. μοι ] μου . τὸν ἀκατάβλητον ] τὸν μὴ καταβάλλοντά τι ἤτοι διδόντα , τὸν ἀκαταπόνητον . , τὸν | ||
. μοι ] μου . τὸν ἀκατάβλητον ] τὸν μὴ καταβάλλοντά τι ἤτοι διδόντα , τὸν ἀκαταπόνητον . , τὸν |
ἐνθουσιάσω ; λέγω οὖν ἑνὶ λόγῳ ὅτι ὅσα τὸν ἕτερον λελοιδορήκαμεν , τῷ ἑτέρῳ τἀναντία τούτων ἀγαθὰ πρόσεστιν . καὶ | ||
Ἆρ ' οὖν , ὦ ἀγαθέ , ἀγροικότερον τοῦ δέοντος λελοιδορήκαμεν τὴν τῶν λόγων τέχνην ; ἡ δ ' ἴσως |
. ἵνα δὲ ἀποτίθενται αἱ ἐσθῆτες , χηλοί , κιβωτοί κιβώτια , κίσται κιστίδες ὡς ἐν Ἀχαρνεῦσιν Ἀριστοφάνης , κοῖται | ||
γὰρ τὰ Ἀττικά : κημοὶ καὶ καδίσκοι καὶ ἐχῖνοι . κιβώτια δ ' ἴσως γραμματοφόρα καὶ γραμματεῖα καὶ κάλαμοι γραφεῖς |
, ὡς ἡμεῖς ἐκεῖνο κατὰ τὸ κρεῖττον : ἀλλὰ γὰρ δοξάζομεν ὅ τι ἀδόξαστον , ἢ περιτρέπεται , φησίν , | ||
ἔστιν , ἀλλ ' ὅτι οὐκ ἔστιν : ἐπεὶ γὰρ δοξάζομεν περὶ τοῦ μὴ ὄντος αὐτὸ τοῦτο ὅτι οὐκ ἔστι |
Ἀγχιάλην καὶ Ταρσὸν ἔδειμεν ἡμέρῃ μιῇ . ἔσθιε πῖνε „ παῖζε , ὡς τἆλλα τούτου οὐκ ἄξια , „ τοῦ | ||
καὶ ἄλλος δὲ τὰ ὅμοια ληρεῖ τις . πῖνε καὶ παῖζε : θνητὸς ὁ βίος , ὀλίγος οὑπὶ γῇ χρόνος |
ἐκρέοιεν , καὶ φάρμακα τῷ τραύματι προσάγεσθαι τὰ τὴν ὀδύνην πραΰνοντα καὶ τὴν ἐκροὴν ἀναστομοῦντα . τὸ μὲν οὖν θερμὸν | ||
, νεανίσκον ἐρῶντα , θυμούμενον ἕτερον , ἄλλον τῷ θυμουμένῳ πραΰνοντα τὴν ὀργήν . τί οὖν ἅπαντά μοι παραδραμὼν σχῆμα |
κέκληκε : τὸ δὲ μαρτύριον ἀναβαλοῦμαι , ἔστ ' ἂν ἀποδῶ σοι τὰς πληγάς . ἡσθέντων οὖν ἐπὶ τοῖς πεπαιγμένοις | ||
, παρ ' αὑτόν , ἀλλὰ χωρίς . ἀλλ ' ἀποδῶ πάλιν παρ ' οὗ παρέλαβον ἀρτίως ; ἄτοπον . |
ἐδέξαντο ; οὐκ ἔστιν εἰπεῖν . Ἔτι παραπειρᾶσθαι δεῖ τὰ πλαστὰ καὶ ἀπὸ τῶν ἐναντίων ζητεῖν πλάττειν , καὶ τοῦτο | ||
ὀλίγης τέρψεως εἵνεκεν τὴν μακρὰν ἐκχέοντες εὔνοιαν ἄχρι τῆς ἀκμῆς πλαστὰ τὰ τοῦ φιλεῖν πάθη προβάλλεσθε , τὸν δ ' |
ἀλλ ' ὁ γλαφυρὸς μὲν καὶ τῷ ἰσχνῷ καὶ τῷ μεγαλοπρεπεῖ , καὶ ὁ δεινὸς δὲ ὁμοίως ἀμφοτέροις : μόνος | ||
ὑπερβάλλειν , τὸ ἔργον : τοῦτο γὰρ μᾶλλον προσήκει τῷ μεγαλοπρεπεῖ . ταῦτα δὲ ὁ μεγαλοπρεπὴς δαπανήσει , πρῶτον μὲν |
ζῷα τετραπάλαιστα ἐπιμελῶς πεποιημένα , πολλὰ τὸν ἀριθμόν : καὶ κυλικεῖα δύο καὶ ὑάλινα διάχρυσα δύο : ἐγγυθῆκαι χρυσαῖ τετραπήχεις | ||
, ὑδρίαι δώδεκα , μαζονόμια πεντήκοντα , τράπεζαι διάφοροι , κυλικεῖα χρυσωμάτων πέντε , κέρας ὁλόχρυσον πηχῶν τριάκοντα . Ταῦτα |
σακίον , ἐν οἷσπερ τἀργύριον ταμιεύεται πάρες ' οἷς κατετρίβη θαἰμάτια , κᾆπ ' Εἶτα πῶς φῷδας τοσαυτασὶ σὺ τὸν | ||
ἀπαλλάγηθ ' : ἑν [ : δακτύλιον ] ! [ θαἰμάτια [ ] [ ἔπειτα προς [ τὴν γῆν κροτοῦσαν |
, ἀλλὰ Φερεκράτης ἐν τοῖς Κραπατάλλοις πρὸς τῇ κεφαλῇ μου λάσανα καταθεὶς πέρδεται . καὶ δίφρον δ ' ἂν εἴποις | ||
τὴν γαστέρα ; βάλλ ' ἐς κόρακας . πόθεν ἂν λάσανα γένοιτό μοι ; κάμνοντα δ ' αὐτὸν τοῦ θέρους |
δὲ καί , εἰ τὸ τῆϲ χρόαϲ εὐανθὲϲ μαραίνοιτο , παύεϲθαι : καὶ μὲν δὴ καὶ τὸ τῶν κινήϲεων ἐπειδὰν | ||
ἂν ἐρυθρὸν γενόμενον μετεωριϲθῇ , καί , πρὶν ϲυμπέϲῃ , παύεϲθαι . δεῖ δὲ καί τῳ τῶν πιττωτῶν χρῆϲθαι κατὰ |
