ἀπὸ τοῦ Σάκοι ἔθνους . θιγγάνοντες ] αὐτοχείρως σφάζοντες . θιγγάνοντες ] ἁπτόμενοι . θιγγάνοντες ] προσψαύοντες . θιγγάνοντες ]
ἑπτά , θούριοι λοχαγέται , ταυροσφαγοῦντες ἐς μελάνδετον σάκος καὶ θιγγάνοντες χερσὶ ταυρείου φόνου , Ἄρη τ ' , Ἐνυώ
7870754 θουριοι
θούριοι ] ὁρμητικοί , πολεμικοί . θούριοι ] ὁρμητικοί . θούριοι ] πολεμικοί . θ λοχαγέται ] ἡγεμόνες . λοχαγέται
ἤγουν στρατηγοί . . ἡγεμόνες λόχων ἤτοι τάξεων . . θούριοι λοχαγέται ] πολεμικοὶ στρατηγοί . . ταυροσφαγοῦντες ] οὕτω
7450240 λοχαγεται
. ἔλειπον ] κατέλειψα . ἔλειπον ] ἔλαβον οἱ ἑπτὰ λοχαγέται πρὸς μίαν πύλην . ἔλειπον ] ἀφῆκον . πάλῳ
' ἐγὼ τῶν πραγμάτων : ἄνδρες γὰρ ἑπτά , θούριοι λοχαγέται , ταυροσφαγοῦντες ἐς μελάνδετον σάκος καὶ θιγγάνοντες χερσὶ ταυρείου
7172934 ταυροσφαγουντες
γὰρ ἑπτὰ θούριοι καὶ ὁρμητικοὶ πρὸς πόλεμον λοχαγέται καὶ στρατηγοὶ ταυροσφαγοῦντες ἐς σάκος μελάνδετον , ἤτοι τὸ με - λανθὲν
τῶν πραγμάτων : ἄνδρες γὰρ ἑπτά , θούριοι λοχαγέται , ταυροσφαγοῦντες ἐς μελάνδετον σάκος καὶ θιγγάνοντες χερσὶ ταυρείου φόνου ,
6765775 φιλαιματον
. φόνου ] αἵματος . . Ἐνυὼ ] μάχην . φιλαίματον φόνον ] τὸν αἵματι χαίροντα , εὔφορον τοῦ φόνου
ἐποίησαν εἰς τὸν Ἄρην τε καὶ τὴν Ἐνυὼ καὶ τὸν φιλαίματον Φόβον , τοῦτο ὤμοσαν , ἢ λαπάξειν καὶ κατασκάψειν
6758714 ἀκμονες
ἀντὶ τοῦ πληθυντικοῦ . πελάται ] ἔνοικοι , γείτονες . ἄκμονες : ἀκίνητοι ὑπὸ λόγχης , ὡς ἄκμων ὑπὸ σφυρῶν
. . / : . . . ὅθι τ ' ἄκμονες Ἡφαίστοιο αἱ τοῦ Αἰόλου νῆσοι ἑπτά . τούτων ἐν
6621422 διεσπαρμενοι
ὀλιγανθρωπίας τῆς ἐν αὐτῇ καταφρονήσαντες οἱ κατὰ τὴν χώραν λῃσταὶ διεσπαρμένοι στῖφος ἓν ποιήσαντες ἑαυτοὺς εἰσπεσόντες ἐληίζοντο τὸ ἄστυ ,
καὶ ὁπότε εἰσίοι τι λέξων , περιιστάμεθα τὸν θρόνον οἱ διεσπαρμένοι : τοσοῦτον δεινότητος ἐν τοῖς τοῦδε λόγοις ἐνῆν .
6515290 ἀθληται
' ἂν καὶ ἐπ ' ἐκείνων εἴποι τις Διονυσιακῆς ἀγωνίας ἀθληταί . καὶ καλοῦνται μουσικοὶ καὶ Διονυσιακοὶ τεχνῖται . ὀνομάσαις
ἀκουούσης κακῶς , ἐπειδὴ παρὰ πολὺ τῶν πάλαι οἱ νῦν ἀθληταί : λέοντάς τε γὰρ βόσκει καὶ νῦν φαυλοτέρους οὐδέν
6505383 αὐχενες
ἀπὸ τῶν πεσσῶν , οἵπερ εἰσὶν ἀστράγαλοι . πηδάλια : αὐχένες . Πηλέως μάχαιρα : παροιμία , ἣν ἀναγράφει καὶ
: τὸν ζυγὸν ἐν ᾧ αἱ γλυφαί , ἔνθα οἱ αὐχένες τῶν βοῶν δέδενται . * ὁ δὲ τυτθὸς ὄπισθε
6504788 κατεβαινον
ἵππων ἀνέβαινον διὰ τοῦ τροχοῦ ἐπὶ τὸν δίφρον καὶ πάλιν κατέβαινον ἀπταίστως . καὶ ἦν τὸ ἀγώνισμα πεζοῦ ἅμα καὶ
Ἀχαιῶν . οἱ δὲ θοοὺς οὐρῆας ὑποζεύξαντες ἀπήναις ἐκ πόλιος κατέβαινον ἅμα Πριάμῳ βασιλῆι ἄλλοι δημογέροντες : ἐλαφρότατοι δ '
6477750 τροχοι
χρῆν ἀναγινώσκειν ὡς ἀξιοῖ ὁ Ἀσκαλωνίτης . τροχοὶ ὀξυτόνως καὶ τρόχοι βαρυτόνως διαφέρουσι παρὰ τοῖς Ἀττικοῖς , φησὶ Τρύφων ἐν
τὸ παιδίον . τρόχοι βαρυτόνως καὶ τροχοὶ ὀξυτόνως διαφέρει . τρόχοι μὲν βαρυτόνως τοὺς δρόμους : Εὐριπίδης : ὁρῶ μὲν
6477305 ἰαινομενοι
τύμβος Ἀχιλλέος : οἳ δ ' ἀνὰ θυμὸν καί περ ἰαινόμενοι κταμένων μνησθέντες ἑταίρων ἀργαλέως ἀκάχοντο καὶ ἀλλοδαπῶν ἐπὶ γαῖαν
τεκέων τροφός , οὐκέτι κώρα . Ὣς οἳ μὲν χλοεροῖσιν ἰαινόμενοι μελέεσσιν ἀλλήλοις ψιθύριζον . ἀνίστατο φώριος εὐνή . χἢ
6458343 μαιμωωντες
ἐν αἵματι χεῖρας ἀτειρέας . Οἳ δὲ καὶ αὐτοὶ ἔσταν μαιμώωντες ἐνὶ ξυνοχῇσιν ἀγῶνος , ἄμφω χεῖρας ἑὰς πειρώμενοι ,
ἀκιδνοτέρῃσιν ἐπάλξεσιν ἠρήρειστο : σὺν δέ οἱ ἄλλοι ἔβαν μέγα μαιμώωντες Ἄρηι . Εὗρον δ ' Εὐρύπυλον κρατερόφρονα , τῷ
6452472 τεκτονες
πίνακας ἀχράδος . Μήτραν δὲ πάντα μὲν ἔχειν φασὶν οἱ τέκτονες φανερὰν δ ' εἶναι μάλιστα ἐν τῇ ἐλάτῃ :
, ἐς μὲν ἔσθλ ' ἀμηχανώταται , κακῶν δὲ πάντων τέκτονες σοφώταται . ἄνω ποταμῶν ἱερῶν χωροῦσι παγαί , καὶ
6403494 δαημονες
ἀπὸ τοῦ δεδαμάσθαι τῷ ἀνδρί . δαίμονες οἱ θεοὶ οἱονεὶ δαήμονες ὄντες : οἱ γὰρ θεοὶ πάντα ἴσασιν . ἢ
δέος περὶ νηὶ πελέσθω . ὧς δὲ καὶ ἄλλοι δεῦρο δαήμονες ἄνδρες ἔασιν , τῶν ὅτινα πρύμνης ἐπιβήσομεν , οὔ
6393119 ἀρωγοι
διπλῆι μάστιγι ἐπλήγημεν . μαράγνης ] μάστιγος . τῶν μὲν ἀρωγοὶ ] ἡμῶν οἱ σύμμαχοι οἱ περὶ Ἀγαμέμνονα . στυγερῶν
ἀλλὰ διπλῆς γὰρ τῆσδε μαράγνης δοῦπος ἱκνεῖται : τῶν μὲν ἀρωγοὶ κατὰ γῆς ἤδη , τῶν δὲ κρατούντων χέρες οὐχ
6377161 διαδετοι
] διὰ τῶν γενύων τῶν ἱππικῶν οἱ χαλινοὶ κινύρονται . διάδετοι ] κρεμάμενοι . διάδετοι ] πανταχόθεν δεδεμένοι ἱμάσιν .
