ἀμφιπολεύεις , αἰνομόροις ψυχαῖς πομπὸς κατὰ γαῖαν ὑπάρχων , ἃς κατάγεις , ὁπόταν μοίρης χρόνος εἰσαφίκηται εὐιέρωι ῥάβδωι θέλγων †
αὐτῷ ἡ θεός : κοιμᾶσαι , ὦ βασιλεῦ , ὃς κατάγεις τὸ γένος ἀπὸ Αἰόλου ; ἄγε φίλτρον τόδε :
6911098 στεγος
δόμους : φρούρει δέ μοι μή ς ' αἰθαλώσηι πολύκαπνον στέγος πέπλους . θύσεις γὰρ οἷα χρή σε δαίμοσιν θύη
. ἀλλ ' ἄγε , Πέρσαι , τόδ ' ἐνεζόμενοι στέγος ἀρχαῖον , φροντίδα κεδνὴν καὶ βαθύβουλον θώμεθα , χρεία
6896234 νερτερων
τέκνα . ἀλλ ' , ὦ φίλοι , χοαῖσι ταῖσδε νερτέρων ὕμνους ἐπευφημεῖτε , τόν τε δαίμονα Δαρεῖον ἀνακαλεῖσθε ,
: πρίν , Ἔρως , ἐκεῖ μ ' ἀπελθεῖν ὑπὸ νερτέρων χορείας , σκεδάσαι θέλω μερίμνας . Μεσονυκτίοις ποτ '
6823633 αιν
[ ! ] καλη ? ? [ ] [ ] αιν ? ? ? ! α ? [ ! !
θαλερὴν [ [ ] μητριον ? [ [ ] ! αιν [ [ ] κον ? [ [ ] κλ
6761805 ἀλαλησθε
ὑγρὰ κέλευθα ; ἦ τι κατὰ πρῆξιν , ἦ μαψιδίως ἀλάλησθε οἷά τε ληιστῆρες ὑπὲρ ἅλα , τοί τ '
' ὑγρὰ κέλευθα ; ἦ τι κατὰ πρῆξιν ἦ μαψιδίως ἀλάλησθε , οἷά τε ληϊστῆρες , ὑπεὶρ ἅλα ; τοί
6707656 ὠλετ
τοῦ θανόντος ἐν χεροῖν ἐμαῖν χραίνω , δι ' ὧνπερ ὤλετ ' . Ἆρ ' ἔφυν κακός ; ἆρ '
σύ νιν κατέκτας καὶ κασίγνηται σέθεν . ποῦ δ ' ὤλετ ' ; ἦ κατ ' οἶκον , ἢ ποίοις
6687621 Χθων
κρήδεμνα [ ] γενέθλης : Ἀζειόν ποτε κοῦρον ἐγείνατο κυσαμένη Χθών Τιτήνων μεγάλοισι συνηβήσαντα κυδοιμοῖς . Ἀζειὸς δὲ Λύκωνα γίγας
ὅτι πάρει . Χάλαζα . παρὰ τὸ χαλᾶσθαι ἄνωθεν . Χθών . ἤτοι παρὰ τὸ ἡ κεχυμένη γῆ . Χώρα
6671832 ὠιχετ
στολῆι χρυσῶι τε λαμπρός , βαρβάρωι χλιδήματι , ἐρῶν ἐρῶσαν ὤιχετ ' ἐξαναρπάσας Ἑλένην πρὸς Ἴδης βούσταθμ ' , ἔκδημον
θάνοιμεν , εἴθ ' ὁρᾶν φάος . ἐπεὶ θεοῦ μαντεῖον ὤιχετ ' ἐκλιπὼν πόσις Κρεούσης παῖδα τὸν καινὸν λαβὼν πρὸς
6645294 γενοιμαν
παῖδες φέροιεν Διονύσιον ἐς χορόν . εἴθ ' ἄπυρον καλὸν γενοίμαν μέγα χρύσιον καί με καλὴ γυνὴ φοροίη καθαρὸν θεμένη
τί γὰρ δεῖ δειλὸν ὄντ ' εὐσωματεῖν ; ἢ μὴ γενοίμαν ἢ πατέρων ἀγαθῶν εἴην πολυκτήτων τε δόμων μέτοχος .
6642055 παρεστωσας
πολλαχῆ γῆς φέρουσαι . . ὅπη πημονὰς ἀλύξω ] τὰς παρεστώσας ἐμοὶ κακοδαιμονίας ἐκφεύξομαι . . κλύεις πρόσφθεγμα ] ἀκούεις
τῷ βωμῷ καὶ αἵματι ῥεομένους , πατέρας δὲ καὶ μητέρας παρεστώσας οὐχ ὅπως ἀνιωμένας ἐπὶ τοῖς γιγνομένοις ἀλλὰ καὶ ἀπειλούσας
6626129 ὑπερτερον
; οὐκ ἂν οἴει με κατὰ Πίνδαρον ” καὶ ἀσχολίας ὑπέρτερον “ πρᾶγμα ποιήσασθαι τὸ τεήν τε καὶ Λυσίου διατριβὴν
Πολλάκι : κατ ' ἀποκοπήν . κρατερόν : ἰσχυρόν . ὑπέρτερον : ἰσχυρότερον , κρείττονα . Τερενόχροϊ ἁπαλόχροϊ , γράφεται
6603021 ὀληται
κατὰ κόσμον , ἔννεφ ' ὅπως ψηφῖδι κακῇ κακὸν οἶτον ὄληται , βουλῇ δημοσίῃ παρὰ θῖν ' ἁλὸς ἀτρυγέτοιο .
