καὶ δίς , ἀλλὰ καὶ πολλάκις γινέσθωσαν , τά τε καθάρσια καὶ σμήγματα καὶ ἐπίχριστα οἵ τε πότοι καὶ αἱ
τ ' ἄλλ ' ὅσα προυθέμην ἐγὼ ξένοισι καὶ θεᾶι καθάρσια . ἐκποδὼν δ ' αὐδῶ πολίταις τοῦδ ' ἔχειν
7239156 φορτια
δώδεκα βασιλέων καὶ τῶν παρὰ θάλατταν μερῶν κυριεύων , παρείχετο φορτία πᾶσι τοῖς ἐμπόροις , μάλιστα δὲ τοῖς τε Φοίνιξι
ἡμᾶς φιλοσοφίᾳ . ” ἔνιοι δέ , διαθέμενον Ἀθήνησι τὰ φορτία , οὕτω τραπῆναι πρὸς φιλοσοφίαν . Ἀνακάμπτων δὴ ἐν
7127554 κωδια
: φίλοινοι γάρ εἰσι . ἀρνακίδες . τὰ τῶν ἀρνῶν κώδια . ὄνοι κανθήλιοι . οἱ βραδεῖς ἢ ἀφυεῖς ,
κριοῦ , τὸ κώδιον : οἱ γὰρ ἀρχαῖοι ὑπεστρώννυντο τὰ κώδια , ἀφ ' οὗ καὶ κῶμα ὁ ὕπνος ,
7125634 Ἐλευσινια
τῶν Ἀθηνῶν γυναῖκες ἐπὶ τῶν ἀμαξῶν ὀχούμεναι ἐς τὰ μεγάλα Ἐλευσίνια ἀπήρχοντο . ὡς ἐπὶ ἀμαξῶν οὖν ὀχουμένων αὐτῶν ,
ἄγεται δὲ αὐτόθι ἀγὼν Κόρης καὶ Δήμητρος , ὃς καλεῖται Ἐλευσίνια : οὗ ἔπαθλον κριθαί . Ἐλευσίς : τὸν τῶν
6978313 ὠνια
καπήλων , ἑταιρῶν τε καὶ βαναύσων : ὥστε τά τε ὤνια τοὺς ἔχοντας πλείστης ἀποδίδοσθαι τιμῆς καὶ μηδὲν ἀργὸν εἶναι
. πρὸς τοὺς ἀγορανόμους : τοὺς ἐπισκοποῦντας τὰ τῆς πόλεως ὤνια καὶ διοικοῦντας αὐτά , ὡς ἐν Ἀχαρνεῦσιν . βλάβης
6912460 ἀγλαισματα
καὶ τὰ ἀγλαίσματα ; Τί δ ' ἂν εἴη τὰ ἀγλαίσματα αὐτοῦ καὶ τὰ κοσμήματα ἢ οἱ λόγοι οἱ παρ
ὁ κῆπος τοῦ Διὸς ἢ τὰ ἀγάλματα αὐτοῦ καὶ τὰ ἀγλαίσματα ; Τί δ ' ἂν εἴη τὰ ἀγλαίσματα αὐτοῦ
6893300 στελεχη
, καὶ πωμάσαντες καὶ ἀσφαλισάμενοι , ὥστε μηδὲ πρὸς τὰ στελέχη , μηδὲ πρὸς ἄλληλα συγκρούειν καὶ ῥήγνυσθαι , ἕξουσι
τε κέκτηνται ἀντὶ δοράτων , καὶ ἀντ ' ἀσπίδων τὰ στελέχη . ἢ Γίγαντας τὸν σῖτον , ὃς τὰς ἀνθερίκας
6875682 πεπονηκοτα
τῶν ὅλων προειστήκει . ὁ δ ' οὖν Ἀλέξανδρος τὰ πεπονηκότα τῶν σκαφῶν ἐνέπρησε , τὸν δὲ λοιπὸν στόλον παραδοὺς
ἀναφέροντες ἐκ τῶν ἐνόντων παρεσκευάζοντο τάφρους τε καθαίροντες καὶ τὰ πεπονηκότα τοῦ τείχους ἀνορθοῦντες τάς τε ἐπάλξεις ὁπλίζοντες πύργων τε
6870644 κοιλωματα
καὶ πρὸς ἀναγωγὰς αἵματος ἐνεργεῖ . Ἀναπληροῖ δὲ καὶ σαρκῶν κοιλώματα . Ἀλλὰ καὶ τοῖς πλέουσι σωτήριον εἶναι , ἐὰν
δὲ εἰς τὸ ἕκτον ἔτος , ἀναπληροῦνται τῶν πρώτων τὰ κοιλώματα . ἐπιλαβόμενος δὲ τοῦ ἑβδόμου πάντας ἴσχει συμπεπληρωμένους ,
6860157 νεογνα
ἦν καὶ τερπνόν ; ὅτι μὲν δρακόντων ἦν ἔφοδος καὶ νεογνὰ τὰ βρέφη δύο εἶδε καὶ ἐδυσφόρει μήποτε ἀπόλωνται .
νέων τὴν βληχὴν ἔθηκεν . ὥσπερ , φησί , τὰ νεογνὰ οὐδέπω τὴν φωνὴν ἔναρθρον ἔχοντα ἀπαγόμενα πρὸς τῶν πολεμίων
6836967 λυχνα
λογισάμενοι τῆς ἑορτῆς ἐν ταῖς ἑαυτῶν πόλεσιν ἕκαστος καὶ τὰ λύχνα ἀνάπτουσι καὶ ὑμνοῦσι καὶ εὐφημοῦσι . καὶ διὰ τούτους
κυάθεια : κοτύλην κυάθεια οὐδετέρως εἶπεν , ὡς κύκλα καὶ λύχνα : λείπει δὲ τὸ πίε , ἢ φύρσας δὲ
6822943 ἀφρακτα
πλεούσας τῶν νεῶν ἐπὶ τὰ κέρατα τάξαντα , τὰ δὲ ἄφρακτα καὶ τὰ ὑπηρετικὰ εἰς μέσον πρὸς τῇ σχεδίᾳ .