τὸ καθαρὸν τῆς φύσεως δημιούργημα , καὶ ἡνώθη τῷ δημιουργῷ Νῷ , καὶ κατελείφθη [ τὰ ] ἄλογα τὰ κατωφερῆ | ||
ἐπιλησμόνων . Νὺξ ὑγρὰ : ἐπὶ τῶν συμβαινόντων χαλεπῷ . Νῷ πείθου : ὁμοία τῇ : Θεῷ ἕπου . Ξένον |
: καὶ τίνα ἀπωσόμεθα ἀδοξίαν οὖσαν , καὶ τίνα οὐ προσληψόμεθα μὴ οὖσαν , προσδοκωμένην δέ : καὶ πάλιν εἰ | ||
αὖ ὑπάρχοντα φαῦλα ἀποτρεψόμεθα , καὶ τὰ οὐκ ὄντα οὐ προσληψόμεθα : εἰ δὲ μὴ ἑλοίμεθα , τὰ μὲν ὑπάρχοντα |
” , ἐροῦσι πολλοί : “ πολλὰ [ ] σαυτὸν ἀσπάζου : ἐπὴν ἔχῃς τι , πάντα σοι φίλων πλήρη | ||
Μούσης , Χαρίτων θρέμμα , Τρυφῆς πρόσωπον , ἄνοιξον , ἀσπάζου με . διά τοι σὲ πόνους ἔχω . οὗτος |
μὲν , οὕτω νεότης πονεῖν οὐκ ἐθέλουσα παρὰ τὸ γῆρας κακοπραγεῖ : ἐνθυμηματικῶς δὲ , ὅτ ' ἂν λέγωμεν : | ||
ἔνδειαν . οὕτως νεότης πονεῖν οὐκ ἐθέλουσα παρὰ τὸ γῆρας κακοπραγεῖ . ἀνὴρ εὐπορῶν χῆνά τε ἅμα καὶ κύκνον ἄμφω |
: εἰ δὲ κεκακωμένοι εἰσί , λυπηθήσονται ταῖς τῶν τοιούτων προφάσεσι . εἰ δὲ ὁ Ἥλιος ἐπιβλέπει τοῦτον ἐν τοῖς | ||
ταῖς περιουσίαις ] τουτέστι τοῖς θεωρικοῖς : ἀφορμαῖς δὲ ταῖς προφάσεσι . διὰ δὲ τοῦ ἴσως εἰπεῖν ὡς ἐν ἐπανορθώσει |
ἢ ἐπ ' ἐκείνῳ γελᾶτε , ὅτι οὐ δεήσει με συγγυμναστὴν ζητεῖν , οὐδ ' ἐν ὄχλῳ πρεσβύτην ὄντα ἀποδύεσθαι | ||
με ; Τοῦ πέρι ; Διαναπαύσωμεν αὐτὸν μεταλαβόντες αὐτοῦ τὸν συγγυμναστὴν τόνδε Σωκράτη ; ἢ πῶς συμβουλεύεις ; Καθάπερ εἶπες |
Κηφισόδοτος δὲ παρελθών : Ἄνδρες Ἀθηναῖοι , ἔφη , οὐκ αἰσθάνεσθε ἐξαπατώμενοι ; ἀλλ ' ἐὰν ἀκούσητέ μου , ἐγὼ | ||
ἂν ἡ εἰρήνη γένοιτο ἐναντιοῦνται , τοῦτο δὲ οὐ πάντες αἰσθάνεσθε . Λέγουσι γὰρ ὡς ἔστι δεινότατον τῷ δήμῳ , |
συνειδήσει καὶ καρδίᾳ εὐάκουστος γίνεται : ἐν αὐτῇ τῇ ὥρᾳ περιίπτανται ταῖς πτέρυξι σὺν ἤχῳ οἱ ἄγγελοι καὶ τὰ Χερουβὶμ | ||
αἰθέρος , τουτέστι τοῦ ἀέρος : καὶ γὰρ τὸν ἀέρα περιίπτανται τὰ εἴδωλα καὶ αἱ ψυχαί . ἢ καὶ ὡς |
τῶν ὅπλων τὸ πολὺ καὶ τείχη πάντα θ ' ὅσα γήινα περιβλήματα καὶ λίθινα , καὶ μυρία ἕτερα ; προβολῆς | ||
μορφαῖς ποιεῖσθαι , οἷον τὰ μὲν οὐράνια , τὰ δὲ γήινα . Καὶ περὶ μὲν τῆς ἐν τοῖς αἰσθητοῖς οὐσίας |
γὰρ εἶχον ἐφρενῶσθαι ἀνθρωπίνως . κεραστὶς δὲ γενομένη , ὡς βλέπετε , τρωθεῖσα μύωπι ὀξυστόμῳ μανικῶς ὥρμων καὶ ἐκινούμην πρός | ||
ἔπος αἰόλον ἀνδρός , εἰς ἔργον δ ' οὐδὲν γιγνόμενον βλέπετε . καὶ οὗτος μὲν ταῦτα . Πεισίστρατος δ ' |
προλαμβάνουσιν . Ἔρις : μάχη . Ἀγρευτόν : κρατητόν . ἐρύσσεται : λάβῃ , ἑλκύσῃ . Ἐών : ὁ ἁλιεύς | ||
Ἄιδα παιδὶ κέλευθον στέλλοιτ ' , εἰ μή τίς μιν ἐρύσσεται ἤπιος ἀστὴρ ἀγλαοφεγγέα δῖαν ἐσαθρήσας κερόεσσαν . πρηΰτατος δὲ |
τί δῆτά μοι κακὸν γενήσεται ἰδόντι τοιοῦτον ἐνύπνιον ; μὴ φροντίσῃς : οὐδὲν γὰρ ἔσται δεινόν , οὐ μὰ τοὺς | ||
τὸν γῆς τε ἄνακτα καὶ τὸν οὐρανὸν ἄλλῃ ἑδράσαντα μηδὲ φροντίσῃς , εἰ τηλικόσδε ὢν τελείου ἔργα ποιῶ ἢ εἰ |
ἄξια συντίθησιν ἐφόδια , ἀλλὰ τὰ ἀναγκαιότερα . Οἱ μὲν τραπεζῖται τὰ τῶν παραθέντων , οἱ δὲ φιλάργυροι τὰ τῶν | ||
ἐπειδὴ ἥκοι ἐκ τῆς ἀποδημίας . εἰώθασι δὲ πάντες οἱ τραπεζῖται , ὅταν τις ἀργύριον τιθεὶς ἰδιώτης ἀποδοῦναί τῳ προστάττῃ |
