, τοῦ δὲ ἐς τὸ δικαστήριον ἡγεῖσθαι αὐτῷ φήσαντος „ δικάσομαι „ ἔφη ” πρὸς τίνα ; ” „ πρός | ||
ὁ Φειδιππίδης . πότερον παρανοίας : οἷον πρὸς τὸν πατέρα δικάσομαι , καὶ δείξας αὐτὸν μαινόμενον οὕτω τὴν μανίαν παύσω |
διενυκτέρευσαν . σὺ δ ' ὡς ἐπὶ μήκιστον εὐτυχοίης . ἔρρωσο . καὶ τὸ μὲν μηδὲν παθεῖν τοιοῦτον οὐκ ἂν | ||
τις οὕτως ἄθλιος ὡς τὸ αἰσχρὸν τοῦ καλοῦ προτιθέναι . ἔρρωσο . Ὅστις ἀρχαίως καὶ δοκίμως ἐθέλει διαλέγεσθαι , τάδε |
ἐκολάκευε γάρ . ΓΘ ἐκολάκευ ' ] κατεπράϋνε . Γ κοσκυλματίοις : τοῖς περικεκομμένοις καὶ ἀπορριφεῖσι δέρμασι . βούλεται δὲ | ||
τῶν οὐδενὸς ὄντων ἀξίων . κοσκυλματίοις ] κολακεύμασι . Γ κοσκυλματίοις ] λεπτολογίαις , παραλογισμοῖς , λόγοις θωπευτικοῖς . κοσκυλματίοις |
ταῦτα καὶ πολὺς γέλως . ] ἀνοιγέτω τις δῶμα : προσπόλοις λέγω ὠθεῖν πύλας τάσδ ' , ὡς ἂν ἀλλὰ | ||
χρὴ τήνδε δέξασθαι δόμοις . οὐκ ἂν μεθείην σοῖς γυναῖκα προσπόλοις . σὺ δ ' αὐτὸς αὐτὴν εἴσαγ ' , |
γὰρ δικαία γλῶσς ' ἔχει κράτος μέγα ὦ παῖ , σιώπα : πόλλ ' ἔχει σιγὴ καλά τί ταῦτα πολλῶν | ||
ἔχωδιαρρήξας τὸ ἱμάτιον αὐτοῦ εἶπε : Λάβε καὶ ἐργάζου καὶ σιώπα . Δύσκολόν τις ἠρώτα : Ποῦ μένεις ; ὁ |
ἵνα μὴ Δᾶμίς γε πύθηται . Τί φής , ὦ ἱερόσυλε Δᾶμι , θεοὺς μὴ εἶναι μηδὲ προνοεῖν τῶν ἀνθρώπων | ||
καὶ σύ με ; προπετῶς ἀπάγω τὴν θυγατέρ ' , ἱερόσυλε γραῦ ; ἀλλ ' ἦ περιμένω καταφαγεῖν τὴν προῖκά |
ἀνακωχή καὶ τὰ ὅμοια τούτοις . ποιητικὰ δὲ ἥ τε κωλύμη καὶ ἡ πρέσβευσις καὶ ἡ καταβοή καὶ ἡ ἀχθηδών | ||
: κήρυκα καὶ πρεσβείαν πέμπειν ἐπὶ ξυμμαχίᾳ καὶ φιλίᾳ . κωλύμη : ἡ κώλυσις . ἀπεσήμαινεν : ἀποσκώπτων ἐδήλου . |
† πατρὸς † ἀγαθόν † , ἀφ ' οὗ καὶ μητραλοίαν φαμὲν καὶ πατραλοίαν . ἀλλοίωσις ἑτεροιώσεως διαφέρει . ἀλλοίωσις | ||
κατεπολέμησας . τοκεῦσιν ] συλληπτικῶς . συλληπτικῶς χρὴ λέγεσθαι τὸν μητραλοίαν . ἔτυψεν ] ὡς ἡνίοχος ἔτυψέ με . οὕτως |
σκληρὸν γὰρ τὸ ἐληλεγμένως , ἐπιρρήτως δὲ καὶ ἐπιβοήτως καὶ περιβοήτως . τὸ δὲ κεκηρυγμένως ἄηθες . ἐκ δὲ τῶν | ||
, ζηλωτῶς , λαμπρῶς , ἐκφανῶς ἐπιφανῶς , περιβλέπτως , περιβοήτως , γνωρίμως . τὰ δὲ ῥήματα εὐδοκιμεῖν , εὐδοξεῖν |
ἐνταῦθα , ἐν αὐτῷ τῷ τόπῳ . κακκᾶν ] τὸ χέσειν : ἤγουν ἐνταῦθα ἔχεσα . πηδᾶν ] κινεῖσθαι . | ||
' ] καὶ κράζοντα , φωνοῦντα . χεζητιῴην ] ὀρέγομαι χέσειν , ἐπιθυμῶ . βούλομαι χέσαι . , χέσαι θέλω |
τε γόον εἶναι χωρὶς δακρύων . φιλαγαθὴς ] φιλογέλως . γήθω τὸ χαίρω . . δακρυχέων ] κινητικὸς δακρύων . | ||
οὐ φιλῶν τὸ ἀγαθόν . οὐ φιλαγαθὴς ] φιλόγελως : γήθω γὰρ τὸ χαίρω . θ οὐ φιλαγαθὴς ] ἀλλὰ |
. Καὶ μὴν ἴση νῷν ἐστιν ἡ ' ξαμαρτία . Θάρσει : σὺ μὲν ζῇς , ἡ δ ' ἐμὴ | ||
Φῆ μέγα κωκύουσα : πάις δέ μιν ἀντίον ηὔδα : Θάρσει , μῆτερ ἐμεῖο , κακὴν δ ' ἀποπέμπεο φήμην |
] ὑπερεῖδον , κατεφρόνησα , εἰς οὐδὲν ἡγησάμην . Γ ἀπεπυδάρισα ] ἀπελάκτισα ἢ ἀπέπαρδον . ἵπποι γὰρ καὶ ὄνοι | ||
ἔστι δὲ εἶδος ὀρχήσεως . τινὲς δὲ τὸ μὲν “ ἀπεπυδάρισα ” ἀπέπαρδον . ἄλλοι δὲ ἀπεσκίρτησα καὶ ὠρχησάμην . |
