εὐδαιμονέστατον τῶν ἁπάντων : περίκεινται δ ' αὐτῷ γεωλοφίαι τε εὔκαρποι , καὶ ὄρη τά τε τῶν Σαυνιτῶν καὶ τὰ
αἳ ἐκαλοῦντο Ἑσπερίδες . τούτῳ δὲ ἦσαν ὄις καλαὶ καὶ εὔκαρποι , τοῦτο τὸ γένος ὃ νῦν ἐστιν ἐν Μιλήτῳ
7378520 Καμπανια
ἐνενήκοντα . Ἑξῆς δὲ μετὰ τὴν Λατίνην ἐστὶν ἥ τε Καμπανία παρήκουσα τῇ θαλάττῃ , καὶ ὑπὲρ ταύτην ἡ Σαυνῖτις
ἐγὼ δύναμαι συμβαλεῖν . : Ὑπὲρ δὲ τούτων τῶν ἠϊόνων Καμπανία πᾶσα ἵδρυται , πεδίον εὐδαιμονέστατον τῶν ἁπάντων : περίκεινται
6755113 περικεινται
ὀχυρωτάτην : ὄρειον γάρ ἐστι τὸ χωρίον , καὶ αὐτῷ περίκεινται λόφοι πάντοθεν ὀξεῖς οἷα πρίονες . ἐν μὲν δὴ
θανάτους οἰκετῶν , τετραπόδων , ἄλλας αὖ συμφοράς , αἳ περίκεινται αἱ μὲν τοῖς σώμασιν , αἱ δὲ ταῖς ψυχαῖς
6687736 φασιανοι
' ἐφέροντο ἐν ἀγγείοις ψιττακοὶ καὶ ταῲ καὶ μελεαγρίδες καὶ φασιανοὶ ὄρνιθες καὶ ἄλλοι Αἰθιοπικοί , πλήθει πολλοί . εἰπὼν
Εἶτα ἐφέροντο ἐν ἀγγείοις ψιττακοὶ καὶ ταῲ καὶ μελεαγρίδες καὶ φασιανοὶ καὶ ὄρνιθες Αἰθιοπικοὶ πλήθει πολλοί . : Σειληνὸς δ
6628241 Ἐλυμαιοι
γῆς : ὅμως δὲ καὶ αὐτοὶ λῃστηρίων οὐκ ἀπέχονται . Ἐλυμαῖοι δὲ καὶ μείζω τούτων κέκτηνται χώραν καὶ ποικιλωτέραν .
πρὸς τῇ Περσικῇ , τῆς Σουσίδος ἐγγύς . οἱ οἰκοῦντες Ἐλυμαῖοι . Ἐλύμνιον , νῆσος Εὐβοίας , πόλιν ἔχουσα .
6612233 ταῳ
τούτων οὕτως γράφει : Εἶτα ἐφέροντο ἐν ἀγγείοις ψιττακοὶ καὶ ταῲ καὶ μελεαγρίδες καὶ φασιανοὶ καὶ ὄρνιθες Αἰθιοπικοὶ πλήθει πολλοί
ὄρνεα . Εἶτ ' ἐφέροντο ἐν ἀγγείοις ψιττακοὶ , καὶ ταῲ , καὶ μελεαγρίδες , καὶ φασιανοὶ ὄρνιθες , καὶ
6610971 χρυσοφορουσι
τὴν δ ' ὑπόδεσιν ἔχουσι σανδάλια ποικίλα φιλοτέχνως εἰργασμένα : χρυσοφοροῦσι δ ' ὁμοίως ταῖς γυναιξὶ πλὴν τῶν ἐνωτίων .
νίκην κατάγοντες θριάμβου παρὰ τῆς βουλῆς ἀξιωθῶσι , τότε καὶ χρυσοφοροῦσι καὶ ποικίλαις ἁλουργίσιν ἀμφιέννυνται . ὁ μὲν οὖν πρὸς
6542422 ἐξελαθεντων
Καπύην προπέμψας αὖθις ἦρχεν ὡς ὕπατος : οἱ δὲ τῶν ἐξελαθέντων στασιῶται , ὅσοι τῶν πλουσίων , καὶ γύναια πολλὰ
καὶ Σένονες καὶ Γαιζᾶται τὸ πλέον : τῶν δὲ Βοΐων ἐξελαθέντων , ἀφανισθέντων δὲ καὶ τῶν Γαιζατῶν καὶ Σενόνων ,
6448284 φραγματων
τὸν πόλεμον ὁπλίσματα , τὰ δὲ φράγματα : καὶ τῶν φραγμάτων τὰ μὲν παραπετάσματα , τὰ δὲ πρὸς χειμῶνας καὶ
' οὐδὲ ἐπέγραψέ τι τοῦ σώματος οὐδὲ ἤλεγξέ τι τῶν φραγμάτων , ἀλλ ' ὅσῳπερ ἂν πλείω καὶ ἐντονώτερά μοι
6428850 ἱππευοντες
. Μετὰ δὲ Συρίαν εἰσὶν Ἄραβες ] ἔθνος , νομάδες ἱππεύοντες [ καὶ νομὰς ἔχοντες παντοδαπῶν βοσκημάτων - ] ,
ἱππικοὶ διὰ τὸ μὴ ταράττεσθαι ἐπὶ τῶν ἵππων δύνανται ἅμα ἱππεύοντες καὶ ὁρᾶν καὶ ἀκούειν καὶ λέγειν τὸ δέον ,
6422158 κατοπτρα
, τοὺς δὲ ἀμαθεῖς καὶ ἰδιώτας πλῆθος μαχαιρίδων προτιθέντας καὶ κάτοπτρα μεγάλα , οὐ μὴν λήσειν γε διὰ ταῦτα οὐδὲν
δέ γε ἦν μένειν τὰ ἀφ ' ὧν πληροῦται τὰ κάτοπτρα καὶ αὐτὰ μὴ ἑωρᾶτο , οὐκ ἂν μὴ εἶναι
6421800 ἀμφιβιων
δέ σε πάντα : εἴς σε ἀφορῶσιν . μέλλων περὶ ἀμφιβίων ζώων εἰπεῖν ὁ ποιητὴς προοιμιάζεται φυσιολογικῶς περὶ τῶν τεσσάρων
χερσαίων ζῴων καθ ' ἕκαστον καὶ τῶν πτηνῶν καὶ τῶν ἀμφιβίων . ταῦτα δὲ ὅτι οὐδὲ οἱ τὰ θαύματα δεικνύντες
6418751 πρασωδη
τῆς ξανθῆς καὶ ἐρυθρᾶς χολῆς χρώννυται . ὥσπερ δῆτα τὰ πρασώδη καὶ ἰώδη καὶ κραμβίζοντα , τοιούτων ἔκγονα χυμῶν .
