τˈρόπον Δωρίῳ φωνὰν ἐναρμόξαι πεδίλῳ ἀγˈλαόκωμον : ἐπεὶ χαίταισι μὲν ζευχθέντες ἔπι στέφανοι πράσσοντί με τοῦτο θεόδˈματον χρέος , φόρμιγγά
πρὸς τὸ χαίταις συναπτέον . . Ἐπεὶ οἱ στέφανοι οἱ ζευχθέντες μὲν καὶ πεσόντες ἐπὶ ταῖς τῶν ἵππων θριξὶν ἀπαιτοῦσιν
6353288 ἱεροφανται
γένη καὶ πατριαί τινες διάσημοι , ἀφ ' ὧν Ἀθήνησιν ἱεροφάνται μὲν τῆς Δήμητρος ἀπὸ Εὐμολπιδῶν , δᾳδοῦχοι δ '
ξένος μυηθῆναι : διὸ καὶ ἀπ ' αὐτοῦ ἄρχοντες ἐγένοντο ἱεροφάνται Εὐμολπίδαι Ἀθήνησιν . οὗτος συνεμάχησεν Ἐλευσινίοις στασιάζουσι κατὰ τοῦ
6194908 κρεμαμενοι
τότε ἐκεῖνοι τῆς ἐντολῆς τῆς ἑαυτῶν μητρὸς ἐμνήσθησαν , ἑωρακότες κρεμάμενοι τοῦ Ἡρακλέους τὴν πυγὴν μέλαιναν ἐκ τῆς τῶν τριχῶν
τετάρτης ὥρας ἐξ ἑωθινοῦ ταῦτα ἦν : Ἰουδαῖοι μαστιγούμενοι , κρεμάμενοι , τροχιζόμενοι , καταικιζόμενοι , διὰ μέσης τῆς ὀρχήστρας
6168455 Μῃονας
Καὶ οἱ Λυδοὶ καὶ οἱ Μαίονες , οὓς Ὅμηρος καλεῖ Μῄονας , ἐν συγχύσει πώς εἰσι καὶ πρὸς τούτους καὶ
„ τίνα λάβωσι τάξιν ; ἀλλ ' οὐδὲ Λυδοὺς οὐδὲ Μῄονας εἴρηκεν , εἴτε δύο εἴθ ' οἱ αὐτοί εἰσι
6157680 ἐλυθησαν
χρόνου παρελθόντος , ὅσῃσι μέλλει εὖ εἶναι , αἱ φλεγμοναὶ ἐλύθησαν καὶ τοῦ ἐμβρύου καὶ τῆς μητρὸς , ἥ τε
τοῖς Κορινθίοις οὖσιν ἐνσπόνδοις . καὶ διὰ τοῦτο αἱ σπονδαὶ ἐλύθησαν . τρίτη αἰτία φέρεται τοιαύτη . Ποτίδαια πόλις ἄποικος
6133550 ῥαψῳδοι
τρυφῶσαν , ἐπῃρμένην , μεγαλαυχουμένην . πέμματα . πλακούντια . ῥαψῳδοί . ῥαψῳδούς φασι τοὺς τὰ Ὁμήρου ἔπη ἐν τοῖς
καλούμενος Μάνερως . οὐκ ἀπελείποντο δὲ ἡμῶν τῶν συμποσίων οὐδὲ ῥαψῳδοί . ἔχαιρε γὰρ τοῖς Ὁμήρου ὁ Λαρήνσιος ὡς ἄλλος
6132704 διεβαλλοντο
δὲ καὶ εἶδος κουρᾶς ὁ κῆπος . ᾧ οἱ χρώμενοι διεβάλλοντο , κατελίμπανον δὲ τὰς ἔξω τῆς κεφαλῆς τρίχας .
εἶναι λέγειν . οἱ γὰρ Ἀθηναῖοι ἐπὶ πανουργίᾳ καὶ ἀναιδείᾳ διεβάλλοντο . ] χ . τὸ χ πρὸς τὸν σχηματισμὸν
6130517 Διοσκοροι
. ] Ὅτι παραδέδονται Κάστωρ καὶ Πολυδεύκης , οἱ καὶ Διόσκοροι , πολὺ τῶν ἄλλων ἀρετῇ διενεγκεῖν καὶ συστρατεῦσαι τοῖς
τῆς ἀθανασίας , τοῖς δὲ Τυνδαρίδαις , ὅτι προσαγορευθήσονται μὲν Διόσκοροι , τιμῆς δ ' ἰσοθέου τεύξονται παρὰ πᾶσιν ἀνθρώποις
6121598 θεοδμητον
ἀκτὴν ἐντὸς ἀξένου πόρου . ἀλλ ' ἕρπε Δελφῶν ἐς θεόδμητον πόλιν νεκρὸν κομίζων τόνδε , καὶ κρύψας χθονὶ ἐλθὼν
κτείνει με ὁ Πολυμήστωρ τὸν ταλαίπωρον χάριν τοῦ χρυσοῦ . θεόδμητον δὲ βωμὸν εἶπε τὸν ὑπὸ θεῶν οἰκοδομηθέντα Ποσειδῶνος καὶ
6058571 ἐβεβαιουν
τὴν τῶν πόλεων δημοκρατίαν ἀφελεῖν σπουδαζόντων , αὐτοὶ μᾶλλον ταύτην ἐβεβαίουν , ἀντικαθιστάμενοι τοῖς ἐπιτιθεμένοις . Νικομήδης δὲ κατὰ Βιθυνῶν
γὰρ οἶμαι τοῦτο . εἰ γὰρ οἱ φόνοι τὴν τυραννοκτονίαν ἐβεβαίουν , ἔδει καὶ τοὺς ἀνδροφόνους ταῖς τῶν τυραννοκτόνων τιμᾶσθαι
6057590 περιπορευομενοι
εἰσίασίν τινες μύρων Βαβυλωνίων ἔχοντες ἀσκίδια καὶ πόρρωθεν ἐκ τούτων περιπορευόμενοι τοὺς μὲν στεφάνους τῶν κατακειμένων δροσίζουσι τοῖς μύροις ,
' εἰς μανίαν καὶ λήθην τῶν ἁπάντων ἔπιπτον , οἳ περιπορευόμενοι τὴν παρεμβολὴν ἐξεστῶτες τοῦ φρονεῖν ἔτυπτον τοὺς ἀπαντῶντας .
