δὲ οὐδὲ τὴν θέαν τῆς κόρης ἀνεχομένη περινοστεῖ τὸ δωμάτιον εὐχομένη , στένουσα καὶ τῶν φρενῶν πως ἐκβεβλημένη , μέχρις | ||
δωμάτων εἴσω , τέκνα . τὸ δὲ εὖ γὰρ ἔσται εὐχομένη λέγει , τουτέστιν : ἐπὶ καλῷ δὲ ἀποβαίη εἰσελθεῖν |
δὲ σπείρειν ξανθῇ Δημήτερι μίσγων : καί τοι λοιγὸν ἅπαντα τεῆς ἀπάτερθεν ἀρούρης , αὐχμούς τ ' ἐξελάσει σταχύων γλάγος | ||
' ἀνέρι φαρμακόοντα . πρὸς δ ' ἔτι τοῖς Δίκτυννα τεῆς ἐχθήρατο κλῶνας Ἥρη τ ' Ἰμβρασίη μούνη στέφος οὐχ |
καιρός , ὦ βασίλεια † . ἔκβητ ' ἀπήνης , Τρωιάδες , χειρὸς δ ' ἐμῆς λάβεσθ ' , ἵν | ||
ἀγγεῖον , καὶ ἐξέρχεται γάρος τὸ καλούμενον αἱμάτιον . Νύμφαι Τρωιάδες , ποταμοῦ Ξάνθοιο γενέθλη , αἳ πλοκάμων κρήδεμνα καὶ |
, μονή : φένω , φονή : ἐξ οὗ τὸ φονῶ , φονᾶς : γείνω , γονή : πρόσκειται ἁπλᾶ | ||
ἡ ἀπὸ Σκυθῶν λεγομένη ἀπόκρισις αὕτη . ἐγὼ μαίνομαι καὶ φονῶ καὶ μισῶ τὸ τῶν ἀνθρώπων γένος . ἔνθεν τοι |
Ἤλιδι ναιετάασκε , ῥύσι ' ἐλαυνόμενος : ὃ δ ' ἀμύνων ᾗσι βόεσσιν ἔβλητ ' ἐν πρώτοισιν ἐμῆς ἀπὸ χειρὸς | ||
ὦ Ἀριστοκλείδη πρῶτον οἰκτίρω φίλων : ὤλεσας δ ' ἥβην ἀμύνων πατρίδος δουληΐην . εὖτέ μοι λευκαὶ μελαίναις ἀνεμεμίξονται τρίχες |
βακχευθείσης καὶ μανείσης πρὸς ἔρωτα δηλονότι σύφαρ καὶ γεραιὸς κόραξ θανεῖται σὺν ὅπλοις ἤτοι πολεμῶν πέλας τοῦ Νηρίτου τὸ πόντιον | ||
μῦθος ἀέξει . Ὤιμοι φοβοῦμαι τὸ προσέρπον : περίφαντος ἁνὴρ θανεῖται , παραπλήκτῳ χερὶ συγκατακτὰς κελαινοῖς ξίφεσιν βοτὰ καὶ βοτῆρας |
κρατερόφρονος Αἰακίδαο ἵππους ἠδὲ καὶ υἷα πελώριον , οὔ τι τοκῆος μείονα : τοῦ δ ' ἄρα θυμὸς ὑπὸ φρεσὶν | ||
τμηθεὶς οὐχὶ στονύχεσσι λεόντων , ἀλλ ' ἐχθραῖς γενύεσσι λεοντείῃσι τοκῆος . τοῖά τις ἂν πανάποτμον ἑὸν περὶ νήπιον υἷα |
' ὀψείοντες ἀϋτῆς καὶ πολέμοιο ἔγχει ἐρειδόμενοι κίον ἀθρόοι : ἄχνυτο δέ σφι θυμὸς ἐνὶ στήθεσσιν . ὃ δὲ ξύμβλητο | ||
ποτὶ τύμβῳ δῶρα πόρεν πάντεσσιν . Ἐπὶ σφίσι δ ' ἄχνυτο θυμὸν υἱὸς Λαέρταο δαΐφρονος , οὕνεκ ' ἄρ ' |
, τοτὲ δ ' ὀψέ περ ὡς ἐν ὀνείρῳ λαθρίδιον στενάχουσα φίλης μιμνῄσκετο πάτρης . Αἰακίδης δὲ γέροντα Νεοπτόλεμος βασιλῆα | ||
κἀκεῖθι , Διὸς μέγα χωσαμένοιο , δειλαίη Σύβαρις , ναέτας στενάχουσα πεσόντας , μηναμένους ὑπὲρ αἶσαν ἐπ ' Ἀλφειοῦ γεράεσσιν |
[ γείνατο ] νούσων [ ] [ μήτηρ ἠδὲ ] δύης Ἀσκληπιὸν εὔφρονα [ ] κοῦρον , [ ἰὴ Παιάν | ||
ἡ τῶν θεῶν ἰσχὺς τὴν ἀμήχανον νεφέλην καὶ ἐκ χαλεπῆς δύης κρεμαμένην ὕπερθεν τῶν ὀμμάτων ὀρθοῖ καὶ ἀποσοβεῖ αὐτήν . |
κατασχήσει . Ὦ Πέλοπος ἁ πρόσθεν πολύπονος ἱππεία , ὡς ἔμολες αἰανὴς τᾷδε γᾷ . Εὖτε γὰρ ὁ ποντισθεὶς Μυρτίλος | ||
πάλλων δέρας [ ] ἐνθέοις [ σὺν οἴστροις - ] ἔμολες μυχοὺς [ Ἐλευσῖνος ] ἀν ' [ ἀνθεμώδεις ] |
σχήσει τὸν λιθόλευστον ἔρων , καὶ ἓ καθαψαμένη γούνων ἀτέλεστα κομίσσαι πείσει : ὁ δὲ Ζῆνα Ξείνιον αἰδόμενος σπονδάς τ | ||
' ἠπεροπῆα Πάριν Ποιάντιος ἥρως , κεκλομένου Δαναοῖς Ἑλένου Τροίηνδε κομίσσαι λοιγὸν ἀδελφειοῖο μιαιφόνον ἐκ Λήμνοιο . τῷ γὰρ Ἀπόλλων |
Ὀρέστης , κἂν ἰσόψηφος κριθῇ . ἐκβάλλεθ ' ὡς τάχιστα τευχέων πάλους , ὅσοις δικαστῶν τοῦτ ' ἐπέσταλται τέλος . | ||
