| καπνοδόκην . Κράτης δέ φησιν ἀνοπαῖαν τὴν τετρη - μένην κεραμίδα ἐπὶ τῆς ὀροφῆς . ἢ † πάνοπα γράφεται καὶ | ||
| στρατηγὸς ἐν Καύνῳ τῇ νήσῳ λαβὼν αὐτὸν καὶ εἰς μολυβδῆν κεραμίδα ἐμβαλὼν καὶ ἀναγαγὼν εἰς τὸ πέλαγος κατεπόντισε . : |
| ναῦς : τηνικαῦτα δὲ ναῦς Ἀθηναϊκὴ ἔπαισε καὶ ἔτυψε τὸν χαλκήρη στόλον , ἤτοι τὸ ἔμβολον , ἐν νηῒ Περσικῇ | ||
| . ὑπηντίαζε ] συνήντα . ἀκμὴ ] καιρός . . χαλκήρη στόλον ] τὸ ἔμβολον λέγει . στόλος δὲ λέγεται |
| τῶν σωμάτων φυλακὴν πολυχρόνιον . Ὁ δ ' Ἀντίγονος , ἐπανελθόντος τοῦ Δημητρίου καὶ τὰ κατὰ μέρος τῶν πεπραγμένων ἀπαγγείλαντος | ||
| κρίσεως καὶ τῶν ἐγκλημάτων ἀπολυθῆναι . μετὰ δὲ ταῦτα Θησέως ἐπανελθόντος ἐκ Τροιζῆνος εἰς τὰς Ἀθήνας , ἐγκληθεῖσαν ἐπὶ φαρμακείᾳ |
| καλὸν ἐνὶ γναμπτοῖσι μέλεσσι , ξανθὰς δ ' ἐκ κεφαλῆς ὀλέσω τρίχας , ἀμφὶ δὲ λαῖφος ἕσσω , ὅ κε | ||
| ὥσπερ ἀπὸ τοῦ παύσω παυσίκακος , οὕτως καὶ ἀπὸ τοῦ ὀλέσω ὀλεσίοικος . Ξ θεὸν ] τὴν Ἐριννύν . οὐ |
| ἐφρόνει , ἦρι δ ' ἐκ μὲν Ἀλεξανδρείας ἐς Τύρον ὥδευεν , ἐκ δὲ Τύρου διαπλέων ἐπὶ Κύπρου καὶ Ῥόδου | ||
| στρατηγίδα σπεῖραν ἀνδρῶν ἀρίστων τά τε σώματα καὶ τὸν τρόπον ὥδευεν ἐς Ῥώμην ὡς ἐκεῖθεν ἐπὶ τὸ Ἀρίμινον ὁρμήσων . |
| τὸ ἱστίον , μέσουροι λέγονται , οἱ δὲ ἑλκόμενοι εἰς πρώραν καὶ πρύμναν ἐξ ἑκατέρου μέρους τοῦ ἱστοῦ πρότονοι , | ||
| ἀκάτιον , ἤτοι ἀμφοτέρωθεν ὑπὸ ἑνὸς ἐρεττόμενον , ἤτοι μήτε πρώραν μήτε πρύμναν ἔχον ἀνηγμένην , ἀλλὰ στρογγύλον καὶ περιφερὲς |
| . εὑρέθη βοῦς : ἠκολούθει . ἦλθεν εἰς Θήβας , ὤλισθεν ἡ βοῦς , καὶ ὁ μὲν Κάδμος ἐκεῖ ᾤκησεν | ||
| βοῦς : ἠκολούθει οὖν αὐτῇ . ἦλθεν εἰς Θήβας , ὤλισθεν ἡ βοῦς , καὶ ὁ Κάδμος ἐκεῖ ᾤκησε , |
| ὑποπτεύειν . Ἐπεξελευσόμενος ἄλλος οὗτος Ἡρακλῆς : τοῦτ ' οὖν ἔσυρεν ἐκ τριόδου Φαβωρῖνος . χρὴ γὰρ ἐπεξιὼν εἰπεῖν : | ||
| τῶν τραγικῶν . εἵλκυσεν ] ἀσέμνως ὠρχήσατο , παρέτεινεν , ἔσυρεν . , παρέσυρεν , παρεκίνησεν , εἰσῆξεν . . |
| πάρος κοιμᾶθ ' ὅτε μιν γλυκὺς ὕπνος ἱκάνοι : ἔνθα καθεῦδ ' ἀναβάς , παρὰ δὲ χρυσόθρονος Ἥρη . Ἄλλοι | ||
| καὶ οὐδετέρου . . . . . . . ἔνθα καθεῦδ ' ἀναβάς : ὅτι Ζηνόδοτος γράφει ἐνθ ' ἐκάθευδ |
| ἐν τῆι ε λέγει κληθῆναι αὐτὴν ἀπὸ τῆς ἐν Φωκαίδι Ἀβαρνίδος ὑπὸ Φωκαέων τὴν Λάμψακον κτιζόντων . . Σίγη : | ||
| κτιζόντων . Ἀπολλώνιος ” Περκώτην δ ' ἐπὶ τῇ καὶ Ἀβαρνίδος ἠμαθόεσσαν ἠιόνα ” . τοῦτο δὲ Σοφοκλῆς ὑπομνηματίζων ἱστορεῖ |
| εἰς Πάρον ναυσὶν εἴκοσιν , ἐκεῖθεν δ ' ἀνήχθη εὐθὺ Γυθείου ἐπὶ κατασκοπὴν τῶν τριήρων , ἃς ἐπυνθάνετο Λακεδαιμονίους αὐτόθι | ||
| δ ' ἐν Κραναῇ ἐμίγην ” . ἥτις πρόκειται τοῦ Γυθείου . οὕτως ἐκαλεῖτο καὶ ἡ Ἀττικὴ ἀπὸ Κραναοῦ . |
| . τοῦ δὲ συὸς λυμαινομένου τὴν χώραν καὶ βοῆς γενομένης ἐπήδησεν ὁ Ἀγκαῖος ἀπορρίψας τὴν κύλικα , ἐξελθὼν δὲ πρῶτος | ||
| ] ταχύ . νεὼς ] τῆς αὐτοῦ . ἀφήλατο ] ἐπήδησεν . Βακτρίων ] Βάκτρα πόλις Περσῶν . ἰθαιγενὴς ] |
| . χειῇ τῇ καταδύσει : “ ὡς δὲ δράκων ἐπὶ χειῇ ὀρέστερος . ” τὸ γὰρ ζῷον ὁμοίως ὕδατι χεῖται | ||
| οὐδ ' ἔτι πω μενέει σχεδόν , οὐδ ' ἐνὶ χειῇ . Φεύγει καὶ κνίσσῃσι γαγάτην ὀρνυμένῃσι τείροντα θνητοὺς ἐχεπευκέϊ |