τῶν ἱππικῶν οἱ χαλινοὶ κινύρονται . διάδετοι ] κρεμάμενοι . διάδετοι ] πανταχόθεν δεδεμένοι ἱμάσιν . θ διάδετοι ] οἱ
6342232 ἀριστηος
πενθεροὶ Αἰακίδαι , Φθίῃ δ ' ἔνι δώματα ναίοι ἀνδρὸς ἀριστῆος πινυτὴ δάμαρ : οὐδ ' ὅγ ' ἔμελλεν τὰ
ἔρεζον ἀτασθαλίῃσι κακῇσι , κτήματα κείροντες καὶ ἀτιμάζοντες ἄκοιτιν ἀνδρὸς ἀριστῆος : τὸν δ ' οὐκέτι φάντο νέεσθαι . καὶ
6314009 ἐπετοντο
διὰ πεδίου . . . . . οἱ δ ' ἐπέτοντο κονίοντες πεδίοιο : ἡ διπλῆ ὅτι λείπει ἡ διά
ἐφέροντο . διὸ ἀθετοῦνται . . . , , . ἐπέτοντο κονίοντες πεδίοιο . * ) [ ἡ διπλῆ ὅτι
6308482 διεκωλυον
δὲ ὅτι βαδίζοντα αὐτὸν πρὸς τὸν τάφον τοῦ πατρὸς οὐ διεκώλυον : τί τοῦτο εἴρηκας . ἢ ἵνα τί ἐκεῖσε
ὑπὸ χειμῶνος βιασθείς : ἀπᾶραι δὲ βουλόμενον καταπνέοντες ἐναντίοι ἄνεμοι διεκώλυον . ἀποροῦντι δὲ αὐτῷ ὑπὲρ τῶν ἐνεστώτων , οἱ
6294374 ἠιθεοι
κοῦραι σὺν εὐθυμίᾳ νεοκτίτῳ ὠλόλυξαν , ἔκλαγεν δὲ πόντος : ἠίθεοι δ ' ἐγγύθεν νέοι παιάνιξαν ἐρατᾷ ὀπί . Δάλιε
. , : Παρὰ Σαυνίταις κατ ' ἔτος οἵ τε ἠίθεοι κρίνονται δημοσίᾳ καὶ αἱ παρθένοι , ὁ δὲ κριθεὶς
6289865 ἀγνυμεναων
ὄνομα κύριον . ἢ τοῦ ἀγαπωμένου ὑπὸ τῶν ἀνδρῶν . ἀγνυμενάων συντριβομένων : “ νηῶν θ ' ἅμα ἀγνυμενάων .
νῆας ὀρώρει ἀνδρῶν τ ' ὀλλυμένων νηῶν θ ' ἅμα ἀγνυμενάων : ἰχθῦς δ ' ὣς πείροντες ἀτερπέα δαῖτα φέροντο
6280482 ἐελδομενοι
ἐπὶ χρόνον , εἰς ὅ κ ' ἔμοιγε λοιβὰς ἀμφιχέωνται ἐελδόμενοι μέγα νόστου : αὐτὴν δ ' , εἴ κ
, στέρνον δέ οἱ ἀφριόωντος δεύεται , οὐδ ' ἵστανται ἐελδόμενοι πόδες οἴμης , πουλὺς δ ' ἀμφ ' ἕνα
6276549 μαρναμενοι
δῆριν ἔθεντο ὅπλα , καὶ ἀντιπάλων ὕβριν ἀπεσκέδασαν : † μαρνάμενοι δ ' ἀρετῆς καὶ δείματος † οὐκ ἐσάωσαν ψυχάς
. Οἵδε παρ ' Εὐρυμέδοντά ποτ ' ἀγλαὸν ὤλεσαν ἥβην μαρνάμενοι Μήδων τοξοφόρων προμάχοις αἰχμηταί , πεζοί τε καὶ ὠκυπόρων
6270640 Φαιακες
: καὶ διερχόμεναι τὰ κύματα . θεὸς δὲ : οἱ Φαίακες σέβουσι τὸν Διομήδην οἵτινές εἰσι περὶ τὸ Ἰόνιον πέλαγος
κληθῆναι . τὸ ἐθνικὸν Σχεριεύς . οἱ ἐνοικοῦντες Σχέριοι ἤτοι Φαίακες . Σχινοῦσσα , ὡς Ῥοδοῦσσα , Φωκικὴ νῆσος .
