ἐν θαλάμῳ εὐώδεϊ κηώεντι . αὐτὴ δ ' αὖ Ἑλένην καλέους ' ἴε : τὴν δὲ κίχανε πύργῳ ἐφ '
' ἔγχεα χερσὶν ἔχοντας , Νύμφας θ ' ἃς Μελίας καλέους ' ἐπ ' ἀπείρονα γαῖαν . μήδεα δ '
7356812 Ὠλενιην
ἱερή , τὴν μέν τε λόγος Διὶ μαζὸν ἐπισχεῖν : Ὠλενίην δέ μιν Αἶγα Διὸς καλέους ' ὑποφῆται . Ἀλλ
στάδια τῆς Ἠλείων πόλεως διέχουσα ἑβδομήκοντα . πέτρην δ ' Ὠλενίην εἰκάζουσι τὴν νῦν Σκόλλιν : ἀνάγκη γὰρ εἰκότα λέγειν
7262297 Αἰξ
μετίασι δυόμενοι : νότια . Ἐν δὲ τῇ ιθῃ Εὐκτήμονι Αἲξ δύνει . Ἐν δὲ τῇ καῃ Εὐδόξῳ Σκορπίος ἑῷος
ἐπιτέλλει : καὶ χειμαίνει . Ἐν δὲ τῇ κγῃ Εὐδόξῳ Αἲξ ἑῴα δύνει . Ἐν δὲ τῇ κϚῃ Εὐδόξῳ Ἀετὸς
7150600 Ἠελιου
' ἔντοσθ ' αὐτῆς κεραμήϊα λεπτὰ ποιοῦσα . δεῦρο καὶ Ἠελίου θύγατερ πολυφάρμακε Κίρκη , ἄγρια φάρμακα βάλλε , κάκου
. Ἀλλ ' ἀπὸ ῥείθρου ὄρθριος Ἠριγένεια δυωδεκάωρος ὁδεύει , Ἠελίου λάμποντος ὁμόδρομος : ἱσταμένη δὲ ἀργυφέη πτερόεσσα χαράσσετο σύνδρομος
7045025 ἠϋκομος
Λιβύην ἠμείψατο γαῖαν , θαῦμα μέγ ' εἰσιδέειν , μελανόχροος ἠΰκομος λῖς , εὐρὺς ὕπερθε κάρηνα , πόδας δασύς ,
Πατρόκλου τεύχε ' ἕλοντο : ἀλλὰ θεῶν ὤριστος , ὃν ἠΰκομος τέκε Λητώ , ἔκταν ' ἐνὶ προμάχοισι καὶ Ἕκτορι
7035794 καλεουσιν
ἐστί , Σίνων δέ μοι οὔνομα κεῖται : Αἴσιμον αὖ καλέουσιν ἐμὸν πολιὸν γενετῆρα : ἵππον δ ' Ἀργείοισι παλαίφατον
γε μὲν ἐξ ἁλὸς ἐλθεῖν νυκτὸς ἀπερχομένης : καί μιν καλέουσιν Ἀητόν . Δελφὶς δ ' οὐ μάλα πολλὸς ἐπιτρέχει
7032304 χρυσεαι
Δίκα καὶ ὁμότˈροφος Εἰρήνα , τάμι ' ἀνδράσι πλούτου , χρύσεαι παῖδες εὐβούλου Θέμιτος : ἐθέλοντι δ ' ἀλέξειν Ὕβριν
μὲν τοῖχοι χάλκεαί [ θ ' ὑπὸ κίονες ἕστασαν , χρύσεαι δ ' ἓξ ὑπὲρ αἰετοῦ ἄειδον Κηληδόνες . ἀλλά
7031035 Ἀιδης
] κακὸν ? ? ? ἕξειν [ ] . ἀτρεκέως Ἄιδης Τρώων ἀλόχοισι λοχεύει ? [ ] ? ? πή
ὀργίλως θυμουμένη . * ἄιδα : θανάσιμα , ἀπὸ τοῦ Ἄιδης τὸν θάνατον , τὸν Ἄιδην * προσμάξηται : φέρῃται
7008288 ποιησατο
πατρὸς ἐπ ' οὔδει ποικίλον , ὅν ῥ ' αὐτὴ ποιήσατο καὶ κάμε χερσίν , ἣ δὲ χιτῶν ' ἐνδῦσα
πατρὸς ἐπ ' οὔδει ποικίλον , ὅν ῥ ' αὐτὴ ποιήσατο καὶ κάμε χερσίν : ἣ δὲ χιτῶν ' ἐνδῦσα
7005831 Ἠω
βῆμεν ἐπὶ ῥηγμῖνι θαλάσσης : ἔνθα δ ' ἀποβρίξαντες ἐμείναμεν Ἠῶ δῖαν . ἦμος δ ' ἠριγένεια φάνη ῥοδοδάκτυλος Ἠώς
ὠγυγίην , ἑκατόμπυλον , ἔνθα γεγωνὼς Μέμνων ἀντέλλουσαν ἑὴν ἀσπάζεται Ἠῶ : ὅσσοι θ ' ἑπτάπολιν μεσάτην ἤπειρον ἔχουσιν ,
6987499 Κενταυρος
τ [ ] ἐραννὰν ἐπὶ δαῖτα ? [ ] ὀρικοίτας Κένταυρος [ ] αἰτεῖ δέ με παίδατα ? [ ]
ἠεροειδῆ καὶ προσκεκλιμένος μὲν ἐπ ' οὐδαίοιο χαμεύνης κεῖτο μέγας Κένταυρος , ἀπηρήρειστο δὲ πέτρῃ ἱππείαισιν ὁπλαῖσι τανυσσάμενος θοὰ κῶλα
6986099 τοθι
? ? ἀφίκοντο θεῶν ] ? περικαλλέα [ νᾶσον ] τόθι ] Ἑσπερίδες παγχρύσεα [ ] ? δώματ ] ?
