: ἐπὶ τῶν δολερῶν καὶ μικρῶν , ὅμως δὲ μεγάλους καταγωνιζομένων ἄφρονας . Ἄλλοτε μητρυιὴ πέλει ἡμέρα , ἄλλοτε δὲ
: ἐπὶ τῶν δολερῶν καὶ μικρῶν , ὅμως δὲ μεγάλους καταγωνιζομένων ἄφρονας . Ἄλλοτε μητρυιὴ πέλει ἡμέρη , ἄλλοτε μήτηρ
6138182 δολερων
: ἐπὶ τῶν ἀπλήστων . Ποικιλότης ὕδρας : ἐπὶ τῶν δολερῶν . Πολλοί σε μισήσουσιν , ἂν σαυτὸν φιλῇς .
ἐπέλασσε βερέθρου . Πορδάλιας καὶ δῶρα Διωνύσοιο δάμασσαν , θηροφόνων δολερῶν δολερὴν πόσιν οἰνοχοεύντων , οὐδὲν ἀλευομένων ζαθέοιο κότον Διονύσου
5591218 μεγαλους
' ἐκείνων μικρότερα . τὸ γὰρ οὓς οὐ προσῆκεν εἶναι μεγάλους ἐταπείνωσε τὰ τῶν εἰκότως ἂν ὄντων μεγάλων . γενέσθω
καὶ Φιλοκράτης . ἕνα γὰρ ἐκεῖνον ὄντα δύο λογίζομαι , μεγάλους , μᾶλλον δὲ τρεῖς . ὅν φασί ποτε κληθέντ
5446846 σφηκιαν
μὴ φροντίσῃς : ἐὰν ἐγὼ λίθους ἔχω , πολλῶν δικαστῶν σφηκιὰν διασκεδῶ . χώρει , πρόβαιν ' ἐρρωμένως . ὦ
ἀλώπεκες ἐς ὑπερβολὴν προήκουσαι πανουργίας καὶ τρόπου δολεροῦ ὅταν θεάσωνται σφηκιὰν εὐθενουμένην , αὐταὶ μὲν ἀποστρέφονται τὸν χηραμὸν ἐκνεύουσαι καὶ
5080990 λευκους
καὶ αὐτά : σμήγματα δὲ ὅσα διὰ νίτρου . Οἴνους λευκοὺς καὶ εὐωδεστάτους καὶ ἐλαιοχρόους . Καὶ ἀφροδισιάζειν μετρίως .
κάρα πυκάζομαι , καὶ κύτισος αὐτόματος παρὰ Μέδοντος ἔρχεται . λευκοὺς ὑπὸ ποσσὶν ἔχων πίλους . ὄρνιθα τοίνυν δεῖ σε
4981078 μυρμηκων
ἐπ ' αὐταῖς οἱ Ἰνδοὶ τὴν χρυσῖτιν κόνιν τῶν Ἰνδικῶν μυρμήκων κλέπτουσι πρὸς ἀνατολὰς ὁδεύοντες . ὅτι τῶν μυρμήκων ἐν
ὑπάρχει καὶ ἔστι πτηνὰ καὶ ἄπτερα , καθάπερ τὸ τῶν μυρμήκων γένος . καὶ τῷ ἀγρίῳ καὶ τῷ ἡμέρῳ διαιρεῖσθαι
4977606 μικρων
πλήθεσι , καὶ τήν τε χώραν ἐπόρθησαν καὶ πολλὰ τῶν μικρῶν πολισματίων ἐκπολιορκήσαντες ἐπετελέσαντο πράξεις ὠμότητι διαφερούσας : πολλῶν γὰρ
τῶν μηδὲν συντελούντων . Νάνος ὢν ὕπεικε : ἐπὶ τῶν μικρῶν : οὕτω Νεοκλεί - δης καὶ Ἀριστοτέλης : ὁ
4957507 θρασυδειλους
μὲν ἐνδόξων διαθέσεων ποιεῖ ὀχληρούς , παρρησιαστικούς , ῥιψοκινδύνους , θρασυδείλους , ἀνελεήμονας , τραχεῖς , δολίους , δυσμήνιδας ,
διαθέσεων ποιεῖ ἀδιαφόρους , ἐπιπόνους , παρρησιαστικούς , ὀχληρούς , θρασυδείλους , αὐστηροπράκτους , ἀνελεήμονας , καταφρονητικούς , τραχεῖς ,
4877801 Ἀλωπηξ
καὶ ἔφερε τοὺς Θηβαίους . ἔλεγον δὲ οἱ ἄνθρωποι ” Ἀλώπηξ ἡμᾶς κατατρέχων ὑποχωρεῖ . ” ἀφικνεῖται δὲ ἀνὴρ Κέφαλος
. Ἅλμη οὐκ ἔστιν αὐτῷ : ἐπὶ τοῦ ἀηδοῦς . Ἀλώπηξ οὐ δωροδοκεῖται : ἐπὶ τῶν οὐ ῥᾳδίως ἁλισκομένων .