τε καὶ ὑπόλευκα ὕφαιμα . τἀναντία δέ γε τούτων , πρασώδη καὶ μέλανα καὶ γλίσχρα ὄντα , καὶ μὴ ῥᾳδίως
6398498 ἱερακες
ζῶντος οὐδ ' ἀποκτίννυσιν ἔμψυχον οὐδὲν , ὡς ἀετοὶ καὶ ἱέρακες καὶ τὰ νυκτίνομα : χρῆται δὲ τοῖς ἄλλοις ἀποθανοῦσιν
προσήκειν τῷ θεῷ τῷ προειρημένῳ φασὶν ὀρθῶς : οἱ γὰρ ἱέρακες ὀρνίθων μόνοι ταῖς ἀκτῖσι τοῦ ἡλίου ῥᾳδίως καὶ ἀβασανίστως
6398253 κιχλων
καὶ περιϲτερᾶϲ ἀλεκτορίδοϲ τε καὶ ἀλεκτρυόνοϲ . ἡ δὲ τῶν κιχλῶν καὶ κοϲϲύφων καὶ τῶν μικρῶν ϲτρουθῶν καὶ τῶν πυργιτῶν
ὁ δὲ κόσσυφος βλέπων τὴν καρίδα καὶ οἰόμενος κατὰ τῶν κιχλῶν αὐτὴν περιστρέφεσθαι , χανὼν ἐπιλαμβάνεται τῆς καρίδος καὶ θηρεύεται
6391326 ἠϊονων
σκιεροὶ δὲ μυχοὶ χθαμαλαί τε χαράδραι στείνονται λιμένες τε καὶ ἠϊόνων ἐπιωγαὶ πάντοθεν εἰλομένων : ὁ δὲ δαίνυται ὅν κ
' ἐγὼ δύναμαι συμβαλεῖν . : Ὑπὲρ δὲ τούτων τῶν ἠϊόνων Καμπανία πᾶσα ἵδρυται , πεδίον εὐδαιμονέστατον τῶν ἁπάντων :
6391145 μονοκαυλα
ποιοῦσιν ὅτι τὰ μὲν σιτώδη ῥιζωθῆναι δεῖ πρὸς τὸ μὴ μονόκαυλα γίνεσθαι τῆς ἀναφορᾶς εὐθὺ ἄνω γινομένης . Ῥιζοῦται δὲ
Ἔτι δὲ καὶ τῶν ποιωδῶν τὰ μὲν πολύκαυλα τὰ δὲ μονόκαυλα : καὶ τῶν μονοκαύλων τὰ μὲν ἀπαράβλαστα κατὰ τὸν
6383838 Βακτριοι
καὶ οἵ γε ἄρρενες καὶ πολεμικοί , ἐκτέμνουσιν αὐτοὺς οἱ Βάκτριοι , τὴν ὕβριν καὶ τὸ ἀκολασταίνειν ἀφαιροῦντες , τὴν
λέγει Ἀριστόβουλος . τὸ μὲν εὐώνυμον αὐτῷ κέρας οἵ τε Βάκτριοι ἱππεῖς εἶχον καὶ ξὺν τούτοις Δάαι καὶ Ἀραχωτοί :
6361814 σκευοφοροι
γὰρ πορευόμενοι καὶ εὐχρηστότεροι γίγνονται . ἐπὶ δὲ τούτοις οἱ σκευοφόροι , ἔφη , πάντων ἑπέσθων : οἱ δὲ ἄρχοντες
ἱππακοντισταί , ἱπποτοξόται , δορατοφόροι , κοντοφόροι , ὑπασπισταί , σκευοφόροι , ἱππαγωγοί , ἅμιπποι . δύο δ ' οὗτοι
6347839 πασηται
ἀφραδέως ] τοῖς γὰρ συνετοῖς ἀλάθητος ἔσται τοιοῦτος ὀπὸς προπινόμενος πάσηται ] γεύσηται , λείπει δὲ τὸ τίς ἐμπληγέες ]
γε μὲν οὐλόμενόν γε ποτὸν κορίοιο δυσαλθές ἀφραδέως δεπάεσσιν ἀπεχθομένοισι πάσηται , οἱ μέν τ ' ἀφροσύνῃ ἐμπληγέες οἷά τε
6346846 Μαρδοι
ἢ τὴν καλλίστην χώραν ἔχουσιν οἵ τε Γηλοὶ καὶ οἱ Μάρδοι καὶ οἱ Ἀτροπατηνοὶ ἄνδρες . Πρὸς δὲ τὸν νότον
Πέρσαι καὶ Ἰνδοὶ καὶ Κᾶρες οἱ ἀνάσπαστοι καλούμενοι καὶ οἱ Μάρδοι τοξόται : Οὔξιοι δὲ καὶ Βαβυλώνιοι καὶ οἱ πρὸς
6339852 πλασματικον
τοῦ ὑπ ' αὐτῶν ὑπερέχειν τετραγώνῳ . ἔστι δὲ τοῦτο πλασματικόν . Ἐπιτετάχθω δὴ τὴν μὲν σύνθεσιν αὐτῶν ποιεῖν Μο
τέτταρα : τὸ μὲν γὰρ εἶναι μυθικόν , τὸ δὲ πλασματικόν , ὃ καὶ δραματικὸν καλοῦσιν , οἷα τὰ τῶν
6331282 τεχνασματα
πλῆθος ἐλυμαίνετο , προσποιούμενοι ἀναχωρεῖν τριβόλους τε καὶ ἄλλα τινὰ τεχνάσματα σιδηρίων , ὀξυτάτας ἐξοχὰς περικείμενα , ἐρρίπτουν . λανθάνοντα
θέμις , κτάνοι καὶ μνῆμα δέξαιθ ' ἕν , κέδρου τεχνάσματα ; ἥδιστ ' ἂν εἴη ταῦθ ' : ὁρᾶις
6330633 Κοσσαιοι
, Οὔξιοι δὲ καὶ Ἐλυμαῖοι τούτοις τε καὶ Σουσίοις , Κοσσαῖοι δὲ Μήδοις , πάν - τας μὲν φόρους πράττεσθαι
ἔθνος πολεμικὸν ὅμορον τῷ Οὐξίων . εἰσὶ δὲ ὄρειοι οἱ Κοσσαῖοι καὶ χωρία ὀχυρὰ κατὰ κώμας νέμονται , ὁπότε προσάγοι
6326589 καταστεγοι
δέ γε αὐτῶν ἑτέρων τε τιμιωτέρων ὁδοί τε ἐν ἄστει κατάστεγοι στενωποί τε μεστοί . καὶ τοῖς μὲν ἴση ἡ
δέ τινες αὐτοῖς καὶ τῶν εἰς τοὺς ἀγροὺς φερουσῶν ὁδῶν κατάστεγοι . τοῖς δὲ πλείστοις αὐτῶν ὑπάρχουσιν οἰνῶνες ἐγγὺς τῆς
6315391 ἀναχαλωντα