| ἁρμόζω οὖν , ἀρμύλη : καὶ ἀρβύλη : ἀστίβητος : ἀπάτητος : ἢ διάβατος ἀπὸ τοῦ στείβω : ὁ μέλλων | ||
| ἀποκναισθῆναι τῷ γέλωτι . ἀκωδώνιστον : ἀβασάνιστον , ἀδοκίμαστον . ἀπάτητος ἀρχή : οἷον καινή . καὶ ἀπάτητος λόγος καὶ |
| καὶ Γόρτυνα : καὶ ἀπὸ τούτων φασὶν ὀνομασθῆναι τὰς πόλεις Κυδωνίαν καὶ Γόρτυνά τε καὶ Κατρέα . Κρῆτες δὲ οὐχ | ||
| : πόλις Ἰλλυρική . . . ἄκυτος : νῆσος περὶ Κυδωνίαν τῆς Κρήτης . ὁ νησιώτης Ἀκύτιος . . . |
| , τὴν αὐτῆς τῆς γνώσεως τῶν κατὰ τὴν ἐπιστήμην ἕνεκεν μετιοῦσαν αὐτὰ καὶ αἱρουμένην , ἀλλὰ μὴ διά τινα ἀποβαίνοντα | ||
| , εἶτα ἐκ τούτου κατὰ βραχὺ εἰς μικρὰς ῥανίδας δροσιζούσας μετιοῦσαν : ὅταν ὁ ἥλιος γένηται ἐν δυσμῇ , τότε |
| ὅπως ἂν ἀποδῶ μηδενί . ἴθι νυν καλύπτου , καὶ σχάσας τὴν φροντίδα λεπτὴν κατὰ μικρὸν περιφρόνει τὰ πράγματα ὀρθῶς | ||
| ὁδὸς ἐπὶ τὰ σαφῶς ἔχοντα ἄγει σε * . μηρίνθου σχάσας ἀντιστρόφως εἴρηκεν : ἔδει γὰρ εἰπεῖν ἐγὼ δ ' |
| ἐκ τῶν προσφαγμάτων : λοχήσας αὐτόν : γράφεται λοχαίας . λοχᾶν γὰρ αὐτὸν θέλει ὁ Ἡρακλῆς κρυφθείς : καὶ περιβαλὼν | ||
| καὶ ἐκδέρεσθαι ἀπ ' αὐτῶν . Λόχμη . ἀπὸ τοῦ λοχᾶν ἐν τοῖς τοιούτοις τόποις . ὁ δὲ Φιλόξενος παρὰ |
| κεχήνῃ . Εἰ δέ ποτ ' εἰς ἀγρὸν οὗτος ἀπελθὼν εἰρηναῖος διατρίψῃ , καὶ χῖδρα φαγὼν ἀναθαρρήσῃ καὶ στεμφύλῳ εἰς | ||
| καὶ ἀποβλέπῃ . Γ οὗτος ] ὁ Δῆμος . Γ εἰρηναῖος ] μετὰ εἰρήνης . Γ χίδρα : τινὲς ἄγρια |
| ἠσκήσατο , ὡς βαρβάρων τροπαῖα μυρίων χερὶ θήσων , ὅταν κωπῆρες ἐσβῶμεν σκάφος . πέπλους δ ' ἀμείψας ' ἀντὶ | ||
| πρώτῃ : κατὰ κώμας δὲ τῷ παλαιῷ τρόπῳ οἰκηθεῖσα . κωπῆρες πλοῖον : ὡς ἡμεῖς καὶ Θουκυδίδης ἐν τετάρτῃ . |
| τὸν Ἄδμητον . ἄλλοι δὲ ἀνωτέρω τούτων ὑπὸ μὲν τὸ λουτήριον Λεώκριτός ἐστιν ὁ Πουλυδάμαντος τεθνεὼς ὑπὸ Ὀδυσσέως , ὑπὲρ | ||
| ψαλίς , μηλωτρίς μήλη , ὀδοντοξέστης ὀδοντάγρα , ἐξάλειπτρον , λουτήριον , σικύα , ὑπόθετον , λεκανίς , σπογγία , |
| ἔφαμεν , τὸ συνεληλασμένοι , ἐνδεῆσαν του ς , ἀναγκαίως ἀνεβίβαζε τὸν τόνον , τὸ δεσπότης , τὸ ἐργάτης . | ||
| ὃν τρόπον καὶ ἄλλα μόρια , ἐνδεήσαντα τοῦ ς , ἀνεβίβαζε τὸν τόνον , δεσποστής δεσπότης , ἐργαστής ἐργάτης , |
| Ἐρυθράν , καὶ ἐν τῇ αὐτῇ διέμεινεν ἐπιφανείᾳ , μὴ ταπεινουμένη : καὶ γὰρ κατ ' αὐτὸν Ἐρατοσθένη τὴν ἐκτὸς | ||
| κακῶς μοι ἔχῃ ἡ ψυχὴ καὶ χείρων ἑαυτῆς ᾖ , ταπεινουμένη , ὀρεγομένη , συνδουμένη , πτυρομένη ; καὶ τί |
| ψʹ : εἰς Κῶ στάδια σʹ : εἰς Σάμον στάδια ωʹ : εἰς Χίον στάδια ψνʹ : εἰς Μυτιλήνην στάδια | ||
| περὶ τούτων λαλοῦν . Ὅμηρος γὰρ ἀρχαιότερος τούτου γενόμενος πρὸ ωʹ ἐτῶν οἶδε σάλπιγγι χρωμένους τοὺς Ἕλληνας λέγων ὡς δ |
| πύλας πεντακισχιλίους ἑξακοσίους , εἶτ ' εἰς Ἀλεξάνδρειαν τὴν ἐν Ἀρίοις ἑξακισχιλίους τετρακοσίους , εἶτ ' εἰς Βάκτραν τὴν πόλιν | ||
| τὴν ἐπὶ Βάκτρων : πρὸς ἑσπέραν δὲ ἐφεξῆς εἰσι τοῖς Ἀρίοις Παρθυαῖοι καὶ τὰ περὶ τὰς Κασπίους πύλας : πρὸς |
| ναύτας προσνηξαμένους ἀναλαβὼν ἀνέπλευσεν ὡς Διονύσιον . Ἄννων Καρχηδόνιος ἀνακομιζόμενος παρέπλει Σικελίαν . Διονύσιος τύραννος ἐξέπεμψε ναῦς ἐπ ' αὐτὸν | ||
