ἄλλως : ὕπνος ψύχει ὁ μακρὸς , ὁ μὴ ἐῶν διαφορηθῆναι τὰ περιττώματα , ἃ κατακλείουσιν αὐτὴν τὴν θερμασίαν .
ἀτμοὺς κωλύεσθαι τοὺς ἄνω φερομένους καὶ τοὺς ἤδη φθάσαντας ἐμπεσεῖν διαφορηθῆναι . μάλιστα δὲ τοῦτο ποιεῖ τὸ ὀξυρρόδινον ἰσχυροποιοῦν τὴν
6155505 λησεσθαι
ἵλεω . διὰ τί ; ὅτι , ἐὰν ὑπολαβοῦσα διάνοια λήσεσθαι τὸ θεῖον ἀδικοῦσα , ὡς μὴ πάντα καθορᾶν δυνάμενον
τοῦ φανεροῦ ποιησάμενος τὴν ἔξοδον , ἀλλ ' ὡς μάλιστα λήσεσθαι αὐτοὺς ἔμελλε . προελθὼν γὰρ ἐκ τῆς Ῥώμης περὶ
6134220 διοδων
ἄπειροι μὲν ὄντες οἱ πλείους ἐν σκότῳ καὶ πηλῷ τῶν διόδων ᾗ χρὴ σωθῆναι , ἐμπείρους δὲ ἔχοντες τοὺς διώκοντας
ἐν τοῖς λόφοις ἔδεισαν διὰ τὸ ἄνυδρον , μὴ τῶν διόδων ἀφαιρεθῶσι . καὶ συμφεύγουσιν ἐς τὴν Πρωμόναν . ὁ
6105276 βεβουλευμενος
ἑαυτῷ , διὰ τὸ παρὰ πάντων ὁμολογεῖσθαι ὅτι ἦν ὀρθῶς βεβουλευμένος . Καὶ ὡς ἀληθῆ λέγω ταῦτα , τῆς μὲν
μοι πειθομένου πρόσωπον ἔδειξεν . οὐδὲ οἴκοθεν ἧκε λυπεῖν με βεβουλευμένος , ἀλλὰ μᾶλλον ὑμῖν ἐπιδείξων , ὡς οὐδὲ φιλονεικίας
5873334 διαδραναι
παρακινοῦσιν αἰνίττεσθαι . εἶτα κατ ' αὐτὸν τοῖς ἀντιπάλοις φερόμενος διαδρᾶναι τὴν κόλασιν προσδοκᾷς : καὶ δεινὰ πάλιν τολμήματα συνάπτων
ταύτης βοήθειαν καὶ εὐθὺς ἡ θάλασσα κατηυνάζετο καὶ οὕτω γέγονε διαδρᾶναι τοῦτον τὸν κλύδωνα . Καταλαβόντα δὲ τοῦτον τὴν βασιλίδα
5832179 ἐκπυστον
ὡς Ξενοφῶν συμβαίνοι δ ' ἂν εἰς ταὐτὸν καὶ τὸ ἔκπυστον , ἔκφαντον , ἔκφορον , καὶ τὸ ἐπίρρητον ,
Ἔκπυστα καὶ Ἐκπύστου ὁ δὲ παραγγείλας τῇ τοῦ ζῆν ἀντιδόσει ἔκπυστον μὴ ποιῆσαι τὴν πρᾶξιν ἀφῆκε πρὸς τὸν στείλαντα φοιτῆσαι
5792168 πταρμου
πνεύματος , τοῦ ἑνὸς καθ ' ἕνα πόρον γενομένου τοῦ πταρμοῦ , συνδιατίθεται καὶ ὁ ἕτερος . Ζητήσειεν ἄν τις
ἐπιτείνει ἐπὶ τὸ κακὸν τὴν περιπνευμονίαν : ἐπὶ δὲ τοῦ πταρμοῦ καὶ τῆς κορύζης ἔξω φέρεται ἡ ὕλη διὰ τῶν
5790839 ἐμβληθεις
Σωκράτης κάθηται καὶ τὸν Πλάτων περιπατεῖ , ὁ καί σύνδεσμος ἐμβληθεὶς μέσος ὥσπερ συνδεῖν δι ' ἑαυτοῦ μέσου καὶ ἑνοῦν
ὁ Κύκνου διαβληθεὶς ὑπὸ τῆς μητρυιᾶς ὡς πειράσας αὐτὴν καὶ ἐμβληθεὶς ὑπὸ τοῦ πατρὸς εἰς λάρνακα , ἐσώθη διὰ τῆς
5775245 καιριαν
ἐν αὐτοῖς ἐξεπίτηδες εὖ πάνυ : ἦσαν δὲ πληγαί , καιρίαν δ ' εἰληφέναι δόξας καταπίπτει καὶ λιποψυχεῖν δοκῶν ἔκειτο
ἐν τῷ πυκτεύειν πολλάκις εἰκῇ φερόμενοι κατὰ τύχην τινὰ παρέχουσι καιρίαν πληγὴν κατὰ ἀναγκαίου μορίου , οὕτως καὶ οὗτοι περὶ
5755075 μεθισταμενων
ὅτι ἡ ΑΒ πασῶν τῶν ἐπὶ τῆς τοῦ κύκλου περιφερείας μεθισταμένων εὐθειῶν ἐλάσσων φανήσεται . ἐπεζεύχθωσαν γὰρ αἱ ΓΖ ,
μείζονι καὶ δυνάμει λύεται τὰ καταδεέστερα , εἰς βελτίονά τε μεθισταμένων ἡμῶν λῆξιν ἀπόστασις γίγνεται τῶν καταδεεστέρων : καὶ οὐ
5747027 ἐπιγινομενος
δὲ καὶ μουσικᾶς ἐν ἀώτῳ . μὴ θραύσοι : ὁ ἐπιγινόμενος χρόνος τὸν ὄλβον αὐτῶν μὴ θραύοι , τοὐναντίον δὲ
, λύσις . Ὑπὸ διαῤῥοίης ἐχομένῳ μακρῆς ἀπὸ ταὐτομάτου ἔμετος ἐπιγινόμενος λύει τὴν διάῤῥοιαν . Ὑπὸ πλευρίτιδος , ἢ ὑπὸ
5737079 συμπαραπλεοντος
βασιλέως στρατηγοὶ μετὰ πάσης τῆς δυνάμεως , καὶ τοῦ στόλου συμπαραπλέοντος προῆγον ἐπὶ τὴν Αἴγυπτον . ὡς δ ' ἧκον
στρατιώταις ἀναζευγνύειν καὶ ταχὺ πάλιν ἐπανῆλθεν εἰς τὴν Συρίαν , συμπαραπλέοντος αὐτῷ καὶ τοῦ στόλου παντός . Πτολεμαῖος δὲ μετὰ
5726683 κακοπραγιων
χεῖρόν ἐστι τοῖς εὖ φρονοῦσιν . εἶτά τις εὐφορία γίνεται κακοπραγιῶν αὐτῷ : τῆς τε γὰρ οὐσίας ἁπάσης εὐθὺς ἐξίσταται
γνώμαις τισὶ τὸ ἦθος . τὰ δὲ ῥηθησόμενα τῶν μὲν κακοπραγιῶν ἀπάγει τὸν ἀκροατήν , ἄγει δὲ ἐπὶ τὸν γεωργικὸν
