ἤγουν ἡσύχως προορώμενος τὸ μὴ ἀναστῆσαι κοιμώμενον , ὥσπερ εὐσεβής εὐσεβέως . οὕτως φησὶν Ἡρωδιανὸς εἰς † τὸ Μέγα Ἐπιμερισμόν
ναιετάοντες ἐδώρησαν θεῶν κάρυκα λιταῖς θυσίαις πολλὰ δὴ πολλαῖσιν Ἑρμᾶν εὐσεβέως , ὃς ἀγῶνας ἔχει μοῖράν τ ' ἀέθλων ,
5862091 ἐπεσιν
τινὲς δασύνουσι : καὶ Ἥρη ἁπτοεπής , ὡς καθαπτομένη τοῖς ἔπεσιν . ἐμφατικώτερον δὲ τὸ ψιλοῦν : ἄαπτον γάρ ἐστι
αἱ γυναῖκες καὶ ἐργάζονται τὰ ἔργα , ἃ ἐν τοῖς ἔπεσιν Ὅμηρος εἴρηκε . Κένταυρος δὲ οὐ τοὺς πάντας ἵππου
5778942 ὑμνοις
προηγουμένων τῶν τριῶν θυγατέρων αὐτοῦ καὶ περιεζωσμένων , ὑμνολογουσῶν ἐν ὕμνοις τοῦ πατρός . Καὶ ἐγὼ Νηρεὺς ὁ ἀδελφὸς αὐτοῦ
ἀγαθούς , καθ ' ὅσον ἂν ἀγαθοὶ φαίνωνται , καὶ ὕμνοις καὶ οἷς νυνδὴ ἐλέγομεν τιμήσομεν , πρὸς δὲ τούτοις
5680208 ἐπεσι
ἃ βούληται λέγῃ , οὐ χρὴ αὐτὸν οὔτ ' ἐναντίοις ἔπεσι χρῆσθαι οὔτ ' εὐδιαλύτοις , οὕτως ὅταν τις ὧν
. . . . . . . ἐν δὲ τοῖς ἔπεσι φαίνεται ὁ ἀνὴρ οὗτος τὴν μὲν γῆν ἐᾶν ἀκίνητον
5594701 Λαερτιαδης
καὶ ἀλαζονευόμενον τῇ σοφίᾳ τοῦ δόλου : εἴμ ' Ὀδυσεὺς Λαερτιάδης , ὃς πᾶσι δόλοισιν ἀνθρώποισι μέλω , καί μευ
τοῦτο ἐν τῷ δείπνῳ Εἴμ ' Ὀδυσεὺς , ἔφη , Λαερτιάδης , ὃς πᾶσι δόλοισιν ἀνθρώποισι μέλω , καί μευ
5587527 συγγενικοις
τὸ δὲ ἄνερ πάτερ ἄλλην ἰδικήν , ὅτι συνεξέδραμον τοῖς συγγενικοῖς μῆτερ θύγατερ : ἀλλὰ καὶ ὅτι Αἰολικά ἐστιν :
ἐφύλαξαν τὸν τόνον , ἀκολουθήσαντα . . . τοῖς ἰδίοις συγγενικοῖς πατέρος δαέρος ἀνέρος . ἔτι ἡμάρτηται καὶ ὁ τόνος
5552691 δαερ
κυρίως Αἰολικόν . Ἰστέον δὲ ὅτι τὸ ἄνερ πάτερ σῶτερ δᾶερ συστείλαντα τὸ η εἰς τὸ ε ἐν τῇ κλητικῇ
λιμήν , ὦ ἀστήρ , πλὴν τοῦ ἄνερ πάτερ σῶτερ δᾶερ . Δυϊκά . Τὼ Ἀλκμᾶνε , τοῖν Ἀλκμάνοιν ,
5489772 ποιημασιν
Παλλάδ ' ὀνοˈμασθῆμεν ὑπὸ πάντων τόκα . ˈ περιεπέσομεν δὲ ποιήμασιν , ˈ ἐφ ' ὧν ἦν ἐπιγραφὴ Μεροπίς ,
μεταλαμβάνονται . ἔτι καὶ ἄλλαι συντάξεις εἰσὶν ἐν αὐτοῖς τοῖς ποιήμασιν τὸν αὐτὸν ἐπέχουσαι λόγον , πρώτω γὰρ καὶ δαιτὸς
5483583 Αἰολικοις
, [ ἀπὸ Μελήτου ] ποταμοῦ , ὡς Ἑκαταῖος ἐν Αἰολικοῖς . Μελία , πόλις Καρίας . Ἑκαταῖος γενεαλογιῶν δʹ
ἐφ ' ὧν καὶ μέσους συνδέσμους ἔταξενΚαὶ . παρὰ τοῖς Αἰολικοῖς δὲ ὡς ἐν παραθέσει ἀνεγνώσθη ἔμ ' αὔτᾳ τοῦτ
5400345 Τηλεμαχοιο
ὦ φίλοι , οὐχ ἥμιν συνθεύσεται ἥδε γε βουλή , Τηλεμάχοιο φόνος : ἀλλὰ μνησώμεθα δαιτός . ” ὣς ἔφατ
πληγῆς ἀίοντες . . ἀλλ ' Ὀδυσσεύς , Διομήδης . Τηλεμάχοιο φίλον πατέρα προμάχοισι μιγέντα : ἡ διπλῆ , ὅτι
5369361 τερπνοις
δυσφρόνων παραβαλλόμεναι , δολίοις δ ' ἕλε Κύπρις λόγοις , τερπνοῖς μὲν ἀκοῦσαι , πικρὰν δὲ σύγχυσιν βίου Φρυγῶν πόλει
θέμις ἔστ ' ἀλιτέσθαι : ὅπου οὐ καθήκει ἁμαρτεῖν . τερπνοῖς : παραλογιστικοῖς . φηλώσῃς : ἀπατήσῃς : ἀπὸ τοῦ
5358588 ποικιλοδειρον
ἐρέω φρονέουσι καὶ αὐτοῖς : ὧδ ' ἴρηξ προσέειπεν ἀηδόνα ποικιλόδειρον ὕψι μάλ ' ἐν νεφέεσσι φέρων ὀνύχεσσι μεμαρπώς :
: εἶτα ἄρχεται τοῦ μύθου : ἴρηξ ὀνύχεσι μεμαρπὼς ἀηδόνα ποικιλόδειρον , ὕψι μάλ ' ἐν νεφέεσσι φέρων , προσέειπεν
5347434 ῥημασι
συγκοπὴν ἐπιδείξει καὶ ἐν ἑτέροις ὀνόμασι καὶ ἐν ἐπιρρήμασι καὶ ῥήμασι . παρὰ γοῦν Αἰολεῦσι συνεχέστερον μὲν αἱ προθέσεις συγκόπτονται
