Τὸ ΖΝΔ . , ] τουτέστιν τὸ ὑπὸ τοῦ κύκλου διοριζόμενον τοῦ περὶ τὴν ΔΝΖ . Ὃν τρόπον ἐπὶ τοῦ | ||
Πλαταιεῦ , καθάπερ τινὰ στρατηγὸν ἕτερον περὶ τῶν σῶν ἀριστειῶν διοριζόμενον , κλεπτομένην τὴν πόλιν μετὰ τὸ τρόπαιον τῶν κατορθωμάτων |
“ ἐκ τοῦ δανείου ἐκείνου τί ἠγόρασα ; ” τὸν κοππατίαν : κοππατίας ἵππους ἐκάλουν οἷς ἐγκεχάρακτο τὸ κ στοιχεῖον | ||
ἔχοντα κ εἰς τὸν μηρόν , τὸν ἵππον τὸν καλούμενον κοππατίαν . τάλας ] ἄθλιος ὑπάρχω , ὁ ἄθλιος . |
: Τὸ λέων παρὰ τὸ λάω , τὸ θεωρῶ : ὀξυδερκέστατον γὰρ τὸ θηρίον , ὥς φησι Μανέθων ἐν τῷ | ||
λοιπῶν : οἱ δέ φασιν ὅτι ὁ λυγκεὺς θηρίον ἐστὶ ὀξυδερκέστατον . Λύκειος : Ἀπόλλωνος ἐπίθετον : καὶ τόπος , |
δικῶν ἐπελαβόμην ἐρεσχηλῶν σε . λέγεται δὲ παιδικὸν καὶ τὸ παιδαριῶδες , οἷον τὸ ἁρμόζον παιδί . ἡ δὲ λέξις | ||
θῆλυ ἦθος , περισκελὲς ἦθος , θηριῶδες , βοσκηματῶδες , παιδαριῶδες , βλακικόν , κίβδηλον , βωμολόχον , καπηλικόν , |
: καὶ Ἥρη ἁπτοεπής , ὡς καθαπτομένη τοῖς ἔπεσιν . ἐμφατικώτερον δὲ τὸ ψιλοῦν : ἄαπτον γάρ ἐστι τὸ δεινόν | ||
. τινὲς δασύνουσι τὸ ἀπτοεπές : καθαπτομένη τοῖς ἔπεσιν : ἐμφατικώτερον δὲ τὸ ψιλοῦν : ἄαπτον γάρ ἐστι τὸ δεινόν |
Φρυγίας . καὶ Κύβελα ὄρος ἱερόν , ἀφ ' οὗ Κυβέλη ἡ Ῥέα λέγεται [ καὶ ] Κυβεληγενής καὶ Κυβελίς | ||
. ὅθεν καὶ πυργοφόρον αὐτὴν γράφουσι . λέγεται δὲ καὶ Κυβέλη ἀπὸ τοῦ κυβικοῦ σχήματος κατὰ γεωμετρίαν ἡ γῆ , |
μετοχήν . ἐπ ' ἄτρυτον : τὸν ἄτρυτον καὶ τὸν ἀκαταπόνητον : ἐκ δὲ τούτου τὸν ὑπερβεβλημένον ὡς δεινὸν ἐμφαίνει | ||
ἀκατάβλητον ] τὸν μὴ καταβάλλοντά τι ἤτοι διδόντα , τὸν ἀκαταπόνητον . , τὸν ἀκαταγώνιστον , τὸν ἰσχυρόν . ἔξαρνος |
. . . . . Ἔκλαγξε βροντὰν ] Ἀντὶ τοῦ ἐβρόντησε βροντήν . Ἡ δὲ φράσις ὡς τὸ μάχομαι μάχην | ||
ὁ Ζεύς , ἤτοι ἡ πρόνοια , ὀξὺ ἐνόησε καὶ ἐβρόντησε μέγα . πνεύματος γὰρ ὑπὸ τὸ νέφος εἰσερχομένου καὶ |
δεῦρό μοι σκαπαρδεῦσαι . Κίκων δ ' ὁ πανδάλητος ἄμμορος καύης † τοιόνδε τι δάφνας κατέχων † οὐδὲν αἴσιον προθεσπίζων | ||
λέγων οὑτωσί Κίκων δ ' ὁ πανδάλητος ἄμμορος καύης . καύης δὲ ὁ λάρος κατ ' Αἰνιᾶνάς ἐστιν . ἐρινοῦ |
Κέσκον οὐκ ἔχουσα , ἐπὶ τῶν νοῦν μὴ ἐχόντων . Κεστρεὺς νηστεύει : παροιμία ἐπὶ τῶν πάνυ λαιμάργων . Τοιοῦτον | ||
ἀδυνάτων . Κατὰ ῥοῦν φέρεται : ἐπὶ τῶν εὐπλοούντων . Κεστρεὺς νηστεύει : ἐπὶ τῶν λαιμάργων : ἄπληστον δὲ τὸ |
προθέμενον ? ? ζητεῖν ? [ ] ἐν μὲν τῶι Θεαιτήτωι [ ] περὶ ἃ οὐκ ἔστιν δεικνύναι - , | ||
, εὐθέως [ - ] καὶ ἀδύνατον . τῶι γοῦν Θεαιτήτωι μαρτυρεῖ [ - ] ὡς ἔχοντι ταῦτα . Ἀλλ |
ἄκρα γε μὴν τὰ ὦτα λασίους . θηρίον δὲ τοῦτο ἁλτικὸν δεινῶς , καὶ κατασχεῖν βιαιότατά τε καὶ ἐγκρατέστατα καρτερόν | ||
προσθίους ἐμποδίζοντα διὰ τὴν ἐκείνων εἰς τὸ εἴσω παράλλαξιν . ἁλτικὸν δ ' ἐστὶ καὶ πη - δητικὸν τὸ ζῷον |
διάπυρον . . . Θαλῆς δὲ γεώδη . . . κισηροειδῆ δὲ Διογένης . . . ὁ δὲ Ἀριστοτέλης σφαῖραν | ||
Αἰγὸς ποταμοῖς πυροειδῶς κατενεχθέντα ἀστέρα πέτρινον . , Δ . κισηροειδῆ τὸν ἥλιον , εἰς ὃν ἀπὸ τοῦ αἰθέρος ἀκτῖνες |
