λόγχαις ἐπείγοντες φόνον [ . τὼ δ ' εἰσιδόντε δίπτυχον θείοιν κάρα [ ἥσθησαν εἶπόν τ ' : εἶα συλλάβεσθ
μήτηρ ἐδάκρυεν οὐδὲ τὸν λόγον ἀνεχομένη τοῦ ἔργου , τοῖν θείοιν δὲ ὁ πρεσβύτερος τῇ μὲν ᾤετο βοηθεῖν δεῖν ,
6271945 σιωπῃ
ἔφαθ ' , οἱ δ ' ἄρα πάντες ἀκὴν ἐγένοντο σιωπῇ μῦθον ἀγασσάμενοι : μάλα γὰρ κρατερῶς ἀγόρευσεν . ὅτι
, ἀπὸ τῆς ἀκτῆς λέγων , ὁρᾷς , ἐγὼ κάθημαι σιωπῇ . καί μοι δοκεῖς κατὰ τὴν παροιμίαν τὸν ὑπὸ
6209723 ἐμοιν
μ ' ἐποικτίρας Κρέων ἔπεμψέ μοι τὰ φίλτατ ' ἐγγόνοιν ἐμοῖν ; λέγω τι ; Λέγεις : ἐγὼ γάρ εἰμ
θηλυκῶς ἐμά , σά , ἅ : γενικῆς καὶ δοτικῆς ἐμοῖν , σοῖν , οἷν , ἐμαῖν , σαῖν ,
6068148 σιγῃ
: καὶ γὰρ εἴ τι πάλαισμα θαύματος ἦν ἄξιον , σιγῇ τοῦτο ἐθαυμάζετο . τῆς βοῆς δὲ ἔδει τοὺς θεωμένους
ἐγὼ φράσομαι καὶ εἴσομ ' ἑκάστην . ἀλλ ' ἔχε σιγῇ μῦθον , ἐπίτρεψον δὲ θεοῖσιν . ” ὣς ἄρ
6037865 ἁλωσει
εἰρεσίαις , οἱ μὲν Φοίνικες νομίζοντες ἅμα τῇ τῶν νεῶν ἁλώσει Συρακούσσας μὲν ὑποχειρίους ἕξειν , τὴν δὲ πατρίδα μεγάλων
δὲ διὰ πορνείαν , ἤτοι αὐτῶν μοιχευομένων καὶ ἐπὶ τῇ ἁλώσει ἀπορουσῶν , ἢ τῶν ἀνδρῶν ἄλλας περιπτυσσομένων , καὶ
5962545 ἐχεσθε
ὅσον εἰρήνη δίδωσιν , ἐκ παντὸς μεταδιώκειν ἡμᾶς νομίζοντες , ἔχεσθε τῆς ὁμοίας τῇ πρόσθεν ἐπιχειρήσεως , μηδ ' εἰς
καὶ Ὀρφέως τοιάδε ἔπη : Δειλοί , κυάμων ἄπο χεῖρας ἔχεσθε , καί : Ἶσόν τοι κυάμους φαγέειν , κεφαλάς
5766357 τλημονι
οἵτε μάλιστα πεποίθατε κάρτεϊ χειρῶν , πρόφρονες ἀλκήεντι νόῳ καὶ τλήμονι θυμῷ σπέσθε μοι : οὐ γὰρ ἔοικε πολὺν χρόνον
. . ῥείθρων ἀντὶ τοῦ παρὰ τοῦ Ἑλώρου ποταμοῦ τῇ τλήμονι Ἑκάβῃ ῥανεῖ χοὰς Ὀδυσσεύς Ἕλωρος δὲ ποταμὸς Σικελίας .
5731115 θατερᾳ
δάκρυα . δυοῖν δὲ ἐπιθυμίαιν μαχομέναιν ὁ τῆς αἰσχύνης φόβος θατέρᾳ προσγενόμενος ἐκεῖσε ἐποίησε τὴν ῥοπήν , ὥστε ἔδει νοσοῦντα
δ ' αὐτὰς δύο ταράττετόν τινε ἀεὶ συνοῦσαι : δημοκρατία θατέρᾳ ὄνομ ' ἐστί , τῇ δ ' ἀριστοκρατία θατέρᾳ
5580758 Ἑκαβῃ
εὑρίσκει τὸ σῶμα τοῦ Πολυδώρου καὶ ἔρχεται δεικνύουσα αὐτὸ τῇ Ἑκάβῃ : οὐδεὶς τὸν στέφανον αὐτῆς ἀφαιρήσει νικήσας αὐτὴν εἰς
τὸν Ἀγαμέμνονα , ἀλλ ' ἡ ἀνάγκη τὸ νενομισμένον τῇ Ἑκάβῃ μετήλλαξεν : καὶ ἄλλως : ἐναντίως εἶπεν . ἔδει
5526869 Φρυνῃ
ἔπασχε διηκρίβωσεν Ἔρωτα , ἐξ ἰδίης ἕλκων ἀρχέτυπον κραδίης , Φρύνῃ μισθὸν ἐμεῖο διδοὺς ἐμέ . ἐκλογήν τε αὐτῇ τῶν
, ὥς φησιν Ἕρμιππος . ὁ δὲ Ὑπερείδης συναγορεύων τῇ Φρύνῃ , ὡς οὐδὲν ἤνυε λέγων ἐπίδοξοί τε ἦσαν οἱ
5503822 ἐρημιᾳ
ἡμῖν οὐκ ἐν περιουσίᾳ τριχῶν . Ἡμεῖς ὡς ἀληθῶς ἐν ἐρημίᾳ σοῦ γε ἀπόντος , μᾶλλον δὲ ἐν φαυλοτέροις τῶν
γάμον ἀποικίαν ἐστέλλοντο , ἐπειδὴ μένειν τοὺς τούτων ὅρκους ἀναγκαῖον ἐρημίᾳ τῶν κηδομένων βεβαιουμένους . ἐὰν δέ τις | ἐπιορκοῦντά
5466320 μαστιγι
δήμιον τυχεῖν , πολλοὺς δὲ πολλῶν ἐξαγισθέντας δόμων ἄνδρας διπλῇ μάστιγι , τὴν Ἄρης φιλεῖ , δίλογχον ἄτην , φοινίαν
ἐπύθετο Ξέρξης , δεινὰ ποιεύμενος τὸν Ἑλλήσποντον ἐκέλευσε τριηκοσίας ἐπικέσθαι μάστιγι πληγὰς καὶ κατεῖναι ἐς τὸ πέλαγος πεδέων ζεῦγος .
