, μηνὶ τρίτῳ , καὶ τεκεῖν τοῦ αὐτοῦ ἔτους μηνὸς δωδεκάτου υἱὸν , καὶ ὄνομα αὐτῷ θέσθαι Ἰσσαχάρ . Καὶ
τοὺς χρόνους ἔχῃ ἢ τῶν χρόνων τὴν ὑποδιαίρεσιν χωρὶς τοῦ δωδεκάτου ἢ ἐννάτου ζῳδίου , οὐ διδόασιν ἀποδημίας , τοῦ
6312451 σεληνιακου
κύκλου γίνεται περίμετρος τμημάτων λζ μβ , ἡ δὲ τοῦ σεληνιακοῦ τῶν αὐτῶν λη μϚ , οἵων ἡ μὲν ΒΔ
ἐξ οὐρανοῦ πυρὸς ῥυέντος , τότε δ ' ἐξ ὕδατος σεληνιακοῦ περιστροφῇ τοῦ ἀέρος ἀποχυθέντος : καὶ τούτων εἶναι τὰς
6264022 δεκατου
καὶ αὐτῷ τῷ Ἡρακλεῖ τούτου συμβαίνοντος , καὶ τοῦ ἄθλου δεκάτου τελουμένου , νομίσας ἤδη τι λαμβάνειν τῆς ἀθανασίας ,
, τῶν αὐτῶν ἔσται καὶ ἡ μὲν ΒΖ ὑποτείνουσα Ϛγʹ δεκάτου , ἡ δὲ ὑπὸ ΒΖΕ γωνία τοιούτων ρνʹ καὶ
6160718 φονευθεντος
, ἔθνος Βεβρύκων , ἀπὸ Βύσνου βασιλέως αὐτῶν ὑπὸ Ἴλου φονευθέντος . Βυσσός , ἐθνικόν , καὶ ὀξυτόνως , ὡς
ἐβασίλευσεν , αὐτῶν τῶν Ἡρακλειδῶν ὑπάρχων , καὶ τὴν τοῦ φονευθέντος γυναῖκα Μερόπην ἄκουσαν ἔλαβεν . ἀνῃρέθη δὲ καὶ οὗτος
6016084 γεννωμενου
γάλακτοϲ ἐμπυτιαϲθέντοϲ . νηʹ . Περὶ μέλιτοϲ τοῦ ἐν Ἡρακλείᾳ γεννωμένου . νθʹ . Περὶ γύψου . ξʹ . Περὶ
πολλοῦ τοῦ εἰκῇ μετέχοντες . Ἐπιτείνων δὲ τὸ κάλλος τοῦ γεννωμένου φησὶν αὐτὸ ” ἐν τῷ ἐνιαυτῷ τῷ ἑτέρῳ ”
5998163 ἡμιωβολιον
ξηρανθῆναι . Καὶ ἔπειτα λειώσας ἀπόθου : καὶ λαβὼν χρυσοῦ ἡμιωβόλιον , καὶ ἀρσενίκου χρυσίζοντος δρ . αʹ , μίξας
Σινάπεως ⋖ α , νίτρου ἀφροῦ ⋖ γ , ἐλατηρίου ἡμιωβόλιον . λεάνας ὕδατι πλάσσε τὸ πᾶν εἰς καταπότια ,
5993782 ἐνιαυτου
ἡ δὲ τελευταία χειμῶνι ἔοικεν . ὅσα οὖν αἱ τοῦ ἐνιαυτοῦ ὧραι ἐπιφέρουσι , τοσαῦτα καὶ παρὰ τῶν μηνιαίων ἡγητέον
, ἀνίησιν ἁλμυρὰν νοτίδα . εἶτα ἐάσας διὰ παντὸς τοῦ ἐνιαυτοῦ τῷ φθινοπώρῳ κοπρίσεις αὐτὴν κόπρῳ βοείᾳ καὶ ἱππείᾳ γλυκυτέραις
5975590 καταλειφθεντος
ἐπισφαλές ἐστιν . νέος ἄσωτος καταφαγὼν τὰ πατρῷα ἱματίου μόνον καταλειφθέντος αὐτῷ εἶδε χελιδόνα παρὰ καιρὸν ὀφθεῖσαν καὶ θέρος εἶναι
οὐδενὸς ἔτι λέγουσιν ὀφθῆναι , πολλὴν ζήτησιν αὐτῶν ποιουμένου τοῦ καταλειφθέντος τῆς πόλεως ἡγεμόνος . ὡς δὲ τῇ κατόπιν ἡμέρᾳ
5975546 εἰκαδι
καὶ ἄνυδρον ἐπὶ μίλια ρνʹ , πλανήσαντες αὐτοὺς , τῇ εἰκάδι πέμπτῃ τοῦ Δαισίου τοῦ καὶ Ἰουνίου μηνός . Καὶ
σὺν ὀκτὼ , τέσσαρες σὺν εἰκάδι , Τὰς πέντε σὺν εἰκάδι σὺν ἓξ εἰκάδι . Τῶν Διδύμων τέσσαρες ὡς δὶς
5966321 ἐξηκοντος
φιλοτιμηθεὶς πρὸ τῆς πατρίδος ἀποθανεῖν κατελύθη , Σέξστος δὲ Καῖσαρ ἐξήκοντος αὐτῷ τοῦ χρόνου τῆς ἀρχῆς ἀνθύπατος ὑπὸ τῆς βουλῆς
ἀρχὰς καὶ πλοῦτον | καὶ σῶμα αὐτό , πάλιν αὖ ἐξήκοντος τοῦ χρόνου ἀπαιτήσαιεν | , ἀγανακτήσομεν καὶ πρὸς τὸν
5944492 μηνος
τὴν Φωκίδα , ἔχοντες ἐπισιτισμὸν ἡμερῶν τεσσαράκοντα , τοῦ ἐνεστῶτος μηνὸς λῴου , ὡς ἡμεῖς ἄγομεν , ὡς δὲ Ἀθηναῖοι
τοῦ Β , ὀξύνεται . τὸ δὲ παχών ὀξύνεται ὄνομα μηνὸς παρ ' Αἰγυπτίοις ὄν . τὸ δὲ Πολυσπερχῶν διὰ
5940993 ταμιου
πρόσωπον , ὡς ἐπὶ τοῦ πρεσβευτοῦ μὴ λαβόντος παρὰ τοῦ ταμίου τὰ χρήματα : ἐνταῦθα γὰρ ἐπὶ τὸ πρόσωπον τοῦ
οὐ τολμᾷ καθεῖναι , ἀλλὰ περιέμεινεν συνοδίαν ἢ πρεσβευτοῦ ἢ ταμίου ἢ ἀνθυπάτου καὶ προσκατατάξας ἑαυτὸν παρέρχεται ἀσφαλῶς . οὕτως
