: καὶ ξεστὸν ὄχθον Δαναϊδῶν ἑδρασμάτων στὰς ἐν μέσοισιν εἶπε κηρύκων * * : καὶ ἄλλως : Δαναὸς ἐγένετο Ἄργους
δραστικώτερον δὲ σύνθετόν ἐστι τόδε : λιθαργύρου ⋖ ρϚ , κηρύκων τέφρας ⋖ ιζ , ἐλαίου παλαιοῦ # λ ,
7428465 Ποντικων
τὰς δὲ καὶ βίᾳ κατέσχεν , οὐκ ὀλίγον στράτευμα τῶν Ποντικῶν μάχῃ τρεψάμενος . Εἷλεν δὲ καὶ τὰς Ἀθήνας :
συάγρου . . . . . δραχ . κʹ καρύων Ποντικῶν . . . . δραχ . κʹ καπνελαίου .
6904338 πορφυρων
, δέρμα παλαιὸν ἀπὸ τῶν καττυμάτων καυθέν , ὀστρέων καὶ πορφυρῶν τὸ ὄστρακον καυθέν , σηπέας ὄστρακον , ἔρια κεκαυμένα
παρέγγραφος Ἀθηνίων εἰς Ἀθήνας ἐπ ' ἀργυρόποδος κομίζεται φορείου καὶ πορφυρῶν στρωμάτων , ὁ μηδέποτε ἐπὶ τοῦ τρίβωνος ἑωρακὼς πορφύραν
6879147 σιτευτων
οἱ ὄρχεις τῶν ἀλεκτρυόνων ἄριστοι , καὶ μάλιστα οἱ τῶν σιτευτῶν , ἔτι δὲ καὶ μᾶλλον ὅσοι διὰ γάλακτος ὀροῦ
ἐνεργὸν τὸ Ξενοφῶντος διαφθείρων . . . : χηνῶν δὲ σιτευτῶν καὶ μόσχων Θεόπομπος ἐν ιγ Φιλιππικῶν καὶ ια Ἑλληνικῶν
6717539 Νομαδων
καταγαγεῖν . ἐφ ' ᾧ δὴ καὶ θριαμβεῦσαι κατὰ τῶν Νομάδων αὐτῷ παρέσχεν ὁ Σύλλας , ἔτι ὄντι νέῳ καὶ
Ἡρακλεωτικῶν στηλῶν οἱ Μαυρούσιοι κατοικοῦσιν . Ἐπὶ τούτοις δὲ τῶν Νομάδων τὰ πολλὰ ἔθνη παράκεινται , ὅπου οἱ Μασαισύλιοι καὶ
6712556 τριβολου
λαπάθου ῥίζηϲ ἀφέψημα ἀρτεμιϲίαϲ ἀφέψημα ἀλθαίαϲ ῥίζηϲ ἀφέψημα ἀλθαίαϲ ϲπέρμα τριβόλου χλωροῦ ἀφέψημα ἀδιάντου ἀφέψημα ἀμπέλου δάκρυον ϲυάγρου κύϲτιϲ ξηρὰ
ῥίζα , δάφνης φλοιὸς τῆς ῥίζης , παλιούρου σπέρμα , τριβόλου ἀφέψημα , σαξιφράγου , βεττονικῆς , ἀγρώστεως ῥίζης ,
6673519 χρηστηριων
μαντεύεσθαι αὐτόθι διὰ τόδε : ἐκέλευσέ σφεας ὁ Ἀμφιάρεως διὰ χρηστηρίων ποιεύμενος ὁκότερα βούλονται ἑλέσθαι τούτων , ἑωυτῷ ἢ ἅτε
Ἐντειλάμενος δὲ τοῖσι Λυδοῖσι τάδε ἀπέπεμπε ἐς τὴν διάπειραν τῶν χρηστηρίων , ἀπ ' ἧς ἂν ἡμέρης ὁρμηθέωσι ἐκ Σαρδίων
6644165 πολιητεων
ἐπ ' ἀκτῆς ἐτάφη ὑπό τε τῶν συμπλόων καὶ τῶν πολιήτεων ὅσοι ἐν διαλογῇ ἐγεγένηντο αὐτῷ . καὶ τὸ ἐλεγεῖον
ἐπ ' ἀκτῆς ἐτάφη ὑπό τε τῶν συμπλόων καὶ τῶν πολιήτεων ὅσοι ἐν διαλογῇ ἐγεγένηντο αὐτῷ . καὶ τὸ ἐλεγεῖον
6640438 θυννων
κατὰ γενεὰς , κατὰ τάξιν . οἱ μέν : τῶν θύννων . Ὁπλότεροι : νεώτεροι . τοὶ δ ' :
ἀπὸ τῶν ἄλλων ἴδωσιν : καὶ γὰρ καὶ ἀδυνατώτεραι τῶν θύννων εἰσὶν , ἀλλ ' ὀξεῖς καὶ πυκνοὺς ὀδόντας ἔχουσιν
6578386 νομαδων
παλαιὸν οὐ πολὺ διέφερον τοῖς βίοις καὶ τοῖς ἔθεσι τῶν νομάδων οἵ τε Σογδιανοὶ καὶ οἱ Βακτριανοί , μικρὸν δ
καταστρεψάμενος εἶχε , γενόμενον γαμβρὸν Κροίσῳ ὧδε . Σκυθέων τῶν νομάδων ἴλη ἀνδρῶν στασιάσασα ὑπεξῆλθε ἐς γῆν τὴν Μηδικήν :
6565816 μηλων
ὡϲ τῷδε μέζονι χρεόμενοι : ὠχροὶ τὰ πρόϲωπα πλὴν τῶν μήλων : τάδε γὰρ ἐρευθῆ . ἱδρὼϲ περὶ μέτωπον καὶ
λέγει μῆλα κυδώνια , φαυλία , στρουθία . μνημονεύει δὲ μήλων κυδωνίων Στησίχορος : πολλὰ μὲν κυδώνια μᾶλα ποτερρίπτουν ποτὶ
6562881 χηνων
ἔθος ἦν αὐτοῖς ἁπαλαῖς χρῆσθαι , κρέα μὲν μόσχων καὶ χηνῶν μόνων προσφερομένους , οἴνου δὲ τακτόν τι μέτρον πίνοντας
ἡδὺ διὰ τῆς τῶν ἰσχάδων ἐδωδῆς , οὕτως ἐπὶ τῶν χηνῶν ὀρῷ γάλακτος ἀναδεύοντες τὰς τροφάς , ὡς γίνεσθαι μὴ
6545746 Κυπριων
αὑτῶν καὶ οὐδὲν ἦν εὐδαιμονέστερον τότε τοῦ κεκτῆσθαι πλοῖον . Κυπρίων δὲ οἱ παρόντες ἐθεραπεύοντό τε καὶ καταγωγὰς ὑπισχνοῦντο .
