| δὲ μηκέτι δάμναο θυμόν . Ἀλλ ' ὁπότε χρόνος ἷξε δικασπόλος , ἔγρετο ναοῖς πᾶσα πόλις καὶ πάντα πολυμμιγέων ἅμα | ||
| ἴδ ' ἀστέρα , φησίν , οὐ μυήθη , οὐ δικασπόλος ἦν , οὐ λεωλογεῖν ἐμάνθανεν , οὐκ ἀμιθρῆσαι , |
| καρδίαν κραδίαν καὶ τὸ κράτος κάρτος , καὶ παρὰ Καλλιμάχῳ ἀμιθρῆσαι ἀντὶ τοῦ ἀριθμῆσαι . καλεῖται δὲ καὶ ἐναλλαγὴ καὶ | ||
| οὐ δικασπόλος κεῖνος : οὐ λεωλογεῖν ἐμάνθαν ' , οὐκ ἀμιθρῆσαι , ἀλλ ' ἦν ἄριστος ἐσθίειν τε καὶ πίνειν |
| ἐν τῷ θέρει , καθὼς τοὺς βόας ἐκκεντᾷ ὁ λεγόμενος βουτύπος , ἰδίως δ ' οἰστροκεντίον . θοήν : ὀξεῖαν | ||
| τῶν ποδῶν , φησί , σταθεὶς καὶ ἐκτείνας ἑαυτὸν ὡς βουτύπος τὴν χεῖρα ἑαυτοῦ κατέφερεν : ἐπιόντος δὲ αὐτοῦ ὁ |
| ἀλλ ' εἴη τοι σχῆμα περίτροχον , ἀμφιελικτόν , πάσης Κασπίης μεγάλης ἁλός : οὐκ ἂν ἐκείνην νηῒ περήσειας τριτάτης | ||
| . Τὰ μὲν δὴ πρὸς ἑσπέρην τῆς θαλάσσης ταύτης τῆς Κασπίης καλεομένης ὁ Καύκασις ἀπέργει , τὰ δὲ πρὸς ἠῶ |
| ὃς ὀυκϊ δ ' ἀστερ ' ὀυδιζωνεδίζητο , οὐ πὰρ μάγοισι πῦρ ἱερὸν ἀνέστησεν , ὥσπερ νόμος , ῥάβδοισι τοῦ | ||
| ἀνευρὼν Ἀσσυρίηθεν χρυσοῦ τιμήεντος ἀρείονα δεῦρο κόμισσε , μυρία κεῖθι μάγοισι πορὼν πολυΐδμοσι δῶρα . Εἰ δ ' ἄγε δέχνυσο |
| τοῖσιν τὰ μέμηλεν , αἰόλα παντοίης ἐρατῆς μυστήρια τέχνης , ἱμείρων τάδε πάντα Σεουήρου Διὸς υἱῷ ἀείδειν : σὺ δέ | ||
| δ ' ἀπ ' Οὐλύμποιο , δόλον φρεσὶ βυσσοδομεύων , ἱμείρων φιλότητος ἐυζώνοιο γυναικός , ἐννύχιος : τάχα δ ' |
| ἕστασαν ἀμφοτέρωθεν : τῶν ἤτοι ἄλλον μέν , ὅτις καὶ ὑπείροχος ἦεν , κρείων Αἰήτης σὺν ἑῇ ναίεσκε δάμαρτι , | ||
| ὑπὸ τὴν Θεμισκύρειον ἄκραν , ἔνθα ᾤκησαν αἱ Ἀμαζόνες . ὑπείροχος : ὑπερέχων , ὑψηλός . Θερμώδοντος : ποταμὸς Παφλαγόνων |
| σκεύεα , ἀπὸ τῶν ἕδρην συνδέων ὁκοίην καλιὴν ἱζάνει , μίμνει τε χρόνον τῶν εἶπον ἡμερέων . πολλοὶ δὲ ἀπικνεόμενοι | ||
| ὀμίχληϲ ἡ αἴϲθηϲιϲ , ἡ δὲ γνώμη εὐϲταθὴϲ ἠδὲ ἔμπεδοϲ μίμνει . τάδε μέντοι τῆϲ λύϲιοϲ τῆϲ νούϲου γνώματα . |
| Ἐσσυμένως : ὁρμητικῶς , προθύμως . τάχα : ἴσως . πανύστατος : ἔσχατος . ἔπλετ ' : ἤως ὑπάρξει : | ||
| ἀποπρολιπόντες ἵκοισθε ; ” Ὧς ἔφατ ' : Αἰήτης δὲ πανύστατος ὦρτο θύραζε , ἐκ δ ' αὐτὴ Εἰδυῖα δάμαρ |
| αἴ χ ' ὁ Διόνυσος φιλῆι . ὤεα χανὸς κἀλεκτορίδων πετεηνῶν . πραύτερος ἐγών γα μολόχας . ὑγιώτερόν θήν ἐστι | ||
| θηρητῆρος , ὅς θ ' ἅμα κάρτιστός τε καὶ ὤκιστος πετεηνῶν : τῷ ἐϊκὼς ἤϊξεν , ἐπὶ στήθεσσι δὲ χαλκὸς |
| Ἠέλιος δ ' ἀκάμας ὅτ ' ἂν ἀθρῇ τὸν πυρόεντα ἀστέρ ' Ἐνυαλίοιο , θοαῖς ἀκτῖσι βολαυγῶν , ζωιδίων τετράγωνον | ||
| ἐχθρούς . κλύειν δὴ θαύματος πάρεστί σοι : δισσὼ γὰρ ἀστέρ ' ἱππικοῖς ἐπὶ ζυγοῖς σταθέντ ' ἔκρυψαν ἅρμα λυγαίωι |
| πᾶσαι . Πληιάδες φορέονται . Ὁ δ ' οὐ μάλα πολλὸς ἁπάσας χῶρος ἔχει , καὶ δ ' αὐταὶ ἐπισκέψασθαι | ||
| ἐνθυμοίμεθα , εἴ τι φρονοῖμεν , πλεῖον ἡμέρης μιῆς . πολλὸς γὰρ ἥμιν ἐστὶ τεθνάναι χρόνος , ζῶμεν δ ' |
| ἐσχίσθη . Κίχρημι : δίδωμι . Ἀφιᾶσι : πέμπουσι . Κῆρ : ἡνίκα ὀξύνεται , σημαίνει τὴν ψυχήν : περισπώμενον | ||
| παρὰ τὸ κεκρᾶσθαι ἐκ θερμοῦ καὶ ψυχροῦ ἐπίσης ἐχόντων . Κῆρ . παρὰ τὸ δίκην κηροῦ ἀπομάττεσθαι τὰ μαθήματα . |
