δωρειάν , ἂν ἄρα δῷς : ἀφ ' ἧς ἐγὼ κερδανῶ μὲν οὐδέν , ἂν λάβω , προῖκα δὲ προσθεὶς
δὲ τελευταῖον εἷς ὁ λειπόμενος αὐτὸς αὑτὸν κακῶς ἐρεῖ . κερδανῶ δὲ τοσοῦτον , ὅτι πρῶτος νῦν ὑμῶν ἀπαλλαγεὶς ἐλάχιστα
7697340 βουλευομαι
τὸ σύμβολον . ἔγνως : ἄκουσον δ ' ὡς καλῶς βουλεύομαι . εἰ μὲν γὰρ ἐς γυναῖκα σωφρονεστέραν ξίφος μεθεῖμεν
. . κατορθώσωμεν : Ἃ βουλόμεθα . Θ . ἃ βουλεύομαι . . σφαλῶμεν : Ἀστοχήσωμεν , ἀποτύχωμεν τούτου .
7561973 Γαμειν
δόξαν καὶ ⌊ ἀρετήν ⌋ , φεῦγε ψόγον ⌊ . Γαμεῖν ἀναβάλλουπο [ ] ? ! ! ! ? ?
τὸν ἁπλοῦν , ἔχοι δ ' ἄν πως ἴσως ὧδε Γαμεῖν δέ , ἐπειδὰν ἐτῶν ᾖ τις τριάκοντα , μέχρι
7555520 τρεχε
κυβερνήτην κακόν . τύχην ἔχεις , ἄνθρωπε , μὴ μάτην τρέχε . εἰ δ ' οὐκ ἔχεις , κάθευδε ,
, ἄνδρες φίλοι : ἄρτους ἐπιλελήσμεθ ' ἀρκοῦντας πρίασθαι . τρέχε δή , παῖ . καὶ τοῦτο ἔλεγεν αὐτὸς γελῶν
7553566 συκοφαντρια
γυναιξὶ πονηρὰ εἶ ; ὥσπερ δὲ πανδοκεύτρια , οὕτω καὶ συκοφάντρια . ἦπου : Ὄντως ἄρα . συκοφάντρια : Ἤγουν
. Τί δ ' ἐστίν ; ἦ που καὶ σὺ συκοφάντρια ἐν ταῖς γυναιξὶν ἦσθα ; Μὰ Δί ' ἐγὼ
7549580 ληγατον
οὐ γίνῃ δεκάπρωτος α ἀπαρτίζεις ὃ ἐπιβάλλῃ β οὐ λαμβάνεις ληγᾶτον γ οὐ πεφαρμάκευσαι δ οὐ καταλλάσσῃ τῇ γυναικί ε
τὸ προκείμενον ι εὐτυχήσεις ἐπὶ τὰ ἔσχατα α οὐ λαμβάνεις ληγᾶτον β πεφαρμάκευσαι . ἑαυτῷ βοήθει γ οὐ καταλλάσσῃ τῇ
7546535 πιθοιο
θεῶν ἀνώμοτος φίλος γένοι ' ἂν κἀπικηρυκεύμασιν τάχ ' ἂν πίθοιο : τἀμὰ μὲν γὰρ ἀσθενῆ , τοῖς δ '
θεῶν πρὸς μῦθον ἔειπε : ἦ ῥά νύ μοί τι πίθοιο φίλον τέκος ὅττί κεν εἴπω , ἦέ κεν ἀρνήσαιο
7524995 ερο
! ! ! ! ] [ ] αγο [ ] ερο [ ] σκα [ ] ικ [ ] ν
. [ ] ! ! ονεκ [ [ ] ! ερο ! [ [ ] νιναι ? ! [ [
7515433 Θεαριωνος
Τῶν δὲ γηθύων ῥίζας , ἐχούσας σκοροδομίμητον φύσιν . Ἥκω Θεαρίωνος ἀρτοπώλιον λιπών , ἵν ' ἐστὶ κριβάνων ἑδώλια .
συνδείπνοις ἐπαινῶν Αἰσχύλον θεράπευε καὶ χόρταζε τῶν μονῳδιῶν . ἥκω Θεαρίωνος ἀρτοπώλιον λιπών , ἵν ' ἐστὶ κριβάνων ἑδώλια .
7487002 συκοφαντουμενος
ταῖς ἀβουλήτοις συντυχίαις , ἐπιβουλευόμενος , πιπρασκόμενος , δουλεύων , συκοφαντούμενος , ἐν δεσμωτηρίῳ καταδούμενος , τοὺς δ ' ἄλλους
οὐ ξένος , ἀλλ ' ὁ μὲν οὐδὲν ἀδικῶν καὶ συκοφαντούμενος ἀπώλλυτο μὴ διδούς , ὁ δὲ καὶ σφόδρα πονηρευόμενος
7452850 προειπῃς
ποιεῖ τὸν λόγον καὶ ἐνδιάθετον : ἀλλ ' ἐὰν μὲν προείπῃς , ὅτι θαυμάζεις , οὐκέθ ' ὁμοίως τὸ ἐνδιάθετον
τῶν χρωμάτων τῶν οὔρων : εἰδείης δ ' ἂν καὶ προείπῃς μαθὼν τὰ συμπτώματα . Παρακοπαὶ μὲν γὰρ συνεχεῖς καὶ
7434091 Μἀλλα
Ζεῦ : καὶ παρακούων δεσποτῶν ἅττ ' ἂν λαλῶσι ; Μἀλλὰ πλεῖν ἢ μαίνομαι . Τί δὲ τοῖς θύραζε ταῦτα
; Αὖθις εἰς τὸ πρόσθεν οἴχεται . Οὐκ ἐγγεταυθί . Μἀλλὰ δεῦρ ' ἥκει πάλιν . Ἰσθμόν τιν ' ἔχεις
7417897 δεχοιο
λανθάνῃ , ἦ τ ' ἄν μιν τρίτατον μετὰ μῆνα δέχοιο . εἰ δέ γε Καρκίνον οἶκον ἑὸν βασίλεια Σελήνη