τῆς στοᾶς Κόνων ἕστηκε καὶ Τιμόθεος υἱὸς Κόνωνος καὶ βασιλεὺς Κυπρίων Εὐαγόρας , ὃς καὶ τὰς τριήρεις τὰς Φοινίσσας ἔπραξε
6528651 ταυρων
δίκην ἰχθύος πλέουσαν . ταυροσφάγον ὡς φαγοῦσαν ἐκ τῶν Γηρυονείων ταύρων , λέαιναν δὲ εἶπε διὰ τὸ φονικόν . ταυροσφάγον
τῆς δεομένης ὀχεύεσθαι καὶ ἱδρῶτος μεταλαβὼν προσάψῃ τοῖς μυκτῆρσι τῶν ταύρων , παύει αὐτοὺς τῆς μάχης . ὅτι αἱ βόες
6513131 ψαχνα
δὲ λοιπὰ πάντα κρέη τῶν πετεινῶν καὶ τῶν ἄλλων ἐσθίειν ψαχνά τε καὶ χλία , δίεφθα , καὶ καρυκευτά ,
λοιπὰ πάντα κρέη ἐν πετεινοῖς τε καὶ πεζοῖς ἐσθίειν , ψαχνά τε καὶ χλία , δίεφθα καὶ καρυκευτά , καὶ
6491673 περδικων
Ἐκπερδικίσαι : τὸ διολισθῆσαι καὶ ἀποδρᾶναι : ἀπὸ μεταφορᾶς τῶν περδίκων , ὅτι πανοῦργον τὸ ζῷον καὶ διαδιδράσκον τοὺς θηρευτάς
Ἡγήσανδρος , πλεύσαντες εἰς Σύβαριν καὶ κατασχόντες τὴν Σιρῖτιν χώραν περδίκων ἀναπτάντων καὶ ποιησάντων ψόφον ἐκπλαγέντες ἔφυγον καὶ ἐμβάντες εἰς
6491361 σκομβρων
παρέχουσι . τοῦ δὲ τῶν λεπιδωτῶν γένους οἷον θύννων , σκόμβρων , θυννίδων , γόγγρων , τὰ μὲν μήτε καθ
ταρίχη ἐπωνύμως λέγεσθαι , καὶ ἄλλην Σκομβροαρίαν ἀπὸ τῶν ἁλισκομένων σκόμβρων , ἐξ ὧν τὸ ἄριστον σκευάζεσθαι γάρον . οἱ
6461901 Βεβρυκων
τῆς Παφλαγονίας ἄρξαντα ὑπὸ πολλῶν δυναστευομένης , ἐπελθόντα τὴν τῶν Βεβρύκων κατασχεῖν , ἣν δ ' ἐξέλιπεν ἐπώνυμον ἑαυτοῦ καταλιπεῖν
κλῶπα σὺν Τεύκρῳ στρατὸν καὶ σὺν Σκαμάνδρῳ Δραυκίῳ φυτοσπόρῳ εἰς Βεβρύκων ἔστειλαν οἰκητήριον , σμίνθοισι δηρίσοντας , ὧν ἀπὸ σπορᾶς
6427429 λινων
ἦν ἶσος ἀνέμοις . δολίων θ ' ἑρκέων : τῶν λίνων . ἕρκεα γὰρ τὰ λίνα , τὰ περιφράγματα .
ῥιπτουμένους ἐπιδραμόντες ἐσθίουσι , καὶ εἴ τινες διεκφύγοιεν ἄλλοι τῶν λίνων , ἐκδέχονται , καὶ μάλα ἑτοίμως , αὐτούς ,
6419719 Δαυνιων
, μαρανθὲν αὖθι ληθαίῳ σκότῳ . ναὸν δέ μοι τεύξουσι Δαυνίων ἄκροι Σάλπης παρ ' ὄχθαις , οἵ τε Δάρδανον
, ἐνδοτέρω δὲ τούτου τὸ τῆς θαλάσσης ἐπὶ πλέον ἐγενέτο Δαυνίων , τὸ δὲ σύμπαν ἔθνος ὠνόμασαν Ἰαπύγων . καὶ
6389421 δελφινων
] καὶ αὐτοὺς ἐπειρᾶτο διαλύειν . εἷς δέ τις τῶν δελφίνων ὑπολαβὼν ἔφη πρὸς αὐτόν : ” ἀλλ ' ἡμῖν
] ἐνταῦθα σύναπτε τὸ “ πρὸς τὸ παρεστώς ” . δελφίνων μεδέων : περιφραστικῶς , τῆς θαλάσσης βασιλεῦ . “
6381485 ἀλεκτοριδων
, ὡς ἀλέκτωρ , κάτωθεν βηματίζεις μετὰ ὀρνίθων καὶ τῶν ἀλεκτορίδων . Ὅτι κρεῖσσόν ἐστι περίβλεπτόν τινα εἶναι ἐν πενιχρᾷ
. . ἄτοπον γάρ ἐστι κοράκων μὲν λαρυγγισμοῖς καὶ κλωσμοῖς ἀλεκτορίδων καὶ συσὶν ἐπὶ φορυτῶι μαργαινούσαις , ὡς ἔφη Δ
6365677 Λιβυων
ἐγκρατὴς ἐγένετο τῶν κατὰ Μακεδονίαν πόλεων . Ὅτι Μασανάσσης ὁ Λιβύων βεβασιλευκὼς καὶ τὴν πρὸς Ῥωμαίους φιλίαν τετηρηκὼς ἐνενήκοντα μὲν
δὲ κισσῷ μέτωπον οἷα καὶ σὺ κεκροκωμένον . Ἡρῷσσαι , Λιβύων ὄρος ἄκριτον αἵτε νέμεσθε αἰγίδι καὶ στρεπτοῖς ζωσάμεναι θυσάνοις
6358240 πρασων
καράβων τε καὶ ἀστακῶν , καὶ λαχανοφαγίης , μάλιστα δὲ πράσων καὶ κρομμύων , ἔτι δὲ θριδάκων ἑφθῶν , καὶ
ἐπὶ πέντε ἡμέρας χρῆσθαι , δέκα δ ' ἀντὶ τῶν πράσων , τῶν σκορόδων : τάδε πυρία , καὶ αὐτὴν
6355809 σταχυων
. ὑγιῶς μὲν οὖν ἑκάτερος : εἴρηται γὰρ ἀπὸ τῶν σταχύων μεταφορικῶς . ὥσπερ οὖν ἐξ ἑνὸς σπέρματος εἶς πυθμὴν
ἅλως ᾖ , ὑπὲρ τοῦ τοὺς βοῦς μὴ ἀπογεύσασθαι τῶν σταχύων βολίτῳ τὰς ῥῖνας ἐπιχρίουσιν αὐτῶν , σόφισμα ἐπινοήσαντες τοῦτο
6353453 Δολοπες
καὶ Θετταλοὶ καὶ Περραιβοί , πρὸς δὲ τούτοις Δωριεῖς καὶ Δόλοπες , ἔτι δὲ Ἀθαμᾶνες καὶ Ἀχαιοὶ Φθιῶται καὶ Μάγνητες
πόλις τῆς Θεσσαλίας . Δολοπηίδα δὲ τὴν Θεσσαλικὴν εἶπε : Δόλοπες γὰρ ἔθνος Θεσσαλίας . Ὅμηρος : ναῖον δ '
6339095 ὀμφακιου
. . . . . . . δραχ . βʹ ὀμφακίου . . . . . . . . δραχ
# α , ϲτυπτηρίαϲ ξηρᾶϲ # δ , βαλαυϲτίων , ὀμφακίου , ῥόδων ἄνθουϲ , μύρτων ξηρῶν ἀνὰ # β
6338581 στρομβων
Ῥοίτειον . ἔστι δὲ τοῦτο ἀκρωτήριον περὶ τὴν Τροίαν . στρόμβων λέγει τῶν ἀτράκτων παρὰ τὸ στρέφεσθαι χαλκέων δὲ τῶν