' αὖ θύννου κεφαλὴ θαλαμηιάδαο νόσφιν ἀφειστήκει , κεχολωμένη οὕνεκα τευχέων αἰρομένων : τὸ δὲ πῆμα θεοὶ θέσαν ἀνθρώποισι . |
εὐδαίμων , πᾶσιν περίφαντος αἰεί . ἐγὼ δ ' ὁ τλάμων παλαιὸς ἀφ ' οὗ χρόνος Ἰδαῖα μίμνων λειμώνι ' | ||
ποτ ' ἦμεν . βέβακ ' ὄλβος , βέβακε Τροία τλάμων . ἐμῶν τ ' εὐγένεια παίδων . φεῦ φεῦ |
τόδε ψυχὴν διέφθαρκ ' : οἴχομαι δὲ καὶ βίου χάριν μεθεῖσα κατθανεῖν χρήιζω , φίλαι . ἐν ὧι γὰρ ἦν | ||
Ὑφ ' ἡδονῆς τοι , φιλτάτη , διώκομαι τὸ κόσμιον μεθεῖσα σὺν τάχει μολεῖν : φέρω γὰρ ἡδονάς τε κἀνάπαυλαν |
' ἀναπτυχαί : πῶς ποτε ἐκφύγω τὰς παρούσας τύχας : ἀρωγός : φανείη δηλονότι : τοῦτο γὰρ ἀπὸ κοινοῦ : | ||
ἐν συνθέσει ἀποφήλιος , καὶ τροπῇ ἀποφώλιος , ὡς ἀρήγω ἀρωγός καὶ ῥήσσω ῥωγμός . : ῥωχμὸς ἔην γαίης , |
τύπον δρακαίνης γόνον ? ? ? [ ] ραν ? καταντία βοῒ λασίωι φοινίαν βαλλ ? ? [ [ ] | ||
' ἔντοσθε νεῶν φύγον : οὐδέ τι θυμῷ ἔσθενον Εὐρυπύλοιο καταντία δηριάασθαι , οὕνεκ ' ἄρά σφισι φύζαν ὀιζυρὴν ἐφέηκεν |
τοῦ αἵματος τῶν ἁμαρτωλῶν , καὶ τὸ ἅρμα μέχρι ἀξόνων καταβήσεται . καὶ καταβήσονται ἄγγελοι καταδύνοντες εἰς τὰ ἀπόκρυφα ἐν | ||
λευκολόφους τρυφαλείας . ” ἀλλὰ ταῦθ ' ὑμῖν ἐπὶ κεφαλὴν καταβήσεται , ὡς τὴν πατρίδα ὑμῶν κατατρύχετε : οὐ γὰρ |
. καὶ σὺ μὲν ἐκεῖθι χαίρεις , σῶν λόγων δὲ χήρη ἕστηκεν Ἀκαδήμεια καὶ Σόλοι , πατρίς σευ . Ἀρκεσίλαος | ||
. ] Ἐν τῷ ποτ ' οἴκῳ πρόβατον εἶχέ τις χήρη , θέλουσα δ ' αὐτοῦ τὸν πόκον λαβεῖν μείζω |
ἀμύμονος ἀντιθέοιο δῆσαν ἐπισταμένως , ἐπαοιδῇ δ ' αἷμα κελαινὸν ἔσχεθον , αἶψα δ ' ἵκοντο φίλου πρὸς δώματα πατρός | ||
ὤρνυντ ' , ἰθύνειν λελιημένοι . ἀλλ ' ἄρα τούσγε ἔσχεθον , Ἀγκαίῳ δὲ πολεῖς ᾔνησαν ἑταίρων . Ἠῷοι δἤπειτα |
ἔφαθ ' , Ἕκτωρ δ ' αὖτις ἐδύσετο οὐλαμὸν ἀνδρῶν ταρβήσας , ὅτ ' ἄκουσε θεοῦ ὄπα φωνήσαντος . ἐν | ||
' οἴκτιρέ με . Τί δῆτα δράσω ; Μή με ταρβήσας προδῷς : ἥκει γὰρ αὕτη διὰ χρόνου , πλάνοις |
ἔβαν μεγάλῃ περιθαρσέες ἀλκῇ , καὶ τοῖόν μ ' Ἀρήνηθεν ἀοσσητῆρα κομίζεις . εἴρηται δὲ παρὰ τὸ ἀρῶ Ἀρήνη , | ||
ἑλισσομένοιο κατ ' † ὄμματος εἴσατο † κούρη , Ὕπνον ἀοσσητῆρα , θεῶν ὕπατον , καλέουσα ἡδείῃ ἐνοπῇ , θέλξαι |
αἰχμῇ : τρώσει : παραδοξόλογος . Πηλοῖσι : βορβόροις . ἐφέστιος : ἐγκάτοικος . ὠμοφάγος : ἀπηνὴς εἰς τὴν βρῶσιν | ||
. στείχοιμ ' ἄν : ἐλθὼν δ ' ἐς δόμους ἐφέστιος σκευῆι πρεπόντως σῶμ ' ἐμὸν καθάψομαι , κἀκεῖθεν ἥσω |
αἰθαλόεν πνείοντος ἔσω χθονός : ὣς ἄρα Λοκρῶν ἀμφεκάλυψεν ἄνακτα δυσάμμορον οὔρεος ἄκρη ὑψόθεν ἐξεριποῦσα : βάρυνε δὲ καρτερὸν ἄνδρα | ||
γούνων ἀμφοτέρῃσι περισχομένη προσέειπεν : “ Ἔκ με φίλοι ῥύσασθε δυσάμμορον , ὧς δὲ καὶ αὐτούς ὑμέας , Αἰήταο : |
. Θ . 〚 ὠὸπ , ὂπ , ὠὸπ , ὂπ : Εἴσθεσις μέλους χοροῦ μονοστροφική : ἧς προτίθεται τὸ | ||
κατὰ Ξέρξου δὲ οἶμαι . Θ . 〚 ὠὸπ , ὂπ , ὠὸπ , ὂπ : Εἴσθεσις μέλους χοροῦ μονοστροφική |
δ ' αὐχένος ἶνας ἄντικρυς ἀίξας : τὸν δ ' ἀργαλέη κίχε Μοῖρα . Ἄλλος δ ' ἄλλῳ τεῦχε φόνον | ||