Τοῦ κλέμματος . . τοιχωρύχε : Ὦ κλέπτη . . κλέπτα . . κλέπτα , κατ ' ἀστεϊσμόν . Θ | ||
. σοφώτατε ] καὶ τοὺς κλέπτας σοφοὺς ἔλεγον . σοφώτατε κλέπτα ] περιττὸν τὸ κλέπτα : καὶ τοὺς κλέπτας σοφοὺς |
ὁ Πορφύριος δὲ τὴν φιλόσοφον ἱστορίαν συγγράψας πρῶτον μὲν αὐτὸν ἀκρόχολον καὶ εὐόργητον εἴρηκε γεγενῆσθαι , Ἀριστοξένῳ μάρτυρι κεχρημένος τὸν | ||
ἀλαζόνα πολλὴν ἰσηγορίαν ζητοῦντι μήποτε ἐγκρίνωμεν , οὐ μὴν οὐδὲ ἀκρόχολον ἢ ὀργίλον . πῶς γὰρ ἐπιτήδειος εἰς συνήθειαν ὁ |
. Ἀκέραιοι . οἱ ἔξω κήρας . Ἀκέφαλον ἀντὶ τοῦ ἀτελείωτον . Πλάτων Νόμων ἕκτῳ : „ μῦθον ἀκέφαλον ἑκὼν | ||
. . Ἀκραῆ : . * . . Ἀκράαντον : ἀτελείωτον , ἀπλήρωτον : κραίνω , τὸ ἐπιτελῶ , κραντόν |
μὲν ἄλλα πάντα ὁμοίως ἔχουσιν αἵ τε ἀπροσδιόριστοι καὶ αἱ προσδιωρισμέναι : κατὰ τοῦτο δὲ μόνον διαλλάττουσιν ὅτι ἐπὶ μὲν | ||
ἐν τῇ θεωρίᾳ ὅτι δια - φοράν τινα ἔχουσιν αἱ προσδιωρισμέναι προτάσεις πρὸς τὰς ἀπροσδιορίστους . ἐπὶ γὰρ τῶν ἀπροσδιορίστων |
σοι τόδε , . ξυναίρεσθαι ] γρ . ξυνάρασθαι . συναίρομαι τὸ συλλαμβάνω καὶ τὸ συμβοηθῶ . συμβοηθῆσαι , ὑπουργῆσαι | ||
σοι τόδε , . ξυναίρεσθαι ] γρ . ξυνάρασθαι . συναίρομαι τὸ συλλαμβάνω καὶ τὸ συμβοηθῶ . συμβοηθῆσαι , ὑπουργῆσαι |
πολλά . ὀρρόμενον ] ταρασσόμενον . ὀρρόμενον ] διεγειρόμενον . ὀρρόμενον ] κινούμενον . ὀρρόμενον ] ταρασσόμενον , διεγειρόμενον , | ||
κακὸν τὸ καθ ' ἡμῶν διεγειρόμενον καὶ ἐπαιρόμενον πολλά . ὀρρόμενον ] ταρασσόμενον . ὀρρόμενον ] διεγειρόμενον . ὀρρόμενον ] |
. Σπεύσιππος ἐν δευτέρῳ Ὁμοίων παραπλήσιά φησιν εἶναι φάγρον , ἐρυθρῖνον , ἥπατον . ἐμνημόνευσε δ ' αὐτοῦ καὶ Νουμήνιος | ||
Δωρίων ἐν τῷ περὶ ἰχθύων . Κυρηναῖοι δὲ ὕκην τὸν ἐρυθρῖνον καλοῦσιν , ὡς Κλείταρχός φησιν ἐν Γλώσσαις . ΕΓΚΡΑΣΙΧΟΛΟΙ |
ς ' οἶμαι διὰ λόγων ἰόντ ' ἐμοῦ κατηγορήσειν , ἀντιθεῖς ' ἀμείψομαι [ τοῖς σοῖσι τἀμὰ καὶ τὰ ς | ||
' Ἠλείοις Ὀρθωσίας Ἀρτέμιδος ἱερὸν , ὥς φησι Δίδυμος . ἀντιθεῖς ' Ὀρθωσίᾳ : Ὀρθωσία ἡ Ἄρτεμις παρὰ Ὀρθωσιεῦσιν [ |
αὐτὴ ἑαυτῇ ἀντιβαίνουσα γίνοιτο ὁτὲ μὲν ἀρνίον , ὁτὲ δὲ τραγίον , ὁτὲ δὲ κόνδουρον , ὅτε δὲ ἀειδούριον . | ||
καὶ ταῦτα καὶ σαφεστέρως εἰρήκειμεν , τὸ ἀρνίον δὲ καὶ τραγίον σκοπεῖτε . τούτοις ἡ στροφὴ καὶ ἀντίστροφος ἀνωτέρω μὲν |
αὐτοὺς ἔχῃς διὰ τὴν δωροδοκίαν . Θ . . . εἰρωνικὸν τοῦτο . Θ . . . φίλως : Προσφιλῶς | ||
. Οὐκοῦν τὸν μὲν ἁπλοῦν μιμητήν τινα , τὸν δὲ εἰρωνικὸν μιμητὴν θήσομεν ; Εἰκὸς γοῦν . Τούτου δ ' |
οὔτ ' αὐτὸς οὔθ ' ὁ ζύγιος οὔθ ' ὁ σαμφόρας , ἀλλ ' ἐξελῶ ς ' εἰς κόρακας ἐκ | ||
κοππατίας ἵππους ἐκάλουν οἷς ἐγκεχάρακτο τὸ κ στοιχεῖον , ὡς σαμφόρας τοὺς ἐγκεχαραγμένους τὸ σ . Θ τὸ γὰρ σ |
: ἐπὶ τῶν εὐπλοούντων . Κεστρεὺς νηστεύει : ἐπὶ τῶν λαιμάργων : ἄπληστον δὲ τὸ ζῷον . Κενὰ κενοὶ βουλεύονται | ||
. Κενοὶ κενὰ βουλεύονται . Κεστρεὺς νηστεύει : ἐπὶ τῶν λαιμάργων : ἄπληστον δὲ τὸ ζῶον . Κριὸς τὰ τροφεῖα |