5710619 παχυνθεντος
μηκέτι τοῦ ἐπιρρέοντος ὑγροῦ καὶ ἐρεθίζοντος τὴν βῆχα ἐπιρρεῖν μετρίως παχυνθέντος . Εἰρηκότες ἤδη περὶ τῶν ὑπὸ λεπτῶν χυμῶν ῥευματιζομένων
παχυτέραν δ ' ὁ τυφών . Ἀναξιμένης νέφη μὲν γίνεσθαι παχυνθέντος ὅτι πλεῖστον τοῦ ἀέρος , μᾶλλον δ ' ἐπισυναχθέντος
5706572 ἐκχυσιν
. ἴδον τοὺς ἀνέμους τῶν γνόφων τοὺς χειμερινοὺς καὶ τὴν ἔκχυσιν τῆς ἀβύσσου πάντων ὑδάτων . ἴδον τὸ στόμα τῆς
ἥβῃ , ἀπὸ φλεβέων τε καὶ νεύρων πλέγμα , οὔρων ἔκχυσιν ποιεύμενον , συνουσίης ὑπουργὸν , φύσιος ὕπο δεδημιούργηται ,
5693366 ῥοθιος
, καταβολή , ἐκβολή . βίαιος ὄμβρος , πολύς , ῥόθιος , ἐλαυνόμενος , ἐπειγόμενος , πυκνός , συνεχής ,
τοῖς ὀδοῦσιν , ἀνοίγων , ἀναρρηγνύς , ῥύμῃ ἐπιών , ῥόθιος συμπροσχωρῶν , βίαιος τὴν ὁρμήν , δυσνίκητος , δυσκαταγώνιστος
5692977 μεθειται
πράσσουσα δαίμονας τίει . θρεῦμαι φοβερὰ μεγάλ ' ἄχη : μεθεῖται στρατὸς στρατόπεδον λιπών : ῥεῖ πολὺς ὅδε λεὼς πρόδρομος
ἀφεῖται . μεθεῖται ] πέμπεται . μεθεῖται ] ἔρχεται . μεθεῖται ] κινεῖται . μεθεῖται ] ἤδη ὁρμὴν ποιεῖται ἐπὶ
5690574 ὡρμα
ἐπιστάμενοι . Ἔτι δὴ ἐπὶ τὸ τρίτον καταβαλῶν ὥσπερ πάλαισμα ὥρμα ὁ Εὐθύδημος τὸν νεανίσκον : καὶ ἐγὼ γνοὺς βαπτιζόμενον
: καὶ γὰρ ὁ πούς , εἰ φρένας εἶχεν , ὥρμα ἂν ἐπὶ τὸ πηλοῦσθαι . Ἐπεί τοι τίνος ἕνεκα
5662384 κλυδωνιου
ἡσυχίᾳ . εὐδίᾳ ] + ἤγουν ἐκτὸς ταραχῆς γέγονεν . κλυδωνίου ] τῆς προσβολῆς τῶν πολεμίων καὶ τῆς ἐκ τούτων
, οἷος πλέων τὰς ἄκρας φάσκειν ἡμιολίας εἶναι : καὶ κλυδωνίου γενομένου ἐρωτᾶν , εἴ τις μὴ μεμύηται τῶν πλεόντων
5655759 ἐλεδεμνας
ἀπείριτον ὀροκτύπου καὶ ἀπὸ τῶν ὀρῶν κατερχομένου μετὰ κτύπου . ἐλεδεμνὰς ] ἐλαύνων καὶ διώκων ἀπὸ τῶν δεμνίων τοὺς λαούς
, ἤγουν ἐκ τῶν ἁρμάτων κτύπον ἐμποιοῦσα τῇ γῇ . ἐλεδεμνὰς ἀντὶ τοῦ τὸ δέμας καὶ τὸ σῶμα ἡμῶν τῷ
5652224 ἀντειχεν
κατήγορον . εἰ γάρ , ὅτε μηδεμίαν ἐκέκτητο δύναμιν , ἀντεῖχεν πρὸς τὴν τοσαύτην δύναμιν φιλανθρωπίας ἕνεκεν , πῶς ,
δὲ τῶν Ῥωμαίων ἱππέων τοὺς ἐπιόντας ὑπομεινάντων μέχρι μέν τινος ἀντεῖχεν ὑποστρέφων τε καὶ αὖθις ἐπάγων : ἐπεὶ δ '
5651541 ἀνελε
εἰς ον μεταποιοῦσιν , τὸ λάβε λάβον λέγοντες καὶ τὸ ἄνελε ἄνελον : οὕτω καὶ τὸ τύψε τύψον . τυψάτω
πεδίον προκαλούμενος . μᾶλλον δέ , τὴν ταχίστην ἡμῖν ἥκων ἄνελε τὴν τῶν γραμμάτων χρείαν τῇ συνουσίᾳ . Ἐγὼ καὶ
5638384 μανιωδως
σεδιὰ μέσου γὰρ ὁ στίχος τοῦ ἄρχετε . φορήται : μανιωδῶς φέρεται . καθόλου τὰ εἰς ται ῥήματα , ὅταν
καὶ ἐπιθυμητικαῖς ὁρμαῖς τῆς ἀφροδίτης . Οἰστρηδόν : ἐρωτικῶς , μανιωδῶς , μετ ' οἴστρου ἤγουν ἔρωτι κινούμενοι . Εἱλομένων
5633325 χαυνωσιν
. διερρυηκόσιν ] διακεχηνόσιν . κλῆσιν ] μαρτυρίαν . “ χαύνωσιν ἀναπειστηρίαν ” λέγει , ὅταν τοῦ ἀντιδίκου προβαλόντος λόγους
Εἰ δὲ ἐπιβλαβές ἐστι καὶ δι ' ὑπέρθεσίν τινος καὶ χαύνωσιν τοῦ ὄχλου λέγεται , τὰ ἐναντία φημίζειν , σκληρότερα
5630659 ἐπιρρεοντος
πᾶσι τοῖς ἁπλῶς παχύνειν καὶ ἀμβλύνειν τὸ δριμὺ δυναμένοις τοῦ ἐπιρρέοντος εἰς τὸν θώρακα καὶ πνεύμονα χυμοῦ . διὰ τοῦτ
. εἰ δὲ τύχοι τὸ ἐπιρρέον εἶναι φλεγματῶδες καὶ ψυχροῦ ἐπιρρέοντος αἰσθάνεσθαι περὶ τὰ πεπονθότα , μήτε δὲ ἐξέρυθρα μήτε
5629609 Παραιτονιου
Ἀπὸ Ναυστάθμου εἰς Ἀπολλωνίαν στάδιοι ρκʹ . Πάντες ὁμοῦ ἀπὸ Παραιτονίου εἰς Ἀπολλωνιάδα στάδιοι ͵γφνʹ . Ἀπὸ Ἀπολλωνιάδος εἰς Φυκοῦντα
Πτολεμαίου τοῦ Φιλαδέλφου ἀδελφῆς καὶ γυναικός : δευτέρα πόλις : Παραιτονίου Λιβύης . . . . . τὸ ἐθνικὸν .