| τε ζώει τε καὶ ἕρπει , εὐνάζων ἤμειψεν ὑπὸ χρυσέαις πτερύγεσσιν . Ἷξε δ ' ὑπὸ στυφελῶν Κόλχων εὐανθέα χῶρον | ||
| Πολλάκι δ ' ἀγριάδες νῆσσαι ἢ εἰναλιδῖναι αἴθυιαι χερσαῖα τινάσσονται πτερύγεσσιν : ἢ νεφέλη ὄρεος μηκύνεται ἐν κορυφῇσιν . Ἤδη |
| τούτου τάττουσι , καθότι Ὅμηρος ἐπὶ τοῦ Θερσίτου : φοξὸς ἔην κεφαλήν . καὶ ἔστιν οἷον φαοξός , ὁ πρὸς | ||
| ' ἀμείνων : καὶ πάλιν Ἀνδρῶν αὖ μέγ ' ἄριστος ἔην Τελαμώνιος Αἴας , ὄφρ ' Ἀχιλεὺς μήνιεν : ὁ |
| τὸ μετάφρενον ἀνακλᾶται , ὅκωϲ τοῖϲιν ἀπὸ τῆϲ κόμηϲ ἑλκομένοιϲι βίῃ , εὖτε ἔνθα ἢ ἔνθα ἐπὶ τοὺϲ ὤμουϲ ἱζάνῃ | ||
| τοῦ Κοπρῆος . Ὅμηρος : ὃς Εὐρυσθῆος ἀέθλων ἀγγελίης οἴχνεσκε βίῃ Ἡρακληείῃ . κατεσκεύαζεν . ἀνάγκα πατρόθεν : παρὰ τὰ |
| ὧν εἶ ; καὶ λέληθας ἐχθρὸς ὢν τοῖς σοῖσιν αὐτοῦ νέρθε κἀπὶ γῆς ἄνω . Καί ς ' ἀμφιπλὴξ μητρός | ||
| δὲ βρόντησε πατὴρ ἀνδρῶν τε θεῶν τε ὑψόθεν : αὐτὰρ νέρθε Ποσειδάων ἐτίναξε γαῖαν ἀπειρεσίην ὀρέων τ ' αἰπεινὰ κάρηνα |
| , μέγα θαῦμα περικτιόνεσσιν ἰδέσθαι : ἓξ γὰρ ἑκάστῳ χεῖρες ὑπέρβιοι ἠερέθοντο , αἱ μὲν ἀπὸ στιβαρῶν ὤμων δύο , | ||
| ' οὔτι βαρὺν μεθίησιν ἀγῶνα . ὡς δὲ δύω μεμαῶτες ὑπέρβιοι ἀνέρες ἀλκὴν ἅμματ ' ἐπ ' ἀλλήλοισι τιταινόμενοι βιόωνται |
| , πληττομένη , βρασσομένη , τυπτομένη , ταραζομένη . ὑπαὶ ῥιπῇσι : τοῦ ἀνέμου , ὑπὸ ταῖς ὁρμαῖς τῶν ἀνέμων | ||
| Νότου κελάδοντος , ὅτ ' εὐρέα πόντον ὀρίνει λαίλαπι καὶ ῥιπῇσι , Θυτήριον εὖτ ' ἀλεγεινὸν ἀντέλλῃ ναύτῃσι φέρον πολύδακρυν |
| Ἀτρεΐδης δουρικλειτὸς Μενέλαος πρόσθεν ἕθεν φεύγοντα μετάφρενον οὔτασε δουρὶ ὤμων μεσσηγύς , διὰ δὲ στήθεσφιν ἔλασσεν , ἤριπε δὲ πρηνής | ||
| ἐννοουμένῃ . ἀλύει : ἀδημονεῖ . Οἱ : αὐτῷ : μεσσηγύς : διὰ μέσης . κύκλα : διαδρομαί . Λισσομένη |
| ἴχνιον εὑρέμεναι μέγα δὴ σοφός , ἀλλὰ καὶ αὐτὴν ἴδμων ἠερίην μάλα σημήνασθαι ἀϋτμήν . Καί τις ἐπακτήρων πειρηθῆναι σκυλακήων | ||
| καὶ εὐθήροισιν ἀοιδαῖς . Τριχθαδίην θήρην θεὸς ὤπασεν ἀνθρώποισιν , ἠερίην χθονίην τε καὶ εἰναλίην ἐρατεινήν : ἀλλ ' οὐκ |
| ἐκ βλεφάρων , ὡς εἴ τε μέλαν κατὰ πίδακος ὕδωρ πετραίης , ἧς πουλὺς ὑπὲρ παγετός τε χιών τε ἐκκέχυται | ||
| ἀντιβολήσῃ , αὐτίκα πουλύποδές τε καὶ ἰχθύες ἐξεφάνησαν , μορφῆς πετραίης ἐξάλμενοι , ἐκ δὲ δόλοιο φορβήν τ ' ἐφράσσαντο |
| ν : γράφεται δοχμίη ἀνακλιθεῖσα . τανυσαμένη : ἐξαπλώσασα . θοά : ταχέα , ταχέως . κῶλα : ὀστᾶ , | ||
| ν : γράφεται δοχμίη ἀνακλιθεῖσα . τανυσαμένη : ἐξαπλώσασα . θοά : ταχέα , ταχέως . κῶλα : ὀστᾶ , |
| προσηνῆ , θῆρές τ ' οἰωνοί τε , φιλοφροσύνη τε δεδήει . . . κόσμον γάρ φησιν εἶναι ὁ Ἐ | ||
| ἐκδεχόμενος , ἐπιτηρῶν . δεδμήατο δεδαμασμένοι ἦσαν ἢ κατεσκευασμένοι . δεδήει ἔφαινεν , ἐκαίετο . δεικνύμενος δεξιούμενος . δεικανάασθαι διαλόγου |
| οὐδ ' ἀπέληγον ὑσμίνης . Πάντων δὲ καρήατα δεύετο λύθρῳ θεινομένων ἀνὰ δῆριν ἀμείλιχον , ὡς ἐτεόν περ : οἴνῳ | ||
| Θεινόντων : οὐταζόντων . ἄμοτον : ὁμοῦ , ἀκατάπαυστον . θεινομένων : οὐταζομένων . Ἕλῃ : λάβῃ . ἑτεραλκέα νίκην |