δ ' ἦν ὑπόδημα κροκοειδές . γυναικεῖα δὲ καὶ τὰ ἄφρακτα , ὀπισθοκρηπῖδες , καννάβια , γυμνοπόδια , περίβαρα ,
6822457 τικτομενα
τὰ ἄλλα ζῶα , ἅπαξ ἡμερωθεὶς ἀγριοῦται . τὰ δὲ τικτόμενα ἐξ αὐτοῦ γίνεται ἐκείνῳ ἐοικότα . βιβάζειν δὲ χρὴ
τῶν ὀρνίθων τὸ ἕκτον μέρος ἔστωσαν ἀλεκτρυόνες . Τὰ δὲ τικτόμενα ὠὰ εὐθὺς ληπτέον , καὶ συνθετέον εἰς ἀγγεῖα μετὰ
6818793 ψιλωθρα
διαφοραὶ τῶν φθειρόντων τὰϲ τρίχαϲ καὶ τὰ μὲν ἰδίωϲ καλεῖται ψίλωθρα , τὰ δὲ λεπτυντικὰ τριχῶν , τὰ δὲ παντελῶϲ
ὀδόντας λευκαίνει , παραλαμβάνεται δὲ καὶ πρὸς ἄλλα σμήγματα καὶ ψίλωθρα μισγόμενον . καῦσαι δὲ βουλόμενός τι τούτων εἰς ὠμὴν
6815918 κομιζομενα
' αὐτῶν καταχρήσασθαι καὶ τῷ φορτηγοί , ἐπεὶ καὶ τὰ κομιζόμενα ὑπ ' αὐτῶν εἴποις ἂν φορτία φορήματα ἄχθη .
ϲύμπτωμα διεφθάρηϲαν . ἐν ἀρχῇ μὲν οὖν δέχεϲθαι δεῖ τὰ κομιζόμενα μηδὲν ἀντιβαίνονταϲ ἀπὸ διαφθορᾶϲ καὶ ἀπεψίαϲ φερόμενα : πέρα
6790592 ἐπιφερομενα
τοῖς ἀμαυροῦν τὴν δῆξιν δυναμένοις : καὶ τὰ μὲν συνεχῶς ἐπιφερόμενα εἴργειν διὰ τῶν ἀποκρουομένων καὶ ἀναξη - ραινόντων ,
χρήσιμον κρίνομεν . κατειληφότες οὖν καὶ τὰ ἀπὸ τῶν αἰτιῶν ἐπιφερόμενα ἅπαντα συμπτώματα , ὡς τὸ βάρος , καὶ τὰ
6729240 σκεπασματα
σκεπάσματα πάντα οἱ Ἀττικοὶ γέρρα ἔλεγον . τινὲς δὲ δερμάτινα σκεπάσματά τινα καὶ Περσικά , οἷς ἀντὶ ἀσπίδων ἐχρῶντο .
σκεπάσματα πάντα οἱ Ἀττικοὶ γέρρα ἔλεγον . τινὲς δὲ δερμάτινα σκεπάσματά τινα καὶ Περσικά , οἷς ἀντὶ ἀσπίδων ἐχρῶντο .
6716939 τρωγαλια
τραγήματα οὕτως ἔλεγον . . ἰσχάδια : Σῦκα . . τρωγάλια : Τραγήματα . οὕτω γὰρ τὰ τραγήματα ἐκάλουν οἱ
γὰρ πῦρ οἱ ἄνθρωποι ἐρρίπιζον , ἵνα ὀπτήσωσιν . τὰ τρωγάλια λέγει . εἶδος ἀθάρας ἀπὸ φασηλίων . Σμοιός :
6707480 περικαρπια
Ἡ δὲ ῥίζα τῶν δένδρων ἀρχή τις οὖσα καὶ τὰ περικάρπια συνεξομοιοῖ τὰ ἐφ ' ἑαυτῆς . Περὶ μὲν οὖν
βλαστάνῃ , ταῦτ ' ἀποπίπτει καὶ τὰ τοῦ καρύου καλυκώδη περικάρπια γίνεται συμμεμυκότα κατὰ τοῦ μίσχου , τοσαῦτα ὅσα καὶ
6684182 θυομενα
ἐπὶ Δήλῳ τῇ νήσῳ τὸν αὐτὸν νόμον . τὰ δὲ θυόμενα , ἤν τέ τις Ἐπιδαυρίων αὐτῶν ἤν τε ξένος
πολλοὶ ἱερόθυτα καλοῦσι . Κρατῖνος . . τὰ τοῖς θεοῖς θυόμενα ἱερεῖα . θυμέλη : νῦν μὲν θυμέλην καλοῦμεν τὴν
6671804 βρωματα
αὐτῷ , αἵτινες εἴποτε μέλλοι ἐσθίειν , αὐτοῦ [ τὰ βρώματα ] διήρπαζον ἐμβάλλουσαι φθοράν τινα . Καὶ οὕτω Φινεὺς
δὲ ιβʹ λαβὼν ἑταίρους μόνους καὶ οἴνου Μαρωνείτου ἀσκὸν καὶ βρώματα εἰσῆλθεν εἰς τὸ τοῦ Κύκλωπος σπήλαιον ἐκείνου περὶ νομὴν
6632501 ἁμιλλητηρια
πολεμιστήριον . ἐλᾷ ] ἐλαύνουσι . τὰ πολεμιστήρια ] τὰ ἁμιλλητήρια . τὰ πολεμιστήρια ] ὤφειλεν εἰπεῖν : τὰ ἁμιλλητήρια
ἐν τοῖς ἀγῶσι . πολεμιστήρια . . . ] τὰ ἁμιλλητήρια ὤφειλεν εἰπεῖν , καὶ εἶπε τὰ πολεμιστήρια , παραφορούσης
6628918 πετομενα
πέτω καὶ συγκοπῇ πτῶ καὶ διπλασιασμῷ πίπτω : τὰ γὰρ πετόμενα τοῖς πίπτουσιν ἔοικε . πτῶ οὖν καὶ πταίω .