οὐ προσθεὶς ἐπειδὰν δῷ λόγον καὶ εὐθύνας , ἐγὼ δὲ ἐξελέγχω τὸ παράνομον μάρτυρας ἅμα τοὺς νόμους καὶ τὰ ψηφίσματα | ||
νομοθετεῖ . ἐγὼ μὲν τοίνυν τούτους παρέχομαι ὑμῖν , καὶ ἐξελέγχω αὐτοὺς ἀμφοτέρους παραβεβηκότας , Φορμίωνα μὲν ἐξ ἀρχῆς ἀδικήσαντα |
βληχρὸν ἔχει τὸ πῦρ , ἔνδοθεν δὲ ἡ κοιλίη ἡ νειαίρη πυριφλεγέθης ἐστὶ , καὶ ἐς τὸ ἰσχίον ἐνίοτε ἀποιδέει | ||
, διαφθείρηταί τε καὶ ἀποπνίγηται , ἥ τε γαστὴρ ἡ νειαίρη ἐπανοιδέει , καὶ ἁπτομένη ἀλγέει ὡς ἕλκος , καὶ |
Σωκράτης γόνον Ἀρσινόης τὸν Ἀσκληπιὸν ἀποφαίνει , παῖδα δὲ Κορωνίδος εἰσποίητον . ἐν δὲ τοῖς εἰς Ἡσίοδον ἀναφερομένοις ἔπεσι φέρεται | ||
Σωκράτης γόνον Ἀρσινόης τὸν Ἀσκληπιὸν ἀποφαίνει , παῖδα δὲ Κορωνίδος εἰσποίητον . ἐν δὲ τοῖς εἰς Ἡσίοδον ἀναφερομένοις ἔπεσι φέρεται |
πρὸς τοὺς ἀνθρώπους . γόναι : γεννήματα . ἀφραδίῃσι : μωρίαις , ἀβουλίαις . Ὅσον : σχῆμα ἀποστροφή . λαιμάργοις | ||
τὸ δίκαιον . ἀλλ ' ὦ Κρονικαῖς λήμαις : ἀρχαίαις μωρίαις ἐσκοτισμένοι τὸ φρονεῖν . παροιμία δ ' ἐστὶν ἀπὸ |
τὸν κόσμον αὐτῆς εἰ θεωρήσαις καλῶς ἔχει . θεώρησον , Πάταικε , πρὸς θεῶν : μᾶλλόν μ ' ἐλεήσεις . | ||
λέγεις . διὰ τοῦτο συγγνώμης τετύχηκας [ σύνθυε δή , Πάταικε . ἑτέρους ζητητέον ἐστὶν γάμους μοι : τῶι γὰρ |
γλυκὺϲ οἶνοϲ ὑδαρὴϲ θερμὸϲ καὶ ἔμετοϲ καὶ γαλακτοποϲία καὶ μαλακὸν κλύϲμα καὶ πυρίαι διὰ καταπλαϲμάτων . πρὸϲ δὲ τὸν ποιοῦντα | ||
ἀντίϲπαϲιν τῶν τὴν κεφαλὴν ἀμφεχόντων χυμῶν . ἔϲτω δὲ τὸ κλύϲμα δριμὺ καὶ φλεγμάτων καὶ χολῆϲ ἀγωγόν , ὡϲ μὴ |
, τρυγᾶν ἐν τοῖς καθύγροις Ἀφροδίτης καὶ Ἄρεως ὁρώντων . Παρατηρεῖν δὲ ἐν ταῖς κτίσεσι κενοδρομοῦσαν τὴν Σελήνην , καὶ | ||
ἐν τοῖς καθύγροις Ἀφροδίτης καὶ Ἄρεως καὶ Ἑρμοῦ ὁρώντων . Παρατηρεῖν δὲ ἐν ταῖς κτίσεσι κενοδρομοῦσαν τὴν Σελήνην καὶ ἐν |
πρῶτος ἐν δείπνοισι Λυδῶν ψαλμὸν ἀντίφθογγον ὑψηλᾶς ἀκούων πηκτίδος . πηκτὶς δὲ καὶ μάγαδις ταὐτόν , καθά φησιν ὁ Ἀριστόξενος | ||
ὁ παρῳδός φησι , βάρβιτος δὲ τρίχορδος κατὰ Ἀναξίλαν , πηκτὶς δὲ δίχορδος κατὰ Σώπατρον . τὸ δὲ ψαλτήριον , |
οἰκῶν τῶν ἀγρῶν . ἀλλ ' εἰπέ μοι τὸ πρᾶγμα τοὐξημβλωμένον . ἀλλ ' οὐ θέμις πλὴν τοῖς μαθηταῖσιν λέγειν | ||
, ὅπερ οὕτως ἔχει τηλοῦ γὰρ οἰκῶν βίοτον ἐξιδρυσάμην . τοὐξημβλωμένον ] τὸ ἀπολωλὸς καὶ διεφθαρμένον . ἀλλ ' οὐ |
πρῶτον μὲν ἀόριστον τὸν παντελῶς ἀορισταίνοντα , δεύτερον δὲ τὸν ὑφειμένον : οὕτως ἔχει καὶ ἐπὶ τῶν μελλόντων , καὶ | ||
ἐχρῆν , ταπεινὸν δὲ οὐδέν , οὔτε ἐπτηχός , οὔτε ὑφειμένον , ἀλλ ' ἐλεύθερόν τι καὶ ἄξιον φιλοσοφίας ; |
δηλοῖ δὲ καὶ τὸ λακτίζειν , ὡς τὸ “ ἀπεπυδάρισα μόθωνα , περιεκόκκυσα ” παρὰ τοὺς πόδας . μόθωνα : | ||
] ἀπέπαρδον : δεῖ δὲ καὶ τῇ ἀληθείᾳ αὐτόν . μόθωνα ] φλυαρόν , ὑβριστήν . Γ περιεκόκκυσα ] ὑπερεῖδον |
μὲν ταῦτα ὁρῶσα ὅμως σιωπῶ : οὐ γὰρ ἡγοῦμαι πρέπειν ἀποκαλύψαι καὶ διαφωτίσαι τὰς νυκτερινὰς ἐκείνας διατριβὰς καὶ τὸν ὑπὸ | ||
] τη ! [ . ] “ [ ! ! ἀποκαλύψαι ] μοι ? [ ταῦτα - ] [ . |
, καὶ προσέτι πεταλωδῶν καὶ κριμνωδῶν , ὅτι τούτων ἑκάστη διασημαίνεται . Ὁποῖαι τοίνυν τῷ εἴδει πεφύκασιν , ἐκ τοῖς | ||