6034481 παιδοτροφιαν
, λαβοῦσα παρὰ τοῦ ἀνδρὸς βουκόλου ὄντος , καὶ τὴν παιδοτροφίαν οὐ χαλεπῶς ἔφερεν . Τήλεφον δὲ τὸν Αὔγης καὶ
ᾧ καθεύδω . εἶθ ' ὁ πρῶτος ὁ κατὰ τὴν παιδοτροφίαν ἐπίπονος . πεινᾷ τὸ παιδίον , ἡ δὲ τροφὸς
6004879 γινωσκωσιν
τῆς εὐεργεσίας τὸ γνώρισμα : ἵνα ζηλῶσιν ἅπαντες , ἵνα γινώσκωσιν , οἷος ὁ παῖς μετὰ τὴν ἀναίρεσιν ἔτυχεν :
ἀδελφοῖς ἀναγγείλω , καὶ ἱλαρώτεροι γένωνται , καὶ ταῦτα ἀκούσαντες γινώσκωσιν τὸν κύριον ἐν πολλῇ δόξῃ . ἡ δὲ ἔφη
5999899 ηὐλουν
: καλὸς δὲ πεινῶν ἐστιν αἰσχρὸν θηρίον . Ἀναλαβὼν μόναυλον ηὔλουν τὸν ὑμέναιον . Ὅτε τὰς μορίας ἔτρωγεν , ὡσπερεὶ
: Βοᾷ ὁ αὐλητής . εἴρηται ὅτι ἐπὶ ταῖς θυσίαις ηὔλουν . Ἄλλως . ἡ μετ ' αὐλοῦ γινομένη βοή
5988964 Φερσεφονην
, ὀνομάτων ὀρθότητος . καὶ γὰρ μεταβάλλοντες σκοποῦνται τὴν ” Φερσεφόνην , “ καὶ δεινὸν αὐτοῖς φαίνεται : τὸ δὲ
τοῦ παιδὸς πρὸς Αἰγέα κατέφυγεν ἀλητεύσασα : οἱ δὲ τὴν Φερσεφόνην , διότι τοὺς πυροὺς ἀλοῦντες πέμματά τινα προσφέρουσιν αὐτῇ
5982753 λυμεωνας
φαύλῃ πόλλ ' ἔνεστ ' ἀσχήμονα . ἔπαυς ' ὁδουροὺς λυμεῶνας ἔσῳσα δούλην οὖσαν : οἱ γὰρ ἥσσονες τοῖς κρείσσοσιν
φαύληι πόλλ ' ἔνεστ ' ἀσχήμονα . ἔπαυς ' ὁδουροὺς λυμεῶνας ἔσωισα δούλην οὖσαν : οἱ γὰρ ἥσσονες τοῖς κρείσσοσιν
5980543 Ἀνδανιαν
οὔτε ὅπου χρὴ κτίσαι τῆς χώρας ἐξευρίσκει : τὴν γὰρ Ἀνδανίαν οἱ Μεσσή - νιοι καὶ Οἰχαλίαν οὐκ ἔφασαν ἀνοικιεῖν
τῶν εἱλώτων . Ἀριστομένει δέ , ὡς ἀνέστρεψεν ἐς τὴν Ἀνδανίαν , ταινίας αἱ γυναῖκες καὶ τὰ ὡραῖα ἐπιβάλλουσαι τῶν
5964188 Μαριανδυνου
: οἱ Μαριανδυνοὶ ὅμοροι τοῖς Παφλαγόσι , προσηγορεύθησαν δὲ ἀπὸ Μαριανδυνοῦ τοῦ Κιμμερίου παιδός . Λύκοιο ῥέεθρα : Λύκος ποταμὸς
πολύδακρύν φησιν : ἰὰν καὶ φωνὴν κακὸν μέλος ἔχουσαν θρηνητῆρος Μαριανδυνοῦ ὡς τῶν Μαριανδυνῶν θρηνῳδῶν ὄντων . καὶ αὐλοὶ δέ
5963297 παλαιοτεροι
, Ἑλλάς , Ἀχαΐα , Κρήτη . ὡς δὲ οἱ παλαιότεροι κατὰ μέρος διωρί - σαντο τοῖς μὲν πρὸς τῷ
νέοι οἵ τε κατ ' αὐτόν χώρης εἴκουσιν τοί τε παλαιότεροι . γηράσκων ἀστοῖσι μεταπρέπει , οὐδέ τις αὐτόν βλάπτειν
5948711 φθειρα
δεῖν τὴν τῶν θεῶν ἀπολείπειν ἀρχήν . λέγει δὲ καὶ φθεῖρα ἐν ἱερῷ μὴ κτείνειν , οὐδενὸς τῶν περιττῶν καὶ
τοῦ κ , πανδοκεῖον καὶ πανδοκεύτρια καὶ πανδοκεύς . Τὴν φθεῖρα λέγουσί τινες καὶ τὴν κόριν : σὺ δ '
5944989 ἀκεντροι
μελίσσας αὐτῶν μὴ μεταφερουσῶν . εἰσὶ δὲ οἱ μὲν κηφῆνες ἄκεντροι , αἱ δὲ μέλισσαι κέντρον ἔχουσι : ἄλογον δὲ
. κηφῆνες αἱ ἀργαὶ τῶν μελισσῶν , κόθουροι δὲ οἱ ἄκεντροι καὶ κολόβουροι , ἢ αἱ φυλάττουσαι τὴν τῶν μέσων
5932224 μωροι
Πολυκράτην ἐπαχθῶς φέρειν πρὸς τὴν νουθεσίαν : ὅπερ πάσχουσιν οἱ μωροί . ἵνα δὲ μὴ δοκῶ ] ἰστέον ὅτι συμπέρασμα
τῶν ἄλλων πόλεων ἀπολειφθέντας , αἰτιωμένους τὴν ἀτραπόν : Μὴ μωροί , ἔφασαν , ἐὰν καὶ ἡμεῖς εἰς τὸ μέλλον
5887364 ἀμορφωτοι
εʹ β , νεφελοειδ ' . Οἱ περὶ τὸν Περσέα ἀμόρφωτοι . ὁ πρὸς ἀνατολὰς τοῦ ἐπὶ τοῦ ἀριστεροῦ γόνατος
δʹ ε , εʹ β . Οἱ περὶ τὸν Σκορπίον ἀμόρφωτοι . ὁ ἑπόμενος τῷ κέντρῳ νεφελοειδής . . .
