γυμνάζειν , εἰ οἷόν τε . ἀθρόωϲ δὲ ἀποϲπώμενοϲ ὁ δρώπαξ δύναται τονῶϲαι τὸ ἐνδεδωκὸϲ πνεῦμα καὶ ἀνακαλέϲαϲθαι πρὸϲ τὴν
κατ ' ἤτρου καὶ ὀσφύος καὶ μηρῶν : ὁ δὲ δρώπαξ ἐχέτω πίσσαν μετὰ κολοφωνίας ἴσα , νίτρου δ '
7028503 Κυδωνιων
ϲκαμμωνίαϲ # α ∠ ʹ . Καθάρϲιον τὸ διὰ τῶν Κυδωνίων μήλων . Μήλων Κυδωνίων ὠπτημένων # δ , πεπέρεωϲ
δὲ καὶ διακλύϲμαϲι πολλάκιϲ ἐπὶ τῶν ϲτοματικῶν χρώμεθα παθῶν . Κυδωνίων μήλων καθαρῶν κοπέντων τοῦ χυλοῦ # β , μέλιτοϲ
6986723 μυρσινου
' ἰδίαν ἢ καὶ μετὰ ψιμυθίου ἢ κηρωτῇ ὑγρᾷ διὰ μυρσίνου καὶ ψιμυθίου ἢ στυπτηρίᾳ ὑγρᾷ πρὸ τοῦ πλησιάζειν ἢ
τὸ ἥμισυ μέρος τοῦ λαδάνου προσβάλλειν καὶ χρῆσθαι μετὰ τοῦ μυρσίνου ἢ μετὰ νάρδου . Ἐκ πυρικαύτου τρίχας φῦσαι :
6970639 τροχισκος
# α ⊂ καὶ χυλοῦ πολυγόνου τὸ ἀρκοῦν . Ἄλλος τροχίσκος : κυμίνου ῥοῦ Συριακοῦ βαλαυστίων τὸ ἄνθος ἀνὰ #
ἰσχυροτέροις δεῖ χρῆσθαι βοηθήμασιν , ἐν οἷς ἐστι καὶ ὁ τροχίσκος ἔχων οὕτω : Κρόκου . . . . .
6968106 ὀρνιθοϲ
μὲν ἐπιβροχαῖϲ ἐλαίου τε καὶ χαμαιμηλίνου καὶ κυπρίνου καὶ ϲτεάτων ὄρνιθοϲ ἢ χηνὸϲ καὶ βδελλίου ἢ ἀμμωνιακοῦ καὶ τῶν παραπληϲίων
κυνὸϲ ἑφθὸν διδόαϲι τῷ δηχθέντι καὶ τῆϲ αἰθυίαϲ δὲ τοῦ ὄρνιθοϲ τὸ ἧπαρ ὀπτὸν διδόμενον ϲὺν ἐλαίῳ καὶ ἅλατι ὀλίγῳ
6962657 ὀπτηθεντων
κυδωνίων . Μήλων κυδωνίων πεπείρων εὐμεγέθων εὐωδεϲτάτων ζύμῃ περιπλαϲθέντων καὶ ὀπτηθέντων τῆϲ ϲαρκὸϲ κεκαθαρμένηϲ # δ μέλιτοϲ ἀπηφριϲμένου # ε
ῥοῦς ἐρυθρὸς καὶ ὁ χυλὸς αὐτοῦ , τέφρα κοχλιῶν ὅλων ὀπτηθέντων , σίδια , κηκίς , γίγαρτα , μέσπιλα ,
6925872 ἡδυοσμου
δὲ ἐν οἷς μὲν ἱεροῖς μίνθης , ἐν οἷς δὲ ἡδυόσμου , ἐν οἷς δὲ σελίνου . ἔνιοι δὲ θᾶττον
ἐστι τὸ ὠμοτριβὲς ἔλαιον προσλαμβάνον κορύμβους κισσοῦ ἢ ἑρπύλλου ἢ ἡδυόσμου χλωροῦ . προϊόντος δὲ τοῦ χρόνου καὶ τῶν θερμοτέρων
6866832 μελιλωτου
ὅλη ἡ κεφαλὴ καταπλασσέσθω καταπλάσματι παρηγορικῷ , ὡς τῷ διὰ μελιλώτου ἢ λινοσπέρμου ἀλεύρου καὶ ἐλαίου σκευαζομένῳ , τοῦ σπληνίου
κοτυληδόνοϲ ἢ ὑοϲκυάμου ἢ ῥόδοιϲ χλωροῖϲ ἢ ξηροῖϲ ἡψημένοιϲ μετὰ μελιλώτου καὶ φοίνιξι καταχρίομεν , ἢ λιθάργυρον μελίλωτα ϲτυπτηρίαν λεάναϲ
6831511 λινοσπερμου
ἐμπύημα τρέποιτο , συνεργητέον ἐστὶ τῇ ἐκπυήσει διὰ τήλεως καὶ λινοσπέρμου , καὶ μᾶλλον τοῦ κριθίνου ἀλεύρου . τούτοις δὲ
τηκτὰ καθ ' αὑτῶν , τοὺς δὲ χυλοὺς τοὺς ἀπὸ λινοσπέρμου καὶ πτισάνης ἐπιμελῶς ἑψήσας , ὥστε μὴ κατακαῆναι .
6830518 μεσπιλων
ὁ χυλὸς , ἐν ἀπορίᾳ δὲ τούτων καὶ ἀχράδων καὶ μεσπίλων καὶ βραβύλων καὶ κρανιῶν καὶ προύμνων . εὔδηλον δὲ
ἀρνογλώσσου χυλῷ καὶ πολυγόνου καὶ στρατιώτου , κυδωνίων τε καὶ μεσπίλων : ἄκρως δὲ ποιεῖ καὶ ὁ τῆς σιδηρίτιδος βοτάνης
6822889 διαφορητικη
λάβῃ ἔλαιον , γίνεται διαφορητικώτερον . Ἡ δι ' ἀσπίδων διαφορητικὴ χοιράδων καὶ τῶν λοιπῶν σκληριῶν , ποιεῖ καὶ πρὸς
τὴν εἰρημένην αἰτίαν . ἡ δὲ διὰ τῆς σκάφης αἰώρα διαφορητικὴ μὲν εἶναι δύναται τῶν παχυμερῶν σωμάτων , τοῦ δὲ
6807116 βϲ
. Ἀλοηδάρια ἀλύπωϲ καθαίροντα . Ἀλόηϲ # γ ἀγαρικοῦ # βϲ ϲκαμμωνίαϲ # α βδελλίου ⋖ δ κόμμεωϲ ϲκώληκοϲ #
. ἔχει ἡ δόϲιϲ ἰϲίου κερ # ε ἐπιθύμου Γρʹ βϲ ἀγαρικοῦ κερ # βϲ εὐφορβίου κερ # γ .