μιν θηρήτορες ἄνδρες ἀμφὶ θύρῃ λοχόωντες ὑπὸ βροχίδεσσιν ἄγωνται : ἀργαλέη γενύεσσι καὶ ἀντία δηρίσασθαι θηρσί τ ' ἀρειοτέροισι καὶ |
τῶι Πανδίονος . σὺ δ ' , ὥσπερ εἰκός , κατθανῆι κακὸς κακῶς , Ἀργοῦς κάρα σὸν λειψάνωι πεπληγμένος , | ||
ἔα . καὶ σὺ τῶνδ ' ἔξω κομίζου τειχέων ἢ κατθανῆι . πρὸς τίνος ; τίς ὧδ ' ἄτρωτος ὅστις |
: ἔξοχα δ ' , ὁππότε νῆα διαραισθεῖσαν ἀέλλαις , αἰνὰ Ποσειδάωνος ἀμειλίκτοιο τυχοῦσαν , δασσάμενον μέγα κῦμα διακριδὸν ἄλλοθεν | ||
ἰήσεται : εἰ δέ κε κρείσσων χρειὼ ἀναγκαίη σε βιήσεται αἰνὰ παθόντα ἀργαλέου ὑδέροιο , τότ ' αὖ κακότητα φράσασθαι |
: ὥδευσεν , ἐνεφιλοχώρησεν . Ἵλαοι : γράφεται ἵλαο . ἵλαθι : συγχώρησον . μενοινᾷς : προθυμεῖς . Ἄμμες : | ||
εἴτε σε Φόρκυν ἢ Νηρῆα θύγατρες ἐπικλείους ' ἁλοσύδναι , ἵλαθι καὶ νόστοιο τέλος θυμηδὲς ὄπαζε . ” Ἦ ῥ |
. τὸν ἐσόμενον οὖν τοῦ Πηλέως σύγγαμβρον . ἔνθα μιν εὔφρονες ἶλαι : ἶλαι αἱ τάξεις καὶ αἱ συστροφαὶ τῶν | ||
! [ – ⚕ – ⚕ – ] μμασιν ? εὔφρονες [ ] [ – × φῶς δεκ˘ ? [ |
τὸν δύπτην ἤγουν αὐτὸν τὸν κολυμβητὴν Ὀδυσσέα ἐμπεπλεγμένον κάλοις , βαλεῖ δὲ σὺν αὐταῖς ταῖς μεσόδμαις καὶ τοῖς ἰκρίοις . | ||
τῆς δάμαρτος καὶ τῆς θηλείας τοῦ κηρύλου καὶ ἄρρενος ἀλκυόνος βαλεῖ πρὸς τὸ κῦμα τὸν δύπτην ἤγουν αὐτὸν τὸν κολυμβητὴν |
λάθεν ἐγγὺς ἐοῦσα : ἀλλ ' ἤτοι πρῶτον μὲν ἀτυζόμενος δεδόνηται ἐς φόβον , οὐδ ' ἄρα μῆχος ἔχει μύραιναν | ||
ἰοῦσα : πορευομένη . Ἀτυζόμενος : φοβούμενος , ταρασσόμενος . δεδόνηται : κεκίνηται , τετάρακται , φοβεῖται , δειλιᾷ , |
' Ἀγαμέμνονα δῖον Αἰγίσθῳ παρέλεκτο , καὶ εἵλετο χείρον ' ἀκοίτην . ὣς δ ' Ἑλένη ᾔσχυνε λέχος ξανθοῦ Μενελάου | ||
προλιποῦς ' Ἀγαμέμνονα δῖον Αἰγίσθωι παρέλεκτο καὶ εἵλετο χείρον ' ἀκοίτην : ὣς δ ' Ἑλένη ἤισχυνε λέχος ξανθοῦ Μενελάου |
ὅτι ἰδίως φίλε τέκνον ἀντὶ τοῦ φίλον τέκνον . καὶ ἄμυνε ἀντὶ τοῦ ἀμύνου . . μηδὲ πρόμος ἵστασο τούτω | ||
τελαμῶνα περὶ στήθεσσι φαεινὸν ἀσπίδος ἀμφιβρότης : ἀλλὰ Ζεὺς κῆρας ἄμυνε παιδὸς ἑοῦ , μὴ νηυσὶν ἔπι πρύμνῃσι δαμείη : |
περάτηθεν κουράλιον θνητοῖσι φέρων πόρεν Ἀργεϊφόντης . τύνη δ ' ἀκρήτοιο μετ ' οἴνου πινέμεν αἰεὶ μέμνεο πευκεδανῆς ἕνεκ ' | ||
γενέσεως αἰτίαν δαίμονα τίθησιν . αἱ γὰρ στεινότεραι πλῆντο πυρὸς ἀκρήτοιο , αἱ δ ' ἐπὶ ταῖς νυκτός , μετὰ |
δίκαιον παραβῆναι . γενέθλην : ἔμβρυον . ἐπιφροσύνῃσιν : γράφεται ἐφημοσύνῃσιν . Ὑλλικῷ : ἀπὸ τοῦ Ὕλλου τοῦ ἐκ Μελίτης | ||
μὲν ὑψιλόφοισιν ἐν οὔρεσιν Αἱμονιήων νυμφιδίων Πηλῆος ἀειδομένων ὑμεναίων Ζηνὸς ἐφημοσύνῃσιν ἐῳνοχόει Γανυμήδης : πᾶσα δὲ κυδαίνουσα θεῶν ἔσπευσε γενέθλη |
βάλοις δοιὼ ὀρόβοιο : εὐ δ ' ὑπέρῳ μίξας συνδονέων μυχόθεν αἴνυσο καὶ δινήεντας ἀνάπλασσε τροχίσκους : τοὺς δ ' | ||
καθαραῖς . παρηγορίαις ] θεραπείαις . πελάνωι ] θύματι . μυχόθεν ] ἤγουν ἐκ τῶν μυχῶν , τουτέστι τῶν θαλάμων |
παντερπὴς κόρα , ναρκίσσου τερενώτερον . μήτ ' ἐμωῦτᾶς μήτε κασιγνήτων πόδας ὠκέας τρύσηις ὀ δ ' ἐξύπισθα καστάθεις ὁδεύει | ||