5420030 Ἑλενῃ
εἶτα ἠράσθη αὐτῆς ὁ Θῶνις , βίαν αὐτοῦ προσφέροντος τῇ Ἑλένῃ ἐς ὁμιλίαν ἀφροδίσιόν φησιν ὁ λόγος τὴν Διὸς αὐτὰ
ἀγάλματός ἐστιν εἰργασμένα , τοσόνδε ἐς τὸ σαφὲς προδηλώσας . Ἑλένῃ Νέμεσιν μητέρα εἶναι λέγουσιν Ἕλληνες , Λήδαν δὲ μαστὸν
5380254 βοῃ
διὰ τοῦ κατάντους ἐς τὸν λιμένα χαλῶσαι τὰ ἱστία σὺν βοῇ καὶ πατάγῳ πολλῷ . καὶ ἦν ἰδεῖν θέαμα ξένον
Θήβης . Ὄγκας ] + κατὰ Φοινίκων διάλεκτον . ξὺν βοῇ ] θορύβῳ καὶ ὄχλῳ . ξὺν βοῇ ] μετὰ
5361289 λιπηται
, ὄφρ ' ἐπιβαίην νηός , ἐυκλείη δὲ δόμοις ἐπιβάντι λίπηται . ” Ὧς ἄρ ' ἔφη : κοῦροι δὲ
ἰσχαναάσθω . ἧδε γὰρ ὀτρυντὺς κακὸν ἔσσεται , ὅς κε λίπηται νηυσὶν ἐπ ' Ἀργείων : ἀλλ ' ἀθρόοι κοσμηθέντες
5360992 φιλοκινδυνως
τὰ δ ' ἐπιρρήματα τολμηρῶς τολμηρότατα , θρασέως θρασύτατα , φιλοκινδύνως , ῥιψοκινδύνως , παρακεκινδυνευμένως , παρακινδυνευτικῶς , παραβεβλημένως ,
, ἐκβάλλει , οὓς δ ' ἂν ὁρᾷ φιλοπόνως καὶ φιλοκινδύνως ἔχοντας πρὸς τοὺς πολέμους , τιμᾷ τοὺς μὲν διμοιρίαις
5345715 κινυρομενη
αὐτοί μητέρα δεξιόωντο καὶ ἀμφαγάπαζον ἰδόντες γηθόσυνοι . τοῖον δὲ κινυρομένη φάτο μῦθον : “ Ἔμπης οὐκ ἄρ ' ἐμέλλετ
γόῳ δ ' ἐπὶ μακρὸν ἀύτει . Εὖτε κύων προπάροιθε κινυρομένη μεγάροιο μακρὸν ὑλαγμὸν ἵησι , νέον σπαργεῦσα γάλακτι ,
5340601 Κορωνιδι
Ἀπόλλων : οὐκέτι ὑπομενῶ τὸ ἐμὸν σπέρμα ἰδεῖν συναπολλύμενον τῇ Κορωνίδι . βάματι δ ' ἐν πρώτῳ : ἐὰν μὲν
αὐτόν φησι τὸν Ἀπόλλωνα παρὰ τοῦ νοῦ πυθόμενον ἐπιπέμψαι τῇ Κορωνίδι τὴν Ἄρτεμιν . Τὸν δὲ περὶ τὸν κόρακα μῦθόν
5326593 καταφρονησει
ἀρχοντικὸς ἢ ἄπρακτος εὐεπίβολος ἀσυκοφάντητος ἀλύπητος ἀμέριμνος δέ τις τυχὼν καταφρονήσει τῆς πεπρωμένης . ἀδύνατον δ ' ὁπόσα βούλεταί τις
: οὐκοῦν λύσει τὰς πρὸς τὴν πόλιν συνθήκας , καὶ καταφρονήσει τῶν θεῶν ἐπιορκήσας : εἶτα , ὅτι σώφρων ἐν
5314286 ἐγχριμψας
κραδίην ἐλάσας δόρυ , τῇ δ ' ὑπὸ νηδὺν φάσγανον ἐγχρίμψας : τὰς δ ' ἐσσυμένως λίπεν ἦτορ . Δηρινόην
τε καὶ ὑψικάρηνα γένεθλα φοινίκων πρόρριζα κατὰ χθονὸς ἐξετάνυσσεν , ἐγχρίμψας θηκτῇσιν ἀπειρεσίαις γενύεσσιν : ὁππότε δ ' ἐν μερόπων
5293618 δηιοτητα
ἐφανδάνει , οὔτι μεγαίρω , κτεῖνέ τε καὶ Κόλχοισιν ἀείρεο δηιοτῆτα . ” Ὧς τώγε ξυμβάντε μέγαν δόλον ἠρτύναντο Ἀψύρτῳ
πάις ξανθοῦ Ἀχιλῆος : Ὦ γέρον , ἡμετέρην ἀρετὴν ἀνὰ δηιοτῆτα Αἶσα διακρινέει κρατερὴ καὶ ὑπέρβιος Ἄρης . Ὣς εἰπὼν
5265839 λαμπαδι
διατριβὰς ἐξειλήφασιν . . ἐνιαυτοὺς : Διατριβάς . . 〛 λαμπάδι : ἅπτων τῇ λαμπάδι . . . φλέγων :
μυστηρίων προεστηκὼς μετὰ τῶν ἐπιμελητῶν καὶ Ληναίων καὶ ἀγώνων ἐπὶ λαμπάδι : καὶ τὰ περὶ τὰς πατρίους θυσίας διῴκει .