δ ' ἑφθέα , πολλὰ δὲ θάλψας ἐν φλογιῇ . στρόμβων δὲ πολὺ πλέον , ἢ ἔτι κάλχης , κηραφίδος
6336455 περιοικων
καὶ βελτίοσι νόμοις ἐθισθῆναι . Οἱ δὲ πεισθέντες οὐ τῶν περιοίκων μόνον , ἀλλὰ καὶ πάντων Ἑλλήνων διαφανῶς ἄριστοι ἐγένοντο
σφεας , τῇδε διαθείς : Θηραίων μὲν γὰρ καὶ τῶν περιοίκων μίαν μοῖραν ἐποίησε , ἄλλην δὲ Πελοποννησίων καὶ Κρητῶν
6328820 παραπληϲιων
τε κρύοϲ καρτερὸν καὶ λουτρὸν ϲτυπτηριωδῶν ὑδάτων ἤ τινοϲ τῶν παραπληϲίων . ἐγχωρεῖ δέ ποτε καὶ μετὰ βαλανεῖον ἢ ἱδρῶτα
διὰ κάχρυοϲ καὶ τῷ διὰ δαφνίδων μαλάγματι ἤ τινι τῶν παραπληϲίων μαλαγμάτων περιβλητέον τὴν ῥῖνα καὶ τὸ μέτωπον ἄχρι φοινίξεωϲ
6326741 Λυκιων
τὸν Σαρπηδόνα τὸν τοῦ Διὸς υἱὸν λεγόμενον εἶναι , βασιλέα Λυκίων : καὶ περὶ τὴν τοῦ ποταμοῦ διάβασιν ἀποχωρούντων γενέσθαι
ἐπικλείουσιν ἐύρροον : ἀλλὰ τὰ μέν που ἀθάνατοι τεύξαντο γέρας Λυκίων βασιλῆι . Ἀργεῖοι δ ' ἐρίθυμον ἀνεστενάχοντ ' Ἀχιλῆα
6317049 ῥητινων
ὁ τῶν ῥάβδων χυλὸς γενναίως , τερμινθίνη μᾶλλον τῶν ἄλλων ῥητινῶν , θεῖον : καὶ καλαμίνθη ἐπισπᾶται καταπλασσομένη , καὶ
πιτυΐνη τε καὶ ἡ ἐλατίνη : τῶν δ ' ὑγρῶν ῥητινῶν τὸ καπνέλαιον μᾶλλον : δριμείας δ ' ἐστὶν ἡ
6310618 ἀφρονιτρων
φλεβοτομεῖσθαι ἢ καθαίρεσθαι . λαʹ Φάρμακον τὸ διὰ στακτῆς καὶ ἀφρονίτρων ἐξιπωτικόν . λβʹ Περὶ τῶν ἐπὶ χολώδει ῥεύματι καμνόντων
βʹ , ἐρίων οἰσυπηρῶν ἐκ τῶν μασχαλῶν λι αʹ , ἀφρονίτρων λι αʹ . βρέχε τὰ οἰσυπηρὰ ἔρια τῷ οἴνῳ
6308362 ἐθνεων
τοῖσι χρηστηρίοισι λέγοντες : Κροῖσος ὁ Λυδῶν τε καὶ ἄλλων ἐθνέων βασιλεύς , νομίσας τάδε μαντήια εἶναι μοῦνα ἐν ἀνθρώποισι
. Ταῦτα Σκυθέων ἐπαγγελλομένων ἐβουλεύοντο οἱ βασιλέες οἱ ἀπὸ τῶν ἐθνέων ἥκοντες , καί σφεων ἐσχίσθησαν αἱ γνῶμαι . Ὁ
6284478 περιστερων
καρδάμῳ μετὰ ἀλεύρου , καὶ ὀρόβῳ μετὰ μέλιτος , καὶ περιστερῶν κόπρῳ μετὰ ἰσχάδων , καὶ τοῖς πυριάμασι , καὶ
τῶν Θισβαίων , ὥς φησιν Ἐπαφρόδιτος , καὶ τὸ ἐπίνειον περιστερῶν πλῆρες . Ἰσμηνίας δὲ ὁ αὐλητὴς Θισβεύς ἐχρημάτιζε ,
6279926 ὀϲτρεων
ἢ δαύκου ἡδύϲματοϲ χάριν . ϲυνεχῶϲ δὲ ἀφέψημα ϲεύτλου καὶ ὀϲτρέων πίνειν , χρῆϲθαι δὲ καὶ τοῖϲ ἀπὸ ϲιτίων ἐμέτοιϲ
κ : οἴνῳ . Κιϲήρεωϲ κεκαυμένηϲ , μίϲυοϲ κεκαυμένου , ὀϲτρέων κεκαυμένων ἀνὰ # Ϛ , κόμμεωϲ # δ ,
6278693 ὑποδεξαμενων
εἰς αὐτὴν περαιωθῆναι : τούτους δ ' ἀπογόνους γεγονέναι τῶν ὑποδεξαμένων Δία παρὰ τῆς μητρὸς Ῥέας καὶ θρεψάντων ἐν τοῖς
δόξαν ἀπό τε Ὀρφέως καὶ Μουσαίου καὶ τῶν ἐκεῖθεν καταγομένων ὑποδεξαμένων ὁ Ἀριστοτέλης ὡς δέκα τῷ ἀριθμῷ ἰδέας αὐτῶν ὑποτιθεμένων
6267463 κατοικιδιων
Ταραντῖνος , ἐν τῷ περὶ σιτοβόλου , περὶ τῆς τῶν κατοικιδίων μυῶν φθορᾶς τοῖς αὐτοῖς κέχρηνται φαρμάκοις . Ἐὰν δὲ
. Τῶν δὲ ὀρνίθων προσφερέσθωσαν τῶν τε φασιανῶν καὶ τῶν κατοικιδίων ὀρνίθων τὰ μὴ λιπαρὰ καὶ ἀτταγῆνας καὶ πέρδικας καὶ
6266104 περικτιονων
πάλαι μεγάλη ξύνοδος ἐς τὴν Δῆλον τῶν Ἰώνων τε καὶ περικτιόνων νησιωτῶν : ξύν τε γὰρ γυναιξὶ καὶ παισὶν ἐθεώρουν
Δὴ τότε κεκλιμένοισιν ἐπήλυθε Κύζικος ἥρως , ὃς Δολόπων ἤνασσε περικτιόνων ἀνθρώπων . Αἰνῆος φίλος υἱὸς ὅν οἱ τέκε δῖα
6260072 θαλαττιων
θεάσεται διαχωροῦσαν ἐπὶ τῷ πόματι τὴν κοιλίαν . καὶ τῶν θαλαττίων οὖν ἐχίνων καὶ τῶν κογχαρίων πάντων οἱ ζωμοὶ καὶ
χέρσος , ἀλλ ' οὐκ ἄν τις αὐτοὺς τῇ τῶν θαλαττίων ἀναιδείᾳ συγκρίνειεν . Ὀλέθριόν ἐστι τὸ τῆς χερσαίου δῆγμα
6238573 τραγων
ὅταν τις παρεφάνη γυνή , κοινῶς αὐτῇ ἐχρῶντο . [ τράγων δὲ τρίχας καὶ σκέλη ἐδόκουν ἔχειν διὰ τὴν περὶ
ὁ ὕπνος . ταὶ δὲ τραγεῖαι : αἱ δοραὶ τῶν τράγων . ταὶ δὲ τραγεῖαι : ἤγουν τὰ δέρματα τῶν
6225869 πεφρυγμενων
ἀριστολοχίης κνῆσαι ὁκόσον ἀστράγαλον ἐλάφου , καὶ φακῶν καὶ ὀρόβων πεφρυγμένων ἄλφιτα καθήρας ὁκόσον ἡμιχοίνικον ἑκατέρων , ξυμφυρῆσαι ταῦτα μέλιτι
. . . οὐγγ . βʹ ʹʹ πιστακίων καθαρῶν καὶ πεφρυγμένων οὐγγ . βʹ στροβίλων καθαρῶν καὶ πεφρυγμένων οὐγγ .