κεν λεὼι μ [ ὡς ἀμηνιτεὶ παρη ? [ καὶ κασιγνήτων ! [ τέων ἀπέθρισαν ? [ ἤριπεν πληγῆισιδ ? |
ὑπὸ δ ' οὖν τῆς ἐπιθυμίας κρατηθεῖσα τὴν γραφὴν θεωμένη στένουσα λέξει : τί μοι τῶν ὁρωμένων τὸ κέρδος ἀποβαλούσῃ | ||
αὐτοὺς λαθοῦσα ῥᾳδίως ἀπώλλυτ ' ἄν , ἃ καλῶς εἰδυῖα στένουσα ἂν οἴκοι καθῆτο . τὸ θαρρῆσαι τοίνυν αὐτῇ παρ |
: ἐν δ ' ἄρα χειρὶ ἄλλοτε μὲν δόρυ πάλλεν ἀμείλιχον , ἄλλοτε δ ' αὖτε εἷρπεν ἄνω : τὸν | ||
, ἠέριοι πεζοί τε συνέστιοι εἰλαπινασταί , αἷμα μέλαν πίνοντες ἀμείλιχον εἶχον ἐδωδήν , καὶ τῶν μὲν κλαγγὴ φόνον ἔπνεεν |
αὐτήν , εἴ ποτέ τοι λαθικηδέα μαζὸν ἐπέσχον . ” κατεκλάσθη Χαιρέας πρὸς τὰς τῶν γονέων ἱκεσίας καὶ ἔρριψεν ἑαυτὸν | ||
κακοσήμων οἰωνῶν , ὑπὸ ἀδίκων ἐρώτων Ἀφροδίτης δεινῇ νόσῳ φρένας κατεκλάσθη : χαλεπᾷ δ ' ὑπέραντλος : ἐκ μεταφορᾶς τῶν |
' ἔνθα καὶ ἔνθα Πατρόκλου ποθέων ἀνδροτῆτά τε καὶ μένος ἠύ ἠδ ' ὁπόσα τολύπευσε σὺν αὐτῷ καὶ πάθεν ἄλγεα | ||
μόνον καὶ οὐδέτερον γένος , οἷον πολύς πολύ , ἠύς ἠύ : ταῦτα γὰρ οὐκ ἔχουσι θηλυκά : πρόσκειται ἐν |
ὑμῖν , πρόσθε δ ' ἄνασσαν , [ λάβετε φέρετε πέμπετ ' ἀείρετέ μου ] γεραιᾶς χειρὸς προσλαζύμεναι : κἀγὼ | ||
ὕμνος . ἀλλὰ κλύοντες , μάκαρες χθόνιοι , τῆσδε κατευχῆς πέμπετ ' ἀρωγὴν παισὶν προφρόνως ἐπὶ νίκῃ . πάτερ , |
τοῦ γὰρ Λυγκέως ὑπὲρ πάντας ἀνθρώπους ὀξύτατον ἦν τὸ ὄμμα λαιψηροῖς δὲ πόδεσιν ἄφαρ ἐξικέσθαν : τάχιστα δὲ ἐκ τοῦ | ||
τὸν [ – – – ˘ – – ποσσὶ ] λαιψηροῖς [ ] [ ] Φερένικον [ ἐπ ' Ἀλφειῷ |
ὅς τε θανὼν δειλοὺς ἀκάχησε τοκῆας , ὣς Ἀχιλεὺς ἑτάροιο ὀδύρετο ὀστέα καίων , ἑρπύζων παρὰ πυρκαϊὴν ἁδινὰ στεναχίζων . | ||
τ ' ἔειφ ' : θαυμαστικῶς τὸ οἷα εἶπεν . ὀδύρετο δ ' ἠύτε πάμπαν : ἐθρήνει δὲ αὐτὸν ὡς |
ἀλκή κοὐκ ἔρημα δώματα , φέρ ' ἐς σκοτεινὰς περιβολὰς μεθῶ ξίφος καὶ τάσδ ' ἔρωμαι , τίνες ἐφεστᾶσιν δόμοις | ||
εἰς ἐμοὺς ἔλθηις δόμους , μενεῖς ἄσυλος κοὔ σε μὴ μεθῶ τινι : ἀναίτιος γὰρ καὶ ξένοις εἶναι θέλω . |
[ – – σὺν δ˘˘˘˘ ? [ – – – ἰήϊε ⌋ Δάλι ⌊ ' Ἄπολλον [ – ˘˘˘˘ – | ||
' ] τὸ τοῦ δικαστηρίου . μηχανᾶται ] κατασκευάζεται . ἰήϊε Παιάν : ὡς ἐπὶ κακῶν ⌈ λήξει Γ [ |
αἰπὺν ὄλεθρον σῖγα μὲν ἡρώεσσιν ἐκέκλετο : τοὶ δ ' ἀΐοντες , ἱέμενοι θοὰ κύμαθ ' ὑπειρεσίῃσι χάρασσον : αὐτὰρ | ||
ἑαυτῶν τῆς τῶν θεῶν οὐ συνίενται προνοίας . Γ οὐκ ἀΐοντες : οὐ νοοῦντες . Γ χαροποῖσι : φοβεροῖς . |
βοὴν ἀγαθοῖο πυθοίμην , ἄμφω κ ' αὖτις ἰόντες ἐπιμνησαίμεθα χάρμης καὶ πρὸς δαίμονά περ , εἴ πως ἐρυσαίμεθα νεκρὸν | ||
ἐῴκει πατρὶ ἑῷ μέγα κάρτος : ἔρως δέ οἱ ἔμπεσε χάρμης . Καρπαλίμως δ ' ἵκοντο ποτὶ κλισίην Ὀδυσῆος : |
οὔνομα Κόλχων . ” Ὧς φάτο : τῆς δ ' ἐρύθηνε παρήια , δὴν δέ μιν αἰδώς παρθενίη κατέρυκεν , | ||
δὲ Μηδείας ὁ Ἄψυρτος ἀποθνήσκων τὴν καλύπτραν καὶ τὸν πέπλον ἐρύθηνε τῷ ἑαυτοῦ αἵματι . τάμνε θανόντος : οἱ δολοφονοῦντες |
τοιοῦτον δὲ εἶναι καὶ τὸ Ὁμηρικόν φασιν “ ἢ ὁδὸν ἐλθέμεναι . ” εἰ δὲ ψιλωθείη ἡ προτέρα , σημαίνει | ||
: ὣς Ἀχιλῆ ' ὄτρυνε μένος καὶ θυμὸς ἀγήνωρ ἀντίον ἐλθέμεναι μεγαλήτορος Αἰνείαο . οἳ δ ' ὅτε δὴ σχεδὸν |