ἀνὰ κύκλον κυκλεῖς ; Ὄρνις γενέσθαι βούλομαι λιγύφθογγος ἀηδών . Παῦσαι μελῳδῶν , ἀλλ ' ὅ τι λέγεις εἰπέ μοι | ||
σκύλακος παριόντα φασὶν ἐποικτεῖραι καὶ τόδε φάσθαι ἔπος : „ Παῦσαι , μηδὲ ῥάπιζ ' , ἐπεὶ ἦ φίλου ἀνέρος |
ὑποπίνων , ἐκ μιμήσεως τῆς τῶν παίδων φωνῆς . ΓΘ βρύλλων ] πίνων , κερδαίνων . βρύλλων ] ἐξαπατώμενος ὑπό | ||
ἠλιθιάζω ] προσποιοῦμαι ἠλίθιος εἶναι , ἤγουν ἑκὼν ἀνοηταίνω . βρύλλων : ἐξαπατώμενος , ὑποπίνων καὶ μεθύων . Σύμμαχος δὲ |
πάρεισι καὶ περιστάντες ἄγχουσιν αὐτόν . οὗτοι πάντες , ὦ Ῥαδάμανθυ , πρὸς τοῦ ἀλιτηρίου τεθνᾶσιν , οἱ μὲν γυναικῶν | ||
δέ , ὦ Ἑρμῆ , κήρυττε καὶ προσκάλει . Ὦ Ῥαδάμανθυ , πρὸς τοῦ πατρὸς ἐμὲ πρῶτον ἐπίσκεψαι παραγαγών . |
, οὔτ ' ἔπειτα γενήσεται οὔτε γενηθήσεται οὔτε ἔσται . Ἀληθέστατα . Ἔστιν οὖν οὐσίας ὅπως ἄν τι μετάσχοι ἄλλως | ||
ὃς ἂν τὰ ὀνόματα εἰδῇ εἴσεται καὶ τὰ πράγματα . Ἀληθέστατα λέγεις . Ἔχε δή , ἴδωμεν τίς ποτ ' |
εἰκότα μῦθον ἀποδεχομένους πρέπει τούτου μηδὲν ἔτι πέρα ζητεῖν . Ἄριστα , ὦ Τίμαιε , παντάπασί τε ὡς κελεύεις ἀποδεκτέον | ||
Πρωτεσίλεως φυλάξασθαι προὔλεγεν εἰδὼς αὐτὸν ἀντίπαλον τοῖς ἐξῃρημένοις ὄντα . Ἄριστα , ξένε , τοῦ χρησμοῦ ἐτεκμήρω . Τῶν δὲ |
οὐκ ὀμώμοκ ' , οὐδ ' ὥρκως ' ἐγώ . Ἔα σπεῦδε ταχέως : ὡς τὸ τῆς ἐκκλησίας σημεῖον ἐν | ||
, ἀλλὰ τοῦ μόνου τέκνου με περιόψεσθ ' ἀποστερουμένην ; Ἔα ἔα . Ὦ πότνιαι Μοῖραι , τί τόδε δέρκομαι |
δὲ ὠνόμασεν αὐτοὺς Φερεκράτης ἐν Ἐπιλήσμονι : τοῖς σοῖσι συνὼν κορακινιδίοις καὶ μαινιδίοις . Ἄμφις δ ' ἐν Ἰαλέμῳ : | ||
θρᾴττης ὄνομα παρ ' οὐδενὶ τῶν Ἀττικῶν . Ἀναξανδρίδης : κορακινιδίοις μετὰ περκιδίων καὶ θρᾳττιδίων . Ἀντιφάνης : θρᾷτταν ἢ |
, τὴν ἐμὴν αἰδῶ μεθείς . δίομαι μὲν χαρίσασθαι , δίομαι δ ' ἀντία φάσθαι , λέξας δύσλεκτα φίλοισιν . | ||
χαρίσασθαι ] τὰ πρὸς χάριν εἰπεῖν δέδια μέν σοι . δίομαι ] δέδια . ἀντία ] ἀληθεῦσαι : λυπηθήσῃ γάρ |
παρ ' ἃ ἂν ἐκεῖνα ἢ ποιῇ ἢ πάσχῃ ; Συνέφη . Οὐκ ἄρα ἡγεῖσθαί γε προσήκει ἁρμονίαν τούτων ἐξ | ||
εἰσὶν οἱ μανθάνοντες , ἀλλ ' οὐ τῶν ἐχόντων ; Συνέφη . Οἱ μὴ ἐπιστάμενοι ἄρα , ἔφη , μανθάνουσιν |
εἰ δὲ βούλει παύσασθαι , ἀπόπλυνε τὸν δάκτυλον . Λαγωοῦ πιτύαν ἢ λέοντος στέαρ χρίε τὸ αἰδοῖον : εἶτα τρία | ||
' ὀξυμέλιτοϲ ἢ πύρεθρον ϲὺν οἴνῳ ἢ χαμαιλέοντοϲ ῥίζαν ἢ πιτύαν ἐρίφου ἢ ἀρνὸϲ ἢ γεντιανῆϲ ῥίζαν ἢ περιϲτερεῶνα : |
Ἐκκελὼ ἀδελφαὶ Ὀκκέλω καὶ Ὀκκίλω τῶν Λευκανῶν , Χειλωνὶς θυγάτηρ Χείλωνος τοῦ Λακεδαιμονίου , Κρατησίκλεια Λάκαινα γυνὴ Κλεάνορος τοῦ Λακεδαιμονίου | ||
ἀδελφή , Ὀκκελὼ καὶ Ἐκκελὼ τὼ Λευκανώ , Χειλωνὶς θυγάτηρ Χείλωνος τοῦ Λακεδαιμονίου , Κρατησίκλεια Λάκαινα γυνὴ Κλεάνορος τοῦ Λακεδαιμονίου |
ἀπατεῶνες ἐγένοντο ἐν Ἐφέσῳ , οἵτινες καὶ τὸν Δία ἐξαπατῆσαι πεπείρανται . Ὁμοία τῇ , Λύκων δεκάς : καὶ , | ||
τοῦτο . εἰ δὲ μὴ τῆς αὐτῆς τύχης ἧσπερ ἡμεῖς πεπείρανται , τοῦτο καὶ μάλιστα ὑπὲρ ὑμῶν ἐστιν . ὅτι |