| μὲν ὡς ὑπαξόμενος αὐτό , οὐ δεξαμένων δὲ τῶν φρουρῶν παρέπλει τὸν ποταμὸν τὸν Ὀνοβάλαν καὶ τὸ ἱερὸν τὸ Ἀφροδίσιον |
| , τῆς Ἀλώρου δὲ ἑβδομήκοντα . ἔστι δ ' ἡ Ἄλωρος τὸ μυχαίτατον τοῦ Θερμαίου κόλπου : * λέγεται δὲ | ||
| Μήδειαν ὀνομασθείς . τὸ ἐθνικὸν Διζήριος καὶ Διζηρίτης , ὡς Ἄλωρος Ἀλωρίτης . Δίκαια , πόλις Θρᾴκης , ἀπὸ Δικαίου |
| ξιφίου . Ἕλκεϊ : τραύματι , τρώματι , νώτῳ . γόμφος : τὸ ξίφος , ῥίν . ἄρηρεν : ἥρμοσεν | ||
| μεταδοῦναι οὐδὲ ἐξενεγκεῖν . ἕστωρ : σφήν , ἔμβολος , γόμφος ἢ πρῶτος τύλος τοῦ ῥυμοῦ ἢ κοίλωμα ζυγοῦ , |
| πόλεως πρόςταγμα , ὥσπερ ἐν ἐξουσίᾳ καὶ τυραννίδι τῷ παιδὶ προςέταξεν ἀναιρεῖν : καὶ τρόπον οὐδένα νομίσας πρὸς τὴν τιμωρίαν | ||
| ὁ νόμος , φησὶ , τὰς μυρίας ἐπὶ βίᾳ μόνῃ προςέταξεν . Ἡ λύσις τῷ ῥητῷ , ὅτι οὐ διῄρηταί |
| ἐς ἰθὺ τὸ μὲν ἐξέχον ἀπωθεῖν , τὸ δὲ ἐναντίον ἀντωθεῖν . ἴησις δὲ ἢ σταιτὶ ἢ ὀθονίοισι . μὴ | ||
| ἄνω . φασὶ δὲ καὶ τὴν πεύκην καὶ τὴν ἐλάτην ἀντωθεῖν . τὸ δὲ τῆς Εὐβοϊκῆς καρύας , γίνεται γὰρ |
| Μελάνθου βασιλεύοντος . ὁ μὲν δὴ ἄλλος στρατὸς τῶν Πελοποννησίων ἀπεχώρησεν ἐκ τῆς Ἀττικῆς , ἐπειδὴ ἐπύθοντο τοῦ Κόδρου τὴν | ||
| Ῥωμαίων ἐλπίσι ψυχαγωγούμενος ἀπέστη μετὰ τῶν ἱππέων καὶ πρὸς Καικίλιον ἀπεχώρησεν . ὁ δὲ Ψευδοφίλιππος ἐπὶ τοῖς πραχθεῖσιν ἀγανακτήσας τήν |
| ἡ Θήβη ἔρημος , ἥν φησιν ὁ ποιητής ” ὑπὸ Πλάκῳ ὑληέσσῃ . „ οὔτε δὲ Πλάκος ἢ Πλὰξ ἐκεῖ | ||
| θυγάτηρ μεγαλήτορος Ἠετίωνος „ , Ἠετίων , ὃς ἔναιεν ὑπὸ Πλάκῳ ὑληέσσῃ , Θήβῃ ” ὑποπλακίῃ , Κιλίκεσς ' ἄνδρεσσιν |
| ἀπόγεια , τὴν ἀποβάθραν ἀνελώμεθα , τὸ ἀγκύριον ἀνεσπάσθω , πέτασον τὸ ἱστίον , εὔθυνε , ὦ πορθμεῦ , τὸ | ||
| δὲ καὶ τὴν τοῦ Ἑρμοῦ τά τε πέδιλα καὶ τὸν πέτασον ἐπὶ τῇ κεφαλῇ καὶ τὸ κηρύκειον ἐν τῇ χειρί |
| , ποτὲ ἔθου πεφιλημένην . . . χρυσοπήληξ ] χρυσῆν περικεφαλαίαν ἔχων . ἔπιδε ] ἤτοι εὐμενῶς βλέψον . . | ||
| κυνέην : νέφος τι καὶ ἀορασία : ἢ περιφραστικῶς τὴν περικεφαλαίαν : ἐν γὰρ αὐτῇ τὸ πρόσωπον ἔκρυψεν ἡ Ἀθηνᾶ |
| ἐνιαυτῷ Ῥωμαίοις παρέδοσαν , τήν τε φρουρὰν τὴν ἐν αὐτῇ κοιμωμένην εὑρόντες κατέσφαξαν πλὴν ὀλίγων , οἳ ἔτυχον ἀφυστεροῦντες , | ||
| τὸν τρόπον ἄνω νεύων ἔλαθεν ἀσπίδα πρὸ τῶν ἑαυτοῦ ποδῶν κοιμωμένην πατήσας , ἥτις ἐπιστραφεῖσα † δὰξ εἰς αὐτὸν ἀνῆκεν |
| . κολοσσοβάμων δ ' ἐν πτυχαῖσιν Αὐσόνων σταθεὶς ἐρείσει κῶλα χερμάδων ἔπι τοῦ τειχοποιοῦ γαπέδων Ἀμοιβέως , τὸν ἑρματίτην νηὸς | ||
| τε γὰρ ὁ Σίκκιος πολλὰς εἶχε πληγὰς τὰς μὲν ὑπὸ χερμάδων , τὰς δ ' ὑπὸ σαυνίων , τὰς δ |
| Ὑγείας ἐστὶν οὐκ ἀφανές . Κύθηρα δὲ κεῖται μὲν ἀπαντικρὺ Βοιῶν , ἐς δὲ Πλατανιστοῦνταἐλάχιστον γὰρ τῆς ἠπείρου ταύτῃ διέστηκεν | ||
| λεʹ γʹʹ μγʹ ∠ ʹʹδʹʹ Ἀρίμινον λεʹ μγʹ ∠ ʹʹγʹʹ Βοιῶν Γάλλων ὁμοίως Ῥουβίκωνος ποταμοῦ ἐκβολαί λδʹ ∠ ʹʹγʹʹ ιβʹʹ |
| αὐτοῦ κατὰ τὸ μέσον τοῦ στόματος , ὁ δὲ κάραβος στενοχωρούμενος ἄλλοτε μὲν νήχεται , ἄλλοτε δ ' ἠρεμεῖ , | ||
| ἡνίκα ἂν ἑαυτοῦ μάλιστα ὑποπλησθεὶς εἶτα ἐς τὴν θάλατταν οἱονεὶ στενοχωρούμενος ὠθῆται . φιλεῖ δὲ ἄρα δρᾶν τοῦτο ἤδη ὥρας |
| τι ἔτι παρεῖχε πονηρότερα τῶν σφετέρων ἔσεσθαι , ἢν καρτερῶσι προσκαθήμενοι : χρημάτων γὰρ ἀπορίᾳ αὐτοὺς ἐκτρυχώσειν , ἄλλως τε | ||