6268176 ποδωκεες
δ ' ἤχθηρεν Ὄλυμπον . Ἄγχι δέ οἱ μάλα πολλὰ ποδώκεες ἔστενον ἵπποι , γαῖαν ἐπιστείβοντες ἀήθεα καὶ βασίλειαν ἀχνυμένην
ἀάσπετον ἄλγος ὀιζυρῶς ἐσάθρησα , κεῖνον ὅτ ' ἀμφὶ πόληα ποδώκεες εἴρυον ἵπποι ἀργαλέως Ἀχιλῆος , ὅ μ ' ἀνέρος
6265073 κατεκοπησαν
Θρᾴκης . Ἐν ᾧ πολέμῳ πολλοὶ τῶν Ἡρακλεωτῶν γενναίως ἀνδρισάμενοι κατεκόπησαν . Καὶ νικᾷ μὲν κατὰ κράτος ὁ Ζιποίτης ,
ἐπιόντας , οὐκ ἀνάνδρως , ἀτυχῶς δ ' οἱ πλείους κατεκόπησαν . γενομένης δ ' οἰκτρᾶς νίκης περὶ τοὺς Ῥωμαίους
6246479 θεραποντες
οἱ πάντες ἕξ , ὑμεῖς καὶ ὁ Κλεινίας καὶ δύο θεράποντες αὐτοῦ . ἐπελαύνομεν οὖν τὴν ἐπὶ Σιδῶνα καὶ περὶ
, ὡς μὲν Κλείταρχος ἐν γλώσσαις φησίν , ἄζοι , θεράποντες , ἀκόλουθοι , ὑπηρέται , πάλμονες , λάτρις .
6245642 καταφερομενοι
τὸ βρι ἐπιτατικὸν μόριον : βαρύνονται γὰρ οἱ ἐν ὕπνῳ καταφερόμενοι , . , , . . α . ,
ἰσχυρὸς πλεονασμῷ τοῦ ο : βαρύνονται γὰρ οἱ ἐν ὕπνῳ καταφερόμενοι . . . . ἄποινα : τὰ ὑπὲρ ,
6239152 ἐστησαντο
Ἰνδῶν ἐκ πολέμοιο δεδεγμένοι ἐξείνισσαν καὶ μετὰ Ληνάων ἱερὸν χορὸν ἐστήσαντο , ζώματα καὶ νεβρῖδας ἐπὶ στήθεσσι βαλόντες , εὐοῖ
. Ταῦτα δὲ ἦν γινόμενα ἐν Μιλήτῳ . Βασιλέας δὲ ἐστήσαντο οἱ μὲν αὐτῶν Λυκίους ἀπὸ Γλαύκου τοῦ Ἱππολόχου γεγονότας
6235837 γιγαντες
βῶλον ὀδόντων , οἱ δ ' ἤδη κατὰ ὦλκας ἀνασταχύωσι γίγαντες , ᾗ κεν ὀρινομένους πολέας νειοῖο δοκεύσῃς , λάθρῃ
ἐστὶ Φερσεφόνης , καὶ ὄνομα ἔχει γίγαντος . Οἱ γὰρ γίγαντες ἀπορρήξαντες αἰγιαλοὺς ἐκύλιον διὰ τῆς θαλάσσης , ἐγχῶσαι τὰς
6232141 καταλειφθεντες
φυγαῖς ἐζημιώθησαν ἀιδίοις : τὰς δὲ οὐσίας αὐτῶν διέλαχον οἱ καταλειφθέντες Ῥωμαίων ἔποικοί τε καὶ φρουροὶ τῆς πόλεως . Τελευταία
οἰκοῦσιν ἐν Ἰταλίᾳ τυχὼν ἀπῆρεν εἰς Σικελίαν . οἱ δὲ καταλειφθέντες ὑπ ' αὐτοῦ φρουροὶ καὶ οἰκήτορες Ἰταλίας οἱ περὶ
6227320 σωθεντες
πάλιν δὲ φύζα τοὺς μύας κατειλήφει . ἄλλοι μὲν οὖν σωθέντες ἦσαν ἐν τρώγλαις , τοὺς δὲ στρατηγοὺς εἰστρέχοντας οὐκ
ἐξενήνεγμαι τεσσαρεσκαίδεκα μὲν στεφάνους πολιτικούς , οἷς ἀνέδησάν με οἱ σωθέντες ἐν ταῖς μάχαις ὑπ ' ἐμοῦ , τρεῖς δὲ
6222324 ἀπολοντο
ἀρχοὶ δ ' αὖ δύο μοῦνοι Ἀχαιῶν χαλκοχιτώνων ἐν νόστῳ ἀπόλοντο : μάχῃ δέ τε καὶ σὺ παρῆσθα . εἷς
Τρώων μὲν ὑπεξέφυγον στονόεσσαν ἀϋτήν , ἐν νόστῳ δ ' ἀπόλοντο κακῆς ἰότητι γυναικός . αὐτὰρ ἐπεὶ ψυχὰς μὲν ἀπεσκέδας
6218458 πετασαντες
τὰ ἐπιτήδεια , προελθόντες καὶ τὴν ναῦν πεπηγυῖαν ἀνασπάσαντες καὶ πετάσαντες τὴν ὀθόνην ἐσυρόμεθα ὥσπερ πλέοντες λείως καὶ προσηνῶς ἐπὶ
δένδρα μόλις ἀνιμησάμεθα , καὶ θέντες ἐπὶ τῶν κλάδων , πετάσαντες τὰ ἱστία καθάπερ ἐν θαλάττῃ ἐπλέομεν τοῦ ἀνέμου προωθοῦντος
6215354 Ἰδαιης
οἱ Κορύβαντες , ἢ οἱ παρατυχόντες , φοβοῦνται ὅτε τῆς Ἰδαίης τὸν ῥιγηλὸν ὑλαγμὸν εἰσαΐωσιν Ἰδαίης δὲ τῆς ὀρεινῆς :
, σφαῖραί τε θερειλεχέος πλατάνοιο , σπέρματα βουπλεύρου τε καὶ Ἰδαίης κυπαρίσσου : πάντα γὰρ ἀλθήσει καὶ ἀθέσφατον ἐκ μόγον
6210395 κατεφευγον
ἀνεκάλουν τὰ φίλτατα καὶ ἐς τὰ ἱερὰ ὡς ἐς ἄσυλα κατέφευγον καὶ τοὺς θεοὺς ὠνείδιζον ὡς οὐδὲ σφίσιν αὐτοῖς ἐπικουρῆσαι
νομίζοντες εἶναι καὶ περὶ τῷ στρατοπέδῳ δείσαντες ἀκόσμως ἐς αὐτὸ κατέφευγον ὡς ἀπ ' αὐτοῦ τοὺς πολεμίους ἀμυνούμενοι . Ῥωμαῖοι
