. τούτων δὲ οἱ πρὸς νότον ὡς ἐπίπαν ἀγχινούστεροι καὶ εὐμήχανοι μᾶλλον καὶ περὶ τὴν τῶν θείων ἱστορίαν ἱκανώτεροι διὰ | ||
καὶ τανυδρόμοις κῶλα , δύσφορον ἄταν . μένει γάρ : εὐμήχανοι δὲ καὶ τέλειοι κακῶν τε μνήμονες , σεμναὶ καὶ |
ὀστρακοδέρμων καὶ τῶν μαλακοσάρκων , μῆλα τὰ μήπω πέπειρα . Κρέα βόεια καὶ αἴγεια , μᾶλλον τὰ τῶν ταύρων τε | ||
εὐφραίνεται . ἐπιτέρπεται : εὐφραίνεται : γράφεται μέγα τέρπεται . Κρέα : ὑπάρχουσι , λείπει . τερπνά : ἡδέα . |
συστρέφει . δινεῖ ] ἀνακόπτει . δινεῖ ] ἀνασειράζει . δινεῖ ] κινεῖ . δινεῖ ] συστρέφει ἄνω καὶ κάτω | ||
καὶ φρυαττομένας καὶ χρεμετιζούσας . Ξ δινεῖ ] συστρέφει . δινεῖ ] ἀνακόπτει . δινεῖ ] ἀνασειράζει . δινεῖ ] |
, ἀνατμηθεῖσα δὲ κυνὶ τὰ ἐντόσθια πάντα κέκτηται ὅμοια . ὀχεύει δὲ ἐπιβαίνουσα καθάπερ καὶ ὁ κύων : τίκτει δὲ | ||
ἐκτὸς τῶν θαλαμῶν ῥίπτων : ὅθεν διαγινώσκουσιν οἱ θηρεύοντες . ὀχεύει δὲ συμπλεκόμενος καὶ πολὺν χρόνον πλησιάζει διὰ τὸ ἄναιμος |
μάλα μεγάλῃ , ὄτρυνε δὲ λαὸν ἅμ ' αὐτῷ . Αὖτις δὲ δριμεῖα μάχη παρὰ νηυσὶν ἐτύχθη : φαίης κ | ||
ἔφερεν . ἐγγύθι : πλησίον . πότμου : θανάτου . Αὖτις : πάλιν . τρέσας : φοβησάμενος , φοβηθεὶς , |
ὀσφραντῶν αἰσθητήριον , ἀλλ ' ἡ ἐντὸς μαστοειδὴς τοῦ ἐγκεφάλου ἀπόφυσις , οὐδὲ τὸ οὖς ἀκουστικὸν πρῶτον , ἀλλ ' | ||
κεφαλὴ διαρθροῦται . ἔστι δὲ καὶ ἄλλη τις ταύτης ἔσωθεν ἀπόφυσις ὀξεῖα καὶ σμικρά : καλοῦσι δ ' αὐτὴν οἱ |
ὑγρὸν ξηραίνουϲιν ἰϲχυρῶϲ . Κρανίαϲ τοῦ δένδρου ὁ μὲν καρπὸϲ ϲτρυφνὸϲ ὢν ἐϲθιόμενοϲ ἰϲχυρῶϲ ἐπέχει τὴν γαϲτέρα : καὶ τὰ | ||
, ἔϲτι δὲ οἷον ἀγρία μηλέα : ἧϲ ὁ καρπὸϲ ϲτρυφνὸϲ μέν ἐϲτι , κακοϲτόμαχοϲ δὲ καὶ κεφαλαλγήϲ . Ἐπιτακτίϲ |
Μεγαρικοί , μαινίδες Καρύστιαι , φάγροι δ ' Ἐρετρικοί , Σκύριοι δὲ κάραβοι . ἰχθύσιν ἀμφίβληστρον ἀνὴρ πολλοῖς περιβάλλειν οἰηθείς | ||
παλαιὸν ᾤκουν Πελασγοί τε καὶ Κᾶρες ” . οἱ νησιῶται Σκύριοι καὶ Σκυρία αἴξ . Σκυτόπολις , πόλις Λιβύης , |
γὰρ ὀρθότης τὸ ἄκλιτον καὶ ἡ ἰσότης τὴν μόνιμον δύναμιν ἀπομιμεῖται : κίνησις γὰρ ἀνισότητος ἔκγονος , στάσις δὲ ἰσότητος | ||
τῶν θεῶν , ἤγουν πλατὺν ἐγέλασε γέλωτα . Ἀνθρώπου ἦθος ἀπομιμεῖται δυναμένου τιμωρεῖσθαι τοὺς περιφρονοῦντας αὐτόν . Ὁ γὰρ ἐλπίζων |
καὶ ἔμβρωμα καὶ πλάδων καὶ ναυτίας ποιητικά , μάλιστα οἱ κέφαλοι : πνεύμων μέντοι ἐρίφειος δίσεφθος δοκεῖ ἐπὶ πᾶσι βρωθεὶς | ||
εἰς ὅσον τὸ χεῖλος αὐτῆς προσπελάζει τῷ ὕδατι . οἱ κέφαλοι δὲ καὶ οἱ τούτοις ὁμοειδεῖς κεστρεῖς , ἤτοι τῇ |
φιλοσοφεῖν τότε βελτιοῦντας τὴν ψυχὴν καὶ τὸν ἡγεμόνα νοῦν . ἀναπέπταται γοῦν ταῖς ἑβδόμαις μυρία κατὰ πᾶσαν πόλιν διδασκαλεῖα φρονήσεως | ||
εἶναι κοινὴν συμβέβηκε : πρὸς γὰρ τῷ κατὰ θιάσους συνοικεῖν ἀναπέπταται καὶ τοῖς ἑτέρωθεν ἀφικνουμένοις τῶν ὁμοζήλων . εἶτ ' |
τὰ ὅμοια , καθαρτική : εἰ δὲ περὶ τὸ θεῖον ἐπέστραπται , θεωρητικὴ ὑπάρχει . Καθάπερ εἴρηται , ἀπορητικῶς προέρχεται | ||
τῆς πρώτης ἑνάδος . φασὶ γὰρ ὅτι πάντα ὀρεγόμενα αὐτοῦ ἐπέστραπται πρὸς αὐτό . εἰ τοίνυν ἕτερόν ἐστι τὸ ὀρεκτὸν |
καλοῦνται καὶ ὀροφίαι . * φράζονται : λέγουσι , καλοῦσι ἀκοντίαι : οὕτως διατρέχοντες κατὰ τὰ ἀκόντια . ἄλλα δὲ | ||