σὺ , ὦ βασιλεῦ , ἡμέρως καὶ προσηνῶς τὸν λόγον δέχοιο , δεξιὰν προτείνων πλουτοποιὸν καὶ ταῖς ὑπὸ τὴν σὴν
7416624 λοιδορῃ
, ἔφη ὁ Διονυσόδωρος , λοιδορῇ , ὦ Κτήσιππε , λοιδορῇ . Μὰ Δί ' οὐκ ἔγωγε , ἦ δ
ὅτι τῇ τε βουλῇ καὶ τῇ σεαυτοῦ ἀρχῇ ταῦτα λέγων λοιδορῇ ; καὶ γὰρ ἡ βουλὴ διαναστᾶσα πρὸς τοὺς βασιλεῖς
7416339 Στυπτηριας
Μυελῷ βοείῳ ὀλίγον πηγάνου μίξας χρῶ . Πρὸς ἡλκωμένας . Στυπτηρίας σχιστῆς ⋖ ι , λιθαργύρου ⋖ δ , σμύρνης
δὲ καὶ τοῦτο ᾧ ἐχρήσατο Ἀρχιγένης πρὸς τοὺς αἱμοῤῥαγοῦντας . Στυπτηρίας σχιστῆς ⋖ αʹ , κόμμεως ὀβολὸν αʹ , τραγακάνθης
7415641 ἀνασταντος
κάθηται καὶ ἄλλη πάλιν προχειρίζεται ἡ λέγουσα ὅτι Σωκράτης , ἀναστάντος αὐτοῦ , οὐ κάθηται . εἰ δὲ καὶ δῶμεν
ἵνα προθείη τὴν δοκιμασίαν τῶν νόμων . θορύβου δ ' ἀναστάντος οἱ παρεσκευασμένοι τὰ ξιφίδια ἐπεσπάσαντο καὶ τοὺς ὑπάτους ἀντιλέγοντας
7413935 Πατανιων
. . . πλείους Στρατονίκου τοὺς μαθητάς μοι δοκεῖ ἕξειν Πατανίων . πεπωκέναι δοκεῖ τὸν κατὰ δύο καὶ τρεῖς ἀκράτου
Πατανίων προσελθέτω . Πλείους Στρατονίκου τοὺς μαθητάς μοι δοκεῖ ἕξειν Πατανίων . Πεπωκέναι δοκεῖ τὸν κατὰ δύο καὶ τρεῖς ἀκράτου
7411752 μυσαρα
καὶ Ζεῦ πανδερκέτα βροτῶν , ἴδετε τάδ ' ἔργα φόνια μυσαρά , δίγονα σώματ ' ἐν † χθονὶ κείμενα πλαγᾶι
σκῦλα μὲν βροτοφθόρα χαίρεις ὁρῶσα καὶ νεκρῶν ἐρείπια , κοὐ μυσαρά σοι ταῦτ ' ἐστίν : εἰ δ ' ἐγὼ
7400542 φυτευσεως
περὶ μυρσίνης . [ ηʹ . ] ζʹ . περὶ φυτεύσεως μυρσίνης . [ θʹ . ] ηʹ . περὶ
περὶ πίτυος . [ ιβʹ . ] ιαʹ . περὶ φυτεύσεως πίτυος . [ ιγʹ . ] ιβʹ . περὶ
7383176 Λεγεις
ἡμῖν παρέσονται ἱππεῖς μὲν τετρακισχίλιοι , πεζοὶ δὲ δισμύριοι . Λέγεις σύ , ἔφη ὁ Κῦρος , ἱππέας μὲν ἡμῖν
προγεγονότες ἡμῖν ἔμπροσθεν λόγοι τρόπον τινὰ καλῶς εἰσιν εἰρημένοι . Λέγεις εὖ : πειρῶ δ ' ἔτι σαφέστερον ἡμῖν σημῆναι
7369133 πριωμαι
τῷδε ; ὥστε ματαία ἡ παρατήρησις τῷ Συμμάχῳ . ἐγὼ πρίωμαι τῷδε : ἴσον τῷ ὠνήσωμαι . θοαῖσιν ἵπποις :
βάκχαριν . ὦ λακκόπρωκτε , βάκχαριν τοῖς σοῖς ποσὶν ἐγὼ πρίωμαι ; λαικάσομἄρα βάκχαριν ; Ἀναξανδρίδης Πρωτεσιλάῳ : μύρον τε
7358269 πενθηρης
ὑπηκόων παραλίων . μελαγχίτων ] ἡ συνετή . μελαγχίτων : πενθήρης , ἢ ἀμφιμέλαινα . ἔστι δὲ παρὰ τὸ ”
εἰς ἐμὴν χάριν . ὁ θρῆνος . ἐπεκτεταμένως θρήνει . πενθήρης . οἱ γὰρ Μυσοὶ καὶ οἱ Φρύγες εἰσὶ μάλιστα
7356236 φθανῃ
Οὕτω δὴ καὶ ἐν τῷ παντί , εἰς ὃ ἂν φθάνῃ , ἐν ἄλλῳ καὶ ἄλλῳ μέρει φυτοῦ καὶ ἀποτετμημένου
ὡς ζυγὰ ἐξ ἴσης ἀφιέμενα , ἵνα πάντως ἐπιτύχῃ καὶ φθάνῃ τὴν ἐπὶ τὸ τεῖχος φορὰν αὐτοῦ περισπῶντα : καὶ
7356114 στελλου
κέαρ . ἡ σή , Προμηθεῦ , συμφορὰ διδάσκαλος . στέλλου , κομίζου , σῷζε τὸν παρόντα νοῦν . ὁρμωμένῳ
λιπάνθη ἱδρῶτι , βλεφάρων δὲ γόος πέσεν οὐκ ἀθελήτῳ . στέλλου πλησάμενος θυμὸν Μούσης κατόχοιο , ᾗ τόνδ ' αἱρήσεις
7350666 πυργηρουμενοις
τύχης ἔχει τὰ πράγματα . . χρόνον ] κατά . πυργηρουμένοις ] πολιορκουμένοις . . περικυκλουμένοις καὶ φυλασσομένοις . .
