σοφιστὴς οὗτος ἐν πολλοῖς ἐλέγχει τὸν Πλάτωνα περὶ τοὺς χρόνους διαμαρτάνοντα . Ὅτι γελοίως ὁ Ξενοφῶν ἐν τῷ συμποσίῳ ποιεῖ
δὲ λέγομεν ὃν ἄν τις ἀκριβῶς ὀνομάσειε , τὸν μὴ διαμαρτάνοντα τῆς ἀληθείας : νοῦς γὰρ ὁ τοιοῦτος κυρίως ,
6373042 ἱκετευοντα
δὲ παρὰ Προμηθέα καὶ ὀφθεὶς ὑπ ' αὐτοῦ , οἰκτείρει ἱκετεύοντα καὶ κτείνει τὸν ἀετόν , ὃς αὐτοῦ τὸ ἧπαρ
γενόμενον καὶ μὴ δυνάμενον τὴν γλῶτταν κινῆσαι , νεύμασι δὲ ἱκετεύοντα συνεπιλαβέσθαι αὐτῷ , αὐτοῦ που μένειν τοῦτον παρεκελεύσατο τέσσαρσι
6265479 κατακομισαι
μάλιστα ἐφρουρεῖτο ὑπό του τῶν Ἡρακλεωτῶν τυράννου , τὸν κώδωνα κατακομίσαι , πειθόμενος μὴ ἄν ποτε τελέσειν αὐτὸν τόνδε τὸν
προσετάχθη ἐκ τῶν ἄνω τόπων σῖτόν τε ὅσον δυνατοὶ ἦσαν κατακομίσαι ἀλέσαντας καὶ τὰς βαλάνους τὰς τῶν φοινίκων καὶ πρόβατα
6104720 ποιησαμενου
, , ἐν αἷς Θεοπόμπου μὲν κατηγορεῖ , διότι Διονυσίου ποιησαμένου τὴν ἀνακομιδὴν ἐκ Σικελίας εἰς Κόρινθον ἐν μακρᾶι νηί
μετὰ ταῦτα τοῦ Δάμωνος ἤδη περὶ ἀναγωγὴν ὄντα με περίστασιν ποιησαμένου καὶ μαρτυρεῖν ἀξιοῦντος καὶ τὰ ἑξῆς . μήποτε τοιοῦτόν
6098457 τεταφθαι
τὸ ἐθνικὸν ὅμοιον . Ποσείδιππος δὲ Πάνδαρον παρὰ τῷ Σιμοῦντι τετάφθαι φησίν ” οὐδὲ Λυκαονίη δέξατό σε Ζελίη , ἀλλὰ
ἐν Κύνῳ τὸν Δευκαλίωνα λέγεται , καὶ τὴν Πύρραν ἐκεῖ τετάφθαι φασίν : ἱστορεῖ δὲ ταῦτα καὶ Ἑλλάνικος . δυσχεραίνοι
5969252 μεμαρτυρηκεναι
ἀπηλείφου ; τίς ἡ παρὰ τοῖς ἄρχουσιν ἀντιγραφή ; ἐὰν μεμαρτυρηκέναι τὸν μὲν ἐπιτροπευθῆναι κατὰ διαθήκας , τὸν δ '
αὐτὸς αὑτῷ μεμαρτύρηκεν , ὁπότε φασὶν οὗτοι ἀκούσαντες ἐκείνου ταῦτα μεμαρτυρηκέναι . ἵνα δὲ εἰδῆτε ἀκριβῶς , αὐτὸν τὸν νόμον
5931716 Φιλοξενον
Ἀρταξέρξῃ προσφιλέστατος παρὰ Κτησίᾳ . Ἀλέξανδρος δὲ ἐν τῇ πρὸς Φιλόξενον ἐπιστολῇ μέμνηται Θεοδώρου καὶ Χρυσίππου . ὅτι τὸ Μουσεῖον
, τιμῶσι καὶ σέβονται , ἐγκωμιάζουσι . ἐνταῦθα διασύρει τὸν Φιλόξενον : οὗτοι γὰρ οἱ στίχοι ἐκείνου εἰσίν . ταῦτ
5925813 Ἐπιστολας
υἱὸς τοῦ Σικελίας τυράννου καὶ αὐτὸς τύραννος καὶ φιλόσοφος . Ἐπιστολὰς καὶ Περὶ τῶν ποιημάτων Ἐπιχάρμου . . . .
τῆς πόλεως ἅλας περὶ πλείονος ποιήσασθαι τῆς ξενικῆς τραπέζης . Ἐπιστολὰς δὲ σιγῶ ψευδεῖς καὶ κατασκόπων συλλήψεις καὶ βασάνους ἐπ
5908757 φθεγγου
δυνάμεων συνεστὸς λύσιν ἴσχει ποτέ ; Εὐφήμησον καὶ μὴ ἀδύνατα φθέγγου : ἐπεὶ ἁμαρτήσεις καὶ ἀσεβηθήσεταί σου ὁ ὀφθαλμὸς τοῦ
. μνημονεύει δ ' αὐτοῦ Ἀριστοφάνης Δαναίσι καὶ τὸν κυλλᾶστιν φθέγγου καὶ τὸν Πετόσιριν . μνημονεύουσιν αὐτοῦ καὶ Ἑκαταῖος καὶ
5907695 πληττων
, πλήκτης . , πλήττειν δυνάμενος , οἱονεὶ διὰ κέντρου πλήττων . . μιαρός ] κακός , φθονούμενος , χαλεπός
ὄρη ῥήξειν ἔμελλε , δεινὸς ἄν που ἐγράφετο καὶ οἷον πλήττων , ξένον δὲ τὸν Μελικέρτην ποιούμενος ὡς ἐν τῇ
5906030 Ἐποιησεν
: κρύπτομεν ἀνιηρὰ Ποσειδῶνα ἄνακτα δῶρα . : ὤχμασεν : Ἐποίησεν ἀναβασταχθῆναι . ὀχμὴ δὲ λέγεται τὸ μέσον ἐχόμενον .