ἐστ ' ἀλέασθαι , ὄφρα μὴ ἄσπερμος γενεὴ καὶ ἄφαντος ὄληται Δαρδάνου , ὃν Κρονίδης περὶ πάντων φίλατο παίδων οἳ
6596359 μολπαν
ἡνίκα ἐκ δείπνων : ἐπὶ τοῖς ὀφθαλμοῖς : διασκορπίζεται : μολπᾶν δ ' ἄπο καὶ χαροποιῶν : τουτέστι : καταπαύσαντες
ἦμος ἐκ δείπνων ὕπνος ἡδὺς ἐπ ' ὄσσοις σκίδναται , μολπᾶν δ ' ἄπο καὶ χοροποιὸν θυσίαν καταπαύσας πόσις ἐν
6587548 δουλοσυναν
λυγˈρόν τ ' ἔρανον Πολυδέκτᾳ θῆκε ματρός τ ' ἔμπεδον δουλοσύναν τό τ ' ἀναγκαῖον λέχος , εὐπαράου κρᾶτα συλάσαις
μολὼν [ ] πολυδάκρυον [ ] οὐκ ἔμελλε μίμνειν ἔτι δουλοσύναν [ ] , πυρὰν δὲ χαλκοτειχέος [ ] προπάροιθεν
6586699 ληγετε
ὥλαφος ἕλκοι , κἠξ ὀρέων τοὶ σκῶπες ἀηδόσι γαρύσαιντο . λήγετε βουκολικᾶς , Μοῖσαι , ἴτε λήγετ ' ἀοιδᾶς .
γ ' ἔλυσεν τὸ τέλος , φίλαι , βίου , λήγετε τοῦδ ' ἄχους : κακῶν γὰρ δυσάλωτος οὐδείς .
6581106 ἀται
! φέρ ' εἰ φέρεις τι , τἄλλα δ ' ἀται [ ! ] ! [ ! ! ! !
! φέρ ' εἰ φέρεις τι , τἄλλα δ ' ἀται [ ! ] ! [ ! ! ! !
6572427 ἐρρ
ἄνδρα τόν , ὅς τε θεοῖσιν ἀπέχθηται μακάρεσσιν . [ ἔρρ ' , ἐπεὶ ἀθανάτοισιν ἀπεχθόμενος τόδ ' ἱκάνεις .
ἐλήφθη τὸ ” βάλ ' ἐς κόρακας “ καὶ ” ἔρρ ' ἐς κόρακας “ ἐπὶ τοῦ ἀφανισμοῦ . εἴρηται
6560614 ματερος
ἐμὸν ὁπλίζων καὶ διεγείρων λόγον . ὡς ἐπεὶ σπλάγχνων ὑπὸ ματέρος αὐτίκα : διηγήσομαι , φησίν , ὅπως ἐκ τῆς
ἐρωτύλα , καί με δίδασκε θνατῶν ἀθανάτων τε πόθως καὶ ματέρος ἔργα . κἠγὼν ἐκλαθόμαν μὲν ὅσων τὸν Ἔρωτα δίδασκον
6550805 Δικας
Βρύας , Ἕλανδρος , Ἀρχέμαχος , Μιμνόμαχος , Ἀκμονίδας , Δικᾶς , Καροφαντίδας Συβαρῖται Μέτωπος , Ἵππασος , Πρόξενος ,
] , Ἕλανδρος , Ἀρχέμαχος , Μιμνόμαχος , Ἀκμονίδας , Δικᾶς , Καροφαντίδας [ ? ] . Συβαρῖται Μέτωπος [
6520612 ναιεις
Χρησμός : Πῖν ' οἶνον τρυγίαν , ἐπεὶ οὐκ Ἀνθηδόνα ναίεις , οὐδ ' ἱερὰν Ὑπέραν , ὅθι γ '
δηλοῖ , ἣν ἐδωρήσατο τῇ περσεφόνῃ ὁ ζεύς : ἥτις ναίεις καὶ οἰκεῖς ἐπὶ τοῦ μηλοβότου ἀκράγαντος , τοῦ ὁμωνύμου
6498347 τοσ
? [ ] [ ] ε [ ] [ ] τοσ ? [ ] [ ] αλλα [ ] [
δ ' αἱ δ ὀρθαὶ τξ , τοιούτων μζ . τοσ - ούτων δὲ ἐδέδεικτο καὶ ἀπὸ τῶν κατὰ τὰς
6486197 τετροφας
ταύτην λογίζου , ἀλλ ' ὅτι καὶ τὴν ἀκρασίαν σου τέτροφας , ἐπηύξησας . ἀδύνατον γὰρ ἀπὸ τῶν καταλλήλων ἔργων
. καὶ ἐν Φιαληφόρῳ : . . τὸν μόναυλον ποῖ τέτροφας ; οὗτος Σύρε . ποῖον μόναυλον ; τὸν κάλαμον
6473077 ὁρμασω
Διὸς ἀπωτάτω κεῖται καλὸς θησαυρὸς ὅτῳ προσέβα ποίαν δῆθ ' ὁρμάσω , ταύταν ἢ κείναν , κείναν ἢ ταύταν ;
τύχα δέ μοι ξυνάπτοι ποδὸς ἅλματι † εὐκλείας χάριν ἔνθεν ὁρμάσω τᾶσδ ' ἀπὸ πέτρας πηδήσασα πυρὸς ἔσω † σῶμά
6461727 φρουδαι
. δὶς παῖδες οἱ γέροντες ἐς τὴν Πάρνηθ ' ὀργισθεῖσαι φροῦδαι κατὰ τὸν Λυκαβηττόν . μηδὲ στέψω κοτυλίσκον . οὐ
' ἐξορίζεις ὡσπερεὶ κλιντήριον ; Ἐς τὴν Πάρνηθ ' ὀργισθεῖσαι φροῦδαι κατὰ τὸν Λυκάβηττον . Κείσεσθον , ὥσπερ πηνίω ,
6456789 ξυνοικει
ναυτω ? [ [ ἀνάγκη ] κα [ [ ] ξυνοικει ? ? ? [ [ ] ν γέρας ?
ναυτω ? [ [ ἀνάγκη ] κα [ [ ] ξυνοικει ? ? ? [ [ ] ν γέρας ?