ἑσπερίου ζεφύρου πανεπήτριμα χευαμένοιο , κεύθετ ' ἐνὶ σπήλυγγι , τόθι σκέπας ἄρκιον εὕρῃ , καὶ βόσιος χατέουσα πόδας χεῖράς
6979034 λυσε
ἀπ ' ὤμων ἀσπὶς σὺν τελαμῶνι χαμαὶ πέσε τερμιόεσσα . λῦσε δέ οἱ θώρηκα ἄναξ Διὸς υἱὸς Ἀπόλλων . τὸν
ἀσφαράγοιο διὰ πρὸ ἐσσυμένη ἀλεγεινὸν ἐς ἰνίον ἦλθε τένοντος : λῦσε δ ' ἄρ ' ἀνέρος ἦτορ , ὑπέκλασε δ
6918608 Ἀνδρομεδα
Λυδίαν παῖσαν οὐδ ' ἐράνναν . . . ἔχει μὲν Ἀνδρομέδα κάλαν ἀμοίβαν . . . Ψάπφοι , τί τὰν
δύνει δὲ ὅλος Ποταμὸς Ὠρίων παρ ' ὀλίγον Κήτους λοφιὰ Ἀνδρομέδα [ Δελτωτὸν ] Κασσιέπεια Κηφεὺς ἀπὸ κεφαλῆς ἕως ὀσφύος
6914317 γεινατ
διὰ χρυσῆν Ἀφροδίτην : Πηλεῖ δὲ δμηθεῖσα θεὰ Θέτις ἀργυρόπεζα γείνατ ' Ἀχιλλῆα ῥηξήνορα θυμολέοντα . Αἰνείαν δ ' ἄρ
δῖα ? [ δ ' ] Ὑπερμήστρη λαῶν ἀγὸν Ἀμφιάρηον γείνατ [ ] ' Ὀϊκλῆος θαλερὸν λέχος εἰσαναβᾶσα Ἄργει [
6888723 ἀντελλοντος
σοφίῃσιν , ἰδὲ δρηστῆρας ἐν ἔργοις . Ἑρμοῦ δ ' ἀντέλλοντος ἐπὴν Ἄρης πάλι δύνῃ , δεινὸν σχῆμα τέτυκται ,
πηγάων κυαναυγέσιν ἐν δίνῃσι : στήσας δ ' ἠελίου κατεναντίον ἀντέλλοντος , ἁγνίζειν μὲν πρῶτον ἐποιχόμενος περὶ πάσας , ἅλμην
6881400 στεροπην
, Νεστορίδη , τῷ ἐμῷ κεχαρισμένε θυμῷ , χαλκοῦ τε στεροπὴν κατὰ δώματα ἠχήεντα χρυσοῦ τ ' ἠλέκτρου τε καὶ
κελεύθοις θραυομένων νεφέων , ἀνεμοθρόος εἰς τόκον ἕρπει , καὶ στεροπὴν τίκτουσα θοὴν ἀκίχητον ἐλαύνει , φαινομένην κρύπτουσα χαράγματα πυκνὰ
6874252 Ἀμφιτριτη
καὶ Ἑλένη καὶ γάμον ἐδαίσαντο σφῶν Ποσειδῶν τε αὐτὸς καὶ Ἀμφιτρίτη Νηρηίδες τε ξύμπασαι καὶ ὁπόσοι ποταμοὶ καὶ δαίμονες ἔρχονται
: ὦ γεραιά , ὡς τὸ [ ε ] κλυτὸς Ἀμφιτρίτη : λείπει ἡ διά : ἤκουσά του λέγοντος :
6874179 οὐρεσι
συντεθέντος τινὸς ποιήματος : ἦ γάρ σοι δισσοῖσιν ὑπ ' οὔρεσι διττὸς ἐραστὴς ἔφθιτο καὶ νεάτην μοῖραν ἔθηκε φύσιν .
ἑοῖο κακὴν τίνεσκεν ἀμοιβήν ἀμπλακίης . ὁ γὰρ οἶος ἐν οὔρεσι δένδρεα τάμνων δή ποθ ' ἁμαδρυάδος νύμφης ἀθέριξε λιτάων
6871539 αἰθαλοεντα
οἱ ἀπεμνήσαντο χάριν εὐεργεσιάων , δῶκαν δὲ βροντὴν ἠδ ' αἰθαλόεντα κεραυνὸν καὶ στεροπήν : τὸ πρὶν δὲ πελώρη Γαῖα
δ ' οὐρανῷ ἐμβασιλεύει , αὐτὸς ἔχων βροντὴν ἠδ ' αἰθαλόεντα κεραυνόν , κάρτει νικήσας πατέρα Κρόνον : εὖ δὲ
6871365 χθονιην
, θέλξαι τέρας , αὖε δ ' ἄνασσαν νυκτιπόλον , χθονίην , εὐαντέα δοῦναι ἐφορμήν . εἵπετο δ ' Αἰσονίδης
. εἴσατο : ὥρμησεν . θέλξαι ἀντὶ τοῦ κοιμίσαι . χθονίην : ὡς καὶ ὑπὸ γῆν διατρίβουσαν . εὐαντέα δὲ
6862652 Φαεθων
μέσσον ἀν ' οὐρανὸν ἀμφιπολεύῃ , ὡρονόμον δ ' ἐπέχῃ Φαέθων , Τιτὰν δέ τε δύνῃ , τῆμος ἄρ '
, τοῦτον εὑρήσειν ἐν τῇ περὶ Ἀπολλωνίαν λίμνῃ . † Φαέθων † φησὶ τὸν ἐν Βοσπόρῳ ποταμὸν οὕτως εἶναι ψυχρόν
6856858 καθυπερθεν
οὐραίη κλίσις αὐτῶν : χεῖρα δ ' ὑπὲρ κεφαλῇσι βαλὼν καθύπερθεν ἀκάνθας ἦκα καταρρέξειεν ἐπικλίνοι τε πιέζων : οἱ δ
οἷς ἐμείναμεν ἄχρι τινὸς , φίλοι γενόμενοι . Τούτων δὲ καθύπερθεν Αἰθίοπες ᾤκουν ἄξενοι , γῆν νεμόμενοι θηριώδη , διειλημμένην
6856322 ἰλλομενος
ὀρέων ἀνέτελλον ἐρίπναι ἠλίβατοι , τόθι γυῖα περὶ στυφελοῖσι πάγοισιν ἰλλόμενος χαλκέῃσιν ἀλυκτοπέδῃσι Προμηθεύς αἰετὸν ἥπατι φέρβε παλιμπετὲς † ἀίσσοντα
. ἑλίξας : οἷον ἐπιστρέψας εἰς αὐτὸν τὰ ὄμματα . ἰλλόμενος : συνειλούμενος καὶ συστρεφόμενος . ἐπὶ δ ' ὄσσεται
6854649 ἱππουριν
. κρατὶ δ ' ἐπ ' ἀμφίφαλον κυνέην θέτο τετραφάληρον ἵππουριν : δεινὸν δὲ λόφος καθύπερθεν ἔνευεν . εἵλετο δ
κρατὶ δ ' ἐπ ' ἰφθίμῳ κυνέην εὔτυκτον ἔθηκεν , ἵππουριν , δεινὸν δὲ λόφος καθύπερθεν ἔνευεν : εἵλετο δ
6850286 βαλεν
μὲν ἁμαρτῇ δούρατα μακρὰ ἐκ χειρῶν ἤϊξαν : ὃ μὲν βάλεν αὐχένα μέσσον Σαρπηδών , αἰχμὴ δὲ διαμπερὲς ἦλθ '
. ἐν δὲ Ζεὺς τερπικέραυνος φύζαν ἐμοῖς ' ἑτάροισι κακὴν βάλεν , οὐδέ τις ἔτλη μεῖναι ἐναντίβιον : περὶ γὰρ
6839551 ἀμφεπονειτο
ἔγχεϊ ὀξυόεντι , καί κέ τοι ἀντὶ γάμοιο πατὴρ τάφον ἀμφεπονεῖτο ἐνθάδε . τῶ μή τίς μοι ἀεικείας ἐνὶ οἴκῳ
. ἢ ὄνομα κύριον . Μοῦσα ἦν ἡ Ξενέα . ἀμφεπονεῖτο : γράφεται ἀμφεπολεῖτο , ἤγουν ψηλαφῶσα τὸν Δάφνιν .