5880175 φιλτατοι
αὐτὸν τὸν ἰθύφαλλον : Ὡς οἱ μέγιστοι τῶν θεῶν καὶ φίλτατοι τῇ πόλει πάρεισιν . Ἐνταῦθα γὰρ Δήμητρα καὶ Δημήτριον
τῶν φιλτάτων θήσεις . οἷον αὐτοὶ οὓς ἐβουλόμην καὶ οἱ φίλτατοι . παροιμία ἐστίν . ἡ φράσις Ἀττική . ἀπέσβησε
5867296 περισπωσιν
ἀμφίβολος : οἱ μὲν γὰρ ὀξύνουσιν αὐτὰ , οἱ δὲ περισπῶσιν : ἄλογοι γὰρ αὐτῶν λυπουμένων ἢ μεθυόντων φωναὶ ,
τὸ ἁπλᾶ καὶ διπλᾶ καὶ πολλαπλᾶ καὶ πάντα τὰ τοιαῦτα περισπῶσιν οἱ Ἀττικοί , ἀργυρᾶ , χρυσᾶ , καὶ κεραμεᾶ
5864633 ὑπεκπροφυγων
οἱ Τρῶες καὶ Παλλὰς Ἀθήνη ποίεον , ὄφρα τὸ κῆτος ὑπεκπροφυγὼν ἀλέαιτο ] Ποσειδῶν καὶ Ἀπόλλων , προστάξαντος Διὸς Λαομέδοντι
τέκνον , ἐπὴν ἐρίφοισι τεοῖσιν , οὕς ποτε θῆρα πέλωρον ὑπεκπροφυγὼν ἱκέτευσας , τοῖσι παρασταίης τετληόσιν , οἳ δ '
5838537 ἐξηγουντο
καὶ μᾶλλον ἐπ ' οὐδενὶ ἀγαθῷ ξυμβῆναι αὐτῷ οἱ μάντεις ἐξηγοῦντο . Ἡμέραι τε οὐ πολλαὶ ἐπὶ τούτῳ ἐγένοντο καὶ
καί τινα ἔχειν περὶ ταῦτα δοκοῦντες δεινότητα ἀτοπώτερον τὰ ἐνύπνια ἐξηγοῦντο , φάσκοντες δι ' ὑπερβολῆς ἐνδείκνυσθαι τὸν θεὸν ὅτι
5834657 Χειρωνεια
καὶ φακοὺς καὶ παρωτίδας καὶ φύματα καὶ σύριγγας καὶ τὰ Χειρώνεια καὶ τὰ κακοήθη ἕλκη . ἀνάγει καὶ ὀστέα καὶ
ἢ κρίθινον ἢ πύρινον ἄλευρον ἢ ἄλφιτα . Πρὸς τὰ Χειρώνεια ἕλκη . Λεπίδος χαλκοῦ ⋖ ι , κηροῦ ⋖
5831380 ἀνεσειον
καὶ φοβούμενοι μὴ ἀναπεμφθέντες εἰς τὴν Ῥώμην τιμωρίας τύχωσιν , ἀνέσειον τὰ πλήθη παρακαλοῦντες τὴν ἐξ αἰῶνος παραδεδομένην ἐλευθερίαν διαφυλάττειν
χρεῶν ἀποκοπὰς εἰσηγοῦντο καὶ πολλοὺς τῶν ἀπόρων χρεωφειλετῶν ἔχοντες συνεργοὺς ἀνέσειον τὰ πλήθη , τινὲς δὲ δι ' ἀφροσύνην ἐνέπεσον
5824217 ἀλυποι
ἀξιοθέατον ἢ ὅτι ταχὺ πλεῖ ; διὰ τί δὲ ἄλλο ἄλυποι ἀλλήλοις εἰσὶν οἱ ἐμπλέοντες ἢ διότι ἐν τάξει μὲν
, τὸ μὲν ἄλλο πᾶν σῶμα ἁπαλοί τε εἰσὶ καὶ ἄλυποι προσαπτομένῳ , καὶ ὀδόντες οἱ οὐ πάνυ τι σκολιοὶ
5823483 Θηραιοι
τὴν μάχην ἀγγέλλων , ὃν ἐστεφανωμένον ὡς ὑμᾶς ἔπεμψαν οἱ Θηραῖοι , πρὸς ἀηδίαν καὶ λύπην ἀκούσασι καὶ οὕτω πόρρω
' ἑαυτοῦ τὸ ὄνομα καί οἱ καὶ νῦν ἔτι οἱ Θηραῖοι κατὰ ἔτος ἐναγίζουσιν ὡς οἰκιστῇ : Προκλεῖ δὲ καὶ
5821380 ἐρυγγανοντες
ἀναφυσᾶν ἤρχετο παρακατακείμενος , ἄνω , ἔφη , ὡς οἱ ἐρυγγάνοντες . τοῦ δὲ βαλανέως ἐν Καρδίᾳ ῥύμμα γῆν μοχθηρὰν
Κήρυκές τινες Παφλαγόνες , καρβατίνας ὑποδεδεμένοι , πολλὴν τὴν σκοροδάλμην ἐρυγγάνοντες , ” Ἰὴ Ἀλέξανδρε . “ Πολλάκις δὲ ἐν
5816510 μετηνεχθησαν
εἰσί , παρωνύμως δὲ ἀπὸ τῶν εἰρημένων εἰδῶν τῆς θέσεως μετηνέχθησαν , ἀπὸ μὲν τῆς στάσεως τὸ ἑστάναι , ἀπὸ
κοτέσσεται ὀβριμοπάτρη . ἀθετοῦνται καὶ οὗτοι , ὅτι ἀκαίρως ἐκεῖθεν μετηνέχθησαν . . πύλαι μύκον οὐρανοῦ : ἡ διπλῆ ,
5815505 εἰσηγησιν
ὁ ῥήτωρ καὶ Ὑπερίδης καὶ Ἱμεραῖος , τὴν τοῦ θανάτου εἰσήγησιν εἰσενεγκόντος Δημάδου . : ἐγεγόνει γὰρ εἰς οὐδὲν μετριώτερος
μακαρίζειν ᾤμην δεῖν καὶ σὲ τὸν σύμβουλον καὶ τὸν τὴν εἰσήγησιν δεξάμενον καὶ τὴν ἡμετέραν πόλιν . τὸ γὰρ ἄγειν
5805783 διδασκουσιν
παιδίας καὶ νηπιότητος χάριν , ἔτι δ ' αὖ τοῖς διδάσκουσιν καὶ ὁτιοῦν καὶ μαθήμασιν ὡς ἐλεύθερον : ὡς δ
τὰς ἀρχάς . Εὐθέως τοίνυν ὡς πρῶτόν τι καὶ στοιχειωδέστατον διδάσκουσιν ἡμᾶς ὅτι σῶμα μέν ἐστι τὸ τὰς τρεῖς ἔχον
5804250 ταττουσι
Ἀλλὰ γὰρ τριμεροῦς οὔσης τῆς φιλοσοφίας οἱ μὲν πρῶτον μέρος τάττουσι τὸ φυσικόν , ἐπεὶ καὶ χρόνῳ μὲν πρεσβυτάτη ἐστὶν
τῶν φιλοσόφων τὸν ἀστεῖον ἐπὶ τοῦ φρονίμου καὶ ἀγαθοῦ ἀνδρὸς τάττουσι . Ξένος : ὁ ἐξ ἑτέρας πόλεως παρεπίδημος ,
5787744 ἀνιπτοποδες
