| περὶ Ὁμήρου λέγεις ἃ λέγεις , ἀλλὰ θείᾳ μοίρᾳ καὶ κατοκωχῇ , ὥσπερ οἱ κορυβαντιῶντες ἐκείνου μόνου αἰσθάνονται τοῦ μέλους | ||
| : τὸ γὰρ ἑρμηνεῦον τὰ θεοῦ προφητικόν ἐστι γένος ἐνθέῳ κατοκωχῇ τε καὶ μανίᾳ χρώμενον . τοιγαροῦν ” ἡ ῥάβδος |
| ἀστράβῃ , καὶ πρὸς συνοχὴν κάλων , ὡς ἐν τῷ Ἀπελλίδος τρισπάστῳ . σφηνοειδές , τοῦτο προηγουμένως κατεσκεύασται ἐπὶ τῆς | ||
| Ἱπποκράτους βάθρῳ ἄξονες , κρυπτοὶ δ ' οἱ ἐν τῷ Ἀπελλίδος τρισπάστῳ καὶ ὁ ἐν τῷ Νυμφοδώρου γλωσσοκόμῳ . οἱ |
| κλυτοτέχνην νόσφι κιόντα : βῆ δ ' ἴμεναι πρὸς δῶμα περικλυτοῦ Ἡφαίστοιο , ἰχανόων φιλότητος ἐϋστεφάνου Κυθερείης . ἡ δὲ | ||
| . Ἐκέλευσεν , ἤγουν ἐπένευσεν ἡ Εἱμαρμένη , ἐκ τοῦ περικλυτοῦ καὶ ἐξακούστου καὶ παντέχνου πυρὸς κατ ' Αἰσχύλον , |
| . Γόννοι , πόλις Περραιβίας , ἀπὸ Γουνέως κληθεῖσα τοῦ ἀπογόνου Κύφου . οὕτως φησὶν Ὅμηρος . ὁ πολίτης Γούνιος | ||
| τὸν Περσέα ἀπὸ χρυσοῦ γεγενῆσθαι : ὃ καὶ βέλτιον . ἀπογόνου γοῦν φησὶ τῆς Περσέως γενεᾶς , ἢ τῆς τῶν |
| διὰ τὴν πρὸς τὸν Πέλοπα τὸν θεῖον αὐτοῦ τιμήν . αὐθένται Ἀμύκοιο : συλληπτικῶς εἶπεν φονέας Ἀμύκου τοὺς ἥρωας , | ||
| . τοῖς δὲ ἀκροαταῖς , ὅτι ἐν μὲν ταῖς συμβουλαῖς αὐθένται εἰσὶν οἱ ἀκροώμενοι : βουλεύονται γάρ , τί αὐτοῖς |
| * Σύνταξις : Ἡ Πυθὼ καὶ τὸ Πελιναῖον καὶ τοῦ Ἀλεύα οἱ παῖδες προσκαλοῦνταί με ὑμνῆσαι τὸν νικητήν , θέλοντες | ||
| δ ' ἀμφοτέραις ] Ὁ δὲ ἀντὶ τοῦ γάρ . Ἀλεύα τε παῖδες ] Ἀνέειπεν ] Ἀνεκήρυξεν . * Σύνταξις |
| τῶν θηρίων περιφρασθέντος δὲ ἀντὶ τοῦ νοήσαντος , ἐγνωκότος , μεμαθηκότος . ἀπὸ αἰτιατικῆς δὲ μετέβη εἰς γενικήν , σε | ||
| ἐπαγγέλλει τὸ τοῦ πατρὸς ἐγχείρημα . Δέει τοίνυν τοῦ γαμβροῦ μεμαθηκότος ἤδη τὴν ἐπιβολὴν , φεύγει , καὶ γενόμενος ἐν |
| , θεασάμενόν γε μὴν τὸ πραττόμενον ἀλγῆσαι , ὥσπερ οὖν τυραννουμένης τῆς μητρὸς ὑπὸ τοῦ δεσπότου , καὶ ἐμπηδῆσαι καὶ | ||
| , θεασάμενόν γε μὴν τὸ πραττόμενον ἀλγῆσαι , ὥσπερ οὖν τυραννουμένης τῆς μητρὸς ὑπὸ τοῦ δεσπότου , καὶ ἐμπηδῆσαι καὶ |
| ἐπαίνους τοῦ Ἡρακλείδου πέρα ἀχθηδόνος : ἰδὼν οὖν αὐτὸν ὁ Ἱππόδρομος ἐν τῇ ἀκροάσει „ ὁ νεανίας οὗτος ” ἔφη | ||
| . ὄνομα δὲ τῇ ἀτορᾷ τὸ ἐφ ' ἡμῶν ἐστιν Ἱππόδρομος , καὶ οἱ ἐπιχώριοι τοὺς ἵππους παιδεύουσιν ἐνταῦθα . |
| Ἄγιδος τοῦ Εὐρυσθένους τοὺς δ ' [ Εὐρυπωντίδας ἀπὸ ] Εὐρυπῶντος τοῦ Προκλέους : τοὺς μὲν [ γὰρ δυναστεῦσαι ] | ||
| ἀπὸ Ἄγιδος τοῦ Εὐρυσθένους , τοὺς δ ' Εὐρυπωντίδας ἀπὸ Εὐρυπῶντος τοῦ Προκλέους : τοὺς μὲν γὰρ δυναστεῦσαι δικαίως , |
| , ἄρξαντος ἐπὶ τεσσεράκοντα ἔτεα , καὶ τοῦ παιδὸς αὐτοῦ Ἀρκεσίλεω , ἄρξαντος ἑκκαίδεκα ἔτεα , οἴκεον οἱ Κυρηναῖοι ἐόντες | ||
| ἐπολιόρκεον τὴν πόλιν ἐπαγγελλόμενοι ἐκδιδόναι τοὺς αἰτίους τοῦ φόνου τοῦ Ἀρκεσίλεω : τῶν δὲ πᾶν γὰρ ἦν τὸ πλῆθος μεταίτιον |
| ἵν ' ᾖ τοῦ τὰ ὄρη ῥηγνύντος τῇ σφοδρότητι . ὀροκτύπου ] τοῦ ἀπὸ τῶν ὀρῶν κατερχομένου καὶ κτυποῦντος ἐν | ||
| τρόπον ὕδατος ἀμαχέτου καὶ ἀπολεμήτου καὶ ἰσχυροῦ διὰ τὸ ἀπείριτον ὀροκτύπου καὶ ἀπὸ τῶν ὀρῶν κατερχομένου μετὰ κτύπου . ἐλεδεμνὰς |
| περιφερομένην ὡς Τηλαύγους ἐπιστολήν , ὅτι τε μετέσχεν Ἱππάσου καὶ Βροτίνου , μὴ εἶναι ἀξιόπιστον . . . . Ὀρφεύς | ||