4875119 μικρους
, οἱ τηλικοῦτοι καὶ τοιοῦτοι πρὸς τοὺς οὕτως ἀσθενεῖς καὶ μικροὺς πολεμήσομεν . οὕτως ἐπείσθησαν Γαλάται καταφρονήσαντες Ἑλλήνων ἐλθεῖν ἐπὶ
ἀλλ ' οὐ κατὰ σκέλος . ἔχει δὲ δακτύλους πέντε μικροὺς καὶ οὐκ ἐπὶ πολὺ μῆκος ἐσχισμένους , ἔχει δὲ
4817486 ὑπεροπτας
μὲν ἔνιοι διὰ τὸ παρασκευάζειν τοὺς κεκτημένους αὐτὸν αὐχητικοὺς καὶ ὑπερόπτας . ἢ ὅτι αὐτός ἐστι μεγαλήνωρ , διὰ τὸ
ἐν ὄψει πολλῶν κατεπρήσθη ζῶν . Νεμέσεως ἐφόρου , τρόπους ὑπερόπτας καὶ ὑπερηφάνους κολαζούσης , ἐναργῆ μαρτύρια . νηίταις κινδύνοις
4810712 εὐμεγεθεις
. ἄτρεστον : ἄφοβον : γράφεται ἄστρεπτον . Ὑπερφιάλους : εὐμεγεθεῖς . ἔσβεσεν : γράφεται ἔσπασεν . Δινεύοντα : περιπατοῦντα
. ἄτρεστον : ἄφοβον : γράφεται ἄστρεπτον . Ὑπερφιάλους : εὐμεγεθεῖς . ἔσβεσεν : γράφεται ἔσπασεν . Δινεύοντα : περιπατοῦντα
4776310 προγαστορας
, τινὰς δὲ καὶ φαλακρούς , ὀξυγενείους , ἐρυθρόχροας , προγάστορας , ὠκύποδας , κολυμβητάς , φιλοπροβάτους , εὐπορίστους ,
, τινὰς δὲ καὶ φαλακρούς , ὀξυγενείους , ἐρυθρόχροας , προγάστορας , ὠκύποδας , κολυμβητάς , φιλοπροβάτους , εὐπορίστους ,
4770301 λεοντων
, ὅτε τὰ πάτρια τεύχεα παρεδίδοσαν , ἰὼ μάκαιρα ταυροκτόνων λεόντων ἔφεδρε , τῷ Λαρτίου , σέβας ὑπέρτατον . Ἔχοντες
αὐτὸν οὐχ ἵππων λέγει πατέρα οὐδὲ μὰ Δία κυνῶν ἢ λεόντων ; ὅτι τοῖς μὲν ἄλλοις ἅπασι ζῴοις οὐ μέτεστιν
4745099 ὀξεις
καὶ οὐδὲν ἐμοῦ συμβούλου δεόμενα : οὐ γὰρ συνετοὺς καὶ ὀξεῖς ἀποφαίνειν τοὺς μὴ παρὰ τῆς φύσεως τοιούτους φησὶ τοῦτο
ἐπὶ πνεύμασιν γενομένους , λέγω δὴ τοὺς ἐφημέρους , καὶ ὀξεῖς μὲν , ἡσσωμένους δὲ τῇ χειρὶ , τοὺς ἐπὶ
4690159 Γερανοι
Οὐ δάμαλις παύσεται οἰμώζουσα τὸν ἴδιον μόσχον βωμοῖς καλλιερηθέντα . Γέρανοι σιγῇ πετόμενοι σημαίνουσιν εὐδίαν . Ἡμίονος ναρκᾷ τρυγόνος θαλασσίας
: ἐν ἤθει , ἀντὶ τοῦ , εὔφραινε σαυτόν . Γέρανοι λίθους φέρουσιν : ἐπὶ τῶν προνοη - τικῶς τι
4643779 κακιονων
. ἠξίουν τε ταῦτα παραινοῦντες μὴ χείρους ὀργὴν εἶναι τῶν κακιόνων τοὺς κρείττονας , μηδ ' εἰς ἐκεῖνον ἀναβάλλεσθαι τὸν
ἴσων τε καὶ κρειττόνων ἄρχῃς ὑπὸ τῶν ἡττόνων τε καὶ κακιόνων ἄρχεσθαι . πολλὰ καὶ περὶ πολλῶν ἔτι σοι λέγειν
4638570 μνησικακους
ἐπιμόνους , φιλοπόνους , ὑπομονητικάς , σκληράς , ἐγκρατεῖς , μνησικάκους , ἐριστικάς , φιλοτίμους , στασιώδεις , πλεονεκτικάς ,
φιλοπράκτους , ἐπιτευκτικούς , ἐπὶ δὲ τῶν ἐναντίων ληρώδεις , μνησικάκους , νηλεεῖς , ταῖς ψυχαῖς ἐπιμόχθους , μισοϊδίους ,
4610932 ὀνων
καὶ διὰ τοῦτο ζηλοτυπεῖν αὐτὸν τὴν τῶν τράγων τε καὶ ὄνων εὐδαιμονίαν ; Μὴ γὰρ οὐδὲ εὐσεβὲς ᾖ τὰ τοιαῦτα
τῶν ἐφ ' οἷς ἤλπισαν διαψευσθέντων . Ἀπὸ τῶν βραδυσκελῶν ὄνων ἵππος ὤρουσεν . Ἅπαντα τοῖς σοφοῖς εὔκολα : ἐπὶ
4606223 δεισιδαιμονας
μικρολόγους , μονογνώμονας , φιλερήμους , φιλοθρήνους , ἀηδεῖς , δεισιδαίμονας , ἀστόργους , ἐπιβουλευτικοὺς τῶν οἰκείων , ἀνευφράντους ,
ἀνακεχωρηκότας , κακολόγους , φιλερήμους , φιλοθρήνους , ἀναιδεῖς , δεισιδαίμονας , φιλομόχθους , ἀστόργους , ἐπιβουλευτικοὺς τῶν οἰκείων ,
4599488 κυνων
μὰ Δί ' , ἀλλ ' ἄριστός ἐστι τῶν νυνὶ κυνῶν , οἷός τε πολλοῖς προβατίοις ἐφεστάναι . τί οὖν
ἀλλὰ μονοειδῆ ταύτην εἶναι δοκοῦμεν . καὶ ἀκούομεν δὲ τῶν κυνῶν ἄλλην μὲν φωνὴν προϊεμένων ὅταν ἀμύνωνταί τινας , ἄλλην
4579743 θηριων
τῶν κυνηγῶν μετηνέχθη . ἕπονται γὰρ οἱ κύνες τοῖς τῶν θηρίων ἴχνεσιν ἐν τοῖς κυνηγεσίοις . τινὲς δὲ προστακτικῶς ἀνέγνωσαν
δὲ τὴν Λιβύην διὰ τὸ πλῆθος τῶν κατὰ τὴν χώραν θηρίων ἀοίκητον πρότερον οὖσαν ἐξημερώσας ἐποίησε μηδεμιᾶς χώρας εὐδαιμονίᾳ λείπεσθαι
4579170 κυνας
: καὶ γὰρ εἰ πάνυ ὠκὺς τύχοι καὶ πολλὰς πολλάκις κύνας διαπεφευγώς , ἀλλά γε ἐξ εὐνῆς ἀνιστάμενον καὶ ξὺν
Ἑκάτης : καὶ γὰρ Σώφρων ἐν τοῖς Μίμοις φησὶν αὐτῇ κύνας θύεσθαι . Ζήρινθον τὸ Θρᾳκικὸν σπήλαιον καταλιπὼν τῆς Ῥέας
4578415 αὐχμηρους
, ἢ καὶ Ἄρῃ μετέπειτα συνάπτῃ , πάγχυ κακίστη : αὐχμηροὺς τεύχει γὰρ ἀναγκαίου βιότοιο , οἵτ ' ἔργοις κενεοῖς
ἐγγὺς αὐτοὺς εἶναι τοῦ φρενιτίζειν , καὶ ἀτενὲς ὁρῶσι καὶ αὐχμηροὺς ἱκανῶς ἔχουσι τοὺς ὀφθαλμοὺς καὶ ἐρυθροὺς καὶ λήμας ἔχουσι
4565191 σαρκωδεις
εὐχερέστατα τρέπονται . ἐχόντων γὰρ αὐτῶν τοὺς πόδας ἁπαλοὺς καὶ σαρκώδεις , ἐκ τῶν ὑποκάτω μερῶν δάκνοντα τὰς πτέρνας ἀναγκάζει
σταφυλαί . πασῶν δ ' ἀσφαλεστάτη χρῆσίς ἐστιν , ὅταν σαρκώδεις τε ὦσιν αἱ σταφυλαὶ φύσει , πεπειροτάτων τε αὐτῶν
4561673 ἁρπαγας
κατὰ κράτος εἰλήφεσαν Ἀχαιοὶ τὴν πόλιν , καὶ περὶ τὰς ἁρπαγὰς ἐσπουδακότες πολλὴν ἄδειαν σώζεσθαι τοῖς φεύγουσιν παρῆκαν . οἱ
. τοσαύτη γὰρ ἦν τῆς πλεονεξίας ὑπερβολὴ κατὰ τὰς τούτων ἁρπαγὰς ὥστε καὶ πρὸς ἀλλήλους διαμάχεσθαι καὶ πολλοὺς ἀναιρεῖν τῶν
4540716 φαρμακους
ἢ ἄλλο τι τοιοῦτον θῦμα . ἢ δημοσίους τοὺς λεγομένους φαρμακούς , οἵπερ καθαίρουσι τὰς πόλεις τῷ ἑαυτῶν φόνῳ .
