κατασείειν εὐθέτως λαβόμενος τοῦ φάρους . . εὐθέτως εὐθέες . εὐθετοῦν Λ . . . δ : σημειοῦνται τινές ,
ὅτι μάχαιραν καλεῖ τὸ παραξιφίδιον , εἰς τὰς τοιαύτας χρείας εὐθετοῦν . . . . ὣς ὁ μὲν ἐν κλισίῃσι
4737532 φασσας
τὴν σάρκα , συῶν τὰ ἄκρα , πέρδικάς τε καὶ φάσσας καὶ περιστερὰς λαγωούς τε καὶ λεβηρίδας . ποτὸν δὲ
μήρινθον ἐπιτείνει καὶ πάντας ὁμοῦ τοὺς στάλικας ἀναστήσας αἱρεῖ τὰς φάσσας τοῖς τοῦ λίνου κόλποις ἐμπεπτωκυίας . τοιούτοις δὲ καὶ
4698257 ἐναλλαγας
ἢ ὁπλοποιούς : ταῦτα δὲ σημαίνει παρὰ τὰς τῶν ζῳδίων ἐναλλαγάς : ἐπὶ μὲν γὰρ τῶν κέντρων μεγάλους ἀπὸ νεότητος
ποιήσομεν : πολλὰ γὰρ συμβάλλεται πρὸς τὰς καιρικὰς τῶν χρόνων ἐναλλαγάς : ὁτὲ μὲν γὰρ συμβεβαιοῦσα τὰς τῶν ἀποτελεσμάτων δυνάμεις
4687615 ἀφετους
καὶ τοῦ παλαιοῦ τῶν φρενῶν κατασπέρματος , ἢ παρὰ τὸ ἀφετοὺς εἶναι τοὺς κατεχομένους ἐξ αὐτῆς . Λαῦρα , ἡ
καὶ τοῦ παλαιοῦ τῶν φρενῶν κατασπέρματος , ἢ παρὰ τὸ ἀφετοὺς εἶναι τοὺς κατεχομένους ἐξ αὐτῆς . Λαῦρα , ἡ
4579860 νεαρους
τὸ ἀγγεῖον , ὅπως μὴ διαπνεύσῃ , καὶ ἕξεις τούτους νεαροὺς ἐν τῷ χειμῶνι . Τὰς κολοκύντας φυλάξεις , οὕτως
καὶ διὰ τῆς ὑπὸ τῶν ἡγεμόνων παρακλήσεως πάλιν θαρροῦντας καὶ νεαροὺς ταῖς ψυχαῖς γινομένους . τέλος δὲ πρὸς αὐταῖς ταῖς
4570226 ἀπελασεις
ζυγὸν τε - ταγμένων , καὶ τὰς ἐπελάσεις τε καὶ ἀπελάσεις εὐμαρεστέρας παρέχεται , καὶ μόνον τούτων πάντες οἱ ἡγεμόνες
ἀποδιώξεις αὐτάς : καὶ ἀγρίου σικύου τὰς ῥίζας ὁμοίως θυμιῶν ἀπελάσεις αὐτάς . Ἀριστοτέλης δέ φησιν , ὅτι ἡ ὀσμὴ
4498569 ἀποστρεφομενων
μὴ φαίνεσθαι γευομένοις τὸ ὄξος ὠμόν : ἐπὶ δὲ τῶν ἀποστρεφομένων τὸ πλῆθος τοῦ ὄξους , σκευάζεται οὕτως : τοῦ
πρώτους κελεύοντα ὑποπρῆσαι λαμπροτάτῳ πυρί : τῶν δὲ ὀκνούντων καὶ ἀποστρεφομένων , λοιδορεῖν αὐτοὺς ὡς μαλακούς τε καὶ ἀναξίους αὑτοῦ
4496569 ἐποθη
Διόνυσον , ὅτι μιχθὲν τὸ γλεῦκος τῷ ὕδατι τότε πρῶτον ἐπόθη κεκραμένον : διόπερ ὀνομασθῆναι τὰς πηγὰς νύμφας καὶ τιθήνας
τοῦτο δαψιλῶς οὐροῦσί τε τὸ ποθὲν ἐν τάχει τοιοῦτον οἷον ἐπόθη . ἀτονίαν δ ' ἄν τις αἰτιάσαιτο τῶν νεφρῶν
4476720 κοψαντας
εἰ διαβαίνοντας ἴδοιεν τοὺς πολεμίους , τὸ χῶμα τοῦ ποταμοῦ κόψαντας ἐπαφεῖναι τὸ ὕδωρ πᾶν τοῖς ἐναντίοις . ἔχει γὰρ
ὕδατι προαποβρέχοντας καὶ ἀποξύνοντας , ἢ καὶ τὴν οὐσίαν αὐτὴν κόψαντας καὶ μίξαντας ὕδατι θερμῷ ἢ μελικράτῳ , ἢ ὡς
4474128 ἀηδεστατον
γὰρ τυχόντα τῶν πραγμάτων οὐ δεῖται πόνων καὶ τὸ τέλος ἀηδέστατον ἔχει , τὰ σπουδαῖα δὲ τοὐναντίον . εἶτα ἐκ
, καὶ διὰ τοῦτο καὶ ὠφέλιμον , ἐναντιώτατον δὲ τὸ ἀηδέστατον . τὴν δὲ πρώτην αὐτοῦ κρᾶσιν , ὡς ἂν
4463128 ὁμιλητικον
κατασκευῆς , οἰκείαν πρὸς ἀρετήν . Τὸν δὲ σπουδαῖον , ὁμιλητικὸν ὄντα , καὶ ἐπιδέξιον , καὶ προτρεπτικόν , καὶ
μὴ γίνεσθαι μηδενὸς ὄντος μεταξὺ φανεροῦ , ἀνθρώπου δὲ τὸ ὁμιλητικὸν διὰ λόγου , ἢ ὄρθιον τῷ σχήματι ἤ τι
4403806 ἐνιους
οὐ περιφανὴς οὐ τίμιος : οὐκ ἐπίσημος . κατ ' ἐνίους δὲ γράφεται χωρὶς τοῦ οὐ : καὶ περίβλεπτος ,
κατὰ τὴν Ποικίλην , ὁρῶ πλῆθος ἀνθρώπων πάμπολυ συνεστηκός , ἐνίους μὲν ἔνδον ἐν αὐτῇ τῇ στοᾷ , πολλοὺς δὲ
4365150 ἐπιτεχνησει
εἰς ἄλληλα εἰσδυομένων δι ' ὅλων ἀντιπαρέκτασις , ἔτι δυναμένων ἐπιτεχνήσει τινὶ διακρίνεσθαι τῶν ποιοτήτων , ὡς ἐπὶ οἴνου καὶ
μὴ ἔχων ὀστέον , εἴτε φύσει τοιοῦτος εἴη , εἴτε ἐπιτεχνήσει τινὶ γεγονώς : ἔστι δὲ καὶ στρυφνότερος ὁ καρυωτὸς
4352522 ὠφελουσας
πλείονα φευγέτωσαν . τραγημάτων δὲ τὰς σταφίδας ὡς τὰ μέγιστα ὠφελούσας προσφερέσθωσαν , τὰ δ ' ἄλλα πάντα παραιτείσθωσαν .