τε πολυστεφέας τε μυάγρους φράζονται , σὺν δ ' ὅσσοι ἀκοντίαι ἠδὲ μόλουροι ἠδ ' ἔτι που τυφλῶπες ἀπήμαντοι φορέονται |
μέρους , ὅπερ ἐστὶν ἐν δεξιᾷ παραγωγῇ . ἡ δὲ ὁμοιόστομος ἐν τῇ πορείᾳ διφαλαγγία , ἥτις τοὺς ἡγεμόνας ἑκατέρας | ||
πορείαις πῶς λέγεται διφαλαγγία ἀμφίστομος καὶ ἀντίστομος καὶ ἑτερόστομος καὶ ὁμοιόστομος . Ἀμφίστομος μὲν οὖν φάλαγξ καλεῖται ἡ τοὺς ἡμίσεις |
. ὄργανα δὲ μυρία : ἀρχὴ μὲν ῥῖνεϲ , ὁδὸϲ ἀρτηρίη , χώρη δὲ πνεύμων , θώρηξ δὲ πνεύμονοϲ ἔρυμα | ||
χρήσθω τοῖσιν εἰρημένοισιν . Ἀρτηρίη τρωθεῖσα : ἢν τρωθῇ ἡ ἀρτηρίη , βὴξ ἔχει , καὶ αἷμα βήσσεται , καὶ |
, Δημάδης δὲ ἐν νάπαις . . . Ζ : Φαύλως οὖν ὁ Φανόδημος Ἀφροδίτην νομίζει τὴν Δάειραν καὶ τὴν | ||
οἰκίας : αὐθημερὸν δὲ αὐτοῦ καὶ τὸ σῶμα ἑλκῶσαι . Φαύλως δὲ αὐτοῦ διακειμένου , ἐλθεῖν εἰς ἐπίσκηψιν Ἐλίφαν τὸν |
δὲ σκόμβρος κοῦφος καὶ ταχέως ἀποχωρῶν τοῦ στομάχου , ὁ κολίας δὲ σκιλλωδέστερος , δηκτικώτερος , κακοχυλώτερος , τρόφιμος . | ||
ὧν τρυφερωτέρα ἡ πηλαμύς , ἄστομος δὲ καὶ ἄχυλος ὁ κολίας : ἡ δὲ θυννὶς ὑποτέτακται , δύσπεπτος δ ' |
μελαίνης , ἐγκυκλίοις δίναισι † περιθρόνια κυκλέοντες . ἀνταυγεῖς , πυρόεντες , ἀεὶ γενετῆρες ἁπάντων , μοιρίδιοι , πάσης μοίρης | ||
Καλλιμάχῳ ἐν τῇ Ἑκάλῃ , . . ὁππότε λύχνου Δαιομένου πυρόεντες ἄδην ἐγένοντο μύκητες : σημαίνει δὲ καὶ τοὺς ἀμανίτας |
δὲ τὸ ὑποσχέσθαι χρήματα . ἀρνειοὶ καὶ ἄρνες διαφέρουσιν . ἀρνειοὶ μὲν γὰρ οἱ τέλειοι , ἄρνες δὲ οἱ νέοι | ||
ὑπὸ κήρυκι ἐπώλησεν . ἐπικηρύξαι δὲ τὸ ὑποσχέσθαι χρήματα . ἀρνειοὶ καὶ ἄρνες διαφέρουσιν . ἀρνειοὶ μὲν γὰρ οἱ τέλειοι |
ὡς βροτὸς βροτόεις , καὶ τροπῇ τοῦ α εἰς ο ὀκριόεις . καὶ τὸ θηλυκὸν ὀκριόεσσα . . , : | ||
καὶ σαῦραι χάνναι τε καὶ ὀρφέες ἠδὲ γαρίσκοι , κάραβος ὀκριόεις καὶ εὐόνυχες κήρυκες καὶ λεπάδες χῆμαί τε καὶ ὀξυέθειρες |
. οὐ γὰρ προσεκτέα τοῖς λέγουσιν , ὡς ξήναντες οἱ σκύμνοι τὰς τῶν λεαινῶν μήτρας ἐκδίδονται τοῦ σπλάγχνου . δοκεῖ | ||
πῶλοί τε καὶ μόσχοι καὶ σκύλακες , ἀλλὰ καὶ θηρίων σκύμνοι τῶν ἀγριωτάτων . ἡ μὲν γὰρ ἀνθρώπου φύσις νηπία |
κλωσὶν ὑψηλήν . τὴν τοιαύτην γοῦν βοτάνην , ἤγουν τὸ σκορπίουρον , δὸς τῷ πεφαρμαγμένῳ ἑψηθεῖσαν μετὰ μέλιτος πιεῖν ὕψι | ||
τὴν ῥίζαν μετὰ τῶν φύλλων τῆς δασείας μελισσοφύλλου : ἢ σκορπίουρον τὴν λεγομένην ἰσχύουσάν τε καὶ ἡλιοτρόπιον , λευκὰ φύλλα |
μελιχρὸν οἶνον τρικύαθον κελέβην ἔχουσα . Διονύσιος δ ' ὁ Λεπτὸς ἐξηγούμενος Θεοδωρίδα τὸ εἰς τὸν Ἔρωτα μέλος τὴν κελέβην | ||
. Ὑμήν : δέρματος πτέρυξ , ἡ λεγομένη τζίπα . Λεπτὸς ὑμὴν , ὃν διατείνει εἰς τύπον ἀρμένου , τοὺς |
πόλις Ἰταλίας . τὸ ἐθνικὸν Ῥωμαῖος ὡς Θηβαῖος . καὶ Ῥωμαία καὶ Ῥωμαΐς . Ῥωμυλία , τῶν ἐν Ἰταλίᾳ Σαυνιτῶν | ||
στρατοπέδου τότε ὢν ἐτύγχανεν , ἡ δὲ συνοικοῦσα αὐτῷ γυνὴ Ῥωμαία , Λουκρητίου θυγάτηρ ἀνδρὸς ἐπιφανοῦς , ἐξένιζεν αὐτὸν ὡς |
εἶπον , καὶ μεθυσθεὶς ἀνὴρ τυραννικόν τι φρόνημα ἴσχει ; Ἴσχει γάρ . Καὶ μὴν ὅ γε μαινόμενος καὶ ὑποκεκινηκὼς | ||