μὲν εἰ μὴ κακόηθες , ἢ μή , τὸ νόσημα διασημαίνεται . Λειεντερία δ ' ἐκ μεταπτώσεως τὸ πλέον γινομένη |
ἡ ἔπαυλις . σταφυλή : ὁ καρπός . καὶ τὸ τεκτονικὸν ἐργαλεῖον . στεῦται : ὁρμᾶται . διορίζεται . ἵσταται | ||
οἴκους τε καὶ πόλεις καλῶς οἰκήσειν μαντικῆς ἔφη προσδεῖσθαι : τεκτονικὸν μὲν γὰρ ἢ χαλκευτικὸν ἢ γεωργικὸν ἢ ἀνθρώπων ἀρχικὸν |
φάσκειν τετοκέναι ; τί δὴ γὰρ οὔ ; ὁ πατὴρ χαλεπανεῖ σοι . πεπαύσεται πάλιν . ἐρᾶι γάρ , ὦ | ||
. νὴ τὸν Δία , οὑτοσὶ τὸ πρᾶγμ ' ἀκούσας χαλεπανεῖ , κεκράξεται : τραχὺς ἅνθρωπος , σκατοφάγος , αὐθέκαστος |
καὶ ὅτι περὶ Ἑλένου ἱστορία τοιαύτη φέρεται παρὰ Ἀρριανῶι . Ἠδωνοῦ Θραικὸς ἀνδρὸς παῖς Ἕλενος , μάντεων διαπρεπέστατος : παρὰ | ||
καὶ Καλλιρρόης τῆς Νέστου . ἀδελφὸς δὲ ἦν Ὀδόμαντος καὶ Ἠδωνοῦ . ἔνιοι δὲ Παίονος τοῦ Ἄρεος παιδός . τὸ |
] συσφίγγοντας . εἴδη ᾀσμάτων ἀμφότερα , τὸ ” Παλλάδα περσέπτολιν δεινὰν “ καὶ τὸ ⌈ ” τηλέπορόν / [ | ||
. ᾆσμα Λαμπροκλέους : διασύρει δὲ αὐτόν : ” Παλλάδα περσέπτολιν κληΐζω πολεμοδόκων ἁγνὸν παῖδα Διὸς μεγάλην δαμάσιππον . “ |
. ἦ που . ἤπου : ἴσως , σχεδόν : ἤπουγε , πολλῷ πλέον . τὸ δὲ γένος . ἀλλαχοῦ | ||
τούτους ἀνετίθεσαν . ἦ που . ἴσως , σχεδόν . ἤπουγε : πολλῷ πλέον . γηράσκω κτλ . παροιμία : |
, ὡς ἀκούω ἀκουάζω , ῥίπτω ῥιπτάζω . τὸ δὲ ἀλασκάζω Ἰονικῇ τροπῇ τοῦ α εἰς η , ἠλασκάζω . | ||
βῶ βάσκω . καὶ ἕτερον γίνεται παράγωγον ἀπὸ τοῦ ἀλάσκω ἀλασκάζω , ὡς ἀκούω ἀκουάζω , ῥίπτω ῥιπτάζω . τὸ |
νυκτὶ νεώτερον Ἰφικλῆα . κροκωτόν : ἤτοι ἀπὸ τῆς χρόας κροκοειδὲς , ἢ ἀπὸ τῆς κρόκης ὑφαντόν . διηγήσομαι οὖν | ||
, αἱ δὲ μικραὶ λαγωούς : καὶ αἱ μὲν μεγάλαι κροκοειδὲς ἔχουσι τὸ δέρμα , αἱ δὲ μικραὶ πυρρόν . |
Ἀγκὼν εὐώνυμος εὐφρασίαν δηλοῖ . Ἀγκὼν δεξιὸς ὠφέλειαν σημαίνει . Πῆχυς εὐώνυμος πολλὰ ἀγαθὰ σημαίνει . δεξιὸς δὲ κέρδος ἀπροσδόκητον | ||
Υἱέσι : τοῖς υἱοῖς . Ἡδύς : ὁ γλυκύς . Πῆχυς : εἶδος μέτρου . Ὠκύς : ὁ ταχύς . |
, ἐτόλμησε τὸν Ἀλκιβιάδου υἱὸν φιλῆσαι , ὄντα εὐπροσωπότατον καὶ ὡραιότατον ; Ἀλλ ' εἰ μέντοι , ἔφη ὁ Ξενοφῶν | ||
ὁ τῶν Αἰγυπτίων βασιλεύς , ταώνων ἰδεῖν μέγιστόν τε καὶ ὡραιότατον , οὐκ ἀξιοῖ σὺν τοῖς ἀγελαίοις τρέφειν , ὡς |
, ἐπεὶ οὐκ ἠνέσχετο ὁ πατὴρ αὐτοῦ τὸ ὀμνύειν τὸν ἵππιον Ποσειδῶ : ἢ διὰ τὸ εἶναι τότε τὴν ἑορτὴν | ||
καὶ βασιλεύς : θεὸς γὰρ οὗτος τῆς θαλάσσης κρατήσας . ἵππιον λέγει τὸν Ποσειδῶνα διὰ τὸ ὕδωρ ταχέως καὶ δίκην |
τι δεξιόν . Ὡς μεγάλ ' ὁ Παφλαγὼν πέρδεται καὶ ῥέγκεται , ὥστ ' ἔλαθον αὐτὸν τὸν ἱερὸν χρησμὸν λαβών | ||
ῥέγκεται . οὐ γάρ ἐστι δόκιμον οὕτω λέγειν . ΓΘ ῥέγκεται ] ῥέγκει : ὁμοιοκατάληκτον δὲ μόνον τοῦτο εἴρηκεν : |
πολὺ τῶν προτέρων προμηθέστεροι , καὶ πανουργότεροι . . ΧΡΥΣΕΩι ΟΥΤΕ ΦΥΗΝ ΕΝΑΛΙΓΚΙΟΝ , ΟΥΤΕ ΝΟΗΜΑ . Τῷ χρυσῷ γένει | ||
εἶναι . Καὶ τροπῇ τοῦ γ εἰς κ . . ΟΥΤΕ ΝΟΗΜΑ . Κατὰ τὸ ἁπλοῦν ἐκεῖνο λέγει , καὶ |
κακῶν . αὖθις δ ' ὅπως μὴ λήψομαί σε , Σμικρίνη , προπετῆ λέγω σοι : νῦν δὲ τῶν ἐγκλημάτων | ||
