γελοῖος εἶναι βιάζεται καὶ ἀστεῖος οὐ γέλωτα κινεῖ μᾶλλον ἢ καταγελᾶται , ὅταν δὲ ἐγγίζειν θέλῃ τῷ ἐπίχαρις εἶναι ,
ᾗ καὶ τὸ ἡβᾶν δοκεῖ περιττόν , σκώπτεται δὴ καὶ καταγελᾶται παρὰ τοῖς σοφοῖς καὶ νέοις ἡ τῆς φύσεως τέχνη
5979679 ἀστειος
πρεσβύτερος μὲν οὖν καὶ πρῶτος ἔστι τε καὶ λεγέσθω ὁ ἀστεῖος , νεώτερος δὲ καὶ ἔσχατος πᾶς ἄφρων , τὰ
† ὁ ἐν ἄστει διατρίβων , λέγεται * * * ἀστεῖος ὁ διὰ χρηστὸν ἦθος ἐπαινούμενος , ὡς καὶ ὁ
5668969 δραστικος
. κακὸς μὲν γὰρ ὁ πανοῦργος , πονηρὸς δὲ ὁ δραστικὸς κακοῦ . κακοήθεια μέν ἐστι κακία κεκριμμένη , κακοτροπία
τοὺς ἐσχάτους κινδύνους κατέστησεν . ἦν γὰρ ὁ ἀνὴρ οὗτος δραστικὸς καὶ μετὰ συνέσεως πολλῆς θρασὺς καὶ παραβόλοις πράξεσι χρώμενος
5578019 συντροφος
δέλεαρ τοῖς παρανηχομένοις τῶν ἰχθύων . καρκίνος δὲ αὐτῇ παραμένει σύντροφός τε καὶ σύννομος . οὐκοῦν ὅταν τις τῶν ἰχθύων
τῶν ἰχθύων τοῖς παρανηχομένοις : ὁ καρκίνος δὲ αὐτῇ παραμένει σύντροφός τε καὶ σύννομος . οὐκοῦν ὅταν τι τῶν ἰχθύων
5538729 ἀλαζονευεται
ὑφ ' ⌈ οὗτινος [ οὗ ] θρασύνεται ⌈ καὶ ἀλαζονεύεται οὕτως . ἔσθ ' ] τρόπος , τι ,
Ἀχαιῶν γενόμενος , οὕτω καὶ Ἐπίκουρος ὡς δή τις ὢν ἀλαζονεύεται , ἑαυτόν γε ἐν τοῖς φιλοσόφοις καταριθμεῖν ἐπιχειρῶν :
5504393 ἰαμβεια
καὶ θαυμαστὴν ἐν τοῖς λόγοις δύναμιν , καὶ τά τε ἰαμβεῖα σαφῶς καὶ κατὰ φύσιν καὶ πολιτικῶς ἔχοντα , καὶ
τοῦ Εὐριπίδου Μήδειαν παρακαλέσαι παρελθοῦσαν εἰπεῖν ὑπὲρ ἐμοῦ ἐκεῖνα τὰ ἰαμβεῖα μικρὸν αὐτὰ παρῳδήσασαν : καὶ μανθάνω μὲν οἷα δρᾶν
5485605 αἰδημων
μέν , εἰ μνημονικός , εἶτα , εἰ κατὰ φύσιν αἰδήμων , ἀλλὰ μὴ πλαττόμενος τοῦτο , μὴ μεθυστικὸς μὴ
τῷ πιστὸς εἶναι πλέον σου ἔχει , εἰ ἐν τῷ αἰδήμων . οὐ γὰρ εὑρήσεις : ἀλλ ' ὅπου κρείττων
5449876 ἐκδηλα
ἂν εἴη . Μέλανα δὲ οὐδεὶς ἂν ἀγνοήσῃ χρώματα πᾶσιν ἔκδηλα γεγονότα . προσήκει τοίνυν ἐντεῦθεν τῷ περὶ τὰ τοιαῦτα
' ἔφλυε καλὰ ῥέεθρα . ” ἀναβροχθέντος ἀναποθέντος . ἀνάπυστα ἔκδηλα , ἐξάκουστα . ὁ δὲ Ἡλιόδωρος ἀνάγγελτα . ἀνεμώλια
5442715 πιθανος
“ Τίνι οὖν ἔτι πιστεύσομεν λόγῳ ; ὡς γὰρ σφόδρα πιθανὸς ὤν , ὃν ὁ Σωκράτης ἔλεγε λόγον , νῦν
περιττὸς εἴης : ἀλλ ' οὐδὲ πρὸς ταῦτα ὁ κακοδαίμων πιθανὸς εἶ . τοιγαροῦν ἀνάγκη μειοῦσθαι καὶ σιωπῇ ἀνέχεσθαι ὑποιμώζοντα
5435362 ἐσθηματα
ἐφεστῶτα δὲ ὀκρίβασιν οὕτως ὑψηλοῖς τερατώδη τε τὰ περὶ αὐτὸν ἐσθήματα , οὐκ ἄφοβοι ἦσαν τοῦ σχήματος , ἐπεὶ δὲ
ἱμάτια . ἐσθήματα ] ἐσθήσεις . ἐσθήματα ] ἐνδύματα . ἐσθήματα ] τὰ ὅπλα . ἐσθήματα ] τὰς πανοπλίας .