ὧν οὗτος τείνεται . τένοντος : τοῦ ἐξηπλωμένου νεύρου . Ἴσχει : κρατεῖ . ἐμπεφυώς : ἐμπλακεὶς , περιπλακεὶς , |
στρατιὰν ἄγων ἀπὸ Καρίας καὶ Μένανδρος ἐκ Λυδίας ἄλλους καὶ Μενίδας τοὺς ἱππέας ἄγων τοὺς αὐτῷ ξυνταχθέντας . καὶ πρεσβεῖαι | ||
Ἀλέξανδρος ἐμβάλλειν κελεύει ἐς αὐτοὺς τοὺς μισθοφόρους ἱππέας , ὧν Μενίδας ἡγεῖτο . ἀντεκδραμόντες δὲ ἐπ ' αὐτοὺς οἵ τε |
, ὡς ὅτε κῦμα πολυφλοίσβοιο θαλάσσης αἰγιαλῷ μεγάλῳ βρέμεται , σμαραγεῖ δέ τε πόντος . Ἄλλοι μέν ῥ ' ἕζοντο | ||
δὲ κλάγξας πέτετο πνοιῇς ἀνέμοιο . Αἰγιαλῷ μεγάλῳ βρέμεται , σμαραγεῖ δέ τε πόντος . Σκέπτετ ' ὀιστῶν τε ῥοῖζον |
μονομερὴς καὶ ποικίλη καὶ δυσκατάληπτος , ἡ δ ' ἐξίχνευσις πολυμερὴς καὶ ποικίλη : ἐὰν μὲν οὖν τὸ διάστημα ἀκριβῶς | ||
ἐγκάρδιον . ὥστε ἐπεὶ καὶ ὁ κόσμος ὑπὸ φύσεως διοικεῖται πολυμερὴς καθεστώς , εἴη ἄν τι ἐν αὐτῷ τὸ κυριεῦον |
ὦσιν , ἄν τε θήλεια καὶ ἄρρην , ὁ μὲν ἀνεψιαδοῦς ἡ δ ' ἀνεψιαδῆ : ἂν δὲ δύο θήλειαι | ||
εἶτα τοῦ ἑτέρου ἀδελφιδοῦ δύ ' υἱοί , εἶτ ' ἀνεψιαδοῦς , εἶθ ' οἱ Πρωτομάχου υἱεῖς τοῦ λαβόντος τὴν |
Ὅσσα ] Ἀττικῶς ἀντὶ ὅσα . Πεφίληκε ] Ἠγάπησεν . Ὅσσα δὲ μὴ πεφίληκε ] Τὸ ὅσα μὴ πεφίληκε πρὸς | ||
τριχθὰ σκίλλης ὑπερανθεῖ , σήματ ' ἐπιφράσσασθαι ὁμοιίου ἀμήτοιο . Ὅσσα δ ' ἐνὶ σχίνου ἀροτὴρ ἐφράσσατο καρπῷ , τοσσάδε |
ἦχον τὸν γινόμενον κατὰ τὴν πνοὴν τὸ ὄνομα γέγονε . Βροντή , παρὰ τὸ βρομῶ βρόμος : κυρίως δὲ ἐπὶ | ||
Βοῤῥᾶς : ἴσως διὰ τὸ βίᾳ ῥεῖν καὶ ῥάσσεσθαι . Βροντή : ὡς οὖσα βαρεῖα τῇ φωνῇ . Βοῦς : |
πολέμιος ὢν κατεῖχε , πλεῦσαι . καὶ προσβαλόντες τῇ Ἰάσῳ αἰφνίδιοι καὶ οὐ προσδεχομένων ἀλλ ' ἢ Ἀττικὰς τὰς ναῦς | ||
, εἰ δ ' ἐν ἀποκλίματι , γίνονται ἀρρωστίαι καὶ αἰφνίδιοι θάνατοι , εἰ δὲ κινεῖται ἀπὸ δυσμῶν ἐπ ' |
ἀλφαίνειν , ἀληλεσμένα , ἀλήφατα ἄλφιτα . . . . ἀλφός : παρὰ τὸ ἐναλλάσσειν τὴν χροιάν . σημαίνει δὲ | ||
. τὸ δὲ κῦφος τὸ ΚΥ μακρόν . τὸ δὲ ἀλφός καὶ πολφός ἔχουσι τὸ Λ . τὰ δὲ ἐπίθετα |
ἤρετο ἡμᾶς , “ Τί δέ ; ἐπειδὴ ἀκοῇ τὰ ἀκουόμενα ἀκούεται , τίνι ὄντι τῇ ἀκοῇ ; ” ἀπεκρινάμεθ | ||
ι γραφόμενα . καὶ σαφές ἐστιν ὅτι τὰ προκείμενα , ἀκουόμενα ἔχοντα στοιχεῖα , πρόδηλον ἔσχε καὶ τὴν ἀφαίρεσιν : |
τῇ παρὰ τὸν ποταμὸν πυλίδες ἐπῆσαν , ὅσαι περ αἱ λαῦραι , τοσαῦται ἀριθμόν : ἦσαν δὲ καὶ αὗται χάλκεαι | ||
, λευκόχρους Ἕλληνες . λαύρας καὶ τὰς ἀμάρας Ἀριστοφάνης . λαῦραι δὲ καὶ τὰ ἄμφοδα . λητουργεῖν διὰ τοῦ η |
λεπτομερῆ τὴν σύστασιν : κινεῖ γοῦν οὖρα καὶ σπλῆνας ὠφελεῖ σκιρρουμένους . Ἀλόη θερμαίνει μὲν σφοδρῶς , ξηραίνει δὲ καὶ | ||
ἀλύπως . καππάρεως τῆς ῥίζης ὁ φλοιὸς οὐδενὸς ἔλαττον ὠφελεῖ σκιρρουμένους σπλῆνας ἔξωθέν τε ἐπιτιθέμενος καὶ πινόμενος ἐν ὄξει ἢ |
ὡς ἀναρρηγνυμένης μὲν ἐκ βάθρων γῆς , αὐτοῦ δὲ γυμνουμένου ταρτάρου , ἀνατροπὴν δὲ ὅλου καὶ διάστασιν τοῦ κόσμου λαμβάνοντος | ||
ἐς τάρταρον ἵκοι . λοιπὸν δὲ καὶ τὸ ἀπὸ τοῦ ταρτάρου ἕως τοῦ ὑπὸ γῆν ἡμισφαιρίου διατεῖνον μέγεθος ἄλλο τοσοῦτόν |
Ἀριστοφάνης ἐν Ὁλκάσι : σκόμβροι , κολίαι , λεβίαι , μύλλοι , σαπέρδαι , θυννίδες . ἐπὶ τούτοις σιωπήσαντος τοῦ | ||
τοὺς μάττοντας ἐγείρει . Σκόμβροι , κολίαι , λεβίαι , μύλλοι , σαπέρδαι , θυννίδες . Ὦ κακοδαίμων , ὅστις |