5245533 φυγῃ
μὴ μείζονι κακῷ περιπίπτουσα . οἷον : ἐπικερδὲς ἡγοῦ τὸ φυγῇ ζημιοῦσθαι μόνον καὶ μὴ μείζονι περιπεσεῖν αἰκίᾳ διὰ τὰ
κατορθοῦσθαι πέφυκεν . καὶ πάλιν , ὡς δέοι τῇ ἐντεῦθεν φυγῇ τὴν ἀπὸ τῶν κρειττόνων γενομένην ἀπόστασιν ἐξιάσασθαι , σαφῶς
5221725 διορθωσασθαι
ἡμαρτημένων δοῦναι συγγνώμην αὐτοῖς , τὰς δὲ παρούσας δυστυχίας ἐλεήσαντα διορθώσασθαι τὴν τῆς πατρίδος συμφοράν . ὁ δὲ Δίων λαμπρὸς
καὶ φύσει μισέλλην , ὁμοῦ δὲ τὰς τῶν προγόνων ἀτιμίας διορθώσασθαι βουλόμενος , ἔσπευδε δι ' ἑαυτοῦ τι κατασκευάσαι χρήσιμον
5209618 τερπετ
Ἐνυὼ δερκομένη πολέμοιο κακὸν τέλος : ὑψόθι δ ' Ἥρη τέρπετ ' , Ἀθηναίη δ ' ἐπεγήθεεν . Οἳ δὲ
, πάντ ' ἔλεγ ' : ἡ δ ' ἄρα τέρπετ ' ἀκούους ' , οὐδέ οἱ ὕπνος πῖπτεν ἐπὶ
5202936 ἀποκρισεσι
δείσας μὴ ἁλώῃ ὁ διαπεφευγὼς ἤδη γεγωνοτέρᾳ ἐκέχρητο ἐν ταῖς ἀποκρίσεσι τῇ φωνῇ : αἰσθόμενοι δὲ τῆς ταραχῆς οἱ ἔξω
πειράσεσθαι τοῖς ὅπλοις διαγωνίζεσθαι πρὸς αὐτόν . ἀκολούθως δὲ ταῖς ἀποκρίσεσι τὰς πόλεις ἀσφαλισάμενος μέρος τῆς δυνάμεως ἐξέπεμψε καὶ στρατηγὸν
5202040 ἀγαπῃ
καὶ τὴν μισαδελφίαν , καὶ προσκολλᾶσθε τῇ ἀγαθότητι καὶ τῇ ἀγάπῃ . Ὁ ἔχων διάνοιαν καθαρὰν ἐν ἀγάπῃ οὐχ ὁρᾷ
: βοηθὸν διαδοχήν . Ἀμοιβαίῃ φιλότητι : τῇ ἐκ διαδοχῆς ἀγάπῃ , τῇ ἐκ διαδοχῆς φιλίᾳ , ἀμοιβὴν ἔχοντες τῶν
5201862 ὑποστροφῃ
μέσῳ , ἐξέλιπον δὲ τελέως οὔ . ἀλλὰ συνῆσαν τῇ ὑποστροφῇ , οἷσι φωναὶ ἀπεῤῥήγνυντο ἐς τὸ βηχῶδες , τουτέων
γίνεσθαι πνεύματος ἐμπεσόντος μὲν στερεμνίῳ ἀέρι , τῇ δ ' ὑποστροφῇ τῆς πλήξεως μέχρι τῶν ἀκοῶν προσενεχθόντος , καθὸ καὶ
5182177 ἡσται
Σώπατρος λέγων φησί : δισσαῖς γὰρ ἐν μέσαισιν ἰχθύων φοραῖς ἧσται , τὸν Αἴτνης ἐς μέσον λεύσσων σκοπόν . καὶ
ἐντὸς ὀξάλμην ἔχων . δισσαῖς γὰρ ἐν μέσαισιν ἰχθύων φοραῖς ἧσται , τὸν Αἴτνης ἐς μέσον λεύσσων σκοπόν . βαυκαλὶς
5180766 φειδοι
ἐμπορίας λογιζομένους τῷ γόητι , τὰ δὲ ἄτοπα τῇ αὑτῶν φειδοῖ καὶ τῷ μὴ ὁπόσα ἔδει θῦσαι . ἀνῆπται δὲ
τοῦ πλήθους τῶν παρακειμένων , κἀμοῦ ἔτι ἐν φόβῳ καὶ φειδοῖ κλέπτοντος τὸ ἄριστον . ἐπεὶ δὲ καὶ τέλεον αὐτῶν
5180684 οἰνοποταζων
ἐν τῇ μέθῃ παρρησίαν καὶ τὰς ἀπειλὰς ἃς Τρωσὶν ὑπέσχετο οἰνοποτάζων ὑπομείναντα τὴν Ἀχιλλέως ὁρμὴν καὶ μικροῦ παραπολλύμενον . καὶ
Αἰνεία Τρώων βουληφόρε ποῦ τοι ἀπειλαὶ ἃς Τρώων βασιλεῦσιν ὑπίσχεο οἰνοποτάζων Πηλεΐδεω Ἀχιλῆος ἐναντίβιον πολεμίξειν ; Τὸν δ ' αὖτ
5178942 ἐγελατο
τῇ ἡλικίᾳ , προπόλιος δέ , παρῆλθεν ἀγωνισόμενος , καὶ ἐγελᾶτο ὑπὸ τῶν Λημνιάδων γυναικῶν διὰ τὰς πολιάς : κάλλιστα
πάνυ τε ὢν ψιλοκόρσης , πλόκαμον ἐπιθεῖναι τῷ πυρὶ ζητῶν ἐγελᾶτο : πλὴν ὧν εἶχε τριχῶν ἀπεκείρατο . ἐπῄνει δὲ
5165480 νεοιτο
τι : ἵνα . ἀλευόμενον : φεῦγον , πλανώμενον . νέοιτο : ἐκφεύγοι . Βύσσαν : βυθόν . ἅλιον :
τεμένεσσι κρυπτόμενος : καὶ δ ' ἄν κεν ἑκὼν οἶκόνδε νέοιτο . εἰ δ ' ἄρα Τοξευτῆρα διοιχνεύοι κερόεσσα ,
5139882 χαλεπῃ
καὶ ποιεῖν , ὁ δὲ ἀφομοιούτω αὐτὸν τῇ τοῦ Ἰξίονος χαλεπῇ καὶ βιαίῳ φορᾷ τε καὶ ἀνάγκῃ , τροχοῦ τινος
: πρῆσαι γὰρ τὸ φυσῆσαι . ὁ Κλέων ἐχρῆτο φωνῇ χαλεπῇ , καθάπερ καὶ ἑτέρωθι : φωνὴν δ ' εἶχεν
5139604 ἡβωοντες
τ ' ἀριδείκετος ? ? ἀνδρῶν [ ἐν δώμασιν ] ἡβώοντες ? [ τέκοντό ] ? τε κύδιμα ? ?
μεγάροισιν ὄλοντο ἓξ μὲν θυγατέρες , ἓξ δ ' υἱέες ἡβώοντες . τοὺς μὲν Ἀπόλλων πέφνεν ἀπ ' ἀργυρέοιο βιοῖο
5137034 ἡττῃ
: Δημοχάρης δὲ βαρυθυμῶν ἐπὶ τῷ θανάτῳ Μενεκράτους ὡς ἐπὶ ἥττῃ μεγίστῃ , ἅπαντα μεθεὶς ἐκ χειρῶν εὐθὺς ἐς Σικελίαν
μόνον ὤνησο τῆς σκευῆς , ὅτι μηδὲ ἐλεούμενος ἐπὶ τῇ ἥττῃ ἀπέρχῃ , ἀλλὰ μισούμενος προσέτι διὰ τὴν ἄτεχνόν σου
5130681 ἡλιαιᾳ
ἐκ τριῶν . ἡλιάζεσθαι δὲ καὶ ἡλίασίς ἐστι τὸ ἐν ἡλιαίᾳ δικάζειν . Λυσίας ἐν μὲν τῷ πρὸς Γλαύκωνα τὴν
' οὐ τριώβολον . Γ πεντώβολον ] ὡς ἐν τῇ ἡλιαίᾳ λαβεῖν τῆς Ἀττικῆς πεντώβολον ἐν τῇ Ἀρκαδίᾳ νικήσαντα τοὺς
5130451 ἀσπιδι
ἔθηκεν . ἀθετοῦνται στίχοι τρεῖς , ὅτι οὐκ ἐνέσχηται τῇ ἀσπίδι τὸ δόρυ τοῦ Ἀχιλλέως , ἀλλὰ διὰ πρὸ Πηλιὰς
δὲ κόσμος τοῦτ ' ἐστί μοι . Ὡς ἥρως ἐν ἀσπίδι ξενίσαι βούλομαι : λέ - γεται ἐπὶ τῶν τοὺς
5128748 ἐπειρων
κεκακωμένην : κακῶς πάσχουσαν , δεδυστυχηκυῖαν . ἐπειρῶντο : γράφεται ἐπείρων . τὴν Μεσσήνην δηλονότι . κατεδίωξαν : ἤγουν διώξαντες
καὶ προσβάλλοντες οἱ μὲν Ἀθηναῖοι κατὰ τὸν λιμένα ταῖς ναυσὶν ἐπείρων , ὁ δὲ πεζὸς πρὸς τὴν πόλιν . ἐπεκδρομὴν
5128288 ἡσυχιῃ
, ἀρχὰς δ ' οὐκ ἄξει βασιληίδας οὐδὲ θρονισμούς , ἡσυχίῃ δ ' ἀφανεῖς σκήπτρων δίχα τούσδε φυλάσσει , ἀβλαβέας
ἐπίστανται κατέχειν κόρον , οὐδὲ παρούσας εὐφροσύνας κοσμεῖν δαιτὸς ἐν ἡσυχίῃ . . . . . . . . .