τούτων ἐνιαχοῦ χρηστέον : εὐρύθμους δὲ ἐπιδεσίας καὶ θεητρικὰς μηδὲν ὠφελούσας ἀπογινώσκειν : φορτικὸν γὰρ τὸ τοιοῦτον καὶ παντελῶς ἀλαζονικὸν
4352420 μεθας
κἀν τῷ πέμπτῳ φάσκων αὐτὸν εἰς τοὺς Ἰνδικοὺς κώμους καὶ μέθας τραπέντα πολλὰ ἀναλίσκειν . καὶ τὰ περιλειπόμενα δὲ τῶν
οὖν κεφάλαιον ἐν τοῖς παροῦσιν . πλησμονὰς προσφάτους φυλακτέον καὶ μέθας : ἐπὶ γὰρ τούτοις οὐδ ' ἄλλος πόνος ἐπιτήδειος
4347476 ἐλλειπεσθαι
εἶναι ἢ παρὰ τὸ λεπιδωτὸν τῶν ἰχθύων ἢ παρὰ τὸ ἐλλείπεσθαι ὀπὸς καὶ φωνῆς . ᾠδήκαντι : Αἰολικῶς ἢ Δωρικῶς
ἐξαίφνης καὶ περιττεύει μὲν καρποὺς πολλοὺς ἐπὶ τὴν γαῖαν , ἐλλείπεσθαι δὲ πολλαχῶς τοὺς δαπανῶντας τούτους , καὶ σάλοι ἀλλεπάλληλοι
4317337 δακνοντας
καὶ † πελωρίου † ἐγκέφαλον τὸν ἀλεκτρυόνος , καὶ Ἰνδοὺς δάκνοντας πέπερι , [ ὅτι μέλαν ἐστὶ καὶ δάκνει ]
, καὶ παρὰ τὸν νόμον τὸν ἐναγώνιον ἀντὶ τοῦ παγκρατιάζειν δάκνοντας , Οὐκ ἀπεικότως , ἔφη , τοὺς νῦν ἀθλητὰς
4274577 φλοιους
καὶ ἀγρίοις χρῶνται καρποῖς , ἀμπέχονται δὲ τοὺς τῶν δένδρων φλοιούς , πίνουσι δὲ τὸν ἐκ τῶν δένδρων καρπὸν ἐκθλίβοντες
ἰσχνῇ καλύπτουσιν : ἢ ὅτι κάρφη τὰ λέπη , τοὺς φλοιούς Αἰγινῆτιν ] εἴδη ῥοιῶν ταῦτα : Κρησὶς ἀπὸ Κρήτης
4274315 σπωμενους
ἐνεργεῖ . Ἐθεασάμην δὲ καὶ ἄλλους ἐπὶ στόματι κοιλίας ἐπιληπτικῶς σπωμένους , ὁπότε σφοδρῶς ἀποπτύσειαν ἢ οἶνον πλείονα ἀκρατέστερον πίοιεν
: μάλιστα δὲ ἀναπολητέον ἐκείνους , οὓς αὐτὸς ἔγνως κενὰ σπωμένους , ἀφέντας ποιεῖν τὸ κατὰ τὴν ἰδίαν κατασκευὴν καὶ
4269602 καθιεντας
: εἰ δὲ μὴ δύναιντο , τοὺς δακτύλους ἢ πτερὰ καθιέντας ἐρεθίζειν : εἰ δὲ μηδ ' οὕτως , αὖθις
τὸ σμῆνος κηφήνων καὶ σφηκῶν . Τοὺς εἰς φιλίαν σοι καθιέντας δοκίμαζε μὴ ἐξ ὧν σοι δωροῦνται , ἀλλ '
4268961 κερασθεν
' ὃν εὐνάζετ ' Ἀνία . τὸ μὲν οὖν πῶμα κερασθέν ἁπαλοὶ φέρουσι παῖδες , τὸ δ ' ἄχος πέφευγε
' ὃν εὐνάζετ ' Ἀνία . τὸ μὲν οὖν πῶμα κερασθέν ἁπαλοὶ φέρουσι παῖδες , τὸ δ ' ἄχος πέφευγε
4236301 κινουσας
σμικράς , ἀλλ ' ὅμως κινουμένας , καὶ κατὰ τοῦτο κινούσας ; τοῖς δὴ συμπλέξασιν εἰς τὸ αὐτὸ κίνησιν καὶ
ἄντικρυς διὰ τὸ κινεῖσθαι τὰς ἀτόμους αἰεὶ καὶ μηδέποτε ἠρεμεῖν κινούσας τὸ ζῶον : ὅλως γὰρ οἱ κινουμένην κατὰ τόπον
4235324 δεκτικους
πολλὰς γὰρ ἔχειν λέγει τὰς μήτρας καὶ τοὺς τόπους τοὺς δεκτικοὺς τοῦ σπέρματος . ὁ τοίνυν θορὸς οὐκ ἐκ μιᾶς
ἀνατομῶν . τῆς μὲν οὖν θύραθεν τροφῆς εἰσιούσης εἰς τοὺς δεκτικοὺς τόπους , κοιλίαν λέγω καὶ ἔντερα , γίνεται ἡ
4226932 ἀποθηκας
καὶ Πειραιεῖ βαδιοῦμαι τὰ ἐκ τῶν νεῶν φορτία ἐπὶ τὰς ἀποθήκας μισθοῦ μετατιθείς . ἄμεινον γὰρ [ ἐπὶ ] θύμοις
χρημάτων ὄντες ἐπιδεεῖς , καὶ μηδὲ καρποὺς καὶ ἀκρόδρυα πρὸς ἀποθήκας συναγαγεῖν εἰδότες , ἀλλὰ μόνην ἐσθίοντες τροφὴν τὴν ἐφήμερον
4156714 ὀξυκρατον
τοῦτον ἐκίρνα , καὶ τὸ ψυχρὸν δὲ ὕδωρ ἢ καὶ ὀξύκρατον ψυχρὸν ἐδίδου πάϲηϲ ἑτέραϲ θερμῆϲ τε καὶ μέϲηϲ ἀπέχων
χρὴ ἀπὸ τῶν μασχαλῶν καὶ βουβώνων , διδόναι δὲ αὐταῖς ὀξύκρατον μὴ ψυχρὸν ἀλλὰ γαλακτῶδες , καὶ προσαντλεῖν ὀξυκράτῳ καὶ
4138390 χοιρειας
τῆς διαφορήσεως , οἷόν ἐστι καὶ τὸ Γαλήνειον : πέρνης χοιρείας παλαιᾶς λίπους , ἀμμωνιακοῦ θυμιάματος , τυροῦ βοείου ἢ
, καὶ ἑνώσαντες χρώμεθα . Αὕτη σκευάζεται οὕτως : πτέρνης χοιρείας παλαιᾶς λίπους σκευασθέντος ὡς προείρηται λίτραν α , ἀμμωνιακοῦ
4134122 πεπωκοτας
πολὺς γὰρ εἰς ἓν μικρὸν ἀγγεῖον χυθείς ὑποσκελίζει ῥᾷστα τοὺς πεπωκότας . Ἑρμῆς ὁ Μαίας λίθινος , ὃν προσεύγμασιν ἐν
πολὺς γὰρ εἰς ἓν μικρὸν ἀγγεῖον χυθεὶς ὑποσκελίζει ῥᾷστα τοὺς πεπωκότας . πρῶτον μὲν ὅταν ἐμοί τι θύωσίν τινες ,
