο θοὸν φάος , ἔγρετο δ ' Ἠώς
5856206 ἐρχομεναι
ὅτι αἱ πρῶτον τὸν ἱστὸν συνιστῶσαι ὑφάντριαι βαίνουσαί τε καὶ ἐρχόμεναι ἔμπροσθεν καὶ πάλιν εἰς τοὐπίσω ἀνακάμπτουσαι τοῦτο συνιστῶσιν :
. αὐτὰρ ἔπειτα βόες μάλα μυρίαι ἄλλαι ἐπ ' ἄλλαις ἐρχόμεναι φαίνονθ ' ὡσεὶ νέφη ὑδατόεντα , ἅσσα τ '
5835714 βουλαι
. λόγον . πρός . θαυμάζειν αὐτάς . . Αἱ βουλαὶ δὲ σοῦ αἱ πρεσβύτεραι καί τοι ἀκμαίου ὄντος παρέχουσιν
, ” ποτὲ δὲ ἐπιθετικῶς αἱ ἐκκλησίαι ἐν αἷς αἱ βουλαὶ ἀναφέρονται . βροτός ἄνθρωπος ὑποπεπτωκὼς τῷ βρότῳ , τουτέστι
5826746 τροφοι
, οἷα δή που [ καὶ ] φιλοῦσι καὶ αἱ τροφοὶ καὶ τῆθαι δρᾶν ποιῶν ὡς ἄνθρωπος ὁ ἐλέφας .
γενέσεως αἷμα . κατέχουσι δὲ τὸ ἄντρον ἱεραὶ μέλιτται , τροφοὶ τοῦ Διός . εἰς τοῦτο παρελθεῖν ἐθάρρησαν Λάιος καὶ
5825536 ἀλκυονες
ἐπ ' ἀκροτάτοις ἱζάνοισι ποικίλαι πανέλοπες , αἰολόδειροι λαθιπορφυρίδες καὶ ἀλκυόνες τανυσίπτεροι . ἐν ἄλλοις δέ φησιν : αἰεί μ
ἁλιπορφύρου τι ἄνθος ἔχει . περιθέουσι δ ' αὐτὸν καὶ ἀλκυόνες ὁμοῦ μὲν ᾄδουσαι τὰ τῶν ἀνθρώπων , ἐξ ὧν
5817597 οἰκιαι
βοηθεῖν ἑαυτοῖς , ἀλλὰ νυκτὸς τοῦ πάθους συμβάντος αἱ μὲν οἰκίαι διὰ τὸ μέγεθος τοῦ σεισμοῦ καταρριπτούμεναι συνεχέοντο , οἱ
' ἔτι καὶ νῦν εἰς τὰ πρῶτα τελοῦσιν αἱ τούτων οἰκίαι . Τῶν δὲ ὡς ἡμᾶς μεταστάσεων ἄνωθέν τε ἀρξαμένων
5813613 στηλαι
γε ἐν Ταρτησσῷ πρὸς Ἰβήρων τιμώμενον Ἡρακλέα , ἵνα καὶ στῆλαί τινες Ἡρακλέους ὠνομασμέναι εἰσι , δοκῶ ἐγὼ τὸν Τύριον
Κυλλήνης ἐν ὄρεσσι θεῶν κήρυκ ' ἔτεχ ' Ἑρμῆν . στῆλαί τ ' Αἰγαίωνος ἁλὸς μεδέοντι Γίγαντος βρυαζούσης λεαίνης ὀλόμενε
5805680 Ἀθηναι
τῶν ὑπὸ τοῦ Μάχωνος εἰρημένων . αἱ γὰρ καλαὶ ἡμῶν Ἀθῆναι τοσοῦτον πλῆθος ἤνεγκαν ἑταιρῶν , περὶ ὧν ἐπεξελεύσομαι ὅσον
λήξεων . ἐπεθύμει . ὑποχειρίαν ποιῆσαι . εἰ ληφθείησαν αἱ Ἀθῆναι . εἰ Ἀθήνας εἷλε , γένοιτ ' ἂν ,
5805620 ποιμναι