ἔχει σκοτεινὸν ὀφθαλμόν : ἐλεᾷ γὰρ πάντας , κἂν ὦσιν ἁμαρτωλοὶ , κἂν βουλεύωνται περὶ αὐτοῦ εἰς κακά . Οὕτως | ||
τῷ παιδευτικῷ . αἱ δὲ ἑξῆς ιʹ Ἀφροδίτης ἐπίψογοι , ἁμαρτωλοὶ περὶ γάμους , περιπίπτουσαι διὰ ταῦτα , περὶ δὲ |
προειρημένοις καὶ πολυτροφώτερα . λέγεται δέ τινα καὶ ἄγρια ὄστρεα πολύτροφα καὶ βρομώδη καὶ εὐτελῆ τὴν γεῦσιν . Ἀριστοτέλης δὲ | ||
λαλεῖν πόρε Φερσεφόνεια . δεῖπνά μοι ἔννεπε , Μοῦσα , πολύτροφα καὶ μάλα πολλά , ἃ Ξενοκλῆς ῥήτωρ ἐν Ἀθήναις |
| , ἡμῶν ἄλλως πως ‖ ἀπολομένων ? [ . σωφρονεῖτε οὖν ] | καὶ ταῖς ἐμαῖς [ βουλαῖς ] | ||
φείδεται , ἀλλὰ τὴν ἐπιμέλειαν αὐτῶν διαβάλλει ; ὥστε εἰ σωφρονεῖτε , καὶ ἀσεβείας ἂν δίκην λάβοιτε παρ ' αὐτῆς |
τῶν Μινυῶν πόλις , τουτέστιν ἡ Ὀρχομενὸς ἡ πατρὶς τοῦ Ἀσωπίχου , σοῦ χάριν , ὦ Θαλία . τὸν σκοτεινόν | ||
. τὸν σκοτεινόν . ὦ φήμη θεά . * τῷ Ἀσωπίχου , Κλεοδάμῳ . ἵνα . * τόν . αὐτῷ |
εἰσλάμπουσαν : οἷον σκοτεινὸν νέφος ἡλίου βολαὶ φωτίσασαι λάμπειν ποιοῦσι χρυσοειδῆ ὄψιν διδοῦσαι , οὕτω τοι καὶ ψυχὴ ἐλθοῦσα εἰς | ||
ἀδοξότερα . αἵ τε γὰρ ἀκρίδες καὶ οἱ ὄφεις , χρυσοειδῆ ἰνδάλματα καὶ ἐπ ' αὐτῶν κατέστικται : οἱ δὲ |
καὶ φυτῶν ἐλάττων ὑπάρχεις ; καλὸν ἄρα σοι γενέσθαι ξύλῳ μαντικῷ καὶ τῶν ἀεροφοίτων τὴν πτῆσιν λαμβάνειν . ὁ ποιῶν | ||
ἐγένοντο , ποιμένος τινὸς ἐν τῷ Παρνασσῷ ἐκ Κασταλίας τῷ μαντικῷ πνεύματι κατασχομένου , καὶ χρόνῳ ὕστερον ἐξεμισθώσαντο Ἀλκμαιωνίδαι τὸ |
δ ' , ἔφην ἐγώ , διδόντα μὲν καὶ ὑπισχνούμενον θεωρεῖτε Φίλιππον , ἐξηπατηκότα δ ' ἤδη καὶ παρακεκρουμένον ἀπεύχεσθε | ||
σύνιστε καὶ πέπεισθε περὶ Τιμάρχου τουτουί , ἔπειτα τὸ πρᾶγμα θεωρεῖτε μὴ ἐκ τοῦ παρόντος , ἀλλ ' ἐκ τοῦ |
ἀλλὰ καὶ ὅϲοι διὰ κεράτων τῷ ϲτόματι μυζῶντεϲ ἕλκουϲι , κενοῦϲι μὲν ἧττον , οὐ ξηραίνουϲι δὲ καθάπερ αἱ μετὰ | ||
ὅϲον κοχλιάριον : βέλτιον δὲ καὶ τοῖϲ ἐφ ' ἡμέραν κενοῦϲι πρᾴωϲ ὑπάγειν τὴν γαϲτέρα : μελάνων δὲ ἀγωγά ἐϲτιν |
ὡς καρατομῶν . [ ἔχεις ; ἔχω , ναί . σῶιζέ νυν καὶ τὸν Διὸς φήσεις ποτ ' εἶναι παῖδα | ||
πέπληχεν ἐξιών : Ζεῦ σῶτερ , εἴπερ ἐστὶ δυνατόν , σῶιζέ με . ἐγώ τις ἀναμάρτητος , εἰς δόξαν βλέπων |
περὶ ἄρτου αὐτοῦ ὄντος οὑτωσὶ λέγει : ἐξεπήδης ' ἀρτίως πέττουσα τὸν χαρίσιον . ΕΠΙΔΑΙΤΡΟΝ πλακουντῶδες μάζιον ἐπὶ τῷ δείπνῳ | ||
εἰς εὐκαρπίαν ἄφθονον μὲν τροφὴν ἔχουσα ταύτης τε κατακρατοῦσα καὶ πέττουσα ῥᾳδίως . Διὰ τοῦτο γὰρ καὶ ἡ λειμωνία δοκεῖ |
τοίνυν ὃ πάντες ἂν εἶναι φαύλων ἀνθρώπων [ ἔργον ] φήσαιεν , ὅσον ἂν χρῆσθε χρόνον , τοσοῦτον ἑκάστου φροντίζειν | ||
ψευδομένους , εἴπερ ἀγαθόν τι ποιῆσαι Λακεδαιμονίους καὶ τοὺς συμμάχους φήσαιεν . φασὶν οὖν οἱ Πλαταιεῖς , ἀπολογούμενοι ἐπὶ τούτοις |
τε καὶ ἀθυμίας . εἰ δὲ ἀσελγαίνοι τι , ἀπειλαῖς σωφρονιζέσθω . ὃ καὶ πρὸς τὸν Ἀλεξανδρέων δῆμον ἐκεῖνον τὸν | ||
σωφρονισθῶσιν . Εἴ τις μὴ ὑπακούσει τῷ ἰδίῳ ἄρχοντι , σωφρονιζέσθω κατὰ τοὺς νόμους . Εἴ τις ζημιώσει στρατιώτην , |