σὺ δὲ θεῖον Ὅμηρον ἄειδέ μοι κλέος ἀνέρων , κλέος ἁμετέρων πόνων , δι ' ὃν οὐ θάνον , δι | ||
. ἄλλως : σημειωτέον ὅτι τὰς κενὰς οὕτως εἶπεν . ἁμετέρων ἀποσυλᾶσαι : Χαῖρις γράφει ἁμετέρων , καὶ περισπᾷ τὸ |
Ἀλκαῖος ἐν πρώτῳ : τὸ δ ' ἔργον ἀγήσαιτο τέα κόρα : καὶ οἴκω τε περ σῶ καίπερ ἀτιμίαις , | ||
κατ ' ἄνδρ ' ἰών : τὰ δ ' οὖν κόρα τάδ ' οὐκ ἀπαλλάξει μόρου . Ἄμφω γὰρ αὐτὰ |
δώματα : τὴν δ ' ἀνιοῦσαν Χαλκιόπη , περὶ παισὶν ἀκηχεμένη , ἐρέεινεν : ἡ δὲ παλιντροπίῃσιν ἀμήχανος οὔτε τι | ||
μένος καὶ κῦδος ἀρέσθαι . Ἣ δέ που ἐν θαλάμοισιν ἀκηχεμένη περὶ παιδὶ ἐσθλὴ Δηιδάμεια πολύστονα δάκρυα χεῦε , καί |
ἐπιβῆναι ἐυσφύρου Ἠλεκτρυώνης πρίν γε φόνον τείσαιτο κασιγνήτων μεγαθύμων ἧς ἀλόχου , μαλερῷ δὲ καταφλέξαι πυρὶ κώμας ἀνδρῶν ἡρώων Ταφίων | ||
παῖς παρέχει πατρὶ εἰς γῆρας αὐτῷ γεγονὼς ἐκ τῆς ἰδίας ἀλόχου . ἔστι δὲ ἡ ἀπόδοσις τῆς παραβολῆς εἰς τὸ |
' ἱδρώοντες ἔρεσσον . Ὡς δ ' ὅθ ' ὑπὸ ζεύγλῃσι βόες μέγα κεκμηῶτες δουρατέην ἐρύσωσι πρόσω μεμαῶτες ἀπήνην ἄχθεϊ | ||
Ἰνδὸν θῆρα κελαινόρινον ὑπέρβιον ἄχθος ἀνάγκῃ κλῖναν ἐπιβρίσαντες , ὑπὸ ζεύγλῃσι δ ' ἔθηκαν οὐρήων ταλαεργὸν ἔχειν πόνον ἑλκυστῆρα . |
' Ἀχιλλεῦ , δοριλυμάντους Δαναῶν μόχθους , οὓς σὺ προπίνων θάσσεις εἴσω κλισίας . . . . . . . | ||
μαντείων δ ' ἐπέβας ζαθέων τρίποδί τ ' ἐν χρυσέωι θάσσεις , ἐν ἀψευδεῖ θρόνωι μαντείας βροτοῖς θεσφάτων νέμων ἀδύτων |
γαλέην , οἵ μοι μέγα πένθος ἄγουσιν , καὶ παγίδα στονόεσσαν , ὅπου δολόεις πέλε πότμος : πλεῖστον δὴ γαλέην | ||
πτόλιν ἔθνεα Τρώων ἀμφὶ πύλας καὶ τεῖχος ἀμοιβαδὸν ὑπνώεσκον Ἀργείων στονόεσσαν ὑποτρομέοντες ὁμοκλήν . Ἦμος δ ' ἤνυτο νυκτὸς ἀπὸ |
ἶσος , δεινὰ δ ' ὁμοκλήσας ἔπεα πτερόεντα προσηύδα : χάζεο διογενὲς Πατρόκλεες : οὔ νύ τοι αἶσα σῷ ὑπὸ | ||
νοῶ , ὡς παρ ' Ὁμήρῳ , φράζεο Τυδείδη καὶ χάζεο τυτθὸν ὀπίσσω . Προῆλθεν ἀντὶ τοῦ ἐγεννήθη , ὡς |
' εἰ μὲν ἑκοῦσα φιλεῖς με , δεξαμένη τῆς σῆς παρθενίης μετάδος . εἰ δ ' ἄρ ' , ὃ | ||
ἔβαινες οὔρε ' ἀποπρολιποῦσα , ἐπέσπεο δ ' αὖτε θαλάσσης παρθενίης ἀτραπούς : σπέρχου δ ' ἐπὶ Φᾶσιν ἀμείβειν , |
φρεσὶ μήδετο θέσκελα ἔργα : αὐτῆι μὲν γὰρ νυκτὶ τανισφύρου Ἠλεκτρυώνης εὐνῆι καὶ φιλότητι μίγη , τέλεσεν δ ' ἄρ | ||
φιλότητος ἐφιμέρου : οὐδέ οἱ ἦεν πρὶν λεχέων ἐπιβῆναι ἐυσφύρου Ἠλεκτρυώνης , πρίν γε φόνον τείσαιτο κασιγνήτων μεγαθύμων ἧς ἀλόχου |
τοῖς πόθοις κρατοῦσα ὑπὸ τῶν ῥόδων κρατύνῃ . Χθονίῳ βραχεῖ βελέμνῳ Παφίην Ἔρως δαμάζει , γλυκερὸν βέλος φυτεύει ῥόδον , | ||
, εὖτ ' ἀπὸ πέτρης ἄγριον αἶγα βάλῃσιν ἀνὴρ στονόεντι βελέμνῳ : ὣς ὃ πεσὼν τετάνυστο , λίπεν δέ μιν |
κατειργασμένα . δεῖξόν νυν , ὦ τάλαινα , σὴν νικηφόρον ἀστοῖσιν ἄγραν ἣν φέρους ' ἐλήλυθας . ὦ καλλίπυργον ἄστυ | ||
τοῦ Μεγαρέως : πάντας δὲ κατ ' ἀνθρώπους ὀνομαστός . ἀστοῖσιν δ ' οὔπω πᾶσιν ἁδεῖν δύναμαι : οὐδὲν θαυμαστόν |
παρμέμβλωκε καὶ αὐτοῦ κῆρας ἀμύνει : καὶ νῦν ἐξεσάωσεν ὀϊόμενον θανέεσθαι . ἀλλ ' ἤτοι νίκη μὲν ἀρηϊφίλου Μενελάου : | ||