εἶπεν αὐτοῖς : Ἀκούσατέ μου , υἱοὶ Ζαβουλών , προσέχετε ῥήμασι πατρὸς ὑμῶν . Ἐγώ εἰμι Ζαβουλών , δόσις ἀγαθὴ
5341762 αἰθ
εἴθε συντάσσεται εὐκτικοῖς , οἷς σύνεστι τὸ διακρῖναι πρόσωπον , αἴθ ' οὕτως , Εὔμαιε , φίλος Διὶ πατρὶ γένοιο
ὧδε δέ τις εἴπεσκεν ἰδὼν ἐς πλησίον ἄλλον : “ αἴθ ' ὤφελλ ' ὁ ξεῖνος ἀλώμενος ἄλλοθ ' ὀλέσθαι
5320454 Ἀχαιοις
καὶ οὐχ ὡς ὑποτιθέμενον , ἀλλ ' αὐτὸν ξυγγεγονότα τοῖς Ἀχαιοῖς ἐν Τροίᾳ : τὸν γὰρ Διομήδην καθάπτεσθαι τοῦ Ἀχιλλέως
, Δημήτριον , Θῆβαι : εἰσὶ δὲ καὶ ἄλλαι πόλεις Ἀχαιοῖς ἐν μεσογείᾳ . ΘΕΤΤΑΛΙΑ . Μετὰ δὲ Ἀχαιοὺς Θετταλία
5291733 περιπτυχαι
εἶδεν , ἀνέκραγεν : Ἀπόλωλα , πέπλων μ ' ὤλεσαν περιπτυχαί . : Ἀποφάρσις , ἡ ἑταίρα , ὡς Ἡγήσανδρος
τὸν ἥδιστον κέρα . ἀπόλωλα : πέπλων μ ' ὤλεσαν περιπτυχαί . κακός σε δαίμων καὶ κακὴ τύχη λάβοι .
5284941 χρησμοις
Ἡροδότῳ τε εἰρημένα ἐν ἐπιστρατείᾳ τοῦ Μήδου καὶ Βάκιδι ἐν χρησμοῖς . Βάκις μέν γε Τιθορέας τοὺς ἐνθάδε ἐκάλεσεν ἀνθρώπους
μείζω μέν , ὦ ἄνδρες , εἶπεν ὁ θεὸς ἐν χρησμοῖς περὶ Λυκούργου τοῦ Λακεδαιμονίοις νομοθετήσαντος ἢ περὶ ἐμοῦ .
5278968 σοις
φίλταθ ' Ἕκτορ . . . μαστὸν ἤδη πολλάκις νόθοισι σοῖς ] Τοῦτο παρ ' ἱστορίαν φασὶν εἰρῆσθαι : μὴ
ἠγωνίσμεθα . τίν ' ; ὡς ἀπαντᾶι δάκρυά μοι τοῖς σοῖς λόγοις . Φοίβωι ξυνῆψ ' ἄκουσα δύστηνον γάμον .
5270652 μυθων
καὶ τοῦ Σωκράτους ἐπιδεῖξαι τοῦτο αὐτὸν ἀξιώσαντος , ἀπό τινων μύθων ἐπικεχείρηκε τοῦτο δεῖξαι μηδὲν ὄντων πρὸς τὸ πρᾶγμα ,
, κατὰ τὴν αὐτὴν ἡλικίαν γεγονότες , ἀπέστησαν τῶν παλαιῶν μύθων . ἡμεῖς δὲ τὴν ἐναντίαν τούτοις κρίσιν ἔχοντες ,
5260122 χοροις
τοιοῦτος καὶ διαιρουμένων τοὺς ἀντισφαιριοῦντας ἀχώριστος περιγίγνεται , καὶ ἐν χοροῖς δ ' εἰς τὰς ἐπονειδίστους χώρας ἀπελαύνεται , καὶ
τῆς ἐκκλησίας ἐν ᾗ τὸν ἄρχοντα ἐπικληροῦν ὁ νόμος τοῖς χοροῖς τοὺς αὐλητὰς κελεύει , λόγου καὶ λοιδορίας γενομένης ,
5257228 μουσαν
συνεόρταζον ἄνθρωποι ταῖς οὐρανίαις δυνάμεσιν . εἰ γάρ τις τὴν μοῦσαν ἐκείνην , τὴν ἐκ παντὸς στόματος ὑφ ' ἓν
? [ δ ' ὀμφὴν ὁ ] λύρᾳ συνετὴν [ μοῦσαν ] ἀείσας ? ? ? θεσμῴδησεν ? [ ]
5233527 ἱρηξ
βασιλεῦς ' ἐρέω , νοέουσι καὶ αὐτοῖς : ὧδ ' ἵρηξ προσέειπεν ἀηδόνα ποικιλόδειρον . ἀπὸ δὲ φυτῶν : ὡς
καὶ κορυδαλλὸς οὑν τάφοις παίζων , χὠ νηπίων ἔφεδρος ὀρνέων ἵρηξ , τά τ ' ἄλλ ' ὁμοίως . καὶ
5190130 μυθον
τύχας βαρείας τὰς ἐμὰς κἀμοῦ πατρός . ἐπεὶ δὲ κινεῖς μῦθον , ἱκετεύω , ξένε , ἄγγελλ ' Ὀρέστηι τἀμὰ
δὲ ] ῥίγησέν ? ? [ ] τε καὶ ἴδιε μῦθον [ ] ἀκούσας [ ἀθανάτων ] ? οἵ ?
5172050 παιαν
πᾶσι βαρβάροις παρῆν γνώμης ἀποσφαλεῖσιν : οὐ γὰρ ὡς φυγῇ παιᾶν ' ἐφύμνουν σεμνὸν Ἕλληνες τότε , ἀλλ ' ἐς
τῶν Ἀργείων . θ χθονὶ ] τῇ πόλει . ἁλώσιμον παιᾶν ' ἐπεξιακχάσας : καὶ βοήσας καὶ ἀλαλάξας παιᾶνα καὶ
5164098 μυθοις
αὐτὸν ἡλικίας ἤνεγκε χρόνος , τὴν νουθεσίαν διατιθέμενος , ἀλλὰ μύθοις τὰ πάντα παιδοτριβῶν , οὕτω τὰς τῶν ἀκροωμένων ἀγρεύει
νύμφη ] ἤθελεν Ἀδρυάδεσσιν [ ἐριδμαίνειν ] ? ? ἐνὶ μύθοις ? [ , ] [ ἀλλὰ ! ! !