4122535 δυσηκοϊας
δὲ ἐξ αὐτοῦ γινόμενον ἔλαιον ἐνσταζόμενον ὠσὶν ὠταλγίας παύει καὶ δυσηκοΐας ἰᾶται . Γλυκισίδη βοτάνη ἐστιν , ἥντινες καὶ παιωνίαν
κλύζειν ὕδατι θερμῷ μόνῳ καὶ οὕτως ἐγχυματίζειν τοῖς πρὸς τὰς δυσηκοΐας ἀναγεγραμμένοις τοῖσδε : μέλανος ἐλλεβόρου ῥίζαν λείαν μετ '
4104394 ἐωμενον
ἑλόμενον , ὅμως ἐν ᾧ κεῖται τόπῳ ὑπὸ προνοίας οὐκ ἐώμενον ἀπολέσθαι , ἀλλὰ ἀναφερόμενον ἀεὶ πρὸς τὰ ἄνω παντοίαις
παντελὲς καὶ ὁλόκληρον εὑρίσκηται , ἔξω περιρραντηρίων ἀπελαύνεται βωμοῖς οὐκ ἐώμενον προσαχθῆναι , καίτοι ταῖς σωματικαῖς λώβαις ἁπάσαις κεχρημένον ἀκουσίοις
4061223 ἱματιοισι
ἐν γαστρὶ , βούλῃ δὲ εἰδέναι εἰ λήψεται , περικαλύψας ἱματίοισι , θυμία κάτω : κἢν μὲν πορεύεσθαι δοκέῃ ἡ
ὀστράκινον κυθρίδιον καινὸν διάπυρον ποιήσας , περικαθίσας , καὶ περιστείλας ἱματίοισι , θυμιῇν ἐς τὰς μήτρας : τοῦτο ὀδύνας παύσει
4045962 ἀπολειποντας
ἕνα τὸν ἐμπειρότατον , τοὺς δ ' ἄλλους ἕπεσθαι κοσμίως ἀπολείποντας ἀπ ' ἀλλήλων πολύ , ὅπως ἂν ᾖ αὐτῷ
καὶ τῶν μεταγενεστέρων τοῖς εἰς τὰ παραπλήσια φιλοτιμουμένοις ὑπερβολὴν οὐκ ἀπολείποντας . οἱ μὲν οὖν ἱερεῖς ἐκ τῶν ἀναγραφῶν ἔφασαν
4036195 ἀφορωντας
πτέρυγας καὶ κάτω νεύοντας , παρὰ δὲ τὰς βάσεις δράκοντας ἀφορῶντας τοὺς ἀετούς . κατὰ δὲ τὴν τρίτην περιφορὰν κατεσκεύαστο
χρὴ τοὺς πλευριτικοὺς , θεραπεύειν δὲ αὐτοὺς πρὸς τὴν δύναμιν ἀφορῶντας καὶ τὴν φύσιν αὐτὴν τοῦ πάθους . εἰ μὲν
4036158 εὐσαρκους
φαρμακεύειν , ὑποστελλομένους χειμῶνα . Τοὺς δὲ δυσημέας καὶ μέσως εὐσάρκους , κάτω , ὑποστελλομένους θέρος . Τοὺς δὲ φθινώδεας
ποτὲ ψυχθῆναι μειζόνως ἐννήξασθαι ψυχρῷ θέρους ὥρᾳ νέους ὄντας καὶ εὐσάρκους καὶ προεκθερμανθέντας τρίψεσιν . ἔστωσαν δὲ μήτε ἐξ ἀφροδισίων
4030209 πινοντας
χρῆσθαι τοὺς ἀγροίκους Φιλήτας φησι ἀμέλγοντας εἰς αὐτὸ καὶ οὕτως πίνοντας . . ἄωτον παρὰ Κυπρίοις τὸ ἔκπωμα , ὡς
Κίῳ πηγήν φησιν ὕδατος εἶναι , ἀφ ' ἧς τοὺς πίνοντας ἀναισθήτους γίνεσθαι ταῖς ψυχαῖς : εἶναι δὲ καὶ ἐπὶ
4024877 γυμνασιαρχιας
καὶ ἐκκλησιάζοντας , ἔστι δ ' ὅτε καὶ ἀγορανομίας καὶ γυμνασιαρχίας καὶ τὰς ἄλλας λειτουργίας ὑπομένοντας , πολίτας δὲ τοὺς
σημαίνει δὲ μητέρα καὶ τροφόν : ποιεῖ δὲ ἱερωσύνας , γυμνασιαρχίας , χρυσοφορίας , στεμματοφορίας , εὐφροσύνας , φιλίας ,
4023477 μεταγαγωμεν
δριμύτητος ἐκείνῃ προσῆν , τοῦτο πᾶν ἐπὶ τὴν ἡμετέραν εἰκόνα μεταγάγωμεν ἀκριβεῖ τῇ στάθμῃ : πλὴν ὅσον ἐκείνη μὲν ἐν
τάχιον ἀκτέον τοὺς χολὴν ἐμοῦντας , ἵνα ἐπὶ τὴν ἐπιφάνειαν μεταγάγωμεν τὰς ὕλας : ἀλλὰ καὶ ὑποστύφων ὁ οἶνος τόνον
4020941 ἀποβρεγματος
πρόσθετα δριμέα παρέλαβον , ἔλαιον μετὰ πηγάνου καὶ οἰσυπηρῶν ἐρίων ἀποβρέγματος , βούτυρόν τε καὶ ἄρτον μετὰ ῥοδίνου καὶ σελινίνου
εἰς οἶνον ὀλίγον , καὶ τοῖς προειρημένοις ἐπίχει τοσοῦτον τοῦ ἀποβρέγματος ὅσον γευομένῳ σοι καλῶς ἔχειν φανῇ . Τοῖς μὲν
4018192 ὑπερβαλλοντας
. τὰς δὲ στεατοκήλας καὶ πωροκήλας τέμνειν χρὴ , ὁμοίως ὑπερβάλλοντας τῇ ἀριστερᾷ χειρὶ τὸ ὄσχεον , ἔπειτα διαιρεῖν ἐξ
τὸ πολλοὺς μὲν εἶναι τοὺς ἐλάττονας , ἐξαιρέτους δὲ καὶ ὑπερβάλλοντας δʹ . ὧν τὸν μὲν πρῶτον ἐκ δύσεως ὁρμῶντα
4016902 διαιρετικα
τὴν ἐν αὐτῷ θεωρουμένην διαφοράν . τὰ γὰρ τοῦ γένους διαιρετικὰ τῶν εἰδῶν συστατικά , καὶ ἐφεξῆς ὁμοίως , ἕως
οὖσι κατὰ τὰς προόδους τὰς ἀπὸ τῶν αἰτιῶν τὰ μέσα διαιρετικὰ γίνεσθαι τῆς τῶν ἄκρων ὑποστάσεως . ὁ δ '
4012350 ἐπαναξει
μέχρις ἐπιλάβοι τὸ ἔαρ καὶ νεκροὺς ἡμᾶς ὄντας πρὸς ζωὴν ἐπανάξει πάλιν τὸ εἶναι ὥσπερ φυτοῖς χαριζόμενον . Πολλοὶ περιτυχόντες