περικυκλουμένοις . πυργηρουμένοις ] ἡμῖν . πυργηρουμένοις ] φυλασσομένοις . πυργηρουμένοις ] κυκλουμένοις . πυργηρουμένοις ] ὑπὸ ταύτης , ἢ
7350472 τοὐξημβλωμενον
οἰκῶν τῶν ἀγρῶν . ἀλλ ' εἰπέ μοι τὸ πρᾶγμα τοὐξημβλωμένον . ἀλλ ' οὐ θέμις πλὴν τοῖς μαθηταῖσιν λέγειν
, ὅπερ οὕτως ἔχει τηλοῦ γὰρ οἰκῶν βίοτον ἐξιδρυσάμην . τοὐξημβλωμένον ] τὸ ἀπολωλὸς καὶ διεφθαρμένον . ἀλλ ' οὐ
7350053 τυφογερων
τῶν λόγων ταραχθεὶς ἀηδίᾳ . ἐμέσω ] ἰδιωτικῶς ξεράσω . τυφογέρων ] ματαιογέρων , ἀλαζὼν γέρων : ἢ κατάξηρος ,
[ ἵνα ] ἐμέσω ⌈ δηλονότι : βλασφημεῖ γάρ . τυφογέρων ] μάταιος ⌈ γέρων / . κἀνάρμοστος ] ἀηδής
7341130 λεξεται
ὅδ ' ἡμῖν ποῦ τετάξεται πόνου ; ταὐτὸν χεροῖν σοὶ λέξεται μίασμ ' ἔχων . λάθραι δ ' ἄνακτος ἢ
ἐν μέσσῃσι . * ) [ ἡ διπλῆ ὅτι τὸ λέξεται ] ἀντὶ τοῦ κοιμηθήσεται , ἀπὸ τοῦ λέχους .
7339030 Οὐηρου
ἡμέρας ιʹ . γίνεται οὖν ὁ χρόνος τῶν Καισάρων μέχρι Οὐήρου αὐτοκράτορος τελευτῆς ἔτη σκεʹ . ἀπὸ οὖν τῆς Κύρου
ιʹ . ἀπὸ δὲ τῆς Κύρου ἀρχῆς μέχρι αὐτοκράτορος Αὐρηλίου Οὐήρου τελευτῆς ἔτη ψμαʹ . Ὁμοῦ ἀπὸ κτίσεως κόσμου συνάγονται
7338330 δραπετα
γυνὴ τοῦ Ξάνθου εἶπεν “ καὶ τίς αὐτῷ εὐνοεῖ , δραπέτα ; ” Αἴσωπος εἶπεν “ ἔκδεξαί με ὀλίγον καὶ
καταπλήξει ἐπράυνα . “ ὁ Ξάνθος εἶπεν ” οὐᾶ , δραπέτα . “ Ἡ γυνὴ τοῦ Ξάνθου εἶπεν ” Αἴσωπε
7333709 κοινολεκτρον
] ἤγουν προιξίν . ἐν ἄγαγες ] ἤγουν ἠγάγου δάμαρτα κοινόλεκτρον Ἡσιόναν ] τὴν πιθὼν ] καταπείσας δάμαρτα ] γυναῖκα
κοινόλεκτρον Ἡσιόναν ] τὴν πιθὼν ] καταπείσας δάμαρτα ] γυναῖκα κοινόλεκτρον ] ποταπήν ; ὁμόκοιτον . στροφὴ κώλων λβʹ ἡμέτερον
7332784 φοινικια
. καὶ τραγημάτων τὰ πολλὰ φευγέτωσαν , οἷον κάρυα , φοινίκια . τῶν δὲ πιστακίων λαμβανέτωσαν καὶ σταφίδας ἐπάνω τῆς
πιεῖν : ἢ ἡδυόσμου κλῶνας γʹ . καὶ ῥοΐδιον καὶ φοινίκια πότισον . [ Πρὸς ἀδυναμίαν γονάτων . ] Φέρε
7332261 προσελθ
ἔστι δὲ Ἀττικόν . λείπει οὖν ἡ σὺν πρόθεσις . πρόσελθ ' : πλησίασον , ἐγγὺς ἐλθέ . Γ ξυναυλίαν
, πῶς ἔχεις ; Κακῶς καθάπερ σύ . Δεῦρο δὴ πρόσελθ ' , ἵνα ξυναυλίαν κλαύσωμεν Οὐλύμπου νόμον . Μυμῦ
7319154 καταβαινοντα
ἀτρεκέως καταλέξω . Ἐπείτε γὰρ τάχιστά σε ἐπυθόμην ἐπὶ θάλασσαν καταβαίνοντα τὴν Ἑλληνίδα , βουλόμενός τοι δοῦναι ἐς τὸν πόλεμον
συμβέβηκεν ἅπαντας ἐκ λεπτῶν νημάτων . ὁρᾷς καθάπερ ἀράχνιά τινα καταβαίνοντα ἐφ ' ἕκαστον ἀπὸ τῶν ἀτράκτων ; Ὁρῶ πάνυ
7318334 δευσον
. ἀστεῖον ὁ σιλουρισμός . ἂν Βυζαντίους , ἀψινθίῳ σφιν δεῦσον ὅσα γ ' ἂν παρατιθῇς , κάθαλα ποιήσας πάντα
θερμίνου ἀλεύρου ἀρτεμισίας ἀβροτόνου πηγάνου ἡδυόσμου καὶ ἀψινθίας τοὺς ζωμοὺς δεῦσον μετὰ τῶν ξηρῶν καὶ ἐπίδευσον . Ἄλλο . χολῇ
7318179 ἐπουρισας
οἴκους λαβεῖν . ἀλλ ' οὔτι ταύτηι σὸν φρόνημ ' ἐπούρισας , ψυχὰς δὲ πολλὰς κἀγαθὰς ἀπώλεσας παίδων τ '
μετετράπη : ἐκφαυλίσαντα : πόλεμον : λείπει τὸ ὥστε : ἐπούρισας : ἔστησας ἐφώρμισας . ἢ ἐστήριξας , ἀπὸ τῶν
7310827 ῥυπαρως
ἕνεκα , ὅταν τῶν αἰδοίων , ὅταν εἰκῇ , ὅταν ῥυπαρῶς , ὅταν ἀνεπιστρέπτως , ποῦ ἀπεκλίναμεν ; ἐπὶ τὰ