μυστηρίων καὶ ἱερῶν διασυρτικούς , πάμπαν ἀπίστους , διαβολικούς , φαρμακούς , παντοποιούς : τῷ δὲ τοῦ Ἑρμοῦ συνοικειωθεὶς ἐπὶ
4505142 ἐνεδρευτας
τραχεῖς , πολεμικούς , ῥιψοκινδύνους , φιλοθορύβους , δολίους , ἐνεδρευτάς , δυσμήνιδας , ἀδήκτους , ὀχλοκόπους , τυραννικούς ,
ἐπὶ τοῖς ἵπποις ποππυσμάτων ἐν τῷ δαμάζεσθαι . ἐγκαθέτους . ἐνεδρευτάς , δολίους , κατασκόπους . κατεχειροτόνησαν . κατεψηφίσαντο .
4489569 ἀπολλυντας
τοὺς δὲ μέτρια ἢ μικρὰ κεκτημένους τῶν πολιτῶν τὰ ὄντα ἀπολλύντας , ἔτι δ ' ὑστερίζουσαν ἐκ τούτων τὴν πόλιν
χρήματα καὶ κτησαμένοις πρῶτον καὶ ἐν τῷ ἔχειν γινομένοις οὕτως ἀπολλύντας . ὁ δὲ καιρῷ μὴ χρησάμενος οὐκ ἀγαθὸν ἔχων
4484499 παραβολους
καὶ γυμνὴν κατιὼν τὴν ῥαχίαν τῆς θαλάσσης , ὁ ῥοῦς παραβόλους ὡς ἀληθῶς καὶ τῷ παρὰ μικρὸν ἀποτυγχανομένας δίδωσι τὰς
, πλὴν οὐκ ἄπρακτον . Κρόνος καὶ Ἄρης καὶ Σελήνη παραβόλους μὲν εἰς τὰς ἐπιβολὰς τῶν πράξεων καὶ γενναίους ἀποτελοῦσι
4483007 δαπανους
προγάστορας , ὠκύποδας , κολυμβητάς , φιλοπροβάτους , εὐπορίστους , δαπάνους , ὀργίλους , ὁ δὲ Αἰγόκερως δασεῖς , λεπτοσκελεῖς
προγάστορας , ὠκύποδας , κολυμβητάς , φιλοπροβάτους , εὐπορίστους , δαπάνους , ὀργίλους , ὁ δὲ Αἰγόκερως δασεῖς , λεπτοσκελεῖς
4470693 ἀλωπεκες
τῷ φέγγει ἐπαναρριπτοῦντες μακρὰν διαίρουσιν ἀντιπαίζοντες : ταραχώδη δὲ ὅταν ἀλώπεκες προδιεξέλθωσι γίγνεται . τὸ δὲ ἔαρ κεκραμένον τῇ ὥρᾳ
: ἵππων δὲ τίγρητες ἐς ἔρωτα ἦλθον , κυνῶν δὲ ἀλώπεκες , ὅθεν δή φασι καὶ ἀλωπὸν φύεσθαι : οἶδα
4465934 θρασεις
Τύρταιος τῶν μισθοφόρων εἰσὶν πάμπολλοι , ὧν οἱ πλεῖστοι γίγνονται θρασεῖς καὶ ἄδικοι καὶ ὑβρισταὶ καὶ ἀφρονέστατοι σχεδὸν ἁπάντων ,
: τοὺς μὲν γὰρ δειλοὺς ἀνδρείους ποιεῖ , τοὺς δὲ θρασεῖς προ - μηθεῖς . ἀμφότερα δὲ συμβαίνει στρατοπέδοις ,
4461892 ὀχληρους
τῆς Ἑλλάδος ὥσπερ λήμην ἀφεῖλε , τοὺς ἐπὶ τῶν προθύρων ὀχληροὺς ἀναστήσασα , λέγω τὸ λῃστικὸν ἅπαν καὶ βαρβαρικὸν ,
εὐκόλως ἡμέρωσας στρατιώταις οὐδὲ εἴκοσιν ἀριθμὸν τοὺς ἐν ταῖς ὁδοῖς ὀχληροὺς ἐξ ἀπειλῶν ἀναστήσας . ταύτην ἐγώ σου τὴν νίκην
4461131 εὐγενειους
κάτω κύπτοντας , ἀσελγεῖς . ὁ δὲ Ὑδροχόος εὐσώμους , εὐγενείους , εὐυπολήπτους , ἔσθ ' ὅτε καὶ προγάστορας καί
Τοξότης μακροὺς τοῖς μηροῖς , ταῖς δὲ κνήμαις εὐπλάστους , εὐγενείους , προγάστορας , εὐχρόους τὰς χεῖρας , εὐκολύμβους ,
4460899 πολυτροπους
παραδοξότατον ἦν , ἑνὸς σώματος οὐσίαν μετασχηματίζων καὶ μεταχαράττων εἰς πολυτρόπους μορφάς , Αἰγυπτίου τρόπον Πρωτέως , ὃν εἰσήγαγεν Ὅμηρος
δυσκαταλήπτους , κούφας , εὐμεταθέτους , διπλάς , ἐρωτικάς , πολυτρόπους , φιλομούσους , ῥᾳθύμους , εὐπορίστους , μεταμελητικάς ,
4449881 ῥιψοκινδυνους
καὶ χρυσίου μεγάλας ἐδίδου δωρεάς . Σεβαστὸς τοὺς ἄνευ λυσιτελείας ῥιψοκινδύνους ἔλεγε μηδὲν διαφέρειν τῶν χρυσοῖς ἀγκίστροις ἁλιευομένων . Σεβαστὸς
πλατυθώρακας , ἅρπαγας , θρασεῖς , βασκάνους , τολμηρούς , ῥιψοκινδύνους , ὁ δὲ Τοξότης μεγαλοσκελεῖς , εὐκνήμους , εὐπλάστους
4441219 διατιθεμενους
μόνα καταφερεῖς , θηλυκῶν δὲ ὄντων τῶν ζῳδίων καὶ αὐτοὺς διατιθεμένους , ἐὰν δὲ ἀμφότεροι ἑῷοι , πρὸς τὰ παιδικὰ
, ἐνίοτε δὲ καὶ ἀσώτους , φιλοκόσμους καὶ θρασεῖς καὶ διατιθεμένους καὶ ἀσελγαίνοντας . τῷ δὲ τοῦ Ἑρμοῦ συνοικειωθεὶς ἐπὶ