, δεικνὺς τοῖς συνεῖναι δυναμένοις ὅτι σε μόλις ὁ χειμὼν ἐπανάξει . πρότερον μὲν οὖν σε δάκνειν εἶχον ὡς δειλὸν
4008479 εὐκαταφοροι
ἀλόγοις ὀρέξεσιν . [ Ὅτι μὲν γὰρ ἄλλων ἄλλοι μᾶλλον εὐκατάφοροι πρὸς τὰς ἀλόγους ὀργὰς δι ' ὁποιασδή τινας κράσεις
φέρουσι : διὸ καὶ πάντες εἰσὶν ὑπερβολῇ πρὸς τὸν οἶνον εὐκατάφοροι , διὰ τὸ σπανίζειν παρ ' αὐτοῖς : ἐλαίου
3999147 ἐπιφερωμεν
μὲν οὖν ἡ ἀνάγκη τοῦ λόγου , κἂν ἡμεῖς μηδὲν ἐπιφέρωμεν : ὅμως δὲ ῥηθεῖσα μᾶλλον ἢ σιωπηθεῖσα γενήσεται σαφεστέρα
ἵνα καὶ ὡς γέγραπται ἀναγινώσκοντες μετὰ τὸ αὐθέκαστός τις οὕτως ἐπιφέρωμεν ὢν ἀληθευτικός . ἔστι δὲ τούτων , φησίν ,
3985307 σφιγγε
τούτῳ χρῆσαι : πρῶτον δὲ κατὰ λόγον , ὡς ἅμμα σφίγγε , εἶτα ἀνακλάσας ἔμβαλε καὶ σύνεχε καὶ μὴ δίδου
κατάπλαττε τοὺς τιτθοὺς , εἶτα ἔξωθεν ἐπιθεὶς σπόγγον ἀπὸ ὀξυκράτου σφίγγε τὸ στῆθος δεσμίδι : μετὰ δὲ τρεῖς ἡμέρας τὸ
3980638 πεπονας
οἴναρα , ἀποφθινόντων τῶν φύλλων . βότρυς δὲ ὡραίους καὶ πέπονας καὶ γενναίους καὶ ἀκμάζοντας καὶ ὀργῶντας , ἢ τὸ
, οὓς ἠσθίομεν ἐν Αἰγύπτῳ δωρεάν , καὶ σικύας , πέπονας , πράσα , κρόμμυα , σκόρδα : νυνὶ δὲ
3979236 ἀπεχομενους
ἐς αὐτοὺς ἔργα ἐπιδεικνύντες , ἐφ ' ᾧ τῶν φαύλων ἀπεχομένους μετιέναι ἅπερ αὐτοῖς καλὰ νενόμισται , σωφρονίζουσι σφᾶς ἐπὶ
οἱ φρόνιμοι δέχονται , ὅταν ἴδωσιν αὐτοὺς μηδὲ τῶν οἰκείων ἀπεχομένους . ἀλεκτρυόνας τις ἐν τῇ οἰκίᾳ ἔχων περιτυχὼν πέρδικι
3977638 ἀφιεντας
αἱ νυκτερίδες , καὶ τούτους δὲ νύκτωρ πέτεσθαι , σταλαγμοὺς ἀφιέντας οὔρων , τοὺς δὲ ἱδρώτων , διασήποντας τὸν χρῶτα
ὁρῶν ὑμᾶς ἓν μὲν σχῆμα ἔχοντας , μίαν δὲ φωνὴν ἀφιέντας , ταὐτὰ δὲ βουλομένους . ποῖον μὲν γὰρ θέαμα
3974646 ἀπολαυσαντας
παθοῦσιν ἐγκαλῶ καί φημι δίκαια πεπονθέναι τοὺς τῆς φυγῆς ταῦτα ἀπολαύσαντας . οὓς φαίη τις ἂν αὐτοὺς ἐπισπάσασθαι τὰ τῶν
νέων καὶ προσταξάντων κατ ' οἰκίαν ἑκάστους μετὰ τῆς συγγενείας ἀπολαύσαντας τῶν προσηνεστάτων βρωτῶν τε καὶ ποτῶν ὑπομεῖναι τὸ δεινὸν
3972531 κανθαριδας
καὶ προσθετὰ , δυνάμενα χόριον ἐξάγειν καὶ ἐπιμήνια κατασπάσαι : κανθαρίδας πέντε ἀποτίλας τὰ πτερὰ καὶ τοὺς πόδας καὶ τὴν
καὶ τἄλλα τὰ αὐτὰ διδόναι φάρμακα . Διδόναι δὲ καὶ κανθαρίδας , ἄνευ πτερῶν καὶ κεφαλῆς , τέσσαρας τρίβων καὶ
3969048 καταβαπτειν
πινόμενον μετ ' οἴνου : ἀγαθὸν δὲ καὶ τὸν δάκτυλον καταβάπτειν εἰς πίσσαν ὑγράν , ἔπειτα εἰς οἶνον ἀποκλύζοντα πίνειν
τὰ μὲν ἄκρα διαδεσμεύειν ἢ καὶ εἰς ζεστὸν ὕδωρ αὐτὰ καταβάπτειν , κατὰ δὲ τοῦ στόματος τῆς κοιλίας πλατύστομον σικύαν
3964887 προκομια
ὕστερον ὕβρεως ἦλθον , ὥστε πρῶτοι τὸ πρόσωπον ἐντριψάμενοι καὶ προκόμια περιθετὰ λαβόντες στολὰς ἀνθινὰς φορῆσαι , τὸ δ '
πη - χῶν πέντε : προσπεφυκέναι δὲ ἄρα αὐτοῖς καὶ προκόμια , καὶ πώγωνας καθειμένους καὶ βαθεῖς : καὶ τὸ
3960418 ψυχρους
πλείονα περίτασιν ἐργαζομένων . Πῶς οὖν χρὴ τὰς διὰ τοὺς ψυχροὺς χυμοὺς ἐν τοῖς ἐντέροις ὀδύνας ἰᾶσθαι ; Οὐ θερμαίνοντας
ἤδη τοῦ θερμοῦ ἀνακλήσεσιν ὥσπερ διαμαχομένης τῆς φύσεως καὶ τοὺς ψυχροὺς διαλύειν τε καὶ πέττειν χυμοὺς πειρωμένης , ἀπογεννᾶται πνεύματα
3958199 ἐμουντας
γάρ , κἂν ἤδη πνίγηται . Πρὸς δὲ τοὺς πυκνὰ ἐμοῦντας καὶ μὴ κατέχοντας ῥοῦν καὶ κύμινον τρίψας ἐν τῷ
Φοιτᾷ δὲ νύκτωρ καὶ πρὸς τὰ αὔλια καὶ μιμεῖται τοὺς ἐμοῦντας . ἀκούοντες δὲ οἱ κύνες προσίασιν ὡς ἐπ '
3957223 μηχανωμενους
οὐδὲ ὄρνιθας , οὐδὲ ἵππους καλλωπιζομένους χρυσῷ ἢ ἐλέφαντι λανθάνειν μηχανωμένους [ τοῦ ζῴου ] τὸ γαῦρον . κηʹ .