καπυρίδια τὰ καλούμενα τράκτα μίξεις ὥσπερ καὶ εἰς ἄρτον . ἀνιπτόποδες , χαμαιευνάδες , ἀερίοικοι περὶ τῶν φιλοσόφων φησὶν Εὔβουλος
τοὺς λόφους ἐφαμίλλους . . . Π : [ Σελλοὶ ἀνιπτόποδες ] Ἄνδρων δὲ ἐν Ἱστορίαις φησὶν οὕτως κληθῆναι ,
5774674 μεταγενεστεροι
τὴν χώραν ἀπ ' αὐτοῦ Πανίαν μετωνόμασεν : ἣν οἱ μεταγενέστεροι παραγώγως Σπανίαν προσηγόρευσαν , καθὼς ἱστορεῖ Σωσθένης ἐν ιγʹ
πάθους τὴν χώραν ἐκάλεσαν , ἣν ἑνὸς ἀλλαγῇ γράμματος οἱ μεταγενέστεροι Κελτικὴν ὠνόμασαν . . Ἀθήνῃσι μὲν ἐν τοῦ γηγενοῦς
5767358 ἐμπεριλαμβανει
τῷ κατηγόρῳ πρεπώδης , ἔτι γε μὴν οὐδὲ πάντα στοχασμὸν ἐμπεριλαμβάνει τῷ ὅρῳ : εἰσὶ γάρ τινες , οἳ τεκμήρια
ἀπειρίαν τοῦ αἰῶνος ἐκτείνεται καὶ τὴν περιοδικὴν παλιγγενεσίαν τῶν ὅλων ἐμπεριλαμβάνει καὶ περινοεῖ καὶ θεωρεῖ ὅτι οὐδὲν νεώτερον ὄψονται οἱ
5765217 τραγῳδοι
. Ὀκρίβας , τὸ λογεῖον , ἐφ ' ᾧ οἱ τραγῳδοὶ ἠγωνίζοντο : καὶ Πλάτων ὁ φιλόσοφος ἐν Συμποσίῳ κέχρηται
κατορθοῦντες . ἄλλως . οἱ μέγα φωνεῖν θέλοντες , οἷον τραγῳδοὶ , προαναπνέουσιν ἐπιπολὺ , ἵν ' ὅταν ἀναφωνήσωσιν ,
5764552 Πολυνεικη
. δράτω πόλις : ὃ βούλεται ποιείτω εἰς τοὺς κλαίοντας Πολυνείκη . δράτω ] ὃ βούλεται ἡ πόλις ποιείτω εἰς
Χὠ μὲν νεάζων καὶ χρόνῳ μείων γεγὼς τὸν πρόσθε γεννηθέντα Πολυνείκη θρόνων ἀποστερίσκει κἀξελήλακεν πάτρας . Ὁ δ ' ,
5758650 ἐξεδεξαντο
καὶ κερδαλέον κέρδιστον λέγει . οἱ δὲ νεώτεροι τὸν φιλοκερδῆ ἐξεδέξαντο . . , . ἡ διπλῆ πρὸς τὴν ἐπανάληψιν
τῆς ἀηδίας καὶ τῆς λέσχης † συγκειμένης , ὥς τινες ἐξεδέξαντο , ἀλλὰ ἀπὸ τοῦ ἁδεῖν , τοῦ σημαίνοντος τὸ
5757927 πηοι
ἀπαντᾷ . Ἡσίοδος : γείτονες ἄζωστοι ἔκιον , ζώσαντο δὲ πηοί . ἢ οὕτως : ἐπεὶ δεῖται ἄνθρωπος ἀνθρώπου εἰς
ἐγκώμιον ἄλλο γένηται , γείτονες ἄζωστοι ἔκιον , ζώσαντο δὲ πηοί . πῆμα κακὸς γείτων , ὅσσον τ ' ἀγαθὸς
5753835 κρατεραι
: τὸν δὲ νόησεν ἑσταότ ' : ἀμφὶ δέ μιν κρατεραὶ στίχες ἀσπιστάων λαῶν , οἵ οἱ ἕποντο Τρίκης ἐξ
ἀμύμονά τε κρατερόν τε ἑσταότ ' : ἀμφὶ δέ μιν κρατεραὶ στίχες ἀσπιστάων λαῶν , οἵ οἱ ἕποντο ἀπ '
5747715 σκιρτωσιν
αἱ ἀηδόνες , ἡ δὲ ἐμὴ σῦριγξ σιωπᾷ : οἷον σκιρτῶσιν οἱ ἔριφοι , κἀγὼ κάθημαι : οἷον ἀκμάζει τὰ
καὶ πᾶς ὁ ἀὴρ κύκλῳ ταύτῃ κίρναται . καὶ ἐνταῦθα σκιρτῶσιν ἰχθύων πράων ἀγέλαι . Τὰ δὲ ἴδια τῶν ζῴων
5746290 Ὡϲπερ
μέλαν τε καὶ πελιδνὸν καὶ λιπαρὸν καὶ ταχέωϲ διεξιόν . Ὥϲπερ ἐπὶ τῶν διαχωρημάτων οὕτω κἀπὶ τῶν οὔρων κανόνι τῷ
μηδὲν γλίϲχρον ἐχούϲαιϲ . Πῶϲ ἐπιμελητέον ἐγκαύϲεωϲ . Ἡροδότου . Ὥϲπερ ἡ ψῦξιϲ τῶν ἐνδεῶν μᾶλλον καθάπτεται , οὕτωϲ ἡ
5732570 ἐπῃνεσαν
δυνάμει καὶ παρὰ ταῦτ ' οὐδὲν ἔχοντες εἰπεῖν , οὕτως ἐπῄνεσαν τὸν λόγον , ὥστε τὸ πρωτεῖον τῶν λόγων τῷ
, ἐὰν ἕνα πολίτην ἀπολέσῃ καὶ τιμὴν ἀνδραπόδων τριακοσίων . ἐπῄνεσαν οἱ Σελινούντιοι τὴν γνώμην καὶ αὐτῷ συνεχώρησαν , οὓς
5732260 ἐλεξαν
πρῶτον αἱ Μοῦσαι , κατήγοροι γὰρ ἅμα καὶ Μοῦσαι , ἔλεξαν τοιάδε : νέον ἄτρωτον ἡδοναῖς , ταῖς ἡμετέραις ἀγκάλαις
μόνων ἄκρα νείατα ταρσῶν : ὅν τινες ἰκτῖνον πολιότριχα φῶτες ἔλεξαν . αὐτὰρ ὅ γε χροιῇσι μελαινομένῃσι πέφανται , μείων
5730888 μογουσιν
] οἵτινες ἕ ἕ ] διαμέσου οἷ ' ] οἷα μογοῦσιν ] πάσχουσιν τορῶς ] ἀληθῶς , σαφῶς τέκμηρον ]
. : δυσδαιμόνων : Ἀπὸ τῶν δυσδαιμόνων εἰσὶν οἵτινες τοιαῦτα μογοῦσιν οἷα ἐγώ ; , . : Οἵτινες ὅλως τῶν
5729805 Ἀθανατοι
καὶ πολλοὶ τοὺς καλλίστους βασιλέας , ὡς μέχρι νῦν οἱ Ἀθάνατοι καλούμενοι Αἰθίοπες , ὥς φησι Βίων ἐν Αἰθιοπικοῖς .