καὶ ἄτακτοι : τούτοις οὖν ἁρμόσει πάντως τὰ θερμαίνοντα καὶ ἀναχαλῶντα . ἐὰν δὲ ἀγαθοποιοὶ τὴν ☾ μὴ θεωρήσωσι κινδυνεύει
κοιλία στεγνή . τούτοις οὖν ἁρμόσει πάντα τὰ ἀναθερμαίνοντα καὶ ἀναχαλῶντα . ἐὰν δὲ ἀγαθοποιοὶ μὴ ἐπιθεωρήσωσι τὴν ☾ ,
6302691 σφαραγευντο
τοὺς ἑαυτῶν . σφετέρῃσι ταῖς ἑαυτῶν . σφέλας ὑποπόδιον . σφαραγεῦντο ὁ μὲν Ἀπίων ἐψόφουν , ὁ δὲ Ἡλιόδωρος βέλτιον
ἔρρηκται εἰρῆσθαι , ἐπεὶ πᾶν τὸ ῥησσόμενον βλάπτεται πάντως . σφαραγεῦντο ι . . . , : σφαραγεῦντο : ὁ
6297577 ὑληματων
πως τούτῳ εἰ ἔστι μὲν τῶν δένδρων καὶ ὅλως τῶν ὑλημάτων εὔοσμα πολλὰ ζῶον δὲ οὐδὲν εἰ μὴ τὴν πάρδαλίν
τὰ μὲν δένδρων τὰ δὲ θάμνων τὰ δ ' ἄλλων ὑλημάτων . ἀλλὰ γὰρ περὶ μὲν τῆς ἰδιότητος εἴρηται πλεονάκις
6296378 πυρεια
δὲ καὶ κιττὸς καὶ δάφνη καὶ ὅλως ἐξ ὧν τὰ πυρεῖα γίνεται : Μενέστωρ δέ φησι καὶ συκάμινον . ψυχρότατα
δὲ τοῖς εἰρημένοις καὶ τὰ τοιαῦτα σημειούμενος , ὅτι τὰ πυρεῖα ἄριστα καὶ κάλλιστα ἐκπυροῦται τὰ ἐκ τῶν ἐνύδρων ὡς
6294156 νυκτερινοι
τῷ μεσουρανήματι ἀστέρα ἡμερινῇ μὲν γενέσει ἡμερινοί , νυκτερινῇ δὲ νυκτερινοὶ δορυφορήσωσι προηγούμενοι ἢ ἑπόμενοι : κατὰ τοῦτο δὲ τὸ
ξυνεχέες , καί τισιν αὐτέων ὀλίγοισι καυσώδεες : ἡμερινοὶ , νυκτερινοὶ , ἡμιτριταῖοι , τριταῖοι , ἀκριβέες , τεταρταῖοι ,
6290575 φασιανικων
καὶ μάλιστα πέρδικος , ἀτταγῆνος , περιστερᾶς , ἀλεκτορίδος καὶ φασιανικῶν . τὰ πτερὰ τῶν χηνῶν καὶ μᾶλλον τὰ τῶν
φησιν ὀνομάζεσθαι τὸν φασιανὸν ὄρνιν . τοσαῦτά σοι περὶ τῶν φασιανικῶν ὀρνίθων ἔχων λέγειν , οὓς ἐγὼ διὰ σὲ ὥσπερ
6289523 ἀλκιμωτατοι
γεωργοῖς θάνατον τὸ πρόστιμον τεθείκασι . τῶν δ ' Ἰβήρων ἀλκιμώτατοι μέν εἰσιν οἱ καλούμενοι Λυσιτανοί , φοροῦσι δ '
ἐξέθεον οἱ ἱππόται : εἵποντο δὲ καὶ τῶν πεζῶν ὁπόσοι ἀλκιμώτατοι καὶ ποδώκεις : καὶ ἅπαντες ἀφειδῶς ἐνέκειντο , ὡς
6289187 πλωτες
κυνόγλωσσοι : περὶ ὧν καὶ αὐτῶν Ἐπίχαρμός φησιν : αἰολίαι πλῶτές τε κυνόγλωσσοί τ ' , ἐνῆν δὲ σκιαθίδες .
' Ἐπιχάρμῳ αἰολίαι κορακῖνοί εἰσιν . φησὶ γάρ : αἰολίαι πλῶτές τε . καὶ μὴν ἐν ἄλλοις τῶν αἰολιῶν ὡς
6284518 ἱπποτοξοται
δὴ τοῦ πρῶτος τῶν ἱππέων ἐλαύνειν : καὶ γὰρ οἱ ἱπποτοξόται τούτου γε ἀξιοῦνται : προελαύνουσι γοῦν καὶ τῶν ἱππάρχων
δὴ δορατίοις ἀκροβολιζόμενοι Ταραντῖνοι ὀνομάζονται , οἱ δ ' ἕτεροι ἱπποτοξόται . καὶ αὐτῶν δὲ τῶν Ταραντίνων οἳ μὲν αὐτὸ
6274693 ἠμφιεσμενοι
οἱ τὸν ὄχλον ἀνείργοντες Σιληνοί , πορφυρᾶς χλανίδας ἢ φοινικίδας ἠμφιεσμένοι . τούτοις ἐπηκολούθουν λαμπάδας φέροντες κισσίνας διαχρύσους . μεθ
αἱ δὲ πλευραὶ τῶν στοῶν αἱ μέν εἰσι τοῖχοι πλάκας ἠμφιεσμένοι τῇ μὲν τέχνῃ μιᾷ συνεχομένας ἁρμονίᾳ , τῇ δὲ
6268121 πυθομενων
ὡς δεδωκότα τοῖς ἐχθροῖς λαβὴν ζητοῦσι καθ ' αὑτοῦ . πυθομένων δ ' ἐκείνων , εἰ συγχωρεῖ πάλιν αὐτὸν σωματοφυλακεῖν
. Εἰ τοίνυν τὸν νόμον τὸν καθεστηκότα δέδοικας , μὴ πυθομένων τῶν ἀνθρώπων ὄνειδός σοι γένηται , εἰκός ἐστι τοὺς
6267145 ἐκεκοσμητο
ἄκρα : τὴν ἀρχὴν καὶ τὸ τέλος . ἐκέκαστο : ἐκεκόσμητο , ἐπέκειτο . Κύκλωπες : οὗτοι γάρ , Βρόντης
μύραιναν ᾄδουσιν , ἥπερ οὖν καὶ ἐνωτίοις καὶ ὁρμίσκοις διαλίθοις ἐκεκόσμητο , οἷα δήπου ὡραία κόρη , καὶ καλοῦντος τοῦ
6258098 ἀλκιμωτερα
ῥινοκέρωτες καὶ ἐλέφαντες , λύκοι καὶ ὄϊες περιστερῶν καὶ ἀηδόνων ἀλκιμώτερα μορμύλων τε καὶ τῶν τριγλίδων καὶ τῶν ἄλλων ,
; καὶ γὰρ καὶ τὰ μέζω τῶν ζώων καὶ τὰ ἀλκιμώτερα , ὁκοῖον οἱ ταῦροι , αἱμορραγίῃ θνῄϲκουϲι ὤκιϲτα .