6450218 δεραν
αἰαῖ : ἄξια καὶ σφαγᾶς τάδε καὶ πλέον ἢ βρόχωι δέραν οὐρανίωι πελάσσαι . τὰν γὰρ οὐ φίλαν ἀλλὰ φιλτάταν
ἐν παννυχίοις χοροῖς θήσω ποτὲ λευκὸν πόδ ' ἀναβακχεύουσα , δέραν αἰθέρ ' ἐς δροσερὸν ῥίπτους ' , ὡς νεβρὸς
6443158 εὐμοιρος
ὅταν σὺ μέγας ὢν ἤτοι ἀνὴρ γενόμενος , ἢ μᾶλλον εὔμοιρός τις καὶ περίβλεπτος ἐφ ' ἅρματος ὀλυμπιονίκης ἢ θριαμβονίκης
τόποις . παρείληφε δὲ τὰς Μοίρας καὶ τὸν Χρόνον ὅτι εὔμοιρός τε ὁ ἀγὼν ἔσοιτο καὶ εἰς ἅπαντα τὸν αἰῶνα
6431885 ἐνοπας
, πουλυσθενές , ὀβριμόθυμε θεά , κλύε σῶν ἱερῶν μερόπων ἐνοπάς . μέγα σὸν κράτος , ὀλβιόφρον Ποδάγρα , τὰν
λατρεύματα σχεῖν : ἐπὶ δ ' ἔσεισεν κόμαν παῦσαι νυχίους ἐνοπάς , ὑπὸ δ ' ἀλαθοσύναν νυκτωπὸν ἐξεῖλεν βροτῶν ,
6431023 διατορος
ἀλλ ' ἐνθένδε πρῶτον μὲν διάκτορος κέκληται ἤτοι ἀπὸ τοῦ διάτορος εἶναι καὶ τρανὸς ἢ ἀπὸ τοῦ διάγειν τὰ νοήματα
. Σοφοκλῆς δ ' ἐν Ἰχνευταῖς σατύροις ἔφη ἐνήλατα τρίγομφα διάτορος ἐρείδεται . εἴδη δὲ κλίνης ἀργυρόπους , παράπυξος ,
6426795 ἀισσων
ὥραν . † τε † ὑπὸ στεροπᾶς φλέγων Θρηίκιος Βορέας ἀίσσων παρὰ Κύπριδος ἀζαλέαις μανίαισιν ἐρεμνὸς ἀθαμβὴς ἐγκρατέως πεδόθεν †
ὥραν , ἅθ ' ὑπὸ στεροπᾶς φλέγων Θρηίκιος βορέας , ἀίσσων παρὰ Κύπριδος ἀζαλέαις μανίαισιν ἐρεμνὸς ἀθαμβὴς ἐγκρατέως παιδόθεν φυλάσσει
6420212 αἰαζει
ἐπέκειρεν ] ἀπώλεσεν , ἠφάνισεν . γᾶ ] η . αἰάζει ] θρηνεῖ . τὰν ] η . ἐγγαίαν ]
Ἅιδου πληρωτῇ . . . γαῖα ] ἡ Περσίς . αἰάζει ] θρηνεῖ . ἔγγαιον ] ἐγχώριον . . ἥβαν
6414180 μετιουσαν
, τὴν αὐτῆς τῆς γνώσεως τῶν κατὰ τὴν ἐπιστήμην ἕνεκεν μετιοῦσαν αὐτὰ καὶ αἱρουμένην , ἀλλὰ μὴ διά τινα ἀποβαίνοντα
, εἶτα ἐκ τούτου κατὰ βραχὺ εἰς μικρὰς ῥανίδας δροσιζούσας μετιοῦσαν : ὅταν ὁ ἥλιος γένηται ἐν δυσμῇ , τότε
6413522 Φοιβ
βέλτιον τὸ πρᾶγμα τῇ πόλει ξυνοίσεται . ἀμφί μοι αὖτε Φοῖβ ' ἄναξ Δήλιε , Κυνθίαν ἔχων ὑψικέρατα πέτραν :
τί σὺ πρὸς μελάθροις ; τί σὺ τῆιδε πολεῖς , Φοῖβ ' ; ἀδικεῖς αὖ τιμὰς ἐνέρων ἀφοριζόμενος καὶ καταπαύων
6407893 ἁζομενος
ἔλυσαν , μνήσατ ' ἔπειτ ' Εὔφημος ὀνείρατος ἐννυχίοιο , ἁζόμενος Μαίης υἷα κλυτόν . εἴσατο γάρ οἱ δαιμονίη βῶλαξ
, δείματι πάλλων , ἰήιε Δάλιε Παιάν , ἀμφὶ σοὶ ἁζόμενος τί μοι ἢ νέον ἢ περιτελλομέναις ὥραις πάλιν ἐξανύσεις
6407359 ἁι
πέλταν Ἀθάνας περικίοσιν ἀγκρεμάσας θαλάμοις δέλτων τ ' ἀναπτύσσοιμι γᾶρυν ἇι σοφοὶ κλέονται . ἀνέγγυοι γάμοι ἀνέξοδον Ἐλευσίνιοι μετ '
λέκτρων σκότια νυμφευτήρια . ἦ τὰν τοῦ Φοίβου παρθένον , ἇι γέρας ὁ χρυσοκόμας ἔδωκ ' ἄλεκτρον ζόαν ; ἔρως
6406785 φυγε
ἐπὶ ῥιπὸς πλέοις . Ἰσότητα δ ' αἱροῦ καὶ πλεονεξίαν φύγε . Ἰδίας νόμιζε τῶν φίλων τὰς συμφοράς . Ἰατρὸς
' ἀθάνατοι θεοὶ ἄλλοι . οὐδὲ γὰρ οὐδὲ βίη Ἡρακλῆος φύγε κῆρα , ὅς περ φίλτατος ἔσκε Διὶ Κρονίωνι ἄνακτι
6390174 πεπαιχεν
[ ] οἶδα κλῆσιν καὶ κίναιδον σκω [ ] πῶς πέπαιχεν ? , πῶς πέφευγε [ ] ἀνάλυσιν , φάσιν
συνήθη καὶ φίλον . ἐκ Βοιωτῶν ἔγχελυν : Παρὰ προσδοκίαν πέπαιχεν . ἐν γὰρ τῇ Κωπαΐδι λίμνῃ μέγισται ἐγχέλεις .
6389748 ειλ
? [ . . . . . . ] ! ειλ [ ] ! ειφ ! [ ] ! !