5397536 καλλωπισματα
. Ἀγλαίζεται δὲ τὰ τοῦ Διὸς λόγῳ , καὶ τὰ καλλωπίσματα αὐτοῦ τὰ παρὰ τοῦ νοῦ αὐτοῦ εἰς τὴν ψυχὴν
δεύτερα ἑαυτῶν εἶναι νομίζουσι . καὶ μὴν ἐκεῖνα μὲν τὰ καλλωπίσματα καὶ δαπάνης καὶ χρόνου καὶ τῆς παρὰ τῶν βαναύσων
5383451 ἁδρος
ἔφευγεν . Μέγα τὸ πρᾶγμα , πολὺ τὸ νεῖκος , ἁδρὸς ὁ πόλεμος ἔρχεται . Χαλεπὸν οὖν ἔργον διαιρεῖν ,
εἰσὶ δὲ τρεῖς , ἁδρός , ταπεινός , μέσος : ἁδρὸς μὲν ὁ κομπηρὰς ἔχων λέξεις , νοῦν δὲ ταπεινόν
5381910 πλευμονες
Εὔβουλος δ ' ἐν Δευκαλίωνι : ἡπάτια , νῆστις , πλεύμονες , μήτρα . Λυγκεὺς δ ' ὁ Σάμιος ,
ἐπὶ τοῖς καταρρέουσιν ἀπὸ κελεύσματος . Ἡπάτια , νῆστις , πλεύμονες , μήτρα . Ἀλλ ' ἔστι τοῖς σεμνοῖς μὲν
5380770 ἀπεριεργος
τὸ ἔλαιον . στεφανωσάμενος καλάμῳ λευκῷ : λιτὸς γὰρ καὶ ἀπερίεργος ὁ τοιοῦτος στέφανος . ἦν δὲ τοῦτο Διοσκούρων ἴδιον
: ” ἔχω ἅπαξ . “ καί πως ἐφαίνετο [ ἀπερίεργος ] . εἶτα ἰχθύων λοπὰς παρετέθη . ὁ Ξάνθος
5379652 περιβαλλοι
ὡρισμένα καὶ ἀόριστα : οὐ γὰρ μόνον ἀπὸ τῶν προειρημένων περιβάλλοι τις ἄν , ἀλλὰ καὶ ἐπιχειρῶν πανταχόθεν , οἷον
ἐπιδέσιες μὲν πᾶσαι πολέμιαι : οὐ γὰρ οὕτω τις χαλαρὸν περιβάλλοι : ἢν δὲ μᾶλλον πιέζῃ , πλέον κακὸν ἐργάζεται
5319206 ἐπιτυχης
δὲ τῇ ἐλπίδι , τότε γίγνεται ἡ τῆς ψυχῆς ἀγωνία ἐπιτυχὴς καὶ τελεσιουργὸς καὶ νικηφόρος : ἔστιν δὲ τοῦτο οὐκ
εἰσί τινες πρὸ τῆς ἀποβάσεως ἄκριτοι , οὓς κρίνων μὲν ἐπιτυχὴς παρά γε ἐμοὶ εἶναι δόξεις , μὴ κρίνων δὲ
5305885 Ἡσιοδωι
τὰ δὲ Μουσαίωι κατὰ βραχὺ ἄλλωι ἀλλαχοῦ , τὰ δὲ Ἡσιόδωι τὰ δὲ Ὁμήρωι . . . . . .
ὅτι ἐστὶν ἐκ τῶν Τιτάνων τοῦ αἵματος παρὰ μὲν τῶι Ἡσιόδωι οὐκ ἔστιν εὑρεῖν . Ἀκουσίλαος δέ φησιν ἐκ τοῦ
5304304 ὠφελιμωτερα
ἐπ ' ἐνίων δὲ μορίων ἡ διὰ τῶν ἀντικειμένων ἀντίληψις ὠφελιμωτέρα , καθάπερ ἐπ ' ὤμου καὶ βουβῶνος , ἀκριβῶς
ἔστιν οὐ μόνον κρείττων ἡ δικαιοσύνη τῆς ἀδικίας ἀλλὰ καὶ ὠφελιμωτέρα . τὸ μὲν οὖν ὕπτιον καὶ ἀναβεβλημένον τῆς ἀγωγῆς
5286111 ἀταραχος
ἀπὸ τοῦ χειμῶνος . εὐδιόωσα : γαληνιῶσα . γαληναίη : ἀτάραχος , γαληνὴ , καὶ ἥσυχος . γένηται : ὑπάρξει
. ἀπαλλάσσουσιν ] ἀπήλλαξαν ἑαυτοὺς τῶν ἐνθάδε . ἀσφάδαστος ] ἀτάραχος . συμβαλῶ ] συγκλείσω . ἔτεινας ] πολλὰ εἴρηκας
5249161 συγγνωμονικος
ῥηθήσεται μαλακός , διότι ἡττήθη ὑπὸ τῶν λυπῶν , ἀλλὰ συγγνωμονικός ἐστι . καὶ ὁ Καρκῖνος τραγικὸς ἦν , ὁ
τὴν ἔλλειψιν ἀποκλίνειν , καθόσον οὐ τιμωρητικός ἐστιν ἀλλὰ μᾶλλον συγγνωμονικός . ἡ δὲ ἔλλειψις κακίζεται , εἴτε ἀοργησία καλεῖται
5238989 γνωστος
ἀπὸ ὡροσκόπου ἄφεσις ἐπὶ τὸν Ἥλιον , ὅθεν καὶ βασιλεῖ γνωστὸς ἐγένετο κατ ' ἐκεῖνον τὸν χρόνον . ἐν δὲ
λόγῳ , σώφρων , πολλὰ δι ' ἑαυτοῦ κτώμενος , γνωστὸς πολλοῖς καὶ ὑπὸ ἐλευθέρων δουλευθήσεται , πολλῶν τεχνῶν καὶ
5229762 ἀναρμοστα
κρείττονα . . οὐκ ἄκαιρα ] ἀλλὰ ἔγκαιρα . . ἀνάρμοστα . . ἐρευνᾶν ] ζητεῖν . . σοφῷ ]
οὐ γὰρ καὶ ἱμάτια καλὰ καὶ ὑποδήματα εἴη ἂν ἐμοὶ ἀνάρμοστα . ” Κρινομένου δ ' αὐτοῦ φησιν Ἰοῦστος ὁ
5227802 μωρος
ἢ καταψηφίζονται τοῦ μὴ ἀπηντηκότος εὐήθης : ἔσθ ' ὅτε μωρὸς καὶ ἄνους , ἔσθ ' ὅτε χρηστὸς καὶ χρήσιμος
τινος ἀδολέσχου : Καί τίς ἂν , ἔφη , δύναιτο μωρὸς ὢν ἐν οἴνῳ σιωπᾷν ; Θεώρει ὥσπερ ἐν κατόπτρῳ
5213308 ὑποσκληρα
μελισσῶν . Σῦκα δὲ ὀνομάζουσι βλαστήματά τινα στρογγύλα ἑλκώδη , ὑπόσκληρα , ἐνερευθῆ , οἷς ἀκολουθεῖ ὀδύνη . φύονται δ
ἐκχυμώματα , καὶ τὰ μελάσματα , καὶ τὰ περὶ ταῦτα ὑπόσκληρα καὶ ὑπέρυθρα ᾖ : ἢν γὰρ ξὺν σκληρύσματι πελιωθῇ
5204587 Ναννιῳ
μὲν οὐκ εἰσέρχεται , παρὰ δὲ Σινώπῃ καὶ Λύκᾳ καὶ Ναννίῳ ἑτέραις τε τοιαύταισι παγίσι τοῦ βίου ἔνδον κάθητ '