6256407 πεττομενοι
τῶν ΘΙΑΓΟΝΩΝ ὀνομαζομένων : οὗτοι δ ' εἰσὶν ἄρτοι θεοῖς πεττόμενοι ἐν Αἰτωλίᾳ . ΔΡΑΜΙΚΕΣ δὲ καὶ ΑΡΑΞΙΣ παρ '
βρυωνίαϲ , εὐϲτόμαχοι μὲν καὶ διουρητικοί , ὀλιγότροφοι δέ : πεττόμενοι δὲ μᾶλλον τρέφουϲι τῶν ἀπὸ τῶν λαχάνων . παραπληϲίωϲ
6249830 ῥητιναι
καὶ ἡ θηλύπτερις , τὸ ἀπὸ τοῦ σίτου ἄμυλον , ῥητῖναι πᾶσαι , ὑπερικόν , λιθάργυρος , ὄστρακον , πυτία
, οἶνος γλευκίνης , ὄροβος , πυρὸς ἔξωθεν ἐπιτιθέμενος , ῥητῖναι πᾶσαι , σήσαμον , σχοίνου ἄνθος , φοινίκων ὁ
6247321 στρουθων
, κώλων δώδεκα , ὀρύγων ἑπτὰ , βουβάλων πεντεκαίδεκα , στρουθῶν συνωρίδες ὀκτὼ , ὀνελάφων ἑπτὰ , καὶ συνωρίδες τέσσαρες
τελευταίαν ἐκδεχόμενοι τροφήν . ὀρτάλιχοι : οἱ νεοσσοί . ἢ στρουθῶν γένη . θρηνητικὸν δὲ τὸ ζῷον ἐλπίδι τροφῆς .
6244070 ἰτεαι
ἄλσος . πολλὰ γὰρ εὕροι τις ἂν ἄλση ἐπιθαλάσσια . ἰτέαι ὠλεσίκαρποι . † ) σημείωσαι ὅτι ἄκαρπα φυτὰ εἶπεν
Ὅμηρος καὶ τὰ τῆς φύσεως ἀπόρρητα ἀνιχνεύσας εἶτα μέντοι καὶ ἰτέαι ὠλεσίκαρποι ἐν τοῖς ἑαυτοῦ μέτροις εἰπεῖν τοῦτο αἰνιττόμενος .
6244033 ἑσμοι
αὐτοῦ καθιέμενα κλαγγὴν οὐδεμίαν ἠφίει , καὶ μελισσῶν ἐπεκάθηντο συνεχεῖς ἑσμοί . Βροῦτον δὲ ἐν Σάμῳ γενεθλιάζοντά φασι παρὰ τὸν
Τὸ ποιητικὸν ἔθνος πολλοὶ καὶ πλείους ἢ οἱ τῶν μελιττῶν ἑσμοί , βόσκουσι δὲ τὰς μὲν λειμῶνες , τοὺς δὲ
6243430 ἐπιτηδειοτατη
ἀρέσκειαν θεοῦ καὶ μηδένα χρόνον ἢ καιρὸν εὐχαριστίας παραλείπειν : ἐπιτηδειοτάτη δὲ καὶ προσφυεστάτη νυκτὶ τῆς εὐχαριστίας θυσίαθυσίαν γὰρ αὐτὴν
φαρμάκοις παρέχονται , τὸ δὲ μαλακτικὸν αὐτῶν οὐκ ἀναιροῦσιν : ἐπιτηδειοτάτη δ ' αὐτῶν ἐστιν ἡ τερεβινθίνη ἡ καλουμένη χία
6239789 πελαργων
λοιπὰ τῶν σαρκοβόρων ὀρνέων πλήθη , ὁμοίως δὲ καὶ τῶν πελαργῶν καὶ τῶν πελεκάνων οὐκ ὀλίγους καὶ τῶν ἐν αὐτοῖς
Ὁ μέροψ ὁ ὄρνις ταύτῃ τοι δοκεῖ δικαιότερος εἶναι τῶν πελαργῶν : οὐ γὰρ ἀναμένει γηράσαντας τρέφειν τοὺς πατέρας ,
6237709 προηγουντο
τριακόσιαι λόγχας καὶ σαρίσας καὶ τόξα καὶ ἀκόντια γέμουσαι : προηγοῦντο δὲ αὐτῶν ὡς ἐν πολέμῳ σαλπιγκταί . ἦσαν δὲ
δὲ δεκαδάρχους τῇ δεκάδι ἕκαστον κελεύειν παραγγέλλειν . ἐκ τούτου προηγοῦντο μὲν οἱ Ὑρκάνιοι , αὐτὸς δὲ τὸ μέσον ἔχων
6233560 Σολυμα
Σόλυμοι ἔθνος βαρβαρικόν . ἔστι δὲ καὶ κατὰ Πισιδίαν ὄρη Σόλυμα καλούμενα . σόλος Ἀπίων δίσκος σιδηροῦς , ὁτὲ δὲ
Ἱεροκολπίτης . Ἱεροσόλυμα , ἡ μητρόπολις τῆς Ἰουδαίας , ἣ Σόλυμα ἐκαλεῖτο , ἀπὸ τῶν Σολύμων ὀρῶν . ὁ πολίτης
6231752 συναπτουσαι
θεοῦ χάριτες τὸν αἰῶνα παρ ' ἄλλων ἄλλαι δεχόμεναι καὶ συνάπτουσαι , τέλη μὲν ἀρχαῖς , ἀρχαὶ δὲ τέλεσιν .