κεχολῶσθαι , εἴ κεν ὁδοῦ ζαχρεῖον ἀνήνηταί τις ὁδίτην . ποῖμναι μὲν βασιλῆος ἐύτριχες Αὐγείαο οὐ πᾶσαι βόσκονται ἴαν βόσιν
ἔλιπον βιοτάν ὄπισθεν δὲ κεῖμαι θρασειᾶν ἀλωπέκων ξανθὸς λέων ἔνθα ποῖμναι κτιλεύονται κάπρων λεόντων τε ἰαχεῖ βαρυφθεγκτᾶν ἀγέλαι λεόντων μὴ
5801209 Πυλαι
Βοιωτίας Κορσιαί , ὡς Θεόπομπος ἐν τῆι λ . . Πύλαι : . . . . ὅτι δέ τις ἐγίγνετο
ὁ Κλέαρχος . ὁ δὲ φλυακογράφος Σώπατρος ἐν τῷ ἐπιγραφομένῳ Πύλαι δράματί φησιν : τίς δ ' ἀναρίθμου μήκωνος εὗρε
5792189 κουραι
οὖν τὸν ἐξ ἀρχῆς στίχον Ἀρτέμιδος κλεῖτε κράτος ἔξοχον ἐννέα κοῦραι πολλαπλασιασθέντα δι ' ἀλλήλων δύνασθαι μυριάδων πλῆθος τρισκαιδεκαπλῶν ρϘϚʹ
ἔνδοθι κῦμα . Ἔνθα δ ' ἐφεζόμεναι λιγυρὴν ὄπα γηρύουσι κοῦραι , ἀνοστήτους δὲ βροτῶν θέλγουσιν ἀκουᾷ . Δὴ τότε
5788491 ἀμφιπολοι
Μήδεια λιποῦς ' ἄπο πατρίδα γαῖαν . Ἤδη δ ' ἀμφίπολοι μὲν ὀπιπτεύουσαι ἄπωθεν σιγῇ ἀνιάζεσκον , ἐδεύετο δ '
Ναυσικάα , θυγάτηρ μεγαλήτορος Ἀλκινόοιο , πὰρ δὲ δύ ' ἀμφίπολοι , Χαρίτων ἄπο κάλλος ἔχουσαι , σταθμοῖϊν ἑκάτερθε :
5782332 ἀνθεσιν
καὶ χρυσοῦν ἐκπέμψας ἥλιον : καὶ γῆν μὲν στέφει τοῖς ἄνθεσιν , οὐρανὸν δὲ ἄστρων χοροῖς , γαλήνῃ δὲ καὶ
' αὐτοῖς ὁ ζέφυρος . ἡ δὲ χώρα πᾶσι μὲν ἄνθεσιν , πᾶσι δὲ φυτοῖς ἡμέροις τε καὶ σκιεροῖς τέθληλεν
5782176 Βοιωτιαι
μεγαλόπλουτ ' ἐπεισέπλει ὑπογάστρι ' ὀπτῶν αἵ τ ' ἐχιδνοσώματοι Βοιώτιαι παρῆσαν ἐγχέλεις θεαὶ τεῦτλ ' ἀμπεχόμεναι . καὶ ἐν
πρὸς δύσεις ὥρας γεʹ . Τῆς δὲ Ἀχαΐας αἱ μὲν Βοιώτιαι Θῆβαι τὴν μεγίστην ἡμέραν ἔχουσιν ὡρῶν ιδ ∠ ʹδ
5774634 ἑταιραι
καὶ ταῖς ἑταίραις . ἄγουσι δὲ καὶ Ἀφροδίσια αὐτόθι αἱ ἑταῖραι . ἐν δὲ Λακεδαίμονι , ὥς φησι Πολέμων ὁ
θρέψεται αὐτός τε καὶ οἱ συμπόται τε καὶ ἑταῖροι καὶ ἑταῖραι . Μανθάνω , ἦν δ ' ἐγώ : ὅτι
5770407 ἁγναι
Ὅμοιον , Τὸ κανοῦν τῆς θεοῦ φέρει . Αἱ γὰρ ἁγναὶ ἔφερον . Ἀγρὸς ἡ πόλις : ἐπὶ τῶν παρανομούντων