εἶναί μοι δοκεῖ , ὅστις παρὰ Σινώπῃ καὶ Λύκᾳ καὶ Ναννίῳ ἑταίραις τε τοιαύταισι παγίσι βίου ἔνδον κάθητ ' ἀπόπληκτος
5202702 βλαξ
τὸ διεφθαρμένον τὸ ἴσον τῆς βάσεως . . . . βλάξ : ὁ εὐήθης καὶ μωρὸς καὶ ἀνόητος . Ἀριστοφάνης
μετάθεσις τοῦ μ εἰς β μαλακὸς καὶ παρώνυμον μάλαξ καὶ βλάξ . οὐ γὰρ ἐδύνατο τὸ μ προτάττεσθαι τοῦ λ
5200962 πολυνους
πόλιν ἅπαντες κτλ► . Ἀθῆναι φιλόλογος πολύλογος Λακεδαίμων βραχύλογος Κρήτη πολύνους μᾶλλον ἢ πολύλογος◄ . ὡς ἐμοὶ φαίνεται . γρ
. : Συνᾴδει δὲ τούτοις καὶ ὁ Πολυΐστωρ Ἀλέξανδρος , πολύνους ὢν καὶ πολυμαθὴς ἀνὴρ , τοῖς τε μὴ πάρεργον
5199762 ἀμεριστα
ἐκμηρύεται ; Ἢ μερίζει μὲν ἡ ἡμετέρα ἔννοια καὶ τὰ ἀμέριστα : νοητέον δὲ ὅμως αὐτὰ ὡς ἔχειν ὀφείλει ἐκεῖνα
διὸ ὁ αὐτὸς τοῖς νοητοῖς : τά τε ἄυλα πάντα ἀμέριστα ὄντα καὶ ζωῆς καὶ γνώσεως πλήρη νοερὰ τυγχάνει ὄντα
5182816 ἀμφιλογα
πολὺν τὸν παράλογον φησίν . καὶ παραλογίσασθαι , καὶ τὰ ἀμφίλογα λογίσασθαι , ἀντιλογίσασθαι , λογισταί , λογιστήριον , ἀλογίστως
φωνῇ , ταῦτα μὲν ὑπὲρ τοῦ Ἰνδοῦ τὰ μάλιστα οὐκ ἀμφίλογα καὶ ἐμοὶ ἀναγεγράφθω . ἐπεὶ καὶ ὁ Ὑδάσπης καὶ
5178627 ἐξεληλυθ
' ὀλίγοισιν ἦν ψεῦδος , νῦν δ ' εἰς ἅπαντας ἐξελήλυθ ' ἀνθρώπους . ” [ Εἰ δ ' ἔστιν
ἐὰν δὲ μικρὸν παντελῶς ἀνθρώπιον , σταλαγμόν . λαμπρός τις ἐξελήλυθ ' , * * ὄλολυς οὗτός ἐστι : λιπαρὸς
5170922 αὐτοδιδακτος
μὴ σκολιῶς . τὰ δὲ ἡμέτερα τί ἂν εἴποι ὁ αὐτοδίδακτος ποιητής ; ποῦ δὲ ἀνάξει ἡμῖν τὴν ῥίζαν ,
τότε . Λέγει δέ που αὐτῷ καὶ ἀοιδὸς ἀνήρ , αὐτοδίδακτος δ ' εἰμί , θεοὶ δέ μοι ὤπασαν ὀμφήν
5168033 αἰδεσιμος
ἑπομένη τῷ Προμηθεῖ , περιφραστικῶς ἀντὶ τοῦ ὁ Προμηθεὺς ὁ αἰδέσιμος , ἀλλ ' ἐπιβαίνει , ἤγουν ἐπέρχεται καὶ νέφος
, Ἀρισταινέτου συγγενὴς οὗτος , οὐκ αἰσχύνων τὸ γένος , αἰδέσιμος δὲ σὺ μὲν ἐκείνῳ , σοὶ δὲ ἐκεῖνος .
5163590 ἐντατικα
ποιοῦνται , καὶ τὰ περὶ τοὺς νεφροὺς τοῦ σκίγκου ὡς ἐντατικὰ τῶν αἰδοίων πίνεται : ὄρχεος βοτάνης ὁ μείζων βολβὸς
. σατύριον , σκίγκων τὰ περὶ τοὺς νεφροὺς , ὡς ἐντατικὰ τῶν αἰδοίων πίνεται . Ταῦτα οὖν καὶ ὅσα τούτοις
5156739 ἁπλουϲτερα
πυξίδα μολυβδίνην φύλαττε . Ὀριβαϲίου πρὸϲ τὰ ἐν μυκτῆρϲιν ἕλκη ἁπλούϲτερα . λιθαργύρου ψιμμυθίου ἀνὰ ⋖ Ϛ μολύβδου κεκαυμένου πεπέρεωϲ
κίνηϲιϲ ἐν χρόνῳ . τοὺϲ δέ γε δυϲιατοῦνταϲ καὶ τὰ ἁπλούϲτερα τῶν λεχθέντων ἰάϲατο ϲυγχριϲμῶν : ἐξαίρετα δὲ τούτοιϲ ηὑρέθη
5146686 στωμυλος
, Ἡρακλῆς δὲ δουλείης . λέγων δ ' ἐνίκα : στωμύλος γὰρ ἦν ῥήτωρ . ὁ δ ' ἄλλος ὡς
στομοδόκον δὲ τὸν στωμύλον καὶ λάλον Φερεκράτης : καὶ ὁ στωμύλος δ ' αὐτὸς καὶ ἡ στωμυλία ἐκ τοῦ στόματος
5139717 προστιθῃ
ἀφαιρήσει τὰ μέγιστα : ἐὰν δὲ τὰ μέσα ἀφαιρῇ ἢ προστιθῇ ἡ πρώτη μοίρας β λ , κἀκείνη ὁμοίως τὰ
κρυπτῶν , περὶ τὸν δακτύλιον ἢ αἰδοῖον . καὶ ἐὰν προστιθῇ ἡ ☾ τοῖς ἀριθμοῖς ἢ τῷ φωτὶ , σωθήσεται
5136033 ἐπιτελουμενοις
ὅλον εἰπεῖν , σημείοις τισὶ τοῦτο θείοις χρῆται ἐκ θεῶν ἐπιτελουμένοις κατὰ ποικίλους τρόπους . Ἀπὸ δὲ τῶν θείων τεκμηρίων
τοῖς γινομένοις καὶ ἀκολουθεῖν ἑκόντα ὡς ὑπὸ τῆς ἀρίστης γνώμης ἐπιτελουμένοις . οὕτω γὰρ οὐ μέμψῃ ποτὲ τοὺς θεοὺς οὔτε
5131389 πλαδαρα
ἄνευ περιττωματικῆς τινος ὑγρότητος καὶ ἐπιρροῆς ἔσωνται , ἐπειδὴ ἡ πλαδαρὰ σὰρξ ἑτοιμόφθαρτός ἐστι καὶ οὐκ ἄγονται εἰς οὐλὴν τὰ
φλοιὸς καυθεὶς καὶ ἐπιπαττόμενος τὰ δι ' ὑγρότητα πολλὴν ἕλκη πλαδαρὰ καὶ ῥυπαρὰ ἰᾶται . πευκεδάνου ῥίζα τοῖς κακοήθεσιν ἕλκεσιν
5122512 ἐπιμελης
πάνυ σφοδρός τε καὶ τραχύς ἐστι : διὸ καὶ ἧττον ἐπιμελὴς ὁ λόγος αὐτῷ , γοργὸς μέντοι καὶ δεινὸς οὐ
: καὶ ἔδοξεν ἀπὸ τοῦ λόγου εἰκάζοντί μοι τὴν πρώτην ἐπιμελὴς μὲν εἶναι σφόδρα , τὴν δὲ φύσιν ἀγεννέστερος .