συνέστησεν , ὥστε τοὺς ἀντιπάλους τρέψασθαι . Οἱ μὲν οὖν Ἀθάνατοι τοῦτον τὸν τρόπον πάντες ᾤχοντο : ὁ δὲ Κομνηνὸς
5729386 περιηψαν
ἀλλ ' οἱ ἄνθρωποι ἐκ τῆς ἰδίας ὑπολήψεως ταύτην αὐτοῖς περιῆψαν τὴν αἰτίαν παντὶ δῆλον . Πόθεν γὰρ τοῖς ἀλόγοις
μελήσει χρόνοντὸ δὲ Ἀθηναίων πέρι λεγόμενον , ὡς αἰσχύνην οὗτοι περιῆψαν τῇ πόλει , ἐξαιροῦμαι : φημὶ γὰρ κἀκεῖνον Ἀθηναῖον
5723483 Σωκρατικοι
Ἀσπασία . μνημονεύουσι δ ' αὐτῆς πολλάκις καὶ οἱ ἄλλοι Σωκρατικοὶ , καὶ Πλάτων ἐν τῷ Μενεξένῳ τὸν Σωκράτην παρ
: ἔνιοι δ ' ἀπὸ τῶν διδασκάλων , ὡς οἱ Σωκρατικοὶ καὶ Ἐπικούρειοι , καὶ τὰ ὅμοια : καὶ οἱ
5719784 συμφωνουντες
ἐνιαυτὸς πληρωθῇ . ἀλλ ' οὗτοι οἱ μερισμοὶ οὐ πάνυ συμφωνοῦντες ἡμῖν φαίνονται , ὑπὲρ δὲ τοῦ μὴ λαθεῖν αὐτοὺς
προκείμενον δεικνύειν οὕτως . ἔστωσαν γὰρ δύο φθόγγοι διὰ τεσσάρων συμφωνοῦντες οἱ Α Β , καὶ ἀπὸ μὲν τοῦ Α
5710889 ἐμηχανησαντο
διανοίας ἐπεγερτικὸν τὸ μέλος καὶ ἀνδρικοῦ λήματος αἴτιον ὑπάρχειν τοῦτο ἐμηχανήσαντο , ἀλλ ' ἀπὸ τῆς ἀγωνίας καὶ ταραχῆς ἀνθέλκειν
. Μεγακήτεες : οἱ μεγάλοι καὶ κητώδεις . ἐφράσσαντο : ἐμηχανήσαντο . Ἁρπάξωσι : λάβωσι , δάκωσιν . γένυν :
5709930 πρωτοτυποι
. αἱ δὲ πρωτότυποι οὐκέτι . αὐτοτελεῖς μετὰ ῥημάτων αἱ πρωτότυποι τῆς εὐθείας , ἐκεῖνος γράφει , ἔγραφον ἐγώ ,
ἕνεκα γένους παρειλῆφθαι τὴν αὐτός , ἐπεὶ ἀδιάστολοί εἰσιν αἱ πρωτότυποι γένους . πρῶτον γὰρ οὐ προσδέονται γένους , τῆς
5707986 Δωριῳ
ἤγουν καινοτέραν ἀγλαΐαν ἔχοντα , ᾆσμα λαμπρὰν συνιστῶν χορείαν ἐναρμόσαι Δωρίῳ ῥυθμῷ : ἐπεὶ εἰσπράττονται μὲν ἐμέ , ἤγουν ἀπαιτοῦσιν
τὸ περιεχόμενον . τὴν βάσιν οὖν εἶπε . πρὸς τῷ Δωρίῳ μέλει ἐναρμόσαι τὴν ἀγλαόκωμον φωνήν . γέγραπται γὰρ ἡ
5703801 ἀναφερουσιν
Χερνικὰ ἢ προβλήματα . τὰ ἄλλα δ ' ὅσα τινὲς ἀναφέρουσιν εἰς αὐτὸν τὰ μὲν ἐκ τῶν αὐτοῦ διεσκεύασται ,
κατανύττουσιν αὐτῶν τὰ στόματα δι ' αὐτῶν ἢ ἀποσπῶντες τούτους ἀναφέρουσιν ἐκ τοῦ ὕδατος οὐ δυναμένων αὐτῶν τοῦ λοιποῦ ἐπιμένειν
5701387 δακρυοφιν
δὲ δὴ κρέα ἤσθιον : ὄσσε δ ' ἄρα σφέων δακρυόφιν πίμπλαντο , γόον δ ' ὠΐετο θυμός . τοῖσι
, κῆρ ἄχεϊ μεγάλῳ βεβολημένος : ἐν δέ οἱ ὄσσε δακρυόφιν πίμπλαντο , γόον δ ' ὠΐετο θυμός . ἀλλ
5697586 βασιλευσαντες
γνώμην , δι ' ἧς ἅπαντες ἐδιδάχθησαν οἱ μετὰ σὲ βασιλεύσαντες τί τὸ ἔργον αὐτῶν καὶ τί τὸ πρακτέον αὐτοῖς
θαλάττῃ τὴν ἐπώνυμον αὐτῷ πόλιν οἰκίσαντος οἱ κατὰ τὸ ἑξῆς βασιλεύσαντες τῆς Αἰγύπτου πάντες ἐφιλοτιμήθησαν εἰς τὴν ταύτης αὔξησιν .
5697178 ἀρωγοι
διπλῆι μάστιγι ἐπλήγημεν . μαράγνης ] μάστιγος . τῶν μὲν ἀρωγοὶ ] ἡμῶν οἱ σύμμαχοι οἱ περὶ Ἀγαμέμνονα . στυγερῶν
ἀλλὰ διπλῆς γὰρ τῆσδε μαράγνης δοῦπος ἱκνεῖται : τῶν μὲν ἀρωγοὶ κατὰ γῆς ἤδη , τῶν δὲ κρατούντων χέρες οὐχ
5690570 ὀλυνθοι
ἄλευρον μετὰ περιϲτερᾶϲ κόπρου καὶ λινοϲπέρμου ἐν οἴνῳ ἑψηθέν , ὄλυνθοι ἄγριοι καὶ ἥμεροι , ἢ κάρδαμον λευκὸν λεῖον μετὰ
μεθ ' ἁλῶν ἐπιτεθέν , λιβανωτὸς μετ ' ὄξους , ὄλυνθοι μετ ' ὄξους καὶ νίτρου καὶ ἀλεύρου , ὀπὸς
5688602 καταπλαϲϲομεναι
ἀμέτρωϲ ἐφλέχθηϲαν . καὶ τῶν αἰγῶν αἱ ϲπύραθοι ϲὺν ὄξει καταπλαϲϲόμεναι τοῦ νάπυόϲ εἰϲιν ἀνυϲιμώτεραι , καὶ μάλιϲτα ἐπὶ τῶν
, ὡϲαύτωϲ δὲ καὶ τῆϲ πρίνου αἱ ῥίζαι κοπτόμεναι καὶ καταπλαϲϲόμεναι τοπικῶϲ ἀρήγουϲιν . Τοῖϲ δὲ ὑπὸ αἱμόρρου δηχθεῖϲιν ἰϲχυραὶ
5685639 βελτιστοι
ὡς δ ' ἐγνώσθη τὸ πρᾶγμα , εὐθὺς ἔφευγον οἱ βέλτιστοι , οἱ μὲν πρὸς τὰ ἀγάλματα τῶν ἐν τῇ
ἔπος εἰπεῖν τοῖς κριταῖς νικῶντες ; οἶμαι μὲν , οἱ βέλτιστοι Σο - φοκλῆς , Αἰσχύλος , Εὐριπίδης . μὴ
5684901 ἀθεριζον
ὡμίλησα : καὶ οὔ ποτέ μ ' οἵ γ ' ἀθέριζον , ἀτὰρ δὴ καὶ τῷ σῷ ἀρχηγέτῃ . καί
Ἰωνικῶς θέμιτος , θέμιστος καὶ ἀθέμιστος . . . . ἀθέριζον : τὸ ἐκρίπτειν θερίζω καὶ μετὰ τοῦ στερητικοῦ α
5682693 πλοοι
, Ῥόδιοι Ῥοδίους , ἔρημοι ἐρήμους : οὕτως οὖν καὶ πλόοι πλόους καὶ κατὰ κρᾶσιν τοῦ ο καὶ τῆς ου