6786219 σχινινον
' [ ἂν ] ἀψινθίου , μήλινον ἢ μαστίχινον ἢ σχίνινον ἀρκέσει τὴν πρώτην : εἰ δὲ μικρὸς ὁ πυρετὸς
ὅτι παχυμερῆ . μικτῆς δ ' ἐστὶ δυνάμεως τό τε σχίνινον καὶ τὸ τερμίνθινον καὶ τὸ μαστίχινον : οὐ γὰρ
6766546 ὠκιμου
ἀναξηραινόμεναι σκληρύνονται τελείως . ξυλώδεις δέ , ὥσπερ αἱ τοῦ ὠκίμου καὶ βλίτου καὶ ἀδραφάξυος καὶ εὐζώμου καὶ ἀνήθου [
ἀνίϲου ⋖ η ϲελίνου ϲπέρματοϲ ⋖ η , λεάναϲ ἐπιμελῶϲ ὠκίμου χυλῷ ἀνάπλαϲϲε τροχίϲκουϲ : τοῦτο ῥοδίνῳ πλείονι λυθὲν ἐπιβροχὴ
6762538 λαδανου
, κοραλλίου , ϲυμφύτου , Ϲαμίου ἀϲτέροϲ , ἀλόηϲ , λαδάνου τὸ ἴϲον : οἴνῳ . Κυτίνων ῥοιῶν , ἀκάνθηϲ
χυλοῦ ὑποκιστίδος κηκίδων Λημνίας σφραγίδος κοραλλίου συμφύτου Σαμίου ἀστέρος ἀλόης λαδάνου ἀνὰ ταρʹ α οἴνῳ ἀναλάμβανε . Σκευασία τοῦ κλειδίου
6761666 καταπλαστεον
γονάτων καὶ ἀγκώνων ἢ μέχρι μασχαλῶν καὶ βουβώνων περιεψυγμένα , καταπλαστέον τρυγὶ κεκαυμένῃ καὶ ἀσβέστῳ ἢ πυρέθρῳ ἢ πεπέρει ,
ἰχωρώδεις , ὁποῖαι ἀπὸ τῶν νεκρωθέντων σωμάτων εἰώθασι ῥεῖν . καταπλαστέον οὖν τοῖς ἐπὶ τῶν κοιλιακῶν καταπλάσμασι , καὶ μάλιστα
6756472 σιδιων
. Ἄλλη σκευασία καταποτίων δυσεντερικοῖς , μάλιστα δὲ λειεντερικοῖς : σιδίων σμύρνης ἀνὰ ⋖ η στυπτηρίας σχιστῆς ν ⋖ δ
ἐποίει . οἷα εἰώθασιν οἱ παῖδες ποιεῖν . κἀκ τῶν σιδίων : ἐκ τῶν λεπύρων τῶν ῥοιῶν . ἐκ μὲν
6754960 στεατος
στέατι : εἰ δὲ διαφορητικώτερον , μείωσον μὲν ἐκ τοῦ στέατος , πρόσθες δὲ τῷ ἐλαίῳ : τινὲς δὲ σὺν
τὸ πέλμα ὡς οὐδὲν ἕτερον . Ῥαγάσιν . Λιθαργύρου , στέατος ὑείου , κηροῦ ἀνὰ ⋖ α , ὠῶν λεκίθους
6751463 Συριακου
πεπέρεως μέλανος . . . . γρ . ιεʹ σίσωνος Συριακοῦ . . . . . γρ . ιβʹ στύρακος
ἐν ἄλλῳ . . . . οὐγγ . δʹ ῥοῦ Συριακοῦ . . . . οὐγγ . βʹ οἴνου .
6748590 αἱμοπτυϊκους
δὲ κύστεως , διαδεῖν τὰ ἄρθρα καὶ ποτίζειν ὡς τοὺς αἱμοπτυϊκούς , ἐπιτιθέναι δ ' ἔξωθεν φοίνιξιν ἀνειλημμένον ῥοῦν ἢ
δὲ γυναῖκας ἔτι καὶ ὑστερικάς , ὁ δὲ τοῦ Ἄρεως αἱμοπτυϊκούς , μελαγχολικούς , πνευμονικούς , ψωριῶντας , ἔτι δὲ
6724432 νεφριτικους
ἐσχάτως ἔχοντας καὶ κοιλιακοὺς ὁμοίως . μετὰ πεπέρεως λεία ποθεῖσα νεφριτικοὺς θεραπεύει . Αἱ δὲ τρίχες αὐτοῦ καυθεῖσαι καὶ λειωθεῖσαι
. ἡ δὲ ῥίζα σὺν πτισάνῃ ἑψουμένη καὶ νῆστις πινομένη νεφριτικοὺς ὠφελεῖ . λεία δὲ σὺν μέλιτι ἐπιτιθεμένη κυνόδηκτα ἕλκη
6724141 δαφνιδων
δρακόντιον , κόστος , νάρδος , θεῖον , σμύρνα , δαφνίδων τὸ ἐντός , καππάρεως ῥίζης ὁ φλοιός , ἀμύγδαλα
κηροῦ , πιτυΐνης , πίσσης Βρυττίας , νίτρου ἐρυθροῦ , δαφνίδων ξηρῶν , στέατος ταυρείου , ἀμμωνιακοῦ θυμιάματος , μάννης
6717091 ἀφιϲτηϲιν
κάτω φλέγμα καὶ χολήν , τὰ δὲ φύλλα καταπλαϲθέντα λέπραϲ ἀφίϲτηϲιν . Κλινοπόδιον θερμαντικῆϲ ἐϲτι δυνάμεωϲ καὶ ξηραντικῆϲ οὐδέπω καυϲτικῆϲ
ἴϲα τρίψαϲ ἐπιθήϲειϲ : ἢ πευκεδάνου ἡ ῥίζα λεπίδαϲ ὀϲτῶν ἀφίϲτηϲιν ἐν τάχει . Τὰ ἄρθρα ξηρότερα τῶν ϲαρκωδῶν ἐϲτι
6716663 λιτρ
Ϛʹ κηροῦ . . . . . . . . λιτρ . αʹ κολοφωνίας . . . . . .
. ιδ . στύρακος χυματίου λίτρ . στ . ἄσπρου λιτρ . γ . κρόκου τριχίνου γοι . ἄμβαρος γοβ
6708099 ϲφαιριων
κυπαρίϲϲου τὰ φύλλα καὶ οἱ βλαϲτοὶ καὶ τὰ νέα τῶν ϲφαιρίων καὶ μαλακὰ ἐπὶ τῶν ϲκληρῶν ϲωμάτων : μιγνύναι δὲ
μυρίκηϲ ὁ καρπὸϲ καὶ χαμαιπίτυοϲ καὶ τῶν χλωρῶν τῆϲ κυπαρίϲϲου ϲφαιρίων τὸ ἀφέψημα κιρνάμενον μετ ' οἴνου , ἢ πυρέθρου
6688991 ἀξουγγιῳ
ἄνθη λεῖα μετὰ κηροῦ καὶ ἐλαίου παλαιοῦ , κυκλαμίνου ῥίζα ἀξουγγίῳ παλαιῷ ἀναλαμβανομένη : χρῶ δὲ καὶ ταῖς ἐπὶ τῶν
ἐπουλοῖ . Ἄλλο . Ὀλύνθους συκῆς ἀγρίας μάλιστα , σὺν ἀξουγγίῳ ἐπιτίθει : πᾶσαν γὰρ συστροφὴν διαφοροῦσιν . Ἄλλο .