| οἱ δὲ Βροτίνου . . . καὶ Φυσικά , ἃ Βροτίνου φασίν . . . . [ . , ] |
| . Μυκῆναι δὲ ἐκαλοῦντο τὸ πρότερον Ἄργιον ἀπὸ Ἄργου τοῦ πανόπτου : μετωνομάσθη δὲ Μυκῆναι δι ' αἰτίαν τοιαύτην . | ||
| Ἄπιδος τοῦ Φορωνέως παιδός , Ἄργος δὲ ἀπὸ Ἄργου τοῦ πανόπτου , τελευταῖον δὲ πάντων Πελοπόννησος ἀπὸ τοῦ κρατῆσαι τῆς |
| . . κυανοχαῖτα Ποσειδάων : ἡ διπλῆ ὅτι ἀντὶ τοῦ κυανοχαίτης . . . . . ἡ διπλῆ ὅτι ἅπαξ | ||
| ἑλλανοδίκου , γυνή ὁ μισογύνης τοῦ μισογύνου , χαίτη ὁ κυανοχαίτης τοῦ κυανοχαίτου , τέχνη ὁ κλυτοτέχνης τοῦ κλυτοτέχνου : |
| πατέρα , καὶ Δῖον τὸν Ἡσιόδου γενέσθαι Ἀπελλίδος , τοῦ Μελανωποῦ , τοῦ Ἐπιφραδέος , τοῦ Χαριφήμου , τοῦ Φιλοτερπέος | ||
| πατέρα , καὶ Δῖον τὸν Ἡσιόδου γενέσθαι Ἀπελλίδος , τοῦ Μελανωποῦ , τοῦ Ἐπιφραδέος , τοῦ Χαριφήμου , τοῦ Φιλοτερπέος |
| προτέρα καὶ μυθώδης Ἀρκαδικὴν λέγουσα γενέσθαι τὴν ἀποικίαν ὑπ ' Εὐάνδρου . τούτῳ δ ' ἐπιξενωθῆναι τὸν Ἡρακλέα ἐλαύνοντα τὰς | ||
| Ἑλληνικὴν εἶναι τῷ Ἡρακλεῖ . καὶ τὴν μητέρα δὲ τοῦ Εὐάνδρου τιμῶσι Ῥωμαῖοι , μίαν τῶν νυμφῶν νομίσαντες , Καρμέντην |
| τὸν αὑτῆς ἄνδρα πᾶσαι καθιζάνουσιν . ὡς δὲ δειπνοῦντες τοῦ Καρίου συνθήματος ᾔσθοντο , αἱ μὲν γυναῖκες ὁμοῦ πᾶσαι τοὺς | ||
| Βοσποριανός , Κίου πόλεως Μυσίας Κιανός , Τίου Τιανός , Καρίου Καριανός , Σηλυμβρίου Σηλυμβριανός . ἡμάρ - τηται τὸ |
| τούτου κατίασιν ἐς Πελοπόννησον Ἡρακλεῖδαι , Τήμενος μὲν καὶ Κρεσφόντης Ἀριστομάχου , τοῦ τρίτου δὲ Ἀριστοδήμου προτεθνεῶτος εἵποντο οἱ παῖδες | ||
| . ἀκούω γοῦν Εὐρυσθένην καὶ Προκλέα [ κατὰ ] τοὺς Ἀριστομάχου τοῦ Κλεάνδου τοῦ Ὕλλου τοῦ Ἡρακλέους παῖδας βουλομένους ἄγεσθαι |
| κεφαλὰς εἶναι ὀφέων . ὃ θηρίον ἐλθὼν ὁ Ἡρακλῆς μετὰ Ὕλλου τοῦ θεράποντος αὐτοῦ ἀπέκτεινε . μυθεύεται δὲ καὶ τοῦτο | ||
| Ἀερόπου Τεγεάτης ἐμονομάχησεν ἰδίᾳ πρὸς Ὕλλον , καὶ ἐκράτησε τοῦ Ὕλλου τῇ μάχῃ . Λακεδαιμονίους τε οἱ Τεγεᾶται πρῶτοι Ἀρκάδων |
| , ἡ Στωϊκή , ἡ Περιπατητική , ἡ Πλατωνικὴ ἤτοι Ἀκαδημαϊκή . οἱ μὲν γὰρ Στωϊκοὶ μέρος οἴονται τὴν λογικὴν | ||
| τὸ διαλεκτικόν . τοῦ δὲ ἠθικοῦ γεγόνασιν αἱρέσεις δέκα : Ἀκαδημαϊκή , Κυρηναϊκή , Ἠλιακή , Μεγαρική , Κυνική , |
| πιστευτικῶς , οἷον περὶ Ἀριστέου τοῦ Προκοννησίου καὶ Ἀβάριδος τοῦ Ὑπερβορέου τὰ μυθολογούμενα καὶ ὅσα ἄλλα τοιαῦτα λέγεται . πᾶσι | ||
| Φιλοστέφανος δὲ τὸν Ὑπερβόρεον Θεσσαλόν φησιν εἶναι : ἄλλοι ἀπὸ Ὑπερβορέου Πελασγοῦ τοῦ Φορωνέως καὶ Περιμήδας τῆς Αἰόλου . ὁ |
| γὰρ αὐτὴ ἡ ὕλη ἕν τί ἐστι τῶν στοιχείων τοῦ γενητοῦ : διώρισται ἄρα . Πόρρω ἄρα τῆς ἀδιορίστου φύσεως | ||
| γέλωτα , καταδείσασα μή ποτε ἄρα τὸ χαίρειν οὐδενὸς ὂν γενητοῦ , μόνου δὲ τοῦ θεοῦ , σφετερίζηται : διόπερ |
| πανούργοις συμφέρουσι : καὶ γὰρ αὐτοὶ μεταβάλλοντες τὰ χρώματα καὶ ὁμοιούμενοι τοῖς τόποις , ἐν οἷς ἂν γένωνται , λανθάνουσι | ||
| ἀπεργασόμεθα καὶ οὕτως τῇ ἀπαραλλάκτῳ εἰκόνι τοῦ πατρὸς ὡς ἐνὸν ὁμοιούμενοι καὶ τὴν πρὸς αὐτὸν τὸν πατέρα ὁμοίωσιν ἕξομεν , |
| . : Ἀριστόδημος δὲ ἐν δευτέρῳ Γελοίων ἀπομνημονευμάτων φησί : Δωρίωνος τοῦ κρουματοποιοῦ , κυλλόποδος ὄντος , ἀπώλετο ἐν συμποσίῳ | ||