5153552 φιλεοντι
ἅ θ ' ὑπερωμόκρεως χορδὰ γλυκίστα μιξεριφαρνογενής , ἃν δὴ φιλέοντι θεοί , τουτ ὦ φιλότας ἔσθοις κε , λαγῶιά
. ξεῖνος γάρ μοι ὅδ ' ἐστί : τίς ἂν φιλέοντι μάχοιτο ; ἄφρων δὴ κεῖνός γε καὶ οὐτιδανὸς πέλει
5150342 φιλοισι
πολύχωστον ἂν εἶχες τάφον διαποντίου γᾶς , δώμασιν εὐφόρητον φίλος φίλοισι τοῖς ἐκεῖ καλῶς θανοῦ - σιν , κατὰ χθονὸς
Καδˈμεῖοί νιν οὐκ ἀέκοντες ἄνθεσι μείγνυον , Αἰγίνας ἕκατι . φίλοισι γὰρ φίλος ἐλθών ξένιον ἄστυ κατέδˈρακεν Ἡρακˈλέος ὀλβίαν πρὸς
5146162 Θρασυβουλε
ὑμῖν εἰσιν οἱ οἶκοι , ἀντὶ τοῦ ἄπειροι , ὦ Θρασύβουλε , οὔτε ὕμνων ἐπεράστων οὔτε ὑψηλῶν ᾠδῶν : πάλιν
σχέθων νιν ἐπιδέξια ] * Σύ , φησίν , ὦ Θρασύβουλε , δεξιῶς καὶ ἐπιτηδείως ἄγεις αὐτὴν τὴν παραίνεσιν ὀρθήν
5133687 Λαβδακιδαις
ἐνθάδ ' ὁρῶν οὔτ ' ὀπίσω . Τί γὰρ ἢ Λαβδακίδαις ἢ τῷ Πολύβου νεῖκος ἔκειτ ' ; Οὔτε πάροιθέν
ἀπογεννᾷ περιστάσεις . ἴσως μὲν οὖν εἰς τὰ ἐπὶ τοῖς Λαβδακίδαις τεθρυλλημένα ἀποβλέπει , ἄμεινον δὲ εἰς τὰ ἐν τῇ
5100686 ἐπεα
! ! ! ! [ ! ] ! ! ων ἔπεα ἐπὶ ? [ ημε ! ! ! ! !
ἐν νηῶν ἀγύρει μήτηρ τε καὶ υἱὸς πολλὰ πρὸς ἀλλήλους ἔπεα πτερόεντ ' ἀγόρευον . Ἶριν δ ' ὄτρυνε Κρονίδης
5086923 ἐπεων
παραδοῦναι οὐδ ' ἀνεπισήμαντον ἀφεῖναι . . θεσπεσία δ ' ἐπέων καύχας ἀοιδὰ πρόσφορος : τοῖς νενικηκόσι , φησί ,
ἀνθρώπων γλώσσαις φέρονται διὰ τὸ Ὁμήρου τυχεῖν ἐπαινέτου . Ἐξ ἐπέων κελαδεννῶν ] * Τὸ ἐπέων κελαδεννῶν ἢ πρὸς τὸ
5077937 Μουσα
τοσοῦτος πατρίδι τῇ πόλει καλλωπιζόμενος ; ἡ μὲν οὖν Καρίνη Μοῦσα , τὴν Ἡροδότου λέγω , τὴν μικροῦ νικῶσαν καὶ
ὄπισθεν τὰ μέρη καὶ Σάτυρος ἐπιβαστῶν τῇ χειρὶ ῥοπαλίτζι καὶ Μοῦσα συραυλίζουσα καὶ μία τῶν Χαρίτων καὶ κεφαλὴ τοῦ Κάνθαρου
5061903 κακοισι
αὐτοῖς . ἐν κακοῖσι ] ἐν δυστυχίαις . Ξ ἐν κακοῖσι ] ἤγουν ἐν συμφοραῖς . εὐεστοῖ ] εὐδαιμονίᾳ ,
ἄλλα ἃ δεῖ πάντα . λδʹ . Ἐπὶ τοῖσι μεγάλοισι κακοῖσι πρόσωπον ἢν ᾖ χρηστὸν , σημεῖον χρηστόν : ἐπὶ
5050278 μελεσι
αὐτῷ προσῇσε μετὰ τὴν θάλατταν , ἀκολουθεῖ μὲν εὐθὺς τοῖς μέλεσι , πολὺς δὲ πνεύσας κατὰ πρύμνης οὔριος ἐλαύνει τὴν
καὶ τοῦτ ' ἐπέταξεν ἡμῖν , διατρίβειν ἐν ᾄσμασι καὶ μέλεσι , καὶ δὴ καὶ παίζειν τε καὶ τρέφειν παῖδας
5045741 αἰχμητην
πολεμιστήν . παντοίης ἀρετῆς μιμνήσκεο : νῦν σε μάλα χρὴ αἰχμητήν τ ' ἔμεναι καὶ θαρσαλέον πολεμιστήν . οὔ τοι
οὐκ εἰς φυγόξενον οὐδὲ καλῶν ἀπείρατον , καὶ ἀκρόσοφον καὶ αἰχμητήν . . Τοῦτο λέγει διὰ τοὺς Λοκροὺς ὡς φύσει
5021123 τατ
ἧς φύσιος λήγουσι , παρὰ λεχέεσσι γυναικῶν κλινόμεναι φιλότητι , τάτ ' ἀνέρες ἐκτελέουσιν . ἔμπαλι θηλυτέροισι δ ' ὅτ
, ὄφρα καὶ ὑστατίοισι μετ ' αἰώνεσσι δαέντες πείθωνται , τάτ ' ἐμοὶ δωρήσατο Μοῖρα δεδάσθαι ἄστρων ἰδμοσύνην τε καὶ
5007520 Τιμασαρχε
νέοντ ' ἄνευ στεφάνων , πάτραν ἵν ' ἀκούομεν , Τιμάσαρχε , τεὰν ἐπινικίοισιν ἀοιδαῖς πρόπολον ἔμμεναι . εἰ δέ
φησιν : εἰ ἔζη σου ὁ πατὴρ Τιμόκριτος , ὦ Τιμάσαρχε . ἤτοι ὁ ἐν κιθάρᾳ ποικίλος ἢ ὁ μουσικώτατος
5001267 Τρωσι
[ ἐπιτε ] - λέσεις εὐθέως , τοῖς δὲ [ Τρωσὶ τὸ Ἑκάβης ] ἐνύπνιον αὖ τελέως ἐπιτελεσθήσεται [ ]