ὑμᾶς μὲν τοὺς πολλοὺς πείθων , τοὺς δὲ τὰ τοιαῦτα μηχανωμένους κολάζων , μὴ μόνον αὐτοφώρους , ἀλλὰ καὶ ὧν
3940596 γραυσι
ἐπὶ τοῦ γάλακτος γινόμενος πάγος , ἐπεὶ ῥυτιδοῦται ὥσπερ ταῖς γραυσὶ συμβαίνει τὸ σῶμα ῥυτιδοῦσθαι . ἄλλως : τὸ ἐπιπολάζον
πολύσποροι μοῖραι , συμβαίνει δὲ τὸν κατ ' αὐτὰς γενόμενον γραυσὶ συνέρχεσθαι ἢ ἐπισινέσιν ἢ εὐνούχοις συνέρχεσθαι , προβιβάζεσθαι δὲ
3939782 χιμεθλα
τοὺς παῖδας , ὁπόταν ὑπὸ χειμῶνος ῥήξεις τινὰς ὑπομείνωσιν ἢ χίμεθλα ἐπώδυνα , τὴν βοτάνην αὐτοὺς τότε διαφορεῖν ταύτην .
γλαῦκα καὶ μαθήσῃ . ἡ δὲ τῆς χολῆς μίξις καταπλασσομένη χίμεθλα ἰᾶται . Θρίσσα ἰχθύς ἐστι θαλάσσιος μικρός . αὕτη
3939766 θελγεσθαι
καὶ ἡ αἱματώδης ἀκαθαρσία , τὸ δὲ νέκταρ τὸ μὴ θέλγεσθαι κατὰ τὴν τῶν τελευταίων προμήθειαν , ἀλλὰ ἀμειλίκτως καὶ
εἰ πλησίον οὖσα τυγχάνοι , θεασομένους . τοιαύταις ἐκεῖνον ἀκήκοα θέλγεσθαι τὴν ψυχὴν προσδοκίαις , καί , μὰ Δία ,
3937350 ἀκριβεστατους
τῶι μεγέθει , τούτους φρονιμωτάτους εἶναι καὶ κατὰ τὰς αἰσθήσεις ἀκριβεστάτους , κατὰ λόγον δὲ καὶ τοὺς ἐγγυτάτω τούτων ,
δὲ ἰατρικῆς μάλιστα μὲν ἀποδέχεσθαι τὸ διαιτητικὸν εἶδος καὶ εἶναι ἀκριβεστάτους ἐν τούτωι . καὶ πειρᾶσθαι πρῶτον μὲν καταμανθάνειν σημεῖα
3927078 πρῳων
αὐτὴν τοῖς σκορόδοις ἠλείψατε . σικύων πρῴων : τὸ “ πρῴων ” πρὸς τὸ “ σικύων ” : ἐν δύο
ληγουσῶν κολοκυντῶν . οἱ πρώϊμοι σικύαι καλοὶ καὶ ἀβλαβεῖς . πρῴων : τῶν πρὸ καιροῦ φαινομένων . διὰ τὸ ἀηδὲς
3924769 ἐμμειναντα
εἵλωτος , ὁμοίως τοῖς ἀρίστοις τιμῶσι : τὸν δὲ μὴ ἐμμείναντα , κἂν ἐξ αὐτοῦ τοῦ βασιλέως , εἰς τοὺς
ἐγκλίσεσι γράψας ἀνασταίην , γράψας ἀνάστηθι : τά γε μὴν ἐμμείναντα , λέγω διάθεσιν ἢ χρόνων διαφοράν , τῷ ἀκαταλλήλῳ
3919390 ὀνινησι
ὁ χυλὸς αὐτῆς ἐνιέμενός τε καὶ πινόμενος ἀναιρεῖν πέφυκεν . ὀνίνησι δὲ καὶ τοὺς ἀσθματικοὺς καὶ τοὺς ἰκτεριώδεις τῷ ῥύπτειν
καππάρεως τῆς ῥίζης ὁ φλοιὸς τὰς κατ ' ἰσχίον ὀδύνας ὀνίνησι πινόμενός τε καὶ ἔξωθεν τοῖς ἐπιτηδείοις καταπλάσμασι μιγνύμενος .