κινήσει φαίνεται καὶ ῥύσει συνεχεῖ , πραεῖαί τέ εἰσι καὶ συνάπτουσαι τὴν λέξιν ἁρμονίαι , τὸ ἄλογον ἐπιμαρτυρεῖ τῆς ἀκοῆς
6218256 πιονες
τρόπον ἢ φακὴ ὁμοῦ τῷ αἰγείῳ λίπει ἢ φοίνικες οἱ πίονες , καὶ γίνεται κλυσμὸς ἀπὸ τούτων . Κόμμι ἢ
καθ ' ἑκάστην ἤσθιε τὴν ἡμέραν : ἦσαν δὲ χῆνες πίονες ἐκείνῳ καὶ οἶνος ἡδὺς καὶ φασιανοί . ἔβλεπέ τε
6218234 Σινδα
εἰσὶ δὲ τοῖς Φρυξὶν ὅμοροι καὶ τῇ Καρίᾳ Τάβαι καὶ Σίνδα καὶ Ἄμβλαδα , ὅθεν καὶ ὁ Ἀμβλαδεὺς οἶνος ἐκφέρεται
πόλις Λυκίας . Ἑκαταῖος Ἀσίᾳ . τὸ ἐθνικὸν Σίνδιοι . Σίνδα , πόλις πρὸς τῷ μεγάλῳ κόλπῳ τῆς Ἰνδικῆς ,
6217753 εὐτραφων
τὰ τῶν ἀλεκτορίδων , καὶ καθόλου κάλλιστα μὲν τὰ τῶν εὐτραφῶν τε καὶ νέων πτερά , χείριστα δὲ τὰ τῶν
, καὶ πλήθη αἰγῶν τε ἀγρίων καὶ δορκάδων εὖ μάλα εὐτραφῶν καὶ λαγῶν μέντοι . τούτων οὖν ἐάν τις αἰτήσας
6214226 ἡμερουνται
καὶ ὑλαίων , ὅσῳ λέοντες μὲν καὶ παρδάλεις ἐνίοτε κολακευόμενοι ἡμεροῦνται καὶ μεταβάλλουσι τοῦ ἤθους , τουτὶ δὲ ὑπὸ τῶν
' ὁρῶντες ἑαυτοῖς μὲν χαλεπαίνουσι , πρὸς δὲ τοὺς ἄλλους ἡμεροῦνται , καὶ τούτῳ δὴ τῷ τρόπῳ τῶν περὶ αὑτοὺς
6211147 ἀποκριναντες
Ὕλα μόρον ἠὲ θανόντος . τοῖο δὲ ῥύσι ' ὄπασσαν ἀποκρίναντες ἀρίστους υἱέας ἐκ δήμοιο , καὶ ὅρκια ποιήσαντο μήποτε
πολὺ θερμὸν ἀθροίζοντες , εἶτ ' ἐπιγενόμενοι πρὸς ἀφροδίσια καὶ ἀποκρίναντες αὐτό , τό τε σῶμα ἀσθενὲς ἔχουσι καὶ τὸν
6210296 εὐπαγες
μηδὲν ἐξείπῃς ἔπος : κλῇθρον γὰρ οὐδὲν ὧδ ' ἂν εὐπαγὲς λάβοις γλώσσης , κρυφαῖον οὐδὲν οὗ διέρχεται ὅπου γὰρ
κοίλην τε φαρέτρην ἰῶν ἐμπλείην νεόμην , ἑτέρηφι δὲ βάκτρον εὐπαγὲς αὐτόφλοιον ἐπηρεφέος κοτίνοιο ἔμμητρον , τὸ μὲν αὐτὸς ὑπὸ
6209317 πεποιημεναι
γὰρ ἦσαν , ἐπειδὴ ἐπέλιπε τὰ ἀρχαῖα ὑποδήματα , καρβάτιναι πεποιημέναι ἐκ τῶν νεοδάρτων βοῶν . διὰ τὰς τοιαύτας οὖν
ταῖς ἰδέαις : καὶ γὰρ αἱ γλωττηματικαὶ καὶ ξέναι καὶ πεποιημέναι λέξεις ἐν ταύταις μάλιστα ἐπιπολάζουσι , καὶ τὰ πολύπλοκα
6205170 Αἰθιοπικοι
ἀγγείοις ψιττακοὶ καὶ ταῲ καὶ μελεαγρίδες καὶ φασιανοὶ καὶ ὄρνιθες Αἰθιοπικοὶ πλήθει πολλοί . Ἀρτεμίδωρος δὲ ὁ Ἀριστοφάνειος ἐν ταῖς
, καὶ μελεαγρίδες , καὶ φασιανοὶ ὄρνιθες , καὶ ἄλλοι Αἰθιοπικοὶ , πλήθει πολλοί . Εἰπὼν δὲ καὶ ἄλλα πλεῖστα
6204269 θωρακες
χαλκέμβολοι αἱ τριήρεις , τὰ δὲ τῶν ἐμπλεόντων ἀσπίδες , θώρακες , κνημῖδες , κράνη , ξίφη , δορυδρέπανα ,
ἱππεῖς ἐδοκιμάσθησαν τῇ ὑστεραίᾳ εἰς πεντήκοντα , καὶ σπολάδες καὶ θώρακες αὐτοῖς ἐπορίσθησαν , καὶ ἵππαρχος ἐπεστάθη Λύκιος ὁ Πολυστράτου
6199890 μεθιενται
Ἡνίκα , ἦν δ ' ἐγώ , τῶν ἀναγκαίων γυμνασίων μεθίενται : οὗτος γὰρ ὁ χρόνος , ἐάντε δύο ἐάντε
καὶ μυρίους , ὧν λύτρα κατατιθέασι συγγενεῖς ἢ φίλοι , μεθίενται τῶν δορυαλώτων , ἴσως μὲν ἀκαμπεῖς ὄντες πρὸς ἔλεον
6198004 σαρκωδεστεροι
κάραβοι καὶ γραψαῖοι λέγονται : τῶν καρκίνων δ ' εἰσὶ σαρκωδέστεροι . ὁ δὲ καρκίνος βαρὺς καὶ δύσπεπτος , Μνησίθεος
κάραβοι καὶ γραψαῖοι λέγονται : τῶν καρκίνων δ ' εἰσὶν σαρκωδέστεροι . ὁ δὲ καρκίνος βαρὺς καὶ δύσπεπτος . Μνησίθεος
6185055 κητων
θρεμμάτων ἰχθύων προσβάλλει : οἰκήσεις δὲ ποιοῦνται τοῖς ὀστέοις τῶν κητῶν χρώμενοι καὶ κόγχοις ὀστρέων τὸ πλέον , δοκοῖς μὲν
, ἢ καὶ κυκνείοισιν ὄχοις ἐπὶ πόντιον οἶδμα ἐρχομένη χαίρεις κητῶν κυκλίαισι χορείαις , ἢ νύμφαις τέρπηι κυανώπισιν ἐν χθονὶ
6183614 σχοινινον
εἰς αὐτὸ ὥστε στεφάνους ἁλῶν ἀνέλκουσιν , ἐπειδὰν καθῶσι κύκλον σχοίνινον , τά τε ὄρνεα ἁλίσκεται τὰ προσαψάμενα τῷ πτερώματι
μὲν πόρκον δίκτυον ἀπέδοσαν , οὐκ εὖ . ἔστι δὲ σχοίνινον πλέγμα . οἱ δὲ κύρτον : οὐδὲ οὗτοι ὑγιῶς
6178872 Ἀγρου
ἕτεροι , ὧν ὁ μὲν Ἀγρὸς ἐκαλεῖτο , ὁ δὲ Ἀγροῦ ἥρως ἢ Ἀγρότης , οὗ καὶ ξόανον εἶναι μάλα