6835944 καδ
: τί τὰ λύχν ' ὀμμένομεν ; δάκτυλος ἁμέρα . κὰδ δ ' ἄειρε κυλίχναις μεγάλαις , αιταποικιλλις . οἶνον
Ἀθήνη θρέψε Διὸς θυγάτηρ , τέκε δὲ ζείδωρος ἄρουρα , κὰδ δ ' ἐν Ἀθήνῃς εἷσεν ἑῷ ἐν πίονι νηῷ
6829124 θυσσανοεσσαν
: ἀμφὶ δ ' Ἀθήνη ὤμοις ἰφθίμοισι βάλ ' αἰγίδα θυσσανόεσσαν , ἀμφὶ δέ οἱ κεφαλῇ νέφος ἔστεφε δῖα θεάων
, . καὶ τότ ' ἄρα Κρονίδης ἕλετ ' αἰγίδα θυσσανόεσσαν μαρμαρέην , Ἴδην δὲ κατὰ νεφέεσσι κάλυψεν , ἀστράψας
6821301 Ὀφιος
Τόξον ἐπερχόμενον πρότεροι πόδες ἱππότα φηρός . Τόξῳ καὶ σπείρη Ὄφιος καὶ σῶμ ' Ὀφιούχου ἀντέλλει ἐπιόντι : καρήατα δ
ἡ τοῦ Ὀφιούχου κεφαλή . . . Ἀμφότεραι δ ' Ὄφιος πεπονείαται , ὅς ῥά τε μέσσον δινεύει Ὀφιοῦχον .
6794491 Ἀμφιδαμας
ἀντιτορήσας , Σκάνδειαν δ ' ἄρα δῶκε Κυθηρίῳ Ἀμφιδάμαντι : Ἀμφιδάμας δὲ Μόλῳ δῶκε ξεινήϊον εἶναι , αὐτὰρ ὃ Μηριόνῃ
τε καὶ Εὐρυδάμας , Πελίαο γενέθλη , τόξῳ δ ' Ἀμφιδάμας κεκορυθμένος : ὕστατος αὖτε τέχνης ἀγλαόμητις ἑῆς ἐπέβαινεν Ἐπειός
6780799 Λαγωος
Κρατήρ , Κόραξ Προκύων Ἀετὸς Δελφὶς Ὠρίων Ὀιστὸς Δελτωτὸν Ἀνδρομέδα Λαγωὸς Κῆτος Κύων , ὥστ ' εἶναι τὰ πάντα ζώιδια
διὰ τὸ φιλοκύνηγον αὐτῷ τῷ Ὠρίωνι παρατεθῆναι : καὶ γὰρ Λαγωὸς ἐχόμενος καὶ ἄλλα θηρία παρ ' αὐτόν συνορᾶται Τοῦτο
6776663 μιμνεν
γενεὴ Νηλῆος ? ? [ αὐτὰρ ὅ γ ' αὐτοῦ μίμνεν ? [ ἐν εὐρυχόρωι Ἰαωλκῶι σκῆπτρον ἔχων [ Πελίης
Κάραμβιν γνάμψαν , ἐπεὶ πνοιαί τε καὶ οὐρανίου πυρὸς αἴγλη μίμνεν ἕως Ἴστροιο μέγαν ῥόον εἰσαφίκοντο . Κόλχοι δ '
6770968 ἱκανε
ταῦτα ἐνταῦθα . . . . . Ἡφαίστου δ ' ἵκανε δόμον Θέτις ἀργυρόπεζα : ὅτι ἐν Ὀλύμπῳ τὸ χαλκεῖον
ἵκωνται : ὣς ἀπ ' Ἀχιλλῆος κεφαλῆς σέλας αἰθέρ ' ἵκανε : στῆ δ ' ἐπὶ τάφρον ἰὼν ἀπὸ τείχεος
6768777 μαλεροιο
ἐς Ἁγνιάδην Τῖφυν θόρε , τὼ δέ οἱ ὄσσε ὄστλιγγες μαλεροῖο πυρὸς ὣς ἰνδάλλοντο . καί νύ κεν ἂψ ὀπίσω
δὲ Θέτις τοίῳ προσελέξατο μύθῳ : “ Εἰ μὲν δὴ μαλεροῖο πυρὸς μένος ἠδὲ θύελλαι ζαχρηεῖς λήξουσιν ἐτήτυμον , ἦ
6764538 Κηφευς
Θεράπνη πόλις Λακωνική . θάτερος δὲ ἤγουν ὁ ἕτερος ὁ Κηφεὺς ὁ ἀπὸ τοῦ Ὠλένου τῆς Δύμης τε τῶν Ἀχαϊκῶν
, ὡς ἡμιπήχιον προηγούμενος τοῦ μεσημβρινοῦ . Ἀνατέλλει δὲ ὁ Κηφεὺς ἐν τρισὶν ἔγγιστα τεταρτημορίοις ὥρας μιᾶς . Τῆς δὲ
6762279 Ὑπεριων
φλογολαμπής , ὄμβριμος . Ἥλιος : Τιτάν , φάων , Ὑπερίων , χρυσαυγής , λαμπής . Ἀφροδίτη : Φωσφόρος ,
, Ἱκετάων Ἱκετάονος , Ἀρετάων Ἀρετάονος , Ἀμφίων Ἀμφίονος , Ὑπερίων Ὑπερίονος , Ὑπερίονος Ἠελίοιο , Ἐχίων Ἐχίονος , Πανδίων
6758205 Πανυασις
οἱ ποιηταὶ καὶ συγγραφεῖς πλεῖν αὐτὸν ἐν ποτηρίῳ ἐμυθολόγησαν . Πανύασις δ ' ἐν πρώτῳ Ἡρακλείας παρὰ Νηρέως φησὶ τὴν
οὕτως : οἱ κατοικοῦντες Τρεμιλεῖς , ἀπὸ Τρεμίλου , ὡς Πανύασις : Ἔνθα δ ' ἔναιε μέγας Τρέμιλος , καὶ
6757541 κυνεην
. . Υ . τοῦ δ ' ἀπὸ μὲν κτιδέην κυνέην κεφαλῆφιν ἕλοντο : ἡ διπλῆ ὅτι κτιδέην λέγει ῥητῶς
τε στιβαρόν τε : κρατὶ δ ' ἐπ ' ἰφθίμῳ κυνέην εὔτυκτον ἔθηκεν ἵππουριν : δεινὸν δὲ λόφος καθύπερθεν ἔνευεν
6751854 πεταλοισιν
ἄλθεα πίσαις , ἄλλοτε βουκέραος χιληγόνου ὅ ῥα κεραίας εὐκαμπεῖς πετάλοισιν ὑπηνεμίοισιν ἀέξει , ἀτμενίῳ μέγ ' ὄνειαρ ὅτ '
βοτανώδεσι τόποις ἐν καθύγροις τόποις * δήεις : μάθε * πετάλοισιν ἀγαυρόν : εὐαυξῆ εὐθαλῆ * ἀγαυρόν : ὑψηλόν .