4427696 φιλοκοσμους
: τοὺς δ ' ἀνθρώπους τὰ ἄλλα μὲν εὐτελεῖς εἶναι φιλοκόσμους δέ . ἴδιον δὲ τῶν Καθαίων καὶ τοῦτο ἱστορεῖται
καταγυναίους , ἐρωτικούς , λάγνους , καταφερεῖς , μοιχούς , φιλοκόσμους , ὑπομαλάκους , ῥᾳθύμους , ἀσώτους , ἐπιμώμους ,
4425173 συων
, καθὼς ἀνωτέρω εἴρηται , καθάπερ οἱ λύκων καὶ ἀγρίων συῶν τὰ σημεῖα ἔχοντές εἰσιν ἄνδρες ὠμότεροι ἀγριώτεροί τε καὶ
ὁ γραμματικὸς ἐν τῷ περὶ ἡλικιῶν φησι : τῶν δὲ συῶν τὰ μὲν ἤδη συμπεπηγότα δέλφακες , τὰ δ '
4424127 ἐπιφεροντας
τοὐκτὸς καὶ τοὺς μὲν ὄγκους μεγάλους ἐργαζομένους , ἀνωδυνίαν μέντοι ἐπιφέροντας . ἔστι δὲ ἡ ὀσμὴ αὐτοῦ ἀνυπομόνητος τοῖς εὐαίσθητον
ἀπορρῖψαι τὴν θεόν φασι τοὺς αὐλοὺς ὡς οὐ πρόσφορον ἡδονὴν ἐπιφέροντας τοῖς σοφίας ἐφιεμένοις , τοῖς δὲ διὰ τὰς συνεχεῖς
4421091 ἐοικοτας
ὡς μαλακούς τε καὶ ἀναξίους αὑτοῦ καὶ τῇ μητρὶ μᾶλλον ἐοικότας , λέγοντα , ὡς ὁ ποιητής φησι , ποῖ
ἀνθρώπους , ἄλλον δέ τινα τρόπον , ἀλλὰ μὴ ἡμῖν ἐοικότας : καὶ τί ἂν ἄλλο παράδειγμα τούτου ἄμεινον προεστησάμην
4412020 τιτρωσκειν
ἂν εἴη τῆς σῆς φύσεως τάττειν τε ὁμοῦ στρατὸν καὶ τιτρώσκειν καὶ ἐπιστέλλειν . οὕτως ὑπὸ τοῦ σώματος ἀδικοῦμαι μέλλων
ἀφαιρέσει τοῦ έ πλῆτο . Βλοσυρὸν ἀπὸ τοῦ βάλλειν καὶ τιτρώσκειν τοῖς ὄσσοις καὶ τοῖς ὀφθαλμοῖς . . ΥΠ .
4405802 παρδαλεις
ὕδωρ κρᾶσιν τοῦ οἴνου συνῶφθαι χρησίμην οὔσαν . τὰς δὲ παρδάλεις ὑποζευγνύουσι τῷ Διονύσῳ καὶ παρακολουθούσας εἰσάγουσιν ἤτοι διὰ τὸ
τὰ δὲ ταῖς ἴδαις τε καὶ ὕλαις χαίροντα ὡς αἱ παρδάλεις , ὅθεν καὶ Ὅμηρος εἴρηκεν ἠύτε πάρδαλις εἶσι βαθείης
4401101 ἡμιονους
ἀναβάντι ἐπ ' ἀπήνην τετράκυκλόν τε καὶ ὑψηλὴν καὶ ζευγνυμένῳ ἡμιόνους ἄλλοτε ἄλλας , μᾶλλον δὲ ὁρμαθοὺς ἡμιόνων ζυγίων τε
τῶν ὑπερακρίων προστὰς μηχανᾶται τοιάδε : τρωματίσας ἑωυτόν τε καὶ ἡμιόνους ἤλασε ἐς τὴν ἀγορὴν τὸ ζεῦγος ὡς ἐκπεφευγὼς τοὺς
4400509 λυκων
γελῶν ταῦτα ἔφη : Καλῶς εἴρηκας , ὦ πρώταρχε τῶν λύκων : ἀλλὰ πῶς σὺ χθὲς ἣν ἐκράτησας ἄγραν κοίτῃ
γένυν . αἱ δ ' ἀγκάλαισι δορκάδ ' ἢ σκύμνους λύκων ἀγρίους ἔχουσαι λευκὸν ἐδίδοσαν γάλα , ὅσαις νεοτόκοις μαστὸς
4399016 πλεονεκτας
ῥήτορας γὰρ δημαγωγοὺς Ἀθήνησι καθίστων . περισύρει δὲ τούτους ὡς πλεονέκτας καί φησιν ὅτι ἴδε τοὺς ῥήτορας , ὡς ,
στασιαστάς , ἐριστικούς , μονοπόνους , διαβόλους , οἰηματίας , πλεονέκτας , ἅρπαγας , ταχυμεταβόλους , κούφους , μεταμελητικούς ,
4394011 χοιρων
ταραχθείς , ἐλθὼν εἰς τὸν μάκελλον πάλιν πάντων τῶν τεθυμένων χοίρων τὰς γλώσσας ἠγόρασεν , καὶ ἐλθὼν ἐσκεύασεν αὐτὰς πρὸς
συὸς κρέας πρὸς τὰ ἄλλα [ τὰ μὴ τῶν ἀγρίων χοίρων κρέα ] . λευκερινεὼς δέ τι εἶδός ἐστι συκῆς
4389788 σωρον
Σκυρίαν δίκην σπάθημα φρενῶν στραγγαλιώδης ἄνθρωπος συκίνη μάχαιρα συλλογιμαῖος φορυτός σωρὸν κρεῶν τραχηλόσιμος ἄνθρωπος τυντλώδης λόγος ὑγιέστερος ὄμφακος , κολοκύντης
ταχυτῆτι προλαμβάνουσαι αὐτοῦ τὴν θρύψιν , ὥσπερ καὶ εἰ ἄμμου σωρὸν φερόμενον παίσοι τις προλαμβάνων τῇ πληγῇ τὴν φοράν :
4373541 ὑλακτουντες
ζῴων . κυνῶν μὲν ὑλακὴ καὶ ὑλαγμὸς καὶ ὑλακτεῖν καὶ ὑλακτοῦντες , καὶ κνυζᾶσθαι : εἴποις δ ' ἂν καὶ
καὶ κύνας ἔχουσι κακῶς πεπαιδευμένους , οἵτινες τρέχοντες πολλὰ καὶ ὑλακτοῦντες σκληρὰ κατεδίωξαν αὐτὰς ἐκ τῶν ὀρῶν καὶ τῶν πεδίων