τὸ κακὸν καὶ τἀγαθὸν καθ ' ἡμέραν νέμειν ἑκάστωι , Σμικρίνη ; λέγεις δὲ τί ; σαφῶς διδάξω ς ' |
εἶναί φησι Διόνυσον θεόν , ἐκεῖνος ἐν μηρῶι ποτ ' ἐρράφθαι Διός : ὃς ἐκπυροῦται λαμπάσιν κεραυνίαις σὺν μητρί , | ||
τοῦ στόματος φυσηθὲν ὀδύνην δῆθεν ποιήσῃ τῷ στόματι ἐν τῷ ἐρράφθαι . . . . Λεωσθένην ] ὁ Λεωσθένης Ἀθηναῖος |
. τὸν μόναυλον ποῖ τέτροφας ; οὗτος Σύρε . ποῖον μόναυλον ; τὸν κάλαμον . ὅστις γαμεῖν βουλεύετ ' , | ||
κούφως ἀνήλλετο . Ἀναξανδρίδης δ ' ἐν Θησαυρῷ : ἀναλαβὼν μόναυλον ηὔλουν τὸν ὑμέναιον . καὶ ἐν Φιαληφόρῳ : . |
γὰρ τὸ ἄπειρον ὅλον φησίν , ὁ δὲ τὸ ὅλον πεπεράνθαι μεσσόθεν ἰσοπαλές [ , ] . . . , | ||
ἔχειν . ἐνίοις μὲν οὖν συμβαίνοι γ ' ἂν καὶ πεπεράνθαι καὶ πρός τι συνάπτειν , τοῖς δὲ πεπεράνθαι μέν |
ζεῦγος χολικῶν ἐπιθυμῶν . φαυλία μὲν εἶδος . . . φριμάττεσθαι μὲν τὸν τράγον φαμὲν καὶ φριμαγμὸς ἡ τοῦ τράγου | ||
, γαυρίαμα , αὔχημα . καὶ φρυάττεσθαι , χρεμετίζειν , φριμάττεσθαι , φυσᾶν , ἀσθμαίνειν , ἐκπνεῖν , γαυριᾶν . |
τὸν λίθον : καὶ ὅτι ἐκ τοῦ ἐναντίου τὸ ἐναντίον ἡρμήνευκεν . . . . νυκτὶ θοῇ ἀτάλαντος ὑπώπια : | ||
ἔμπης . καὶ μόνου δὲ τούτου τῶν ἡρώων τὸ ποτήριον ἡρμήνευκεν , ὡς τὴν Ἀχιλλέως ἀσπίδα . ἐστρατεύετο γὰρ μετ |
: γράφεται ἄψ . παλινόστιμος : ὀπισθόδρομος , μεθυποστρέψιμος , ὀπισθόρμητος . ὁρμή : κίνησις . Ἀνύουσι : διέρχονται , | ||
ὁδόν : κατά . Δαισάμενος : φαγών . παλίνορσος : ὀπισθόρμητος . παλίνδρομος : ὀπισθόδρομος . ἀνέδραμεν : ἀνεχώρησεν . |
τὸ πιλίδιον : πρὸς τοὺς νῦν ὑποκριτάς , ὅτι χωρὶς πίλου εἰσάγουσι τὸν Τήλεφον . τὸ δὲ τοῦ Τηλέφου πιλίδιον | ||
εἰσελαύνοντι ὁπόσον στῖφος ἀκολουθήσει τῶν σεσωσμένων καὶ λελυμένων , ἄνευ πίλου καὶ ἄνευ συμβόλου . ἐγὼ οὖν τοῦτον ὑπολαμβάνω τὸν |
τὸν δὲ αὐχένα μακρὸν ἔχον καὶ περιφερεῖς τὰς πλευρὰς καὶ πτερωτὰς ὑπὸ τῆς φύσεως δεδημιούργηται . καὶ κεφάλιον μὲν ἀσθενὲς | ||
δὲ ὅλον : εἶδον , φησίν , αὐτὰς ἐν γραφῆι πτερωτὰς , ἀλλ ' οὐχ ἁρπακτικάς . Βδελύτροποι : ἃς |
θ οὐχ ὁμιλητὸν ] ἀπρόσψαυστον . ὁμιλητὸν ] φορητὸν καὶ ὑπομονητόν . ὁμιλητὸν ] ὁμιλίαν παραδεχόμενον . δείσασα ] φοβηθεῖσα | ||
. εὐεστοῖ ] εὐτυχίᾳ . . ὁμιλητὸν ] φορητὸν , ὑπομονητόν . . κρατοῦσα ] εὐτυχής . . νικῶσα . |
“ ἀρνῶν πρωτογόνων . ” ἀρτεμέα ὑγιῆ . ἀράβησεν οἷον ἐψόφησεν . ἀργειφόντης ἢ ὁ ἀργὸς φόνου καὶ καθαρός . | ||
μάτην . κλαυσιᾷ : Ἠχεῖ . Θ . . ματαίως ἐψόφησεν . . . σέ τοι λέγω : Τὸ λέγω |
ὡς γὰρ κόπτω κόπανον , οὕτω λέπω λέπανον , καὶ λέπαδνον . Λέξασθαι , τὸ κοιμηθῆναι . παρὰ τὸ λέχριον | ||
ἐτυμολογεῖται δὲ ἀπὸ τοῦ λέπω τὸ λεπίζω , λέπανον καὶ λέπαδνον . τινὲς δὲ λέπαδνα τοὺς μασχαλιστῆράς φασι . . |
καὶ Ἄρεως καὶ Ἑρμοῦ ὁρώντων . Παρατηρεῖν δὲ ἐν ταῖς κτίσεσι τὴν Σελήνην κενοδρομοῦσαν καὶ ἐν ταῖς ἄλλαις καταρχαῖς καὶ | ||
καὶ Ἄρεως καὶ Ἑρμοῦ ὁρώντων . Παρατηρεῖν δὲ ἐν ταῖς κτίσεσι κενοδρομοῦσαν τὴν Σελήνην καὶ ἐν ταῖς ἄλλαις καταρχαῖς , |