5939216 ὁριου
παρὰ τὸν Ἰνδὸν ποταμὸν μέχρι τοῦ πρὸς τῇ μνημονευθείσῃ Ἀραχωσίᾳ ὁρίου , ἀπὸ δὲ μεσημβρίας τῷ Ἰνδικῷ πελάγει . Καὶ
ἢ ] ἐπικαίρως ἐσχηματισμένος ἐπικρατήσει , ὁ δὲ κύριος τοῦ ὁρίου τὴν οἰκοδεσποτείαν ἐφέξει : ἐὰν δ ' ἀμφότεροι ἑνὸς
5920214 ξεστας
ἕψομεν , μέχρι τὸ τρίτον ἀπολειφθῇ , εἶτα προσεπιχέαντες γλεύκους ξέστας Ϛ καὶ ἀψινθίου ἡμίλιτρον ἐπιμελῶς μίξαντες καταγγίζομεν καὶ ἀποτιθέμεθα
δὲ καὶ οἴνου ἐμβάλλουσι παλαιοῦ εἰς τὸν ξέστην τῶν ἰχθύων ξέστας βʹ . Εἶτα εἰ βούλει εὐθέως χρήσασθαι τῷ γάρῳ
5851698 Χαριλλου
ὑπούλῳ μαντεύματι ἐπελθόντες . μετὰ δὲ Χάριλλον τελευτήσαντα Νίκανδρος ὁ Χαρίλλου διαδέχεται τὴν ἀρχήν : καὶ τὰ Μεσσηνίων ἐς Τήλεκλον
ὁ Λάκων ἐν Χρόνων ἀναγραφῇ κατὰ τὸ ὄγδοον ἔτος τῆς Χαρίλλου τοῦ Πολυδέκτου βασιλείας Ὅμηρον φέρει . Βασιλεύει μὲν οὖν
5840619 πιπτοντος
ἢ ὥστε ἄλλον παρ ' ἄλλον τετάχθαι μηδενὸς σημείου μεταξὺ πίπτοντος : πᾶν γὰρ σημεῖον τὸ μεταξὺ κατ ' ἐπίνοιαν
, μάλιστα καὶ τοῦ περὶ ἀποδημίας κλήρου εἰς τὰ ὑπόγεια πίπτοντος . κἂν οἱ κλῆροι πάλιν ὅ τε τῆς τύχης
5840222 βικου
ξέϲτῃ τοῦ γλυκυτάτου ἐλαίου # β καὶ περιϲφιγγομένου ἀκριβῶϲ τοῦ βίκου καὶ ἡλιουμένου ἐπὶ ἡμέραϲ λ . δεῖ δὲ καὶ
, ἐμβάλλοντα δὲ τὰ ῥόδα περιϲφίγγειν χρὴ τὸ ϲτόμα τοῦ βίκου ἔϲωθεν μὲν ὀθονίῳ , ἔξωθεν δὲ δέρματι διὰ τοὺϲ
5812411 διαδικαζειν
φρονοῦντες ἱκανόν . ὁ δὲ γέρων τηρούμενος ξυμπείθετ ' ἔνδον διαδικάζειν καὶ βιοῦν , ἐπεὶ τὸ δικάζειν κέκρικεν ἐκ παντὸς
τὸ βιβλίον : διὰ τοῦ ω . τὴν δὲ κρίσιν διαδικάζειν . τὴν δὲ κρίσιν δικάζειν . μεθιέτω . προϊέτω
5784728 ἱπποφεω
, ὁκόταν οὕτως ἔχῃ , πυριήσας τὴν κεφαλὴν , τῷ ἱππόφεω ὀπῷ ἢ τῷ κνιδίῳ κόκκῳ καθῆραι πρῶτον τὸ σῶμα
ἢν δὲ μὴ αὐτομάτη ταραχθῇ , καθαίρειν αὐτὸν τῷ τοῦ ἱππόφεω ὀπῷ ἢ τῷ κνιδίῳ κόκκῳ : ἐς ἑσπέρην δὲ
5781978 Ἰουνιου
τοῦ Ταύρου εἰσβολὴν πρὸς τοὺς Διδύμους τοῦ ἡλίου φησίν , Ἰουνίου εʹ : εἰ δὲ ἄροτον τὸν σπόρον φησί ,
ἐν Διδύμοις ἡμέρας λαʹ ὥρας ιϚʹ . εἰς τὸν Καρκίνον Ἰουνίου κγʹ ὥρᾳ νυκτερινῇ δʹ : καὶ μένει ἐν Καρκίνῳ
5736160 ὀγδοου
τὸν μὲν αὐτόθεν καθαρὸν κυάμου μέγεθος ἢ θέρμου , τοῦ ὀγδόου μέρους μόνον ἀφεψηθέντος , τὸν δὲ δεῖσθαι μὲν χωνείας
, ἑβδόμου τοῦ δʹ , τεσσαρακαιδεκάτου τοῦ βʹ , εἰκοστοῦ ὀγδόου τοῦ αʹ . ὑπερτέλειοι δέ εἰσιν ὧν τὰ μέρη
5735283 Αὐγουστου
ἀστήρ . Ἄλλως . Ἀδριανοῦ δʹ Μεχὶρ ιγʹ , ἀπὸ Αὐγούστου ρμθʹ . παρὰ τὸν ηʹ , λοιπαὶ εʹ ,
γενέσεως ἐκθήσομαι . Ἀδριανοῦ δʹ Ἀθὺρ λʹ , τὰ ἀπὸ Αὐγούστου γίνονται ρμηʹ : ἃ ἐμέρισα παρὰ τὸν ηʹ ,
5730318 ὀφλοντος
γίγνεσθαι τούσδε : Πρῶτον μὲν ἡ δικάζουσα ἀρχὴ τὰ τοῦ ὀφλόντος τῷ νικήσαντι χρήματα πάντα ἀποδιδότω , χωρὶς τῶν ἀναγκαίων
ὡμολόγησεν , ᾧ πρότερον ἡ γυνὴ συνοικοῦς ' ἐτύγχανεν . ὀφλόντος δέ μοι τὴν δίκην Ἀφόβου τῆς ἐπιτροπῆς καὶ οὐδὲν
5728915 Εὐκλεους
δὲ [ γὰρ ] αὐτόν φησι Δημήτριος ⌈ ἐπὶ ἄρχοντος Εὐκλέους πρὸ τριῶν ἐτῶν εἰς Σικελίαν πεμφθέντα μετὰ νεῶν Λεοντίνοις