ἡ αἰτιατικὴ τῶν πληθυντικῶν , ὅπερ ἐστὶν ἀδύνατον . Ὦ πλόοι ὦ πλοῖ . Εἴρηται ὅτι τῶν δυϊκῶν καὶ τῶν
5674621 μεθοδικοι
ἀποκαλοῦσιν . διήμαρτον δὲ ἄμφω τοῦ ἀληθοῦς καὶ μάλιστα οἱ μεθοδικοί . ἐπιστήμη γάρ ἐστι γνῶσις ἀραρυῖα καὶ βεβαία καὶ
φαμεν τὸν ὕπνον , ἤπερ πυκνωτικόν , ὡς οἴονται οἱ μεθοδικοί ; ἀλλὰ καὶ ἡ διὰ σκάφης αἰώρα χαλαστική ἐστι
5673052 Κυρηναϊκοι
χρόνωι διάφορα [ εἰργάζετο ] πάθη . ὅθεν ? οἱ Κυρηναϊκοὶ μόνα τὰ πάθη φασὶν καταληπτά , τὰ δὲ ἔξωθεν
ἐπὶ τῷ λόγῳ περὶ τῶν ἐκτὸς ὑποκειμένων , οἱ δὲ Κυρηναϊκοὶ ἀποφαίνονται φύσιν αὐτὰ ἔχειν ἀκατάληπτον . Καὶ ὁ Πρωταγόρας
5672601 Βακιν
. ταὐτὰ δὲ ταῦτα καὶ Σίβυλλαν εὑρήσετε μαντευομένην ὑμῖν καὶ Βάκιν , εἴπερ ἀγαθὼ χρησμολόγω καὶ μάντις ἐγενέσθην . ὡς
φανόπτας φαμέν . Γλάνιδος : ἔπαιξε πρὸς τὴν κατάληξιν τὸν Βάκιν καὶ τὸν Γλάνιν εἰπών . ἔστι δὲ εἶδος ἰχθύος
5671181 διαδετοι
] διὰ τῶν γενύων τῶν ἱππικῶν οἱ χαλινοὶ κινύρονται . διάδετοι ] κρεμάμενοι . διάδετοι ] πανταχόθεν δεδεμένοι ἱμάσιν .
τῶν ἱππικῶν οἱ χαλινοὶ κινύρονται . διάδετοι ] κρεμάμενοι . διάδετοι ] πανταχόθεν δεδεμένοι ἱμάσιν . θ διάδετοι ] οἱ
5667414 στεφανουνται
χεῖρας . ὅρμοισι , τοῖς ἐνέρμασιν , οἷς τὰς χεῖρας στεφανοῦνται καὶ τὰς κεφαλάς . ἢ τῶν ἀνθῶν ταῖς χερσὶν
καὶ διὰ τὸ πένθος τὸ γενόμενον περὶ τὸν Ὑάκινθον οὔτε στεφανοῦνται ἐπὶ τοῖς δείπνοις οὔτε ἄρτον εἰσφέρουσιν , ἀλλὰ πέμματα
5667313 παραδεξαμενοι
Ὅμηρε , αἰνετὸν ὕμνων φύσιν [ ἡρῴων ] λογάσιν μερόπων παραδεξάμενοι μεγαλύνουσιν , τήν τ ' ἀπὸ Μουσῶν ἄφθιτον αὐδήν
χῶρος τῆς Μυσίης , Λέσβου ἀντίος . Πακτύην μέν νυν παραδεξάμενοι οἱ Πέρσαι εἶχον ἐν φυλακῇ , θέλοντες Κύρῳ ἀποδέξαι
5662196 μαρτυρειτε
ἀλλήλους ἀναφέρετε , πάλιν δ ' εἰληφέναι κατ ' ἀλλήλων μαρτυρεῖτε . φάσκοντες δ ' οὐ πολλὰ λαβεῖν μεγάλων ἀναλωμάτων
ἐπὶ δὲ τῶι τέλει κορωνίς . δεδορκὼς ] φαινόμενος . μαρτυρεῖτε ] ἐμοί . ἴχνος ] ἤτοι τὴν ἀρχήν .
5658110 παιγνιαν
. * ) ὅτι οὐ τὴν ᾠδὴν , ἀλλὰ τὴν παιγνίαν λέγει οὕτω , πρὸς τὸ ” μέλποντες Ἑκάεργον :
ἀπήχθου πᾶσι καὶ τοῖς γείτοσιν . Ὥστε κἀχθὲς θἠκάτῃ ποιοῦσα παιγνίαν ἐγὼ ταῖσι παισὶ τὴν ἑταίραν ἐκάλες ' ἐκ τῶν
5657831 γαμβροι
οἳ μὲν ἄρ ' ἄψορροι προτὶ Ἴλιον ἀπονέοντο παῖδες καὶ γαμβροί , τὼ δ ' οὐ λάθον εὐρύοπα Ζῆν ἐς
ἐκέλευσεν διακˈρῖναι ποδῶν , ἅντινα σχήσοι τις ἡρώων , ὅσοι γαμβροί σφιν ἦλθον . οὕτω δ ' ἐδίδου Λίβυς ἁρμόζων
5649380 πρεσβυτατοι
ἐδέξαντο . ἔτεσι δὲ οὐ πολλοῖς ὕστερον Μέδων καὶ Νειλεὺς πρεσβύτατοι τῶν Κόδρου παίδων ἐστασίασαν ὑπὲρ τῆς ἀρχῆς , καὶ
παλαιὰ ἔργα τῆς πόλεως Ἑλληνικῇ διαλέκτῳ συνέγραψαν , ὧν εἰσι πρεσβύτατοι Κόιντός τε Φάβιος καὶ Λεύκιος Κίγκιος , ἀμφότεροι κατὰ
5638838 αὐϲτηροι
. οἴνων οἱ παχεῖϲ ἅμα καὶ δυϲώδειϲ καὶ ἀηδεῖϲ καὶ αὐϲτηροὶ κακόχυμοι , οἷόϲ ἐϲτιν ὁ φαῦλοϲ Βιθυνὸϲ ὁ ἐν
: γλεῦκοϲ ὑπάγει . Ὅϲα ἐπέχει γαϲτέρα . Φοίνικεϲ οἱ αὐϲτηροὶ ϲταφίδεϲ αἱ αὐϲτηραὶ ϲυκάμινα βάτινα δαμάϲκηνα ἄγρια προῦμνα μῆλα
5634468 Δημοσθενεις
ν . Ταῦτα μὲν ἐν τούτοις . Τοὺς Δημοσθένεας καὶ Δημοσθένεις . Κανονίζεται ἡ αἰτιατικὴ τῶν πληθυντικῶν ἀπὸ τῆς αἰτιατικῆς
βοῦς , οἱ ἡδεῖς τοὺς ἡδεῖς ὦ ἡδεῖς , οἱ Δημοσθένεις τοὺς Δημοσθένεις ὦ Δημοσθένεις : οὕτως οὖν καὶ οἱ
5629086 θυμωθεντες
τῇ φύσει σκεδαννύουσα καὶ διαφοροῦσα τὸ ἔμφυτον θερμόν . Καὶ θυμωθέντες ἐλειποθύμησαν . Ἄξιον ζητῆσαι , πῶς αὐτὸς ἑαυτῷ δοκεῖ
παλαιοτέροις καὶ λιπαροῖς κρέασι . πολλοὶ δὲ καὶ ἀσιτήσαντες ἢ θυμωθέντες ἐνέπεσον εἰς τοὺς ἐπὶ σήψει συνεχεῖς πυρετούς : οἱ
5629023 θρηνητηρος
νόστου σοι τὰν πρόσφθογγον κακοφάτιδα βοάν , κακομέλετον ἰὰν Μαριανδυνοῦ θρηνητῆρος πέμψω πέμψω , πολύδακρυν ἰαχάν . ἵετ ' αἰανῆ
ἄμουσον μέλος ἔχουσαν ὡς θρηνώδη καὶ ἀπευκτήν . . Μαριανδυνοῦ θρηνητῆρος ] Μαριανδυνοὶ αὐλοὶ , ἐπιτηδειότατα ἔχοντες πρὸς θρῆνον .