5112323 ἀχρηστος
νοσημάτων ἐγένετο θεραπεία , ἴσως τις εἶχεν εἰπεῖν , ὅτι ἄχρηστός μοί ἐστιν ἡ θεραπεία , μὴ προηγησαμένης διαγνώσεως .
καρποῦται ἀφόβως τὰ ἑαυτοῦ . οὐ μάν : οὐ μὴν ἄχρηστός ἐστιν αὐτῷ ὁ χρυσὸς σεσωρευμένος , καθάπερ ἐπὶ τῶν
5103031 ἐμμελης
εὐθὺς τὴν φωνήν , ὅτι λεπτὴ ἢ μέγεθος ἔχουσα ἢ ἐμμελὴς καὶ εὔρυθμος καὶ πάλιν εἰ ἐκμελής τε καὶ οὐκ
μεταβολαῖς πέσωσιν ὅμοιοι φθόγγοι κατὰ τὴν τοῦ πυκνοῦ μετοχήν , ἐμμελὴς γίνεται ἡ μεταβολή , ὅταν δὲ ἀνόμοιοι , ἐκμελής
5098708 καλλιων
. ἐρρέθη . ὁ γὰρ λόγος ἀκουόμενος περὶ τοῦ Γρᾶ καλλίων . τὰ δὲ περὶ τῆς ἀποικίας τῆς Λέσβου Ἑλλάνικος
τρύγα , καλλίονα εἰπεῖν , μὴ ἀπαιτουμένῳ εἰπεῖν τίνος ἐστὶ καλλίων . τοῦτο πρῶτον . δεύτερον δὲ ὅτι ἐπὶ τῶν
5092861 προσαγωγη
σκοπὸς τῆς εἰς τοὺς † Ἕλληνας προσαγωγῆς . ἀγωγή : προσαγωγή . ἡ μὲν ἐπιείκεια τοῦ διδάσκειν . . .
καὶ αἱ περὶ τὴν κεφαλὴν θάλψεις , ἢ γάλακτος βοείου προσαγωγή , τοῦ μὲν πινομένου εἰς κόρον θερμοῦ , τοῦ
5083460 ἀποκρουστικα
περιοστέου τε καὶ περικρανίου καλουμένου χιτῶνός ἐστιν ἡ ὀφθαλμία : ἀποκρουστικὰ δὲ παραληπτέον ἐπ ' αὐτῆς φάρμακα τὰ μὴ τραχύνοντα
πᾶν τὸ σῶμα πρότερον , εἶθ ' ἑξῆς προσάγων τὰ ἀποκρουστικὰ τοῖς πεπονθόσι μορίοις , οὗτος ἰάσεται τὸν ἕρπητα προσηκόντως
5074437 ὁρωμενος
ἡμερινῆς γενέσεως ἐὰν ᾖ ὁ Ἥλιος ἐν ἐπικαίροις τόποις καὶ ὁρώμενος παρὰ τοῦ κυρίου τῶν ὁρίων αὐτοῦ ἢ τοῦ οἴκου
θεόν , ὃς ὑπερκέκυφε τὰς δυνάμεις ἑαυτοῦ καὶ χωρὶς αὐτῶν ὁρώμενος καὶ ἐν αὐταῖς ἐμφαινόμενος , δέξηται χαρακτῆρας ἐξουσίας τε
5070268 τικτομενα
τὰ ἄλλα ζῶα , ἅπαξ ἡμερωθεὶς ἀγριοῦται . τὰ δὲ τικτόμενα ἐξ αὐτοῦ γίνεται ἐκείνῳ ἐοικότα . βιβάζειν δὲ χρὴ
τῶν ὀρνίθων τὸ ἕκτον μέρος ἔστωσαν ἀλεκτρυόνες . Τὰ δὲ τικτόμενα ὠὰ εὐθὺς ληπτέον , καὶ συνθετέον εἰς ἀγγεῖα μετὰ
5069466 κατακορη
ἡ παράθεσις . ταύτηι καὶ τὰ τῆς συμπαθίας ἐστὶν ἀμφοῖν κατακορῆ . θάτερον γὰρ τῶι ἑτέρωι συμπαθὲς καὶ οὔτε τῶν
τῇ νήστει καὶ αὐτὴ πιμελώδης ἐστί : τὰ δὲ χολώδη κατακορῆ συνεκκρινόμενα ἐπὶ τούτων καὶ τὸ ἐνοχλοῦν δίψος , ὡς
5068878 Νεος
μύθοις τοῖς παιδίοις . Νεοθνής . ὁ νεωστὶ τεθνεώς . Νέος ἐστὶ καὶ ὀξύς , ἀμαθής ἐστι καὶ προπετής .