. μιγνύμενοι δὲ ἀλλήλοις οἱ ὄφεις βαρυτάτην ὀσμὴν ἀφιᾶσιν . Ἀγροῦ γειτνιῶντος θαλάττῃ καὶ φυτῶν παρεστώτων ἐγκάρπων γεωργοὶ πολλάκις καταλαμβάνουσιν
6173503 καταστικτοι
θηρίων αἱ ἄρκτοι τίκτουσαι φωλεοῖς ἐπικάθηνται . φωλάδες : αἱ κατάστικτοι . Ἀρέθοισα : κρήνη ἐν Συρακούσαις . φασὶ διὰ
ἄρα : δή . Ἀλωπεκίαι : πανοῦργαι . ποικίλοι : κατάστικτοι . ἴκελα : ὅμοια . Φορβή : γράφεται καὶ
6170072 Λυσιτανοι
δ ' αὐτοῦ χρόνου μέρος ἄλλο Ἰβήρων αὐτονόμων , οἳ Λυσιτανοὶ καλοῦνται , Πουνίκου σφῶν ἡγουμένου , τὰ Ῥωμαίων ὑπήκοα
τὰς ὀκτώ . ἱππέες δὲ ἦσαν Βρούτῳ μὲν Κελτοὶ καὶ Λυσιτανοὶ τετρακισχίλιοι καὶ Θρᾷκες καὶ Ἰλλυριοὶ Παρθηνοὶ καὶ Θεσσαλοὶ δισχίλιοι
6169223 πωγωνες
παρακλήσεώς τι παρέχειν βουλόμενος . κάλλαια μὲν οἱ τῶν ἀλεκτρυόνων πώγωνες : κάλλη δὲ τὰ ἄνθη τῶν βαμμάτων . κόρδαξ
ἐν ταῖς Θεσμοφοριαζούσαις Ἀριστοφάνους . καὶ πωγωνίας δέ , καὶ πώγωνες αἱ ἀκίδες παρὰ τοῖς ποιηταῖς , καὶ παρ '
6164920 λαχανωδων
τῆς δρυὸς δὲ καὶ ἐκ τοῦ στελέχους , τῶν δὲ λαχανωδῶν τοῖς πολλοῖς εὐθὺς ἐκ τῆς ῥίζης , οἷον κρομύου
τῶν ἄλλων [ ἦν ] . ἴδιον δὲ ἐπὶ τῶν λαχανωδῶν , οἷον κρομύου γητείου , τὸ κοιλόφυλλον . Ἁπλῶς
6164075 φλεγονται
' ἐρατῶν βρίθοντ ' ἀγυιαί , παιδικοί θ ' ὕμνοι φλέγονται . Ἕτερος ἐξ ἑτέρου σοφὸς τό τε πάλαι τό
δι ' ἐπιστολῆς θυσίαν πέμπεις . δώροις ] θυσίαις . φλέγονται ] λάμπουσι . φαρμασσομένη ] βαπτομένη . χρίματος ]
6161116 κακοχυλα
κοινῶς φησιν εἶναι πάντα τὰ λάχανα ἄτροφα καὶ λεπτυντικὰ καὶ κακόχυλα ἔτι τε ἐπιπολαστικὰ καὶ δυσοικονόμητα . θερινῶν δὲ λαχάνων
Δίφιλος δέ φησι τῶν μήλων τὰ χλωρὰ καὶ μήπω πέπονα κακόχυλα εἶναι καὶ κακοστόμαχα ἐπιπολαστικά τε καὶ χολῆς γεννητικὰ νοσοποιά
6159283 δαση
τὸ δὲ δεύτερον ἡ ἔχουσα πολλὴν πόαν , ὅ ἐστιν δάση . βαθύσχοινον λεχεποίην . Λεώς : ἐὰν μὲν ὀξύνηται
. οἱ δὲ ὡς ἀπὸ συνθήματος τρέπονται εἰς ἕλη καὶ δάση καὶ ἄγκη καὶ τῶν ἑλῶν τὰ κοιλότερα καὶ ὅσα
6158618 σκυμνοι
. οὐ γὰρ προσεκτέα τοῖς λέγουσιν , ὡς ξήναντες οἱ σκύμνοι τὰς τῶν λεαινῶν μήτρας ἐκδίδονται τοῦ σπλάγχνου . δοκεῖ
πῶλοί τε καὶ μόσχοι καὶ σκύλακες , ἀλλὰ καὶ θηρίων σκύμνοι τῶν ἀγριωτάτων . ἡ μὲν γὰρ ἀνθρώπου φύσις νηπία
6158017 νησσαι
ὀρνίθων γένει ἀλεκτορίδες τε καὶ φασιανοί , μᾶλλον δὲ τούτων νῆσσαί τε καὶ χῆνες καὶ ὅσα ἐν ὕδασι ποιεῖται τὴν
ὀρνίθων γένει ἀλεκτορίδες τε καὶ φασιανοί , μᾶλλον δὲ τούτων νῆσσαί τε καὶ χῆνες καὶ ὅσα ἐν ὕδασι ποιεῖται τὴν
6152727 ἑλειων
πῦρ ἐγκρύβεσθαι , καὶ τῶν ῥιζῶν καὶ τῶν καυλῶν τῶν ἑλείων τὰ μὲν ὠμά , τὰ δ ' ἕψοντες ,
χώρα , ὅπερ οὖν ἐμπῖπτον ταῖς πόαις καὶ ταῖς τῶν ἑλείων καλάμων κόμαις , νομὰς τοῖς βουσὶ καὶ τοῖς προβάτοις
6152472 περιθεουσι
, τὸ δὲ μηνοειδὲς αὐτῶν ἁλιπορφύρου τι ἄνθος ἔχει . περιθέουσι δ ' αὐτὸν καὶ ἀλκυόνες ὁμοῦ μὲν ᾄδουσαι τὰ
εἰσὶ καὶ ἕτεραι γλαυκαί , ἴτυες δὲ αἱματώδεις ἢ κυαναῖ περιθέουσι τὰς κόρας , [ οὗτοι κάκιστοι : ] μεγάλοι
6150073 μαλακοσαρκοι
λεπτύνουσι καὶ τέμνουσιν : ἐκλέγεσθαι δὲ καὶ τούτων ὅσοι φύσει μαλακόσαρκοι , τοὺς δὲ κητώδεις φυλάσσεσθαι . ταριχευθέντων γέ τοι
τρεφομένων ἀλεκτρυόνων ἐπιτήδειοι , καὶ πέρδικες καὶ στρουθοὶ ὄρειοι καὶ μαλακόσαρκοι . Φυλάττεσθαι δὲ τὰ ἐν ἕλεσι καὶ ποταμοῖς διαιτώμενα
6149601 δυσωδεστατα
[ μὴ ] ἐπιβάλλομεν . Καὶ ταῖς μὲν ῥισὶν ὀσφραντὰ δυσωδέστατα . Ἐντεῦθεν ὁρμώμενοί τινες ἐπιχειροῦσι λέγειν , ὅτι καὶ
καὶ ἐξ αὐτῆς τῆς οὐσίας τελευταῖον ὁρᾶται καὶ μόρια καταφερόμενα δυσωδέστατα πάνυ . οὕτω μὲν οὖν διαγινώσκειν δεῖ τοὺς διὰ
6131133 ὀστρακοδερμων
μαλάκια δύσπεπτα καὶ φυσώδη καὶ κακόχυμα ἡγητέον . Τῶν δὲ ὀστρακοδέρμων καρὶς ἀβλαβεστάτη , καρκίνος δὲ ταρακτικός , ἀστακοῦ δὲ
ἀδένες ἀπεπτούμενοι , ἡ τῶν ἀρνῶν σὰρξ καὶ ἡ τῶν ὀστρακοδέρμων καὶ τῶν μαλακοσάρκων , μῆλα τὰ μήπω πέπειρα .