. . . καὶ θεραπαινὶς ἦν μία : αὕτη συνύφαινεν ῥυπαρῶς διακειμένη . ἀνδρὸς χαρακτὴρ ἐκ λόγου γνωρίζεται . πᾶς
7310063 περιμαδαρα
, ἄλλως τε καὶ ἢν ἐπιπυρετήνωσιν . κγʹ . Τὰ περιμάδαρα ἕλκεα κακοήθεα . κδʹ . Ὀσφῦν ἀλγέοντι ἀναδρομὴ ἐς
οἱ δὲ τὸν φόβον . πόνοι : αἱ ἐνέργειαι . περιμάδαρα ἕλκεα : ἄτροφα καὶ ἀνώμαλα . προσάρματα : τροφαί
7303461 Ἀνισου
ἀναλαβών , χρῶ μετὰ τὴν ἔμμηνον κάθαρσιν . Ἄλλος . Ἀνίσου , καρδαμώμου , νίτρου , ἀριστολοχίας , γλήχωνος ,
⋖ τὸ ςʹʹ ὁμοίως . Ἄλλη ἀντίδοτος ποδαγρικὴ πεπειραμένη . Ἀνίσου , κυμίνου αἰθιοπικοῦ , πεπέρεως κοινοῦ , πεπέρεως μακροῦ
7298450 μετελευσομαι
τοῦ εἰς . . . πορεύσομαι , μεταχειρίζομαι . , μετελεύσομαι ἐν μεταχειρίσει , ἀποπορεύσομαι , εἶμι δὲ πρὸς αὐτὸν
ὑπόκειται συνέταξα τὸ βιβλίον μηδενὸς καταφρονήσας λόγου . νῦν δὲ μετελεύσομαι ἐπὶ τὰς τοῦ Κυρανοῦ ἑτέρας βίβλους , ὅπως καὶ
7297753 ἐκπεσῃς
μῆλον Ἀφροδίτης ἐστὶν ἱερόν . ἀποθραυσθῇς : ἀντὶ τοῦ ” ἐκπέσῃς “ . μηδ ' Ἰαπετὸν καλέσαντα : λῆρον ,
] τὸ πλῆθος . κῦμα ] ταραχή . τουτέστι μὴ ἐκπέσῃς τοῦ δέοντος καιροῦ . καὶ τόνδε καιρὸν λαβέ :
7296154 ψηφιεισθε
συγγενείας ἐστίν . Ἵνα δ ' ἀκριβῶς μάθητε περὶ ὧν ψηφιεῖσθε , τοὺς πολλοὺς λόγους ἐάσας οὗτος εἰπάτω ὅ τι
τὴν τοιαύτην καὶ περιφανῶς ἐγνωσμένην ὑπὸ πάντων γῆς περίοδον εἰργασμένην ψηφιεῖσθε ἀστὴν εἶναι ; καὶ τί καλὸν φήσετε πρὸς τοὺς
7296045 Λαχηϲ
τ [ ὦ πραγμ [ τοϲοῦτο [ ἔαϲον . [ Λάχηϲ δ [ ϲχολὴν κ ? [ νῦν ἥδιον [
Ϲώϲτρατοϲ Ϲιμίκη Ϲμικρίνηϲ Ϲαμία Χαιρέαϲ Χαιρήμων Φανοϲτράτη Χαρίϲιοϲ ] Χαιρέϲτρατοϲ Λάχηϲ Ϲίκων Γοργίαϲ Δημέαϲ ] Δάρδανοϲ ] ? Κλεινίαϲ Ναύκληροϲ
7286866 Ναχωρ
Φογώρ Ϙ = ιγ ἐρώτησον Ναασσών Ϙα = πα ἐρώτησον Ναχώρ Ϙβ = ιβ ἐρώτησον Ἐσρώμ Ϙγ = νζ ἐρώτησον
ἦν ἀληθές ] , ὑπὸ τῶν γονέων ἐνταῦθα πεμφθῆναι . Ναχώρ : ἀνάπαυσιν φωτός : Βαθουήλ : [ ἔνοικον θεοῦ
7286319 ΙΔΩΝ
, ὀβελίζει τοὺς ἑπτὰ τούτους στίχους : ἀπὸ τοῦ ΠΑΝΤΑ ΙΔΩΝ , μέχρι τοῦ , ΑΛΛΑ ΤΑΓ ' ΟΥΠΩ ΕΟΛΠΑ
ὑψηλότατα οἰκήματα οἰκεῖ : τουτέστι τὸν οὐρανόν . . ΚΛΥΘΙ ΙΔΩΝ . Ὡς πάντα ἐφορῶν καὶ ἀκούων τῶν γινομένων ,
7283406 βεβαμμενα
τὰ μὲν κατώτερα λῖτα εἶναι φάσκει ἤτοι λευκὰ καὶ μὴ βεβαμμένα ἢ πεποικιλμένα , τὰ δὲ περιστρώματα ῥήγεα καλά ,
εἰ δὲ μὴ ἔχεις ὑέλινα σκεύη , εἰς καινὰ κεράμια βεβαμμένα ἔνδοθεν γύψῳ ἢ ἀμόργῃ ἔμβαλε . Ἀποτίθεσο δὲ αὐτὰ
7278963 ἐλλιπους
ἀναπληρώσεις φύσεως , ἤτοι λίαν [ καὶ ] ἐνδεοῦς ἤτοι ἐλλιποῦς , οἷον ἰατρεῖαι , ἤτοι αἱ ἀναπληρώσεις τῆς γαστρὸς
αἴτιον , καὶ τούτῳ ἐνίστασθαι . ἐὰν μὲν οὖν , ἐλλιποῦς τῆς ἐκκοπῆς γεγενημένης , ὀξεῖα προὔχουσα καὶ νύσσουσα τὴν
7277837 ἀποσοβησον
ἀληθῶς . θ ἄρηξον ] βοήθησον ἡμῖν . ἄρηξον ] ἀποσόβησον . ἄρηξον ] βοήθησον ἡμῖν εἰς τὸ μὴ ἁλωθῆναι
καὶ Ἀφροδίτης Ἁρμονία ἡ Κάδμου γυνή . . ἄλευσον ] ἀποσόβησον τὰ παρόντα . σέθεν ] σοῦ . ἐξ αἵματος
7274885 δυσφορεις
βούλομαι τί τὸ πρᾶγμα τουτί . Τί στένεις ; Τί δυσφορεῖς ; Οὐ χρῆν σε κρύπτειν ὄντα κηδεστὴν ἐμόν .