6209803 Αἰακιδαι
Ἀχιλλέα , ὁ δὲ Τελαμὼν τὸν Αἴαντα . οἵτινες ἐκαλοῦντο Αἰακίδαι , τὴν ἀπὸ τοῦ πάππου τιμὴν ἐκ τούτου προσφερόμενοι
Αἰακίδαι : ὑμᾶς τε , ὦ τίμιοι κατὰ τὰ ἅρματα Αἰακίδαι , νόμιμον καὶ σύνηθες εἶναί μοι λέγω σαφέστατον καὶ
6208525 ἀνοστητοιο
: τόσσος ἔρως καὶ τοῖσιν ἐς Ἄϊδος ἡγεμονεύει ἐσθορέειν κευθμῶνας ἀνοστήτοιο λόχοιο . κύντατα δ ' ἐς φιλότητα καὶ ὕστατον
σφιν ἀνάρσιον ἐξεφάνη πῦρ : ὣς οἵ γ ' ἱμείρουσιν ἀνοστήτοιο λόχοιο ἐσπεσέειν κευθμῶνα , κακοῦ δ ' ἤντησαν ἔρωτος
6204376 τεταρτοι
δύνανται ἐπίπεδον τετράγωνον , ἰσάκις ἴσοι ὄντες : οἱ δὲ τέταρτοι ὅροι ὅ τε ηʹ καὶ ὁ κζʹ δύνανται ἰσάκις
λαῶν ἄνακτες , ἀλλ ' ἀνώνυμοι σποραὶ ναυκληρίας πέμπτοι καὶ τέταρτοι γαῖαν ἵξονται θεᾶς . Διομήδης μετὰ τὴν Ἰλίου πόρθησιν
6198911 πρυμνῃσι
ἀλλὰ Ζεὺς κῆρας ἄμυνε παιδὸς ἑοῦ , μὴ νηυσὶν ἔπι πρύμνῃσι δαμείη : Αἴας δ ' ἀσπίδα νύξεν ἐπάλμενος ,
Πηλεΐωνα , ἤματι τῷ ὅτ ' ἂν οἳ μὲν ἐπὶ πρύμνῃσι μάχωνται στείνει ἐν αἰνοτάτῳ περὶ Πατρόκλοιο θανόντος : ὣς
6198216 γλωχισιν
ἄγκιστρον κατέδυ τεθοωμένον εὐρέϊ λαιμῷ , ἐν δ ' ἐπάγη γλωχῖσιν : ὁ δ ' ἕλκεϊ θυμὸν ὀρινθεὶς πρῶτα μὲν
, ὧν τὸ σχῆμα τῆς συνθέσεως ἔοικε ταῖς τῶν βελῶν γλωχῖσιν . ταῦτά τοι καὶ τριγλώχινας αὐτὰς ὠνόμασαν ἔνιοι τῶν
6194836 δμηθεντες
ἐν τοῖς Παιᾶσιν αὐτοκτόνοις καὶ ταῖς ὑπ ' ἀλλήλων σφαγαῖς δμηθέντες καὶ τεθνηκότες αἰχμάσουσι καὶ πολεμήσουσι τὴν λοισθίαν βοήν .
κεῖνα μάχεσθαι . Καί ῥ ' οἳ μὲν πεύκῃσι πέρι δμηθέντες ἔκειντο , τὰς ἔχον ἐν χείρεσσι μάχης ἄκος :
6193187 ἀνεβησαν
δέ , ἑκάστη τὸ ἴδιον χαρισάμεναι , εἰς τὸ Ἑλικῶνα ἀνέβησαν ὄρος . ὁ δὲ Αἴσωπος αὐτὸ τὸ ταχθὲν ὑπὸ
ἀναβῆναι , δηλοῖ τὸ εἰς τὸ Κωρύκιον ἀνενείκαντο , ἤγουν ἀνέβησαν . . . . . ὅτι δὲ καὶ ἀντὶ
6180226 διεβαλον
ἐντεῦθεν , ὦ πάτερ ; ἠγροικισάμην τι περὶ σέ ; διέβαλόν σου πρὸς ἄλλους τὴν περὶ τὸν υἱὸν δυσκολίαν ;
ἐντεῦθεν , ὦ πάτερ ; ἠγροικισάμην τι περὶ σέ ; διέβαλόν σου πρὸς ἄλλους τὴν περὶ τὸν υἱὸν δυσκολίαν ;
6169305 ἀμφιγυοις
ἔβαινον , ἵππους δ ' εἰσελάσαντες ἐπὶ πρύμνῃσι μάχοντο ἔγχεσιν ἀμφιγύοις αὐτοσχεδόν , οἳ μὲν ἀφ ' ἵππων , οἳ
γηγενέες : φρίξεν δὲ περὶ στιβαροῖς σακέεσσι δούρασι τ ' ἀμφιγύοις κορύθεσσί τε λαμπομένηισιν Ἄρηος τέμενος φθισιμβρότου , ἵκετο δ
6162091 καμον
' ἄπρηκτος ὀρώρει . Ἀλλ ' ὅτε δὴ μάλα πολλὰ κάμον περὶ τείχεα Τροίης αἰχμηταὶ Δαναοί , πολέμου δ '
ἠδ ' ὑπένερθε ζῶμά τε καὶ μίτρην , τὴν χαλκῆες κάμον ἄνδρες . αὐτὰρ ἐπεὶ ἴδεν ἕλκος ὅθ ' ἔμπεσε
6160332 Μηθυμναιοι
ὅσον ἑκατὸν ἀπέχοντι κῆρυξ ἀπαντᾷ σπονδὰς κομίζων . Οἱ γὰρ Μηθυμναῖοι μαθόντες παρὰ τῶν ἑαλωκότων ὡς οὐδὲν ἴσασι Μιτυληναῖοι τῶν
κατὰ πόλεμον καὶ τραῦμα ἡ ἰσχυρὰ ἧττα φ ʃ οἱ Μηθυμναῖοι . εἴργειν : τοὺς Μιτυληναίους . ἔστιν οἷ :
6159135 ἀναριθμοι
Ἀριόμαρδος , καὶ ἑλειοβάται ναῶν ἐρέται δεινοὶ πλῆθός τ ' ἀνάριθμοι . ἁβροδιαίτων δ ' ἕπεται Λυδῶν ὄχλος , οἵτ
γὰρ τόπος ἐν Αἰγυπτίοις . ἐρέται ] κωπηλάται . . ἀνάριθμοι ] τοῦτο πρὸς τὸ πλῆθος ἔδει ἐπενεγκεῖν καὶ εἰπεῖν
6158768 καθεστηκοτες