ἄρ ' ἐφράσσατ ' ἐπεσσύμενον βαρὺ πῆμα οἷ αὐτῷ καὶ Τρωσὶ καὶ αὐτῇ Πενθεσιλείῃ . Οὐ γάρ πώ τι μόθοιο
5000954 δευτε
ἵστημι τοῖσδ ' ἰύγμασιν | [ ] πάντες ? γεωργοὶ δεῦτε | κἀμπελοσκάφοι ? [ ] ε ποιμήν τ '
φιλόσοφος , ὁ ῥήτωρ ὡς ῥήτωρ . ὅταν οὖν λέγῃς δεῦτε καὶ ἀκούσατέ μου ἀναγιγνώσκοντος ὑμῖν , σκέψαι πρῶτον μὴ
5000198 Μεμνον
, οἷον Ἕκτωρ Ἕκτορος ὦ Ἕκτορ , Μέμνων Μέμνονος ὦ Μέμνον , γείτων γείτονος ὦ γεῖτον , ἄρσην ἄρσενος ὦ
: τὸν δ ' ἐνένιπε θρασὺς πάις Αἰακίδαο : Ὦ Μέμνον , πῇ νῦν σε κακαὶ φρένες ἐξορόθυναν ἐλθέμεν ἀντί
4999922 παρθενε
, ἀντὶ τοῦ : ὦ πολυχρόνιε παρθένε : ἄλλως : παρθένε μακρὸν δὴ μῆκος : ὅ ἐστι : πολλῷ χρόνῳ
' εἶ ' ἄτεγκτον συλλαβοῦσα καρδίαν , Νυκτὸς κελαινῆς ἀνυμέναιε παρθένε , μανίας τ ' ἐπ ' ἀνδρὶ τῶιδε καὶ
4968533 ἑταιροις
ἑκουσίῳ γνώμῃ προκληρονομούμενοι , οἷς δὲ μὴ συγγενεῖς εἰσιν , ἑταίροις καὶ φίλοις : ἔδει γὰρ τοὺς τὸν βλέποντα πλοῦτον
ἦλθον ἐς τὰς Ἀθήνας . καὶ καταλαμβάνουσι τὰ πλεῖστα τοῖς ἑταίροις προειργασμένα . καὶ γὰρ Ἀνδροκλέα τέ τινα τοῦ δήμου
4937090 ἀκροωμενοις
φόβους , τοσούτῳ μᾶλλον αὐτῷ κοσμουμένου τοῦ κατορθώματος διαβάλλει τοῖς ἀκροωμένοις αὑτὸν τὴν κοινὴν ἀνανδρίαν πρόφασιν τῆς οἰκείας ποιούμενον εὐφημίας
τοῦ θρόνου φαιδρῷ τῷ προσώπῳ , καθάπερ εὐαγγέλια ἐπάγων τοῖς ἀκροωμένοις ὧν εἰπεῖν ἔχοι . προιόντος δὲ αὐτῷ τοῦ λόγου
4934479 ἐπη
, οὐδ ' εἰ πρὸ τοὐμοῦ προὔλαβες τὰ τῶνδ ' ἔπη : βάρος γὰρ ἡμᾶς οὐδὲν ἐκ τούτων ἔχει :
εἰς ἔπη τείνουσι πεντακισχίλια , ὁ δὲ Ἰατρικὸς λόγος εἰς ἔπη ἑξακόσια [ . ̈ . ] . περὶ δὲ
4931250 ἡρωσιν
θεῶν ἄλλοις ἄλλαι τιμαὶ πρόσκεινται , καὶ ναὶ μὰ Δία ἥρωσιν ἄλλαι , καὶ αὗται ἀποκεκριμέναι τοῦ θείου . οὔκουν
οἱ τῶν θεῶν ἐχθροί . . . δαίμοσιν ] τοῖς ἥρωσιν . εἴκασμα ] εἰκονισμένον . . δαροβίοις ] τοῖς
4930778 υἱε
Ἀγαμέμνων , καί σφεας φωνήσας ἔπεα πτερόεντα προσηύδα : ὦ υἱὲ Πετεῶο διοτρεφέος βασιλῆος , καὶ σὺ κακοῖσι δόλοισι κεκασμένε
μέλεσσιν . ” ἀκόρητον ἀπλήρωτον : “ ἀμφὶ σὲ Πηλέως υἱὲ μάχης ἀκόρητον Ἀχαιοί . ” ἀκέονται οἷον ἡσυχίαν ἔχουσιν
4929720 ἐμοις
πέμψω σῆς νόσου πρὸς Ἴλιον : τὸ δεύτερον γὰρ τοῖς ἐμοῖς αὐτὴν χρεὼν τόξοις ἁλῶναι . Τοῦτο δ ' ἐννοεῖθ
, καὶ Κυρῖνε δαῖμον ἐπίτροπε Ῥωμαίων ἡγεμονίας , διδοίητε τοῖς ἐμοῖς παιδικοῖς ἐρᾶν μὲν Ῥώμης , ἀντερᾶσθαι δὲ ὑπὸ Ῥώμης
4929193 ἀνερων
Κλεώνυμος : φασὶ μὲν γὰρ αὐτὸν ἐρεπτόμενον τὰ τῶν ἐχόντων ἀνέρων οὐκ ἂν ἐξελθεῖν ἀπὸ τῆς σιπύης : τοὺς δ
. Ἐν τοῖς Σκίροις τὰ γύναι ' ἔκρινεν ἐν στολαῖς ἀνέρων προκαθίζοντα , γενομένης ἐκκλησίας , περιθέμεναι πώγωνας ἀλλοτρίων τριχῶν
4923622 Ἀτρειδης
φήσειε διάλληλον τὸ τοιοῦτον . τί γάρ ἐστι μᾶλλον ξανθὸς Ἀτρείδης ἢ Ἀτρείδης ξανθός ; Πρὸς ὃν ἔστι φάναι ,
: ὅτι σαφῶς νῦν φιλότητα τὴν ξενίαν εἴρηκεν . . Ἀτρείδης δὲ ἐρυσσάμενος ξίφος : ἡ διπλῆ , ὅτι ξίφος
4922074 Ἀργοναυτικοις
. 〚 καὶ Ἀπολλώνιος δέ φησι περὶ αὐτοῦ ἐν τοῖς Ἀργοναυτικοῖς [ , ] εἰ ἐτεόν γε πέλει , κλέος
. , : [ Ἐριβώτης . ] Ἡρόδωρος ἐν τοῖς Ἀργοναυτικοῖς τοῦτον Εὐρυβάτην καλεῖ , καί φησιν αὐτὸν Τελέοντος υἱόν
4918741 ἁλισκομεσθα