γίγνωνται , καὶ μὴ κατ ' αὐτόματον τροπὰς δέχηται . Ἐποίησεν ὦν τόνδε τὸν κόσμον ἐξ ἁπάσας τᾶς ὕλας ,
5875702 Στασανορα
μὲν οὖν Καρμανίαν εἴασεν ἔχειν Τληπόλεμον καὶ τὴν Βακτριανὴν ὁμοίως Στασάνορα : οὐ γὰρ ῥᾴδιον ἦν τούτους δι ' ἐπιστολῆς
τινὶ τῶν τοξοτῶν ᾔει τὴν ἐπὶ Πασαργάδας τῆς Περσίδος . Στασάνορα δὲ καταπέμπει ἐπὶ τὴν ἀρχὴν τὴν ἑαυτοῦ . ὡς
5824948 νοησαντος
: ἀπονοστέω δέ σου κῆρυξ ἀληθείην ἀνθρωπίνης φύσιος ἐξιχνεύσαντος καὶ νοήσαντος . Θεραπείην δὲ λαβὼν παρὰ σεῦ τῆς ἐμῆς διανοίης
τις κλέπτης τὸ σαγίον αὐτῶν ἔλαβε . τοῦ δὲ ἑνὸς νοήσαντος καὶ εἰπόντος πρὸς τὸν ἕτερον : Ἀνάστα , δίωξον
5779288 μεμορφωσθαι
καὶ ἀσωμάτους εἶναι τὰς ἀρχὰς καὶ ἀμόρφους , τὰ δὲ μεμορφῶσθαι . Σῶμα δ ' ἐστίν , ὥς φησιν Ἀπολλόδωρος
ἀέρι , ὥστε καὶ ἀπελθόντος τοῦ κηροῦ καὶ τοῦ δακτυλίου μεμορφῶσθαι τὸν ἀέρα τὸν περικείμενον . ἀλλ ' αὗται μὲν
5778189 παραβλεπειν
δὲ καὶ βλέπος που λέγει καὶ βλέπησιν . ὑποβλέπειν , παραβλέπειν , ἐμβλέπειν , καταβλέπειν , ἀναβλέπειν , ἀντιβλέπειν ,
, τοῦτο γάρ ἐστι τὸ ἐξωριάζειν πατρὸς λόγους , ἤτοι παραβλέπειν , χαλεπὸν καὶ ἐπικίνδυνον . . σφῷ ] ὑμῖν
5750356 μαινομενας
οὐδ ' ὁ Μελάμπους , ὃς μόνος τὰς Προιτίδας ἔπαυσε μαινομένας , καταστήσειεν ἄν . καὶ ἀλλαχοῦ δὲ περὶ τοῦ
πρημαινούσας τε θυέλλας ] ⌈ πεφυσσημένας [ πεφυσημένας ] καὶ μαινομένας πνοάς : πρῆσαι γὰρ τὸ ⌈ φυσσῆσαί φυσῆσαί [
5750201 τιτθια
παραλύσασα τοῦ χιτωνίου καὶ τῶν ἀποδέσμων , οἷς ἐνῆν τὰ τιτθία . καὶ κατ ' Ἀγάθων ' ἀντίθετον ἐξυρημένον .
ἀλλ ' ὡς γυνὴ δῆτ ' ; εἶτα ποῦ τὰ τιτθία ; τί φῄς ; τί σιγᾷς ; ἀλλὰ δῆτ
5749025 καθυπερτερησεις
δὲ ὁ τοῦ Κρόνου , κατὰ δὲ τὰς διαμετρήσεις ἢ καθυπερτερήσεις ἀνάπαλιν Ἥλιον μὲν ὁ τοῦ Κρόνου , Σελήνην δὲ
οἱ μεσέμβολοι ἀνῦσαι τὸ ἴδιον ἀποτέλεσμα . γίνονται δὲ αἱ καθυπερτερήσεις ἐν τῷ αὐτῷ ζῳδίῳ καὶ διαμέτρῳ , καὶ καθόλου
5721322 Ἰακωβον
ἢ μικρὸν ὕστερον . διόπερ οἱ μὲν ἄλλοι σωτῆρα τὸν Ἰάκωβον ἀπεκάλουν , οἷά ποτε καὶ τὸν Ἀσκληπιόν , οἱ
Τωβίαν ξη = ζ ἐρώτησον Ματθίαν ξθ = α ἐρώτησον Ἰάκωβον ο = Ϙε ἐρώτησον Λευί οα = Ϙ ἐρώτησον
5713875 φευγουσας
φασιν ἀδιάλειπτον , καὶ οὕτω καταστερισθῆναι τὰς Πληιάδας τὸν Ὠρίωνα φευγούσας . τὸ δὲ θέρμετο ἀντὶ τοῦ ἐθερμαίνετο . ὅτι
γεγενῆσθαι ἱστοροῦσι : εἰς δὲ δένδρα ταύτας ἀμειφθῆναι τὸν Βορρᾶν φευγούσας ἐρῶντα . Καὶ νῦν ἔτι , εἴ τις θίγοι
5698092 Ναυπλιον
ἦλθες δεῦρο πῶς τίνι στόλωι ; [ ] ναῦται κώπαις Ναύπλιον εἰς λιμένα ξενικὸν πόρον ἄγαγόν με δουλοσύνας τ '
ἀλλ ' ἐχῖνος ἓν μέγα . ὅθεν τὸν Παλαμήδους πατέρα Ναύπλιον διὰ τὸ πανοῦργον ἐχῖνον καλεῖ . Παλαμήδης γὰρ συστρατεύσας
5683848 δεικνυουσας
τὰς οὐσίας τῶν πραγμάτων , ἄλλη δὲ τὰς ἀποδείξεις τὰς δεικνυούσας τὰ καθ ' αὑτὸ ὑπάρχοντα τοῖς πράγμασιν . εἶτα
ὅτι , εἰ τὰς κυρίας τοῦ συμπεράσματος καὶ προσεχῶς αὐτὸ δεικνυούσας λαμβάνομεν , ἔσονται ἐν παντὶ συλλογισμῷ προτάσεις μὲν δύο
5682197 ἐκγενναν
πόρνης ὑπωρρώδει κακόν . Οὐ δεινὸν οὖν κριοὺς ἔμ ' ἐκγεννᾶν τέκνα , ὄρνεις δ ' ὁμοίους τοὺς νεοττοὺς τῷ
καὶ Εὔπολις ἐν Δήμοις : οὐ δεινὸν οὖν κριοὺς μὲν ἐκγεννᾶν τέκνα ὄρνις θ ' ὁμοίους τοὺς νεοττοὺς τῷ πατρί
5681347 ἀθυμω
! ] ? . μηθαμῶς . οὐκ οἶδ ' : ἀθυμῶ καὶ δέδοιχ ' ὑπερβολῆι . εἰκός τι πάσχειν .