5117697 παροιμιᾳ
γιγνομένων παίδων καὶ χρημάτων καὶ διαφθειρομένων καὶ μάλιστα πείθεται τῇ παροιμίᾳ : οὔτε γὰρ χαίρων οὔτε λυπούμενος ἄγαν φανήσεται διὰ
εἰς θυσίαν ταύτην τῷ βωμῷ προσήγαγεν . Ἐχρήσαντο γοῦν τῇ παροιμίᾳ οἱ Ἀθηναῖοι ἐπὶ τῶν παραπαιόντων . Ἐμοὶ μελήσει ταῦτα
5105129 ἀγορευσεν
: μετὰ δ ' αὐτὸς ἀμηχανίῃ κακότητος ἰθυντὴρ Ἀγκαῖος ἀκηχεμένοις ἀγόρευσεν : “ Ὠλόμεθ ' αἰνότατον δῆθεν μόρον οὐδ '
πάντας ἐπισπέρχων , καί τέ σφισιν ἐγρομένοισιν Ἀμπυκίδεω Μόψοιο θεοπροπίας ἀγόρευσεν . αἶψα δὲ κουρότεροι μὲν ἀπὸ σταθμῶν ἐλάσαντες ἔνθεν
5090533 ἐμπλησω
, τοὺς δὲ πτερωτοῖς διαφορῶν τοξεύμασιν νεκρῶν ἅπαντ ' Ἰσμηνὸν ἐμπλήσω φόνου , Δίρκης τε νᾶμα λευκὸν αἱμαχθήσεται . τῶι
τἄργος Ἑλλήνων πάρα . θάρσει : τάχ ' αὐτῶν πεδίον ἐμπλήσω φόνου . θέλοιμ ' ἄν : ἀλλὰ τοῦθ '
5083100 ἀμπεχομενη
τε γὰρ αὐτόθεν ἰδόντι δήλη τὴν ὁμόγνιον ποιηταί φασι πανοπλίαν ἀμπεχομένη καὶ γλαυκὸν ὑπὸ τῆς κόρυθος ὁρῶσα ξὺν ἀρρενωπῷ τε
καὶ ὤφθη Καλλιρόη μὲν ἐπὶ χρυσηλάτου κλίνης ἀνακειμένη , Τυρίαν ἀμπεχομένη πορφύραν , Χαιρέας δὲ αὐτῇ παρακαθήμενος , σχῆμα ἔχων
5082692 βιασθεισαν
σοι παραπλησίως δοκεῖ τὴν αἰχμάλωτον ἢ τὴν κρύφα τοῦ πατρὸς βιασθεῖσαν καὶ τὴν σὴν ἀγαπήσειν ; μὴ τοίνυν πρὸς ἐπίκαιρον
τῶν ἀριστέων . κατὰ ἀναίρεσιν δὲ νόμου . νόμος τὴν βιασθεῖσαν ἢ γάμον ἄπροικον ἢ θάνατον αἱρεῖσθαι τοῦ βιασαμένου :
5078881 κατεδυσετο
' Ἀθηναίην μετὰ Τυδέος υἱὸν ἕπουσαν : τῇ κοτέων Τρώων κατεδύσετο πουλὺν ὅμιλον , ὦρσεν δὲ Θρῃκῶν βουληφόρον Ἱπποκόωντα Ῥήσου
ἠδὲ καὶ ὕπνου , δὴ τότ ' ἔσω μεγάλοιο Θέτις κατεδύσετο πόντου : σὺν δέ οἱ ἄλλαι ἴσαν Νηρηίδες :
5075871 Ἀργοι
ἐκείνῳ , φίλος αὐτὸς ὢν διὰ τὸ σύμπλους ἐν τῇ Ἀργοῖ γεγονέναι : καὶ τήν τε Ἰωλκὸν αἱρεῖ καὶ τὴν
τὰν πατρὸς ἀντία Μήδειαν θεμέναν γάμον αὐτᾷ , ναῒ σώτειραν Ἀργοῖ καὶ προπόλοις : τὰ δὲ καί ποτ ' ἐν
5073217 ἐνταϲει
ἔπτυϲαν , τὸ μέν τι τῇ βιαίῳ κατοχῇ τε καὶ ἐντάϲει τοῦ πνεύματοϲ , τὸ δέ τι τῇ κοινωνίᾳ τῶν
. τὰ πρῶτα μὲν ῥηϊδίωϲ ἄπονοϲ : ἔπειτα δὲ ξὺν ἐντάϲει μὲν ὁ ϲτόμαχοϲ , γαϲτὴρ δὲ μετὰ ϲτρόφων .
5062051 συντυχιᾳ
ἀπειρίας κόζμων , ὡς ἠξίωσας # , ἀπέστειλά σοι . συντυχίᾳ δὲ τοῦ πράγματος # ἀγαθῇ κέχρησαι : πρὶν ἢ
τοιγαροῦν Ἀριστάρχου ζηλωτοῦ τῆς ἐμῆς πολιτείας ὑπάρξαντος , καὶ τῇ συντυχίᾳ τὴν ἐπιθυμίαν ἐκτείναντος , ἐπετήρουν τὸ μειράκιον ἅπαντες ,
5061088 Ἀντιγονῃ
γὰρ θάνατον Μενοικέως ἡ μήτηρ αὐτοῦ ζῇ , ὡς ἐν Ἀντιγόνῃ φησί [ ] : καὶ μὴν ὁρῶ δάμαρτα τὴν
, : ἁρμός : ἡ ἁρμογὴ καὶ συνάφεια . Σοφοκλῆς Ἀντιγόνῃ : „ ἀθρήσαθ ' ἁρμὸν χώματος λιθοσπαδῆ „ .