τὸν θάνατον . εἷς δὲ τῶν συνεληλυθότων , κακίᾳ καὶ ὑπερηφανίᾳ διαφέρων , ἐγγελῶν τοῖς κινδυνεύουσι πολλὰ κατ ' αὐτῶν | ||
τὸν χορόν : μή τί με δοκεῖτε σιγᾶν ἢ ἐν ὑπερηφανίᾳ ἢ αὐθαδείᾳ μὴ συνομιλοῦντα ὑμῖν καὶ καταλέγοντα τὰ ἐμά |
, ἢ παρ ' ὑμῶν ἀδίκως καὶ ἀναξίως ἀποθανεῖν . καταρῶμαι γοῦν ὑμῶν τῇ πατρίδι , καὶ θεοὺς μαρτύρομαι , | ||
σέ . ἐγγραφῇς ] καταταγῇς . εὔχομαι ] ἀντὶ τοῦ καταρῶμαι . Γ τευθίδες : εἶδος ἰχθύων . Γ τευθίδων |
Λεωκράτους ἐν Μεγάροις τὰ ἀνδράποδα Ἀμύντας καὶ τὴν οἰκίαν . Ἀκούσατε δὲ καὶ ὡς ἀπέλαβε τετταράκοντα μνᾶς παρ ' Ἀμύντου | ||
, εἰ δοκεῖ , ἐκεῖνοι δὲ μὴ κληρονομείτωσαν μόνον . Ἀκούσατε ὡς ἔχει ὑμῖν τὰ πράγματα . μικρὸν μὲν ὑμῖν |
εἶναι Πλάτωνι . Εἶτα οὐκ ἦν τοῦ δήμου τοῦ Ἀθηναίων θεραπευτικὸς ὁ Ξανθίππου Περικλῆς ; ἐμοὶ μὲν δοκεῖ . ὁσάκις | ||
. ἐνθυμοῦ δὲ καὶ ὅτι δοκεῖς τισιν ἐνδεεστέρως τοῦ προσήκοντος θεραπευτικὸς εἶναι : μὴ οὖν λανθανέτω σε ὅτι διὰ τοῦ |
εἰσὶν οἰκογενεῖς πάντες . „ πάλιν οὖν ἤρετο ἑρμηνεύοντος τοῦ Ἰάρχα , πότερ ' αὐτὸς ἀποδιδράσκοι τοὺς αὑτοῦ δούλους ἢ | ||
„ ” ἀληθῆ μὲν ” εἶπεν „ λέγεις , ὦ Ἰάρχα , τουτὶ γὰρ ἀτεχνῶς ἐγενόμην , ἡγοῦμαι δ ' |
ἡμέρᾳ ἐκτάξας καὶ ὁπλίσας καλῶς πᾶσαν τὴν στρατιὰν καὶ λόγοις προτρεπτικοῖς τε καὶ παρακλητικοῖς παροξύνας αὐτοὺς ἅμα καὶ παραθαρρύνας ἐς | ||
ἔστιν ἔργον τυραννοκτόνου : διὸ οὐκ ἐμπίπτει . ΕΠΙΛΟΓΩ . προτρεπτικοῖς ἐπιχειρήμασι χρήσῃ πρὸς τὸ παρασχεῖν τὴν δωρεὰν , καὶ |
ἐπὶ τὰς ἀμείκτους πορευοίμεθ ' ἂν ἐν τῷ μέρει . Κάλλιστ ' εἶπες . Ἐγὼ δὴ πειράσομαι μεταβαλὼν σημαίνειν ἡμῖν | ||
Πῶς λέγεις ; Αὐτὴν τὴν διέξοδον ἀπόκρισίν σοι ποιήσομαι . Κάλλιστ ' εἶπες . Ἔστι τοίνυν πάντα ἡμῖν ὁπόσα δημιουργοῦμεν |
γενναῖος ὤν . Μέτρῳ δὲ πάντα μανθάνων δίκῃ ποίει . Μηδέποτε καυχῶ πλοῦτον ἐν δόμοις ἔχων . Μήτηρ ἁπάντων γαῖα | ||
πράγμασιν , εὐθὺς προσάπτει τῇ τύχῃ τὴν αἰτίαν . } Μηδέποτε μέμφου τὴν τύχην εἰδὼς ὅτι καιρῷ πονηρῷ καὶ τὰ |
ἀπώλειαν τῶν ἀνθῶν ἰδὼν αὐτὸς ἔφη παραιτήσεσθαι τὸν πατέρα καὶ κατηγορήσειν τῶν ἵππων , ὡς ἐκεῖ δεθέντες ἐξύβρισαν , καὶ | ||
ἀντώμνυον οἱ διώκοντες καὶ οἱ φεύγοντες , οἱ μὲν ἀληθῆ κατηγορήσειν , οἱ δὲ ἀληθῆ ἀπολογήσεσθαι . Ἀνωρθίαζον : Ἀνδοκίδης |
ποιοῦντες . καὶ πάλιν ἐὰν τὸ πονηρὸν μὴ ποιῇς καὶ ἐγκρατεύσῃ ἀπ ' αὐτοῦ , ζήσῃ τῷ θεῷ , καὶ | ||
τὴν ἐντολὴν ταύτην : ἐὰν τὸ ἀγαθὸν ποιῇς καὶ μὴ ἐγκρατεύσῃ ἀπ ' αὐτοῦ , ζήσῃ τῷ θεῷ , καὶ |
ἀπώλλυτο στρατὸς δαμασθεὶς ναΐοισιν ἐμβολαῖς . ἴυζ ' ἄποτμον δαΐοις δυσαιανῆ βοάν , ὡς πάντᾳ πᾶν κακῶς † ἔθεσαν : | ||
. βόα , θρήνησον . ἄποτμον ] ἀθλίαν . . δυσαιανῆ ] γρ . δυσεανῆ , ἤγουν πολυποίκιλον . . |
ἔστιν ἅμα πατὴρ τοῦ λόγου . Οὐδείς σοι , ὦ Ἐρυξίμαχε , φάναι τὸν Σωκράτη , ἐναντία ψηφιεῖται . οὔτε | ||
λέγεις ; εἰπεῖν τὸν Ἀλκιβιάδην : δοκεῖ χρῆναι , ὦ Ἐρυξίμαχε ; ἐπιθῶμαι τῷ ἀνδρὶ καὶ τιμωρήσωμαι ὑμῶν ἐναντίον ; |
