| κρεῖττόν ἐστιν ἐμφανὴς φίλος ἢ πλοῦτος ἀφανής , ὃν σὺ κατορύξας ἔχεις . ὡς θύουσι δ ' οἱ τοιχωρύχοι , | ||
| κρεῖττόν ἐστιν ἐμφανὴς φίλος ἢ πλοῦτος ἀφανής , ὃν σὺ κατορύξας ἔχεις . ὡς θύουσι δ ' οἱ τοιχωρύχοι κοίτας |
| τὴν οὖσαν ἐν τῷ Δαδουὴλ κἀκεῖ βάλε αὐτόν , καὶ ὑπόθες αὐτῷ λίθους τραχεῖς καὶ ὀξεῖς καὶ ἐπικάλυψον αὐτῷ τὸ | ||
| . Εἰς δὲ τὸν λύγγουρον λίθον γλύψον γῦπα , καὶ ὑπόθες ὀλίγον λίβανον καὶ ἀκρόπτερον τοῦ πτηνοῦ καὶ φόρει . |
| ὠμὴν συλλείου , καὶ ὅταν κερατοειδὲς γένηται , εἰς ὀθόνην ἐμπλάσας ἐπιτίθει , καὶ παραχρῆμα παύει . [ Περίχρισμα ὀφθαλμῶν | ||
| ' ἐπιμένει , κατακλίνας τὸν πάσχοντα καὶ λίτρον ὠμὸν λεῖον ἐμπλάσας εἰς τὸ οὖς , ὄξος δριμὺ χλιαρὸν ἔγχει . |
| τέχνην δεομένην ξενικῶν τινων εἰσαγωγίμων μηδενὸς ἀναγκαίου χάριν μήτε τις ἀγέτω , μήτε αὖ τῶν ἐν τῇ χώρᾳ ἀναγκαίων ἐμμένειν | ||
| σύμβουλος . οὐθὲν κωλύει με . ταῦτα δὲ εἴσω τις ἀγέτω τὴν ταχίστην ἐκποδών . καὶ τί ποτ ' ἂν |
| Εἰ σπόδρ ' ἐπιτυμεῖς τὴ γέροντο πυγίσο , τὴ σανίδο τρήσας ἐξόπιστο πρώκτισον . Μὰ Δί ' , ἀλλὰ λύσω | ||
| σφαιρία δίδου τὸ ἀπόβρεγμα τῆς κολοκυνθίδος , οὕτω ποιῶν : τρήσας κολοκυνθίδα μεγίστην καὶ ἐκκενώσας τὰ σπέρματα μόνα , ἐγκαταλιπὼν |
| ναύκληρος ἀποθύει τις εὐχήν , ἀποβαλὼν τὸν ἱστὸν ἢ πηδάλια συντρίψας νεώς , ἢ φορτί ' ἐξέρριψ ' ὑπέραντλος γενόμενος | ||
| καὶ ἀναβαίνοντα ὑπὲρ τὰ νῶτα τοῦ οὐρανοῦ καὶ τὰ πτερὰ συντρίψας ἰσοδίαιτον τοῖς πολλοῖς ἐποίησεν , καὶ τὸ μὲν τραγικὸν |
| ἐὸν ἀποκαθήρας , σίδην ἐν οἴνῳ μέλανι ἑψήσας , τούτῳ περιπλύνας , εἴσω ἀπωθέειν , εἶτα μέλι καὶ ῥητίνην μίξας | ||
| ῥῖνα προστιθέναι καὶ παροξύνειν τὸν ἄνθρωπον . Ἢ ὕδατι θερμῷ περιπλύνας σίδια , καὶ στυπτηρίην τρίψας ἐν οἴνῳ λευκῷ , |
| καὶ οἴνου συνεψήσας , ἕως πάχος σχῇ σύμμετρον , εἰς μοτὸν χρίων ἐπιτίθει . Ῥοιὰν γλυκεῖαν ἑψήσας ἐν οἴνῳ καὶ | ||
| καὶ γλίσχρον τῷ δακτύλῳ ψαυόμενον , καὶ ὀλίγον , ἐντιθέναι μοτὸν κασσιτέρινον κοῖλον : ἐπὴν δὲ παντάπασι ξηρανθῇ ἡ κοιλίη |
| γράφεται : οἷον , ἰξός : ἴξαλος : ἰξεύω : ἰξευτής : ἰξύς : ἴξω : σχίζω : καὶ τὸ | ||
| γράφεται : οἷον , ἰξός : ἴξαλος : ἰξεύω : ἰξευτής : ἰξύς : ἴξω : σχίζω : καὶ τὸ |
| πτισάνης χυλόν , τρῖβε : καὶ ὅταν μέλαν γένηται , θερμήνας κατάχριε . ὄρυζαν , κυάμους ἐρειχθέντας , πτισάνην ἕψει | ||
| μαστίχης . ἐκ γὰρ τούτων ἁπάντων ἀναπλάσας τὸ κολλύριον καὶ θερμήνας πυρί , σιάλῳ τὴν σφραγῖδα προχρίσας ἐπετίθει καὶ ἀπέματτε |
| ζεούσῃ σποδιᾷ ἐπιχύσας τάραξον καὶ ἐπίθες ἢ ὄξος ἢ νεαρὰν κοπρίαν ἐπίδησον . ὄφρα δὲ καὶ πάσῃσι : νῦν καθολικῶς | ||
| ; ὥστε ἄν σοι δοκῇ καὶ ἐνθυμηθῇς τι τοιοῦτον , κοπρίαν μᾶλλον περιβλέπου κομψήν , ἐν ᾗ πυρέξεις , ἀποσκέπουσαν |
| μὲν οὖν ὄρνιθες ὡς ἐπὶ νεκρὸν ὥρμησαν , ὁ δὲ Φύλιος πιέσας τῶν σφυρῶν δύο καὶ κατασχὼν ἀπήνεγκε πρὸς τὸν | ||
| μέχρι πρὸς τὸν βωμὸν τὸν τοῦ Διός . ὁ δὲ Φύλιος ἀμηχανῶν ὅτι χρήσεται πρὸς τὸ ἐπίταγμα ηὔξατο συλλαβέσθαι αὐτῷ |
| τῶν Μακεδόνων προασπίζοντος , καὶ ἐν τούτῳ οἱ μὲν τὸν μοχλὸν ὅτῳ εἴχετο ἡ κατὰ τὸ μεταπύργιον πύλη κατασχίσαντες ἐπ | ||
| ἵνα μὴ πλέον ἐξαιρομένη μετεωρίζηται τῷ καρκίνῳ ἢ ὥστε τὸν μοχλὸν ὑπωθεῖσθαι ἐπικλειομένων τῶν πυλῶν καὶ ἀνοιγομένων : τὸν δὲ |