' οὐχ ὑπ ' ἄλλων , ἀλλὰ τοῖς αὑτῶν λόγοις ἁλισκόμεσθα κατὰ τὴν τραγῳδίαν , δαιμονιώτατε Πλάτων , διθυράμβων ψόφους
οὐχ ὑπ ' ἄλλων , ἀλλὰ τοῖς αὑτῶν πτεροῖς ˈ ἁλισκόμεσθα : ἀντὶ τοῦ ἑαυτοῖς ταῦτα πεποιήκαμεν . λόγος γὰρ
4913838 τηνου
. διαμεμνᾶσθαι γάρ , φησίν , ὅσιον εἴη κα τῶν τήνου θείων τε καὶ ἀνθρωπείων παραγγελμάτων , μηδὲ κοινὰ ποιεῖσθαι
λυθείσας ἄλλος ἄλλοσε φορεύμενοι διεσπάρημες , ὅσιον κἀμὲ μεμνᾶσθαι τῶν τήνου θείων καὶ σεπτῶν παραγγελμάτων , μηδὲ κοινὰ ποιεῖσθαι τὰ
4901721 Πυλιοις
διήγησις , ἣν διατίθεται πρὸς Πάτροκλον περὶ τοῦ γενομένου τοῖς Πυλίοις πρὸς Ἠλείους πολέμου , συνηγορεῖ τοῖς ὑφ ' ἡμῶν
παρεῖναί οἱ καὶ Ἀθηνᾶν συνεργὸν λέγουσιν : ἀφικέσθαι οὖν καὶ Πυλίοις τὸν Ἅιδην συμμαχήσοντα τῇ ἀπεχθείᾳ τοῦ Ἡρακλέους , ἔχοντα
4879917 ῥημασιν
ἔνδον οὐδεὶς ἐθάρρει τὴν ἔξοδον οὐδὲ παρακύψαι ῥᾳδίως ἐτόλμα , ῥήμασιν αἰσχροῖς ἔβαλλον ἡμᾶς οἱ πολέμιοι γυναῖκας οἰκουρούσας ἀποκαλοῦντες καὶ
φωναῖς , ποίαις ταύταις , πότερον τοῖς ὀνόμασι καὶ τοῖς ῥήμασιν ἢ τοῖς ἐκ τούτων συγκειμένοις λόγοις . καὶ διορισθήσεται
4860585 κλυθι
μὲν ἐν Ὀρτυγίηι , τὸν δὲ κραναῆι ἐνὶ Δήλωι , κλῦθι , θεὰ δέσποινα , καὶ ἵλαον ἦτορ ἔχουσα βαῖν
ὅτ ' ἐς Τροίην ἔπλεε νηυσὶ θοῆις , εὐχομένωι μοι κλῦθι , κακὰς δ ' ἀπὸ κῆρας ἄλαλκε : σοὶ
4857382 λογοισι
καὶ σὺ χὠ νέος τρόπος , ἐν οὐ πρέποντι τοῖς λόγοισι χρώμενος . ἐπεὶ δὲ πάντων ἡμᾶς εὐθύνας σοι διδόναι
τὸ μέτρον ὃ νῦν ἔχει , εἷμα δοὺς καὶ πορφυροῦν λόγοισι ποικίλας καλοῖς δυσπάλαιστος ὢν τὸς ἄλλως εὐπαλαίστως ἀποφανεῖ .
4837806 μαψ
δὲ χρῶνται τοῦ μὲν ποιητοῦ τῷ κρῖ καὶ δῶ καὶ μάψ , καὶ ἔτι ” ἥρως „ δ ' Αὐτομέδων
ἀναφανδά . καὶ τὰ ἄλλως ἔχοντα τὸ Α : ἄψ μάψ λάξ διαμπάξ . Τὰ δὲ διὰ τοῦ Α πρὸ
4827620 Ἀπολλον
ἐνταῦθα . δᾶ ] γῆ . Ἄπολλον ] ὦ . Ἄπολλον ] ὦ . σύστημα . ἀνωτότυξας ] διὰ τοῦ
ὀνομάτων τὸ κύριον παριστῶσα : λέξις μὲν Φοῖβε ἀντὶ τοῦ Ἄπολλον , καὶ Ἐννοσίγαιε ἀντὶ τοῦ Πόσειδον , καὶ ὄφρα
4825661 ἀειδω
. . . † ἀοιδὸς ἀειδέμεναι : προκατάρχει ῥῆμα τὸ ἀείδω , ἔφαμεν δὲ ὅτι ἔθος ἔχουσιν οἱ ποιηταὶ παρατιθέναι
βουκολέεσκεν : οὕτως καὶ ἐνθάδε : † ἀοιδὸς ἀειδέμεναι . ἀείδω ἀοιδός . ἀπὸ τούτου καὶ τὸ ἀοιδή , οὐ
4821100 θαλαμοις
οἱ νέοι θαλαμεύονται καὶ θάλλουσι . διασχίζονται δὲ ἐν τοῖς θαλάμοις ὥσπερ τις , λαβὼν πάπυρον , ταύτην εἰς λεπτὰ
πάγον Πιερίαν ? [ ] ? τε πέτραν χρυσήλατον ἐν θαλάμοις ἔχοιτε πασάμενοι πατρώιοις ? [ ] , οὔτοι τό
4820092 θεοισιν
προσέφη ἑκάεργος Ἀπόλλων : φράζεο Τυδεΐδη καὶ χάζεο , μηδὲ θεοῖσιν ἶς ' ἔθελε φρονέειν , ἐπεὶ οὔ ποτε φῦλον
ἐν τραγωιδίαις ἐχρῆν κἀλεκτρυόνα ποῆσαι ; σὺ δ ' ὦ θεοῖσιν ἐχθρέ , ποῖ ' ἄττ ' ἐστὶν ἅττ '
4817752 βαρβιτον
ην [ ] Μήπω λιγυαχέα ? [ – – ] βάρβιτον : μέλλω [ πολυ˘ ] ? [ – –
' οὐ λήγει μελιτερπέος , ἀλλ ' ἔτ ' ἐκεῖνον βάρβιτον οὐδὲ θανὼν εὔνασεν εἰν Ἀίδῃ . Οὗτος ὁ τοῦ
4807513 ποποι
' ] ναί . ὡς ] ὥστε . . ὦ πόποι κεδνῆς ἀρωγῆς ] φεῦ ἕνεκα τῶν καλλίστων καὶ γενναιοτάτων
Τεῦκρος δ ' ἐρρίγησε , κασίγνητον δὲ προσηύδα : ὢ πόποι ἦ δὴ πάγχυ μάχης ἐπὶ μήδεα κείρει δαίμων ἡμετέρης
4785367 ἐμοισι