6225307 Ἀγριανων
ξένοι καὶ ἄρχων τούτων Κλέανδρος . προετάχθησαν δὲ τῶν τε Ἀγριάνων καὶ τῶν τοξοτῶν οἵ τε πρόδρομοι ἱππεῖς καὶ οἱ
ὑπειπὼν ὅτι ἀλαζόνες Κελτοί εἰσιν . Αὐτὸς δὲ ἐπ ' Ἀγριάνων καὶ Παιόνων προὐχώρει . ἔνθα δὴ ἄγγελοι ἀφίκοντο αὐτῷ
6219042 δαφνηϲ
ὡραίηϲ ἢ τοῦ ξὺν τῇδε λίπαοϲ . πυρίη ϲπόγγοιϲι καρποῦ δάφνηϲ ἑψήματοϲ , ϲχίνου , γλήχωνοϲ , ἴριδοϲ . ἐπὴν
καὶ ἀνήθου καὶ ἀψινθίου καὶ γλήχωνοϲ καὶ ἄγνου ϲπέρματοϲ καὶ δάφνηϲ τοῦ καρποῦ , ἑψεῖν δὲ ἐν ἐλαίῳ καὶ καταπλάττειν
6213370 κεφαλων
τουτέστι μᾶλλον τῶν ἄλλων κομῶντες . ἢ τὰ ἄκρα τῶν κεφαλῶν κομῶντες . οὕτως Ὠρίων . . . . ἀκραής
ἑαυτῶν σφαζόμενοι . Τιτήλατο : ἐτρέφετο . Τρικάρηνον : τριῶν κεφαλῶν . ὅθι : ὅθεν . Ἐγκελάδοιο : σημαίνοντος :
6205345 Φωκηων
. ἔνθ ' Ἕκτωρ μὲν ἕλε Σχεδίον Περιμήδεος υἱὸν ἀρχὸν Φωκήων , Αἴας δ ' ἕλε Λαοδάμαντα ἡγεμόνα πρυλέων Ἀντήνορος
: καὶ τοῖς ἐπιθέτοις διαστέλλεται ἡ ὁμωνυμία . . αὐτὰρ Φωκήων Σχεδίος καὶ Ἐπίστροφος ἦρχον : ἡ διπλῆ ὅτι καὶ
6203009 τοξοτων
καὶ ξὺν τῶν ἱππέων τοῖς ἑταίροις καὶ μέρει τινὶ τῶν τοξοτῶν ᾔει τὴν ἐπὶ Πασαργάδας τῆς Περσίδος . Στασάνορα δὲ
νόσῳ ἀπέθανεν . ἀπέθανε δὲ καὶ Ἀντίοχος ὁ ἄρχων τῶν τοξοτῶν , καὶ ἀντὶ τούτου ἄρχειν ἐπέστησε τοῖς τοξόταις Ὀμβρίωνα
6201491 στυρακος
ιστ . ἄμβαρος γοα , ἤτοι οὐγ . α . στύρακος λιπαροῦ λιγ , ἤτοι λίτρ . γ . μαστίχης
ἤτοι οὐγ . κστ . Φύλλων κασίας , κρόκου , στύρακος , ἀρναβῶ , ἀμώμου , ναρδοστάχυος ἀνὰ γοαζʹ .
6199028 κονυζηϲ
ἀϲφοδέλων καὶ καλαμίνθηϲ , ἄγνου , γλήχωνοϲ , πολίου , κονύζηϲ , ἀβροτόνου : εἰ δὲ μὴ δυνατὸν πάϲῃ τῇ
ὁ χυλὸϲ ϲάμψυχον ϲέϲελι χαλβάνη κρίνου ῥίζα ἀρτεμιϲίαϲ ἀφέψημα δικτάμνου κονύζηϲ θηλείαϲ ἐρυθροδάνου ῥίζα χαμαίπιτυϲ κνίδηϲ καρπὸϲ μετὰ ϲμύρνηϲ ἐλατήριον
6191973 ἐλεφαντων
κε Κωλιάδος μεγάλης ἐπὶ νῆσον ἵκοιο , μητέρα Ταπροβάνην Ἀσιηγενέων ἐλεφάντων , ἧς ὕπερ , οὐρανίῃσιν ἀειρόμενος στροφάλιγξι , δινεῖται
οἱ Νομάδων ἱππέων τριακοσίων , οὓς Μασανάσσης ἐπεπόμφει , καὶ ἐλεφάντων δέκα τὴν στρατιὰν ἐπῆγε τοῖς πολεμίοις , ἄγων ὀπίσω
6188558 κολλουριοιϲ
αὐτό . μετὰ δὲ τὴν ἐπίλυϲιν ἀφλεγμάντουϲ μὲν ὄνταϲ αὐτοὺϲ κολλουρίοιϲ περιχρίϲτοιϲ ἢ λυκίῳ ἢ γλαυκίῳ ἢ κρόκῳ ἀποθεραπεύϲομεν ,
κεκαυμένου χαλκοῦ καὶ τῆϲ λεπίδοϲ αὐτοῦ : μιγνύμενον γοῦν ἐν κολλουρίοιϲ ἀπορρύπτει τάϲ τε τραχύτηταϲ καὶ ϲυκώϲειϲ τῶν βλεφάρων .