, ἐμβῆναι δέον . Ἕν με πνίγει μάλιστα , ὦ Κλωθοῖ , δι ' ὅπερ ἐπόθουν κἂν πρὸς ὀλίγον ἐς | ||
, τύραννος . Ἐπίβαινε σύ . Μηδαμῶς , ὦ δέσποινα Κλωθοῖ , ἀλλά με πρὸς ὀλίγον ἔασον ἀνελθεῖν . εἶτά |
παρὰ τὸ ἀφύω γίνεται ἀφύσσω , οὕτως καὶ ἀπὸ τοῦ πινύω πινύσσω καὶ ἀπινύω ἀπινύσω καὶ ἀπινύσσω . τὸ δὲ | ||
Πινυτοῖσι : φρονίμοις , ἢ δολίοις : πινυτοῖσιν ἐκ τοῦ πινύω καὶ πινύσω τὸ φρονῶ , ἐξ οὗ καὶ ἀπινύσσειν |
. . ματαίοις ] ἀνωφελέσι . ποιφύγμασιν ] θρήνοις , βοαῖς . . οὐ γάρ τι μᾶλλον ] οὐ γὰρ | ||
ἔστιν οὗ τοῦτο ἐπιδεδειγμένον . τοῦ Ῥωμαίων γάρ ποτε δήμου βοαῖς αὐτὸν ἀσελγεστέραις βεβληκότος τί χρὴ ποιεῖν , ἐρόμενος τοὺς |
ἂν ἐκμάθω εἴ τίς με λύειν τῆσδε κωλύσει χέρας . ἔπαιρε σαυτήν : ὡς ἐγὼ καίπερ τρέμων πλεκτὰς ἱμάντων στροφίδας | ||
ἵνα καταισχύνωσιν αὐτὴν οἱ Ἕλληνες : ὀρθρεύου σὰν ψυχάν : ἔπαιρε τὴν σεαυτοῦ ψυχὴν , ὦ χορέ . ἀπὸ μεταφορᾶς |
γε ὑπεναντία ἑνὶ πράγματι πῶς ἂν εἴη ; Οὐδαμῶς . Ἀφροσύνη ἄρα καὶ μανία κινδυνεύει ταὐτὸν εἶναι . Φαίνεται . | ||
κρᾶτα συνηλοίησαν , ὁ δ ' ὄλλυται ἄφρονι πότμῳ . Ἀφροσύνη καὶ σκόμβρον ἕλεν καὶ πίονα θύννον καὶ ῥαφίδας καὶ |
λαλίστερον εὕρηκά σε ” καὶ „ πτωχίστερον „ καὶ ” ψευδίστατον ” Ἀριστοφάνης . Πλάτων „ ἵν ' ἀπαλλαγῶμεν ἀνδρὸς | ||
Ἀττικοὶ διὰ τοῦ ισ , ποτίστατον λέγοντες καὶ λαχνίστατον καὶ ψευδίστατον . Ἀριστοφάνης : ὦ θερμόταται γυναῖκες , ὦ ποτίσταται |
οἴκων ἄγκυρ ' ἔτ ' ἐμῶν τὴν χιονώδη Θρήικην κατέχει ξείνου πατρίου φυλακαῖσιν . ἔσται τι νέον : ἥξει τι | ||
“ κέκλυτέ μευ , μνηστῆρες ἀγακλειτῆς βασιλείης , τοῦδε περὶ ξείνου : ἦ γὰρ πρόσθεν μιν ὄπωπα . ἦ τοι |
νόσος πρὸς ὑγίειαν , καὶ ἡ κακία πρὸς ἀρετήν . Σφόδρα δυσπείστως εἶχεν καὶ πρὸς τούτους τοὺς λόγους , εἰ | ||
χρόνον ἐστίν , περὶ δὲ τὸν μέλλοντα οὐκ ἔστιν ; Σφόδρα γε . Ἆρα σφόδρα λέγεις , ὅτι πάντ ' |
πήγανον ὡς πολέμιον αὐτῷ ὑπάρχον . Ἐκ τοῦ Τιμοθέου . Πονηρόν τι ζῷον καὶ κακοῦργον ἡ ἰκτίς , ἐπίβουλόν τε | ||
, ὥσπερ τινές . Κραταιὸν ] Πιθανόν . Δόλιον ] Πονηρόν . Φίλον εἴη φιλεῖν ] * Λέγει ὅτι ὁ |
ἑστῶτες ἐπεδακρύομεν : ὅπως μὴ ταῦτα λέγῃς ποτέ , πάνυ εὔλογα , ἢν λέγηται , καὶ ἄφυκτα ἡμῖν , ὡς | ||
ἃ δὲ καὶ περὶ τούτου λέγουσιν , οὔ μοι δοκεῖ εὔλογα . Τὸ ζʹ Εὐριπίδειον ἢ ληκύθιον : τροχαϊκὸν γάρ |
ἐχθρὸς οὔτε φύεται πρὸς χρήμαθ ' οἵ τε φύντες ἀρνοῦνται στυγεῖν . δεινὸς γὰρ ἕρπειν πλοῦτος ἔς τε τἄβατα καὶ | ||
εἰς τὸ ἦμαρ τῆς ζωῆς τὸ ὑπὸ Μοιρῶν δεσποζόμενον . στυγεῖν ] ἀπὸ κοινοῦ τὸ ἴστω τίς . φῶτ ' |
ἡ ὁρμή . Ἐὰν δὲ τὸν ὡροσκόπον ὁ Ἄρης βλάπτῃ καταισχυνθήσεται ὁ ἐνάγων , ἐὰν δὲ Ἑρμῆς μετά τινος ἀγαθοῦ | ||
ἔσσεται ὁρμή . ἐὰν δὲ τὸν ὡροσκόπον ὁ Ἄρης βλάπτῃ καταισχυνθήσεται ὁ ἐνάγων , ἐὰν δὲ Ἑρμῆς μετά τινος ἀγαθοποιοῦ |
καρποῖς ἡ πάχνη λυμαίνεται , καὶ τοὺς ἱδρῶτας τοῖς ἀνέμοις χαρίζομαι . ἄνδρες δικασταί φθεγγομένους διηνεκῶς ἡ τῶν γεωργῶν τάξις | ||