| ἐπὶ δὲ τῶν νηπίων καὶ χόνδρος ἁλὸς καθ ' ἑαυτὸν ἐντίθεται ἐλαιωθείς , καὶ μέτρον πυρῆνι ὅμοιον , καὶ ἀγλιθάριον | ||
| λέγομεν πειρίνθια , τὰ ἐπὶ τῆς ἁμάξης , εἰς ἃ ἐντίθεται τὰ πρὸς τὴν χρείαν , ἕνεκα τοῦ πλείω χωρεῖν |
| , ἐκκριθῆναί τ ' ἐκ τῶν παίδων καὶ χλευασθέντα αὐτίκα προσβῆναι τοὺς ἄνδρας καὶ νικῆσαι . δηλοῦν δὲ τοῦτο καὶ | ||
| ἡ πρόσθεσις ἐγένετο : ἔπειτα μέντοι εὐθὺς αἰσθομένων , πρὶν προσβῆναι , ἀπήγαγε πάλιν κατὰ τάχος τὴν στρατιὰν καὶ οὐκ |
| εἰσέλθῃς καὶ φύγωσι πάντες τὸ τέρας ἰδόντες . “ καὶ εἰσελθοῦσα θεωρεῖ ἔτι μαχομένας τὰς συντρόφους καὶ λέγει ” τί | ||
| αὐτήν . ὁ δὲ ὑπέδειξεν αὐτῇ τὴν ἑαυτοῦ καλύβην , εἰσελθοῦσα δὲ ἐκρύπτετο εἰς τὰς γωνίας . τῶν δὲ κυνηγῶν |
| . ἦν δὲ τὸ προβούλευμα τοιόνδε : Λάρκιον μὲν καὶ Κλοίλιον τοὺς τότε ὑπατεύοντας ἀποθέσθαι τὴν ἐξουσίαν , καὶ εἴ | ||
| τὴν κρατίστην περὶ αὑτὸν εἶχεν , ἐκ δὲ τῶν ὑπολειπομένων Κλοίλιον ἐκέλευσε τὸν συνύπατον ἣν αὐτὸς ἐβούλετο λαβεῖν , τὴν |
| ἔργῳ ἀποδεικνὺς οἵους δεῖ εἶναι . καί τις εἶπε : Κἄπειτα τοιοῦτον ὄντα οὐ φιλεῖς αὐτὸν ὥσπερ τοὺς συγγενεῖς ; | ||
| . Ὅρκους δ ' ἐκεῖ καὶ πίστιν ἀλλήλοις δότε . Κἄπειτα τὴν αὑτοῦ γυναῖχ ' ὑμῶν λαβὼν ἄπεις ' ἕκαστος |
| τὸ στόμα τῶν ὑστερέων ἐῇν προσκεῖσθαι ἡμέρην καὶ εὐφρόνην : λουσαμένη δὲ καὶ ἀφαιρεομένη , διανιζέσθω ὕδατι εὐώδει . Καθαρτικὸν | ||
| , ἀνὰ δραχ . αʹ . ὕδατι ἀναπλάσας κολλύριον προστίθει λουσαμένη , πινέτω δὲ ἐν τῷ προστίθεσθαι γλήχωνος ἀφέψημα . |
| ὑδρομέλιτι . Πρὸς δηγμὸν στομάχου , στόματος καὶ κοιλίας . Ἀνδράχνην καθεψήσας ὕδατι ὡς λειφθῆναι τὸ τρίτον , κοτύλην πρόσφερε | ||
| , δίδου : καὶ τάχιον οὐρῆσαι ποιεῖ τὸν λίθον . Ἀνδράχνην χυλίσας ξήραινε τὸν χυλὸν καὶ καταπότια ποιήσας , δίδου |
| ἰσχυρὸν καὶ ἀς βράσῃ ὥρας δʹ : καίεται γὰρ τὸ χάλκωμα καὶ γίνεται τοιοῦτον ὅ τι τρίβεται ὥσπερ ἅλας : | ||
| λύχνον ἐντίθει εἰς κοῖλον λοπάδιον ὀστράκινον καινόν , εἶτα περικάθαψον χάλκωμα εἰς κοῖλον τετρημένον κατὰ μέσον ἐπιμελῶς , ὑποτιθείς τε |
| τοῖς ἑταίροις . ὄνος ξύλων γόμον φέρων λίμνην διέβαινεν . ὀλισθήσας δέ , ὡς κατέπεσεν , ἐξαναστῆναι μὴ δυνάμενος ὠδύρετό | ||
| ῥᾳδίως ὑφιστάμενος . ὄνος ξύλα βαστάζων διέβαινέ τινα λίμνην . ὀλισθήσας δὲ ὡς κατέπεσεν , ἐξαναστῆναι μὴ δυνάμενος ὠδύρετό τε |
| ῥιζῶν χυλὸν ἐγχέοντα ἢ ἐλατήριον ἢ χάλκανθον ϲὺν γάλακτι καὶ πταρμικὸν προϲφέρειν δι ' ἐλλεβόρου λευκοῦ καὶ ϲτρουθίου καὶ ἀποφλεγματίζειν | ||
| ἐχεκόλλων καὶ καθεὶς πρᾴως ἐπισπῶ . μὴ ὑπακούσαντος δέ , πταρμικὸν εἰς τὰς ῥῖνας ἐνιεὶς τὸ στόμα ἔμφραττε καὶ τοὺς |
| Ἰχθύων κε βο λβ γʹ εʹ τῶν ἐπὶ τοῦ δεξιοῦ ἀκροχείρου γ ὁ νότιος . . . . . . | ||
| Ϛʹ βο ιε Ϛʹ γʹ με ὁ ἐπὶ τοῦ ἀριστεροῦ ἀκροχείρου ὁ καλούμενος Στάχυς . . . . Παρθένου κϚ |
| μηνός , κινεῖ γὰρ καὶ τὸ καταμήνιον . Ἄλλο . Ὀπὸν κυρηναϊκόν , ὀποπάνακα , πηγάνου φύλλα , ἴσα λειώσας | ||
| . Βούτυρον καὶ στυπτηρίην μέλιτι δεύσας ἐν ὀθονίῳ προστίθει . Ὀπὸν σκαμμωνίης καὶ στέαρ ἐν μάζῃ ξυναναμίξας , οἴνῳ δεύσας |
| καὶ ἐκέλευσε τοὺς παῖδας ἑνὶ ἑκάστῳ λαβεῖν τὴν δέσμην καὶ συνθλάσαι . οἱ δὲ δοκιμάσαντες οὐκ ἠδυνήθησαν . ὕστερον δὲ | ||