δ ' εἴδετ ' αὐτοὺς κἀντυχόντες εἵλετε ; ἄκραις ἐπὶ ῥηγμῖσιν ἀξένου πόρου . καὶ τίς θαλάσσης βουκόλοις κοινωνία ; | ||
γε μὴν ἕδος ἐξέτι κείνου , ὅρρα θεᾷ ἥρωες ἐπὶ ῥηγμῖσιν ἔδειμαν , ἀνδράσιν ὀψιγόνοισι μένει καὶ τηλός ' ἰδέσθαι |
, καὶ πλέον ἢ πέντε μηνῶν οὐδένα λόγον ἐποιήσατο . ἐπιδημήσαντος δὲ τοῦ Κηφισιάδου μετὰ ταῦτα καὶ προσελθόντος πρὸς τὴν | ||
θυγάτηρ , ὑπομείνασα ὑπὲρ τοῦ ἰδίου ἀνδρὸς τελευτῆσαι , Ἡρακλέους ἐπιδημήσαντος ἐν τῇ Θετταλίᾳ διασῴζεται , βιασαμένου τοὺς χθονίους θεοὺς |
πρὸς τὸ δῆγμα τῆς ἐχίδνης καὶ μυγάλης . ] Τρίφυλλον ἀσφάλτιον ἕψε καὶ ἀφεψήματι θερμῷ τόπον ἀποδηχθέντα πυριᾷ . οὐδεὶς | ||
, σχοίνου ἄνθος , τερμίνθου καρπός , τρίφυλλον ἡ καὶ ἀσφάλτιον , στρύχνου τοῦ ἁλικακκάβου ὁ καρπός , ὑπερικοῦ ὁ |
. κίχλαι , κόττυφοι , φυκίδες ἁπαλόσαρκοι , εὔχυλοι , εὐδιαφόρητοι , ἄτροφοι , πρὸς διαχώρησιν ἐπιτήδειοι . κόραξος σκληρόσαρκος | ||
δὲ κίχλαι , κόσσυφοι , φυκίδες καὶ οἱ ὅμοιοι , εὐδιαφόρητοι καθεστῶτες : μέσοι δ ' ὀνίσκοι , βάκχοι , |
διὰ τοῦ ο καὶ ω ἔχουσιν , οἷον ἀμνοκόων Ἀγλαοφόων Δημοφόων , ὡς παρὰ Καλλιμάχῳ . νύμφιε Δημοφόων , ἄδικε | ||
ἀποστρεφθέντες ἀρωγῆς Εὐρύπυλός τ ' Εὐαιμονίδης ἀγαθός τε Λεοντεύς , Δημοφόων τ ' Ἀκάμας τε , δύω Θησήια τέκνα , |
δὲ μαλακώτερα μᾶλλον ἐϲθίειν : ὅϲα δὲ ϲφοδρῶϲ αὐϲτηρὰ καὶ ϲτρυφνά , μοχθηρὰ τῇ τοιαύτῃ διαίτῃ . ἐπιτηδειότερα δὲ πάντων | ||
βάθουϲ τῶν ϲωμάτων ἐνεργεῖν φαίνεται μᾶλλον , ἐπιπολῆϲ δὲ τὰ ϲτρυφνά . ἐπειδὰν δὲ δοκιμάζειν ἐθέλοιϲ ἐνέργειαν εἰλικρινοῦϲ ϲτρυφνότητοϲ , |
ταῖς ἐν τῷ ἐρέβει . ἡ δὲ ἀναφορὰ πρὸς τὰ ἀθετούμενα ἐν τῇ νεκυίᾳ . . καί μοι δὸς τὴν | ||
, . Σ . Φ πρὸς τὰ ἐν τῇ νεκυίᾳ ἀθετούμενα . . . . ἀμφὶ δὲ ποσσὶ ‖ γαῖα |
. πολλοῖς μετὰ τοῦ τὴν κοιλίαν ἐκδιδόναι καὶ οὖρα ἐκκρίνεται ἰχωρώδη σανδαραχίζουσαν ἔχοντα τὴν χροιάν . οὐκ ὀλιγάκις δὲ τὸ | ||
, ψυχρὰ γὰρ καὶ ταρακτικὰ καὶ δύσπεπτα καὶ βαρέα καὶ ἰχωρώδη καὶ ἔμβρωμα καὶ πλάδων καὶ ναυτίας ποιητικά , μάλιστα |
δὲ ἔρημοι πυρὸς | τυφῶνες , οἱ δὲ ἔτι ἀνειμένοι ἐκνεφίαι , κατασκήψαντες δὲ εἰς γῆν ξύμπαντα ταῦτα σκηπτοὶ κληΐζονται | ||
δὲ μάλιστα θρακίας καὶ ἀργέστης καὶ τῶν λοιπῶν ἀπαρκτίας : ἐκνεφίαι δὲ μάλιστα ὅ τε ἀπαρκτίας καὶ ὁ θρακίας καὶ |
σκάφος : ὧδε γὰρ ἑσμοὶ ἄσπετοι ἀντήσουσι καὶ εὔβολος ἔσσεται ἄγρη . Τέτραχα δ ' εἰναλίης θήρης νόμον ἐφράσσαντο ἰχθυβόλοι | ||
' ὀστρείοισιν ἔασι λίχναι : τοίη δέ σφιν ἐτήτυμος ἵσταται ἄγρη . κυρτίδες ἠβαιαὶ ταλάροις γεγάασιν ὁμοῖαι , πυκνῇσι σχοίνοισι |
ἥρμοσται ἑνικόν : καὶ τὰ χαλκόδετα ἔμβολα , ἤτοι οἱ στρόφιγγες , ἡρμόσθησαν καὶ ταῦτα τοῖς λιθίνοις ὀργάνοις τοῦ τείχους | ||
ῥυπαίνω σαπράν σιναμωρεύματα Σκίρα , Σκίρον σκιτών σόφισμα στομοδόκον στρατηγίς στρόφιγγες συηνία καὶ ὑηνία σφῆκες καὶ σφηκίαι ταχεωστί τραπέμπαλιν τραύξανα |
ἄρχονται μέν , φησί , κύειν τῶν κεστρέων οἱ μὲν χελλῶνες Ποσειδεῶνος μηνὸς καὶ ὁ σαργὸς καὶ ὁ μύξος καλούμενος | ||
γὰρ οἳ μὲν κέφαλοι , οἳ δὲ κεστρεῖς , ἄλλοι χελλῶνες , οἳ δὲ μυξῖνοι . ἄριστοι δ ' εἰσὶν |