| προδόντων τινῶν αὐτήν : τὴν δὲ Σκιώνην περιετείχισαν , καὶ προσκαθήμενοι τῇ πολιορκίᾳ συνεχεῖς προσβολὰς ἐποιοῦντο . οἱ δ ' |
| Μυρμιδόνεσσι . τὸν μὲν ἄρα Γλαῦκος στῆθος μέσον οὔτασε δουρὶ στρεφθεὶς ἐξαπίνης , ὅτε μιν κατέμαρπτε διώκων : δούπησεν δὲ | ||
| γαστέρ ' ἐλυσθεὶς κείμην : αὐτὰρ χερσὶν ἀώτου θεσπεσίοιο νωλεμέως στρεφθεὶς ἐχόμην τετληότι θυμῷ . ὣς τότε μὲν στενάχοντες ἐμείναμεν |
| : τὸ ἀνέχω , οἷον : δὴ τότ ' , ἀνοχλίζων τετρηχότος οἴδματος ὁλκούς : τετρηχότος σημαίνει τεταραγμένους , ὁλκοὺς | ||
| , διὰ τὸ πάνυ πλησιάζειν . παρεμέτρεον : παρέπλεον . ἀνοχλίζων : ἀνακινῶν ἐν τῷ κωπηλατεῖν καὶ ἀνακόπτων τὰ κύματα |
| πολλὸν ἐπὶ χρόνον ἀγχόθι μίμνε χηραμοῦ : ἣ δ ' ἀλέεινεν : ὃ δ ' ἐνθέμενος δόλον αἰνὸν θάμνῳ ὑπεκρύφθη | ||
| : ἐκ δὲ πάλιν κίεν ἔνδοθεν , ἄψ τ ' ἀλέεινεν εἴσω , τηΰσιοι δὲ πόδες φέρον ἔνθα καὶ ἔνθα |
| περικαλλέϊ φηγῷ : ἐκ δ ' ἄρα οἱ μηροῦ δόρυ μείλινον ὦσε θύραζε ἴφθιμος Πελάγων , ὅς οἱ φίλος ἦεν | ||
| , μεσσοπαγὲς δ ' ἄρ ' ἔθηκε κατ ' ὄχθης μείλινον ἔγχος . Πηλεΐδης δ ' ἄορ ὀξὺ ἐρυσσάμενος παρὰ |
| ἐπεὶ δὲ ἐγένετο τῷ στρατῷ μετὰ τοῦ Βρασίδου ἐπὶ τῇ ἐσβολῇ τῆς Λύγκου , Βρασίδας λόγοις ἔφη βούλεσθαι πρῶτον ἐλθὼν | ||
| Ἀθηναίους τὴν αὐτὴν γνώμην εἶχεν ὥσπερ καὶ ἐν τῇ προτέρᾳ ἐσβολῇ . ἔτι δ ' αὐτῶν ἐν τῷ πεδίῳ ὄντων |
| προμαντευομένους οὕτω γενέσθαι ταῦτα : διαπλέοντες γὰρ ἀπὸ Σικυῶνος εἰς Κίρραν κατὰ μέσον τὸν πόρον πλαγίῳ περιπεσόντες τῷ Ἰάπυγι ἀνετράπησαν | ||
| τὴν Θεσσαλίαν τὸν πλοῦν ἐποιεῖτο , ἀλλ ' ἐπί τε Κίρραν καὶ ἐς τὸν ταύτῃ κόλπον : ἀναβὰς δὲ ἐς |
| μετὰ δὲ τοῦτο τὸ ἔργον ὅσην ἐβούλοντο τῆς τῶν Σαβίνων λεηλατήσαντες , ὡς οὐδεὶς αὐτοῖς οὐκέτι περὶ τῆς χώρας ἐξῄει | ||
| πολλὰς ἡμέρας αὐτόθι διατρίψαντες καὶ τὴν ἀρίστην τῶν Οὐιεντανῶν χώραν λεηλατήσαντες ἀπῆγον ἐπ ' οἴκου τὴν στρατιάν . ὡς δ |
| αἱμάτων ; τάλαιν ' ἐγὼ τάλαινα , πότερον ἄρα νέκυν ὀλόμενον ἀχήσω ; φεῦ δᾶ φεῦ δᾶ , δίδυμοι θῆρες | ||
| ἄστυ καὶ καλλίβωλον Ἴδας ὄρος ἱερόν , ὥς ς ' ὀλόμενον στένω [ ἁρμάτειον ἁρμάτειον μέλος ] βαρβάρωι βοᾶι † |
| ' εἰλάτινον κοίλης ἔντοσθε μεσόδμης στῆσαν ἀείραντες , κατὰ δὲ προτόνοισιν ἔδησαν , ἕλκον δ ' ἱστία λευκὰ ἐϋστρέπτοισι βοεῦσιν | ||
| ' εἰλάτινον κοίλης ἔντοσθε μεσόδμης στῆσαν ἀείραντες , κατὰ δὲ προτόνοισιν ἔδησαν , ἕλκον δ ' ἱστία λευκὰ ἐϋστρέπτοισι βοεῦσι |
| ἀστὴρ διᾴττουσα , εἶτα ἀπέκρυπτεν αὑτὴν διαθέουσα ἢ δρυμὸν ἢ λόχμην ἤ τι ἄλλο τῶν ἐν ὄρει δάσος . καὶ | ||
| ἀλλήλας λανθάνειν ἐβουλόμεθα : θατέρᾳ δὲ οἱ ἄνθρωποι ὑπὸ τὴν λόχμην παρήρχοντο . οὕτως μικρὰ παρεμπορευσαμέναις τῆς ἀφροδίτης πάλιν συνειστήκει |
| βωμοὺς τάφους καλεῖσθαι . πτυχαῖς ἤτοι τόποις ἐξοχὰς ἔχουσιν . κολοσσοβάμων : ἁλούσης τῆς Ἰλίου Διομήδης ἀντὶ τοῦ ἕρματος ἐκ | ||
| δ ' Ἀρχίλοχος ἀπὸ ποταμοῦ . . . . : κολοσσοβάμων ] ἁλούσης τῆς Ἰλίου Διομήδης ἀντὶ τοῦ ἕρματος ἐκ |
| δὲ ἐπειδὴ ἀόριστόν ἐστι τὸ τοῦ κατηγόρου πρόσωπον , ταύτην τεθείκαμεν τὴν ἀντίθεσιν . ΤΡίτη ἀντίθεσις : ἀλλ ' ἐφοβήθη | ||