| μέγεθος : καὶ ὀρόβους καταῤῥηγνύντας καὶ ἀλέσαντας ἅπαξ , ὡς συνθλάσαι μόνον καὶ διελεῖν , μιγνύναι ταῖς βαλάνοις , καὶ |
| τῷ συμποσίῳ ἀποσκώπτων , ἐπειδή ποτε καὶ ἐπὶ τὸν Θεσμόπολιν καθῆκε τὸ σκῶμμα , ” Περὶ δὲ Θεσμοπόλιδος , “ | ||
| καὶ συμβαλόντες ἐνίκησαν τοὺς βαρβάρους . Ἀγησίλαος ἐπὶ Σάρδεις ἐλαύνων καθῆκε λογοποιοὺς , ὡς ἐξαπατῶν Τισαφέρνην στέλλεται μὲν φανερῶς ἐπὶ |
| αὐτοῖς τῶν θεῶν τὸν χόλον , ἐγίνετο . Ὡς δὲ καθῆκεν ὁ τῶν ἀρχαιρεσιῶν χρόνος , ἐλθόντων τῶν ὑπάτων πολλὴ | ||
| , φησὶν Ἐρατοσθένης , πότερον τὴν αὐτὴν ἀνεδίδαξεν ἢ ἑτέραν καθῆκεν , ἥτις οὐ σῴζεται . Κράτης μέντοι δύο οἶδε |
| τῶν πατρικίων μετιόντας αὐτὴν ἄνδρας ἐπιφανεῖς χιλιάρχους ἀποδεικνύουσιν , Αὖλον Σεμπρώνιον Ἀτρατῖνον καὶ Λεύκιον Ἀτίλιον Λοῦσκον καὶ Τίτον Κλύλιον Σικελόν | ||
| σιωπώντων ἁπάντων ἔτι μᾶλλον ὑπώ - πτευε : καὶ τὸν Σεμπρώνιον εἴτε ἐπιγινώσκων Ῥωμαῖον ὄντα καὶ ἐστρατευμένον ἑαυτῷ , εἴτε |
| σμικρότητα αὐτῶν . τὰ ῥυγχία ] τὴν ῥῖνα . τὸν σάκκον ] διὰ δύο κκ τὸ “ σάκκος ” . | ||
| ' ἀμφίθεσθε καὶ ταδὶ τὰ ῥυγχία , κἤπειτεν εἰς τὸν σάκκον ὧδ ' εἰσβαίνετε . Ὅπως δὲ γρυλλιξεῖτε καὶ κοΐξετε |
| ἄκρον , εἶτα αἰεὶ μᾶλλον , ὁμοῦ τε ἐπιστρέφειν καὶ ἀπωθέειν κυκλόσε τὸ δαίδιον : καὶ ὁκόταν σμικρὸν προσδέξηται , | ||
| . Τουτέοισι κατάτασις ἰσχυρὴ ποιητέη , καὶ τὸ μὲν ἐξέχον ἀπωθέειν , τὸ δ ' ἕτερον ἀντωθέειν , δύο εἴδεα |
| περιελίξαϲ ἔριον καὶ ἐμβάψαϲ ῥητίνῃ ἀνάϲπα ἢ διά τινοϲ τῶν ἐχεκόλλων φαρμάκων ἢ δρωπάκων . μὴ ὑπακούϲαντοϲ δέ , πταρμικὸν | ||
| ἔριον περὶ μηλωτίδα καὶ βάψαντεϲ ῥητίνῃ τερεβινθίνῃ ἤ τινι τῶν ἐχεκόλλων καὶ καθέντεϲ ἠρεμαίωϲ εἰϲ τὸν ἀκουϲτικὸν πόρον : εἰ |
| μῆνα τῆς σελήνης , κατὰ τὴν τάξιν . ἄγειν ] διαβιβάζειν , φέρειν , τηρεῖν , ποιεῖν . οὐ ” | ||
| ' ἐν ταῖς αὐταῖς ταύταις ναυσὶ καὶ εἰς Θήβας στράτευμα διαβιβάζειν , εἰ μὲν βούλοιντο , ἐπὶ Φωκέων , εἰ |
| ἑκάστην χώνην πρόδηλος γινόμενος λαμπρότερος ἢ πρὶν ἕτερον τὸν φάρμακον ἐμβληθῆναι . Ὅταν οὖν χωνευθῇ καλῶς , ἀπόχεε εἰς ἀγγεῖον | ||
| καὶ Κουάδοις συνεπλέκετο . ἠξίου δὲ ὁ χρησμὸς δύο λέοντας ἐμβληθῆναι ζῶντας εἰς τὸν Ἴστρον μετὰ πολλῶν ἀρωμάτων καὶ θυσιῶν |
| φιλανθρώπως παραλαβών , ἐσθῆτι καὶ τροφῇ καὶ τῇ λοιπῇ χρείᾳ ἀναπαύσας ἕως Μεσσήνης διέσωσε . Καρθάλων μὲν ὁ Καρχηδόνιος μετὰ | ||
| ἔθος ἐστὶ Ῥωμαίοις , αὐτὸς ἐνέπρησε τοῖς ἐνυαλίοις θεοῖς , ἀναπαύσας δὲ τὴν στρατιὰν ἐπ ' ὀλίγον ἐς τὸν Εὔριπον |
| φλεγμαίνοιεν , ταχέωϲ αὐτὸ λάβωμεν . αἱμορραγοῦντοϲ δὲ τοῦ πόρου ϲπόγγον ὕδατι ψυχρῷ δεύϲαντεϲ ἐπιθήϲομεν καὶ τοῖϲ ἄλλοιϲ προϲφόρωϲ χρηϲόμεθα | ||
| κεχρονικὸϲ δὲ οἴδημα προϋπαλείψαϲ ἐλαίῳ τὸ μόριον , εἶτα ἐπιθεὶϲ ϲπόγγον ἐκ κονίαϲ καὶ ϲφίγξαϲ βιαιότερον θεραπεύϲειϲ . διαφορεῖ δὲ |
| ἀστὴρ διᾴττουσα , εἶτα ἀπέκρυπτεν αὑτὴν διαθέουσα ἢ δρυμὸν ἢ λόχμην ἤ τι ἄλλο τῶν ἐν ὄρει δάσος . καὶ | ||
| ἀλλήλας λανθάνειν ἐβουλόμεθα : θατέρᾳ δὲ οἱ ἄνθρωποι ὑπὸ τὴν λόχμην παρήρχοντο . οὕτως μικρὰ παρεμπορευσαμέναις τῆς ἀφροδίτης πάλιν συνειστήκει |
| . ποτὶ γλωχῖνα : πρὸς τὴν γωνίαν τοῦ θρόνου . λέχριος : πλαγίως . ἐνδρομίδας : κυρίως τῶν κυνηγῶν τὰ | ||