. ! ! [ πο [ εμ [ λυρ [ ειλ [ κατ ? ? [ δ [ ε [
6387281 κρηπιδ
Μόψον Τιταιρώνειον ἔνθα ναυβάται θανόντα ταρχύσαντο τυμβείαν θ ' ὕπερ κρηπῖδ ' ἀνεστήλωσαν Ἀργῴου δορὸς κλασθὲν πέτευρον , νερτέρων κειμήλιον
πτολίεθˈρον . * * * ὅθι παῖδες Ἀθαναίων ἐβάλοντο φαεννάν κρηπῖδ ' ἐλευθερίας Κλῦθ ' Ἀλαλά , Πολέμου θύγατερ ,
6377567 τοιωνδ
, κελαινὰ δ ' ἀμφὶ νῶθ ' ἵετο κόνις . τοιῶνδ ' ἄνακτα δοριπόνων ἔκανεν ἀνδρῶν , Τυνδαρί , σὰ
? ? [ ! ] νοισι τερ ? ? [ τοιῶνδ ] ? ' ἐρετ ? [ ! ! !
6377413 λεοντ
[ ] τὰς ? ' ὀτρύνν [ [ ] εσιν λεοντ ? [ [ ] οππα [ [ ] ´
λτ ? [ ! ] ! [ ! ] [ λεοντ ? [ χειρεστ ? ? ? ? [ απασ
6369002 χειροτονους
δηλοῖ . χειροτόνους ] μετὰ χειρῶν τάσεως γενομένας . θ χειροτόνους ] ἀπὸ τοῦ τείνω καὶ τοῦ χείρ . Ξ
πατρίδος αὐτῶν φερομένας . χειροτόνους ] τὰς διὰ χειρῶν . χειροτόνους ] τὰς διὰ τάσεως τῶν χειρῶν γινομένας . χειροτόνους
6364218 ταισδ
, γελάσειας , ὦ Πάν , ἐπ ' ἐμαῖς εὔφροσι ταῖσδ ' ἀοιδαῖς κεχαρημένος . εʹ ἐνικήσαμεν ὡς ἐβουλόμεσθα ,
μοι διδοίης δεσπότηι θ ' ὃς Οἰνόης σύγχορτα ναίει πεδία ταῖσδ ' Ἐλευθεραῖς τὸν μὲν κικλήσκω Ζῆθον : ἐζήτησε γὰρ
6359383 λην
ἀπὸ τῶν τῆς σελήνης φωτισμῶν προσωνόμασαν : ὅθεν καὶ τὴν λὴν τοῦ μηνὸς ἡμέραν ἐσχάτην οὖσαν ἀπ ' αὐτοῦ τοῦ
κύστιν οὖρα πουλλὰ , καὶ πουλλὴν ὑπόστασιν καὶ κα - λὴν ἔχοντα ἔλθοι , ἢ κατὰ κοιλίην ταραχώδεα , χολώδεα
6352733 ῥιψω
νηπίῳ τίτθη κλαίοντι “ σῖγα . μή σε τῷ λύκῳ ῥίψω . ” λύκος δ ' ἀκούσας τήν τε γραῦν
οὐ πολύ σε ὀνήσει ἡ ἀθανασία , ἐπεὶ ἀράμενός σε ῥίψω ἐπὶ κεφαλὴν ἐκ τοῦ οὐρανοῦ , ὥστε μηδὲ τὸν
6349128 Δαρδανιδαν
, ἕσπετο δ ' αἰενάου πλούτου νέφος . Ὀλβίων ὁμώνυμε Δαρδανιδᾶν , παῖ θρασύμηδες Ἀμύντα * * * . .
Ἀλέξανδρον τὸν φιλέλληνα ἐπικληθέντα ποιήσας εἰς αὐτόν , ὀλβίων ἐπώνυμε Δαρδανιδᾶν . διὰ τοῦτο γὰρ καὶ Θήβας ὕστερον πορθῶν μόνην
6347836 μεσσου
φίλῃ μεμνήσομ ' ἀοιδῇ . Μακρὸς δ ' αὖ διὰ μέσσου ἐλήλαται οὐρανοῦ ἄξων , ἀστεμφής , ὄσσοισιν ὁρωμένῳ ἀπροτίοπτος
μὴ βίος ἄρκιος εἴη . δείκνυε δὲ δμώεσσι θέρευς ἔτι μέσσου ἐόντος : “ οὐκ αἰεὶ θέρος ἐσσεῖται , ποιεῖσθε
6341955 ἀνιησεις
: “ ξεῖν ' , ἔτι καὶ νῦν ἐνθάδ ' ἀνιήσεις διὰ νύκτα δινεύων κατὰ οἶκον , ὀπιπεύσεις δὲ γυναῖκας
. θυμέ , τί μηνύεις κυσὶν ὀστέον ; εἶτ ' ἀνιήσεις ὕστερον . οὐχ οὕτω Φαῖδρον ἀπωλέσαμεν ; Ἀρχεάνασσαν ἔχω
6340476 Μενελαωι
πρὸς τὴν ἐν τῆι παλαίστραι χρείαν . Λεοννάτωι δὲ καὶ Μενελάωι φιλοκυνήγοις οὖσιν αὐλαῖαι σταδίων ἑκατὸν ἠκολούθουν , αἷς περιιστάντες
τε σημεῖα φέρουσι καὶ μάλιστα τὴν τῆς Ἑλένης γενομένην παρὰ Μενελάωι Τηλεμάχου φαρμακείαν καὶ λήθην τῶν συμβεβηκότων κακῶν . τὸ
6338668 φος
] [ ] ν ὕπνον [ ] : [ ] φος ? ! [ ] ! ! ἀπὸ γλυκυ [
[ ] ς γὰρ τάδεσαμ ? [ [ ] ! φος μακα ! ! ! ! [ [ πάροιθεν ]
6337317 φειδεο
αὐτὰρ ὁ πρέσβυς μειδιάων κίνησε κάρη καὶ ἀμείβετο παῖδα : φείδεο τᾶς θήρας , μηδ ' ἐς τόδε τὤρνεον ἔρχευ
, ὤ , ἰὴ Παιὼν [ ὦ ] ἄναξ Ἄπολλον φείδεο κούρων φείδεο [ [ ] . . [ ]
6336104 διαπρεπον
τὴν ψυχὴν εἶναι ἐράσμιον : τί τὸ ἐπὶ πάσαις ἀρεταῖς διαπρέπον οἷον φῶς ; Βούλει δὴ καὶ τὰ ἐναντία λαβών