6127011 Μελαγχλαινοι
Τῶν δ ' ὑπὲρ ἐκτέταται πολυΐππων φῦλον Ἀλανῶν . Ἔνθα Μελάγχλαινοί τε καὶ ἀνέρες Ἱππημολγοί , Νευροί θ ' Ἱππόποδές
τινὸς τόπου : καὶ ἐντεῦθεν ἐκλήθη Ἀχίλλειος δρόμος . Ἔνθα Μελάγχλαινοί τε ] Ὀνόματα ταῦτα ἐθνῶν : καὶ ἴσως ἐκ
6125182 ἀτροφωτεροι
πολύτροφοι , οἱ δὲ παλαιοὶ τοὐναντίον ἀχυλότεροι καὶ ξηρότεροι καὶ ἀτροφώτεροι , οἱ δὲ μεταξὺ τούτων κατὰ χρόνον τὰς μεσότητας
ὄντες τοιοῦτοι . οἱ δὲ τῶν κηρύκων τράχηλοι εὐστόμαχοι καὶ ἀτροφώτεροι μυῶν καὶ χημῶν καὶ κτενῶν : τοῖς δ '
6122815 κλωσι
ἀρχομένοις : οὐδὲ δὴ τῶν ἄνω πᾶσιν οἷον φύλλοις καὶ κλωσὶ καὶ καρποῖς . Καὶ τὸ μὲν τῷ μᾶλλον καὶ
τε καρποῖς χεῖρον γίνεται καὶ αὐτὸ βραχύτερον καὶ φύλλοις καὶ κλωσὶ καὶ φλοιῷ καὶ τῇ ὅλῃ μορφῇ : καὶ γὰρ
6122787 κισσινοις
εἶχε χρυσῆν . Ἀλεξάνδρου δὲ καὶ Πτολεμαίου ἀγάλματα ἐστεφανωμένα στεφάνοις κισσίνοις ἐκ χρυσοῦ . τὸ δὲ τῆς Ἀρετῆς ἄγαλμα τὸ
ἔχουσαι πτέρυγας . Ἔφερον δ ' αὗται θυμιατήρια ἑξαπήχη , κισσίνοις χρυσοῖς κλωσὶ διακεκοσμημένα , ζῳωτοὺς ἐνδεδυκυῖαι χιτῶνας , αὐταὶ
6120500 ἀπειλημμενοι
μέλανα , ὀλέθριοι . Οἱ κεφαλαλγέες , ἐφιδροῦντες , κοιλίην ἀπειλημμένοι , σπασμώδεες . Τὸ καρῶδες πανταχοῦ κακόν . Οἱ
. ἀντιπαρεσκευάζοντο δὲ καὶ οἱ Λακεδαιμόνιοι . ἐν μέσῳ δὲ ἀπειλημμένοι ἦσαν οἱ Ἀργεῖοι : ἐκ μὲν γὰρ τοῦ πεδίου
6118596 ϲκληροι
ϲυχναί , βαθεῖαι , τρηχεῖαι . ὄχθοι ἐϲ τὸ πρόϲωπον ϲκληροί , ὀξέεϲ : ἄλλοτε μὲν ἐϲ κορυφὴν λευκοί ,
ὡϲαύτωϲ διοριϲτέον . Ψυχρᾶϲ καὶ ξηρᾶϲ καρδίαϲ ϲημεῖα . Ϲφυγμοὶ ϲκληροί : ἀοργητότατοι πάντων οὗτοί εἰϲι : βιαϲθέντεϲ μέντοι τιϲὶν
6117635 τρομητα
τοῦ λεπτοκαρύου . βολβοὶ πεφθῆναι ῥᾴους οἱ δίσεφθοι . ὠὰ τρομητὰ καὶ ῥοφητά , θρίδακες , ἴντυβοι , μαλάχη ,
τοῦ λεπτοκαρύου . βολβοὶ πεφθῆναι ῥᾴους οἱ δίσεφθοι . ὠὰ τρομητὰ καὶ ῥοφητά , θρίδακες , ἴντυβοι , μαλάχη ,
6113839 ποτιζομενοι
, ἔμετος καὶ καρδιωγμὸς κουφότερος . Θεραπεύονται δὲ οἴνῳ πολλῷ ποτιζόμενοι σὺν τοῖς θερμαίνουσι πᾶσιν οἷον ὀπῷ Κυρηναϊκῷ ἢ λασαρίῳ
ἀποχρῶν εἷς , ἀφ ' ὧν πίνουσι κύψαντες , ὥσπερ ποτιζόμενοι . μεταξὺ δὲ πίνοντες ἐπεσάγονται ἀγερωχίας ἐπικινδύνους καὶ οὐκ
6111358 Δελφικοι
μέσον δὲ τῶν ἄντρων νύμφαι ἐλείφθησαν , ἐν αἷς ἔκειντο Δελφικοὶ χρυσοῖ τρίποδες ὑποστήματ ' ἔχοντες . κατὰ δὲ τὸν
. ἐπόμπευσαν δὲ καὶ θυμιατήρια χρυσᾶ καὶ ἐσχάραι ἐπίχρυσοι καὶ Δελφικοὶ τρίποδες καὶ φοίνικες ἐπίχρυσοι ὀκταπήχεις καὶ κεραυνὸς ἐπίχρυσος πηχῶν
6110657 δεκαπηχεις
πάλαι σοι ἀπιστούμενα : φῂς δέ που ἀπιστεῖν , εἰ δεκαπήχεις ἐγένοντο ἄνθρωποι . ἐπειδὰν δὲ τούτου ἱκανῶς ἔχῃς ,
οἰκοδομηθέντων τό τε ἀνάλωμα ἔλαττον ἔσται , καὶ οἱ μὲν δεκαπήχεις ὑπὸ τῶν λιθοβόλων οὐθὲν πείσονται , οἱ δὲ τριπήχεις
6109427 δᾳδες
βωμοὶ δὲ ἐπίχρυσοι ἐστεφανωμένοι χρυσοῖς στεφάνοις : ὧν ἑνὶ παρεπεπήγεσαν δᾷδες χρυσαῖ δεκαπήχεις τέσσαρες . ἐπόμπευσαν δὲ καὶ ἐσχάραι ἐπίχρυσοι
νῦν φανός , καὶ λαμπὰς καὶ λαμπτὴρ καὶ φανοὶ καὶ δᾷδες . λύχνου δὲ διμύξου τῶν κωμῳδῶν Φιλύλλιος μνημονεύει ,
6109386 Σογδοι
ἦρχε Σισάμνης ὁ Ὑδάρνεος . Πάρθοι δὲ καὶ Χοράσμιοι καὶ Σόγδοι τε καὶ Γανδάριοι καὶ Δαδίκαι τὴν αὐτὴν σκευὴν ἔχοντες
χωρίον περὶ τὴν Βακτριανήν , ἧς οἱ οἰκήτορες Σόγδιοι καὶ Σόγδοι . Σόδομα , μητρόπολις ἦν τῶν δέκα πόλεων τῶν
6107272 κοντων
βουλησόμεθα ἐλθεῖν ἐφ ' ἡμᾶς , τῶν νῦν ἀνθελ - κόντων ἐκποδὼν γενομένων . ἐγκλήματα δ ' , ὦ ἄνδρες
. ἐδόκει . . . . φὴν . . . κόντων χρόνων . . . μένον καὶ . . .