| κρίνεται συνειδότος . μετὰ γὰρ τὰς πρώτας ἀντιθέσεις ἔτι κἀκείνας τεθείκαμεν συμπλέξαντες : φησὶ γὰρ ὅτι καὶ αὐτὰ μὲν δι |
| ' εὐθὺς ἡ Μύνδος λιμένα ἔχουσα , καὶ μετὰ ταύτην Βαργύλια , καὶ αὕτη πόλις : ἐν δὲ τῷ μεταξὺ | ||
| . Ἐκ Μύνδου εἰς Πάνορμον στάδιοι πʹ Ἐκ Μύνδου εἰς Βαργύλια στάδιοι σνʹ . Ἀπὸ Πανόρμου εἰς Ποσείδιον [ τὸ |
| ἐρᾷ τοῦ δεσπότου δριμύτατα , καὶ προσιόντος ἐφριμάττετο καὶ ἐπικροτοῦντος ἐφρυάττετο , καὶ ἀναβαίνοντος ἑαυτὸν παρεῖχεν εὐπειθῆ , καὶ παρεστῶτος | ||
| συνεστηκότες ἐπὶ ταῖς ἐκ τῶν πολέμων ὠφελείαις : οἷς ἐπαιρόμενος ἐφρυάττετο καὶ λαμπρὸς ἦν καὶ προῆλθεν ἐπὶ μήκιστον ἐπιφανείας . |
| ἔξοδον τὴν τοῦ λαβυρίνθου παρ ' αὐτῆς μαθὼν διεσώθη . ἀνακομιζόμενος δ ' εἰς τὴν πατρίδα καὶ κλέψας τὴν Ἀριάδνην | ||
| παρὰ Φερεκύδῃ . . . . Ξ , : Ἡρακλῆς ἀνακομιζόμενος μετὰ τὸ πορθῆσαι Τροίαν , γενόμενος κατὰ τὸ Αἰγαῖον |
| : ἔστι γὰρ περὶ γυναικός . . . . . ἱστοδόκῃ πέλασαν προτόνοισιν ὑφέντες : Ἀρίσταρχος ἀφέντες , Ζηνόδοτος ὑφέντες | ||
| θέσαν δ ' ἐν νηῒ μελαίνῃ , ἱστὸν δ ' ἱστοδόκῃ πέλασαν προτόνοισιν ὑφέντες καρπαλίμως , τὴν δ ' εἰς |
| ὁμοίως τῶι Ἀπολλωνίωι γενεαλογεῖ . . . . : Φρίξος Μινυήιος ] Μινυήιος ὁ Ἰώλκιος : τὴν γὰρ Ἰωλκὸν Μινύαι | ||
| ἀφ ' ἧς ἡ Μινύα καὶ Μινύειον καὶ Μινυηίς καὶ Μινυήιος . ἔστι καὶ ἑτέρα Φρυγίας ἐν τοῖς ὁρίοις Λυδίας |
| τε Νάξον καὶ τὰς ἐκ ταύτης ἠρτημένας , Πάρον καὶ Ἄνδρον καὶ ἄλλας τὰς Κυκλάδας καλεομένας . Ἐνθεῦτεν δὲ ὁρμώμενος | ||
| . Ὁ δ ' Ἀλκιβιάδης ἑκατὸν ναῦς πληρώσας ἐξέπλευσεν εἰς Ἄνδρον , καὶ καταλαβόμενος Γαύριον φρούριον ἐτείχισεν . ἐξελθόντων δὲ |
| σταδίους ρκʹ . Ἐκ Καρύστου εἰς Πεταλίας σταδίους ρʹ . Ἐπάνειμι πάλιν ἐπὶ τὰ ἐκ Δήλου διαστήματα πρὸς νήσους τάσδε | ||
| στάδιοι ωʹ . Ἐκ Δήλου εἰς Πάρον στάδιοι υʹ . Ἐπάνειμι πάλιν εἰς Μύνδον , ἀφ ' ἧς κατέλιπον . |
| ἵπποις δέξατο Φλεγραίῃ κεκμηότα δηιοτῆτι . ἔνθα δὲ καὶ μέσσαυλος ἐλήλατο , τῇ δ ' ἐπὶ πολλαί δικλίδες εὐπηγεῖς θάλαμοί | ||
| τῶν λαγόνων . . . . διὰ μὲν ἂρ ζωστῆρος ἐλήλατο δαιδαλέοιο , καὶ διὰ θώρηκος πολυδαιδάλου ἠρήρειστο μίτρης θ |
| ' ἐνταῦθα ἱδρῦσθαι τὸ παλαιὸν τὴν λεγομένην ὑπὸ τοῦ ποιητοῦ Δαρδανίαν ” Δάρδανον „ αὖ πρῶτον τέκετο νεφεληγερέτα Ζεύς , | ||
| ἢ τοῦ ἱππικοῦ Γανυμήδους ἢ ὦ ἱππικὴ Δαρδανία . τὴν Δαρδανίαν ἱπποστάσιον εἶναί φασι τοῦ Γανυμήδους . τὴν αὐτὴν δέ |
| πόντου τε καὶ ᾐόνος ἐγγὺς ἱκάνει , στὰς δὲ κατὰ προβλῆτος ὑπερφίαλον πόνον ἀνδρῶν φυλόπιδος βυθίης θηήσατο καὶ τέλος ἄγρης | ||
| πάλιν βαρύτονα διὰ τὰ ὀξύτονα , οἷον διὰ τὸ προβλής προβλῆτος καὶ ἀβλής ἀβλῆτος : ταῦτα γὰρ διὰ καθαροῦ τοῦ |
| Πλάτων διάλογον . πλέοντος δ ' αὐτοῦ εἰς Σικελίαν ἐτελεύτησεν ναυαγήσας ἐτῶν Ϛʹ , σοφιστεύσας ἔτη μʹ . Πρόδικος . | ||
| γὰρ ὁ Ἀσωπόδωρος Θήβηθεν ἐν Ὀρχομενῷ ἐπολιτογραφήθη . ἄλλως . ναυαγήσας ὁ Ἀσωπόδωρος ἐν Ὀρχομενῷ ἐξερρίφη . ἅ νιν ἐρειδόμενον |
| καὶ τοῦ ὀχὴ ἡ τροφή : τὸ δ ' εἰπεῖν νύσσαν ἀοιδῆς κέρδιστον ἀνθρώποις νόημα ἀττικὴ ἡ σύνταξις . κέρδιστον | ||