αὐτὸς δὲ τί φημι ; εἰ μὲν ἔν τινι κινδύνῳ καθεστηκότες ἦσαν οἱ Θηβαῖοι , δικαίως ταῦτ ' ἄν τις
ἐγένοντο τῆς διαφορᾶς οἱ ταῖς συγγενείαις καὶ ταῖς οἰκειότησιν ἐγγύτατα καθεστηκότες τῶν Πυθαγορείων . αἴτιον δ ' ἦν , ὅτι
6158716 αὐληται
ὄντα ἡ τιτθὴ οὕτως ἐκάλεσεν . καὶ νῦν δὲ οἱ αὐληταὶ ὑποπόδιον διπλοῦν ὑπὸ τὸν δεξιὸν πόδα ἔχοντες , ὅταν
νῦν ἐπὶ τοῦ τόπου ἐν θεάτρῳ , ἐφ ' ᾧ αὐληταὶ καὶ κιθαρῳδοὶ καὶ ἄλλοι τινὲς ἀγωνίζονται . σὺ μέντοι
6156129 κροσσοι
σίλλυβα οἱ παλαιοὶ καλοῦσιν . καὶ αὐτοὶ δ ' οἱ κροσσοὶ δοκοῖεν ἂν ὠνομάσθαι , Ἀραρότος εἰπόντος ἐν Καινεῖ παρθένος
πτεροῖς , πλεκτάναις ἀντὶ δελέατος , πλοκάμοις , κυρίως οἱ κροσσοὶ , ταῖς πλοκαμίσι τῆς τευθίδος : κέχρηνται γὰρ αὐτῆς
6150578 Τοι
γένη τὰ ἐπὶ στενωπῶν καὶ ἐπιμηκῶν τοῦ Ποσειδῶνος οἰκοῦντα . Τοι : ἤως διά σου , ἢ ἔν σοι ,
νόμων κατασκευάσαιτο τυραννικὸς ἀνήρ , τὴν ἐλευθερίαν αὖθις ἀφαιρεθῆναι . Τοι - αῦτα διαφερομένων τῶν ὑπάτων κατὰ σφᾶς αὐτοὺς καὶ
6146265 περιλειφθεντες
. ὑπακουσάντων δὲ τῶν Σπαρτιατῶν , τοῦτον τὸν τρόπον οἱ περιλειφθέντες ἐσώθησαν , οὓς συντάξας ὁ βασιλεὺς Ἀρχίδαμος παρεσκευάζετο πολεμεῖν
παρακειμένην τῷ Παρνασῷ Κίρφιν ὄρος ἀπέφυγον , ὅσοι δὴ καὶ περιλειφθέντες ἐτύγχανον . καταλιπὼν δὲ ὁ Εὐρύλοχος ἐνίους τῶν Θεσσαλῶν
6140821 ὁροωντες
καλέεσκεν ἐς μέσον ἡρώων τὸν ὑπέρτατον . Οἳ δ ' ὁρόωντες θάμβεον ὄβριμον ἄνδρα καὶ ἄλκιμον , οὐδέ τις ἔτλη
δ ' ἐς βαθὺ κῦμα κυκώμενον : οἱ δ ' ὁρόωντες αὐτίκ ' ἐπιθρώσκουσι καὶ ἁρπάζουσιν ὄλεθρον . οὐδ '
6139728 παραλαμβανουσι
δὲ σὺν αὐτῷ ἐλθόντες μανθάνουσιν ἔνθα ἦμεν κεκρυμμένοι , καὶ παραλαμβάνουσι τοὺς τῆς πόλεως ἄρχοντας . οἱ δὲ εἴσω τινὰ
Δωρικοῦ δυνάμενον ἐσχηματίσθαι τοῦ ὥ , ὅπερ ἀντὶ τοῦ ὥς παραλαμβάνουσι , τῇ δὲ ἀπὸ τοῦ πτωτικοῦ τοῦ προϋφεστῶτος κατ
6139157 καναχην
κανοῦν . οἱ δὲ ἐπὶ θορύβου τάττουσι τοῦτο παρὰ τὴν καναχήν , ἤγουν μετὰ ψόφου ἔγχεον . νυν ] δή
κανοῦν . οἱ δὲ ἐπὶ θορύβου τάττουσι τοῦτο παρὰ τὴν καναχήν , ἤγουν μετὰ ψόφου ἔγχεον . νυν ] δή
6136668 αὐτομολοι
Ἀριστομήδης ὁ Φεραῖος καὶ Βιάνωρ ὁ Ἀκαρνάν , ξυμπάντες οὗτοι αὐτόμολοι , μετὰ τῶν ἀμφ ' αὐτοὺς στρατιωτῶν ὡς ὀκτακισχιλίων
πόσση , πόσσος πόθος ἐστὶ τοκήων , αὐτόδετοι βαίνουσι καὶ αὐτόμολοι περόωσι . Εἰσὶ δ ' ὄϊς ξανθοὶ πυμάτης ἐνὶ
6135791 συγχορευται
κῆποι καὶ αἱ τῶν γεννηθέντων τροφαί . Ἀπόλλωνι μὲν οὖν συγχορευταὶ καὶ ξυμπαίστριαι νῦν τε εἰσὶ καὶ ἀεὶ πάντως μελῳδοῦντι
ξυνθιασώτα : συγχορευταί : θίασος γὰρ ὁ χορός . . συγχορευταὶ καὶ κοινωνοί . Θ . . πάλιν δῆλον ὅτι
6130443 ἐδησαν
. ἐμνῶντο δὲ Ἐφιάλτης μὲν Ἥραν Ὦτος δὲ Ἄρτεμιν . ἔδησαν δὲ καὶ Ἄρην . τοῦτον μὲν οὖν Ἑρμῆς ἐξέκλεψεν
πᾶσιν ἄλειψα . οἱ δ ' ἐν νηΐ μ ' ἔδησαν ὁμοῦ χεῖράς τε πόδας τε ὀρθὸν ἐν ἱστοπέδῃ ,
6126258 νεανιαι
ἐνὶ δεσμῷ . Γεννικοὶ γὰρ οὗτοι οἱ κατ ' ἀλκὴν νεανίαι ταραχῆς καὶ πολέμου μεστὸν ᾔδεσαν τὸν βίον : οὐδεμιᾶς
καὶ δώροις αὐτοὺς καὶ παντοδαπαῖς τιμαῖς ᾠκειώσατο . ὅθεν οἱ νεανίαι , ἐν οἷς ἦν τὸ πολὺ πλῆθος Παιόνων μάλιστα
6112701 ἐκλεκτοι
ἐπιγείων . ὥρα ιαʹ , * ἐν ᾗ εὐφραίνονται οἱ ἐκλεκτοὶ τοῦ θεοῦ . ἑνδεκάτῃ ἀνθομολόγησις καὶ ἀγαλλίασις πάντων .