| ἀλλ ' οὐχ ἡμερίδων θαλερὴν ἐδόκευεν ὀπώρην πεπταμένην χαρίεντος ἐπὶ ξυνοχῇσι καρήνου . ὀψὲ δὲ θαμβήσασα τόσην ἀνενείκατο φωνήν : | ||
| κέλευθοι . τοῖσιν δ ' ὁρμιὴ μὲν ἐπασσυτέραις ἀραρυῖα θωμίγγων ξυνοχῇσι πολυστρεφέεσσι τέτυκται , ὅσσος τε πρότονος νηὸς πέλει οὔτε |
| ἀλλ ' ἐπέμεινε ] ? ? ? , καὶ οὐ μεθέηκε ? [ ] ? χαλινούς . σκιρτωλεμοισσας [ ! | ||
| [ [ λαβεν ] Ἐννοσίγαιον ? [ [ ] άμενος μεθέηκε ? [ ] ρια ? μήδετο ἔργα [ ] |
| τῆς λείας , ὅπερ καὶ θηλυκῶς λέγεται , οἷον : πέτρη γὰρ λίς ἐστι περιξεστῇ εἰκυῖα . Λίσπη : ἐκτετριμμένη | ||
| πᾶσα μὲν ὕλη , πᾶσα δ ' ἄρ ' ὀκριόεσσα πέτρη ποταμῶν τε ῥέεθρα πνοιαί τε λιγέων ἀνέμων ἀμέγαρτον ἀέντων |
| καὶ ἔργῳ καὶ λόγῳ φαίνωμεν . Μελέτη δέ τοι ἔργον ὀφέλλει : ποιητοῦ φιλοτίμου ταῦτα τὰ ῥήματα . ἀλλ ' | ||
| ἐσαυτίκα δώσει Ζεύς : ὁ γὰρ οὖν γενεὴν ἀνδρῶν ἀναφανδὸν ὀφέλλει πάντοθεν εἰδόμενος , πάντη δ ' ὅ γε σήματα |
| τάλας , ἔμελλες χρόνῳ στερεόφρων ἄρ ' ἐξανύσσειν κακὰν μοῖραν ἀπειρεσίων πόνων . Τοῖά μοι πάννυχα καὶ φαέθοντ ' ἀνεστέναζες | ||
| δὲ δαίνυται ὅν κ ' ἐθέλῃσι , κρινάμενος τὸν ἄριστον ἀπειρεσίων παρεόντων . Ἀλλ ' ἔμπης καὶ τοῖσιν ἀνάρσιοι ἀντιφέρονται |
| πέλαγος πεφόρητο ἐντενές , ἠύτε τίς τε δι ' ἠέρος ὑψόθι κίρκος ταρσὸν ἐφεὶς πνοιῇ φέρεται ταχύς , οὐδὲ τινάσσει | ||
| , ὅσον τέ περ ἥμισυ κύκλου ἀρχομένης ἀπὸ νυκτὸς ἀείρεται ὑψόθι γαίης . Ἀπορεῖται δή , πῶς καὶ ἐν ταῖς |
| ὅρηαι Ἀντιόπη κρείουσα παλαιοῦ Ναυβολίδαο . Νέστωρ δ ' οἶος ἄλυξεν ἐν ἀνθεμόεντι Γερήνωι . ἀλλ ' ἔτι κάλλιστόν τε | ||
| ἐμοῖο μέγ ' ἔγχος , ὅ περ βροτὸς οὔ τις ἄλυξεν ἡμῖν ἄντα μολών , οὐδ ' εἰ παγχάλκεος ἦεν |
| Ὀλυμπίου εἰσὶν ἀοιδοί , ἃς ἐν χέρσῳ θρέψε Διὸς παῖς ἄσπετος ὄμβρος , λευκοτέρας χιόνος , ἔσθειν δ ' ἀμύλοισιν | ||
| ἂν δ ' ὀλοὸν σύριγξ ' ἐπὶ δ ' ἔβραχεν ἄσπετος αἰθήρ : Δένδρεα δ ' ἐσμαράγησε , κραδαινόμεν ' |
| . Ἴκαρος δέ , νεότητι καὶ ἀτασθαλίῃ χρεόμενος καὶ οὐκ ἐπιεικτὰ διζήμενος ἀλλὰ ἐς πόλον ἀερθεὶς τῷ νῷ , ἐξέπεσε | ||
| ' αἰόλα μηχανόωντας ἄλλα τε θαυματόεντ ' ἔργ ' οὐκ ἐπιεικτὰ βροτοῖσιν τεύχοντας ῥέζει , καί σφιν κλέος ἐσθλὸν ὀπηδεῖ |
| ἐρατεινῆς . ἢν δ ' αὐτοὺς Κρόνος αἰνὸς ἐπὶ ζώου πτερόεντος δέρκητ ' , ἠὲ καὶ αὐτοὶ ἐνὶ πτερόεντι πέλωνται | ||
| ὄμμα τιταίνει γυμνὸν ἐπισσείουσα κάρη κυανάμπυκι κισσῷ , ὡς ἥγε πτερόεντος ἀναΐξασα νόοιο Κασσάνδρη θεόφοιτος ἐμαίνετο : πυκνὰ δὲ χαίτην |
| , τὰ δ ' ἔνερθε διωκομένοιο Λαγωοῦ πάντα μάλ ' ἠερόεντα καὶ οὐκ ὀνομαστὰ φέρονται . Νειόθι δ ' Αἰγοκερῆος | ||
| , εἴτ ' ἐπ ' ἀριστερὰ τοί γε ποτὶ ζόφον ἠερόεντα . ” καὶ πάλιν „ ὦ φίλοι , οὐ |
| ἀπὸ τοῦ ἄω ἄελλα , οὕτως καὶ ἀπὸ τοῦ θύω θύελλα . Ὀψέ : μόλις . ἀπολήξασα : παύσασα , | ||
| καταντίον Ἀτρυτώνης , δὴ τότε παύσατο κῦμα , κατευνήθη δὲ θύελλα σμερδαλέη , καὶ χεῦμα κατεπρήυνε γαλήνη . Οἳ δὲ |
| τ ' εἶχον Κράπαθόν τε Κάσον τε καὶ Κῶν , Εὐρυπύλοιο πόλιν , Καλύδνας τε . . . ἈδράστειανΔημήτριος δ | ||
| Ἄλλα δ ' ἄρ ' Ἀλκείδαο θρασύφρονος ἄσπετα ἔργα ἄμπεχεν Εὐρυπύλοιο διοτρεφέος σάκος εὐρύ . Φαίνετο δ ' ἶσος Ἄρηι |