3918360 ἀντιδοτους
αὐτὸν γενέσθαι παρεσκεύασε . πρὸς δὲ τὸ εὐχερῶς τὰς εἰρημένας ἀντιδότους εὑρίσκεσθαι ἀναγκαῖον ἡγησάμην ἐκθέσθαι τὰς γραφὰς , μάλιστά γε
μέλανος ποιεῖ πρὸς ἑρπετῶν δήγματα : χωρεῖ δὲ καὶ εἰς ἀντιδότους τὰς θηριακάς , χωρεῖ καὶ εἰς τὰς ποδαγρικὰς συνθέσεις
3912081 ἐπιμελεις
οἱ γὰρ πολλοὶ τῶν ἀνθρώπων ἱπποκόμους μὲν πλείονος ὠνοῦνται τοὺς ἐπιμελεῖς καὶ ἐμπείρους ἐκλεγόμενοι , παιδαγωγοὺς δὲ τῶν τέκνων καθιστᾶσι
αὖ πολεμικοὺς τὸ πράττειν τι τῶν πολεμικῶν , τοὺς δὲ ἐπιμελεῖς τὸ πράγματα διοικεῖν : τούς γε μὴν φιλοστόργους ἡ
3905078 ἐμβεβλημενου
καὶ εἰϲ τὸ οὖϲ ἐγχεόμενον χλιαρὸν ἔλαιον , εὐφορβίου βραχέοϲ ἐμβεβλημένου , ὡϲ ἀρκεῖν εἰϲ λίτραν τοῦ ἐλαίου ⋖ δ
ποτὲ μὲν ὕδατι μόνῳ , ποτὲ δὲ καὶ βραχέος μέλιτος ἐμβεβλημένου , καὶ ῥόδων , ἑλίκων ἀμπέλου καὶ βάτου ,
3898544 ἐμβιβαστεον
πόνων χρονίων ὑδρελαίῳ χρησομένους ἐν τῷ δευτέρῳ τοῦ βαλανείου οἴκῳ ἐμβιβαστέον ἐπὶ πλείονα χρόνον . Ἑξῆς ἀκόλουθόν ἐστι καὶ περὶ
τὰ μαλάγματα . εἰ δ ' ἐπιτρέποιεν οἱ καιροί , ἐμβιβαστέον αὐτοὺς εἰς ἔλαιον . προκοπῆς δὲ γενομένης , προσφερέσθωσαν
3883217 πλεους
, φορτίων πλήσαντες . Μάλιστα δὲ βίκους Φοινικηίου κατάγουσι οἴνου πλέους . Ἰθύνεται δὲ ὑπό τε δύο πλήκτρων καὶ δύο
οὐκ ἔστι ὅτε οὐ δύο ἢ τρεῖς ἢ καὶ ἔτι πλέους τῶν παίδων μάχης γινομένης ἀπέθνῃσκον , τούτων δὲ τοιούτων
3881155 μιξεις
τοὺς ἐξ ἀμφοτέρων ἐνδεχομένων ἐν δευτέρῳ σχήματι καὶ τὰς δύο μίξεις ἐν τῷ αὐτῷ σχήματι : εἶτα τὰ αὐτὰ τρία
συχνὸν κύμινον : ἐναντίως δὲ τοῖς ἔμπροσθεν εἰρημένοις ποιεῖν τὰς μίξεις , ἀφαιροῦντα μὲν τοῦ ἐλαίου καὶ τοῦ νίτρου ,
3880219 ἀλειφομενους
μελησίου παραβάλλει τῷ τοῦ δελφῖνος τάχει διὰ τὸ ταχέως τοὺς ἀλειφομένους ὑπ ' αὐτοῦ κατάγειν εἰς τοὺς ἀγῶνας . προτάττει
Ὅμηρος δὲ τὴν τοῦ μύρου φύσιν εἰδὼς οὐκ εἰσήγαγε μύροις ἀλειφομένους τοὺς ἥρωας πλὴν τὸν Πάριν ἐν οἷς φησὶ κάλλει
3866939 ἐρεθισαι
ἔστ ' ἄπιστον ἡ γυναικεία φύσις . πολὺ χεῖρόν ἐστιν ἐρεθίσαι γραῦν ἢ κύνα . φύσει γυνὴ δυσάνιόν ἐστι καὶ
καὶ οὐ δέομαι . εἰ μή τι καιρός ἐστιν ἐπίτηδες ἐρεθίσαι τοὺς δικαστὰς ὡς Σωκράτει . καὶ σὺ εἰ τοιοῦτον
3855719 ἀναγκαζοντας
ἄξιον εἰπόντες τῆς κηδεμονίας Ἱπποκράτους , ἐπεὶ καὶ μισθαρνοῦντας ὁρῶμεν ἀναγκάζοντας δουλεύειν τὰς ἐπιστήμας . ἄλλοι δὲ πιθανοὶ οὕτως ἐξηγήσαντο
προαίρεσιν , ἴσθι ὅτι ὁ ἄνθρωπος οὗτος μυρίους ἔχει τοὺς ἀναγκάζοντας , τοὺς κωλύοντας . οὐκ ἔστιν αὐτῷ χρεία πίσσης
3848290 ἀναστροφας
μεγάλας καὶ σωμάτων νόσους καὶ ἐμποδισμοὺς περὶ τὰς τοῦ βίου ἀναστροφάς , δέος δὲ μή ποτε τελευτήσῃ ἐν τῷ ἔτει
νομογράφους , ῥήτορας , σοφιστὰς μετὰ προσώπων μειζόνων ἔχοντας τὰς ἀναστροφάς . ὁ δὲ τῆς Ἀφροδίτης τὸ πράσσειν παρέχων ποιεῖ
3848002 κυουμενα
κατὰ λόγον κουφίζῃ τὴν κοιλίαν , ὑποληπτέον πολλὰ εἶναι τὰ κυούμενα . ἤδη δὲ καὶ τὰ πλάγια καὶ τὰ προβάλλοντα
ἐστιν ἰσχυρὸν ἐν πεσσῷ σὺν μέλιτι προστιθέμενον . ἐλατήριον τὰ κυούμενα φθείρει προστιθέμενον . καστορίου μετὰ γλήχους ἢ καλαμίνθης ἐπειράθην
3843409 νευρικας
καθάπερ καὶ τοὺς τεταρταίζοντας . γίνεται δὲ καὶ ἄκοπον πρὸς νευρικὰς καὶ ὑστερικὰς διαθέσεις ἐνεργέστατον τὸν τρόπον τοῦτον : κηροῦ
Ἄκοπον πρὸς τὰς ἐκ τῶν κόπων ἀηδίας ποιεῖ καὶ πρὸς νευρικὰς συμπαθείας : σφόδρα ἐστὶ καλόν . τούτῳ χρῶμαι ,
3842570 προσηνως
χρόνον μήτε πεπυρωμένῳ : τὸν γὰρ κατ ' οἶκον ἀέρα προσηνῶς καὶ ὁμαλῶς εὔκρατον οὕτως οὐκ ἐνδέχεται παρασκευάζειν . ἐὰν
' ὃν ἐν δεξιᾷ οἶκος εὖ μάλα φαιδρός , ἀλείψασθαι προσηνῶς παρεχόμενος , ἑκατέρωθεν εἰσόδους ἔχων Φρυγίῳ λίθῳ κεκαλλωπισμένας ,
3841344 Εὐιον
μὴ φευκτὸν ἱστόρημα : μᾶλλον ποίει Διὸς γόνον , Βάκχον Εὔιον ἡμῖν . μύστις νάματος ἦι Κύπρις ὑμεναίους κροτοῦσα :