6106865 ναυκληροι
καὶ καταπληκτικῆς γενομένης τῆς προσβολῆς οἱ μὲν παρὰ τοῖς Ῥοδίοις ναύκληροι διαγωνιάσαντες περὶ τῶν πλοίων κατέσβεσαν τοὺς πυρφόρους , οἱ
τριηράρχαι κρύπτων τρῆμα τῆς νεὼς ἁλῷ . ἠναγκάζοντο γὰρ οἱ ναύκληροι τοσούτους ναύτας μισθοῦσθαι ὅσα εἶχε τρυπήματα ἡ τριήρης .
6104420 ἀαπτοι
ἀνέρα τόνδ [ ' ] οὗπέρ τε μένος καὶ χεῖρες ἄαπτοι [ ἀτρεκέως ] πεφύασιν ἀπ ' ἀκαμάτοιο σιδήρου .
οἶος ἐπίστηται πολεμίζειν ἡμέτερος θεράπων , ἦ οἱ τότε χεῖρες ἄαπτοι μαίνονθ ' , ὁππότ ' ἐγώ περ ἴω μετὰ
6102949 Φλεγματικον
ἄχρι κούφης ἐπιδήξεως ἢ στυπτηρίᾳ ὑγρᾷ ἢ μίσυϊ λείῳ . Φλεγματικὸν αἷμα καὶ γλίσχρον ποιεῖ τὴν λεύκην , ὅταν τρέψῃ
δὲ προπερικαθαίρειν τοὺς τύλους καὶ οὕτω χρῆσθαι τοῖς φαρμάκοις . Φλεγματικὸν αἷμα καὶ γλίσχρον ποιεῖ τὴν λεύκην , ὅταν τρέψῃ
6101711 καιοντο
τις ἀνὰ φρένας : οἳ δ ' ἐνὶ μέσσῃ πυρκαϊῇ καίοντο λελασμένοι ἠριγενείης . Ἀμφὶ δὲ βουκόλοι ἄνδρες ἐθάμβεον ,
: ὃ δ ' ἐς ποταμὸν τρέψε φλόγα παμφανόωσαν . καίοντο πτελέαι τε καὶ ἰτέαι ἠδὲ μυρῖκαι , καίετο δὲ
6101559 λαβρακες
' ἐν Ἥβας γάμῳ φησίν : ἀόνες φάγροι τε καὶ λάβρακες . μνημονεύει δ ' αὐτῶν καὶ Μεταγένης ἐν Θουριοπέρσαις
' ἱστός , ὁ δὲ διάζεται . κέστραι τε καὶ λάβρακες κοιμίσαι τὸν λύχνον φίλημα δοῦναι δεύτερον νέακας ὑποπίνειν ἐὰν
6100414 κατακοπτουσι
καρποῖς : ἔχουσι δὲ καὶ πρόβατα ὀλίγα ὥστ ' οὐδὲ κατακόπτουσι φειδόμενοι τῶν ἐρίων χάριν καὶ τοῦ γάλακτος : τὴν
δὲ ὄντες οὐχ ἡσσηθήσονται . . . οἳ τοὺς πύργους κατακόπτουσι καὶ κατερείπουσιν . ἱππιοχάρμας δὲ κλόνους λέγει τοὺς πολεμικοὺς
6099542 Δααι
Ὀξυάρτην , ἔχοντες τοὺς ἐκ τῆς Σογδιανῆς ἱππέας , καὶ Δάαι οἱ ἀπὸ τοῦ Τανάϊδος . οἱ δὲ τῶν Βακτρίων
αὐτῷ κέρας οἵ τε Βάκτριοι ἱππεῖς εἶχον καὶ ξὺν τούτοις Δάαι καὶ Ἀραχωτοί : ἐπὶ δὲ τούτοις Πέρσαι ἐτετάχατο ,
6097266 μελαινονται
παρ ' ἡμῖν ἀλωπέκων οὐ μείους εἰσὶ τὰ σώματα , μελαίνονται δὲ τὰ χρώματα καὶ προμήκεις πεφύκασι , καὶ τὸ
πτερὰ πλὴν ὅσον ἐπὶ ταῖς ἀκροτάταις πτέρυξι καὶ τοῖς τραχήλοις μελαίνονται . καὶ τούτους ἅπαντες οἱ λοιποὶ λάροι νομῆς τε
6096973 ἐγκοιλα
προσήνεμα καὶ μετέωρα οὐκ ἐρυσιβᾷ ἢ ἧττον , ἀλλὰ τὰ ἔγκοιλα καὶ ἄπνοα : γίνεται δὲ ἡ ἐρυσίβη πανσελήνοις μάλιστα
πετρώδη , πέτρινα , ἄλιθα , ὀρεινά , βαθέα , ἔγκοιλα , τελματώδη , ὕφαμμα , ψαμμώδη , ἀπόκροτα ,
6094758 ὀβελισκοι
δὲ εὑρίσκεται πλῆθος ἄπιστον : τῶν γὰρ ἐσχαρῶν οὐσῶν πεντήκοντα ὀβελίσκοι γίνονται πεντακόσιοι καὶ χιλιάδες βʹ , κρεῶν δὲ δεκαδύο
εἰρημένων . ὁ Ἀρίσταρχος τῶν βάσεων ἐφ ' ὧν οἱ ὀβελίσκοι τίθενται , ἀπὸ τοῦ διακρατεῖσθαι τοὺς ὀβελίσκους ἐπὶ τούτων
6094468 μελανουροι
καὶ ὁλκίμου ὕλης γόνιμοι , εὐτράπεζοι δέ . σαργοί , μελάνουροι , κάνθαροι εὐστόμαχοι , εὔχυλοι , εὐδιοίκητοι , τροφώδεις
: κιθάριος . ἀδρανέες : ἀσθενεῖς , οἱ λεπτοί . μελάνουροι : οἱ μοσχίται οἱ οὐροῦντες μέλαν , ἢ τὰ
6093755 ταινιαι
ἀδρανέες μελάνουροι τραχούρων τ ' ἀγέλαι βούγλωσσά τε καὶ πλατύουροι ταινίαι ἀβληχραὶ καὶ μορμύρος , αἰόλος ἰχθύς , σκόμβροι κυπρῖνοί
εἶναι τὸν ἔκπλουν δυνατόν : βραχέα γὰρ καὶ διθάλαττα καὶ ταινίαι μακραὶ μέχρι πολλοῦ διήκουσαι παντάπασιν ἄπορον καὶ δύσκολον παρέχουσι

Back