6669308 κολυμβαδων
ὕδατοϲ , ἡ δὲ τῶν ταριχηρῶν ἰχθύων καὶ ἡ τῶν κολυμβάδων ἐλαῶν ῥυπτικωτέραϲ εἰϲὶ δυνάμεωϲ : ἰϲχιαδικοῖϲ οὖν καὶ δυϲεντερικοῖϲ
καὶ τῶν ταριχηρῶν ἰχθύων ἡ ἅλμη καὶ τῶν ἐλαιῶν τῶν κολυμβάδων καλῶϲ ἂν ἐνεθείη , ϲικύαιϲ τε κατὰ τοῦ ἰϲχίου
6669262 θαυμαϲτωϲ
προϲβάλῃϲ πεπέρεωϲ λευκοῦ ⋖ δ , ποιεῖ καὶ πρὸϲ ἡπατικοὺϲ θαυμαϲτῶϲ μεθ ' ὑδρομέλιτοϲ , ἐν δὲ τοῖϲ παροξυϲμοῖϲ μετὰ
τοῖϲ ἄλλοιϲ καιομένοιϲ , ἰδιότητι δέ τινι τῆϲ ὅληϲ οὐϲίαϲ θαυμαϲτῶϲ ἐπὶ τῶν λυϲϲοδήκτων ἐνεργεῖ , καὶ μόνη μέν ,
6664791 κηκιδων
ἐντιθέτω , ἢ καὶ μᾶλλον κυτίνων ῥόας καὶ σιδίων καὶ κηκίδων καὶ ὀμφακοῦ ἀνὰ δραχ . βʹ . ἀψινθίου δραχ
, τρυγὸϲ οἴνου ⋖ η , ῥοδίνου ⋖ ι , κηκίδων ὀμφακίνων ⋖ β : οἴνῳ διεὶϲ καὶ μέλιτοϲ ποιήϲαϲ
6656262 Διονυσιας
ὑπὸ τῶν ξένων μὲν ἱερά , ὑπὸ δὲ τῶν Οἰνοαίων Διονυσιάς . Οἰνόη δὲ πόλις ἐν τῇ νήσῳ ἐστί .
ὑπὸ τῶν ξένων μὲν ἱερὰ , ὑπὸ δὲ τῶν Οἰνοαίων Διονυσιάς . Οἰνόη δὲ πόλις ἐν τῇ νήσῳ ἐστί .
6649647 κηρωτης
χωρὶς ἀσπίδος , ἄσβεστος μετ ' ἐλαίου καὶ μέλιτος ὡς κηρωτῆς πάχος ἔχειν , ἐπιτιθεμένη . καὶ μέντοι καὶ ἐπικαυστέον
δʹ ἐν ἄλλῳ . . . . . . ηʹ κηρωτῆς ῥοδίνου . . . . . λιτρ . αʹ
6645813 ῥου
μαστῶν καὶ κακοήθεις ἀναβρώσεις ἢ διασήψεις καὶ τὰ ὅμοια , ῥοῦ βυρσοδεψικοῦ λιαʹ , σφαιρίων νεαρῶν κυπαρίσσου λια , κίκεως
καὶ αἱ ὑϲτερικῶϲ πνιγόμεναι καὶ ἔτι μᾶλλον αἱ ὑπὸ λευκοῦ ῥοῦ ἐνοχλούμεναι . δεῖ δὲ εὐμέγεθεϲ εἶναι τὸ δέρμα καὶ
6644543 βηχικους
φλεγματώδεις , ἰσχνούς , ψυχροκοιλίους , ὑδρωπικούς , ἰκτερικούς , βηχικούς , ἀναφορικούς , κωλικούς , ἐλεφαντιῶντας , τὰς δὲ
σάπωνος ἐν λουτρῷ . [ Τροχίσκος ὁ διὰ σπερμάτων εἰς βηχικούς . ] Λαβὼν ἀνίσου πικροῦ γο . αʹ .
6639988 ὑποκιστιδος
. πρόσθετα δὲ διὰ τοῦ γυναικείου κόλπου στέλλει τὰς αἱμορραγίας ὑποκιστίδος χυλὸς ἢ ἀκακίας σὺν μάννῃ λεανθέντα ἐν ὄξει .
ἱκανῶς ἐψυγμένον . προποτίζειν δὲ βαλαύστιον μετ ' ὀξυκράτου ἢ ὑποκιστίδος χυλὸν ἢ ἀκακίας ἢ λύκιον Ἰνδικὸν ἢ Σάμιον ἀστέρα
6637636 ὀξυλαπαθου
ὡς δυσεντερίας καὶ διαρροίας ἰᾶσθαι , καὶ μάλιστα τὸ τοῦ ὀξυλαπάθου . Λευκοΐου καὶ σύμπας μὲν ὁ θάμνος ῥυπτικῆς ἐστι
ἢ τῆϲ θριδακίνηϲ ἢ ἀνδράχνηϲ ἢ ϲτρύχνου ἢ ϲέρεωϲ ἢ ὀξυλαπάθου ἢ ὄμφακοϲ . οὗτοϲ δὲ οὐ μόνον ψύχει ,
6636439 αἰρινον
ἡ δὲ τούτων ὕλη τῆλίϲ ἐϲτι καὶ λινόϲπερμον κρίθινον ἄλευρον αἴρινον . περιπεπλέχθω δὲ τερεβινθίνη ῥητίνη καὶ χαλβάνη καὶ μέλι
μέλιτι ἢ γλοιῷ ἀναληφθεῖσα ἢ ἐλαίῳ ἢ στέατι χοιρείῳ , αἴρινον ἄλευρον μετὰ περιστερᾶς κόπρου καὶ λινοσπέρμου ἐν οἴνῳ ἑψηθέν
6632127 ξηραντικωτερος
δυνάμεως : καὶ γὰρ ῥύπτει καὶ διαφορεῖ καὶ μαλάττει : ξηραντικώτερος δ ' αὐτῆς ὁ φλοιός . Σιλφίου θερμότατος μέν
δ ' ἐξ ἀλεύρου πυρίνου ταῖς θερμοτέραις . χόνδρος δὲ ξηραντικώτερος μέν ἐστιν ἀλεύρου πυρίνου , ἐπὶ δὲ τῶν ὑγροτέρων
6626514 χαμαιμηλων
ἁλῶν ἐπιβλητέον , ἢ τῷ διαϲπέρμῳ καταπλαϲτέον δι ' ἀποζέματοϲ χαμαιμήλων καὶ ἀλθαίαϲ ἢ ἰϲχάδων καὶ ἴρεωϲ καὶ ἀψινθίου μέλιτόϲ
τρεῖς , φοινίκων λιπαρῶν σαρκός , μαστίχης , στύρακος , χαμαιμήλων τῶν σφαιρίων ἀνὰ οὐγκίαν μίαν , ἀψινθίου κόμης ,
6624479 στεατων
δυνάμεις τῶν πρὸς ἕκαστον ἁρμοζόντων μαλαγμάτων . τοῖς δὲ διὰ στεάτων καὶ δακρύων ἰδίως ἐπὶ νεύρων καὶ ἄρθρων ἐσκληρυμμένων χρώμεθα
τὸ δέρμα κενοῦσαι τὰ περιττώματα , στέαρ λεόντειον ἁπάντων μᾶλλον στεάτων τῶν ἐν τοῖς τετράποσιν , στέαρ χοίρειον ἀδήκτως ,
6619915 ῥοδινης
τοῦ μὲν φαρμάκου μέρος ἕν , κηρωτῆς δ ' ὑγρᾶς ῥοδίνης μέρη δύο : ἐπὶ δὲ τῶν ὀλίγης ἀνακαθάρσεως δεομένων
τὰ χρόνια ἀκράτῳ , πρὸς δὲ τὰ πρόσφατα μετὰ κηρωτῆς ῥοδίνης . ποιοῦσα πρὸς ἕλκη γερόντων καὶ ἁπαλοχρώτων καὶ τῶν
6616979 κηκιδος
κατάπλασσε δὲ ἐπὶ πάχος , ἐὰν θέλῃς ἐνεργότερον αὐτὸ ποιῆσαι κηκίδος ὀμφακίτιδος γο . ιʹ . [ βʹ . Μαστοὺς
: καὶ τῶν σπλάγχνων ἐξαιρουμένων ὑπέσχε τὴν χεῖρα , τῆς κηκίδος εἰς θερμὸν καὶ ἀραιὸν λοβὸν ἀπομαξάμενος τὴν ἐπιγραφήν .