5624624 δᾳδουχοι
στολῆς εὐπρέπειαν καὶ σεμνότητα , ἣν ζηλώσαντες οἱ ἱεροφάνται καὶ δᾳδοῦχοι ἀμφιέννυνται , ἀλλὰ καὶ πολλὰ σχήματα ὀρχηστικὰ αὐτὸς ἐξευρίσκων
' ὧν Ἀθήνησιν ἱεροφάνται μὲν τῆς Δήμητρος ἀπὸ Εὐμολπιδῶν , δᾳδοῦχοι δ ' ἀπὸ Κηρύκων . . . . ἐγένετο
5623705 ἐξηπατηθησαν
' ἐκεῖνοι μὲν οἱ δικασταὶ ὑπ ' ἀγνωμοσύνης τὸ παραυτίκα ἐξηπατήθησαν καὶ ἐγοητεύθησαν ὑπὸ τοῦ λόγου ὃν ξυνέγραψε Πολυκράτης ,
τεττάρων τεθέντων κατὰ τὸν νόμον , εἰκότως οἶμαι οἱ δικασταὶ ἐξηπατήθησαν καὶ ἐστασίασαν ἀλλήλοις καὶ παρακρουσθέντες ὑπὸ τῆς παρασκευῆς ἐψηφίζοντο
5623404 ληρουσι
. Ἢ ἀπὸ τῆς ἐράσεως καὶ μίξεως τῶν θεῶν : ληροῦσι γὰρ , ὅτι οἱ θεοὶ θνηταῖς γυναιξὶ μιγνύμενοι ,
“ Ἀλλ ' οὗτοι μέν , ” ἔφην , “ ληροῦσι πάντες , καὶ οἱ Θερσάνδρῳ καὶ οἱ Μελίτῃ συνειπόντες
5623163 Αἰαντας
μεθ ' ὃν Ὅμηρος : ἀμφὶ δ ' ἄρ ' Αἴαντας δοιοὺς ἵσταντο φάλαγγες καρτεραί , ἃς οὔτ ' ἄν
ὅταν φῇ μήτε Ἰδομενέα μένειν μήτε Ἀγαμέμνονα μήτε τοὺς δύο Αἴαντας , ἀλλὰ Νέστορα μόνον ὑπ ' ἀνάγκης , καὶ
5615406 τυποιμην
ι . Τὸ τυψοίμην ὁ μέσος μέλλων αʹ καὶ τὸ τυποίμην ὁ βʹ μέσος μέλλων καὶ οὗτοι ἀπὸ τῶν ἰδίων
, τὸ μὲν τυψοίμην ἀπὸ τοῦ τύψομαι , τὸ δὲ τυποίμην ἀπὸ τοῦ τυποῦμαι . Ὁμοίως καὶ τὸ τετυψοίμην ὁ
5611021 κατηγεοντο
ἐόντας ὑποδησάμενος , ἤιε ἐς τὸν θησαυρὸν ἐς τόν οἱ κατηγέοντο . Ἐσπεσὼν δὲ ἐς σωρὸν ψήγματος , πρῶτα μὲν
ἐσβαλόντες τούτους ἐτάραξαν οἵ τε Σκύθαι καὶ οἱ Πέρσαι , κατηγέοντο οἱ Σκύθαι ἐς τῶν Ἀνδροφάγων τοὺς χώρους , ταραχθέντων
5610491 ἐπιτρεπω
τῆς φωνῆς ὄργανον ἐζήτουν καὶ τοῖς ὠσὶν ἀπιστῶν τοῖς ὀφθαλμοῖς ἐπιτρέπω τὴν κρίσιν καὶ τὸ στόμα διανοίγων ὅλην ἐκ ῥιζῶν
διακείμεθα , ὑπὲρ μὲν τῶν κατ ' ἐμαυτὸν τοῖς θεοῖς ἐπιτρέπω , δι ' οὓς καὶ εἰς τοῦτον ἐσώθην τὸν
5609720 στιζουσι
ιϘʹ . : τινὲς δὲ εἰς τὸ “ παρθένοι ” στίζουσι τὸ παλίμβολον τῶν Νεφελῶν παρίσταντες : ἄμεινον δὲ εἰς
ἄλλην χώραν : κλεινῶν Ἀγηνοριδᾶν : τινὲς εἰς τὸ Ἀγηνοριδᾶν στίζουσι : τὸ δὲ ὁμογενεῖς ἀντὶ τοῦ συγγενεῖς ἡμῖν :
5608171 Ἀμφινομον
τε Φλέγυν τε Μνήσαιόν τ ' ἐπὶ τοῖσι καὶ Ἔννομον Ἀμφίνομόν τε καὶ Φάλιν ἠδὲ Γαληνόν , ὃς οἰκία ναιετάεσκε
τε Φλέγυν τε Μνήσαιόν τ ' ἐπὶ τοῖσι καὶ Ἔννομον Ἀμφίνομόν τε καὶ Φάλιν ἠδὲ Γαληνόν , ὃς οἰκία ναιετάεσκε
5606190 Πυγμαιοι
εἶδος μέτρου ἀπὸ τοῦ ἀγκῶνος ἕως ἔξω τῆς χειρός . Πυγμαῖοι ἔθνος πρὸ τῆς Αἰγύπτου , τὸ μέγεθος μικρόν ,
ἑνὶ μετρίῳ καὶ ἐπιεικεῖ ἔτεκε παῖδα Μόψον . καὶ αὐτῇ Πυγμαῖοι πάντες κατὰ φιλοφροσύνην πλεῖστα δῶρα πρὸς τὴν γένεσιν τοῦ
5606003 λαθαργοι
λάθαργοι μυδόωσι , τουτέστιν ὄζουσι γναμπτόμενοι ὑπὸ τοῖς ἀρβήλοις οἱ λάθαργοι . Γναμπτόμενοι γὰρ ξεόμενοι : ἐξ οὗ καὶ γναφεὺς
, οἷς οἱ σκυτοτόμοι τέμνουσι καὶ ξέουσι τὰ δέρματα . λάθαργοι δέ , οἱ ὑμένες καὶ τὰ ξύσματα τῶν δερμάτων
5605835 ἐκφεροντες