δὲ Ἀκεγχήρης δώδεκα καὶ μῆνας πέντε . Τοῦ δ ' Ἀκεγχήρης ἕτερος δώδεκα καὶ μῆνας τρεῖς . Τοῦ δὲ Ἄρμαϊς | ||
μετὰ δὲ ταύτην Ῥαθῶτις ἔτη θʹ . μετὰ δὲ τοῦτον Ἀκεγχήρης ἔτη ιβʹ , μῆνας εʹ . μετὰ δὲ τοῦτον |
] ὑπερεῖδον , κατεφρόνησα , εἰς οὐδὲν ἡγησάμην . Γ ἀπεπυδάρισα ] ἀπελάκτισα ἢ ἀπέπαρδον . ἵπποι γὰρ καὶ ὄνοι | ||
ἔστι δὲ εἶδος ὀρχήσεως . τινὲς δὲ τὸ μὲν “ ἀπεπυδάρισα ” ἀπέπαρδον . ἄλλοι δὲ ἀπεσκίρτησα καὶ ὠρχησάμην . |
ᾖ τὸ βλάπτον , διὰ τί μὴ μᾶλλον θρίδαξιν ἢ κορίῳ ἐνεπιστεύομεν τὴν ἴασιν ; καὶ λέγομεν ὅτι οὐδὲ πρὸς | ||
, ἐντομὰς πολλὰς καὶ πυκνὰς ἐκ πλαγίων ἔχοντας , προσεμφερῆ κορίῳ , ὑπόπικρα , πολύοζα , γλίσχρα , πολύοδμα , |
ἀνδράσιν , δι ' ἅπερ ἔφην τὸ πρότερον . . ΑΥΤΑΡ ΕΠΕΙ ΔΟΛΟΝ . Ἐπεὶ δὲ νεύσει τῆς Εἱμαρμένης ἀπηρτίσθησαν | ||
ἤσθιον , ἢ ἔνεμον , καὶ διεμέριζον ἀλλήλοις . . ΑΥΤΑΡ ΕΠΕΙ ΚΕΝ . Τὶς μὲν ἡ ζωὴ τῶν ἐκ |
φησὶν γάρ που ὁ αὐτός : τὸ δ ' αἷμα λέλαφας τοὐμόν , ὦναξ δέσποτα , οἷον ἅθρουν μ ' | ||
πικρότατον οἶνον τήμερον πίει τάχα . τὸ δ ' αἷμα λέλαφας τοὐμόν , ὦναξ δέσποτα . ἐκφέρετε πεύκας κατ ' |
δὲ διὰ μικρομέρειαν καὶ τὸ σχῆμα : τῶν δὲ σχημάτων εὐκινητότατον τὸ σφαιροειδὲς λέγει : τοιοῦτον δ ' εἶναι τόν | ||
' οὖν δὴ πάντα , τὸ μὲν ἔχον ὀλιγίστας βάσεις εὐκινητότατον ἀνάγκη πεφυκέναι , τμητικώτατόν τε καὶ ὀξύτατον ὂν πάντῃ |
ἀπὸ ΕΑ πρὸς τὸ ὑπὸ ΑΕΖ . τὸ δὲ ὑπὸ ΘΓΔ ἴσον ἐδείχθη τῷ ὑπὸ ΒΔΑ : ὡς ἄρα τὸ | ||
γωνία γωνίᾳ : ἴση ἄρα ἡ ὑπὸ ΘΑΔ τῇ ὑπὸ ΘΓΔ . ἐπεὶ οὖν ὅλη ἡ ὑπὸ ΘΑΒ ἴση τῇ |
ἀγροικότεροι , διότι οὐ συνελογίζοντο δεόντως . λέγει δὲ τὸν Ξενοφάνην καὶ τὸν Μέλισσον : καὶ ἐν τῇ Φυσικῇ γὰρ | ||
' αὖ πάλιν τούτοις ἀνθεῖλκον , ὡς οἱ περὶ τὸν Ξενοφάνην τὸν Κολοφώνιον καὶ Παρμενίδην τὸν Ἐλεάτην , οἳ δὴ |
ἔτνους : Ὀσπρίου πισίνου . ὡς ἀδηφάγον δὲ τὸν Ἡρακλέα κωμῳδοῦσι . 〚 οἱ δὲ ἀνδρεῖοι καὶ πρὸς τὰς μάχας | ||
' Αἰσχύλου † πολλάκις † κληθέντος ἱππαλεκτρυόνος , ὃν ἀεὶ κωμῳδοῦσι , † λεχθέντος † ἐν Μυρμιδόσιν . ὥσπερ κτλ |
αὐτοὺς κωνοειδὲς ἔχειν σχῆμά φησι . . . . . κωνοειδεῖς δὲ Κλεάνθης ὁ Στωικός . . . , , | ||
αὐτούς , Κλεάνθης δὲ κωνοειδεῖς . . . . Κλεάνθης κωνοειδεῖς . . . . Κλεάνθης αὐτοὺς κωνοειδὲς ἔχειν σχῆμά |
προσοχὴ καὶ σύντασις , τῶν δ ' ἄλλων ἕνεκα ὕπτιος ῥέγκει : εἰρήνη πᾶσα . λῃστὴς προαιρέσεως οὐ γίνεται , | ||
λέξεσιν , εἰπὼν “ ἐν ταῖς βύρσαις ὕπτιος ” . ῥέγκει οὖν ἀντὶ τοῦ ποιὸν ἦχον ἀποτελεῖ τῇ ῥινί . |
. τί τὸ κακόν ; ἀλλ ' ἦ κοκκύμηλ ' ἠκρατίσω ; τὸν Πειραιᾶ δὲ μὴ κεναγγίαν ἄγειν . ἥ | ||
. τί τὸ κακόν ; ἀλλ ' ἦ κοκκύμηλ ' ἠκρατίσω ; τὸν Πειραῐᾶ δὲ μὴ κεναγγίαν ἄγειν ἥτις κυοῦς |
ἅπτουσα προσθείμην πλέον ; Εἰ ξυμπονήσεις καὶ ξυνεργάσῃ σκόπει . Ποῖόν τι κινδύνευμα ; ποῖ γνώμης ποτ ' εἶ ; | ||
τὸ δὲ γένειον μέρος : ὥσπερ ἐστὶ καὶ τό : Ποῖόν σε ἔπος φύγεν ἕρκος ὀδόντων . . Ἔρεφον δὲ |
καὶ σύκου ὠμοῦ μίσγοντα καὶ ἀναποιοῦντα μέλιτι προστιθέναι , καὶ πυριήσαντα κλύσαι τοῖσι καθαρτηρίοισιν : ἐσθιέτω δὲ τὴν λινόζωστιν καὶ | ||