' : Ὦ ναίων ἅλα πόντιε Πόσειδον Νηρέως θ ' ἁγναὶ κόραι , σώσατέ μ ' ἐπ ' ἀκτὰς Ναυπλίας
5769042 ἑλισσουσαι
πεντήκοντα ποδῶν ἴχνεσι βαίνετ ' ἐφαπτόμεναι ποδοῖν σατυριδίων μακροκέρκων χοροὺς ἑλίσσουσαι παρ ' ὠκίμων πέταλα καὶ θριδακινίδων εὐόσμων τε σελίνων
πβʹ Ὀλυμπιάδα . τεαὶ γὰρ ὧραι : αἱ γὰρ ὧραι ἑλίσσουσαι , τουτέστι περικυκλοῦσαι ἔπεμψάν με . Διὸς δὲ ὥρας
5764674 δρομαδες
, μάκτρας , Μοσσυνικὰ μαζονομεῖα . ἀγκαλίδες ξύλων ἁλμαίαν πιών δρομάδες ὁλκάδες παττάλους ἐγκρούειν σκυτάλιον ὑποσίδηρον ὕρχας οἴνου ἀπεσφακέλισεν δραχμιαῖον
Γ ] φαίης κε ζάκοτόν τέ τιν ' ἔμμεναι : δρομάδες ὦ πτεροφόροι : πανταχοῦ περιτρέχουσαι καὶ τιμωρούμεναι τοὺς ἀνθρώπους
5763830 καριδες
πλείονα τροφὴν δίδωσιν , ἀστακοί , πάγουροι , καρκῖνοι , καρίδες , κάραβοι καὶ . . . ὅσα τε ἄλλα
ἀστακοὶ δὲ καὶ πάγουροι καὶ καρκῖνοι τε καὶ κάραβοι καὶ καρίδες , ὅσα τε ἄλλα τοιαῦτα δύσφθαρτον ἔχει τὴν σάρκα
5760559 τελεουσι
, ῥητῆρας μύθων ἀγαθοὺς σοφίῃ τε μάλ ' αἰεὶ εὐπρεπέας τελέουσι καὶ ἡγητῆρας ἀρίστους παιδείης : τῶν δ ' αὖτε
ἕτερος πόρος , ἧχι γυναῖκες ἀνδρῶν ἀντιπέρηθεν ἀγαυῶν Ἀμνιτάων ὀρνύμεναι τελέουσι κατὰ νόμον ἱερὰ Βάκχῳ , στεψάμεναι κισσοῖο μελαμφύλλοιο κορύμβοις
5755444 μολουσαι
ἄξιον ἦμαρ ἔδωκε νῆας ἑλεῖν , αἳ δεῦρο θεῶν ἀέκητι μολοῦσαι ἡμῖν πήματα πολλὰ θέσαν , κακότητι γερόντων , οἵ
. Τὼ δ ' , εὐχλόου Δήμητρος εἰς προσόψιον πάγον μολοῦσαι , τάσδ ' ἐπιστολὰς πατρὶ ταχεῖ ' πόρευσαν σὺν
5746196 τευθιδες
σησάμου σπέρμα , ἐρυσίμου σπέρμα , τὰ καλούμενα μαλάκια , τευθίδες , σηπίαι , πολύποδες , οἱ κητώδεις τῶν ἰχθύων
δέ . τὰ δὲ μαλάκια καλούμενα , οἷον πολύποδες , τευθίδες , σηπίαι , οὔτε διαχωρεῖ , ἀλλὰ καὶ τὰς
5737734 Νυμφαων
. ταὶ ] ? δο ? ! [ ! ] Νυμφάων καλλιπλοκάμων [ ] [ ] ? συνοπηδοὶ ? ?