τυγχάνω , μέμνησο . μαλακὸς ἁνήρ . ἄλλος δὲ χερσὶν Εὔιον γέροντα πολιὸν ἤδη ἔκλινε κοῖλον εἰς κύτος , μειγνύς
3835986 εὐθετειν
τοῦ βοὸς μέρος κόλλοψ καλεῖται , διὰ τὸ εἰς κόλλαν εὐθετεῖν . τοῦ προοιμίου κτλ . γʹ . περὶ τοῦ
φύσεως ἀδιάφθορον καὶ τὸ τῆς Ἀρτέμιδος ὁμογενές : ταύτας γὰρ εὐθετεῖν πρὸς τὸ τηρεῖν τὰ ἀπόρρητα τῶν χρησμῳδουμένων . ἐν
3834837 ποιουντας
καὶ τοὺς ἀντιδίκους οἷός τε ᾖ τις ἐπιδεικνύναι τὸ αὐτὸ ποιοῦντας , καὶ δεινὸν εἶναι φάσκῃ ἐκείνους μὲν ποιεῖν ὑπὲρ
πυρέσσουσι , κόπτων τὸ μέγεθος σεμιδάλεως ἢ χόνδρου , [ ποιοῦντας ] ὀλίγον χρόνον προβρέξας , ἀποχέας τὸ ὕδωρ ,
3829471 μαστιξον
, παράσχισον χρηστῶς , διαπτύξας θ ' ὅλον τῷ σιλφίῳ μάστιξον εὖ τε καὶ καλῶς , τυρῷ τε σάξον ἁλσί
, παράσχισον χρηστῶς , διαπτύξας θ ' ὅλον τῷ σιλφίῳ μάστιξον εὖ τε καὶ καλῶς , τυρῷ τε σάξον ἁλσί
3821671 πανδημους
αὐτοὶ αὑτοῖς ἑκόντες τίθενται , χρῆν δὲ καὶ τούτους τοὺς πανδήμους ἐραστὰς προσαναγκάζειν τὸ τοιοῦτον , ὥσπερ καὶ τῶν ἐλευθέρων
καὶ σὺν ὅπλοις πομπαὶ ἐκπέμπονται , ἔτι καὶ περὶ τὰς πανδήμους νεωλκίας καὶ τὰς συνεκφορὰς τῶν τελευτησάντων : ἔνι γὰρ
3821570 καιομενους
ἰδὼν ὄνειρον οὐκ ὢν πανοῦργος ὑδρωπίασε . τὸ δὲ δοκεῖν καιομένους ἰδεῖν τοὺς πόδας πᾶσιν ἐπίσης κακὸν καὶ σημαίνει ἀποβολὴν
τὴν Ἀνδρομέδαν , ἐπὶ δὲ τοῦ δύνοντος ἢ ἀνθωροσκοποῦντος ζῶντας καιομένους , ἐν δὲ τοῖς τετράποσιν ἀπὸ συμπτώσεων καὶ θραυσμῶν
3820226 ἐντεινεσθαι
τὰς δυνάμεις διαιρῶν φησι δίδυμα [ γὰρ ] τόξα αὐτὸν ἐντείνεσθαι χαρίτων , τὸ μὲν ἐπ ' εὐαίωνι τύχᾳ ,
ἐξ οὗ εἴ τις τοὺς πόδας χρίσειεν , συμβαίνειν εὐθέως ἐντείνεσθαι ἐπὶ πολὺ τὸ αἰδοῖον , καὶ τινῶν μὲν μηδ
3816420 ὀσμας
μῆλα τὰ κυδώνια καὶ ὅσα τῶν στεφανωματικῶν δριμείας ἔχει τὰς ὀσμὰς οἷον τὸ ἀβρότονον μάλιστα καὶ τὸ ἀμάρακον καὶ ὁ
ξηροῦ φύσιν ἐν ταῖς ὀσμαῖς . Τοῦτο γὰρ τὸ τὰς ὀσμὰς ποιοῦν ἢ πάντων ἤ τινων : ὅπερ φανερὸν εὐθὺ
3810865 ἀρουραιων
, καὶ ἐλαίῳ φυρᾶσαι , καὶ παραθεῖναι ταῖς ὀπαῖς τῶν ἀρουραίων μυῶν . γευσάμενοι γὰρ ἀπολοῦνται . Οἱ δὲ κατὰ
' αὐτοῖς φασι περὶ Ἁμαξιτόν : νύκτωρ γὰρ πολὺ πλῆθος ἀρουραίων μυῶν ἐξανθῆσαν διαφαγεῖν ὅσα σκύτινα τῶν τε ὅπλων καὶ
3805234 πεπαιδευμενης
ἀνθρώπων καὶ τὰ τῶν ἄλλων ζῴων , εἴη ἄν τινος πεπαιδευμένης φρενὸς καὶ μαθούσης πολλά . ὡς μὲν οὖν καὶ
φοβερὸν ἔχουσιν αὗται , ὡς φοβοῦσι τοὺς ἀπείρους λόγων καὶ πεπαιδευμένης ἀνηκόους καὶ ἐμμελοῦς γνώσεως ; Οὐ γάρ , εἰ
3804263 ἀφρολιτρον
' αὐτῆς ἤδη , καὶ τῶν διαφορούντων μίγνυμεν , τὸ ἀφρόλιτρον καὶ τὸ λίτρον ἢ τὸ θεῖον ἄπυρον , ὅπερ
μὴ μεγάλης δ ' ἀνάγκης οὔσης , οὐδὲ καταπίνει τις ἀφρόλιτρον κακοστόμαχον ὄν , ἐπεί τοι μᾶλλόν ἐστι λίτρου τμητικόν
3796055 βαναυσους
δὲ παρὰ Θουκυδίδῃ ἐφ ' ἑτέρου εἴρηται . τοὺς δὲ βαναύσους καὶ ἐργαστῆρας ἂν κατὰ Ξενοφῶντα εἴποις . τοὺς μέντοι
κωλῦσον ἐπὶ τὴν φύσιν ὀλισθαίνοντας εἰδώς , ἐπιδιφρίους μὲν καὶ βαναύσους καὶ προσαγωγοὺς ἐπιθυμιῶν αἰσχρῶν τέχνας , ὡς ἀφανιζούσας καὶ
3793144 μεσεντεριον
μεσάραιον ἀπὸ τῶν συμβεβηκότων αὐτῷ τὰς προσηγορίας ἀμφοτέρας θέμενοι , μεσεντέριον μὲν ἀπὸ τῆς θέσεως , μεσάραιον δ ' ἀπὸ
, μάλιστα περὶ βουβῶνάς τε καὶ μασχάλας καὶ σιαγόνας καὶ μεσεντέριον , περὶ ἃ καὶ αἱ χοιράδες συνίστανται . τῶν
3791019 προπυριων
ἐκγιγαρτισμένας κ , λεπίδος , μάννης ἀνὰ ⋖ δ . προπυριῶν ἐπιτίθει . Ψύλλιον ὕδατι βρέξας ἀναλαβὼν ὀθονίῳ χλιαρὸν ἐπιτίθει
ϲταφίδεϲ ἀφαιρεθέντων τῶν γιγάρτων κ , λεπίδοϲ ⋖ γ : προπυριῶν ἐπιτίθει . Ἄλλο . λαδάνου , βδελλίου , χαλβάνηϲ
3787905 ἀστειοτερον
. Γ νῦν αὖθ ' ὁπλοτέρων ἀνδρῶν Γ : οὐδὲν ἀστειότερον τῆς εὑρέσεως . δύο γὰρ δῆθεν ἵστησι παιδία ᾄδοντα