6747917 κλυτου
κατὰ δ ' ἐδρύπτοντο παρειάς , ζωῇσιν ἴκελαι , ἔργα κλυτοῦ Ἡφαίστοιο . ἄνδρες δ ' οἳ πρεσβῆες ἔσαν γῆράς
Τελαμὼν συνεφέσπετο , τόν ῥ ' ἐλόχευσεν Αἰακῷ ἀτρύτῳ κούρη κλυτοῦ Ἀσωποῖο Αἴγιν ' ἐν κροκάλῃσιν ἀλιστεφέος Σαλαμῖνος . Δὴ
6747450 ἀψορροου
' Εὐρυνόμη τε Θέτις θ ' ὑπεδέξατο κόλπῳ Εὐρυνόμη θυγάτηρ ἀψορρόου Ὠκεανοῖο . τῇσι παρ ' εἰνάετες χάλκευον δαίδαλα πολλά
δὲ ναιετάει στυγερὴ θεὸς ἀθανάτοισι , δεινὴ Στύξ , θυγάτηρ ἀψορρόου Ὠκεανοῖο πρεσβυτάτη : νόσφιν δὲ θεῶν κλυτὰ δώματα ναίει
6743545 τοιο
, ὄφρα Ποσειδάωνι καὶ ἄλλοις ἀθανάτοισιν σπείσαντες κοίτοιο μεδώμεδα : τοῖο γὰρ ὥρη . ἐν δὲ ταῖς τῶν θεῶν ἑορταῖς
ἔσκεν : πολλὰ γάρ νιν παντὶ θυμῷ παρφαμένα λιτάνευεν . τοῖο δ ' ὀργὰν κνίζον αἰπεινοὶ λόγοι : εὐθὺς δ
6742336 Ποσειδαωνι
τρυφὴν καὶ ὑπερηφανίαν ἐπιλαθόμενος αὑτοῦ : Μνᾶμ ' ἀρετᾶς ἀνέθηκε Ποσειδάωνι ἄνακτι Παυσανίας , ἄρχων Ἑλλάδος εὐρυχόρου , πόντου ἐπ
τότε δὴ γαίῃ πήξας εὐῆρες ἐρετμόν , ἕρξας ἱερὰ καλὰ Ποσειδάωνι ἄνακτι , ἀρνειὸν ταῦρόν τε συῶν τ ' ἐπιβήτορα
6738233 ὑποκυσαμενη
ἐν φιλότητι τέκε Γραικὸν μενεχάρμην . . ἣ δ ' ὑποκυσαμένη Διὶ γείνατο τερπικεραύνωι υἷε δύω , Μάγνητα Μακηδόνα θ
δέ τοι μεθιᾶσιν ἐπήρατον ἐς φιλότητα : ἡ δ ' ὑποκυσαμένη πολυανθέα γείνατο παῖδα , νηδύϊ μὲν πόσιος γόνιμον θορὸν
6730647 λιθοισι
καὶ τῶν ξύλων ὅσα μαλακώτερα . τὰ δὲ ἄλλα τοῖς λίθοισι τοῖσιν ὀξέσιν ἔκοπτον : σίδηρος γὰρ αὐτοῖσιν οὐκ ἦν
ἄκουσαν . ὡς δ ' ὅτε τοῖχον ἀνὴρ ἀράρῃ πυκινοῖσι λίθοισι δώματος ὑψηλοῖο βίας ἀνέμων ἀλεείνων , ὣς ἄραρον κόρυθές
6730118 σιγαλοεντα
ψυχὴν ἐκάπυσσε . τῆλε δ ' ἀπὸ κρατὸς βάλε δέσματα σιγαλόεντα , ἄμπυκα κεκρύφαλόν τε ἰδὲ πλεκτὴν ἀναδέσμην κρήδεμνόν θ
καὶ στιγματίας παρέχουσιν . τὰς δὲ Διὸς βαλάνους καὶ ἀμύγδαλα σιγαλόεντα Παφλαγόνες παρέχουσι : τὰ γάρ τ ' ἀναθήματα δαιτός
6729358 Ἀρῃ
: μαρμαίρει δὲ μέγας δόμος χαλκῷ : πᾶσα δ ' Ἄρῃ κεκόσμηται στέγη λαμπραῖσιν κυνίαισι , κὰτ τᾶν λευκοὶ καθύπερθεν
Ἀφροδίτης καὶ Ἄρεως : σχέτλιε παῖ δολόμηδες Ἀφροδίτας , τὸν Ἄρῃ † δολομηχάνῳ † τέκεν . Ἴβυκος δὲ Ἀφροδίτης καὶ
6725160 Ἠως
ἐπὶ δὲ τῆς σωματοειδοῦς ἀλλ ' ἤτοι Κλεῖτον χρυσόθρονος ἥρπασεν Ἠώς . ἦις , ἦσθα , φησίν , διαφέρει παρὰ
φάω φάσω φαλὸς καὶ φαλιός : „ φάε δὲ χρυσόθρονος Ἠώς „ . . . . . φλόξ , ,
6711951 κασσιτεροιο
κυλλοποδίων , τὰς δύο χαλκείας , δύο δ ' ἔνδοθι κασσιτέροιο , τὴν δὲ μίαν χρυσῆν , τῇ ῥ '
οἶμοι ἔσαν μέλανος κυάνοιο , δώδεκα δὲ χρυσοῖο καὶ εἴκοσι κασσιτέροιο : κυάνεοι δὲ δράκοντες ὀρωρέχατο προτὶ δειρὴν τρεῖς ἑκάτερθ
6711789 τεκε
' Αἰνείας Δαναῶν ἕλεν Ἁρπαλίωνα υἱὸν Ἀριζήλοιο , τὸν Ἀμφινόμη τέκε μήτηρ γῇ ἐνὶ Βοιωτῶν , ὃ δ ' ἅμα
? ἠύκομος ? [ ] ? ? [ δὶς ? τέκε [ πρῶτον ? ? ? ? [ μὲν γείνατο
6709611 ἐσχατιην
σκυτάλη , εἶτα ἐπιφέρει πίθηκος ᾔει θηρίων ἀποκριθείς μοῦνος ἐν ἐσχατιήν . τῷ δ ' ἆρ ' ἀλώπηξ κερδαλέη συνήντετο
ἐπ ' ἰχθυόεντα φέρεν βαρέα στενάχοντα , ἀγροῦ ἐπ ' ἐσχατιήν , ὅθι δώματα ναῖε Θυέστης τὸ πρίν , ἀτὰρ