τοι πρὸς ς ' ἀποσκοποῦς ' , ἄναξ . Δεινῶς ἀθυμῶ μὴ βλέπων ὁ μάντις ᾖ . Δείξεις δὲ μᾶλλον
5680455 προσειποντος
ὥς φασιν , ἀνειμένος τοῦ τοὺς Ἀχαιοὺς “ Ἀχαιΐδας ” προσειπόντος , διαρκεστέρῳ δὲ τόνῳ πνεύματος τὰς Ἑλληνικὰς ἀποπληροῦν τραγῳδίας
γνωρίμου καὶ συνήθους ὄντος , μετὰ τοῦτο προσῄειν ἐγώ . προσειπόντος δὲ κἀμοῦ καὶ στάντος ἐθαύμασεν ὁ αὐτοκράτωρ , ὡς
5665060 παραφεροντες
γινομένης ἐτηροῦμεν τὴν πρὸς ἄρκτους καὶ μεσημβρίαν τοῦ ἡλίου παραχώρησιν παραφέροντες ἐν ταῖς μεσημβρίαις τὸν ἐντὸς κυκλίσκον , ἕως ἂν
φύσιν καὶ ὥσπερ ἔξω οἰκεῖν τῆς οἰκουμένης οἱ τοὺς τοιούτους παραφέροντες λόγους . πῶς γὰρ ἂν καὶ λογίζεσθαι φαίη τις
5663121 δηλωσαντες
ἀπὸ ἑνὸς ἀπλήκτου , πρεσβείαν τε μίαν καὶ δευτέραν εἰρηνικὴν δηλώσαντες , καὶ ἐλπίδας συμβάσεως δεδωκότες τοῖς ἐναντίοις , καὶ
ὡς δὴ ὑπὲρ σωτηρίας αὐτῷ τινὰ ἀγγελῶν . οἳ δὲ δηλώσαντες τῷ Σεβήρῳ , καὶ κελεύσαντος αὐτοῦ , τὸν χιλίαρχον
5662804 Πεισθεταιρος
ἐμῆς πόλεως . ὡς βλακικῶς : Ἀντὶ τοῦ βραδέως . Πεισθέταιρος πρὸς τὸν Μανῆν . σὺ δ ' αὖτις ἐξόρμα
Κυρηναϊκόν . τὸ δὲ ὅλον πρόσκνισμα τοῦ Ἡρακλέους ποιῶν ὁ Πεισθέταιρος , δοκεῖ πρὸς μάγειρον οἰκεῖον διαλέγεσθαι ἐπὶ τῷ εὐτρεπίσαι
5662559 παρεβαλε
οὐσίας κατὰ βάθος , ὅτε τὴν ἄτομον πρὸς τὴν καθόλου παρέβαλε , δεικνὺς ὅτι μᾶλλον οὐσία , καὶ ὅτε τὴν
. ” ἐμφατικῶς τὸ ἐν πολέμῳ πῦρ ἐπιτεθὲν τῷ Ἀχιλλεῖ παρέβαλε τῷ ἐν πολεμουμένῃ ἁπτομένῳ . Σ . Ω :
5648306 σκεπασματα
σκεπάσματα πάντα οἱ Ἀττικοὶ γέρρα ἔλεγον . τινὲς δὲ δερμάτινα σκεπάσματά τινα καὶ Περσικά , οἷς ἀντὶ ἀσπίδων ἐχρῶντο .
σκεπάσματα πάντα οἱ Ἀττικοὶ γέρρα ἔλεγον . τινὲς δὲ δερμάτινα σκεπάσματά τινα καὶ Περσικά , οἷς ἀντὶ ἀσπίδων ἐχρῶντο .
5640288 ἀπειλουσι
τὰς νόσους , ἤγουν ἐκλύουσιν : ἃ γὰρ αἱ νόσοι ἀπειλοῦσι , ταῦτα τὰ φάρμακα εἰς αὐτὰς μεταμείβονται . τὸ
, λοιδοροῦνται δὲ ταῖς γυναιξί , κλαυθμυρίζουσιν τοὺς οἰκέτας , ἀπειλοῦσι τοῖς πολλοῖς , μονονουχὶ τὸ τοῦ Ὁμήρου λέγοντες :
5634444 Δεινολοχος
πανίαν καὶ πάνια τὰ πλήσμια : Βλαῖσος ἐν Μεσοτρίβᾳ καὶ Δεινόλοχος ἐν Τηλέφῳ Ῥίνθων τε ἐν Ἀμφιτρύωνι . καὶ Ῥωμαῖοι
ἐπεὶ καὶ πρὸ ἐμοῦ Σοφοκλῆς ὁ τῆς τραγῳδίας ποιητὴς καὶ Δεινόλοχος ὁ ἀνταγωνιστὴς Ἐπιχάρμου καὶ Ἴβυκος ὁ Ῥηγῖνος καὶ Ἀριστίας
5633128 παραθαλαττιων
. Οὕτω δὲ τούτων ἐχόντων , ἐθνῶν μὲν καὶ πόλεων παραθαλαττίων καὶ ἐπινείων . . . . . . .
τὴν σιτωνίαν ἀποσταλέντες ὑπ ' αὐτῶν πρέσβεις πολὺν ἐκ τῶν παραθαλαττίων τε καὶ μεσογείων ἐμπορίων σῖτον ὠνησάμενοι κατήγαγον δημοσίᾳ ,
5631570 μονῳδιας
θεῖος ποιητὴς τά τε ἄλλα ἡμᾶς ἐπαίδευσε καὶ τὸ τῆς μονῳδίας εἶδος οὐ παραλέλοιπε : καὶ γὰρ Ἀνδρομάχῃ καὶ Πριάμῳ
τέρψεως . : πολλοὺς δ ' ὀδυρμοὺς ] Προαναφωνεῖ τὰς μονῳδίας αὐτοῦ . Διὸς γὰρ δυσπαραίτητοι φρένες : Χαλεπαί εἰσι
5626491 κρεμωσι
παῖδες τὰ προκατειλεγμένα ἀκρόδρυα , καὶ ταῦτα πρὸ τῶν θυρῶν κρεμῶσι . κατά τι δὲ χρηστήριον πρὸς ἀποτροπὴν λιμοῦ ταῦτα
πίσσα μιγνυμένη καὶ ἐπιχριομένη . τινὲς ἰχθὺν τὸν καλούμενον κορακῖνον κρεμῶσι τοῦ δένδρου , καὶ διαφθείρουσι τοὺς μύρμηκας . Κώνωπας
5624478 πανδοκειου
πατρίδα τὴν ἑαυτοῦ καὶ διοδεύων πανδοκεῖον καλὸν ἀρέσαντος αὐτῷ τοῦ πανδοκείου καταμένοι ἐν τῷ πανδοκείῳ . ἄνθρωπε , ἐπελάθου σου
. . τὰς ψιάθους : Οἷον καὶ τὰ στρώματα τοῦ πανδοκείου . ἐν δὲ τῷ Καλλιστράτῳ γέγραπται τοὺς ψιάθους ,
5616432 Βεργαιον
Ἑρμῆι πιστεύσαι τις λέγοντι . Ἐρατοσθένη δὲ τὸν μὲν Εὐήμερον Βεργαῖον καλεῖν , Πυθέαι δὲ πιστεύειν , καὶ ταῦτα δὲ
Ἄλεξιϲ ἐν Ἡϲιόνηι ? [ εϲτὶ καὶ κομπάϲματα ! [ Βεργαῖον ἀποδείξειν ὑθλο ? [ αὐτοὶ ϲκοπεῖτε νῦν : ἐγὼ
5615002 καταβιβαζοντες
ποιοῦντες τὸν ὄγκον τοῦ πληρώματος , ἀπό τε τῶν ὑποχονδρίων καταβιβάζοντες τὰς περὶ τὴν κεφαλὴν αἰσθήσεις βελτίους ποιοῦσι καὶ τοὺς
πάσης ἡλικίας τε ὁμοῦ καὶ διαδοχῆς τοῦ γένους τὴν εὐψυχίαν καταβιβάζοντες . διόπερ ἐπὶ ταύτας ἤδη πορεύσομαι . ἄξιον δὲ
5610829 ὀροφιας
λέγει . ὑποδυόμενός ] κρυπτόμενος . παρὰ τὸ “ μῦς ὀροφίας ” : λέγεται γὰρ οὕτω καὶ ὄφις . ὀροφίας
διατρίβοντες , ὡς ἀρουραῖοι οἱ ἐν ταῖς ἀρούραις . ἡλιαστὴς ὀροφίας ] τοῦτο παρ ' ὑπόνοιαν διὰ τὸ φιλόδικον .