| ἀνδρῶν δέρκεσθαι : τοίη γὰρ ἐνὶ φρεσὶν ἵσταται ἀλκή , τόσσος δὲ φλοῖσβός τε καὶ ἵμερος ἰωχμοῖο . τῶν μέν | ||
| , ὡς καὶ ἐν τῷ περὶ αὐτοῦ λόγῳ φησί : τόσσος γὰρ πόρος ἐστὶν ἀμείλιχος . Ἄλλος δ ' Ἀραβικός |
| καὶ ὑπείροχός ἐστ ' ἐνὶ πάτρῃ , πλούτῳ καὶ κτεάτεσσιν ὑπέρτατος ἐν μερόπεσσιν : πολλάκι καὶ βασιλῆες ἐν ὥρῃ τῇδ | ||
| , νηπίη : οὐδέ τι ᾔδη ἐυμμελίην Ἀχιλῆα , ὅσσον ὑπέρτατος ἦεν ἐνὶ φθισήνορι χάρμῃ . Τῆς δ ' ὡς |
| πικρὸν ἀπὸ μεταφοφᾶς τῆς πεύκης : πικρὰ γὰρ αὕτη . ἀνέηκε : ἀναβλῦσαι ἐποίησεν , ἀνέδωκεν , ἀνέπεμψεν . ἐξέστεψε | ||
| γε φανήμεναι ὅττι θέλοιμι . σὸς δὲ πόθος μ ' ἀνέηκε τόσην ἅλα μετρήσασθαι ταύρῳ ἐειδόμενον . Κρήτη δέ σε |
| : ἀλλ ' ἅμα παιδὶ ἑλκομένῳ δύστηνος ἀνέλκεται , ὄφρα πελάσσῃ δυσμενέων ὑπὸ χεῖρας : ἀνάρσιοι , ἦ μέγ ' | ||
| , οὐ δὲ θαλάσσης κριοῖς μειλιχίοισι συνοίσεται , ὅς κε πελάσσῃ . τίς δὲ τόσον χλούνης φορέει σθένος , ὅσσον |
| : ἱστία δ ' αἶψ ' ἐτάνυσσαν ὑπ ' ἀμφοτέροισι πόδεσσι , νῆα κατιθύνοντες ἐύζυγον . Ἣ δ ' ὑπ | ||
| τινες καὶ τὸ παρὰ τῷ ποιητῇ “ κάρκαιρε δὲ γαῖα πόδεσσι ” τὴν πολλὴν κίνησιν τῶν ποδῶν σημαίνειν , οἷον |
| μαρμαίροντος . Οἷον δὲ νέφος εἶσι δι ' ἠέρος ἀπλήτοιο πνοιῇσιν μεγάλῃσιν ἐλαυνόμενον Βορέαο , ἦμος δὴ νιφετός τε πέλει | ||
| Ἐρώτων . Νὺξ ἦν , εὖτε μάλιστα βαρυπνείοντες ἀῆται χειμερίαις πνοιῇσιν ἀκοντίζοντες ἰωὰς ἀθρόον ἐμπίπτουσιν ἐπὶ ῥηγμῖνι θαλάσσης . καὶ |
| σπαράξομαι κόμαν , οὐκ ἐμῶι ' πιθήσομαι κάραι κτύπημα χειρὸς ὀλοόν ; ὦ πόλις , διπλῶν τέκνων μ ' ἐστέρησε | ||
| ἢ τανύει τὸ ἄκρον ἐκτείνει * ἄκρην : οὐράν * ὀλοόν : φθαρτικόν * ἐπώδυνον : ὀδυνηρόν * ἔπλετο : |
| : τῶι δὲ δικαίωι τῆς εὐεργεσίης οὐδὲν ἀρειότερον . Ἄγγελος ἄφθογγος πόλεμον πολύδακρυν ἐγείρει , Κύρν ' , ἀπὸ τηλαυγέος | ||
| : δηρὸν γὰρ ἔνερθεν γῆς ὀλέσας ψυχὴν κείσομαι ὥστε λίθος ἄφθογγος , λείψω δ ' ἐρατὸν φάος ἠελίοιο : ἔμπης |
| ' ἀπὸ πύργων μάρναντ ' Ἀργείοισι : μόθος δ ' ἀλεγεινὸς ὀρώρει . Σκαιῆς μὲν προπάροιθε πύλης Καπανήιος υἱὸς μάρναθ | ||
| ὄμμασιν ἰθύνεσκεν ἰὸν ἀπὸ γναμπτοῖο κεράατος . Ὃς δ ' ἀλεγεινὸς ἆλτο θοῆς ἀπὸ χειρὸς ἐς ἀνέρα : τῷ δ |
| ' ἑτάροισιν ἔθηκεν , ἄνδρα βαλὼν ὃς ἄριστος ἐνὶ Θρῄκεσσι τέτυκτο υἱὸν Ἐϋσσώρου Ἀκάμαντ ' ἠΰν τε μέγαν τε . | ||
| καὶ ἑβδόμη ἐστὶ τελείη . καί : ἑπτὰ δὲ πάντα τέτυκτο ἐν οὐρανῷ ἀστερόεντι , ἐν κύκλοισι φανέντα ἐπιτελλομένοις ἐνιαυτοῖς |
| ὅτ ' ἀριστεύσας τις ἕλῃ κράτος , αὐτίκα πέτρην παπταίνει γλαφυρήν , ἀλόχοις δόμον , ἐς δ ' ἴδε κύρτον | ||
| δὲ γυναῖκες : ὁ δ ' εἵλετο θεῖος ἀοιδὸς φόρμιγγα γλαφυρήν , ἐν δέ σφισιν ἵμερον ὦρσε μολπῆς τε γλυκερῆς |
| ἔσκεν ὁδὸς δολιχὴ πόλιν εἰσαφικέσθαι ἀγρόθεν : οὐδέ ποτε δρία λαχνήεντα πονεῦσιν ἐξ αὐτῆς δὲ μάλ ' ἄγχι δύ ' | ||
| ἔσκεν ὁδὸς δολιχὴ πόλιν εἰσαφικέσθαι ἀγρόθεν , οὐδέ ποτε δρία λαχνήεντα πονεῦσιν . ἐξαυτῆς δὲ μάλ ' ἄγχι δύ ' |
| ἐκ παλαχῆς ἐπαέξεται , ἀντία δ ' ἐχθρήν δῆριν ἄγει γενύεσσιν ὅταν βλώσκοντα καθ ' ὕλην δέρκηται : πάσας γὰρ | ||
| δυστερπέα πορσύνουσι ταύρειον μέλαν ἧπαρ ἀπόκριτον ἠὲ καὶ ὦμον ταύρειον γενύεσσιν ἐοικότα δαινυμένοιο . πολλαὶ δ ' ἀγρευτῆρσιν ὁμόστολοι ὥστ |