σιαγόνα μικρὰν συνεσταλμένην . οἱ δὲ διὰ τοῦ υ στοιχείου ἐκφέροντες κατ ' ἀναλογίαν λέγουσιν ἀπὸ τοῦ ὑός . χορδῶν
μᾶλλον ἰδίωμα . πολλὰ γὰρ οὗτοι τῶν ὀνομάτων χαίρουσι θηλυκῶς ἐκφέροντες , οἷον τήν τε λίθον . καὶ τὴν κίονα
5604061 ἠριζον
καὶ τὰ προσόντα πολλάκις . κοιλία καὶ πόδες περὶ δυνάμεως ἤριζον . παρ ' ἕκαστα δὲ τῶν ποδῶν λεγόντων ,
ἀποτυχίαις . ἀλώπηξ καὶ πίθηκος ἐν ταὐτῷ ὁδοιποροῦντες περὶ εὐγενείας ἤριζον . πολλὰ δὲ ἑκατέρου διεξιόντος ἐπειδὴ ἐγένοντο κατά τινας
5603828 νεογνοι
ζῷον . ἄρνες καὶ ἀρνειοὶ διαφέρει . ἄρνες μὲν οἱ νεογνοί , ἀρνειοὶ δὲ οἱ προήκοντες τῇ ἡλικίᾳ . ἄρρωστος
δὲ ὁ ἑστιώμενος καθὰ Πλάτων . ἄρνες μὲν λέγονται οἱ νεογνοί : ὡς δὲ λύκοι ἄρνεσσιν ἐπέχραον ἢ ἐρίφοισιν :
5597257 παιδαγωγοι
ἀεὶ τοῖς παισὶ περιγίνεται καὶ παροῦσι καὶ μέλλουσι . διδασκάλους παιδαγωγοὶ διαδέχονται , φοβεροὶ μὲν ἰδεῖν , αἰκιζόμενοι δὲ φοβερώτεροι
οἱ νέοι , ὀπίσω δ ' οἱ παλαιοὶ , ὡς παιδαγωγοὶ , ἡνίκα δὲ γεννηθῶσι , παραπλέουσι ταῖς μητράσι καὶ
5594827 Ζαρηξ
Ζακυνθιανός ὡς Ἀδριανός , ἢ Ζακυνθιεύς ὡς Ἀκανθιεύς Οἰχαλιεύς . Ζάρηξ , πόλις Λακωνικὴ πρὸς τῇ θαλάσσῃ . καὶ ἥρως
, ἄνθρωπον εὑρὼν τὴν στέγην ὀφέλλοντα . Ζάρηκος ἐκγόνους : Ζάρηξ Καρύστου ἐστὶ τοῦ Χείρωνος . οὗτος ἔγημε Ῥοιὼ τὴν
5592271 φρατερες
ὀνόματος . φρατρία ἐστὶ τὸ τρίτον μέρος τῆς φυλῆς , φρατέρες δὲ οἱ τῆς αὐτῆς φρατρίας μετέ - χοντες ,
ὀνόματος . φρατρία ἐστὶ τὸ τρίτον μέρος τῆς φυλῆς , φρατέρες δὲ οἱ τῆς αὐτῆς φρατρίας μετέ - χοντες ,
5589383 κακομελετον
πέμψω λόγους θρήνων καὶ κακῶν γέμοντας : τὸ δὲ ἱὰν κακομέλετον Μαριανδηνοῦ θρηνητῆρος ἀντὶ τοῦ θρῆνον ἐκμελῆ καὶ ἄμουσον οἶος
' ἐγενόμαν . νόστου σοι τὰν πρόσφθογγον κακοφάτιδα βοάν , κακομέλετον ἰὰν Μαριανδυνοῦ θρηνητῆρος πέμψω πέμψω , πολύδακρυν ἰαχάν .
5587243 πικροχολοι
, ὑδαρὲϲ ἀποβλύζουϲι : ἐπὴν δὲ καὶ χολὴ ᾖ , πικρόχολοι , ϲκοτώδεεϲ : ἄδιψοι , κἢν ἐπ ' ἐδέϲμαϲι
δέ εἰϲιν οἱ θερμοὶ καὶ ξηροὶ τὴν κρᾶϲιν καὶ ὅλωϲ πικρόχολοι . τοὺϲ μὲν οὖν ἐπὶ κόπῳ πυρέξανταϲ λιπαρῶϲ τε
5585160 φονευσαντες
τὸν τοῦ πατρὸς φόνον διατρήσαντες τὴν κοιλίαν τῆς μητρὸς καὶ φονεύσαντες αὐτὴν γεννῶνται ὡς Νίκανδρος ἐν τοῖς Θηριακοῖς [ .
ἐν Ἠλέκτρᾳ κεῖσθαι τὴν λέξιν ἔθος σημαίνουσαν . οἱ γὰρ φονεύσαντες ἐξ ἐπιβουλῆς τινας ὑπὲρ τοῦ μῆνιν ἐκκλίνειν ἀκρωτηριάσαντες μόρια
5583874 κονιστικοι
. ὅσοι δὲ μὴ πτητικοί , ἀλλ ' ἐπίγειοι , κονιστικοί , οἷον ἀλεκτορίς , πέρδιξ , ἀτταγήν , φασιανός
ἱστορίας γράφει τάδε : εἰσὶ δὲ τῶν ὀρνίθων οἳ μὲν κονιστικοί , οἳ δὲ λοῦνται , οἳ δὲ οὔτε κονιστικοὶ
5581110 Μηθυμναιοι
ὅσον ἑκατὸν ἀπέχοντι κῆρυξ ἀπαντᾷ σπονδὰς κομίζων . Οἱ γὰρ Μηθυμναῖοι μαθόντες παρὰ τῶν ἑαλωκότων ὡς οὐδὲν ἴσασι Μιτυληναῖοι τῶν
κατὰ πόλεμον καὶ τραῦμα ἡ ἰσχυρὰ ἧττα φ ʃ οἱ Μηθυμναῖοι . εἴργειν : τοὺς Μιτυληναίους . ἔστιν οἷ :

Back