5054386 ἁμιλλῃ
, ἡ δὲ ἀναδείξασα τὸν θαλόν . τῇ δὲ ὑμετέρᾳ ἁμίλλῃ καὶ φιλοτιμίᾳ ἡ πόλις σύμπασα ἦν τὸ ἀγώνισμα ,
ἐγένετό τε καὶ ἐνίκων Φοίνικες Σιδώνιοι , ἥσθη τε τῇ ἁμίλλῃ καὶ τῇ στρατιῇ . Ὡς δὲ ὥρα πάντα μὲν
5052754 σκηνῃ
καὶ τὴν εὐσέβειαν τῶν φερόντων ἀγάμενος ἀνατίθησιν ἐν τῇ καθιερωμένῃ σκηνῇ τῆς εὐχαριστίας τῶν ἀνδρῶν ὑπόμνημα . παγκάλη δὲ ἡ
, τὰ δ ' ἐν τῷ βίῳ τοῖς ἐν τῇ σκηνῇ . εἰ δὴ ταῦτα οὕτως ἔχει , συλλογιστέον καὶ
5047169 αἰχμῃ
ἀντιόωντα βαιὸν ὑπὲρ σάκεος : διὰ δὲ πλατὺν ἤλασεν ὦμον αἰχμῇ ἀνιηρῇ , περὶ δ ' ἔβλυσεν αἷμα βοείῃ .
ἄλλο τό τε ἄρχειν εὖ καὶ τὸ διαφέρειν ἐν τῇ αἰχμῇ . ἀλλ ' οὐ γὰρ θάτερον θατέρῳ , ἀλλ
5044772 ἀμφαδον
πλεονασμῷ τοῦ μ διὰ τραχύτητα ἀμφασία . . . . ἀμφαδόν καὶ ἀμφαδίην : φανε - ρῶς : φαίνω φανδόν
παίζουϲι , ὀρχῶνται νυκτὸϲ καὶ ἡμέρηϲ , καὶ ἐϲ ἀγορὴν ἀμφαδόν , καὶ ἐϲτεμμένοι κοτὲ ὅκωϲ ἐξ ἀγωνίηϲ νικηφόροι ἔαϲιν
5044141 ἐκαρτερουν
πᾶν ὑπερηφάνως προσεφέρετο . μέχρι μὲν οὖν τινος οἱ πάσχοντες ἐκαρτέρουν , οὐ δυνάμενοι κατ ' οὐδένα τρόπον ἀμύνασθαι τοὺς
οἱ δὲ καὶ δάκρυον ἀφιέντες . ταῦτα προσεδεχόμην , τούτοις ἐκαρτέρουν τὰς ἀλγηδόνας , ἀπὸ τούτων ἤλπισα Κίμωνα τὸν υἱὸν
5041799 βλημενου
ἐκλίνθη δ ' ἑτέρωσε , δέπας δέ οἱ ἔκπεσε χειρὸς βλημένου , αὐτίκα δ ' αὐλὸς ἀνὰ ῥῖνας παχὺς ἦλθεν
περὶ κάρτεος ἀκμήτοιο ; Ἦ φῂς αἰνὸν ὅμιλον ἐρυκακέειν Ἀχιλῆος βλημένου ἐν κονίῃσιν , ὅτ ' ἀμφί ἑ Τρῶες ἔβησαν
5038745 ἐϋκνημιδες
νῦν πάντα τελεῖται . ὢ πόποι ἦ ῥα καὶ ἄλλοι ἐϋκνήμιδες Ἀχαιοὶ ἐν θυμῷ βάλλονται ἐμοὶ χόλον ὥς περ Ἀχιλλεὺς
καὶ μῦθον ἐν Ἀργείοισιν ἔειπεν : Ἀτρεΐδη τε καὶ ἄλλοι ἐϋκνήμιδες Ἀχαιοὶ ἄνδρε δύω περὶ τῶνδε κελεύομεν , ὥ περ
5033777 Ἰασῳ
. εἰ δὲ Γλαύκης τῆς κιθαρῳδοῦ κριὸς ἥττητο καὶ ἐν Ἰασῷ δελφὶς ἐφήβου , τί κωλύει καὶ δράκοντα ἐρασθῆναι νομέως
καὶ τὸν βίον ἐκλιπούσῃ συναποθανεῖν . δελφῖνα δ ' ἐν Ἰασῷ παιδὸς ἐρασθῆναι λόγος , ὡς ἱστορεῖ Δοῦρις ἐν τῇ
5024921 ὑπερορασθαι
εὔνοιαν ὀφείλεσθαι , τοῖς δ ' ὑπερορῶσι τοῦτ ' αὐτὸ ὑπερορᾶσθαι . καὶ δὴ καὶ διὰ τοῦτο δόξα μοι γέγονεν
σατράπῃ καὶ γειτονοῦντι καὶ δυναμένῳ βλάπτειν αὐτούς , ἀλλὰ νομίζων ὑπερορᾶσθαι καὶ βουλόμενος ἀμύνασθαι τούτους , καιρὸν φυλάξας ἀπροσδοκήτοις ἐπέρχεται
5024342 σφετερου
πρὸς λῃστείαν , ἡγουμένων ἀνδρῶν οὐ τῶν ἀδυνατωτάτων κέρδους τοῦ σφετέρου αὐτῶν ἕνεκα καὶ τοῖς ἀσθενέσι τροφῆς , καὶ προσπίπτοντες
δύναμιν δὲ παρὰ Φράγγοις μεγίστην εἰχέτην , ὡς καὶ τοῦ σφετέρου ἔθνους ἡγεῖσθαι , Θευδιβέρτου πρότερον παρασχόντος . οἱ δὲ
5023001 ἀλλῃσι
, αὐτίκα κάλλιπε Τρῶας ὅσους ὑπὸ χερσὶ δάιζεν ἀμφ ' ἄλλῃσι φάλαγξι , καὶ ἰσχανόων πολέμοιο ἤλυθέ οἱ κατέναντα χολούμενος
τῶν ἐπικούρων ἐξεληλυθότων . . ἄλλοι δ ' ἀμφ ' ἄλλῃσι μάχην ἐμάχοντο νέεσσιν : ἡ διπλῇ ὅτι ἐκ τούτου
5018881 ὀλεσαντες
κατὰ πόντον ὁμοῦ . οἵδε γὰρ ἐν γαίῃ Μήδων πολλοὺς ὀλέσαντες Φοινίκων ἑκατὸν ναῦς ἕλον ἐν πελάγει ἀνδρῶν πληθούσας ,
, οὐκ ἀνόλεθροι δὲ οἱ τετελευτηκότες . . κέατο ψυχὰς ὀλέσαντες : πρὸς τὸ δεύτερον ἀπήντησε , τὸ οὐδ '
5014172 ἀπολοντο
ἀρχοὶ δ ' αὖ δύο μοῦνοι Ἀχαιῶν χαλκοχιτώνων ἐν νόστῳ ἀπόλοντο : μάχῃ δέ τε καὶ σὺ παρῆσθα . εἷς
Τρώων μὲν ὑπεξέφυγον στονόεσσαν ἀϋτήν , ἐν νόστῳ δ ' ἀπόλοντο κακῆς ἰότητι γυναικός . αὐτὰρ ἐπεὶ ψυχὰς μὲν ἀπεσκέδας
5012575 θαρσαλεως
εἶναι καὶ ἐξαριθμείτω τὰ περιεστηκότα δεινά , ἀλλὰ τοῖς ἐναντίοις θαρσαλέως ἀντιταττέσθω , καταφρονήσας τοῦ περιεστηκότος κινδύνου : μᾶλλον γὰρ
Ὁκόταν δὲ μέλλῃ ἀποθνήσκειν , ὀξύτερά τε ὁρῇ καὶ φθέγγεται θαρσαλέως , καὶ πιέειν καὶ φαγέειν αἰτέει , καὶ ἢν
5006262 ἀνδρε
. Ἐκ τούτου οἱ μὲν ἐπαινοῦντες ἀπῆλθον , ἔχοντες τὼ ἄνδρε : Κλέανδρος δὲ ἐθύετο ἐπὶ τῇ πορείᾳ καὶ ξυνῆν
, οἵ τινες ἀνέρες εἶεν ἐπὶ χθονὶ σῖτον ἔδοντες , ἄνδρε δύω κρίνας , τρίτατον κήρυχ ' ἅμ ' ὀπάσσας
5004110 Μεσσηνῃ
νομίζεται δεύτερος οὐδενὸς τῶν πάντων θεῶν , τοῦτο δὲ ἐν Μεσσήνῃ τῆς Σικελίας νόσων τε ἁπασῶν ἐκλύεται καὶ τοὺς ἐν
πολιτεύματος , τοὺς πρὸ τῶν ὁμολογιῶν τυραννήσαντας , ἐν δὲ Μεσσήνῃ μηδὲν οἴεσθαι διαφέρειν , τῆς αὐτῆς δυσχερείας ὑπαρχούσης .