. ἔθετ ' ] ἐποιήσατε . ἄελπτον ] ἀνέλπιστον . διαπρέπον ] μέγα . δέδορκεν ] ἐθεάσατο . ἄτα ]
6335997 κατεβα
ἂν τὴν διπλοΐδα , ἣν Ὅμηρός φησι δίπλακα μαρμαρέην . κατέβα τοι : ἀντὶ τοῦ : διὰ πόσου σοι ἀπὸ
ἅλιξιν εὑρέσθαι σὺν ἄλλοις . ἐς δ ' Ἰαολκὸν ἐπεὶ κατέβα ναυτᾶν ἄωτος , λέξατο πάντας ἐπαινήσαις Ἰάσων . καί
6327953 ἐναριθμος
χρυσοβαφεῖς δ ' ἐστυφέλιξ ' ἐκ θεμέθλων ἄνακτας , οὐκ ἐνάριθμος γεγαὼς ἐν προμάχοις Ἀχαιῶν , ἀλλ ' ἀπὸ κρανᾶν
χρυσοβαφεῖς τ ' ἐστυφέλιξ ' ἐκ θεμέθλων ἄνακτας , οὐκ ἐνάριθμος γεγαὼς ἐν προμάχοις Ἀχαιῶν , ἀλλ ' ἀπὸ κρανᾶν
6323010 χαρασσω
ἐπίρρημα . . . , : καρχαρόδους : παρὰ τὸ χαράσσω . ὁ κεχαραγμένους ἔχων τοὺς ὀδόντας , οἷον ὠξυμμένους
κεχαραγμένους ἔχων τοὺς ὀδόντας . . . εἴρηται παρὰ τὸ χαράσσω ῥῆμα , ὅπερ ἐν συνθέσει μετὰ τοῦ ὀδοὺς γίνεται
6321860 δολιαν
οὕτω τῆς πάντων ἐπεβουλεύσαντο σωτηρίας καὶ τότε , πρόφασίν τινα δολίαν πλασάμενοι , ὡς οὐ πρὸς φυγὴν ἐκτρέπονται , πρὸς
ἐν ἑαυτῇ δεχομένη , ἐστοναχίζετο καὶ ἐστενοχωρεῖτο . ἐμηχανήσατο δὲ δολίαν , ἤγουν συνετὴν τέχνην . κατασκευάσασα γὰρ ἀπὸ ἀδάμαντος
6321824 ὠπασας
τί δὴ χρυσοῦ μὲν ὃς κίβδηλος ἦι τεκμήρι ' ἀνθρώποισιν ὤπασας σαφῆ , ἀνδρῶν δ ' ὅτωι χρὴ τὸν κακὸν
δῶκας δὲ πυρὸς δριμεῖαν ἐρωήν , δεξιτερῇ δὲ φέρειν ἀδαμάντινον ὤπασας ἆορ . οὐ παῖδας τήρησε φίλους γλυκεροῖσι τοκεῦσιν ,
6319895 μολε
κρατέεις μούνη καὶ πᾶσιν ἀνάσσεις . ἀλλά , θεά , μόλε μυστιπόλοις ἐπιτάρροθος αἰεὶ ῥυομένη νούσων χαλεπῶν κακόποτμον ἀνίην .
ὁ Διὸς παῖς . ἰὼ ἰώ , δέσποτα δέσποτα , μόλε νυν ἁμέτερον ἐς θίασον , ὦ Βρόμιε Βρόμιε .
6315054 λυπαν
Χάριτες , ἴτε , τὰν περὶ παρθένωι Δηὼ θυμωσαμέναν † λύπαν ἐξαλλάξατ ' † ἀλαλᾶι Μοῦσαί θ ' ὕμνοισι χορῶν
ἐν τῷ ὑπεξελέσθαι τὰ πάθεα τᾶς ψυχᾶς , ἁδονὰν καὶ λύπαν , ἁ ἀρετὰ πέπτωκεν , ἀλλ ' ἐν τῷ
6314937 θεην
θάλασσα . Θήγω . ἔκλειψις τοῦ θ . παρὰ τὸ θέην , θεήγω , καὶ θήγω . Θάπτω . παρὰ
ἐς πολλοὺς ἤδη ἡ μανίη ἀπικνέεται , καὶ πολλοὶ ἐς θέην ἀπικόμενοι μετὰ δὲ τοιάδε ἔπρηξαν . καταλέξω δὲ καὶ
6313389 Λυκει
. . πελαζόμεθα ] τῷ σῷ βωμῷ πλησιάζομεν . . Λύκει ' ἄναξ , λύκειος γενοῦ ] Λύκειόν φασι τὸν
γενοῦ , οἷον ἐπὶ τοῦ πολέμου . παρήχησιν ἐνταῦθα ποιεῖ Λύκει ' ἄναξ λύκειος γενοῦ εἰπών , ἤτοι πολέμιος αὐτοῖς
6304654 ἀλαινων
δ ' ὁ σὸς πρόπολος Κύκλωπι θητεύω τῶι μονοδέρκται δοῦλος ἀλαίνων σὺν τᾶιδε τράγου χλαίναι μελέαι σᾶς χωρὶς φιλίας .
τε ζῶντος ἀλάτα , ὅς που γᾶν ἄλλαν κατέχει μέλεος ἀλαίνων ποτὶ θῆσσαν ἑστίαν , τοῦ κλεινοῦ πατρὸς ἐκφύς .
6303635 ζωας
σωματικὸν καὶ ἐπίκτητον , πῶς τὰς προβαλλομένας ὑπὸ τῆς ψυχῆς ζωὰς καὶ τὰς ἀπὸ τοῦ σώματος ἐνδιδομένας δυνάμεις αὐτῇ ἔχειν
: ὥσπερ δὴ καὶ ἔνδον πάσας τὰς πεπληθυσμένας καὶ πολλὰς ζωὰς καὶ δυνάμεις τῆς ψυχῆς ἐπὶ τὸ ἓν συναιρεῖ καὶ
6299896 φαρεων
ἀκούσας μικρὰ τιττυβιζούσης “ τί μοι περισσῶν ” εἶπε “ φαρέων χρείη ; ἰδοὺ χελιδὼν ἥδε : καῦμα σημαίνει .
ἤγουν τῆς κεφαλῆς . Ξ φαρέων ] ἱματίων . θ φαρέων ] ἢ ἀπὸ τοῦ φαρῶ ἢ τὸ ἀροῦν καὶ
6298882 θασσεις
' Ἀχιλλεῦ , δοριλυμάντους Δαναῶν μόχθους , οὓς σὺ προπίνων θάσσεις εἴσω κλισίας . . . . . . .