ὥρα καλεῖται Σημβροῦ : ἐν αὐτῇ τῇ ὥρᾳ εὐφραίνονται οἱ ἐκλεκτοὶ τοῦ θεοῦ . ἡ ιβʹ ὥρα καλεῖται Δακνειοῦν :
6111206 Αἰαντες
προστιθέντες τὸ ί , ποιοῦσι δοτικὰς τῶν πληθυντικῶν , οἷον Αἴαντες Αἰάντεσιν ; ὄνυχες ὀνύχεσιν , ἕλικες ἑλίκεσιν : ἕλιξ
καὶ πρὸς ἓν τὴν ἰατρικὴν νεύουσιν . οἱ μέντοι γε Αἴαντες εἰ καὶ ὁμώνυμοί εἰσιν , ἀλλ ' οὖν οὐχ
6097756 Ἀτρειδαι
ἐλθών , ἀρίστου πατρὸς ἔχθιστος γεγώς . Ὄλοισθ ' , Ἀτρεῖδαι μὲν μάλιστ ' , ἔπειτα δὲ ὁ Λαρτίου παῖς
' ἂν φθάνοιτε κλῆιθρα συμπεραίνοντες μοχλοῖς , ὦ κατὰ στέγας Ἀτρεῖδαι . δεινὸν εὐτυχῶν ἀνὴρ πρὸς κακῶς πράσσοντας , ὡς
6091228 πανημεριοι
' Ἄρηι : ὅτι προεληλυθυίας λέγει τῆς ἡμέρας ἤδη τὸ πανημέριοι ἐπὶ τοῦ ἀπολείποντος αὐτοῦ μέρους , καὶ οὐ πάντως
ἀεὶ τὴν ἄρκτον ἔχων λάμπουσαν ἕως ἂν ἐφεύρῃς . Ἧσθε πανημέριοι χορταζόμενοι γάλα λευκόν , [ πῦον δαινύμενοι , κἀμπιπλάμενοι
6090464 ἀολλεες
' ὀστέ ' ἀράξω . κηδεμόνες δέ οἱ ἐνθάδ ' ἀολλέες αὖθι μενόντων , οἵ κέ μιν ἐξοίσουσιν ἐμῇς ὑπὸ
ὀϊσάμενος δόλον εἶναι . οἱ δ ' ἅμ ' ἀϊστώθησαν ἀολλέες , οὐδέ τις αὐτῶν ἐξεφάνη : δηρὸν δὲ καθήμενος
6083210 πεπληγον
κραιπνοῖσι πέδον ῥήσσωσι πόδεσσιν ὧς οἱ ὑπ ' Ὀρφῆος κιθάρῃ πέπληγον ἐρετμοῖς πόντου λάβρον ὕδωρ , ἐπὶ δὲ ῥόθια κλύζοντο
συγκοπὴν Αἰολικὴν εἰλήλουθμεν . . . , : τὸ δὲ πέπληγον Ἰώνων καὶ Συρακουσίων λέξις : οὗ ἐνεστὼς πεπλήγω ἐκ
6079411 προπολοι
προεστᾶσιν ὁ δὲ καὶ τούτων καὶ τῶν κατὰ μαντικήν : πρόπολοι δὲ τῶν Μουσῶν οἱ πεπαιδευμένοι πάντες , καὶ ἰδίως
λέλυμαι μελέων σύνδεσμα φίλων . λάβετ ' εὐπήχεις χεῖρας , πρόπολοι . βαρύ μοι κεφαλῆς ἐπίκρανον ἔχειν : ἄφελ '
6076814 παρηλλαγμενοι
, καὶ ὠτόῤῥυτοι : τουτέοισιν ὑπερῷαι κοῖλαι , καὶ ὀδόντες παρηλλαγμένοι . Ὁκόσοισιν ὀστέον ἀπὸ ὑπερῴης ἀπῆλθε , τουτέοισι μέση
τούτους μάλιστα φοξούς . ἐπὶ πολλῶν δὲ καὶ οἱ ὀδόντες παρηλλαγμένοι φαίνονται , τουτέστιν οὐ κατ ' εὐθὺ [ τοῖς
6072208 ἀπεθνῃσκον
τῶν γὰρ λεγόντων ἐναντία ἐκείνοις οἱ μὲν ἔφευγον οἱ δὲ ἀπέθνῃσκον , ὥστ ' εἴ τις καὶ ἐβούλετο ἐναντιοῦσθαι ὑπὲρ
πολὺ μᾶλλον τῶν τε πολιτῶν οἳ διὰ τὴν τούτων πονηρίαν ἀπέθνῃσκον , καὶ τοὺς ἐμπόρους ἐφ ' οὓς οὗτοι συνέστησαν
6071477 ἐξεδεξαντο
καὶ κερδαλέον κέρδιστον λέγει . οἱ δὲ νεώτεροι τὸν φιλοκερδῆ ἐξεδέξαντο . . , . ἡ διπλῆ πρὸς τὴν ἐπανάληψιν
τῆς ἀηδίας καὶ τῆς λέσχης † συγκειμένης , ὥς τινες ἐξεδέξαντο , ἀλλὰ ἀπὸ τοῦ ἁδεῖν , τοῦ σημαίνοντος τὸ
6069341 τελευτωσι
Διοσκόρους εἶναι τὸ ὑπὸ γῆν καὶ ὑπὲρ γῆν ἡμισφαίριον : τελευτῶσι δὲ ἀμοιβαδὸν μυθικῶς οἱονεὶ ὑπὸ τοὺς ἀντίποδας ἐξ ἀμοιβῆς
, καὶ ταύταις ἀμυνόμενοι τοὺς ἐναντίους διασπῶσι τοὺς χειρωθέντας . τελευτῶσι δ ' αὐτῶν οἱ πλεῖστοι λιμῷ κατα - πονηθέντες
6069295 ἐπεχραον
' ἐφ ' ἱππήεσσιν ὄρουσαν ἱππῆες , πεζοῖσι δ ' ἐπέχραον ἔθνεα πεζῶν , ἅρμασι δ ' ἅρμαθ ' ἵκοντο
ὀδόντας ὧς Ζήτης Κάλαΐς τε μάλα σχεδὸν ἀίσσοντες τάων ἀκροτάτῃσιν ἐπέχραον ἤλιθα χερσίν . καί νύ κε δή σφ '
6069214 Μαραθωνομαχαι
Μαραθῶνος τόπος τῆς Ἀττικῆς , καὶ οἱ ἐκεῖσε μαχησάμενοι ἐκλήθησαν Μαραθωνομάχαι . μαραθωνομάχους ] τοὺς ἐν τῷ Μαραθῶνι μαχεσαμένους ἀγωνισαμένους
ἢ κατακρημνιεῖ ἢ πεινῆν ποιήσει . ταῦτ ' ᾖδον οἱ Μαραθωνομάχαι οὐ δημοσίᾳ μόνον , ἀλλὰ καὶ κατ ' οἰκίαν
6063331 ἐβασιλευσαν
προσωπεῖα δὲ περικειμένους εἰκόνας ἔχοντα ὅσοι Ῥωμαίων ἐνδόξως ἐστρατήγησαν ἢ ἐβασίλευσαν . τούτων δὲ συντελεσθέντων λαβὼν λαμπάδα ὁ τὴν βασιλείαν
τὴν Μεσσηνίαν μερίδα , καὶ οἱ ἀπὸ τούτου μέχρι τινὸς ἐβασίλευσαν αὐτῆς : ὕστερον δὲ τῶν ἀπὸ Κρεσφόντου τὴν βασιλείαν
6063198 ἐνοικουντες
, εὖρος δύο πλέθρων . ταύτην τὴν πόλιν ἐξέλιπον οἱ ἐνοικοῦντες μετὰ Συεννέσιος εἰς χωρίον ὀχυρὸν ἐπὶ τὰ ὄρη πλὴν
, ἀλλὰ ψιλὴ ἦν ἅπασα ἡ χώρα : οἱ δὲ ἐνοικοῦντες ὄνους ἀλέτας παρὰ τὸν ποταμὸν ὀρύττοντες καὶ ποιοῦντες εἰς
6060566 λαπαξειν
πορθήσεις καὶ ἀφανισμούς . θΞ θέντες ] ποιήσαντες . Ξ λαπάξειν ] ἐκκενώσειν ἀπὸ τοῦ λαπάθου . λαπάξειν ] πορθήσειν
ποιήσαντες . Ξ λαπάξειν ] ἐκκενώσειν ἀπὸ τοῦ λαπάθου . λαπάξειν ] πορθήσειν . λαπάξειν ] πορθήσειν , ἀφανίσειν .