5627615 ὠσατο
ὑπασπιστῶν . ἢ παρενέβαλεν εἰς κίνδυνον ἑαυτόν . . . ὤσατο ἑαυτόν . χρηματίζων : ὁ αὐτὸς δευτέρῳ Αἰγυπτιακῶν :
ἀφῆκαν ; Καλοῦ τοῦ νικηφόρου : ἦ που εἰς Λύκειον ὤσατο ἂν ἐκεῖθεν , καὶ εἰς Ἀκαδημίαν αὖθις , καὶ
5621302 διεδρα
πολεμίων αἰσθάνεσθαι : μετὰ δὲ οὐ πολὺ καὶ ἐς ἅπαντας διέδρα ἡ ἄγνοια . ἀναλαβόντες οὖν τὰ ὅπλα καὶ διαστάντες
τρυφῆς τὸν πόνον οὐκ ἐνεγκὼν ἐς τὴν ἁμαξιτὸν αὐταῖς χοινικίσι διέδρα καὶ παροδεύουσι λοχαγοῖς ἑαυτὸν ἐμήνυσέ τε καὶ ἀνῃρέθη .
5621120 ἀπαυστου
ἢ ἀδικία παρηνόμησεν , ἐπὶ ταῖς τοῦ ἀρίστου συμφοραῖς λύπης ἀπαύστου γεμισθέντες οὐδὲ παρηγορίας δι ' ὑπερβολὰς κακῶν ἀνέξονται .
διὰ βδελλῶν προσβολῆς . καὶ ὀφθαλμοὺς δέ τις ὑπὸ ῥεύματος ἀπαύστου ἐκ πολλοῦ χρόνου διαλελυμασμένος ἰάθη διὰ τῆς τοιαύτης βοηθείας
5617055 κρατουμενος
πέτραις τὴν μὲν ἡμέραν διὰ τὸ πνῖγος οὐχ ὁρᾶται , κρατούμενος ὑπὸ τοῦ περὶ τὸν ἥλιον φέγγους , τῆς δὲ
' ἄκρατος ὢν τὴν ὀργήν : ἤτοι ἀκαταπόνητος , μὴ κρατούμενος . * : ἀπροσδόκητος ] Οὔτε τὸ πῶς εἰς
5616732 ἐνοχλουμενος
ἔνθα χειροτονήσειν ἔμελλον , καὶ τὰ μέσα τῆς ἐκκλησίας . ἐνοχλούμενος δ ' ὑπὸ τῶν δημάρχων καὶ τῶν πλουσίων ,
καὶ Ἀριοβαρζάνης , εἴθ ' ἑκών , εἴτε πρὸς τινῶν ἐνοχλούμενος , οὐκ ἀπολαμβάνειν Καππαδοκίαν , ἀλλὰ τὸ πλέον αὐτῆς
5611640 πιεσθεις
τέλος εἰχέτην : ὃ μὲν γὰρ ἐκ τοῦ μητρῴου βάρους πιεσθεὶς συνετρίβη , ἣ δὲ κατὰ τὴν κεφαλὴν ᾄξασα .
τῶν ἄλλων ἐπ ' ὀκτώ . ὁ δὲ Παυσανίας μάλα πιεσθεὶς καὶ ἀναχωρήσας ὅσον στάδια τέτταρα ἢ πέντε πρὸς λόφον
5608327 διαβαινει
δέ φασι τὸν Ἀμφίονα πρὸς ταῖς Προιτίσι * * : διαβαίνει : καταβόστρυχος : τοῖς βοστρύχοις , τοῖς πλοκάμοις ,
ὅτι πλεῖστον καὶ σίδηρον . γενόμενος δ ' ἐν Στρυμόνι διαβαίνει τε τοῦτον καὶ παραμείψας τὴν Βόλβην λίμνην καὶ προσελαύνων
5605329 ἀνιατος
: καὶ ἐν συνκοπῇ αἰσχρός : ἀνία ἡ λύπη , ἀνίατος τὶς οὖσα , ἡ δυσχέρως ἰωμένη : ἀκριβὴς παρὰ
τις ἀποδέξαιτο , ὅτι τὸ γῆρας , ἡ μακρὰ καὶ ἀνίατος νόσος , τοὺς τῶν ὀρέξεων ἐχάλασέ τε καὶ ἔλυσε
5600399 Φαμεας
. Ῥωμαίοις δ ' ἀναζευγνύουσι μὲν ἀπὸ τοῦ Ἀσρούβα ἐπέκειτο Φαμέας , διὰ τὸ πταῖσμα θορυβουμένοις : ἐσιοῦσι δὲ οἱ
οὐ μὴν ἐδέησεν οὐδ ' ἐπαγγελίας : ὁ γάρ τοι Φαμέας , ὡς ἧκεν εἰς τὸ συγκείμενον , περὶ μὲν
5599702 κονιορτου
συνεχῶς τὸ πρόσωπον νιπτέσθω καὶ ἐν τῇ κλίνῃ ὀσφραινέσθω , κονιορτοῦ τε καὶ καπνοῦ καὶ τὴν ἀφ ' ἡλίου καὶ
ἦν ἑκατέρων ποικίλος : ὑπὸ δὲ μεγέθους πεδίου τε καὶ κονιορτοῦ τὰ ἀλλήλων ἠγνόουν , μέχρι ποτὲ ἐπύθοντο καὶ τοὺς
5591344 ἐλατινων
τῶν γὰρ ἐν τῇ Λατίνῃ καλῶν γινομένων ὑπερβολῇ καὶ τῶν ἐλατίνων καὶ τῶν πευκίνωνμείζω γὰρ ταῦτα καὶ καλλίω τῶν Ἰταλικῶνοὐδὲν
ἔργματ ' οὐχὶ θνητὰ δρῶν . Πενθέα δ ' ἱδρύσας ἐλατίνων ὄζων ἔπι ὀρθὸν μεθίει διὰ χερῶν βλάστημ ' ἄνω
5581890 διαπνεισθαι
τῶν ἐμφυσημάτων ἐστίν : συνεργεῖ δ ' εἰς τὸ μὴ διαπνεῖσθαι τὸ πνεῦμα ἡ τῶν σωμάτων πύκνωσις : ὅθεν καὶ
θερμὸν ἐξελαυνόμενον ὑπὸ τοῦ ψύχους συνεξάγει καὶ τὸ ὑγρὸν ὥστε διαπνεῖσθαι . Συμβαίνει δὲ τοῦθ ' ὡς ἐπὶ τὸ πλέον
5568711 ἐπιπτεν
τοῦ κοιλάσματος , ἐξέπιπτεν τὸ βέλος ἐκ τοῦ κυλίνδρου καὶ ἔπιπτεν ἐπὶ τὴν διώστραν ἔχουσαν ἐν αὑτῇ χώραν βραχὺ κεκοιλασμένην
γυναικός : οὐ γάρ πω κείνοισιν ἐπ ' ὄμμασιν ὕπνος ἔπιπτεν , ἀλλὰ Κύπρις πεπότητο περὶ φρένας , ὄφρα παλαιοῦ
5561737 ἀπομαχομενων
πρὸς Ἄρχωνα . καὶ τὰ μὲν πλήθη [ ] τῶν ἀπομαχομένων καὶ ἰσχόντων [ ] χωρίων ἐκρατεῖτο . ὡς δὲ
μετεωριζούσης ταῦτα δυνάμεως , ἰσοπαλῶν δ ' οἷον οὐσῶν τῶν ἀπομαχομένων τε καὶ ἀντιβαινουσῶν δυνάμεων , ὁ τρόμος ἔνδειξις τοῦ