πέτω συγκοπῇ πτῶ καὶ κατὰ ἀναδιπλασιασμὸν πίπτω : τὰ γὰρ πετόμενα τοῖς πίπτουσιν ἔοικεν . πτῶ οὖν καὶ κατὰ παραγωγὴν
6624176 μεμαντευμενα
, πειρατῶν ὕβρει παραδοθέντες [ πειρατῶν ] ; Ἄρχεται τὰ μεμαντευμένα : τιμωρίαν ἤδη με ὁ θεὸς τῆς ὑπερηφανίας εἰσπράττει
ἀνὴρ ἔξεισι τῶν Ἀθηνῶν . οὗτος οὖν ἡγούμενος ἐπλήρωσε τὰ μεμαντευμένα , καὶ μετὰ τὴν νίκην γίγνεται καὶ Χερρονήσου οἰκιστής
6620728 πρυτανεια
τὰ τῶν ἀφυστερούντων ὀνόματα : καὶ τοῦτο παραστίζειν ἐκαλεῖτο . πρυτανεία δέ ἐστι ὁ χρόνος ὃν ἑκάστη φυλὴ πρυτανεύει :
Ἀναφλύστιον , Δημόκριτον Δημοφῶντος Ἀναγυράσιον , Πολύκριτον Ἀπημάντου Κοθωκίδην . πρυτανεία φυλῆς Ἱπποθωντίδος , Ἀριστοφῶν Κολλυτεὺς πρόεδρος εἶπεν . ]
6558128 αἰδοια
λέουσι τοῖς καλουμένοις μύρμηξιν : ἀπεστραμμένα δ ' ἔχουσι τὰ αἰδοῖα * καὶ χρυσοειδεῖς τὴν χρόαν , ψιλότεροι δὲ τῶν
δέος : ἢ παρὰ τὸ ἐγκρύπτειν τούτῳ τῷ μέρει τὰ αἰδοῖα κατὰ τὴν τοῦ δέους διάθεσιν : ἢ ὅτι τῶν
6546752 τηκτα
, λιθαργύρου # Ϛ , ψιμυθίου # Ϛ : τὰ τηκτὰ κατὰ τῶν ξηρῶν : χρόνῳ δὲ συνίσταται . Κηροῦ
σχιστῆς , νίτρου ἐρυθροῦ ἀνὰ γο Ϛʹ . τήξας τὰ τηκτὰ ἐπίπασσε τὰ ξηρὰ λειότατα κατὰ βραχὺ καὶ κατεράσας εἰς
6538330 κυλα
δι ' ἔρωτα πάσχουσι . γίνεται δὲ παρὰ τὸ τὰ κύλα οἰδαίνειν , ἤγουν τὰ ὑπὸ τοὺς ὀφθαλμοὺς μεταθέσει τοῦ
ὀφθαλμούς . συμβαίνει γὰρ τοῖς ἀγρυπνοῦσιν ὡς ἐπίπαν οἰδαίνειν τὰ κύλα : ὅπερ οἱ πολλοὶ ἀναγκαίως δι ' ἔρωτα πάσχουσι
6526965 κανα
οὐ περιμένει τὴν σὴν σχολήν . ἀλλ ' εἴσιτε : κανᾶ πρόχειρα , χέρνιβας , θυλήματα ποιεῖτε . ποῖ κέχηνας
ἄξεταί ποτε ; ἀλλ ' εἷα τἀπὶ τοισίδ ' ἐξάρχου κανᾶ , στεφανοῦσθε κρᾶτα , καὶ σύ , Μενέλεως ἄναξ
6518252 ἀνασκευασαμενοι
. . ἀνεμιαῖα : εἴρηται καὶ ὑπηνέμια : . . ἀνασκευασάμενοι : ἐπὶ τῶν μετοικιζόντων λέγεται . . . ἀνελεύθερος
οἱ Ἀθηναῖοι ἐπιόντων τῶν Μήδων διανοηθέντες ἐκλιπεῖν τὴν πόλιν καὶ ἀνασκευασάμενοι ἐς τὰς ναῦς ἐσβάντες ναυτικοὶ ἐγένοντο . κοινῇ τε
6496783 περιβολαια
. . . . . , : ὀθόναι : τὰ περιβόλαια , παρὰ τὸ ἕσασθαι , ἐσθόναι τινὲς οὖσαι .
αἰγιαλοὺς διάγοντα . τὰν βαίταν : τὰ ἐκ κωδίων συνερραμμένα περιβόλαια καλοῦσι βαίτας , Ἀττικοὶ δὲ σισύρας . τὰν βαίταν
6495037 κενωματα
τῶν παραστατῶν καὶ μεσοστατῶν , γινόμεναι παρ ' αὐτὰ τὰ κενώματα τῶν κύκλων οὐ μικρὰν ἀσθένειαν παρέχουσι : πρὸς δὲ
δὲ μιγνυμένου καλῶς ποιεῖ . Ἄλλη ποίησις : ῥοᾶς τὰ κενώματα ἑψεῖται σὺν τῇ φακῇ , καὶ λειοῦται ἰσχυρῶς ἄμφω
6491044 Ἑκαταια
ὄντας καὶ Τριβαλλοὺς ἐπωνυμίαν ἔχειν : τούτους τά θ ' Ἑκαταῖα [ κατεσθίειν , ] καὶ τοὺς ὄρχεις τοὺς ἐκ
φοβερὸν καὶ καταπληκτικὸν τῆς δαίμονος καὶ φάσματα ἐπιπέμπειν τὰ καλούμενα Ἑκαταῖα καὶ πολλάκις αὑτῆς μεταβάλλειν τὸ εἶδος , διὸ καὶ
6485779 σανιδωματα
ἢ διατεταμένως . περόνῃσι δὲ τοῖς πασσάλοις τοῖς κατὰ τὰ σανιδώματα καὶ τοὺς τῆς νεὼς τοίχους , ἐφ ' ὧν
πρὸς τὰ κατὰ γῆς κατορυττόμενα . φίλυρα δὲ πρὸς τὰ σανιδώματα τῶν μακρῶν πλοίων καὶ πρὸς κιβώτια καὶ πρὸς τὴν
6483658 ἐμβαλλομενα
: αἱ χοινικίδες , αἱ πλῆμναι : ἐνήλατα : τὰ ἐμβαλλόμενα ταῖς χοινικίσιν : ἐνήλατα : οἱ πασσαλίσκοι οἱ πρὸς
ὀλίγον ὑποκαίοντα ἢ ἄνθραξιν , ὡς μὴ φρύγηται : καὶ ἐμβαλλόμενα πάντα ἄνυδρα ἔστω , καὶ τὰ ἕλκεα μὴ τεγγέσθω
6480998 ἀκροστολια
ἧι ἐπεποίητο βασιλεῖ ἀποχρῶντα ἐνδιαιτήματα . αὕτη δὲ τά τε ἀκροστόλια ἔφαινε χρυσᾶ καὶ ἐπ ' ἄκρωι τῶι ἱστίωι τὸ
παῖς , καὶ διακόπτει τηνικαῦτα πάντα τὰ κόρυμβα καὶ τὰ ἀκροστόλια τῆς Φοινίσσης , ἤγουν τῆς Περσικῆς , νηός :
6480712 ἀπληκτα
εἶναι , τοὺς ὀφείλοντας μετὰ τῶν ἀντικεσσόρων προλαμβάνειν καὶ τὰ ἄπληκτα μετρεῖν . Πρὸς τούτοις δεῖ ἀφορίζειν καὶ ἀντικέσσορας ἤτοι
καβαλλάριοι , ἐγγιζόντων αὐτῶν τῷ στρατῷ μὴ ἐπιτηδεύειν συνεχῶς τὰ ἄπληκτα ἀλλάσσειν ἢ τὰς ὁδοιπορίας ποιεῖσθαι πρὸ τῆς τοῦ πολέμου
6465458 ἀναφερομενα
, ὥς φησιν Ὑπέροχος ἢ ὁ ποιήσας τὰ εἰς αὐτὸν ἀναφερόμενα Κυμαϊκὰ , διετέλεσαν χρυσοφοροῦντες καὶ ἀνθιναῖς ἐσθῆσι χρώμενοι ,
ἂν εἴη τῆς αὐτῆς εἰδέναι πάντα , ὡς εἰς ἐκεῖνο ἀναφερόμενα καὶ ἐκείνου μετέχοντα . ᾗ δὲ καθ ' αὑτό
6464845 ἀγγεια
περὶ τὸν ᾅδην , ἥτις θραύει τῇ ψυχρότητι πάντα τὰ ἀγγεῖα πλὴν τῶν κερατίνων , ἐξ ἧς στυγηρὸν τὸ μισητὸν
δὲ ἐπέρχονται , μάλιστα ταῖς ἠφροδισιασμέναις . κεχρίσθω δὲ τὰ ἀγγεῖα , ἐν οἷς αἱ μέλισσαι , ἢ θύμου ἢ
6464164 ἐναγισματα
: ἡ τῶν ἐφόρων παρὰ Λακεδαιμονίοις ἀρχή . Ἐναγίζειν καὶ ἐναγίσματα : τὰ τοῖς νεκροῖς ἐπισπενδόμενα ἐν τῷ τάφῳ .