6184476 χλωρων
Εἰς τὸ μεθύειν ἐξ ἑνὸς ποτηρίου . ] Κληματίδων ἀμπέλων χλωρῶν ἢ ξηρῶν μικρὸν καύσας ἀπόσβεσον ἐν τῇ φιάλῃ ἔνθα
ῥητίνηϲ ἴϲηϲ ἐν καταποτίοιϲ εὐτονώτερον καθαίρει φλέγμα . δαφνίδοϲ φύλλων χλωρῶν ⋖ α ∠ ʹ : ϲικύου ἀγρίου ῥίζηϲ φλοιοῦ
6184350 κεκαυμενων
ἑψήϲαϲ ἐν ὕδατι λοῦε τὸ παιδίον καὶ ἀπόϲμα ἐλαφρῶϲ ἰϲχάδων κεκαυμένων ϲποδῷ μετὰ ϲμήγματοϲ κυαμίνου . ἄλλο ϲμίγμα ἐπ '
ἰχθύων καὶ ὀρνέοιϲ ἅπαϲι πλὴν τῶν ἑλείων . Καρκίνων ποταμίων κεκαυμένων καὶ καδμίαϲ ἴϲα λεῖα ἐπίπαϲϲε ἢ τὴν ϲποδὸν τῶν
6182769 Ἐνιηνες
δὲ δόντων ταῦτα ἐγένοντο οἵδε : Θεσσαλοί , Δόλοπες , Ἐνιῆνες , Περραιβοί , Λοκροί , Μάγνητες , Μηλιέες ,
γένος καὶ Βρύγοι καὶ Πίερες καὶ Μακεδόνες καὶ Περραιβοὶ καὶ Ἐνιῆνες καὶ Δόλοπες καὶ Μάγνητες καὶ Ἀχαιοὶ καὶ ὅσοι τῆς
6174741 ξυλινων
τόν τε καταδείξαντα τὰ κατὰ τὰς οἰνοποιίας καὶ συγκομιδὰς τῶν ξυλίνων καλουμένων καρπῶν καὶ τὸν στρατευσάμενον ἐπὶ πᾶσαν τὴν οἰκουμένην
χαλκοῦ καὶ σιδήρου δεδέσθαι θέμις ὑπ ' αὐτῶν διακρατουμένην τῶν ξυλίνων , ἐκεῖνος ἐπιθεῖναι τῷ Τεβέρει λέγεται , ἣν ἄχρι
6171816 κυτινων
παρὰ τὰϲ ῥίζαϲ τοῦ κίϲθου τε καὶ κιϲθάρου καλουμένου οἷον κυτίνων , δραϲτικὸν ἱκανῶϲ φάρμακον εἰϲ ἅπαντα τὰ ῥοώδη παθήματα
α κρόκου ⋖ β κροκομάγματοϲ ⋖ β ναρδοϲτάχυοϲ ⋖ γ κυτίνων ⋖ β κόμμεωϲ ⋖ η , λείου ὕδατι καὶ
6170166 Κελτιβηρων
τὸν δ ' ἐν Ῥώμῃ τοὺς λόγους διαθέμενον ὑπὲρ τῶν Κελτιβήρων ἰδίᾳ πρὸς αὑτὸν ἀνακαλέσας ἐπὶ πολὺ διέτριβεν : ὑπὲρ
Σερτώριος ἐπολέμησαν . Πολύβιος δὲ τὰ τῶν Ὀυακκαίων καὶ τῶν Κελτιβήρων ἔθνη καὶ χωρία διεξιὼν συλλέγει ταῖς ἄλλαις πόλεσι καὶ
6166512 ἁπαλων
δή μοι σκόλιόν τι λαβὼν Ἀλκαίου κἀνακρέοντος . καὶ δελφακίων ἁπαλῶν κωλαῖ καὶ χναυμάτια πτερόεντα ἐθέλω βάψας πρὸς ναυτοδίκας ξένον
δὲ ἄλλην χρείαν καὶ δύναμιν ἔχουϲι . τῶν μὲν οὖν ἁπαλῶν ὕδωρ θερμὸν αὐτὸ καθ ' αὑτὸ ποιεῖ κομιδῆϲ ἕνεκα
6161408 ἀγρωϲτεωϲ
τῶν ἐν τῇ τετάρτῃ τῶν ἡμερῶν γιγνομένων ἀποϲτάξεων διὰ κλωνίου ἀγρώϲτεωϲ , ὡϲ ἔθοϲ , τρῶϲαι τὰ ἐν τοῖϲ μυξωτῆρϲιν
ϲτυπτηρίαϲ ὑγρᾶϲ , Κελτικῆϲ , κνήκου , κόκκου Κνιδίου , ἀγρώϲτεωϲ ξηρᾶϲ , βρυωνίαϲ ξηρᾶϲ ἀνὰ # γ . Λιβάνου
6153400 φοινικων
καταφαγὼν καὶ λαβὼν τῶν τε ἀμυγδάλων τὰ κελύφη καὶ τῶν φοινίκων τὰ ὀστᾶ ταῦτα ἐπί τινος βωμοῦ ἔθηκεν εἰπών :
καὶ τῶν ἀπίων τῶν ξηρῶν καὶ τῶν μύρτων καὶ τῶν φοινίκων , πάντα αὐτῶν τὰ ἀποβρέγματα ἧσσον τὸ γλοιῶδες ποιεῖ
6153349 Ναξιων
. τούτοις δὲ τὸ μὲν πρότερον Διονύσιος δεδώκει τὴν τῶν Ναξίων χώραν , τότε δ ' ὑπ ' Ἰμίλκου πεισθέντες
τε ἐδέετο ἡ πολιορκίη , ἐνθαῦτα τείχεα τοῖσι φυγάσι τῶν Ναξίων οἰκοδομήσαντες ἀπαλλάσσοντο ἐς τὴν ἤπειρον , κακῶς πρήσσοντες .