| ἔδωκε μόσχῳ λάλον Ἄπιδι στόμα . παρὰ δ ' αὐτὸν λέχριος στὰς ἐλιχμήσατο στολήν , προφανῶς τοῦτο διδάσκων , Ἀποδύσῃ |
| , ἀλόης γραμμάρια ἑπτά , μαστίχης γραμμάρια δώδεκα , μέλιτος ξέστην ἕνα , οἴνου ξέστας πέντε . Ἄλλο [ μελαγχολικοῖς | ||
| ἐκτίθεται βοήθημα ἐκλεκτόν . Μύρτων μελάνων χωρὶς τῶν γιγάρτων ἰταλικὸν ξέστην ἕνα , ῥόδων ἄνθους τὸ ἴσον , φοινίκων σάρκας |
| πινόμενον θεραπεύει . Μελιτηρὸν ἀγγεῖον οὐκέτι ἔχον μέλι παρασκευάσας ἐπίβαλλε σκίλλαν εἰς λεπτὰ διαθρύψας ταῖς χερσίν , εἶτα πωμάσας στεγανῷ | ||
| ῥαγέν . Περιαλείφουσι δὲ οἱ μὲν πηλὸν μόνον οἱ δὲ σκίλλαν ὑποτιθέντες εἶτ ' ἄνωθεν τὸν πηλὸν ἐπὶ τούτῳ δὲ |
| πρίν τι γενέσθαι τῶν εἰωθότων , ὁ ναύκληρος εἰς Ἀθήνας συνέτεινε , τῶν μὲν ἄλλων βαδιζόντων , ὁ δὲ βαδίζειν | ||
| Δρύαντα . Καὶ ἡγεῖσθαι κελεύσας ἐπὶ τὴν τοῦ Λάμπιδος ἔπαυλιν συνέτεινε δρόμον : καὶ καταλαβὼν ἄρτι εἰσάγοντα τὴν Χλόην , |
| βαλὼν ἐν χύτρᾳ καινῇ , στῆσον εἰς κυθρόποδα , καὶ περιχρίσας πέριξ πηλῷ τετριχωμένῳ , καὶ ποιήσας τὸ πέριξ τοῦ | ||
| . ἄλλο . βάλανον ὀπίῳ ἐν χυλῷ τῆς θρίδακος τετηγμένῳ περιχρίσας εἰς δακτύλιον ἐντίθετι . [ Πρὸς διάῤῥοιαν γαστρός . |
| ὑδρωπικοί πίθου ] τοῦ ἀγγείου φλογιῇ ] πυρί θάλψας ] θερμάνας κύτος ] τὸ βάθος , τὸ πλάτος . τὸ | ||
| τῷ δακτυλίῳ . ἄλλο . σκορόδου σκελιδόνιον αʹ . κονίᾳ θερμάνας θὲς εἰς τὸν δακτύλιον καὶ σκύβαλα κατασπάσας ὑγίασται . |
| ναυτικῶν ὁρισμάτων ἔνδον κατεκράτησε τὸν στρατὸν μόλις , καὶ ναῦς ἀνάψας γῇ χαρίζεται φέρων , ἄπιστον εἰδὼς τὴν ὑγρὰν εὐεργέτιν | ||
| : ὅταν ὁ Ἀντήνωρ ὁ πορθητὴς τῆς πατρίδος βαρὺν πυρσὸν ἀνάψας εἰς σημεῖον τοῖς Ἕλλησι καὶ τὸν δούρειον ἵππον τὸν |
| ' Ἐφόρῳ . οἱ δ ' Ἀθηναῖοι „ ἐν τῇ Σηστῷ ” φασιν . ὁ πολίτης Σήστιος : ἔστι δὲ | ||
| Νικίππου τοῦ ναυκλήρου ναυτικὸν ἀνειλόμην , ὃς ἔτυχεν ὢν ἐν Σηστῷ , ἐπόγδοον , σωθέντος δὲ τοῦ πλοίου Ἀθήναζε ἀποδοῦναι |
| καὶ ἕψε μαλακωτάτῳ πυρί , σπαθίζων ἕως ἂν συστραφῇ : ὑπόκαιε δὲ ξύλα ἀμπέλινα ξηρά . Κηρωτὴ ποδαγρικὴ ἡ διὰ | ||
| ἐπὶ ἡμέρας ζʹ . Εἶτα μετάβαλλε ἐν λοπάδι , καὶ ὑπόκαιε ὥρας γʹ . Εἶτα ἀπόξυσον τὴν ἄχλην , καὶ |
| . . . . . ἐπὶ τοῖς ὅπλοις ἀκκίζεται . περίθες σεαυτῷ τὸν πνιγέα . ἀφάρμακον χρῶμ ' Οἰδίποδος Ἀφροδίσιος | ||
| οὐκ ἀγοράζεις με ; “ ὁ ἔμπορος : ” μὴ περίθες μοι πρᾶγμα , ὅτι οὐ θέλω σε ἀγοράσαι . |
| στοιχείων . διαιρεθεῖσάν τε κατὰ ἁρμονικὰ διαστήματα δύο κύκλους ποιεῖν συνημμένους , ὧν τὸν ἐντὸς κύκλον ἑξαχῆ τμηθέντα τοὺς ἅπαντας | ||
| ψυχῆς , διελεῖν τὸν ἕνα κύκλον καὶ ποιῆσαι δύο δισσαχῇ συνημμένους , τὸν μὲν ἐκτός τε καὶ περιέχοντα , τὸν |
| ἑτοίμην παρέχονται τὴν χορηγίαν τοῖς χρείαν ἔχουσιν ἱματίων ; ἐπέταξε προσδῆσαι τοῖς κίοσι καὶ πληγὰς ἐμφορήσας ἐξαπέστειλεν ὑπερηφάνως . Ὅτι | ||
| τὴν κλίμακα , τὰς δὲ χεῖρας παρατανύσαντα πρὸς τὸ σῶμα προσδῆσαι καὶ μὴ πρὸς τὴν κλίμακα . τὸ μέντοι ἄλλο |
| οὑξ Ἀθηνῶν δεινὸς ἡνιοστρόφος ἔξω παρασπᾷ κἀνοκωχεύει παρεὶς κλύδων ' ἔφιππον ἐν μέσῳ κυκώμενον . Ἤλαυνε δ ' ἔσχατος μέν | ||
| ἱερεὺς Διονύσου νεόκοπον κάρδοπον ἀνακές ἀνεσκιρτημένας βαλλαντίδια βίος ἐλεινόν ἐλελήθεισαν ἔφιππον μεμβράδες νεανισκεύεται χορδῶν Πείσανδρος εἰς Πακτωλὸν ἐστρατεύετο , κἀνταῦθα |