στενάζεις : Ἤτοι πρὶν ἢ μάθῃς καὶ τὰ λοιπά , δυσφορεῖς καὶ θαυμάζεις ταῦτα , καὶ περίφοβος εἶ . καρτέρησον
7274440 Ἀτταται
, μᾶλλον ἐπικρούεις σύ γε . Ἔτι μᾶλλο βοῦλις ; Ἀτταταῖ ἰατταταῖ : κακῶς ἀπόλοιο . Σῖγα , κακόδαιμον γέρον
κέκραγας ; Ἐμβαλῶ σοι πάτταλον , ἢν μὴ σιωπᾷς . Ἀτταταῖ ἰατταταῖ . Οὗτος σύ , ποῖ θεῖς ; Εἰς
7269879 ἐκδεχου
ἐστίν . οὔ : ἀλλ ' ἐν βοὸς κοιλίᾳ καθήμενος ἐκδέχου σου τὴν μάμμην , μέχρις σε χορτάσῃ . ὁ
τὸ ἀργύριον κατὰ μέρος Ϛ οὐ λήψῃ ἄρτι κομητάτον , ἐκδέχου δέ ζ ἀποκατασταθήσῃ εἰς τὸν τόπον σου μετὰ χαρᾶς
7267417 μυξινοι
οἳ δὲ κεστρεῖς , ἄλλοι δὲ χελλῶνες , οἳ δὲ μυξῖνοι . ἄριστοι δ ' εἰσὶν οἱ κέφαλοι καὶ πρὸς
, οἳ δὲ κεστρεῖς , ἄλλοι χελλῶνες , οἳ δὲ μυξῖνοι . ἄριστοι δ ' εἰσὶν οἱ κέφαλοι καὶ πρὸς
7266486 δῃ
σαρκῶν , διειργομένων συνελθεῖν τῶν ὀστράκων αὖθις . ἴδιον μὲν δῂ καὶ ἀστέρων θαλαττίων εἰρήσθω ἡμῖν τοῦτο . Τὴν μὲν
, λόγον ἔχῃ πρὸς τὸν ὑπολειφθέντα τὸν ἐπιταχθέντα . Ἐπιτετάχθω δῂ τὸν μὲν αον παρὰ τοῦ βου λαβόντα Μο λ
7266282 κατοκνει
αὐτὸς συνδραμὼν τῷ ' μῷ σκοπῷ [ καὶ ] μὴ κατόκνει συγκροτεῖν ξένους [ ] ποτέ . [ ἁγίως ]
δοῦναι Τεύκρῳ προστέταχα . κἂν ἄλλου του δέῃ , μὴ κατόκνει γράφειν : οὐδὲν γὰρ οὕτως ἔσται μέγα τῶν αἰτημάτων
7258809 Ἐπεμψα
τὸ τῆς χρήσεως τάχος ὑπὸ τῶν προγεγενημένων ὠφεληθῆναι δυνηθείς . Ἔπεμψα δὲ καὶ τέκτονας ἐγχωρίους καὶ τοὺς ἄλλως ἐργάσασθαι καὶ
γράμμασιν ὁμολόγει , καὶ πίστις τοῦ μέλλοντος ἐπιστολὴ γενέσθω . Ἔπεμψα τὸν ἀδελφὸν ἱκετεύσοντα τὸν παρ ' ὑμῖν ὑπὲρ ἐμοῦ
7258613 Κλωθοι
, ἐμβῆναι δέον . Ἕν με πνίγει μάλιστα , ὦ Κλωθοῖ , δι ' ὅπερ ἐπόθουν κἂν πρὸς ὀλίγον ἐς
, τύραννος . Ἐπίβαινε σύ . Μηδαμῶς , ὦ δέσποινα Κλωθοῖ , ἀλλά με πρὸς ὀλίγον ἔασον ἀνελθεῖν . εἶτά
7255807 ΑΛΛΑ
καὶ κλέψας κατήγαγε τοῖς ἀνθρώποις ἐν κοίλῳ νάρθηκι . . ΑΛΛΑ ΖΕΥΣ ΕΚΡΥΨΕ . Ἀλλὰ ὁ Ζεὺς ἔκρυψε τὸν τῶν
Ἀρχιέπην , ἕτεροι δὲ Στησίχορον τὸν μελῳδὸν ἐξεδέξαντο . . ΑΛΛΑ ΤΑΓ ' ΟΥΠΩ ΕΟΛΠΑ . Ἀλλὰ ταῦτα , ἤγουν
7254381 ἀειλα
, καὶ ἀείζωον ἕλκος . , . . , . ἄειλα : τὰ πολύσκια χωρία κατὰ στέρησιν τῆς ἕλης .
ἥλιον θάλποντα κἀκχέοντα ? ? ? [ ] βλαστημὸν θέρος ἄειλα ἄνω ποταμῶν ἄχνη . . καπνός ἀπτῆνα , τυτθόν
7250106 καταβαλῃς
οὐδενός . θάρρει οὖν , ὦ Ξανθίππη , καὶ μηδὲν καταβάλῃς τῶν Σωκράτους καλῶν , εἰδυῖα ὡς μέγα τι ἡμῖν
οὐκ ἀποπίπτουσιν , εἰ περὶ τὴν ῥίζαν κόψας ἁλὸς χοίνικα καταβάλῃς , καὶ τῇ γῇ καταχώσῃς . Τὰ σῦκα οὐ
7248675 προσμεινον
καρτέρησον , ἀνάμεινον , κράτησον . τὸν σὸν λόγον , πρόσμεινον . σχέω , σχῶ καὶ ῥῆμα εἰς μι σχῆμι
χάλα καὶ δεῖξον : ἐν ταύτηι περιφέρεις γάρ . βραχὺ πρόσμεινον , ἱκετεύω ς ' , ἵν ' ἀποδῶι .