διαμαρτυρήσαντα ὁ ἀγών ἐστι . Λυσίας ἐν τῷ κατ ' Εὐκλέους χωρίου ἐξούλης . Αὐτόχθονες : οἱ Ἀθηναῖοι . Δημοσθένης
5720625 Νοεμβριου
δεῖ σε λούεσθαι τὸν Ἀπρίλλον μῆνα μέχρι καὶ ὅλου τοῦ Νοεμβρίου μηνὸς καὶ τοὺς ἀπηγορευμένους μῆνας ἀπέχου τοῦ λούεσθαι :
ἐστὶν ὁ Ὠρίων . φεύγουσαι : τουτέστι δοκὰς φεύγουσι μηνὸς Νοεμβρίου . θύουσιν ἀῆται : ὁρμῶσι καὶ ταράσσονται : ὅθεν
5717741 ἀπογυμνωθεντα
τοι αὐτῷ πῆμα κακὸν βουλευσέμεν ἄλλο , μή ς ' ἀπογυμνωθέντα κακὸν καὶ ἀνήνορα θήῃ . ὣς ἄρα φωνήσας πόρε
ἀγέσθω . ” ἀνήνορα ἄνανδρον : “ μή μ ' ἀπογυμνωθέντα κακὸν καὶ ἀνήνορα θείης . ” ἀναύδῳ ἀφώνῳ :
5709968 τετριμμενου
οἴνῳ πινέτω . Ἢ βατραχίου τοῦ φύλλου καὶ τοῦ ἄνθεος τετριμμένου ὅσον δραχμὴν αἰγιναίην ἐν οἴνῳ πίνειν γλυκεῖ . Ἢν
, καὶ μελίκρητον ὑδαρὲς πινέτω καὶ οἶνον γλυκὺν καὶ τοῦ τετριμμένου ὅσον στατῆρα αἰγιναῖον ἐν οἴνῳ γλυκεῖ πίνειν : ἐπὴν
5704979 Κορωνειας
Σειρήνων τὰ πτερὰ ποιήσασθαι στεφάνους ἀπ ' αὐτῶν λέγονται . Κορωνείας δὲ σταδίους ὡς τεσσαράκοντα ὄρος ἀπέχει τὸ Λιβήθριον ,
. . : Μετάχοιον , φρούριον Βοιωτίας μεταξὺ Ὀρχομενοῦ καὶ Κορωνείας . . . . Τὸ ἐθνικὸν , ἐκ Μεταχοίου
5704472 τιμηματος
μεγάλοις ἐγκλήμασιν , ἤτοι ὅταν πάλιν περὶ μείζονος ἢ ἐλάττονος τιμήματος ὁ λόγος ᾖ , ἐργασόμεθα τὸν τόπον κατασκευάζοντες τῆς
αἰσχυνομένων δ ' ἀμφοτέρων ἑαυτοὺς ἀνειπεῖν διὰ τὸ πενιχρὸν τοῦ τιμήματος , Αἴσωπος στὰς εἰς τὸ μέσον ἀνέκραξεν : „
5698227 Πρυτανιδος
τὸν ποιητὴν , παρὰ Πρυτάνιδι δειπνοῦντα , καὶ ἐπιδεικνυμένου τοῦ Πρυτάνιδος κιβώριά τινα δοκοῦντα πεποιῆσθαι πολυτελῶς , τοῦ κώθωνος εὖ
ὁ ποιητὴς οὐκ Εὐνόμου λέγει τὸν Λυκοῦργον πατρὸς , ἀλλὰ Πρυτάνιδος καὶ τὸν Λυκοῦργον καὶ τὸν Εὔνομον , οἱ δὲ
5691090 ὑποτιθεμενου
κέντρον γραφομένων , ἀφ ' οὗ κατὰ τὸν βόρειον πόλον ὑποτιθεμένου διάγειν δεήσει τὰς μεσημβρινὰς εὐθείας , ἵνα πρὸ πάντων
παραβολή : ἢ οὔτε γεγενημένου οὔτε γινομένου , ἀλλ ' ὑποτιθεμένου τοῦ ῥήτορος εἰ τὸ καὶ τὸ γένοιτο , τί
5681005 ἐνεπρησθη
ἐξέλιπεν ἑσπέρας καὶ ὁ παλαιὸς τῆς Ἀθηνᾶς νεὼς ἐν Ἀθήναις ἐνεπρήσθη , [ Πιτύα μὲν ἐφορεύοντος , ἄρχοντος δὲ Καλλίου
ταύτῃ τῇ νυκτὶ καόμενος : ὑφ ' ὅτου δ ' ἐνεπρήσθη οὐδεὶς οἶδεν . ἐπεὶ δὲ ᾔσθοντο οἱ ἐν τῷ
5680218 ἐκπεσοντος
φερομένου ἐντὸς τοῦ στόματος , ἀλλ ' ἔστιν ὅτε καὶ ἐκπεσόντος ἐκτός : στενὸν γὰρ τὸ στόμα ἐνίαις ὑπάρχει .
τοῦ γὰρ προϋπάρχοντος βασιλέως Στράτωνος διὰ τὴν πρὸς Δαρεῖον φιλίαν ἐκπεσόντος ἐκ τῆς ἀρχῆς ὁ Ἀλέξανδρος ἔδωκεν ἐξουσίαν Ἡφαιστίωνι καταστῆσαι
5674993 ϲταφυλωματοϲ
ἐπὶ τὸν μέγαν , ὁμοίωϲ διὰ μέϲηϲ τῆϲ βάϲεωϲ τοῦ ϲταφυλώματοϲ , ἵνα γένηται τὸ ϲχῆμα τῶν ἐμπεπαρμένων δύο βελονῶν
ῥάμμαϲιν ἀπολινῶϲαι τῇδε κἀκεῖϲε τὸν ὄγκον , ὡϲ ἐπὶ τοῦ ϲταφυλώματοϲ ἐλέγομεν . εἰ δὲ φόβοϲ εἴη τῆϲ τῶν ῥαμμάτων
5665232 Γαμηλιωνος
ἐνάτης καὶ ἑκατοστῆς Ὀλυμπιάδος , ἐπὶ Σωσιγένους ἄρχοντος , μηνὸς Γαμηλιῶνος ἑβδόμῃ , ἔτεσιν ὕστερον τῆς Πλάτωνος τελευτῆς ἑπτά :
σωτηρίοις ] : Οἱ Ἀργολικοὶ συγγραφεῖς ιγʹ εἶναί φασι μηνὸς Γαμηλιῶνος , ὡς Δεινίας ἐν ζʹ Ἀργολικῶν . . .