καὶ εὐσέβειαν ὑμνῶσι , τότε δὴ μάλιστα ἀφραίνοντες ἀκολασταίνοντες ἀδικοῦντες ἀσεβοῦντες πάνθ ' ὡς ἔπος εἰπεῖν ἀνθρώπεια καὶ θεῖα συγχέοντές | ||
οἰκείαν . ἐπεὶ δὲ οἱ περὶ τὸ χρῆμα τῶν λόγων ἀσεβοῦντες ἕλκουσιν Ἀρχέλαον Τιβερῖνον οὐκ αἰσχυνόμενοι , σὺ τὸν μὲν |
[ . ] ειν φθονων [ . ἀγαθοὶ ] ? ὀλίγ [ . ] ψε . [ Ἀντωνεῖνος : κύριε | ||
προσλαβὼν ἐξουσίαν καὶ τοὺς φρονεῖν δοκοῦντας ἀνοήτους ποιεῖ . Κρεῖττον ὀλίγ ' ἐστὶ χρήματ ' ἀνυπόπτως ἔχειν , ἢ πολλὰ |
κατιούσας : ὅθεν καὶ Ἡράκλειτον ψυχῇσι φάναι τέρψιν μὴ θάνατον ὑγρῇσι γενέσθαι , τέρψιν δ ' εἶναι αὐταῖς τὴν εἰς | ||
γίνεται , ἐπάφρων διελθόντων , πυρετὸς παροξύνεται . Ἐπὶ κοιλίῃσιν ὑγρῇσι κατάψυξις μεθ ' ἱδρῶτος , φλαῦρον . Ἐπὶ κοιλίῃσι |
πολλὴ θεραπείη ἡ αὐτή ἐστι , πλὴν τοῦ κατασπάσαι τὰ ἐμμήνια : ὅσῃσι γὰρ γίνεται , οὐδὲν δεῖ ταύτῃσι κατασπᾷν | ||
Ἢν αἱ μῆτραι πρὸς τὸ ἰσχίον ἐκθέωσι , τά τε ἐμμήνια οὐκ ἐγγίνεται , καὶ ὀδύνη ἐς τὴν νειαίρην γαστέρα |
τὸ τρίτον λειφθῇ , ἐπιχρίου , ἐλαίου ἀπεχόμενοϲ . Πυρρὰϲ ποιῆϲαι τρίχαϲ . πυρρὰϲ ποιοῦϲι τρίχαϲ θέρμοι ὠμοὶ ϲὺν ὕδατι | ||
ἄνθοϲ καύϲαϲ ὄξει ϲβέϲον καὶ ϲυμμίξαϲ ϲμήγματι χρῶ . Οὐλὰϲ ποιῆϲαι τρίχαϲ . ἀφρὸν ἁλὸϲ μετὰ ϲμύρνηϲ δίδου ϲμήχεϲθαι . |
ἂν ἐγὼ ἀποσπάσαι παράσχω καὶ ἔχειν , ἐς ὅσον ἂν βούλωμαι ἀνοίγειν τε ὁ τοιοῦτος πᾶσαν θύραν δύναται καὶ ὁρᾶν | ||
ἐμοὶ δὲ μὴ λαμβάνοντι οὐκ ἀνάγκη διαλέγεσθαι ὧι ἂν μὴ βούλωμαι ; ἢ τὴν δίαιτάν μου φαυλίζεις ὡς ἧττον μὲν |
δὲ μᾶλλον διὰ τί ποτε τὰ μὲν παρὰ τοῖς ἄλλοις ἄοσμα παρὰ τούτοις εὔοσμα καθάπερ κάλαμος καὶ σχοῖνος ἐν Συρίᾳ | ||
καὶ λῖπος : ὅσα δ ' ἀλιπῆ ταῦτα δ ' ἄοσμα , καθάπερ τὸ κόμμι καὶ τὸ τῆς ἀμυγδαλῆς . |
νκατα ! [ [ ] κυριω ! [ [ ] μωνα [ [ ] [ . . . . . | ||
! ! ! ! ] ! [ ! ! ] μωνα [ ! ! ! ! ! ] σενδτο [ |
ἐξουσιαστῶν καὶ βασιλέων : ἐγχειρισθήσεται δὲ καὶ πράξεις ὠφελίμους καὶ εὐοδωθήσεται ἐν ταῖς πράξεσιν αὐτοῦ καὶ ταῖς οἰκονομίαις . ὅτε | ||
ζῳδίῳ ἀγαθυνομένη , πάντα ὅσα προκατάρξεται ἐν ἐκείνῳ τῷ ἔτει εὐοδωθήσεται : εἰ δὲ κεκακωμένη ἐστίν , δηλοῖ συνοχὰς κατὰ |
καὶ παραφρονῆσαι τὸν ταῦτα μεριμνῶντα οὐδὲν ἧττον ἢ Ἀ . παρεφρόνησεν ὁ μέγιστον φρονήσας ἐπὶ τῶι τὰς τῶν θεῶν μηχανὰς | ||
ὅπερ Σόλων ὁ νομοθέτης λέγει , παραφρονῶν ὡς οὐδεὶς πώποτε παρεφρόνησεν ἀνθρώπων , γυναικὶ πειθόμενος πόρνῃ . καὶ ἄκυρά γε |
λογιζόμενοι τὰς αἰτίας τοῖς οὐδὲν αἰτίοις ἀνατιθέασι , τοὺς αἰτίους ἐλευθεροῦντες ; Εἰσὶ δέ τινες οἳ καὶ διὰ τοὺς μὴ | ||
κατὰ τὴν Ἑλλάδα πόλεις οὐδεμίαν ἐνδεδειγμένας εὔνοιαν εἰς τοὺς εὐεργέτας ἐλευθεροῦντες τὴν διὰ τῆς πείρας φανεῖσαν βεβαιοτάτην εἰς ἀμοιβὴν χάριτος |
ἧσσον ἢ εἰ πάνυ χρηστὸν προσφέροις . εἰ δὲ μηδὲν ὑπίοι κάτω , ἐρεθίζειν ἡσυχῇ τῷ μέλιτι ἡψημένῳ πλασθέντι ὡς | ||
δὲ κοιλίαν εὔλυτον ἀεὶ ἔχειν χρὴ καὶ εἰ μὴ αὐτομάτως ὑπίοι , κλύζειν τινὶ τῶν ἁπλουστέρων . Ἐπειδὴ δέ τινες |
δὲ νῦν ς ' ἄγω , πορνεῖόν ἐστι , πολυτελῶς Ἀδώνια ἄγους ' ἑταίρα μεθ ' ἑτέρων πορνῶν χύδην . | ||
δὲ νῦν ς ' ἄγω , πορνεῖόν ἐστι , πολυτελῶς Ἀδώνια ἄγους ' ἑταίρα μεθ ' ἑτέρων πορνῶν χύδην . |