ζ ] : ὥς τέ με κουράων ἀμφήλυθε θῆλυς ἀυτὴ Νυμφάων , αἳ ἔχους ' ὀρέων αἰπεινὰ κάρηνα : ἄλλως
5736920 μουσαι
συντόμων ὡς οἷόν τε ἦν ἐπεξελθεῖν . Ἑρμῆς δὲ καὶ μοῦσαι καὶ νῦν ἡγεμόνες ἡμῖν τῆς ἐπὶ τὸ βέλτιστον καὶ
δόσις , λῆψις , ἀσπασμοί , ἀγορασίαι , δόξαι , μοῦσαι , γάμοι , πόλεις ἀνορθοῦνται καὶ πάλιν καταβάλλονται ,
5736105 ἀποδεικτικαι
φήσεις ἔχειν , ὅ τι εἴπῃς . Εἰσὶ δὲ καὶ ἀποδεικτικαὶ τοῖς σχήμασιν οἷον ἐν μὲν γὰρ τῷ γράψαι μηδένα
ἀπόδειξίς ἐστιν οὔτε συλλογισμὸς οὐδείς , καὶ διὰ τοῦτο αἱ ἀποδεικτικαὶ τῶν ἐπιστημῶν τὰ πλεῖστα καταφατικοῖς συμπεραίνουσιν . ἔλαβε δὲ
5736103 ἑστασιν
δὲ τὰς πυκνὰς περιόδους λεγόντων οὐδ ' αἱ κεφαλαὶ ῥᾳδίως ἑστᾶσιν , ὡς ἐπὶ τῶν οἰνωμένων , οἵ τε ἀκούοντες
Ἄρης κατέσκηψ ' , ἔς τε μονομάχου πάλης ἀγῶνα νῦν ἑστᾶσιν . Στίλβη θ ' ἣ κατὰ νύκτα μοι φλόγ
5734220 ταων
ἰσχυρῶς , καὶ τὰς ἀνάνδρους τῶν γυναικῶν παραφυλάττει : τὸν ταὼν μὲν οὖν ὡραῖον ὄντα καὶ καταθύουσι καὶ σιτοῦνται οἱ
ἐφαρμόζει τὸ βασιλεύειν , πρὸς ἀλλήλους ἐβουλεύοντο . ὁ δὲ ταὼν ἔφη τοῖς λοιποῖς ὡς „ ἔμοιγε προσήκει ἡ βασιλεία
5733716 κρηπιδες
πρὸς ὑμᾶς ἐσώθην ἀπὸ τοῦ ὄχλου καὶ τῶν ἁρμάτων . κρηπῖδες : πανταχοῦ κεκρηπιδωμένοι ἄνδρες : λέγει δὲ τοὺς ἐν
εἴδη βασιλίδες : ἐφόρει δὲ αὐτὰς ὁ βασιλεὺς Ἀθήνησιν . κρηπῖδες : τὸ μὲν φόρημα στρατιωτικόν , ἔνιοι δ '
5732211 ἀλωπεκες
τῷ φέγγει ἐπαναρριπτοῦντες μακρὰν διαίρουσιν ἀντιπαίζοντες : ταραχώδη δὲ ὅταν ἀλώπεκες προδιεξέλθωσι γίγνεται . τὸ δὲ ἔαρ κεκραμένον τῇ ὥρᾳ
: ἵππων δὲ τίγρητες ἐς ἔρωτα ἦλθον , κυνῶν δὲ ἀλώπεκες , ὅθεν δή φασι καὶ ἀλωπὸν φύεσθαι : οἶδα
5729874 σιμαι
μικραί , ἀπὸ δὲ κεφαλῆς ἐπὶ τῇ ὀσφύι μικραὶ καὶ σιμαὶ , κέρατα οὐκ ἔχουσαι , ὀστᾶ δὲ μακρὰ καὶ
ζωὸν ἐόντα κακαῖσιν ἀτασθαλίαισιν ἄνακτος , ὥς τέ νιν αἱ σιμαὶ λειμωνόθε φέρβον ἰοῖσαι κέδρον ἐς ἁδεῖαν μαλακοῖς ἄνθεσσι μέλισσαι
5728602 ἐλαιαι