| ἐξεπέρησεν : ἔγκατα δ ' ἐξεχύθησαν , ἕλεν δέ μιν οὐλομένη Κὴρ ἐσσυμένως ἵπποιο θοοῦ παρὰ ποσσὶ πεσόντα . Εἷλε | ||
| παρ ' Εὐριπίδῃ καὶ κόρος κοῦρος ὁ νέος καὶ ὀλομένη οὐλομένη καὶ ὅρος οὖρος ὁ περιορισμός καὶ γονός γουνός ὁ |
| ' ἄσπετος ὕλη : ἔζεε δὲ χθὼν πᾶσα καὶ Ὠκεανοῖο ῥέεθρα πόντός τ ' ἀτρύγετος : τοὺς δ ' ἄμφεπε | ||
| ' ὠκυρόῳ κελάδοντι μάχοντο Φειᾶς πὰρ τείχεσσιν , Ἰαρδάνου ἀμφὶ ῥέεθρα . ὠκυρόῳ κελάδοντι : ἡ διπλῆ ὅτι ἰδίως τὰ |
| καὶ ἐμῶν ἀέκητι τοκήων μνήσομαι . ἔλθοι δ ' ἧμιν ἀπόπροθεν ἠέ τις ὄσσα ἠέ τις ἄγγελος ὄρνις , ὅτ | ||
| . . . . , ζ . στῆθ ' οὕτω ἀπόπροθεν . † ) δεικτικῶς , οὕτως ὡς ἔχετε : |
| : πρὸ δέ γε ταύτης αὐτὸ τὸ ὄν , ὁ κρύφιος τῷ ὄντι διάκοσμος . Ἔτι οὖν μειζόνως ἡ τούτου | ||
| μέμνηταί τί που . καὶ δεῦρό γ ' ὡς σὲ κρύφιος ἐζήτει μολεῖν . χρυσὸς δὲ σῶς ὃν ἦλθεν ἐκ |
| ' ἑτάροις ἐπόρουσε καὶ οὐτάμενός περ Ὀδυσσεύς , οὐδ ' ἀπέληγε μόθοιο δυσηχέος . Ὣς δὲ καὶ ἄλλοι πάντες ὁμῶς | ||
| , πολὺς δ ' ἀλαλητὸς ὀρώρει . Οὐ γάρ πως ἀπέληγε μένος μέγα Πενθεσιλείης , ἀλλ ' ὥς τίς τε |
| κοτίνοιο . αὐτίκα δ ' ἐγγύθι χῶρον ἑαδότα παπτήναντες , ἷζον ἑοὺς δίχα πάντας ἐνὶ ψαμάθοισιν ἑταίρους , οὐ δέμας | ||
| , λύον δ ' ὑψηχέας ἵππους , κὰδ δ ' ἷζον παρὰ νηῒ ποδώκεος Αἰακίδαο μυρίοι : αὐτὰρ ὃ τοῖσι |
| πελάζων δωδεκατημορίοισιν ἐν ἀλλαγμοῖσιν ἑαυτῶν ἀχθοφόρους ὑδρέας τε καθαρτῆράς τε κελεύθων ἀμφοδικῶν , οἰκτρούς τ ' ἀμαρησκαπτῆρας ἔσεσθαι ἀγγέλλει , | ||
| χερσὶ καλύπτρας . ἔνθα πύλαι Νυκτός τε καὶ Ἤματός εἰσι κελεύθων , καί σφας ὑπέρθυρον ἀμφὶς ἔχει καὶ λάινος οὐδός |
| ἀλλήλοισι κάρηνα . ὧδε φάτις προτέροις κλέος ἵπποισιν μέγ ' ἀείδει . ἵππων δ ' ὅσσα γένεθλ ' ἀτιτήλατο μυρίος | ||
| ' ὀνόματος οὐδὲν ἐπὶ χεῖρας φέρων . καὶ Πολυμνήστει ' ἀείδει μουσικήν τε μανθάνει . ἀφυπνίζεσθαι χρὴ πάντα θεατήν , |
| / πρῶτα μὲν αἰγλήεντα [ * * ] / ἀρρήτωι στροφάλιγγι [ ] πάλιν [ ] [ δίνητον ] [ | ||
| δὲ τοῖς πλέουσι συνιέναι διὰ τὰ κολπώματα . Εἰλεῖται δὲ στροφάλιγγι , βιοῦ κέρᾳ ἐοικὼς , ὁ πόρος δηλονότι : |
| εὖτε λέοντος ἀγρόται ἐν ξυλόχοισι τεθηπότες , ὅν τε βάλῃσι θηρητήρ , ὃ δ ' ἄρ ' οὔ τι πεπαρμένος | ||
| αἰγονόμοις χαίρων ἀνὰ πίδακας ἠδέ τε βούταις , εὔσκοπε , θηρητήρ , Ἠχοῦς φίλε , σύγχορε νυμφῶν , παντοφυής , |
| ἔμελλε πείθεσθαι τεράεσσι . Τὸ δ ' οὐ λάθε Κυανοχαίτην ἠέρι θεσπεσίῃ κεκαλυμμένον , ἀμφὶ δὲ ποσσὶ νισομένοιο ἄνακτος ἐρεμνὴ | ||
| μικτοῖσιν ἀρηρεμένους μελέεσσιν , οὔπω διψαλέῳ μάλ ' ὑπ ' ἠέρι πιληθεῖσα οὐδέ πω ἀζαλέοιο βολαῖς τόσον ἠελίοιο ἰκμάδας αἰνυμένου |
| μητρυιῇσιν ἑῇσιν . εἰ δέ κ ' Ἄρης τούτοισιν ὁμοῦ πέλῃ , ἄχρι γάμοιο ζευχθέντες κείνῃσιν ἄφνω πάλιν αὐτοὶ ἔλειφθεν | ||
| γάλα τρόφιμον ἔχῃ καὶ μὴ ταῖς πρὸς ἄνδρα κοίταις εὐνίκατος πέλῃ . μεγάλα γὰρ μερὶς ἐν τῷδε καὶ πρώτα καὶ |
| μελισσέων ἀγλαὰ φῦλα , ἄλλοτε δ ' αἰνὸς ὄφις καὶ ἀμείλιχος . εἶχε δὲ δῶρα παντοῖ ' , οὐκ ὀνομαστά | ||
| ἐύστροφον ἀγχόθι μαζοῦ εἴρυσε , κυκλώθη δὲ κέρας , καὶ ἀμείλιχος ἰὸς ἰθύνθη , τόξον δὲ λυγρὴ ὑπερέσχεν ἀκωκὴ τυτθὸν |