| Ἐπιφράδεος τοῦ Χαριφήμου τοῦ Φιλοτέρπεος τοῦ Ἰδμονίδα τοῦ Εὐκλέους τοῦ Δωρίωνος τοῦ Ὀρφέως . Γοργίας δὲ ὁ Λεοντῖνος . εἰς |
| τὴν Χαλκίδα : καὶ τῶν Αἰολέων δέ τινες ἀπὸ τῆς Πενθίλου στρατιᾶς κατέμειναν ἐν τῇ νήσῳ , τὸ δὲ παλαιὸν | ||
| καθ ' ὃν καὶ Πενθίλος , ἀλλὰ τὸν μὲν τοῦ Πενθίλου στόλον φθῆναι περαιωθέντα ἐκ τῆς Θρᾴκης εἰς τὴν Ἀσίαν |
| εἰς τὸ πᾶν ἔῃ . . . . . . Περικτιόνης Πυθαγορείας ἐκ τοῦ Περὶ γυναικὸς ἁρμονίας . Οὔτε λέξαι | ||
| ποτὶ συνέσιος ἑρπύξασιν ἀτραπόν . . . . . . Περικτιόνης Πυθαγορείας ἐκ τοῦ Περὶ γυναικὸς ἁρμονίας . Τὴν ἁρμονίην |
| , ἣ Σπάρτη πρότερον , ἀπὸ Σπαρτοῦ τοῦ Ἀμύκλαντος τοῦ Λέλεγος τοῦ Σπαρτοῦ , ἢ διὰ τὸ τοὺς πρώτους συνοικίσαντας | ||
| ἔρημον οὖσαν οὕτω σχεῖν τοὺς πρώτους λέγουσιν οἰκήτορας : ἀποθανόντος Λέλεγος , ὃς ἐβασίλευεν ἐν τῇ νῦν Λακωνικῇ , τότε |
| : νῦν γὰρ φρονίμως διαλέγεται : βούλει θίγω σου : φιλαδέλφου κόρης ἦθος καὶ λόγους ἐμιμήσατο : λαβοῦ λαβοῦ δῆτ | ||
| . Κεῖνος μὲν οὖν κεφάλαια συναθροίσας χρόνων εἰς βασιλέως ἀπέθετο φιλαδέλφου χάριν , ἃ καὶ διὰ πάσης γέγονε τῆς οἰκουμένης |
| . Τὸν δὲ αὐτὸν τοῦτον χρόνον Θήρας ὁ Αὐτεσίωνος τοῦ Τεισαμενοῦ τοῦ Θερσάνδρου τοῦ Πολυνείκεος ἔστελλε ἐς ἀποικίην ἐκ Λακεδαίμονος | ||
| εἶναι Ἀργείην : θυγατέρα δὲ αὐτὴν λέγουσι εἶναι Αὐτεσίωνος τοῦ Τεισαμενοῦ τοῦ Θερσάνδρου τοῦ Πολυνείκεος : ταύτην δὴ τεκεῖν δίδυμα |
| τοῦ Χαριδήμου ὄντες στρατεύματος . Ἔπειτα πρὸ τοῦ πλείονας εἰσελθεῖν ἐγνώσθησαν τῷ συνθήματι , καὶ οἱ μὲν ἐξέπεσον αὐτῶν , | ||
| μὴ εὑρεθῆναι αὐτῶν τὰ λείψανα . οὗτοι δὲ τεθνήκασιν : ἐγνώσθησαν δὲ ὅτι ἐκεῖσε ἀπέθανον διὰ τὸ μαντεῖον φανῆναι περὶ |
| Χίων , ὡς Θουκυδίδης ὀγδόῃ . τὸ ἐθνικὸν Δελφίνιος : προκατελήφθη γὰρ ὁ τύπος τοῦ ἐθνικοῦ : ἢ Δελφινιεύς . | ||
| ἁρμόττον ἦν ἄψαυστον διαφυλάττειν , αἰδουμένους τὰς φύσεως ἀνάγκας αἷς προκατελήφθη . τοὺς περὶ τὰ κυνηγέσια δεινοὺς καὶ βάλλειν θῆρας |
| τῶν ἁρμάτων δείκνυται . οὖν . * που . . Ἐμμενίδαι φατρία Θήρωνος ἐν Σικελίᾳ . Τηλέμαχος γάρ τις καταλύσας | ||
| Θήρωνί τ ' ἐλθεῖν , ὁ τέ . Ἐμμενίδαις : Ἐμμενίδαι λέγονται οἱ περὶ Θήρωνα , ὡς μὲν οἱ προὑπομνηματισάμενοι |
| δὲ οὐ πόρρω κρήνης καλουμένης Οἰνόης . τὸν μὲν δὴ Ἐλεφήνορος τοῦ Εὐβοεῦσιν ἐς Ἴλιον ἡγησαμένου καὶ τὸν Αἴαντός τε | ||
| μὴ βούλεσθαι ἄρχεσθαι ὑπὸ Μενεσθέως . ἦσαν δὲ μετὰ τοῦ Ἐλεφήνορος τοῦ Χαλκώδοντος τοῦ Ἄβαντος ἐν Εὐβοίαι . . . |
| . ἀπὸ τοῦ ἵστημι στήσω , καὶ τοῦ εὔω τὸ φλογίζω , ὁ ἐν τῷ ἵστασθαι φλογιζόμενος . Ἀττικὴ ἡ | ||
| ΑΥΣΤΑΛΕΗ . Ἡ κατάξηρος , ἀπὸ τοῦ εὕω εὕσω τὸ φλογίζω . Εὐσταλέα καὶ αὐσταλέα τροπῇ Δωρικῇ τοῦ έ εἰς |
| ” . εἴρηται παρὰ τὸ δαδύσσω , ὃ σημαίνει τὸ ταράσσω . Σώφρων ἐν Μίμοις : „ ἐν ὅσσῳ δέει | ||
| . . . ἀτυζόμενοι : ταρασσόμενοι : ἀτύω , τὸ ταράσσω , ἀτύσω καὶ ἀτύζω Αἰολικῶς . . . . |
| , ὡς καὶ Ἑλλάνικος μαρτυρεῖ . Ἰνοῦς δὲ καὶ Ἀθάμαντος Λέαρχος καὶ Μελικέρτης . , : Τούτους δὲ Ἡρόδωρός φησιν | ||
| Ἕλλην κατὰ Πακτύην φησὶν Ἑλλάνικος . Ἰνοῦς δὲ καὶ Ἀθάμαντος Λέαρχος καὶ Μελικέρτης . τόν ῥα χρύσειον : λέγεται γὰρ |
| καὶ σιγῆς καὶ μεγάλου ψόφου , οὕτω τοι καὶ γεῦσις γευστοῦ καὶ ἀγεύστου . ἔτι ἐπεὶ ἀόρατον τὸ μὲν φύσει | ||