4369098 ἐλαφων
ἀμέρσας ἂψ ἀναφοιτήσῃ νεαρῇ κεχαρημένος ἥβῃ , ἢ ὁπότε σκαρθμοὺς ἐλάφων ὀχεῇσιν ἀλύξας ἀνδράς ' ἐνισκίμψῃ χολόων γυιοφθόρον ἰόν :
γυναικῶν τῶν εὑρισκομένων , ἐπί τε αἰγῶν καὶ βωῶν καὶ ἐλάφων , καὶ τῶν παραπλησίων ζῴων . σώματα δὲ ἐστὶ
4351918 νενευκοτας
ἐθέλειν ἀποβάντας τῶν ἵππων ἀνορύττειν τοὺς κανόνας , καὶ αὐτοὶ νενευκότας αὐτοὺς καὶ ἀσχολουμένους ἐξ ἐπιδρομῶν ἀκοντίζουσιν , εἰ καὶ
σὺν κηρῷ καὶ καδμείᾳ ἑνωθέντα καὶ καταπλασθέντα , μαστοὺς γυναικῶν νενευκότας ἀνορθοῦσιν . Ῥάμφιος πτηνόν ἐστι παρὰ τὸν ποταμὸν Νεῖλον
4351138 φασσας
τὴν σάρκα , συῶν τὰ ἄκρα , πέρδικάς τε καὶ φάσσας καὶ περιστερὰς λαγωούς τε καὶ λεβηρίδας . ποτὸν δὲ
μήρινθον ἐπιτείνει καὶ πάντας ὁμοῦ τοὺς στάλικας ἀναστήσας αἱρεῖ τὰς φάσσας τοῖς τοῦ λίνου κόλποις ἐμπεπτωκυίας . τοιούτοις δὲ καὶ
4349302 βοσκουσι
ἔθνος πολλοὶ καὶ πλείους ἢ οἱ τῶν μελιττῶν ἑσμοί , βόσκουσι δὲ τὰς μὲν λειμῶνες , τοὺς δὲ οἰκίαι καὶ
Ἅπαντας ἡ παίδευσις ἡμέρους τελεῖ . Αἱ δ ' ἐλπίδες βόσκουσι τοὺς κενοὺς βροτῶν . Αὐτὸς πενωθεὶς τοῖς ἔχουσι μὴ
4341901 φυλαττομεναι
νοθεύωνται , μένωσι δ ' ἐν τῇ ἱερατικῇ τάξει βεβαίως φυλαττόμεναι . καὶ γὰρ ἄτοπον τὰς μὲν θυσίας καὶ ἱερουργίας
τοῦ γάμου σωφροσύνη ἔγκειται . Ἐνδόμυχοι : ἔνδον μυχούμεναι , φυλαττόμεναι . Δηθύνουσι : χρονίζουσι , καταμένουσιν . πόσις :
4326994 ἐπιμοχθους
ἀπὸ κακοποιῶν εἰς κακοποιοὺς φέρηται ταπεινοὺς ἐκ ταπεινῶν ἀποτελεῖ καὶ ἐπιμόχθους καὶ ἐν πᾶσι δυστυχεῖς καὶ κακομόρους . περισχεθεῖσα δὲ
φιλοσωμάτους , ἰσχυρογνώμονας , βαθύφρονας , αὐστηρούς , μονογνώμονας , ἐπιμόχθους , ἐπιτακτικούς , κολαστικούς , περιουσιαστικούς , φιλοχρημάτους ,
4323255 ἐπιορκους
μὲν αὑτῆς ἑκάστη καταλέγουσα μαθητάς , ὁμολογοῦσα δὲ τούτων ἐνίους ἐπιόρκους εἶναι καὶ νοσεῖν ἀκρασίαν . τί οὖν , ὦ
ἐν ταῖς Νεφέλαις : φησὶ γὰρ “ εἴπερ βάλλει τοὺς ἐπιόρκους , πῶς δῆτα οὐχὶ Σίμων ' ἐνέπρησεν οὐδὲ Κλεώνυμον
4321094 νεοττων
περὶ αὐτῶν , ὅτι τοὺς μύρμηκας ἀποκωλύειν τῶν ἰδίων βουλόμεναι νεοττῶν ἐν τῇ καλιᾷ καρδίαν ἔχουσι νυκτερίδος , ὡς τῶν
παραχρῆμα κατέδυ καὶ ἀσμένως ἠφανίσθη . βάσανος δέ οἱ τῶν νεοττῶν τῶν γνησίων ἐκείνη ἐστίν . ἀντίους τῇ αὐγῇ τοῦ
4320549 ἀναιδεις
ἐνίους τῶν λεγόντων ἐγὼ καὶ ὑμεῖς δ ' ὁρᾶτε , ἀναιδεῖς καὶ ἀφ ' ὑμῶν πεπλουτηκότας , οὐκ ἂν εἴην
τὸν μέν σύνδεσμον ἐπήγαγεν εὐθὺς βιάσονται τοίνυν ἴσως μεγαλόφωνοι καὶ ἀναιδεῖς ὄντες καὶ τὰ ἑξῆς . καὶ πολλὰ αὐτοῦ παρὰ
4320418 περιθεοντας
ἀκοντισταὶ καὶ ἕτεροι κοῦφοι , συναγαγὼν προσέταξε , τὰ ἅρματα περιθέοντας , ἐς τοὺς ἵππους ἀκοντίζειν ἀντὶ τῶν ἐπιβατῶν :
, ἐπαγαγὼν ἀποβῆναι τῶν ἵππων ταρασσομένων ἐκέλευσεν καὶ τοὺς ἐλέφαντας περιθέοντας ἐσακοντίζειν . πρῶτός τε αὐτὸς ἀποβὰς ἔτρωσε τὸν προπηδῶντα
4318781 ταπητων
οὔτε καύματος φροντίζων , οὐδὲν δεόμενος στρωμάτων ἢ χλανίδων ἢ ταπήτων , ἀλλὰ δέρμα ἀμπεχόμενος ῥυπαρόν , λιμοῦ πνέων ,
ἄγεσθαι ἐῢ πλήσασα χιτώνων χλαινάων τ ' ἀνεμοσκεπέων οὔλων τε ταπήτων . ἔνθα δέ οἱ δέπας ἔσκε τετυγμένον , οὐδέ
4303074 ὀργιλους
τέλος ἀγαγεῖν . τελέσαι ] ἐκπληρῶσαι . τὰς περιθύμους ] ὀργίλους . τὰς περιθύμους ] τὰς ὀργίλους καὶ μανικάς .