ἐφ ' ᾧ ἦν ἄρτος , κρέας , τυρός , ἐλαῖαι , ἰσχάδες : καί φησιν ἔσθιε . καλῶς ληφθεὶς
ἐλαίου θερμοῦ ὄντος τοῦ ἡλίου . εἰ δὲ μὴ ὦσιν ἐλαῖαι , ἁπαλοὺς κλάδους τῆς ἐλαίας κόψας , τὸ αὐτὸ
5722726 ἀνθεσι
μόνου ῥινοῖο , τὸν αἰόλον ἐστεφάνωται , δαίδαλα πορφύροντα καὶ ἄνθεσι μαρμαίροντα . τοίην μὲν πυρόεσσαν ὑπὸ βλεφάροισιν ὀπωπαὶ μαρμαρυγὴν
: Αἱ Ἀττικαί . ἐξηνθισμέναι : Ἄνθη φοροῦσαι . τοῖς ἄνθεσι κεκοσμημέναι , οἷον ψιμυθίῳ καὶ φύκει καὶ τοῖς ὁμοίοις
5715743 τρυφεραι
ποτε ὁ Βάχος ὀργιζόμενος ἐπάτησεν , ὅτε αἱ ἁπαλαὶ καὶ τρυφεραὶ τῶν Βακχῶν νεβρῖδες εἰς ἀσπίδας ἠλλάσσοντο , οἱ δὲ
ἐν θαλάμῳ μαλακῶς κατακείμενον : ἐν δὲ κύκλῳ νιν παρθενικαὶ τρυφεραὶ χλανίσιν μαλακαῖς κατάθρυπτοι τὸν πόδ ' ἀμαρακίνοισι μύροις τρίψουσι
5711269 λεγουσαι
μαλακοῖς , θελκτικοῖς , κολακευτικοῖς μύθοις ] λόγοις ὦ ] λέγουσαι δηλονότι μέγ ' ] μεγάλως εὔδαιμον ] μακαρία παρθενεύεις
ἐπὶ μὲν γὰρ τῆς ἀναγκαίας ὕλης αἱ μὲν καταφάσεις ἄμφω λέγουσαι εἶναι τὸ ἐξ ἀνάγκης ὑπάρχον ἀληθεῖς , αἱ δὲ
5706549 Ἀμαζονες
κρατήσει . Ἄριστα χωλὸς ὑφεῖ : φασίν , ὅτι αἱ Ἀμάζονες τοὺς γεννωμένους ἄῤῥενας ἐπήρουν : ὅθεν πολεμοῦντες αὐταῖς οἱ
κρατήσει . Ἄριστα χωλὸς ὑφεῖ : φασίν , ὅτι αἱ Ἀμάζονες τοὺς γεννωμένους ἄῤῥενας ἐπήρουν : ὅθεν πολεμοῦντες αὐταῖς οἱ
5706239 ἀντομεναι
οὖν ἔστιν ἐξ ἧς ὁρμηθέντα αἱ Μοῦσαι κατὰ Δώριον „ ἀντόμεναι Θάμυριν ” τὸν Θρήικα παῦσαν ἀοιδῆς ; „ εἰ
, ἦμος ὅτ ' ἐκ πατρὸς κεφαλῆς θόρε παμφαίνουσα , ἀντόμεναι Τρίτωνος ἐφ ' ὕδασι χυτλώσαντο . ἔνδιον ἦμαρ ἔην
5701653 σεληναι
ἥλιον . Ἴβυκος δὲ πάντα τὰ ἄστρα σείρια λέγει . σελῆναι : πέμματα πλατέα κυκλοτερῆ . σηκός : σημαίνει μὲν
τοῖς θεοῖς καὶ μετὰ τῶν σπλάγχνων ἔθυον . αἱ δὲ σελῆναι πέμματα ἦσαν πλατέα κυκλοτερῆ . πέλανοι δὲ πέμματα ἐκ
5701076 λυραι
μοι ] [ ] ι με νόμοι [ ] ᾄσματα λύραι [ δένδρον ] ἐκόμα [ ] ἐλάμβανε νέα .