ἠδὲ δέπαστρα οἰσόντων χρύσεια , τά τ ' ἐν μεγάροισιν ἐμοῖσι κείαται . κἀν τοῖς ἑξῆς δέ φησι : καὶ
, ὃς τῶνδ ' αἴτιος κακῶν ἔφυ , τόξοισι τοῖς ἐμοῖσι νοσφιεῖς βίου , πέρσεις τε Τροίαν , σκῦλά τ
4784731 θεοισι
Ἀλλ ' ἔχ ' ἥσυχος , περὶ δὲ στρατιῆς τῆσδε θεοῖσι μελήσει . Τὸν μὲν δὴ ταῦτα παραινέειν , ἐκ
; Ὦ φίλτατ ' Αἰγέως παῖ , μόνοις οὐ γίγνεται θεοῖσι γῆρας οὐδὲ κατθανεῖν ποτε , τὰ δ ' ἄλλα
4772850 ἀναξ
] χθονὸς μοναρχίαν ἑκόντα δοῦναι [ τοῖσδε Καδμείας ] , ἄναξ . ὅταν δὲ θάπτηις ἄλοχον εἰς πυρὰν τιθεὶς σαρκῶν
, πολύμορφον αἶσχος ἔγνων χθονίοις γάμοισι χαίρων , ὁ θεῶν ἄναξ ἐπαίχθην : τὸ δίκης σέβας σε βάλλει . Τί
4769205 νευμασιν
ἵστατο κούρης . λοξὰ δ ' ὀπιπεύων δολερὰς ἐλέλιζεν ὀπωπὰς νεύμασιν ἀφθόγγοισι παραπλάζων φρένα κούρης . αὐτὴ δ ' ,
δὲ μὴ τούτους εἰπεῖν τοῖς εἰποῦσιν ἔδοσαν ὧν ἀκολουθεῖς τοῖς νεύμασιν . ἐφ ' ᾧ δ ' ἂν καὶ συγκαλύψαιτό
4768131 σαν
πόλις ὠνόμασται . διὸ καὶ Ὠκεανοῦ θυγατέρα αὐτὴν λέγει . σὰν πόλιν : τὴν ἀπὸ σοῦ προσαγορευομένην καὶ χρηματίζουσαν ,
, πάντ ' ἀνάσσων , μὴ λάθοι σὲ τάν τε σὰν ἀθάνατον αἰὲν ἀρχάν . Φθίνοντα γὰρ τοῦ παλαιοῦ Λαΐου
4768037 πατερ
καὶ γράφων πρὸς τὸν πατέρα ἔλεγε : Σύγχαιρε ἡμῖν , πάτερ , ἤδη γὰρ ἡμᾶς τὰ βιβλία τρέφει . Σχολαστικὸς
δὲ καὶ παρ ' Ὁμήρῳ εὐχομένου Ἕλληνος ἀνδρός , Ζεῦ πάτερ , ἢ Αἴαντα λαχεῖν , ἢ Τυδέος υἱόν ,
4766257 γραμμασιν
φησι Φανίας ὁ Ἐρέσιος . ἀπὸ τούτου ταῦτα κυρωθῆναι τοῖς γράμμασιν . . . κῦρβες : αἱ τὰς τῶν θεῶν
τρὶς ἤδη πρὸς σὲ βοῶ : τὸ μὲν πρῶτον ἐν γράμμασιν , ἔπειτα πρὸς παρόντα , νῦν δὲ ὥσπερ τὸ
4761038 νωτοισι
σῶμα καὶ τὴν ψυχήν . Αἴαντα οὖν μετὰ τὴν μονομαχίαν νώτοισι [ βοῶν ] γέραιρεν ὁ Ἀγαμέμνων : καὶ Νέστορι
Τυδείδης γοῦν καὶ κρέασι καὶ πλείοις δεπάεσσι τιμᾶται καὶ Αἴας νώτοισι διηνεκέεσσι γεραίρεται , καὶ οἱ βασιλεῖς δὲ τοῖς αὐτοῖς
4730391 οντα
ποταμοῦ γείτονα πόλιν . ἐκεῖ πρὸς ἄνδρα πάλαι μεθοδεύ - οντα λόγους ἔτι μειράκιον ὢν ἀπεδύσατο ἄρτι πρῶτον ἐν Ἑρμοῦ
? μγω ? [ ! ! ] ? [ ] οντα τ ? [ τον αὐτᾶς ? γονοι ? [
4727391 τεθνεωσιν
ποταμὸς ἐπώνυμος ἀνθρωπίνου πάθους κακόν , θρῆνοι γὰρ ἐπὶ τοῖς τεθνεῶσιν οἱ παρὰ τῶν ζώντων . Πυριφλεγέθοντα δ ' ἐφεξῆς
σοι φαίνεται , ἀνθοῦσι τοῖς νέοισιν ἠρεθισμένος . Τοῖς μὲν τεθνεῶσιν ἔλεος ἐπιεικὴς θεός , τοῖς ζῶσι δ ' ἕτερον
4725764 ὀξυτονοις
Ἠβιόνος : ἔστι δὲ ὄνομα νήσου : σεσημείωται ἐν τοῖς ὀξυτόνοις , καὶ μὴ οὖσιν ἐπὶ πόλεων φυλάττοντα τὸ ω
ἄλλα ὁμοτονεῖ τοῖς μὲν βαρυτόνοις τὰ βαρύτονα , τοῖς δὲ ὀξυτόνοις τὰ ὀξύτονα : ὅθεν οὐ παράδοξον καὶ ἀπὸ τοῦ
4722952 χαιρε
Ὣς φάτ ' Ἀθηναίη , ὃ δ ' ἐπείθετο , χαῖρε δὲ θυμῷ , στῆ δ ' ἄρ ' ἐπὶ
συμπλέξαντα τὸν Ἰλιάδος καὶ Ὀδυσσείας στέφανον . Δήλι ' Ἄπολλον χαῖρε καὶ Ἄρτεμι , παῖδε κλεεινώ . Αἴσωπός ποτ '
4715396 χαριεντα
ἄλλυδις ἄλλος ἡμῶν μᾶζαν ἐπ ' ἀλλόφυλον , οὗ δεῖ χαρίεντα πολλὰ τὸν κόλακ ' εὐθέως λέγειν ἢ ' κφέρεται
ὡς χρημάτων ἥττων : ἀμέλει τὸν Τηλαύγη ἑταῖρον ὄντα καὶ χαρίεντα παρεώρα ἀθεράπευτον . Αἰσχίνης ὁ Σωκρατικὸς ἐν μὲν τῷ
4712182 παμπρωτος
Ὁμήρῳ μετὰ τὸ πιεῖν : τοῖς δ ' ὁ γέρων πάμπρωτος ὑφαίνειν ἤρχετο μῆτιν , παρὰ δὲ τοῖς οὐ τὰ