προπηλακίζομεν , ἐλαύνομεν , ἐκβάλλομεν . προσελοῦμεν : Ὑβρίζομεν , ἀτιμάζομεν . . ἀτιμάζομεν . . προσελεῖν τὸ ὑβρίζειν Ἀττικοὶ | ||
τὴν ἀρχὴν ὀφθῆναι . οὕτω τοίνυν καὶ ἡμεῖς οὐ φιλοσοφίαν ἀτιμάζομεν , ἀλλ ' ὑπὲρ φιλοσοφίας ἀμυνόμεθα , ὡς εἰκὸς |
μισθόν , οἷον ὁ Ῥαδάμανθυς . Ἔλαχε ] Εἶχε . Καρπὸν ] Ἤγουν τὸν λογισμὸν καὶ διάνοιαν . Καρπὸν ἀμώμητον | ||
θαλαττία διαρρήγνυται , ὥς φασιν , ἀνθρώπου προσπτύσαντος αὐτῇ . Καρπὸν δὲ ἰτέας εἴ τις θλιβέντα δοίη πιεῖν τοῖς ἀλόγοις |
τάδε φησὶ πρὸς αὐτάς . θρέμματ ' ] τέκνα . θρέμματ ' ] βοσκήματα . θρέμματ ' ] γεννήματα . | ||
θάρσους δὲ τοῖς πολεμίοις , τάδε φησὶ πρὸς αὐτάς . θρέμματ ' ] τέκνα . θρέμματ ' ] βοσκήματα . |
ἡμιόλιον . ἐπὶ τῷ τέλει πάντων κορωνίς . 〛 τὸν κλέψαντα τὸν κύνα τὸν Κέρβερον . ἥκει τῳ κακόν : | ||
δὲ πρὸς αὐτάς : ” κάκιστα ζῷα , τὸν μὲν κλέψαντα ὑμῶν τὰ κηρία ἀθῷον ἀφήκατε , ἐμὲ δὲ τὸν |
ἐστὶ τούτων τῶν τόπων . Εἰς δὴ τὸν Εὔξεινον πόντον εἰσπλέουσιν ἐκ τῆς Προποντίδος ἐν ἀριστερᾷ μὲν τὰ προσεχῆ τῷ | ||
ἕξειν , ἐπειδὰν πύθωνται ὅτι τῶν καπήλων , οἳ τοῖς εἰσπλέουσιν ὡμολόγησαν ἐπιβουλεύειν , ἀπεψηφίσασθε ; Οὐκ οἶδ ' ὅ |
καὶ εἰς πλάτανον , ἀφ ' ἧς γίνεται ἐρυθρὰ τὰ δωρακινά . Τὰ μῆλα ἐν διτταῖς ὥραις τοῦ ἔτους φυτευτέον | ||
. Ὀπώρα λέγεται ἡ χλοώδη τὸν καρπὸν ἔχουσα , οἷον δωρακινά , μῆλα , ἀππίδια , δαμασκηνά , καὶ ὅσα |
τὰ δίκαια παρ ' ἡμῶν , ἃν ᾖ δίκαια καὶ εὔορκα , ταῦτα ψηφίσησθε . τὴν μὲν οὖν παραγραφὴν ἐποιησάμεθα | ||
τῶν εἰρημένων ὑπὲρ τοῦ πράγματος , τὰ δίκαια καὶ τὰ εὔορκα κατὰ τοὺς νόμους ψηφίσασθε . Ἄνδρες δικασταί , ὁ |
τὸ περὶ τοὺς κεράμους ἵπτασθαι καὶ τὰς οἰκίας καὶ τὰ ἄμφοδα ἀκαταστασίας τῆς ψυχῆς καὶ ταραχὰς μαντεύεται . τὸ δὲ | ||
Ὁμήρῳ πεποίηται , καὶ Ἀπόλλων ἀγυιεύς . ταῦτα δὲ καὶ ἄμφοδα ἔστιν εὑρεῖν κεκλημένα οὐ παρ ' Ἀριστοφάνει μόνον , |
Μὴ φθονέοις ἀγαθῶν ἑτάροις , μὴ μῶμον ἀνάψηις . ἄφθονοι Οὐρανίδαι καὶ ἐν ἀλλήλοις τελέθουσιν . οὐ φθονέει μήνη πολὺ | ||
κεχαρισμένα : τόν περ ἔχοντες ἄνθρωποι θύοιτε καὶ ἀράων ἀΐουσιν Οὐρανίδαι . γυμνῷ δὲ ῥάχιν πόδα πευκεδανοῖο εἴ κέν τις |
οὐδὲν ἐξέφερον τῆς θυσίας . ὁμοία τῇ : Αὐτῷ κανῷ κατέφαγες πάντα . Ἔσχατος Μυσῶν πλεῖν : οἱ δὲ τὸ | ||
ὁ Ἀναγυράσιος οὗτος . Ἀποτίσεις χοῖρε γίγαρτα : οἷον ὧν κατέφαγες , ἀποδώσεις πλείονα . Ἀρότρῳ ἀκοντίζεις : ἐπὶ τῶν |
εἴπηις τὰ θέληις , ἀκούσαις καί κεν τά κεν οὐ θέλοις : καὶ Ὅμηρος . ὁπποῖόν κ ' εἴπῃσθα ἔπος | ||
ἂν οὐχ ὑπήκοος , τάσσειν δὲ μᾶλλον ἢ ' πιτάσσεσθαι θέλοις . ” ἐπεὶ δὲ καὶ πριαμένου Συλέως εἰς ἀγρὸν |
χρυσοῦν ἔξωθεν ; ἐν σαυτῷ φέρεις αὐτὸν καὶ μολύνων οὐκ αἰσθάνῃ ἀκαθάρτοις μὲν διανοήμασι , ῥυπαραῖς δὲ πράξεσι . καὶ | ||
εἶναι τούτου τοῦ ἔρωτος καὶ τῆς ἐπιθυμίας ; ἢ οὐκ αἰσθάνῃ ὡς δεινῶς διατίθεται πάντα τὰ θηρία ἐπειδὰν γεννᾶν ἐπιθυμήσῃ |
: ἀλλὰ πῶς λέγεις ; Ὧδ ' , εἶπον , ἐξευρήσω , σοῦ ἀποκρινομένου ζητῶν ἅμα . Ἐρώτα δή , | ||
ἡμῖν λέξει ; Ἐγὼ μὲν γὰρ ἀπορῶ , εἴ τινα ἐξευρήσω δεινὸν τὴν τέχνην κατὰ τὸν Χείρωνα κεῖνον , ἵνα |