μὲν δὴ τὴν νῆσον λαχοῦσαν τὰς θείας ὠδῖνας Ἀπόλλωνος ἅπασαι λύραι ᾠδὴν καὶ μέλος πεποίηνται , καὶ ταῦτα νῆσον ὀλίγην
5695249 βιαζομεναι
ἐνέχεον ἐς τὸ σφέτερον δέμας οὐδ ' ἕνα κόσμον ἔρωτι βιαζόμεναι μελαναιγίδος οἴνου ἀκράτου . ἤμουν ἄγριον βάρος : ἦ
, νηῶν θ ' αἳ δύνοντα καὶ οὐρανὸν εἰσανιόντα ἄστρα βιαζόμεναι χαλεποῖς ἐνέκυρσαν ἀήταις . οἳ δέ σφεων κατὰ πρύμναν
5689983 φαλαγγες
ὑπόδρομος εἰς καταφυγὴν οὐδείς , ἀπορία πλοίων , κατόπιν ἔφεδροι φάλαγγες ἐχθρῶν , αἳ στείχουσιν ἀπνευστὶ διώκουσαι . ποῖ τις
ἐκμοχλεύσαντες ὑποκλίνουσιν . Οὐ μόνον δὲ ἄρα ἦσαν ὑφαντικαὶ αἱ φάλαγγες καὶ εὔχειρες κατὰ τὴν Ἀθηνᾶν τὴν Ἐργάνην τε καὶ
5689732 θυσιαι
θυσία : θυηλαὶ οὖν αἱ ἀπαρχαὶ τῶν θυσιῶν ἤγουν αἱ θυσίαι . Φιλόχορος Γῆς παῖδας εἶναι Θυηλάς , † ἃς
' ἔρχεται ? [ Ναξόθεν ] λιπαροτρόφων ? ? ? θυσίαι [ μήλων ] Χαρίτεσσι μίγδαν Κύνθιον ] ? παρὰ
5687570 νεβριδες
καὶ οὐ φέρουσι τὴν θερμασίαν αὐτοῦ . Ἠλλάσσοντο ] αἱ νεβρῖδες τῶν Βακχῶν , [ εἰς ] ὄφεις [ ἢ
Βάκχος θυμαίνων ἐπάτησεν , ὅτ ' ἠλλάσσοντο μὲν ἁβραὶ Ληνάων νεβρῖδες ἐς ἀσπίδας , ἐς δὲ σίδηρον θύρσοι μαιμώοντο καὶ
5683592 τιμιαι
μὲν τιμιώτεραι , αἱ δὲ ἀτιμότεραι : ἐν ψυχικαῖς μὲν τίμιαι ἡγεμονικαὶ , ἐν φυσικῇ δὲ ἡ ἀλλοιωτική . αὗται
* ἄστρα οὕτω καλούμενα . * ἐκ παλαιοῦ πεποιημέναι ἢ τίμιαι : * * αἱ τίμιαι . ὀρθόν . *
5680929 παγκαλοι
δὲ ἀδυνατοῦσιν ἀληθινὸν πρὸς εὐδαιμονίαν βίον ὁρᾶν τότε δὴ μάλιστα πάγκαλοι μακάριοί τε ἐδοξάζοντο εἶναι , πλεονεξίας ἀδίκου καὶ δυνάμεως
ἥκιστα δὲ ἄλλην τινὰ βλάβην βουσί . πολλοὶ δὲ καὶ πάγκαλοι λειμῶνες ὑπὸ ὑψηλοῖς τε καὶ ἀραιοῖς δένδρεσιν ἀνειμένοι ,

Back