6703890 Ἡφαιστοιο
ὅς ῥά τε Κωρυκίην ὑπὸ δειράδα ναιετάεσκε πέτρην θ ' Ἡφαίστοιο περίφρονος ἥ τε βροτοῖσι θαῦμα πέλει : δὴ γάρ
Διονύσοιο δὲ δῶρον φάσκ ' ἔμεν , ἔργον δὲ περικλυτοῦ Ἡφαίστοιο . ἡ δὲ ἱστορία τοιαύτη : Διόνυσος ὁ Διὸς
6696773 ἑταροιο
τοὔνεκά οἱ κραδίην ὀλοαὶ κατέδαπτον ἀνῖαι , ὁππόσον ἀμφ ' ἑτάροιο πάρος Πατρόκλοιο δαμέντος . Θερσίτης δέ μιν ἄντα κακῷ
Λυκίων Πατρόκλεες ἱπποκέλευθε ἔσσυο καὶ Τρώων , κεχόλωσο δὲ κῆρ ἑτάροιο . καί ῥ ' ἔβαλε Σθενέλαον Ἰθαιμένεος φίλον υἱὸν
6691472 παρελεξατο
ἕν . . αὐτίκα δ ' εἰς ὑπερῷ ' ἀναβὰς παρελέξατο λάθρῃ Ἑρμείας ἀκάκηταἡ διπλῆ ὅτι οἱ τῶν θηλειῶν θάλαμοι
. Ἴσανδρόν τε καὶ Ἱππόλοχον καὶ Λαοδάμειαν . Λαοδαμείῃ μὲν παρελέξατο μητίετα Ζεύς , ἡ δ ' ἔτεκ ' ἀντίθεον
6690482 κικλησκουσιν
εσιν ὀπφθαλμοῖσιν [ τετακγμένοι ] ? μύσσται [ ] σοφὸν κικλήσκουσιν μαντικὸν ] ὄντα προφήτην [ [ ] λαροισιν ?
τοὔνομα θηρσὶ κατηγορέει , φορέουσι . Τοὺς δ ' ἄρα κικλήσκουσιν ἐνὶ ξυλόχοισιν ἰόρκους : κἀκείνοις ἐλάφοιο δέμας , ῥινὸν
6686264 Ἐννοσιγαιος
πατὴρ ἀνδρῶν τε θεῶν τε τιμᾷ σὴν κεφαλὴν καὶ ταύρεος Ἐννοσίγαιος , ὃς Θήβης κρήδεμνον ἔχει ῥύεταί τε πόληα ,
: Βριάρεών γε μὲν ἠὺν ἐόντα γαμβρὸν ἑὸν ποίησε βαρύκτυπος Ἐννοσίγαιος , δῶκε δὲ Κυμοπόλειαν ὀπυίειν , θυγατέρα ἥν .
6685678 μεσση
Θαργηλιῶνος . . . νὺξ δ ' ἀρ ' ἔην μέσση , λαμπρὴ δ ' ἐπέτελλε σελήνη . . .
[ ] ? [ ] οι , τῶν δέ τε μέσση ? [ ] [ λεχωιὰς ] Ὠγυγίη χθών [
6685272 τειρεα
. ὁμοίως δὲ καὶ πάντα τὰ ἄστρα σείρια καλοῦσιν οἷον τείρεά τινα ὄντα καὶ σημεῖα τῶν πλοϊζομένων : οἱ μέντοι
. ὁμοίως δὲ καὶ πάντα τὰ ἄστρα σείρια καλοῦσιν οἷον τείρεά τινα ὄντα καὶ σημεῖα τῶν πλοϊζομένων : οἱ μέντοι
6679462 κελαινων
φιλότητι καὶ ἀλλήλων ἐπαρωγῇ ὄλλυνται γαλεοί τε κύνες καὶ φῦλα κελαινῶν κεντροφόρων : λευκὸς μὲν ἐπ ' ἀγκίστρῳ πεπέδηται ἰχθύς
δ ' Ἀραβίης τεκμαίρεται ἄγχι θαλάσσης εὐρύτερον , τόθι γαῖα κελαινῶν Αἰθιοπήων τῶν ἑτέρων , τῶν ἄγχι τιταίνεται οὖδας Ἐρεμβῶν
6678553 τεκμαιρεται
' ὕβρις τε μέμηλε καὶ τὸ , Τοῖς δὲ δίκην τεκμαίρεται εὐρυόπα Ζεύς . Τοῖσι δὲ Ἀντὶ τοῦ , τοῖσιν
, ναυτιλίῃσι τετιμένε , σοὶ δέ τις ἀνὴρ εὐκραεῖς ἀνέμων τεκμαίρεται ἐλθέμεν αὔρας : εὔδια γὰρ στέλλῃ τε καὶ εὔδια
6675665 Νυσηιον
Καλλιχόροιο παρὰ προχοὰς ποταμοῖο ἤλυθον , ἔνθ ' ἐνέπουσι Διὸς Νυσήιον υἷα Ἰνδῶν ἡνίκα φῦλα λιπὼν κατενάσσατο Θήβας , ὀργιάσαι
, εὔγηρυν ἐμὰν ἀοιδάν , κοαξ κοαξ , ἣν ἀμφὶ Νυσήιον Διὸς Διώνυσον ἐν Λίμναισιν ἰαχήσαμεν , ἡνίχ ' ὁ
6668624 φυλλοισιν
δὲ διαχανῇ , θῆλυ . Τὸ αὐτὸ τοῦτο ἐπιτυλίξας ἐν φύλλοισιν ὀπτᾷν , καὶ ἢν μὲν πήγνυται , ἄῤῥεν κύει
εἶτα τρίβολον τὸ παραθαλάσσιον κόψας ξὺν τῇ ῥίζῃ καὶ τοῖσι φύλλοισιν , ὅσον κόγχην , καὶ τὸ εὐάνθεμον τὸ χλωρὸν
6665475 Ἀργω
, πρῶτα ὑπέθετο : εἴθ ' ὤφελε : περιφραστικῶς ἡ Ἀργώ : οὐκ ὤφειλεν ἡ Ἀργὼ παρελθοῦσα τὰς Συμπληγάδας εἰς