| ἐπὶ τῶν ἄλλων . ἔτι πάσχει ἡ γεῦσις ὑπὸ τοῦ γευστοῦ , ᾗ γευστόν , καὶ διὰ τοῦτο ἀνάγκη τὸ |
| φησὶ τὴν ἀρχήν : Ἄνδρων δὲ μέχρι Ἐλευσῖνος καὶ τοῦ Θριασίου πεδίου . . . : Ἔνιοι δέ φασιν ἐπὶ | ||
| φησι τὴν ἀρχήν , Ἄνδρων δὲ μέχρι Ἐλευσῖνος καὶ τοῦ Θριασίου πεδίου . . . . : τοὺς Παλλαντίδας ὑπὸ |
| δὲ εἰς τὸ ἄστυ ἐλθόντες τοὺς μὲν τριάκοντα ἐξέβαλον πλὴν Φείδωνος καὶ Ἐρατοσθένους , ἄρχοντας δὲ τοὺς ἐκείνοις ἐχθίστους εἵλοντο | ||
| Ἔφορος δ ' ἐν Αἰγίνῃ ἄργυρον πρῶτον κοπῆναί φησιν ὑπὸ Φείδωνος : ἐμπόριον γὰρ γενέσθαι , διὰ τὴν λυπρότητα τῆς |
| ἀριθμῷ δέ τε πάντ ' ἐπέοικε . τοῦ μὲν οὖν αὐτοζῴου , τουτέστι τοῦ κόσμου τοῦ νοητοῦ , στοιχεῖα τὰ | ||
| αὐτοάνθρωπος παράδειγμα μὲν τοῦ ἐνταῦθα ἀνθρώπου , εἰκὼν δὲ τοῦ αὐτοζῴου . φαμὲν οὖν πρὸς ταῦτα ὅτι ἡ μὲν ψυχὴ |
| ἔτι τὸ καθαρὸν ἰέναι πάντῃ τοῦ σώματος , βραχείας παντάπασιν ἀναμεμιγμένης αὐτῷ τινος ὑδατώδους ὑγρότητος : οὐ γὰρ δὴ ἔτι | ||
| οὖν ὅτι ψυχρόν τέ ἐστι καὶ γεῶδες τὸ φάρμακον , ἀναμεμιγμένης αὐτῷ καὶ ὑδατώδους τινὸς οὐσίας . εἰκασθείη δ ' |
| τῇ Εἰρήνῃ . Ὠρεὸς δὲ Εὐβοίας πόλις , ἣν Ὅμηρος Ἱστιαίαν φησίν . Γ δῆλός ἐσθ ' οὗτός γ ' | ||
| τῇ Εἰρήνῃ . Ὠρεὸς δὲ Εὐβοίας πόλις , ἣν Ὅμηρος Ἱστιαίαν φησίν . Γ δῆλός ἐσθ ' οὗτός γ ' |
| δὲ λέγει τὸν Ἀριστείδου βίον ἡδὺν ἀλλὰ τὸν Σμινδυρίδου τοῦ Συβαρίτου καὶ τὸν Σαρδαναπάλου , καίτοι κατά γε τὴν δόξαν | ||
| περὶ τῶν ἐν Καρχηδόνι Πέπλων . περὶ δὲ ΣΜΙΝΔΥΡΙΔΟΥ τοῦ Συβαρίτου καὶ τῆς τούτου τρυφῆς ἱστόρησεν Ἡρόδοτος ἐν τῇ ἕκτῃ |
| παραπλήϲια ϲμήχει , τὸ δὲ ϲπέρμα αὐτοῦ νεφροὺϲ ἐκφράττει . Περικλυμένου τά τε φύλλα καὶ ὁ καρπὸϲ τμητικῆϲ τε ἅμα | ||
| καὶ Ποσειδῶνος Νηλεύς : Νηλέυς δὲ καὶ Χλωρίδος Περικλύμενος : Περικλυμένου δὲ καὶ Πεισιδίκης Βῶρος : Βώρου δὲ καὶ Λυσιδίκης |
| Παίονος τοῦ Ἀντιλόχου παῖδας , σὺν δὲ αὐτοῖς Μέλανθον τὸν Ἀνδροπόμπου τοῦ Βώρου τοῦ Πενθίλου τοῦ Περικλυμένου . Τισαμενὸς μὲν | ||
| καὶ Λυσιδίκης Πενθίλος : Πενθίλου δὲ καὶ Ἀγχιρρόης Ἀνδρόπομπος : Ἀνδροπόμπου δὲ καὶ Ἡνιόχης τῆς Ἁρμενίου τοῦ Ζευξίππου τοῦ Εὐμήλου |
| ἐς δὲ Σικυῶνα ἦλθεν ὁ Φάνης , ὅτε Ἀριστόμαχος ὁ Κλεοδαίου τῆς γενομένης μαντείας ἁμαρτὼν δι ' αὐτὸ καὶ καθόδου | ||
| Πρυτάνιος τοῦ Εὐρυφῶντος τοῦ Προκλέος τοῦ Ἀριστοδήμου τοῦ Ἀριστομάχου τοῦ Κλεοδαίου τοῦ Ὕλλου τοῦ Ἡρακλέος , ἐὼν τῆς ἑτέρης οἰκίης |
| καὶ Σαλπίων βεβῶσαν ὀχθηρῶν πάγων . Λοῖσθος δ ' ἐγείρει γρυνὸς ἀρχαίαν ἔριν πῦρ εὗδον ἤδη τὸ πρὶν ἐξάπτων φλογί | ||
| . γρυνὸν δὲ εἶπε τὸν Ἀλέξανδρον κατὰ μετωνυμίαν καλέσας : γρυνὸς γάρ ἐστιν ὁ κορμός . καὶ Ὅμηρος γρυνοὶ μὲν |
| ἐστι ῥῆμα , ἀφ ' οὗ τὸ ἔρρωμαι , παράγωγον ῥώζω , καὶ μεταθέσει τοῦ ζ εἰς δ ῥωδῶ , | ||
| χαδῶ : ἔνθεν τὸ κεχανδότα , πλεονασμῷ τοῦ ν . ῥώζω οὖν ῥώδω , καὶ μετὰ τῆς α στερήσεως , |
| ὅτι πολὺ διαφέρει : ἃ γὰρ ἂν ἐπισυνέβη σωφρονοῦντός σου κτείναντος , ταῦτα οὐ γέγονε νῦν μαινομένου ἀποκτείναντος : οἷον | ||
| μηδὲν ἀπὸ τῆς τέχνης ἀντιπράξαντι τετυραννοκτονηκέναι δοκεῖν , καὶ μὴ κτείναντος πᾶν τὸ δοθὲν ἑτοίμως ὡς ἐπὶ σωτηρίᾳ μου λαβόντος |