καὶ γάλα μεταπιπίσκειν ὄνειον ἢ ὀῤῥόν : ἔπειτα μετὰ ταῦτα πυριήσαντα καθῆραι τὰς ὑστέρας φαρμάκῳ ὃ μὴ δήξεται , ἔπειτα |
βιάοιο ] ἀνάγκασον , βιάζου βύβλου ] παπύρου στρεπτόν ] στρεβλόν ἐπιγνάμψαιο ] ἐπίκαμψον κακῶν ] τῶν κακούντων ἐρυτῆρα ] | ||
καὶ τὸ διηγγελμένον ἢ ἀγγυλώμενος . ἀγκύλον : σκολιόν . στρεβλόν . ἀγκύρισμα : εἶδος παλαίσματος καὶ ἀγκυρίσας ἀντὶ τοῦ |
καὶ ἔπειτα ὑπερενεγκεῖν τὴν χεῖρα σὺν τῷ ξύλῳ ὑπὲρ τοῦ στρωτῆρος , ὡς ἡ μὲν χεὶρ ἐπὶ θάτερα ἔῃ , | ||
τὸ στῆθος τοῦ ἀνθρώπου ἱμάτιον ἐπικαθίσαι ἐπὶ τὸ προέχον τοῦ στρωτῆρος , εἶτα προσβάλλειν τὸ στῆθος πρὸς τὸν στύλον πλατέῃ |
ἀπειργόμενον ἀπὸ τῶν καθαρείων καὶ τῶν ἀλλοτρίων μολυσμοῦ παντός . Ἀληθὲς δὲ καὶ τὸ Ἡροδότου καὶ ἔστιν Αἰγυπτιακὸν τὸ τὸν | ||
αὐτὸ λέγει , εἰ γὰρ ἄνθρωπος πάντως καὶ ζῷον . Ἀληθὲς δέ ἐστιν εἰπεῖν κατὰ τοῦ τινὸς καὶ ἁπλῶς . |
σοί ἐστιν ἡ δύναμις ; ὅτι ξύεις τοῖς ὄνυξι καὶ δάκνεις τοῖς ὀδοῦσι ; τοῦτο καὶ γυνὴ τῷ ἀνδρὶ μαχομένη | ||
ὧν ἴσμεν οὐχ ὅτι ῥᾳθυμεῖς , ἀλλ ' ὅτι μὴ δάκνεις , ἐγκαλῇ . σὲ δὲ μηδὲν μεταβαλλέτω μηδὲ λυπείτω |
, παρατιθέμενον ἱστορεῖν Ἀρκεσίλαον τὸν Πιταναῖον ἐν οἷς ἔφασκε πρὸς Λακύδην τὸν Κυρηναῖον . . : τοῦτο τὸ βιβλίον Ἀνδρόνικος | ||
. ἀποβὰς δὲ τῆς νεὼς ἀνέβαινον εἰς ἄστυ καὶ παρὰ Λακύδην τὸν ξένον : ὃ δὲ τυχὸν ἴσως , ἐπεὶ |
ἕλκος , ὕδωρ παχὺ ὡς ἕλκος , πληγώδης ὑγρασία . Ἰχὼρ ἀπὸ τοῦ ἴσχεσθαι ἐντὸς τοῦ σαρκίου ἰσχὼρ καὶ ἰχώρ | ||
καὶ ἀμαλδύνω ἐνθέσει τοῦ δ τὸ στενοποιῶ καὶ ἀνατρέπω . Ἰχὼρ ἀχλυόεις : ὁ σκοτεινοειδὴς μολυσμός . ἀχλυόεις : σκοτεινός |
ἐμίσει ” . χαριέντως δ ' εἶπε πρὸς τὸ “ ἀπέπαρδον ” : παρὰ τὸ βδέειν γὰρ τὸ βδελύττεσθαι . | ||
, περιερόγχασα καὶ ὑπερεῖδον καὶ κατεφρόνησα . ΓΓ ἀπεπυδάρισα ] ἀπέπαρδον : δεῖ δὲ καὶ τῇ ἀληθείᾳ αὐτόν . μόθωνα |
λαρυγγικόν τιν ' ἐπὶ μισθῷ ξένον . ἀπόπεμψον ἀγγέλλοντα τὸν περιστερόν . Ἀθηναίαις αὐταῖς τε καὶ ταῖς ξυμμάχοις . πάλιν | ||
λαρυγγικόν τιν ' ἐπὶ μισθῷ ξένον . Ἀπόπεμψον ἀγγέλλοντα τὸν περιστερόν . Εὐθὺς γὰρ ὡς ἐβαδίζομεν ἐν Ἄγρας . Ἀθηναίαις |
ὀστέων ὀδυρτά . Ὁρᾶτε τουτονὶ κενόν . Τήνελλα καλλίνικος . Τήνελλα δῆτ ' , εἴπερ καλεῖς γ ' , ὦ | ||
μοι δι ' ὀστέων ὀδυρτά . Ὁρᾶτε τουτονὶ κενόν . Τήνελλα καλλίνικος . Τήνελλα δῆτ ' , εἴπερ καλεῖς γ |
τόσον ἔσσεται εἶδαρ , ὅσσον ἐνιπλῆσαι γαστρὸς χάος , ὅσσον ἄαπτον ἐς κόρον ἀμπαῦσαι κείνων γένυν ; οἱ δὲ καὶ | ||
ὡς καθαπτομένη τοῖς ἔπεσιν . ἐμφατικώτερον δὲ τὸ ψιλοῦν : ἄαπτον γάρ ἐστι τὸ δεινόν [ . . ἄαπτος δεινός |
ἄλλο ζῷον ἴῃ ἡ ψυχή , πῶς οὐκ ἄνθρωπος ; Λόγον τοίνυν δεῖ τὸν ἄνθρωπον ἄλλον παρὰ τὴν ψυχὴν εἶναι | ||
. Λίσπαι , οἱ μέσοι διαπεπρισμένοι ἀστράγαλοι καὶ ἐκτετριμμένοι . Λόγον λαμβάνειν Πλάτων Πολιτείας πρώτῳ . Λύγη . σκιά , |
τί τῶν σῶν καλῶν ἄξιον φθέγξομαι ; ποίαν δὲ ἁρμονίαν θρηνώδη καὶ τραγικὴν ἁρμοσάμενος στενάξω τοσοῦτον , ὁπόσον βούλομαι ; | ||
καὶ αἰθρίας πολλῆς ἦχον ἀκουσθῆναι σάλπιγγος , ὀξὺν ἀποτεινούσης καὶ θρηνώδη φθόγγον . καὶ τοὺς μὲν ἀκούσαντας ἅπαντας ἔκφρονας ὑπὸ |