7247506 προσαπτομενα
δοκοῦσι δὲ πάντες εἶναι φυλακτήρια περίαπτα καὶ ὠκυτόκια , μηρῷ προσαπτόμενα . Λίθος ὀφίτης ὁ μέν τίς ἐστι στιβαρός ,
ταύτην ἀπὸ μὲν τῆς δύσεως ὁρίζει τὰ Πυρηναῖα ὄρη , προσαπτόμενα τῆς ἑκατέρωθεν θαλάττης τῆς τε ἐντὸς καὶ τῆς ἐκτός
7246595 μετακτεον
εἰ δὲ ἐπὶ πόδας ἐνεχθὲν παρεγκέκλικεν εἴς τι μέρος , μετακτέον αὐτὸ καὶ ἀπευθυντέον τῷ ἐπὶ κεφαλὴν παραπλησίως . εἰ
ἐμπιεζεῖται νυγματώδεις πόνους ἀποτελοῦντα καὶ τοῦ παρακειμένου σκέλους νάρκαν . μετακτέον οὖν τὴν ἐπὶ τῆς ὠμοπλάτης σημείωσιν , ὡσαύτως δὲ
7244577 Λια
Ἔκλαιε δὲ Ῥουβήμ , καὶ ἐπὶ τῇ φωνῇ αὐτοῦ ἐξῆλθε Λία ἡ μήτηρ μου . Ταῦτα δὲ ἦσαν μῆλα εὐώδημα
ἀντὶ τέκνων . Ἦσαν δὲ μῆλα δύο . Καὶ εἶπε Λία : Ἱκανούσθω σοι , ὅτι ἔλαβες τὸν ἄνδρα παρθενίας
7235453 ἀποτυγχανω
. Μεθόδιος , . , . . Ἁμαρτῶ : τὸ ἀποτυγχάνω : ἀπὸ τοῦ μάρπτω , τὸ καταλαμβάνω , ὅθεν
, , . . α . . Ἁμαρτάνω : τὸ ἀποτυγχάνω : ἀπὸ τοῦ ἁμάρτω ἁμαρτάνω , ὡς ἥδω ἁνδάνω
7235299 οἰχησει
ἀπαλλαγῶμεν ἀνδρὸς ἁρπαγιστάτου . ἀλλ ' αὐτὸς ἀπαρτὶ τἀλλότρι ' οἰχήσει φέρων . ἐψάθαλλε λεῖος ὤν ἀργύρια μάραγναν οὐχ ὁρᾷς
ὡς ἐγᾦμαι , σαυτόν . ἀλλὰ καθελκύσας τὰς ναῦς ἀποπλέων οἰχήσει ; εἶτ ' οὐκ αἰσχύνει τὰς Νηρηίδας τὰς πρὸς
7233407 περιπτυξαι
ἀλλὰ καὶ ἔμπης ὑψοῦ σμερδαλέην κεφαλὴν μενέαινεν ἀείρας ἀμφοτέρους ὀλοῇσι περιπτύξαι γενύεσσιν . ἡ δέ μιν ἀρκεύθοιο νέον τετμηότι θαλλῷ
πλησιάζων . ἱμείρομαι : ἐπιθυμῶ . Κύσσαι : φιλῆσαι . περιπτύξαι : περιπλακῆναι , περιλαβεῖν . Ὀπάονι : ἐρωτικῇ ,
7233407 γλυκυτατ
χοῦς κεκραμένου οἴνου : λαβὼν ἔκπιθι τοῦτον . ἐπεφαρμάκευσο , γλυκύτατ ' , ἀναλυθεὶς μόλις . εὖ ἴσθι , κἀγὼ
οἷ ' αὐτὸς ἐργάζει κακά . Ἀλλ ' , ὦ γλυκύτατ ' Εὐριπίδη , τουτὶ μόνον , δός μοι χυτρίδιον
7232929 εὐφιληταν
εὐφιλήταν ] εὖ φιλουμένην . εὐφιλήταν ] ἀγαπητήν . θ εὐφιλήταν ] καλῶς φιλουμένην , ἀγαπητήν . εὐφιλήταν ] φίλην
ἥν ποτε ἔθου εὖ πεφιλημένην . εὐφιλήταν ] πεφιλημένην . εὐφιλήταν ] προσφιλῆ . εὐφιλήταν ] εὖ φιλουμένην . εὐφιλήταν
7230652 Κυμινου
ἀρκοῦν . ἐγὼ καὶ θύμου κορύμβων # α ἔμιξα . Κυμίνου ἀποβραχέντοϲ ὄξει καὶ πεφρυγμένου # β , πεπέρεωϲ ,
οἴνου ξστ . ε . μέλιτος ξστ . α . Κυμίνου γράμματα ιβ . οἴνου ξέστ . ε . μέλιτος
7225540 θρηνητικα
ἐλίνυον : ἀντὶ τοῦ ἤργουν . παρὰ τὰ αἴλινα τὰ θρηνητικὰ [ ἐντεῦθεν ] γεγένηται διὰ τὸ ἀνήνυτά τινα εἶναι
ἄιδει . ἀείδειν ] ἤγουν χαρμόσυνα μέλπει . μινύρεσθαι ] θρηνητικὰ ἄιδειν . ἀντίμολπον ] ἐναντίον πρὸς τὸν ὕπνον .
7222652 Ὁμολογω
ἐξουσία ᾖ πάντα ταῦτα ποιεῖν ἃ νυνδὴ ἐγὼ ἔλεγον ; Ὁμολογῶ . Καὶ ὅς , εἰρωνικῶς πάνυ ἐπισχὼν ὥς τι
οὓς σὺ πέπεικας σοὶ πείθεσθαι μᾶλλον ἢ τοῖς γειναμένοις . Ὁμολογῶ , φάναι τὸν Σωκράτην , περί γε παιδείας :
7222314 ἐφθασας
γὰρ ὁ γύψ . βέλτιον δὲ τὸ πρῶτον . τόσον ἔφθασας : τοσοῦτον προέφθασας , φησί , μεταπεμψαμένη με πρινὴ
: οὐ γὰρ δὴ φρονιμώτερος γέγονας οὐδὲ μικρὸν , ὅτι ἔφθασας τοὺς συντρέχοντας , οὐδὲ σωφρονέστερος νῦν ἢ πρότερον οὐδὲ
7220563 πεφαρμακευσαι
τὸ κρεῖττον α οὐ λήψῃ λεγάτον . μὴ προσδόκα β πεφαρμάκευσαι . σεαυτῷ βοήθει γ ἀπαλλαγήσῃ τῆς γυναικὸς καὶ μεταμεληθήσῃ
δοξασθήσῃ ε οὐ λήψῃ λεγάτον . μὴ ἔλπιζε Ϛ οὐ πεφαρμάκευσαι . μὴ φοβοῦ ζ ἀπαλλαγήσῃ τῆς γυναικὸς ἐπ '
7217951 δυστυχεστατε
, οὐ περισσοτέραν . δίκαιον ] εὔλογον . κακόδαιμον ] δυστυχέστατε , κακότυχε . , ἄθλιε . τὸ ” οὐδὲν
οὐ κέκλοφα . οὐκ : Ὄψει ἐμὲ οὕτως ἔχοντα , δυστυχέστατε . Θ . . . χρηστοὺς : Ἀγαθούς .
7217513 ἐλπιζε
α οὐκ ἀγορανομήσεις β οὐ κληρονομήσεις τὸν φίλον . μὴ ἔλπιζε γ ἕξεις ἐσχάτην καλήν , ὀλίγην δέ δ οὐχ
, ἄρτι δὲ οὔ ε οὐ πρεσβεύσεις μόνος . μὴ ἔλπιζε Ϛ οὐ φυγαδευθήσῃ . μὴ φοβοῦ ζ οὐ γενήσῃ
7216620 ξενοϲ
οὐκ [ ἐγὼ ξυνέδηϲά ϲ ' , ἀλλ ' ὁ ξένοϲ ὁ τὸν κυκεῶ πιών [ . δίκαια [ ]
] ? ! ? ? ' ωϲ ? ? ὁ ξένοϲ ! ! [ ! ! [ ] ! !