καινοῦ τὸ ἐντεῦθεν βίου φασὶν ἄρχεσθαι . τὰ δὲ Θετταλικὰ ἐναγίσματα φοιτῶντα τῷ Ἀχιλλεῖ ἐκ Θετταλίας ἐχρήσθη Θετταλοῖς ἐκ Δωδώνης
6463489 παλτα
Ἀρριανός : ἐξηκόντιζον εἰς τοὺς προμαχομένους τοῦ τείχους οἱ μὲν παλτά , οἱ δὲ λίθους , οἱ δὲ τοξεύματα .
ὠμῶς τε καὶ ξὺν ὕβρει ἐξηγεῖτο . . . . παλτά : Ἀρριανός : ἐξηκόντιζον εἰς τοὺς προμαχομένους τοῦ τείχους
6462493 στομια
ἐν τοῖς ζῴοις καταμύουσι , τά τε πρὸς τὰς ἐκφύσεις στόμια πάντα ἔσφιγκται τῆς φύσεως εἴσω τότε συνειλημμένης καὶ ἡσυχαζούσης
οἷόν τε ἐπανορθοῦν , εἰ μὴ ταχὺ μὲν ἐξανοίγοιτο τὰ στόμια τῶν διωρύγων , ταχὺ δὲ κλείοιτο , καὶ αἱ
6455688 σπηλαια
ἐπενόησαν δὲ οὗτοι αὐλὰς προστιθέναι τοῖς οἴκοις καὶ περιβόλους καὶ σπήλαια . ἐκ τούτων ἀγρόται καὶ κυνηγοί . οὗτοι δὲ
κάτω δὲ Βότρυν καὶ Γίγαρτον καὶ τὰ ἐπὶ τῆς θαλάττης σπήλαια καὶ τὸ ἐπὶ τῷ Θεοῦ προσώπῳ φρούριον ἐπιτεθέν ,
6454180 θειωδη
εὐανθῆ , καθαρὰν καὶ κινναβαρίζουσαν τῇ χρόᾳ , ἔτι δὲ θειώδη ἀποφορὰν ἔχουσαν . Στίμμι κράτιστόν ἐστι τὸ στίλβον καὶ
τι λελαλήκασιν , τὰς οὐσίας αἰνιττόμενοι . Ταριχεύοντες δὲ τὰ θειώδη τινὲς , τοῦ φαρμουθὶ μηνὸς ἐλθόντος , ἕκαστον τῶν
6432668 ἐργαλεια
Λαγγαρίας ἤτοι ἐν τῇ Λαγγαρίᾳ πόλει , τὰ δ ' ἐργαλεῖα καθιερώσει τῷ ναῷ τῆς Μυνδίας ἤτοι τῆς Ἀθηνᾶςποῖα ἐργαλεῖα
Γ [ τὰ ] ἐν τῷ μαγειρείῳ ⌈ τυγχάνει Γ ἐργαλεῖα Γ , τοῦ γελοίου χάριν ἄξαι φησὶ ταῦτα εἰς
6413980 ἀπρακτα
ποτε φιλίας τῷ καιρῷ χρήσιμον : ἀλλ ' ἢ μόνον ἄπρακτα τῷ κειμένῳ περιαλγήσαντες πάλιν περὶ τῶν καθ ' ἑαυτοὺς
Ἑλληνικῶν μεταθεὶς ὁ Θεόπομπος ἀργά τε καὶ ἀκίνητα πεποίηκε καὶ ἄπρακτα . λόγου γὰρ δύναμιν καὶ διὰ τὴν κλοπὴν ἐξεργασίαν
6413214 ἀποπατηματα
δὲ λέγειν τὰ ὑποχωρήματα , ἅπερ οἱ ἰατροὶ σκύβαλα καὶ ἀποπατήματα εἰώθασι καλεῖν ξυννενημένων : ξυσεσωρευμένων σημείωσαι κοτύλην ὕδατος δύο
. Ἀλέξανδρος ἐν τῷ περὶ θηριακῶν κελεύει τὰ τῶν αἰγῶν ἀποπατήματα , ἄν τε ὑγρὰ ἦ , ἄν τε ξηρά
6404239 Ὀρνιθας
γὰρ ἔρχομαι . Ἀνέγνωκάς ποτε τὰ τοῦ Ἀριστοφάνους τοῦ δραματοποιοῦ Ὄρνιθας ποιημάτια ; Καὶ μάλα . Ἐγκεχάρακται παρ ' αὐτοῦ
φασί τινες αὐτὸ φύεσθαι ἐν τοῖσι ὁ Διόνυσος ἐτράφη . Ὄρνιθας δὲ λέγουσι μεγάλας φορέειν ταῦτα τὰ κάρφεα τὰ ἡμεῖς
6403932 ἐπειρον
, μίστυλλόν τ ' ἄρα τἆλλα καὶ ἀμφ ' ὀβελοῖσιν ἔπειρον ὤπτησάν τε περιφραδέως ἐρύσαντό τε πάντα , βάλλον δ
δαῖτ ' ἐντυνόμενοι κρέα τ ' ὤπτων ἄλλα τ ' ἔπειρον . οἱ δ ' ὡς οὖν ξείνους ἴδον ,
6389096 καταχυσματα
. εἴποι δ ' ἄν τις ζωμοὺς καρύκην καρυκεύματα , καταχύσματα , ἀβυρτάκην , παροψίδα : ἔστι δὲ καὶ τοῦτο
καὶ τὸ βαῦνος . παίζει δὲ ὡς ἀδδηφάγον αὐτόν . καταχύσματα : ὅτι τῶν νεωνήτων δούλων τὸ παλαιὸν τῶν πρώτως
6380440 ῥακη
τῇ δὲ ἀληθείᾳ βαρβαρώτεροι ἡμῶν , ἔμποροι καὶ ἀγοραῖοι , ῥάκη φαῦλα καὶ οἶνον πονηρὸν εἰσκομίζοντες καὶ τά γε παρ
τὰ προσωπεῖα , τὴν ἐσθῆτα , τοὺς κροκωτοὺς καὶ τὰ ῥάκη , οὕτω καὶ ψυχὴ αὐτὴ τὰς τύχας οὐ λαβοῦσα
6379231 προαγορευσις
συνηγορία , συναγορεύειν . προήγορος , προηγορεῖν , προαγορεύειν , προαγόρευσις , ἀναγόρευσις . καὶ δημηγόρος , δημηγορεῖν , δημηγορία
περὶ λιμένων . Ἐφορία : ἡ ἐπὶ τῶν ὅρων γινομένη προαγόρευσις , ὡς Δημοσθένης διδάσκει ἐν τῷ κατ ' Ἀριστοκράτους