5002734 ἀριστευοντα
ἀνδρὸς μὲν τόδε σῆμα πάλαι κατατεθνειῶτος , ὅν ποτ ' ἀριστεύοντα κατέκτανε φαίδιμος Ἕκτωρ καὶ πάλιν Ἕκτορος ἥδε γυνή ,
τὰ ἔργα παραλιπών , ὡς τὴν Μαχάονος ἀριστείαν : παῦσεν ἀριστεύοντα μάχας . . Αἴας δ ' ἐκ Σαλαμῖνος ἄγεν
5001940 ἀπωλειᾳ
ὁ υἱὸς Ἀλέξανδρος Θήβας μὲν ἁρπάσας τῇ ταύτης τῆς πόλεως ἀπωλείᾳ τοὺς πρὸς νεωτερισμὸν ὁρμωμένους Ἀθηναίους καὶ Λακεδαιμονίους τῆς ἀποστάσεως
μακαριώτερος . Βίας , ἐπικαλουμένου τινὸς τὸν θάνατον ἐπὶ τέκνων ἀπωλείᾳ , ἔφη , Τί αὐτὸν καλεῖς , ἄνθρωπε ;
5001439 παλαμῃ
κατὰ δρία ποιμαίνεσκεν ὁπλοτέρη Φαέθουσα θυγατρῶν Ἠελίοιο , ἀργύρεον χαῖον παλάμῃ ἔνι πηχύνουσα : Λαμπετίη δ ' ἐπὶ βουσὶν ὀρειχάλκοιο
ὅ γε πνείων μένος Ἄρεος ἔνθα καὶ ἔνθα ἀΐσσει , παλάμῃ κραδάων πεφονωμένον ἔγχος , ὀψὲ δέ μιν δάμνησιν ἐνυάλιος
4995424 Πηνελοπῃ
εἴρηται ἐπὶ τῶν ἐνωτίων τῶν ἐν τῇ Ὀδυσσείᾳ διδομένων τῇ Πηνελόπῃ . ὁ δὲ Ἀπίων βέλτιον πολύγληνα : γλήνη γὰρ
γὰρ ἐκεῖνος τοῖς τε ἄλλοις καὶ τῷ Εὐμαίῳ καὶ τῇ Πηνελόπῃ πεποίηκεν ἐντυγχάνοντα τὸν Ὀδυσσέα ἠλλοιωμένον ὑπὸ τῆς Ἀθηνᾶςφησί τε
4992643 ἀρηϊφιλον
δόσαν ἀγλαὰ δῶρα . Οὐδ ' ἔλαθ ' Ἀτρέος υἱὸν ἀρηΐφιλον Μενέλαον Πάτροκλος Τρώεσσι δαμεὶς ἐν δηϊοτῆτι . βῆ δὲ
πεπυκασμένα κεῖτο ἀνάκτων ἐν κλισίῃς : οἳ δ ' ἀρχὸν ἀρηΐφιλον ποθέοντες φοίτων ἔνθα καὶ ἔνθα κατὰ στρατὸν οὐδὲ μάχοντο
4980672 ἑταιρικῃ
φιλία : συμβαίνει γὰρ αὐτῇ πάντα , ἃ καὶ τῇ ἑταιρικῇ καὶ μᾶλλον αὐτῇ ἢ ἐκείνῃ : καὶ διὰ τοῦτο
καὶ δίκαιον ἀριστοκρατικόν , ἡ δὲ τῶν ἀδελφῶν φιλία τῇ ἑταιρικῇ ἔοικεν . ] ἑταιρικὴ δέ ἐστιν ἡ τῶν ἴσων
4976571 φοναις
οὐκ ἐκπλήττεται , τὸν παῖδα οὐχ ὑπομένουσα ἀπολιπεῖν ἐν ταῖς φοναῖς ὄντα , ἀλλὰ καὶ ἐκ χειρὸς αὐτὴν πατάξαι πάρεστιν
τῆσδ ' ἐπεσκήπτου μόρων . Ποίῳ δὲ κἀπελύσατ ' ἐν φοναῖς τρόπῳ ; Παίσας ' ὑφ ' ἧπαρ αὐτόχειρ αὑτήν
4973061 ναικι
τις ἐμπεσὼν ἀφείλκυσε τὸν περὶ τῶν ὄντων τῇ γυ - ναικὶ περιστήσας φόβον , ἣν ἔλαβε μὲν τῆς ἐπὶ Πέρσας
τις ἐμπεσὼν ἀφείλκυσε τὸν περὶ τῶν ὄντων τῇ γυ - ναικὶ περιστήσας φόβον , ἣν ἔλαβε μὲν τῆς ἐπὶ Πέρσας
4969697 πνιγι
διαίτηϲ . οὐδὲ γὰρ οὐδὲ ἐνδείῃ μοῦνον , ἀλλὰ καὶ πνιγί : ἢν δ ' ὑπὸ πλήθεοϲ γίγνηται ϲυγκοπὴ καὶ
τὴν πρώτην συναίσθησιν , ἢ καὶ ἤδη κατειλημμένης τῇ ὑστερικῇ πνιγί , διαδέσμοις τὰ ἄκρα χρὴ καταλαμβάνειν καὶ τρίβειν ἰγνύας
4960447 Τροιῃ
δ ' ἄνδρες σόοι ἔμμεναι , οἳ τότ ' ὄλοντο Τροίῃ ἐν εὐρείῃ , ἑκὰς Ἄργεος ἱπποβότοιο . ἀλλ '
' αὐγὰς ἠελίοιο , τοῖος ἐὼν οἷός ποτ ' ἐνὶ Τροίῃ εὐρείῃ . Ἔτι τοίνυν οἱ Στωικοὶ φίλους θεῶν τοὺς
4956234 ἐωλπει
θαρσύνεσκε λαόν , ἐπεὶ φρεσὶν ᾗσιν ἐγήθεεν : ἦ γὰρ ἐώλπει Ἀργείους παύσασθαι ἀμαιμακέτοιο κυδοιμοῦ Πηλείδαο πεσόντος : ὃ γὰρ
χερσὶν ἐμῇσι πολλὸν καγχαλόων , ἐπεὶ ἦ νύ μοι ἦτορ ἐώλπει θρέψειν κηδεμονῆα βίου καὶ γήραος ἄλκαρ . Καὶ τὰ