„ . πρύμνη καὶ πρύμνα , ἀμφότερα . πτέρνα καὶ πτέρνη , ἀμφότερα . σκῶρ : τὸ κόπρον . τῶν | ||
ἢν γὰρ μή τι τοιοῦτον ἐγκέηται , οὐ δύναται ἡ πτέρνη ἐξικνέεσθαι πρὸς τὴν κεφαλὴν τοῦ βραχίονος : κατατεινομένης γὰρ |
καὶ ὤκιμον ἐμφλοιοσπέρματα , θριδακίνη δὲ παπποσπέρματον . Πάντα δὲ πολύκαρπα καὶ πολυβλαστῆ , πολυκαρπότατον δὲ τὸ κύμινον . ἴδιον | ||
συμβαίνειν καὶ περὶ τὰ φυτά : τὰ γὰρ πολύφορα καὶ πολύκαρπα καὶ αὐτὰ θᾶττον καταγηρῶσιν , τὰ δὲ στεριφὰ καὶ |
τῷ σπουδαίῳ μεταδίδωσιν . ὡς γὰρ οἶμαι κανόνι ὀρθῷ τὰ στρεβλὰ εὐθύνεται , οὕτως τὰ κινούμενα κράτει τοῦ ἑστῶτος ἐπέχεταί | ||
τοῦ ῥεῖν εἰρημένα . ῥοικώδεα : ἅπερ καὶ γαῦσα καὶ στρεβλὰ ἐκάλεσεν . ῥίζη ἀλθαίης : τῆς ἀγρίας δηλονότι μαλάχης |
: τὰ γὰρ συνεστῶτα καὶ διαιρεῖται : εἰ δὲ μὴ συνεστήκοι , οὐδὲ διαίρεσιν ἐπιδέχεται : τινὲς δὲ μέμφονται τὸν | ||
ὀνόματος καὶ ποιότητος . Παντὸς οὗτινος οὖν προτεθέντος ζητήματος εἰ συνεστήκοι , ἐπισκοπεῖν δεῖ τὸ κρινόμενον , εἰ ἀφανές ἐστιν |
ἥ ἐστι μονόκωλος , φησὶν Ἑρμογένης . εἶτ ' οὐκ αἰσχύνεσθε ] ἀσαφὲς εἶναι δοκεῖ τὸ χωρίον : ἄδηλον γὰρ | ||
φόρους τάξαντα τοῖς Ἕλλησι , καὶ ἐπερωτῶντα , εἰ οὐκ αἰσχύνεσθε , ὅτι οἱ μὲν πατέρες ὑμῶν Ἀρίθμιον τὸν Ζελείτην |
ἢ ὑγρότητα ἢ δι ' ἄλλην τινὰ αἰτίαν ἄκαρπα ἢ ὀλιγόκαρπα καθάπερ τέ τε πάρυδρα καὶ ἀλσώδη καὶ ὅσα μανὰ | ||
Εὐλόγως δὲ καὶ μακροβιώτερα τὰ ἄκαρπα τῶν καρπίμων καὶ τὰ ὀλιγόκαρπα τῶν πολυκάρπων ὅσα μὴ δι ' ἀσθένειαν ἢ ὑγρότητα |
καὶ μῦς καὶ σῦς περισπῶνται . ] Τὰ εἰς ΑΙΣ πολυσύλλαβα αἰολικῶς ὀξύνεται : Ἀτρείδαις ἀντὶ τοῦ Ἀτρείδης Ὀρέσταις , | ||
εἰς ΗΣ Περσικὰ πάντα : Ἰνταφέρνης . Τὰ εἰς ΣΤΗΣ πολυσύλλαβα ὀξύνεται : τευχηστής ὀρχηστής ἀλφηστής Ἔτι τὰ εἰς ΑΡΗΣ |
ἐκεῖνον , ἵνα ὁ δηχθεὶς ὑφ ' ἡδονῆς ἰδὼν σωφροσύνην ζήσῃ τὸν ἀληθῆ βίον . τοιοῦτον ὄφιν εὔχεται ὁ Ἰακὼβ | ||
“ ὦ Σεκοῦνδε , τί σιωπῶν ἀποθνῄσκεις ; λάλησον καὶ ζήσῃ , χάρισαι σεαυτῷ ζωὴν διὰ τοῦ λόγου . καὶ |
δῆμον . μὴ τοῦ λέγοντος ἴσθι ] μὴ τοῖς διαβάλλουσι πείθου . Γ ἴσθι ] ὕπαρχε . Γ ὢν ] | ||
οὐκέτ ' ἐποψόμεθα : ἐξ ἀποφθέγματος γενναίου Λακωνικοῦ . Νῷ πείθου : ὁμοία τῇ : Τῷ θεῷ ἕπου . Ξένος |
κρέως σκευασίας , ἄλλου δ ' οὐδενός . Ναυκλείδην γοῦν ὑπερσαρκοῦντα τῷ σώματι καταβιβάσαντες εἰς μέσην τὴν ἐκκλησίαν παρ ' | ||
, διφρυγές , τὰ δ ' ὑπὲρ τοῦ καταστεῖλαι τὰ ὑπερσαρκοῦντα : καταστέλλει δὲ πράως μὲν ἰός , λεπίς , |
τῆς κοιλίης ἀπὸ ταὐτομάτου , ὑγιέα ἐποίησαν τοῦ ἐμέτου . Κακὰ δὲ τάδε ἀπεργάζονται ἀπὸ ἀτυχίης : φάρμακον δόντες ἄνω | ||
ἢ τεσσαρεσκαίδεκα ἡμέρας , ἀπόλοιτ ' ἂν ὁ ἄνθρωπος . Κακὰ δὲ τὰ ἐναντία τουτέων , ἤγουν δυσπετέως φέρειν τὴν |
ἀπορρέουσιν ἐκ τῆς φλεγμονῆς καὶ παχέα πνεύματα , καὶ ὡς κατωφερῆ φέρονται ἐπὶ τοὺς πόδας , καὶ τῷ λόγῳ τούτῳ | ||
, ἄρρεν καὶ θῆλυ . Δύο ἀνωφερῆ , καὶ δύο κατωφερῆ : καὶ τὰ μὲν ἀνωφερῆ δύο , πῦρ καὶ |
ποιοῦντες . καὶ πάλιν ἐὰν τὸ πονηρὸν μὴ ποιῇς καὶ ἐγκρατεύσῃ ἀπ ' αὐτοῦ , ζήσῃ τῷ θεῷ , καὶ | ||