μαντείων δ ' ἐπέβας ζαθέων τρίποδί τ ' ἐν χρυσέωι θάσσεις , ἐν ἀψευδεῖ θρόνωι μαντείας βροτοῖς θεσφάτων νέμων ἀδύτων
6298799 παρηνεγκε
βίον ἐτελεύτησεν , ὁ δὲ σὸς πατὴρ βασιλεύων κατεγήρασε . παρήνεγκε δέ σοι καὶ τὴν Διονυσίου μοναρχίαν , ὥσπερ προσῆκόν
καὶ Πίνδαρος ἱστορεῖ . 〛 κωδωνοφαλαροπώλους : Ἀπολλώνιός φησιν ὅτι παρήνεγκε χρωμένους κώδωσί τινας . 〚 κώδωνας ἐν τοῖς φαλάροις
6295534 καλουμαι
' . . . ἡμέρας ] ἀπὸ κοινοῦ τὸ ” καλοῦμαι “ . τοῦ χρήματος : λείπει χάριν : ἢ
καλοῦμαι ] καλῶ σε , προκαλοῦμαι , ἀπαιτῶ . τὸ καλοῦμαι παθητικῶς δικαστικὴ λέξις ἐστίν , ὡς δηλοῖ τὸ παρόν
6295121 διωκομαι
ἐξ ἀθυμίας : καὶ παραλύεταί μου τὰ μέλη ἐλαύνομαι ] διώκομαι κλύεις ] † ἤγουν ἤκουσας πραχθέντ ' ] ἃ
' , εὐλάβει , βέλτιϲτε : πρὸϲ θεῶμ πάρεϲ . διώκομαι ] γάρ , κατὰ κράτοϲ διώκομαι ὑπὸ ] τοῦ
6293728 ἐμολον
σύγγον ' , αἰτία δ ' ἐγώ . διὰ πυρὸς ἔμολον ἁ τάλαινα ματρὶ τᾶιδ ' , ἅ μ '
Λυδῷ γὰρ Ἀσώπιχον ἐν τρόπῳ ἐν μελέταις τ ' ἀείδων ἔμολον , οὕνεκ ' Ὀλυμπιόνικος ἁ Μινύεια σεῦ ἕκατι .
6291423 πεμψατε
ὡς ὁ ποιητής : εἰλύσω ψαμάθοις τόσην οἱ ἄσιν . πέμψατε . . . ὄλοιντο ] τὸ ἑξῆς οὕτως :
πέμψατε . . . ὄλοιντο ] τὸ ἑξῆς οὕτως : πέμψατε πόντονδε , ἔνθα ἀντήσαντες λαίλαπι χειμωνοτύπωι , βροντῆι ,
6291156 ἐθαν
ἀπομαστίδιόν γ ' ἐμῶν στέρνων . ἐπεὶ δ ' Ἰάσων ἔθαν ' ἐμός , μῆτερ , πατήρ , οἴμοι κακὰ
ἀλλήλους , καὶ γνώμεναι ὅς τε πεφεύγοι ὅς τ ' ἔθαν ' ἐν πολέμῳ : ἀλλ ' ἐσσυμένως ἐσέχυντο ἐς
6290432 ὀλωλα
πόνος δύεται εἰς ὄνυχα . οἴχομ ' , Ἔρωτες , ὄλωλα , διοίχομαι : εἰς γὰρ ἑταίραν νυστάζων ἐπέβην ἠδ
φασίν : τὴν θεράπαιναν δείκνυσιν : ὁ Πολυμήστωρ : † ὄλωλα κοὐδέν : ὄλωλα , φησὶν , ὑπὸ τῶν κακῶν
6284836 Λαμπρισκε
βάζει . οὔτω τί σοι δοίησαν αἰ φίλαι Μοῦσαι , Λαμπρίσκε , τερπνὸν τῆς ζοῆς τ ' ἐπαυρέσθαι , τοῦτον
πρήσσων . οὐκέτ ' οὐκέτι πρήξω , ὄμνυμί σοι , Λαμπρίσκε , τὰς φίλας Μούσας . ὄσσην δὲ καὶ τὴν
6283775 τηνω
ἔνθοι ποχ ' ὁ βουκόλος ὧδε Λυκώπας . οὐδὲν ἐγὼ τήνω ποτιδεύομαι : ἀλλὰ τὸν ἄνδρα , αἰ λῇς ,
: αἰ δέ πη ἐπ ' ἀλατείᾳ ἐγκύρσωντί τοι τοὶ τήνω φίλοι , δειμαίνω μή τι δεινὸν πάθῃς . Καὶ
6282264 ἀοσσητηρ
καὶ κληδόνος αὐτομάτως βοηθῶν : παρὰ τὴν ὄσσαν ὀσσητήρ καὶ ἀοσσητήρ , . , , . . α , .