τὰ κρείττονα . Νόμιζ ' ἀδελφοὺς τοὺς ἀληθινοὺς φίλους . Νέος ὢν ἀκούειν τῶν γεραιτέρων θέλε . Νόμος γονεῦσιν ἰσοθέους
5067844 κακοχυμος
ἀμείνων ἐστίν , ἀλλὰ καὶ αὕτη διαφθαρεῖσα κατὰ τὴν γαστέρα κακόχυμος ἱκανῶς γίνεται . τῶν δὲ λαχάνων οὐδὲν μὲν εὔχυμόν
δ ' αὐξηθεῖσα τοῖς σηπεδονώδεσιν ἑτοίμως ἁλίσκεται νοσήμασιν , ὅτι κακόχυμος ἑτοίμως γίνεται . εἰ δ ' ὀλίγῳ μὲν ὑγροτέρα
5066456 ἐπιφαινομενα
φθορὴν καὶ ἔκλυσιν σημαίνει . Ἐν τοῖσι μακροῖσι τὰ μικρὰ ἐπιφαινόμενα αἱμοῤῥοώδεα , ὀλέθρια . Τὰ σκοτώδεα ἐξ ἀρχῆς αἱμοῤῥοίη
ἤδη που λέλεκται . Καὶ τὰ μὲν λεπτὰ τῶν οὔρων ἐπιφαινόμενα , διαπεπτωκυῖαν τὴν ἔμφυτον ὑποφαίνει τοῦ προσήκοντος θερμότητα ,
5058458 λυπηρος
πρώραν „ , ἔφη : „ ἀλλ ' ἔμοιγε οὐκέτι λυπηρὸς ὁ θάνατός ἐστι , εἴγε ὁρᾶν μέλλω τὸν ἐχθρόν
ἄν ; Οὐδ ' ἄρα ὁ μέσος βίος ἡδὺς ἢ λυπηρὸς λεγόμενος ὀρθῶς ἄν ποτε οὔτ ' εἰ δοξάζοι τις
5053064 ἡδιων
καὶ ἀσινής , καὶ ἔτι πρὸς τὴν κοιλίαν ἀγαθός : ἡδίων δ ' ὁ ἀπύρηνος . ποιοῦσι δὲ καὶ οἶνον
βραχὺς ἐκεῖνος χρόνος καὶ πολλῶν ἐτῶν ἀντάξιος καὶ πάσης ἑορτῆς ἡδίων . ἀλλ ' , οἶμαι , πολλοῖς ἂν ἄνθρωπος
5052664 αὐϲτηρα
, τμητικὰ δὲ τῶν ἐν γαϲτρὶ χυμῶν , τὰ δὲ αὐϲτηρὰ ῥωϲτικά τε ϲτομάχου καὶ γαϲτρὸϲ ἐφεκτικά , καὶ τούτων
τε καὶ διαφορούντων . ἀποκρούεται μὲν οὖν δηλονότι τά τε αὐϲτηρὰ καὶ τὰ ϲτρυφνὰ καὶ τὰ ϲτύφοντα προϲαγορευόμενα , διαφορεῖ
5049217 πολυπραγμων
: ἀλλὰ μὴν ὁ σοφὸς οὐ τοιοῦτος : οὐκ ἄρα πολυπράγμων ὁ σοφός ἐστι . ἔστι δὲ καὶ καλῶς καὶ
: τούτων οὕτως ἐχόντων ὁ Σαγχουνιάθων , ἀνὴρ πολυμαθὴς καὶ πολυπράγμων γενόμενος καὶ τὰ ἐξ ἀρχῆς , ἀφ ' οὗ
5045840 Φιρμινος
τὰ γράμματα ; καὶ νῦν τί ποιεῖ ἢ τί μέλλει Φιρμῖνος ; ἔτ ' ἐστὶν ἐν τοῖς τῶν γάμων πόθοις
κρείττονα . εὖ γάρ μοι δοκεῖ καὶ ὁ Τυρσηνὸς ἰδὼν Φιρμῖνος τὴν πεζὴν στρατιὰν κατὰ τρόπον κοσμουμένην “ τεῖχος ὄντως
5042949 καρπωματα
δ ' ἐστὶν ἅ φησι „ δῶρα καὶ δόματα καὶ καρπώματα , ἃ διατηροῦντες προσοίσετε ἐν ταῖς ἐμαῖς ἑορταῖς ἐμοί
βροτοίτί μήν ; καὶ κνώδαλα πτεροῦντα καὶ πεδοστιβῆ . † καρπώματα στάζοντα κηρύσσει Κύπρις κάλωρα κωλύουσαν θωσμένειν ἔρῳ , †
5039980 Ξενοφανει
, τῶν ἄλλων κεκριμένων , ἐς δυσεντερίας ἐτελεύτα , οἷον Ξενοφάνει καὶ Κριτίᾳ . Οὖρα δὲ ὑδατώδεα πολλὰ , καθαρὰ
Παρμενίδηι τῆς φιλοσοφίας , οὐ τὴν αὐτὴν ἐβάδισε Παρμενίδηι καὶ Ξενοφάνει περὶ τῶν ὄντων ὁδόν , ἀλλ ' ὡς δοκεῖ
5039406 εὐμαθης
νέος , σώφρων , μνήμων , ἀνδρεῖος , μεγαλοπρεπής , εὐμαθής . Εἰ μὲν οὖν τι τούτων ἐνδεῖ ἡμῖν τῶν
. ἰδιώματα τοῦ πρὸς τὴν τῆς πόλεως ἐπιτροπὴν ἐπιτηδείου . εὐμαθής μνήμων μεγαλοπρεπής εὔχαρις φιλαλήθης δίκαιος ἀνδρεῖος σώφρων ἔμμετρος .
5037218 εὐστομαχα
τὰ δὲ καλούμενα ὀρβικλᾶτα μετὰ στύψεως ἡδείας ἔχοντα καὶ γλυκύτητα εὐστόμαχα εἶναι . τὰ δὲ σητάνια λεγό - μενα ,
νάρκη δύσπεπτος οὖσα , τὰ κατὰ τὴν κεφαλὴν ἁπαλὰ καὶ εὐστόμαχα ἔχει καὶ εὔπεπτα . τὰ δ ' ἄλλα οὔ
5036904 κοσμιος
πόλιν . Ὁ δὲ πρεσβεύων ἦν ἀνὴρ ἀγαθός τε καὶ κόσμιος , ἀσκητικοῖς διαλάμπων κατορθώμασιν : ἦν δὲ ὁ καθηγούμενος
πυρρὸς τὴν χροιάν , τὴν φωνὴν ὀξύς . Ὁ δὲ κόσμιος βαρὺ φθέγγεται , βραχὺ μέν , τὰ δὲ βλέφαρα
5034979 χθαμαλος
κόβαλος . ἐκ δὲ τοῦ ἤκαλος ὁμοίως τῷ ἁπαλός ὁμαλός χθαμαλός . ἐκ τούτου οὖν γίνεται ἀκαλός ἀκαλά , ὡς
τοῦ η εἰς α καὶ ὀξύνεται ὁμοίως τῷ ἁπαλός ὁμαλός χθαμαλός . ἐκ τοῦ οὖν ἀκαλός γίνεται ἀκαλά : ἀκαλὰ
5030896 φανταστικη
ἡ αἴσθησις ἀντιλάβηται . εἰ τοίνυν ὅτι μὲν ἔστιν ἡ φανταστικὴ δύναμις τῆς ψυχῆς , ἅπασι φανερόν , οὐδεμίαν δὲ
οὐσία οὐχ οἵα τέ ἐστιν ἀποτελεῖσθαι . Πόθεν δὲ καὶ φανταστικὴ τοῦ μέλλοντος γίγνεται ; παρὰ τίνος λαβοῦσα τὸ μαντικόν
5029393 ὑπουλος
Σκόμβροι στιβάδα ποιούμενος στομώδη στραβαλοκόμαν Τεγεάς τέως τολύπαι τροπαία Τυφῶ ὕπουλος ὑψαυχεῖν φαικῷ φαρκῖδα φαρμακῶνες Φθιῶτις φίλανδρος χειμάμυνα χλωρανθείς χνοῦς
ἁπλῶς τῷ ὄφει καὶ εὐνοϊκῶς προσεφέρετο , ὁ δὲ ἀεὶ ὕπουλος καὶ πονηρὸς ἦν . τοῦ δὲ καρκίνου συνεχῶς αὐτὸν
5023740 ἰατα
ἰατὰ δ ' ἐστὶ βροτοῖς : τὰ προσπίπτοντα μετὰ ἐλευθερίας ἰατά ἐστι καὶ ἐὰν ἀτυχία ὑπάρχῃ . ἠλευθερωμένοι οὖν καὶ
ἐάν τις ἀδικῶν τινα κερδαίνειν ποιῇ , τούτων ὁπόσα μὲν ἰατά , ὡς οὐσῶν ἐν ψυχῇ νόσων , ἰᾶσθαι :
5018980 δυσαρεστος
. κατ ' ἔνδειαν τοῦ γ : ἀμίσγαλλος , ὁ δυσάρεστος , ὁ μὴ ἄλλῳ μισγόμενος . . . .