τὴν ἐντολὴν ταύτην : ἐὰν τὸ ἀγαθὸν ποιῇς καὶ μὴ ἐγκρατεύσῃ ἀπ ' αὐτοῦ , ζήσῃ τῷ θεῷ , καὶ |
, ἢ ἐκείνη ἡ θεὸς ἡ Ἀθηνᾶ λέγει : Ἐκεῖσε βλέψον : ὁρᾷς τουτὶ τὸ ὑπὲρ κεφαλῆς θέαμα , τὸ | ||
χρυσοπήληξ ] χρυσῆν περικεφαλαίαν ἔχων . ἔπιδε ] ἤτοι εὐμενῶς βλέψον . . εὐφιλήταν ] ἀγαπητήν . . πολισσοῦχοι χθονὸς |
καὶ κολυμβάδες καλούμεναι τὸν στύφοντα χυμὸν ἔχουσιν : διὸ καὶ ῥωννύουσι τὸν στόμαχον ἐπεγείρουσί τε τὴν ὄρεξιν . ἐπιτηδειόταται δ | ||
ὑδατὸς ἀτμὸς ἕψειν οἷός τε εἴη . καὶ σταφίδες δὲ ῥωννύουσι τὸν στόμαχον . φοινίκων δὲ παντελῶς ἀπέχεσθαι . ἔχουσι |
τοῖσιν αὐτοῖσιν ἰῆσθαι καὶ φαρμάκοισι καὶ βρωτοῖσι καὶ πότοισι καὶ ταλαιπωρίῃσιν , οἷσιν ἂν καὶ τοὺς πρόσθεν , καὶ ἤν | ||
καὶ τὰ πρόσθεν , φαρμάκοισι καὶ ποτοῖσι καὶ βρωτοῖσι καὶ ταλαιπωρίῃσιν : οἶνον δὲ πινέτω μέλανᾳ αὐστηρόν . Ἢν δέ |
γὰρ τὸν αὐτὸν χῶρον ἐκλιπὼν ἐμοὶ οὕφις ἐπ ' ἀμὰ σπάργαν ' † ἠπλείζετο , καὶ μαστὸν ἀμφέχασκ ' ἐμὸν | ||
λέγεις ἐτήτυμα . παρθένια δ ' † ἐμᾶς ματέρος † σπάργαν ' ἀμφίβολά σοι τάδ ' ἀνῆψα κερκίδος ἐμᾶς πλάνους |
, ἣν ἐπάγειν θάνατος δοκεῖ . μετὰ δὲ τὸ „ ἀπελεύσῃ „ γέγραπται τὸ ” πρὸς τοὺς πατέρας σου ” | ||
ἵν ' ᾖ κυρίως ἀπορρεύσω . ἢ εἰς τὴν Λιβύην ἀπελεύσῃ . ὅμοιον τὸ εἰς κόρακας . ἀντὶ τοῦ ἐν |
ἑστίαν οἰκοδομεῖν καὶ ἀντὶ λίθων τὰ ἴδια βιβλία τῷ πηλῷ περιπλάσσειν , εἶτα μεταδόξαν αὐτῷ καταβαλεῖν καὶ παύσασθαι οἰκοδομοῦντα . | ||
περιέχοντα ἢν φλεγμαίνῃ , ὅ τι ἂν δοκέῃ ξυμφέρειν , περιπλάσσειν . Ἢν βούλῃ ὑγρῷ χρέεσθαι , καὶ τὸ καρικὸν |
Κύνουλκε ; ὡς σκαιὸς εἶ κἄγροικος αἰσχροεπῶν : ἔα , ἐπαρίστερ ' ἐν τῷ στόματι τὴν γλῶσσαν φορεῖς , κατὰ | ||
ἐγώ , οἵῳ μ ' ὁ δαίμων φιλοσόφῳ συνῴκισεν . ἐπαρίστερ ' ἔμαθες , ὦ πόνηρε , γράμματα : ἀνέστροφέν |
τῆς ἐργασίας . Ἰστέον δὲ , ὅτι εἰ ἐν τῷ ἀντεγκληματικῷ κεφαλαίῳ ἐμπίπτει ἀπ ' ἀρχῆς ἄχρι τέλους , ἃ | ||
τῷ ἀντιστατικῷ : ἐν δὲ τῷ ἀντεγκλήματι ἐν αὐτῷ τῷ ἀντεγκληματικῷ : ὁμοίως ἐν μεταστάσει , εἰς τὸ μεταστατικόν : |
] ποῖον . ἀπολολύξω ] παιανίσω . . ἀσινεῖ ] ἀβλαβεῖ : σωτηρίας τοῦτο γὰρ ἐπίθετον . . μογεροὺς ] | ||
μοι γένοιτ ' ἂν ἐξ ἀρχῆς λόγος , ὅσοις προσῆλθον ἀβλαβεῖ ξυνουσίᾳ . [ χρόνος καθαίρει πάντα γηράσκων ὁμοῦ . |
καὶ ϲπανιώτατα λούειν . κολλυρίοιϲ δὲ ἁπαλοῖϲ ἐγχυματίζειν τὸν ὁπωϲοῦν ἡλκωμένον ὀφθαλμόν , οἷόϲ ἐϲτιν ὁ ἀϲτήρ , εὐδοκιμώτατον πρὸϲ | ||
τὰ ὀδυνώμενα ῥευματίζεται , σπουδάζουσιν αἱ ὕλαι φέρεσθαι παρὰ τὸ ἡλκωμένον , εἶτα κατὰ τὴν πάροδον ἐντυγχάνουσαι τῷ ἀσθενεστέρῳ τῶν |
, ὕστερον : νῦν δὲ τὰ πᾶσιν ἢ τοῖς πλείστοις συγχωρούμενα ἐάσαντες οὕτως ἔχειν , ὅσα διὰ λόγου φανεῖται , | ||
ἀλλὰ τοῦ Ἀριστοτέλους ἐλεγκτικῶς ἐπιχειρήσαντος ἀποδεῖξαι καὶ τὰ μὲν ἄλλα συγχωρούμενα λαβόντος , ἐκεῖνο δὲ ἀληθῶς μὲν εἰληφότος ὅτι εἰ |
- αμαρτήσεις , καὶ ἐὰν ἕτερα οὕτως πονηρά , ἁμαρτίαν ἐργάζῃ . ἡ γὰρ ἐνθύμησις αὕτη θεοῦ δούλῳ ἁμαρτία μεγάλη | ||
ἐὰν γὰρ ἐγκρατεύσῃ τὸ ἀγαθὸν μὴ ποιεῖν , ἁμαρτίαν μεγάλην ἐργάζῃ : ἐὰν δὲ ἐγκρατεύσῃ τὸ πονηρὸν μὴ ποιεῖν , |