| ' ὕβρις τε μέμηλε καὶ τὸ , Τοῖς δὲ δίκην τεκμαίρεται εὐρυόπα Ζεύς . Τοῖσι δὲ Ἀντὶ τοῦ , τοῖσιν | ||
| , ναυτιλίῃσι τετιμένε , σοὶ δέ τις ἀνὴρ εὐκραεῖς ἀνέμων τεκμαίρεται ἐλθέμεν αὔρας : εὔδια γὰρ στέλλῃ τε καὶ εὔδια |
| . . τοὺς γὰρ ἀνώγει σφοὺς ἵππους ἐχέμεν μηδὲ κλονέεσθαι ὁμίλῳ . ” μηδέ τις ἱπποσύνῃ τε καὶ ἠνορέηφι πεποιθώς | ||
| τὸν βίον τῶν ἀνθρώπων πάροδον τῷ ἐπὶ τὰς πανηγύρεις ἀπαντῶντι ὁμίλῳ . ὡς γὰρ ἐκεῖσε παντοδαποὶ φοιτῶντες ἄνθρωποι ἄλλος κατ |
| γὰρ ἔχω τόδε καρτερόν , ἀμφὶ δέ μοι χεὶρ ὀξείῃς ὀδύνῃσιν ἐλήλαται , οὐδέ μοι αἷμα τερσῆναι δύναται , βαρύθει | ||
| μίξῃ ῥοδόεντος ἐλαίου κόψας ἐκ πυρὸς ὀπτόν , ἐν αὐχενίαις ὀδύνῃσιν ἄλκαρ ἄγει : μέλιτος δὲ μετὰ γλυκεροῖο κερασθεὶς ὕδατος |
| δέμας φοῖνιξ ἦν , ἐν δὲ μετώπῳ λευκὸν σῆμ ' ἐτέτυκτο : ” καὶ τὸ φοινικὸν ἄνθος , “ ὡς | ||
| γείνατ ' ἀρήιον ἐν Δαναοῖσι Τυδέα : τοῦ δ ' ἐτέτυκτο πάις σθεναρὸς Διομήδης . Τοὔνεκα Θερσίταο περὶ κταμένοιο χαλέφθη |
| αὐτοβαφὴς ὑψοῦτο κερασφόρος : ἀσμαράγωι δὲ χείλεϊ σιγαλέωι τανυηκέα πῆχυν ἀείρων , πήξας δάκτυλον ἄκρον ἐθέλγετο θαῦμα κεράσσας . κεκλιμένος | ||
| ὑποστῶ ] ἀλλ ' ὁσίας μὲν χεῖρας ἐς αἰθέρα λαμπρὸν ἀείρων καὶ κακίης ἀμόλυντον ἔχων κατὰ πάντα λογισμὸν μήσομαι ἔρδειν |
| [ ] τέχνῃ ἐξ ὀρέων ἐς ἄροτρα βοῶν ἐβιήσατο [ φύτλην ] [ ὠμοβόρῳ ] τίκτουσαν [ ] ἐοικότα τέκνα | ||
| ' ἔργ ' ἀΐδηλα , ἀνθρώπων τ ' ὀλιγοδρανέων πολυεθνέα φύτλην ἤειδον : στεινὸν δὲ διὰ σπέος ἤλυθεν αὐδή , |
| δηριόωντο Κήτειοι Τρῶές τε καὶ Ἀργεῖοι μενεχάρμαι , ἄλλοτε μὲν προπάροιθε νεῶν , ὁτὲ δ ' ἀμφὶ μακεδνὸν τεῖχος , | ||
| περὶ πάντων ἔστ ' ἀνθρώπων . εἰ δέ κέ οἱ προπάροιθε πόλεος κατεναντίον ἔλθω : καὶ γάρ θην τούτῳ τρωτὸς |
| ῥυπασμάτων . Κυθήρης : μίξεως . Ἔκλυον : ἱστορία . πολυκτεάνων : πολλὰ κτήματα ἔχων . Ἀγελαῖον : ἀγελισμόν . | ||
| , καθαρῆς τ ' ἐράουσι Κυθείρης . ἔκλυον ὡς προπάροιθε πολυκτεάνων τις ἀνάκτων καλὸν ἔχεν πεδίοις ἵππων ἀγελαῖον ὅμιλον : |
| ἐφράσατ ' : οὐδ ' ἐνόησεν ἅπαντ ' ὀνομαστὶ καλέσσαι μορφώσας : οὐ γάρ κ ' ἐδυνήσατο πάντων οἰόθι κεκριμένων | ||
| οὐκ ὄντων ἀνθρώπων τέως ἐννοήσας αὐτοὺς ἀνέπλασεν , τοιαῦτα ζῷα μορφώσας καὶ διακοσμήσας ὡς εὐκίνητά τε εἴη καὶ ὀφθῆναι χαρίεντα |
| ἔρωτα γινώσκειν ὅτι ἁπάντων τούτων ἐπιδεής : οὐ γὰρ ἂν ἐφίετο αὐτῶν , εἴπερ εἶχε : ταῦτά σου ἀκούων τὸν | ||
| Θυάτειρα , εἶτ ' Ἀπολλωνίδα ἔσχεν , εἶτ ' ἄλλων ἐφίετο φρουρίων : οὐ πολὺν δὲ διεγένετο χρόνον , ἀλλ |
| δεῖ καὶ πίειραν εἶναι . τῶν δὲ ἄλλων ἡ ἀρίστη νειὸς ἀπὸ τῶν κυάμων καίπερ πυκνοσπορουμένων καὶ πολὺν καρπὸν φερόντων | ||
| καὶ Ἡμέραις : νειὸν δὲ σπείρειν ἔτι κουφίζουσαν ἄρουραν : νειὸς ἀλεξιάρη παίδων εὐκηλήτειρα . εὔχεσθαι Διὶ χθονίῳ Δημήτερί θ |
| κρυπτομένοισιν , ἄχρι κεν ἵζηνται μακάρων ἱεροῖς παρὰ βωμοῖς . γηθεῖ δ ' αὖ Φαέθων ἐν Καρκίνῳ , οὕνεκεν αὐτοῦ | ||
| βίῃ θάνατος καὶ μοῖρα τελεῖται . οὐδὲ μὲν οὐδὲ Κύπρις γηθεῖ Μήνης ἐνὶ οἴκῳ : μάχλους γὰρ τεύχει καὶ τερπομένους |