7214484 βληχω
γλαχώ : ἡ γληχώ , τῆς γληχῶ . Ἀττικοὶ δὲ βληχώ φασιν . Γ γλαχώ ] βληχώ φασιν Ἀττικοί .
αἰδοῖον αἰνιττομένη . Ἀττικοὶ δὲ διὰ τοῦ β λέγουσι τὴν βληχώ . χαΐα : Ἀντὶ τοῦ ἀγαθὴ μὲν , Κορινθία
7212327 παραμυθουμαι
ἐγὼ δ ' ] λείπει οὐκ ἔχω . σαίνομαι ] παραμυθοῦμαι . εἶχε φωνὴν ] ὁ πλόκαμος δηλονότι . δίφροντις
χρήσωνται , ἀλλ ' ὅπως ὑμεῖς θαυμάζοιτε . Ταῦτα ὑμᾶς παραμυθοῦμαι εἰδὼς τὸν βίον ἑκάτερον , καὶ ἄξιον ἑορτάζειν ἐνθυμουμένους
7212201 λειανας
, καρδαμώμου ⋖ δ , πεπέρεως κόκκοι κ . πάντα λειάνας σὺν ὕδατι ἢ χυλῷ εὐζώμου πλάσσε τροχίσκους καὶ δίδου
λειώσας , εὖ μάλα σμῆχε . ἢ δασύποδος κεφαλὴν κεκαυμένην λειάνας χρῶ . ἄλλο . ἅλας καὶ μέλι λειάνας μέχρι
7209796 βαλανευσω
: ἐπὶ τῶν τὰ μικρὰ ἐπαιρόντων τῷ λόγῳ . Ἐμαυτῷ βαλανεύσω : ἀντὶ τοῦ , ἐμαυτῷ διακονήσω . Εἰς ἀσθενοῦντας
. Ἀλλ ' εἰ ταῦτα δοκεῖ , κἀγὼ ' μαυτῷ βαλανεύσω . Σπονδὴ σπονδή . Ἔγχει δὴ κἀμοὶ καὶ σπλάγχνων
7209684 Πεισιανακτος
τὸν δὲ Καλλίξενον προσεκαλέσαντο παράνομα φάσκοντες συγγεγραφέναι Εὐρυπτόλεμός τε ὁ Πεισιάνακτος καὶ ἄλλοι τινές . τοῦ δὲ δήμου ἔνιοι ταῦτα
νεκρὰν ἄνθρωπον ζῶσαν , φησὶν ὅτι θυσίαν συνετέλει πρὸς τῷ Πεισιάνακτος ἀγρῷ . συνεκέκληντο δὲ τῶν φίλων τινές , ἐν
7207145 διηγοιμην
' ἤματα ] δέκα ἡμέρας . στιχηγοροίην ] κατὰ τάξιν διηγοίμην . οὐκ ἂν ] ἐκ παραλλήλου τὸ οὐδ '
Πέρσας . ἡμέρας . κατὰ τάξιν λέγοιμι . κατὰ τάξιν διηγοίμην . ἐκπληρώσαιμι . τοσοῦτ ' ἀριθμὸν ] γρʹ τοσουτάριθμον
7205856 ἠλασκω
ὡς ἀλέκτωρ ἠλέκτωρ , ἀπεδανὸς ἠπεδανός . ἐκ δὲ τοῦ ἠλάσκω ἠλασκάζω , ὡς ῥίπτω ῥιπτάζω . . . ,
η ἠλασκάζω . . . . . . ἠλασκάζω καὶ ἠλάσκω : ἠλασκάζω καὶ ἠλάσκω : . . . ἔστιν
7205531 Αἰβοι
σκόπει τὰ πρόσωφ ' , ἵνα γνῷς τὰς τέχνας . Αἰβοῖ τάλας . Ἐκεινονὶ γοῦν τὸν λοφοποιὸν οὐχ ὁρᾷς τίλλονθ
; Σὺ μέντοι νὴ Δί ' . Υἱὸς Λαμάχου . Αἰβοῖ . Ἦ γὰρ ἐγὼ θαύμαζον ἀκούων , εἰ σὺ
7204812 Ψευδης
γυναικὸς οὐδέποτε εἰκὸς γενέσθαι , οὐδὲ γὰρ νῦν οὐδαμοῦ . Ψευδὴς καὶ ὁ περὶ τοῦ Ὀρφέως μῦθος , ὅτι κιθαρίζοντι
εἰ δόξα τῆς ψυχῆς καὶ διάνοια , πῶς ἀναμάρτητος ; Ψευδὴς γὰρ δόξα καὶ πολλὰ κατ ' αὐτὴν πράττεται τῶν
7202654 πολυποδαϲ
κινείτω τὰ ἔμμηνα . ἐϲθιέτω δὲ τευθίδαϲ , ϲηπίαϲ , πολύποδαϲ , καὶ ὅϲα τοῦ αὐτοῦ γένουϲ ἐϲτί : τοῦ
καὶ ξηραινούϲηϲ , ὧν ἡ ὕλη τοιαύτη . Ξηρίον πρὸϲ πολύποδαϲ καὶ ὀζαίναϲ . ϲτυπτηρίαϲ ϲχιϲτῆϲ ϲμύρνηϲ ϲανδαράκηϲ ἀνὰ ⋖
7202163 κρουνεια
, κάδοι , ὁλκεῖα , κρουνεῖ ' . ἔστι γὰρ κρουνεῖα ; ναί . ΚΥΑΘΙΣ , κοτυλῶδες ἀγγεῖον . Σώφρων
, κάδοι , ὁλκεῖα , κρουνεῖ ' . ἔστι γὰρ κρουνεῖα ; ναί . λουτήριἀλλὰ ' τί καθ ' ἕκαστα
7198694 Ποσα
πῶς τε πρὸς αὐτὰ ἐπικοινωνεῖ καὶ κατὰ τίνα συντέλειαν . Πόσα ταῖς τέχναις συμβάλλεται ἀγαθά , ταῖς τε ὅλαις καθολικῶς
, καὶ δὴ ἐπὶ τῶν ἑψομένων ὑδάτων ἔστιν ἰδεῖν . Πόσα γενεσιουργὰ αἴτια τῶν ἱδρώτων ; Τέσσαρα . Ποιητικὸν αἴτιον
7198420 ἠλασκαζω
τὸ δὲ ἀλασκάζω Ἰονικῇ τροπῇ τοῦ α εἰς η , ἠλασκάζω . Ἠμαθόους . Ἀμαθοῦς , ποταμὸς ὁ παραῤῥέων .