καθόλου τῆς τιμωρίας ἀπαλλάξαντες . ταῦτα μέν τις εἶπεν ἀνὴρ δυσάρεστος , ὡς ἐγὼ δοκῶ , καὶ πολλὰ λελυπημένος κατὰ
5016491 ἀτροφωτερα
ἔστω δὲ τὰ λόγῳ τροφῆς διδόμενα σιτία φύσει ξηρὰ καὶ ἀτροφώτερα , οἷά ἐστιν ὁ τῆς ὀρύζης χυλὸς καὶ ὁ
Ἱκέσιος τῶν προειρημένων εὐεκκρίτους μᾶλλον εἶναι , τὰ δὲ ὄστρεα ἀτροφώτερα τε τούτων καὶ πλήσμια , εὐεκκριτώτερα τε τούτων .
5014017 ἀργοις
[ ] πεπόηκεν ? ? ? ? | δὲ νέοις ἀργοῖς ὠφελίμους | καὶ [ τὰς ] ἐπιτομὰς τῶν ?
μηδεὶς μηδέποτε ἐάσῃ μηδαμοῦ θηρεῦσαι : τὸν ὀρνιθευτὴν δὲ ἐν ἀργοῖς μὲν καὶ ὄρεσιν μὴ κωλυέτω , ἐν ἐργασίμοις δὲ
5008767 μισειται
ταλαίπωρον εἶπεν αὐτόν : εἰ γὰρ καὶ πρὸς τῶν ἄλλων μισεῖται θεῶν , ἀλλ ' οὗτος συλλυπούμενος ὡς φίλος αὐτῷ
, τάδε , προσεποιεῖτο πρόφασιν καὶ μανίαν , εἰδὼς ὅτι μισεῖται παρὰ τῶν πολιτῶν . διὸ καὶ βακτηρίαν ἔχων περιῄει
5003425 ϲτρυφνα
δὲ μαλακώτερα μᾶλλον ἐϲθίειν : ὅϲα δὲ ϲφοδρῶϲ αὐϲτηρὰ καὶ ϲτρυφνά , μοχθηρὰ τῇ τοιαύτῃ διαίτῃ . ἐπιτηδειότερα δὲ πάντων
βάθουϲ τῶν ϲωμάτων ἐνεργεῖν φαίνεται μᾶλλον , ἐπιπολῆϲ δὲ τὰ ϲτρυφνά . ἐπειδὰν δὲ δοκιμάζειν ἐθέλοιϲ ἐνέργειαν εἰλικρινοῦϲ ϲτρυφνότητοϲ ,
5002190 αὐστηρα
' εἰς ἅπαντα τὸ ἄρρεν τοῦ θήλεος ἰσχυρότερον . Πολύγαλον αὐστηρὰ μετρίως ἔχει τὰ φύλλα : δοκεῖ δ ' ἐπικρατεῖν
ὑποχωρέεται μᾶλλον ἢ οὐρέεται : ὁκόσα δέ ἐστι στρυφνὰ ἢ αὐστηρὰ , στάσιμα : ὁκόσα δὲ δριμέα καὶ εὐώδεα ,
5000313 ἐπιπονος
ἐπιστήμῃ χορηγήσει , φύσις δεξιά , μάθησις ἀκριβής , ἄσκησις ἐπίπονος , ἅπερ καὶ τὸν Παιανιέα τοιοῦτον ἀπειργάσατο . πῶς
ἡ κατὰ τὰς ὁμοίας , ἡ δὲ κατὰ τὴν ἀνδρείαν ἐπίπονος : πλὴν κατὰ τοσοῦτον ἡδεῖα , ὅσον ἡ ἀναφορὰ
4994688 ἀπταιστος
κεχαρισμένα καὶ κατὰ δύναμιν ὁμοιότατα γέρα προσενεγκών , ἀσφαλὴς καὶ ἄπταιστος ἀεὶ διαμένει , τέλεον καὶ ὁλόκληρον τὴν ὑποδοχὴν τοῦ
εἴτε ἐπιστήμην , οὐδὲν διαφέρει , ἐπεί ἐστι καὶ δόξα ἄπταιστος οὐδὲν ἧττον τῆς ἐπιστήμης . τινὲς γὰρ τῶν δοξαζόντων
4985294 Νοσηματα
αὐχμοὶ τῶν ἐπομβριῶν εἰσιν ὑγιεινότεροι , καὶ ἧσσον θανατώδεες . Νοσήματα δὲ ἐν μὲν τῇσιν ἐπομβρίῃσιν ὡς τὰ πολλὰ γίνεται
τὰ δὲ μακρόβια καὶ βραχύβια διὰ τῶν εἰρημένων θεωρητέον . Νοσήματα δὲ τοῖς μὲν ἀγρίοις οὔ φασι ξυμβαίνειν ὑφ '
4984149 πλασματικα
τῶν Αἰγυπτιακῶν Ἑλλανίκου , δι ' ὧν μυθικά τε καὶ πλασματικὰ πολλὰ συλλέξας καὶ διάφορα ἕτερα εἰς τὸ τέλος τοῦ
δὲ ἤτοι δικανικὰ τὰ ἐν τοῖς πολιτικοῖς ἀγῶσι λεγόμενα : πλασματικὰ δὲ τὰ ἐν ταῖς κωμῳδίαις καὶ ὅλως τὰ ἐν
4978465 Ἁπαντα
παλαιῶν . Ἄπαγ ' ἐς κόρακας : ἀρὰ Βοιώτειος . Ἅπαντα τοῖς καλοῖσιν ἀνδράσι πρέπει : δήλη . Ἀπόλογος Ἀλκίνου
ἐχθρὰν οὖσαν ταῖς ἐμπούσαις καὶ τοῖς δαίμοσιν ἢ φάσμασιν . Ἅπαντα δέ σοι ἔθνη λέξω , ὅσα τὴν Ὑρκανίαν ἢ
4974635 μελῳδια
οἱ δὲ ταῖς συμφοραῖς παιδευθέντες . εἶτα ταύτην ἑτέρα διαδέξεται μελῳδία : Πέρσαις ἔναγχος καὶ Λυδοῖς πόλεμος ἦν . οὐ
ψυχῆς καταστέλλοντας . Οὐκ ἄδηλον δὲ ὅτι διττή ἐστιν ἡ μελῳδία , ἡ μὲν ἐν τῇ φωνῇ , ἡ δὲ