ἐπ ' ἀμφοτέροισι τανύσσῃ λαοῖς : ἦ γὰρ ἔμελλεν Ἀλέξανδρος θανέεσθαι χερσὶ Φιλοκτήταο πονεύμενος ἀμφ ' ἀλόχοιο . Τοὺς δ |
κάρφουσι ] τοῖς ξηραίνουσι κάρφουσι ] ξηροῖς δέδουπε ] ἔπεσε δαμείς ] δαμασθείς ποθέει ] ἐπιζητεῖ γλάγεος ] τοῦ γάλακτος | ||
: ὃ γὰρ ἦν οἱ , ἀπώλεσε πιστὸς ἑταῖρος Τρωσὶ δαμείς : ὁ δὲ κεῖται ἐπὶ χθονὶ θυμὸν ἀχεύων . |
καὶ θυόεντες βωμοὶ καὶ τέμενος , τετέλεστο δὲ πάντα μελάθρωι ἕδρανά τε κλισμοί τε θεοκλήτους ἐπὶ δαῖτας . Καὶ τότε | ||
καὶ θυόεντες βωμοὶ καὶ τέμενος , τετέλεστο δὲ πάντα μελάθρωι ἕδρανά τε κλισμοί τε θεοκλήτους ἐπὶ δαῖτας . Καὶ τότε |
ἔσχατα πείρατα Πόντου . αὐτίκα δ ' ἱστία μὲν καὶ ἐπίκριον ἔνδοθι κοίλης ἱστοδόκης στείλαντες ἐκόσμεον , ἐν δὲ καὶ | ||
τῶν ἱματίων πεποιημένου ἀρμένου : “ τηλοῦ δὲ σπεῖρον καὶ ἐπίκριον . ” σπιλάδες ὁ μὲν Ἀπίων αἱ ἐν ὕδατι |
δυωδεκάωρος ὁδεύει , Ἠελίου λάμποντος ὁμόδρομος : ἱσταμένη δὲ ἀργυφέη πτερόεσσα χαράσσετο σύνδρομος Ὥραις , καὶ διδύμους γλαγόεντας ἐπισφίγγουσα φυλάσσει | ||
, βεβῶσα , ποτωμένα , νόθον ἴχνος ἀειρομένα δρομάς , πτερόεσσα μὲν ἦν τὰ πρόσω γυνά , τὰ δὲ μέσσα |
τι περιπίτνει κρύος . ἔτευξα τύμβῳ μέλος θυιὰς αἱματοσταγεῖς νεκροὺς κλύουσα δυσμόρως θανόντας : ἦ δύσορνις ἅδε ξυναυλία δορός . | ||
, γύναι , ἥτις , τυράννων ἑστίαν ἠικισμένη , χαίρεις κλύουσα κοὐ φοβῆι τὰ τοιάδε ; ἔχω τι κἀγὼ τοῖσι |
ἤγουν βεβλαμμένοι . σαρκὶ παλαιᾶι ] ἤτοι τῶι γήραι . ἀρωγῆς ] βοηθείας . μίμνομεν ] μένομεν ἐνταῦθα . ἰσχὺν | ||
] τῶν ναυτικῶν φθαρέντων οἱ ἐν Ψυτταλείᾳ εὐάλωτοι γεγένηνται . ἀρωγῆς ] τῆς ἀπολομένης . οὐδέ τις γέρων ] ὅ |
λεγνωταὶ στίλβουσι διαυγέες ἐν χροῒ ῥάβδοι : βρύξαντος δ ' ἀίδηλος ἐπέδραμεν ἀνέρι φρίκη , ἐν δὲ κάρος κεφαλῇ , | ||
' ἐνέθηκε θύρην καὶ κλίμακα τυκτήν , ἡ μὲν ὅπως ἀίδηλος ἐπὶ πλευρῇς ἀραρυῖα ἔνθα καὶ ἔνθα φέρῃσι λόχον κλυτόπωλον |
ἠκούσαμεν : Πυλάδη , θανούμεθ ' , ἀλλ ' ὅπως θανούμεθα κάλλισθ ' : ἕπου μοι , φάσγανον σπάσας χερί | ||
ἐλεύθεροι γὰρ κοὐδὲν ἠδικηκότες τῆς σῆς ἕκατι ζημίας [ ] θανούμεθα . [ ] πολλοῖσι δῆλον [ ὡς θεήλατον ] |
, κόρυθι δ ' ἐπένευε φαεινῇ τετραφάλῳ : καλαὶ δὲ περισσείοντο ἔθειραι χρύσεαι , ἃς Ἥφαιστος ἵει λόφον ἀμφὶ θαμειάς | ||
ἔχων , οὐχ ὡς Φιλητᾶς ὄμματα . . καλαὶ δὲ περισσείοντο ἔθειραι Χρύσεαι : νῦν καταχρηστικῶς αἱ χαῖται τῆς κόρυθος |
ἄδην : αὐταρκῶς , δαψιλῶς . κρυερήν : φοβεράν . φύζαν : φυγήν . νέονται : πορεύονται . Θοαί : | ||
Φοῖβε πολὺν κάματον καὶ ὀϊζὺν σύγχεας Ἀργείων , αὐτοῖσι δὲ φύζαν ἐνῶρσας . Ὣς οἳ μὲν παρὰ νηυσὶν ἐρητύοντο μένοντες |
δ ' ὁ σὸς πρόπολος Κύκλωπι θητεύω τῶι μονοδέρκται δοῦλος ἀλαίνων σὺν τᾶιδε τράγου χλαίναι μελέαι σᾶς χωρὶς φιλίας . | ||
τε ζῶντος ἀλάτα , ὅς που γᾶν ἄλλαν κατέχει μέλεος ἀλαίνων ποτὶ θῆσσαν ἑστίαν , τοῦ κλεινοῦ πατρὸς ἐκφύς . |
. Ἐσπεσέειν : εἰσελθεῖν . κευθμῶνα : τὸ βάθος . ἤντησαν : ἔτυχον , ἀπέλαυσαν . ἔρωτος : ἐπιθυμίας . | ||