| τελευτήν ἐστιν εἰρημένα . ὅτι μὲν γὰρ οἱ παῖδες τοῦ Γανύκτορος Κτίμενος καὶ Ἄντιφος ἔφυγον ἐς Μολυκρίαν ἐκ Ναυπάκτου διὰ | ||
| Ἡσιόδου , ἐκ τῆς Κλυμένης αὐτῷ γεννηθέντα τῆς Ἀμφιφάνους καὶ Γανύκτορος ἀδελφῆς , θυγατρὸς δὲ Φηγέως . Ὁ δὲ Στησίχορος |
| τιμωρεῖται . Ἀγραπτότατος βάτος αὖος : ἐπὶ τοῦ σκληροῦ καὶ αὐθάδους τὸν τρόπον . Ἀγεωμέτρητος μηδεὶς εἰσίτω : ἀντὶ τοῦ | ||
| ποτε μετὰ τὸν θάνατον τοῦ ἀγήνορος , ὃ ἔστι τοῦ αὐθάδους ἢ ὑπερηφάνου ἢ ἀλαζόνος , ὡς τῇ ἀνδρείᾳ ὑπερέχοντος |
| θεαμάτων , δότε μοι , ὦ φιλότης , ἐντεῦθεν τοῦ προλόγου τὴν ὑπόσχεσιν βεβαιῶσαι . εἴ τινες οὖν ἐν ὑμῖν | ||
| πρὸς τὸν Εὐριπίδην . ὁ Μνησίλοχος ὡς Ἀνδρομέδα . τοῦ προλόγου Ἀνδρομέδας εἰσβολή . πορείαν . τοῦτο ἡ ἠχὼ λέγει |
| . Λάμπη , πόλις Κρήτης , Ἀγαμέμνονος κτίσμα , ἀπὸ Λάμπου τοῦ Ταρραίου . τὸ ἐθνικὸν Λαμπαῖος . Κλαύδιος δὲ | ||
| φέρτατος ἀνδρῶν , Λαομεδοντιάδηςἡ διπλῆ ὅτι οὗτος Τρωικὸς Δόλοψ , Λάμπου υἱὸς τοῦ ἀδελφοῦ Πριάμου , ὁμώνυμος τῷ ἐν τῇ |
| δ ' ἐπ ' αὐτῷ ἱερὸν Ἀφροδίτης . Ἀπὸ τῆς Χέρσιος ἐπὶ τὸ Ἐρυθρὸν στάδιοι Ϙʹ : κώμη ἐστίν . | ||
| ἄλλοι τε ἔπεσον πολλοὶ καὶ δὴ καὶ Ὀνήσιλός τε ὁ Χέρσιος , ὅς περ τὴν Κυπρίων ἀπόστασιν ἔπρηξε , καὶ |
| πολεμίων καὶ πρὸς ναυμαχίαν ὢν ἕτοιμος . τοῦ δὲ Πτολεμαίου πλέοντος ἐπὶ τὴν Σαλαμῖνα καὶ τῶν ὑπηρετικῶν πλοίων συνεπομένων πόρρωθεν | ||
| κατὰ πρᾶξιν εἰς Σάμον ἐλθόντα καταμεῖναι καὶ ἀστὸν γενέσθαι . πλέοντος δὲ τοῦ Μνησάρχου εἰς τὴν Ἰταλίαν συμπλεύσαντα τὸν Πυθαγόραν |
| στοιχείοις δυνάμεων πασῶν ἀρχηγὸν αἴτιον ἐν πυθμένος λόγῳ προϋποκείμενον . Τοιούτου δὲ ὄντος αὐτοῦ , ὁ τῆς γενέσεως καὶ φύσεως | ||
| παροδεύειν τὴν τροφήν , τὴν γαστέρα καὶ τὰ ἔντερα . Τοιούτου ὄντος τοῦ παθήματος , εὔκολον συνιδεῖν , ὅτι ἐκ |
| ἀνώρμησεν : ἐκ τοῦ ὀρούω ὀρύω ὡς πλήθω πληθύω , πηδῶ πηδύω , καὶ πλεονασμῷ τοῦ ο βοιωτικῶς γίνεται ὀρούω | ||
| Σπεκίωσος ὄνομα κύριον : πλὴν τοῦ σπαίρω τοῦ δηλοῦντος τὸ πηδῶ . Πᾶσα λέξις ἀπὸ τῆς στε συλλαβῆς ἀρχομένη διὰ |
| ῥήματος ἐξ οὗ γίνονται , οἷον πλήξω οἰστροπλήξ οἰστροπλῆγος , παραπλήξ παραπλῆγος , λαοπλήξ λαοπλῆγος , ἀκανθοπλήξ ἀκανθοπλῆγος , βουπλήξ | ||
| οἷον , ἁρματοπήξ : κλινοπήξ : ξυμπήξ : ἀκανθοπλήξ : παραπλήξ : μολυβδοτήξ : κεραμοτήξ : εὐθήξ : φιλοθήξ : |
| καὶ πάντων μιμητὴς ὅσα ἄνθρωπος ποιεῖ . διόπερ καὶ τοὺς ἐξαπατωμένους ῥᾳδίως ἐκ τοῦ τυχόντος οἱ κωμικοὶ ὤτους καλοῦσιν . | ||
| ἄγνοια τῶν συμβησομένων , ἐπὶ τὸν γόητα ἐκεῖνον ἐπῆρε τοὺς ἐξαπατωμένους καὶ περιφθειρομένους λαούς . . καίτοι τί βούλει ; |
| δὲ Πείρασος γίνεται καὶ Φόρβας , Φόρβαντος δὲ Τριόπας , Τριόπα δὲ Ἴασος καὶ Ἀγήνωρ . Ἰὼ μὲν οὖν Ἰάσου | ||
| καὶ δι ' αὐτὸ ἰδιώτης , ἐς ὃ Μεσσήνην τὴν Τριόπα τοῦ Φόρβαντος ἔλαβε γυναῖκα ἐξ Ἄργους . φρονοῦσα δὲ |
| μεταξὺ Σικελίας καὶ Ἰταλίας . : ἰπνούμενος : Καιόμενος , φλογιζόμενος : ἐκ μεταφορᾶς τοῦ ἴπνου . γράφεται κτλ . | ||
| καὶ τοῦ εὕω τὸ φλογίζω : ὁ ἐν τῷ ἵστασθαι φλογιζόμενος . : χροιᾶς ] Χροιᾶς καὶ στοιᾶς φασὶν Ἀθηναῖοι |
| : ἶδος : τούτου παράγωγον ἴδιμος , προσθέσει τοῦ αλ ἰδάλιμος . οὕτω Φιλόξενος . . . . . . | ||