| , ὅσον ἕβδομον ἦμαρ ὁδεύσας ἴφθιμος καὶ κραιπνὸς ἀνὴρ ἀνύσειεν ὁδίτης . ἔστι δέ τις κατὰ μέσσα περίτροχος ὕδασι λίμνη | ||
| [ , ] [ ἄστατος ] ἱππήεσσι καὶ αὐτοκέλευστος ? ὁδίτης ? [ ] φεύγων ? ? [ ἐγγὺς ] |
| πᾶσα δ ' εὐθαλὴς Αἴγυπτος ἁγνοῦ νάματος πληρουμένη φερέσβιον Δήμητρος ἀντέλλει στάχυν . . Αἰγύπτιος . . . : . | ||
| κατάγει δ ' Ὄφιν αὐχένος ἐγγύς . καὶ πάλιν : ἀντέλλει δ ' Ὕδρης κεφαλὴ χαροπός τε Λαγωός καὶ Προκύων |
| θραύεσκον ὑπέκπυρον ὄζον ἄκικυν : οὐδ ' ἄρα μόρσιμος ἦα δαφοινῷ θηρὶ δαμῆναι . τοὔνεκεν αἰπολίοισιν ἀπόπροθι βοσκομένοισιν ἑσπομένω δύο | ||
| κινήσεως τροπὰς ὑπαυγάζουσα , ἀλλ ' ὕπωχρος καὶ ἐν τῷ δαφοινῷ πελιδνός . τὸ δὲ τῆς Ἀλκμήνης εἶδος ἀνασκοποῦντι ἀναφέρειν |
| ἀλλὰ φυγεῖν θάνατος . Εὐθυμάχων ἀνδρῶν μνησώμεθα , τῶν ὅδε τύμβος , οἳ θάνον εὔμηλον ῥυόμενοι Τεγέαν αἰχμηταὶ πρὸ πόληος | ||
| ἐν ταῖς κυνηλασίαις καὶ θεύσεσι τῶν κυνῶν ἐτίμων αὐτόν . τύμβος δὲ γείτων : ἡ Λητοῦς ἀδελφὴ Ἀστερία φεύγουσα τὴν |
| αὐτὸς ἐπήρκεσεν ὀλλυμένοισι . Τοὔνεκ ' ἀπ ' Ἀργείων ἑκὰς ἤιεν : ἦ γὰρ ἔμελλε κεῖσθαι ὁμῶς Τιτῆσι δαμεὶς στονόεντι | ||
| αὐτὸς δ ' ἐς θοὸν ἅρμα θορὼν καὶ ἀτειρέας ἵππους ἤιεν , οἷός τ ' εἶσι δι ' αἰθέρος ἀπλήτοιο |
| ἥβης ἀγλαὸν ἄνθος ἔχῃ : ἀνδράσι μὲν θηητὸς ἰδεῖν , ἐρατὸς δὲ γυναιξὶν ζωὸς ἐών , καλὸς δ ' ἐν | ||
| ῥῆμα , πειθώ : φείδω τὸ ῥῆμα , φειδώ : ἐρατὸς , Ἐρατώ : χρεῖα , χρειώ : βασιλεὺς , |
| λύσις οὐδ ' ἀλεωρή : πολλῇ δὲ ῥιπῇ τε καὶ ἅλματι κυμαίνονται τειρόμενοι : τὸ δὲ πολλὸν ἐπιτρέχει Ἀμφιτρίτῃ ὀλλυμένων | ||
| πείθει πρὸς θάλασσαν σὺν φοβερῷ τῷ μυκήματι καὶ ἀσχέτῳ τῷ ἅλματι . Οὐδὲν πρὸς ἐκεῖνον τὸν ἦχον καὶ τὸ σφοδρὸν |
| : κεῖνος γὰρ πρόμαχός τε καὶ οὔατα καὶ φάος ἰχθὺς θηρὶ πέλει : κείνῳ δ ' ἀΐει , κείνῳ δὲ | ||
| μὲν γυῖα † φέρεσκον . Πάντῃ δ ' ἀμφιθέεσκεν ἀναιδέι θηρὶ ἐοικώς , ὅς τε βαθυσκοπέλοιο διέσσυται ἄγκεα βήσσης ἀφριόων |
| δ ' ὑπέροπλον ὑποσχεσίῃ Κυθερείης φόρτον ἄγων ἔσπευδεν ἐς Ἴλιον ἰωχμοῖο . Ἑρμιόνη δ ' ἀνέμοισιν ἀπορρίψασα καλύπτρην ἱσταμένης πολύδακρυς | ||
| τοῖον δ ' ἔκφατο μῦθον ἐρυκανόωσα μάχεσθαι : Ἴσχεσθ ' ἰωχμοῖο δυσηχέος : οὐ γὰρ ἔοικε Ζηνὸς χωομένοιο μινυνθαδίων ἕνεκ |
| Ἠελίοιο , προάγγελος αἴθοπος Ἠοῦς , ἀστερόεις ἀνέτειλεν Ἑωσφόρος ἡδὺ φαείνων , λαμπάδα λαμπομένην Ὑπερίονι χειρὶ κομίζων , ἐγγὺς ἔχων | ||
| ὕδατι μίσγεται αὐγή , ὄρφνης ἠΰτε πυρσὸς ἀνὰ κνέφας ὄμμα φαείνων : πέτραις δ ' ἐμπελάσας σπόγγους ἴδεν : οἱ |
| μενεπτολέμων ἐπὶ τείχεσι Δαρδανιώνων : τοῖσί περ Αἰνείας μεγάλῳ περὶ κάρτεϊ θύων δυσμενέων ἀπέρυκε πολὺν στρατόν , ἀμφὶ δ ' | ||
| δ ' ἐπέχυντο ἀλκῇ μαιμώωντες , ἐγὼ δ ' ὑπὸ κάρτεϊ χειρῶν πολλῶν θυμὸν ἔλυσα . Σὺ δ ' οὐκ |
| τοῖς γονεῦσι : διὰ τὰς μοιχείας δὲ ἡ ἀνομοιότης . ὁμοίιος : ὁμονοητικός , σύμφωνος ἢ ὅμοιος τῇ γνώμῃ ἢ | ||
| ' εἴαρος ἁδέα βλαστεῖ , χἀ νὺξ ἀνθρώποισιν ἴσα καὶ ὁμοίιος ἀώς . Μοίσας Ἔρως καλέοι , Μοῖσαι τὸν Ἔρωτα |
| : ἀλλὰ γὰρ ἔοικεν ὁ ἀνὴρ νίκης μὲν οὐκ εἶναι ἀκόρητος , ἀλλὰ καὶ ἑκὼν κατατίθεσθαι , τῶν δὲ φιλοσοφίας | ||