5610241 μασωμενος
. Κᾆθ ' ὥσπερ αἱ τίτθαι γε σιτίζεις κακῶς : μασώμενος γὰρ τῷ μὲν ὀλίγον ἐντίθης , αὐτὸς δ '
οὖν διαγιγνώσκειν καλῶς δυνήσομαι ὥσπερ πρότερον τὰ πράγματ ' ἔτι μασώμενος ; πολλῷ γ ' ἄμεινον : καὶ λέγεται γὰρ
5608789 ἐπιγραφομενηι
δ ' αὐτὰ καὶ Ὀστάνης φησὶ περὶ αὐτοῦ ἐν τῆι ἐπιγραφομένηι Ὀκτατεύχωι . . . , [ ] , .
Ἑκαταῖος δηλοῖ ἢ ὁ γεγραφὼς τὰς περιηγήσεις ἐν τῆι Ἀσίαι ἐπιγραφομένηι : γυναῖκες δ ' ἐπὶ τῆς κεφαλῆς ἔχουσι χειρόμακτρα
5596569 γηραιας
τὸν Δία . * * ἀφῆκεν . λευκῆς ἢ τῆς γηραιᾶς . * * ὁ Ἥλιος . * * βλέπειν
τοῦ ἔδω . πασαμένα ] ἤγουν πιοῦσα . ῥυσᾶς ] γηραιᾶς . ὀρώμενον ] κινηθέν , γεγονός . ἐπεύθου ]
5588210 καταλειπεις
καὶ ἀνακρεμάμενος αὐτοῦ τοῦ τραχήλου κλαίων ἔλεγε “ τίνι με καταλείπεις , ὦ τέκνον , ἡμιθνῆτα πρεσβύτην ; ὅτι μὲν
συμφοράν , καὶ τὰ Καλλιμάχου τραύματα , καὶ οὐδὲν Ἀθηναίοις καταλείπεις σεμνόν , πλὴν τοῦ Ἐριχθονίου καὶ τοῦ Κέκροπος ,
5583177 φιληδειν
δίσκων ΚΑΡΑΒΟΥΣ μείζονας Καλλιμέδοντος τοῦ ῥήτορος , ὃς διὰ τὸ φιληδεῖν τῷ βρώματι Κάραβος ἐπεκλήθη . Ἄλεξις μὲν οὖν αὐτὸν
οὐ γὰρ κιθαρῳδός εἰμ ' ἐγώ . Πυθιονίκην δέ φησι φιληδεῖν ταρίχῳ , ἐπεὶ ἐραστὰς εἶχε τοὺς Χαιρεφίλου τοῦ ταριχοπώλου
5581874 Παραπαμισαδαις
ἢ ἐν τῇδε τῇ χώρᾳ πραχθὲν ἢ ἔτι ἔμπροσθεν ἐν Παραπαμισάδαις , ὡς μετεξέτεροι ἀνέγραψαν . ἰέναι μὲν τὴν στρατιὰν
Ῥωξάνης πατρί : τῆς δὲ Ἰνδῶν γῆς τὰ μὲν ξύνορα Παραπαμισάδαις Πίθωνι τῶι Ἀγήνορος : τὰς δὲ ἐχομένας ξατραπείας ,
5574722 Τριοπης
] , Ἀκτὶς , Μάκαρ , Χρύσιππος , Κάνδαλος , Τριόπης . ἄλλως : Ἡλίου παῖδες καὶ Ῥόδης ἑπτὰ γίνονται
Ὄχιμος , Κέρκαφος , Ἀκτὶς , Μάκαρος , Κάνδαλος , Τριόπης , Φαέθων ὁ νεώτερος , ὃν οἱ κατὰ τὴν
5563182 εὐριπου
μηδέποτε ἑαυτοῖς ἀρέσκοντες ἢ τὰ αὐτὰ θέλοντες , ἀλλὰ δίκην εὐρίπου ἀπ ' ἄλλων εἰς ἄλλα μεταφερόμενοι , ὡς μηδενὶ
: ἐπὶ τῶν πάνυ εὐγενῶν . Εὐμεταβολώτερος κοθόρνου : ἢ εὐρίπου : ἐπὶ τῶν εὐμεταβόλων καὶ εὐμεταθέτων . Εὖ πράττε
5561947 προσλαλειν
πάντας ] ἡμᾶς . μύθοισι ] λόγοις . προσαυδᾶν ] προσλαλεῖν , ἀσπάζεσθαι . βαθυζώνων ] βαθυκόλπων . ἄνασσα ]
ἰχθῦς , συναγαγόντα τὰς ὀφρῦς τοῦτον σκυθρωπάζοντά θ ' ἡμῖν προσλαλεῖν , ἐὰν σαπροὺς κομιδῇ δέ , παίζειν καὶ γελᾶν
5559310 ἀκαληφας
Εὔπολις ἀκαλήφας ὀνομάζει καὶ Ἀριστοφάνης , ὃ μὲν εἰπὼν κραναὰς ἀκαλήφας , ὃ δὲ ἀκαλήφαις ἐστεφάνωσθαι . Δίφιλος δὲ ὁ
. Ὦ δεξιώτατον κρέας , σοφῶς γε προὐνοήσω : ὥσπερ ἀκαλήφας ἐσθίων πρὸ χελιδόνων ἔκλεπτες . Καὶ ταῦτα δρῶν ἐλάνθανόν
5558749 ἀφικνεονται
ἐϲ ταὐτὰ παλινδρομέουϲι : οἱ δὲ ἐϲ δηρὸν τοῖϲι πέλαϲ ἀφικνέονται : ἄλλοι δ ' αὖ βοῶϲι ὀλοφυρόμενοι ἁρπαγὴν ἢ
μένουσιν ἐν τοῖσιν ὤμοισιν , ἢ καὶ ἐς τὸν νῶτον ἀφικνέονται , ταύτας πῦον ἐμέσαντες ἐκφυγγάνουσιν , ἢ μέλαιναν χολήν
5553682 ἀποφευγουσι
μὲν δὴ συγκατακαίονται τοῖσι μάντισι βόες , πολλοὶ δὲ περικεκαυμένοι ἀποφεύγουσι , ἐπεὰν αὐτῶν ὁ ῥυμὸς κατακαυθῇ . Κατακαίουσι δὲ
εὐπρεπέστερον κτῶνται τἀγαθὰ τῶν φίλων συμποριζόντων αὐτοῖς ; τίνες δὲ ἀποφεύγουσι τὰ κατὰ ῥᾷον ἢ οἷς ἂν φίλοι συμμαχῶσι ;
5548833 ἐκτριβειν
ξὺν λίπαϊ γλευκίνῳ χρίειν . ἄριϲτον καὶ ϲκίλληϲ ὠμῆϲ λέπεϲι ἐκτρίβειν , χρὴ δὲ ἀπομάξαντα τῶν μελέων τὸ ἐλαιῶδεϲ ἢ
καὶ οὐ συνίω τὰς παραβολὰς ταύτας : πῶς γὰρ δύναται ἐκτρίβειν καὶ πάλιν σώζειν , οὐ νοῶ . Ἄκουε ,
5548026 Σιμαριστος
ξύλον διὰ τῶν τροχῶν , ὅτε κατάντεις τόπους πορεύοιτο , Σιμάριστος δὲ ἐποχλέα τὸ ξύλον τοῦτο καλεῖ . καὶ Σοφοκλῆς
Εὔμολπος δὲ ποτηρίου γένος , ἀπὸ τοῦ κυφὸν εἶναι . Σιμάριστος δὲ τὸ δίωτον ποτήριον Κυπρίους , τὸ δὲ δίωτον
5546541 Πιστιου
. . . . , . , . Εἰσαγγελία Κατὰ Πιστίου : ὥσπερ καὶ ὑμῶν ἕκαστος . . . .