τὸ κέρας συγκείμενα ἅπαντα διὰ τοῦ Ω μεγάλου γράφονται οἷον μονόκερως , ὑψίκερως , εὔκερως : ὁμοίως καὶ τὰ ἐν | ||
Ἵππους μονόκερως γῆ Ἰνδικὴ τίκτει , φασί , καὶ ὄνους μονόκερως ἡ αὐτὴ τρέφει , καὶ γίνεταί γε ἐκ τῶν |
ἐχούσαις τὴν οἰκοδομὴν , τὴν πάρδαλιν μάστιγι ἀνέγειρε μανιωθεῖσαν . ἀγορῇσι : συνελεύσεσι , στοαῖς , τόποις ἀγοραίοις : ἀγορὴ | ||
ὠνῇ τε καὶ πρήσι χρέωνται : αὐτοὶ γὰρ οἱ Πέρσαι ἀγορῇσι οὐδὲν ἐώθασι χρᾶσθαι , οὐδέ σφι ἔστι τὸ παράπαν |
ἐπηρμένην πόλιν , τὴν ἐξάκουστον , τὴν πολύπλουτον πόλιν . Ἤκουσε Ταρσὸς καὶ κατασκάπτει τάφρους καὶ πύργον ὑψοῖ καὶ σιδηροῖ | ||
τὸ γὰρ ἀσαφὲς ἐξελέγχεται τῇ τῶν πλειόνων συνᾳδούσῃ συμφωνίᾳ . Ἤκουσε δὲ διδασκάλων Ἀναξαγόρου μὲν ἐν φιλοσόφοις , ὅθεν , |
διὰ τοῦτο πρὸς τὴν ἀκολασίαν μείζων ὁ πόλεμος καὶ αὕτη ἐναντιωτέρα ἐστὶ τῇ σωφροσύνῃ ἢ ἡ ἀναισθησία . ὁμοίως δὲ | ||
μᾶλλον ὁμοιοῦται τῇ θρασύτητι ἢ τῇ δειλίᾳ καὶ διὰ τοῦτο ἐναντιωτέρα ἐστὶ τῇ δειλίᾳ ἢ τῇ θρασύτητι . ἡ δὲ |
πνεῖν εἰ μὴ πρὸς ὀλίγον : ὁ δὲ Μηδιακὸς καὶ Συριακὸς τῇ δυνάμει εἰσὶν ἀσθενέστεροι καὶ βρωμωδεστέραν ἔχουσι τὴν ὀσμήν | ||
Ἐπέχει δὲ κοιλίαν ῥέουσαν καὶ σίδια ῥοιᾶς , καὶ ῥοῦς Συριακὸς ὁμοῦ κοπέντα , καὶ διὰ στόματος δοθέντα . Λουτέον |
ἐγγύς . . γίνεται : Λείπει βοηθός . . . χλευάζει ὅτι καὶ αὐτοὶ γέροντες . . οὐ γὰρ εἰσιόντας | ||
ἐν Παρασίτῳ : ἢ μετὰ Πλάτωνος ἀδολεσχεῖν κατὰ μόνας . χλευάζει δ ' αὐτὸν καὶ Ἀναξίλας Βοτρυλίωνι καὶ Κίρκῃ καὶ |
θηρατὴς ἄκοντα ἀνασπάσας ἔχει τὴν ἄγραν . Δειλότατος ἰχθύων ὁ μελάνουρος , καὶ ἔχει τῆς δειλίας μάρτυρας τοὺς ἁλιεῖς . | ||
τῷ περὶ ζῳικῶν γράφει οὕτως : ὀρροπυγόστικτοι δὲ τῶν ἰχθύων μελάνουρος καὶ σαργὸς πολύγραμμοί τε καὶ μελανόγραμμοι . ὅμοιον δὲ |
' ἂν κεῖνος λέγηι . ] τούτωι πιθόμενος τὴν τεκοῦσαν ἔκτανον . ἐκεῖνον ἡγεῖσθ ' ἀνόσιον καὶ κτείνετε : ἐκεῖνος | ||
ἐπὶ τοῖσδε τοίνυν καίπερ ἠδικημένη οὐκ ἠγριώμην οὐδ ' ἂν ἔκτανον πόσιν . ἀλλ ' ἦλθ ' ἔχων μοι μαινάδ |
# , ἡ δὲ χειμερινὴ ση γʹ . ιθʹ . ἐννεακαιδέκατός ἐστιν παράλληλος , καθ ' ὃν ἂν γένοιτο ἡ | ||
κλιμακτῆρες κάκιστοι ἐν ἔτεσι τοῦ βίου ἕβδομος , ὁ δωδέκατος ἐννεακαιδέκατός τε ὁ πρῶτός τε καὶ εἰκοστὸς , τούτων δὲ |
αὐτὰ λέγειν Σιμωνίδῃ καὶ Πινδάρῳ καὶ ἄλλοις μυθολόγοις . [ Μῦθος δὲ καὶ τὸ ὑπὸ Τιμαγένους λεχθὲν , ὡς ὅτι | ||
ἡ γυνὴ ἐπολιόρκησεν ἄν με , προελθεῖν οὐκ ἐῶσα . Μῦθος καὶ αἶνος ὁ λόγος . ἀφ ' ὧν προμύθιον |
γὰρ πέττονται ῥᾳδίως οὔτε ἄλλων σιτίων πεπτικόν εἰσι φάρμακον . κοχλίοι δύσπεπτοι , ὀξύγαλα , καὶ μάλιστα τοῖς ψυχρὰν ἔχουσι | ||
καὶ κράμβη καὶ τῶν θαλαττίων σχεδὸν ἁπάντων τὰ ὀστρακόδερμα καὶ κοχλίοι σύνθετον ἔχουσι τὴν φύσιν ἐξ ἐναντίων δυνάμεων : αὐτὸ |
, καὶ γάγγλια ἀναλύουσι σὺν μέλιτι λειωθέντα καὶ ἐπιτεθέντα καὶ σκορπιοπλήκτους ἰῶνται , καὶ δῆγμα ζμυραίνης θαλασσίας . σὺν οἴνῳ | ||
εὐστόμαχός ἐστιν καὶ εὔπεπτος . Καρὶς θαλασσία . αὕτη περιαφθεῖσα σκορπιοπλήκτους ἰᾶται . ἐὰν γὰρ ἐπιγράψῃς τῷ πληγέντι τόπῳ ” |
πρὸς τὸν θεὸν βλέπειν , καὶ ἐφαπτόμενοι αὐτοῦ τῇ μνήμῃ ἐνθουσιῶντες ἐξ ἐκείνου λαμβάνουσι τὰ ἔθη καὶ τὰ ἐπιτηδεύματα , | ||