δὲ εὐπορίαν . Γόνυ εὐώνυμον ἁλλόμενον ἀηδίαν μεγάλην δηλοῖ . Ἀγκύλη δεξιὰ ἁλλομένη ἀηδίαν δηλοῖ . Ἡ δὲ εὐώνυμος εὐφρασίαν | ||
δεξιὸν κακοπαθείας σημαίνει . Τὸ δὲ εὐώνυμον ἀηδίαν σημαίνει . Ἀγκύλη δεξιὰ ἀηδίαν σημαίνει μεγάλην . Ἡ δὲ ἀριστερὰ εὐφρασίαν |
οἴμοι , τίς ἦν ; οὐκ εἰς κόρακας ἀποφθερεῖ , ἐπιλησμότατον καὶ σκαιότατον γερόντιον ; οἴμοι . τί οὖν δῆθ | ||
. τὴν κάρδοπόν φησιν . ὥσπερ ἐπιλαθόμενος ταῦτα λέγει . ἐπιλησμότατον : ἔδει εἰπεῖν ἐπιλησμονέστατον . Ἄλεξις δὲ “ ἐπιλήσμη |
καίπερ ἐπαναστάντων αὐτοῖς τοῖς ὀλιγαρχικοῖς τῶν δημοκρατούντων ὑπὲρ τοῦ μὴ ὀλιγαρχεῖσθαι ἀνεθήσεται : ἀφήσεται . τὰ πράγματα : ἡ ὀλιγαρχία | ||
. πλὴν ὅσοις . . . : πλὴν ὅσοι ἐβούλοντο ὀλιγαρχεῖσθαι ἐκπληκτικός : ἤγουν ἔκπληξιν ποιῶν τοῖς ἀκούουσιν . ἐφεδρευόντων |
καὶ διαφορητικῆς τῶν ἐκ τοῦ βάθους ἐστὶν ἡ ζύμη . Ῥάμνος ξηραίνει μὲν κατὰ τὴν δευτέραν ἀπόστασιν , ψύχει δὲ | ||
Ἥλιος ἡνίχ ' ὁδεύῃ ἕβδομον ἱππεύσας τετράζυγον ἄντυγα πώλων . Ῥάμνος ἔχει πανάκειαν ἐν οἴκοισιν παναρίστην φυομένη φραγμοῖσιν ἀκανθῆεν πετάλειον |
. σισυρνοδῦται : διαφέρει σίσυς , σισύρα καὶ σίσυρνα . σίσυς μὲν γὰρ λέγεται πᾶν εὐτελὲς ἱμάτιον , σισύρα δὲ | ||
ἥντινα Σιμωνίδης ὑποκοριστικῶς εἶπε σίσυν παχείην . σισυρνοδῦται : διαφέρει σίσυς , σισύρα καὶ σίσυρνα . σίσυς μὲν γὰρ λέγεται |
ὃ μὲν τρεψίχρως , ὃ δὲ ναυτίλος . εἰς τὸν ναυτίλον τοῦτον φέρεταί τι ἐπίγραμμα Καλλιμάχου τοῦ Κυρηναίου , ὅ | ||
κεκαλυμμένος ὀστράκῳ ἰχθύς , μορφὴν πουλυπόδεσσιν ἀλίγκιος , ὃν καλέουσι ναυτίλον , οἰκείῃσιν ἐπικλέα ναυτιλίῃσι : ναίει μὲν ψαμάθοις , |
αὐτῆς νευούσης ἐπί τινα τόπον ὑψηλόν . 〚 τῷ σκέλει θένε τὴν πέτραν : Πρὸς τὴν τῶν παί - δων | ||
βίον ; ἔα ἔα : βάλε βάλε βάλε : θένε θένε θένε . τίς ἁνήρ ; λεῦσσε : τοῦτον αὐδῶ |
τύλιξον τὸ αἰδοῖον . [ Πρὸς λεπριῶντας ὄνυχας . ] Σίνηπι καὶ ἡδύοσμον ἕψει μετ ' ὄξους καὶ τίθει . | ||
σαρκὶ ἀπουλοῖ . [ γʹ . Πρὸς ὑπώπια . ] Σίνηπι λεῖαν κηρωτῇ ἀναλαβὼν ἐπιτίθετι . ἄλλο . ὄστρακα τῆς |
ἐμοὶ κάλλιον καὶ σεμνότερον , εἰ δὲ δεῖ εἰπεῖν μηδὲν ὀκνήσαντα , καὶ φιλανθρωπότερον ἢ πρὸς τὴν κατέχουσαν φήμην ἐσχηματισμένα | ||
πάθοι ἄν . Καὶ μὴν εἴ γέ με δεῖ μηδὲν ὀκνήσαντα εἰπεῖν τἀληθέςἀλλ ' εὐφημεῖν χρὴ οἶμαι μηδὲ ὅσιον εἶναι |
δ ' ἁδελφὴ ' ποιήσει τοῦτό σοι ἀντάλλαγόν γ ' ἕξουσα τούτῳ διδομένη . Μάγειρ ' , ἀηδής μοι δοκεῖς | ||
τὸν ὅρμον ἔσχε Λάβδακος . [ ἐδέξατ ] ' οὖν ἕξουσα δύσφημον [ κλέος ; [ ἐδέξαθ ] ' , |
Τῷ ναῷ . Θ . . . πῶς δοκεῖς : Θαυμαστικὸν , ἀντὶ τοῦ λίαν . . . τὸν Πλοῦτον | ||
Ἀντὶ τοῦ ταχέως . . ὅσην ἔχεις τὴν δύναμιν : Θαυμαστικὸν τὸ ὅσος . . ὅσην : Θαυμαστικὸν , ἤγουν |
. ἴσχε , τὸν ᾠδὸν λάμβανε . ἔπειτα μηδὲν τῶν ἀπηρχαιωμένων τούτων περάνῃς , τὸν Τελαμῶνα , μηδὲ τὸν παιῶνα | ||
πάνυ τὴν κοινὴν καὶ συνηθεστάτην . καὶ γὰρ αὕτη πέφευγεν ἀπηρχαιωμένων καὶ σημειωδῶν ὀνομάτων τὴν ἀπειροκαλίαν , κατὰ δὲ τὴν |