| ὡς ἀπὸ καμπτῆρος ὁμοίως ἐπὶ τὴν ἑκατοντάδα ἐπανέλθοιμεν ὡς ἐπὶ νύσσαν , ἔσται ἀριθμὸς ὁ τῶν μυρίων ἡ πεντωδουμένη μονάς |
| κατὰ τὴν τοῦ αὐτοῦ θέναρος ἀντέρεισιν ἀπὸ τοῦ πρὸς τῇ ὠμοπλάτῃ τόπου εἰς τὸ κατὰ φύσιν μετα - γομένης , | ||
| , δύο μικροὺς νεφελωδεῖς πλησίον ἑστηκότας , ἐν δὲ τῇ ὠμοπλάτῃ της ἕναν λαμπρὸν καὶ μέγαν , ἐπὶ τῆς ῥάχης |
| ; [ Ἔφη οὔ . ] Οὐ γὰρ θέμις Δόξαν εἰσπορεύεσθαι πρὸς τὴν Ἐπιστήμην , ἀλλὰ τῇ Παιδείᾳ παραδιδόασιν αὐτούς | ||
| ἂν ἐξελασθῇ πόλεως δίκη καὶ νόμος , εἰς ταύτην στάσις εἰσπορεύεσθαι φιλεῖ καὶ πόλεμος . καὶ ὅσοι μὲν οὐκ ἦλθον |
| πέρασας εἰς τὸ πέρας τῆς γῆς διεπέρασας , ἐπώλησας . περιρρηδής περιρρησσόμενος , περικεκλασμένος . βέλτιον δὲ μεταφορικῶς περιρρεόμενος : | ||
| περιχαρής ] : ὀργιζόμενος . Θουκυδίδης ἐν τετάρτῃ εἴρηκεν . περιρρηδής : ἐρραντισμένος αἵματι καὶ ἀμφιρρηδής . περιωπή καὶ πίσυνοι |
| τιμαῖς ἀμφέπει ἀθανάτων . ἐνδιατρίψας δὲ τῇ πόλει χρόνον τινὰ διέπλευσεν εἰς Δῆλον εἰς τὴν πανήγυριν . καὶ σταθεὶς ἐπὶ | ||
| ἐπειχθεὶς σκάφους ἐπέβη σμικροῦ καὶ νεὼς παραπλεούσης ἐπιτυχὼν ἐς Μιτυλήνην διέπλευσεν : ὅθεν τὴν γυναῖκα Κορνηλίαν ἀναλαβὼν καὶ τριήρων τεσσάρων |
| ἐκ Κολοφῶνος ἑταίραν , ἇς καὶ ἐπὶ ῥυτίδων ὁ γλυκὺς ἕζετ ' Ἔρως . ἆ νέον ἥβης ἄνθος ἀποδρέψαντες ἐρασταὶ | ||
| πήματα πάσχω . ” ὣς εἰπὼν κατ ' ἄρ ' ἕζετ ' ἐπ ' ἐσχάρῃ ἐν κονίῃσι πὰρ πυρί : |
| ' ἐπ ' αὐτῷ . Τρωγλοδύτης δὲ μετ ' αὐτὸν ἀκόντισε Πηλείωνος , πῆξεν δ ' ἐν στέρνῳ στιβαρὸν δόρυ | ||
| μεγαθύμου δουρὶ δαμέντι . Ἕκτωρ δ ' αὖτ ' Αἴαντος ἀκόντισε δουρὶ φαεινῷ : ἀλλ ' ὃ μὲν ἄντα ἰδὼν |
| καρπαλίμως ἐπὶ νῆα θοὴν ἐρίφους τε καὶ ἄρνας σηκῶν ἐξελάσαντας ἐπιπλεῖν ἁλμυρὸν ὕδωρ : ἀλλ ' ἐγὼ οὐ πιθόμην , | ||
| τὸν Ἕβρον ἐμπεσοῦσαν ἐκβληθῆναι εἰς τὸν μέλανα κόλπον , καὶ ἐπιπλεῖν γε τὴν κεφαλὴν τῇ λύρᾳ , τὴν μὲν ᾄδουσαν |
| . . τοξεύειν . ” ὃς μέν κε βάλῃ τρήρωνα πέλειαν „ : ἡ διπλῆ ὅτι ἀπὸ τοῦ διηγηματικοῦ ἐπὶ | ||
| κλειτὴν ἑκατόμβην . ὕψι δ ' ὑπὸ νεφέων εἶδε τρήρωνα πέλειαν : τῇ ῥ ' ὅ γε δινεύουσαν ὑπὸ πτέρυγος |
| συμβολὴν τῆς μάχης ὑπευλαβούμενος . Καταλαμβάνει δὲ Κότταν σπουδῇ πολλῇ αὐτόκλητος ὁ Τριάριος , καὶ Μιθριδάτου ὑποχωρήσαντος εἰς τὴν πόλιν | ||
| αἱμάτων ἄγος ἐπαίροντα . προσδρακεῖν ] λείπει ὁ καί . αὐτόκλητος ] αὐτὸς αὑτὸν καλέσας ἐπὶ τῶι μιᾶναι τὸν ναόν |
| ἐν παρεκβάσει ὁ ποιητὴς καὶ πλέον τι λέγει περὶ τοῦ ἡρακλέους . διὸ καὶ ἐπιλαμβάνεται ἑαυτοῦ , λέγων : θυμέ | ||
| πόλις λιβύης , ἣν ᾤκει ἀνταῖος , οὐχ ὁ ὑπὸ ἡρακλέους ἀναιρεθείς : ἐκεῖνος γὰρ διαλλάσσει τῷ χρόνῳ : ἀλλ |
| Θήβη ἔρημος , ἥν φησιν ὁ ποιητής ” ὑπὸ Πλάκῳ ὑληέσσῃ . „ οὔτε δὲ Πλάκος ἢ Πλὰξ ἐκεῖ τι | ||
| Τροίῃ Πριάμου κατὰ δῶμα , αὐτὰρ ἐγὼ Θήβῃσιν ὑπὸ Πλάκῳ ὑληέσσῃ ἐν δόμῳ Ἠετίωνος , ὅ μ ' ἔτρεφε τυτθὸν |
| , αὐτίκα ταῖς τε ἰδίαις ναυσίν , αἷς τὴν Ἰταλίαν περιέπλει , καὶ παρὰ Καρχηδονίων αὐτῷ τισι δοθείσαις καὶ συμμαχίσιν | ||
| : ὁ μὲν ἐστρατήγει τῆς πόλεως εἴσω , ὁ δὲ περιέπλει περὶ Πελοπόννησον . ὀξὺς Ἀλκιβιάδης συνεῖναι , δεινὸς Νικίας |