ἐτάνυσσαν : ἥπλωσαν , ἐξήπλωσαν . Χαλεπῆς : κακῆς . ἤντησαν : ἀπέλαυσαν , ἐπέτυχον . Οἰδάνεται : ὀγκοῦται : |
ἔφευγε τὸν Ἥφαιστον καὶ μὴ πληρώσασα τούτου τὸν ἔρωτα , πληγεῖσα δὲ τὸν πόδα ὑπ ' αὐτοῦ σφύρᾳ ἐν Θετταλίᾳ | ||
οἱ διὰ τῆς ἀσπίδος πληγέντες : οὐ γὰρ ἡ ἀσπὶς πληγεῖσα ἐπάταξεν , ἀλλ ' ἅμα ἀμφοῖν συνέβη παθεῖν . |
Ἄιδα Κῆρες ἀμείλικτοι φορέουσιν : οὐ γάρ τίς μ ' ὑπάλυξεν ἐν ἀργαλέῃ ὑσμίνῃ , ἀλλά μοι ὅσσοι ἔναντα λιλαιόμενοι | ||
δὲ βόσκει ἐνδόμυχον μέλαν ὅπλον , ὅθεν θηρήτορας ἄγρης ῥηϊδίως ὑπάλυξεν , ὁμιχλήεντι βελέμνωι κυανέην βάψασα μελαινομένην χύσιν ἅλμης , |
χειμερινῶν νῦν , ἀλλὰ τῶν θερινῶν ἔφη παράθες . ἐρρέτω μέλαιν ' Ὀπώρα : πᾶσι γὰρ χαρίζεται . καὶ Ἄλεξις | ||
τότε δὴ προφυγόντες ἀδευκέα πήματ ' ὀλέθρου , Ῥηβανοῦ προχοαῖσι μέλαιν ' ἐξικόμεθ ' ἀκτήν , νῆσον ὑπὲρ δολιχὴν Θυνηίδα |
, τὸ πᾶν δ ' ἄφαντος ἀμπετὴς ἀιδνὸς ὡς κόνις ἄτερθε πτερύγων ὀλοίμαν . ἄφρικτον δ ' οὐκέτ ' ἂν | ||
[ [ ] μιν ἀντιάσ ? [ [ Μελέαγˈρον ] ἄτερθε [ [ ] νας λευ . . . . |
δυσαής . πῶς δ ' ἄρ ' ἐν οἰωνοῖσι ποθὴν ἀλίαστον ἔχουσιν ὧν τεκέων φῆναί τε βαρύφθογγοί τε πέλειαι αἰετόεντά | ||
ὑπέρμορον ἐξαλαπάξῃ . Ὣς ἔφατο Κρονίδης , πόλεμον δ ' ἀλίαστον ἔγειρε . βὰν δ ' ἴμεναι πόλεμον δὲ θεοὶ |
ἐσάκουσον ἀκηχεμένου μέγα θυμῷ : οὐ γὰρ τλήσομαι ἄστυ καταιθόμενον προσιδέσθαι οὐδ ' ἄρ ' ἀπολλυμένην γενεὴν ἐν δηιοτῆτι λευγαλέῃ | ||
στροφὴ κώλων γʹ . σέ - βομαι ] ὑποστέλλομαι . προσιδέσθαι ] † πρὸς σὲ ἰδεῖν . σέβομαι ] ὑποστέλλομαι |
διεδίφρευσε : ᾐόνας λέγει τὴν ἐπιφάνειαν τοῦ κύματος : ὅθεν δόμοισι τοῖς ἐμοῖς : ὅθεν δόμοις τοῖς ἐμοῖς ἦλθ ' | ||
σὺ μέν μευ ἄκουσον , ἑοῖς δ ' ἐνὶ μίμνε δόμοισι , μὴ δή μοι Τροίηθε κακὴ φάτις οὔαθ ' |
θαάσσει , μή μιν κερτομέουσαι ἐπιστοβέωσι γυναῖκες τῇ ἰκέλη Μήδεια κινύρετο . τὴν δέ τις ἄφνω μυρομένην μεσσηγὺς ἐπιπρομολοῦς ' | ||
ὡς ἴδε φοίνιον αἷμα μαραινομένῳ περὶ μηρῷ , πάχεας ἀμπετάσασα κινύρετο , μεῖνον Ἄδωνι , δύσποτμε μεῖνον Ἄδωνι , πανύστατον |
ὄχλον , πολὺ δὲ τὸ θαῦμα , λαμπραὶ δὲ αἱ βοαί , καὶ οὐκ ἀπιστῶ . τίς γὰρ ἂν εἴης | ||
δὴ παιδίοις τὸ δήλωμα ὧν ἐρᾷ καὶ μισεῖ κλαυμοναὶ καὶ βοαί , σημεῖα οὐδαμῶς εὐτυχῆ : ἔστιν δὲ ὁ χρόνος |
ἀλλ ' ᾧτινι μὴ λιπότεκˈνος σφαλῇ πάμπαν οἶκος βιαίᾳ δαμεὶς ἀνάγκᾳ , ζώει κάματον προφυγὼν ἀνιαρόν : τὸ γὰρ πρὶν | ||
Διὸς ἀρχᾷ ἀλιτˈρὰ κατὰ γᾶς δικάζει τις ἐχθρᾷ λόγον φράσαις ἀνάγκᾳ : ἴσαις δὲ νύκτεσσιν αἰεί , ἴσαις δ ' |
, λαοὺς δ ' ὑπὸ χερσὶ δαΐξαι : ἀλλά οἱ ἐλπωρὴ μὲν ἔην ἐναλίγκιος αὔρῃ μαψιδίῃ : Κῆρες δὲ μάλα | ||
ἔνδοθι πάτρης δεινὴν Πενθεσίλειαν ἐπὶ πτόλεμον μεμαυῖαν , γήθεον : ἐλπωρὴ γὰρ ὅτ ' ἐς φρένας ἀνδρὸς ἵκηται ἀμφ ' |
θῆκας Ἀχαιῶν : ῥηίτεροι δ ' ἄρα σεῖο καταφθιμένου πελόμεσθα δυσμενέσιν . Σὺ δὲ χάρμα πεσὼν μέγα Τρωσὶν ἔθηκας , | ||
ἀνδρὶ μάχεσθαι γῆς πέρι καὶ παίδων κουριδίης τ ' ἀλόχου δυσμενέσιν : θάνατος δὲ τότ ' ἔσσεται , ὁππότε κεν |
γηΐνοις . ἠέ : παρό . Δηθύνων : βραδύνων . ἔννεπεν : εἶπεν . Ἐκόμισσας : ἐπιμελήσω : γνώμη , | ||