| οὕτω Φιλόξενος . . . . . . ἰδαλίμου : ἰδάλιμος : . . . ἔστι ῥῆμα ἰδίω τὸ σημαῖνον |
| Ἀρκάς . . . . Ἴστρος δέ φησιν , ὅτι Θεμιστοῦς καὶ Διὸς ὁ Ἀρκὰς ἐγένετο : διὰ δὲ τὴν | ||
| . , : Ἡρόδωρος δέ φησιν , ἐξ Ἀθάμαντος καὶ Θεμιστοῦς γενέσθαι παῖδας , Σχοινέα , Ἐρύθριον , Λεύκωνα , |
| ἀλλ ' ὅτι καὶ ἰαμβικόν ἐστιν ὅμοιον τῷ πρὸ αὐτοῦ Ἀλευάδα ] τοῦ υἱοῦ τοῦ Ἀλεύα Τὸν μυριωπὸν : ἐπειδὴ | ||
| Ἄργου εἴδωλον . : ἄλευ ἆ δᾶ ] Γρ . Ἀλευάδα πατρωνυμικῶς ἀπὸ τοῦ Ἀλεύας . ἤ , ὃν δεῖ |
| . Φερεκύδης δὲ ἀπὸ Δώτιος τοῦ Ἀστερίου καὶ Ἀμφικτυόνης τῆς Φθίου : ὡς δὲ Ἀρχῖνος , ἀπὸ Δώτου τοῦ Νεώνου | ||
| ἔχειν . Ἀχαιιάδεσσι : ταῖς Θεσσαλαῖς , ἀπὸ Ἀχαιοῦ τοῦ Φθίου . Ὅμηρος : Μυρμιδόνες δὲ καλεῦντο καὶ Ἕλληνες καὶ |
| ἑαυτῆς , ἣν μόλις ἡνίαις μετ ' ἐπανατάσεως μαστίγων ἔστι κατασχόντα πραῧναι . διόπερ λόγιον τοῦ ἵλεω θεοῦ μεστὸν ἡμερότητος | ||
| τε ᾔσθοντο καὶ ἀπαγγέλλουσι τοῖς Ἕλλησι τὰ ἐν τῇ νυκτὶ κατασχόντα τοὺς βαρβάρους . ἀναθαρσήσαντες δὲ οἱ Φωκεῖς προθυμότερον ἔτι |
| τῆς σφύρας . βάλλε : ἔκρουσε . ὅσση δ ' εἰαρινοῦ : ὅσον ἐστὶ διάστημα ἐαρινῆς ἡμέρας καὶ ὥρας : | ||
| δ ' ὁπότ ' ἀπτήνεσσι φέρῃ βόσιν ὀρταλίχοισι μήτηρ , εἰαρινοῦ ζεφύρου πρωτάγγελος ὄρνις , οἱ δ ' ἁπαλὸν τρύζοντες |
| Ἐκκελὼ ἀδελφαὶ Ὀκκέλω καὶ Ὀκκίλω τῶν Λευκανῶν , Χειλωνὶς θυγάτηρ Χείλωνος τοῦ Λακεδαιμονίου , Κρατησίκλεια Λάκαινα γυνὴ Κλεάνορος τοῦ Λακεδαιμονίου | ||
| ἀδελφή , Ὀκκελὼ καὶ Ἐκκελὼ τὼ Λευκανώ , Χειλωνὶς θυγάτηρ Χείλωνος τοῦ Λακεδαιμονίου , Κρατησίκλεια Λάκαινα γυνὴ Κλεάνορος τοῦ Λακεδαιμονίου |
| . . . διδασκαλία . μέτρων ] ἀριθμῶν , μέτρου ἡρωϊκοῦ , λόγων ἐμμέτρων ἢ συνθηκῶν λόγων εὐαρμόστων . . | ||
| τί τέλος τραγῳδίας : μίμησις ἠθῶν , πράξεων , παθημάτων ἡρωϊκοῦ τρόπου τε τῆς τραγῳδίας σεμνοπρεπὴς λέξις τε καὶ διηρμένη |
| μὲν ἐν πρώτῳ φονεῖς φησιν † ἐκ τῆς ἐν Εὐριπίδου Μελανίππης λέγοντος ἴσως † : † ἀλάστορας οὐκ ἐτόλμησε κτανεῖν | ||
| καὶ τῆς ὅλης χώρας ἤδη Βοιωτίας καλουμένης ἀπὸ Βοιωτοῦ τοῦ Μελανίππης μὲν καὶ Ποσειδῶνος υἱοῦ , δυναστεύσαντος δὲ τῶν τόπων |
| καθαρόν . τὴν μὲν ὕλην : „ ἀργύρεον , χρυσέοισιν ἀορτήρεσσιν ἀρηρός „ . τὸν καλόν : ” κλῦθί μευ | ||
| . ἀολλέες ἀθρόοι . ἀορτήρ ἀναφορεύς . ἀοσσητήρ βοηθός . ἀορτήρεσσιν ἀφ ' ὧν ἤρτηται τὰ δόρατα . ἀοιδιάει μετὰ |
| . χαλκίζειν δὲ παιδιᾶς τι εἶδος , ἐν ᾗ νομίσματι ἠρτίαζον . σιδηρεὺς σιδηρεύειν , σιδήριον , σιδηρουργία , ὀβελοὶ | ||
| ' εἴσειμι ἐνθάδε μείνας εἰς ὤμιλλαν κἂν μὴ μετίῃ . ἠρτίαζον . παιδιά τις τὸ ἀρτιάζειν , ἐν ᾗ τοὺς |
| , κώμη Λυκίας . ἐκλήθη δὲ ἀπό τινος τράγου οὕτως ὀνομαζομένου , ὃς ἀπαλλασσόμενος ἀπὸ τοῦ αἰπολίου ἤρχετο τὸν πώγωνα | ||
| τούτων τὴν ἀκριβολογίαν ποιησόμεθα . † παντὸς μέτρου καὶ τοῦ ὀνομαζομένου κανὼν ποδ . ἐπιπέδου λιθικοῦ πήχ . , ἐφ |
| Ὄκκελος καὶ Ὄκκιλος [ ] ἀδελφοί . Βυνδάκου ἀδελφή , Ὀκκελὼ καὶ Ἐκκελὼ τὼ Λευκανώ . . , . . | ||
| , Φίλτυς θυγάτηρ Θεόφριος τοῦ Κροτωνιάτου , Βυνδάκου ἀδελφή , Ὀκκελὼ καὶ Ἐκκελὼ τὼ Λευκανώ , Χειλωνὶς θυγάτηρ Χείλωνος τοῦ |
| ἐθνῶν πρόγονοι , τοῦ τε Ἑβραϊκοῦ καὶ τοῦ τὰ προάστεια κατοικοῦντος , ἀδελφοὶ δύο ἦσαν ὁμοπάτριοι καὶ ὁμομήτριοι , πρὸς | ||