τῷ Τοξότῃ ἀντικαταφέρεται . ἠγνοήκασι δὲ καὶ τὰ περὶ τὴν Ἀργώ : ἄρχεται γὰρ ἀντικαταδύνειν οὐ τῷ Σκορπίῳ , ἀλλὰ
6663916 ὠκεανοιο
τὰ περὶ τὰς πλημμυρίδας τοῦ ὠκεανοῦ καὶ τὰς ἀμπώτεις ἀψορρόου ὠκεανοῖο , λέγοντα καί „ τρὶς μὲν γάρ τ '
οὐκ ἐπίοπτος , ὁ δ ' ἀντίος ἐκ βορέαο ὑψόθεν ὠκεανοῖο . Δύω δέ μιν ἀμφὶς ἔχουσαι Ἄρκτοι ἅμα τροχόωσι
6663670 ἐραζε
, ἣ δ ' ἕρπυλλον ἀπαίνυτο : πολλὰ δ ' ἔραζε λειμώνων ἐαροτρεφέων θαλέθεσκε πέτηλα . αἳ δ ' αὖτε
αὐτῇς ἐδάϊξε δορῇσι καὶ μελεϊστὶ τάμεν νέκυας δ ' ἔρριψεν ἔραζε , αὖτις δ ' ἅψεα χερσὶν ἐϋσταλέως συνέβαλλεν ,
6663438 δεξατο
, εἰ μή οἱ Τρώων τις ἀνὰ κλόνον αἱματόεντα ἡνία δέξατο χερσὶ καὶ ἐξεσάωσεν ἄνακτα ἤδη τειρόμενον δηίων ὀλοῇσι χέρεσσιν
καὶ ἐν ἀλλοδαπαῖς σπέρμ ' ἀρούραις τουτάκις ὑμετέρας ἀκτῖνος ὄλβου δέξατο μοιρίδιον ἆμαρ ἢ νύκτες : τόθι γὰρ γένος Εὐφάμου
6654342 παρηορον
πόνων ἄμπαυμα μετ ' ἠελίοιο κελεύθους , ὕπνον ἐλαφρίζουσα , παρήορον ὤπασεν ἠῶ ἀρχομένην : δοιὰς δὲ πύλας ὤιξεν ὀνείρων
σφίγγοιτο δ ' ἐπημοιβοῖς τελαμῶσιν . αὐχένος αὖθ ' ἑκάτερθε παρήορον ἐκ παλαμάων εἷμα περιστέλλοιτ ' ὀπίσω σθεναρῶν ὑπὲρ ὤμων
6653744 νισσομενοισιν
λαῖτμα κεχαρμένοι , ὄφρα καὶ αὖτις ἠὼς ἠριγενὴς φέγγος βάλε νισσομένοισιν . Ἔστι δέ τις πορθμοῖο παροιτέρη Ἰονίοιο ἀμφιλαφὴς πίειρα
Λυκίας καὶ Ἀρκαδίας . ἤνυσαν : παρέπλευσαν . ἦρι δὲ νισσομένοισιν : Ἄθως ὄρος τῆς Θρᾴκης ὑψηλότατον . ἡ δὲ
6652195 ἀπειρεσιης
ὃ δὲ πατρὸς ἑοῦ καὶ μητέρος Ἠοῦς ἀθάνατον βίον αἰὲν ἀπειρεσίης τε ῥέεθρα Τηθύος Ὠκεανοῦ τε βαθυρρόου ἱερὸν οἶδμα ἠδὲ
δ ' ὅτ ' ἐπὶ προβολῇσι πολυκλύστοιο θαλάσσης πέτρην παιπαλόεσσαν ἀπειρεσίης ἁλὸς ἅλμη δάμναθ ' ὑποτμήγουσα μάλα στερεήν περ ἐοῦσαν
6649861 Τριτων
ἀνασεσοβημένος τὴν ἐπὶ τῷ μετώπῳ κόμην , Αὐτοβορέας τις ἢ Τρίτων , οἵους ὁ Ζεῦξις ἔγραψεν . οὗτος ὁ τὸ
ὅπλοις ἐκ τῆς τοῦ Διὸς κεφαλῆς ἀναπηδῆσαι τὴν Ἀθηνᾶν . Τρίτων ποταμὸς Λιβύης , ἔστι δὲ καὶ Βοιωτίας . δοκεῖ
6643135 ἠρασσατο
καὶ ἡ Φρυγία . . . . τάων καὶ Βορέης ἠράσσατο : ἡ διπλῆ ὅτι ἐλλείπει τὸ τινῶν , τούτων
γείνατο δὲ ῥαδαλῇς ἐναλίγκιον ἀρκεύθοισι Βυβλίδα . τῆς ἤτοι ἀέκων ἠράσσατο Καῦνος . * * * * * * *
6636451 μιγη
: ἀμφὶ δ ' ἄρά σφι τεύχε ' ἐπεσμαράγησε : μίγη δ ' ἑκάτερθεν ἀυτὴ λευγαλέη . Τὰ δὲ πολλὰ
δ ' ἄρα Φοίνικες πολυπαίπαλοι ἠπερόπευον . πλυνούσῃ τις πρῶτα μίγη κοίλῃ παρὰ νηῒ εὐνῇ καὶ φιλότητι , τά τε
6636410 Βριμω
παραγωγὴν , ὄβριμος ὁ πάνυ ἰσχυρός : ἢ ἀπὸ τοῦ Βριμῶ ἡ Περσεφόνη , καὶ κατὰ πλεονασμὸν τοῦ ο ὄβριμον
παραγωγὴν , ὄβριμος ὁ πάνυ ἰσχυρός : ἢ ἀπὸ τοῦ Βριμῶ ἡ Περσεφόνη , καὶ κατὰ πλεονασμὸν τοῦ ο ὄβριμον
6634300 περικαλλεα
. . Ω . ἠέλιος δ ' ἀνόρουσε , λιπὼν περικαλλέα λίμνην λίμνην ὁ ποιητὴς πᾶν ὕδωρ φησὶ , νῦν
δ ' ἡνία τεῖνεν ὀπίσσω : πὰρ δέ οἱ Ἀντήνωρ περικαλλέα βήσετο δίφρον . τὼ μὲν ἄρ ' ἄψορροι προτὶ
6632374 Θυτηριον
αἰθομένῳ κέντρῳ τέραος μεγάλοιο , Σκορπίου , ἄγχι νότοιο , Θυτήριον αἰωρεῖται . Ἐν δὲ τοῖς ἑξῆς περὶ τῶν τροπικῶν