6147554 ἐπεβαλλον
ᾧ ἔκρυψαν τὰ ἑαυτῶν βρέφη , ὀρύσσουσι τὴν γῆν ἣν ἐπέβαλλον , καὶ κινουμένους ἤδη τοὺς νεοττοὺς καὶ ἕπεσθαι δυναμένους
διακρίνοντες καὶ δοκιμάζοντες εἰ πολῖταί εἰσιν ἢ ξένοι ἐδέχοντο καὶ ἐπέβαλλον , ὡς Δημοσθένης ἐν τῷ Πρὸς Εὐβουλίδην [ ]
6145707 Ἀλανων
ἃ ὑποτίθεται ἀόρατα , οἱονεὶ τὰ τῶν Κιμμερίων καὶ τῶν Ἀλανῶν καὶ τῶν Κυκλώπων . Ἀνδράσι δὲ ἀντὶ τοῦ ὑπὸ
Παφλαγονίᾳ Πόντον περὶ τὴν Ἀμάσειαν γέγονε καὶ τοὺς περισωθέντας τῶν Ἀλανῶν εὑρὼν οὐ πλείους ἑκατὸν πρὸς τοῖς πεντήκοντα ὄντας ,
6145415 ἀτταγηνων
μὴ τῶν λιπαρῶν πάνυ . ἐσθιέτωσαν δὲ καὶ περδίκων καὶ ἀτταγήνων τὰ στήθη . προσφερέσθωσαν δὲ καὶ τοὺς ὄρχεις τῶν
αἱ σάρκες τῶν ἀλεκτορίδων καὶ φασιανικῶν καὶ περδίκων καὶ περιστερῶν ἀτταγήνων τε καὶ τῶν μικρῶν στρουθίων ἁπάντων , ἔτι τε
6137798 ἁρματων
Σπιτάκης ὁ νομάρχης τῶν ταύτῃ Ἰνδῶν καὶ τῶν ἐλεφάντων καὶ ἁρμάτων οἱ ἡγεμόνες καὶ οἱ ἱππάρχαι καὶ οἱ στρατηγοὶ τῆς
Πτολεμαῖος δὲ ὁ πρῶτος καὶ Βερενίκη εἴκοσι τρισὶν ἐφ ' ἁρμάτων χρυσῶν καὶ τεμένεσιν ἐν Δωδώνῃ . Καὶ ἐγένετο τὸ
6135417 ἡγησασθην
νήσους τε Καλύδνας , τῶν αὖ Φείδιππός τε καὶ Ἄντιφος ἡγησάσθην Θεσσαλοῦ υἷε δύω Ἡρακλεΐδαο ἄνακτος : τοῖς δὲ τριήκοντα
ἐξ ὧν ἐπραξάτην : ὡς γὰρ τάχιστα κρείττονε τῶν συγγιγνομένων ἡγησάσθην εἶναι , εὐθὺς ἀποπηδήσαντε Σωκράτους ἐπραττέτην τὰ πολιτικά ,
6133750 ἱερειων
αἱ θυσίαι : παρῆν δὲ καὶ ἡ βουλὴ μεθέξουσα τῶν ἱερείων . εὐφημίαι δὲ ἦσαν εἰς τὴν θεὸν πολλαί :
Ἀργείων ] , τουτέστι τὸν οἶνον καὶ τὸ αἷμα τῶν ἱερείων : ὡπλίζοντο : πρόμαχον : ἐπιθυμοῦντες μαινόμενοι : λαθραίως
6128784 ὀνων
καὶ διὰ τοῦτο ζηλοτυπεῖν αὐτὸν τὴν τῶν τράγων τε καὶ ὄνων εὐδαιμονίαν ; Μὴ γὰρ οὐδὲ εὐσεβὲς ᾖ τὰ τοιαῦτα
τῶν ἐφ ' οἷς ἤλπισαν διαψευσθέντων . Ἀπὸ τῶν βραδυσκελῶν ὄνων ἵππος ὤρουσεν . Ἅπαντα τοῖς σοφοῖς εὔκολα : ἐπὶ
6127683 κυπελλα
, παρατίθεται δὲ μετὰ μέλιτος . . Φιλήτας δὲ Συρακοσίους κύπελλα καλεῖν τὰ τῆς μάζης καὶ τῶν ἄρτων ἐπὶ τῆς
Δότε μοι λύρην Ὁμήρου φονίης ἄνευθε χορδῆς : φέρε μοι κύπελλα θεσμῶν , φέρε μοι νόμους κεράσσας , μεθύων ὅπως
6123174 Κωπᾳδων
' εἰς ἀγορὰν ἐλθόντες ἁδροὺς ὀψωνοῦσιν μεγάλους τε φάγρους καὶ Κωπᾴδων ἁπαλῶν τεμάχη στρογγυλοπλεύρων . παραινέσαι δὲ σφῷν τι βούλομαι
' εἰς ἀγορὰν ἐλθόντες ἁδροὺς ὀψωνοῦσιν μεγάλους τε φάγρους καὶ Κωπᾴδων ἁπαλῶν τεμάχη στρογγυλοπλεύρων . ἐστὶ δὲ καὶ γένος λίθου
6118289 κορακων
προπίπτοντας πρὸ τοῦ μετώπου πολύ , κατὰ τούτων δὲ τῶν κοράκων , ὅτε βούλονται , κατασπᾶν τὸ κάλυμμα ὥστε ἐμπετασθὲν
μετ ' ὀλίγον ὠρυομένων οἴκτιστον ἐπ ' ἐμοὶ καὶ τῶν κοράκων τυπτομένων τοῖς πτεροῖς , ὁπόταν συνελθόντες θάπτωσί με .
6117622 πελταστων
, τῶν δ ' ἀναβαινόντων , ἐπελαύνουσι : καὶ τῶν πελταστῶν συχνοὺς κατέβαλον καὶ τῶν ἱππέων Κλέαν καὶ Ἐπικυδίδαν Σπαρτιάτας
διὰ τῶν κατὰ τὴν ἀγορὰν πυλῶν τοὺς λοιποὺς ἤδη τῶν πελταστῶν ἐσεδέχοντο . καὶ ὁ Βρασίδας ἰδὼν τὸ ξύνθημα ἔθει
6113645 ἀβυρτακη
δὲ Μήδων γαῖαν , ἔνθα καρδάμων πλείστων ποιεῖται καὶ πράσων ἀβυρτάκη . φαυλίων μήλων αὐτόκακος οὔ φησιν εἶναι τῶν ἑταιρῶν