5664145 Φουριον
ὑπὲρ τῶν ἐν τῷ στρατοπέδῳ , κατέστησαν αὐτοκράτορα μὲν Μάρκον Φούριον . . . . οὗτοι δὲ πάντας τοὺς ἐν
ἀντὶ τῶν ὑπάτων χιλιάρχους ἕξ , Μάρκον Φούριον καὶ Λεύκιον Φούριον , ἔτι δὲ Αὖλον Ποστόμιον καὶ Λεύκιον Λοκρήτιον καὶ
5649718 πεζου
ἤδη σφίσι παντὸς τοῦ στρατεύματος καὶ τοῦ ναυτικοῦ καὶ τοῦ πεζοῦ , ἀπὸ τῶν Ἐπιπολῶν καὶ τοῦ κρημνώδους ἀρξάμενοι ἀπετείχιζον
δὲ στρατεύειν ἐπὶ τὴν Αἴγυπτον . αὐτὸς μὲν οὖν τοῦ πεζοῦ στρατεύματος ἀφηγούμενος προῆγε διὰ τῆς Κοίλης Συρίας , ἔχων
5641761 διακεκριμενως
τὰ γενητὰ προνοίας ἀξιοῦται , ἑβδομαδικόν : ἐν οἷς δὲ διακεκριμένως , μᾶλλον καὶ ἤδη νοερῶς πάντα προείληπται , δεκαδικόν
γὰρ οἱ ἄνδρες ἐν τοῖς οὐσιώδεσι λόγοις τῆς ψυχῆς καὶ διακεκριμένως ὑπάρχειν ταῦτα καὶ ἡνωμένως , καὶ οὐδὲν ἄτοπον τὴν
5633678 ὑψωματος
μὲν κακοποιοὶ πάντοτε ἔσχατοι τάσσονται , πρῶτοι δὲ οἱ τοῦ ὑψώματος κύριοι , εἶτα οἱ τοῦ τριγώνου , εἶτα οἱ
συστάσεσι γενόμενος βασιλικὰς πίστεις ἀνεδέξατο . εἶθ ' οὕτως τοῦ ὑψώματος ἐν Λέοντι εὑρεθέντος καὶ τοῦ κυρίου Ἡλίου μεσουρανήσαντος τῷ
5633271 κατελαβομεν
ὥσπερ οὗτος ἐν τοῖς αὑτοῦ φωρᾶται λόγοις : οἷον Ὄνομα κατελάβομεν , πόλιν καταλιπόντες . Σκόπει τοίνυν . Τοῦτο πάθος
' ὀλίγου καμάτου καὶ ἀγωνίας τὸν ῥηθέντα λιμένα τῆς πόλεως κατελάβομεν . αὐτόθι γὰρ ἔτυχεν ὢν καὶ ὁ τῶν πολεμίων
5623478 Γλαυκιου
ὁ δ ' ἄλλο πλῆθος ἁλίσας ἀπὸ τῶν ἀγρῶν μετὰ Γλαυκίου καὶ Γαΐου Σαυφηίου ταμίου τὸ Καπιτώλιον κατέλαβε . καὶ
, ὡς καὶ μετά τινος τῶν ἄλλων παρηγορικῶν ἐγχυματιζόμενος . Γλαυκίου . . . ⎫ σαρκοκόλλης . . ⎪ ⎬
5618924 ἐπιπαγου
καὶ ὅταν ὑποστῇ , πᾶν τὸ νηχόμενον ὕδωρ μετὰ τοῦ ἐπιπάγου ἀπόχει , τὸ αὐτό τε ποίει πολλάκις , ἄχρις
δὲ ἑξῆς ἑψείσθω τὸ γάλα εἰς τὸ ἥμισυ ἀφαιρουμένου τοῦ ἐπιπάγου , καὶ οὕτως διδόσθω . Εἰ δὲ φλέγμα εἴη
5618855 πτυῃ
τοῦ αὐλοῦ φυλασσόμενος ὅκως μὴ κατακαίηται . Ἐπὴν δὲ καθαρώτερον πτύῃ , ἐγχεῖν αὐτῷ κνίδης σπέρμα , λιβανωτὸν , ὀρίγανον
ἀναφερομένου ἢν πονέῃ , καὶ βῆχες ἐνέωσι , καὶ πτύσματα πτύῃ πυῤῥὰ ἢ πελιὰ , ἢ καὶ λεπτὰ καὶ ἀφρώδεα
5616803 διαβατηρια
διειλεγμένος περὶ τῶν ὑστερησάντων μὲν ἅμα τῷ πλήθει θῦσαι τὰ διαβατήρια κατὰ συντυχίας ἀβουλήτους , ἐκπλῆσαι δ ' εἰ καὶ
Ὀρχομενίους ἀπέστησε Θηβαίων . ὁ δὲ Παυσανίας , ἐπεὶ τὰ διαβατήρια ἐγένετο αὐτῷ , καθεζόμενος ἐν Τεγέᾳ τούς τε ξεναγοὺς
5610885 ͵͵β
αʹ . Οἱ πάντες τοῦ περίπλου τῆς Ταπροβάνης νήσου στάδιοι ͵͵β ͵Ϛτπεʹ . Καὶ περὶ μὲν τῆς Ταπροβάνης νήσου τοσαῦτα
ἀκρωτηρίου τοῦ μέρους τοῦ προειρημένου τῆς ἐντὸς Γάγγου Ἰνδικῆς σταδίων ͵͵β ͵αψκεʹ . Τῷ ἀκρωτηρίῳ τῆς Ἰνδικῆς τῷ καλουμένῳ Κῶρυ
5610205 Μεσωρι
Ἐπιφί . ιαʹ . [ ιβʹ . ] Αὔγουστος : Μεσωρί . ιβʹ . [ ιγʹ . ] Σεπτέμβριος :
Παρθενίου ἢ Ἀπολλωνίου μηνὸς , παρ ' Αἰγυπτίοις Θὼθ ἢ Μεσωρί . ἢ ὅτι ἀσκίαστος ἦν ὁ χῶρος , διὰ
5606878 οεʹ
καὶ ἀναδρομῆς μήτρας , Ἀσπασίας οδʹ . Περὶ ἐμπνευματώσεως μήτρας οεʹ . Περὶ ὑδρωπιώσης μήτρας οϚʹ . Περὶ μύλης ,
ἐπελογισάμεθα πάλιν διὰ δύο τῶν ὑποκειμένων . ἔτους μὲν γὰρ οεʹ κατὰ Χαλδαίους Δίου ιδʹ ἑῷος ἐπάνω ἦν τοῦ νοτίου
5604251 ὀφλῃ
, τίμημα δὲ ὅτι χρὴ πάσχειν ἢ ἀποτίνειν , ἐὰν ὄφλῃ . Κλοπὴ μὲν χρημάτων ἀνελεύθερον , ἁρπαγὴ δὲ ἀναίσχυντον
' ἐκείνης κελεύοντα τῆς ἡμέρας ὀφείλειν ἀφ ' ἧς ἂν ὄφλῃ , ἐάν τε ἐγγεγραμμένος ᾖ , ἐάν τε μή
5595301 ἀπολυω