εἶναι οἴνου , ἐξ οὗ σπένδει τοῖς θεοῖς ἐπὶ τὸ Θυτήριον . ἔχει δὲ αὐτὸ ἐν τῇ δεξιᾷ χειρί ,
6627788 Ἠελιον
ἐνὶ στομάτεσσιν ἔχοντα πτηνὸς ἐς ἀθανάτους ἥρπασεν ὦκα δόναξ . Ἠέλιον πυρόεντα μύδρον ποτὲ φάσκεν ὑπάρχειν καὶ διὰ τοῦτο θανεῖν
ἀλλὰ καὶ αὐτὸν ἐς δύσιν ἀσθμαίνοντες ἀν ' αἰθέρα λαμπετόωσαν Ἠέλιον φαέθοντα σὺν ἅρματι πῶλοι ἄγουσι . Μᾶλλον ἐγὼ πινυτοῖο
6625277 αἰθεριοιο
δέ ἑ κικλήσκουσιν . Ἄλλοι δὲ σποράδην ὑποκείμενοι Ὑδροχοῆϊ Κήτεος αἰθερίοιο καὶ Ἰχθύος ἠερέθονται μέσσοι νωχελέες καὶ ἀνώνυμοι : ἐγγύθι
δέ ἑ κικλήσκουσιν . Ἄλλοι δὲ σποράδην ὑποκείμενοι Ὑδροχοῆϊ Κήτεος αἰθερίοιο καὶ Ἰχθύος ἠερέθονται μέσσοι νωχελέες καὶ ἀνώνυμοι : ἐγγύθι
6622752 μαρμαρεην
μὲν ἕλε χθόνα πουλυβότειραν , τῇ δ ' ἑτέρῃ ἅλα μαρμαρέην , ἵνα νῶϊν ἅπαντες μάρτυροι ὦς ' οἳ ἔνερθε
πάντοσε δαιδάλλων , περὶ δ ' ἄντυγα βάλλε φαεινὴν τρίπλακα μαρμαρέην , ἐκ δ ' ἀργύρεον τελαμῶνα . πέντε δ
6621291 δινευοντα
δὲ γάμων ἤντησεν ἀμοιβῆς . εὖτε γὰρ ἀθρήσῃ σπιλάδων ἔπι δινεύοντα ἰχθὺν ἀσπαλιεύς , ἀλόχοις πέρι μόχθον ἔχοντα , ἀγκίστρῳ
ἐρχομένοιο , φυλακτήρεσσιν ὁμοῖαι . οἱ δέ μιν εἰσορόωντες ἀμήχανα δινεύοντα ἔκτοθεν ἀντιόωσιν ἀρηγόνες , οὐδ ' ἐλίποντο τειρόμενον :
6620279 Ἰλου
Προξένῳ . . . . α , [ παρ ' Ἴλου ] Τινὲς Ἴρου γράφουσι . . . Καὶ Πρόξενος
τὴν χώραν ἅπασαν Δαρδανίαν ἐκάλεσε . γενομένων δὲ αὐτῷ παίδων Ἴλου καὶ Ἐριχθονίου , Ἶλος μὲν ἄπαις ἀπέθανεν , Ἐριχθόνιος
6614184 Ἑκατη
Ἴακχος καὶ Σάραπις καὶ Ἶσις καὶ Ἄνουβις καὶ Ἁρποκράτης καὶ Ἑκάτη ἡ χθονία καὶ Ἐριννύες καὶ Δαίμονες οἱ περὶ τούτους
Ἀγχομενὸς γενοῦ γενναιότατα Βοιώτιος ἐξ ὀρχουμένου . χθονία θ ' Ἑκάτη σπείρας ὄφεων ἐλελιζομένη . τί καλεῖς τὴν Ἔμπουσαν ;
6608636 εὐτυκτον
στιβαρόν τε : κρατὶ δ ' ἐπ ' ἰφθίμῳ κυνέην εὔτυκτον ἔθηκεν ἵππουριν : δεινὸν δὲ λόφος καθύπερθεν ἔνευεν :
θέτο τετραθέλυμνον , κρατὶ δ ' ἐπ ' ἰφθίμῳ κυνέην εὔτυκτον ἔθηκεν , ἵππουριν , δεινὸν δὲ λόφος καθύπερθεν ἔνευεν
6607589 κροκοπεπλος
' Εὐρώπη τε Μῆτίς τ ' Εὐρυνόμη τε Τελεστώ τε κροκόπεπλος Χρυσηίς τ ' Ἀσίη τε καὶ ἱμερόεσσα Καλυψὼ Εὐδώρη
μελάγκροκον τὴν διάγουσαν τοὺς νεκρούς : μελάγκροκος λέγεται , ἤτοι κροκόπεπλος , ἡ μέσον λευκοῦ καὶ μέλανος . μελάγκροκον ]
6607262 ἀκροτατῃ
καὶ [ πάλιν ἐν οἷς ] πόντοιο καὶ ἐν τῷ ἀκροτάτῃ κορυφῇ πολυδειράδος Οὐλύμποιο : ὅπου γάρ ἐστιν ἀκρότης ,
μεγάλοιο πεφύκει λείη , ἀτάρ τέ οἱ ὄζοι ἐπ ' ἀκροτάτῃ πεφύασι : τὴν μέν θ ' ἁρματοπηγὸς ἀνὴρ αἴθωνι
6605216 νυκτιπολον
ἡ δ ' αὐτὴ λέγεται Ἑκάτη , οἷον : Βριμὼ νυκτίπολον χθονίαν ἐνέροισιν ἄνασσαν . εἰρῆσθαι δέ , † ὅτι
ἡ δὲ αὐτὴ λέγεται καὶ Ἑκάτη . καὶ Ἀπολλώνιος Βριμὼ νυκτίπολον χθονίην ἐνέροισιν ἄνασσαν . . . . Βριμὼ ἡ
6602997 θηκεν
αἰεί . Ὡς ὄφελον τόδε νῶιν ἐνὶ πτολέμῳ τις ἄεθλον θῆκεν , ὅτ ' ἀμφ ' Ἀχιλῆι δεδουπότι δῆρις ὀρώρει
ἀντιφέρεσθαι τοξοφόρῳ περ ἐούσῃ , ἐπεὶ σὲ λέοντα γυναιξὶ Ζεὺς θῆκεν , καὶ ἔδωκε κατακτάμεν ἥν κ ' ἐθέλῃσθα .