κρείττω τῶν ὀφθαλμῶν νομίζονται . τοῖς τέκνοις δὲ ἐπαφῆκε κατάρας ὀργίλους . στροφὴ ἑτέρα κώλων ζʹ . ἡμέτερα : +
4301930 συνοικειωθεις
καὶ εὐλαβέστερον καὶ ἀνεπιφανέστερον : συμβάλλεται δὲ καὶ ὁ ἥλιος συνοικειωθείς πως τῷ τῆς ψυχικῆς κράσεως οἰκοδεσποτήσαντι κατὰ μὲν τὸ
διατιθέναι γυναῖκας . ὁ μέντοι τοῦ Κρόνου τοῖς προκειμένοις σχήμασι συνοικειωθείς , ἐὰν μὲν καὶ αὐτὸς ᾖ τεθηλυσμένος , ἀσελγειῶν
4288795 ἀπειροκαλους
συνετούς , ἀνεκτικούς , ἐμφιλοσόφους , ἐπὶ δὲ τῶν ἐναντίων ἀπειροκάλους , μανιώδεις , ψοφοδεεῖς , δεισιδαίμονας , ἱεροφοιτοῦντας ,
συστρέψαι δέον ἐν ὀνόμασιν ὀλίγοις . ἐκχεῖται δ ' εἰς ἀπειροκάλους περιφράσεις πλοῦτον ὀνομάτων ἐπιδεικνυμένη κενόν , ὑπεριδοῦσά τε τῶν
4288350 θαλασσιων
ψύξας καὶ λεάνας ἀποτίθεσο . Ἄσβεστος γίνεται οὕτως : τῶν θαλασσίων κηρύκων τὰ ὄστρακα ἐγκρύψας ἄνθραξιν ἢ εἰς διάπυρον κρίβανον
ἡ δὲ θαλαττία καρὶς σκορπιοπλήκτοις βοηθεῖ λεία καταπλαττομένη . Κοχλίων θαλασσίων ὁ ζωμὸς καὶ ἀχαρνῶν καὶ φωκίδων καὶ ἀφύων καὶ
4284511 λεπτοσκελεις
, δαπάνους , ὀργίλους , ὁ δὲ Αἰγόκερως δασεῖς , λεπτοσκελεῖς , ὀστώδεις , κάτω νενευκότας , αἰγοφθάλμους , ὀξυγενείους
, κοντορίνους , εὐστέρνους , ἐγκοιλίους , κάτωθεν ἰσχνοτέρους καὶ λεπτοσκελεῖς , βαρυφώνους , σκληρούς , ἐντρόφους . τούτων δὲ
4274420 δολιους
παρρησιαστικούς , ῥιψοκινδύνους , θρασυδείλους , ἀνελεήμονας , τραχεῖς , δολίους , δυσμήνιδας , ὀχλοκόπους , τυραννικούς , πλεονέκτας ,
τὴν γλῶτταν εἶναί φασιν . Ὀφθαλμοὶ μικροὶ παλλόμενοι κακομηχάνους καὶ δολίους , μεγάλοι δὲ ἀνοήτους καὶ μάργους ἐλέγχουσιν . ὅσοι
4273102 ἀλωπεκων
ἀλωπέκουρος μαλακὸν καὶ χνοωδέστερον , ὅτι καὶ ὅμοιον ταῖς τῶν ἀλωπέκων οὐραῖς , ὅθεν καὶ τοὔνομα μετείληφεν . ὅμοιος δὲ
τῇ ψάμμῳ γίνονται μύρμηκες μεγάθεα ἔχοντες κυνῶν μὲν ἐλάσσω , ἀλωπέκων δὲ μέζω : εἰσὶ γὰρ αὐτῶν καὶ παρὰ βασιλέϊ
4266217 τραχεις
αὐτὰ ἔχουσιν καὶ αἱ φάραγγες καὶ ὅσοι δέ εἰσιν ἀλλαχόσε τραχεῖς καὶ δασώδεις τόποι . πλῆθος τούτων βόσκει τῶν θηρίων
παντὶ τῷ σώματι , ὁμιλικοὺς πρὸς γυναῖκας , εὐπροσδέκτους , τραχεῖς καὶ ἀλαζονικωτέρους . Πρώτην ζώνην ἐπέχει Κρόνος . Δευτέραν
4263602 ἀμφιβολους
, ὀστώδεις , κάτω νενευκότας , αἰγοφθάλμους , ὀξυγενείους , ἀμφιβόλους , ἀβεβαίους , γελωτοποιούς , ὑπομώρους , ὁ δὲ
τῶν λειπομένων ἕτερόν τι νόημα συντιθέναι . πολλάκις δὲ καὶ ἀμφιβόλους λέξεις διαστέλλουσι , πρόσφορον ἑαυτοῖς κατασκευάζοντες τὸ σημαινόμενον :
4258202 λεοντας
παρὰ δὲ τὸν ψόφον τοῦ ἀλεκτρυόνος φθεγξαμένου καταπτήξαςφασὶ γὰρ τοὺς λέοντας πτύρεσθαι πρὸς τὰς τῶν ἀλεκτρυόνων φωνάςεἰς φυγὴν ἐτράπη .
δέ , ἐν Ἀττικῇ , φησί , τίς εἶδε πώποτε λέοντας ἤ τι τοιοῦτον ἕτερον θηρίον ; οὐδὲ δασύποδ '
4257855 λαγνους
. Ἡ Ἀφροδίτη ἐν Λέοντι δυσγάμους , ἐν δὲ Καρκίνῳ λάγνους καὶ ἐπαίσχρους ποιεῖ . Ὁ Ἑρμῆς ἐν Λέοντι πολυίστορας
ἐάν τε ὁμόσε αὐτῇ τύχῃ ἐάν τε τετράγωνος , μοιχοὺς λάγνους ἀναξίων ἐγκυλισμοὺς ψόγους χωρισμοὺς θανάτους συμβίων ποιεῖ : χεῖρον
4246768 ἐπιμελουμενους
τὸν κίνδυνον . αὐτοὺς τοίνυν ὑμᾶς τούτων μάρτυρας παρέξομαι , ἐπιμελουμένους μὲν ἑκάστου μηνός , ἐπιγνώμονας δὲ πέμποντας καθ '
βουκόλον ἑξῆς λέγει : οὕτω γὰρ καλοῦσι τοὺς τῶν βοῶν ἐπιμελουμένους τὸν μυριωπὸν ] τὸν μυριόφθαλμον : τὸν διὰ παντὸς
4246607 νωθρους
ἐναντίους , ὁ σὸς δέ , παμμέγιστε Ῥωμανέ , στόλος νωθροὺς ὄνους φάλκωνας ἀπτέρῳ βάσει . Τοῦτον πεταστὸν ὁ στρατηγέτης
καὶ ὧν μὲν μανὰ καὶ ἀραιὰ κεῖται τὰ στοιχεῖα , νωθροὺς καὶ ἐπιπόνους : ὧν δὲ πυκνὰ καὶ κατὰ μικρὰ
4245934 ἀρχικους
τὸ πρᾶγμα καταγέλωτος , ὦ Ἰσχόμαχε . ὅστις γάρ τοι ἀρχικοὺς ἀνθρώπων δύναται ποιεῖν , δῆλον ὅτι οὗτος καὶ δεσποτικοὺς
πῶς δή , ἔφην ἐγώ , πρὸς τῶν θεῶν τὸ ἀρχικοὺς εἶναι ἀνθρώπων παιδεύεις ; Φαύλως , ἔφη , πάνυ
4235351 ὀρνεων
ἐπὶ δὲ τῶν ἑρπετῶν τὸ φωλεύειν : ἐπὶ δὲ τῶν ὀρνέων νοσσεύειν . ὁ γοῦν λέγων νοσσιὰν τέκνων ἀκυρολογεῖ :
τοὺς πάνυ ἀσθενεῖς ὑπὸ τῆς δασύτητος σῳζομένους , καὶ τῶν ὀρνέων τοῖς ἀσθενεστάτοις ἐξαρκεῖ τὰ πτερὰ εἴργειν τὸν ἄνεμον καὶ
4234182 γελωτοποιους
νενευκότας , αἰγοφθάλμους , ὀξυγενείους , ἀμφιβόλους , ἀβεβαίους , γελωτοποιούς , ὑπομώρους , ὁ δὲ Ὑδροχόος μεσήλικας , σεμνοπροσώπους
διάφορα ἐπεισάγει ὁ λαμπρὸς ἡμῶν ἑστιάτωρ Λαρήνσιος ἔτι τε καὶ γελωτοποιούς , φέρε λέγωμέν τι καὶ ἡμεῖς περὶ τούτων .