πράξω δὲ ὅμως τὸ τοιοῦτον , εἰ καὶ μὴ πᾶσι χαρίζομαι . σπουδάζουσιν εἰς ὑπεροχὴν ἔχειν : διὸ οὐδ ' |
} † Γυναῖχ ' ὁ διδάσκων γράμματα καλῶς ἀσπίδι φοβερᾷ προσπορίζει φάρμακον . † } Ἐὰν γυνὴ γυναικὶ κατ ' | ||
. γυναῖχ ' ὁ διδάσκων γράμματα καλῶς ἀσπίδι δὲ φοβερᾷ προσπορίζει φάρμακον . καλὴν γυναῖκ ' ἐὰν ἴδῃς μὴ θαυμάσῃς |
, σὸν δ ' ἂν εἴη λοιπὸν πληροῦν σοι τὸ βουλητόν . Ἐπεὶ δὲ συνέβη τότε Κοντοστέφανόν τινα Ἰσαάκιον τοῦ | ||
βουλητόν ἐστιν . ὥστε συμβαίνει τὸ δοκοῦν ἀγαθὸν πὴ εἶναι βουλητόν : τῷ μὲν οὖν σπουδαίῳ τὸ ἀληθῶς ἀγαθὸν βουλητόν |
' ὄμμα μου νοσεῖ ; οὐ γάρ με λεύσσων σὴν δάμαρθ ' ὁρᾶν δοκεῖς ; τὸ σῶμ ' ὅμοιον , | ||
ἐκ σέθεν κλύειν . ἔα , τί χρῆμα ; σὴν δάμαρθ ' ὁρῶ , πάτερ , νεκρόν : μεγίστου θαύματος |
μὰ Δί ' ἔγωγε : τῇδε μὲν γὰρ οὔ . Ἀδικεῖς δὲ καὶ νῦν . Ἆρά γ ' οἶσθα τοῦθ | ||
καὶ τὴν ἐσθῆτα καὶ τὸν χρυσὸν ὅλον σου παραλαβών . Ἀδικεῖς , ὦ Κλωθοῖ , τἀμὰ τοῖς πολεμιωτάτοις διανέμουσα . |
. Ἕπου θεῷ . Νόμῳ πείθου . Θεοὺς σέβου . Γονεῖς αἰδοῦ . Ἡττῶ ὑπὲρ δικαίου . Γνῶθι μαθών . | ||
Μίσει διαβολάς . Μὴ ᾖς ἐπαχθής . Θεὸν σέβου . Γονεῖς αἰδοῦ . Φίλοις βοήθει . Μηδενὶ φθόνει . Ἀλήθειαν |
ιβʹ , καὶ διέστηκεν Ἀλεξανδρείας πρὸς δύσεις μιᾶς ὥρας τὸ γιεʹ . Ἡ δὲ Προκόννησος [ ] ἔχει τὴν μεγίστην | ||
∠ ʹγ , καὶ διέστηκεν Ἀλεξανδρείας πρὸς ἀνατολὰς ὥρᾳ μιᾷ γιεʹ . Τῶν δὲ τῆς Καρμανίας διασήμων πόλεων : ἡ |
αὐτὰ λεπτά : καὶ γίνονται δεύτερα λεπτὰ ἐννακόσια . ταῦτα ἀναβιβάζω ἤτοι μοιράζω : γίνονται δέκα καὶ πέντε πρῶτα λεπτά | ||
λ παρὰ μ , καὶ γίνονται ͵ασ δεύτερα λεπτά . ἀναβιβάζω ταῦτα : γίνονται πρῶτα λεπτὰ κ . τὰ κ |
πρὸς ἀλλήλους . Ὁπότε τοίνυν σοι δοκεῖ καλῶς ἔχειν , πρόσιθι πρὸς αὐτόν : καὶ πρῶτον μὲν οὕτω ποίει ὅπως | ||
ἄν . Ἔσται ταῦτα , ὦ Φιλιάδη . πλὴν ἀλλὰ πρόσιθι , ὡς καὶ σὲ φιλοφρονήσωμαι τῇ δικέλλῃ . Ἄνθρωποι |
. φῶμεν οὕτως ἢ μὴ φῶμεν , ὦ Πῶλε ; Ἄτοπα μέν , ὦ Σώκρατες , ἔμοιγε δοκεῖ , τοῖς | ||
, τί καὶ ποιοῦντά σέ φησι διαφθείρειν τοὺς νέους ; Ἄτοπα , ὦ θαυμάσιε , ὡς οὕτω γ ' ἀκοῦσαι |
νῆα θοὴν ἀγέρεσθαι ἀνώγει . ἡ δ ' αὖτε Φρονίοιο Νοήμονα φαίδιμον υἱὸν ᾔτεε νῆα θοήν : ὁ δέ οἱ | ||
ἀφίημι δ ' ἐλευθέραν καὶ τὴν τοῦ Μίκρου μητέρα καὶ Νοήμονα καὶ Δίωνα : καὶ Θέωνα καὶ Εὐφράνορα καὶ Ἑρμείαν |
, Σάτυρε , καὶ τὴν παροῦσαν τύχην . ” “ Παίζεις , ὠγαθέ : συγκαθεύδεις . ” “ Οἶδα μὲν | ||
γυναῖκας . ” Καὶ ὁ Σωσθένης σπουδάσας εἶπε : “ Παίζεις ; ” “ Ποῖ παίζω ; ” ἔφη : |
. οἷς γὰρ οὐ πρόσεστι μεγαλόψυχον ἦθος , ὡς παίδων θανατῶσαι πατρίδα , ἐκεῖνοι τὸν τοῦτο διαπραξάμενον ἐκ τῆς αὑτῶν | ||
αὐτὸν δόλῳ καὶ καταφύγῃ , ἀπὸ τοῦ θυσιαστηρίου λήψῃ αὐτὸν θανατῶσαι ” : καίτοι ἐπιτίθεται μόνον , οὐκ ἀνῄρηκεν , |
[ Δόλιχον , ] Δίαυλον , Ὁπλίτην , Πυγμὴν , Παγκράτιον καὶ τὰ λοιπά : ἀφ ' ὧν εἰρῆσθαι πάντα | ||
καὶ σοὶ φίλτατον καὶ ᾧ μὴ χαριζόμενος αἰσχυνοίμην ἄν , Παγκράτιον τὸν ἄρχειν ἐπιστάμενον καὶ λέγειν καὶ ᾧ τὸ τιμᾶσθαι |