6602980 ἀργυρεῳ
ἐν μὲν ὕδωρ , ἐν δ ' ἀσκηθὲς μέλι χεῦαν ἀργυρέῳ κρητῆρι , περιφραδέως κερόωντες : νώμησαν δὲ δέπαστρα θοῶς
μυρσίνης καὶ δάφνης ἀφεψήματι , καὶ ἐγχριέσθω τῷ ξὺν τῷ ἀργυρέῳ ἄνθει . Ἡ δὲ νοῦσος χαλεπὴ , καὶ ὀλίγαι
6602626 ἐγεινατ
ἐμή , νῦν δεῖξον οἷον παῖδά ς ' ἡ Τιρυνθία ἐγείνατ ' Ἠλεκτρύωνος Ἀλκμήνη Διί . δεῖ γάρ με σῶσαι
φιλόμουσοι δελφῖνες , ἔναλα θρέμματα κουρᾶν Νηρεΐδων θεᾶν , ἃς ἐγείνατ ' Ἀμφιτρίτα : οἵ μ ' εἰς Πέλοπος γᾶν
6598186 Ἰβυκος
' ἔρωτος ἀφίησι τὸ ξίφος : τὰ παραπλήσια τούτοις καὶ Ἴβυκος ὁ Ῥηγῖνος ἐν διθυράμβῳ φησίν : τὴν κατάρρυτον καὶ
Ἴβυκος , ὁ μὲν ἐποίησεν ὡς Ἐρεχθέως εἴη Σικυών , Ἴβυκος δὲ εἶναι Πέλοπός φησιν αὐτόν . Σικυῶνος δὲ γίνεται
6596761 θρεψε
ἀνδρείᾳ , ὡς καὶ Ὅμηρός φησι : τοὺς δὴ μηκίστους θρέψε ζείδωρος ἄρουρα καὶ πολὺ καλλίους μετά γε κλυτὸν Ὠρίωνα
' Ἀδˈράστοιο Λυγκεῖ τε φˈρενῶν καρπὸν εὐθείᾳ συνάρμοξεν δίκᾳ : θρέψε δ ' αἰχμὰν Ἀμφιτρύωνος . ὁ δ ' ὄλβῳ
6593636 Εὐρωπειης
τήν τε κλείουσι Κάραμβιν , ἡ δὲ βορειοτέρη γαίης ὕπερ Εὐρωπείης , τήν ῥα περικτίονες κριοῦ καλέουσι μέτωπον : αἵτ
αὐτὰρ ὑπ ' ἄκρην Ἱρήν , ἣν ἐνέπουσι κάρην ἔμεν Εὐρωπείης , νήσους Ἑσπερίδας , τόθι κασσιτέροιο γενέθλη , ἀφνειοὶ
6593369 πτεροεντος
ἐρατεινῆς . ἢν δ ' αὐτοὺς Κρόνος αἰνὸς ἐπὶ ζώου πτερόεντος δέρκητ ' , ἠὲ καὶ αὐτοὶ ἐνὶ πτερόεντι πέλωνται
ὄμμα τιταίνει γυμνὸν ἐπισσείουσα κάρη κυανάμπυκι κισσῷ , ὡς ἥγε πτερόεντος ἀναΐξασα νόοιο Κασσάνδρη θεόφοιτος ἐμαίνετο : πυκνὰ δὲ χαίτην
6592626 Δελφις
, καὶ ἐκεῖ κατοικήσας ὁ Καστάλιος , οὗ ὁ υἱὸς Δέλφις ἐπεκράτησε τῶν τόπων , καὶ ἀπ ' αὐτοῦ Δελφοὺς
κἠξαπίνας ἅφθη κοὐδὲ σποδὸν εἴδομες αὐτᾶς , οὕτω τοι καὶ Δέλφις ἐνὶ φλογὶ σάρκ ' ἀμαθύνοι . ἶυγξ , ἕλκε
6592458 μεγαλοιο
Ἀθήνη . εὐξάμενος δ ' ἄρ ' ἔπειτα Διὸς κούρῃ μεγάλοιο , αἶψα μάλ ' ἀμπεπαλὼν προΐει δολιχόσκιον ἔγχος καὶ
δὲ καὶ οὐκ ἐθέλοντες ἀναγκαίῃ μ ' ἐλίποντο , ἁζόμενοι μεγάλοιο Διὸς κρατερόφρονα κούρην . Ὣς φάτο κερδοσύνῃσι καὶ οὐ
6586060 Ὑδρης
Ταύρου πόδας ἄκρους , καὶ καλὴν ζώνην θηροκτόνου Ὠρίωνος , Ὕδρης θ ' ὁλκὸν ἀπειρεσίης , Κρητῆρά τε μέσσον ,
δέ τέ οἱ ζώνη εὐφεγγέος Ὠρίωνος καμπή τ ' αἰθομένης Ὕδρης : ἐνί οἱ καὶ ἐλαφρὸς Κρητήρ , ἐν δὲ
6583764 ἐπερρωοντο
βόστρυχος , Ἀπολλώνιος : χρύσειοι δὲ παρηϊάων ἑκάτερθε πλοχμοὶ βοτρυόεντες ἐπερρώοντο κιόντι . . . . βοτήρ : παρὰ τὸ
ἀνθρώπων , ἐξεφάνη : χρύσεοι δὲ παρειάων ἑκάτερθεν πλοχμοὶ βοτρυόεντες ἐπερρώοντο κιόντι : λαιῇ δ ' ἀργύρεον νώμα βιόν ,
6578789 ἡχι
? ⌋ [ ] ! ! ν ? βου [ ἧχι πολυκροκάλοιο ] ⌊ [ παρ ' ἀνδήροισι ⌋ Νεμείης
τῶν δ ' ἰξύας ἄχρις ἱκέσθαι αἰδοίων ἐφύπερθε διαμπερές , ἧχι μάλιστα Ἄρεος ἀκαμάτοιο πέλει πολυώδυνος αἰχμή . Πάντῃ δ
6573365 διεκ
[ , ] εἰ μὴ Ἀθήνη λάβρον [ ἐπεβρόντησε ] διὲκ νεφέων καταβᾶσα [ ] : πληξαμένη θέναρι [ ]
μνηστῆρες ἀγαυοὶ χεῖρας ἀνασχόμενοι γέλῳ ἔκθανον . αὐτὰρ Ὀδυσσεὺς ἕλκε διὲκ προθύροιο λαβὼν ποδός , ὄφρ ' ἵκετ ' αὐλὴν
6570401 ἀντυγα
μέσον ἤλυθε Λυγκεύς , σείων καρτερὸν ἔγχος ὑπ ' ἀσπίδος ἄντυγα πρώτην : ὣς δ ' αὔτως ἄκρας ἐτινάξατο δούρατος
ἑσπερίης πόμα λίμνης αἰθερίην κροτέοντες ὑπ ' ἴχνεσιν ἀτραπὸν ἵπποι ἄντυγα μυδαλέην λιποφεγγέος ἕλκον ἀπήνης . ἠέρι δ ' ἠγερέθοντο
6566968 ἀνασσων
θαλίαις καὶ κώμοις ἡδέσιν ὀνομαστὴν ἀποδεικνύειν . Λύκιε καὶ Δάλοιο ἀνάσσων : ὦ Λύκιε Ἄπολλον καὶ τῆς Δήλου βασιλεύων καὶ
Ἄρης ἀνθεῖ νέων οὐλίαις αἰχμαῖσιν ἀνδρῶν . ὕπατ ' εὐρὺ ἀνάσσων Ὀλυμπίας , ἀφθόνητος ἔπεσσιν γένοιο χρόνον ἅπαντα , Ζεῦ

Back