4231325 ψαρων
πέτονται ἐπὶ σταδίοιο κελεύθου . οἱ δ ' , ὥστε ψαρῶν νέφος ἔρχεται ἠὲ κολοιῶν , οὖλον κεκλήγοντες , ὅτε
ἴσως καὶ τῶν Ὁμήρου τὰ τοιαῦτα ἀποδοκιμάζεις , ὅπου μέμνηται ψαρῶν ἢ κολοιῶν ἢ ἀκρίδων ἢ δαλοῦ ἢ τέφρας ἢ
4230944 χερσαιους
Ἀρκαδίας φησὶν Ἀριστοτέλης κρήνην τινὰ εἶναι , ἐν ᾗ μῦς χερσαίους γίνεσθαι , καὶ τούτους κολυμβᾶν ἐν ἐκείνῃ τὴν δίαιταν
δὲ . . . , Καρκίνος δ ' ἐνύδρους καὶ χερσαίους καὶ ὑψηλούς , Λέων δὲ προσάντεις καὶ τραχεῖς καὶ
4225321 ἐσθιοντων
σάρκα κατεδηδεσμένην , περὶ δὲ τὰ σπλάγχνα τοιούτων θηρίων ἑσμοὺς ἐσθιόντων καὶ προσπεφυκότων . οὕτως ὁ Μιθριδάτης ἑπτακαίδεκα ἡμέρας φθειρόμενος
ἀνειμένας ἐῶσιν , ὥστε τὰ στόματα αὐτῶν ἐπικαλύπτεσθαι . διόπερ ἐσθιόντων μὲν αὐτῶν ἐμπλέκονται ταῖς τροφαῖς , πινόντων δὲ καθαπερεὶ
4221489 ἀπετισεν
τοῦ ψεύδεσθαι : ἀπατητικοὶ γὰρ οἱ Κρῆτες . Κριὸς τροφεῖα ἀπέτισεν : ἐπὶ τῶν ἀχαρίστων : οἱ γὰρ κριοὶ τὰς
συνέχεαν καὶ τὸν πόλεμον ἐξωρχήσαντο . Τὸ κυνὸς κακὸν ὗς ἀπέτισεν : ἐπὶ ἄλλων μὲν ἁμαρτησάντων , ἄλλων δὲ δόντων
4213930 κεστρεας
: ἐξιόντι [ μὲν ] γὰρ ἁλιεὺς ἀπήντησεν φέρων μοι κεστρέας , ἰχθῦς ἀσίτους καὶ πονηροὺς ἔν γ ' ἐμοί
ἡμῖν καὶ βοή . ἐξιόντι μοι ἁλιεὺς ἀπήντησεν φέρων μοι κεστρέας . ἰχθῦς ἀσίτους καὶ πονηροὺς . . . εὖ
4211833 λαμπρους
τις , πῶς καὶ ὁ Ἄτταλός φησιν αὐτοὺς μὴ ἱκανῶς λαμπροὺς εἶναι . Ἑξῆς δὲ περὶ τῶν Χηλῶν ὁ Ἄρατος
: ἐὰν δὲ ἀγαθοποιοὶ τύχωσιν ἐπίκεντροι ἀνατολικοὶ καὶ προσθετικοί , λαμπροὺς καὶ ἐπιδόξους ποιοῦσι τοὺς γεννωμένους : ἐὰν δὲ ἐπὶ
4206579 μεσηλικας
: ἐν δὲ στρατῷ διαπρέψαντας , εὐκινήτους ἐν ὅπλοις , μεσήλικας καὶ εὐτραφεῖς , ξανθοὺς , γλαυκοὺς λευκούς τε ,
, ἀβεβαίους , γελωτοποιούς , ὑπομώρους , ὁ δὲ Ὑδροχόος μεσήλικας , σεμνοπροσώπους , εὐγενείους , φιλοπαίγμονας , δαπανηρούς ,
4197476 ἐλαφους
' ἀντὶ τοῦ ἀγρίας : “ ἢ μετ ' ἀγροτέρας ἐλάφους : κέλεται δέ ἑ γαστήρ . ” ἀγλαόκαρποι καλλίκαρποι
, ἐν τοῖς τρα - χέσι καὶ δυσβάτοις τόποις τοὺς ἐλάφους προστρίβοντας τὰ κέρατα πρὸς τὰς θάμνους , ἀποβάλλειν αὐτά
4193462 θεασωνται
οὐχ ὃν οἱ πολλοὶ λέγουσιν , ὅταν πηρωθέντα τὰς ὄψεις θεάσωνται : μίαν γὰρ οὗτος αἴσθησιν ἀφαιρεθεὶς τῶν ἄλλων ἄγει
τῶν χυμῶν , ὅθεν τὰ ἐναντία πράττουσιν . ἐπειδὰν οὖν θεάσωνται ταῦτα , εὐθὺς ὁρμῶνται ἐπὶ τὰ ξηραίνειν καὶ παχύνειν
4192861 τυραννικους
τόνδε παῖδα Κεκροπίαν χθόνα χώρει , Κρέουσα , κἀς θρόνους τυραννικοὺς ἵδρυσον . ἐκ γὰρ τῶν Ἐρεχθέως γεγὼς δίκαιος ἄρχειν
δὲ νόμους εἰσφέροντες οἱ θῆτες καὶ ἀνέστιοι κατὰ τῶν εὐπατριδῶν τυραννικοὺς καὶ ἀνίσους , καὶ οὐδὲ τοῦ προβουλεῦσαι περὶ αὐτῶν
4192682 ἱππους
τελέει περ , γυιώσειν μὲν σφῶϊν ὑφ ' ἅρμασιν ὠκέας ἵππους , αὐτὰς δ ' ἐκ δίφρου βαλέειν κατά θ
καὶ ἐπὶ χαλινοῦ δὲ εἴρηται , οἷον : χρυσάμπυκας ᾔτεεν ἵππους : παρὰ τὸ ἀμφέχειν ἄμφυξ καὶ ἄμπυξ . ἢ
4189581 τετραποδων
δὲ ἄμφω ἐν τετράποσιν ὑπάρχουσι ζῳδίοις , πείσεται δεινὰ ἀπὸ τετραπόδων : τῷ αὐτῷ δὲ τρόπῳ ἀποτελεστέον καὶ εἰ ἐν
οἷον ἀφάκη , φακός : τὸ δὲ χόρτου ἕνεκα τῶν τετραπόδων ζῴων , οἷον ὄροβος μὲν ἀροτήρων βοῶν , ἀφάκη
4177855 ἀγελας
, καὶ ὄνομα τροχὸς αὐτοῖς . καὶ νεῖ κατ ' ἀγέλας ταῦτα , μάλιστα μὲν ἐν δεξιᾷ τοῦ Ἄθω τοῦ