4954842 κονιῃ
ἐπὶ δὲ χθονὶ κάππεσον ἄμφω πλησίοι ἀλλήλοισι , μιάνθησαν δὲ κονίῃ . καί νύ κε τὸ τρίτον αὖτις ἀναΐξαντ '
κάρη πολιόν τε γένειον , θυμὸν ἀποπνείοντ ' ἄλκιμον ἐν κονίῃ , αἱματόεντ ' αἰδοῖα φίλῃς ' ἐν χερσὶν ἔχοντα
4950276 σφαγῃ
καὶ ψόθου τὸ ξίφος ἐκάμπτετο οὐδαμῇ ἐνδιδόντος τοῦ χρωτὸς τῇ σφαγῇ , × – ˘ τόξον ὥς τις ἐντείνων ˘
δὲ τὴν ἀναίρεσίν φησι διὰ τὰ σκιρτήματα ἃ ἐν τῇ σφαγῇ ποιοῦσιν οἱ ὄνοι . κνώδαλα δὲ κυρίως μὲν τὰ
4943611 πυκινας
Ζεύς . ὡς δ ' ἴδεν , ὥς μιν ἔρως πυκινὰς φρένας ἀμφεκάλυψεν , οἷον ὅτε πρῶτόν περ ἐμισγέσθην φιλότητι
ἐς θάλαμον , τόν οἱ φίλος υἱὸς ἔτευξεν Ἥφαιστος , πυκινὰς δὲ θύρας σταθμοῖσιν ἐπῆρσε κληῗδι κρυπτῇ , τὴν δ
4937896 μητρυιης
πρηΰνας : ὅδε καί ποτ ' ἀμύμονα Φρίξον ἔπεισε , μητρυιῆς φεύγοντα δόλον πατρός τε θυηλάς , δέχθαι , ἐπεὶ
γυναικὸς ἐφείσατο οὐδὲ παιδὶ σωτηρίης ἐφθόνεεν , εἰ καί τι μητρυιῆς ἐπεθύμεεν : οὐ γὰρ ὁμοίην συμφορὴν ἔμμεναι γαμετὴν ἢ
4936618 Ποικιλῃ
οὗτος ἀδελφός τε ἦν Φειδίου καὶ αὐτοῦ καὶ Ἀθήνῃσιν ἐν Ποικίλῃ τὸ Μαραθῶνι ἔργον ἐστὶ γεγραμμένον . ἐπὶ δὲ τοῖς
διαμαρτάνει Δημοσθένης ἐν τῷ Κατὰ Νεαίρας Πλαταιέας γεγράφθαι ἐν τῇ Ποικίλῃ στοᾷ : οὐδεὶς γὰρ τοῦτο εἴρηκεν οὐδὲ Κράτερος ἐν
4935682 κηδεμονιᾳ
: ἔπειτα δὲ κατεσχέθησαν πεδηθεῖσαι γοητείας δεσμοῖς , σχεθεῖσαι φύσεως κηδεμονίᾳ . Εἰ δ ' ἦν τοιοῦτον ἕκαστον ζῷον οἷον
βίαιος καὶ περὶ τοὺς οἰκείους ἀγνώμων : οὐκ ἄρα οὔτε κηδεμονίᾳ τῆς πόλεως , οὔτε οἴκτῳ τούτους τρέφεις : καὶ
4927446 μελεϊστι
αὐτίκ ' ἀνήνασθαι τόνδε στόλον , εἰ καὶ ἔμελλον νηλειῶς μελεϊστὶ κεδαιόμενος θανέεσθαι . νῦν δὲ περισσὸν δεῖμα καὶ ἀτλήτους
χαμάδις ῥέε , δεῦε δὲ γαῖαν . τοὺς δὲ διὰ μελεϊστὶ ταμὼν ὁπλίσσατο δόρπον : ἤσθιε δ ' ὥς τε
4925621 πνυκι
σοι μᾶλλον εὔνους . ΓΘ πλὴν μὴ ' ν τῇ πνυκί : ὡς ἂν ἐν τῇ συνόδῳ ἀνόητα δρῶντος τοῦ
δὲ μὴ ἐξεῖναι ἐν θεάτρῳ στεφανοῦσθαι , ἀλλ ' ἐν πνυκί : τρίτον , τὸν ὑπεύθυνον μὴ στεφανοῦσθαι , πρῶτον
4924392 Ἁνδρες
ἡ μήτηρ ὄνον τὸν Μελιτέα , κοὐκ ἔπαθεν οὐδέν ; Ἅνδρες δεδειπνήκασιν ἤδη σχεδὸν ἅπαντες : εὖγε , τί οὐ
: ἐγὼ δὲ δύ ' ἔπη τῶν ἐμῶν ἐρῶ μόνον Ἅνδρες φίλοι , κἀγὼ μὲν αὐτοὺς οὐ κρινῶ . Οὐ
4923383 ἐγκαλλωπιζεσθαι
καὶ τῶν δυεῖν οἰκετῶν μακρὰν ἐπίτηδες ἀπολειφθέντων , ἵνα μὴ ἐγκαλλωπίζεσθαι καὶ ἐνεπιδείκνυσθαι δοκῇ μάρτυρας ἐπαγόμενος ὧν εὐσέβει ; στόμασιν
καὶ τὰ ἐφεξῆς ; Ὑπάρχει δὲ ὑμῖν ἐκ τῶν παρόντων ἐγκαλλωπίζεσθαι καί σοι πρὸς τὴν ἑστίαν τῆς βασιλείας καὶ τῇ
4921880 ἀκοντι
ἐπικαγχαλόωσι πυκνὸν ὑλακτιόωντες , ὃ δ ' ἐμμεμαὼς ὑπ ' ἄκοντι κεμμάσιν ὠκυτάτῃσι φόνον στονόεντα τίθησιν : ὣς Μέμνων ἐδάιζε
ἀδελφῷ τῷ θανόντι τῶν κακῶν , ἤγουν συντέθνηκε ἐκεῖ καὶ ἄκοντι , ὅ ἐστι κἂν ἐκεῖ τυχὸν μὴ βούλοιτο .