φύσις , μία γε οὖσα τῶν πάντων , εὐγενεῖς ἢ δυσγενεῖς ἐποίησεν , ἀλλ ' αἱ πράξεις καὶ διαθέσεις . | ||
δὲ καὶ τῷ μέλιτι πολλοὺς διεκτρέφω , κἂν μυῖαί τινες δυσγενεῖς , ὡς οὐδὲ τῷ ἀττικῷ οὐδὲ τούτῳ ἱζῆσαι δυνάμεναι |
ποιεῖ αὐτὴν οὐδὲν λογικὸν ἵππος . ὥστε οὐχ ὅρου ἔξωθεν προσδεῖ , οὐδὲ πρὸς διαστολὴν τῶν τοιούτων συλλογισμῶν εἶπεν ἐν | ||
, οὐδενὸς ὑμῖν προσδεῖ πόρου , εἰ δὲ μή , προσδεῖ , μᾶλλον δ ' ἅπαντος ἐνδεῖ τοῦ πόρου . |
μηδ ' εἰς εὐεργεσίας λόγον προϊσχόμενοι τοῦ πολέμου τὴν κατάλυσιν αἰτεῖτε μισθὸν τῆς συγχωρήσεως , ὠνητὴν καὶ οὐκ ἐθελούσιον ποιούμενοι | ||
τοῦτο καταφρονεῖτε τῶν τοιαῦτα αἰσχρὰ λεγόντων καὶ ἄδοξα , καὶ αἰτεῖτε κατ ' ἴσον τὴν μᾶζαν τοῖς καταποτίοις : οὐ |
] τοῖς ὑπερβαίνουσι τὴν τῶν ἀνδρῶν ἡλικίαν . ἢ τοῖς ὑπερηφάνοις . ἢ τοῖς τούτων ἰσχυροτέροις καὶ μᾶλλον ἀκμάζουσιν . | ||
ἅπαντα φέροιτο . καὶ γάρ , εἴ τι τῶν δημοσίων ὑπερηφάνοις ᾠκοδομεῖτο δαπάναις , ἐκάλει δὲ τοὺς οἰκήτορας ὁ κῆρυξ |
' ἐπ ' ἀριστερὰ περιβαλλομένῳ , ὥσπερ οἱ Θρᾷκες . Λαισποδίας εἶ τὴν φύσιν : Ὅτι τὴν κνήμην εἶχε σαθρὰν | ||
ἁβροί θυμελικὰν ἴθι μάκαρ φιλοφρόνως εἰς ἔριν . βυρσόκαππον προβατοκάπηλος Λαισποδίας Δημοκλεῖδαι Μενωνίδαι Κήπιδος σκέλος Δούλωνα Δρυαχαρνεῦ Διὶ Συκασίῳ λωπιστὸς |
γὰρ τὰ ὑπὸ σοῦ λεγόμενα καὶ πραττόμενα ἑτέροις ἀναθήσεται . πράσσε τὰ μὴ λυποῦντά σε , ἐπὶ δὲ τοῖς συμβαίνουσι | ||
γὰρ τὰ ὑπὸ σοῦ λεγόμενα καὶ πραττόμενα ἑτέροις ἀναθήσεται . πράσσε τὰ μὴ λυποῦντά σε , ἐπὶ δὲ τοῖς συμβαίνουσι |
Ὅστις γὰρ αὐτὸς αὑτὸν οὐκ αἰσχύνεται συνειδόθ ' αὑτῷ φαῦλα διαπεπραγμένῳ , πῶς τόν γε μηδὲν εἰδότ ' αἰσχυνθήσεται ; | ||
θεωρήσουσιν ὑμᾶς τοὺς κρίνοντας , ὅπως χρῆσθε τῷ τὰ τοιαῦτα διαπεπραγμένῳ . ὑμεῖς ἔσθ ' οἱ διὰ πολλῷ τῶν ὑπὸ |
, κατεαγότας μοι τοὺς αὐλοὺς προσρίψας . καὶ νῦν ἀποτρέχω φράσουσα ταῦτα τῷ δεσπότῃ : ἀπέρχεται δὲ καὶ ὁ γεωργὸς | ||
δόμους ὥρμησεν , ἡ δὲ πρὸς τὸν ἀρτίως πόσιν , φράσουσα νύμφης συμφοράν : ἅπασα δὲ στέγη πυκνοῖσιν ἐκτύπει δραμήμασιν |
μῆλα δὴ καλεῖται τὰ πρόβατα : ἅπερ ἰδὼν ὁ Ἡρακλῆς βοσκόμενα περὶ τὴν θάλατταν , περιελάσας ἐνέθετο εἰς τὴν ναῦν | ||
. μῆλα δὲ ἐκαλεῖτο τὰ πρόβατα . ἅπερ ἰδὼν Ἡρακλῆς βοσκόμενα παρὰ τῇ θαλάσσῃ , περιελάσας ἐνέθετο εἰς τὴν ναῦν |
ἠθεῖν συμφέρει , τὰ ἰλυώδη καὶ ἁλυκά , καὶ ἀλφίτοις ἠθεῖν , τὰ δ ' ἄγαν ψυχρὰ μετὰ τροφὴν πίνειν | ||
ἄρτους ξηροὺς καὶ τοὺς προσφάτους βρέξαντας τρίβειν διέντα ὕδατι καὶ ἠθεῖν δι ' ὀθονίου . μίσγοις δ ' ἂν αὐτοῖς |
τούτων τῶν νόμων καὶ τεκμήρια ἐξευρημένα πολλὰ ἐφεξῆς καὶ οὐ δύσφραστα , ὧν χρὴ ἐχομένους ἰχνηλατεῖν τοὺς μαστεύοντας τὸν σοφιστήν | ||
ἴσασιν ἐκ τῶν ὀνομάτων οἷς κέχρηνται , ἀλλ ' ἕτερα δύσφραστα καὶ δυσάρεστα καὶ τῷ μύθῳ ἐνδεδυκότα ὥσπερ χιτωνίῳ , |
θεῶν τε πνεῦμ ' ἔρως θ ' ὑμνῳδίας ὅστις δὲ πράσσει πολλὰ μὴ πράσσειν παρόν , μῶρος , παρὸν ζῆν | ||
ἀπαιδεύτου ἔργον τὸ ἄλλοις ἐγκαλεῖν , ἐφ ' οἷς αὐτὸς πράσσει κακῶς : ἠργμένου παιδεύεσθαι τὸ ἑαυτῷ : πεπαιδευμένου τὸ |