] , καὶ ἀβροτάξομεν : διαμφοδήσομεν , ἁμαρτήσομεν ἀλλήλων . ἀβυρτάκη : ὑπότριμμά τι βαρβαρικόν , κατασκευαζόμενον διὰ πράσων καὶ
6110555 Ἀγησιλαωι
τῶν Λακώνων ἐγκρατὲς γράφων οὕτως : καὶ οἱ Θάσιοι ἔπεμψαν Ἀγησιλάωι προσιόντι πρόβατα παντοδαπὰ καὶ βοῦς εὖ τεθραμμένους , πρὸς
Χῖος ἐν ταῖς Ἑλληνικαῖς κἀν τῆι τρισκαιδεκάτηι δὲ τῶν Φιλιππικῶν Ἀγησιλάωι τῶι Λάκωνι εἰς Αἴγυπτον ἀφικομένωι πέμψαι τοὺς Αἰγυπτίους χῆνας
6108987 ἐχινων
πρὸς τὰς οὐρήσεις ἐστὶν οὐκ εὔοδα . ἀκαλήφη δὲ καὶ ἐχίνων ᾠὰ καὶ τὰ τοιαῦτα τροφὴν μὲν δίδωσιν ὕγραν καὶ
ῥινὸς τρηχείαις λασίαισι πέριξ πέφρικεν ἐθείραις , ὁπποίαις θωρήξατ ' ἐχίνων αἰόλα φῦλα . ἀλλ ' ὅτε μιν σεύωσιν ἀρείονες
6105661 παγουρων
τῶν δὲ καὶ γενεήν : ἐξ ὧν , φησι , παγούρων καὶ τὴν γενεὰν ἔμμορον , ἤγουν ἔλαχον καὶ ἔτυχον
Ἀπέχεσθαι δὲ λαβρακίων , κεφάλων , γυλαρίων , ἀστακῶν , παγούρων , καὶ ὅσα ὀστρακόδερμα . Τοὺς δὲ τῶν ἰχθύων
6099812 Ἐρυθινους
' Ἐρυθίνους ” . καὶ Ὅμηρος ] ” καὶ ὑψηλοὺς Ἐρυθίνους „ . τὸ ἐθνικὸν ὅμοιον . Ἐρυθρά , ἡ
γὰρ τοιοῦτοι . καὶ Ὅμηρος αὐτῶν μέμνηται : καὶ ὑψηλοὺς Ἐρυθίνους . . . . ὑλήεντα δὲ εἶπεν διὰ τὸ
6097466 κιχλων
καὶ περιϲτερᾶϲ ἀλεκτορίδοϲ τε καὶ ἀλεκτρυόνοϲ . ἡ δὲ τῶν κιχλῶν καὶ κοϲϲύφων καὶ τῶν μικρῶν ϲτρουθῶν καὶ τῶν πυργιτῶν
ὁ δὲ κόσσυφος βλέπων τὴν καρίδα καὶ οἰόμενος κατὰ τῶν κιχλῶν αὐτὴν περιστρέφεσθαι , χανὼν ἐπιλαμβάνεται τῆς καρίδος καὶ θηρεύεται
6093911 Λακωνων
στρατὸν ἑκάστῳ δόντες , ἐπικουρεῖν Ἀρκάσι καὶ Μεσσηνίοις πολεμουμένοις ὑπὸ Λακώνων , οὔπω δ ' , ὅσα ἐπενόουν , ἐργασαμένους
φόβων ἐξαπιναίων ταράσσεσθαι καὶ ἀπόλλυσθαι . Εὐφράτας δέ , ὁ Λακώνων ἁρμοστὴς ἐπὶ Θρᾴκης , ἐπεὶ αὐτῷ πυκνὰ ἐγίγνοντο ἐν
6093730 ποιμενων
. Μαιάδος τόκωι : οὗτοι γὰρ ἀνδρῶν αἷμ ' ἔχουσι ποιμένων . σὺν πορδακοῖσιν ἐκπεσόντες εἵμασιν , σὺν παρδακοῖσιν εἵμασιν
, ὁ δὲ μαίνεσθαι , ὁ δ ' ἀσελγέστατος τῶν ποιμένων „ Αἴας δ ' οὐκέτ ' ἔμιμνε „ μέχρι
6091175 τεθριππα
παρήγγειλε τοῖς ἐν τῇ φάλαγγι πεζοῖς , ὅταν πλησιάζῃ τὰ τέθριππα , συνασπίσαι καὶ ταῖς σαρίσαις τὰς ἀσπίδας τύπτειν ,
ὀνομάζει αὐτός , βασιλεὺς ἐν τοῖς λόγοις ἀπονητὶ καταστήσῃ τὰ τέθριππα ἐλαύνων τοῦ λόγου . διδάξεται γάρ σε παραλαβὼν τὰ
6086593 Πυθιων
νίκας ἐκ τῶν Ὀλυμπίων ἔσχον , ἔσχον δὲ καὶ ἐκ Πυθίων . . . . δὲ ἔφη ὅτι παῖδες τούτου
Ἀπόλλωνα τῆς δάφνης ἁψάμενος . ἐπεὶ δὲ διῆλθεν ὁ τῶν Πυθίων χρόνος , Ἀλκιδάμας ἐκλαθόμενος τὸν ὅρκον , ὃν ὤμοσεν
6086571 ἠγερεθοντο
: ἀμφὶ δ ' ἄρ ' ἄλλαι δμῳαὶ Ὀδυσσῆος ταλασίφρονος ἠγερέθοντο καὶ κύνεον ἀγαπαζόμεναι κεφαλήν τε καὶ ὤμους . ἡ
ἆλτο χαμᾶζε . οὐδὲ μὲν ἄλλοι Τρῶες ἐφ ' ἵππων ἠγερέθοντο , ἀλλ ' ἀπὸ πάντες ὄρουσαν , ἐπεὶ ἴδον
6085358 κεραμιδων
ἐκ φατνωμάτων χρυσῶν , τὸ δὲ δῶμα ποιῆσαι χαλκοῦν ἀπὸ κεραμίδων χαλκῶν , χαλκὸν χωνεύσαντα , καὶ τοῦτον καταχέαντα .
ἐν κύστει λίθους θρύπτει . Λίθος ὀστρακίτης τὸ ἐκ τῶν κεραμίδων ῥυπτικῆς ἐστι δυνάμεως : καὶ μᾶλλον ὁ ἐκ τῶν
6083401 σελινων
πόμα καὶ ἡ τροφὴ πᾶσα γινέσθω λεπτύνουσα , οἷον ἀπὸ σελίνων τε καὶ πράσων ἢ καυκαλίδος ἢ γιγγιδίου , ἔσθ
ἐπὶ τούτων ἁρμόζει καὶ ἡ κράμβη καταπλαττομένη κοπανισθεῖσα καὶ τῶν σελίνων τὰ φύλλα , ὁμοίως δὲ καὶ τῆς κονύζης .