4921207 δυστυχεστατην
ἀμφὶ σῆς λέγων παιδὸς θανούσης εὐτεκνωτάτην τέ σε πασῶν γυναικῶν δυστυχεστάτην θ ' ὁρῶ . δεινόν τι πῆμα Πριαμίδαις ἐπέζεσεν
ἦν ὁ τὸ δόρυ ἀκοντίσας ῥίπτει καὶ αὐτός , καὶ δυστυχεστάτην εὐτυχήσας εὐτυχίαν τιτρώσκει τὸν Ὀδυσσέα κατὰ τοῦ πλευροῦ .
4920121 ἀειδοντες
[ τὸ οὔνομα ] . Φαίνονται δὲ αἰεί κοτε τοῦτον ἀείδοντες . Ἔστι δὲ αἰγυπτιστὶ ὁ Λίνος καλεόμενος Μανερῶς .
φίλου μεμνήσομ ' ἑταίρου . νῦν δ ' ἄγ ' ἀείδοντες παιήονα κοῦροι Ἀχαιῶν νηυσὶν ἔπι γλαφυρῇσι νεώμεθα , τόνδε
4914875 ἀρηια
κλέος ἐσθλὸν ἄρηαι . ἀλλ ' ἄγε δύσεο τεύχε ' ἀρήια , ὄφρα τάχιστα δίφρους ἐμπελάσαντες Ἄρηός θ ' ἡμέτερόν
ἀρέσθαι . ” Ὧς φάτο , δῦνε δὲ τεύχε ' ἀρήια : τοὶ δ ' ἰάχησαν θεσπέσιον μεμαῶτες . ὁ
4913386 ἀντιααν
τὰ φάη ἀΐσσειν . Ἀντιάα : ἐξ ἐναντίας ἔρχεται : ἀντιάαν ἐξ ἐναντίας ἔρχεσθαι , ἢ μεταλαμβάνειν τῆς μάχης ,
ὀξέα πάλλων ἔγχεα , δυσμενέων προκαλίζεται ὅς κ ' ἐθέλῃσιν ἀντιάαν : τάχα δ ' ἄλλον ἀριστήων ὀροθύνει : ὣς
4913172 ἐκπεπληγμενοι
ἐπ ' εὐνῆς τινος ἡμίγυμνος πρόκειται καὶ θεραπεία πᾶσα , ἐκπεπληγμένοι τὸ ἔργον οἱ μὲν ὥσπερ βοῶσιν , οἱ δέ
ἐκ τούτου δὴ οἱ Ἕλληνες ἔθεον ἐπὶ τὰ ὅπλα πάντες ἐκπεπληγμένοι καὶ νομίζοντες αὐτίκα ἥξειν αὐτοὺς ἐπὶ τὸ στρατόπεδον .
4910684 ταιν
ῥᾷστα τῇ ὁδῷ ἐπιμελούμενον † † : εὐχερὲς δὲ τὸ ταῖν χεροῖν ταχέως ἐπιτελεσθέν : εὐπετὲς δὲ τὸ συμπεσὸν εἰς
' ] δέον ἦν εἰπεῖν “ κατακοιμῶ ” . κατὰ ταῖν κόραιν ] ἤγουν ἐν τοῖς ὀφθαλμοῖς . κορυβαντιᾶν τὸ
4907803 δυσμενειᾳ
ὁρᾶτε οὖν μὴ καὶ ἡμεῖς τῇ διὰ τῶν ἔργων πεισθέντες δυσμενείᾳ μᾶλλον ἢ τὴν ἐκ τῶν λόγων ἡδονὴν θηρώμενοι ὡς
παθόντες , ἃ παρ ' ἐχθρῶν εἰκὸς ἦν , τῇ δυσμενείᾳ τὸν φόβον καλύπτομεν . καὶ πρὸς τὸν δῆμον ἀχθόμενοι
4906294 μνηστηρσιν
δ ' ὑπὸ καλὸν ἄεισε , χελιδόνι εἰκέλη αὐδήν . μνηστῆρσιν δ ' ἄρ ' ἄχος γένετο μέγα , πᾶσι
βῆ δ ' ἴμεναι , μάλα δ ' ὦκα φέρων μνηστῆρσιν ἔδωκε . καὶ τότ ' Ὀδυσσῆος λύτο γούνατα καὶ
4905236 κορυνῃ
ἀνελὼν καὶ ἐν Ἐπιδαύρῳ τῇ ἱερᾷ Περιφήτην Ἡφαίστου νομιζόμενον , κορύνῃ χαλκῇ χρώμενον ἐς τὰς μάχας . καθήκει δὲ ὁ
' οὐ τόξοισι μαχέσκετο δουρί τε μακρῷ , ἀλλὰ σιδηρείῃ κορύνῃ ῥήγνυσκε φάλαγγας . τὸν Λυκόοργος ἔπεφνε δόλῳ , οὔ
4904943 καυτηριῳ
. Ἀγκίϲτροιϲ ἀνατείναντεϲ τὸ δέρμα τὸ ἐπικείμενον τῷ ϲπληνὶ μακρῷ καυτηρίῳ πεπυρακτωμένῳ διαμπὰξ αὐτὸ καύϲομεν , ὥϲτε τῇ μιᾷ προϲβολῇ
γενέϲθαι . ὁ δὲ Μάρκελλοϲ τῇ λεγομένῃ τριαίνῃ ἢ τριαινοειδεῖ καυτηρίῳ χρώμενοϲ τῇ μιᾷ προϲβολῇ τὰϲ ἐϲχάραϲ εἰργάζετο . Ἐπὶ
4903354 στονοεντ
ἀντίθεοι ἀρίστευον υἱέες υἱέων τ ' ἀρηΐφιλοι παῖδες ἀνορέᾳ χάλκεον στονόεντ ' ἀμφέπειν ὅμαδον , σώφρονές τ ' ἐγένοντο πινυτοί
μῦθον ἔειπεν : Ὦ κύον , ὥς τοι ἔγωγε φόνον στονόεντ ' ἐφέηκα σήμερον : οὐδέ σε δῖα κιχήσεται Ἠριγένεια
4902859 ὠδινι
παρὰ ἀπειρίαν δὲ τοῦ τίκτειν γίνεται ὡς μὴ συνεργεῖν τῇ ὠδῖνι : καὶ δι ' ἐποχὴν δὲ διανοίας γίνεται ,
τ ' εὐερνέα καὶ γλαυκᾶς θαλλὸν ἱερὸν ἐλαίας , Λατοῦς ὠδῖνι φίλον , λίμναν θ ' εἱλίσσουσαν ὕδωρ κύκλιον ,
4898672 ἐλπομενη
ἀλλ ' ἔθανον προπάροιθεν ἐν εἰρήνῃ τε καὶ ὄλβῳ , ἐλπομένη καὶ ἔτ ' ἄλλα κακώτερα θηήσασθαι , παῖδας μὲν
ὄμμασιν : ἀμφὶ δὲ μήτηρ πολλὰ κινυρομένη κενεῷ ἐπαΰτεε τύμβῳ ἐλπομένη τι καὶ ἄλλο κακώτερον : ἔστενε δ ' ἄτην

Back