εἰσαγγελτικός : οὐδένα νομίζω , ὦ Ἀθηναῖοι . Εἰσαγγελία κατὰ Πιστίου : ὥσπερ καὶ ὑμῶν ἕκαστος . Κατ ' Ἀγασικλέους
5542316 Εὐρωπιακων
δ ' ὁ Κνίδιος ἐν τῆι ὀγδόηι καὶ τριακοστῆι τῶν Εὐρωπιακῶν Δαρδανεῖς φησι δούλους κε - κτῆσθαι τὸν μὲν χιλίους
' ὁ Κνίδιος ἐν τῆι ὀγδόηι πρὸς ταῖς κ τῶν Εὐρωπιακῶν Γνώσιππον φησίν ἄσωτον γενόμενον ἐν τῆι Σπάρτηι ἐκώλυον οἱ
5540123 κυλλαστιν
. μὴ τἄρ ' εἶναί μ ' ἐγκριδοπώλην καὶ τὸν κυλλάστιν φθέγγου καὶ τὸν Πετόσιριν . τῶν χοίρων μνοῦς ἔρι
τῶν ἀνέμων . . , : Αἰγύπτιοι τὸν ὑποξίζοντα ἄρτον κυλλάστιν καλοῦσι . Μνημονεύει δ ' αὐτοῦ Ἀριστοφάνης ἐν Δαναΐσι
5538939 ἐπενθουν
τὸν ἥλιον κατιόντα ὁρῶντες καὶ ἐκ μακροτέρων σμικρύνοντα τὰς ἡμέρας ἐπένθουν , εὐλαβούμενοι μὴ κατὰ βραχὺ καταλίπηι αὑτοὺς ὁ ἥλιος
δὲ τὸν τρόπον ἔχοντας , τὰ μὲν ζῶντα τῶν τέκνων ἐπένθουν , καὶ καθ ' ἕκαστον τῶν εἰς ταῦτα παρανομημάτων
5535892 καλουμενηι
κέρατος : μήτε γὰρ σπασμῶι ληφθῆναι ἂν αὐτὸν μήτε τῆι καλουμένηι ἱερᾶι νόσωι , μήτε μὴν διαφθαρῆναι φαρμάκοις . ἐὰν
γῆν καθορᾶν τὸν Δία : τὸν δὲ Ἡσίοδον ἐν τῆι καλουμένηι Γῆς Περιόδωι τὸν Φινέα ὑπὸ τῶν Ἁρπυιῶν ἄγεσθαι Γλακτοφάγων
5533139 ὑσταται
Θετταλαὶ , Τὰς Εὔμηλος ἔλαυνε ποδώκεας , ὄρνιθας ὥς , ὕσταται πάντων ἐγένοντο ἐν τῷ τότε , καὶ ὁ Εὔμηλος
Ἴμβρου καὶ Λήμνου διέφυγον , τέσσαρες δὲ τῶν νεῶν αἱ ὕσταται πλέουσαι καταλαμβάνονται παρὰ τὸν Ἐλαιοῦντα . καὶ μίαν μὲν
5532641 Ἐποιησε
γὰρ ὁ αὐτὸς Σέλευκος ἀπὸ Πέλλης τῆς πόλεως Μακεδονίας . Ἐποίησε δὲ θυσίαν ταῦρον καὶ τράγον : καὶ ἐλθὼν πάλιν
πρῶτον αὐτὸν εἰπεῖν ἀκατάληπτα εἶναι τὰ πάντα , πλανώμενος . Ἐποίησε δὲ καὶ Κολοφῶνος κτίσιν καὶ τὸν εἰς Ἐλέαν τῆς
5529361 τροχμαλα
κινωπησταῖς : ἑρπησταῖς κινουμένοις ἑρπυστικῶς * ζόρκες : αἴγαγροι * τρόχμαλα : τροχόεντας λίθους δρόμους τρόχμαλα δὲ τοὺς τραχεῖς τόπους
* ζόρκες : αἴγαγροι * τρόχμαλα : τροχόεντας λίθους δρόμους τρόχμαλα δὲ τοὺς τραχεῖς τόπους καὶ πετρώδεις , ἢ τὰς
5525646 τοξευθεντα
λῃστρίδων νεῶν τά τε χρήματα καταχθῆναι εἰς Ἄργος καὶ αὐτὸν τοξευθέντα ἀποθανεῖν , ἔρχεται ἐπὶ τὴν τράπεζαν Κάλλιππος οὑτοσὶ εὐθὺς
τῶν ἀνθρώπων ἐς τοὺς πολλούς , τὸν ὑπὸ τοῦ Ἀπόλλωνος τοξευθέντα σήπεσθαί φησιν ἐνταῦθα , καὶ διὰ τοῦτο ὄνομα τῇ
5522346 ἐπιτροπευοντος
συμβέβηκεν εἶναι μέρη , βασιλέως ἀμοιρεῖ τοῦ συνέχοντος καὶ ἐνδίκως ἐπιτροπεύοντος . εἰ δ ' ἀόρατος ὁ βασιλεύς , μὴ
αὐτοῖς ἤδη τὴν ἡλικίαν ἠνδρωμένοις ἀπαιτῆσαι λόγον παρὰ Μικύθου τοῦ ἐπιτροπεύοντος , καὶ τὴν δυναστείαν αὐτοὺς παραλαβεῖν . τούτων δ
5513079 πασταδας
σήραγγας ἕτεροι καὶ πλάττοντες τὰς ἐν αὐταῖς καμάρας καὶ τὰς παστάδας ἐγείροντες , καὶ τοῖς ταῦτα πράττουσι χειροτέχναις ὑπηρετοῦντες χαλκοτύποι
ἡμεῖς τε διανοούμεθα καὶ ταῖς γυναιξὶν ᾄδομεν , ὅσας ἐποίησε παστάδας ἐρήμους ὁ πόλεμος , εἰς λήθην αὐτὰς ἀφελκόμενοι τῶν
5511224 Ἰολαῳ
, ὡς τῶν τεμνομένων αὐτῆς κεφαλῶν ἀνεφύοντο πλείους , κελεῦσαι Ἰολάῳ ἐπικαίειν τὰς τεμνομένας . ὕδωρ παραρρέει : ἐπὶ τῶν
ἀλλὰ μάλιστα τοῦτον τετίμηκε νικήσαντα τὸν αὐτῷ ἀνακείμενον , τῷ Ἰολάῳ , ἀγῶνα , τὰ Ἰόλαια καλούμενα , ἃ καὶ
5509937 Ναυσιφανους
ἐν τῷ Ἐπικούρου βίῳ τὸν Κανόνα γράψαι αὐτὸν ἐκ τοῦ Ναυσιφάνους Τρίποδος , οὗ καὶ ἀκοῦσαί φησιν αὐτόν , ἀλλὰ