Κόλχοις ἦρα φέροιεν ὑπὲρ σέο , νόσφιν ἄνακτος ὅς τοι ἀοσσητήρ τε κασίγνητός τε τέτυκται , οὐδ ' ἂν ἐγὼ
6277970 σχετλι
καὶ λίην σέ γ ' ἔμελλε κιχήσεσθαι κακὰ ἔργα , σχέτλι ' , ἐπεὶ ξείνους οὐχ ἅζεο σῷ ἐνὶ οἴκῳ
” ἀντὶ τοῦ ἐσέβετο : καὶ Ὀδυσσεὺς πρὸς Κύκλωπα “ σχέτλι ' , ἐπεὶ ξείνους οὐχ ἅζεο σῷ ἐνὶ οἴκῳ
6272191 πλατας
τᾶς κλεινᾶς Ἀρεθούσας , Ἀχαιῶν στρατιὰν ὡς ἐσιδοίμαν Ἀχαιῶν τε πλάτας ναυσιπόρους ἡμιθέων , οὓς ἐπὶ Τροίαν ἐλάταις χιλιόναυσιν τὸν
μελπομένα , τοτὲ μὲν ταχύπλουν τοτὲ δ ' εἰλατίνας ἀνάπαυμα πλάτας . [ . . . ; ] Ἀργώ με
6269298 θρηνεις
νέον . λέγω πόνους σε μυρίους τλῆναι μάτην . παλαιὰ θρηνεῖς πήματ ' : ἀγγέλλεις δὲ τί ; βέβηκεν ἄλοχος
λῦσον δὲ νόμους ἱερῶν ὕμνων , οὓς διὰ θείου στόματος θρηνεῖς τὸν ἐμὸν καὶ σὸν πολύδακρυν Ἴτυν , ἐλελιζομένη διεροῖς
6269239 αὐλαν
ἄμεικτον . ὑμνωιδούς τε κόρας ἤλυθεν ἑσπέριόν τ ' ἐς αὐλὰν χρύσεον πετάλων ἄπο μηλοφόρων χερὶ καρπὸν ἀμέρξων , δράκοντα
λόγος : ὦ ἀθλία Ἄλκηστι : ἄγει με νεκύων ἐς αὐλὰν πτερωτὸς Ἅιδης : προβαίνεις εἰς ὁδὸν τοῖς φίλοις οἰκτρὰν
6263321 Ἀγ
τῆς σῆς ἑορτῆς ἀξίως παίσαντα καὶ σκώψαντα νικήσαντα ταινιοῦσθαι . Ἄγ ' εἶά νυν καὶ τὸν ὡραῖον θεὸν παρακαλεῖτε δεῦρο
διαφέρειν . Τῆς δὴ διαφορᾶς αὐτοῖν ἐπὶ θεωρίαν ἔλθωμεν . Ἄγ ' ὅπῃ σοι φαίνεται . Τῇδε δὴ ἄγω .
6260595 Τειρεσια
κρᾶτα σεῖσαι πολιόν ; ἐξηγοῦ σύ μοι γέρων γέροντι , Τειρεσία : σὺ γὰρ σοφός . ὡς οὐ κάμοιμ '
βαίνων ἤλυσιν μόλις περῶ . θάρσει : πέλας γάρ , Τειρεσία , φίλοισι σοῖς ἔσθ ' ὁρμίσαι σὸν πόδα :
6260148 Ἀγγελος
αὐτὸ διὰ τοῦ ε ψιλοῦ : ἀνέφελος : πολυνέφελος . Ἄγγελος τὸ γε ψιλόν : ὡς γὰρ παρὰ τὸ εἴκω
βιάζεο : τῶι δὲ δικαίωι τῆς εὐεργεσίης οὐδὲν ἀρειότερον . Ἄγγελος ἄφθογγος πόλεμον πολύδακρυν ἐγείρει , Κύρν ' , ἀπὸ
6259545 προσορμιζομενων
κέλσαντ ' ] καταντήσαντα , ἐλλιμενίσαντα , ἐκ μεταφορᾶς τῶν προσορμιζομένων νεῶν ἐσιδεῖν ] ἰδεῖν ἀκίχητα ] ἀκατανόητα , ἀκατάληπτα
χῶμα καὶ ἀπὸ τῶν νεῶν ἄλλῃ καὶ ἄλλῃ τοῦ τείχους προσορμιζομένων τε καὶ ἀποπειρωμένων τοῦ τείχους . Οἱ δὲ Τύριοι
6259168 μενεπτολεμων
μῶλον βάλλεν , ἐπεὶ μάλα πολλὰ κακῆς ἀλκτήρια χάρμης κεῖτο μενεπτολέμων ἐπὶ τείχεσι Δαρδανιώνων : τοῖσί περ Αἰνείας μεγάλῳ περὶ
θέμις ἔστ ' ἀγορεύειν : Κέκλυτέ μευ , φίλα τέκνα μενεπτολέμων Ἀργείων : ἴστε γὰρ ὡς σάφα οἶδα θεοπροπίας ἀγορεύειν
6258954 θυεων
, ἄλλοι δ ' ἀμφιφορῆας ἐπισχεδὸν ἵστασαν οἴνου κίρνασθαι , θυέων δ ' ἄπο τηλόθι κήκιε λιγνύς : αἱ δὲ
Λυσανίας δέ φησι τὸν ἀμφιφορέα ὑπὸ Ἀθηναίων ἀμφορέα καλεῖσθαι . θυέων : θυμιαμάτων . λιγνύς : ἡ καπνώδης ἀναφορά :
6258415 λεχεα
βαρβάρωι πλάται ὃς ἔμολεν ἔμολε μέλεα Πριαμίδαις ἄγων Λακεδαίμονος ἄπο λέχεα σέθεν , ὦ Ἑλένα , Πάρις αἰνόγαμος πομπαῖσιν Ἀφροδίτας
, ὅσοι δυσκελάδοισιν κατὰ μοῦσαν ἰόντες ἀείδεθ ' ὕμνοις ἁμέτερα λέχεα καὶ γάμους Κύπριδος ἀθέμιτος ἀνοσίους , ὅσον εὐσεβίαι κρατοῦμεν
6258387 πατρωιας
στρατηλατῶν στείχει φίλος σοι σύμμαχός τε τῆιδε γῆι . ποίας πατρώιας γῆς ἐρημώσας πέδον ; Θρήικης : πατρὸς δὲ Στρυμόνος
τί δῆτα Νείλου τούσδ ' ἐπιστρέφηι γύας ; ] φυγὰς πατρώιας ἐξελήλαμαι χθονός . τλήμων ἂν εἴης : τίς δέ
6253580 λυπηι
ἐξ ὀφθαλμῶν ἐκείνου στοργῆι τοῦ βασιλέως τε καὶ γυναικὸς τῆι λύπηι λόγος ἐμφέρεται πολλοῖς τὸν βίον ἀποπνεῦσαι . Ἀρριανὸς Βιθυνικοῖς