| ὑπερτρισύλλαβα συγκριτικὰ ἢ συγκριτικῶς παραληγόμενα προπαροξύνεται : ἰθύντερος ἀβέλτερος μελάντερος ὀρέστερος . τούτοις ἠκολούθησε καὶ τὸ κασσίτερος , εἰ καὶ | ||
| ὑποκοριστικόν , ἔδει διὰ τοῦ κ ἐκφέρεσθαι . τὸ δὲ ὀρέστερος οὐκ ἀπὸ τοῦ ὄρους , ἀλλ ' ἀπὸ τοῦ |
| αἶγας δὲ Ἰλλυρίδας ὁπλὴν ἀκούω ἔχειν , ἀλλ ' οὐ χηλήν . Θεόφραστος δὲ δαιμονιώτατα λέγει ἐν τῇ Βαβυλωνίᾳ γῇ | ||
| Ὄλυνθος . τὸ γοῦν ὡς ἐλάχιστον τοῖς ἑξῆς συναπτέον τὴν χηλήν : χηλὴ καλεῖται οἱ ἔμπροσθεν τοῦ πρὸς θάλασσαν τείχους |
| , ὡς ἐν τοῖς περὶ Κνιδίας Ἰάσων φησίν . καὶ Ῥήναιαν : Ῥήναια νῆσος παρακειμένη τῇ Δήλῳ , ἣν καὶ | ||
| , ἶσον Δωριέεσσι νέμων γέρας ἐγγὺς ἐοῦσιν : ἶσον καὶ Ῥήναιαν ἄναξ ἐφίλησεν Ἀπόλλων . ὣς ἄρα νᾶσος ἔειπεν : |
| ἡ Κύμη περὶ τὴν Μιτυλήνην ἐστίν : καλεῖται δὲ νῦν Φρικωνίς . Ἡ δὲ ἑτέρα Κύμη , ὅθεν ἦν Αἰόλος | ||
| , ὡς Ἑλλάνικος ἐν ἱερειῶν Ἥρας βʹ . καλεῖται καὶ Φρικωνίς ἡ Λάρισα καὶ Φρικωνῖτις . ἔδει οὖν Φρικιεύς καὶ |
| ' ἀκμῆτες ἄνδρες ἀϋτῇ ὤσαιμεν . ” ἀκάκητα ἀντὶ τοῦ ἀκακήτης , τῇ κλητικῇ ἀντὶ τῆς εὐθείας . λέγεται δὲ | ||
| ὁ γυμνήτης καὶ Οἰδίπους Οἰδίποδος Οἰδιπόδης , οὕτως καὶ ἀκάκητος ἀκακήτης , . , . Ἀκαλήφη : ἔστιν οὖν 〚 |
| ἐτύγχανεν ἢ ἐν τῷ τότε ἔλαβεν . Ἐν τούτῳ δὲ Πευκέστας τε καὶ ὁ διμοιρίτης Ἀβρέας καὶ ἐπ ' αὐτοῖς | ||
| καίτοι τῇ ἰσότητι τῇ ἐς τὸν βασιλέα μεγάλως τετιμημένοις . Πευκέστας τε ὁ Περσῶν σατράπης τῇ τε σκευῇ καὶ τῇ |
| , ἐκ δ ' ἔπληξέ μου τὰν θεμερῶπιν αἰδῶ : σύθην δ ' ἀπέδιλος ὄχῳ πτερωτῷ . αἰαῖ αἰαῖ , | ||
| ἀπέδιλος ὡς τὸ “ γείτονες ἄζωστοι ἔκιον . ” . σύθην ] ὥρμησα . ἀπέδιλος ] ἀσάνδαλος . ὄχῳ ] |
| προσκειμένης , τὰ οὕτως ἔχοντα καταλείπω , χρώμενος μετὰ τὴν ἀνάτρησιν τῇ καταλλήλῳ θεραπείᾳ . τῆς δὲ ῥωγμῆς πλησίον ῥαφῆς | ||
| ' ὅλον τὸ πάχος τοῦ ὀστέου φθαρῇ , ἐπὶ τὴν ἀνάτρησιν ὁρμῆσαι δεήσει . ἐπὶ δὲ τῆς κυκλικῆς τερηδόνος , |
| ἀφοίτητος : ἄβατος , ὑψηλή . κατερύκει : κωλύει . Ῥιπὴν ταυρείην : ὁρμὴν τοῦ ταύρου . ἐπιζέσει : βαρέως | ||
| ἀφοίτητος : ἄβατος , ὑψηλή . κατερύκει : κωλύει . Ῥιπὴν ταυρείην : ὁρμὴν τοῦ ταύρου . ἐπιζέσει : βαρέως |
| ἐπὶ τὸν Ὀξίναν ποταμὸν τριάκοντα . καὶ ἀπὸ Ὀξίνου εἰς Σανδαράκην ἐνενήκοντα . Σανδαράκη ὅρμος ναυσὶ σμικραῖς . ἐνθένδε εἰς | ||
| βορβορίζουσα τῇ γεύσει καὶ ἐπ ' ἄνθρακος διαπύρου ἐπιτεθεῖσα . Σανδαράκην προκριτέον τὴν κατακορῆ καὶ πυρρὰν καὶ εὐανθῆ , καθαρὰν |
| ἐπιτιθήσας . αἰόλος : διὰ τὴν πανουργίαν , πανοῦργος . Ἀντιάσας : ἐξ ἐναντίας ἐλθὼν , συναντήσας τὴν νῆα . | ||
| κακῆς . Ἅλμενος : πηδήσας . ἀνέσχε : ἀνῆλθεν . Ἀντιάσας : συναντήσας . Κέκλεται : σημαίνει . αὖ : |
| χαλκῷ : ἀγκίστρῳ . Πεῖρεν : ἐσούβλισεν , ἐκέντησεν . ἀνακρούων : ἀνελκύων . ἐέργων : κωλύων . Ἀναγκαίῃσι : | ||
| : τῶν δὲ ἐν Ὀδυσσείᾳ διὰ μουσικῆς παιδευόντων ὁ μὲν ἀνακρούων τοὺς μνηστῆρας τῆς τε ἐς τὴν Πηνελόπην ὕβρεως καὶ |
| ἡ χώρα οὕτω . Τούτους τινὲς Τάους καλοῦσιν , ὡς Σοφαίνετος ἐν τῇ Ἀναβάσει φησί . . . . . | ||
| . . : Χαρμάνδη , πόλις πέραν τοῦ Εὐφράτου . Σοφαίνετος ἐν Κύρου ἀναβάσει : Ἐπὶ δὲ Βαβυλωνίαις πύλαις πέραν |