, δεύτερον “ , ὡς Ἀτθίδος δῆλον ὅτι . ἄλλος ἀστειότερον παρὰ πολύἀνέγνων γάρΔημητρίου ” Σαγαλασσέως Παρθονικικά “ * *
3787829 σισαρον
τῶν ἐναντίων εὐστόμαχα καθέστηκεν : ἐν οἷς ἐστι καὶ τὸ σίσαρον καλούμενον , ἀσπάραγος , τεῦτλον τὸ λευκὸν , κόγχαι
στερεόσαρκα : λαχάνων δὲ σέριν ὠμήν τε καὶ ἑφθήν , σίσαρον , ἀνδράχνην , ἀρνόγλωσσον , ἀσπάραγον | ἄγριον :
3771610 ὀρχηστικοι
τὴν ἔνοπλον ὄρχησιν κατ ' ἐνίους τοὺς Διοσκούρους εὑρεῖν : ὀρχηστικοὶ γάρ τινες οἱ Διόσκουροι . ὁ δὲ Ἐπίχαρμος τὴν
καὶ θυμώδεις εἰσὶ καὶ πολεμικοὶ τῇ βίᾳ τοῦ θερμοῦ καὶ ὀρχηστικοὶ δὲ διὰ τὰς ἑτοίμους φυγὰς τῶν βελῶν : ἔστι
3768980 πεσσους
κατὰ κοιλίαν , τότε ἐγχεῖν τοὺς προρρηθέντας κλυσμοὺς , ἢ πεσσοὺς τῆς αὐτῆς δυνάμεως προστιθέναι , εἶτα προσαντλήτωσαν τὸν κόλπον
δι ' ὑδρελαίου καὶ τήλεως ἀφεψήμασιν καταπλάσσοντά τε ὡσαύτως καὶ πεσσοὺς μαλακτικοὺς προσάγοντα . εἰ δ ' ἐγχρονίζοι τὰ τῆς
3768335 ζεσασης
. : Ὅτι μετὰ τοὺς γάμους Ἡρακλῆς , εἴτε χολῆς ζεσάσης , εἴτε ἄλλῳ τρόπῳ παραφρονήσας καὶ μανεὶς , κτείνει
” ζεσάσης δὲ τῆς θαλάσσης , “ ὡς τὸ ” ζεσάσης “ πολὺ τὸ ὕψος περισπᾷ διὰ τὸ κακόστομον :
3766084 πεπεισμενους
πραΰνων * ἀνώγων καὶ κελεύων μίμνειν ἐν τῇ νήσῳ Δήλῳ πεπεισμένους καὶ πειθομένους αὐτοὺς τοῖς θεσφάτοις καὶ σημείοις * ἴσκων
ἐλέγομεν πρὸς ἀλλήλους , ὅτι ὑπὸ τοῦ ἔμπροσθεν λόγου σφόδρα πεπεισμένους ἡμᾶς πάλιν ἐδόκουν ἀναταράξαι καὶ εἰς ἀπιστίαν καταβαλεῖν οὐ
3762129 βαρυτατους
αὖ πρὸς τὴν τῶν αὐλῶν τρύπησιν βλέποντες τρεῖς μὲν τοὺς βαρυτάτους τρισὶ διέσεσιν ἀπ ' ἀλλήλων χωρίζουσιν , τόν τε
τῶν καρπῶν ἐκβολὰς ποιοῦνται , εἶτ ' αὖ πάλιν βότρυας βαρυτάτους πρὸ μεσημβρίας πεπαίνουσι , ὥστε πρὸς τὴν ἑσπέραν δρεπόμενοι
3760727 ἀναλυοντα
εἶναι γεννητήν , πλείονας δὲ δυνάμεις ἔχειν , εἶς ἃς ἀναλύοντα θεωρίας ἕνεκα τὴν οὐσίαν αὐτῆς , λόγῳ τὸν Πλάτωνα
κωλύει φράζοντα ὡς Δημοσθένης ἀτυχεῖν ; τί δὲ κωλύει συλλογισμοὺς ἀναλύοντα ὡς Χρύσιππος ἄθλιον εἶναι , πενθεῖν , φθονεῖν ,
3757884 κωδυας
ἡ κωδύα ἐκτελεωθῇ καὶ τὰ ἄνθη περιρρυῇ . τῆς δὲ κωδύας τὸ μέγεθος ἡλίκον μήκωνος τῆς μεγίστης , καὶ διέζωσται
καὶ συλλεάνας ἄλειφε , καὶ ὠῶν λεκίθοις χρῶ : ἢ κωδύας κόψας καὶ σήσας μετὰ χυλοῦ πολυγόνου , ἢ σέρεως
3754587 συμπληρουμενων
Δίδυμοι μερίζουσιν ἔτη κʹ , τῆς ἀφέσεως γενομένης ἐφεξῆς καὶ συμπληρουμένων [ καὶ ] μηνῶν ζʹ ἐτῶν ιζʹ , τὰ
φιλοσόφων ὑπαρχουσῶν τῶν τὸ λογικὸν συνασκουσῶν αἰσθήσεων καὶ τότε μάλιστα συμπληρουμένων : πρὸς γὰρ ταῖς τεθρυλλημέναις πέντε ἔτι καὶ τὴν
3752346 ἀκμαζοντας
δεσπόταις αὐτῶν ἐκ τῶν ἐμῶν λύτρα καταβαλών , τοὺς δὲ ἀκμάζοντας ταῖς ἡλικίαις εἰς τὸν στρατιωτικὸν κατάλογον κατέταξα , τινὰς
σπεῖρον αὐτοὺς κατὰ τὸν καιρὸν τῶν κριθῶν . ἵνα δὲ ἀκμάζοντας μηδεὶς δύνηται φαγεῖν , σικύου ἀγρίου καὶ ἀψινθίου σπέρμασι
3748264 τρυπας
πωμάσας ἀσφαλῶς τὸ πῶμα καταλιπὼν ἐν αὐτῷ δύο ἢ τρεῖς τρύπας , ὑπόκαιε μέχρις οὗ ὁ ἀναφερόμενος ἀτμὸς καθαρὸς γένηται
οὕτως διὰ χειρουργίας θεραπεύεται . Μελικηρίς ἐστιν ὄγκος ἔχων πολλὰς τρύπας , ἐξ ὧν ἀποῤῥεῖ ὑγρὸν ἐοικὸς μέλιτι , ὅθεν
3744558 πιοντων
δειπνοποιήσας τὰ σπλάγχνα παρέθηκε τοῖς συνωμόταις : ὧν δειπνησάντων καὶ πιόντων τὸ αἷμα οἴνῳ μέλανι μεμιγμένον , ἔδειξεν αὐτοῖς τὸ
δευτέρῳ τριάκοντα μναῖ , τῷ τρίτῳ δέκα . τῶν οὖν πιόντων παραχρῆμα μὲν ἐτελεύτησαν ὑπὸ τοῦ ψύχους τριάκοντα καὶ πέντε
3734628 μυρμηκιαν
ἀπολοῦνται , ἐὰν ὀποῦ Κυρηναϊκοῦ διαχέας ἐλαίῳ ἐπιχέῃς ἐπὶ τὴν μυρμηκιάν . μύρμηκες οὐχ ἅψονται φυτῶν , ἐὰν τὰ στελέχη
ἀπολοῦνται , ἐὰν ὀποῦ Κυρηναϊκοῦ διαχέας ἐλαίῳ ἐπιχέῃς ἐπὶ τὴν μυρμηκιάν . μύρμηκες οὐχ ἅψονται φυτῶν , ἐὰν τὰ στελέχη

Back