5553675 κλυδωνος
γηροβοσκοῦσαι κόρας . αἷς ἀκτέριστος ἐν ξένῃ ξέναις τάφος ψάμμῳ κλύδωνος λυπρὸς ἐκκλυσθήσεται , φυτοῖς ἀκάρποις γυῖα συμφλέξας ὅταν Ἥφαιστος
τ ' ἂμ πέλαγός τε καὶ οὐρανὸν εὐρὺν ἵκανεν ῥηγνυμένοιο κλύδωνος , ὀρινομένης τε θαλάσσης : κύματι παφλάζοντι περιβρέμει ἄσπετος
5552223 προνωπης
τοῦτο δὲ ὑπὸ πολλῆς ὀργῆς συμβαίνει γίνεσθαι : ἄλλως : προνωπής ἀναιδής , παρὰ τὸ ἔμπροσθεν εἶναι τῶν ὠπῶν καὶ
ὀργῆς : εὐκατάφορος ἕτοιμος πρόχειρος . ἢ εὐχερής : ἄγαν προνωπής : προπετὴς καὶ εἰς τοὔμπροσθεν φερόμενος . τοῦτο δὲ
5532502 λαμπεσθαι
αὐτοῖς , ὅπερ ἐστὶ ζωῆς αἴτιον . Τήν τε σελήνην λάμπεσθαι ὑφ ' ἡλίου . Καὶ ἀνθρώποις εἶναι πρὸς θεοὺς
τέρψεως ἐς νύκτα ληγούσης αἰφνίδιον μὲν ἡ γῆ πᾶσα ἐδόκει λάμπεσθαι πυρί , κτύπος δὲ ἠκούετο ῥόθιος κωπῶν , ὡς
5526824 ἀναγωγου
λόγους τοῦ σώφρονος , τοὺς δὲ περὶ τοῦ θείου καὶ ἀναγωγοῦ οὐδέπω . Διὸ αὐτὸς μὲν ὡς ἄνθρωπος ἀποπαύεται ,
βούλεται διαλαβεῖν καὶ περὶ τοῦ ἀμείνονος καὶ ἐγκρατοῦς ἔρωτος καὶ ἀναγωγοῦ ἵππου , ὅτι ἕλκεται μὲν ἅτε δὴ σώματι προσομιλοῦσα
5522548 πληκτικη
: οὗτος εἶπε τῆς θαλάσσης . βλοσσυρή : καταπληκτικὴ καὶ πληκτική . Παρδάλεις : ἰχθύων εἴδη . παρδαλῆ δὲ τὸ
ἀγκιστρεία ἀγκιστρευτική δικτυοθηρευτική ἀμφιβληστρευτική ἑρκοθηρευτική κολυμβητική δυτική , τριοδοντία , πληκτική , πορφυρευτική , σπογγοθηρική , πυριευτική . κυβερνῆται δὲ
5522498 ὑποχωρησει
τὰς ὑποστάσεις καὶ οὐ λείας . Ὀλίγα δ ' ἂν ὑποχωρήσει καὶ διὰ τὴν τοῦ πυρετοῦ σφοδρότητα καὶ τὰ χρώματα
τὸ κενόν : κενοῦ δὲ μὴ ἐόντος οὐκ ἔχει ὅκηι ὑποχωρήσει . πυκνὸν δὲ καὶ ἀραιὸν οὐκ ἂν εἴη .
5514118 ἐλεεινην
αἱ κακῶς πενθοῦσαι . ἀλεγεινήν : φευκτὴν , ἀλγεινὴν , ἐλεεινὴν , χαλεπὴν , καὶ πένθος κακὸν καὶ ἐλεεινόν .
νεανίου μὲν πρῶτον , εἶτα τοῦ φύσαντος , τὴν μὲν ἐλεεινὴν οὐ διέφυγε θέαν , ἀλλοτρίᾳ δὲ χειρὶ περιπίπτων ὁμοίαν
5509618 διερραγη
αὐτὴ λάθραι , ἀνῆψα τὴν δίκελλαν ἀσθενεῖ τινι καλωιδίωι σαπρῶι διερράγη τέ μοι τοῦτ ' εὐθύς . ὀρθῶς . ἐνσέσεικα
ἀναβὰς εἰς ὕψος ἀφῆκεν ἑαυτὸν καὶ παραχρῆμα ἐπὶ πέτραν πεσὼν διερράγη . ὁ μῦθος δηλοῖ , ὅτι πολλοὶ ἐν ταῖς
5506387 συνηνεγκε
εἰ χρήσεται : διὸ συγκεκλεῖσθαι συνεχώρησεν . Τοῦτο τῷ πεπονθότι συνήνεγκε καὶ ὁ τυφλὸς ἐκεῖνος τοῦ Λυγκέως εὐδαιμονέστερος , εἰ
τείχους καὶ νεῶν εἰσελαύνων , ὅπου γε μηδὲ τοῖς πεζοῖς συνήνεγκε καταληφθεῖσιν ὑπὸ τῶν ἐναντίων , ἀλλὰ ὀλίγης ἐκβοηθείας γενομένης
5504956 δειματος
ἐν ᾗ κατεστρατοπέδευσαν , ὃν ἐπὶ τοῦ κατασχόντος αὐτοὺς τότε δείματος ὠνόμασαν , ὡς ἡ πάτριος αὐτῶν σημαίνει γλῶσσα ,
νέος πολεμεῖν ἤρξατο . γέγραπται δὲ βωμός τε καὶ ὑπὸ δείματος παῖς μικρὸς ἐχόμενος τοῦ βωμοῦ : κεῖται δὲ καὶ
5502641 κομιζετ
μὲν οὖν κύνας τε καὶ θηρῶν βρόχους , δμῶες , κομίζετ ' ἐς δόμους τυραννικούς . ἐγὼ δ ' ἐμαυτὸν
ἀσφαλεστάτην : ἐχθρὸς μὲν ἁνήρ , ὠφελεῖ δὲ κατθανών , κομίζετ ' αὐτόν , δμῶες , εἶτα χρὴ κυσὶν δοῦναι
5502398 καταπιπτει
. ἦσαν δὲ πληγαί , καιρίαν δ ' εἰληφέναι δόξας καταπίπτει καὶ λιποψυχεῖν δοκῶν ἔκειτο μετὰ τῶν ἰχθύων . βοᾷ
ἐπιτείνει τὸ κέρας , ἡ κεραία , καὶ ὑποχαλᾶται καὶ καταπίπτει . τέμνει : ἢ διαπερᾷ , διέρχεται ἡ ναῦς
5498459 προσεβαλεν
ἀκόντιον ὑπελθὼν ἐβλήθη , καὶ τὴν αἰτίαν οὐχ ἡμετέραν οὖσαν προσέβαλεν ἡμῖν . Διὰ δὲ τὴν ὑποδρομὴν βληθέντος τοῦ παιδὸς
εἶναι καὶ τὸ ὄξος εἶδος τοῦ ὀξέος . οὐκ ἀπείρῳ προσέβαλεν : ἐπὶ τῶν οἰομένων ἐξαπατήσειν , φωραθέντων δέ .