6616824 χηνειου
γίνεσθαι μέγιστον : τὸ μὲν γὰρ ᾠὸν οὐ μεῖζον γίνεσθαι χηνείου , αὐτὸν δὲ γίνεσθαι καὶ ἑπτακαιδεκάπηχυν . Τῶν δὲ
κρόκου καὶ σμύρνης γάλακτι ἀνέντες , ἢ κηρωτῇ διὰ στέατος χηνείου γενομένῃ μίξαντες καὶ ἀναλαβόντες ἐρίῳ , καὶ οὐ τὴν
6614028 σχινινου
ῥεούσας τρίχας τοῦ μιχθέντος ἔκ τε τοῦ λαδάνου καὶ τοῦ σχινίνου ἐλαίου . δῆλον δ ' ὡς ξυραμένοις μὲν παχύτερον
λάδανον ἴσα λειώσας μετ ' ἐλαίου ὀμφακίνου ἢ μυρσίνου ἢ σχινίνου ἐπίχριε . ἄλλο . λάδανον ἀποβρέξας σὺν οἴνῳ Ἀμιναίῳ
6613711 κυδωνιων
πέττουσιν . ἔστι δ ' ἡ σκευασία τοιαύτη : τῶν κυδωνίων μήλων , τῶν μειζόνων καὶ ἡδέων , τοῦ χυλοῦ
ἰσχυρότερα τό τε τῆς μυρσίνης ἀφέψημα καὶ τὸ τῶν στρυφνῶν κυδωνίων μήλων ἀκρεμόνων τε πρίνου καὶ φηγῶν βαλανίων τε αὐτῶν
6611900 Κελτικηϲ
, βράθυοϲ ἀνὰ # δ , κυπαρίϲϲου ϲπέρματοϲ , νάρδου Κελτικῆϲ , μαλαβάθρου μετὰ τῶν φύλλων , ῥόδων ξηρῶν ἀνὰ
διὰ πολλῆϲ πείραϲ ἐϲτὶ τοῦτο : ἀψινθίου κόμηϲ , νάρδου Κελτικῆϲ , ἀϲάρου , κρόκου ἀνὰ # α , ἴρεωϲ
6608204 ῥοδοδαφνηϲ
φυραθεὶϲ καὶ ἐν διαφόροιϲ ἀποτεθεὶϲ τόποιϲ . ψύλλοιϲ ὀλέθριον : ῥοδοδάφνηϲ ζεϲθείϲηϲ θαλάϲϲῃ ἢ ἅλμῃ τὸ ἀπόζεμα ῥαινόμενον . ἄλλο
ἐπίχριε τὰϲ ὑγροτέραϲ ψώραϲ . Ἄλλο , ᾧ χρώμεθα . ῥοδοδάφνηϲ ἁπαλὰ φύλλα ϲυνέψηϲον ἐν ἐλαίου # α , ἕωϲ
6607246 ἀντιδοτος
ἡ δι ' ἐχιδνῶν Ἀνδρομάχου μέγιστόν ἐστι βοήθημα . Ἡροδότου ἀντίδοτος πρὸς λειεντερίαν ἡ λεγομένη σάμψα : μελαίνης ἐλαίας ἑψήσας
' ἄλλας τκεʹ ἡμέρας ⋖ τὸ ςʹʹ ὁμοίως . Ἄλλη ἀντίδοτος ποδαγρικὴ πεπειραμένη . Ἀνίσου , κυμίνου αἰθιοπικοῦ , πεπέρεως
6602476 κηρωτηϲ
μέλαιναν ᾗ ϲμῶνταί τινεϲ , ϲὺν ὄξει ἑνώϲαϲ καὶ ποιήϲαϲ κηρωτῆϲ πάχοϲ κατάπλαϲϲε καὶ μὴ αὐτὰ ἐρέθιζε μηδαμῶϲ . Ἄλλο
. καρδάμωμον φρύξαϲ ϲὺν ὄξει καὶ ῥοδίνῳ λείου καὶ ποιήϲαϲ κηρωτῆϲ πάχοϲ ἐπιτίθει καὶ ἰάϲῃ τάχιϲτα . Ἄλλο . γῆϲ
6597233 τρυγοϲ
ταυρείαϲ ῥινημάτων ⋖ η : τρίψαϲ ϲμῶ . Ἄλλο . τρυγὸϲ κεκαυμένηϲ ⋖ ι , ὀροβίου ⋖ ι , ἐρεγμοῦ
ϲτακτῆϲ , ὀξάλμηϲ : εἶτα προϲπάϲϲειν ξηρῷ νίτρῳ ἢ μετὰ τρυγὸϲ ὄξουϲ ἢ τῷ λαμβάνοντι νίτρου ἀφροῦ # α ,
6595994 Κηρωτη
, ζιγγιβέρεως , ἑλενίου , νίτρου ἀνὰ ⋖ η . Κηρωτὴ στομαχική . Ἀψινθίου , ἀλόης , μαστίχης , στύρακος
περιωδυνίας . τούτῳ ἐχρησάμην καὶ ἐπὶ σπλάγχνων χρονίως φλεγμαινόντων . Κηρωτὴ ἐπὶ πλεῖστον δοκιμασθεῖσα πρὸς τὰς φλεγμονὰς τῶν ποδῶν ,
6595932 ἀνδραχνης
τῆς θρίδακος σπέρμα διαμασώμενον καὶ πινόμενον , καὶ τὸ τῆς ἀνδράχνης σπέρμα καὶ τὰ προρρηθέντα ἐν τοῖς περὶ πυρετῶν .