| . * ἐμελέτησε . τοῦ Οἰνομάου τοῦ ἐν τῇ Πίσῃ κατοικοῦντος . ἀρίστην . . Οἰνόμαος , ὁ πατὴρ Ἱπποδαμείας |
| τὰ ναυάγια τῶν Ἑλλήνων . ὁ μὲν Ὀφέλτης ἀπὸ † Ὀφέλτου τοῦ καὶ Ἀρχεμόρου κληθείς , ὃς ἦν υἱὸς Λυκούργου | ||
| ἀνδράσιν ὡπλισμένοις Νεμείων πανηγύρει τῶν χειμερινῶν . ἐνταῦθα ἔστι μὲν Ὀφέλτου τάφος , περὶ δὲ αὐτὸν θριγκὸς λίθων καὶ ἐντὸς |
| Πυλίοισι μέγα κράτος ἐγγυάλιξε : τόφρα γὰρ οὖν ἑπόμεσθα διὰ σπιδέος πεδίοιο κτείνοντές τ ' αὐτοὺς ἀνά τ ' ἔντεα | ||
| δὲ συναινεῖ τῆι δίχα τοῦ α γραφῆι , καὶ φησὶ σπιδέος τοῦ ἀπόρου καὶ τραχέος . . . . . |
| ἦν φροντίσαι αὐτόν . μὴ τοίνυν τοῦ Θασίου μὲν ἡγεῖσθε ὑβρισθέντος οὕτως ἀγανακτῆσαι τὸ δαιμόνιον , τῶν δὲ παρ ' | ||
| , ὡς ἔοικε , γυναικὸς ἐπιβουλὴν μοιχευομένης διαφυγεῖν : πάντως ὑβρισθέντος , γάμου σώφρονος καὶ γάμος ἕπεται : ἀρχὴ μὲν |
| μου , ἴδε : ἡ σταφυλή μου κατέβη . καὶ χανόντος ὁ ἰατρὸς ἀποστρεφόμενος ἔλεγεν : Οὐχὶ ἡ σταφυλή σου | ||
| γονὴν μὴ κυΐσκηται , ξυμβαίνει δὲ τοῦτο πλείστῃσι τοῦ στομάχου χανόντος τῆς μήτρης παρὰ φύσιν , τὰ ἐπιμήνια πλείω γίνεται |
| μέλι Ἀττικὸν ἔγχεε εἰς τὸν πυθμένα τοῦ κεραμίου , πρὶν βληθῆναι τὸν οἶνον : διαμένει γὰρ ἐπὶ πλεῖστον χρόνον . | ||
| τοῦ κράνους Ἀλέξανδρον καὶ ἰλιγγιάσαντα πεσεῖν , αὖθις δὲ ἀναστάντα βληθῆναι βέλει διὰ τοῦ θώρακος ἐς τὸ στῆθος : Πτολεμαῖος |
| : γενέσθαι δὲ ὄνομα Οἰχαλίαν τῇ πόλει φασὶν ἀπὸ τοῦ Μελανέως τῆς γυναικός . Θεσσαλοὶ δὲ καὶ Εὐβοεῖς , ἥκει | ||
| τ ' Εἰρέτριάν τε „ . ἐκαλεῖτο δὲ Μελανηίς ἀπὸ Μελανέως τοῦ Εὐρύτου πατρός . οὕτω δ ' ἐκλήθη ἀπὸ |
| ὡς τοῖς θεοῖς . θά - μνοις δὲ , 〛 συμφύτοις τόποις . πρινιδίοις : ἀντὶ τοῦ πρίνοις . . | ||
| ἐξ αὐτῶν καὶ κοσμοῦνται μάλα ὡραίως , ταῖς πλοκαμῖσι ταῖς συμφύτοις καὶ ταύτας ὑποδέουσαι . προήκει δὲ καὶ ἐς δύο |
| , καὶ αὐτοῖς τῇ αὐτῇ φωνῇ καὶ νομίμοις ἔτι χρώμενοι Λήμνιοι καὶ Ἴμβριοι καὶ Αἰγινῆται , οἳ τότε Αἴγιναν εἶχον | ||
| παροιμία Λήμνιον κακόν . ἐκ γὰρ Ἀθηνῶν ἁρπάσαντες γυναῖκας οἱ Λήμνιοι καὶ τεκνοποιησάμενοι ἐξ αὐτῶν κατέσφαξαν αὐτὰς μετὰ τῶν τέκνων |
| Βῶλα : ὡς Νῶλα . καὶ Βωλανοί . . . Βωταχίδαι : τόπος Ἀρκαδίας : ἀπὸ Βωτάχου τινός : Βώταχος | ||
| τῷ τρίτῳ καταρράκτῃ . τὸ ἐθνικὸν Βωγχίτης ὡς Μεμφίτης . Βωταχίδαι , τόπος Ἀρκαδίας , ἀπὸ Βωτάχου . Νικόλαος εʹ |
| τινὸϲ ἢ φλεγματικοῦ χυμοῦ ϲεϲηπότοϲ ἢ καὶ ἁλμυροῦ ϲυνιϲταμένη , διαγινώϲκεται δὲ ἀπὸ τῆϲ ἡλικίαϲ καὶ κράϲεωϲ καὶ διαίτηϲ ὥραϲ | ||
| διὰ τὰ ψύχοντα ἢ τὰ ϲτύφοντα ἢ τὰ ξηραίνοντα . διαγινώϲκεται δὲ εὐθὺϲ μὲν ἀποδύντων ἀχροίᾳ τε λευκῇ ἅμα καὶ |
| ἐγκύμων ἐγκύμονος , κατάπυγος καταπύγων καταπύγονος : διὰ τοῦτο τὸ Ἀκταίων ἀναλογώτερόν ἐστι φυλάττον τὸ ω ἐν τῇ γενικῇ , | ||
| ὀλίγου δεῖν ὑπὸ τῶν Κυνικῶν ἐγώ σοι διεσπάσθην ὥσπερ ὁ Ἀκταίων ὑπὸ τῶν κυνῶν ἢ ὁ ἀνεψιὸς αὐτοῦ ὁ Πενθεὺς |
| ἐν τοῖς Ἀριστοφάνους τοῦ γραμματικοῦ Συγγενικοῖς εὕρηταί τις διαφορὰ τοῦ ἑκυρός καὶ πενθερός . φησὶ γὰρ ὡς πενθερὸς μὲν ὁ | ||
| ἔχοντα θηλυκὰ τριγενῆ ὀξύνεται : λιγυρός καπυρός ἁλμυρός ὀχυρός ἐχυρός ἑκυρός . Τὰ διὰ τοῦ ΩΡΟΣ ὑπερδισύλλαβα κύρια προπαροξύνεται : |