ἀΐσσω ἀΐξω αἴγλη μετὰ συναιρέσεως . . . , : ἠλασκάζω : ἀλῶ καὶ τὸ παθητικὸν ἀλῶμαι , ἐξ οὗ
7198266 στατικος
εὔφθαρτον , ἐπιπολαστικὸν κοιλίας , ἄτροφον . ἐρυθρῖνος εὔστομος , στατικὸς κοιλίας , σκληροπαγής , τρόφιμος , ἐντατικὸς πρὸς συνουσίας
δὲ τὸ βαρὺ καὶ τὸ κοῦφον σταθμὸς καὶ στατικὴ καὶ στατικὸς διακρίνει , τί ὂν τό τε βαρὺ καὶ τὸ
7196291 εκα
] [ ] ! μον [ ! ! ! ] εκα ? [ ! ! ] ! ! [ ]
? [ [ ] δει ? [ [ ] ! εκα [ [ ] νω ? ? [ . .
7190432 κοινωνεις
. μὴ ἔλπιζε ε οὐ λαμβάνεις τὴν φερνήν Ϛ οὐ κοινωνεῖς ἄρτι ζ ἀγοράζεις χώραν ? ? ? ? η
, ἄρτι δὲ οὔ ε οὐ προκόπτεις ἄρτι Ϛ οὐ κοινωνεῖς ἄρτι τῷ πράγματι ζ ἐὰν στρατεύσῃ , μετανοήσεις η
7189298 ἐπηρας
, σεμνός τις ἐγένου καὶ τὰς ὀφρῦς ὑπὲρ τοὺς κροτάφους ἐπῆρας . εἶτα σχῆμα ἔχων καὶ βιβλίδιον μετὰ χεῖρας εἰς
κἀξ οἴνου βότρυς , καὶ μυελόν . Εἰκῆ μ ' ἐπῆρας ὄντα τηλικουτονί πολλοῖς ἐμαυτὸν ἐγκυλῖσαι πράγμασιν . ἐγὼ γὰρ
7189050 Κριμισα
συνέδραμεν . : Φιλοκτήτου δ ' ἐστὶ καὶ ἡ παλαιὰ Κρίμισα περὶ τοὺς αὐτοὺς τόπους . Ἀπολλόδωρος δὲ ἐν τοῖς
ἐθνικὸν Κριθώσιος ὡς Περκώσιος . ἔστι καὶ ἄκρα Ἀκαρνανίας . Κρίμισα , πόλις Ἰταλίας πλησίον Κρότωνος καὶ Θουρίου . Λυκόφρων
7183702 ὁμοδουλος
ὁμο σύνθετα . ὁμόσπονδος ὁμόσιτος , ὁμοήθης , ὁμότροπος , ὁμόδουλος , ὁμόνους , ὁμόφωνος , ὁμόγλωττος , ὁμοτράπεζος ,
ἰδίαν βαδίζειν , εἰς οἶκον δὲ ἐφ ' ἕτερον . ὁμόδουλος συνδούλου διαφέρει . ὁμόδουλοι γάρ εἰσιν οἱ μετέχοντες ὁμοίας
7181508 δακνου
ὁ χορὸς , στέναζε καὶ δακνάζου : παραγώγως ἀντὶ τοῦ δάκνου . βαρὺ δ ' ἀμβόασον οὐράνι ' ἄχη ]
Σαλαμῖνος : ἐκαλεῖτο γὰρ οὕτω . . δακνάζου ] ἤτοι δάκνου κατὰ παραγωγήν . . οὐράνια ] μεγάλα , ὑπερβολικά
7180384 πλευριτικη
κρυμὸς αὐτῆς πλευρὰ γυμνάζει χολῆς ; πυνθάνεται γὰρ μή τι πλευριτικὴ γέγονε διὰ τὸ τοὺς πλευριτικοὺς βήσσοντας ὑπόχολον ἀνάγειν .
α ϲ . χρῶ ϲὺν ὑδρομέλιτι κυάθοιϲ γ . Ἀντίδοτοϲ πλευριτικὴ πάνυ καλή . δαφνίδων πηγάνου ἀγρίου ϲπέρματοϲ ἀνὰ ⋖
7180231 ἐκπονησας
' ἄν , ἢ κέρδει ἐπαιρόμενος τὸ εὐπρεπὲς τοῦ λόγου ἐκπονήσας παράγειν πειράσεται . ἡ δὲ πόλις ἐκ τῶν τοιῶνδε
θήραν : ὥστ ' εἰκότως τὴν ἀδελφὴν ἰατρικῆς τέχνης ἀλειπτικὴν ἐκπονήσας , πάντας τοὺς περὶ ἀρετῆς καὶ εὐσεβείας ἀλείψας καὶ
7179156 ἐκτιτρωσκουσα
, ἐὰν χρονία γένηται ἡ νόσος . ἡ δ ' ἐκτιτρώσκουσα γυνὴ τελευτήσει . Σελήνης Σκορπίῳ : ὁ κατακλιθεὶς ἐν
γίνονται , μόνος δὲ ὁ ὕδερος ἐπισφαλής . ἡ δὲ ἐκτιτρώσκουσα γυνὴ ἐν μὲν τῇ αʹ ἡμέρᾳ κινδυνεύσει χαλεπῶς ,
7177158 Βαθουηλ
ὑπομονήν . : Ῥεβέκκα ἑρμηνεύεται ὑπομονὴ [ πολλή ] . Βαθουήλ , [ ἔνοικος θεοῦ ] . ‖ Ἀναιδὲς βλέμμα
: ” ἀναστὰς ἀπόδραθι εἰς τὴν Μεσοποταμίαν εἰς τὸν οἶκον Βαθουήλ , τοῦ πατρὸς τῆς μητρός σου , καὶ λάβε
7175806 τἀξωθεν
βουλευέτω ] φροντιζέτω . τἄξωθεν ] τὰ τῶν πολεμίων . τἄξωθεν ] τὰ πολεμικά . τἄξωθεν ] ἐπερχόμενα . ἔνδον
] τὰ τῶν πολεμίων . τἄξωθεν ] τὰ πολεμικά . τἄξωθεν ] ἐπερχόμενα . ἔνδον ] ἐντὸς σύ , ὦ

Back