διὰ τῶν πρὸς Ἕρμαρχον ἐπιστολῶν . τοῦτον Ἀπολλόδωρος ἐν Χρονικοῖς Ναυσιφάνους ἀκοῦσαί φησι καὶ Πραξιφάνους : αὐτὸς δὲ οὔ φησιν
5509825 Φιλαμμωνα
ποιῆσαι τῆς Ἀθηνᾶς . καταστήσασθαι δὲ τῶν Λερναίων τὴν τελετὴν Φιλάμμωνά φασι . τὰ μὲν οὖν λεγόμενα ἐπὶ τοῖς δρωμένοις
ὁ πατὴρ λέγεται Καρμάνωρ καθῆραι Ἀπόλλωνα . Χρυσοθέμιδος δὲ ὕστερον Φιλάμμωνά τε ᾠδῇ μνημονεύουσι νικῆσαι καὶ ἐπ ' ἐκείνῳ Θάμυριν
5504165 Ὑακινθου
λέγουσιν ἀδελφὴν ἀποθανοῦσαν ἔτι παρθένον . τοῦτο μὲν οὖν τοῦ Ὑακίνθου τὸ ἄγαλμα ἔχον ἐστὶν ἤδη γένεια , Νικίας δὲ
τὸ εἰκός ἐς τὰ Ὑακίνθια : εἰς τὴν ἑορτὴν τοῦ Ὑακίνθου . μηδετέρους : Ἀθηναίους καὶ Βοιωτούς . κοινῇ νέμειν
5498270 προσεικαζει
τὰ χρήματα : Ἕκτορι μὲν κλέος . τῷ ἕκτορι αὐτὸν προσεικάζει ὡς ὑπὲρ τῆς πατρίδος ἀγωνιζόμενον ὥσπερ κἀκεῖνος : Αἰὼν
εὑρήσομεν ἀλληγοροῦντα : τὰς γὰρ τυραννικὰς ταραχὰς ἐξ ἴσου χειμερίῳ προσεικάζει καταστήματι θαλάττης : Ἀσυνέτημι τῶν ἀνέμων στάσιν : τὸ
5494810 διεφθορας
ἑτέρων , διέφθορε δὲ ἕτερον . Ἀριστοφάνης ἐν Ὥραις : διέφθορας τὸν ὅρκον ἡμῶν . Μένανδρος ἐν Ἀδελφοῖς : εἰ
τὸ μάταιος , οἷον : μαινόμενε , φρένας ἠλέ , διέφθορας : παρὰ τὸ ἠλός ἠλῶν ἠλῶς ἐπίρρημα σημαῖνον τὸ
5494192 βδελυττομαι
ὁ ἀηδὴς καὶ τοῦ μυσάττεσθαι καὶ ἀποστρέφεσθαι ἄξιος : καὶ βδελύττομαι . εἴρηται δὲ παρὰ τὴν βδέλλαν ἢ παρὰ τὸ
τις μάλιστα τῶν σοφῶν . τί οὖν ἑτέρους λαλοῦντας εὖ βδελύττομαι ; τρόπος ἔσθ ' ὁ πείθων τοῦ λέγοντος ,
5482588 Πιτθεα
. τὸ δὲ ἱερὸν τοῦ Ἀπόλλωνος τοῦ Θεαρίου κατασκευάσαι μὲν Πιτθέα ἔφασαν , ἔστι δὲ ὧν οἶδα παλαιότατον . ἀρχαῖος
οὕτως : Ἀτρέα : Θυέστην : Ἵππαλκμον : Πλεισθένην : Πιτθέα : Πέλοπα τὸν νεώτερον . ἡγεμόνας . ἀρεταῖσι μεμαότας
5477890 ἀναγνωσεται
ἵνα δὲ μὴ λέγων παραλίπω τι τῶν πεπραγμένων αὐτῷ , ἀναγνώσεται γεγραμμένας ὑμῖν τάς τε ναῦς ὅσας ἔλαβεν καὶ οὗ
, δηλοῖ † μέναρχος † ἐν τῷ Κατὰ Κλεομέδοντος λέγων ἀναγνώσεται δὲ τῶν μὲν ἐπιδημούντων τὰς μαρτυρίας , τῶν δὲ
5476410 κλεισαντες
καὶ τρωθέντων , ἐς τὸ στρατόπεδον καταφυγόντες καὶ τὰς πύλας κλείσαντες , ὅπλα τε ἀναλαβόντες , ἐφρούρουν τὸ τεῖχος τοῦ
πολλῶν ἀντεκδραμόντων ἀπὸ τῆς στρατιᾶς κατέφυγον ἐς τὴν πόλιν καὶ κλείσαντες τὰς πύλας οὐκέτι ἐπεξέθεον , ἀλλ ' ἐφύλαττον μόνον
5475078 Σωσικρατης
ὑπερπῖπτον τοῦ Σουνίου οὐ πολὺ πρὸς ἕω . Μέγεθος δὲ Σωσικράτης μέν , ὅν φησιν ἀκριβοῦν Ἀπολλόδωρος τὰ περὶ τὴν
τι ] Ὅτι Πρῶτοι οἱ Σωκρατικοὶ ἐπετήδευσαν οὕτως ὀμνύναι . Σωσικράτης γὰρ ἐν τῷ βʹ τῶν Κρητικῶν οὕτως φησί :
5473420 χρυσιδας
Ἀγαμέμνονος ἢ Κρέοντος ἢ καὶ Ἡρακλέους αὐτοῦ πρόσωπον ἀνειληφότες , χρυσίδας ἠμφιεσμένοι καὶ δεινὸν βλέποντες καὶ μέγα κεχηνότες μικρὸν φθέγγονται
ἐγὼ δὲ καὶ τὰς θηρικλείους καὶ τὰ καρχήσια καὶ τὰς χρυσίδας καὶ πάντα τὰ ἐν ταῖς αὐλαῖς ἐπίφθονα παρὰ τούτοις
5471363 Ἀκουεις
ἐν θήκαις καθιδρυμένα ἢ ὅτε πανταχοῦ γῆς ᾔει σεμνῶς ; Ἀκούεις τὸν Οἰδίπουν ὡς ἐν Κολωνῷ κείμενος ἐν καιρῷ κεῖσθαι
πειρασόμεθα τῶν μὲν μὴ ἀποστῆναι , τὰ δὲ προσλαβεῖν . Ἀκούεις ἅ φησιν ὁ λαβὼν τὴν ἐπιστολήν , ὅτι κατηγορεῖ
5471125 Ἡγησανδρον
ἀλλήλοις δίκην . . . . Ἡγησάνδρου ] καὶ τὸν Ἡγήσανδρον διαβάλλει ὡς ἡταιρηκότα παρὰ Διοπείθει . . . .