| τῷ μαγείρῳ σταυροῦ ἂν τιμήσαιτο , εἰ τὰ κρέα ἕψων καθεὶς τὸν δάκτυλον τοῦ ζωμοῦ τι περιελιχμήσατο ἢ ὀπτωμένων ἀποσπάσας | ||
| τὸ αἰδοῖον ἄκρον ἐπιτεμὼν συνέτρησεν εἰς τὸν οὐρητῆρα , καὶ καθεὶς ἀργυροῦν καυλίσκον ταύτῃ τὰ περιττώματα τῶν ὑγρῶν ἐξεκόμιζε , |
| ἀποσπάσαι τοὺς πολεμίους καὶ διελθεῖν ἀσφαλῶς , τόπον ὕποπτον συνιδὼν ἀναβιβάσας τῶν σαλπιγκτῶν ἐπὶ τοὺς ἵππους καὶ συμπέμψας αὐτοῖς ὀλίγους | ||
| τεῖχός τε περιεβάλετο τῷ ἱερῷ καὶ μισθοφόρους ἤθροιζε πολλούς , ἀναβιβάσας τοὺς μισθοὺς καὶ ποιήσας ἡμιολίους , καὶ τῶν Φωκέων |
| . οἱ δὲ ἐπὶ μακρὸν ταλαιπωρηθέντες ἔλυσαν αὑτοὺς , φίλου ῥίνην εἰσπέμψαντος , ᾗ χρησάμενοι τὰ δεσμὰ διέσπασαν καὶ οἰκετικαῖς | ||
| κρίνω πίνω κλίνω σίνω . τὸ δὲ ῥινῶ παρὰ τὴν ῥίνην . τούτοις ὅμοιον καὶ τὸ κοινῶ . Τὰ εἰς |
| σχινίνου ἐλαίου καὶ μηλίνου ἀνὰ οὐγκίας τρεῖς : οἴνῳ εὐώδει ἀπόβρεχε τοὺς φοίνικας . Ἀντικείμενον τῇ ἀνορεξίᾳ πάθος ἐστιν ἡ | ||
| ἀπόπλυνον ὄξει τρίς : καὶ λαβὼν εἰς ἄγγος ὑέλινον , ἀπόβρεχε ἅλμῃ δικαίᾳ ἡμέρας βʹ . Εἶτα καὶ ἀποσειρώσας , |
| τὰ αὐτά . Ὄξος ὡς ὀξύτατον λευκὸν , μέλι , στυπτηρίην αἰγυπτίην , νίτρον ὡς ἄριστον ἡσύχως φρύξας , χολῆς | ||
| ἐπιπάσσειν , καὶ τὴν λεπίδα τοῦ χαλκοῦ , καὶ τὴν στυπτηρίην , καὶ τὴν χαλκῖτιν μετὰ τοῦ χαλκοῦ , καὶ |
| οὐχὶ μεθιστάνειν καὶ ἱστάνειν . μαλακιᾶν : τὸ ὑπὸ κρύους ναρκᾶν . μανόν : τὸ ἀραιὸν οὕτω λέγουσιν οἱ Ἀθηναῖοι | ||
| θηρεύει δ ' εἰς τροφὴν ἑαυτῆς τὰ ἰχθύδια προσαπτομένη καὶ ναρκᾶν καὶ ἀκινητίζειν ποιοῦσα . Δίφιλος δ ' ὁ Λαοδικεὺς |
| αὐτοῦ δακτύλου , εἶτα προϋποχρίσας ἐλαίῳ τὸν τόπον ἢ ἐρίου πτύγμα ἐλαιοβραχὲς προϋποθεὶς τῷ κοίλῳ τόπῳ , κατὰ μίαν σπύραθον | ||
| ἔριον μέλιτι κεχριϲμένον ἢ κροκύδα μεθ ' ὕδατοϲ ἄνωθέν τε πτύγμα ἐπιδεῖν ἡϲυχῆ . ϲυμφέρει δὲ τούτοιϲ καὶ θάλαϲϲα ψυχρὰ |
| καὶ τὰ ἀπὸ τῶν σιτίων πρὸς τοὐκτὸς ἀποχωρεῖ , οὐδὲν ἐπιδεῖ κλυσμοῦ : ἢν δὲ τὰ μὲν μὴ ἀποκρίνηται , | ||
| ἀναβὰς ᾠήθη τὴν πρώτην ἀρχὴν εὑρηκέναι : τί γὰρ καὶ ἐπιδεῖ τῇ πάντα συλλαβούσῃ ἐν ἑαυτῇ τὰ ἑαυτῆς πληρώματα , |
| , τήρει ἐπὶ ἡμέρας τρεῖς ἢ καὶ πλείους , καὶ πώμασον αὐτὸ εἰς τὴν τρίτην . τοῦτό ἐστι τὸ καλούμενον | ||
| βρύου κινστέρνης κεκαυμένου καὶ τετριμμένου καλῶς μέρος ὀλίγον . Εἶτα πώμασον αὐτὸ : καὶ ἐπιχρίσας ἀσφαλῶς τὸ ἐν τῷ στόματι |
| Ψιμυθίου λι . α , λιθαργύρου # γ , μολίβου ϲκωρίαϲ # γ ἢ μολίβου κεκαυμένου : πάντα δὲ πεπλυμένα | ||
| Ψιμυθίου # ι , λιθαργύρου # ε , λιβάνου , ϲκωρίαϲ μολίβου , ϲχιϲτῆϲ ϲτυπτηρίαϲ ἀνὰ # β : ἀθαλαϲϲέῳ |
| μὲν Ἰβηρίας , ἡγεμονεύοντι δ ' αὐτῆς διὰ φίλων . κατεκάλει δὲ καὶ τοὺς φεύγοντας ὁ Καῖσαρ , πλὴν εἴ | ||
| ὀλίγας ἐλθὼν ὡς ἐθεάσατο αὐτὸν ἐπὶ τοῦ δώματος κοιμώμενον , κατεκάλει πρὸς αὐτὸν ὑπομιμνῄσκων τῶν ὁμολογιῶν . ὁ δὲ ὑποτυχὼν |
| τῆς Μακεδονίας Ὀκταβιανῷ καὶ Ἀντωνίῳ : Λέπιδον γὰρ ἔδοξε πρὸς παραφυλακὴν τῆς Ἰταλίας μένειν : νικῶσιν οὐκ ἔξω πληγῆς : | ||
| ' ἑκάστην πόρταν ἤτοι πύλην ἄρχοντα τὸν πλησίον ἀπληκεύοντα πρὸς παραφυλακὴν αὐτῆς , ἔσω τε δὲ παρ ' αὐτὰς τὰς |
| ξηρᾶς στρατόν , ἢν προσβάλῃ τῷ τείχει . αὐτὸς δὲ ἀπολεξάμενος ἐκ πάντων : ἀποκόψας ἐκ τῶν προσόντων τῷ τείχει | ||