4974508 Ἀρριανῳ
τὰ ἄλλα διέξεισι ἐν πολλοῖς , ὡς κἀν τούτοις , Ἀρριανῷ κατὰ τὸ πλεῖστον σύμφωνα γράφων . . . Ἀρριανός
βαλλομένοις , ἢ ἀμφοτέρωθεν . ἡ δὲ χρῆσις καὶ παρὰ Ἀρριανῷ . ἢ γράφεται ἐπ ' ἀμφοτέροισιν , ἤτοι τοῖς
4966842 βαρβιτος
λέγοι : δρᾶμα δέ ἐστι τοῦ Μάγνητος . ἡ δὲ βάρβιτος εἶδος ὀργάνου μουσικοῦ . “ πτερυγίζων ” δὲ ὅτι
συλλαβὰς ἀρσενικὰ παραληγόμενα τῷ Ι μὴ ὄντα ἐπιθετικὰ βαρύνονται : βάρβιτος δήριτος Λήϊτος ἄρκιτος . τὰ δὲ θηλυκὰ ὀξύνεται :
4962729 εὐεκκριτα
- μενα , προσέτι δὲ τὰ πλατάνια εὔχυλα μὲν καὶ εὐέκκριτα , οὐκ εὐστόμαχα δέ . τὰ δὲ Μορδιανὰ καλούμενα
κρείσσονα , πλήρη , θαλασσίζοντα μετὰ γλυκύτητος , εὐστόμαχα , εὐέκκριτα . τὰ δὲ συνεψόμενα μαλάχῃ ἢ λαπάθῳ ἢ ἰχθύσιν
4962495 ἐρωτομανης
τὰ ἐν μέσῳ ἔχοντα τὸ Ω , οἷον ἐρωτικός , ἐρωτομανής , ἐρωτόεις καὶ ἐρώεις . Τὰ παρὰ τὸ λεώς
τὰ ἐν μέσῳ ἔχοντα τὸ Ω , οἷον ἐρωτικός , ἐρωτομανής , ἐρωτόεις καὶ ἐρώεις . Τὰ παρὰ τὸ λεώς
4960477 παραγγελματα
σῶμα οὕτω διακεῖσθαι . Τὰ δὲ ἐς τὴν ἰητρικὴν τέχνην παραγγέλματα , δι ' ὧν ἔστιν εἶναι τεχνικὸν , ἀπ
ηὐτύχησεν σύνοικον , ἔρως ἦν καὶ ἐπιθυμία τοῦ φυλάττειν τὰ παραγγέλματα , τοῦ ζητεῖν μετὰ σωφροσύνης τὴν συνοικίαν ἀσπάζεσθαι :
4958171 ὑπνωττειν
ψυχικὴ τοῦ ψυχικοῦ πνεύματος , ὡς δηλοῖ τὸ ἐν τῷ ὑπνώττειν ἡμᾶς συγγινώσκειν πολλάκις τὰ γινόμενα καὶ τὰ λεγόμενα ἀκούομεν
νύκτας νομίζειν . Θ ἠγρύπνει δὲ ὁ Στρεψιάδης μὴ δυνάμενος ὑπνώττειν ὑπὸ τῆς τῶν χρεῶν φροντίδος . ὦ Ζεῦ Θ
4956861 μισουμενα
μοιχοὶ κόλακες διαβεβλημένα καλεῖ τὰ διὰ τὴν φαυλότητα τοῦ τρόπου μισούμενα , ὧν αἱ πράξεις αὐταὶ κατηγοροῦσιν . ἀπορήσειε δ
δύσκολος : ἀλλὰ λέγομεν , ὅτι διαβεβλημένα ἐνταῦθα λέγει τὰ μισούμενα : οὐ γὰρ ἐν ψιλῇ μόνον διαβολῇ ὑπάρχει τὰ
4947427 σφαλερα
ἦν δ ' ἐγώ , ὑπνώδης αὕτη γέ τις καὶ σφαλερὰ πρὸς ὑγίειαν . ἢ οὐχ ὁρᾷς ὅτι καθεύδουσί τε
ἀλλήλοις αἰσχρά ] : τὰ δὲ τείχη τῶν πόλεων εἶναι σφαλερὰ πρὸς τὸν ἔσω προδότην , ἀσάλευτα δὲ τὰ τῆς
4947280 ἐπαχθης
τοὺς λόγους οὓς εἶπον ἐγκωμιάζων πολὺς ἦν τοῖς ἐπαίνοις καὶ ἐπαχθής . Συνδειπνούντων δ ' ἡμῶν ἁπάντων ἐν Λαρίσῃ ,
ἄλλα οὐχ ὑπερήφανος δοκῶν εἶναι πολίτης οὐδὲ ὀγκώδης τε καὶ ἐπαχθής , ἀλλὰ κόσμιος καὶ εὐσταλὴς ἀνήρ : ἔπειτα τοῦτον
4945470 εὐφθαρτος
Ἰβηρικοί . πηλαμὺς μικρὰ γίνεται ἐν Μαιώταις , εὔστομος , εὔφθαρτος , εὐέκκριτος . κυβινοπηλαμὺς μετὰ τεσσαράκοντα ἡμέρας , ἀπὸ
ἄγαν τρόφιμος , εὐέκκριτος . σκάρος εὔστομος , δυσδιαφόρητος , εὔφθαρτος , διαχωρητικός : ὁ δ ' ἀρτιάλωτος καὶ μὴ
4943382 Ἡροδοτωι
ἑαυτοῦ ἐν τῇ πρὸς Εὐρύλοχον ἐπιστολῇ . καὶ ? [ Ἡροδότωι ] [ ] Ἐπίκουρος : πρότερον , [ φησί
καὶ ἡδονὰς ποιῆσαι καὶ γλυκύτητας , οἷαί εἰσιν αἱ παρὰ Ἡροδότωι , καὶ νὴ Δία γε ἄλλο τι λόγων εἶδος
4943186 ἁλιτηριος
ἐστι Πρωταγόρας ὁ Τήιος * * * ὃς ἀλαζονεύεται μὲν ἁλιτήριος περὶ τῶν μετεώρων , τὰ δὲ χαμᾶθεν ἐσθίει .