6060468 ἠχουντες
, ἠχοῦσιν . θ κλάζουσι ] ἐκπέμπουσιν , ἠχοῦσιν ἤτοι ἠχοῦντες φόβον ποιοῦσιν . κώδωνες ] κωδώνια . φόβον ]
. . ἄβρομοι : οἱ ἄγαν βρομοῦντες , ὅ ἐστιν ἠχοῦντες : παρὰ τὸ βρόμος , ὃ σημαίνει τὸν ἦχον
6054528 κεραιαι
νῆες μέχρι μὲν τῶν ὁλκάδων ἐπεδίωκον : ἔπειτα αὐτοὺς αἱ κεραῖαι ὑπὲρ τῶν ἔσπλων αἱ ἀπὸ τῶν ὁλκάδων δελφινοφόροι ἠρμέναι
κράτος ἐναυμάχησαν , ἀλλὰ κατὰ κράτος ἐνίκησαν ἔπειτα αὐτοὺς αἱ κεραῖαι . . . : ἐκ τῶν κεραιῶν δελφῖνες ἦσαν
6052030 ἐντιμοι
φαυλότερον . ἐφοίτων μὲν οὖν ἐπὶ τὰς θύρας Κύρου οἱ ἔντιμοι σὺν τοῖς ἵπποις καὶ ταῖς αἰχμαῖς , συνδόξαν πᾶσι
ὑμῶν . καὶ ἀπολοῦνται οἱ ἀγαπητοὶ ὑμῶν καὶ ἀποθανοῦνται οἱ ἔντιμοι ὑμῶν ἀπὸ πάσης τῆς γῆς , ὅτι πᾶσαι αἱ
6046254 φεροντο
ἐνέμοντο . ” φέρτερος κρείσσων , παρὰ τὸ ὑπερφέρειν . φέροντο ἐν τῇ Κ Ὀδυσσείας ἀντὶ τοῦ προσεφέροντο : “
ἐκτελέσαντες ἀτειρέες ἔργον Ἀῆται εἰς ἑὸν ἄντρον ἕκαστος ὁμοῦ νεφέεσσι φέροντο . Μυρμιδόνες δ ' , ὅτ ' ἄνακτα πελώριον
6040801 Ὑπερβορεοι
, ἧς τὸ ἐθνικὸν Ὑπερασιεύς . Φλέγων κγʹ ὀλυμπιάδι . Ὑπερβόρεοι , ἔθνος . Πρώταρχος δὲ τὰς Ἄλπεις Ῥίπαια ὄρη
δ ' Ὠκεανῷ , Κρόνιον δέ ἑ κικλήσκουσι , πόντον Ὑπερβόρεοι μέροπες , νεκρήν τε θάλασσαν : Οὐκέτι δὲ προφυγεῖν
6034911 ἀγκυλοχειλαι
αὐτό ἐστιν : οὐκ ἄτοπον οὖν καὶ ἐπὶ τοῦ καμψώνυχες ἀγκυλοχεῖλαι τὸ αὐτὸ σημαινόμενον ἐκ παραλλήλου εἶναι . Κρεῖττον οὖν
ἀγκυλοχεῖλαι ἀγκύλα χείλη ἔχοντες : “ φῆναι ἢ αἰγυπιοὶ γαμψώνυχες ἀγκυλοχεῖλαι . ” ἀγνώσασκε ἐξηγνόει : “ ἄλλοτε δ '
6031852 μαχλοσυνην
ἵκοντο , τὴν δ ' ᾔνης ' ἥ οἱ πόρε μαχλοσύνην ἀλεγεινήν . ἀλλ ' οὐ πρέπον ὑπολαμβάνειν θεοὺς ὑπὸ
, μανίαν ἢ μωρίαν , εἰ δὲ ἐπὶ φαιδραῖς , μαχλοσύνην δηλοῦσιν . Ὦτα μεγάλα φοροῦσιν ἀναίσθητοι , μικρὰ δὲ
6031135 ὁπλισθεντες
: νῦν δ ' οἱ μὲν ἄοπλοι , οἱ δὲ ὁπλισθέντες κρατοῦσιν . Ἔνθα οὐ θεὸν ἔδει ὑπὲρ τῶν ἀπολέμων
οἰκίαν ἐλθόντες θάπτουσι τοὺς νεκρούς , ἔπειτα δὲ καὶ αὐτοὶ ὁπλισθέντες ἐξέρχονται πρὸς τὸν ἀγρὸν Ὀδυσσεῖ πολεμήσοντες , Ἀθηνᾶς δὲ
6029070 κατεπλεον
τὴν Ἀττικήν : καὶ αὗται γὰρ αἱ τριήρεις ἐκ πολέμου κατέπλεον ἐστεφανωμέναι , χρησάμεναι Συρακοσίῳ στρατηγῷ : συνεμίχθησαν δὲ αἱ
τοσοῦτον ἦλθον διαδρᾶναι : καὶ ἀναδησάμενοι τὴν ναῦν ἁλύσει ῥοδίνῃ κατέπλεον . ἡ μὲν οὖν Ἑλένη ἐδάκρυέν τε καὶ ᾐσχύνετο
6026494 δαιε
φυλάττει τὸ υ συνεσταλμένον κατὰ τὴν γενικήν , οἷον Ε δαῖέ οἱ ἐκ κόρυθός τε καὶ ἀσπίδος ἀκάματον πῦρ ,
Διο - μήδης ὕστερον ἐπερρώσθη τε καὶ ἦν λαμπρός . δαῖέ οἱ ἐκ κόρυθός τε καὶ ἀσπίδος ἀκάματον πῦρ .