5497261 ἐκπιπτων
, ὑπὸ δὲ ἔρωτος τοῦ ξένας νοήσεις ἀεὶ κινεῖν πολλάκις ἐκπίπτων εἰς τὸ παιδαριωδέστατον . παραθήσομαι δὲ τἀνδρὸς ἓν ἢ
καὶ πελάγη περαιούμενος , καὶ ἀπεχθανόμενος τῷ τυράννῳ , καὶ ἐκπίπτων , καὶ κινδυνεύων , ἵνα μὴ προδῷ τὸ φιλοσοφίας
5489359 παταγου
. ἵνα δὲ μὴ πάμπαν τὰ ποιούμενα ἐπιγνοῖεν μηδὲ τοῦ πατάγου τῆς λατομίας ἐπαΐοιεν , τότε δὴ ἐς ὅ τι
αὐτοῦ Δῖνος νυνὶ βασιλεύων . ἀτὰρ οὐδέν πω περὶ τοῦ πατάγου καὶ τῆς βροντῆς μ ' ἐδίδαξας . οὐκ ἤκουσάς
5484975 ἀορατων
μεταβληθέντας εἰς πῦον ἐκρήσσειν , οἶδε καὶ διὰ λεπτῶν καὶ ἀοράτων πόρων τὸ ἐγκείμενον ὑγρὸν ἀοράτως ἕλκειν , ὥστε τὰς
ἐστιν ὡς ἔοικέ που θεός , σῴζει τε πολλὰ τῶν ἀοράτων πραγμάτων . σπονδή : δίδου σὺ σπλάγχν ' ἀκολουθῶν
5483153 εἰσπραττομενος
τὰ πάντα , Τύχης . ὁ μὲν οὖν αὑτὸν τιμωρίαν εἰσπραττόμενος , ἐννοῶν , οἷος εἰς οἷον γεγένηται , ᾤχετο
τις κακὸς ἀλλεπάλληλα συνάπτει δίκην τοῦ αἵματος τῆς μητρὸς αὐτοῦ εἰσπραττόμενος : † εἰς δόμους ἀλαστόρων : ἀντὶ τοῦ εἰς
5480823 ἀνεθορε
ἀγκίστρων λαβὰς χαλκεύονται μακράς . ὃ δὲ καὶ ὑπὲρ ταύτας ἀνέθορε πολλάκις καὶ τὴν τρίχα τὴν ἄγουσαν τεμὼν ἐς ἤθη
οὐκ ἀπαγγέλλεται . θεασαμένη δὲ αἰφνίδιον ἡ Στάτειρα τῆς κλίνης ἀνέθορε δόξασα Ἀφροδίτην ἐφεστάναι , καὶ γὰρ ἐξαιρέτως ἐτίμα τὴν
5480458 παραλλαξασα
] ἀγαθά . τις δοκῶν ] ἤγουν τινὸς δοκοῦντος . παραλλάξασα ] διελθοῦσα ἡ ὄψις . διὰ χερῶν ] ἤγουν
ἐκλήθη ἀπὸ τοῦ ἐξιέναι τοῦ Ἡλίου τὴν Σελήνην , ἐπεὶ παραλλάξασα αὐτὸν μοῖραν μίαν ἄρχεται φαίνεσθαι τῷ κόσμῳ , οὐχ
5479169 ῥευματος
βιαζόμενος τὴν κατάβασιν , ἐνταῦθα ἄνω φέρεσθαι τὸ ἥμισυ τοῦ ῥεύματος , ὥσπερ οἱ πρὸς τὰ ὑψηλὰ ὄρνιθες . τὸ
Ἄρτεμιν κυνηγετεῖν , ἢ διὰ τὸ ἠρεμαῖον καὶ παρθενῶδες τοῦ ῥεύματος ” ὣς ἀκαλὰ προρέων , ὡς ἁβρὴ παρθένος εἶσιν
5476111 παρῳνησεν
δὲ ἐξέπλευσε τῶν φρενῶν , καὶ πολλὰ ἐς τὸ ἄγαλμα παρῴνησεν . ὡς εἶδεν ἄγαλμα ξενικὸν καὶ ἱερουργίαν οὐκ ἐπιχώριον
; τίς ἢ κυβερνήτης ἢ ναύκληρος οὕτω ποτὲ ἐμεθύσθη καὶ παρῴνησεν , ὡς ὅσων εἶπον κατασκηψάντων ἐθελῆσαι πλεῖν , ἵνα
5473863 ἀνεκαλεσατο
, πεντακοσίων δὲ τῶν πρώτων Σιδωνίων μεθ ' ἱκετηριῶν ἀπαντησάντων ἀνεκαλέσατο τὸν Τέννην καὶ ἐπηρώτησεν εἰ δύναται τὴν πόλιν αὐτῷ
συμβεβηκός : πολλάκις γὰρ ψυχρὸν ὕδωρ ἐπιχεόμενον ἠτονηκυῖαν ἤδη θερμότητα ἀνεκαλέσατο . πάσαις τοίνυν ταῖς ἐπιστήμαις καὶ τέχναις ἡ φιλοσοφία
5473633 λαυρῳ
. Ἄνθρακες ἐν Κρανῶνι θερινοί : ὗεν ἐν καύμασιν ὕδατι λαύρῳ δι ' ὅλου : ἐγένετο δὲ μᾶλλον νότῳ ,
ἐμφυσῶν . ἀνίσταται : ὀγκοῦται . ἄσθματι : πνοῇ . λαύρῳ : μεγάλῳ : λαῦρον ἐπὶ μὲν ἀνέμου διὰ τοῦ
5472689 διαδρας
πλεονεξίας ὑπερβολήν . καταγνωσθεὶς δὲ ὑπὸ τῆς πατρίδος θανάτῳ καὶ διαδρὰς τὴν παραυτίκα τιμωρίαν ἠλᾶτο κατὰ τὴν χώραν μόνος φεύγων