ἔμελλον ἱεροφαντήσεινκοσμοποιία γὰρ ἡ τῶν νόμων ἐστὶν ἀρχή , καθάπερ ἐνθουσιῶντες προεφήτευον οὐκ ἄλλα ἄλλοι , τὰ δ ' αὐτὰ |
συγκοπὴν βᾶν . εἰ δὲ θέμα βῶ ἐστι , βᾷς βᾷ καὶ τὸ ἀπαρέμφατον βᾶν . οὕτως Ἡρωδιανὸς Περὶ παθῶν | ||
συγκοπὴν βᾶν . εἰ δὲ θέμα βῶ ἐστι , βᾷς βᾷ καὶ τὸ ἀπαρέμφατον βᾶν . οὕτως Ἡρωδιανὸς Περὶ παθῶν |
Δωδωναῖε „ . . , : καλός : παρὰ τὸ κάζω ῥῆμα , οὗ παρακείμενος κέκασμαι καὶ μέλλων κάσω , | ||
κόσμος : τροπῇ τοῦ α εἰς ο . παρὰ τὸ κάζω ῥῆμα , ὅθεν κέκασμαι κέκασται κεκασμένος , ὄνομα ῥηματικὸν |
διατιθέμενα . χρηϲτέον οὖν ἐπὶ τῶν ἄρθρων καὶ τοῖϲ μᾶλλον ξηραίνουϲιν . Ἀκίδαϲ καὶ καλάμουϲ , ἔτι δὲ ϲκόλοπαϲ καὶ | ||
δύναμιν ἐπικρατοῦϲαν ἔχουϲι , δι ' ἣν ψύχουϲί τε καὶ ξηραίνουϲιν . ἀλλ ' αἱ μὲν γλυκεῖαι τῶν ἄλλων ἧϲϲον |
δὲ χρὴ τοιάδε : Ψυχή , Θυμός , Πόρπαξ , Στύραξ , Λογχή , Λόχος , Φρουρά , Φύλαξ , | ||
. φύεται ἐν ὀρεινοῖς χωρίοις καὶ προσηνέμοις καὶ πλατανώδεσιν . Στύραξ δάκρυόν ἐστι δένδρου ὁμοίου κυδωνίᾳ : διαφέρει δ ' |
ἐγγίσει . Εἶτα ἐπιμερίζει ὁ Κρόνος ἐν τῇ τοῦ Ἑρμοῦ φαρταρίᾳ ἔτος α μῆνας ι ἡμέρας η ὥρας ιγ ἔγγιστα | ||
καὶ ἡ ἀργία . Εἶτα ἐπιμερίζει ὁ Ζεὺς ἐν τῇ φαρταρίᾳ τοῦ Κρόνου ἔτος ἓν μῆνας Ϛ ἡμέρας κε ὥρας |
παρακλήσεώς τι παρέχειν βουλόμενος . κάλλαια μὲν οἱ τῶν ἀλεκτρυόνων πώγωνες : κάλλη δὲ τὰ ἄνθη τῶν βαμμάτων . κόρδαξ | ||
ἐν ταῖς Θεσμοφοριαζούσαις Ἀριστοφάνους . καὶ πωγωνίας δέ , καὶ πώγωνες αἱ ἀκίδες παρὰ τοῖς ποιηταῖς , καὶ παρ ' |
τὸ γένος ἡμῶν ἀπολιπεῖν αἰδῶ καὶ νέμεσιν : τούτων γὰρ ἀπόπτωσίς ἐστιν ἡ ἀναίδεια καὶ ὁ φθόνος . Ἀλλ ' | ||
τὸ γένος ἡμῶν ἀπολιπεῖν Αἰδῶ καὶ Νέμεσιν . τούτων γὰρ ἀπόπτωσίς ἐστιν ἡ ἀναίδεια καὶ ὁ φθόνος : ἀλλ ' |
αὐταῖς , ἐν αὐταῖς δῆλον ταῖς πέτραις . θάλαμοι : κοιτῶνες , φωλεοί . Θάλαμος , μέλαθρον , καὶ μέγαρον | ||
αὐτῆς κατὰ μὲν μέσον τὸ κύτος τὰ συμπόσια καὶ οἱ κοιτῶνες καὶ τὰ λοιπὰ τὰ πρὸς τὴν διαγωγὴν χρηστήρια . |
πρὸ τῶν ὀφθαλμῶν ἰνδάλματα κυάνεα ἢ μέλανα , οἷϲιν ἐϲ μελαγχολίην ἡ τροπή : ἐρυθρότερα δὲ οἷϲιν ἐϲ μανίην , | ||
δὲ ἄνω ῥέπῃ ἐϲ ϲτόμαχον , ἢ ἐϲ φρέναϲ , μελαγχολίην τεύχει . φῦϲάν τε γὰρ ἐμποιέει καὶ ἐρυγὰϲ κακώδεαϲ |
- στῆρσιν ἀείδων ἀνάγκῃ , ὃς τοὺς ἐφεδρεύοντας τῇ Πηνελόπῃ ἐβδελύττετο . κοινῶς δέ που πάντας τοὺς ἀοιδοὺς αἰδοίους τοῖς | ||
. ὅθεν καὶ πάρδος : ὁρμητικὸν γὰρ τὸ ζῷον . ἐβδελύττετο : ἀντὶ τοῦ “ ἐμίσει ” . χαριέντως δ |
, τὰ δ ' ἄλλα ζῷα οὐκέτι . μόνη γυνὴ ἐπαμφοτερίζει : καὶ γὰρ μονοτόκος καὶ διδυμοτόκος καὶ πολυτόκος . | ||
ὁ Ἱπποκράτης εὑρίσκει τὰ τοιαῦτα σημεῖα διαφόρως λαμβανόμενα , καὶ ἐπαμφοτερίζει : κλεῖς γὰρ καὶ φλέβες , περιφανέες . ἀλλ |
' ἐγώ : πρὸς γὰρ κακοῦ τε καὶ βαρυψύχου γόους τοιούσδ ' ἀεί ποτ ' ἀνδρὸς ἐξηγεῖτ ' ἔχειν : | ||
πάγον ἐγὼ ξυνῄδη χθόνιον ὄνθ ' , ὃς οὐκ ἐᾷ τοιούσδ ' ἀλήτας τῇδ ' ὁμοῦ ναίειν πόλει : ᾧ |
διὰ κολοκυνθίδοϲ ἱερᾷ . ἡ δὲ δίαιτα ἔϲτω λεπτὴ καὶ ξηραίνουϲα , καὶ χρῆϲιϲ αὐτοφυῶν ὑδάτων παραλαμβανέϲθω , ϲτυπτηριωδῶν καὶ | ||