τὴν ὀρεινὴν καὶ καταγείους οἰκήσεις κατασκευάσαντες ἔτρεφον πολ - λὰς ἀγέλας βοσκημάτων , ὧν παρεχομένων δαψιλεῖς τροφὰς ἠρκοῦντο προσφερόμενοι γάλα
4177368 ἐπιπονους
ἔοικεν ἀπαντᾶν . πολλὴ δ ' ἀνάγκη τὰς πρώτας καθάρσεις ἐπιπόνους γίνεσθαι : καὶ γὰρ ἀήθεσι , καὶ οὔπω τῶν
πᾶν : ἀπὸ γὰρ τῶν ἀλφίτων τὴν περιουσίαν δηλοῖ . ἐπιπόνους ἀτυχεῖς ἀθλίους γεωργοὺς τοὺς εὐτελεῖς ἔχοντας βίους . οὐκ
4173409 σημαινουσιν
ποιεῖσθαι τεκμαίρονται , ὁμοίως ἂν καὶ οἱ ὄρνεις ποιητικοὶ ὧν σημαίνουσιν εἶεν καὶ πάντα , εἰς ἃ βλέποντες οἱ μάντεις
ἀπελεύσεται ὁ φυγών : οἷον Ἰχθύες μὲν λιμνώδεις καὶ ἑλώδεις σημαίνουσιν , ὁμοίως Ὑδροχόος , Αἰγόκερως ὑδρηλὰ χωρία καὶ παραθαλάσσια
4173091 κορακων
προπίπτοντας πρὸ τοῦ μετώπου πολύ , κατὰ τούτων δὲ τῶν κοράκων , ὅτε βούλονται , κατασπᾶν τὸ κάλυμμα ὥστε ἐμπετασθὲν
μετ ' ὀλίγον ὠρυομένων οἴκτιστον ἐπ ' ἐμοὶ καὶ τῶν κοράκων τυπτομένων τοῖς πτεροῖς , ὁπόταν συνελθόντες θάπτωσί με .
4169862 εὐμεταβολους
καὶ ἀστρολογικὰς καὶ μαντικάς , τὰ δὲ δίσωμα ποικίλας , εὐμεταβόλους , δυσκαταλήπτους , κούφας , εὐμεταθέτους , διπλάς ,
. ἐπὶ δὲ τοῦ γʹ εὐφυεῖς , δαπανητὰς δὲ καὶ εὐμεταβόλους , οὐκ ἀπονήρους . Ὄγδοον ζῴδιόν ἐστι Σκορπίος ,
4163540 χαμαιευναδες
ἀπὸ τῶν φωρῶν , τουτέστι κλεπτῶν , φυλακὴν κατεσκευασμένας . χαμαιευνάδες κ . ξ . . , : χαμαιευνάδες :
τρίψας ' ὁμοῦ σμύρνῃ διάπαττε τὴν ὁδόν . Οὗτοι ἀνιπτόποδες χαμαιευνάδες ἀερίοικοι , ἀνόσιοι λάρυγγες , ἀλλοτρίων κτεάνων παραδειπνίδες ,
4163043 ἰχθυων
ἐν τῇ περὶ Ἀσκάλωνι λίμνῃ διὰ τὴν ὕβριν καὶ ὑπὸ ἰχθύων ἐβρώθη . Ἔφιππος ὁ κωμῳδιοποιὸς παίζων φησίν : ὁπότε
καὶ δεινόν , ὦ θεοί . πρῶτον ὠμῶν κειμένων τῶν ἰχθύων πάρεισιν οἱ κεκλημένοι : δίδου κατὰ χειρός . τοὔψον
4160306 σκληρων
ἐν Βακχίῳ : εἶτ ' ἔρχεται χελιδονείων μετ ' ὀλίγον σκληρῶν ἁδρὸς πινακίσκος . Ἀνδροτίων δὲ ἢ Φίλιππος ἢ Ἡγήμων
σάρκα περὶ πάντων ἔργων τῆς ἀσεβείας αὐτῶν ὧν ἠσέβησαν καὶ σκληρῶν ὧν ἐλάλησαν λόγων , καὶ περὶ πάντων ὧν κατελάλησαν
4158560 ὠκυποδας
δὲ καὶ φαλακρούς , ὀξυγενείους , ἐρυθρόχροας , προγάστορας , ὠκύποδας , κολυμβητάς , φιλοπροβάτους , εὐπορίστους , δαπανηρούς ,
δὲ καὶ φαλακρούς , ὀξυγενείους , ἐρυθρόχροας , προγάστορας , ὠκύποδας , κολυμβητάς , φιλοπροβάτους , εὐπορίστους , δαπάνους ,
4156419 ἡμερωτατους
πρώτους δ ' αὐτὰς στρατεῦσαι λέγεται τοὺς Ἀτλαντίους , ἄνδρας ἡμερωτάτους τῶν ἐν τοῖς τόποις ἐκείνοις καὶ χώραν νεμομένους εὐδαίμονα
' ἀνάπαλιν : τὰς δὲ κέρκους μείζους δυοῖν πήχεων : ἡμερωτάτους δὲ καὶ οὐ κακοήθεις περὶ ἐπιθέσεις καὶ κλοπάς .
4154273 ἀτρεπτους
φέγγε ' ὁρῷτο , ὠμούς , ἀστεμφεῖς , ἠδ ' ἀτρέπτους ἐσίδοιο γεινομένους , οὐδ ' ὅσσον ὑπείκοντας νόῳ ἄλλοις
εἶδον δὲ ἐπὶ ταύροις καὶ ὀρχουμένους καὶ ἀκινήτους ἐκείνους καὶ ἀτρέπτους ἑστῶτας . Ἡ γῆ ἡ Λίβυσσα πολλῶν καὶ ποικίλων
4145029 ξιφιας
μῆναν τὸν Ἀπρίλιον εἰς τὰς εἴκοσι πέντε . ὁ γὰρ ξιφίας ὁ ἀστὴρ Ἑρμοῦ προσομοιοῦται . εἰ μὲν πρὸς μέρος
δακτύλους ἁπαλοὺς ὑπ ' ἀκάνθος μηδὲ ἓν τούτους παθεῖν . ξιφίας . Ἀριστοτέλης φησὶν ἔχειν τοῦ ῥύγχους τὸ μὲν ὑποκάτω

Back