κέαρ ὃ σημαίνει τὴν ψυχήν : καὶ τὸ τέμνω : κερτομεῖν οὖν , τὸ κέαρ τέμνειν . εἰσήρρησεν εἰσεφθάρη : | ||
' αἰεὶ τῶι θανόντι γίνεται . οὐ γὰρ ἐσθλὰ κατθανοῦσι κερτομεῖν ἐπ ' ἀνδράσιν . [ ] ρα [ ] |
. . . ξη ∠ ʹ να γʹ . Ῥομβίτου Μικροῦ ποταμοῦ ἐκβολαί . . . . . . . | ||
ἀρετὴν ἱερέως καὶ τεμένους εὐπρέπειαν , ἑκατέρῳ δικαίως μερίζεται . Μικροῦ μὲν ἀπεῖπον πρὸς τὴν ὀξύτητά σου τῶν ἔργων ἀθρόως |
τάχιστ ' ἄν τε πόλιν οἱ τοιοῦτοι ἑτέρους τε πείσαντες ἀπολέσειαν καὶ εἴ που ἐπὶ σφῶν αὐτῶν αὐτόνομοι οἰκήσειαν : | ||
δημαγωγίᾳ προσῆλθε . ΓΘ τὸ δὲ ἑξῆς , κακὸν κακῶς ἀπολέσειαν οἱ θεοὶ τὸν Παφλαγόνα τὸν νεώνητον . ΓΘ νεώνητον |
φθασάντων κατάστασιν εὐδία ἄλυπος παρὰ τῶν θεῶν ὑμᾶς διεδέξατο . ἀείσομαι χαίταν στεφάνοισιν ἁρμόζων : ὁ λόγος ἐπαμφοτερίζει . ἤτοι | ||
: ἀλλὰ νῦν μοι Γαιάοχος εὐδίαν ὄπασσεν ἐκ χειμῶνος . ἀείσομαι χαίταν στεφάνοισιν ἁρμόζων . ὁ δ ' ἀθανάτων μὴ |
, τοὺς ἄλλους λαθών : “ οὐ σώσεις , ὦ ἀγαθέ , τὴν πατρίδα ; ” ὃ δὲ καὶ τοῦτ | ||
ἀδελφιδοῦς ἐπιμελεῖσθαι τούτου τοῦ παιδίου ; Ἀλλ ' , ὦ ἀγαθέ , τοῦτο μὲν καὶ λαθεῖν φήσαιτ ' ἂν ὑμᾶς |
] ? [ Ἀρετῆς ἁπάσης σεμνὸς ] ἡγεῖται τρόπος . Βέβαιόν ἐστι κτῆμα παιδεία ] μόνη . Γέροντα τίμα τοῦ | ||
] ? [ Ἀρετῆς ἁπάσης σεμνὸς ] ἡγεῖται τρόπος . Βέβαιόν ἐστι κτῆμα παιδεία ] μόνη . Γέροντα τίμα τοῦ |
τὸ ἐξογκῶ . εἴδωλον Ἄργου : Τινὲς οὕτω φασίν , ἄλευ ἆ δᾶ , ἀντὶ τοῦ ἀναχώρει καὶ ἔκκλινε : | ||
με τὰν τάλαιναν οἶστρος ; εἴδωλον Ἄργου γηγενοῦς : † ἄλευ ' , ἆ δᾶ : φοβοῦμαι , τὸν μυριωπὸν |
ὑπέσχετο καὶ κατένευσεν , ὅ πέρ ἐστιν μέγιστον σημεῖον τοῦ ἀψευδεῖν τὸν Δία , ὡς αὐτὸς ὁ Ζεὺς ὁ Ὁμήρου | ||
, καὶ ἀμφότερα ὀρθῶς , δεήσει ἐρωτῶντα μὲν οἷς ἐρωτᾷ ἀψευδεῖν καὶ περὶ ὧν ὡς εἰδὼς προτείνεται , ἀποκρινόμενον δὲ |
τὸν νέον ξύνδουλον : οὑτωσὶ καλῶς : Σπινθὴρ τάλας , πειρᾷς με ; ναί , τοιοῦτό τι : φιλοτησίαν δὲ | ||
τὸν νέον ξύνδουλον . οὑτωσὶ καλῶς . Σπινθὴρ τάλας , πειρᾷς με . ναί , τοιοῦτό τι : φιλοτησίαν δὲ |
, ἠισθόμην γάρ , Ἀγάμεμνον , σέθεν φωνῆς ἀκούσας , εἰσορᾶις ἃ πάσχομεν ; ἔα : Πολυμῆστορ ὦ δύστηνε , | ||
' Ἀργείων δορὶ πλείστους διώλες ' Ἕκτορος , τάδ ' εἰσορᾶις ; ὁρῶ τὰ τῶν θεῶν , ὡς τὰ μὲν |
χαίρουσιν , οἱ δ ' ἀγαθοὶ τῶν ἀνθρώπων ἀληθέσιν . Ἀναγκαιότατα λέγεις . Εἰσὶν δὴ κατὰ τοὺς νῦν λόγους ψευδεῖς | ||
τε καὶ αἰσχυντηλῶς ᾄδοντες ἀπροθύμως ἂν τοῦτ ' ἐργάζοιντο ; Ἀναγκαιότατα μέντοι λέγεις . Πῶς οὖν αὐτοὺς παραμυθησόμεθα προθύμους εἶναι |
, σὸν τὸ νικητήριον . Ὦ χαῖρε καλλίνικε : καὶ μέμνης ' ὅτι ἀνὴρ γεγένησαι δι ' ἐμέ : καί | ||
τοῦτο καρπὸν τὸ δάκρυον . χαλκοῦς ὀφείλεις πέντε μοι . μέμνης ' ; ἐγὼ σοὶ πέντε χαλκοῦς , σὺ δέ |
δηλοῖ δὲ καὶ τὸ λακτίζειν , ὡς τὸ “ ἀπεπυδάρισα μόθωνα , περιεκόκκυσα ” παρὰ τοὺς πόδας . μόθωνα : | ||
] ἀπέπαρδον : δεῖ δὲ καὶ τῇ ἀληθείᾳ αὐτόν . μόθωνα ] φλυαρόν , ὑβριστήν . Γ περιεκόκκυσα ] ὑπερεῖδον |