. περὶ οὗ πάλαι ] οὐχ ἁπλῶς διαβάλλει τοῦτον τὸν Ἡγήσανδρον ὁ Αἰσχίνης , ἀλλ ' ἐπειδὴ ἀδελφός ἐστιν Ἡγησίππου
5470382 θυγατριδουν
τῇ Λευκαδίων καὶ αὐτόχθονά τινα Λέλεγα ὀνομάζει , τούτου δὲ θυγατριδοῦν Τηλεβόαν , τοῦ δὲ παῖδας δύο καὶ εἴκοσι Τηλεβόας
ἀφεῖσο τούτων , τὸν δὲ θυγατριδοῦν λαβὼν ἔνδον πρόσειπε . θυγατριδοῦν , μαστιγία ; παχύδερμος ἦσθα καὶ σύ , νοῦν
5470141 κατηγορηθη
τῷ χρόνῳ Ἑζεκίου λαλῶν λόγους ἀνομίας ἐν Ἱερουσαλήμ , καὶ κατηγορήθη ὑπὸ τῶν παίδων Ἑζεκίου καὶ ἔφυγεν εἰς τὴν χώραν
κατηγορίαν αὐτῆς , ὡς καὶ μνημονικῶς καὶ ἐπιμελῶς περὶ ἑκάστου κατηγορήθη . αἱ δὲ ἀκούσασαι ἐρήσονται τί οὖν ἐποιήσατε ;
5469720 ὑποπλεκειν
, καὶ κύουσι τριῶν ἐτῶν . λέγουσι δὲ νεοττιὰν μὴ ὑποπλέκειν γῦπα . τοὺς δὲ αἰγυπιούς , ἐν μεθορίῳ γυπῶν
ὀρύττειν τε αὐτόν φασιν αὐτοὺς καὶ ἐκ τούτου τὰς καλιὰς ὑποπλέκειν , τὸ δὲ ἀπορρέον Ἰνδοὺς λαμβάνειν . Ἰνδοὶ δὲ
5468180 Ξενοφαντου
δασυτρίχων . τούτων ] τῶν παρεστώτων ⌈ ἐνταῦθα . τὸν Ξενοφάντου ] ⌈ υἱόν , ὃν [ υἱόν . τοῦτον
οἷόνπερ τὸν Ξενοφάντου : Ἱερώνυμον λέγει τὸν διθυραμβοποιόν , ὃς Ξενοφάντου μὲν ἦν παῖς , περὶ δὲ παῖδας ἄγαν ἐπτόητο
5467170 καθειρξε
τέχνας ⋮ Λέγεται γὰρ , ὅτι Μίνως Δαίδαλον καὶ Ἴκαρον καθεῖρξε διά τινα αἰτίαν , υἱοὺς αὐτοῦ ὄντας . Δαίδαλος
γεννηθεὶς ἐκ τῆς θυγατρὸς αὐτοῦ καθελεῖ αὐτὸν τῆς ἀρχῆς , καθεῖρξε τὴν παῖδα ἐς ἄπορα ] εἰς ἀμήχανα πόριμος ]
5467113 Κερκαφος
ἀφ ' ὧν , τῶν Ἡλίου ἑπτὰ παίδων , εἷς Κέρκαφος ἐγέννησε τοὺς προκειμένους : ὥστε τὴν ἀπό πρόθεσιν ἔξωθεν
αἱ νάπαι καὶ οἱ σύνδενδροι τόποι τοῦ Κερκάφου ὁ δὲ Κέρκαφος ὄρος Κολοφῶνός ἐστιν οὐκ ἄποθεν δὲ καὶ οὐ μακρόθεν
5466693 ἡπλωμενον
παράωρον , ἤγουν ἠμελημένον , ἠφανισμένον . ἤγουν ἔκλυτον , ἡπλωμένον . . ἄτιμον , ἀπόβλητον , μηδεμιᾶς φροντίδος ἀξιούμενον
μέγα , μακρότητα . ἧκε : ἔβαλεν . Ἐκτάδιον : ἡπλωμένον , ἐξηπλωμένον . Ἐπόρουσε : ὥρμησεν . ἔσπασε :
5463499 βλακος
ἐπίρρημα . βλακικόν . εὔηθες καὶ ἀνόητον : ἀπὸ τοῦ βλακός , ὅς ἐστι τοιοῦτος . εἴρηται δὲ ἀπ '
γ διὰ τοῦ κ κλίνεται , Πράξ Πρακός , βλάξ βλακός , δράξ δρακός , σπάξ σπακός , γλάξ γλακός
5461364 Μανην
αὐτὸν πέμπτον ἀπὸ Διὸς , λέγοντες ἐκ Διὸς καὶ Γῆς Μάνην γενέσθαι πρῶτον ἐν τῇ γῇ ταύτῃ βασιλέα : τούτου
γοῦν τις ὁμωνύμους οἰκέτας ἔχων κελεύοι παιδίον κληθῆναι αὐτῷ τὸν Μάνην , εἰ τύχοι , πεύσεται ὁ παῖς ποῖον .
5458313 συναφανισθηναι
ἐν τοῖς πανδοχείοις σὺν πολλῷ πλήθει γυναικῶν νύκτωρ γενομένου σεισμοῦ συναφανισθῆναι πάσαις . σχεδὸν δέ τι καὶ πᾶσα εὔσειστός ἐστιν
, διὰ δὲ τὴν μίαν , ἢν Σῖμος ὑφείλετο , συναφανισθῆναι καὶ τὰς ἄλλας τὰς ἐν τῶι ἀναθήματι γεγραμμένας .