καὶ φοβηθεὶς τὸ μέγεθος τοῦ κινδύνου , μετὰ τῶν συνδιαβεβλημένων διαδρὰς ἐκποδὼν ἐχωρίσθη . οἱ δ ' ἐν τῇ Σαλαμινίᾳ
5470290 ἀθρους
σύνεισιν , ὃς μόνος βροτῶν δύναται καταπιεῖν ἐκ ζεόντων λοπαδίων ἄθρους τεμαχίτας , ὥστ ' ἐνεῖναι μηδὲ ἕν . Πονεῖν
, αἰετόν Ἕλληνες . ἀνίστω Ἀττικοί , ἀνίστασο Ἕλληνες . ἄθρους Ἀττικοί , ἀθρόους Ἕλληνες . ἀνακοινῶσαι Ἀττικοί , ὡς
5465239 ὀλισθησαι
κουφίσασα ἑαυτὴν ἐπὶ τὴν κατάληψιν τοῦ ὄντως ἀγαθοῦ καὶ ἀληθοῦς ὀλισθῆσαι δύναται ἐπὶ τὸ ἐναντίον . δεινὸν γὰρ ἔρωτα ἴσχει
γοῦν ἀνὰ τοὺς τοίχους καὶ αὐταῖς ἐπιτίθεται : ὁπότε δὲ ὀλισθῆσαι συμβαίη , τὸ στόμα μύσασα συνέχει τὸ ἆσθμα καὶ
5465038 ἀποστεγει
πόλιν νεμόμεθ ' ἀδάματον , δυσμενέων δ ' ὄχλον πύργος ἀποστέγει . τίς τάδε νέμεσις στυγεῖ ; οὔτοι φθονῶ σοι
πύργος ] ἡ πόλις . πύργος ] τὸ τεῖχος . ἀποστέγει ] κωλύει , καρτερεῖ , ὑπομένει . ἀποστέγει ]
5465026 θαρρησαι
μετὰ ταῦτα τίθησιν : ἐν δὲ τῷ παρατυχόντι ὁ φθάσας θαρρῆσαι εἰ ἴδοι ἄφρακτον , ἥδιον διὰ τὴν πίστιν ἐτιμωρεῖτο
ἦν , ἄκρος δὲ τὴν τέχνην οὗτος , ὡς διαμιλληθῆναι θαρρῆσαι τῷ Ἀπόλλωνι περὶ μουσικῆς . δεξαμένου δὲ τούτου τὴν
5464522 ὑγρανθηναι
αὕτη δέ ἐστιν [ ἡ ] διὰ τοῦ θερμανθῆναι καὶ ὑγρανθῆναι τὸ σῶμα . ξηραίνουσι γὰρ οἱ κόποι . Λοιπόν
ὑπὲρ ἁπάντων ἑξῆς . τὸ μὲν οὖν ὑπὸ ξηρότητος σκληρυνθὲν ὑγρανθῆναι δεῖται , τὸ δ ' ὑπὸ πήξεως θερμανθῆναι ,
5461487 γευστου
καὶ σιγῆς καὶ μεγάλου ψόφου , οὕτω τοι καὶ γεῦσις γευστοῦ καὶ ἀγεύστου . ἔτι ἐπεὶ ἀόρατον τὸ μὲν φύσει
ἐπὶ τῶν ἄλλων . ἔτι πάσχει ἡ γεῦσις ὑπὸ τοῦ γευστοῦ , ᾗ γευστόν , καὶ διὰ τοῦτο ἀνάγκη τὸ
5460866 ὑπερδεξιον
μόνον τὸ καλυπτόμενον ἐν ταῖς πλημμυρίσι , τὸ δ ' ὑπερδέξιον καὶ μετεωρότερον τοῦ ῥεύματος πᾶν ἀοίκητον διεξιὼν ἑκατέρωθεν καὶ
ἑαυτὸν δηλώσας ἐπηγγείλατο καθηγήσεσθαι διὰ τῆς δυσχωρίας καὶ ποιήσειν αὐτὸν ὑπερδέξιον γενέσθαι τῶν κατειλημμένων τὴν πέτραν βαρβάρων . ὁ δὲ
5458446 ἀνιεντος
ὁμολογεῖν , ὅ τι εἴη , ἐπικειμένου δὲ καὶ μὴ ἀνιέντος ἔμπουσά τε εἶναι ἔφη καὶ πιαίνειν ἡδοναῖς τὸν Μένιππον
βαρεῖς ἀτμοὶ καὶ δυσώδεις , οὔτε ποταμοῦ τινος ψυχρὰς ἕωθεν ἀνιέντος αὔρας , ὑδάτων τε οὐ σπανίων ὄντων οὐδ '
5449764 πταρμος
κινεῖν πέφυκε τὸ ἐνταῦθα ὑγρόν , οὗ ἐξωθουμένου γίνεται ὁ πταρμός . [ καὶ τὸ συμβαῖνον πάθος εἰκὸς μὴ γίνεσθαι
κακόν ἐστι σύμπτωμα ὁ κατάρρους ἤπερ ἡ κόρυζα καὶ ὁ πταρμός : ὁ μὲν γὰρ κατάρρους , αὐτόθεν δι '
5448453 ἡπλωθη
θέας καὶ τῆς προσβολῆς τοῦ κάλλους φησὶν ὅτι ἐθερμάνθη καὶ ἡπλώθη καὶ ἐπὶ τὰ ὅλα ἀνελθεῖν ἠδυνήθη τὰ περὶ τὴν
πολυτρήτου , ὁ μέγας δ ' ἀγρευθεὶς εἰς τὸ πλοῖον ἡπλώθη . Σωτήριόν πώς ἐστι καὶ κακῶν ἔξω τὸ μικρὸν