6026183 ἐλειπον
σάκεσιν εἰλυμένοι ὤμους : αὐτὰρ ἐγὼ χλαῖναν μὲν ἰὼν ἑτάροισιν ἔλειπον ἀφραδέως , ἐπεὶ οὐκ ἐφάμην ῥιγωσέμεν ἔμπης , ἀλλ
δούλιον ἦμαρ . Ἄλλοι δ ' ἀλλοίοις ἐνὶ δώμασι θυμὸν ἔλειπον ἀνέρες : ἐν δ ' ἄρα τοῖσι βοὴ πολύδακρυς
6024638 θωρηκες
ἡ γὰρ ἀμβροσία ἐστὶ ξηρὰ τροφή . . . . θώρηκές τε κραταιγύαλοι : ἡ διπλῆ ὅτι οἱ κραταιοὶ κατὰ
τότε ταρφειαὶ κόρυθες λαμπρὸν γανόωσαι νηῶν ἐκφορέοντο καὶ ἀσπίδες ὀμφαλόεσσαι θώρηκές τε κραταιγύαλοι καὶ μείλινα δοῦρα . αἴγλη δ '
6022921 Μεγαρης
ἰοῦσαν Μεγαρίδα νεανίαι . κλέπτουσι μεθυσοκότταβοι : κἄιπειθ ' οἱ Μεγαρῆς ὀδύναις πεφυσιγγωμένοι ἀντἐξέκλεψαν Ἀσπασίας πόρνας δύο . ἐνθένδ '
: ἐπαγαγόμενοι δὲ Κορινθίους καὶ Σικυωνίους καὶ Ἐπιδαυρίους ἀπέστησαν οἱ Μεγαρῆς . ὁ δὲ Περικλῆς πάλιν κατὰ τάχος ἐκόμιζε τὴν
6019853 οὐρεονται
. Σίκυοι ὠμοὶ ψυχροὶ καὶ δύσπεπτοι : οἱ δὲ πέπονες οὐρέονται καὶ διαχωρέονται , φυσώδεες δέ . Βότρυες θερμοὶ καὶ
οὐρέονται μᾶλλον : καὶ οἱ λευκοὶ καὶ οἱ λεπτοὶ γλυκέες οὐρέονται μᾶλλον ἢ διαχωρέουσι , καὶ ψύχουσι μὲν καὶ ἰσχναίνουσι
6014580 δολιοι
ἀντεστράφη , φησὶν , ἡ τάξις , καὶ ἄνδρες μὲν δόλιοι καὶ ἄπιστοι γεγόνασι , γυναῖκες δὲ αἱ πρῴην διαβαλλόμεναι
ἀλλοιώδεις δύστεκνοι δυσάδελφοι ὠμαὶ φθαρτικαὶ κατάψυχροι ἀσύγκλωστοι βάσκανοι μελλητικαὶ καὶ δόλιοι . αἱ δ ' ἐπὶ πᾶσιν δʹ Ἄρεως ὑψηλαὶ
6011478 χρυσαμπυκες
εἴργασται κακόν ; Εὐφρόνιος παρὰ Ξενοκλεῖ εἶναί φησι τὸ ” χρυσάμπυκες “ , † † ἐξ οὗ παραπεποιῆσθαι . ὦ
[ ! ! ! ! ! ! ! ] οι χρυσάμπυκες [ ] [ ! ! ! Ἑλικῶνα ] ?
6010929 μισθοφοροι
προετετάχατο καὶ ἅρματα δρεπανηφόρα πεντήκοντα . οἱ δὲ Ἕλληνες οἱ μισθοφόροι παρὰ Δαρεῖόν τε αὐτὸν ἑκατέρωθεν καὶ τοὺς ἅμα αὐτῷ
αἰτίας ἡ νῆσος ἔτυχε τῆς προσηγορίας . οἱ μὲν οὖν μισθοφόροι τοῦτον τὸν τρό - πον παρανομηθέντες τῆς μεγίστης συμφορᾶς
6009644 ἐζεεν
λήθετο θυμοῦ Πηλείδης : ἔτι γάρ οἱ ἀμαιμακέτοις ἐνὶ γυίοις ἔζεεν αἷμα κελαινὸν ἐελδομένοιο μάχεσθαι . Οὐδ ' ἄρά οἱ
ὀτρύνεσκε θάρσος ἑὸν καὶ Κῆρες . Ὑπὸ κραδίῃσι δὲ θυμὸς ἔζεεν ἀμφοτέροισι : περὶ σφίσι δ ' αἰόλα τεύχη ἔβραχεν
6008442 στησαμενοι
δ ' αἶψ ' ἀναβάντες ἐνήκαμεν εὐρέϊ πόντῳ , ἱστὸν στησάμενοι ἀνά θ ' ἱστία λεύκ ' ἐρύσαντες . ἀλλ
Πυθοῖ ἤ που ἐν Ὀρτυγίῃ ἢ ἐφ ' ὕδασιν Ἰσμηνοῖο στησάμενοι , φόρμιγγος ὑπαὶ περὶ βωμὸν ὁμαρτῇ ἐμμελέως κραιπνοῖσι πέδον
6005688 φαεινου
πήχει τῆς χειρὸς προσηρτηκυῖα . χαῖον : καλαύροπα . ὀρειχάλκοιο φαεινοῦ : ὀρείχαλκος εἶδος χαλκοῦ , ἀπὸ Ὀρείου τινὸς γενομένου
τάδε καὶ σύ . Τὰ γὰρ συναείδεται ἤδη ἐννεακαίδεκα κύκλα φαεινοῦ ἠελίοιο , ὅσσα τ ' ἀπὸ ζώνης εἰς ἔσχατον
6003745 θηρευται
, ἀλλ ' ἐπὶ τὴν γῆν ἐξελαύνουσιν , [ ὡς θηρευταὶ κύνες ὑλακῇ τὰ φανέντα τῶν θηρίων μεταδιώκοντες , ὥστε
δὲ τῶν κεράτων μορφῇ ἐπετέρπετο . ἄφνω δέ τινες ἐφίστανται θηρευταὶ καὶ ταύτην ἐδίωκον . καὶ καθ ' ὅσον μὲν
6002511 ἀνεχοντες
Ἀθηνᾶν ἐπεβοῶντο , οὕτως οἱ περὶ σωτηρίας πόλεως τὰς χεῖρας ἀνέχοντες ῥυσίπτολιν καὶ ἐρυσίπτολιν Ἀθηνᾶν ἐπεκαλοῦντο , ἤγουν φύλακα τῆς
: σκέπη δὲ ἀπὸ ἡλίου τῷ φρέατι ὄροφός τε καὶ ἀνέχοντες τὸν ὄροφον κίονες . ἔστι δὲ οὐ πολὺ ἀνωτέρω
6000666 μεμηνοτες
οἱ μεθυσθέντες ποιοῦσι σφαλλόμενοι καὶ πρὸς ὕβριν τρεπόμενοι καὶ ὅλως μεμηνότες ὑπὸ τοῦ ποτοῦ : τὸν γοῦν Ἰκάριον , ᾧ
, οἱ δ ' ἀνδροφόνῳ κολοσυρτῷ ἔζεον ἔνθα καὶ ἔνθα μεμηνότες οἷα λέοντες σώμασιν ἀρτιφάτοισι γεφυρώσαντες ἀγυιάς . Τρωιάδες δὲ
5999808 ὁμαδησαν
' ἀκωκή ῥαιστὴρ ἄκμονος ὥστε παλιντυπές , οἱ δ ' ὁμάδησαν γηθόσυνοι ἥρωες ἐπ ' ἐλπωρῇσιν ἀέθλου . καὶ δ
ὁ δ ' ἐπαύετο θεῖος ἀοιδός : μνηστῆρες δ ' ὁμάδησαν ἀνὰ μέγαρ ' . αὐτὰρ Ἀθήνη ἄγχι παρισταμένη Λαερτιάδην

Back