μοίρας ιεʹ γίνεται νεʹ ἡ διάστασις : εἰς τὰς ιεʹ ἀπολύω ἄλλα δύο δωδεκατημόρια ἕως Σκορπίου : γίνονται μοῖραι ιϚʹ
πείθονται αὐτοῖς . ἐγὼ μὲν οὖν , ἐγὼ μὲν οὖν ἀπολύω καὶ ὑμᾶς τῆς αἰτίας καὶ Ἀγασίαν , ἂν αὐτὸς
5593815 Μωσην
Ἀβάβ : ἐκ δὲ τοῦ Ἰοθὸρ Σεπφώραν , ἣν γῆμαι Μωσῆν . Καὶ τὰς γενεὰς δὲ συμφωνεῖν : τὸν γὰρ
, τρόφευε , κἀγὼ μισθὸν ἀποδώσω σέθεν . ὄνομα δὲ Μωσῆν ὠνόμαζε , τοῦ χάριν ὑγρᾶς ἀνεῖλε ποταμίας ἀπ '
5590323 ἡμιεκτεου
, τουτέστι τὸ δωδέκατον τῶν μηʹ , χοίνικες τέσσαρες . ἡμιεκτέου : τοῦ τετραχοινίκου . ὁ γὰρ μέδιμνος χοίνικας ἔχει
διθυραμβικὸν τετράμετρον . πρότερον ] προτιμότερον . , κρεῖττον . ἡμιεκτέου ] τῶν τεσσάρων χοινίκων , τοῦ χωροῦντος δʹ χοίνικας
5589405 Ἰουλιου
λιμὴν , Καύκακις πόλις καὶ λιμὴν , Σίδα πόλις , Ἰουλίου ἄκρα , πόλις καὶ λιμὴν , Ἕβδομος πόλις καὶ
ἐν Καρκίνῳ ἡμέρας λαʹ ὥρας ιʹ . εἰς τὸν Λέοντα Ἰουλίου κδʹ ὥρᾳ νυκτερινῇ βʹ , καὶ μένει ἐν Λέοντι
5577441 ἀζυμα
ἀσταχύων ἀπαρχή , τὸ ἱερὸν δράγμα : ἕκτη δ ' ἄζυμα : μεθ ' ἣν ἡ τῶν ἑβδομάδων ὄντως ἑβδόμη
ἑορτῆς τὸ σύμβολον „ ἄρτον κακώσεως „ εἶπε , τὰ ἄζυμα . καίτοι τίς οὐκ οἶδεν , ὅτι ἑορταὶ καὶ
5572457 ἀσιτεειν
Ἢν τὰ ὕστερα μὴ δύνηται ἀποφυγεῖν , παραχρῆμα μὲν χρὴ ἀσιτέειν : ἄγνου δὲ πέταλα λεῖα τρίψαντα ἐν οἴνῳ καὶ
ἐπὴν παύσηται τὰ ἐπιμήνια , τοῖσιν ἀρώμασι : κἄπειτ ' ἀσιτέειν χρὴ , καὶ ἀλουτέειν , ξυνίτω δὲ τῷ ἀνδρὶ
5572155 πϚʹ
μθʹ , νβʹ , ξγʹ , ξθʹ , οβʹ , πϚʹ . μὴ λαθέτω δὲ ἡμᾶς ὡς εἰκότως εἰς φυλακτήριον
μθʹ , νβʹ , ξγʹ , ξθʹ , οβʹ , πϚʹ . μὴ λαθέτω δὲ ὡς εἰκότως εἰς φυλακτήριον τοῦ
5569706 Κατωνος
. Ἦ πολιτικὸν ὄντωςὦ ? ? Μηνόδωρετὸ ? ? ? Κάτωνος παράγγελμα ? καὶ λόγου ἄξιον . Τούτοις φημίὦ Θωμάσιεκαὶ
τε ἦσαν αὐτῷ παρὰ τὴν ἐκκλησίαν καὶ εὐφημίαι ποικίλαι . Κάτωνος δ ' αὐτὸν καὶ πατέρα τῆς πατρίδος προσαγορεύσαντος ἐπεβόησεν
5569613 νεωτατου
ἐκδικώτατοί τε γίνονται καὶ λεωργότατοι . καὶ τούτου μὲν ὡς νεωτάτου καταφρονοῦσι , τὸν δὲ πατέρα ἐκερτόμουν καὶ τὴν μητέρα
αὐτῷ πίστιν ἀψευδοῦς ὁμολογίας γενέσθαι τὴν ὡς αὐτὸν ἄφιξιν τοῦ νεωτάτου παιδός , οὗ χάριν καὶ τὸν δεύτερον κατεσχηκέναι ῥύσιόν
5564313 προσαναθεσθαι
καὶ ἐνθέσθαι . λέγοιτο δ ' ἂν καὶ πληρώσασθαι καὶ προσαναθέσθαι ἐπὶ τοῦ καταστρώματος , ἐμβαλέσθαι καὶ ἐσβαλέσθαι . ἐκθέσθαι
τινά φασι θεασάμενον ἐκ τῆς κλίνης αὐτοῦ κρέμασθαι ᾠά , προσαναθέσθαι ὀνειροκρίτῃ : τὸν δὲ εἰπεῖν , ὀρύττων θησαυρὸν εὑρήσεις
5564275 ζωιδιου
οἰκείοισι προσώποις φράζεο νείκεα ταῦτα . καὶ Ἑρμείαο μὲν ὄντος ζωιδίου πρὸς τέκνον ἢ ἐν τέκνοιό γε τάξει κείμενον ,
; ἐροῦμεν γὰρ περὶ τούτου , ὅταν περὶ ἀνατολῆς ἑκάστου ζωιδίου λέγωμεν . τούτου τοῦ κύκλου τοῦ ζωιδιακοῦ τὸ μὲν
5556850 ͵θ
δὲ πρὸς ἄρκτον ἡ Μαιῶτις ὑπέρκειται λίμνη , τὴν περίμετρον ͵θ οὖσα σταδίων , ἧς τὸ στόμα Κιμμερικὸς καλεῖται Βόσπορος
λίμνης , εἰς ἣν τρέχει ὁ Τάναϊς ποταμὸς , στάδια ͵θ , μίλια ασʹ . Ἔστι δὲ τὸ στάδιον ἔχον
5550960 Ἀθυρ
ηʹ τοῦ Ἀνθεστηριῶνος , κατ ' Αἰγυπτίους τῇ κθʹ τοῦ Ἀθύρ , ὥρας γʹ ληγούσης τὸ νότιον μέρος ἥμισυ τῆς
Ἀθέλδεται : διηθεῖται , . , . * . . Ἀθύρ : ὁ μήν : καὶ τὴν Ἀφροδίτην Αἰγύπτιοι καλοῦσιν
5541462 παρασχοντος
. ἀσμένως δὲ τοῦ νεανίσκου τὴν ἀπαλλαγὴν αὐτοῦ δεξαμένου καὶ παρασχόντος ὅσων εἰς τὴν ἐμπορίαν ἐδεῖτο , πολλοὺς μὲν ἀσκοὺς
ταύτην , Πέρσας ἐπὶ Γρανικῷ τοῦ Ἀλεξάνδρου μάχῃ καταγωνισαμένου καὶ παρασχόντος ἄδειαν τοῖς βουλομένοις αὔξειν τὰ ἑαυτῶν , τῆς τέως