6365158 φωτεινα
ἔοικέ τε κατὰ μέρος εὐητρίοις ὑφαῖς ἢ γραφαῖς συνεφθαρμένα τὰ φωτεινὰ τοῖς σκιεροῖς ἐχούσαις : εὔφωνά τε εἶναι βούλεται πάντα
ἐπὶ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ : αἱ δὲ λαβοῦσαι εἶδον τὰ φωτεινὰ ἅρματα τὰ ἐλθόντα ἐπὶ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ , καὶ
6365079 φωρια
ἀνελεῖν , μηδ ' ἂν ἅπαντα ποιῇ περιστέλλων , καθάπερ φώρια κλέπτης , ὑπ ' Ἐρινύων τινῶν τυπτόμενος καὶ διαστρεφόμενος
ἀγόμενοι ἧκον ἐπὶ τὴν οἰκίαν τοῦ Ἀντιφίλου , καὶ τὰ φώρια ἐξέφερον ὑπὸ κλίνῃ τινὶ ἐν σκοτεινῷ κείμενα . ὅ
6364726 γερρα
ἁπλοῦς . γεῖσα : ἅπαντα τὰ ἐξέχοντα τῶν τοίχων . γέρρα : δύο σημαίνει , τάς τε πλεκτὰς ἀσπίδας καὶ
. γέρρον Περσικὰ μὲν εἰσὶν ὅπλα : κυρίως δὲ τὰ γέρρα : κατὰ χρηστικῶς δὲ καὶ ἅπαν σκέπασμα , εἶτε
6353786 ἡπατα
Γῆς . περὶ ταύτην οἱ λαγοὶ σχεδὸν πάντες ἁλίσκονται δύο ἥπατα ἔχοντες , ὡς Θεόπομπος ἱστορεῖ καὶ Φαβωρῖνος . Βυζαντίων
ἐπιβουλήν . Εἰσὶ δὲ λαγῲ ἐν Βισάλταις οἳ διπλᾶ τὰ ἥπατα ἔχουσιν , ὡς Θεόπομπος λέγει . Ἔστι δὲ καὶ
6348659 Παλλαδια
ὥς φησι Σιμωνίδης ὁ γενεαλόγος . . . Φερεκύδης δὲ Παλλάδιά φησι τὰ ἀχειροποίητα μορφώματα καὶ πᾶν τὸ ἐξ οὐρανοῦ
ὥς φησι Σιμωνίδης ὁ γενεαλόγος . . . Φερεκύδης δὲ Παλλάδιά φησι τὰ ἀχειροποίητα μορφώματα καὶ πᾶν τὸ ἐξ οὐρανοῦ
6342103 δραγματα
' ὁ Δήλιος ἐν τῷ περὶ Παιάνων φησί : τὰ δράγματα τῶν κριθῶν αὐτὰ καθ ' αὑτὰ προσηγόρευον ἀμάλας :
λέγων : ” ᾤμην ἃ μὴ ἐθέρισα καταδεῖν σὺν ἑτέροις δράγματα ” , καὶ οὐκ ἐλογίσατο παρ ' ἑαυτῷ ,
6341428 δερματα
ἐπιτιθέασιν ἐπὶ πῦρ ἁπαλόν : σποδίσαντες δὲ τὰς τρίχας τὰ δέρματα διαιροῦσι , καὶ κατεσθίοντες βεβιασμένως ἀναπληροῦσι τὴν ἔνδειαν .
οἰκίαν . καταλαμβάνω οὖν λίθους τέ τινας εἰκῇ ξυγκειμένους καὶ δέρματα ἱερείων κρεμάμενα καὶ ῥόπαλα καὶ βακτηρίας , νομέων τινῶν
6341351 μηρια
οὐχ ἑτέρας μᾶλλον φλογὸς ἔλπομ ' ἔγωγε ἀθανάτοις οὕτω κεχαρισμένα μηρία καίειν . Πρὸς δ ' ἔτι τοι καὶ τοῦτο
, οἳ δὲ λέβητι χρυσείῳ φορέοισιν ὕδωρ , ὃ δὲ μηρία λούει , ὃς δ ' ὄπιθεν πτερύγεσσιν ἀναψύχει τὸν
6340170 κοπρια
: αἱ δὲ παρθένοι λαβοῦσαι σάρους ἐσάρωσαν καὶ πάντα τὰ κόπρια ἦραν ἐκ τοῦ πύργου , καὶ ἔρραναν ὕδωρ ,
τὰς ῥυπώδεις ἐργασίας ἐργαζομένοις : ἐκ πολλῶν γὰρ περισσευμάτων τὰ κόπρια γίνεται καὶ ὑπὸ πολλῶν ῥίπτεται : ἀγαθὸν δὲ καὶ
6324538 σιαγονια
ἐς ὕδωρ θερμὸν , προστιθέσθω πρὸς τὰς γνάθους καὶ τὰ σιαγόνια . Ἀναγαργάριστον δὲ αὐτῷ ποιέειν ὀρίγανον καὶ πήγανον καὶ
λαμβάνει καὶ ῥῖγος καὶ ὀδύνη τὴν κεφαλὴν , καὶ τὰ σιαγόνια οἰδίσκεται , καὶ τὸ πτύαλον χαλεπῶς καταπίνει , ἀποπτύει
6321234 κυφα
εἴρηται , ὁ δυσχερῶς τινὶ κολλώμενος . Κύμβια : τὰ κύφα ἐκπώματα . Κύμβαλα : οἷον κύφαλά τινα ὄντα :
εἴρηται , ὁ δυσχερῶς τινὶ κολλώμενος . Κύμβια : τὰ κύφα ἐκπώματα . Κύμβαλα : οἷον κύφαλά τινα ὄντα :
6297600 αἰσθανομενα
ταῦτα καὶ οὐδὲν ἕτερον ἀντιλαμβάνεται ἐπιθυμίας καὶ ἡδονῆς ἢ τὰ αἰσθανόμενα , φανερόν . ποία γὰρ αἴσθησις ἡδονῆς καὶ λύπης
ἔταττε τὴν λέξιν , ὀστᾶ σφακελίζειν ἔλεγε τὰ μηδεμιᾶς ἀλγηδόνος αἰσθανόμενα ; μήποτε οὖν ἐπ ' ὀστέου τίθησι τὴν λέξιν