| θάλασσαν , ἀνορθοῦν . καταβάλλει δὲ καὶ θεμελίους τῶν βασιλείων ἀπολεξάμενος , ὅπερ ἔφην , τὸν πλεῖστον καὶ κάλλιστον χῶρον |
| ἐνθυμηθεὶς πρὸς ἑαυτὸν καὶ Γράκχῳ τὸ τόλμημα ἀνενεγκών , ἐνεπορπήσατο σάγον Ἰβηρικῶς καὶ λαθὼν ἀνεμίχθη τοῖς χορτολογοῦσιν τῶν πολεμίων συνεισῆλθέ | ||
| τὸν Φλάκκον ἐκέλευον , καταθέντα σφίσιν ὑπὲρ τῶν ἀνῃρημένων ἑκάστου σάγον τε καὶ ἵππον καὶ ξίφος , ἀποτρέχειν ἐξ Ἰβηρίας |
| , Γυνδάνης , οὗτος μὲν καὶ νοσῶν ἀπὸ τραύματος ὃ ἐτέτρωτο κατὰ τὴν ὁδὸν ὑπὸ λῃστῶν ἐπιπεσόντων σφίσι : διαμαχόμενος | ||
| τῷ τῶν Ἀρκάδων πλήθει , ἀλλὰ ταχὺ μὲν ὁ Ἀρχίδαμος ἐτέτρωτο τὸν μηρὸν διαμπάξ , ταχὺ δὲ οἱ μαχόμενοι πρὸ |
| καὶ ἔπειτα ὑπερενεγκεῖν τὴν χεῖρα σὺν τῷ ξύλῳ ὑπὲρ τοῦ στρωτῆρος , ὡς ἡ μὲν χεὶρ ἐπὶ θάτερα ἔῃ , | ||
| τὸ στῆθος τοῦ ἀνθρώπου ἱμάτιον ἐπικαθίσαι ἐπὶ τὸ προέχον τοῦ στρωτῆρος , εἶτα προσβάλλειν τὸ στῆθος πρὸς τὸν στύλον πλατέῃ |
| ὅθεν καὶ τὸ αἰγίβοτον καὶ τὸ ἱππόβοτον . ἔρειδε : κατάθου . καὶ πῶς ὦ κίναδ ' εὖ : Σικελιῶται | ||
| βούλει σπερμάτων , καὶ εἰς βάθος μὴ ἔλαττον παλαιστῶν δύο κατάθου , προϋποπάσας ἁπαλὴν κόπρον , καὶ ἀραιὰν διαθείς , |
| : ἡ δὲ νοτὶς ὑπὸ τὰς ῥαφὰς ἀνιοῦσα ἦρδε καὶ συνέκλεισεν αὐτὸ ἐπὶ τὴν κορυφήν , οἷον ἅμμα συναγαγοῦσα , | ||
| : ἡ συστροφή . ὁ δρυμός . καὶ εἴλει : συνέκλεισεν . ἕλικας : τὰς ἑλισσούσας . καὶ κόσμιόν τι |
| αὐτὰς ἀπυρήνους . Ναὶ μὴν καὶ τὸν τῆς ἀμπέλου καρπὸν ὑποβαλὼν κύρτοις , ἐν οἷς ὁ τῆς ἐλαίας καὶ δῆτα | ||
| εὐμεγέθη ϲφαῖραν ἐκ ῥάκουϲ ἢ ἐρίων ἤ τινα τοιοῦτον ὄγκον ὑποβαλὼν τῇ μαϲχάλῃ τὸν ἀγκῶνα τῇ κατ ' αὐτὸν πλευρᾷ |
| οὖν ἐστιν , ὡς ὁ ΕΓ κίων πρὸς τὸν ΑΙ κίονα , ὁ ἀπὸ τῆς ΡΓ κύβος πρὸς τὸν ἀπὸ | ||
| λόγον ἡμῖν νενοημένης ; καθὰ γὰρ οὐκ ἂν εἴπαιμεν τὸν κίονα σωφρονεῖν , κατὰ τὸν αὐτὸν τρόπον οὐδὲ τὸν θεὸν |
| . πρὸς μὲν οὖν τὸν τοῦ ἐξαρθρήματος καταρτισμὸν τὸ σφηνοειδὲς ἐντιθέσθω εἰς τὴν μασχάλην , ἀναγέσθωσάν τε ὑπὲρ κεφαλῆς αἱ | ||
| μὴ φιμὸς γένηται , ἐν μὲν ταῖς πρώταις ἡμέραις πριαπίσκος ἐντιθέσθω , ἐν δὲ ταῖς ἐσχάταις πρὸς τὴν κατούλωσιν σωλὴν |
| καὶ σπονδὰς θεοῖς μέλλωσι λείβειν , ἐν πέπλοις ἔχων τόδε κάθες βαλὼν ἐς πῶμα τῶι νεανίαι ἰδίαι γε , μή | ||
| δὲ τὴν ἄγκυραν ἀπὸ τῆς πρῴρας τῇ γῇ κατέρεισον καὶ κάθες , οὖσαν τὴν ἄγκυραν βοήθημα καὶ ἀλέξημα τῆς χοιράδος |
| στομίων ἐμφράξας συνεπλάκη , καὶ τὸν αὐχένα σφίγξας τοῖς βραχίοσιν ἀπέπνιξε . τὴν δὲ δορὰν αὐτοῦ περιθέμενος , καὶ διὰ | ||
| ἀπέφηνε καὶ γυμνήν : ἐνταῦθά τε ἡ ὕαινα ἐνέφυ καὶ ἀπέπνιξε , καὶ ἐς τὸν φωλεὸν ἀπάγει . καὶ τοῖς |
| Ἕτερος τρόπος ἐμβολῆς : ἢν ἐς τὸ ἔσω ὠλισθήκῃ , στρωτῆρα χρὴ διαδῆσαι μεταξὺ δύο στύλων , ὕψος ἔχοντα σύμμετρον | ||
| σεσάπρισται : σέσηπται , ἔφθαρται . συνθεῖν : συντρέχειν . στρωτῆρα : δοκίδα . | σαρκάζειν : οἱ μὲν σαρκοῦν |
| προκενώσας πρὸ μιᾶς τὴν κοιλίαν διὰ κλυστῆρος , ὑποτίθει τὸν πεσσόν . κατεχέτω δὲ αὐτὸν ἡμέραν ὅλην καὶ νύκτα , | ||
| καὶ προσαντλητέον τὸν κόλπον ἀφεψήματι κενταυρίου λιπαροῦ , καὶ προστιθέναι πεσσόν τινα τῶν μαλακτικῶν παρηγορίας χάριν , καὶ πάλιν ὑποτίθει |
| Χίμαιραν πῦρ πνέοισαν : ἐνίκησε δὲ σὺν αὐτῷ καὶ τὴν πυρίπνουν Χίμαιραν , καὶ τοὺς Σολύμους ἀνεῖλε . Σόλυμοι δὲ | ||