5538708 πεπεμμενου
πεπεμμένου : ἤτοι τοῦ καθ ' ἑκάστην τετράδα τοῦ μηνὸς πεπεμμένου , ἤτοι ζημουμένου καὶ κατασκευαζομένου : ἑκάστου γὰρ μηνὸς
εὔπνοις καὶ ξηροῖς τόποις ἀφῃρημένου τοῦ ὑδατώδους καὶ τοῦ καταλοίπου πεπεμμένου μᾶλλον . Ὡς γὰρ ἁπλῶς εἰπεῖν ἡ ξηρότης οἰκειοτέρα
5535260 βανδον
στρατιώτης ἐν καιρῷ παρατάξεως καὶ πολέμου τὴν τάξιν ἢ τὸ βάνδον αὑτοῦ ἐάσῃ καὶ φύγῃ ἢ τοῦ τόπου , ἐν
ΜΕ ὁ μεράρχης ΜΟ ὁ μοιράρχης # βάνδον κουρσόρων # βάνδον δηφενσόρων ΚΦ ὁ παῖς τοῦ φοιδεράτου , ἐάν ἐστι
5533892 Σαραπιδος
Πελαγίαν , τὴν δὲ Αἰγυπτίαν αὐτῶν ἐπονομάζουσιν , καὶ δύο Σαράπιδος , ἐν Κανώβῳ καλουμένου τὸ ἕτερον . μετὰ δὲ
μὲν Διὶ καὶ πρόρρησιν μένουσα , ἀποδοθεῖσα δὲ ὡς τοῦ Σαράπιδος οὖσα , ἀπεδόθη δὲ καὶ ὡς τῷ Διὶ ,
5531746 πεντηκοστου
ἐνιαυτὸν εἰς ἅπαν τοῖς ὠνησαμένοις βεβαιοῦνται , μηδὲν τῆς τοῦ πεντηκοστοῦ ἔτους ἐκεχειρίας βλαπτούσης τοὺς πριαμένους . αἴτιον δὲ τὸ
νόμος ἀεὶ λυτροῦσθαι , τὰς δὲ μὴ λυτρωθείσας ἄχρι τοῦ πεντηκοστοῦ ἔτους ἀποδίδοσθαι προῖκα τοῖς πάλαι κυρίοις , καθάπερ καὶ
5529995 γνωσθησονται
καὶ τῶν ἐν τοῖς δωδεκατημορίοις τριακοστημορίων τῶν ἑξῆς ἀλλήλοις κειμένων γνωσθήσονται αἱ ἀναφοραί , ἐν ᾗ εἰσιν ὑπεροχῇ . ἐκκείσθω
κειμένων [ ἀρχομένων ἀπὸ μεγίστου τοῦ πρὸς τῷ α ] γνωσθήσονται αἱ ἀναφοραί , ἐν ᾗ εἰσιν ὑπεροχῇ , ἀρχόμεναι
5529832 ἡμισεος
δοθέντας ἀριθμούς . Δεῖ δὴ τῶν εὑρισκομένων τὸν ἀπὸ τοῦ ἡμίσεος τοῦ συναμφοτέρου τετράγωνον τοῦ ὑπ ' αὐτῶν ὑπερέχειν τετραγώνῳ
προσοδιακὸν τρίμετρον βραχυκατάληκτον ἐξ Ἰωνικοῦ ἀπὸ μείζονος , χοριάμβου καὶ ἡμίσεος ποδὸς ἀδιαφόρου . Τὸ ηʹ ἰαμβικὸν δίμετρον ἀκατάληκτον :
5528719 Ἰανουαριου
Σύναξον ταύτην τὴν βοτάνην ἀπὸ τῆς πρὸ ιϚʹ καλανδῶν τοῦ Ἰανουαρίου : Αἰγοκέρωτος βοτάνη λάπαθον . Αὕτη δυνάμεις μὲν οὐκ
τὰ δὲ ἐμβάμματα καὶ τὰς ὀπώρας ὡς τὰ προλεχθέντα τοῦ Ἰανουαρίου . ἐκ δὲ τῶν κοδιμέντων καὶ λαχάνων ὁμοίως ὡς
5525779 φοινικια
. καὶ τραγημάτων τὰ πολλὰ φευγέτωσαν , οἷον κάρυα , φοινίκια . τῶν δὲ πιστακίων λαμβανέτωσαν καὶ σταφίδας ἐπάνω τῆς
πιεῖν : ἢ ἡδυόσμου κλῶνας γʹ . καὶ ῥοΐδιον καὶ φοινίκια πότισον . [ Πρὸς ἀδυναμίαν γονάτων . ] Φέρε
5524350 ταγματος
πρὸ τοῦ πολέμου τὸ μὲν ἓν τὸν ἄρχοντα ἔχειν τοῦ τάγματος , τὸ δὲ ἄλλο τὸν πρῶτον ἑκατοντάρχην , τὸν
, τοτὲ μὲν σπείρας ἡγούμενος , τοτὲ δ ' ὅλου τάγματος , ἀρξάμενος ἀπὸ τῶν ὑπάτων Γαίου Ἀκυλλίου καὶ Τίτου
5520151 Γνωσιδικου
πόλιος δὲ Κῶ , πατρὸς δὲ Ἡρακλείδα τοῦ Ἱπποκράτους τοῦ Γνωσιδίκου τοῦ Νέβρου τοῦ Σωστράτου τοῦ Θεοδώρου τοῦ Κλεομυττάδα τοῦ
εἰσὶν οὐκ ἴσμεν : τέσσαρες γὰρ Ἱπποκράται γεγόνασιν , ὁ Γνωσιδίκου , ὁ Ἡρακλείδα , ὁ Δράκοντος καὶ ὁ Θεσσαλοῦ
5512887 Ὀφελτου
τὰ ναυάγια τῶν Ἑλλήνων . ὁ μὲν Ὀφέλτης ἀπὸ † Ὀφέλτου τοῦ καὶ Ἀρχεμόρου κληθείς , ὃς ἦν υἱὸς Λυκούργου
ἀνδράσιν ὡπλισμένοις Νεμείων πανηγύρει τῶν χειμερινῶν . ἐνταῦθα ἔστι μὲν Ὀφέλτου τάφος , περὶ δὲ αὐτὸν θριγκὸς λίθων καὶ ἐντὸς
5511028 ἐξεστω
τὸν ἐπ ' Ἀριστείδου αὐτονόμους εἶναι . ὅπλα δὲ μὴ ἐξέστω ἐπιφέρειν Ἀθηναίους μηδὲ τοὺς ξυμμάχους ἐπὶ κακῷ , ἀποδιδόντων
μὲν οὖν οὐδαμῶς ἀναθετέον , ᾧ [ δ ' ] ἐξέστω καὶ μὴ δέ , τοῦτο νομοθετησώμεθα . ποιητῇ δὴ
5511015 Λευκονοιευς
' ἔστιν ὁ μετὰ ταῦτα φροντίζων ; Μέτων , ὁ Λευκονοιεύς . οἶδ ' , ὁ τὰς κρήνας ἄγων .