6297080 τριποδια
ἀπὸ μείζονος . τὸ ιʹ Ἀσκληπιάδειον . τὸ ιαʹ δακτυλικὴ τριποδία . τὸ ιβʹ ἰαμβικὸν ἑφθημιμερές . τὸ ιγʹ ἐξ
τροχαϊκῆς καὶ ἀντισπαστικῆς καὶ ἰαμβικῆς συζυγίας . Τὸ ιαʹ δακτυλικὴ τριποδία ἤτοι δακτυλικὸν τρίμετρον . ὡς δὲ ἐμοὶ δοκεῖ ,
6292221 ναρδινα
καλούμενα πρὸϲ ἀμβλυωπίαϲ ριϚ Κολλύριον τὸ διὰ κέρατοϲ ριζ Κολλύρια νάρδινα καὶ Θεοδότια Περὶ φύϲεωϲ ὀφθαλμῶν . ἡ κατὰ τοὺϲ
καὶ λιβάνου καὶ κρόκου προϲάγειν , ὕϲτερον δὲ καὶ τὰ νάρδινα . ἔξωθεν δὲ ἐπιχρίειν τὰ μὲν βλέφαρα τῷ Νείλου
6276334 σφαιρια
γόνασι φλεγμονὰς ὀνίνησιν . ὁ δὲ φλοιὸς αὐτῆς καὶ τὰ σφαιρία ξηραντικώτερα , ὡς τὸν μὲν ἐν ὄξει καθεψόμενον εἰς
ἐξοχαὶ αἱ περὶ τὰ σφαιρία τῶν πλατάνων οὐ κωλύουσιν αὐτὰ σφαιρία εἶναι : καίτοι αὗται πλείονα λόγον ἔχουσι πρὸς τὰ
6270371 ῥαμφη
. οἱ δὲ σκόρδα ἐν οὔρῳ ἀνθρωπείῳ ἑψήσαντες ἀποτρίβουσι τὰ ῥάμφη πεφυλαγμένως , ὡς μὴ ἅψασθαι τῶν ὀφθαλμῶν . Οἱ
ὕδωρ φυλάττειν ἄσηπτον , ἐνταῦθα ἐς ὅσον μὲν αὐτοῖς τὰ ῥάμφη κάτεισιν ἐγκύπτοντες , χρῶνται τῷ ποτῷ : ὅταν δὲ
6267394 βρεφη
γυναιξί . κατὰ δὲ τὰς γενέσεις τῶν τέκνων τὰ μὲν βρέφη παραδίδοσθαι τοῖς ἀνδράσι , καὶ τούτους διατρέφειν αὐτὰ γάλακτι
τί πρακτέον ἐκλιπόντος αὐτοῦ καὶ πότε καὶ πῶς ἀπογαλακτιστέον τὰ βρέφη περί τε ὀδοντοφυήσεως καὶ τῶν κατὰ χρόνους αὐτοῖς ἐπιγινομένων
6264728 Ὀρφικα
, οἳ δὲ ὠιοειδές , ἧς δόξης ἔχονται οἱ τὰ Ὀρφικὰ μυστήρια τελοῦντες . σαφηνείας δὲ ἕνεκα πιθανῆς παρελήφθη τοῦ
Κοτύτεια καὶ τὰ Βενδίδεια , παρ ' οἷς καὶ τὰ Ὀρφικὰ τὴν καταρχὴν ἔσχε . τῆς μὲν οὖν Κοτυτοῦς ἐν
6263671 στεγασματα
. τάχα δὲ καὶ οἱ θαλαμοποιοὶ εἶδος τέχνης . καὶ στεγάσματα μὲν δὴ ὀροφῆς Ἡρόδοτος λέγει , κατώρυχες δὲ λίθοι
τὰ ἐπιτήδεια , σχεδίαις διαβαίνοντες ὧδε . διφθέρας ἃς εἶχον στεγάσματα ἐπίμπλασαν χόρτου κούφου , εἶτα συνῆγον καὶ συνέσπων ,
6260758 ἀναλεγουσιν
πεποιημέναις . Ταύτας δ ' ἴσας εἶναι τὸν ἀριθμὸν τοῖς ἀναλέγουσιν ἀνθρώποις , ὅπως , ἐάν τινες πονῶσιν , ταχὺ
ἀφανίζουσιν οἱ κάνθαροι κυλίοντες , ἐπεὶ οἱ ἀετοὶ τοὺς κανθάρους ἀναλέγουσιν . αἵματι κλαίειν : ἐπὶ τῶν πάντα πραττόντων καὶ
6251254 κρεατα
, εἰ θεός ἐστι , κρεανομήσαντες Νύκτιμον καὶ τὰ τούτου κρέατα συμμίξαντες τοῖς ἄλλοις κρέασι παρέθηκαν τῷ Διί . ὁ
μόνον ἑαυτὸν ᾤετο , ὅθεν καὶ βοῦν ἱερεύσας τὰ μὲν κρέατα κατακόψας ἥψει , ἐκπετάσας δὲ τὴν βύρσαν χαμαὶ ,
6247651 ἀλευρα
τὰ παρ ' ἡμῶν ἕτοιμά ἐστι , καὶ ἄλφιτα καὶ ἄλευρα πεποίηται : μόνον ἴσως οἰναρίου προσδεησόμεθα : καὶ τοῦτο
χάριν δίδωσι . μᾶζαν μεμαχότος : μᾶζαν λέγει τὰ πεφυρμένα ἄλευρα . ὡς ἐπὶ τροφῆς δὲ τὸ κατόρθωμα εἶπεν .
6247257 ὀξυθυμια
. ” ἔνιοι μὲν , ὧν ἐστι καὶ Ἀρίσταρχος , ὀξυθύμια λέγεσθαί φασι τὰ ξύλα ἀφ ' ὧν ἀπάγχονταί τινες
, οἶδας Ἕλληνες . οἰκότριψ Ἀττικοί , οἰκοτραφής Ἕλληνες . ὀξυθύμια Ἀττικοί , καθάρσια τὰ εἰς τριόδους ἐκβαλλόμενα ἢ τὰ
6244065 ἐσθηματα
ἐφεστῶτα δὲ ὀκρίβασιν οὕτως ὑψηλοῖς τερατώδη τε τὰ περὶ αὐτὸν ἐσθήματα , οὐκ ἄφοβοι ἦσαν τοῦ σχήματος , ἐπεὶ δὲ
ἱμάτια . ἐσθήματα ] ἐσθήσεις . ἐσθήματα ] ἐνδύματα . ἐσθήματα ] τὰ ὅπλα . ἐσθήματα ] τὰς πανοπλίας .