| θηρίον τούτους ἐκάλεσαν , διὰ δὲ τὸ πολεμικὸν καὶ δραστήριον πυρίπνουν . τούτους γοῦν ὁ Βελλεροφόντης ἡττήσας μόλιβδον ἐμβάλλει τοῖς |
| τε καὶ τοὺς ἐμπλέοντας . τὸ μὲν δὴ περὶ τὴν κάλπιν τὴν χρυσῆν τὴν ἐν Χίῳ ποτὲ φανεῖσαν τῇ νήσῳ | ||
| περιρρεομένην ὑπὸ τοῦ ὕδατος πηγήν . ἢ τὴν δυναμένην βάψαι κάλπιν καὶ οὐ περαιτέρω : καὶ ἄλλως : ὡς κοτυλήρυτον |
| ᾐόνος ἀναστρέφοντας μανθάνειν ὅπου ποτε ἔχοι τὴν κεφαλὴν αὐτή , χαλκέῳ δὲ ξίφει κεχρημένους κατὰ δὴ τοῦ λαιμοῦ τοῦ ταύτης | ||
| διὸ καὶ τὸ παρ ' Ὁμήρῳ τινὲς οὕτως ἐξηγοῦνται , χαλκέῳ δ ' ἐν κεράμῳ δέδετο τρισκαίδεκα μῆνας . περὶ |
| ἢ ἄλλῳ τινὶ τῶν βαρυτέρων καὶ κακὸν ὀζομένων , καὶ κάπνιζε , καὶ μὴ πυρία , μηδὲ σιτίῳ μηδὲ πότῳ | ||
| πέπερι , κάρυα , ἀρσενικὸν σχιστὸν συντρίψας καὶ μίξας μέλιτι κάπνιζε . ἄλλο . βούτυρον , στέαρ χηνὸς , ῥητίνην |
| ἢ κατακόψας λεῖα , ἔλαιον παραχέειν , καὶ παραπάσσειν τὸν μόλιβδον ξὺν τῇ σποδῷ , καὶ λωτοῦ ἰχθυημάτων τὸ ἥμισυ | ||
| ] ἐχρῆτο πρὸς τὴν τῶν λύχνων κατασκευήν , ἀλλὰ καὶ μόλιβδον ἐνετίθει ἐντός , ἵνα πολὺ βάρος ⌈ ἔχοντες [ |
| συνίζησις ἰσχάδας ] τὸ ἐκ πολλῶν καταλελειμμένον ] καὶ ἀπολειφθέν ἥγιζεν ] ἁγιάζειν γελοίως σάκταν ] σακούλιον . σάκκον πολλὴν | ||
| εἴ που πόπανον εἴη τι καταλελειμμένον : ἔπειτα ταῦθ ' ἥγιζεν εἰς σάκταν τινά . Κἀγὼ νομίσας πολλὴν ὁσίαν τοῦ |
| γῆς Σαμίας ταρʹ ⊂ κοιλίας περιστερᾶς ταρʹ ⊂ κοιλίας ἀλεκτρυόνος ἀσταφίδων ἄνευ τῶν γιγάρτων ῥόδων ἀνὰ ταρʹ τ ⊂ κόμμεος | ||
| λευκοὺς , δύο χοίνικας τῶν ἐρεβίνθων , χοίνικα δὲ τῶν ἀσταφίδων , καὶ ἐπιχέαι ὕδατος τρία ἡμίχοα , ἔπειτα ἀποχέας |
| καὶ φθείρων τὴν χώραν ἱερὰν οὖσαν , καὶ παμπληθεῖς ὠφελείας ἤθροισεν . ἤδη δὲ τοῦ χειμῶνος συνεγγίζοντος κατὰ μὲν τὴν | ||
| [ ἐπὶ ] τῆς Ἀσίας ἀποδεδειγμένος στρατηγὸς διαπολεμήσων πρὸς Εὐμενῆ ἤθροισεν ἐκ τῆς χειμασίας τὰς δυνάμεις . παρασκευασάμενος δὲ τὰ |
| πόδα πρῴην ἁβρὸν ὄντα νῦν δὲ δοῦλον ἄγετε εἰς τὴν στιβάδα καὶ εἰς τὰ πέτρινα κρήδεμνα καὶ περιβόλαια : ἀμφί | ||
| , εἰ δεηθείη φιλῆσαι , εὐῶδες αὐτῆς . ἀλλὰ καὶ στιβάδα ἐγκαθεύδειν ὡς νύμφῃ παρεσκεύασεν ἁβροτάτην τε καὶ μαλθακήν . |
| πάλιν καὶ ἥρπασεν ἀπὸ τῆς θυσίας : καὶ ἐν τῷ καταδιώκειν αὐτὸν τὸν ἀετὸν ὑπήντησεν αὐτῷ σύαγρος μέγας , ἐξελθὼν | ||
| δὲ τὴν χειμε - ρινὴν ὥραν ὁρῶν περιλαμβάνουσαν τοῦ μὲν καταδιώκειν ἀπέστη , πρὸς δὲ τὴν χειμασίαν ἐπιλεξάμενος τοὺς εὐθετωτάτους |
| ἄλιθον καὶ τυρῶδες ἀποπνέουσαν : ἐνεργεστέραν δὲ τῆς στρογγύλης τὴν σχιστὴν ἡγητέον : καίονται δὲ καὶ ὀπτῶνται ὡς ἡ χαλκῖτις | ||
| ἀγηράτου ἄνθος μίξας δίδου ἀναγαργαρίζειν ἢ κράμβης χυλῷ μίξας στυπτηρίαν σχιστὴν ἀναγαργαριζέτω , ὠφελεῖ καλῶς . [ Καυστικὸν κιονίδος . |
| . ὅτι Ἀριούιστος , Γερμανῶν βασιλεὺς τῶν ὑπὲρ Ῥῆνον , ἐπιβαίνων τῆς πέραν Αἰδούοις ἔτι πρὸ τοῦ Καίσαρος ἐπολέμει , | ||
| οἱ δὲ ἄλλοι φρύγανα ἐμβάλλουσι καὶ ξύλα ὤκιστα , ὧν ἐπιβαίνων , εἰλημμένος τε τοῦ ποδὸς μάλα ἐγκρατῶς τε καὶ |
| Ἰσθμίοις . λαγώς τις εἰσελήλυθ ' : εὐθὺς ἥρπακας . πέρδικα δ ' ἢ κίχλην γε νὴ Δί ' οὐκ | ||
| τίνος μελῳδοῦ πρὸς τὸν ἦχον ὑπνώσεις ; ” ἀφῆκε τὸν πέρδικα , καὶ γενειήτην ἀλεκτορίσκον συλλαβεῖν ἐβουλήθη . ὁ δ |