τύχη . ποῖ δὴ λιπόντε Τρωϊκῶν ἐκ τάξεων χωρεῖτε , λύπηι καρδίαν δεδηγμένοι , εἰ μὴ κτανεῖν σφῶιν Ἕκτορ '
6252898 λαμπροταται
ἔμποροί τε καὶ χειροτέχναι καὶ γεωργοί , ἀγοραί τε αὐτόθι λαμπρόταται τῶν ἐν ἄλλοις τισὶ τόποις τῆς Ἰταλίας ἀγομένων ἐγίνοντο
. κάλλει . τῶν νῦν ] γυναικῶν . ἀντὶ τοῦ λαμπρόταται δυϊκὸν . δυϊκὸν . γρ . εὐπρεπέστατα . πολὺ
6249507 φερηι
θεῶν , Ὁσία δ ' ἃ κατὰ γᾶν χρυσέαι πτέρυγι φέρηι , τάδε Πενθέως ἀίεις ; ἀίεις οὐχ ὁσίαν ὕβριν
γενναίοισι δούλοις εὐκλεέστατον θανεῖν . ἐπίσχες ὀργὰς αἷσιν οὐκ ὀρθῶς φέρηι , Θεοκλύμενε , γαίας τῆσδ ' ἄναξ : δισσοὶ
6247818 ἐπεφρασσαντο
! ! ! ! ] λαρως ? ! ? ! ἐπεφράσσαντο νε [ τεν ! ! ! ! βοτάνηισιν Ἀχαιίδος
ὅτ ' εἰαρινὸς θύννων στρατὸς ὁρμήσωνται . χῶρον μὲν πάμπρωτον ἐπεφράσσαντο θαλάσσης οὔτε λίην στεινωπὸν ἐπηρεφέεσσιν ὑπ ' ὄχθαις οὔτε
6245437 κτενεις
κατθανεῖν ἐρᾶν ἔοικας . κτεῖνε : σύγγονον δὲ σὴν οὐ κτενεῖς ἡμῶν ἑκόντων ἀλλ ' ἔμ ' : ὡς πρὸ
σύνεσις . ἀλλὰ βαῖν ' ἔσω δόμων . οὐκ ἄρα κτενεῖς μ ' ; ἀφεῖσαι . καλὸν ἔπος λέγεις τόδε
6241544 ἡκεις
ἁλίων ἐρετμῶν . μῶν καὶ σὺ καινὸς ποντίας ἀπὸ χθονὸς ἥκεις , Ὀδυσσεῦ ; ποῦ ' στι σύλλογος φίλων [
, φροντίζοι τε τῶν δεόντων . ἀλλὰ σύ γε πόρρω ἥκεις διαφθορᾶς . οὐκοῦν ἀναγκαῖον τομάς τε καὶ καύσεις καὶ
6240271 ληιδος
εἰς Ὀπόεντα περικλυτὸν υἱὸν ἀπάξειν , Ἴλιον ἐκπέρσαντα λαχόντα τε ληίδος αἶσαν . Ἀλλ ' οὐ Ζεὺς ἄνδρεσσι νοήματα πάντα
ἀκούσωμεν . . λ . Α . : Τροίης ἀπὸ ληίδος . . , Α , δισυλλάβως Τροίην , Τροΐην
6237306 Ὀρεστα
οὐκ ἔχων θυμώδει τῇ πληγῇ Τάφοις παραδίδωσι τοὺς ἐμπίπτοντας . Ὀρέστα , τίς σε ἀπώλεσεν ; “ ἡ ἰδία μου
, σιαγόνος . , παρείας . μιαρέ ] μεμιασμένε . Ὀρέστα , ἀναιδές . φήμ ' ] ναὶ . λέγω
6233899 ξεστων
Αἰγυπτίοις ἐκλήθη διὰ τὴν ἰατρικήν . Οὗτος καὶ τὴν διὰ ξεστῶν λίθων οἰκοδομὴν εὕρατο , ἀλλὰ καὶ γραφῆς ἐπεμελήθη .
πίνακα πτυκτόν : καὶ Ἀριστοφάνης δὲ ἐν Θεσμοφοριαζούσαις ἔφη πινάκων ξεστῶν δέξασθε σμίλης ὁλκούς , κήρυκας ἐμῶν μόχθων . καὶ
6222106 ἀναλουσθαι
προσιὸν ἐκ τῶν μισθώσεων ἀργύριον εἰς τοὺς ὀψωνιασμοὺς τῶν στρατευομένων ἀναλοῦσθαι καὶ εἰς τὰς μισθώσεις ὧν οἱ πόλεμοι χορηγιῶν δέονται
τὸ ὕδωρ ταυτὸν ὅπερ τὸ εἰς τὴν θάλατταν εἰσχεόμενον ἀδήλως ἀναλοῦσθαι , ἐκ δὲ τῶν ἀπορρήτων τόπων , ὡς ἔοικε
6221763 φασματ
, ἐμὸς πατήρ . ὦ φωσφόρ ' Ἑκάτη , πέμπε φάσματ ' εὐμενῆ . οὐ νυκτίφαντον πρόπολον Ἐνοδίας μ '
. θεοῦ ] τινός . πότερα ] ποῖόν ἐστι . φάσματ ' ] ἤγουν ὀνείροις κατεπείσθης . σέβεις ] τιμᾶις
6217802 εὑρημ
; λέγε , πέραινε σοὺς λόγους . σῶσαι τόδ ' εὕρημ ' ἐς τὸν ὄντα νῦν χρόνον . ἔχει δέ
χθονὸς πολλὰς ἐφέλκων συμφορὰς ἀμηχάνους , τί τοῦδ ' ἂν εὕρημ ' ηὗρον εὐτυχέστερον ἢ παῖδα γῆμαι βασιλέως φυγὰς γεγώς
6215711 ἐρεεινεις
ποτὶ κλόνον αἱματόεντα ἐχθρὸς ἐὼν ὡς εἴ τε φίλα φρονέων ἐρεείνεις εἰπέμεναι γενεήν , ἥν περ μάλα πολλοὶ ἴσασιν ;
φέρτεροί εἰσιν . ἵπποι δ ' οἷδε γεραιὲ νεήλυδες οὓς ἐρεείνεις Θρηΐκιοι : τὸν δέ σφιν ἄνακτ ' ἀγαθὸς Διομήδης
6213979 κλαυθμοιο
δώματ ' Ὀδυσσῆος θείοιο , εἷος Πηνελόπειαν ὀδυρομένην γοόωσαν παύσειε κλαυθμοῖο γόοιό τε δακρυόεντος . ἐς θάλαμον δ ' εἰσῆλθε
ἤλυθον εἰκοστῷ ἔτεϊ ἐς πατρίδα γαῖαν . ἀλλ ' ἴσχευ κλαυθμοῖο γόοιό τε δακρυόεντος . ἐκ γάρ τοι ἐρέω :

Back