6242998 νεοττια
' ἐνοικοῦντες λύκοι . ᾠῶν δ ' ἐν αὐτῇ διέτρεχεν νεόττια . μόνος γὰρ ἦν λέγων ἄκουσμα κἀκρόαμα . καὶ
καὶ ἐκ τούτων δὲ ὑποθετέον ταῖς ὄρνισι . Τὰ δὲ νεόττια ταῖς πρώταις ἡμέραις ἔσω μένειν χρή . εὐδίας δὲ
6230957 ὀφειλομενα
πύθοιντο οἱ ὑπεσχημένοι χαριεῖσθαι , ὅτι ἀντὶ τοῦ κομίζεσθαι τὰ ὀφειλόμενα τοῖς μηδὲν ὀφείλουσι βαρεῖς ἐσμέν , ἆρ ' ἔτι
τοῦτο ἐνεπισκήψασθαι , καὶ ἀποδεικνύντες ὃ ἔλεγον , ἀπελάμβανον τὰ ὀφειλόμενα . Φρύνιχος Κόννῳ : „ τί δέ ; τὸν
6229311 πτερυγια
οὔκ ἐστι δὲ νυκτερινός . ἔχει τε περὶ τὰ ὦτα πτερύγια , διὸ καὶ ὦτος καλεῖται : μέγεθος περιστερᾶς ,
καὶ τῶν χειρῶν καὶ τὰ τῶν ὤμων νεῦρα καὶ τὰ πτερύγια . Ἄλλο . Λαγωοῦ ἀστράγαλοι περιαπτόμενοι πάνυ τὰ ἀρθριτικὰ
6228004 τρηματα
περιγραφαῖς τοῦ σώματος εὐρύθμους . καὶ τὰ μὲν τῆς ἀκοῆς τρήματα πολὺ τῶν παρ ' ἡμῖν ἔχειν εὐρυχωρέστερα , καὶ
μὲν ἐμπροσθίοις , δυσὶ δ ' ὀπισθίοις . τὰ δὲ τρήματα ταῦτα γέγονε πρὸς κάλου ἔνδεσιν , ὡς ἐν τοῖς
6223692 καιομενα
. στρέφουσι δὲ ἐξ αὐτοῦ καὶ ἐλλύχνια , καὶ ἔστιν καιόμενα λαμπρὰ καὶ ἀκατάκαυστα . τῶν δὲ ἐκμαγείων τῶν ῥυπαινομένων
δὲ χολὴ ἐγχριομένη ὀξυωπίαν παρέχει . τὰ δὲ ὀστᾶ αὐτοῦ καιόμενα ἐπὶ ἀμπελίνων ξύλων δαίμονας διώκουσιν . ἐσθιόμενος δὲ ὁ
6219380 ὑφασματα
, ἐργαστική . ξαντική ξάντης , κναφευτική , ὑφαντική ὑφάντης ὑφάσματα ὑφή , πλυντική , θεραπευτική , κοσμητική , †
δὲ βούλει καὶ ἄλλα τῶν ἱερῶν σκευῶν , ἔστι μὲν ὑφάσματα , καλεῖται δὲ ἰστριανόν , προτόνιον , ἡμίμιτρον .
6219380 πετεινα
καλεῖται Χαρσιάρω : ἐν αὐτῇ τῇ ὥρᾳ εὐχαριστοῦσιν πάντα τὰ πετεινὰ τὸν θεόν : καὶ ἀποτελεῖται ἐν αὐτῇ πᾶν στοιχεῖον
τοῖς ἀλόγοις ζῴοις μέγιστα καὶ σπουδαιότατα διείληπται . τὰ γοῦν πετεινὰ ἃ μάλιστα πέφυκε πρὸς τάχος , ἔστιν ἰδεῖν ὑπὲρ
6217060 λειψανα
. ἔτι γοῦν καὶ νῦν τὰ μένοντα αὐτοῦ ἐρείπια καὶ λείψανα ἰδόντι θαυμάζειν ἔστι καὶ τὴν τέχνην τῶν τὴν ἀρχὴν
στιγμή . . , : τάφος : ὅπου τίθεται τὰ λείψανα . παρὰ τὸ θῶ καὶ τιθῶ , παράγωγον θάπτω
6214355 ἀμφιεσματα
, ὥσπερ οἱ τῶν καλῶν σωμάτων ἐρῶντες πρὸς μὲν τὰ ἀμφιέσματα οὐ διαφέρονται , εἴτε Ἑλληνικὰ εἴη εἴτε χλαμύδες ,
ἀτράκτους καὶ κερκίδας καὶ ὁπόσα ἄλλα ὄργανα τῆς περὶ τὰ ἀμφιέσματα γενέσεως κοινωνεῖ , πάσας συναιτίους εἴπωμεν , τὰς δὲ
6212830 σηπομενα
ξυμφέρει , οὐδὲ πρὸς τὰ ἀκάθαρτα , οὐδὲ πρὸς τὰ σηπόμενα : ἀλλὰ πρὸς μὲν τὰ φλεγμαίνοντα ξυμφέρει τὰ ψυχρὰ
δὴ στοματικά ἐστι , τὰ δὲ πρὸς οὖλα αἱμασσόμενα , σηπόμενα , βεβρωμένα καὶ ὀδόντας καὶ ὅσα πρὸς ἄφθας καὶ
6210746 θριπες
τῶν ἀμπέλων : ἶπες δὲ τὰ διαβρωτικὰ τῶν κεράτων : θρίπες δὲ τὰ ἐσθίοντα τὰ ξύλα : κίες δὲ τὰ
φασιν : ἢ ἐπὶ τῶν γυναιξὶν ἀκολάστων . Κακὰ μὲν θρίπες , κακὰ δ ' ἶπες : ἐπὶ τῶν ἑκατέρως
6206534 φαυλοτατα
. . ὥστε πολὺ μεῖον γιγνώσκεται τὰ Ἀλεξάνδρου ἢ τὰ φαυλότατα τῶν πάλαι ἔργων . . : ἄλλοι μὲν δὴ
ἐπεοικότες , ὥστε πολὺ μεῖον γιγνώσκεται τὰ Ἀλεξάνδρου ἢ τὰ φαυλότατα τῶν πάλαι ἔργων : ὁπότε καὶ ἡ τῶν μυρίων
6185068 ὑποξηρα
κόπριον ἐξαπίνης διαχωρέει , θανάσιμον . Ἐν τοῖσι κυναγχικοῖσι τὰ ὑπόξηρα πτύσματα ἰσχνῶν , κακόν . Τὰ κυναγχικὰ ἐν γλώσσαις