6078129 καραβων
τι μείους Ἀργολικῆς ἀσπίδος ἑκάστη , καρίδες δὲ καὶ μείζους καράβων αἱ Ἰνδῶν εἰσίν . αἱ μὲν οὖν ἐκ τῆς
τῆς Ἀττικῆς , ὄψου πετραίου παρατεθέντος ποικίλου ἐπὶ τῆς τραπέζης καράβων τ ' ἀληθινῶν , ἐπὶ πᾶσι λοπάδος τ '
6071892 ϲτροβιλων
ἀπὸ τῆϲ τῶν ἐλιγμάτων ὕληϲ , ἀπὸ ἀμυγδάλων πικρῶν λελεπιϲμένων ϲτροβίλων νεαρῶν προβεβρεγμένων διὰ τὸ ἐλαιῶδεϲ : λινοϲπέρμου ἀμύλου προϲφάτου
πίτυοϲ ῥητίνη ξηρά . ἀντὶ ϲκαμμωνίαϲ κρότωνεϲ κίκεωϲ . ἀντὶ ϲτροβίλων ϲικύου ϲπέρμα . ἀντὶ ϲτυπτηρίαϲ ἅλεϲ ὀρυκτοί . ἀντὶ
6069575 ὀτρυνεν
φέρε δὲ κρητῆρα φαεινὸν κῆρυξ Ἰδαῖος ἠδὲ χρύσεια κύπελλα : ὄτρυνεν δὲ γέροντα παριστάμενος ἐπέεσσιν : ὄρσεο Λαομεδοντιάδη , καλέουσιν
ἀπεβήτην : αὐτὰρ ὃ βῆ , μέγα γάρ ῥα θεῶν ὄτρυνεν ἐφετμή , ἐς πεδίον : τὸ δὲ πᾶν πλῆθ
6066394 χρυσειων
: ὁ δὲ Πριάμου ἐκ τῶν ἐν Ἀστύροις περὶ Ἄβυδον χρυσείων , ὧν καὶ νῦν ἔτι μικρὰ λείπεται : πολλὴ
γέρας Ἡρακλῆϊ ἀργύρεον κρητῆρα παναίολον : ἱππασίης δέ Κάστορι , χρυσείων φαλάρων πολυτεχνέα κόσμον : πυγμαχίης δὲ τάπητα λιανθέα δῶκε
6064758 κοπεντων
θαύμαζε , εἰ τὸ δένδρον τοῦτο ὑγιὲς διέμεινεν τοσούτων κλάδων κοπέντων . ἄφες δέ , φησί , πάντα ἴδῃς ,
ἀρϲενικοῦ , ϲυμφύτου , ῥοῦ Ϲυριακοῦ τὸ ἴϲον : τούτων κοπέντων ὅϲον κοχλιάρια β ἀναλαβὼν χυλῷ ὀρύζηϲ καὶ χυλῷ ἀγχούϲηϲ
6058506 βαλανων
βαλάνων τοῖς προβάτοις . τὰ δὲ πρόβατα περί τε τῶν βαλάνων ἐμαχήσαντο καὶ τὸ ἱμάτιον αὐτοῦ διέφθειραν . καταβὰς δὲ
τῶν εἴς τινα δίαιταν βελτίονα μεταβαλλομένων : παυσάμενοι γὰρ τῶν βαλάνων οἱ παλαιοί , μετεῖχον σίτου καὶ οἴνου . Ἄκαιρος
6054414 σωροις
Μύρμηκες δὲ σίτου μὲν καὶ τῶν λοιπῶν δημητρίων καρπῶν γεγήθασι σωροῖς , καὶ ταῦτα καιρῷ θέρους μᾶλλον συλλέγουσι : χειμῶνος
ἐπιδεικνύναι . ὥστε καὶ πρὸς Σόλωνα τὸν Ἀθηναῖον οὐ πυρῶν σωροῖς , ἀλλὰ χρυσοῦ ψήγμασιν ἐκαλλωπίζετο , ἃ οὐχ ἡ
6050929 ἐλαφειων
χερμάδια ἀναβαίνειν εἰς τὸ τεῖχος , κατακρεμασθέντων δικτύων συείων ἢ ἐλαφείων ἢ ταῖς ἐκ τῶν σχοινίων κλίμαξι πεποιημέναις . Ταύτας
πρόσωπον δὲ ὅμοιος ἐλάφῳ πλὴν πλατύτερος ὡσανεὶ ἐκ δύο συγκείμενος ἐλαφείων προσώπων . Δίχηλον δ ' ἐστὶ καὶ κερασφόρον :
6050752 Βρυχων
διὰ τοῦ ὄρους ῥέουσι δύο , Κραυσίνδων τε καλούμενος καὶ Βρύχων : ὁ μὲν τοὺς ὑπὸ ταῖς τοῦ Πηλίου *
εἰς ΧΩΝ δισύλλαβα ἀρσενικὰ βαρύνονται μὴ ὄντα μηνῶν ὀνόματα : Βρύχων Τύχων Σπέρχων . τὸ δὲ γλήχων ὤφειλε βαρύνεσθαι .
6049484 ἀργυραις
' ὑπερβολὴν καὶ χρυσοφοροῦντες , ἔτι δὲ στλεγγίσι καὶ ληκύθοις ἀργυραῖς τε καὶ χρυσαῖς χρώμενοι . Ἦν δὲ τῶν Ἀκραγαντίνων
Ἐρυμάνθιοι τῷ ὄντι σύαγροι κατὰ πινάκων τετραγώνων περιεφέροντο ἑκάστῳ σιβύναις ἀργυραῖς διαπεπερονημένοι . καὶ τὸ θαυμάσιον , ὅτι παρειμένοι καὶ
6049228 ϲανδαραχηϲ
, ἀρϲενικοῦ , ϲχιϲτῆϲ ἀνὰ # α ∠ ʹ , ϲανδαράχηϲ # α ∠ ʹ , ἀϲβέϲτου νεαρᾶϲ λι .
μέλανοϲ , κανθαρίδων θωράκων ἀνὰ ⋖ α ∠ ʹ , ϲανδαράχηϲ # γ , κηροῦ λι . α ∠ ʹ
6042759 ἑρπυλλου
ἐν μελικράτῳ ἢ ἠρυγγίου ⋖ α μετὰ σταφυλίνου σπέρματος ἢ ἑρπύλλου ἀφέψημα ἢ ῥᾶ Ποντικοῦ ἀπυρέτοις ἢ ἠριγέροντος ἀπόζεμα ἢ
τὰ φύλλα καὶ ὅλως ἡ πᾶσα φύσις εὔοσμος , οἷον ἑρπύλλου ἑλενίου σισυμβρίου τῶν ἄλλων . ἄμφω δὲ φρυγανικά .
6042201 δαφνιδων
δρακόντιον , κόστος , νάρδος , θεῖον , σμύρνα , δαφνίδων τὸ ἐντός , καππάρεως ῥίζης ὁ φλοιός , ἀμύγδαλα
κηροῦ , πιτυΐνης , πίσσης Βρυττίας , νίτρου ἐρυθροῦ , δαφνίδων ξηρῶν , στέατος ταυρείου , ἀμμωνιακοῦ θυμιάματος , μάννης
6041703 κριων
αὐτῶν καὶ ἡμίονοι καὶ τὰ ἄλλα κτήνη πάντα οὐδὲν μείζω κριῶν . ἕπονται δὲ τῶι βασιλεῖ τῶν Ἰνδῶν τούτων τῶν
ταῖς θηλείαις ἐπαφετέον . ἡλικία δὲ πρὸς ὀχείαν χρήσιμος τῶν κριῶν , ἀπὸ δύο ἐτῶν ἕως ηʹ . ὁμοίως δὲ
6039840 ἠρχ
αἰπεινὴν ἑλέειν κτάσθαι τε πολίτας . Ὣς εἰπὼν ὃ μὲν ἦρχ ' , ὃ δ ' ἅμ ' ἕσπετο ἰσόθεος
μεγάλη δὲ ποθὴ Δαναοῖσι γένηται . Ὣς εἰπὼν ὃ μὲν ἦρχ ' , ὃ δ ' ἅμ ' ἕσπετο ἰσόθεος
6038895 ἐφορευν
ἔχοντες : [ οἳ δ ' αὖτ ' ἐς ταλάρους ἐφόρευν ὑπὸ τρυγητήρων λευκοὺς καὶ μέλανας βότρυας μεγάλων ἀπὸ ὄρχων
κορυφάς , τροχοκουράδες : αὐτὰρ ὕπερθεν ἵππων δαρτὰ πρόσωπ ' ἐφόρευν ἐσκληκότα καπνῶι . νηῦς δέ τις ὠκύπορος Σαμίη ,

Back