, καταλειφθήσεται , ἐναπομείνῃ ἐναπομενεῖ ἄβρωτον , ἐνυπομενεῖ . ⌈ ἀπολῇ [ ἀπολεῖ ] ] μαστιγωθήσῃ . ἀρτίως ] πρὸ | ||
σοι , εἰ πεύσῃ τὰ σιωπώμενα κακά : ὀλῇ : ἀπολῇ ἀκούσασα τὸ πάθος . οὕτως γὰρ δεινόν ἐστιν ὡς |
χαλεπούς : εἰ δὲ μή , οὐ περιμενοῦσιν ἄλλους σφᾶς διολέσαι , ἀλλ ' αὐτοὶ φθήσονται αὐτὸ δράσαντες . Ἀληθῆ | ||
βρόχου παγόδετον ὕδωρ : ὃν ἄμουσος ἰδών αἰπόλος ἀγρότας ἔθελε διολέσαι , κεφαλὰν λιγύθρουν τῷ σταχυοτόμῳ δρεπάνῳ θερίσας . κατὰ |
θεῶν δρᾶτε [ μηδαμῶς τάδε . σὼ δ ' αὐταδέλφω χερμάδ [ ' αἴρουσιν χεροῖν λέγουσί θ ' ὡς ἔφυσαν | ||
γένωμαι ; τοὶ δ ' ἐπ ' ἀμφιβόλοισιν ἰάπτουσι πολῖται χερμάδ ' ὀκριόεσσαν . παντὶ τρόπῳ , Διογενεῖς θεοί , |
πρὸς ἄνδρας ἀσπίσιν πεφαργμένους ; Λήδας μέν εἰμι παῖς , Κλυταιμήστρα δέ μοι ὄνομα , πόσις δέ μοὐστὶν Ἀγαμέμνων ἄναξ | ||
ἐγένετο θυγάτηρ Ἰφιγένεια καὶ αὐτὴν ἐξέτρεφεν ἡ τῆς Ἑλένης ἀδελφὴ Κλυταιμήστρα , πρὸς δὲ τὸν Ἀγαμέμνονα εἶπεν αὐτὴ τεκεῖν : |
καὶ περὶ τοῦ διαλεκτικοῦ συλλογισμοῦ καὶ τὸν οἰκεῖον ἤδη σκοπὸν ἐκπεπλήρωκε . νῦν οὖν ἰδίᾳ μέλλει διαλαβεῖν καὶ διδάξαι περὶ | ||
καθ ' ἕκαστον δὲ διακόσμασις τὸ ὅλον καὶ τὸ πᾶν ἐκπεπλήρωκε . τούτῳ δὲ τὰ ζῷα ἀκολουθεῖ διὰ τὸ τᾷ |
. . ἄλλ ' ἀποδάσσεσθαι , ὅσα τε πτόλις ἥδε κέκευθεν : ἡ διπλῆ ὅτι ἀντὶ τοῦ ἀμφιδάσεσθαι , δίχα | ||
. ἦ φίλος ἀνήρ , φίλος ὄχθος : φίλα γὰρ κέκευθεν ἤθη . Ἀιδωνεὺς δ ' ἀναπομπὸς ἀνίει , Ἀιδωνεύς |
πολλὴν βλάπτονται καὶ οἱ συνουσιάζοντες συνεχῶς . ἐπεὶ οὖν ἐδόκει Ὀπώρα εἶναι καὶ ἡ πόρνη , πρὸς ἀμφότερα ἔπαιξεν . | ||
Φιλυλλίου Ἄντεια , Μενάνδρου δὲ Θαὶς καὶ Φάνιον , Ἀλέξιδος Ὀπώρα , Εὐβούλου Κλεψύδρα . οὕτω δ ' ἐκλήθη αὕτη |
ἀπ ' αὐτῶν ὀνόματα καὶ ἐπιρρήματα ἑτέρας ἐστὶ χρείας . Φιλῶ τὸν δεῖνα , ὑπερφιλῶ , στέργω , ὑπερστέργω , | ||
ὦ δαιμόνιε , χάριν ἐμὴν ἅψαι καὶ τῶν μικρῶν . Φιλῶ γὰρ ἐμαυτὸν καὶ διὰ τοῦτο σὲ φιλῶ καὶ φιλεῖν |
Εἰ δ ' οὐ γένηται , τὴν κάκωσιν δεῖ λέγειν Πολλοῖς χρόνοις ᾧτινι θάνατος πέλος . Ταῦτα Σελήνη δώδεκα τόποις | ||
δὲ γενήσεται σακέλλων ἐπιτιθεμένων τῷ καταπλάσματι , ἢ πυριατηρίων . Πολλοῖς μὲν δὴ εἰς τὸ οὐρηθῆναι τὸν λίθον ἤρκεσε καὶ |
σὺ μέμνησό μοι . Πρὸς τῇ κεφαλῇ μου λάσανα καταθεὶς πέρδεται . Μάχαιραν ἆρ ' ἐνέθηκας ; οὔ . τί | ||
ἢ τοῦτο λέγει , ὅτι πορνευόμενος τοῦτο ἐποίει . . πέρδεται : Κλάνει . . Φιλέψιος : Οὗτος πένης . |
λόγους . σὺ δ ' ἐκτὸς ὤν γε συμφορᾶς με νουθετεῖς . ὁ πολλὰ δὴ τλὰς Ἡρακλῆς λέγει τάδε ; | ||
ὢν καὶ ταῖς ἄλλαις ἁπάσαις ὡς ἀνεπίληπτος εἰς πονηρίαν οὕτω νουθετεῖς . Ἀχθομένῳ σοι βαρέως ἐπὶ τῇ τοῦ παιδὸς τελευτῇ |
ἐπιφανὴς εἰς πανήγυριν , ἔνθα Ἁρμοδίου καὶ Ἀριστογείτονος εἰκόνες . Ὅσια . τὰ ἰδιωτικὰ καὶ μὴ ἱερά . Ὀσταφίδα οὐχ | ||
ἀλλὰ θαυμάζων αὐτήν . Ὁσία , κλυτὰν χέρα ] * Ὅσια δὲ τὰν χέρα γράφε : οὕτω γὰρ ἔχει πρὸς |
ἦν . ὥστ ' ἐγὼ μὲν οὐδὲ ψέγω οὐδ ' ἐξελέγξω , δέδοικα δὲ μή τις ἐμοῦ γοργότερον βλέπων φῇ | ||