ἢ σπληνίσκον ἐκεῖ ἐπιτιθέναι . οὐ δεῖ δὲ εἰς τὰ ὑπόξηρα φορεῖν τοὺς καλάμους ἢ ἐγγὺς τοῦ μικροῦ δακτύλου :
6184282 χειριϲτα
καθόλου κάλλιϲτα τὰ τῶν εὐτρόφων τε καὶ νέων πτερά , χείριϲτα δὲ τὰ τῶν ἰϲχνῶν καὶ γεγηρακότων . ϲιτευθέντων δὲ
δὲ τούτοιϲ αἱ τῶν εὐνουχιϲθέντων ἀμείνουϲ , τὰ δὲ πρεϲβυτικὰ χείριϲτα . τῶν λαγωῶν δὲ ἡ ϲὰρξ αἵματοϲ μέν ἐϲτι
6183509 μεταλλικα
ἐμπλάϲτρουϲ ἐμβαλλομένων φαρμάκων τὰ μέν ἐϲτι γεώδη , καθάπερ τὰ μεταλλικὰ τά τε τῶν λίθων καὶ τῆϲ γῆϲ εἴδη τρύγεϲ
καὶ χυλοὶ καὶ ϲπέρματα καὶ καρποὶ καὶ μόρια φυτῶν καὶ μεταλλικὰ τούτοιϲ ἐμβάλλεται . ἐξ ὧν τὰ μὲν τῶν δριμέων
6180169 πωματα
τοὺς πίθους ἐπὶ τρεῖς ἡμέρας , καὶ οὕτως ἐπιτίθει τὰ πώματα μὴ πάνυ συναρμόζοντα τοῖς χεί - λεσι τῶν πίθων
κάων , καὶ ἰσχναίνων καὶ πνίγων ἀπορεῖν ποιεῖ , πικρότατα πώματα διδοὺς καὶ πεινῆν καὶ διψῆν ἀναγκάζων , οὐχ ὥσπερ
6173590 θυματα
] ἐκ παραλλήλου . χρηστήρια ] τὰ εἰς χρείαν θυσίας θύματα ἢ μαντεύματα : διὰ γὰρ τῶν θυμάτων οἱ μάντεις
〚 αι ? ? 〛 πα ? [ | παρασταθέντα θύματα παρατετημε ! [ ! ] ? [ | καὶ
6173383 περιφραγματα
: τῶν λίνων . ἕρκεα γὰρ τὰ λίνα , τὰ περιφράγματα . δολίων δὲ , ὅτι θηρῶντες τοὺς θῆρας τὰ
πρυτάνεων ἐδίδοτο πρὶν εἰσιέναι τοὺς ξένους καὶ πρὶν ἀναιρεθῆναι τὰ περιφράγματα , τουτέστι πρὶν ἀναπετασθῆναι τὴν ἐκκλησίαν παντὶ τῷ εἰπεῖν
6171685 ὀστρακα
ἕξουσι καθαρόν , δυσῶδες δὲ τὸ ὕδωρ . Οἱ δὲ ὄστρακα ἐκπυρώσαντες ἐμβάλλουσιν , ἄλλοι κρίθινον ἄρτον θερμὸν ἐν σπυρίδι
τῇ συνθέσει τῶν πίθων ἕνα διαρραγῆναι , καὶ τούτου τὰ ὄστρακα πλησιάζοντα διαρρῆξαι ἕτερον , καὶ τοῦτον πάλιν τὸν ἐγγύς
6169127 σχοινια
ἐσθίει , φησί , κινούμενος , ὥσπερ οἱ ἐργαζόμενοι τὰ σχοινία τὰ μεγάλα τῶν πλοίων , ὅλῳ 〚 ἐργαζόμενοι 〛
Οὐ δυναμένους δὲ τούτῳ τῷ τρόπῳ αὐτῶν κρατῆσαι , περιβαλόντας σχοινία ἕλκειν τὰ ἀγάλματα , καί σφι ἕλκουσι βροντήν τε
6165360 κεραμια
εἰς τὴν ναῦν ἐρίων ἀγγεῖον ἓν ἢ δύο καὶ ταρίχους κεράμια ἕνδεκα ἢ δώδεκα καὶ δέρματ ' αἴγεια , δύο
' ὅπου ἂν κλίνῃ , μείνῃ . καὶ παρατιθέασιν ἑκατέρωθεν κεράμια δύο τετρυπημένα , ἵνα διὰ τῶν ἀγγείων συνεχῶς ἀρδεύωσι
6162016 ἀπαρξαμενοι
, πρῶτοι δὲ τῶν ἐκ γῆς καρπῶν τοῖς δεδωκόσιν θεοῖς ἀπαρξάμενοι : οἷς εἰκὸς χαίρειν τοὺς θεοὺς μᾶλλον , ἢ
ἔπειτα κατασφάξαντές τ ' αὐτῷ πολλὰ βοσκήματα καὶ τῶν ἄλλων ἀπαρξάμενοι πάντων , ὅσων ἄνθρωποι βασιλεῦσιν ἢ στρατιᾶς ἡγεμόσιν ἐπὶ
6157566 Σαϊν
φησι . Σάϊς δὲ πόλις Αἰγύπτου γέμουσα ἱπποποτάμων . * Σάϊν : Σάϊς ἡ Ἀθηνᾶ ὄνομα πόλεως αἰθαλόεσσαν δέ φησιν
Ὁμοίως δὲ καὶ Ἀθηναῖοι κτίσαντες ἐν Αἰγύπτῳ πόλιν τὴν ὀνομαζομένην Σάϊν , τῆς ὁμοίας ἔτυχον ἀγνοίας διὰ τὸν κατακλυσμόν .
6151867 θρυαλλιδας
τρεῖς οἰνόπται , οἳ καὶ παρεῖχον τοῖς δειπνοῦσι λύχνους καὶ θρυαλλίδας . ἐκάλουν δέ τινες τούτους καὶ ὀφθαλμούς . παρὰ
οἱ οἰνόπται , οἵτινες καὶ παρεῖχον τοῖς δειπνοῦσι λύχνους καὶ θρυαλλίδας . ἐκάλουν δέ τινες τούτους καὶ ὀφθαλμούς . παρὰ
6150206 μοτα
ἐπιτασςόμενα [ | ] ἆθλα αὐτῷ ὑπὸ τοῦ Εὐρυσθέως : μότα δὲ λέγεται τὰ λεπτὰ [ ] | ? ῥάκη
ἀνυπομόνητον , ἵνα † ἐστὶ τὸ α ἐπιτατικόν . ἢ μότα λέγονται τὰ ῥάκη τὰ πληρωτικὰ τῶν πληγῶν , καὶ

Back