5443059 κατοχη
νέον πάθος ἀλλάσσει τὸ ἀρχαιότερον , καὶ οὕτως οὐκ ἔσται κατοχή τινος πράγματος περὶ τὴν διάνοιαν , ὅπερ ἄτοπον :
αὐτῶν εὐθὺς τὸ τὴν τυχοῦσαν ἔχον πρὸς αὐτοὺς ὁμοιότητα , κατοχή τε συνίσταται εὐθὺς τελεία καὶ πλήρωσις τῆς κρείττονος οὐσίας
5441765 μοναρχου
ἀνδρῶν δ ' ἐκ μεγάλων πόλις ὄλλυται , εἰς δὲ μονάρχου δῆμος ἀιδρείῃ δουλοσύνην ἔπεσεν . λίην δ ' ἐξαρθέντ
ἀνδρῶν δ ' ἐκ μεγάλων πόλις ὄλλυται , ἐς δὲ μονάρχου δῆμος ἀϊδρίηι δουλοσύνην ἔπεσεν . λίην δ ' ἐξάραντ
5438554 ἀλυων
ἄνω βλέπουσα , ὁ δὲ λέων , οἷα ἀδημονῶν καὶ ἀλύων ὑπὸ τοῦ ἄχους ὡς ἄνθρωπος , εἶτα ἐν τοῖς
ἐκ τῶν βασιλείων ὑπάγων λάθρᾳ τῆς θεραπείας περιῄει τὴν πόλιν ἀλύων ὅπου τύχοι δεύτερος ἢ τρίτος : μετὰ δὲ ταῦτα
5438337 κτεινεται
ὅστις Ἀμίλκας σύμπασαν εἷλε τὴν Ἰβηρίαν , δόλοις ἐπιθεμένων δὲ κτείνεται τῶν Ἰβήρων . τὸν πάντα τούτου γὰρ στρατὸν φεύγειν
διαφθείροντας τὸ ὄνομα ἢ διὰ τὴν πατρίδα τῶν Ἀτρειδῶν , κτείνεται , ταῦτα ἔτι μανθάνων , ὑπὸ τοῦ Πτολεμαίου ,
5437949 Ἀχλυς
Ἀττικοὺς ἔκτισαν πόλιν , καὶ ἱδρύσαντο ἱερὸν Ἀχαιᾶς Δημήτερος . Ἀχλύς : σκότος , παρὰ τὸ τὰς ὄψεις ἡμῶν λυπεῖν
τῷ ἀρᾶσθαι εἰς οὐρανὸν ἐκτείνειν * * τὰς χεῖρας . Ἀχλύς , ἡ ἄγαν εἰλύουσα καὶ ἀποκρύπτουσα τὰ ὁρᾶσθαι μέλλοντα
5436018 ἐφρυαττετο
ἐρᾷ τοῦ δεσπότου δριμύτατα , καὶ προσιόντος ἐφριμάττετο καὶ ἐπικροτοῦντος ἐφρυάττετο , καὶ ἀναβαίνοντος ἑαυτὸν παρεῖχεν εὐπειθῆ , καὶ παρεστῶτος
συνεστηκότες ἐπὶ ταῖς ἐκ τῶν πολέμων ὠφελείαις : οἷς ἐπαιρόμενος ἐφρυάττετο καὶ λαμπρὸς ἦν καὶ προῆλθεν ἐπὶ μήκιστον ἐπιφανείας .
5429693 σπαται
ὡς ἄνοπλος ὑπ ' οὐθενὸς κωλυόμενος ἐπὶ τὸ βῆμα , σπᾶται τὸ ξιφίδιον , ὃ τῆς περιβολῆς ἐντὸς ἔκρυπτε ,
καὶ τὰ στήθεα , [ καὶ ] οἰμώζει . Οὗτος σπᾶται σφόδρα , ὥστε μόλις κατέχεται ὑπὸ τῶν παρεόντων ,
5425704 ἀποληφθεν
, οὐ μόνον τὰ γ ἅμα , ἀλλὰ καὶ ἕκαστον ἀποληφθὲν τῶν λοιπῶν , ὧν τὸ μέν ἐστιν εὐθείας τεμνούσης
δ ' ἄφνω τὴν γέφυραν καταβαλόντος , ἀνδρῶν τε πλῆθος ἀποληφθὲν ἐν τῇ περαίᾳ διέφθειραν οἱ περὶ τὸν Πετρήιον ,
5423731 πτοια
καὶ ὀξύτονα διὰ τῆς οι διφθόγγου γράφονται : οἷον , πτοῖα : Τροῖα : κοῖα : οἶα ἡ κόμη :
δίχα τοῦ τ : [ πτύανοι : ] σεσημείωται τὸ πτοῖα , ὃ δηλοῖ τὸν φόβον , καὶ τὸ πτοιόμενος
5412347 δοχμος
μὴ εὐθεῖαν . * ἴλλων : συστρεφόμενος περιβλέπων περιστρεφόμενος στρέφων δοχμός : ἀνακρούων ἤτοι ἀνακόπτων ἢ ἐναντιούμενος τῇ τοῦ ἑρπετοῦ
ταναηκέϊ : μακρῷ , μακρᾷ . δοχμόν : πλαγίως . δοχμός : πλάγιος . δόχμιος : πλάγιος . Ἡ δέ
5409716 οἰστρᾳ
καὶ βουλομένη μηδὲ μέρος τι αὐτῆς ἐνταῦθα εἶναι , εἰκότως οἰστρᾷ , ἀντὶ τοῦ ἀδημονεῖ ἐκείνων ἐφιεμένη καὶ μνημονεύουσα .