Ἐτεόκλεις , πίστευσον , οὐ φανήσομαι : σὲ δ ' ἐξελέγξω πάντοτ ' ἠδικηκότα : Ἐτεοκλέης σκῆπτρα συγγόνῳ φέρειν [ |
ῥυσίων ] ἐνεχύρων : ἐνεχυράζοντες ἡμᾶς διά τινος ἁρπαγῆς . βοῆι : νῦν τῆι βοηθείαι . ἀλκῆς ] τῆς τῶν | ||
βίου . . , . : ἐπευφήμησεν : ἐν εὐφήμωι βοῆι εἶπεν . . Πῶς δεῖ τὸν νέον τῶν ποιημάτων |
ἐπλούτουν . ἱερόσυλοι , ῥήτορες καὶ συκοφάνται καὶ πονηροί . Πείθομαι . Ἐπερησόμενος οὖν ᾠχόμην ὡς τὸν θεόν , τὸν | ||
καὶ εὐμενῆ , καὶ ὀργίλα αὖ , εἰ ἀμελοῖτο . Πείθομαι , νὴ τὸν Πρωτεσίλεων , ἀμπελουργέ : καλὸν γάρ |
καὶ ὅτι περὶ Ἑλένου ἱστορία τοιαύτη φέρεται παρὰ Ἀρριανῶι . Ἠδωνοῦ Θραικὸς ἀνδρὸς παῖς Ἕλενος , μάντεων διαπρεπέστατος : παρὰ | ||
καὶ Καλλιρρόης τῆς Νέστου . ἀδελφὸς δὲ ἦν Ὀδόμαντος καὶ Ἠδωνοῦ . ἔνιοι δὲ Παίονος τοῦ Ἄρεος παιδός . τὸ |
α : ὀπτήϲαϲ ϲυμμέτρωϲ δίδου εἰϲ κονδῖτον # α . Ϲκαμμωνίαϲ # α , πεπέρεωϲ # α , ἐπιθύμου , | ||
τὸ ἥμιϲυ . Ἄλλο καθαῖρον μέλαιναν χολὴν καὶ ξανθήν . Ϲκαμμωνίαϲ # αϲ ἐπιθύμου # αϲ πετροϲελίνου ζιγγιβέρεωϲ ἡδυόϲμου ἀνὰ |
ἡμᾶς , λέγουσα τάδε : σὺ δὲ στεφάνοις , ὦ Δίκα , περθέσθ ' ἐραταῖς φόβαισιν ὅρπακας ἀνήτοιο συνερραις ἁπαλαῖσι | ||
κώλων ιβʹ . φιλεῖ ] στροφὴ ἑτέρα κώλων ιʹ . Δίκα ] ἀντιστροφὴ κώλων ιʹ . ἄγε δὴ βασιλεῦ ] |
Κόρυδον , εἰ δόξω συναριστᾶν τισιν οὕτω προχείρως : οὐκ ἀπαρνοῦμαι δ ' ὅμως : οὐδὲ γὰρ ἐκεῖνος , ἂν | ||
μὲν τέττιγες μουσικὴν ἀνεβάλλοντο σύν - τονον : καὶ τὸ ἀπαρνοῦμαι ὡς τὸ ἀναβολὴν ποιοῦμαι τοῦδε τοῦ πράγματος . γράφεται |
δὲ ἀπελθὼν τὰ ἑκτὰ τρύπα . ταῦτα δ ' οὕτως εὔφραινε καὶ ἐξιλάρου τοὺς παρόντας ὡς εὐθυμίας πληροῦσθαι . οἱ | ||
χὤτι πεντήκοντ ' ἔτεα ζωὰν βαθύπλουτον τελεῖς . Ὅσια δρῶν εὔφραινε θυμόν : τοῦτο γὰρ κερδέων ὑπέρτατον . Φρονέοντι συνετὰ |
: μίλτου Σινωπικῆς οὐγγίας ἕξ : ὄξους κύαθον ἕνα . Ἕψε λιθάργυρον , ψιμμύθιον , ἅλας λειότατον ποιήσας , μέχρις | ||
, ἀνὰ λίτ . α , ὄξους τὸ ἀρκοῦν . Ἕψε ἔλαιον , λιθάργυρον , ψιμμύθιον : μεσαζούσης δὲ τῆς |
ἰδίαι . πριστοῖσι λόγχης θέλγεται ῥινήμασιν . λοχαῖον σῖτον ψυκτήρ ἀπέπτυς ' ἐχθροῦ φωτὸς ἔχθιστον τέκος . πρὸς ταῦθ ' | ||
ἡμεῖς ἰδίᾳ . πριστοῖσι λόγχης θέλγεται ῥινήμασιν λοχαῖον σῖτον ψυκτήρ ἀπέπτυς ' ἐχθροῦ φωτὸς ἔχθιστον τέκος . . . φιλεῖ |
ἀποφαντικόν ἐστιν ὅτι ἐὰν βλέψῃ ὁ Πλοῦτος καὶ παύσῃ τὴν Πενίαν , οὐκέτι κακοδαιμονία εἴη . τὸ δὲ ἑξῆς , | ||
τοῦ λέγοντος , κἂν θέλῃς κἂν μὴ θέλῃς . } Πενίαν φέρειν οὐ παντός , ἀλλ ' ἀνδρὸς σοφοῦ . |
πεινῆν ἐσθίειν τε μηδὲ ἓν νόμιζ ' ὁρᾶν Τιθύμαλλον ἢ Φιλιππίδην . ὕδωρ δὲ πίνειν βάτραχος , ἀπολαῦσαι θύμων λαχάνων | ||
πεινῆν ἐσθίειν τε μηδὲ ἓν νόμιζ ' ὁρᾶν Τιθύμαλλον ἢ Φιλιππίδην . ὕδωρ δὲ πίνειν βάτραχος , ἀπολαῦσαι θύμων λαχάνων |
μηδὲ τοὺς καταγελῶντας . τοῦτο μὲν οὖν μοι χαριῇ : χαριῇ δὲ καὶ αὐτὸν Νεμέσιον ποιήσας πρὸς ἡμᾶς δίκαιον . | ||
ὦ Σώκρατες , ἀλλ ' εἰπέ , καὶ πάνυ μοι χαριῇ , εἴτε Ἀσπασίας βούλει λέγειν εἴτε ὁτουοῦν : ἀλλὰ |