τὸν ἐχθρόν παντὶ θυμῷ σύν τε δίκᾳ καλὰ ῥέζοντ ' ἔννεπεν . πλεῖστα νικάσαντά σε καὶ τελεταῖς ὡρίαις ἐν Παλλάδος |
ἀλλά σφιν τότ ' ἀνέβραχε διψάδος αὔτως ἐκ κορυφῆς , ἄλληκτον : Ἰησονίην δ ' ἐνέπουσιν κεῖνο ποτὸν Κρήνην περιναιέται | ||
θάρσος περὶ καρδίαν ἀποφαίνει ἐν δὲ σθένος ὦρσεν ἑκάστῳ καρδίῃ ἄλληκτον πολεμίζειν ἠδὲ μάχεσθαι . τὸ δὲ ἐπιθυμητικὸν ὅπως περὶ |
δ ' ἀνὰ νύκτα καὶ ἠῶ ἐξ ἁλὸς ἠνεμόφωνος ἐπιβρέμει οὔασιν ἠχή . Ὣς φαμένη ῥοδέην ὑπὸ φάρεϊ κρύπτε παρειὴν | ||
ἴῃ , ὧδε χρονιωτέρη ἡ νοῦσος γίνεται : τοῖσί τε οὔασιν οὐκ ὀξέως ἔστι τὸ ἀκούειν ἐκ τῆς νούσου : |
μετὰ παρθενικῶν ? [ παίδων ἰαχῆς ] μέλος οἰμώξασα , ἵετ ' ἐπ [ ' ] ἀκτὰς ? ? [ | ||
ἣ μέν ? ῥα ? ποδώκης [ δῖ ' Ἀταλάντη ἵετ ' ἀναινομένη δῶρα ? ? [ χρυσῆς Ἀφροδίτης , |
πτερόεσσα μὲν ἦν τὰ πρόσω γυνά , τὰ δὲ μέσσα βρέμουσα λέαινα θήρ , τὰ δ ' ὄπισθεν ἑλισσόμενος δράκων | ||
πάτερ , τί ῥέξω ; Φιλίης ἄνασσα πηγῆς , ζαθέῳ βρέμουσα κέντρῳ , φιλομείλιχος γελῶσα Παφίη , γέμω μερίμνης : |
ὑπολαβόντα φῆσαι τὸν Δημόκριτον , εἰ τριῶν ἀπενθήτων ὀνόματα τῶι τάφωι τῆς γυναικὸς ἐπιγράψειεν , εὐθὺς αὐτὴν ἀναβιώσεσθαι τῶι τῆς | ||
δέμας ; δοῦναι κελεύσω πορθμίδ ' , ἧι καθήσομεν κόσμον τάφωι σῶι πελαγίους ἐς ἀγκάλας . ὡς εὖ τόδ ' |
Κλυταιμήστραν τὴν δολίως βλάπτουσαν καὶ ἐπὶ πολὺν χρόνον τὸν οἶκον ἐποίχεται ἡ δίκη : ἢ ἐπεξῆλθε τὴν δίκην βλαπτομένην ἐκ | ||
τάπερ ] ἀντὶ τοῦ καθάπερ . δολίας . . . ἐποίχεται ] τὴν Κλυταιμήστραν τὴν δολίως βλάπτουσαν καὶ ἐπὶ πολὺν |
ἐῴκει . ἀλλὰ τὸ θαυμάζω : ἴδον ἐνθάδε Μέντορα δῖον χθιζὸν ὑπηοῖον . τότε δ ' ἔμβη νηῒ Πύλονδε . | ||
δ ' ἱερὸν πέδον , ᾧ ἔνι Λάδων εἰσέτι που χθιζὸν παγχρύσεα ῥύετο μῆλα χώρῳ ἐν Ἄτλαντος , χθόνιος ὄφις |
εἴδεα νῶϊ φύτευσας , ὅσσα βροτοῖσιν ὄπασσας , ὅς ' εἰναλίοις νεπόδεσσιν . ὃς τόδ ' ἐμήσαο πάγχυ καμήλων αἰόλον | ||
ἐννοσίγαιε , κυμοθαλής , χαριδῶτα , τετράορον ἅρμα διώκων , εἰναλίοις ῥοίζοισι τινάσσων ἁλμυρὸν ὕδωρ , ὃς τριτάτης ἔλαχες μοίρης |
εἰπεῖν τηλόσε . ἔκποθεν ἄτης : ἔκ τινος βλάβης . στυγεράς : μισητάς . Ὀρχομενοῖο : καὶ Ἑλλάνικός φησι τὸν | ||
εἰπεῖν τηλόσε . ἔκποθεν ἄτης : ἔκ τινος βλάβης . στυγεράς : μισητάς . Ὀρχομενοῖο : καὶ Ἑλλάνικός φησι τὸν |
ἶφι δαμάσσας , ἢ νέκυν ἐν κονίῃσι βάλεν , γενύεσσιν ὀρούσας . ἔστι δέ τις κάπροιο φάτις πέρι λευκὸν ὀδόντα | ||
οἱ ἐννεσίῃσι κραταιοῦ Τυδέος υἱὸς ἑσπομένου Ὀδυσῆος ὑπὲρ μέγα τεῖχος ὀρούσας Ἀλκαθόῳ στονόεντα φέρειν ἤμελλεν ὄλεθρον ἁρπάξας ἐθέλουσαν ἐύφρονα Τριτογένειαν |
ἀμφοτέροις ἀγαθὰ κτήσεσθε καταλλαγέντες ; οὐ χρήσεσθε αὐτοῖς θέλοντες ; ὄφελον ἐξῆν καὶ τὸν Ἐφεσίων δῆμον ποιήσασθαι ἀδελφὸν ὑμῶν . | ||
τε καὶ πλουτεῖν ἀντιπαρέθηκε τὸν τῆς φιλίας λόγον : ὧν ὄφελον τριτάτην ἔχων ἐν δώμασι μοῖραν ναίειν , οἱ δ |
κατείχετο δὲ νεφέεσσιν . ἔνθ ' οὔ τις τὴν νῆσον ἐσέδρακεν ὀφθαλμοῖσιν , οὔτ ' οὖν κύματα μακρὰ κυλινδόμενα προτὶ | ||
. ” Ὧς φάτ ' ἀπηλεγέως . ὁ δ ' ἐσέδρακεν ὄμμαθ ' ἑλίξας , ὥστε λέων ὑπ ' ἄκοντι |