: πάλιν μεταφορικαῖς λέξεσι χρῆται καὶ ὑπερβολαῖς , λυττᾷ , οἰστρᾷ , μαίνεται λέγων καὶ ὅσα τοιαῦτα . λαʹ Οὔτε
5408816 ταχειᾳ
. . . . . . . ἅμα δὲ κινήσει ταχείᾳ τά - ραχος ἐν ὀφθαλμοῖς καὶ κεφαλῆς ἀστασία καὶ
, τὴν δ ' ἡμετέραν κἂν ἐστεφάνωσεν ἐφ ' οὕτω ταχείᾳ νίκῃ . Ὥσπερ οὖν ἐκεῖνα μένει τε καὶ μνημονεύεται
5407655 ἀπηνεχθη
εἰς τὴν Ἑλλάδα : εὐναίοις γάμοις : τοῖς νομίμοις . ἀπηνέχθη δὲ εἰς Ἑλλάδα Ἕλενος μετὰ τὴν Ἰλίου πόρθησιν :
γεύσασθαι , κύματος δὲ ὑποδραμόντος αὐτὸν ἐς τὰ τῶν ἰχθύων ἀπηνέχθη ἤθη . μαντεύεται μὲν οὖν μέγα τι , ὡς
5407206 μεμυκος
πλείων φθαρῇ καὶ μεταβάλῃ . τούτων οὖν γενομένων εἰ τὸ μεμυκὸς διὰ τῶν μαλακτικῶν καὶ λιπασμάτων ἀνέῳγεν , καὶ ἀπευθύνειν
καὶ ψευδέσι μαντείαις ἑπόμενος οὐδ ' ὅτε τὸ τῆς ψυχῆς μεμυκὸς ὄμμα ἀναβλέψας „ εἶδε τὸν ἄγγελον τοῦ θεοῦ ἀνθεστῶτα
5405797 παρεισεπεσεν
μέσου τῶν πολεμίων ἐσκεδασμένων ἐτόλμησε διεκπερᾶσαι , καὶ πολλοὺς ἀνελὼν παρεισέπεσεν εἰς τὸ χωρίον . γενομένης δὲ πολιορκίας , καὶ
, ὧν ἦν ἐπιφανέστατος στρατηγὸς Φίλιππος , νυκτὸς ἐπιθέμενος ἀπροσδοκήτως παρεισέπεσεν ἐντὸς τοῦ τείχους . εἶτα οἱ μὲν φρουροὶ συνέφυγον
5404635 ἐπῃσαν
οἱ Ἕλληνες ἐγγύς τε ὄντας καὶ παρατεταγμένους , αὖθις παιανίσαντες ἐπῇσαν πολὺ ἔτι προθυμότερον ἢ τὸ πρόσθεν . οἱ δ
τε κυνῶν τε περὶ κτύπος ἦλθε ποδοῖϊν , ὡς ἐπάγοντες ἐπῇσαν : ὁ δ ' ἀντίος ἐκ ξυλόχοιο , φρίξας
5403753 ἐνεπεσε
ἐπεὶ δὲ τοῦτ ' ἐγένετο , πολλὴ μὲν εὐθυμία πᾶσιν ἐνέπεσε , πολλὴ δὲ φιλότης ἀλλήλων , θάρσος τ '
σύμπαν αὐτοῦ σῶμα εὐλῶν ἐξέζεσεν . τοσόσδε διὰ τῆς νυκτὸς ἐνέπεσε σεισμός , ὥστε ἐξέθορον ἐκ τῆς κοίτης , σκηπτοί
5403125 προσεδεχετο
ταῖς τῶν πολεμίων , ἀλλὰ ταῖς ἑαυτῶν ᾗπερ ὁ Δημοσθένης προσεδέχετο : κατὰ τὸ μέρος τὸ νεῦον ἐπὶ τὸ πετρῶδες
τοῖς ἄλλοις ἅπασιν ἀποστάταις τὴν διάθεσιν ἐποιεῖτο . οὐ γὰρ προσεδέχετο πάντας τοὺς ἀφισταμένους , ἀλλὰ τοὺς ἀρίστους ποιούμενος στρατιώτας
5402054 περιρρηξαμενος
καὶ τὴν ναῦν μικροῦ καταδύεσθαι . τῶν δὲ πλεόντων ἕτερος περιρρηξάμενος τοὺς πατρῴους θεοὺς ἐπεκαλεῖτο μετ ' οἰμωγῆς καὶ στεναγμοῦ
τοῦ φίλου , καὶ ῥίψας ἑαυτὸν εἰς τὸ ἔδαφος , περιρρηξάμενος τὸν χιτῶνα , ἀμφοτέραις χερσὶ περιελὼν κόνιν αἰθαλόεσσαν χεύατο
5401266 ἐκβας
ἕτερον πλοῖον , ἐπίνομεν . Καὶ ὁ μέν ἐστι φανερὸς ἐκβὰς ἐκ τοῦ πλοίου καὶ οὐκ εἰσβὰς πάλιν : ἐγὼ
νηστείας [ ! ! ! ! ! ! ] ου ἐκβὰς εὐσέβειας [ ἔξω ] ? οἴκων ᾔτει . [
5400687 μαινομενᾳ
] φιλονεικίᾳ . ἔριδι ] + φιλονεικίᾳ , μάχῃ . μαινομένᾳ ] μανικῇ . πρὸς τὸ τέλος δὲ τῆς φιλονεικίας
ἀρτίφρων ἐγένετο μέλεος ἀθλίων γάμων , ἐπ ' ἄλγει δυσφορῶν μαινομένᾳ κραδίᾳ δίδυμα κάκ ' ἐτέλεσεν : πατροφόνῳ χερὶ τῶν
5398365 θαλπεσθαι
ἔξω , εἰ μέλλοι ὁ ἠσθημένος διὰ μὲν τοῦ κρυμοῦ θάλπεσθαι , διὰ δὲ τοῦ θέρους μὴ ἀποπνίγεσθαι . .
καὶ τὸν ἐκ νόσου καλούμενον μαρασμὸν ἀναγκαῖόν ἐστι διδόναι . θάλπεσθαι γὰρ ἅμα καὶ ὑγραίνεσθαι τοὺς οὕτω πάσχοντας δεῖ :
5397504 ἀναδυναι
γνωσιμαχῆσαι , ἀναλογίσασθαι , ἐπιθεάσασθαι , ἀντιλογίσασθαι , ἐπανορθώσασθαι , ἀναδῦναι , ἀναχωρῆσαι , μεταβουλεύσασθαι , μεταδοξάσαι , ἀναψηφίσασθαι ,
ἡ κρίσις ; Οὐκ οἶδα : πλὴν οὐχ οἷόν τε ἀναδῦναι πρὸς τοῦ Διὸς κεκελευσμένον . Ἓν τοῦτο , ὦ
5395605 ἐσκηψεν
ἐγένοντο . οὗτοι δὲ ἦσαν ἐξαίρετοι οἱ ἐν Κιθαιρῶνι . ἔσκηψεν ] ἐπῆλθεν . φάος ] ἤγουν πυρσός . ἐπ
] [ δίκην Ποσειδῶν , ἐς δ ' ἔμ ' ἔσκηψεν [ τάδε . κἄπειτ ' ἀυτεῖς καὶ σὺ μαρτύρηι
5388833 ἐξανεστη
ἀλγήματα : καὶ ὁπότε πίοι , ὡς χαλεπῶς καταπιοῦσα : ἐξανέστη , καὶ τὴν καρδίην οἱ γυιοῦσθαι ἔφη : γλῶσσα
αὐτὸν εἰς λατομίας τοῦ Διονυσίου , τὸ δεύτερον αὐτὸς ἑκὼν ἐξανέστη . τοῦ δὲ ἐρομένου τὴν αἰτίαν τοῦτο εἰπεῖν ,
5388349 ἀμεριμνος
πόδας ἐπιθυμίας , ἡδίστην ἂν σχοίη τὴν μέριμναν , οἱονεὶ ἀμέριμνος λοιπόν ἐστιν . τὰ δ ' εἰς ἐνιαυτόν :
σάλην , ἣ σημαίνει τὴν φροντίδα . ἀσαλής : ὁ ἀμέριμνος . οὕτως Ἡρωδιανὸς καὶ Ἀπολλόδωρος . καὶ γὰρ ἀσαλέαν
5387445 διεσωθη
διέφθειρεν : ὁ δὲ λοιπὸς στόλος μεγάλοις περιπεσὼν χειμῶσι μόλις διεσώθη πρὸς τὴν Σικελίαν . ἀπώλοντο δὲ καὶ τῶν ἐπιφανῶν
καὶ τὴν ἔξοδον τὴν τοῦ λαβυρίνθου παρ ' αὐτῆς μαθὼν διεσώθη . ἀνακομιζόμενος δ ' εἰς τὴν πατρίδα καὶ κλέψας

Back