| Ἔφορος δεδήλωκεν ἐν τῆι θ . . . ἐπὶ τὰ Μανδροβόλου : ἐπὶ τῶν εἰς τὰ χείρονα τρεπομένων . ἀπὸ | ||
| Μανδροβόλου : ἐπὶ τῶν εἰς τὰ χείρονα τρεπομένων . ἀπὸ Μανδροβόλου τινὸς τὸ ἐν Σάμωι γεωφάνιον εὑρόντος καὶ πρῶτον μὲν |
| κατενόει : διὰ ταχέων δὲ πάλιν παρέκρουσεν . Περὶ δὲ ἑπτακαιδεκάτην ἐοῦσα , ἦν ἄφωνος : εἰκοστῇ ἀπέθανεν . Ἐπικράτεος | ||
| , τὴν ἑξκαιδεκαταίαν τε Ὠρίων ἐπανίσχει καὶ ὑετὸς παρέπεται τὴν ἑπτακαιδεκάτην : τὴν μετ ' αὐτὴν τὸν Ἥλιον δέχεται ὁ |
| κάππεσε δούπῳ . Κεῖνο μὲν οὖν Κρήτῃ ἐνὶ δὴ κνέφας ηὐλίζοντο ἥρωες : μετὰ δ ' οἵγε νέον φαέθουσαν ἐς | ||
| τὰς ἁμάξας , αἳ ἔτι ἐγγὺς ἐλθοῦσαι πρὸς τὰς πύλας ηὐλίζοντο , ὡς φοβούμεναι πολεμίους . Ἃς ἔδει ἐν καιρῷ |
| τοῦτο καὶ λέγει : ” μετὰ τῆς μὲν προθέσεως τὸ διέσχε καὶ διασχὼν εὕρηται παρ ' Ὁμήρῳ , παρὰ δὲ | ||
| δέ μιν κατὰ χεῖρα μέσην ἀγκῶνος ἔνερθε , ἀντικρὺ δὲ διέσχε φαεινοῦ δουρὸς ἀκωκή . ῥίγησέν τ ' ἄρ ' |
| σʹ : εἰς Σάμον στάδια ωʹ : εἰς Χίον στάδια ψνʹ : εἰς Μυτιλήνην στάδια φκʹ : εἰς Τένεδον στάδια | ||
| υʹ . Ἀπὸ τῆς ἄψης * Ἀμαζονίου εἰς Δῆλον σταδίους ψνʹ . Ἀπὸ Δήλου εἰς Σῦρον σταδίους ρνʹ . [ |
| . Μένιππος ἐν περίπλῳ τοῦ Πόντου ” ἀπὸ Κρηνίδων εἰς Ψύλλαν χωρίον στάδια κʹ , ἀπὸ Ψύλλης χωρίου εἰς Τίον | ||
| τάφους , πανώλεθρον κηλῖδα θωύξας γένει , ὁ τὴν πόδαργον Ψύλλαν ἡνιοστροφῶν καὶ τὴν ὁπλαῖς Ἅρπινναν Ἁρπυίαις ἴσην . τὸν |
| τὴν τοῦ προβάτου δοράν , Φιλήμονος εἰπόντος ἐν Εὐρίπῳ στρῶμα μηλωτήν τ ' ἔχει . καὶ σκεῦός τι ὁλοσίδηρον , | ||
| ἱματίου . Ἀ - ριστοφάνης Δαιταλεῦσιν . δηλοῖ δὲ καὶ μηλωτήν , διφθέραν . Φερεκράτης Ἰπνῷ . καὶ ἴσως ἀπὸ |
| οὕτω τούτων ἐχόντων , οὐκ , ἐάν τις ὑμᾶς θωπείαις ὑποδραμὼν ἐν νόσοις ἢ γήρᾳ σαλεύοντας παρὰ τὸ βέλτιστον διατίθεσθαι | ||
| ᾔδει . ὃ δὲ οὐδέν τι πρὸς ταῦτα θωπεύσας οὐδὲ ὑποδραμὼν ἀφικόμην εἶπεν ὡσπερανεὶ πρὸς πανδοκέα ἀγαθόν , παρ ' |
| , δηλοῦσθαι δὲ τὸ μὲν ἀπρὶξ τῶν δακτύλων ἐν τῇ ξυνοχῇ τῆς ῥόας , τὸ δὲ μηδ ' ἂν σχισθῆναί | ||
| ἠδ ' ὅττι κεν ἀρήσαιτο μαρνάμενος , τὸ πέλεσθαι ἐνὶ ξυνοχῇ πολέμοιο . Καὶ μὴν Ἀμφιδάμας Κηφεύς τ ' ἴσαν |
| ἀτρυγέτοιο , Μυρμιδόνων δ ' ἐπί τε κλισίας καὶ νῆας ἱκέσθην , τὸν δ ' εὗρον παρά τε κλισίῃ καὶ | ||
| Κρόνον λέγει Ὀλυμπίους . . . . Ἴδην δ ' ἱκέσθην πολυπίδακα , μητέρα θηρῶν , Λεκτόν : ἡ διπλῆ |
| εὐμηκεστάτους τῶν κλάδων ἑκατέρωθεν ἐπισπασαμένους περιειλῆσαι πάντοθεν . τὴν δὲ Ἀδμήτην λύσασαν αὐτὸ ἁγνίσαι καὶ στῆσαι πάλιν ἐπὶ τοῦ βάθρου | ||
| εὐμηκεστάτους τῶν κλάδων ἑκατέρωθεν ἐπισπασαμένους περιειλῆσαι πάντοθεν . Τὴν δὲ Ἀδμήτην λύσασαν αὐτὸ ἁγνίσαι καὶ στῆσαι πάλιν ἐπὶ τοῦ βάθρου |
| θαλάσσῃ καὶ ἥδιστα . τὸ δὲ ἐξ ἀρχῆς καὶ τὴν Λέβεδον ἐνέμοντο οἱ Κᾶρες , ἐς ὃ Ἀνδραίμων σφᾶς ὁ | ||
| Κυδρῆλος δὲ νόθος υἱὸς Κόδρου Μυοῦντα κτίζει : Ἀνδρόπομπος δὲ Λέβεδον καταλαβόμενος τόπον τινὰ Ἄρτιν : Κολοφῶνα δ ' Ἀνδραίμων |
| ἔχων τὸν Ἕλλης τάφον τῆς Ἀθάμαντος , ἐν ἀριστερῇ δὲ Καρδίην πόλιν , διὰ μέσης δὲ πορευόμενος πόλιος τῇ οὔνομα | ||
| αὐλητάς : μεθ ' ὧν δὴ καὶ στρατεύεται ἐπὶ τὴν Καρδίην . καὶ ἐπειδὴ ἡ μάχη συνειστήκει , ἐκέλευσεν αὐλεῖν |