φύλλα ξηραντικώτερα . Ἀνδρόϲακεϲ πικρὰ καὶ δριμεῖα πόα διαφοροῦϲα καὶ ξηραίνουϲα , πινομένη δὲ αὐτή τε καὶ ὁ καρπὸϲ αὐτῆϲ |
τὰ ἐγκοίλια αὐτῆς τουτέστι τὰ ἐπεντρώματα , ἅ φασιν οἱ φιλήδονοι ἐπιλεάνσεις εἶναί τινας τῶν προηγουμένων ἡδονῶν , ἃ γίνεται | ||
τροφὴν εὑρίσκοντες , ταῖς δὲ πράξεσι δοξαστικοί , πλούσιοι , φιλήδονοι , πραγματευταί , γεωργοί , ἐν παρύγροις τόποις διάγοντες |
ὑπὸ τῇ Καδμείᾳ οἰκοῦντας τὸν ποιητὴν τοὺς τότε Θηβαίους . Ὀγχηστὸς δ ' ἐστίν , ὅπου τὸ Ἀμφικτυονικὸν συνήγετο ἐν | ||
θ ' ἱερὸν , Ποσιδήιον ἀγλαὸν ἄλσος . οὐ γὰρ Ὀγχηστὸς δένδρεσι κομᾷ , ἀλλ ' ἱερός ἐστιν . ξυνὸν |
πλευραῖς . βράβιλα τὰ κοκκύμηλα , ἤτοι Δαμασκηνά . βραβίλοισι καταβρίθοντες : κοκκυμήλοις , ἤγουν Δαμασκηνοῖς . ἑπτάενες : οἱ | ||
: τὰ καλούμενα Δαμασκηνά : Θεόκριτος : ὅρπακες † βραβήλοισι καταβρίθοντες ἔραζε . Ἀθήναιος δὲ ἐν τῷ δευτέρῳ τῶν Δειπνοσοφιστῶν |
' ὑπέροπλος ὀρκύνων γενεὴ καὶ πρημάδες ἠδὲ κυβεῖαι , καὶ κολίαι σκυτάλαι τε καὶ ἱππούροιο γένεθλα . ἐν τοῖς καὶ | ||
ἄλλων οἱ σκληρόσαρκοι δύσφθαρτοι , οἱ ἁπαλώτεροι φθείρονται ῥᾳδίως . κολίαι εὔστομοι , κινητικοὶ κοιλίας : κράτιστοι δ ' οἱ |
δὲ χλωροὶ ξηροί εἰσι καὶ ἀλιπεῖς . αἱ δὲ χάνναι ἁπαλόσαρκοι , σκληρότεραι δὲ τῆς πέρκης . ὁ δὲ σκάρος | ||
, δύσφθαρτος , εὐέκκριτος . κίχλαι , κόττυφοι , φυκίδες ἁπαλόσαρκοι , εὔχυλοι , εὐδιαφόρητοι , ἄτροφοι , πρὸς διαχώρησιν |
δέησιν ἐτρέποντο τῶν ὄχλων . οἱ δὲ Ἀράδιοι ταῖς ψυχαῖς ἀνηρτημένοι κατεφρόνησαν μὲν τῶν κοινῶν τῆς ἱκεσίας νόμων , παρ | ||
προσβλέπουσιν οἱ τέως ὑποπτήσσοντες καὶ προσκυνοῦντες κἀκ τοῦ ἐμοῦ νεύματος ἀνηρτημένοι , ἀλλ ' ἤν που καὶ ὁδῷ βαδίζων ἐντύχω |
διὰ τοῦτο καὶ τοῦ κυάμου ἀπείχοντο , ὅτι φυσώδης καὶ τροφιμώτατος . καὶ ἄλλας δέ τινας αἰτίας πλείους ἀποδιδόασιν , | ||
: ὁ δὲ γλυκάζων καὶ τῶν λευκῶν καὶ τῶν κιρρῶν τροφιμώτατος . λεαίνει γὰρ κατὰ τὴν πάροδον καὶ παχύνων τὰ |
εἵνεκα φῶς ἔλαχε καὶ τιμὴν ἡ νὺξ αὕτη , ἔστι ἱρὸς περὶ αὐτοῦ λόγος λεγόμενος . Ἐς δὲ Ἡλίου τε | ||
ἐστι ἐν εἰρινέοισι εἵμασι θαφθῆναι . Ἔστι δὲ περὶ αὐτῶν ἱρὸς λόγος λεγόμενος . Καὶ τάδε ἄλλα Αἰγυπτίοισί ἐστι ἐξευρημένα |
. ἤτοι τέθνηκεν ἢ διδάσκει γράμματα . Κορυδέως . . εἰδεχθέστερος Μουσῶν εὐκόλων ἀνθρήνιον οὐδέποτε προδέδωκέ με . Οἰωνίχου μουσεῖον | ||
. Κοσκίνῳ ὕδωρ φέρει : ἐπὶ τῶν ἀδυνάτων . Κορυδέως εἰδεχθέστερος : ἐπὶ δυσμορφίᾳ οὗτος διεβάλλετο . Κολοφῶνα κακῶν ἐπέθηκας |
Ἱκέσιος σκληροτέρους τῶν ἐγχελέων εἶναί φησι καὶ ἀραιοσαρκοτέρους καὶ ἀτροφωτέρους εὐχυλίᾳ τε πολὺ λειπομένους εὐστομάχους δέ . Νίκανδρος δὲ ὁ | ||
δ ' οἱ ἐν Μιτυλήνῃ πάντων μεγέθει , φύσει , εὐχυλίᾳ . φέρει δ ' ὁμοίους τούτοις ὁ Ἰόνιος κόλπος |
ὄλυρα , ζέα , τῶν δ ' ὄρνεων πέρδικες , ἀτταγῆνες , νῆσσαι καὶ τῶν κρεῶν ὀλίγα , οἷον αἴγεια | ||
Σακάδας , ἀδάμας . λεκτέον δὲ καὶ ἀτταγαῖ καὶ οὐχὶ ἀτταγῆνες . ΠΟΡΦΥΡΙΩΝ . ὅτι καὶ τούτου Ἀριστοφάνης μέμνηται δῆλον |
ὅτι ἐπειγομένη τυφλὰ τίκτει . ἔστι δὲ καὶ εἶδος ὀρνέου ἀκαλανθίς . 〚 καὶ φρυγίλῳ : Ἡ τρίτη περίοδος κώλων | ||