τοῦτο δυσεντερίας , ὅσαις οὐδέπω σηπεδονῶδες ἐγεγόνει τὸ ἕλκος . ἀνδράχνης χυλὸς ἐπιτήδειος δυσεντερικοῖς πινόμενος . ἁρμόττει δὲ καὶ ἀρνόγλωσσον
6594014 μυροβαλανου
ἀμμωνιακοῦ θυμιάματος # β , βδελλίου # δ # , μυροβαλάνου , οἰνάνθης ἀνὰ # γ , κρόκου , κυπέρου
μάκερ λι γαλαγγὰ λι βαλϲάμου λι καρποβαλϲάμου λι ξυλοβαλϲάμου λι μυροβαλάνου λι φύλλου ἰνδικοῦ λι καϲίαϲ λι ξηροκαρυοφύλλου λι πεπέρεωϲ
6593789 περδικιου
καὶ ψυλλίου , καὶ πολυγόνου , καὶ τριβόλου , καὶ περδικίου , καὶ νυμφαίας , καὶ ἀνδράχνης : οὐκ ἀνίησι
θριδακίνης , κοτυληδόνος , φακοῦ τοῦ ἐπὶ τῶν τελμάτων , περδικίου , καὶ τὰ παραπλήσια , κηρωτὰς δὲ ἐπιτιθέναι τοῖς
6580646 Κρητικου
τῶν μιγμάτων : πηγάνου ἀγρίου ϲπέρματοϲ # θ , ὑϲϲώπου Κρητικοῦ # θ , μαράθρου ϲπέρματοϲ , νάρδου Κελτικῆϲ ,
φλεγμονὴ μετριωτέρα γένηται : τοιαῦτα δέ ἐϲτι τὰ διὰ γλυκέοϲ Κρητικοῦ καὶ τραγακάνθηϲ καὶ κόμμεωϲ καὶ ἀμύλου καὶ τῶν λιπαρῶν
6577267 γοστ
δὲ ὁ οἶνος ἀπηλλαγμένος πάσης στύψεως . Ἄλλο . Κηροῦ γοστ . ἀμώμου , μαστίχης ἀνὰ γοα . ὀποβαλσάμου ,
λινοσπέρματος ἀνὰ λίτρ . α . χαμαιμήλων , μελιλώτων ἀνὰ γοστ ἤτοι οὐγ . στ . οἴνου παλαιοῦ στύφοντος ξέστ
6575923 μαννης
κατουλοῖ καὶ ἀναπληροῖ : καδμείας βοτρυίτιδος δρ . ηʹ , μάννης Λιβάνου δρ . ηʹ , κρόκου δρ . εʹ
. Ἢ ἀλήτου σητανίου ὀξύβαφον , κόμμεως λευκοῦ ἥμισυ , μάννης τρίτον μέρος , καὶ σχοίνου ὀλίγον , ἢ πίτυος
6573992 Γιγαρτα
καί τινες τῶν γυναικῶν ἐπὶ τὸ πρόσωπον αὐταῖς χρῶνται . Γίγαρτα ξηραίνει μὲν ἱκανῶς , ψύχει δὲ μετρίως καὶ στύφει
καὶ ἀπορρύψαι καὶ ἐκφράξαι : πικρὰ γὰρ ἰσχυρῶς ὑπάρχει . Γίγαρτα ξηρὰ μέν ἐστι κατὰ τὴν δευτέραν τάξιν , ψυχρὰ
6572542 σκευασια
. Θυμιάματος τοῦ βασιλικοῦ σκευασία ρμϚʹ . Θυμιάματος μοσχάτου Θεοπέμπτου σκευασία ρμζʹ . Θυμιάματος καλοῦ ῥοδάτου σκευασία ρμηʹ . Μοσχάτου
, βλάβην δ ' οὐδεμίαν ἑτέραν προστρίβεται . χειρίστη δὲ σκευασία πτισάνης ἐστίν , ὅταν οἱ μάγειροι τρίψαντες αὐτὴν ὠμὴν
6569825 φθισικους
ἔχῃς τῆς κεφαλῆς τοῦ ἰχθύος σὺν τοῖς λεχθεῖσιν , καὶ φθισικοὺς ὠφελεῖ σφόδρα . Στοιχεῖον ψʹ . ψύλλιος βοτάνη ,
δὲ ἔντερα κωλικούς . ἡ δὲ καρδία καὶ ὁ πνεύμων φθισικοὺς ἰῶνται . Ψιττακός ἐστι πτηνὸν ὡραῖον , πράσινον ,
6565198 ἀκακιας
, μηκωνίου ⋖ α , ὑοσκυάμου χυλίσματος ⋖ α , ἀκακίας ⋖ α , νάρδου ὀβολοὶ β , χαλκοῦ ἐρυθροῦ
β , βδελλίου # α , καρποβαλσάμου # α , ἀκακίας # β , ὀποβαλσάμου # β . Φύλλου #
6563726 πολυγονου
Λημνία ϲφραγίϲ , λίθοϲ αἱματίτηϲ λειότατοϲ ἅμα χυλῷ ῥοιᾶϲ ἢ πολυγόνου : ποϲὸν δὲ τοῦ λίθου ὅϲον γρ . α
κλυστηριδίου ἢ μητρεγχύτου χυλὸν ἀρνογλώσσου ἢ σέρεως ἢ στρύχνου ἢ πολυγόνου ἢ περδικίου ἢ ψυλλίου ἢ ὑποκιστίδος ἢ ἀκακίας .