, ἔοικε τῆς ἐν Προποντίδι μνημονεύειν ὁ ῥήτωρ νῦν . Λευκονοιεύς : Δημοσθένης ἐν τῷ κατ ' Ἀφόβου . Λευκόνοιον
5510418 ἑψηματοϲ
τοῦ δένδρεοϲ τῆϲ ῥητίνηϲ καὶ ἁλῶν ἀντὶ νίτρου καὶ ὑϲϲώπου ἑψήματοϲ . καὶ ἢν ἐκ τῶνδε ϲμικρὸν ἀνέγρηται ὁ ἄνθρωποϲ
κωδυῶν δὲ ϲυντιθέμενον ἔλλειγμα , καὶ μάλιϲτα τὸ διὰ τοῦ ἑψήματοϲ , πινόμενον ὅϲον κοχλιαρίου ἢ ἑνὸϲ ἡμίϲεωϲ ποϲὸν εἰϲ
5502867 τελευτωντος
αὐτῷ μᾶλλον καὶ δυναστεύει τὸ τῆς παλαιᾶς ἀναρμοστίας πάθος , τελευτῶντος δὲ ἐξανθεῖ τοῦ χρόνου καὶ σμικρὰ μὲν τἀγαθά ,
χρῆται , ἐνίοτε ὡς ἀρσενικῷ , ἐνίοτε δὲ ὡς οὐδετέρῳ τελευτῶντος τοῦ μηνός : τοῦ κατὰ σελήνην λέγει μηνός :
5497514 Αὐλον
διὰ τὸ μὴ ἐῤῥιζῶσθαι μαραινομένων , Ἀδώνιδος αὐτοὺς ἐκάλουν . Αὐλὸν σάλπιγγι συγκρίνεις : ἐπὶ τῶν τὰ ἐλάττω τοῖς μείζοσι
τῆς θύρας : οἷον ἐπὶ αὐτὰς ἀφῖξαι τὰς θύρας . Αὐλὸν σάλπιγγι συγκρίνεις : ἐπὶ τῶν τὰ ἐλάττω τοῖς μείζοσι
5496085 Φεβρουαριου
ἴσα καὶ ἀπαλλάξεις . Ἀπὸ τῆς πρὸ ιαʹ καλανδῶν τοῦ Φεβρουαρίου σύναζον ταύτην : Ὑδροχόου βοτάνη τὸ μάραθρον καλούμενον ,
, τοῦ τῶν Καλάνδων λέγω , ἕως Μεχὶρ τῶν δεκαὲξ Φεβρουαρίου τοῦδε . Εἰ σεισμὸς ἐπιβήσεται γενέσθαι τὴν ἡμέραν ,
5494494 Ἰδαιου
ἐπομβρίαν ἐλθόντα ἐκ Κρήτης , γένος ἀπὸ Ἡρακλέους ὄντα τοῦ Ἰδαίου , τόν τε ἀγῶνα ἐν Ὀλυμπίᾳ θεῖναι καὶ Κούρησι
προὔδωκας : τέρμονά τε : τέρμονα νῦν λέγει τὴν τοῦ Ἰδαίου ὄρους κορυφὴν διὰ τὸ τερματίζειν , πρωτοβόλον δὲ διὰ
5491266 ὑστατου
ταῦτα τιμηθέντος ὑπὸ Ῥωμαίων , πάππος δὲ τοῦ βασιλεύσαντος Καππαδόκων ὑστάτου καθ ' ἡμᾶς , ἱερεὺς δὲ τῶν ἐν Πόντῳ
παῖς ἐξεφάνη εἰς τὸ ἔξω . Ἀφ ' οὗ καὶ ὑστάτου παιδὸς ὄντος ἔστιν ἰδεῖν οἷον ἐξ εἰκόνος τινὸς αὐτοῦ
5489899 Ἑωθεν
δὲ αὐτὸν οἷ κατέδυ , τὸ λοιπὸν ἀνεπαυόμην . “ Ἕωθεν δὲ πάντων ἀπεγνωκότων καὶ νεκρὸν εὑρήσειν με οἰομένων καθάπερ
γὰρ ταῦτα “ θεῶν βοηθῶν καὶ τύχης δεῖται ” . Ἕωθεν προλέγειν ἑαυτῷ : συντεύξομαι περιέργῳ , ἀχαρίστῳ , ὑβριστῇ
5486746 ἀποισει
. Καὶ πῶς ὅ γε μηδὲν λαβὼν μηδ ' ἀναλώσας ἀποίσει λόγον τῇ πόλει ; αὐτὸς ὑποβάλλει καὶ διδάσκει ὁ
λ : διὸ καὶ τὰ παρ ' αὐτὸ τὴν αὐτὴν ἀποίσει γραφήν : οἷον , ἔνοπλος : εὔοπλος : ὑπέροπλος
5480456 κατασκευασθεντος
, ἅπερ ἀναγκαίως εἶχε δημιουργηθῆναι , κατὰ τὸ εἰκὸς ἱεροῦ κατασκευασθέντος ἔδει καὶ ἱερεῖς τοὺς ἐπιτηδειοτάτους αἱρεθῆναί τε καὶ προμαθεῖν
: διὸ οὐδὲ τοῦ ἀγνοῆσαι ὑπεύθυνός εἰμι : τούτου γὰρ κατασκευασθέντος χώραν ἕξει τὸ ἀντιστατικόν : ἄλλως δὲ δυσχερέστερον ἔσται
5478184 Βηρωσος
τῇ μὲν ὑελοειδὲς διαυγές , τῇ δ ' ἀφεγγές . Βήρωσος ἡμιπύρωτον σφαῖραν τὴν σελήνην . Ἡρακλείδης 〚 καὶ Ὄκελλος
τροπὰς τοῦ τροχοῦ . , Ἀ . , Ξενοφάνης , Βήρωσος ἴδιον αὐτὴν ἔχειν φῶς . , Ἀ . [
5477375 θεντος
Πέλαγος † ἀνεχώρησεν . Τευταμίδου δὲ τοῦ Λαρισσαίων βασιλέως πένταθλον θέντος ἐπὶ τῇ τοῦ πατρὸς τελευτῇ Περσεὺς ἀγωνιζόμενος δίσκῳ βαλὼν
ἔχον δὲ καταδρομὴν τοῦ τε νόμου τῶν θεωρικῶν καὶ τοῦ θέντος αὐτόν . πέπτωκε δὲ ἀκολούθως τοῦτο τὸ μέρος .