| κολυμβίς | ΐυγξ | κεγχρίς κίσσα | χλωρίς | ἀκαλανθίς | νῆσσα | πιπώ | δρακοντίς νυκτερίς | γλαῦξ |
τὸν αὑτῆς ἄνδρα πᾶσαι καθιζάνουσιν . ὡς δὲ δειπνοῦντες τοῦ Καρίου συνθήματος ᾔσθοντο , αἱ μὲν γυναῖκες ὁμοῦ πᾶσαι τοὺς | ||
Βοσποριανός , Κίου πόλεως Μυσίας Κιανός , Τίου Τιανός , Καρίου Καριανός , Σηλυμβρίου Σηλυμβριανός . ἡμάρ - τηται τὸ |
: γήθησε δὲ θυμὸς ἑκάστου ἡρώων , μάλα γάρ σφιν ἑαδότα μῦθον ἔειπεν . Αὐτίκα δὲ κρητῆρα κερασσάμενοι μακάρεσσιν ἣ | ||
τὴν φορέεσκεν ὀριτρεφέος κοτίνοιο . αὐτίκα δ ' ἐγγύθι χῶρον ἑαδότα παπτήναντες , ἷζον ἑοὺς δίχα πάντας ἐνὶ ψαμάθοισιν ἑταίρους |
εὐδία : ἐνίοτε καὶ ζέφυρος πνεῖ . Ἐν δὲ τῇ ιϚῃ Δημοκρίτῳ ζέφυρος πνεῖν ἄρχεται ἡμέραις γ καὶ μ ἀπὸ | ||
Καλλίππῳ Αἰγόκερως ἄρχεται ἀνατέλλειν : νότος . Ἐν δὲ τῇ ιϚῃ Εὐκτήμονι νότος χειμέριος κατὰ θάλασσαν . Ἐν δὲ τῇ |
τὸ μετὰ τοὺς ἀστραγάλους πᾶν : ἀφ ' οὗ ὀνόματα εὔπους ὠκύπους ταχύπους καὶ ὡς Πλάτων ἀντίπους , εὐποδία ἀποδία | ||
καὶ αὕτη ὠκεῖά τε ἦν καὶ φιλόπονος καὶ εὔψυχος καὶ εὔπους , ὥστε καὶ τέτταρσιν ἤδη ποτὲ λαγωοῖς ἐφ ' |
μεσημβρινός . Ὁ ΚΛ . , ] ὁ ζῳδιακός . Ἴση ἄρα ἐστίν . , ] διὰ τὸ θʹ τοῦ | ||
μίᾳ περιφερείᾳ , ἀπώτερόν ἐστι τὸ Δ τοῦ Ξ . Ἴση ἄρα ἐστίν . , ] διὰ τὸ ιγʹ τοῦ |
νεκύεσσι περιστείνοντο ῥέεθρα Ξάνθου καὶ Σιμόεντος . Ὃ δ ' ἑσπόμενος κεράιζε μέχρις ἐπὶ πτολίεθρον , ἐπεὶ φόβος ἄμπεχε λαούς | ||
δὲ καί , ἢν Φαέθων Ἄρην δύνοντα διώκῃ ἐξόπιθ ' ἑσπόμενος , λύσσαν μανίας τ ' ἐπιβάλλει . ὁππότε δ |
πάντες ἀκὴν ἐγένοντο σιωπῇ , κηληθμῷ δ ' ἔσχοντο κατὰ μέγαρα σκιόεντα . τοῖσιν δ ' Ἀρήτη λευκώλενος ἤρχετο μύθων | ||
τὸ τῶν δένδρων πλῆθος . ὅταν δὲ λέγῃ καὶ τὰ μέγαρα σκιόεντα , ἤτοι σύσκια ἢ μεγάλα , ἐπεὶ τὰ |
τε ὁ ἀλητήρ . οὕτως δὲ καὶ ἐν Ἰθάκῃ καλεῖται ἀλητήρ , ὡς ἱστορεῖ Ἀριστόξενος ἐν πρώτῳ Συγκρίσεων . καὶ | ||
καὶ ἡ παρὰ Ἀρκάσι κίδαρις , παρὰ Σικυωνίοις τε ὁ ἀλητήρ . οὕτως δὲ καὶ ἐν Ἰθάκῃ καλεῖται ἀλητήρ , |
, καῦσον ἄλλας ἡμέρας γʹ , ἵνα γένηται ξανθόν . ΧΑΛΚΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΣ . Λαβὼν χαλκὸν κύπριον , καὶ δεῖ κροτεῖν | ||
καὶ ἐκπυρὶ αὐτὸν , καὶ γίνεται λευκός . ΑΛΛΗ ΠΟΙΗΣΙΣ ΧΑΛΚΟΥ ΚΕΚΑΥΜΕΝΟΥ . Λαβὼν σανδαράχην καὶ θεῖον ἄπυρον , κοράλλιον |
' ἄλλα πεπλέαται ξύλα † ἐν εὐδετέω ὥσπερ † Λέσβιος Πρύλις . ῥεῖα θεοὶ κλέπτουσιν ἀνθρώπων νόον . . . | ||
οὗ Μαῖα , ὡς ἔφημεν , ἧς Ἑρμῆς , οὗ Πρύλις . ἐξ Ἄτλαντος : Ἄτλας , οὗ Μαῖα , |
τῶν δριμέων ὁ κίων . ἢν δὲ ἔμπυοϲ ὅδε ὁ χῶροϲ γένηται , μετεξετέροιϲι ἠδὲ τὰ τῆϲ ὑπερώηϲ ὀϲτέα ἐφθάρη | ||
ἐνθάδε γὰρ τῆϲ ζωῆϲ ἐϲτὶ ἡ ἀρχή : κεφαλὴ δὲ χῶροϲ μὲν αἰϲθήϲιοϲ καὶ νεύρων ἀφέϲιοϲ : αἷμα δὲ παρὰ |
ὠμογέροντα καλοῦσιν , εἶτα γέρων , εἶτα πρεσβύτης , εἶτα ἐσχατόγηρως ⌊ ⌋ . γελοῖον καὶ εὐτράπελον διαφέρει . γελοῖον | ||
καὶ ὠμογέροντα καλοῦσιν , γέρων , εἶτα πρεσβύτης , εἶτα ἐσχατόγηρως . . . . . . : Τὰ τέλεια |
ἐπίτηδες ἀδιανόητα . διόλου ἀνοηταίνει . . ὁ κύκλος : Παίζει . ἀδύνατον γὰρ τὸν κύκλον γενέσθαι τετράγωνον . λείπει | ||
τῶν κακῶν : οὐκ ἂν ἀναβάλοιο . 〛 ταύτην : Παίζει : αὐτίκα γὰρ τῷ Ἑρμοῦ λόγῳ ἀπέπαρδε . Θ |