6563628 ἐγκαθισματων
. Ὅταν δὲ ἀνακαθαρθῇ , συνεργεῖν χρὴ τῇ ἀπουλώσει διὰ ἐγκαθισμάτων στυπτικῶν καὶ ἐπιθεμάτων : ἥ τε οὖν διὰ ᾠῶν
καὶ τῷ Πολυαρχίῳ καὶ τῷ Κηφισοφῶντος καὶ τοῖς ὁμοίοις , ἐγκαθισμάτων τε καὶ πυριῶν τοῖς μετασυγκρίνειν δυναμένοις καὶ πεσσῶν τοῖς
6559343 τραγειου
ἄνθους ⋖ αʹ , νάρδου στάχυος ⋖ αʹ , αἵματος τραγείου ξηροῦ κοχλ . μεστὸν , δίδου ⋖ αʹ μετ
ἀφέψημα μετ ' ἐλαίου , ἢ τήλεως ἢ λινοσπέρμου ἢ τραγείου στέατος ἢ χόνδρου ἢ κνίδης σπέρματος ἀφέψημα , μετ
6557547 ὑδρωπικοιϲ
ἔχοντα κεφαλῇ κατάλληλα καὶ θώρακι ῥευματιζομένῳ καὶ ϲτομάχῳ καθύγρῳ καὶ ὑδρωπικοῖϲ οἰδήμαϲί τε τοῖϲ ἐκ νόϲων καὶ τοῖϲ φλεγματικοῖϲ :
τοῖϲ ϲυγκοπτομένοιϲ ἐπιτήδειοϲ καὶ γέρουϲιν . ὁ δὲ παραθαλάττιοϲ τοῖϲ ὑδρωπικοῖϲ καὶ τοῖϲ ῥευματικοῖϲ πάθεϲι , ψυχροτέροιϲ μάλιϲτα , ἐπιτήδειοϲ
6556975 περδικοϲ
ἐλατήριον ϲὺν τῷ μέλιτι ἐκ διαλειμμάτων ἐγχριόμενον καὶ ἡ τοῦ πέρδικοϲ χολὴ καὶ αἰγὸϲ ἀγρίαϲ ἢ τράγου : καὶ βουγλώϲϲου
παραβαλλομένη τῷ γένει τῶν πεζῶν εὐπεπτοτέρα τυγχάνει , καὶ μάλιϲτα πέρδικοϲ ἀτταγῆνοϲ περιϲτερᾶϲ ἀλεκτορίδοϲ καὶ φαϲιανικῶν . τὰ πτερὰ τῶν
6553438 μαστιχης
ἀνέψοντες . καὶ κηρωταῖς δὲ χρηστέον διὰ τῆς ἀλόης καὶ μαστίχης καὶ κηροῦ καὶ νάρδου . σκευάσειας δὲ τὴν κηρωτὴν
α τήλεως πίσσης δαφνίδων θερμίνων κυπέρων σκορδίου σιδήρου ἐρυθροδάνου ῥίζης μαστίχης πετροσελίνου καὶ νίτρου ὀλίγον : τήλεως δρακοντίου πεπέρεως κο
6547282 οἰνανθης
αἵματος ἀναγωγαῖς τὰ στύφοντα , οἷον τὰ διὰ στυπτηρίας , οἰνάνθης , ἰτεῶν , ἀσφάλτου , ἐν δὲ φθίσεσι τὸ
δι ' ἀλόης καὶ βαλαυστίων καὶ σιδίων καὶ σμύρνης καὶ οἰνάνθης καταπλάσματα , ἔσωθεν δὲ τὸ ῥέον τὸ βαρβαρικὸν καὶ
6542824 λειαϲ
- που ἀφεψήματι ἢ ἴρεωϲ ἑψηθείϲηϲ ἐν μελικράτῳ ἢ ἴρεωϲ λείαϲ ὅϲον β κοχλιαρίων ἐμπαϲϲομένων μελικράτῳ : τοῦτο καὶ κάτω
ἐλαίαϲ φύλλοιϲ ἑφθοῖϲ μετὰ ὕδατοϲ χρῶ , ἢ ϲταφίδαϲ ἐκγιγαρτιϲθείϲαϲ λείαϲ ϲπληνίῳ ἐπιπλάϲαϲ ἐπιτίθει ἢ ἀδίαντον τρίψαϲ μετὰ μέλιτοϲ .
6541610 γιγαρτων
μέλιτος ἢ κόνυζα ἡ λεπτόφυλλος καλουμένη ἢ σταφὶς χωρὶς τῶν γιγάρτων λεία μετὰ νίτρου ἢ ἁλῶν : τά τε διὰ
σχίνου φύλλων ἢ βάτου ἢ μήλων κυδωνίων ἢ ῥόδων ἢ γιγάρτων ἢ ῥοιᾶς . ἄλλο . σπέρμα ῥόδου σὺν μαστίχῃ
6540696 κυτινων
παρὰ τὰϲ ῥίζαϲ τοῦ κίϲθου τε καὶ κιϲθάρου καλουμένου οἷον κυτίνων , δραϲτικὸν ἱκανῶϲ φάρμακον εἰϲ ἅπαντα τὰ ῥοώδη παθήματα
α κρόκου ⋖ β κροκομάγματοϲ ⋖ β ναρδοϲτάχυοϲ ⋖ γ κυτίνων ⋖ β κόμμεωϲ ⋖ η , λείου ὕδατι καὶ
6538969 πιτυινης
ἐμπλάστρῳ οὕτως : κηροῦ δρ . ηʹ , ⌊ ῥητίνης πιτυίνης δρ . κʹ , χαλβάνης δρ . ιηʹ παρ
. ἀντὶ ῥητίνης πευκίνης , ῥητίνη τερεβινθίνη . ἀντὶ ῥητίνης πιτυίνης ξηρᾶς , σαγαπηνόν . ἀντὶ ῥητίνης τερεβινθίνης , ῥητίνη
6537636 δυϲεντερικοιϲ
αὐϲτηρὸν ὑπάρχοντα μετ ' οἴνου διδόαϲι κοιλιακοῖϲ καὶ αἱμοπτυικοῖϲ καὶ δυϲεντερικοῖϲ : ὀνίνηϲι δὲ καὶ ῥοῦν γυναικεῖον . Λειχὴν ὁ
τινεϲ αὐτῷ τῶν ἰατρῶν : ἐνιᾶϲί τε αὐτὸ καὶ τοῖϲ δυϲεντερικοῖϲ καὶ τοῖϲ ἰϲχιαδικοῖϲ . Περὶ ἅλμηϲ . Ἅλμη ταριχηρῶν
6534312 ϲυμφυτου
ἀπό τε γῆϲ ἀϲτέροϲ καὶ Λημνίαϲ ϲφραγῖδοϲ κοραλλίου τε καὶ ϲυμφύτου καὶ ἀμύλου , πάντων ἴϲων . ἐπὶ δὲ τῶν
θριδακίνηϲ καυλὸν διαγλύψαντεϲ ἡλίκον πυρῆνα ἐλαίαϲ ἢ ἐκ τῆϲ τοῦ ϲυμφύτου ῥίζηϲ διακρατεῖν ἐδώκαμεν , καὶ τὸ δέον ἐποίηϲεν .
6533561 ἐμμοτος
καὶ μάλιστα τῆς ἀνεμώνης : αὕτη γὰρ παντοίως ὠφελεῖ καὶ ἔμμοτος γινομένη καὶ ἐπιπλαττομένη . τοιαύτη μὲν γὰρ , ὥστε
διαιρέσεων ἀφλέγμαντος κολλητική , διαλυθεῖσα δὲ μετὰ κηρωτῆς ὑγρᾶς , ἔμμοτος καλλίστη γίνεται πρὸς τὰ νευρότρωτα καὶ νύγματα καὶ μυῶν
6529755 Γαλλικου
ναρδοϲτάχυοϲ ἀνὰ # β , κόϲτου # α , ϲάπωνοϲ Γαλλικοῦ λι . α : ἀναλάμβανε ζέματι θέρμων . Μαϲτίχηϲ
μαλάξας ἐπιτίθει . πρὸς δὲ τοὺς κεχρονισμένους καὶ τετυλωμένους σάπωνος Γαλλικοῦ ⋖ δ , ἀμμωνιακοῦ ⋖ α ὕδατι διαλύσας ποίει
6519858 κυαμινον
α , φρυκτῆς # α # γ . Ὄρυζαν , κυάμινον ἄλευρον , πτισάνην ἕψε ἐν ὕδατι καὶ τῷ χυλῷ
καὶ τὸ ἀπὸ τοῦ χλωροῦ κλήματος καιομένου ἱδρούμενον ὑγρόν , κυάμινον ἄλευρον καταπλασσόμενον . Ἡ πιτυρίασις ὑπὸ μοχθηρῶν χυμῶν συνίσταται
6516967 καρδαμου
ναρδοϲτάχυοϲ # α ϲ κρόκου # α πεπέρεωϲ # α καρδάμου ⋖ δ λιβάνου ⋖ δ μέλιτοϲ λι γ .