, μήτε σύ , Πηλεΐδη τοῖς δ ' ὁ κόλαξ πάμπρωτος ὑφαίνειν ἤρχετο μῶκον : πλήρης μὲν λαχάνων ἀγορή ,
4711862 μακαρ
ἀλλ ' οὐ γὰρ ὀρθῶς ταῦτα κρίνουσιν θεοί . ὦ μάκαρ , οἵας ἔλαχες τιμάς , Ἱππόλυθ ' ἥρως ,
Φερσεφόνειαν ἀχθεὶς ἐξετράφης φίλος ἀθανάτοισι θεοῖσιν . εὔφρων ἐλθέ , μάκαρ , κεχαρισμένα δ ' ἱερὰ δέξαι . Κικλήσκω Βάκχον
4707645 ποιναν
ὡς ὁσιώτατα διαβιῶναι τὸν βίον : οἷσιν γὰρ ἂν Φερσεφόνα ποινὰν παλαιοῦ πένθεος δέξεται , εἰς τὸν ὕπερθεν ἅλιον κείνων
ἐν εἰρήνᾳ τὸν ἅπαντα χρόνον̄ ἐν σχερῷ ἡσυχίαν καμάτων μεγάλων ποινὰν λαχόντ ' ἐξαίρετον ὀλβίοις ἐν δώμασι , δεξάμενον θαλερὰν
4704411 πεπαιδευμενοις
λεγόμενα σύμβολα , καθάπερ μύσταις γενομένοις , καὶ τὴν γνῶσιν πεπαιδευμένοις σαφέστερον . ΣΥΛΛΟΓΙΣΜΟΣ . Εἶτα συλλογισμῷ : ὅτι ἴσος
τὸν μισθόν . ἄλλως τε καὶ πρέπον ἂν εἴη τοῖς πεπαιδευμένοις ὑμῖν κρείττοσιν εἶναι χρημάτων . “ Ὁ μὲν ταῦτα
4700586 ἐλεγειοις
τῆς βαρβάρου Λυδῆς εἰς ἐπιθυμίαν καταστὰς ἐποίησεν ὃ μὲν ἐν ἐλεγείοις , ὃ δ ' ἐν μέλει τὸ καλούμενον ποίημα
διαλύει : τὰ δὲ ἐλεγεῖα λιγυρῶς ἀναγιγνώσκομεν : ἐχρῶντο τοῖς ἐλεγείοις ἐπὶ τοὺς θρήνους : ἐλέγους γὰρ ἐκάλουν τοὺς θρήνους
4699267 νεοις
, ᾗ διαλύσειν ἔμελλε τὴν πανήγυριν , παράγγελμα δίδωσι τοῖς νέοις , ἡνίκ ' ἂν αὐτὸς ἄρῃ τὸ σημεῖον ἁρπάζειν
σωφρονίζειν πληγαῖς : ἀνδράσι δὲ καὶ παιδίοις καὶ πρεσβύταις καὶ νέοις μίμους θεωμένοις μεμψόμεθα ; καὶ μὴν ἡ τοῖς τοιούτοις
4698987 πεδα
[ ] μορφὰν μάλ ' ἐίσκον ὅμοιον . τοῖς μὲν πέδα κάλλεος αἰὲν καὶ σύ , Πολύκρατες , κλέος ἄφθιτον
ὥσπερ τὸ ἐπτέρυγμαι πεπτέρυγμαι , οἷον : ὡς δὲ παῖς πέδα μάτερα πεπτέρυγμαι . Ἡρωδιανὸς ἐν τῷ περὶ πάθους .
4697466 μνηστηρσι
τε Ἀχαιοῖς καὶ τοῖς ἄλλοις Τρωσὶν ἐγένοντο , καὶ τοῖς μνηστῆρσι τοῖς τῆς Πηνελόπης καὶ τῷ Ὀδυσσεῖ . Ἀληθῆ λέγεις
τέχναις καὶ ἐπιστήμαις σχολάζοντες τῆς φιλοσοφίας ἀμελοῦσιν , ἐοίκασι τοῖς μνηστῆρσι τῆς Πηνελόπης , οἵτινες αὐτῇ συγγενέσθαι μὴ δυνάμενοι ἠγάπων
4692235 βασιλευσιν
πρὸς οὐδὲν οὐδὲ τῶν ἰδίων ἱκανός ἐστι : τοῖς δὲ βασιλεῦσιν ὅσῳ πλείω τε καὶ μείζω πράττειν ἀνάγκη , πλειόνων
Φαίνων μέν τε Διὸς ζώοις μεγακύδεας ἄνδρας τεύχει , καὶ βασιλεῦσιν ἰδ ' αὖθ ' ἑτάροισιν ἀνάκτων ἐς φιλίην ζεύγνυσι
4685082 ἀγαθῃσιν
μάλιστα δὲ Πηνελοπείῃ ἥνδανε μύθοισι : φρεσὶ γὰρ κέχρητ ' ἀγαθῇσιν : ὅ σφιν ἐῢ φρονέων ἀγορήσατο καὶ μετέειπεν :
ὡς Σαπφοῦς . . ἀλλὰ πατὴρ οὑμὸς φρεσὶ μαίνεται οὐκ ἀγαθῇσιν σχέτλιος : σημειοῦνταί τινες ὅτι ἀντὶ τοῦ ἀγνώμων ,
4678975 λαων
οἶνον , ἂψ δ ' ἐν χερσὶν ἔθηκε δέπας κοσμήτορι λαῶν . αὐτὰρ ὁ βῆ κατὰ δῶμα φίλον τετιημένος ἦτορ
τῆς μάχης καὶ δυσμενῶν ἦν συμφορὰ κλόνος , στόνος , λαῶν δὲ τῶν σῶν χαρμονὴ νικηφόρος . ὡς οὖν σταθέντες
4672463 πρ
καριδάριον . Ψάρ : ὄνομα ἔθνους . σημαίνει καὶ τὸν πρ . . . . Μάρτυρ : μάρτυς . Μάκαρ
πέδῳ καὶ διὰ τέλους ἀκοῦσαι τὰ ' μά Τὸ ταῦτα πρ . . . κρεῖττον . . . ἀποδόσθαι μογοῦντι
4654172 ὑμνει
καὶ ] | | τὸ αὑτοῦ ἀγαθὸν [ πᾶν ] ὑμνεῖ τε ? ? καὶ συναύξει κατὰ πολλὰ ὁμοιοῦν αὑτὸν
' ἀντιθέῳ ψυχῇ γεννήσαο κούρας δισσὰς ἡμιθέων γραψάμενος σελίδας : ὑμνεῖ δ ' ἡ μὲν νόστον Ὀδυσσῆος πολύπλαγκτον , ἡ