| ἀπαλλάττει τοῦ πάθους . Ὁ δὲ πνεύμων αὐτοῦ εἰς λεπτὰ τμηθεὶς καὶ ἐπιτεθεὶς βλεφάροις ὀφθαλμῶν οἰδήματα παύει . οἱ δὲ | ||
| τριτάλαινα , κενὸν τόκον ὠδίνασα , καὶ σὺ τέκος , τμηθεὶς οὐχὶ στονύχεσσι λεόντων , ἀλλ ' ἐχθραῖς γενύεσσι λεοντείῃσι |
| μέλιτι δεύων ταῦτα , λείου καὶ χρίε τὸν σπόγγον καὶ ἐντίθει . ἐὰν δὲ μετὰ τὴν σπόγγου ἐξαίρεσιν μὴ δόξῃ | ||
| . χαλκῖτιν λεάναϲ ἀνάλαβε δεδευμένῳ ὕδατι ἐλλυχνίῳ ἢ πριαπίϲκῳ καὶ ἐντίθει τοῖϲ μυξωτῆρϲιν ἢ ᾠοῦ τὸ ὄϲτρακον καύϲαϲ μίϲγε αὐτῷ |
| , τὴν δὲ ϲφίγξιν ἀνιέντεϲ τὸν δεϲμόν , τὸν δὲ θρόμβον ἢ ἐλαίου ἐπιχύϲει ἢ τῇ τῶν δακτύλων ἐπιθάλψει διαλύοντεϲ | ||
| ὁμοίωϲ φυράϲαϲ χρῶ . Πρὸϲ ϲπληνικούϲ . Ϲποδὸν κληματίνην καὶ θρόμβον τρυγίαϲ ὄξουϲ φυράϲαϲ τῇ γῇ χρῶ , ἢ ἀφεψήματι |
| πολέμια . ταῦτα δὲ εἰπόντα νέφει περικαλυφθῆναι καὶ ἀπὸ γῆς ἀρθέντα φέρεσθαι δι ' ἀέρος ἄνω . ὅπως μὲν οὖν | ||
| περὶ τριάκοντα , τοῦ δὲ λοιποῦ πλήθους ἑπτακόσιοι . Οὕτως ἀρθέντα τὰ Μιθριδάτεια πάντων τὸ φρόνημα κατεδούλου . Λεύκολλος δὲ |
| χρὴ ὑπώσαντα τὴν κεφαλὴν τοῦ ξύλου ὑπὸ τὴν μασχάλην ὡς ἐσωτάτω μεσηγὺ τῶν πλευρέων καὶ τῆς κεφαλῆς τοῦ βραχίονος , | ||
| , καὶ εἶθ ' οὕτως προστίθεται . ἐντιθέσθω δὲ ταῦτα ἐσωτάτω περὶ τὸ στόμιον τῆς μήτρας . Ἄλλο . Κηκίδων |
| ὑπάρχει , ὁ δὲ τῶν χρυσοχόων ἀναλογεῖ τῷ ξυστῷ . καυστέον δ ' ὃν ἂν θέλῃς ἰὸν οὕτως : θλάσας | ||
| γένει , σχιστόν τε καὶ εὐθείας τὰς διαφύσεις ἔχον . καυστέον δ ' αὐτοὺς εἰς ὀστράκινον ἀγγεῖον ἐμβαλόντας καὶ ἐπιμελῶς |
| μετὰ μέλιτος χρῶ . [ θʹ . Αἷμα ἀπὸ μυκτήρων ἀποσπᾶσαι . ] Ἡδύοσμον ἀναλαβὼν μέλιτι καὶ κολλύρια ποιήσας θὲς | ||
| ] * Τοῦτο εἶπεν , ὅτι ὁ Πορφυρίων ἐπεχείρει βοῦς ἀποσπᾶσαι ἐκ τῶν Δελφῶν , ἄκοντος τοῦ Ἀπόλλωνος : διὸ |
| δημαρχῶν τοὺς φονέας τοῦ πατρὸς ἐπὶ τὸν δῆμον ἐς δίκην ἀπαγάγοι : Ἀντώνιός τε τῆς ἄρτι συγκειμένης πρὸς τὸν Καίσαρα | ||
| ἀλλ ' ἀλάστορός τις οἰζύς : ἃν μήτε πέλαγος ἅλιον ἀπαγάγοι πάλιν μήτε πατρῶιον ἵκοιτ ' ἐς οἶκον . ὦ |
| : εἰ γάρ τις ἐπιπάσσοι τὸν οὕτω δεδολωμένον ἰὸν ἐπὶ λεπίδα ἢ ὄστρακον , ἔπειτα τούτων τὸ ἕτερον ἐπὶ τῆς | ||
| Ὄλπις δὲ τὸ ὄνομα τοῦ ἁλιέως , ἤγουν παρὰ τὴν λεπίδα τῶν ἰχθύων . ἢ παρὰ τὴν τοῦ σώματος σχέσιν |
| δ ' ἢν παρὰ τὸ γόνυ βούληται , ἄλλους ἱμάντας περιδήσας , ἢ περὶ τὸν μηρὸν , πλήμνην ἄλλην ὑπὲρ | ||
| βίκον ὑαλοῦν , ἔχοντα μέλι καὶ τὴν ἀρχὴν τοῦ λίνου περιδήσας τῷ στόματι τοῦ βίκου πωμάσας ἀποτίθεσο . Χόνδρος γίνεται |
| , ψῦχε : μάλασσε δὲ χερσὶν ἐπὶ πολύ , καὶ πλάσσε μαζία καὶ ἔα βρέχεσθαι ψυχρῷ ὅλην τὴν νύκτα , | ||
| ἀγρίου ⋖ γ , ὀροβίνου ἀλεύρου ⋖ ιϚ . οἴνῳ πλάσσε τροχίσκους καὶ δίδου τριώβολον μετ ' οἴνου . Ἔμπλαστρος |
| ἐπιδείσθω : κατόπιν δὲ τοῦ σωλῆνος νάρθηξ ἐντιθέμενος καὶ συνεπιδεόμενος ἀπευθυνέτω μετὰ τοῦ σωλῆνος τὸ μέρος . τοῖς δὲ μὴ | ||
| παρόρα ἐπὶ τὸν ἡγούμενον . Τὸν ἴδιον λόχον ὁ οὐραγὸς ἀπευθυνέτω . Συντήρει τὰ ἐξ ἀρχῆς διαστήματα . Ἐπὶ δόρυ |
| εὑρίσκεται . πλυτέον δὲ κοινῶς πομφόλυγα τὸν τρόπον τοῦτον : ἐνδήσας αὐτὴν καθαρῷ ὀθονίῳ μέσως ἔχοντι ἀραιότητος , ἢ ξηρὰν | ||
| , ἕψε ἐν ὀξυκράτῳ ἀκρητεστέρῳ : ὁκόταν δὲ ἑψήσῃς , ἐνδήσας ἐς ὀθόνιον , πυριῇν . Φακοὺς φώξας καὶ περιπτίσας |