| σύμμετρον τῶν ποιῶν κρᾶσιν . . . Ἀλκμαίωνος γὰρ τοῦ Κροτωνιάτου λέγοντος ἐχθρὸν ἄνδρα ῥᾶιον φυλάξασθαι ἢ φίλον ὁ μὲν | ||
| Κροίσου , Λυγκέως δ ' ὀξυωπέστερος , ἀνδρειότερος δὲ τοῦ Κροτωνιάτου Μίλωνος , καλλίων δὲ Γανυμήδους , “ ὃν καὶ |
| οὖν μυθωδέστερα τὰ περὶ αὐτοῦ ποιοῦντες ἐκκλησιάζοντά φασιν αὐτὸν ἐπὶ στρατο - πέδου ζόφου κατασκήψαντος ἐξ αἰθρίας καὶ χειμῶνος μεγάλου | ||
| μὴ βουλομένων συναφίστασθαι Μήδων , μετὰ δὲ ταῦτα πυθόμενοι καταπεφρονηκότως στρατο - πεδεύειν τόν τε Ἱππόστρατον καὶ τὸν Ὀροντοβάτην ἐπέθεντο |
| Οἰνομάου τήν τε Πισαίαν ἔσχε καὶ Ὀλυμπίαν , ἀποτεμόμενος τῆς Ἐπειοῦ χώρας ὅμορον οὖσαν τῇ Πισαίᾳ : Ἑρμοῦ τε ἐν | ||
| τάχος Λασθένει . Εἰ δέ τις ἀσθενέστερος μὲν ὢν τοῦ Ἐπειοῦ , αἰσχίων δὲ τοῦ Θερσίτου , μικρότερος δὲ τοῦ |
| ἦν ἐπὶ τῶν ἡρωϊκῶν χρόνων , ἀλλ ' ἤρξατο ἀπὸ Ἡροδίκου τοῖς Ἕλλησιν . ἄτοπα . ἄτοπα νῦν ἃ μὴ | ||
| καὶ τὴν σχολὴν διεδέξατο : ἀδελφὸς δὲ ἦν τοῦ ἰατροῦ Ἡροδίκου [ ] . Πορφύριος δὲ αὐτὸν ἐπὶ τῆς π |
| τῆς σφαίρας τὴν γῆν νομίζουσι . Ὁ γαλαξίας κύκλος ἐστὶ νεφελοειδὴς ἐν μὲν τῷ ἀέρι διὰ παντὸς φαινόμενος , διὰ | ||
| τοῦ Ἑρμοῦ καὶ τῷ τοῦ Ἄρεως , ἡ δὲ ἑπομένη νεφελοειδὴς συστροφὴ τῷ τε τοῦ Ἄρεως καὶ τῇ Σελήνῃ . |
| , : Φασὶν ἐν τῷ Θηβαϊκῷ πολέμῳ Τυδέα τρωθέντα ὑπὸ Μελανίππου τοῦ Ἀστακοῦ σφόδρα ἀγανακτῆσαι . Ἀμφιάρεων δὲ φονεύσαντα αὐτὸν | ||
| στρέφει θεός . εἰς ἀνδροβρῶτας ἡδονὰς ἀφίξεται κάρηνα πυρσαῖς γένυσι Μελανίππου σπάσας . ἀντήλιοι θεοί καθωσίωσε οὐρὰν δ ' ὑπίλας |
| ὡς ὁ δελφίς . Κέρκωπες : πανοῦργοι , δόλιοι , ἀπατεῶνες , κόλακες , οἳ καθάπερ ἡ ἀλώπηξ τοὺς θηρευτικοὺς | ||
| : ἐπὶ τῶν πονηρῶν καὶ κακοήθων . Κέρκωπες γάρ τινες ἀπατεῶνες ἐγένοντο ἐν Ἐφέσῳ , οἳ καὶ τὸν Δία ἐξαπατῆσαι |
| νῆα θοὴν ἀγέρεσθαι ἀνώγει . ἡ δ ' αὖτε Φρονίοιο Νοήμονα φαίδιμον υἱὸν ᾔτεε νῆα θοήν : ὁ δέ οἱ | ||
| ἀφίημι δ ' ἐλευθέραν καὶ τὴν τοῦ Μίκρου μητέρα καὶ Νοήμονα καὶ Δίωνα : καὶ Θέωνα καὶ Εὐφράνορα καὶ Ἑρμείαν |
| ἔνθεν τὸ κεχανδότα , πλεονασμῷ τοῦ ν . ῥώζω οὖν ῥώδω , καὶ μετὰ τῆς α στερήσεως , ἀῤῥωδῶ , | ||
| ἔνθεν τὸ κεχανδότα , πλεονασμῷ τοῦ ν . ῥώζω οὖν ῥώδω , καὶ μετὰ τῆς α στερήσεως , ἀῤῥωδῶ , |
| τοῖς ἄλλοις συμμάχοις , μάλιστα δ ' , ἔφη , Γαδάτᾳ τουτῳΐ , ὃς ἡμῖν αὐτὸ λαβὼν παραδίδωσι . Τί | ||
| διερευνηταὶ ὡς εἶδον ταῦτα , αὐτοί τε ἐδίωκον καὶ τῷ Γαδάτᾳ κατέσειον : καὶ ὃς ἐξαπατηθεὶς διώκει ἀνὰ κράτος . |
| οἱ δὲ ἀποθανόντες ἐν τῇ μάχῃ Τελαμὼν , Χαλκώδων καὶ Ἰφικλῆς ὁ πρεσβύτατος αὐτοῦ ἀδελφός . Τιρύνθιον Ἀργεῖον : Τίρυνς | ||
| Ἡρακλέους γὰρ τὴν ὕδραν ἀναιροῦντος , ὁ ἀδελφὸς αὐτοῦ ὁ Ἰφικλῆς , πληγεὶς ὑπ ' αὐτῆς , ἐθεραπεύθη ὑπ ' |
| οἱονεὶ μαίνεσθαι . μαρμαρυγάς τὰς συνεχεῖς τῶν ποδῶν κινήσεις . μάσταξ τὸ στόμα : “ μάστακ ' ἐπεί κε λάβῃσι | ||
| νάω : ἀφ ' οὗ καὶ ὁ μαστὸς καὶ ἡ μάσταξ . . . . . μαστεύω , . . |
| κυρήσας καὶ ἐπιτυχὼν δικαίως τοῦ αὐτοῦ καὶ τοῦ ὁμοίου ἐκείνοις ἀγρεύματος . τουτέστι , σὺν αὐτοῖς θηρευθεὶς καὶ τῇ αὐτῇ | ||
| οὐχ ἁμαρτήσεσθε , ὅτι ὥσπερ μεγάλου καὶ πίονος θρέμματος καὶ ἀγρεύματος πεσόντος ἄδην ἔσχετε τοῖς Ἀθηναίοις τῆς ἐμῆς θοίνης . |