4653319 ὀμμασι
πολὺν χρόνον βιωσόμενος . Οἱ ἀγαθοὶ εὐαπάτητοι . Ἐοίκασι τοῖς ὄμμασι τῆς γλαυκὸς οἱ περὶ τὴν ματαίαν σοφίαν ἠσχοληκότες :
τὰ περὶ κοίτης . μηδ ' ὕπνον μαλακοῖσιν ἐπ ' ὄμμασι προσδέξασθαι , πρὶν τῶν ἡμερινῶν ἔργων λογίσασθαι ἕκαστα :
4652616 Ἀτρειδαις
τίμασεν ἐποίκων Αἰγίνας τε Μενοίτιον . τοῦ παῖς ἅμ ' Ἀτρείδαις Τεύθραντος πεδίον μολὼν ἔστα σὺν Ἀχιλλεῖ μόνος , ὅτ
Τοῖά μοι πάννυχα καὶ φαέθοντ ' ἀνεστέναζες ὠμόφρων ἐχθοδόπ ' Ἀτρείδαις οὐλίῳ σὺν πάθει . Μέγας ἄρ ' ἦν ἐκεῖνος
4644114 παραλογιστικον
παροξυντικοῖς , χλευαστικοῖς , ἀπατηλοῖς : κερτόμιον γὰρ λόγιον τὸ παραλογιστικὸν παρὰ τὸ τέμνειν τὸ κέαρ , ὅ ἐστι τὴν
κατεσκεύασεν ὁ διάκτορος Ἀργειφόντης ψεύδη τε καὶ λόγους ἀπατηλοὺς καὶ παραλογιστικὸν ἦθος , διὰ τὴν βουλὴν τοῦ Διὸς τοῦ τῶν
4642201 ἀριστοις
μὲν ἐναντίοις κακίστοις ἂν χρήσαιο , τοῖς δὲ μετὰ σαυτοῦ ἀρίστοις . ἀλλ ' ἕως ἔτι σοι σχολή , ὦ
ἐκείνου πολίτας εἶναι . διδασκάλοις δὲ χρήσασθαι μὲν λέγεται τοῖς ἀρίστοις , ὑπερβαλόμενος δ ' ὅσον παῖδας ἅπαντας φαίνεται .
4628895 τηνα
πατρί . κάλλει ἀριστεύουσα θεάων πότν ' Ἀφροδίτα , σοὶ τήνα μεμέλητο : σέθεν δ ' ἕνεκεν Βερενίκα εὐειδὴς Ἀχέροντα
ποιμένα κῶμον ἄγοντι ἀντὶ σελαναίας τὺ δίδου φάος , ὥνεκα τήνα σάμερον ἀρχομένα τάχιον δύεν . οὐκ ἐπὶ φωράν ἔρχομαι
4627791 ὑμνων
σεσήμαγκεν ; πείθομαι , ἀκολουθῶ , ἐπευφημῶν τὸν ἡγεμόνα , ὑμνῶν αὐτοῦ τὰ ἔργα . καὶ γὰρ ἦλθον , ὅτ
. ἱκέτας σέθεν : παρακαλῶ σε , Ζεῦ , Λυδίαις ὑμνῶν εὐρυθμίαις φυλάττειν τὴν Καμάριναν ἐν νίκαις καὶ ἀνδρείαις .
4626669 λαοις
λαμπρῷ , τῷ καλῷ γεννήματι , τῷ Γορδιανῷ . Καὶ λαοῖς σύμπασιν : ὧδε ὁ ποιητὴς τὸν ἑαυτοῦ αὐτοκράτορα εὔχεται
νεῖκος ἐπισταμένως κατέπαυσε : τούνεκα γὰρ βασιλῆες ἐχέφρονες , οὕνεκα λαοῖς βλαπτομένοις ἀγορῆφι μετάτροπα ἔργα τελεῦσι ῥηιδίως , μαλακοῖσι παραιφάμενοι
4617163 εἰδυιας
] [ ] Ἀρκασίδαο [ [ περικαλλέα ] ἔργ ' εἰδυίας Λυσίππην τε καὶ Ἰφινόην ] καὶ Ἰφιάνασσαν [ ]
ὅτου χάριν σπουδὴν ἔθου τήνδ ' , ὡς παρ ' εἰδυίας μάθῃς . Ὦ φθέγμ ' Ἀθάνας , φιλτάτης ἐμοὶ
4615045 σχεθων
τινος , ἐκείνῳ λέγει ἤγουν χάριν ἐκείνου . Σύ τοι σχέθων νιν ἐπιδέξια ] * Σύ , φησίν , ὦ
, ἐπειδὴ τὰς περὶ πατέρων εὐσεβείας περιέχει . σύ τοι σχέθων νιν : ὁ νοῦς : σὺ τοίνυν , Θρασύβουλε
4614774 ἀρεταν
τὸν Θήρωνα , τὸ δὲ ἀρετὴν ἀσκεῖν δρέπων μὲν κορυφὰς ἀρετᾶν ἄπο πασᾶν : ἕκαστον γὰρ τούτων πολλῆς τῆς τροπῆς
, ὡς ἡ τοῦ αἴαντος ἀσπίς : Μυριᾶν δ ' ἀρετᾶν . διὰ τὸ σαθρὸν καὶ ἀσθενὲς τῆς ἐπιτηδεύσεως ,
4612434 μειλιχα
, τὸ δὲ τοῦ μειλιχίου σύκινον , τὰ δὲ σύκα μείλιχα καλεῖσθαι : ὠφελιμώτερα δὲ πάντων τῶν ξυλίνων καρπῶν ἀνθρώποις
ἐέρσην , τοῦ δ ' ἔπε ' ἐκ στόματος ῥεῖ μείλιχα : οἱ δέ τε λαοὶ πάντες ἐς αὐτὸν ὁρῶσι
4611798 Καλλιμαχειον
οἰκήσοντα ἀποπέμψω , ὡς Πολέμων ὁ περιηγητὴς Ἴστρον , τὸν Καλλιμάχειον συγγραφέα , εἰς τὸν ὁμώνυμον κατεπόντου ποταμόν . .
Φᾶσιν οἰκήσοντα ἀποπέμψω , ὡς Πολέμων ὁ περιηγητὴς Ἴστρον τὸν Καλλιμάχειον συγγραφέα εἰς τὸν ὁμώνυμον κατεπόντου ποταμόν . ΑΤΤΑΓΑΣ .

Back