| ] ! νακου ? ? υἱός [ ] ν ? ἀκόρητος ? ἀϋτᾶς : [ ] ας ! ! ! |
| ἐναντίων τὰ σάκη πάλλων . καὶ τὸ “ σάκε ' ὤμοισι κλίναντες ” τὸ λεγόμενον κεραμιδῶσαι . Σάμοιό τε παιπαλοέσσης | ||
| πρὸς τούτοις φυτά : πρόσωπα μὲν ὥσπερ Ὅμηρος γυρὸς ἐν ὤμοισι , μελανόχροος , οὐλοκάρηνος : πράγματα δὲ ὡς ναυμαχίας |
| καταλειπόμεθ ' , οὐδέ πῃ ἔστι πάντῃ παπταίνοντα νεοζυγὲς ἅρμα πελάσσαι . ἐν α τῶν Περσικῶν περὶ δὲ κρήνας ἀρεθούσας | ||
| ἀπὸ μοῖραν ἑλοῦσα αὔτως ᾗ θέμις ἐστί , πάρος κακότητι πελάσσαι : ὁπλοτέρῃσι δὲ πάγχυ τάδε φράζεσθαι ἄνωγα . νῦν |
| ἐν τελετῇσι μυστικὸν ἀείδῃσιν ἐπώνυμον οὐρανιώνων . ἀρᾶσθαι δὲ Μέγαιραν ἀπόπροθι παφλάζοντος σευέμεναι τρίποδος κακομήχανον : ἐς δ ' ἄρα | ||
| ἀκηδέα νόστον ὀπάσσαι . Εὐχωλαὶ δ ' ἀνέμοισι μίγεν καὶ ἀπόπροθι νηῶν μαψιδίως νεφέεσσι καὶ ἠέρι συμφορέοντο . Αἳ δ |
| ζῶντα ὡς ἱστορεῖ Σοφοκλῆς : καὶ νῦν ὑπὸ γαῖαν πάμψυχος ἀνάσσει . Ξ ἐλπίζω ] θαρρῶ . μόρον ] θάνατον | ||
| ' Ἀγχιάλοιο δαΐφρονος εὔχεται εἶναι υἱός , ἀτὰρ Ταφίοισι φιληρέτμοισιν ἀνάσσει . ” ὣς φάτο Τηλέμαχος , φρεσὶ δ ' |
| ὣς ἄρ ' ἔφαν μνηστῆρες , ὁ δ ' οὐκ ἐμπάζετο μύθων . Τηλέμαχος δ ' ἐν μὲν κραδίῃ μέγα | ||
| ' οἰοπόλοισιν ἐνὶ σταθμοῖσιν ἀείδων καὶ ταύρων ἀμέλησε καὶ οὐκ ἐμπάζετο μήλων : ἔνθεν ἔχων σύριγγα κατ ' ἤθεα καλὰ |
| τεύχεσσι κατὰ χθονός , ἠύτε βλωθρὴ ἢ πίτυς ἢ ἐλάτη κρυεροῦ Βορέαο βίηφιν ἐκ ῥιζῶν ἐριποῦσα : τόσην ἐπικάππεσε γαῖαν | ||
| ἐμπέραμος φώς τολμηρῇ μάρπτων χειρὶ θοοὺς ὄφιας , τοὺς ἤδη κρυεροῦ ἀπὸ χείματος οὐκέτι γαίης κρύπτουσι στεινοὶ πάμπαν ἔνερθε μυχοί |
| τόρνωσε : κατεσκεύασεν . τὰ μέν : τὰ ἱστία . πνοιῇσι : τοῦ ἀνέμου δηλονότι , καὶ ἀναπνοαῖς τῶν ἀνέμων | ||
| ἐξόπιθε ῥιπῇσιν ἐλαυνόμενοι μογέουσιν . ἀλλ ' ἁλιεὺς στέλλοιτο λίνον πνοιῇσι πετάσσας οὔριον , ἐς Βορέην μέν , ἐπὴν Νότος |
| Ὀρέστην : ἡ διπλῆ πρὸς τὴν ὁμωνυμίαν . . αἰετὸς ὑψιπέτης ἐπ ' ἀριστερὰ λαὸν ἐέργων : ἡ διπλῆ ὅτι | ||
| παρὰ τάφρῳ . ὄρνις γάρ σφιν ἐπῆλθε περησέμεναι μεμαῶσιν αἰετὸς ὑψιπέτης ἐπ ' ἀριστερὰ λαὸν ἐέργων φοινήεντα δράκοντα φέρων ὀνύχεσσι |
| εἰ δέ τις ἐν ψυχρῇσι λίπῃ κονίῃσι λέβητα , παφλάζει κρατεροῖο κυκώμενον ἔνδοθι χαλκοῦ . Ἐσθλοὶ δ ' αὖτ ' | ||
| φάτο κερδοσύνῃσι καὶ οὐ κάμεν ἄλγεσι θυμόν : ἀνδρὸς γὰρ κρατεροῖο κακὴν ὑποτλῆναι ἀνάγκην . Τῷ δ ' οἳ μὲν |
| , ἀλλὰ καὶ Ἰνδὸν θῆρα κελαινόρινον ὑπέρβιον ἄχθος ἀνάγκῃ κλῖναν ἐπιβρίσαντες , ὑπὸ ζεύγλῃσι δ ' ἔθηκαν οὐρήων ταλαεργὸν ἔχειν | ||
| Τρώων ὑπὸ χείρεσιν . Οἳ δ ' ἅμα πάντες εἷλκον ἐπιβρίσαντες ἀολλέες , ἠύτε νῆα ἕλκωσιν μογέοντες ἔσω ἁλὸς ἠχηέσσης |
| ἀρήιον ἰθύνωσιν . Αἴας δ ' ἐν μέσσοισι μέγ ' ἀσχαλόων φάτο μῦθον : Ὦ Ὀδυσεῦ φρένας αἰνέ , τί | ||
| . Ἦ μέν κέν μιν πολλὰ πατὴρ μενέαινεν ἐρύκειν , ἀσχαλόων ἑὸν υἷα φίλον θήρεσσι μάχεσθαι : καὶ Πριάμοιο βίη |
| πλοῖον . ἀτάσθαλον : μωρόν . Ἐπειγόμενον : ἐρχόμενον . ἄντην : ἐξ ἐναντίας . Ἀτρεμέες : ἡσύχως , ἄφοβον | ||
| θυμὸν ἕληται : ὣς τῶν κόμπει χαλκὸς ἐπὶ στήθεσσι φαεινὸς ἄντην βαλλομένων : μάλα γὰρ κρατερῶς ἐμάχοντο λαοῖσιν καθύπερθε πεποιθότες |