, ὅν γ ' ἔστιν λέγειν ; ὁ Βουζύγης ἄριστος ἁλιτήριος . τί κέκραγας ὥσπερ Βουζύγης ἀδικούμενος ; ὁ νόθος
4941350 προσφατος
, εὔπεπτος , εὐανάδοτος , εὐκοίλιος . τούτων δὲ ὁ πρόσφατος ὕποπτος , ἐπειδὴ τοὺς θαλαττίους λαγὼς θηρεύοντες σιτοῦνται :
ὀρνιθείου καὶ χηνείου στέατος . Νάρδου στάχυς καλλίων ἐστὶν ὁ πρόσφατος , κοῦφος , πολύκομος , ξανθὸς τῇ χρόᾳ ,
4941268 λευκοτερα
βραχὺ γυμνούμενα ἀγγεῖα παραστελλέσθω : γυμνωθεῖσα δὲ ἡ χοιρὰς φαίνεται λευκοτέρα τῆς κατὰ φύσιν σαρκός , ὅτε χρὴ εὐτόνως διαστέλλειν
ἐξ ἕλκους βαθέος ὄντος παχύτης ὑμένος ἐπιγένηται καὶ ἡ χροιὰ λευκοτέρα φαίνηται . συνίσταται δὲ καὶ ἐπὶ τοῦ λευκοῦ ὑμένος
4940630 δαιτυμονεσσι
θυμῷ μέμβλετο . τίς κ ' οἴοιτο μετ ' ἀνδράσι δαιτυμόνεσσι μοῦνον ἐνὶ πλεόνεσσι , καὶ εἰ μάλα καρτερὸς εἴη
ὁπώραν . μάστακας θοίναις δὲ καὶ ἐν θιάσοισιν ἀνδρείων παρὰ δαιτυμόνεσσι πρέπει παιᾶνα κατάρχην . μεῖον ἢ κοδύμαλον . μάγαδιν
4938780 εὐσχημων
. ὁ δὲ ἐπὶ τοῦ τρίτου γεννώμενος ἔσται σχέτλιος , εὐσχήμων , πλουσιόψυχος , πολύφιλος καὶ ἐν δημοσίαις ἀσχολίαις :
σοφίαν . , . . τετράγωνος σεμνὸς δὲ ἦν καὶ εὐσχήμων τὰ πάντα καὶ τετράγωνος ἄνευ ψόγου τεταγμένος , ὡς
4936511 τρωγαλια
τραγήματα οὕτως ἔλεγον . . ἰσχάδια : Σῦκα . . τρωγάλια : Τραγήματα . οὕτω γὰρ τὰ τραγήματα ἐκάλουν οἱ
γὰρ πῦρ οἱ ἄνθρωποι ἐρρίπιζον , ἵνα ὀπτήσωσιν . τὰ τρωγάλια λέγει . εἶδος ἀθάρας ἀπὸ φασηλίων . Σμοιός :
4933863 σφοδροτερα
κραθεῖσα τῷ ὑδατώδει καὶ ποιεῖ τινα χυμὸν , ἀποξηραινομένου δὲ σφοδροτέρα , καὶ ἡ τοῦ σπέρματος δ ' ἔτι μᾶλλον
: ἡ γὰρ τρίψις ἐστὶν ἡ ποιοῦσα τὸ πῦρ : σφοδροτέρα δὲ ἐν τούτοις , ᾗ καὶ μᾶλλον ἐξαεροῦν δυναμένη
4933358 ἑκουσια
ποιούμενος , τῶν μὲν ἀκουσίων συγγνώμην ἔχων , τὰ δὲ ἑκούσια πειρώμενος ἀποτρέπειν : ταῦτα γάρ ἐστι φιλίας πολὺν χρόνον
, περὶ ὧν ὀλίγον ὕστερον ἐπισκοπεῖ : καὶ δοκεῖ μᾶλλον ἑκούσια εἶναι . τὸ δὴ καθαρῶς βίαιον τοῦτό ἐστιν ,
4932744 ποιητικα
αὐτῆς , ὡς ἐν τῷ περὶ ὕπνου δεδήλωται τόπῳ . ποιητικὰ δ ' ἐγρηγόρσεως τρῖψις σκληροτέρα χωρὶς λίπους , καὶ
συνίστασθαι διπλάσιον καὶ τὰ τοῦ ἐπιμορίου δύο πρώτιστα εἴδη συντεθέντα ποιητικὰ εἶναι τοῦ τῶν πολλαπλασίων πρωτίστου εἴδους . πάλιν δὲ
4932670 γοης
ἡγεῖτο εἶναι , ὡς μὴ αἰσχύνοιτο καὶ αὐτὸς λαμβάνων : γόης , ὦ Διόγενες , ἅνθρωπος καὶ τεχνίτης . πλὴν
. ὀνόματα δὲ ἀπὸ τῶν εἰρημένων ἀπατεών , φέναξ , γόης , ἐπίβουλος : τὰ δ ' ἀπὸ τῶν ἄλλων
4932435 τριβη
πρακτικοῦ : λέγουσι γάρ , ὅτι ἐμπειρία ἐστὶν ἡ ἄλογος τριβὴ καὶ ἡ λογικὴ γνῶσις , ἀγνοοῦντες , ὅτι τὸ
ἢ ἀπὸ τοῦ πρὸς τὰ μέλη γίνεσθαι . Ἐμπειρία . τριβὴ ἐκ πείρας . Ἐμποδών . Πλάτων δὲ ἀντὶ τοῦ
4929199 ἐρωτικα
ἢ βασιλικῆς , νεῦσαι [ αὐτὸν ] μᾶλλον εἰς τὰ ἐρωτικὰ καὶ οὕτως τὸν τῆς κρίσεως μῦθον συντεθῆναι : τὸ
ἐπαίνους : οὐδέ γε ᾄδειν τὰ Σαπφοῦς ἢ Ἀνακρέοντος [ ἐρωτικὰ μέλη ] πρέπον ἂν εἴη τοῖς βασιλεῦσιν , ἀλλ
4924828 πραϋς
ὁ μὲν τῆς δικαιοσύνης ἄγγελος τρυφερός ἐστι καὶ αἰσχυντηρὸς καὶ πραῢς καὶ ἡσύχιος . ὅταν οὖν οὗτος ἐπὶ τὴν καρδίαν
παρ ' Αἰτναῖον ξένον , ὃς Συρακόσσαισι νέμει βασιλεύς , πραῢς ἀστοῖς , οὐ φθονέων ἀγαθοῖς , ξείνοις δὲ θαυμαστὸς
4921203 δηλουμενα
καλεῖ ἐναντίας , διότι ποτὲ συναληθεύουσιν . εἶπεν δὲ τὰ δηλούμενα ἐκ τῶν τοιούτων προτάσεων ποτὲ ἐναντία εἶναι αἰνιττόμενος τὰ
τῇ σάλπιγγι . καὶ σαφέστερα μὲν τυγχάνει ὄντα τὰ λέξει δηλούμενα , ὅτι καὶ παντὸς τοῦ νοῦ ἡ δήλωσις οὕτω

Back