5475970 Δαιμονος
ὁ κλῆρος τῆς Τύχης . ὁμοίως δὲ καὶ τὸν τοῦ Δαίμονος ἀπὸ μοίρας Σελήνης ἐπὶ μοῖραν Ἡλίου , αἵ εἰσι
τὰς Νύμφας ὀνομασθῆναι . ὅτι δὲ δοθείσης τῆς τοῦ Ἀγαθοῦ Δαίμονος κράσεως ἔθος ἦν βαστάζεσθαι τὰς τραπέζας ὁ Σικελιώτης Διονύσιος
5475721 προκαταλαμβανεται
σημεῖον , ὅτε οὗ ἐκκαλυπτικόν ἐστι , τὸ σημειωτόν , προκαταλαμβάνεται αὐτοῦ ; ἄλλως τε καὶ μαχόμενόν τι προσδέξονται οἱ
σημειωτοῦ ἢ συγκαταλαμβάνεται αὐτῷ ἢ ἐπικαταλαμβάνεται αὐτῷ : οὔτε δὲ προκαταλαμβάνεται οὔτε συγκαταλαμβάνεται οὔτε ἐπικαταλαμβάνεται , ὡς παραστήσομεν : οὐκ
5475534 προϋπαρξαντος
, καὶ ὃν τρόπον οὐδέν ἐστι τὸ ἐφθάρθαι συντελεστικὸν μὴ προϋπάρξαντος τοῦ φθείρεσθαι παρατατικοῦ , οὕτως ἀδύνατόν ἐστι , μὴ
αὐτὸν κανόνα τῶν δύο κεφαλαίων ἐναντίων ὄντων ἀδύνατον ἦν συλλογισμοῦ προϋπάρξαντος μὴ ἀντιθεῖναι ὅρον . ὥσπερ γὰρ ἐπὶ τῶν ἀντιθετικῶν
5474762 πζʹ
τῷ τοῦ τεταρτημορίου τριακοστημορίῳ [ ἀντὶ τοῦ ἀπέχειν αὐτὴν μοίρας πζʹ : αὗται γὰρ ἐλάσσους εἰσὶν τῶν Ϙʹ μοιρῶν τεταρτημορίου
πϚʹ . Μακεδόνι . Τῆς ὀξυθυμίας τὸ ἄνθος μανία . πζʹ . Ἀριστοκλεῖ . Τὸ τῆς ὀργῆς πάθος μὴ καθομιλούμενον
5472438 Ἐλαφηβολιωνος
μνημεῖον . Πρότερον μὲν οὖν φασι τοὺς κατὰ τὴν Ἀπολλωνίαν Ἐλαφηβολιῶνος τὰ νόμιμα συντελεῖν τοῖς τελευτήσασι , νῦν δὲ Ἀνθεστηριῶνος
. Ἡ παράπεμψις καὶ οἷον φυλακή . Ἐπὶ Χαιρωνίδου , Ἐλαφηβολιῶνος ἕκτῃ ἱσταμένου . Ἐλαφηβολιών : μὴν παρ ' Ἀθηναίοις
5471832 εὑρεθεντος
καὶ ἐν τῷ ἑπομένῳ τριγώνῳ Διδύμοις Ζυγῷ Ὑδροχόῳ τοῦ Ἡλίου εὑρεθέντος ἡμέρας προσβλέπειν τόν τε τοῦ Κρόνου καὶ τὸν τοῦ
δὲ ἐν ταῖς Ἀθήναις , ὡς προείρηται , τοῦ τρίποδος εὑρεθέντος ὑπὸ τῶν ἁλιέων , τοῦ χαλκοῦ , ἐπιγραφὴν ἔχοντος
5470316 γλοιωδουϲ
# ιδ : ἕψει τὸ ἔλαιον μετὰ τοῦ χυλοῦ ἕωϲ γλοιώδουϲ ϲυϲτάϲεωϲ καὶ τὰ ξηρὰ λείου τῷ κυπρίνῳ , τὴν
χαμαιλέοντοϲ μέλανοϲ τῆϲ ῥίζηϲ # δ : ϲυνεκλεαίνεται πάντα μέχρι γλοιώδουϲ πάχουϲ , εἶτα καταχρίεται θέρουϲ μὲν ἐν ἡλίῳ πολλάκιϲ
5464595 ἡλιουν
ἀποϲειρώϲαντα ἐμβάλλειν ἐκ τρίτου ἑτέραϲ β # τῶν κρίνων καὶ ἡλιοῦν τὰϲ τρεῖϲ ἡμέραϲ καὶ οὕτωϲ ἐμβάλλοντα ἕτερα ὀλίγα φύλλα
, ἔξωθεν δὲ δέρματι διὰ τοὺϲ γιγνομένουϲ ὄμβρουϲ αἰφνίδιον καὶ ἡλιοῦν ἡμέραϲ κ καὶ οὕτωϲ ϲειρώϲαντα ἀποτίθεϲθαι τοὺϲ βίκουϲ ἐπὶ
5464208 δαφνινου
, ἰοῦ ξυστοῦ # α , εὐφορβίου # α , δαφνίνου ἐλαίου # δ . ποιεῖ καὶ πρὸς κύστιν ἀλγοῦντας
αἴσθησιν ψύξεως ἅμα ταῖς ὀδύναις ὑπομένουσι ποδαγρικοῖς τὸ διὰ τοῦ δαφνίνου συντιθέμενον , ὄντων μὲν καὶ ἄλλων ὁμογενῶν αὐτῷ ,
5463999 ἁλοντος
μὴ τιθέναι . ὅτι τοίνυν οὐδ ' εἰ φανερῶς ἔμελλεν ἁλόντος τούτου μηδεὶς εἰσοίσειν μηδ ' ἐθελήσειν εἰσπράττειν , οὐδ
ὑποθῆξαι , ἵνα ἐκπέσῃ φεύγων καὶ τοῖς δικτύοις καταληφθῇ . ἁλόντος δὲ τοῦ θηρός , ὃ δὲ ἐπινίκιόν τινα οἱονεὶ
5460433 Ζελφαν
καὶ Βελίαρ ἐν σκότει ἔσται μετὰ τῶν Αἰγυπτίων . Καὶ Ζελφὰν τὴν μητέρα ὑμῶν ἀναγάγετε , καὶ ἐγγὺς Βάλλας παρὰ
ἐν γαστρὶ , καὶ τῷ αὐτῷ χρόνῳ τὴν παιδίσκην αὐτῆς Ζελφὰν , τῷ δωδεκάτῳ ἔτει , μηνὶ τρίτῳ , καὶ
5459257 Μαρτιου
β : λείου τῷ πρωτοϲτάκτῳ . Πέμπτην ἄγοντοϲ ἡμέραν τοῦ Μαρτίου μηνὸϲ ἐν οἴκῳ κατωγείῳ εἰϲ κακκάβην ἐλαίου κοινοῦ #
ἀπὸ τῆς ιγʹ τοῦ Δεκεμβρίου μέχρι καὶ τῆς ιγʹ τοῦ Μαρτίου χειμών : καὶ τὰ ζῴδια ταῦτα : ♑ ♒
5458408 ἀποσταντος
δαπάνης ἀπαλλάξαι τοὺς Ἀθηναίους ἐπεχείρησε πράξει παραβόλῳ : Ἀρταβάζου γὰρ ἀποστάντος ἀπὸ τοῦ βασιλέως καὶ μέλλοντος ὀλίγοις στρατιώταις πρὸς τοὺς
: οὐ γὰρ ἐθεράπευον αὐτοῦ τὸν πατέρα , τοῦ ῥήματος ἀποστάντος τῆς γενικῆς . ὁμοίως ὅθ ' ἑὸς δόμος ἀμφεκάλυψεν
5458221 τξε
ζ . Γίνεται οὖν ὁ ἐνιαυτὸς κατ ' αὐτοὺς ἡμερῶν τξε καὶ ε ἐννεακαιδεκάτων . Ἐν δὲ τοῖς σλε μησὶ
ἐστιν ἡμερῶν τξε ἐννεακαιδεκάτων ε . Πλεονάζουσι δὲ αὗται τῶν τξε δʹ ἡμέρας οϚʹ . Δι ' ἣν αἰτίαν οἱ
5453325 τεθλασμενου
σκευαζέσθω : ἐλαίου γλυκέος λίτρ . α . ἄγνου σπέρματος τεθλασμένου γοστ . πηγάνου σπέρματος τεθλασμένου γογ . κασίας κεκομμένης
εἰρημένη : τετρωμένου δὲ τοῦ μυός , ἔτι δὲ καὶ τεθλασμένου , ἐπιδιαιρεῖν χρή , οὐ πάντως δὲ χιέζειν τὸν

Back