5457703 Ἀμασιδος
καὶ ὅτι φευκτόν . ὡς Πίττακόν φασι πέμψαντος αὐτῷ τοῦ Ἀμάσιδος ἱερεῖον καὶ ἀξιώσαντος ἀντιπέμψαι τῶν μορίων αὐτοῦ τὸ κάλλιστον
ἐτρέφετο . ὡς τερατώδης διαβάλλεται . ἡ ξυμμαχία : ἐπὶ Ἀμάσιδος Αἰγυπτίων βασιλέως ἐν σιτοδείᾳ ὄντες οἱ Ἀθηναῖοι ἔπεμψαν πρὸς
5455508 Ἀστυφιλος
, καὶ διῃτᾶτο παρ ' ἡμῖν τὸν ἅπαντα χρόνον ὁ Ἀστύφιλος καὶ ἐπαιδεύθη ὑπὸ τοῦ πατρὸς τοῦ ἐμοῦ . Καὶ
. . . οὗτοι μέντοι ἀκριβῶς εἰδότες ὅτι οὐκ ἐποιήσατο Ἀστύφιλος τὸν Κλέωνος ὑόν , πολλάκις ἐληλυθότι αὐτῷ οὐδεπώποτε κεκρεανομήκασι
5454110 ἀμιδας
εὑρέθησαν πύελοι ἐν αἷς κατακείμενοι ἐπυριῶντο . πρῶτοι δὲ καὶ ἀμίδας ἐξεῦρον , ἃς εἰσέφερον εἰς τὰ συμπόσια . καταγελῶντες
ἀποδόμενοι , τὰς δὲ βυθίσαντες , τὰς δὲ κατακόψαντες εἰς ἀμίδας : λέγεται γὰρ καὶ τοῦτο . μία δὲ μόνη
5453889 γυμνασιαρχοι
κατ ' ἐνιαυτὸν τὰς ἐγκυκλίους λῃτουργίας λῃτουργοῦντες , χορηγοὶ καὶ γυμνασίαρχοι καὶ ἑστιάτορες ; ἑξήκοντ ' ἴσως ἢ μικρῷ πλείους
νὴ Δία παρὰ τῷ βασιλεῖ ; ἀλλ ' οὐκ ἐσμὲν γυμνασίαρχοι , οὐδ ' ἀσεβείας οὐδένα γραφόμεθα . οὐκοῦν ὑπόλοιπόν
5452275 ἐπιδιαιρειν
ὁ δὲ φιλόθεος δωρητικὸς οἷος ὁ Ἄβελ . Ἔοικε γὰρ ἐπιδιαιρεῖν ὁ θύων καὶ τὸ μὲν αἷμα τῷ θυσιαστηρίῳ προχέειν
τὸ τραῦμα , ἀλλὰ καὶ τὰ πλησίον μέρη τὰ ἀφεστῶτα ἐπιδιαιρεῖν δεῖ καὶ τῇ ἐπὶ τῶν ἀποστημάτων χρῆσθαι ἀγωγῇ .
5451875 Στρεψιαδου
εἰς τερατείαν φιλόσοφον . Στρεψιάδης : μαθητὴς Σωκράτους : δοῦλος Στρεψιάδου : χορὸς Νεφελῶν : Φειδιππίδης , υἱὸς Στρεψιάδου :
σοι . ἀποκρινάμενος ] τοῖς δικασταῖς δηλονότι . εἰσελθόντος τοῦ Στρεψιάδου ὁ δανειστής φησι πρὸς τὸν μάρτυρα . τῷ μάρτυρί
5451257 Δειναν
δὲ θυγατέρα Δείναν καὶ τὰς γυναῖκας ἐριουργεῖν : καὶ τὴν Δείναν παρθένον οὖσαν εἰς τὰ Σίκιμα ἐλθεῖν πανηγύρεως οὔσης ,
γαστρὶ τῷ αὐτῷ χρόνῳ , ᾧ καὶ Λείαν τεκεῖν θυγατέρα Δείναν , καὶ τεκεῖν τῷ τεσσαρεσκαιδεκάτῳ ἔτει μηνὶ ὀγδόῳ υἱὸν
5450925 πλανωμενας
γῆν , τὸ ὕδωρ , τὸν ἀέρα , τὰς ἑπτὰ πλανωμένας , αὐτὸν τὸν ἀπλανῆ κύκλον . Εἶναι δ '
Σικελίας : ὅπου ὁ μῦθος ἐν τῇ θαλάσσῃ τὰς τραχείας πλανωμένας πέτρας , τὰς Κυανέας καὶ Συμπληγάδας λεγομένας , ἐπ
5450571 περιεβαλεν
. λέγει οὖν μυθικώτερον , ὅτι τὴν κυνέαν τοῦ Ἅιδου περιέβαλεν αὐτοῖς ὥστε μὴ ὁρᾶσθαι . ἡ δὲ κυνέη περικεφαλαία
) Ὅτι ὁ Φιμβρίας τὴν ἐπαρχίαν ἐν ὀλίγῳ χρόνῳ τοσούτοις περιέβαλεν ἀτυχήμασιν ὅσοις εἰκὸς ἦν περιβαλεῖν ἐξουσίαν τοῦ πράττειν ὃ
5443799 ῥαχιαισιν
καὶ οἷόν τινα στεναγμὸν ἀποτελούσαις ὡς παραθαλασσίαις χρίμπτουσα ] πλησιάζουσα ῥαχίαισιν ] κρημνώδεσι καὶ ὀρινοῖς τόποις ἐκπερᾶν ] διέρχεσθαι θέλε
τὸν τόνον καταβιβάζοντες λέγουσιν οὕτως , ἁλιστόνοις γε πόδας χρίμπτουσα ῥαχίαισιν , ἤτοι προσεγγίζουσα τοὺς πόδας ταῖς ῥαχίαις πέτραις ,
5439345 τετελευτηκεναι
δεξιᾷ ἐσπλεόντων εἰς τὸν Πόντον . ἐπεὶ δὲ ἐπυθόμην Κότυν τετελευτηκέναι , τὸν βασιλέα τοῦ Βοσπόρου τοῦ Κιμμερίου καλουμένου ,
τοῦ ἀποδημοῦντος παιδὸς , ὅτι φήμη γέγονεν ἐπ ' αὐτὸν τετελευτηκέναι : ἐπιπλέκονται δὲ στοχασμοὶ καὶ ἑτέραις στάσεσιν , ὡς
5438468 ἀρκεσω
ὁ ἥρως , ὁ πάππος Ὀδυσσέως : ἀπὸ τοῦ ἀρκῶ ἀρκέσω ἀρκέσιος καὶ Ἀρκείσιος . . . ἄρκιον : ἀπὸ
, μηδ ' ἃ μὴ ' θιγες ποιοῦ σεαυτῆς : ἀρκέσω θνῄσκους ' ἐγώ . Καὶ τίς βίος μοι σοῦ
5433354 Παφλαγονα
, Λυσιμάχῳ παραδοὺς ὕστερον αὑτὸν καὶ τὰ χρήματα , Φιλέταιρον Παφλαγόνα εἶχεν εὐνοῦχον . ὅσα μὲν δὴ Φιλεταίρῳ πεπραγμένα ἐς
γὰρ κρινόμενος ἐβοσκόμην . Ἀγορακρίτῳ τοίνυν ἐμαυτὸν ἐπιτρέπω καὶ τὸν Παφλαγόνα παραδίδωμι τουτονί . Καὶ μὴν ἐγώ ς ' ,

Back