κόπρῳ τῶν νομάδων περιστερῶν πάνυ συνεχῶς χρῶμαι , καὶ μετὰ καρδάμου δὲ σπέρματος κεκομμένου καὶ διηθημένου ἀντὶ νάπυος χρῶμαι ἐπ
6515792 καταχριομενη
πνίγας ἰᾶται . τῆς δὲ θηλείας ἡ κόπρος σὺν μέλιτι καταχριομένη λεία , χοιράδας ἰᾶται καὶ πᾶσαν σκληρίαν μαστῶν .
μιγνυμένη ἀμβλυωπίαϲ ἰᾶται , μεθ ' ὕδατοϲ δὲ καὶ κόμμεωϲ καταχριομένη τοῖϲ ἐλεφαντιῶϲιν ὠφελιμωτάτη ἐϲτί : πινομένη τε μεθ '
6509111 γεντιανης
πόσιν , τῶν μὲν καρκίνων μύστρα β , τῆς δὲ γεντιανῆς δ : εἰ δὲ τριταῖος ὢν μὴ πεπώκοι ,
κενταυρίου ἢ κονύζης ἢ σιλφίου ἢ τριφύλλου τῆς ἀσφαλτιζούσης ἢ γεντιανῆς ἐμπασσομένης τῷ ἐνέματι . εἰ δ ' ἀντίληψις εἴη
6505275 καγχρυ
δ ' ὅσα δριμύτερα νίτρον ἢ εὐφόρβιον ἢ λιμνῆστιν ἢ κάγχρυ ἢ καρδάμωμον ἢ πύρεθρον ἢ ἀγρίαν σταφίδα ἢ κόκκον
ὅταν ἀναλυθῇ , ἄρας ἀπὸ τοῦ πυρὸς ἐπίπασσε ἶριν , κάγχρυ , πέπερι λειότατα , καὶ ἑνώσας ἐπίχεε τῷ ὀποπάνακι
6504227 δυσουριαν
. Πρὸς τὰς ἐν νεφροῖς καὶ κύστει ἑλκώσεις καὶ πᾶσαν δυσουρίαν καὶ ἕλκωσιν καὶ λιθίασιν : Ἀνδράχνην χυλίσας ξήραινε τὸν
ἐξ ἴσου κόψας σὺν εὐκράτῳ δίδου θερμόν . [ Πρὸς δυσουρίαν καὶ στραγγουρίαν . ] Κόστου , μέλιτος , ὕδατος
6503640 προσφατου
τὸ δάκρυον . Χρονίζειν δὲ εἴωθε τὸ πάθος : διὸ προσφάτου μὲν ὄντος αὐτοῦ ὥσπερ ἐν τοῖς παροξυσμοῖς , παρηγορητικὰ
εἴη τὸ πῦον , ἐγχυματίζειν ῥόδινον ἢ τετραφάρμακον μετὰ βουτύρου προσφάτου καὶ ῥοδίνου , ἢ τὸ ῥόδινον μετὰ πολυγόνου χυλοῦ
6501983 ὑποθυμιωμενα
δεδοκίμασται δὲ πρὸς τοῦτο τό τε καρδάμωμον καὶ ἰσχάδες ἐπιτηδείως ὑποθυμιώμενα καὶ τὸ βδέλλιον μετὰ βράθυος καὶ λιβανωτὸς μετὰ στύρακος
ὠὰ ἐσθιόμενα εἰς ἀφροδίσια παρορμῶσι . τὰ δὲ ἀράχνια ὠὰ ὑποθυμιώμενα ἢ περιαπτόμενα ὠκυτόκια γίνεται . Τέλος τῶν χερσαίων ζῴων
6495408 ληθαργικουϲ
: τοῦτο ῥοδίνῳ πλείονι λυθὲν ἐπιβροχὴ τῆϲ κεφαλῆϲ γίγνεται τοὺϲ ληθαργικοὺϲ ὠφελοῦϲα , ἐπὶ δὲ τῶν κεφαλαλγικῶν μετ ' ὄξουϲ
οἱ ὀφθαλμοί . διαφέρει δὲ κάροϲ ληθάργου τῷ τοὺϲ μὲν ληθαργικοὺϲ ἐρωτωμένουϲ ἀποκρίνεϲθαι καὶ μὴ παντελῶϲ ἀφώνουϲ κατακεῖϲθαι , τοὺϲ
6494901 φακηϲ
ἔξωθεν ἐπιρριπτέϲθω κατὰ τοῦ ὑπογαϲτρίου διὰ φοινίκων , ἀλφίτων ἢ φακῆϲ καὶ ϲιδίων μετ ' ὀξυμέλιτοϲ , καὶ διὰ τρίτηϲ
ὀξυμέλιτι ἢ οἰνομέλιτι ἢ ἀφεψήματί τινων τῶν ἀποκρουϲτικῶν , οἷον φακῆϲ ἢ ῥόδων . Νίτρον ὄξει διεὶϲ μεθ ' ὕδατοϲ
6488095 τεφραϲ
κράμβηϲ ῥίζα ξηρὰ καεῖϲα ϲὺν τοῖϲ καυλοῖϲ καὶ ἀναληφθείϲηϲ τῆϲ τέφραϲ ὀξυγγίῳ χοιρείῳ παλαιῷ ἀρκοῦντι , ἵνα μὴ διαρρέῃ εἰϲ
καὶ καιόμενον δὲ τὸ δέρμα τῆϲ ὑαίνηϲ καὶ διδομένηϲ τῆϲ τέφραϲ ἐν ποτῷ παύει τὸ ὑδροφοβικὸν πάθοϲ . διάγνωϲιϲ δέ
6487736 τραυματικη
πυρίκαυτα φλεγμῆναι κωλύει ὕδατι θερμῷ ἀνεθεῖϲα . ἔϲτι δὲ καὶ τραυματικὴ ὀξυμέλιτι λυομένη . Τελλῖναι ταριχηραὶ καυθεῖϲαι καυϲτικὴν ἐργάζονται τέφραν
γεγονότος , μόνου μὲν τοῦ δέρματος διακεκομμένου ἡ κοινὴ δοκιμαζέσθω τραυματικὴ ἀγωγὴ ἡ μικρῷ πρόσθεν εἰρημένη : τετρωμένου δὲ τοῦ
6485063 πρασιου
κόψας καὶ γάλακτι μίξας ὀνείῳ , διάκλυζε . ποιεῖ καὶ πρασίου χυλὸς ἢ φακοῦ ἀφέψημα , ἢ βάτου , ἢ
ἐχούσης , μήκωνος κερατίτιδος φύλλων χλωρῶν , ὑοσκυάμου φύλλων , πρασίου χλωροῦ , ἀνὰ δραχμὰς νε . λεπίδος δραχ .
6484165 ἐπιχριομενος
γυναικείῳ ἐπιχριόμενον , ἢ καλάμων χλωρῶν τῶν φύλλων ὁ χυλὸς ἐπιχριόμενος . [ Πρὸς ὀφθαλμῶν ἀπόκρουσμα περίδνωμα . ] Λαβὼν
. ὁ δὲ ὀπὸς αὐτῆς πολλῷ λεπτομερέστερος . ὅθεν καὶ ἐπιχριόμενος ὀφθαλμοῖς , νεφέλας καὶ λευκώματα καὶ τὰ ἐπισκοτοῦντα ταῖς
6483644 ἀμυλου
Πρὸϲ τὰ τῆϲ βουβάϲτεωϲ ἕλκη ἄλλο : ϲκωρίαϲ μολίβδου καὶ ἀμύλου τὸ ἴϲον λεάναϲ μετὰ ϲτρύχνου χυλοῦ καὶ ῥόδινον ἐπιβαλὼν
, ὀπίου ἀνὰ ⋖ ιη , κόμμεωϲ , τραγακάνθηϲ , ἀμύλου ἀνὰ ⋖ θ , ϲμύρνηϲ ⋖ γ , χαλκοῦ
6473402 τιτανου
. Χάρτου κεκαυμένου # Ϛ , ἀρσενικοῦ , σανδαράκης , τιτάνου ἀνὰ ⋖ δ . εἰ δὲ τροχίσκους ποιῆσαι βούλει
καὶ τῆϲ ἰϲχου - ρίηϲ αἴτιοι , ὀξύμελι πιπίϲκειν ἢ τιτάνου ϲμικρὸν ξὺν μελικρήτῳ ἐϲ τὴν διάλυϲιν τῶν θρόμβων ,
6472946 διεφθοροτα
ἀγαθοῖς πᾶσιν , ὃν δ ' ἂν κατεστιγμένον ἴδωσι καὶ διεφθορότα , καταλείπουσι τῇ δίκῃ , τοσοῦτον αὐτοῖς ἐπιμηνίσαντες ,
καὶ φλιὰς ἑρμῶν τε ἀγάλματα , τὰ μὲν ὑπὸ χειρῶν διεφθορότα , τὰ δὲ ὑπὸ χρόνου . τὸ δὲ ἄγαλμα
6471885 κοιλιακους
χυλὸν ἔνσταζον , ἐπίθες στυππίῳ μετὰ ῥοδίνου . [ Πρὸς κοιλιακοὺς ἐργαλεῖον . ] Μύρτων χλωρῶν , ῥόδων ξηρῶν ,
ἔντερα αὐτοῦ ἑφθὰ μετὰ ἅλατος βρωθέντα , πόνον κοιλίας καὶ κοιλιακοὺς ἄκρως ἰῶνται . σὺν δὲ τούτοις καὶ ἡ κοιλία
6471562 ϲτεατοϲ
κηροῦ ⋖ κε , ϲκωρίαϲ μολίβδου ὀξυβάφου ∠ ʹ , ϲτέατοϲ αἰγείου τεθεραπευμένου καὶ πεπλυμένου ἐφ ' ὕδατι ⋖ κε
ποιήϲαϲ κηρωτὴν ἀπὸ μυρϲίνου ἢ ῥοδίνου # ιβ καὶ ταυρείου ϲτέατοϲ # η , κηροῦ # δ , τερεβινθίνηϲ #
6468227 ϲποδια
θαρρῶν ὡϲ ἀρίϲτῳ . Ἄλλο . ἐχίνου χερϲαίου καυθέντοϲ ἡ ϲποδιὰ πίϲϲῃ ὑγρᾷ ἀναληφθεῖϲα ἀλωπεκίαϲ ἀπαλλάττει . Ἄλλο Ϲωρανοῦ ,
καινὸϲ ὑγρᾷ πίϲϲῃ δευθεὶϲ καὶ προϲτεθεὶϲ ἢ καιομένου αὐτοῦ ἡ ϲποδιὰ μετ ' ὄξουϲ ἢ ὀξυκράτου προϲτιθεμένη , ὁμοίωϲ δὲ
6468010 ψιμμυθιου
Ἀντὶ ψυλλίου , φακὸς ὁ ἐπὶ τῶν τελμάτων . ἀντὶ ψιμμυθίου , μόλυβδος κεκαυμένος ἢ σκωρία μολίβδου . Ω .
, [ ἀνὰ ] λίτ . α , λιθαργύρου , ψιμμυθίου , ἰοῦ , ἀνὰ δραχ . ι , ἀμμωνιακοῦ
6467488 ναρδινου
, κηροῦ τράκτου γο γʹ , ὀποβαλσάμου γο δʹ , ναρδίνου μύρου γο εʹ . τήξας τὸν κηρὸν μετὰ τοῦ
ἀνὰ δραχμὰς τέσσαρας , ῥοδίνου ἢ μηλίνου ἢ ἀνηθίνου ἢ ναρδίνου οὐγκίας ἕξ : ὄξει λειοῦται ἀμμωνιακὸν καὶ ἀλόη .
6454863 ϲαπωνοϲ
, ναρδοϲτάχυοϲ ἀνὰ # β , κόϲτου # α , ϲάπωνοϲ Γαλλικοῦ λι . α : ἀναλάμβανε ζέματι θέρμων .
τοῦ φαρμάκου τοιάδε τίϲ ἐϲτιν : ἀϲβέϲτου μέρη β , ϲάπωνοϲ Γαλλικοῦ ἢ κοινοῦ μέρη β , τινὲϲ καὶ ἀφονίτρου
6454636 πινομενη
ἐγκέφαλοι μὲν ἀλεκτρυόνων ἐσθιόμενοι , πιτύα δὲ λαγωοῦ σὺν οἴνῳ πινομένη , καὶ καστορίου ⋖ βʹ τὸν αὐτὸν τρόπον :
τε καὶ μετὰ πεπέρεωϲ καὶ φύλλου ϲυμμέτρου δι ' εὐκρατομέλιτοϲ πινομένη τὸ αὐτὸ τοῦτο πέφυκε δρᾶν . πρὸϲ δὲ τὴν
6454039 χυλου
ἕψε ἀπαφρίζων , ἕωϲ δαπανηθῇ τὸ τέταρτον μέροϲ . Ῥοιῶν χυλοῦ # γ , μέλιτοϲ # α : ἕψε ,
ἐν τῇ κεφαλῇ πάθη : τοῦ χυλοῦ τῆς βοτάνης καὶ χυλοῦ ποταμογείτονος καὶ σεύτλου χυλοῦ ἴσα κατάχριε : μίξας ἐπὶ
6453716 χλωρων
Εἰς τὸ μεθύειν ἐξ ἑνὸς ποτηρίου . ] Κληματίδων ἀμπέλων χλωρῶν ἢ ξηρῶν μικρὸν καύσας ἀπόσβεσον ἐν τῇ φιάλῃ ἔνθα
ῥητίνηϲ ἴϲηϲ ἐν καταποτίοιϲ εὐτονώτερον καθαίρει φλέγμα . δαφνίδοϲ φύλλων χλωρῶν ⋖ α ∠ ʹ : ϲικύου ἀγρίου ῥίζηϲ φλοιοῦ

Back